38 paraskevi 9 7 2010

16
ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΖΩΗ EBDOMADIAIO ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟΥ Συντάκτης: † Ὁ Μητροπολίτης Γόρτυνος & Μεγαλοπόλεως Ἰερεμίας Ἀριθμ. 38 ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 9 ΙΟΥΛΙΟΥ 2010 † Mνήμη Παγκρατίου νεομ., Μιχαήλ Πακνανᾶ νεομ. ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟ ΕΓΚΥΚΛΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΔΟΓΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΗΧΗΣΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΑΣ Σειρά Κηρυγμάτων (Ἀναγινώσκεται κάθε Κυριακή ἀπό τούς Ἱερεῖς στούς Ναούς καί τίς Μονές τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεώς μας) Δημητσάνα - Μεγαλόπολη, Κυριακή 12 Ἰουλίου 2010 6. Η ΚΑΘΟΛΙΚΗ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΑΣ 1. Στήν Δογματική Σειρά τῶν κηρυγμάτων μας, ἀγαπητοί μου χριστιανοί, μιλᾶμε γιά τίς πηγές τῆς Πίστης μας. Καί εἴπαμε ὅτι οἱ πηγές τῆς Πίστης μας εἶναι ἡ Ἱερή Παράδοσή μας καί ἡ Ἁγία μας Γραφή. Ἀλλά στό σημερινό μου κή- ρυγμα θά πῶ πιό ἁπλά ὅτι πηγή τῆς Πίστης μας εἶναι αὐτή ἡ ἴδια ἡ Ἐκκλησία. Εἶναι ὅ,τι γίνεται καί ζοῦμε μέσα στήν Ἐκκλησία. Κάθε οἰκογένεια, ἀγαπητοί μου, ἔχει μιά ἰδιαίτερη ἀτμόσφαιρα, ἔχει ἕνα «χνῶτο», πού λέμε ἁπλά, μιά δική της συνείδηση, νά τό ποῦμε πιό ἐπίσημα. Ἔ! Αὐτή ἡ συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας μας, πού εἶναι ἡ ἴδια γιά ὅλους – «καθολική συνείδηση» λοιπόν – αὐτή εἶναι πηγή γιά τήν πίστη μας. Καί ἡ πηγή αὐτή εἶναι ἡ καλύτερη, γιατί τήν καταλαβαίνουν ὅλοι. Καί ἕνα μικρό παιδάκι καί μία ἀγράμ-

Upload: -

Post on 01-Feb-2016

4 views

Category:

Documents


0 download

DESCRIPTION

Θεολογία

TRANSCRIPT

Page 1: 38 Paraskevi 9 7 2010

ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΖΩΗEBDOMADIAIO ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟΥ

Συντάκτης: † Ὁ Μητροπολίτης Γόρτυνος & Μεγαλοπόλεως Ἰερεμίας

Ἀριθμ. 38

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 9 ΙΟΥΛΙΟΥ 2010

† Mνήμη Παγκρατίου νεομ., Μιχαήλ Πακνανᾶ νεομ.

ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟ ΕΓΚΥΚΛΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΔΟΓΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΗΧΗΣΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΑΣ

Σειρά Κηρυγμάτων

(Ἀναγινώσκεται κάθε Κυριακή ἀπό τούς Ἱερεῖς στούς Ναούς

καί τίς Μονές τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεώς μας)

Δημητσάνα - Μεγαλόπολη, Κυριακή 12 Ἰουλίου 2010

6. Η ΚΑΘΟΛΙΚΗ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΑΣ

1. Στήν Δογματική Σειρά τῶν κηρυγμάτων μας, ἀγαπητοί μου χριστιανοί,μιλᾶμε γιά τίς πηγές τῆς Πίστης μας. Καί εἴπαμε ὅτι οἱ πηγές τῆς Πίστης μαςεἶναι ἡ Ἱερή Παράδοσή μας καί ἡ Ἁγία μας Γραφή. Ἀλλά στό σημερινό μου κή-ρυγμα θά πῶ πιό ἁπλά ὅτι πηγή τῆς Πίστης μας εἶναι αὐτή ἡ ἴδια ἡ Ἐκκλησία.Εἶναι ὅ,τι γίνεται καί ζοῦμε μέσα στήν Ἐκκλησία.

Κάθε οἰκογένεια, ἀγαπητοί μου, ἔχει μιά ἰδιαίτερη ἀτμόσφαιρα, ἔχει ἕνα«χνῶτο», πού λέμε ἁπλά, μιά δική της συνείδηση, νά τό ποῦμε πιό ἐπίσημα. Ἔ!Αὐτή ἡ συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας μας, πού εἶναι ἡ ἴδια γιά ὅλους – «καθολικήσυνείδηση» λοιπόν – αὐτή εἶναι πηγή γιά τήν πίστη μας. Καί ἡ πηγή αὐτή εἶναιἡ καλύτερη, γιατί τήν καταλαβαίνουν ὅλοι. Καί ἕνα μικρό παιδάκι καί μία ἀγράμ-

Page 2: 38 Paraskevi 9 7 2010

2

ματη γιαγιά. Πρέπει δέ νά γνωρίζουμε ὅτι αὐτή ἡ συνείδηση τῆς Ἐκλησίας μαςεἶναι ἡ ἴδια ὅπως ἦταν ἀπό παλαιά στήν Ἐκκλησία· καί εἶναι ἡ ἴδια πάλι σέὅλους τούς ὀρθόδοξους χριστιανούς ὅλων τῶν Ἐκκλησιῶν. Δηλαδή ἡ συνείδησητῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι «καθολική» καί χρονικά καί τοπικά. Οἱ Ὀρθόδοξοι πι-στεύουμε «ὅ,τι παντοῦ καί πάντοτε καί ὑπό πάντων ἐπιστεύθη».1

2. Γιά νά εἴμαστε σωστοί χριστιανοί, ἀδελφοί μου, πρέπει νά ἔχουμε αὐτή τήνσυνείδηση τῆς Ἐκκλησίας μας, γιατί διαφορετικά θά εἴμαστε ἀσυνείδητοι!... Συ-νείδηση γιά ἕνα παιδί μιᾶς οἰκογένειας σημαίνει νά γνωρίζει καί νά σέβεται τήντιμή τοῦ πατέρα του καί νά τήν ὑπερασπίζει ὅταν οἱ ἄλλοι τήν προσβάλλουν. Ση-μαίνει ὅπου πάει νά ἐκπροσωπεῖ τό ἦθος τῆς οἰκογένειάς του. Αὐτό τό ἦθος τῶνπαιδιῶν τοῦ Θεοῦ, αὐτό εἶναι ἡ συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας μας. Τό ἦθος δέ τῶνχριστιανῶν εἶναι – πρέπει νά εἶναι – τό ἴδιο μέ τό ἦθος τοῦ Θεοῦ, γι᾿ αὐτό καί ὁἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος μᾶς λέει νά ἔχουμε «ὁμοήθεια Θεοῦ»!2

Ἕνας χριστιανός πού ζεῖ συνειδητά τήν ὀρθόδοξη Πίστη, μέ τό αἰσθητήριοπού ἔχει, καταλαβαίνει ἀμέσως κάτι πού δέν εἶναι σύμφωνο πρός τήν Πίστη καίτό ἦθος τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Μπορεῖ αὐτό πού ἀκούει καί βλέπει νά μήνεἶναι φανερά ἐνάντιο πρός τό ἦθος τῆς ὀρθόδοξης Πίστης καί οἱ πολλοί πραγμα-τικά νά μήν τό καταλαβαίνουν ὅτι εἶναι ἐνάντιο. Ἐκεῖνος ὅμως πού ζεῖ συνειδητάτήν ὀρθόδοξη Πίστη «πιάνει» , ξαναλέω, ἀμέσως τό λάθος. Μπορεῖ βέβαια αὐτόςνά εἶναι ἀγράμματος καί νά μήν μπορεῖ νά ἐκφραστεῖ θεολογικά, ἀλλά τό λάθοςτό «ἔπιασε», γιατί εἶναι συνειδητός χριστιανός. Γιατί ὅλα τά σωθικά του ἔχουνζυμωθεῖ μέ τό ὀρθόδοξο «χνῶτο», ἀναπνέοντάς το μέσα στήν Ἐκκλησία, καίἀπέκτησε τέτοιο λεπτό αἰσθητήριο Ὀρθοδοξίας, ὥστε μπορεῖ νά κάνει τήν λεπτήδιάκριση μεταξύ ἀλήθειας καί πλάνης. Ἐνῶ ἄλλοι χριστιανοί μορφωμένοι καίμάλιστα πτυχιοῦχοι θεολόγοι καί ἐπίσημοι κληρικοί, μή ζῶντες συνειδητά τόἦθος τῆς ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μας (μή βιώνοντες δηλαδή ἀσκητικά καί λα-τρευτικά τόν Θεό), αὐτοί, ἄν καί μορφωμένοι, ξαναλέγω, δέν μποροῦν νά νοήσουνκάποιο λεπτό λάθος ἑνός λόγου. «Λεπτό» τό λάθος, ἀλλά πού ὅμως κρύβει μιάἐπιζήμια αἵρεση!...

Στήν ἐκκλησιαστική ἱστορία διαβάζουμε ὅτι, ὅταν ἀκουγόταν μιά πλανεμένηδιδασκαλία, ταραζόταν ἡ καθολική συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας. Ταραζόταν τό

1. Ὁ ἅγιος Βικέντιος ὁ ἐκ Λειρίνης στό Communitorium του λέει: «Πρέπει νά ληφθεῖ κάθε φροντίδανά κρατήσουμε σταθερά ὅ,τι πιστεύθηκε πάντοτε, παντοῦ καί ἀπό ὅλους» (quod semper, quod ubique,

quod ab omnibus creditum est).2. Ἰγνατίου Θεοφόρου, ΒΕΠ, Ἔκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, τόμ.

2, Ἀθῆναι 1955, σελ. 269.

Page 3: 38 Paraskevi 9 7 2010

3

πνευματικό αἰσθητήριο καί ἡ ὀρθόδοξη συνείδηση τοῦ λαοῦ. Γι᾿ αὐτό καί συγκα-λοῦνταν Σύνοδοι Ἐπισκόπων, οἱ ὁποῖες καταδίκαζαν τήν πλάνη καί διατύπωναντό ὀρθόδοξο Δόγμα καί ἡρεμοῦσε ὁ λαός τοῦ Θεοῦ, γιατί ἔλαμπε ἡ ἀλήθεια.

3. Στήν Ἐκκλησία λοιπόν, ἀδελφοί μου χριστιανοί, ὑπάρχει μιά κοινή καθολικήσυνείδηση, πού ἐκφράζει τήν Πίστη μας. Καί ἡ καθολική αὐτή συνείδηση καθο-δηγεῖται ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα. Αὐτή ἡ καθολική συνείδηση εἶναι πάντοτε στήνἘκκλησία, ἀλλά πιό καθορισμένα ἐκφράζεται στίς Οἰκουμενικές Συνόδους. Ἀπότήν ἀρχαία ἀκόμη Ἐκκλησία, κατά τόν 37ο Κανόνα τῶν ἁγίων Ἀποστόλων,δυό φορές τόν χρόνο πρέπει νά γίνονται τοπικές Σύνοδοι τῶν διαφόρων ὈρθοδόξωνἘκκλησιῶν.3

Οἱ Οἰκουμενικές Σύνοδοι τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι ἑπτά τόν ἀριθμό. Αὐτές οἱΣύνοδοι διετύπωσαν μέ ἀκρίβεια ὁρισμένες θεμελειώδεις ἀλήθειες τῆς Ὀρθόδοξηςχριστιανικῆς Πίστης μας, ὑπερασπίζοντας τήν παλαιά διδασκαλία τῆς Ἐκκλη-σίας κατά τῶν διαφόρων αἱρέσεων. Οἱ Οἰκουμενικές Σύνοδοι ἀκόμη διετύπωσανὁρισμένους νόμους καί Κανόνες, πού ρυθμίζουν τήν δημόσια καί ἰδιωτική χρι-στιανική ζωή, καί καλοῦνται ᾿Εκκλησιαστικοί Κανόνες.4

Οἱ διατάξεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων εἶναι αὐθεντικές καί ἀπαραβίαστεςκαί πρέπει ὅλοι οἱ χριαστιανοί νά ὑπακοῦμε σ᾿ αὐτές, γιατί ἐκφράζουν τήν ἹερήΠαράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας, πού στηρίζεται στήν Ἁγία Γραφή καί στήν Ἀπο-στολική Παράδοση. Ἐκφράζουν τήν καθολική συνείδηση τῆς Πίστης μας.

Σάν πρωταρχική καί θεμελιώδη διάταξη τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων ἔχουμε

3. Ὁ Κανόνας λέει: «Δεύτερον τοῦ ἔτους σύνοδος γινέσθω τῶν Ἐπισκόπων καί ἀνακρινέτωσαν ἀλλή-λως τά δόγματα τῆς εὐσεβείας καί τάς ἐμπιπτούσας ἐκκλησιαστικάς ἀντιλογίας διαλυέτωσαν, ἅπαξμέν, τῇ τετάρτῃ ἑβδομάδι τῆς Πεντηκοστῆς, δεύτερον δέ Ὑπερβερεταίου δωδεκάτη».

4. Ἐκτός ἀπό τίς Οἰκουμενικές Συνόδους, πού εἶναι Σύνοδοι τῶν ἐπισκόπων ὅλης τῆς ὈρθόδοξηςἘκκλησίας, Ἀνατολικῆς καί Δυτικῆς, ἔχουμε καί τίς Τοπικές Συνόδους περιφερειακῶν Ἐπισκόπων,πού ἀντιπροσώπευαν μιά εὑρύτερη περιοχή ἀπό τήν περιοχή μιᾶς τοπικῆς Ἐκκλησίας. Οἱ ΟἰκουμενικέςΣύνοδοι ἐπιβεβαίωσαν τά δογματικά διατάγματα ὁρισμένων τοπικῶν Συνόδων καί ἐπίσης τίς δογματικέςἐκθέσεις πού συνέταξαν ὁρισμένοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως γιά παράδειγμα τήν Ἔκθεση τῆςΠίστεως τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ θαυματουργοῦ, Ἐπισκόπου Νεοκαισαρείας (MPG 21,984), τούς Κα-νόνες τοῦ ἁγίου Βασιλείου τοῦ Μεγάλου (MPG τ. 31) καί ἄλλων Πατέρων.

Οἱ ἀποφάσεις οἱ σχετικές μέ τήν Πίστη τοπικῶν Συνόδων ἤ μερικές ἐκθέσεις ἁγίων Πατέρων, πούγίνονται παραδεκτές ἀπό ὅλη τήν Ἐκκλησία, ἀριθμοῦνται στόν δεύτερο Κανόνα τῆς ΣΤ´ ΟἰκουμενικῆςΣυνόδου (τῆς λεγομένης «Πενθέκτης» ἤ «ἐν Τρούλλῳ» Συνόδου).*

* Ἡ Σύνοδος αὐτή ἔγινε τό ἔτος 692 στήν Κωνσταντινούπολη, στό περίφημο βασιλικό παλάτιο πού λεγόταν«Τροῦλλος». Στήν πραγματικότητα ἡ Σύνοδος ἔγινε ἕντεκα χρόνια μετά τήν ΣΤ´ Οἰκουμενική Σύνοδο, ἀλλά οἱ ἀποφάσειςτης ἔγιναν δεκτές στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὡς συνέχεια τῶν ἀποφάσεων ἐκείνης. Βλ. τόν δεύτερο Κανόνα τῆς ἐνΤρούλλῳ αὐτῆς Συνόδου στό Πηδάλιο, ἔκδοση «Ἀστέρος» σ. 220.).

Page 4: 38 Paraskevi 9 7 2010

4

τό «Σύμβολο τῆς Πίστεως»,5 πού θεσπίστηκε στήν Πρώτη καί Δεύτερη Οἰκου-μενική Σύνοδο. Εἶναι τό «Πιστεύω», πού ἀπαγγέλουμε κάθε φορά στήν Θεία

5. «Σύμβολα» στήν Ἐκκλησία μας καλοῦνται κείμενα πού ἔχουν διατυπωμένους τούς ὅρους τῆςΠίστης μας ἤ καί σημεῖα πού παριστάνουν κάποια ἀλήθεια τῆς Πίστης, ὅπως ὁ ἰχθύς (Ἰησοῦς ΧριστόςΘεοῦ Υἱός Σωτήρ), ὁ Σταυρός κ.ἄ.

Γενικά ἡ Ὀρθόδοξη Ἀνατολική Ἐκκλησία μας δέν ἔχει συμβολικά βιβλία, πού νά συντάχθηκαν ἀπόΟἰκουμενική Σύνοδο ἤ ἀπό Πατέρες, ἔχουμε ὅμως τά ἑξῆς Σύμβολα:

α) Τό Ἀποστολικό Σύμβολο, πού λέγεται ἔτσι γιατί ἔχει ἀποστολικό περιεχόμενο, ὅπως λέει ὁ ἅγιοςΚύριλλος Ἰεροσολύμων (Κατήχησ. Ε´), καί ὄχι γιατί συντάχθηκε ἀπό τούς ἁγίους Ἀποστόλους, ὅπωςπιστευόταν παλαιότερα ἀπό λανθασμένη πληροφορία τοῦ Ρουφίνου. Κατά τούς λόγους τοῦ Κυρίου μας(βλ. Ματθ. 28,19) οἱ νεοφώτιστοι ἔπρεπε νά βαπτίζονται εἰς τό ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος. Δημιουργή-θηκε, λοιπόν, ἡ ἀνάγκη ἀπό τήν ἀρχή νά γίνει μιά σύντομη ὁμολογία Πίστης, πού θά περιελάμβανε τίςγενικώτερες ἀλήθειες τοῦ Χριστιανισμοῦ περί Ἁγίας Τριάδος καί Ἐκκλησίας. Ἡ ὁμολογία αὐτή σιγά-σιγά δεχόταν διάφορες προσθῆκες γιά μιά πληρέστερη ἔκθεση, ἀλλά κυρίως γιά τήν ἀντίκρουση τῶνἀναφανεισῶν αἱρέσεων. Πάντως τό Ἀποστολικό Σύμβολο συντάχθηκε πρό τοῦ 200 μ.Χ. καί ἡ ἀρχαι-ότερη μορφή του πρέπει νά ἀναζητηθεῖ στούς ἀποστολικούς χρόνους, σύμφωνα καί μέ τό ἀποστολικόχωρίο: «Ὡμολόγησας τήν καλήν ὁμολογίαν ἐνώπιον πολλῶν μαρτύρων» (Α Τιμ. 6,12).

β) Τό Σύμβολο τῆς Νικαίας καί Κωνσταντινουπόλεως τό λεγόμενο «Σύμβολο τῆς Πίστεως» ἤκοινῶς «Πιστεύω». Ἀποτελεῖται ἀπό δώδεκα ἄρθρα, ἀπό τά ὁποῖα τά μέν πρῶτα ἑπτά θεσπίστηκανἀπό τήν Α Οἰκουμενική Σύνοδο στήν Νίκαια τῆς Βιθυνίας (325 μ.Χ.) καί τά ὑπόλοιπα πέντε ἀπό τήνΒ´ Οἰκουμενική Σύνοδο στήν Κωνσταντινούπολη (381 μ.Χ.). Δέν πρόκειται γιά δύο διαχωρισμένα με-ταξύ τους σύμβολα, ἀλλά γιά ἕνα ἑνιαῖο σύμβολο, τό ὁποῖο ἐξέδωσε ἡ Α Οἰκουμενική Σύνοδος, ἐνῶ ἡΒ´ Οἰκουμενική Σύνοδος τό ἀνέπτυξε πλατύτερα, γιατί ἐν τῷ μεταξύ ἐμφανίστηκαν νέες αἱρέσεις καίχρειαζόταν ἕνα περισσότερο ἄρτιο δογματικό σύμβολο.

γ) Τό Σύμβολο τοῦ Ἀθανασίου. Ἔτσι καλεῖται μία ἐκτενής ὁμολογία στήν Ἁγία Τριάδα, πού συν-τάχθηκε σέ μία τοπική Σύνοδο ἀπό τόν πατέρα τῆς Ὀρθοδοξίας Ἀθανάσιο γιά βεβαίωση τῆς ὀρθοδοξίαςτου καί δόθηκε στόν Ἐπίσκοπο Ρώμης Ἰούλιο κατά τήν πρώτη ἤ δεύτερη ἐξορία του στήν Δύση.Σήμερα ὅμως πιστεύεται ὅτι ἡ ὁμολογία αὐτή δέν εἶναι τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου, γιατί ποτέ αὐτός δέν ἔλαβεἀφορμή νά συντάξει αὐτήν· ἀντίθετα, ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος στόν τόπο του πρός Ἀντιοχεῖς λέει ὅτι μετάτόν καθορισμό τῆς ἐν Νικαίᾳ Πίστεως κάθε ἄλλο σύμβολο εἶναι περιττό καί ἐπιβλαβές. Τό Σύμβολοαὐτό ἐμφανίστηκε κατά πρῶτον τόν 5ο αἰώνα χωρίς νά γνωρίζουμε ποιός εἶναι ὁ συντάκτης του.

Γενικές ἑρμηνεῖες τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστης μας καί ὅλης τῆς δογματικῆς διδασκαλίας τῆς Ἐκκλησίαςμας βρίσκει κανείς στίς ἑρμηνεῖες τῶν Κανόνων τῶν ἁγίων Ἀποστόλων, τῶν Κανόνων τῶν Τοπικῶν καίΟἰκουμενικῶν Συνόδων ἀπό τόν ἅγιο Νικόδημο (Πηδάλιο) καί στά συγγράμματα τῶν Ἁγίων Πατέρων.

Ἡ θεολογία τῆς Ρωσσικῆς Ἐκκλησίας χρησιμοποιεῖ ἐπίσης ὡς συμβολικά βιβλία δύο ἐκθέσεις τῆςΠίστης, πού προεκλήθησαν ἀπό τήν ἀνάγκη νά παρουσιαστεῖ ἡ Ὀρθόδοξη χριστιανική διδασκαλία κατάτῆς διδασκαλίας τῶν μή Ὀρθοδόξων ὁμολογιῶν τῆς δεύτερης χιλιετηρίδας. Τά βιβλία αὐτά εἶναι:

Ἡ Ὁμολογία τῆς ὀρθοδόξου Πίστεως τοῦ Δοσιθέου, Πατριάρχου Ἰεροσολύμων, ἡ ὁποία διαβάστηκεκαί ἐπιδοκιμάστηκε στήν Σύνοδο τῆς Ἰερουσαλήμ τό 1672 καί πέντε χρόνια ἀργότερα, σέ ἀπάντησηστό ἐρώτημα τῆς Ἀγγλικανικῆς Ἐκκλησίας, στάλθηκε σ᾿ αὐτήν τήν ἐκκλησία στό ὄνομα ὅλων τῶνΠατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς καί εἶναι, λοιπόν, εὐρύτερα γνωστή μέ τό ὄνομα «Ἐγκύκλιος τῶν Πα-τριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς περί τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως».

Σ᾿ αὐτήν τήν κατηγορία ἐπίσης περιλαμβάνεται καί ἡ Ὀρθόδοξη ὁμολογία τοῦ Πέτρου Μογίλα, Μη-τροπολίτου Κιέβου, ἡ ὁποία ἐξετάστηκε καί διορθώθηκε σέ δύο τοπικές Συνόδους, τοῦ Κιέβου τό 1640

Page 5: 38 Paraskevi 9 7 2010

5

καί στήν Σύνοδο τοῦ Ἰασίου τό 1643 καί ἔπειτα ἐγκρίθηκε ἀπό τέσσερις Οἰκουμενικούς Πατριάρχεςκαί τούς Ρώσσους Πατριάρχες Ἰωακείμ καί Ἀνδριανό.

Ἡ Ὀρθόδοξη Χριστιανική Κατήχηση τοῦ Μητροπολίτου Μόσχας Φιλαρέτου, ἐκδοθεῖσα τό 1870,ἀπολαμβάνει τήν ἴδια τιμή στήν Ρωσσική Ἐκκλησία, ἰδιαίτερα τό τμῆμα πού περιέχει τήν ἔκθεση τοῦΣυμβόλου τῆς Πίστεως. Ἡ Κατήχηση αὐτή ἐγκρίθηκε ἀπό τήν Σύνοδο τῶν Ἐπισκόπων καί δημοσι-εύτηκε γιά διδασκαλία στά Σχολεῖα καί γιά μελέτη ἀπό ὅλους τούς χριστιανούς (Γιά περισσότερα στάπαραπάνω βλ. Χρήστου Ἀνδρούτσου Συμβολική σ. 24-45).

Λειτουργία, ἀλλά καί πού πρέπει νά λέμε κάθε μέρα στήν προσευχή μας, γιατίὁμολογοῦμε μέ αὐτό τήν Πίστη μας. Οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῆς Τρίτης ΟἰκουμενικῆςΣυνόδου μᾶς ἀπαγορεύουν νά κάνουμε ὁποιαδήποτε ἀλλαγή στό «Πιστεύω». Ὄχιμόνο ἀλλαγή στίς ἰδέες, ἀλλά οὔτε καί στά λόγια. Τήν διάταξη αὐτή τήν ἐπανέ-λαβαν καί οἱ Πατέρες τῆς Τέταρτης καί τῆς Πέμπτης καί τῆς Ἕκτης καί τῆςἝβδομης Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Εἶναι λοιπόν πολύ σοβαρό τό νά μήν ἀφαιροῦμε,ἀλλά καί νά μήν προσθέτουμε τίποτα στό «Πιστεύω» μας, γιατί εἶναι τέλειο.Καί ὅμως! Οἱ Ρωμαιοκαθολικοί δέν σεβάστηκαν τήν διάταξη αὐτή τῶν ἉγίωνΠατέρων καί πρόσθεσαν στό «Πιστεύω» τό Φιλιόκβε. Δηλαδή, διετύπωσαν σάνπίστη κάτι πού δέν πιστευόταν «παντοῦ καί πάντοτε καί ὑπό πάντων». Ἄρα, ἄνκαί λέγονται «καθολικοί», ὅμως δέν ἔχουν τήν «καθολική συνείδηση» τῆςἘκκλησίας μας, γιά τήν ὁποία μιλήσαμε στό σημερινό μας κήρυγμα.

Μέ πολλές εὐχές† Ὁ Μητροπολίτης Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἰερεμίας

Page 6: 38 Paraskevi 9 7 2010

6

ΣΕΙΡΑ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΠΑΤΡΟΛΟΓΙΑΣ

Ἑβδομαδιαῖα Μαθήματα ἀποστελλόμενα στούς Ἱερεῖς καί στίς Ἱερές Μονές τῆς

καθ᾽ ἡμᾶς Ἱερᾶς Μητροπόλεως διά τήν θεολογική τους κατάρτιση.

Δημητσάνα - Μεγαλόπολη, Δευτέρα 5 Ἰουλίου 2010

ΘΕΜΑ: ΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ ΚΑΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΑΣ

ΓΕΝΙΚΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ(συνέχεια ἀπό τό προηγούμενο)

ΜΑΘΗΜΑ 3οΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΘΥΡΑΘΕΝ ΣΟΦΙΑ

1. Στό μάθημά μας αὐτό περί τῶν ἁγίων Πατέρων θά μιλήσουμε γιά ἕνα σο-βαρό θέμα, στό ὁποῖο θά δοῦμε πόσο ἀνθρώπινα ἀλλά καί σωστά σκέπτονταν καίἐνεργοῦσαν οἱ ἅγιοι Πατέρες.

Στήν ἐποχή πού ἔζησαν οἱ ἅγιοι Πατέρες καί Διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίαςὑπῆρχε ἕνα πνευματικό κλίμα ποτισμένο ἀπό τά θρησκευτικά καί φιλοσοφικάρεύματα τῆς ἐποχῆς ἐκείνης. Γιά νά μιλήσουμε πιό συγκεκριμένα, τό πνευματικόκλίμα τῶν πρώτων αἰώνων τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας ἦταν ἐπηρεασμένο ἀπότόν ἰουδαϊσμό, τόν ἑλληνισμό, τόν γνωστικισμό καί τά διάφορα ἄλλα θρησκευτικάκαί πολιτικά ρεύματα τῆς ἐποχῆς. Τά ἰδεολογικά αὐτά ρεύματα εἶχαν δημιουρ-γήσει στήν ἐποχή τους μιά κατάσταση, ἕνα κλίμα, μία «γλώσσα», στήν ὁποίαἐκφράζονταν οἱ ἄνθρωποι.

Τό καυτό τώρα ἐρώτημα εἶναι: Χρησιμοποίησαν οἱ Πατέρες τήν γλώσσα αὐτήτῆς ἐποχῆς τους; Ποιά ἦταν ἡ στάση τῶν Πατέρων στό ἔξω ἀπό τήν Ἐκκλησίαπνευματικό περιβάλλον τῆς ἐποχῆς τους; Οἱ ἄνθρωποι τῆς ἐποχῆς τους μελε-τοῦσαν τούς ἀρχαίους φιλοσόφους, τά παιδιά τῆς ἐποχῆς μάθαιναν τήν ἀρχαίαἑλληνική φιλοσοφία καί ἐνθουσιάζονταν ἀπό τά μηνύματά της. Ποιά ἦταν, ξανα-ρωτοῦμε, ἡ στάση τῶν ἁγίων Πατέρων πρός τά κινήματα αὐτά;

2. Τό θέμα αὐτό πού θίγουμε εἶναι πραγματικά πρόβλημα. Ἐάν οἱ Πατέρες

Page 7: 38 Paraskevi 9 7 2010

7

καί Διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας δέν ἐκφράζονταν μέ τήν γλώσσα τῆς ἐποχῆςτους, τότε θά ἦταν ξένοι πρός τούς ἀνθρώπους αὐτούς, γιατί δέν θά μιλοῦσαν μέτόν τρόπο πού αὐτοί σκέπτονταν, δέν θά μιλοῦσαν στήν γλώσσα τους καί πῶςλοιπόν θά τούς ἐδίδασκαν; Ἄν ὅμως, ἀντίθετα, κήρυτταν στήν γλώσσα καί τόντρόπο σκέψεως τῶν ἀνθρώπων τῆς ἐποχῆς τους, ἀνθρώπων πού ἦταν ἐπηρεα-σμένοι ἀπό τά ξένα πρός τόν χριστιανισμό ρεύματα, ὑπῆρχε ὁ κίνδυνος νά νοθεύ-σουν τήν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου, ἄν μάλιστα δέν ἔκαναν τήν διάκριση μεταξύτῶν δύο κόσμων. Ἀλλά οἱ ἅγιοι Πατέρες, ἐπειδή γνώριζαν βαθειά τήν ἀλήθειατοῦ Εὐαγγελίου καί τήν ζοῦσαν συνειδητά, δέν κινδύνευαν νά κάνουν τέτοια ζημιά.Γι᾿ αὐτό ἔλυσαν τό πρόβλημα: Ναί, χρησιμοποίησαν τό πνευματικό κλίμα τῆςἐποχῆς, ἔλαβαν τήν γλώσσα του καί ἔδωσαν σ᾿ αὐτήν τό κήρυγμα τοῦ Εὐαγγε-λίου, χωρίς ὅμως ἡ ἔκφραση τῆς ἐποχῆς τους πού χρησιμοποιοῦσαν νά ἐπηρεάσειτό περιεχόμενο τοῦ κηρύγματός τους.

Αὐτό ἦταν ἕνα μεγάλο κατόρθωμα τῶν ἁγίων Πατέρων. Γιατί πλησίασαν τούςἀνθρώπους τοῦ κόσμου καί πρόσφεραν σ᾿ αὐτούς, στήν δική τους γλώσσα, τήνθεολογία τῆς Ἐκκλησίας. Τό πέτυχαν ὅμως αὐτό οἱ ἅγιοι Πατέρες, γιατί εἶχαν,ἀφ᾿ ἑνός μέν, βαθειά γνώση τῆς χριστιανικῆς ἀλήθειας καί δέν ὑπῆρχε κίνδυνοςνά τήν ἀλλοιώσουν· ἀφ᾿ ἑτέρου δέ, γιατί ἐπίσης γνώριζαν καλά καί τόν τρόποσκέψεως καί τήν ὁρολογία τῶν ἀνθρώπων τῆς ἐποχῆς τους καί τήν χρησιμο-ποιοῦσαν καταλλήλως, χωρίς νά φαίνεται ὅτι γίνεται ζημιά μέ τήν ἀνάμειξη χρι-στιανικῶν καί φιλοσοφικῶν ἰδεῶν.

Οἱ ἅγιοι Πατέρες γνώριζαν καλά ὅτι διαφέρουν οἱ δύο κόσμοι, ὁ χριστιανισμόςκαί ἡ θύραθεν σοφία. Καί ἀκριβῶς ἐπειδή γνώριζαν καλά τά ὅρια τῶν δύο αὐτῶνκόσμων, δέν τά συνέχεαν, γιατί σχηματικά καί ἐξωτερικά μόνο χρησιμοποίησαντήν ἔξωθεν σοφία, τό δέ περιεχόμενο τοῦ λόγου τους, τά νοήματά τους, ἦταν κα-θαρά ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, λόγος ἀμιγής ἀπό τήν κοσμική φιλοσοφία. Ὁ ἅγιος Γρη-γόριος ὁ Παλαμᾶς τό τονίζει ἰδιαίτερα αὐτό σέ μιά ὡραιότατη περικοπή λόγουτου, λέγοντας ὅτι οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας εἶναι θεόπνευστοι, ἔχουν «νοῦνΧριστοῦ», ὅπως λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος (Ρωμ. 11,34) καί δέν εἶναι ὅπως οἱφιλόσοφοι πού ἐκφράζονται κατά τήν ἀνθρώπινη διάνοια. Ἑπομένως, λέγει ὁ ἱερόςπατέρας, ἡ χρήση τῶν συγγραφέων τῆς ἔξωθεν σοφίας ἀπό τούς ἁγίους Πατέρεςεἶναι λεκτική καί φραστική μόνο καί ὄχι στά νοήματα. Κατά τά νοήματα καί τόπεριεχόμενο τά δύο κείμενα, τῶν Πατέρων καί τῶν κοσμικῶν φιλοσόφων, λέγειὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ἀπέχουν ὅσο ἀπέχει ὁ οὐρανός ἀπό τήν γῆ. Πα-ραθέτουμε τό περικοπή τοῦ λόγου τοῦ ἁγίου πατρός:

«Κἄν τις τῶν πατέρων τά αὐτά τοῖς ἔξω φθέγγηται, ἀλλ’ ἐπί τῶν ρημάτων

Page 8: 38 Paraskevi 9 7 2010

8

μόνον, ἐπί δέ τῶν νοημάτων πολύ τό μεταξύ. Νοῦν γάρ οὗτοι, κατά Παῦλον,ἔχουσι Χριστοῦ, ἐκεῖνοι δέ, εἰ μή τι καί χεῖρον, ἐξ ἀνθρωπίνοις διανοίας φθέγγον-ται. Καθόσον δέ ἀπέχει ὁ οὐρανός ἀπό τῆς γῆς κατά τοσοῦτον ἀπέχει ἡ διάνοιάμου ἀπό τῶν διανοιῶν ὑμῶν, λέγει Κύριος» (Περί ἡσυχαζόντων Α 1,11. Ἔκδ.Π. Χρήστου Συγγράμματα, Α, σ. 373).

3. Ἀλλά, ἐνῶ αὐτή εἶναι ἡ θέση τῶν ἁγίων Πατέρων πρός τό πνευματικό κλῖματῆς ἐποχῆς τους καί τήν θύραθεν σοφία, ὅτι δηλαδή δέν τήν περιεφρόνησαν, ἀλλάτήν χρησιμοποίησαν καί μίλησαν μέ τήν γλώσσα της, ὅμως στό θέμα αὐτό ἄλλοιἀκολούθησαν ἀντίθετες καί ἀκραῖες θέσεις. Δηλαδή: Ἄλλοι ἀπέρριψαν ἐντελῶςτήν θύραθεν σοφία καί δέν τήν χρησιμοποίησαν καθόλου καί ἄλλοι τήν προσέλαβανἄφοβα θεωροῦντες την μάλιστα ὡς μία ἄλλη μορφή τῆς Ἁγίας Γραφῆς.

Τούς πρώτους ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ θεολόγος τούς ὀνομάζει «ὑπεράγαν ὀρθοδό-ξους». Εἶναι αὐτοί πού δέν μποροῦν νά νοήσουν ὅτι ἡ ἀλήθεια τοῦ εὐαγγελικοῦκηρύγματος εἶναι γιά ὅλους τούς ἀνθρώπους κάθε ἐποχῆς καί γιά νά εἶναι λοιπόνκαταληπτή ἀπ᾿ αὐτούς πρέπει νά ἐκφράζεται στήν γλώσσα τους καί στήν σκέψητους. Οἱ ἄλλοι ἀντίθετα, εἶναι αὐτοί πού δέν νόησαν ὅτι ἡ ἀπόλυτη ἀλήθεια εἶναιστήν Ἁγία Γραφή καί τήν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας καί παρασύρθηκανἀπό τό κάλλος, ἀκόμη δέ καί ἀπό τά πνευματικά νοήματα τῆς φιλοσοφικῆς σκέ-ψης καί τήν θεώρησαν σάν ἄλλη μορφή ἀποκαλύψεως. Ἔτσι, τήν προσέλαβανχωρίς προϋποθέσεις καί τήν χρησιμοποίησαν γιά νά οἰκοδομήσουν τήν θεολογίατους. Στήν περίπτωση αὐτή ὑπάγονται μερικοί ἀπολογητές (ὁ Ἀθηναγόρας, ὁΘεόφιλος καί ὁ Τατιανός) καί ὁ Κλήμης ὁ Ἀλεξανδρεύς καί κυρίως ὁ Ἄρειος, ὁγνωστός γιά τήν μεγάλη του αἵρεση.

Ἀντίθετοι πρός τούς παραπάνω εἶναι οἱ ἅγιοι Πατέρες, οἱ ὁποῖοι, ἐπαναλαμβά-νουμε, χρησιμοποίησαν τήν ὁρολογία καί τίς δομές τοῦ πνευματικοῦ κόσμου τῆςἐποχῆς τους γιά νά ἐκφράσουν σ᾿ αὐτές τήν θεολογία τῆς Ἐκκλησίας. Τά χρη-σιμοποίησαν ὅμως αὐτά μέ τέτοιο τρόπο, ὥστε νά φαίνεται ὅτι ἡ χρησιμοποιού-μενη ὁρολογία εἶναι συμβατική, ὅτι χρησιμοποιεῖται μέ ἄλλη ἔννοια καί ὄχι μέαὐτή πού τῆς ἀποδίδει ἡ ἑλληνική φιλοσοφία.

4. Ἐδῶ πού φθάσαμε πρέπει νά ποῦμε γιά τήν διαφορά τῶν ἁγίων Πατέρωνκαί τῶν φιλοσόφων. Ἡ διαφορά εἶναι ὅτι οἱ μέν Πατέρες μελετοῦν καί ἐρευνοῦντήν ἀποκαλυφθεῖσα ἀλήθεια τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, οἱ δέ φιλόσοφοι ἀγωνίζονται νάἀνακαλύψουν μέ τόν νοῦ τους καί νά διατυπώσουν στό χῶρο τῆς φιλοσοφίας κά-ποια νέα ἰδέα, διάφορη ἀπό τίς προηγούμενες.

Οἱ Πατέρες εἶναι παραδοσιακοί, μελετοῦν τήν ἀποκαλυφθεῖσα ἤδη ἀλήθεια.

Page 9: 38 Paraskevi 9 7 2010

9

Τήν μελετοῦν δέ καί ἐμβαθύνουν σ᾿ αὐτήν ἔχοντας βάση καί ὁπλισμό τούς προ-ηγουμένους τους Πατέρες καί Διδασκάλους τῆς Ἐκκλησίας. Στήν μελέτη τουςκαί ἐμβάθυνση αὐτή οἱ Πατέρες πολύ πιθανόν – καί ἔτσι συμβαίνει συχνά –εἰσχωροῦν, μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, βαθύτερα στά κεκρυμμένα μυστήρια καί ἀνα-καλύπτουν καί διατυπώνουν κάτι τό νέο. Τό νέο ὅμως αὐτό τῶν Πατέρων δένεἶναι διάφορο ἀπό τήν μέχρι τοῦδε διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά εἶναι μιάἀνακάλυψη ἀπό τήν εἰσχώρησή τους σ᾿ αὐτήν τήν ὑπάρχουσα ἀλήθεια τῆςἘκκλησίας, εἰσχώρηση στήν Παράδοση τῆς πίστης μας, καί ἡ ἀνακάλυψή τουςαὐτή εἶναι σύμφωνη μέ τήν γραμμή τῶν προηγουμένων ἁγίων Πατέρων. Καίὅπως εἴπαμε στό προηγούμενο μάθημά μας, τήν ἀνακάλυψή του αὐτή, τήν προ-σφορά του αὐτή ὁ ἱερός Πατέρας τήν ἔκανε μέ τήν φώτιση τοῦ Αγίου Πνεύματος,γιατί χρειαζόταν ἡ προσφορά αὐτή σάν μία λύση σέ κάποιο ἀναφυέν πρόβλημα –κρίση τῆς ἐποχῆς. Καί αὐτή ἡ λύση, αὐτή ἀκριβῶς ἀνέδειξε τόν μελετητή πατέραὡς Πατέρα καί Διδάσκαλο τῆς Ἐκκλησίας. Ἱκανώθηκε δέ ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμαὁ Πατήρ νά κάνει τήν προσφορά αὐτή μέ τήν βαθύτερη εἰσχώρηση στήν ἀποκα-λυφθεῖσα ἀλήθεια, γιατί αὐτός βίωνε τήν ἀλήθεια αὐτή, γιατί εἶχε καθαρότητακαρδιᾶς.

Ἔργο λοιπόν τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας εἶναι νά μελετοῦν καί νά ἐρευνοῦντήν δοθεῖσα θεία Ἀποκάλυψη, τήν Παράδοση δηλαδή τῆς Ἐκκλησίας μας καίνά τήν προσφέρουν στούς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς τους στήν γλώσσα τους καίστήν ἰδιομορφία τους. Μέ τήν μελέτη αὐτή τῆς Ἱερᾶς Παραδόσεως ὑπό τῶνἁγίων Πατέρων διευρύνεται ἡ θεολογία τῆς Ἐκκλησίας καί προσφέρονται λύσειςστά διάφορα κρίσιμα προβλήματα πού ἀναφύονται σ᾿ Αὐτήν.

Ἀντίθετα ἀπό τούς Πατέρες οἱ φιλόσοφοι στοχάζονται ἀνεξάρτητα ἀπό τήνσκέψη τῶν προηγουμένων τους καί φιλοδοξοῦν νά δώσουν μία προσωπική λύσηστά διάφορα ἐρωτήματα καί αἰνίγματα τοῦ κόσμου.

5. Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας εἶχαν πλατειά καί βαθειά μόρφωση. Γνώριζανκαλά τά ἰδεολογικά ρεύματα τῆς ἐποχῆς τους καί γι᾿ αὐτό μποροῦσαν νά ἐκφρα-στοῦν μέ τήν γλώσσα τῶν τότε ἀνθρώπων καί νά γίνονται ἀντιληπτοί ἀπ᾿ αὐτούς.

Σχετικά μέ τό θέμα πού θίξαμε ἤδη, τῆς στάσεως τῶν Πατέρων πρός τήν θύ-ραθεν παιδεία καί μάλιστα τήν ἑλληνική φιλοσοφία, λέγουμε ἀκριβέστερα ὅτι πολ-λοί ἁπλοῖ πιστοί καί πολλοί ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας τήν ἀπέρριπταν κατάκαιρούς, γιατί φοβοῦνταν μήπως ἀπορροφηθοῦν ἀπό αὐτήν καί μειωθεῖ ἡ ἀγάπητους καί ἡ ἀφοσίωσή τους στήν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας. Γιά παράδειγμα,στήν κατηγορία αὐτή ἀνήκουν ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος, ὁ Θεόφιλος Ἀντιο-

Page 10: 38 Paraskevi 9 7 2010

10

χείας καί ὁ συντάκτης τοῦ Ποιμένα τοῦ Ἑρμᾶ. Ἡ στάση αὐτή μερικῶν Πατέρωνπρέπει νά δικαιολογηθεῖ ἀπό τό ὅτι ἡ ἑλληνική φιλοσοφία εἶχε πραγματικά πολλήδύναμη καί θέλγητρο καί θά ἔκανε πολλούς χριστιανούς, οἱ ὁποῖοι δέν ἦταν καλάστερεωμένοι στήν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, νά κλονιστοῦν στήν πίστη τους.

Πραγματικά, τό θέλγητρο τῆς ἑλληνικῆς σοφίας ὁδήγησε παλαιούς ἐκκλη-σιαστικούς συγγραφεῖς (ὅπως τόν Ἰουστῖνο, τόν Κλήμεντα Ἀλεξανδρέα καί τόνὨριγένη) νά ποῦν, ἀντίθετα ἀπό τούς προηγουμένους, ὅτι αὐτή ἔχει θεία προ-έλευση καί περιλαμβάνει σπέρματα τῆς ἀλήθειας, ἡ ὁποία σέ πληρότητα βρίσκε-ται στόν χριστιανισμό. Ἀλλά καί αὐτοί ἀκόμη πού ἀπέρριπταν τήν ἑλληνικήφιλοσοφία, ἔπρεπε νά βροῦν ἐπιχειρήματα, γιά νά ἐξηγήσουν τό ἀπό ποῦ προέρ-χεται ἡ ἀλήθεια τῶν ἰδεῶν τῆς ἑλληνικῆς φιλοσοφίας. Καί εἶπαν (ὅπως ὁ Τατια-νός, γιά παράδειγμα) ὅτι αὐτά τά νοήματα τῆς ἑλληνικῆς φιλοσοφίας, πούφαίνονται ὡραῖα, δέν εἶναι δικά της, ἀλλά εἶναι παρμένα ἀπό τόν Μωσαϊκό Νόμοἤ τούς Προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Ἤ, ἀκόμη εἶπαν, ὅτι εἶναι παρμέναἀπό τούς βαρβάρους, πού εἶχαν ἀνώτερη καί περισσότερο θρησκευτική σκέψη.Στήν δεύτερη αὐτή κατηγορία ἀνήκουν ὁ Ἀριστείδης, ὁ Θεόφιλος Ἀντιοχείας, ὁἸππόλυτος, ὁ Ὠριγένης κ.ἄ..

Γενικά, λέμε ὅτι ἡ διάφορη θέση τῶν Πατέρων σχετικά μέ τό θέμα τῆς στάσηςτους πρός τήν ἑλληνική σκέψη κατανοεῖται μέ βάση τήν πνευματική προκοπήτῶν πιστῶν. Ὅταν δηλαδή οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἔλεγαν στούς πιστούςνά παραμερίζουν τά συγγράμματα τῆς ἑλληνικῆς φιλοσοφίας, αὐτό τό ἔκανανγιατί ὁρισμένοι πιστοί εἶχαν ἀπορροφηθεῖ ἀπό αὐτήν καί ἔχαναν τό ἐνδιαφέροντους πρός τήν θεολογία τῆς Ἐκκλησίας. Ὅταν, ἀντίθετα, οἱ ἅγιοι Πατέρες συ-νιστοῦσαν στούς χριστιανούς τήν ἑλληνική παιδεία καί μιλοῦσαν γιά τό κάλλοςτης, αὐτό τό ἔκαναν γιατί μερικοί πιστοί τήν περιφρονοῦσαν καί τήν ἀπέρριπτανἐντελῶς. Καί λησμονοῦσαν αὐτοί οἱ πιστοί τήν ἀλήθεια ὅτι, γιά νά κηρύξει κανείςσέ ἀνθρώπους πού ἔχουν κάποια παιδεία, πρέπει νά γνωρίζει τήν παιδεία τουςαὐτή καί πρέπει νά ἐκφραστεῖ μέ λόγους καί μορφές τῆς παιδείας τους, γιά νάγίνει καταληπτός σ’ αὐτούς.

Ἡ στάση τῶν Πατέρων πρός τήν ἑλληνική φιλοσοφία καί τήν θύραθεν σοφίαγενικά ρυθμίζεται ἀπό τό γενικό θέμα τῆς σχέσης τῆς Ἐκκλησίας πρός τόνκόσμο. Ἡ Ἐκκλησία θέλει νά προσλάβει τόν κόσμο πρός Ἑαυτήν καί θέλει νάτόν κάνει Ἐκκλησία. Αὐτό εἶναι Ὀρθοδοξία! Καί μιλοῦντες γιά τό θέμα μας ἡἘκκλησία λοιπόν θέλει νά προσλάβει τήν ἑλληνική φιλοσοφία γιά νά τήν ἀνυ-ψώσει καί νά τήν ἐκχριστιανίσει. Ἀντίθετα, τό νά προσληφθεῖ ἡ Ἐκκλησία ἀπότόν κόσμο, αὐτό σημαίνει ὅτι ἡ Ἐκκλησία γίνεται κόσμος. Αὐτό εἶναι αἵρεση!

Page 11: 38 Paraskevi 9 7 2010

11

Καί γιά τό θέμα μας, εἶναι αἵρεση τό νά ἀναμειχθεῖ κατά τό περιεχόμενό της ἡΠαράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας μέ τήν ἑλληνική φιλοσοφία.1

6. Γιά νά ἐκτιμήσουμε καλύτερα τά κείμενα τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μαςκαί νά ἑρμηνεύσουμε τήν ἰδιορυθμία τους, θά πρέπει νά λάβουμε ὑπ’ ὄψιν τά ἑξῆς:

(α) Τήν γλώσσα στήν ὁποία ἔγραφαν οἱ Πατέρες. Οἱ περισσότεροι ἀπό αὐτούςκαί μάλιστα οἱ ἐπιφανέστεροι ἔγραψαν στήν ἑλληνική. Ἄλλοι ὅμως ἀπό αὐτούςἔγραψαν στήν λατινική, στήν συριακή, στήν αἰθιοπική κ.ἄ..Ἡ γλώσσα διαφορο-ποιεῖ κάπως τόν ἐκκλησιαστικό συγγραφέα στήν μορφή, ἀλλά καί στήν διάθεσηπού γράφει. Καί αὐτό συμβαίνει, γιατί κάθε γλώσσα προϋποθέτει διαφορετικόπνευματικό κλίμα, πού ἀσφαλῶς τό κλίμα αὐτό, λίγο ἤ πολύ, ἐπιδρᾶ καί στήνθεολογία. Καί ὡς παράδειγμα ἄς λάβουμε τήν διαφοροποίηση τῆς δυτικῆς θεο-λογίας ἀπό τήν ἀνατολική. Ὀφείλεται βέβαια ἡ διαφοροποίηση αὐτή καί σέἄλλους παράγοντες, ἀλλά ὀφείλεται καί στή διαφορετική γλώσσα ἐκφράσεως.

(β) Τήν ἰδιαίτερη παράδοση πού ἐκφράζει κάθε Πατέρας, καί ἡ ὁποία παράδοσησχετίζεται μέ τήν τοπική του Ἐκκλησία ἤ καί μέ τό πρόσωπο στό ὁποῖο μαθή-τευσε αὐτός.

(γ) Ἀπό τήν Σχολή πού προῆλθε ἕνας Πατέρας καί τήν ἐκπαίδευση πού ἔλαβε.Φυσικό εἶναι ὁ σπουδαστής κάθε Σχολῆς νά λαμβάνει τήν μορφή καί τήν τάσηκαί τήν μεθοδολογία τῆς Σχολῆς, στήν ὁποία προτίμησε νά σπουδάσει. Ἀκόμη

1. Σχετικά μέ τήν πρόσληψη τῆς θύραθεν σοφίας ἀπό τόν ἐκκλησιαστικό Πατέρα καί συγγραφέα, ὁὁποῖος πετυχαίνει καί νά διαφυλάττει γνήσια τήν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου καί νά τήν ἐκφράζει μέ τήνγλώσσα τῆς ἐποχῆς του, παραθέτουμε μία ὡραία περικοπή λόγου τοῦ ἁγίου Γρηγ. Θεολόγου. Βλ. μά-λιστα Στυλ. Γ. Παπαδοπούλου Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, σ. 89 ἑξ., ὅπου ἐξετάζεται ἡ πραγματική σχέσητῆς περικοπῆς αὐτῆς πρός τόν Πλωτῖνο, στόν ὁποῖο ὑπάρχει μέν ἡ ὁρολογία ἀλλά ὄχι καί ἡ θεολογίατοῦ Γρηγορίου. Ἡ περικοπή ἔχει ὡς ἑξῆς: «Ἡμῖν δέ μοναρχία τό τιμώμενον. Μοναρχία δέ οὐχ ἥν ἕνπεριγράφει πρόσωπον (ἔστι γάρ καί τό ἕν στασιάζον πρός ἑαυτό πολλά καθίστασθαι), ἀλλ᾿ ἥν φύσεωςὁμοτιμία συνίστησι καί γνώμης σύμπνοια καί ταυτότης κινήσεως καί πρός τό ἕν τῶν ἐξ αὐτοῦ σύννευσις(ὅπερ ἀμήχανον ἐπί τῆς γεννητῆς φύσεως), ὥστε κἄν ἀριθμῷ διαφέρῃ, τῇ γε οὐσίᾳ μή τέμνεσθαι. Διάτοῦτο μονάς ἀπ᾿ ἀρχῆς εἰς δυάδα κινηθεῖσα, μέχρι τριάδος ἔστη. Καί τοῦτό ἐστιν ἡμῖν ὁ Πατήρ καί ὁΥἱός καί τό ἅγιον Πνεῦμα· ὁ μέν γεννήτωρ καί προβολεύς, λέγω δέ ἀπαθῶς καί ἀχρόνως καί ἀσωμάτως·τῶν δέ, τό μέν γέννημα, τό δέ πρόβλημα ἤ οὐκ οἶδ᾿ ὅπως ἄν τις ταῦτα καλέσειεν, ἀφελών πάντῃ τῶνὁρωμένων. Οὐ γάρ δή ὑπέρχυσιν ἀγαθότητος εἰπεῖν θαρρήσομεν (ὅ τῶν παρ᾿ ἕλλησι φιλοσοφησάντωνεἰπεῖν τις ἐτόλμησεν, οἷον κρατήρ τις ὑπερρύη, σαφῶς οὑτωσί λέγων, ἐν οἷς περί πρώτου αἰτίου καί δευ-τέρου φιλοσοφεῖ), μήποτε ἀκούσιον τήν γέννησιν εἰσαγάγωμεν καί οἷον περίττωμά τι φυσικόν καί δυ-σκάθεκτον, ἥκιστα ταῖς περί θεότητος ὑπονίαις πρέπον. Διά τοῦτο, ἐπί τῶν ἡμετέρων ὅρων ἱστάμενοι,τό ἀγέννητον εἰσαγάγομεν καί τό γεννητόν καί τό ἐκ τοῦ πατρός ἐκπορευόμενον, ὥς πού φησιν αὐτός ὁΘεός καί Λόγος... εἰ καί μή δυνάμεθα τό ὑπέρ χρόνον παραστῆσαι, θέλοντες χρονικήν ἐκφυγεῖν ἔμφασιν...»(Λόγος ΚΘ´ 23, MPG 36, 76Α-77Α).

Page 12: 38 Paraskevi 9 7 2010

12

καί στήν ἀρχαία Ἐκκλησία ὑπῆρχαν ποικίλες θεολογικές τάσεις, πού ἔπαιρνανσυχνά τήν μορφή Σχολῆς.

(δ) Ἀπό τήν ἰδιοσυγκρασία καί τόν χαρακτήρα κάθε Πατρός. Πραγματικά, ὁἰδιαίτερος χαρακτήρας καί ἡ ἐσωτερική διάθεση καί ἀκόμη περισσότερο ἡ κλίσηκάθε συγγραφέα τόν διαφοροποιεῖ ἀπό τούς ἄλλους. Ἄλλος, κατά τήν κλίση τουκαί τήν διάθεσή του, γίνεται ἑρμηνευτής τῶν Γραφῶν, ἄλλος γράφει ποιήματα,ἄλλος ἔχει τό χάρισμα τῆς ρητορείας καί ἐκφωνεῖ λόγους, ἄλλος ἀρέσκεται στήνἀφήγηση καί γίνεται ἱστορικός, ἄλλος θεολογεῖ μέ τόν τρόπο τῶν φιλοσοφικῶνἀκροβασιῶν κ.λπ.

(ε) Ἀπό τήν προβληματολογία, πού ὀφείλει νά ἀντιμετωπίσει ὁ ἐκκλησιαστικόςσυγγραφέας. Ὅπως τό καταλαβαίνουμε, τά διάφορα προβλήματα πού ἀντιμετω-πίζει στήν ποιμαντική του κάθε Πατέρας ἀπαιτοῦν καί διάφορο τρόπο καί μέθοδοκαί γλώσσα, πού προσιδιάζει στό κάθε πρόβλημα.

(ς) Ἀπό τήν ἐποχή στήν ὁποία ἔζησε κάθε Πατέρας καί ἐκκλησιαστικός συγ-γραφέας. Πραγματικά, ἡ διαφορετική ἐποχή διαφοροποιεῖ κάθε Πατέρα τῆςἘκκλησίας γιά νά ἐκφράζεται διαφορετικά. Οἱ συγγραφεῖς τοῦ Ε´ αἰ., γιά πα-ράδειγμα, εἶχαν ἄλλη παιδεία καί ἀντιμετώπιζαν ἄλλα προβλήματα καί γι᾿ αὐτόἔγραψαν μέ ἄλλη γλώσσα σέ σχέση μέ τούς συγγραφεῖς τοῦ Β´ αἰ. Ἀλλά εἶναικαί τό ἄλλο: Ἕνας ἐκκλησιαστικός συγγραφεύς τοῦ Ε´ αἰ. ἔχει ἐνώπιόν του μιάμεγάλη θεολογική παράδοση, παράδοση πέντε αἰώνων! Ἐνῶ ὁ συγγραφέας τοῦΒ´ ἤ τοῦ Γ´ αἰῶνος ἔχει μιά κατά πολύ μικρότερη παράδοση ἐνώπιόν του.

(ζ) Ἀπό τόν φωτισμό καί τήν ἔμπνευση. Σέ κάθε Πατέρα ἐνήργησε βεβαίωςτό Ἅγιο Πνεῦμα μέ τόν φωτισμό Του, ἀλλά ἐνήργησε μέ διάφορο καί ξεχωριστότρόπο, ἀνάλογα μέ τήν θεολογική ἀνάγκη τῆς ἐποχῆς καί ἀνάλογα πάλι μέ τήνπνευματική ποιότητα τοῦ κάθε Πατρός. Καί

(η) Ἀπό τό λειτούργημα τοῦ κάθε Πατρός στήν Ἐκκλησία. Ὅλοι οἱ Πατέρεςδέν εἶχαν τήν ἴδια ἰδιότητα, δέν εἶχαν τό ἴδιο λειτούργημα στήν Ἐκκλησία. Ἄλλοιἦταν Ἐπίσκοποι, ἄλλοι Πρεσβύτεροι (ὅπως ὁ Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός καί ὁ Συ-μεών ὁ Νέος Θεολόγος), ἄλλοι ἦταν Διάκονοι (ὅπως ὁ Ἐφραίμ ὁ Σύρος), ἄλλοιΜοναχοί (ὅπως ὁ Μακάριος ὁ Αἰγύπτου) καί ἄλλοι ἦταν λαϊκοί (ὅπως ὁἸουστῖνος καί ὁ Νικόλαος Καβάσιλας).

Ἀπό τά παραπάνω ἄς νοήσουμε τήν ἀπέραντη σέ βάθος καί πλάτος ποικιλίατῶν ἁγίων Πατέρων καί τῶν ἐκκλησιαστικῶν συγγραφέων. Πρέπει ὅμως νά γνω-ρίζουμε καλῶς ὅτι ὅλοι οἱ Πατέρες φωτίστηκαν ἀπό τό ἴδιο Ἅγιο Πνεῦμα καίὅλοι ὑπῆρξαν ὄργανα Θεοῦ γιά νά διακονήσουν στήν Ἐκκλησία Του τήν σωτηρίατῶν ἀνθρώπων.

Page 13: 38 Paraskevi 9 7 2010

13

Ἡ Πρώιμη Νεολιθική Περίοδος

Ὁ ὅρος νεολιθικός χρησιμοποιεῖται γιά νά προσδιορίσει μίαπερίοδο πού ξεκινᾶ μέ τήν ἐξημέρωση φυτῶν καί ζώων καίτελειώνει μέ τήν εἰσαγωγή τῶν μετάλλων. Τί ἐνδείξεις χρει-

άζεται ἕνας ἀρχαιολόγος γιά νά ἀναγνωρίσει πότε ἄρχισε αὐτή ἡ περίοδος; Ἡ ἀνεύ-ρεση γεωργικῶν ἐργαλείων, ὅπως δρεπανιῶν, καί ἡ ἀνεύρεση μαρτυριῶν μόνιμηςκατοικήσεως εἶναι χρήσιμα στοιχεῖα, ἀλλά ἀπό μόνα τους δέν εἶναι ἀρκετά νά μᾶςδιαβεβαιώσουν ὅτι ἀπό τήν συγκεκριμένη χρονική στιγμή ἔχουμε μία «νεολιθική ἐπα-νάσταση». Αὐτό συμβαίνει ἐπειδή τά δρεπάνια μποροῦν νά χρησιμοποιηθοῦν γιά νάθεριστοῦν καί ἄγριοι σπόροι καί ἐπίσης κάποιες ὁμάδες λαῶν μπορεῖ νά ζοῦν μία ζωήμονίμου ἐγκαταστάσεως χωρίς νά ἔχουν ἐξημερωμένα φυτά ἤ ζῶα. Γιά μία πιό ὁλο-κληρωμένη μαρτυρία οἱ ἀρχαιολόγοι πρέπει νά στραφοῦν σέ εἰδικευμένους ἐπιστήμονες,ὅπως βοτανολόγους καί παλαιοντολόγους. Ἕνας βοτανολόγος ἐξετάζει τούς σπόρουςπού βρέθηκαν σέ ἀρχαίους οἰκισμούς καί προσδιορίζει ὄχι μόνο τούς τύπους τους,ἀλλά καί ἐάν αὐτοί ἦταν ἄγριοι ἤ ὄχι. Ἕνας παλαιοντολόγος μπορεῖ ὁμοίως νά ἀνα-γνωρίσει τίς διαφορές ἀνάμεσα στά κόκκαλα ἥμερων καί ἄγριων ζώων. Ἡ εἰκόνα τήνὁποία ἀποκτοῦμε ἀπό αὐτούς τούς εἰδικούς παρέχουν τήν μαρτυρία ὅτι ἡ Μεσοποτα-μία πέρασε στήν Νεολιθική περίοδο περί τό 7.000 π.Χ.1

Λέγεται συχνά ὅτι ἡ «νεολιθική ἐπανάσταση» ἔλαβε χώρα στήν λοφώδη πλευράτοῦ «Εὔφορου Τόξου», ἐπειδή αὐτή ἦταν – καί εἶναι ἀκόμη – τό μόνο μέρος τοῦ κό-σμου ὅπου φύονται κατά φυσικό τρόπο τό σιτάρι τοῦ εἴδους triticum dicoccum καί τόκριθάρι hordeum distichum. Παρατηρήθηκε ὅμως ὅτι αὐτά τά ἄγρια δημητριακά καλύ-πτουν ἀκόμη καί σήμερα χιλιάδες ἑκτάρια, ὥστε μία οἰκογένεια μετά ἀπό τρεῖς ἑβδο-μάδες μέτριας ἐργασίας μπορεῖ νά θερίσει περισσότερους καρπούς ἀπό ὅσους θάμποροῦσε νά καταναλώσει μέσα σέ ἕνα χρόνο. Γιατί ὅμως τότε νά καταφύγει κανείςστό ὄργωμα καί τήν σπορά; Ἴσως ἡ πιό πιθανή ἀπάντηση εἶναι ὅτι αὐτό συνέβηκατά τά ἀρχαῖα ἐκεῖνα χρόνια λόγῳ ὑπερπληθυσμοῦ, ὁπότε καί κάποιες ὁμάδεςἀνθρώπων μετακινήθηκαν στίς παρυφές τῆς περιοχῆς αὐτῆς, ἡ ὁποία ἦταν πτωχό-

AΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΑΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ

1. Braidwood R. J. and Howe B., Prehistoric Investigations in Iraqi Kurdistan, Studies in Ancient Ori-

ental Civilization 31, Chicago: University of Chicago Press, 1960

Page 14: 38 Paraskevi 9 7 2010

14

τερη σέ φυσικές πηγές. Aὐτό παρακίνησε τήν ἔρευνα γιά νέες πηγές τροφίμων, ἡὁποία ἦταν τά δημητριακά.2

Στό Ἰράκ ἡ πιό σημαντική τοποθεσία τῶν νεολιθικῶν χρόνων εἶναι τό Jarmo, ὄχιμακρυά ἀπό τό Chemchemal, τό ὁποῖο ἀνέσκαψε ὁ καθηγητής R. J. Braidwood τοῦΠανεπιστημίου τοῦ Σικάγο κατά τά ἔτη 1948,1950-1951,1955. Αὐτό τό τέλλ πε-ριέχει 16 ἐπίπεδα κατοικήσεως, χρονολογούμενα ὅλα στίς ἀρχές τῆς 7ης χιλιετίαςπ.Χ. Ἕντεκα ἀπό αὐτά τά στρώματα χαρακτηρίζονται ἀπό τήν ἀπουσία κεραμικῶνκαί ἀνήκουν στό ἴδιο «προ-κεραμικό Νεολιθικό» πολιτιστικό στρῶμα. Ὁ Braidwood

βρῆκε σπίτια μέ πολλά τετράγωνα δωμάτια κτισμένα ἀπό πλίνθο (touf), μέ φούρνουςἀπό λάσπη καί πήλινες ψημμένες λεκάνες, βυθισμένες στό ἔδαφος. Οἱ νεκροί ἐθά-πτοντο κάτω ἀπό τό πάτωμα τῶν σπιτιῶν, ἀλλά δέν βρέθηκαν μαζί μ᾿ αὐτούς ταφικέςπροσφορές. Ἀπό τά ἀντικείμενα πού ἀνακαλύφθηκαν στό μέρος, μποροῦμε νά μάθουμεγιά τά ὑλικά ἀντικείμενα αὐτοῦ τοῦ πολιτισμοῦ, ὅπως ἐπίσης γιά τίς ἱκανότητες καίτά ἐνδιαφέροντα τῶν ἀνθρώπων. Μικρά πήλινα ζῶα καί ἀνθρώπινα ὁμοιώματα, ὁρι-σμένα μέ ἐμφανεῖς τόνους γονιμότητος, φαίνεται νά δείχνουν εἴτε θρησκευτικές εἴτεμαγικές συνήθειες. Λίθινα καί κοκκάλινα ἐργαλεῖα βρίσκονται σέ ποικιλία ἐν συγκρίσειπρός τίς ἀρχαιότερες τοποθεσίες. Ἐπίσης, μέσα στό χρονικό διάστημα κατά τό ὁποῖοκατοικήθηκε τό Jarmo εἰσήχθη ἡ ἀγγειοπλαστική. Αὐτή ἡ πρώιμη ἀγγειοπλαστική,ἄν καί ἁπλή, παρουσιάζει μία μεγάλη πρόοδο στήν δυνατότητα νά ἀποθηκευθοῦν καίνά μεταφερθοῦν πράγματα, ὅπως τροφή καί ὑγρά. Ἡ ἀγγειοπλαστική ἐπίσης ἔγινεμία διέξοδος γιά καλλιτεχνικές φιλοδοξίες.

Ἡ Νεολιθική περίοδος ἦταν μία ἐποχή βαθειᾶς ἀλλαγῆς στήν ἀνθρώπινη κοινωνία,καθώς τό ἐπίκεντρο ἄλλαξε ἀπό τό κυνῆγι καί τήν συλλογή καρπῶν στήν ἐξημέρωσηζώων καί φυτῶν καί στήν γεωργία. Μικρά κομμάτια πηλοῦ σέ σχῆμα πυραμίδας καίσέ ἄλλα ἁπλά σχήματα εὑρεθέντα σέ περιοχές ὅπως τό Jarmo θεωρήθηκαν ἐπί πολύὅτι ἦταν τεμάχια παιγνιδιῶν, ἀλλά στά τελευταῖα χρόνια αὐτά ἔχουν θεωρηθεῖ ὡςἀποδείξεις (tokens) χρησιμοποιούμενες ἀπό γεωργούς καί ἐμπόρους γιά νά κρατοῦνσημειώσεις γιά τό ποιό εἶδος τροφῆς θά μποροῦσε νά ἀνταλλαγεῖ, ποιά τρόφιμα πρέπεινά κρατηθοῦν γιά σπόρο κ.λπ.3

2. Βλ. Roux G., Ancient Iraq, 3rd Edition: Penguin books, σελ. 43-44.

3. Schmandt-Besserat D., “An Archaic Recording System and the Origin of Writing”, Syro-

Mesopotamian Studies 1/2: 31-70, 1977. Tοῦ ἰδίου , “Tokens and Counting”, Biblical Arcaeologist 46:117-

120, 1983. Τοῦ ἰδίου , Before Writing, 2 volumes, Austin: University of Texas Press, 1992.

Page 15: 38 Paraskevi 9 7 2010

15

Page 16: 38 Paraskevi 9 7 2010

16