Το Παλάτι του μεγάλου μαγίστρου και οι μεσαιωνικές...

33
ACADÉMIE HISTORIQUE DE L'ORDRE DE MALTE RHODES & LES «CHEVALIERS DE RHODES» 1310-2010 Actes du colloque Rhodes, 28 et 29 mai 2010 tiré à part

Upload: independent

Post on 09-Jan-2023

0 views

Category:

Documents


0 download

TRANSCRIPT

ACADÉMIE HISTORIQUE DE L'ORDRE DE MALTE

RHODES &

LES «CHEVALIERS DE R H O D E S »

1310-2010

A c t e s du c o l l o q u e R h o d e s , 28 et 29 mai 2010

tiré à part

To παλάτι του μεγάλου μαγίστρου και οι μεσαιωνικές οχυρώσεις της Ρόδου

Η

Κατερίνα Μανούσου-Ντέλλα

Αρχιτέκτων ιστορικών Μνημείων, Ρόδος

Π Ο Λ Η Τ Η ς Ρ Ο Δ Ο Υ πέρασε από την Αρχαιότητα στο Μεσαίωνα ως μια

χαρακτηριστική διαχρονική «Μητρόπολη» του νησιωτικού συμπλέγματος του

Αιγαίου, η συνέχεια της κατοίκησης στην οποία τεκμηριώνεται από πληθώρα

ανασκαφών, ιδιαίτερα κατά την τελευταία 25 ετία 1. [εικ. 1]

Είναι πολύ πιθανό τον 70 μ. Χ. αι. μεγάλο μέρος της πόλης, ιδιαίτερα το κέντρο εμπορικών συναλλαγών και ο χώρος γύρω από τον « μ ε γ ά λ ο » και τον «μικρό» λιμένα να μην είχε εγκαταλειφθεί και να προστατευόταν από οχυρωμένη « Α κ ρ ό π ο λ η » ή « Κ ά σ τ ρ ο » , όπου κατέφευγε ο πληθυσμός σε περίπτωση εχθρικής επιδρομής2, [εικ. 2]

Η αναδιοργάνωση του οικισμού, ιδιαίτερα στον χώρο κεντρικών λειτουργιών του, σηματο­δοτείται από την κατάληψη της ανοχύρωτης Fig. 1. - Aspect général de la ville et des fortifi-

cations de Rhodes.

1. Χ. I. Παπαχριστοδούλου-Ηλίας Κόλλιας, Επίμετρο στο Χ. I. Παπαχριστοδούλου, Ιστορία της Ρόδου από τους προϊστορικούς χρόνους έως την ενσωμάτωση της Δωδεκανήσου, 1948 (β' έκδοση συμπληρωμένη, Αθήνα, 1 9 9 4 ) ; Μ. Φιλήμονος-Τσοποτού, Η ελληνιστική οχύρωση της Ρόδου, Αθήνα, 2004; Ηλίας Κόλλιας, Η αποκάλυψη της βυζαντινής πόλης της Ρόδου από τις ανασκαφικές έρευνες της επταετίας 1985-1991 (μελέτη υπό δημοσίευση).

2. Ηλίας Κόλλιας, Τοπογραφικά προβλήματα της μεσαιωνικής αγοράς της Ρόδου και του νότιου τείχους του Κολλάκιου, « versus civitatem », στον Ιστορία και προβλήματα συντήρησης της μεσαιωνικής πόλης της Ρόδου, Πρακτικά, Αθήνα, 1992, σ. 81-108.

72 R H O D E S E T L E S « C H E V A L I E R S D E R H O D E S »

Fig. 2. - Plan de disposition générale de l'espace

central et des ports de la ville de Rhodes.

Fig. 3. - L'évolution de la ville fortifiée

pendant la période byzantine (v i i e -x i e siècle).

μέχρι τότε, στα πλαίσια της Pax Romana που κάλυπτε ακόμη το Αιγαίο, πολιτείας από τη στρατιά του Μωαβία το 653/54 μ.Χ.3. Τότε οι Άραβες, αφού λεηλάτησαν την πόλη, πούλησαν τα χάλκινα κομμάτια του περίφημου Κολοσσού 4 σ'έναν Εβραίο έμπορο 5.

Στη διάρκεια της αραβοβυζαντινής διαμάχης, κατά το β' μισό του 7ου αι., το νησί της Ρόδου περνά πότε στα χέρια των Αράβων και πότε των Βυζαντινών. Στο τελευταίο τέταρτο του 7ου αι. αραβικές ιστορικές πηγές αναφέρουν ότι στην πόλη « εγκαθίσταται αραβική φρουρά και αποικία που σε περίπτωση κινδύνου κατέφευγαν στο φρούριο της » 6 . Είναι η πρώτη φορά που αναφέρεται ότι στα πρωτοβυζαντινά χρόνια στη Ρόδο υπήρχε οχύρωση7 .

3. Χ. I. Παπαχριστοδούλου, ό. π. (υποσημ.1), σ. 249, και Η. Κόλλιας, ό. π. (υποσημ. 2). 4. Μ. Παπαιωάννου, Ρόδος και αρχαία κείμενα., Αθήνα-Γιάννενα, 1995, σ · 1 3 7 - 1 4 1 , 163, 164, 181 , 183-185,

223-225, 367, 3 7 5 - 4 1 1 ; The seven wonders of the ancient world (edited by P. Clayton and M. Price), London and New York 1989, σ. 1 2 4 - 1 3 7 ; Wolfram Hoepfner, Ρόδος και ο θεός Ήλιος, στο Αρχαιολο­γικές έρευνες και ευρήματα στα Δωδεκάνησα. Ρόδος, Ιαλυσός, Νίσυρος και Γυαλί, Γερμανία, 2007, σ. 104-119·

5. Χ. I. Παπαχριστοδούλου, ό. π. (υποσημ.1), σ. 249-250· 6. Ηλίας Κόλλιας, Οι μεσαιωνικές οχυρώσεις της Ρόδου. Γένεση και εξέλιξη και του ιδίου, Το αμυντικό σύστημα

της Δωδεκανήσου κατά την βυζαντινή περίοδο και την εποχή της ιπποτοκρατίας (μελέτες υπό δημοσίευση). 7. Κατερίνα Μανούσου-Ντέλλα, Μεσαιωνική Ρόδος. Από το βυζαντινό κάστρο στο παλάτι του μεγάλου μαγί­

στρου, Η οχυρωματική αρχιτεκτονική στο Αιγαίο και ο Ανάβατος της Χίου, Πρακτικά συνεδρίου (υπό εκτύ­πωση).

Τ Ο Π Α Λ Α Τ Ι Τ Ο Υ Μ Ε Γ Α Λ Ο Υ Μ Α Γ Ι Σ Τ Ρ Ο Υ Κ Α Ι Ο Ι Μ Ε Σ Α Ι Ω Ν Ι Κ Ε Σ Ο Χ Υ Ρ Ω Σ Ε Ι Σ 73

Έχει απόλυτα τεκμηριωθεί από τις έρευνες των τελευταίων χρόνων ότι η πρωτοβυζαντινή

« Ακρόπολη » ταυτίζεται με το « Κολλάκιο » της ιπποτοκρατίας8. [εικ. 3]

Το οχυρό περιλαμβάνει αρκετά εκτεταμένο οχυρωματικό περίβολο με περίμετρο περίπου 1580 μ. και έκταση περίπου 96 στρέμματα και περιβάλλει το φυσικό ύψωμα, που απετέλεσε από την αρχαιότητα τον νευραλγικό χώρο ανάμεσα στα δύο κεντρικά από τα πέντε λιμάνια της πόλης, το μεγάλο λιμάνι και το « Μ α ν δ ρ ά κ ι » . Φαίνεται ότι ήδη κατά την ύστερη αρχαι­ότητα είχε αρχίσει να μετασχηματίζεται ο χώρος αυτός, γεγονός που υπογραμμίζει η σκηνο­γραφική ένταξη του ρωμαϊκού τετραπύλου του τέλους του 2ου — αρχών του 3ου μ . Χ . αι. 9, που καταπάτησε τμήμα των αρχαίων νεωσοίκων του συγκροτήματος των νεωρίων.

Η πιθανότητα να υπήρχε αρχαία δίαυλος επικοινωνίας των δύο κεντρικών λιμανιών έχει ήδη από τον 19ο αι. διατυπωθεί 1 0, παρ'ότι χρήζει περαιτέρω έρευνας και τεκμηρίωσης. Σε κάθε περίπτωση είναι σαφές ότι ο προνομιακός χώρος, που αντίκριζε και τα δύο κεντρικά λιμάνια και στον οποίο είχε τη δυνατότητα να διεισδύει η θάλασσα, περιελήφθη στην οχύρωση του 7 ο υ αι.

Fig. 4. - Fragment de la muraille byzantine et de la tour de la rue Panaitiou.

Fig. 5. - Les phases successives de construction vues du fossé près du coin sud-ouest de la muraille du « Collac » .

7 4 R H O D E S E T L E S « C H E V A L I E R S D E R H O D E S »

Η πρώιμη βυζαντινή « Α κ ρ ό π ο λ η » με μορφή κλειστού περιβόλου αναπτύσσεται σε σχεδόν απόλυτα τετράπλευρο σχήμα, σύνηθες στις οχυρώσεις της περιόδου αυτής που προέρ­χεται από την παράδοση των ρωμαϊκών στρατοπέδων 1 1 και προσαρμόζεται στον προϋπάρ­χοντα «ιπποδάμειο» πολεοδομικό ιστό 1 2 . [εικ. 4]

Ο περίβολος διαμορφωνόταν με την κανονική εναλλαγή πύργων και μεσοτειχίων 1 3, [εικ. 5] ενώ δεν είναι απόλυτα ξεκάθαρο αν στην πρώτη αυτή ιστορική περίοδο της τειχι-σμένης πόλης η οχύρωση διέθετε όλο το σύστημα των διαδοχικών γραμμών άμυνας γύρω από τον αστικό πυρήνα, με τάφρο και συνεχές προτείχισμα.

Το βέβαιο είναι ότι κατά μήκος του ιδιαίτερα ευάλωτου νότιου χερσαίου σκέλους της οχυρωματικής γραμμής διαπιστώνονται επεμβάσεις ενίσχυσης και βελτίωσης των οχυρω-μάτων σε μεταγενέστερες οικοδομικές φάσεις 1 4. Πιθανότατα ανάγονται στο τέλος του 11ου αι., οπότε η εξέλιξη του καταπέλτη απαιτούσε πιο ενισχυμένα τείχη που έφταναν συχνά τα 3μ.· πάχους. Στο τέλος του 15ου αι. κατά την ιπποτοκρατία, οπότε αναφέρεται ότι το 1475 επισκευάσθηκαν τα βυζαντινά τείχη και «σκάφτηκε τάφρος πλατειά και β α θ ε ι ά » 1 5 έξω από την ακόμη εν ενεργεία οχύρωση του Κολλάκιου. Η χρονολογική εκτίμηση επιβεβαιώνεται και από την ανασκαφική έρευνα στον αρχαιολογικό χώρο της οδού Αγησάνδρου 1 6, [εικ. 5] όπου

1 1 . Υπουργείο Πολιτισμού-9η ΕΒΑ, Δοκίμιο για την οχυρωτική στο Βυζάντιο. Βορειοελλαδικός χώρος 4°; -15°ς

ai, Αθήνα, 2001, σ. 24-46. ΐ 2 . Κατερίνα Μανούσου-Ντέλλα-Ελένη Παπαβασιλείου, Μεσαιωνική Πόλη της Ρόδου: Η αρχαιολογική

έρευνα ως βάση για το σύγχρονο αρχιτεκτονικό σχεδιασμό-διευθετηση της πόλης, στο Νέες Πόλεις πάνω σε παλιές, Πρακτικά επιστημονικού συνεδρίου (Ρόδος 27-30 Σεπτεμβρίου 1991), Αθήνα, 1999. σ. 583-602; Wolfram Hoepfner, Η αρχαία και μεσαιωνική πόλη της Ρόδου, στο Ιστορία και προβλήματα συντήρησης της μεσαιωνικής πόλης της Ρόδου, Πρακτικά, σ. 78-80, και I. Κοντής, Συμβολή εις την μελέτην της ρυμοτο­μίας της Ρόδου, Ρόδος, 1954·

13. Cyril Mango, Architecture byzantine, Παρίσι, 1981 , σ. 30-57, H. Κόλλιας, ό. π. (υποσημ. 2), Κ. Μανούσου-Ντέλλα, ό. π. (υποσημ. j) και Κυρ. Μάγος, Ανάδειξη του νότιου τείχους του πρωτοβυζαντινού « Κάστρου » της πόλης της Ρόδου, στα Δωδεκανησιακά Χρονικά, τ. ΙΘ', Ρόδος, 2005.

ΐ4· Στοιχεία περισσότερων της μιας οικοδομικών φάσεων τεκμηριώνονται στους ανασκαφικούς-αρχαιολογι-κούς χώρους κατά μήκος των σημερινών οδών Θεοφιλίσκου και Αγησάνδρου. Συγκεκριμμένα : α) στο προτείχισμα του 2ου από δυτικά πύργου της οδού Παναιτίου, β) στον πέμπτο από δυτικά πύργο επί της οδού Θεοφιλίσκου, γ) στην κεντρική — βυζαντινή — πύλη « τ ο υ Κολλάκιου » , στα νότια της οποίας έχουν αποκαλυφθεί ανασκαφικά υπολείμματα διαδοχικών οχυρωματικών γραμμών, αλλά και πρώιμου αμυντικού οχυρωματικού στοιχείου της περιόδου της τουρκοκρατίας και δ) στον πύργο που δεν έχει ακόμη ερευνηθεί ανασκαφικά στον αρχαιολογικό χώρο της οδού Αγησάνδρου βλ. Κατερίνα Μανούσου-Ντέλλα, Μεσαιωνική Πόλη Ρόδου. Έργα αποκατάστασης (1985-2000), Ρόδος, 2001, και Κατερίνα Μανούσου-Ντέλλα, Γ. Ντέλλας, Η οικοδομική εξέλιξη του Παλατιού του Μεγάλου Μαγίστρου της Ρόδου, στο ΧΑΡΙΣ ΧΑΙΡΕ (μελέτες στη μνήμη της Χάρις Κάντζια), τ. Β', Αθήνα, 2004, σ. 237-264.

15 . Α. Gabriel, La Cité de Rhodes, τ. A' 1921 , Pièce justificative V, σ. 1 4 6 ; Ηλίας Κόλλιας, Αναζητώντας τα χαμένα μνημεία της μεσαιωνικής πόλης της Ρόδου, στο 15 χρόνια έργων αποκατάστασης στη μεσαιωνική πόλη της Ρόδου, Πρακτικά, Αθήνα, 2007, τ. Α', σ. 287·

16. Ε. Papavassiliou-Th. Archontopoulos, Nouveaux éléments historiques et archéologiques de Rhodes à

travers des fouilles dans la ville médiévale, στο XXXVIII Corso di Cultura sull’Arte Ravennate e Bizan-

tina, Ravenna 15-20 Marzo 1991.

Τ Ο Π Α Λ Α Τ Ι T O Y Μ Ε Γ Α Λ Ο Υ Μ Α Γ Ι Σ Τ Ρ Ο Υ Κ Α Ι Ο Ι Μ Ε Σ Α Ι Ω Ν Ι Κ Ε Σ Ο Χ Υ Ρ Ω Σ Ε Ι Σ 75

Fig. 6. - Fragment de la muraille byzantine du

XIe siècle au site archéologique place Kondi.

Fig. 7. - Aspect des remparts byzantins du XIe siècle,

à l'endroit où ils sont basés sur un mur antique, qui

reste intact à une hauteur de 7 m, place Sophocle.

διαπιστώθηκε η ύπαρξη βυζαντινού προτειχίσματος άμεσα συνδεδεμένου με αρκοσόλιο της μικρής τοιχογραφημένης εκκλησίας, που χρονολογείται στη μεσοβυζαντινή περίοδο, από τα τέλη του 11ου έως τα τέλη του 12ου αι. Η εξωτερική παρειά του προτειχίσματος έχει συμφυή επικλινή διαμόρφωση βαθύτερα, που αποδεικνύει την ύπαρξη, σ'αυτή τουλάχιστον τη χρονική στιγμή,τάφρου στη νότια πλευρά της οχύρωσης προς την ατείχιστη 1 7 (;) « χ ώ ρ α » .

Μεταξύ του 11ου και του 13ου αι. χρονολογείται, κατά τη γνώμη μου, και η κατασκευή του νεότερου οχυρωματικού περιβόλου, της «κάτω πόλης» ή « χ ώ ρ α ς » , [εικ. 3] του οποίου έχουν διασωθεί μόνο σποραδικά υπολείμματα ενσωματωμένα στον μεταγενέστερο πυκνό πολεοδομικό ιστό της ιπποτοκρατίας και τουρκοκρατίας 1 8 [εικ. 6]. Σχηματικά μόνο μπορεί να αναπαρα­σταθεί η κάτοψη της νεότερης βυζαντινής οχύρωσης, που ακολουθούσε επίσης σε μεγάλο βαθμό τη χάραξη οδών του «ιπποδάμειου» ρυμοτομικού συστήματος, ενώ κατά περίπτωση εδρα­ζόταν σε ατόφια τμήματα αρχαίων τοίχων, που συχνά σώζονται σε μεγάλο ύψος. [εικ. 7]

Η συνολική πλέον περίμετρος της ύστερης βυζαντινής πόλης φθάνει τα 2.500 μ. ενώ η επιφάνεια της τα 300 στρ.

Στοιχεία από γραπτές πηγές για την περίοδο αυτήν αναφέρουν ότι ήταν περίοδος ακμής, ιδιαίτερα από το 1204 έως το 1250, όταν στα πλαίσια της διοικητικής πολυδιάσπασης της αυτοκρατορίας με φεουδαρχική απονομή μεγάλων πόλεων σε ισχυρούς ευγενείς του Βυζαν­τίου, διοικητής της Ρόδου ήταν ο « Κ α ί σ α ρ » Λέων Γαβαλάς και ο αδελφός του Ιωάννης, γόνοι μιας από τις σπουδαιότερες οικογένειες της Κωνσταντινούπολης19. Η εποχή όμως αυτή

17- Α. Luttrell, The town of Rhodes: 13o6-i356> Ρόδος, 2003. 18. E. Kollias, The medieval city of Rhodes and the palace of the grand master, Αθήνα, 1998 ; Κ. Μανούσου-

Nτέλλα, ό. π. (υποσημ. 7). 19· Αλέξη Σαββίδης, Η βυζαντινή δυναστεία των Γαβαλάρδων και η ελληνοιταλική διαμάχη για τη Ρόδο τον 13ο

αι., στο Βυζαντινά, τεύχος 12, Θεσσαλονίκη, 1 9 8 3 , σ . 4 0 5 - 4 2 8 .

76 R H O D E S E T L E S « C H E V A L I E R S D E R H O D E S »

μπορεί επίσης να θεωρηθεί ταραγμένη και ανασφαλής, κατά την οποία πολιόρκησαν τη Ρόδο τόσο ο αυτοκράτορας της Νίκαιας Ιωάννης Δούκας Βατατζής το 1233» όσο και οι Γενουάτες το 1248, που την κατέλαβαν ως το 1 2 5 ο 2 0 .

Είναι ιστορικά βεβαιωμένο ότι ο αγγλικός σταυροφορικός στόλος του Ριχάρδου Λεοντό-καρδου αγκυροβόλησε για 10 ημέρες στο λιμάνι της Ρόδου το 1191 , καθοδόν προς Κύπρο και Παλαιστ ίνη: 2 1 « ο τεράστιος ερειπιώνας των αρχαίων τειχών με τους πύργους τους, τα διάφορα επιβλητικά κτίρια και οι κατοικίες της άλλοτε πυκνοκατοικημένης πόλης, τους έκαναν να συγκρίνουν το μέρος αυτό με την αρχαία Ρώμη ».

Το 1278 αναφέρεται ότι γύρω στο 1275 Βενετοί αιχμάλωτοι δούλεψαν 9 μήνες στα τείχη και την τάφρο της Ρ ό δ ο υ 2 2 και πιο συγκεκριμένα στη «διάνοιξη της τάφρου και στη λατό-μευση πέτρας για την κατασκευή των τειχών» 23'. Ο σεισμός του 1303 προκά­λεσε σημαντικές ζημιές, αλλά το 1306 τα τείχη ήταν τόσο ισχυρά ώστε να αντιστα­θούν στους Ιωαννίτες για περίπου 3

χρονιά24 .

Σήμερα το ιστορικό κέντρο της σύγχρονης πόλης, την γνωστή ως « παλιά πόλη » ή « παλιά αγορά » των Ροδίων, περιβάλλει ένα από τα σημαντι­κότερα οχυρωματικά συγκροτήματα της μεσαιωνικής περιόδου, [εικ. 8] Η σημε­ρινή μορφή του παγιώθηκε στην τελευ­ταία μεγάλη πολιορκία της πρωτεύουσας του δυτικοευρωπαϊκού Τάγματος των Ιωαννιτών ιπποτών, που οδήγησε στην τελική άλωση της από τους Οθωμανούς Τούρκους το 1522. Στον πυρήνα των ογκωδών οχυρωμάτων της μεταβατικής

Fig. 8. - L'évolution de la ville fortifiée pendant l'occu-

pation des Hospitaliers et sa subdivision interne en :

« Couvent » , « Château » et « Bourg » .

20. Ο ιδ., Η γενουατική κατάληψη της Ρόδου το 1248-125ο μ. Χ, στο Παρνασσός, τεύχος 32, Αθήνα 1990·σ. 183-199·

2 1 . Cecil Torr, Rhodes in Modern Times, Cambridge, 1887, σ. 37. 22. Χ. I. Παπαχριστοδούλου, ό. π. (υποσημ.1). 23. C. Torr, ό. π. (υποσημ. 21) . 24- Α. Luttrell, Earthquakes in the Dodecanese: 1309-1513, στο Natural disasters in the Ottoman Empire,

Ρέθυμνο, 1997, σ. 1 4 5 - 1 5 1 .

Τ Ο Π Α Λ Α Τ Ι T O T Μ Ε Γ Α Λ Ο Τ Μ Α Γ Ι Σ Τ Ρ Ο Τ Κ Α Ι Ο Ι Μ Ε Σ Α Ι Ω Ν Ι Κ Ε Σ Ο Χ Υ Ρ Ω Σ Ε Ι Σ 7 7

Fig. 9· - Plan de disposition générale du « Collac » avec la muraille intermédiaire des Hospitaliers.

περιόδου, μετά την γενίκευση της χρήσης της πυρίτιδας στη διάρκεια των αρχών του 16 ο υ αι.,

ανιχνεύονται παλαιότερες οχυρωματικές διατάξεις, που ανάγονται μέχρι την πρωτοβυζαντινή

οχύρωση του 7ου αι.

Αναλύοντας τη χαλαρή αστική δομή της στρατιωτικά οργανωμένης ιπποτικής πόλης 2 5 , προκύπτουν σημαντικά στοιχεία του πολεοδομικού σχεδιασμού της μεσαιωνικής περιόδου τόσο κατά την αρχική δημιουργία του βυζαντινού πυρήνα τον 70 μ.Χ. αιώνα, όσο και κατά την «αναβίωση» της πόλης την «εποχή της ανασφάλειας» κατά τον 14 0 και 15° αι. [εικ. 9]

Διαδοχικές ενισχύσεις και επεκτάσεις κατά την ιπποτοκρατία από το τέλος του 14 ο υ αι. είχαν ως αποτέλεσμα την σταδιακή περιτείχιση αρχικά ανοχύρωτων περιμετρικά διατεταγμένων «προαστίων». Τα δύο κεντρικά λιμάνια της αρχαίας πόλης συμπεριλήφθησαν τελικά μαζί με τους τρεις μόλους τους στην οχυρωμένη ζώνη. Η διαδικασία αυτή ολοκληρώθηκε το 1467 με την « εκ βάθρων » κατασκευή του προκεχωρημένου οχυρού, γνωστού ως « φρούριο του

25. Το τμήμα αυτό του άρθρου αποτελεί συνοπτική παρουσίαση της υπό εκπόνηση διδακτορικής διατριβής της συγγραφέως στο Σπουδαστήριο Ιστορίας της Αρχιτεκτονικής του ΕΜΠ (υπεύθυνος καθηγητής Χ. Μπούρας με θέμα: « Η μετάβαση από τη βυζαντινή στην πρώιμη ιπποτική οχυρωμένη πάλη (1306-1480) » .

78 R H O D E S E T L E S « C H E V A L I E R S D E R H O D E S »

Fig. 10. - Le port de Mytilène au XIXe siècle. Fig. 11. - L'entrée du port de la Rochelle, sur

l'Atlantique.

αγίου Ν ι κ ο λ ά ο υ » 2 6 . H κύρια όψη της πόλης από τη θάλασσα παρουσιάζει αναλογίες με οχυ­ρωμένα λιμάνια του Αιγαίου 2 7 κατά την εποχή αυτή της ανασφάλειας [εικ. 10], ενώ οι οχυρώ­σεις του λιμανιού και ιδιαίτερα ο πύργος του αγίου Νικολάου έχουν τα πρότυπα τους στη δυτική Ευρώπη. Ενδιαφέρουσα είναι η σύγκριση με το οχυρωμένο λιμάνι της La R o c h e l l e 2 8 στον Ατλαντικό, όπου ο πύργος του αγίου Νικολάου κατασκευασμένος το 1373 μπορεί να χρησιμο­ποιηθεί ως πρότυπο για την αποκατάσταση της αρχικής μορφής του αλλοιωμένου μετά την πολιορκία του 1480 πύργου στον πυρήνα του φρουρίου του αγίου Νικολάου. Αναλογίες εξάλλου παρουσιάζει και η διάταξη της αλυσίδας που έκλεινε το λιμάνι της La Rochelle με την διάταξη του μεγάλου και του μικρού πύργου το 1399 για την εξασφάλιση του ελέγχου της. [εικ. 11]

Ο Πύργος του Nai l lac 2 9 , γνωστός και ως «πύργος του λ ι μ α ν ι ο ύ » 3 0 ή «πύργος των Α ρ ά β ω ν » , ήταν ένα από τα πιο επιβλητικά σημεία αναφοράς ή «τοπόσημα» της ιπποτικής πόλης 3 1 , [εικ. 12] Σχεδιάστηκε ως ο «κύριος πύργος» του οχυρωματικού περιβόλου της Ρόδου, με σύλληψη περισσότερο συμβολική παρά λειτουργική, που εκφραζόταν στην εξωτερική του μορφή ως ένα οχυρωμένο καμπαναριό του Μοναστηριού δίπλα στη θάλασσα, [εικ. 13]

Ο πύργος — που μπορούμε να χαρακτηρίσουμε ως « t o u r b e f f r o i » 3 2 — εμφανίζεται

κυρίως ως τεκμήριο μιας μεταβαλλόμενης κοινωνικής κατάστασης, με τα σημάδια της διπλής

ζ6. Α. Gabriel, τ. Α', σ. 79-90 ; Κατερίνα Μανούσου-Ντέλλα, Το φρούριο του αγίου Νικολάου και η οχύρωση του μεσαιωνικού λιμανιού «Μανδράκι» κατά τον 15ο αι., Τα παράκτια οχυρά και η άμυνα των λιμανιών, Πρακτικά ημερίδας, Αθήνα, 2002, σ. 31-48.

27- Χρυσούλα Τζομπανάκη, Θαλασσινή τριλογία του Χάνδακα. Το λιμάνι, τα νεώρια, το φρούριο στη θάλασσα, Ηράκλειο, 1997 ; Δώρα Μονιούδη-Γαβαλά, Η πόλη της Χίου. Κοινωνία, Πολεοδομία, Αρχιτεκτονική, Χίος άνευ χρονολογίας, σ. 30-64; Νίκος Λιανός, Το λιμάνι της Χίου διάμεσου των περιηγητών, Ξένοι ταξιδιώτες στη Χίο. Πρακτικά Γ' Συνεδρίου Χίου, Χίος, 1 9 9 1 . σ. 65-76·

28. Jean Mesqui, Une double révolution à la Rochelle. La tour Saint-Nicolas, στο Bulletin monumental,

τ. 148 II, 1990, σ. 155-190.

29. Katerina Manoussou-Ntella, Le paysage culturel et les monuments symboles disparus de la ville de

Rhodes, στο Europa nostra, Bulletin 64 (2010), σ. 59-74.

30. Giacomo Bosio, Dell’Istoria della sacra religione et illustrissima militia di San Giovanni Gerosolimi-

tano, Roma, 1692, σ. 351 , 293.

31. Gabriel, τ. Α', σ. 72, 73 ; Κ. Μανούσου-Ντέλλα, ό. π. (σημ. 26), σ. 27-42.

Τ Ο Π Α Λ Α Τ Ι T O T Μ Ε Γ Α Λ Ο Υ Μ Α Γ Ι Σ Τ Ρ Ο Υ Κ Α Ι Ο Ι Μ Ε Σ Α Ι Ω Ν Ι Κ Ε Σ Ο Χ Υ Ρ Ω Σ Ε Ι Σ 79

Fig. 12. - Gravure où sont représentées la muraille du port médiéval de Rhodes et la tour de Naillac

(Berg, 1862).

Fig. 13. - Plan de restitution

graphique de la section de la tour

de Naillac.

Fig. 14. - Ancienne photo de la

tour de Naillac avant son écroule-

ment en 1863 (photo M.E.E).

Fig. 15. - La tour de Bassoues

d'Armagnac.

ανάγκης να προσφέρει στον κατακτητή ενισχυμένη ασφάλεια και στον ξένο μία απόδειξη δεδηλωμένης ισχύος, [εικ. 14] Κύρια λειτουργία του ήταν η εποπτεία της ακτής γύρω από το Β Α άκρο του νησιού προς τις ακτές της Μικράς Ασίας, ενώ στο επίπεδο του μόλου, που σώζεται σε καλή κατάσταση και σήμερα, περιλάμβανε την διάταξη ελέγχου της αλυσίδας που έκλεινε την είσοδο του λιμανιού.

3 2. Jean Mesqui, Châteaux et enceintes de la France médiévale : de la défense à la résidence. 1. Les organes de

la défense, 1 9 9 1 , σ. 96-99. Πρόκειται για ότι η γερμανική αρχαιολογία ονομάζει « bergfried » ή « beffroi » στα γαλλικά, όρος που δυστυχώς περιορίζεται στους αστικούς πύργους.

8 ο R H O D E S E T L E S « C H E V A L I E R S D E R H O D E S »

Fig. 16. - Gravure des fortifications du port médiéval et

de la tour qui porte les armes du grand maître Naillac.

(Flandin, 1853).

Fig. 17. - La tour de France au

château Saint-Pierre à Bodrum.

Το γενικό σχέδιο φαίνεται να συνδυάζει επιρροές από την Προβηγκία — Παλάτι των Αρχιεπισκόπων της Narbonne του 131833 αλλά και από πολυάριθμους πύργους άλλων περιοχών της Γαλλίας, της Φλάνδρας, της Γερμανίας, της Ελβετίας 3 4 και της Ισπανίας. Ένα από τα πλησιέστερα στις αναλογίες και τον τύπο του πύργου του Naillac παραδείγματα είναι ο θαυμάσιος πύργος, ο καλύτερα διατηρημένος στο νότο της Γαλλίας, στο Bassoues d’Arma-g n a c 3 5 που κτίστηκε από τον αρχιεπίσκοπο της Auch, Arnaud Aubert. [εικ. 15] Αυτός ο μεμονωμένος πύργος με τετράγωνη κάτοψη, που είναι παλαιότερος από αυτόν της Ρόδου, χρονολογείται στο 1 4 0 αι. (1370-138ο). Το ύψος του είναι περίπου 40 μ. και το πλάτος του 12 μ. σχεδόν πανομοιότυπα με αυτά του Naillac. Πρέπει να επισημάνουμε ότι και αυτός πύργος περιλαμβάνει έναν υποτυπώδες τελείωμα οκταγωνικής κάτοψης σε εσοχή, που κατά κάποιο τρόπο προαναγγέλει τον πύργο της Ρόδου.

Στην οχυρωματική αρχιτεκτονική των Ιωαννιτών ιπποτών παρατηρούνται σαφέστατες αναλογίες με δύο ακόμη πύργους, που ανάγονται επίσης στην περίοδο του μεγάλου μαγίστρου Naillac, από τη συγκριτική μελέτη των οποίων προκύπτουν στοιχεία για την γραφική αποκα­τάσταση του χαμένου πύργου. Πρόκειται για τον πύργο του Κολλάκιου που δέσποζε στο

3 3· Gabriel, τ. Α', σ. 1 3 7 ; Ε. Viollet-le-Duc, Dictionnaire de l'architecture médiévale, Paris, 1997, τ. 7, σ. 25,

εικ. 13.

34. Rie Berger, Les châteaux de la Suisse, 1994, σ. 6z . Αναλογίες διαπιστώνονται με τον ογκώδη πύργο του φρουρίου Saint-Maire στη Λωζάννη, η κατασκευή του οποίου ανάγεται στο 1425·

3 $ · François Enaud, Les châteauxforts en France, Paris, 1958 ; J . Pandellé, L'Astarac et le Pardiac : Bassoues-Mirande-Simorre (Histoire, géographie, tourisme), Condom, 1966.

Τ Ο Π Α Λ Α Τ Ι T O T Μ Ε Γ Α Λ Ο Υ Μ Α Γ Ι Σ Τ Ρ Ο Τ Κ Α Ι Ο Ι Μ Ε Σ Α Ι Ω Ν Ι Κ Ε Σ Ο Χ Υ Ρ Ω Σ Ε Ι Σ 8 ι

κέντρο του Λιμανιού της Ρόδου, [εικ. 16] καθώς και για τον « πύργο της Γαλλίας » 3 6 στο ιππο­τικό φρούριο του αγίου Πέτρου στην Αλικαρνασσό ή Μποντρούμ. [εικ. 17] Φαίνεται ότι το άνω τμήμα του πύργου καταστράφηκε και ανακατασκευάσθηκε ήδη κατά την ιπποτοκρατία και μόνο ένας γωνιακός πυργίσκος προδίδει την αρχική του μορφολογία. Δυστυχώς σήμερα, μετά την εκ νέου καταστροφή του κατά τη διάρκεια του Α' παγκοσμίου πολέμου, έχει ανακα­τασκευασθεί με εντελώς σύγχρονο τρόπο και χρήση οπλισμένου σκυροδέματος για την στέγαση του δεύτερου, κύριου, ορόφου του.

Αυτό που είναι χαρακτηριστικό και ίσως μοναδικό μεταξύ των έργων οχυρωματικής αρχι­τεκτονικής του μεσαίωνα είναι ο τέταρτος όροφος οκταγωνικής κάτοψης σε εσοχή από τα κατακόρυφα επίπεδα των όψεων του πύργου της Ρόδου. Δεν είναι απολύτως ξεκάθαρο αν υπήρχε ήδη στην αρχική του φ ά σ η 3 7 ή αποτελεί μεταγενέστερη προσθήκη, πάντως πριν το 1 4 8 0 3 8 . Κατά τη γνώμη μου είναι αρχική μορφή, που ανταποκρίνεται στον κυρίαρχο προορισμό της επιτήρησης των λιμανιών. Είναι προφανές ότι ο ανώτερος όροφος περιελάμ­βανε ένα δώμα στα 46 μ. ύψος από την επιφάνεια της θάλασσας, [εικ. 13]

Αξιοποιώντας στοιχεία που προκύπτουν κυρίως από αρχειακές πηγές των Ιωαννιτών Ιπποτών 3 9 αλλά και από επί τόπου σωζόμενα υπολείμματα κατασκευών 4 0 μπορούμε να συμπεράνουμε ότι οι βυζαντινές οχυρώσεις, τόσο του φρουρίου όσο και της «κάτω πόλης» ή « χ ώ ρ α ς » , ήταν εν χρήσει τη χρονική στιγμή της κατάληψης της Ρόδου από τους Ιωαννίτες ιππότες το 1306-1309. [εικ. 3] Κατά τα πρώτα χρόνια της ιπποτοκρατίας και μέχρι τις αρχές του 15ου αι. διατηρήθηκαν ανέπαφα και ενισχύθηκαν τα τείχη του πρωτοβυζαντινού φρουρίου του 7 ο υ αι. ή Κολλάκιου της ιπποτικής πόλης 4 1 , [εικ. 9] Το τμήμα αυτό της πόλης, όπου συνα­θροίζονταν οι αδελφοί μοναχοί, υποδιαιρέθηκε στις αρχές του 14 ο υ αι. σε δύο τμήματα 4 2 : Το Μοναστήρι ή « C o u v e n t » στα δυτικά και το πιο κοσμικό ανατολικό τμήμα όπου ήταν το συγκρότημα της Λατινικής Μητρόπολης — Παναγιά του Κάστρου — το Νοσοκομείο και ο Ταρσανάς. Το ενδιάμεσο αυτό «τείχος» είχε περισσότερο το χαρακτήρα της οχύρωσης των

3 6. Amedeo Maiuri, I castelli dei cavalieri di Rodi a Cos et a Bodrum, στον Annuario della regia Scuola archeologica di Atene e delle missioni italiane in Oriente IV-V ( 1 9 2 1 - 1 9 2 2 ) , σ. 290-343 ; Stephen Spiteri, Fortresses of the Knights, Malta, 2001, σ. 204-218 ; Antony Luttrell, The later history of the Maussoleion and its utilisation in the Hospitaller Castle at Bodrum, The Maussoleion at Halicarnassus (Reports of the Danish Archeological Expedition to Bodrum), τ. 2, Aarhus, 1986, σ. 1 1 4 - 2 1 4 .

37. Claudia Barsanti, Rodi descritta e illustrata nel Liber insularum Archipelagi di Cristoforo Buondel-monti, στο 15 χρόνια έργων αποκατάστασης στη μεσαιωνική πόλη της Ρόδου, Πρακτικά, τ. Α', σ. 266-278.

38. Ο πύργος απεικονίζεται με την τελική του μορφή στο χειρόγραφο του Guillaume Caoursin, που χρονολο­γείται στο 1480 και φυλάσσεται στην Εθνική Βιβλιοθήκη των Παρισίων (ms. latin 6067).

39· Α. Luttrell, ό. π. (υποσημ. 17) σ. 63-68. 40. Κ. Μανούσου-Ντέλλα-Ε. Παπαβασιλείου, ό. π. (υποσημ. 12) , σ. 583-602 ; Ηλίας Κόλλιας, Η παλαιοχρι­

στιανική και βυζαντινή Ρόδος. Η αντίσταση μιας ελληνιστικής πόλης, στο Ρόδος 2.400 χρόνια, Πρακτικά, Αθήνα, 2οοο, τ. Β, σ. 299-308, και Κ. Μανούσου-Ντέλλα, ό. π. (υποσημ. 7), σ. 27-42.·

4 ΐ . Η. Κόλλιας, ό. π. (υποσημ. 2), σ. 81-1ο8. 42. Κατερίνα Μανούσου-Ντέλλα, Η πρώιμη μεσαιωνική οχύρωση της πόλης της Ρόδου, στο 15 χρόνια έργων απο­

κατάστασης στη μεσαιωνική πόλη της Ρόδου, Πρακτικά, τ. Α', σ. 333-335 ; CI. Barsanti, ό. π. (υποσημ. 37)

82 R H O D E S E T L E S « C H E V A L I E R S D E R H O D E S »

εξωτερικών τοίχων των κτισμάτων και ήταν ιδιαί­τερα ασθενές, με πάχος = ο,6ο μ. και μικρής κλίμακας πυργίσκους, [εικ. 8]

Το νέο οχυρωματικό πρόγραμμα της πρω­τεύουσας του Τάγματος ξεκίνησε από την περιοχή του μεγάλου — εμπορικού — λιμανιού στα νότια της βυζαντινής θαλασσινής πύλης του φρουρίου 4 3. [εικ. 18] Το οικόσημο του μεγάλου μαγίστρου Hélion de Villeneuve (1390-1346) βρίσκεται εκεί εντειχισμένο μαζί με το οικόσημο του μεγάλου μαγί­στρου Orsini (1467-1476), ο οποίος σε μεταγενέ­στερη περίοδο έδωσε στην οχύρωση του μετώπου του λιμανιού τη σημερινή μορφή τ η ς 4 4 . Το παλαι­ότερο αυτό τείχος του 14ου αι. ήταν ασθενέστερο και χαμηλότερο και αναφέρεται σε ιπποτικό έγγραφο 4 5

του 1452, της εποχής του μεγάλου μαγίστρου Jean de Lastic (1437-1454) ως « προτείχισμα » ή bar­bacana. Η πύλη που οδηγούσε από το λιμάνι και την παλιά αποβάθρα προ της βυζαν­τινής «θαλασσινής π ύ λ η ς » , στην ιπποτική magna et communis platea, η οποία είχε την διπλή όψη με τα σημερινά οικόσημα προς το εσωτερικό της πόλης αναφέρεται στο ίδιο έγγραφο ως « μεσαία πόρτα που οδηγούσε στον μεταξύ του τείχους του μπούργκου και του προτειχίσματος χώρο της πόλης » [εικ. 19]. Η ίδια πύλη φαίνεται να ονο­μάζεται « πύλη Arnaldi » το 1391 και « πύλη της Καστελλανίας »46 το 1475.

Fig. 18. - La porte « A r n a u d » ou de la « Châtellenie » .

Fig. 19. - Évolution des remparts dans la région de la porte

de la Marine.

43. Κ. Μανούσου-Ντέλλα, ό. π. (υποσημ. 42), πιν. 292-293· 44· Giacomo Bosio, ό. π. (υποσημ. 30), σ. 335, όπου αναφέρεται ότι το 1472 « …o μέγας μάγιστρος [Orsini]

ανέλαβε την υποχρέωση να κάνει εκατό canne (μονάδα μήκους ίση περίπου με δύο μέτρα) τείχους γύρω από την πάλη, από την πλευρά της θάλασσας, με έξοδα του ύψους έξη canne και πλάτους μίας, με κάποιες διευ­κολύνσεις που του δόθηκαν υποσχόμενος να το τελειώσει εντός του επόμενου Μαρτίου. Και διορίστηκε επιθεωρητής της οχύρωσης ο Fra Pietro d'Aubusson, Μπαλής του Lureuil κai Καπετάνιος της πάλης της Ρόδου. Και σύμφωνα με την αναφορά και τη γνώμη του ενισχύθηκαν τα έργα, τόσο γύρω από τα τείχη όσο και οι τάφροι στους τόπους που σημείωσε αυτός ότι είναι πιο αναγκαίο να οχυρωθούν… »

45· Κ. Μανούσου-Ντέλλα, ό. π. (υποσημ. y), σ. 32-33·

Τ Ο Π Α Λ Α Τ Ι T O T Μ Ε Γ Α Λ Ο Υ Μ Α Γ Ι Σ Τ Ρ Ο Τ Κ Α Ι Ο Ι Μ Ε Σ Α Ι Ω Ν Ι Κ Ε Σ Ο Χ Τ Ρ Ω Σ Ε Ι Σ 8 3

Fig. 20. - La muraille du x i v e siècle au sud-est du

môle des Moulins.

Δεν μπορεί να προσδιοριστεί επακριβώς το μήκος του πρώιμου αυτού προτειχί-σματος, η κατασκευή του οποίου τεκμηριώ­νεται με δόμους ύψους = 0,50 μ. Νεότερη εξάλλου γραπτή π η γ ή 4 7 αναφέρει ότι ο μεγάλος μάγιστρος Dorde de Gozon (1346-1353) «κατασκεύασε το μόλο και έκλεισε από τη θάλασσα το βούργο της Ρόδου ».

Τα τείχη της περιόδου αυτής τόσο κατά μήκος της ανατολικής πλευράς του μόλου των Μύλων [εικ. 2ο] όσο και στα ανατολικά της συνοικίας που από την ύστερη αρχαιότητα κατοι­κήθηκε από Ρωμανιώτες Εβραίους 4 8, είναι ιδιαίτερα χαμηλά και ασθενή, πάχους = ο,6ο μ. και τμήματα τους σώζονται σποραδικά, ενσωματωμένα στις μεταγενέστερες τοιχοποιίες των οχυρώσεων, [εικ. 21] Πιθανότατα ο υποτυπώδης αυτός περίβολος «έκλεισε» σε μία πρώτη φάση την ανατολική — αρχικά ατείχιστη — συνοικία της μεσαιωνικής πόλης καταλήγοντας στην Ν Α γωνία της βυζαντινής οχύρωσης της « χ ώ ρ α ς » στο σημείο που δημιουργήθηκε ένας πρώιμος προμαχώνας 4 9 που προστάτευε την πύλη που εξελίχθηκε στη συνέχεια ως «πύλη του αγίου Ιωάννη ».

Fig. 11. - Disposition générale des fortifications dans

le secteur de la langue d'Italie.

46. Ηλίας Κόλλιας, Αναζητώντας τα χαμένα μνημεία της μεσαιωνικής πόλης της Ρόδου, στο 15 χρόνια έργων αποκατάστασης στη μεσαιωνική πόλη της Ρόδου, Πρακτικά, τ. Α', σ. 287; Κ. Μανούσου-Ντέλλα, ό. π. (υποσημ. 42).

47· Η. Κόλλιας, ό. π. (υποσημ. 46), σ. 288. 48. Κ. Μανούσου-Ντέλλα, ό. π. (υποσημ. j), σ. 3 7 ; της ιδίας ό. π. (υποσημ. 42), σ. 337-338. 49· Άννα Μαρία Κάσδαγλη, Κατερίνα Μανούσου-Ντέλλα, Νέες έρευνες στην οχύρωση της μεσαιωνικής πύλης

του Αγίου Ιωάννη στην πόλη της Ρόδου, στο Ρόδος 2.400 χρόνια, Πρακτικά, τ. Β, σ. 327- 340.

84 R H O D E S E T L E S « C H E V A L I E R S D E R H O D E S »

Fig. 22. - Le quartier d'Ano Ovriaki, à l'est de la ville fortifiée

(archives du Service archéologique de Rhodes, septembre 2000).

Μακρινή απήχηση της αβεβαιότητας και της σταδιακής αντικατάστασης των οχυρωμα­τικών χαράξεων της πρώιμης αυτής φάσης των οχυρώσεων με κατάργηση παλαιότερων τειχών αποτελούν τα σωζόμενα έγγραφα που αναφέρονται :

Α . Στην ύπαρξη πύλης του βυζαντινού τείχους του βούργου στις 8-11-1347 στα νότια και σε επαφή με την ιδιοκτησία που παραχωρήθηκε από τον μεγάλο μάγιστρο Villeneuve στον αστό Γεώργιο Κωστόπουλο προκειμένου να οικοδομήσει σπίτι. Η πύλη οδηγούσε στην εκκλησία του αγίου Γεωργίου του Καππαδόκη 5 0 και ανοιγόταν στο νότιο σκέλος του τείχους του βούργου σύμφωνα με την περιγραφή.

Β. Στην απόφαση του μεγάλου μαγίστρου Naillac (1396-1421) να εκκενώσει την Άνω Οβριακή συνοικία, όπως αναφέρεται σε έγγραφο του τέλους του 1422-αρχών 1 4 2 3 5 1 · Πρέπει να επισημανθεί είναι ότι στην περιοχή αυτή ήδη είχαν οικοδομηθεί και λειτουργούσαν οι

50. Α . LUTRELL, ό. π. (υποσημ. 17) , σ. 244· 51 . Ζαχαρίας Τσιρπανλής, Ανέκδοτα έγγραφα για τη Ρόδο και τις νότιες Σποράδες από το αρχείο των Ιωαννιτών

ιπποτών (1421-1453), Ρόδος, 1995, σ. 232-234; Κ. Μανούσου-Ντέλλα, ό. π. (υποσημ. 7) , σ. 36-37.

Τ Ο ΠΑΛΑΤΙ T O T ΜΕΓΑΛΟΤ Μ Α Γ Ι Σ Τ Ρ Ο Τ ΚΑΙ ΟΙ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΕΣ Ο Χ Υ Ρ Ω Σ Ε Ι Σ 85

σημαντικές γοτθικές εκκλησίες Παναγία του Μπούργκου 5 2 και η φερόμενη ως «Παναγία της Ν ί κ η ς » 5 3 . [εικ. 22] Ο ξενώνας της αγίας Αικατερίνης 5 4, που ιδρύθηκε το 1391 από τον αμιράλη Domenico de Allemagna «δίπλα στα τείχη και στην πύλη που οδηγούσε στο μόλο», περιγράφεται το 1394 _ 1395 από τον Nicolo de Martoni ως «πολυτελής ξενώνας υψηλών προσωπικοτήτων» 5 5 . Τα προβλήματα που επέφερε στην λειτουργία της πόλης και του λιμανιού η απόφαση αυτή οδήγησαν τον διάδοχο του μεγάλο μάγιστρο Fluvian να την αναιρέσει και να επιτρέψει στους Εβραίους να επιστρέψουν στα σπίτια τους και να επισκευά­σουν τη Συναγωγή τους 5 6 . Η μόνιμη εγκατάσταση των Εβραίων στην περιοχή αυτή επισφραγίσθηκε με την οικονομική συμμετοχή τους στη ενίσχυση της οχύρωσης της περιοχής αυτής, με την κατασκευή του « προμαχώνα του λιμανιού » και του « πύργου των Μ ύ λ ω ν » το 14557.

Γ. Στην παραχώρηση (στις 2 4 - 1 1 - 1 4 5 2 ) 5 8 ως οικοδομήσιμου χώρου από τον μεγάλο μάγι­στρο Lastic (1437-1454) του οικοπέδου ή πλατείας «εκεί που άλλοτε ήταν η πόρτα και ο πύργος της Ακαντιάς, στην έξοδο από το βούργο της πόλης προς τα προάστεια, όλο το μέρος με τις σκάλες από τις οποίες ανέβαινε κανείς στα κάστρα [...] χωρίς όμως να περιλαμβάνεται ο εσωτερικός δρόμος που περιτρέχει το τείχος, όπως συμβαίνει και στο υπόλοιπο μέρος της πόλης που τελευταία περιτειχίσθηκε...» Προκύπτει λοιπόν σαφώς ότι κατά την κατασκευή των «νέων τειχών» καταργήθηκαν παλαιότερα τμήματα που συμπεριλήφθησαν στον τειχι-σμένο χώρο 5 9 .

Ανάλογη ήταν η διαδικασία περιτείχισης της πόλης με παράλληλη μετατόπιση της βυζαν­τινής οχυρωματικής γραμμής στο δυτικό τμήμα της πόλης ήδη στο τέλος του 14°υ αι., όπως προκύπτει από γραπτή πηγή του 1382 6 0 , επί μεγάλου μαγίστρου Heredia (1377-1396). Εκεί αναφέρεται ότι ο μεγάλος μάγιστρος επιβεβαίωσε σε έναν ιππότη την ιδιοκτησία αγροτεμα­χίου «δίπλα στην πύλη που οδηγεί στον άγιο Στέφανο». Λίγες μέρες αργότερα ο μεγάλος μάγιστρος ανακάλεσε τη δωρεά γιατί το αγροτεμάχιο ανήκε σε κάποιους έλληνες « τ η ν εποχή της κατασκευής του τείχους των προαστίων της πόλης» επαναλαμβάνοντας ότι « στα

51. Γιώργος Ντέλλας, Οι μεγάλες ιπποτικές εκκλησίες της Ρόδου. Παναγιά του Κάστρου, Άγιος Ιωάννης του Κολλάκιου, Παναγιά του Μπούργκου, στο 15 χρόνια έργων αποκατάστασης στη μεσαιωνική πόλη της Ρόδου, Πρακτικά, τ. Α', σ. 370-395·

53. Γιώργος Ντέλλας, Οι σταυροθολιακές εκκλησίες της μεσαιωνικής Ρόδου, στο Ρόδος 2.400 χρόνια, Πρακτικά, τ. Β, σ. 355-357 ; Η. Κόλλιας, ό. π. (υποσημ. 46), σ. 293-296.

54. Θανάσης Αναπολιτάνος, Αννα Μαρία Κάσδαγλη, Κατερίνα Μανούσου-Ντέλλα, Η αποκατάσταση του ιπποτικού ξενώνα της αγίας Αικατερίνης στη μεσαιωνική πόλη της Ρόδου, στο Πρακτικά 4ου Διεθνούς Συνε­δρίου για τη συντήρηση των μνημείων της Μεσογείου, Ρόδος, 1997, σ. 484-499.

55. Gabriel, La Cité de Rhodes, τ. Β', 1923, σ. 102-106.

56. Ζ. Τσιρπανλής, ό. π. (υποσημ. 51). 57. Ο ιδ., ό. π. (υποσημ. 51) , σ. 596 και σ. 6 ι 6 . 58. Ο ιδ., ό. π. (υποσημ. 51)> σ. 719, έγγραφο αριθ. 3 1 1 . 59. Κ. Μανούσου-Ντέλλα, ό. π. (υποσημ. 8), σ. 38-41· 6ο. Άννα Μαρία Κάσδαγλη, Κατερίνα Μανούσου-Ντέλλα, Ο προμαχώνας του αγίου Γεωργίου, το πιο εξελιγμένο

οχύρωμα των Ιωαννιτών ιπποτών στη Ρόδο, ΔΧΑΕ, Αθήνα, 2007, σ. 124-125.

86 R H O D E S E T LES « C H E V A L I E R S D E R H O D E S »

ανατολικά του ήταν το τείχος της πόλης, στα βόρεια ο δρόμος που οδηγεί από την πύλη του τείχους στην εκκλησία του αγίου Στεφάνου, στα δυτικά άλλος δρόμος και στα νότια ο δρόμος που οδηγεί στον άγιο Φλώρο ? »

Το μεγάλο οικοδομικό πρόγραμμα κατασκευής των « νέων τειχών » της πόλης ξεκινά στις αρχές του 15ου αι. και οι νέοι πύργοι που ολοκληρώθηκαν κατά κανόνα επί μεγάλου μαγίστρου Antoni Fluvian κατά μήκος της δυτικής και της νότιας ευπρόσβλητης πλευράς του χερσαίου τείχους είναι πανομοιότυποι αρχικά τετράγωνοι, σε απόσταση από το κυρίως τείχος, προς το οποίο είναι ouvert a gorge. Ο τρόπος κατασκευής τους έλκει τις ρίζες του στη βυζαντινή κατα­σκευαστική παράδοση με συστηματική χρήση αρχαίου οικοδομικού υλικού. Είναι τεκμηριω­μένο από γραπτές πηγές 6 1 ότι ήδη το 1357-1369 (όταν Μητροπολίτης ήταν ο Νείλος Διασορινός) επί μεγάλων μαγίστρων Roger de Pins και Raymond Bérenger, τα λείψανα των επιβλητικών ελληνιστικών τειχών στα νότια της πόλης χρησίμευαν ως χώροι λατόμευσης για την κατασκευή των τειχών από τους ιππότες.

Fig. 23. - Vue aérienne du bastion Saint-

Athanase et de la tour Sainte-Marie (archives

du Service archéologique de Rhodes, septem-

bre 2000).

Fig. 24. - La tour de France au môle des Moulins (archives

du Service archéologique de Rhodes, septembre 2000).

Γύρω στο 1441 επί μεγάλου μαγίστρου Jean de Lastic, πριν την πολιορκία των Μαμελού-κων της Αιγύπτου το 1444, εμφανίζονται οι πρώτοι μεσαιωνικοί κυλινδρικοί πύργοι στην οχύρωση της Ρόδου. Από την τυπολογική και κατασκευαστική τους ανάλυση προκύπτει ότι πρόκειται για πανομοιότυπους πύργους στον πυρήνα των μεταγενέστερων προμαχώνων της Αγγλίας ή του αγίου Αθανασίου 6 2 [εικ. 23] και της Ιταλίας ή του Carretto 3 . Ακριβώς ίδιος ήταν και ο σήμερα χαμένος γωνιακός πύργος του αρχάγγελου Μιχαήλ στον τομέα της Γερμα-

61. Ηλίας Κόλλιας, Άγιος Φανούριος : ένας μεταλλαγμένος άγιος, στο ΧΑΡΙΣ ΧΑΙΡΕ, τ. Β', σ. 286-287. 62. Gabriel, τ. Α, σ. 43-44· 63. Κ. Μανούσου-Ντέλλα, ό. π. (υποσημ. 42) , σ. 338, πιν. 304·

Τ Ο Π Α Λ Α Τ Ι T O T Μ Ε Γ Α Λ Ο Τ Μ Α Γ Ι Σ Τ Ρ Ο Τ Κ Α Ι Ο Ι Μ Ε Σ Α Ι Ω Ν Ι Κ Ε Σ Ο Χ Τ Ρ Ω Σ Ε Ι Σ 87

νίας, ίχνη της κάτοψης και της τομής του οποίου σώζονται in situ, ενώ το πρώιμο ανάγλυφο του αγίου βρίσκεται εντειχισμένο στο πρόχωμα της Γερμανίας6 4. Στη συνέχεια οι οχυρώσεις της Ρόδου προσφέρονται για την παρακολούθηση της εξέλιξης των κυλινδρικών πύργων και των πρώιμων προμαχώνων του εντατικού εργαστηρίου οχυρωματικής που απετέλεσαν οι οχυρώσεις της Ρόδου κατά την μεταβατική περίοδο της γενίκευσης της χρήσης των κανονιών. Διακρίνουμε τετράπλευρους πύργους που μετασκευάσθηκαν σε κυλινδρικούς6 5, παλαιότερου τύπου κυλιν­δρικούς πύργους που επιχώθηκαν και επενδύθηκαν εξωτερικά 6 6, προκειμένου να αυξηθεί η αντοχή τους στη πρόσκρουση των κανονιών, και βέβαια τους πιο εξελιγμένους μορφολογικά και κατασκευαστικά πύργους των Μύλων 6 7 , [εικ. 24] που ολοκληρώθηκε επί μεγάλου μαγί-στρου Lastic, του αποστόλου Παύλου, όπου ο μ. μ. Pierre d'Aubusson αντικατέστησε τον παλαιότερο — πιθανότατα ορθογώνιο — «πύργο του T r e b u c » 6 8 , του αποστόλου Πέτρου 6 9

και κυρίως του αγίου Νικολάου 7 που ολοκληρώθηκαν επί μ. μ. Zacosta.

Από την ανάλυση αυτή προκύπτει ότι :

Α . Η εφαρμογή του νέου οχυρωματικού προγράμματος της πόλης της Ρόδου από τους Ιωαννίτες ιππότες ξεκίνησε στις αρχές του 15 ο υ αι., συστηματοποιήθηκε, εντατικοποιήθηκε μετά την εμπειρία της πολιορκίας του 1444 και αναθεωρείτο διαρκώς ανάλογα με τις νέες εξελίξεις της οχυρωματικής τεχνικής μέχρι την ολοκλήρωση του.

Β. Βασίστηκε στη ντόπια κατασκευαστική παράδοση 7 1 και χρησιμοποίησε πρότυπα που έφθαναν από την δυτική Ευρώπη με επί τόπου σχεδιασμό των οχυρωματικών έργων. Ήδη από το τρίτο τέταρτο του 14ου αι. τα οχυρωματικά έργα εκτελούντο βάσει σχεδίων που παρεδί-δοντο από τους ιππότες στον υπεύθυνο του έργου.

64. Ά.-Μ. Κάσδαγλη, Κ. Μανούσου-Ντέλλα, ό. π. (υποσημ. 6ο), σ. 120 και εικ. 8 ; Jean-Bernard de Vaivre, Autour du grand siège de 1480. Descriptions de Rhodes à la fin du XVe siècle, στο Société de l'Histoire de

l'Ordre de Malte, Bulletin n° 22 (2009), σ. 66, εικ. 34, όπου στην περιγραφή ενός αυτόπτη μάρτυρα-πιθα-νότατα στρατιώτη-κατά το έτος 1480 αναφέρεται, στον τομέα της Γερμανίας και σε απόσταση 114βημάτων από την πύλη του αγίου Αντωνίου και 190 βημάτων από τον προμαχώνα του αγίου Γεωργίου, ο πύργος του αγίου Μιχαήλ ως «ωραίος κυλινδρικός πύργος με επάλξεις-machicoulis».

65. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο δεύτερος πύργος του τομέα της Προβηγκίας, βλ. Κατερίνα Μανούσου-Ντέλλα, Σχέδιο προστασίας - διαμόρφωσης - ανάδειξης του μνημειακού συνόλου των μεσαιωνικών οχυρώσεων της πόλης της Ρόδου, Ρόδος, 2οο8, σ. 76-79.

66. Χαρακτηριστικά παραδείγματα παλαιών πύργων που επιχώθηκαν είναι πάρα πολλά κυρίως στο χερσαίο τμήμα του τείχους, Αναφέρουμε τους πύργους εποχής Fluvian-Lastic στον πυρήνα των προμαχώνων του αγίου Γεωργίου, Ισπανίας και αγίου Ιωάννη, τον «πύργο της Παναγιάς» και του αγίου Αθανασίου, τον πύργο του αποστόλου Πέτρου, καθώς και τους ενδιάμεσους πύργους του τομέα της Αγγλίας. Ο παλιός πύργος της Ιταλίας στον πυρήνα του προμαχώνα del Carretto δεν επιχώθηκε αλλά επενδύθηκε περιμε­τρικά, βλ. και Gabriel, ό. π. (υποσημ. 15)·

67. Κατερίνα Μανούσου-Ντέλλα, Οι θαλάσσιες οχυρώσεις και τα λιμάνια της πόλης της Ρόδου, ΔΧΑΕ (2009),

σ. 74-79.

68. Gabriel, τ. Α', σ. 24-25. 69. Ο ιδ., σ. 75-76.

70. Ο ιδ., σ. 79"90 > Κ. Μανούσου-Ντέλλα, ό. π. (υποσημ. 26), σ. 31-48. 7 1 . Ηλίας Κόλλιας, Μάστορες, πρωτομάστορες και μηχανικοί των μεσαιωνικών οχυρώσεων της Ρόδου, ΔΧΑΕ

(1998), σ. 149-164·

88 R H O D E S E T L E S « C H E V A L I E R S D E R H O D E S »

Γ. Επικεφαλής των έργων κατά την οικοδομική αυτή περίοδο ήταν βυζαντινής παράδοσης «πρωτομάστορες» από τους οποίους κάποιος ονόματι Μανουήλ Κούντης ή Κόντης μνημο­νεύεται ως ο «Πρωτομάστορας των νέων τειχών της Ρόδου», που ολοκληρώθηκαν το 1457 επί μ. μ. Milly, στην μαρμάρινη αναμνηστική πλάκα που σώζεται εντειχισμένη στην πύλη του αγίου Ιωάννη, ακριβώς στο σημείο συναρμογής του παλαιού με το « νέο τείχος » 7 2 .

Fig. 2 5 . · – La porte de la Marine de Pierre d'Aubusson (archives du Service archéolo-

gique de Rhodes, septembre 2000).

Fig. 26. ‒ L'aspect de la ville pendant le siège de 1480 sur le

panneau d’Épernay (J.-B. de Vaivre, 2009).

Δ. Μέχρι το 1480 δεν προκύπτει αλλαγή στην οργάνωση της κατασκευής των οχυρωμα­τικών έργων, αφού από το Ι472.ο μ. μ. Orsini όρισε τον Pierre d'Aubusson επόπτη όλων των οχυρωματικών έργων 7 3 . Τη θέση αυτή κράτησε ο Pierre dAubusson μέχρι το 1476 που εκλέ­χτηκε μάγιστρος. Το 1478 ολοκληρώθηκε η κατασκευή της θαλασσινής πύλης που αποτελεί χαρακτηριστικό έργο με σαφείς συμβολικές προθέσεις 7 4 [εικ. 25]. Ως προς τη γενική της διάταξη παρουσιάζει σαφείς ομοιότητες με την κύρια είσοδο του φρουρίου του αγίου Ανδρέα της Villeneuve-lès-Avignon που κτίστηκε από τον Φίλιππο τον ωραίο στα τέλη του 13ου αι. Αποτελεί όμως μια πιο κομψή και εξελιγμένη προσαρμογή του τύπου αυτού της «Καστρό-π ο ρ τ α ς » 7 5 στην κλίμακα των ροδιακών θαλασσινών οχυρώσεων και στα πολεοδομικά δεδο­μένα της θέσης που εντάχθηκε με εσωτερική όψη προς το κέντρο της «μεγάλης κοινής πλατε ίας» 7 6 . Τέλος τον Δεκέμβρη του 1476, μετά από θεομηνία 7 7 που οδήγησε σε κατάρ­ρευση τμήματος του βυζαντινού τείχους του λιμανιού, [εικ. 26] το Συμβούλιο του τάγματος

72. Άννα Μαρία Κάσδαγλη, Κ. Μανούσου-Ντέλλα, ό. π. (υποσημ. 49). 73. G. Bosio, ό. π. (υποσημ. 30). 74· Κατερίνα Μανούσου-Ντέλλα, Μορφολογικά στοιχεία των μεσαιωνικών πυλών της πόλης της Ρόδου,

Γλυπτική και λιθοξοική στη λατινοκρατούμενη Ανατολή (13ος-17ος ai), Ηράκλειο, 2007, σ. 233-236. 75· Ε. Viollet-Le-Duc, Dictionnaire de l'architecture médiévale, τ. III, σ. 34 ; Gabriel, τ. Ά, σ. 137· 76. Η. Κόλλιας, ό. π. (υποσημ. 2). 77. Α. Τσοπανάκης, Στο περιθώριο του κατακλυσμού του 1476, στο Ροδωνιά 2 ( 1994), σ. 551-559.

Τ Ο Π Α Λ Α Τ Ι T O T Μ Ε Γ Α Λ Ο Τ Μ Α Γ Ι Σ Τ Ρ Ο Τ Κ Α Ι Ο Ι Μ Ε Σ Α Ι Ω Ν Ι Κ Ε Σ Ο Χ Ύ Ρ Ω Σ Ε Ι Σ 8α

αναθέτει στον ίδιο τον Pierre d'Aubusson ως «εργολάβο» να το ανοικοδομήσει τονίζοντας ότι «κανένας άλλος δεν έχει τη σχετική καταλληλότητα και μεγάλη ευκολία και επιμέλεια να το εκτελέσει» και αναφέροντας ότι «έχει και δούλους και τεχνίτες». Το έργο αυτό τελείωσε, σε χρόνο ρεκόρ, το δεύτερο εξάμηνο του 1478·

Παράλληλα με την ανακατασκευή εκ βάθρων του κυρίως τείχους, στο τμήμα του που κατέρρευσε με τον κατακλυσμό του 1476 στα βόρεια της Παναγίας του Κάστρου, προχώρησε σε εργασίες πλήρους αναδιαμόρφωσης του «τείχους του Τ α ρ σ α ν ά » 7 8 , από τον πύργο του Naillac μέχρι τον παλιό πύργο του Pagnac προς το μικρό λιμάνι Μανδράκι.

Στην πραγματικότητα βέβαια η σημαντικότερη τομή στην εξέλιξη των οχυρωματικών έργων των Ιωαννιτών στη Ρόδο ήταν η πολιορκία των Οθωμανών Τούρκων του 1480, η οποία επέφερε μεγάλες ζημιές στα οχυρώματα 7 9. Έγινε πλέον αντιληπτό ότι δεν ήταν αρκετές οι εμπειρικές γνώσεις των μαστόρων και των στρατιωτικών για να οχυρωθεί σωστά μια θέση. Απαιτούνται γνώσεις μαθηματικών και μηχανικής. Ο πρώτος βέβαια που αντιλήφθηκε και αντιμετώπισε αυτή τη νέα πραγματικότητα ήταν ο ίδιος ο Pierre d’Aubusson ο οποίος, όπως πρόσφατα τεκμηριώθηκε από αρχειακές πηγές 8 0 , για πολλά χρόνια πριν το 1501 χρησμο-ποίησε της γνώσεις και το ταλέντο του μηχανικού και αρχιτέκτονα από την Κρεμόνα Barth-olino da Castiglione.

Πλήθος μηχανικών, κυρίως Ιταλοί , τον ακολούθησαν και προσέφεραν τις υπηρεσίες τους τα τελευταία 42 δραματικά για τη Ρόδο και τους Ιππότες χρόνια βασανιστικής αναμονής της ακόμη μεγαλύτερης επίθεσης για την κατάληψη του τελευταίου προπύργιου της Χριστιανο­σύνης στη Μεσόγειο. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον για περαιτέρω διερεύνηση παρουσιάζει η πιθανό­τητα μεταφοράς προτύπων και από τα μεγάλα κέντρα της Ανατολής με τα οποία η Ρόδος είχε στενές σχέσεις κατά τον Μεσαίωνα. Αξιοσημείωτη είναι η εμφανής τυπολογική και μορφολο­γική συγγένεια της οχύρωσης της πύλης Emery d’Amboise 8 2 , που χρονολογείται μετά το 1501 με την κεντρική πύλη του φρουρίου Qaitbay των Μαμελούκων της Αλεξάνδρειας 8 3 που χρονολογείται μεταξύ 1477 και 1479.

78. G. Bosio, ό. π. (σημ. 30), όπου αναφέρεται σ. 351: «διατάχθηκε ότι θα έπρεπε να φροντίσουν για το χαλα­σμένο τείχος στον Ταρσανά και οι αναγκαίες επιδιορθώσεις θα έπρεπε να γίνουν γρήγορα» ... αποφασί­στηκε ότι θα τειχιζόταν η « πύλη του Ταρσανά » (1475) . 358 καθορίστηκε ότι « τα αναφερθέντα τείχη του Ταρσανά θα έπρεπε να γίνουν σε μήκος και πάχος δεκαοκτώ παλαμών... » (1476) και σ. 364 «ότι πάνω απ'όλα θα έπρεπε να τελειώσει το νέο τείχος του Ταρσανά ως πράγμα πάρα πολύ σημαντικά. Γι’αυτό (ο μεγάλος μάγιστρος d’Aubusson) πήρε πάνω του τη φροντίδα και το ανέλαβε. Καθορίζοντας εννέα φιορίνια και μισό της Ρόδου για κάθε κάννα, όπως πληρώνονταν ήδη από τον προκάτοχα του... » (1476) ·

79. Ettore Rossi, Assedio e conquista di Rodi nel 1522 secondo le relazioni edite e inedite dei Turchi, Ρώμη,

1927· 80. Jean-Marc Roger, Nouveaux regards sur des monuments des Hospitaliers à Rhodes, στο Journal des

savants, 2007, σ. 126-128.

81. H. Κόλλιας, ό. π. (υποσημ. 7 1 ) ; J.-M. Roger, ό. π. (υποσημ. 80), σ. 124-126. 8 ι . Κ. Μανούσου-Ντέλλα, ό. π. (υποσημ. 74). σ. 239-242. 83. Kathrin Machinek, Le fort Qaitbay Alexandrie, Αλεξάνδρια, 2009, σ. 3-8, εικ. 19, 3 0 , 3 3 . Ο πρωτομά­

στορας του φρουρίου ήταν ένας σκλάβος που καταγόταν από τη Δύση και ειδικότερα τη Γερμανία, του οποίου το όνομα είναι άγνωστο.

90 R H O D E S E T LES « C H E V A L I E R S D E R H O D E S »

Fig. 27. - Le bastion Saint-Georges

(archives du Service archéologique de

Rhodes, septembre 2000).

Fig. 28. - Le palais du grand maître (archives du Service

archéologique de Rhodes, septembre 2000).

Τα οχυρωματικά έργα που προέκυψαν ιδιαίτερα στους ογκώδεις προμαχώνες του χερσαίου τείχους θεωρούνται παγκοσμίως πρωτοποριακές εφαρμογές πιο εξελιγμένων οχυρωματικών στοιχείων, με αποκορύφωμα τον προμαχώνα του αγίου Γεωργίου 8 4 [εικ. 27] που είναι ευρύ­τατα γνωστός ως πρόδρομος του bastione, η χρήση του οποίου σύντομα γενικεύτηκε στη Δύση. Η ιδιαίτερη αξία των πολύπλοκων οχυρωματικών έργων της Ρόδου αυξάνεται από το γεγονός ότι η μορφή τους « π ά γ ω σ ε » στο 1522. με την κατάληψη της πόλης από τους Οθωμανούς. Οι ογκώδεις επιχωματωμένες κατασκευές αποτελούν στην κυριολεξία ένα παλίμψηστο στο εσωτερικό του οποίου διασώθηκαν μερικές από τις πιο αβέβαιες και σπάνιες οχυρωματικές χαράξεις, πολύτιμες για τη μελέτη της εξέλιξης των οχυρών της μεταβατικής περιόδου πριν και μετά τη γενικευμένη χρήση της πυρίτιδας 8 5.

Στο πιο οχυρό σημείο της πόλης, πάνω στο χαρακτηριστικό φυσικό έξαρμα του εδάφους

ανάμεσα στα δύο κεντρικά λιμάνια, δεσπόζει το επιβλητικό οχυρωματικό σύμπλεγμα του

παλατιού του μεγάλου μαγίστρου, ως τελική γραμμή άμυνας με μορφή κλειστού περιβόλου.

[εικ. 28]

Πρόκειται για το σημαντικότερο μνημειακό συγκρότημα της πόλης που έχει υποστεί φοβερή αλλοίωση της αυθεντικής μορφής και τυπολογίας εξαιτίας της βαριάς ανακατασκευής του κατά την ιταλοκρατία86, αλλά και των προγενέστερων καταστροφικών γεγονότων87, που

84. Ά.-Μ. Κάσδαγλη, Κ. Μανούσου-Ντέλλα, ό. π. (υποσημ. 6ο) ; J. O'Neil, Rhodes and the origin of the bastion, Antiquaries Journal 34 ( 1 9 5 4 ) , σ. 44-54.

85. Ηλίας Κόλλιας, Εισαγωγή στο Μεσαιωνική πόλη Ρόδου: Εργα αποκατάστασης (1985-2000), Ρόδος, 2 0 0 1 , σ. Ι 0 - Ι 7 -

86. V. Mesturino, Il Castello di Rodi durante l'occupazione dei Cavalieri gerosolimitani di San Giovanni e sviluppi architettonici durante i restauri promossi dal governo italiano (χ. χρ.)

87. Victor Guérin, Île de Rhodes, στο Μ. Παπαιωάννου, Ρόδος και Νεότερα Κείμενα, Αθήνα-Γιάννενα, 1989, σ. 163.

Τ Ο Π Α Λ Α Τ Ι T O T Μ Ε Γ Α Λ Ο Τ Μ Α Γ Ι Σ Τ Ρ Ο Τ Κ Α Ι Ο Ι Μ Ε Σ Α Ι Ω Ν Ι Κ Ε Σ Ο Χ Τ Ρ Ω Σ Ε Ι Σ 91

είχαν οδηγήσει στην πλήρη υποβάθμιση και ερείπωση του ογκώδους μεσαιωνικού οικοδομή­

ματος, [εικ. 29]

Στη μορφή που μας παραδόθηκε, πριν την ιταλική επέμβαση, γίνεται αντιληπτό ότι επρό­κειτο για ένα ηγεμονικό οχυρό κτίσμα, που εφάπτεται κατά τη βόρεια και δυτική πλευρά του στην προϋπάρχουσα πρωτοβυζαντινή οχύρωση του 7ου αι. [εικ. 3] και έχει χαρακτήρα οχυρω­μένου ανακτορικού συγκροτήματος ή φεουδαρχικού κάστρου του μεσαίωνα8 8, [εικ. 30]

Δεν είναι βεβαίως σαφής η χρονική αφετηρία της δημιουργίας του, καθώς και αν κατά την πρωτοβυζαντινή και μεσοβυζαντινή περίοδο υπήρχε στη θέση αυτή οχυρό με ξεκάθαρο στρα­τιωτικό προορισμό, με αμυντική αυτονομία και χαρακτήρα « Ακρόπολης » 8 9 .

Πάντως κατά τη γνώμη μου είναι βέβαιο ότι λειτούργησε ως οχυρωμένη κατοικία — έδρα του βυζαντινού ηγεμόνα Λέοντα Γαβαλά, μετά την εγκαθίδρυση της εξουσίας του στη Ρόδο το 1204. Οι διευθετήσεις, που υποκινήθηκαν από ανασφάλειες των τοπικών ηγεμόνων, όχι μόνον έναντι πιθανού εξωτερικού εχθρού αλλά και έναντι του ανήσυχου όχλου, οδήγησαν τότε στην οχύρωση της νότιας και ανατολικής πλευράς του περίκεντρου οικοδομήματος, με τρόπο όμως που σαφώς διακρίνεται από τη βόρεια και δυτική.

Fig. 29. _ Aspect général du palais vu du nord, avant

les reconstructions de l'occupation italienne (archives

italiennes du Service archéologique).

Fig. 30. - Plan de disposition générale du palais,

avec indications des phases de construction.

88. E. Viollet-Le-Duc, Dictionnaire de l'architecture médiévale, τ. III, σ. 1 1 .

89. Αλέξη Σαββίδης, Γενουατική κατάληψη της Ρόδου το 1248-1250 μ. Χ, στο Μελετήματα βυζαντινής προσωπογραφίας και τοπικής ιστορίας, Ανατύπωση άρθρων 1981-1991, Αθήνα, 1992. σ.358, όπου αναφέρεται ότι « όπως συμπεραίνει ο Langdon φαίνεται άτι στις επιδρομές τις οποίες επιχειρούσαν οι Γενουάτες έχοντας ως βάση τους την ακρόπολη της ροδιακής πρωτεύουσας, θα πρέπει να επέφεραν σημαντικές βλάβες στο ναυτικό οπλοστάσιο του νησιού » .

92 R H O D E S E T L E S « C H E V A L I E R S D E R H O D E S »

Fig. 3 1 . - Projet de restitution graphique du

front nord de la ville vers le port du Mandraki

pendant l'Antiquité.

Fig. 32. - La transformation de l'angle nord-ouest des forti-

fications de l'Antiquité à Byzance.

Η αρχική κατασκευή της ιδιαίτερα ενισχυμένης Β Δ γωνίας της πρωτοβυζαντινής οχύρωσης, που έλεγχε με ογκώδη « Ακρόπυργο » διαστάσεων 13,60 x 17,50 μ. το « μικρό » λιμάνι — « Μανδράκι » — και τον επιμήκη μόλο του, ακολουθεί χρονικά την κατάργηση του ιερού προσκυνήματος του Κολοσσού και την μεταφορά του πολύτιμου χαλκού του στην Προύσσα.

Η βυζαντινή οχυρωματική γραμμή εδράστηκε στο βραχώδες σταθερό έδαφος « πατώντας » στο αρχαίο ανάλημμα που διαχώριζε την πρώτη « πλατεία » οδό (Ρ6) από τη ζώνη των νεωρίων στο μυχό του « μ ι κ ρ ο ύ » λιμένα « τ ω ν Γαλέρων» — σημερινό « Μανδράκι ». [εικ. 31]

Σύμφωνα με τη σαφέστατη περιγραφή του ιταλού αρχιτέκτονα Pietro Lojacono, που παρακολούθησε τις εργασίες κατά την περίοδο 1933-34 στο Παλάτι 9 0 , προκύπτει ότι : « το εσωτερικό του ΒΔ πύργου είναι σίγουρα της ελληνιστικής περιόδου, είναι κατασκευασμένος από μεγάλους δόμους όχι καλά λαξευμένους και συναρμοσμένους ατελώς ως προς τις στρώσεις και τους αρμούς. Οι μέσες διαστάσεις τους είναι 1,40 x ο,6ο μ. Στην αρχική του περίμετρο προστέθηκε σε απροσδιόριστη εποχή, αλλά στη βυζαντινή περίοδο, μια εξωτερική επένδυση με μεγάλους δόμους, ύψους ≈ 48 εκ. με ελαφρά « σκάρπα », η οποία στη βόρεια πλευρά έχει τη μέγιστη απόκλιση κατά 7%. Η επένδυση αυτή έχει πάχος 1,οο μ. στη βόρεια πλευρά και 1,7ο στη δυτική πλευρά [εικ. 32].

Πιθανότατα λοιπόν πρόκειται για μια αρχαία συμπαγή βάση, προσανατολισμένη κατά το ιπποδάμειο σύστημα και στραμμένη προς ανατολάς, που έφθανε σε ύψος ≈ 10,00 μ. και είχε καθαρές διαστάσεις, χωρίς την πιθανή μαρμάρινη επένδυση 12,60 x 15,8ο μ. Η κατασκευή αυτή βρισκόταν σε επαφή με το ανατολικό όριο της « πλατείας » οδού Ρ6, που οδηγούσε από το « μεγάλο » λιμάνι και το ναό της Αφροδίτης στην αναφερόμενη και ως « Κάτω Ακρό­πολη 9 1 » [εικ. 31]

90. Pietro Lojacono, Il palazzo del Gran Maestro in Rodi, στο Clara Rhodos 8 ( 1936) , σ. 314. 9 1 . I. Κοντής, ό. π. (υποσημ. 12), σ. 23.

Τ Ο Π Α Λ Α Τ Ι T O T Μ Ε Γ Α Λ Ο Τ Μ Α Γ Ι Σ Τ Ρ Ο Τ Κ Α Ι Ο Ι Μ Ε Σ Α Ι Ω Ν Ι Κ Ε Σ Ο Χ Τ Ρ Ω Σ Ε Ι Σ 93

Fig. 33. _ Projet de représentation graphique de la position du Colosse selon l'hypothèse proposée.

Η βάση αυτή επενδύθηκε με επικλινείς τοίχους από πωρόλιθο και ενσωματώθηκε ως «Ακρόπυργος» της πρωτοβυζαντινής οχύρωσης, [εικ. 30] Με τον τρόπο αυτό εξαφανί­στηκε μια ογκώδης ελληνιστική κατασκευή, που μπορεί να υποτεθεί ότι προοριζόταν να φέρει ακόμη και τον περίφημο Κολοσσό, [εικ. 33] Πρέπει να επισημανθεί ότι: α) βρίσκεται σε ένα από τα επικρατέστερα για την χωροθέτησή του σημεία της αρχαίας πόλης β) δεν αναμένεται η ύπαρξη αρχαίων οχυρωματικών κατασκευών και πύργου στο σημείο αυτό της πόλης, πάνω από τα αρχαία νεώρια και γ) είχε την κλίμακα που υπολογίζεται, σύμφωνα με τις σύγχρονες έρευνες9 2, ότι θα έπρεπε να είχε η βάση ενός, αναλόγων διαστάσεων, αγάλματος, αφού « Από τον Κολοσσό του Νέρωνα στη Ρώμη, ο οποίος σε μέγεθος ξεπερνούσε ελάχιστα εκείνον της Ρόδου, έχει βρεθεί η βάση με — ανάλογες — διαστάσεις 14,75 x 17,60 μ. »

Ίσως αυτή να είναι η πιο λογική εξήγηση για το ότι ήδη στις αρχές του 14ου αι. (1295-1359) ο Νικηφόρος Γρηγοράς, που επισκέφθηκε την πόλη της Ρόδου 9 3 , αναφέρει ότι « από τον Κολοσσό δεν έμεινε σημάδι».

92.. Wolfram Hoepfner, ό. π. (υποσημ. 12), σ. 112, σημ. 24, όπου αναφέρεται ότι «Από τον Κολοσσό του Νέρωνα στη Ρώμη ο οποίος σε μέγεθος ξεπερνούσε ελάχιστα εκείνον της Ρόδου, έχει βρεθεί η βάση με διαστάσεις 17, 60-14, 75 » ·

93· Χ. Παπαχριστοδούλου, ό. π. (υποσημ. 1), σ. 267.

94 R H O D E S E T L E S « C H E V A L I E R S D E R H O D E S »

H μορφή του φεουδαρ­χικού κάστρου του 13 ο υ αι. μας είναι ελάχιστα γνωστή. Στη φάση αυτή πρέπει να αποδοθούν πιθανότατα οι 11 σιροί-υπόγειοι αποθηκευ­τικοί χώροι για τα σιτηρά — που είναι ενταγμένοι στο φυσικό βράχο, στα όρια της κεντρικής αυλής 9 4 [εικ. 34]· Ο ι χώροι κύριας χρήσης πρέπει να ήταν διατεταγμένοι περιμετρικά σε έναν ή δύο ορόφους, με χρήση θολοδο-μίας πιθανότατα στους ισόγειους χώρους και επίμηκες σχήμα, ενώ τα διαμερίσματα του ορόφου είχαν ξύλινη οροφή και επίπεδο δώμα, όπως συνηθί­ζεται σε όλα τα αντίστοιχα

συγκροτήματα της ιδίας περιόδου. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η σύγκριση με το κάστρο Χλεμούτζι 9 5 , που κατασκευάσθηκε το 1220-3 από τον Geoffroy de Villehardouin, ως πριγ-κιπική κατοικία και σύμβολο κυριαρχίας του φράγκου ηγεμόνα.

Η θέση και το σχήμα του ορθογώνιου Β Α πύργου που οριοθετεί την κάτοψη του αρχικού οχυρού, ορίζει και το πλάτος της βόρειας πτέρυγας σε 10 μ. περίπου, ανάλογο με τις αίθουσες σύγχρονων του οχυρωμένων ανακτορικών συγκροτημάτων στα Βαλκάνια και τον Ελλαδικό χώρο. Η πτέρυγα αυτή πρέπει να περιελάμβανε τους σημαντικότερους χώρους κατοικίας του ηγεμόνα με ανοίγματα προς την εξαιρετική θέα του « Μανδρακίου » και των ακτών της Μικράς Ασίας. Κτιστές εξωτερικές σκάλες, όπως στο Χλεμούτζι πρέπει να υπήρχαν σε κατάλ­ληλες θέσεις του αίθριου χώρου, ώστε να εξυπηρετούν την κατακόρυφη επικοινωνία με τα διαμερίσματα του ορόφου, που ίσως είχαν ξύλινη οροφή και επίπεδο δώμα.

Δεν είναι δυνατόν να διαπιστωθεί στη σημερινή κατάσταση του μνημειακού συγκροτή­

ματος, αν διασώζονται, τμήματα τουλάχιστον, των βυζαντινών πτερύγων του ισογείου.

Fig. 34. - La situation du palais du grand maître, d'après les fouilles de

l'occupation italienne. (Pietro Lojacono).

94. Gabriel, τ. Β', σ. 7.

95· Antoine Bon, La Morée franque, Παρίσι, 1 9 6 9 ; Δημήτρης Αθανασούλης, Παρατηρήσεις στην αρχιτεκτονική του Κάστρου Χλουμούτζι/Clermont, στο 27o Συμπόσιο Βυζαντινής και Μεταβυζαντινής Αρχαιολογίας και Τέχνης (Περιλήψεις εισηγήσεων και ανακοινώσεων), Αθήνα, 2007, σ. 13-14·

Τ Ο Π Α Λ Α Τ Ι T O T Μ Ε Γ Α Λ Ο Τ Μ Α Γ Ι Σ Τ Ρ Ο Υ Κ Α Ι Ο Ι Μ Ε Σ Α Ι Ω Ν Ι Κ Ε Σ Ο Χ Υ Ρ Ω Σ Ε Ι Σ 9 5

Μετά την κατάκτηση της Ρόδου από το ιπποτικό τάγμα του αγίου Ιωάννη της Ιερουσαλήμ, τα υπολείμ­ματα του υστεροβυζαντινού οχυρού παλατιού απετέ­λεσαν τη βάση για την οργάνωση ενός πολύ ευρύτερου πολεοδομικού συστήματος που αναπτύχθηκε στη δυτική πλευρά του γνωστού ως « Κολλάκιου » είχε το χαρακτήρα δυτικού επισκοπικού συγκροτήματος « Ηγουμενείου » 9 6 και αναφέρεται ως « Couvent ». [εικ. 35]

Το τμήμα αυτό της πόλης, που αποτελούσε στην ουσία την αμιγή συνοικία των ιπποτών, περιοριζόταν από πρώιμη οχυρωματική γραμμή, που αναπτύχθηκε από Β-Ν διαχωρίζοντας το « Κολλάκιο » σε δύο σαφώς διακεκριμένα τμήματα, όπως περιγράφει ο Buondelmonti το 1 4 2 0 9 7 .

Στον άξονα της σημερινής οδού ιπποτών, που ήταν η « μέση οδός » της βυζαντινής πόλης, ανοιγόταν πύλη, απομεινάρι της οποίας είναι το διαβατικό μεταξύ του καταλύματος της Ισπανίας και του καταλύματος της Προβηγκίας.

Ό π ω ς συνηθιζόταν κατά τους μεσαιωνικούς χρόνους στη Δύση, τα επισκοπικά μέγαρα ήταν κτισμένα πάνω στις οχυρώσεις των πόλεων 9 8

βοηθώντας, όταν υπήρχε ανάγκη, στην άμυνα τους. Κατ’ακολουθία λοιπόν η κατασκευή και η θέση του παλατιού προσδιόριζε και τη θέση του Καθεδρικού Ναού με τον οποίο βρισκόταν όπως ήταν φυσικό σε άμεση επαφή. Στην περίπτωση της πόλης της Ρόδου το Μοναστικό Τάγμα των Ιωαννιτών Ιπποτών εγκατέστησε την έδρα του ηγέτη του μεγάλου μαγίστρου στο πιθανώς ερειπωμένο προϋπάρχον ηγεμονικό οχυρό μετασκευάζοντας το, σύμφωνα με επιρροές τόσο δυτικές (π.χ. Παλάτι του Πάπα στην Avignon 9 9 ) όσο και ανατολικές (π.χ. Παλάτι μεγάλου μαγίστρου στην Άκρα της Παλαιστίνης 1 0 0 ) .

Fig. 35. - Plan de disposition générale du

« Couvent » à l'ouest du « Collac »

pendant l'occupation des Hospitaliers.

96. Ε. Viollet-Le-Duc, ό. π. (υποσημ. 33). τ. III. 97. Cl. Barsanti, Rodi descritta e illustrata nel Liber insularum Archipelagi di Cristoforo Buondelmonti, ó.

π. (υποσημ. 37).

98. E. Viollet-Le-Duc, ό. π., τ. III, σ. 11-12. 99· E. Viollet-Le-Duc, ό. π., τ. III, σ. 30-31. ιοο. Η. J. Α. Sire, The Knights of Malta, New Haven and London, 1996, σ. 2 1 3 - 2 1 4 ; Ν. Makhouly and

C. N. Johns, Guide to Acre, Jerusalem, 1946.

96 R H O D E S E T LES « C H E V A L I E R S D E R H O D E S »

Résumé

K a t e r i n a M a n o u s s o u - D e l l a Architecte des Monuments historiques, Rhodes

Le palais du grand maître et les fortifications médiévales de la ville de Rhodes

1. Le palais du grand maître et le Colosse

Le centre historique de la ville de Rhodes, connu sous le nom de « vieille ville » ou « vieux marché », est ceint par une des plus importantes forteresses de l'époque médiévale [fig. 1]. La dis­position actuelle est celle que la ville avait lors du dernier grand siège et sa prise par les Ottomans en 1522. Dans le noyau des fortifications massives, après que l'usage de la poudre se fut répandu au cours du x v e siècle, on aperçoit des dispositions successives, qui peuvent être attribuées aux époques antérieures, depuis la fortification byzantine primitive du V I T siècle [fig. 4, 5, 6, 7].

Les recherches de ces dernières années ont prouvé que l'acropole byzantine primitive s’iden­tifie avec le « Collac » des Hospitaliers [fig. 2]. L'acropole était un enclos fermé, en forme de quadrilatère, habituelle pour les châteaux forts de cette époque, inspirée de la tradition des camps romains et parfaitement intégrée au tissu urbain « hippodaméen » de l'Antiquité [fig. 2].

Après la conquête de Rhodes par l’ordre de l'Hôpital de Saint-Jean de Jérusalem, les vestiges du palais byzantin tardif servirent de base à l’organisation d'un ensemble monumental beaucoup plus ample, développé dans la partie ouest du « Collac ». Dénommé « couvent », il avait beau­coup de caractères d'une abbaye occidentale [fig. 9].

Au Moyen Âge en Occident, les palais épiscopaux étaient souvent construits sur les fortifica­tions des villes, ce qui pouvait aider, en cas de nécessité, à leur défense. Dès lors, l'emplacement du palais déterminait celui de la cathédrale, qui devait être en contact étroit [fig. 35].

À Rhodes, l'ordre de l'Hôpital établit le siège de son administration dans le palais byzantin, probablement ruiné. Cet important monument historique fut alors modifié sur des influences à la fois de l'Ouest (par exemple, du Palais des papes à Avignon) et de l'Est (par exemple, du Palais du grand maître à Acre, en Terre sainte) [fig. 30].

Les dernières enquêtes géotechniques et les fouilles à l'intérieur du bastion, au nord du palais, ont permis de découvrir une colline artificielle d'argile, qui relie le niveau de l'ancienne ville aux chantiers navals et au port des Galères [fig. 31]. La surabondance de puits dans le remblai, au flanc de la colline, et les vestiges d'un large socle, construit avec des rochers artificiels de décoration sur la partie supérieure de la colline, prouvent qu'il s'agit d'un aménagement paysager destiné à souli­gner l'intégration des principaux édifices monumentaux.

Le point de vue actuel de l'archéologie est que sur cette position éminente s'élevaient le temple du dieu Soleil et le fameux Colosse. Une étude exhaustive des constructions médiévales et de la situation où elles ont été découvertes lors des fouilles de l'occupation italienne permet une représentation graphique de ce site, qui domine la ville [fig. 33].

Dans cette hypothèse, la tour nord-ouest du château utilisa comme appui une construction de la période hellénistique, probablement la base fondamentale du Colosse, conservée jusqu'à nos jours revêtue des parois byzantines inclinées d'une largeur de 1,00 à 1,70 m. Les dimensions origi-

LE P A L A I S D U G R A N D M A Î T R E E T L E S F O R T I F I C A T I O N S M É D I É V A L E S 97

nales de cette construction compacte ancienne, dirigée selon l'orientation du système d'Hippo-

damus et tournée du côté étroit vers l'est, étaient précisément de 12,50 x 15,50 m; la hauteur

actuelle préservée atteint environ 10 m à partir de sa fondation sur la roche naturelle [fig. 32].

Il faut noter que :

A. Il n'y a pas de fortifications et tours anciennes dans cette partie de la ville, au-dessus des

chantiers navals antiques.

B. Le colosse de Néron à Rome dépassait légèrement en taille la statue de Rhodes. On en a

trouvé la base, avec des dimensions similaires : 14,75 x 17,60 m.

Plusieurs arguments sont en faveur de cette position :

A. Elle est située à la jonction des deux premiers axes du système urbain d'Hippodamus, vers

le port militaire antique ou « Mandraki » (Μανδράκι). Les constructions antiques sont soutenues par des murailles monumentales, « de soutènement », et disposées en gradins superposés, ou « andira » (άνδηρα), du niveau de la mer et des anciens chantiers navals à l'élévation naturelle de

cette colline.

B. Si, dans cette hypothèse, la statue du Colosse se dressait sur cette base, elle devait être

dirigée vers l'Est, comme toute ville du Soleil, tandis que les mâts des navires dans les chantiers

navals se tenaient sous ses pieds. Il s'agit donc d'un point d'où le Colosse regardait vers la mer et

l'Orient, ayant les mâts de bateaux sous ses pieds, institué solide sur la Terre, « Lumière brillant

d'une liberté fière », selon Pépigramme écrit sur la base du Colosse.

C. Il faut noter l'intégration du tetrapylon romain monumental dans l'axe de la route princi-

pale en direction N-S, apparemment cardo de la ville romaine, encadrée par des colonnades et des

boutiques, juste au point d'intersection avec la route carrée ou premier decumanus du nord

[fig- 31]. Peut-être voulait-on mettre l'accent sur l'accès principal vers les restes du Colosse,

fameux et très fréquentés par des pèlerins pendant la période romaine.

D. La tradition de fabrication et de culte de statues colossales apparaît en Grèce pendant la

période hellénistique et tire ses racines de l'Orient. En particulier en ce qui concerne le dieu

Soleil, identifié avec le dieu Râ, puissant dans l'ancienne Egypte dès au moins 1780 av. J.-C. Le

dieu Râ est le créateur des dieux, des hommes et du monde en général. Son emblème est le soleil,

symbole de la vie, de la lumière, de la fécondité... Etymologiquement, le nom Râ proviendrait du

verbe grec « oro » (ορώ) qui signifie voir et est en rapport avec la montagne (όρος). Le siège de son

culte a été Γ Héliopolis antique. La forme la plus ancienne du mythe égyptien de la création repré-

sente le dieu Soleil Râ assis sur une ancienne colline, émergeant de l'océan primordial : « rien de

nouveau sous le soleil ».

Le Colosse ne resta pas entier, debout, plus de quatre-vingts ans, mais ses débris restèrent en

place pendant quelque huit cents ans après le terrible tremblement de terre de 227 av. J.-C. qui le

mit à bas. Il fut un des lieux de pèlerinage les plus sacrés dans la zone géographique de la mer Egée.

La disparition de toute trace, à un moment décisif pour la ville quand le monde paléochrétien s'ef-

fondrait, fut une action symbolique.

La construction d'origine du coin nord-ouest de la fortification byzantine primitive, du V I I E

siècle, qui contrôlait de la masse de son donjon le petit port ̶ « Mandraki » ̶ et sa longue jetée

orientale, coïncide avec la destruction du Colosse et le transfert de son précieux cuivre à Brousse.

98 R H O D E S E T L E S « C H E V A L I E R S D E R H O D E S »

La base de la statue, sans son revêtement de marbre, fut probablement utilisée comme solide point d'appui du donjon puissant du V I I E siècle [fig. 34]. C'est peut-être pourquoi, dès le début du X I V E siècle Nicéphore Grégoras (1x95-1359), qui visita la ville de Rhodes, écrit que «du Colosse n'existe aucun signe, pas même la position de sa base ».

La restitution graphique présentée ici est une hypothèse de travail. Une recherche plus systé­matique pourra confirmer ou infirmer la théorie, formulée par rapport à la disposition urbaine et architecturale des monuments et basée surtout sur des données publiées. L'enquête, à réel poten­tiel archéologique, a pour limite l'ampleur des reconstructions pendant l'occupation italienne [fig- 3o].

2. Les fortifications

Les renforcements successifs et l'extension des fortifications pendant l'occupation des Hospi­taliers, depuis la fin du X I V E siècle, ont abouti à l'intégration dans l'enceinte des « banlieues » entourant la ville, non fortifiées pendant la phase initiale [fig. 8]. Les deux principaux ports de la ville antique, avec les trois môles, furent finalement inclus dans la zone fortifiée.

L'aspect principal de la ville par la mer présente des similitudes considérables avec les autres ports fortifiés de la mer Egée au cours de cette période d'incertitude [fig. 10] tandis que les forti­fications du port, en particulier la tour Saint-Nicolas, ont leurs prototypes en Europe occidentale. Intéressante est la comparaison avec le port fortifié de la Rochelle sur la côte atlantique [fig. 11], où la tour Saint-Nicolas, construite vers 1373, peut être considérée comme un modèle pour la restitution de la forme originale de la tour imposante du fort Saint-Nicolas de Rhodes, partielle­ment détruite pendant le siège de 1480.

La tour de Naillac, connue sous le nom de « tour du port » ou « tour des Arabes », a été un des plus imposants « points de repère » de la ville des Hospitaliers [fig. 12]. Conçue comme la « tour maîtresse » des fortifications médiévales de Rhodes d'un point de vue plus symbolique que fonctionnel, elle a la forme d'une tour de clocher fortifiée de monastère au bord de la mer [fig. 13, 14]. La tour, qui peut être caractérisée comme une « tour beffroi », semble combiner des influences du Midi de la France — palais de l'archevêque de Narbonne en 1318 et nombreuses tours dans d'autres régions [fig. 13] —, de la Flandre, l'Allemagne, la Suisse, l'Espagne.

En ce qui concerne l'architecture militaire des Hospitaliers de la même région géographique, il y a des similitudes frappantes entre la tour du « Collac », qui domine le centre du port de Rhodes [fig. 16], et la « tour de France » au château Saint-Pierre, à Bodrum [fig. 17]

Jusqu'au début du XV E siècle, les Hospitaliers ont remanié et renforcé les murs intacts de la forteresse byzantine du début du V I I E siècle, connue comme le « Collac ». Le « Collac », où sont réunis les Hospitaliers, fut divisé au début du X I V E siècle en deux parties distinctes : le «couvent», à l'ouest, et le quartier plus cosmopolite de l'est, avec la cathédrale latine Notre-Dame du Château, l'hôpital et l'arsenal. La muraille intermédiaire, particulièrement faible, avec une épaisseur de 60 cm et des tourelles de petites dimensions, était plutôt un renforcement des murs extérieurs des bâtiments [fig. 9].

Le nouveau programme de construction des fortifications de Rhodes commença au coin sud-est de la forteresse byzantine primitive, au centre du grand port commercial. Le blason du grand

LE P A L A I S D U G R A N D M A Î T R E E T L E S F O R T I F I C A T I O N S M É D I É V A L E S 99

maître Élyon de Villeneuve (1319-1346) se trouve dans un cadre rectangulaire au-dessus de la

«porte Arnaud» (fig. 18) avec le blason du grand maître Orsini (1467-1476), qui a donné la

forme actuelle à la façade des remparts du port. Cette vieille muraille du XIVe siècle, très faible et

basse, est mentionnée dans un document de 1452, à l'époque du grand maître Jean de Lastic

(1437-1454), comme « fausse braie » ou « barbacane » [fig. 19].

On ne peut déterminer avec précision la longueur de ce rempart primitif, construit avec des

assises de 50 cm. Selon une source écrite plus récente, le grand maître Dorde de Gozon (1346-

1353) « avait construit le môle et fermé, du côté de la mer, le bourg de Rhodes ».

Les remparts de cette pétiode, aussi bien le long du côté est du môle des Moulins qu'à l'est du

quartier habité par des Juifs Romaniotes depuis la fin de l'Antiquité, sont très bas et faibles, de

60 cm d'épaisseur, avec des parties intégrées à l'intérieur des constructions des fortifications

postérieures [fig. 20, 22]. Il est fort probable que cette enceinte rudimentaire avait clos, pendant

une phase transitoire, le quartier oriental ̶ à l'origine hors des murailles [fig. 21]. Elle aboutissait

au coin sud-est de la forteresse byzantine de la ville basse ou « chora » (χώρα), à l'endroit ou un bastion primitif avait été créé dans le but de protéger la porte de la ville devenue plus tard la « porte Saint-Jean ».

Il résulte de cette analyse que :

A. La mise en œuvre du programme de fortification de la ville nouvelle de Rhodes par les Hospitaliers a commencé au début du XVe siècle, a été systématisée, s'est intensifiée suivant l'ex­périence du siège de 1444 et était révisée constamment à mesure qu'apparaissaient de nouveaux développements techniques en matière de poliorcétique.

B. Ce programme de fortification est basé sur la tradition locale de construction et a adopté des normes importées de l'Europe occidentale en ce qui concerne la planification des construc­tions militaires. Dès le troisième quart du XIVe siècle les ouvrages militaires étaient exécutés par le responsable du projet, selon les dessins que les chevaliers lui donnaient.

C. Les maîtres d'ouvrage au cours de cette période de construction des remparts étaient des maîtres maçons de tradition byzantine, parmi lesquels Manuel Kountis, mentionné comme « maître maçon de toute la nouvelle muraille de Rhodes » achevée en 1457 pendant le magistère de Jacques de Milly. Cette inscription se trouve sur la plaque de marbre encastrée dans le mur à coté de la porte Saint-Jean, juste au point de jonction de l'ancienne et de la nouvelle muraille.

D. Jusqu'à 1480 on ne constate pas de changement dans le système de construction des forti­fications. En 1472, le grand maître Orsini nomma Pierre d'Aubusson comme surintendant des chantiers de construction des fortifications. Il occupa ce poste stratégique jusqu'à son élection au magistère, en 1476. En 1478, la construction de la porte de la Marine fut une œuvre importante, avec des intentions clairement symboliques [fig. 25]. Parallèlement à la reconstruction totale de la muraille du port de commerce, effondrée pendant les inondations de 1476 au nord de Notre-Dame du Château [fig. 26], il procéda au réaménagement complet de la muraille de « Tarsana» de la tour de Naillac à la vieille tour de Pagnac, en face du port du Mandraki.

L'événement qui entraîna une rupture décisive dans la politique des fortifications des Hospi­taliers fut le siège des Turcs ottomans en 1480, qui y causa de grands dommages. Il apparut alors

clairement qu'il ne suffisait pas de se fier aux connaissances empiriques d'artisans et de militaires

100 R H O D E S E T L E S « C H E V A L I E R S D E R H O D E S »

pour fortifier comme il convenait une position aussi stratégique : il fallait des connaissances approfondies en mathématiques et génie militaire. Le maître de l'Hôpital, Pierre d'Aubusson, fut tout de suite conscient de ces nouvelles exigences, comme il a été récemment montré par des sources d'archives : pendant plusieurs années avant 1501, à Rhodes comme en d'autres îles du Dodécanèse, il apprécia les connaissances et le talent de l'ingénieur et architecte de Crémone, Bartholino da Castiglione.

Plusieurs ingénieurs, principalement des Italiens, lui succédèrent et mirent leur compétence au service des Hospitaliers pendant les dernières années de leur présence à Rhodes, marquées par l'angoisse d'une attaque encore plus forte des Ottomans pour s'emparer d'un des derniers bastions de la Chrétienté en Méditerranée. Le résultat de leur œuvre est extraordinaire. Les travaux de fortification qu'ils effectuèrent dans les bastions massifs du côté de la terre sont reconnus mondialement comme des applications novatrices des techniques les plus sophistiquées, avec un point culminant au bastion Saint-Georges [fig. 27], précurseur de l'utilisation des bastions, bientôt généralisée en Occident. L'intérêt exceptionnel des fortifications de Rhodes est encore accru par le fait qu'elles ont été « gelées » en 1 5 2 1 , avec la prise de la ville par les Otto­mans. Les constructions massives en « terre plein » sont en quelque sorte un palimpseste, dans lequel subsistent quelques-uns des essais de fortifications précédents, précieux pour l'étude de l'évolution de la fortification dans les années précédant et suivant la généralisation de l'emploi de la poudre à canon.

Sommaire

Avant-propos par Dominique de La Rochefoucauld-Montbel 5

Président de l'Association française des membres de l'Ordre souverain de Malte

À la recherche de l 'ancienne Rhodes,

que les Hospitaliers trouvèrent à leur arrivée 7

Intervention de Maria Michalaki Kollia

Archéologue, Rhodes

La France et Rhodes 29

Intervention de Jean-Marc Roger

Docteur ès lettres, Poitiers

Les Français à Rhodes : témoignages en pierre 59

Intervention d'Anna-Maria Kasdagli

Archéologue à la IVe Ephorie des Antiquités byzantines, Rhodes

Το παλάτι του μεγάλου μαγίστρου και οι μεσαιωνικές οχυρώσεις της Ρόδου 71

Παρουσίαση Κατερίνας Μανουσον-Ντέλλα Αρχιτέκτων Ιστορικών Μνημείων, Ρόδος

L'architecture des églises médiévales de Rhodes

et les influences occidentales 1ο1

Intervention de Giorgos Ntellas

Architecte des Monuments historiques, Rhodes

Ο ι Ιππότες του Αγ. Ιωάννη. Χαρτογραφώντας ένα δίκτυο στο διαδίκτυο 117 Παρουσίαση Μαρίας Θεοδώρου, Αρχιτέκτων, Αθήνα

222 R H O D E S E T L E S « C H E V A L I E R S D E R H O D E S »

La vie religieuse des Hospitaliers d'après les statuts de la période rhodienne 131

Intervention de l'abbé Bruno Martin, Chapelain conventuel ad honorem de l'ordre de Malte, Saint-Etienne

À quelle époque a-t-on construit les moulins à vent

sur le môle du port de Rhodes ? 159 Intervention de Dietrich Lohrmann Professeur émérite à l'université d'Aix-la-Chapelle, Aix-la-Chapelle

Dorde de G o z o n et le dragon de Rhodes 169

Intervention de Yannis Deliyannis Professeur, Orange

Le paysage urbain de Rhodes

vu par les voyageurs et pèlerins des x i v e et x v e siècles 185 Intervention de Michel Balard, Professeur émérite à l'université de Paris I-Sorbonne, Sucy-en-Brie

Les auberges de Rhodes 197

Intervention de Jean-Marc Roger Docteur ès lettres, Poitiers

Liste chronologique des grands maîtres de Rhodes 113

Armes de grands maîtres de Rhodes français 214

Bibliographie sommaire 1 1 7

La porte de l 'hôpital de Rhodes (1512) 220

La porte d 'Amboise (1510) page de titre

A c h e v é d ' i m p r i m e r le 2 février 2013

en la fête de la Présentat ion

sur les presses des

T R A D I T I O N S M O N A S T I Q U E S

2 1 1 5 0 F lav igny-sur-Ozera in