scherer, r., synenteuxi (enthemata augis 13-10-2013)

8
«Ενθέματα», Η Αυγή της Κυριακής Φιλοξενία και ουτοπία 13 Οκτωβρίου 2013, σελ. 44 Συνέντευξη του Ρενέ Σερέρ στον Γεράσιμο Κακολύρη* Ρενέ Σερέρ Ο Τομέας Φιλοσοφίας του Τμήματος Φιλοσοφίας, Παιδαγωγικής, Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, σε συνεργασία με το Γαλλικό Ινστιτούτο Ελλάδος, οργανώνει την Παρασκευή 18 Οκτωβρίου, ώρα 18.00, ημερίδα αφιερωμένη στον γάλλο φιλόσοφο Ρενέ Σερέρ, με τίτλο «Φιλοξενώντας τον René Schérer / Ο René Schérer για τη φιλοξενία». Συμμετέχουν ο René Schérer, η Anne Sauvagnargues, ο Ευτύχης Μπιτσάκης, ο Γεράσιμος Κακολύρης, με συντονιστή τον Κωνσταντίνο Ηροδότου. Η ημερίδα γίνεται στο Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών, Σίνα 31 (αίθουσα Gisèle Vivier). Η είσοδος είναι ελεύθερη, ενώ θα υπάρχει παράλληλη μετάφραση. Πώς αντιλαμβάνεστε τη σχέση ουτοπίας και φιλοξενίας; Για να είμαι σύντομος, θα έλεγα, μιλώντας απλά και άμεσα, απευθυνόμενος στους σύγχρονούς μου, ότι το μεγάλο θέμα ή πρόβλημα του καιρού μας είναι, πριν απόλα, να θέσουμε τέλος στις ένοπλες συγκρούσεις, οι οποίες οφείλονται στην άρνηση του άλλου ανθρώπου. Στην απόρριψη των άλλων, στην άρνηση να αποδεχτούμε, να υποδεχτούμε ξένα πρόσωπα ή ιδέες, ξένα ήθη, μόνο και μόνο επειδή είναι διαφορετικά. Εάν η ουτοπία συνίσταται στην παρουσίαση και ενεργοποίηση του επιθυμητού, εκείνου που επιβάλλεται χωρίς να είναι ακόμη πραγματοποιημένο, η ουτοπία μας, η ουσιώδης αλλά, ως τώρα, ουτοπική διεκδίκησή μας είναι, επομένως, η υποδοχή του άλλου, του «άλλου ανθρώπου», δηλαδή μια καθολική φιλοξενία. Αυτό βρίσκεται ακριβώς στον πυρήνα της ουτοπίας του Φουριέ.

Upload: leopold2

Post on 21-Oct-2015

2 views

Category:

Documents


0 download

DESCRIPTION

Ρενέ Σερέρ, Φιλοξενία και Ουτοπία. Συνέντευξη δημοσιευμένη στα Ενθέματα της Αυγής της Κυριακής.

TRANSCRIPT

Page 1: Scherer, R., Synenteuxi (Enthemata Augis 13-10-2013)

«Ενθέµατα», Η Αυγή της Κυριακής

Φιλοξενία και ουτοπία

13 Οκτωβρίου 2013, σελ. 44

Συνέντευξη του Ρενέ Σερέρ στον Γεράσιµο Κακολύρη*

Ρενέ Σερέρ

Ο Τοµέας Φιλοσοφίας του Τµήµατος Φιλοσοφίας, Παιδαγωγικής, Ψυχολογίας του

Πανεπιστηµίου Αθηνών, σε συνεργασία µε το Γαλλικό Ινστιτούτο Ελλάδος,

οργανώνει την Παρασκευή 18 Οκτωβρίου, ώρα 18.00, ηµερίδα αφιερωµένη στον

γάλλο φιλόσοφο Ρενέ Σερέρ, µε τίτλο «Φιλοξενώντας τον René Schérer / Ο René Schérer για τη φιλοξενία». Συµµετέχουν ο René Schérer, η Anne Sauvagnargues,

ο Ευτύχης Μπιτσάκης, ο Γεράσιµος Κακολύρης, µε συντονιστή τον Κωνσταντίνο Ηροδότου. Η ηµερίδα γίνεται στο Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών, Σίνα 31 (αίθουσα

Gisèle Vivier). Η είσοδος είναι ελεύθερη, ενώ θα υπάρχει παράλληλη µετάφραση.

Πώς αντιλαµβάνεστε τη σχέση ουτοπίας και φιλοξενίας;

Για να είµαι σύντοµος, θα έλεγα, µιλώντας απλά και άµεσα, απευθυνόµενος στους

σύγχρονούς µου, ότι το µεγάλο θέµα ή πρόβληµα του καιρού µας είναι, πριν απ’ όλα,

να θέσουµε τέλος στις ένοπλες συγκρούσεις, οι οποίες οφείλονται στην άρνηση του

άλλου ανθρώπου. Στην απόρριψη των άλλων, στην άρνηση να αποδεχτούµε, να

υποδεχτούµε ξένα πρόσωπα ή ιδέες, ξένα ήθη, µόνο και µόνο επειδή είναι

διαφορετικά. Εάν η ουτοπία συνίσταται στην παρουσίαση και ενεργοποίηση του

επιθυµητού, εκείνου που επιβάλλεται χωρίς να είναι ακόµη πραγµατοποιηµένο, η

ουτοπία µας, η ουσιώδης αλλά, ως τώρα, ουτοπική διεκδίκησή µας είναι, εποµένως, η

υποδοχή του άλλου, του «άλλου ανθρώπου», δηλαδή µια καθολική φιλοξενία. Αυτό

βρίσκεται ακριβώς στον πυρήνα της ουτοπίας του Φουριέ.

Page 2: Scherer, R., Synenteuxi (Enthemata Augis 13-10-2013)

Στα γραπτά σας για τη φιλοξενία αναφέρεστε στην ανάγκη µετατόπισης της σκέψης από το ερώτηµα «πώς να καταστήσουµε εφικτή την αποδοχή του ξένου

εντός της καλύτερης κοινωνίας» στο ερώτηµα «πώς να σκεφτούµε µια καλύτερη

κοινωνία γύρω από τον ξένο, την αποδοχή του ξένου». Κάτι τέτοιο προϋποθέτει τη

µετατόπιση προτεραιότητας από το «εγώ» στον Άλλο, κάτι που θυµίζει σηµαντικά

την ηθική σκέψη του Εµµανουήλ Λεβινάς. Πώς δικαιολογείται, κατά τη γνώµη

σας, φιλοσοφικά αυτή η αλλαγή οπτικής; Από τι επιβάλλεται;

Πρόκειται για µια αλλαγή οπτικής σε σχέση µε τη σκέψη της κλασικής Ουτοπίας.

Εκείνη κατασκεύασε πριν απ’ όλα ένα µοντέλο ικανοποιητικό για µια κλειστή

κοινωνία. Και το πρόβληµα ήταν η αποδοχή (ή όχι) του ξένου, του οποίου η

παρείσδυση ενείχε τον κίνδυνο της αναστάτωσης, της διαφθοράς. Στη νέα προοπτική,

που είναι εκείνη του Φουριέ, η ουτοπία κατασκευάζεται γύρω από την καθολική

φιλοξενία ή, εάν θέλετε, του ξένου, του άλλου, του «άλλου ανθρώπου» ή της «δοµής-

άλλος». Το σηµείο εκκίνησης δεν είναι πλέον «το ίδιο», αλλά το «το άλλο», το

διαφορετικό, το ετερόκλητο, η πολλαπλότητα. Το άλλο έχει προτεραιότητα σε σχέση

µε το ίδιο, γιατί κι εγώ ο ίδιος είµαι «άλλος», άλλος σε σχέση µε τον άλλο, άλλος

ακόµη κι ως «εγώ». «Εγώ είµαι ένας άλλος». Σε σχέση µε εµένα, όπως και σε σχέση

µε τον «άλλον άνθρωπο». Μπορούµε βέβαια να αναφερθούµε εν προκειµένω στον

Λεβινάς, που τόνισε αυτή την προτεραιότητα, αλλά, επίσης, και στον Φουριέ, για τον

οποίο το σηµείο έλξης δεν είναι ποτέ το «εγώ», αλλά η οµάδα· για τον οποίο το άτοµο

είναι πάντα µέλος µιας οµάδας, «οµαδικό ον».

Page 3: Scherer, R., Synenteuxi (Enthemata Augis 13-10-2013)

Όσο για την ουτοπία, στις σχέσεις της µε τη φιλοξενία, αποτελεί οπωσδήποτε µια

«κοπερνίκεια επανάσταση». Αυτή είναι η απάντησή µου, σε πρώτο επίπεδο.

Επιπροσθέτως, η «δοµή άλλος» απαντά επίσης στον Ντελέζ, όπου ο «άλλος» γίνεται

αντιληπτός ως το άνοιγµα προς ένα πιθανό κόσµο. Αυτό το άνοιγµα στον «άλλον»

και τον κόσµο αποτελεί επίσης κεντρικό ζήτηµα στον αµερικάνικο υπερβατολογισµό,

στους Έµερσον (Emmerson), Θορώ (Thoreau), Γουίτµαν (Whitman), κ.ά.

Τέσσερα χρόνια µετά την έκδοση του πρώτου σας βιβλίου Zeus hospitalier

(Φιλόξενος Ζευς, 1993), ένας άλλος µεγάλος Γάλλος φιλόσοφος, ο Ζακ Ντεριντά

εξέδωσε το Περί φιλοξενίας (σε συνεργασία µε την Αν Ντυφουρµαντέλ) µε το ίδιο

θέµα: τη φιλοξενία. Παρά το γεγονός ότι αναγνωρίζει µια κριτική δυνατότητα στη

ουτοπία που αναµφισβήτητα δεν θα πρέπει ή δεν µπορεί ποτέ κάποιος να

αποκηρύξει εντελώς, προ πάντων όταν µπορεί αυτή να µετατραπεί σε µοτίβο

αντίστασης ενάντια σε κάθε άλλοθι διατήρησης του υπάρχοντος status quo και σε

κάθε «ρεαλιστική» και «πραγµατιστική» παραίτηση, ο Ντεριντά παραµένει δύσπιστος απέναντί της. Κι αυτό επειδή σε ορισµένα πλαίσια η λέξη ουτοπία µας

αποκόπτει από τον ιδιάζοντα και επείγοντα χαρακτήρα του «εδώ-τώρα», της παρούσης στιγµής. Ο ρακένδυτος ξένος που φτάνει στα σύνορα δεν µπορεί να

περιµένει! Αυτό που απαιτείται είναι άµεση απόφαση και δράση. Ποια είναι η

άποψή σας;

Ναι, αυτή η έκδοση βασίζεται σε ένα σεµινάριο που οργάνωσε εκείνα τα χρόνια ο

Ντεριντά. Το αγνοούσα πριν την κυκλοφορία του· έµαθα για το σεµινάριο µέσα από

αυτό το βιβλίο. Λαµβάνει υπόψη του την επικαιρότητα, στα χρόνια του 90, πολύ

περισσότερο από ότι το δικό µου βιβλίο, το οποίο έγραψα µε αφετηρία τα µαθήµατά

µου στα 1989-90. Πρέπει πρώτα να σηµειώσω ότι χωρίς συνεννόηση, παρά το ότι

ήµουν από παλιά φίλος µε τον Ντεριντά, κυριευτήκαµε από αυτό το µείζον θέµα για

τις σύγχρονες κοινωνίες.

Page 4: Scherer, R., Synenteuxi (Enthemata Augis 13-10-2013)

Τόσο εσείς όσο και ο Ντεριντά έχετε καταδείξει τους περιορισµούς της καντιανής αρχής της «καθολικής φιλοξενίας», η οποία κατοχυρώνει µεν ένα «δικαίωµα

επίσκεψης» αλλά όχι ένα «δικαίωµα µόνιµης επίσκεψης», έτσι ώστε η χώρα

υποδοχής να µπορεί να εκδιώξει το ξένο «αν τούτο δεν θα έχει ως αποτέλεσµα την

εξόντωσή του» (Ι. Καντ, Προς την αιώνια ειρήνη). Αυτή η αρχή φαίνεται να διέπει σήµερα το διεθνές δίκαιο και ειδικότερα το νοµικό καθεστώς περί ασύλου.

Εντούτοις, όταν διατύπωνε τη συγκεκριµένη αρχή ο Καντ, είχε στο µυαλό του τις τροµερές βιαιοπραγίες που διαπράττονταν από τους Ευρωπαίους κατακτητές του

Νέου Κόσµου εις βάρος των γηγενών πληθυσµών. Νοµίζουµε ότι το συγκεκριµένο

παράδειγµα καταδεικνύει το ρίσκο που εγγράφεται σε κάθε πράξη φιλοξενίας ως

όρο δυνατότητά της: ότι η έλευση του άλλου µπορεί να φέρει την αταξία στον οίκο

µου, ότι δεν µπορώ να προβλέψω αν ο άλλος θα συµπεριφερθεί καλά στο σπίτι µου,

στην πόλιν µου, στο κράτος µου, στο έθνος µου. Εντούτοις, αυτό είναι ένα ρίσκο

που οφείλουµε να πάρουµε προκειµένου να ανοίξουµε τον οίκο µας στο άλλο(ν),

είτε πρόκειται για το(ν) ξένο ή το µέλλον εν γένει. ∆ιότι όσο περισσότερο

προσπαθούµε να περιορίσουµε αυτό το ρίσκο, όπως κάνει ο Καντ, τόσο λιγότερο

δεκτική γινόµαστε στο εντελώς άλλο, στο καινούργιο. Θεωρείτε αναγκαίο αυτό το

ρίσκο;

Όπως πάντα όταν εξετάζουµε ένα απροϋπόθετο αξίωµα ή µια κατευθυντήρια ιδέα,

µπορεί να βρεθούµε ενώπιον µιας αντίφασης, αν όχι µιας αντινοµίας. Εδώ πρόκειται

για την ιδέα που µετασχηµατίζει το φιλοξενούµενο σε εισβολέα και εχθρό, που

µετατρέπει δηλαδή τον hospes (φιλοξενούµενο) σε hostis (εχθρό) – κι εδώ

επιστρέφουµε κατά κάποιο τρόπο στην αρχή, αν είναι αλήθεια ότι ο πρώτος όρος

(hospes) δεν αποτελεί παρά µια µεταστροφή του δεύτερου (hostis). Ο Μισέλ Σερ

(Michel Serres), έχει, σε ένα ανάλογο πλαίσιο, µιλήσει για το «παράσιτο», που είναι

πάντα ένα ρίσκο για τη φιλοξενία.

Χωρίς να θέλω να προτείνω µια θαυµατουργική λύση, µπορούµε να σκεφτούµε εδώ

τον Φουριέ, του οποίου η παγκόσµια ουτοπία ή «Αρµονία» αποτελεί επίσης µια

καθολική φιλοξενία, όπου ο καθένας συναντά παντού την υποδοχή και την

αµοιβαιότητα. Σε αυτό το πλαίσιο, δεν υπάρχει κίνδυνος παρασιτισµού ή επίθεσης.

Οι «σταυροφορίες» στην «Αρµονία» δεν είναι πλέον πόλεµοι και οι «βιοµηχανικοί

στρατοί» δεν µετακινούνται σε άλλη περιοχή παρά µόνο για να την ευεργετήσουν στο

όνοµα της «Αρµονίας». Ένα άλλο παράδειγµα που δίνει ο Φουριέ είναι αυτό του

«ερωτικού ιππικού» και της «εξαγοράς των αιχµαλώτων», στο Νέο ερωτικό κόσµο.

Με µια αντιστροφή νοήµατος, δηλαδή, η ουτοπία ιδιοποιείται προτάσεις, τις οποίες ο

πολιτισµός – «ανεστραµµένη διάταξη» – θεωρεί διαστροφικές και τις καθιστά

αδύνατες. Μόνο στην εταιρική «Αρµονία» – «αξιόπιστη διάταξη» – µπορεί να τις

δούµε να πραγµατοποιούνται. Αυτός είναι ο λόγος που λέγω κι έχω γράψει σε όλα

µου σχεδόν τα κείµενα πως η καθολική και απροϋπόθετη φιλοξενία είναι η «ουτοπία

µας». Είναι απαραίτητο να συγκρατήσουµε αυτή την ιδέα, ακόµη και αν στην

παρούσα κατάσταση πραγµάτων, είναι αδύνατον να την εφαρµόσουµε κατά γράµµα.

Θα αναφερθώ σε µια πρόταση του Μωρίς Μπλανσό (Maurice Blanchot), η οποία

αποτελεί παράθεµα από τον Γκαίτε, (χωρίς να δίνεται η ακριβής παραποµπή):

«επιδιώκοντας το αδύνατο, ο καλλιτέχνης επιτυγχάνει το σύνολο του εφικτού». Υπό

αυτή την έννοια, η άσκηση της φιλοξενίας εµπίπτει σε µιαν αισθητική, µιαν

«αισθητική της ζωής», πολύ περισσότερο από ό,τι σε ένα δόγµα δικαίου ή

ηθικότητας.

Page 5: Scherer, R., Synenteuxi (Enthemata Augis 13-10-2013)

Πόσο πειστική µπορεί να ακούγεται σήµερα µια σκέψη που είναι δεκτική στην έλευση του ξένου όταν τα κυρίαρχα ΜΜΕ και η πλειονότητα των ευρωπαϊκών

πολιτικών έχουν καταφέρει να δηµιουργήσουν µια ξενοφοβική Ευρώπη; Θα

µπορούσε η ευρωπαϊκή αριστερά σήµερα να διαµορφώσει µια πειστική πρόταση

για τη µετανάστευση; Ποια νοµίζετε ότι θα µπορούσαν να είναι τα κύρια σηµεία

µιας τέτοιας πολιτικής;

Το ερώτηµα που µου θέτετε εµπίπτει περισσότερο στην πολιτική παρά τη φιλοσοφία

καθεαυτή. Γνωρίζω πως δεν θα µπορούσαµε να τις διαχωρίσουµε και πως όλοι οι

φιλόσοφοι, από τον Πλάτωνα κι εφεξής, πραγµατεύτηκαν το θέµα της Πολιτικής.

Όµως συνηθίζουµε, επίσης, να διαχωρίζουµε ορθά «το» πολιτικό από «την» πολιτική,

όρος που αναφέρεται στην ιστορική εφαρµογή ιδεών και αρχών, σε συγκεκριµένες

περιστάσεις. Η ερώτησή σας, βεβαίως, αφορά αυτήν την εφαρµογή. ∆εν θα µπορούσα

εντούτοις να απαντήσω, ακολουθώντας τους Ντελέζ και Γκουαταρί στο Τι είναι η

φιλοσοφία;, ότι η πολιτική των φιλοσόφων συνάδει απόλυτα µε εκείνη των

ουτοπιστών και, κατ’ αυτό τον τρόπο, να επανέλθω στο απροϋπόθετο της φιλοξενίας;

Ή, ακολουθώντας τον Καντ -µολονότι αυτός νοµιµοποίησε φιλοσοφικά τη διαφορά

µεταξύ της καθολικής υπερβατολογικής αρχής και τους περιορισµούς που τα εχέγγυα

κάθε εθνικού κράτους κατέληξαν να της επιφέρουν-, να απαντήσω µε τη διάκριση

ανάµεσα σε έναν «ηθικό πολιτικό», δηλαδή έναν ηγεµόνα που υπόκειται στην

απροϋπόθετη ηθική προσταγή, και στους «πολιτικούς µοραλιστές» ή σε εκείνους που,

παίζοντας τον ρόλο των συµβούλων του ηγεµόνα, νόµιζαν ότι µπορούσαν να

διευθετήσουν µε κατάλληλο τρόπο το απροϋπόθετο του ΝΟΜΟΥ;

Απαντώντας στην ερώτησή σας, δράττοµαι της ευκαιρίας να αναφερθώ σε ένα

αξιοσηµείωτο κείµενο του Χάινριχ Μπελ (Heinrich Böll), που τυχαία έχω µπροστά

µου, κείµενο το οποίο υιοθετώ ανεπιφύλακτα και ας µου επιτραπεί να σας το θυµίσω,

απλώς διαβάζοντάς το. Πρόκειται για ένα κείµενο του 1984, ένα από τα τελευταία

του νοµπελίστα συγγραφέα της Χαµένης τιµής της Κατερίνα Μπλουµ, ο οποίος πέθανε

το 1985. Εκείνη την εποχή, ας το θυµίσουµε, υπήρχε ακόµη ο διαχωρισµός σε δύο

µπλοκ, ο Ψυχρός Πόλεµος, και η Γερµανία βρισκόταν υπό το σοκ της πάλης ενάντια

στους τροµοκράτες της «Φράξιας Κόκκινος Στρατός». Το κείµενο έχει τη µορφή µιας

ανοιχτής επιστολής προς τον νεοεκλεγέντα Πρόεδρο της Οµοσπονδιακής

∆ηµοκρατίας της Γερµανίας Ρίτσαρντ φον Βειζσάεκερ (Richard von Weizsäcker), ο

οποίος δεν είχε παρά µια συµβολική εξουσία, όπως, άλλωστε, κι ο παλαιός Πρόεδρος

της Γ΄ Γαλλικής ∆ηµοκρατίας:

«Ο πρόεδρος δεν διαθέτει εξουσία µόνο θεωρητικά, αλλά µπορεί ακριβώς επειδή

υψώθηκε πάνω από τα κόµµατα και είναι υπεράνω πάσης υποψίας να καλέσει εκείνες

τις οµάδες που ζουν στις λεγόµενες περιθωριακές ζώνες και κινδυνεύουν να

ολισθήσουν στον παρασιτισµό: ξένους, πρόσφυγες αιτούµενους άσυλο, ανέργους,

Σίντι και Ροµά. Το πάρκο που περικλείει το Μέγαρό σας είναι οπωσδήποτε

κατάλληλο για να υποδεχτεί µεγάλες οµάδες, ακόµα και αν αυτή η υποδοχή µπορεί

να εκληφθεί ως σόου [show]· to show σηµαίνει, εξάλλου, δείχνω, καθιστώ ορατό, και

ο πρόεδρος της Οµοσπονδίας θα µπορούσε, χάρη σε αυτού του είδους την υποδοχή ή

τα µικρά φεστιβάλ, να δείξει αποτελεσµατικά ότι δεν είναι ένας παντοδύναµος και

συγκαταβατικός άρχοντας, αλλά πρόεδρος µιας ∆ηµοκρατίας στην οποία, για το

Κράτος του οποίου είναι ο κατ’ εξοχήν εκπρόσωπος, δεν υπάρχουν περιθωριακοί,

παρίες. Η Οµοσπονδιακή ∆ηµοκρατία είναι µε βάση το Σύνταγµά της µια χώρα

Page 6: Scherer, R., Synenteuxi (Enthemata Augis 13-10-2013)

υποδοχής, µια χώρα πόλος έλξης. ∆εν θα έπρεπε να εξευτελιστεί καθιστάµενη µια

απωθητική χώρα».

Σταµατώ, ζητώντας να αντικαταστήσουµε στο κείµενο τον Πρόεδρο της

Οµοσπονδιακής ∆ηµοκρατίας της Γερµανίας, µε οποιονδήποτε άλλον ηγέτη

ευρωπαϊκού κράτους και την Οµοσπονδιακή ∆ηµοκρατία µε την Ευρώπη ως «χώρα

υποδοχής». Βλέπουµε ότι σε αυτό το κείµενο που χρονολογείτε πλέον των τριών

δεκαετιών δεν υπάρχει τίποτε να αλλάξουµε. Το αντίθετο µάλιστα.

Θα ήταν επίσης χρήσιµο να προσθέσουµε αυτές τις γραµµές, λίγο παρακάτω: «Θα

ήταν δυνατόν, επί τη ευκαιρία, να σηµειώσουµε ακόµη ότι φρικαλεότητες µπορεί να

διαπραχθούν στο όνοµα του δικαίου, όπως, για παράδειγµα, κάποιος που ζητά άσυλο,

στέλνεται, µετά από δικαστική απόφαση, σε µια χώρα όπου δεν τον περιµένουν µόνο

βασανιστήρια, αλλά ο θάνατος. Στο όνοµα του δικαίου, µπορούν να διαπραχθούν

φρικτά πράγµατα…» Κι αυτό δεν είναι µια απλή υπόθεση εργασίας.

Αυτά θα είχα να πω, αν όφειλα να µιλήσω ως φιλόσοφος– ο Θεός να µε φυλάει–

ενώπιον των πολιτικών, που ασκούν κάποιου είδους εξουσία. Αλλά από

ιδιοσυγκρασία µού είναι, ευτυχώς, αδύνατον να µιλώ µπροστά σε τέτοιες επιτροπές,

όντας ευχαριστηµένος µε το να καλλιεργώ τον κήπο µου ή να σκουπίζω µπροστά από

την πόρτα µου. Και όπως το είπε ο Ντελέζ, πάλι εκείνος, «καλύτερα οδοκαθαριστής,

παρά δικαστής».

Τι σκέφτεστε µε αφορµή την ελληνική κρίση αυτήν την περίοδο; Πώς κρίνετε την έννοια της «κρίσης»;

Όπως είπε, σε µια συνέντευξή του, ο συνάδελφος µου στο Paris 8, Ζορζ Ναβέ

(Goerges Navet), ειδικός στην οικονοµική και πολιτική ιστορία, η «κρίση», στην

αρχική και ετυµολογική της σηµασία, περιγράφει µια στιγµή σύντοµη και

καθοριστική, ενώ η παρούσα κρίση διαιωνίζεται.[1] Είναι πράγµατι σύµφυτη µε τη

διαχείριση του οικονοµικού κεφαλαίου, το οποίο κινείται µέσω διαδοχικών και

αλλεπάλληλων κρίσεων. Από αυτές προκύπτει το χρέος από το οποίο υποφέρουν όλα

τα κράτη, ιδίως στην Ευρώπη.

Αυτό οφείλεται στη σύλληψη, λανθασµένη στη βάση της, ενός συστήµατος

θεµελιωµένου στη γενική ανταγωνιστικότητα και την αποδοτικότητα. Είναι προφανές

ότι οι «κοινωνικές υπηρεσίες» δεν γίνεται να είναι αποδοτικές και ότι µια κοινωνία

που αποσκοπεί στο κέρδος και όχι στην ευτυχία ή την απλή ζωή όλων των µελών

της, θα αντιµετωπίζει διαρκώς «έλλειµµα» ή «χρέος». Το να ζεις, το οποίο θεωρείται

αφ’ εαυτού ένοχο, είναι ένα «χρέος» προς µια υπερβατική δύναµη. Εδώ περιέργως το

οικονοµικό συναντά ένα θρησκευτικό που θεωρεί όλους τους θνητούς ενόχους έναντι

του υπερβατικού δηµιουργού τους.

Κι ο φιλελευθερισµός έχει καταστεί, για µιας, µια τέτοια «υπερβατικότητα». Εξάλλου

ο ανταγωνισµός της αγοράς ή ο οικονοµικός φιλελευθερισµός, είτε πρόκειται για το

νέο είτε για τον κλασικό, λειτουργεί µε βάση το φηµισµένο υπερβατικό αξίωµα της

«αόρατης χειρός», που, έχει ως αρχή, ενάντια σε κάθε πραγµατικότητα και κάθε

αληθοφάνεια, ότι από τον πλουτισµό µερικών προέρχεται η ευτυχία όλων. Μια

«αρµονία προκαθορισµένη» κατά κάποιο τρόπο.

Page 7: Scherer, R., Synenteuxi (Enthemata Augis 13-10-2013)

Όσο και να διαψεύδεται από την εµπειρία, αυτή η προκατάληψη είναι επίµονη. Είναι

το στοιχείο που θεµελιώνει την ψευδαίσθηση ότι η κοινωνία της αγοράς είναι «ο

καλύτερος δυνατός κόσµος», ψευδαίσθηση από την οποία τρέφονται µέχρι και οι

σηµερινοί αρνητές της. Έτσι µεταθέτουµε εύκολα τις δυσχέρειες που σχετίζονται µε

το καπιταλιστικό (και το ισοδύναµό του νεο-καπιταλιστικό) σύστηµα σε µια αντίθεση

µεταξύ εθνικής οικονοµίας ή εθνικισµού και διεύρυνση της αγοράς ή ευρωπαϊσµού.

Το πρόβληµα δεν είναι εκεί, αλλά στην υπαγωγή ολόκληρης της οικονοµικής

διαδικασίας στην οικονοµία της αγοράς και τη χρηµατιστηριακή ανταποδοτικότητα.

Το πώς θα βρούµε την έξοδο, αυτό είναι άλλο ζήτηµα. Και τίποτα δεν θα γίνει, αν

µέσα στο νου, στις «υποµενικοποιήσεις», τίποτα δεν αλλάξει. Ο Φελίξ Γκουαταρί

χαρακτήριζε τον σύγχρονο καπιταλισµό ως «παγκόσµιο ενσωµατωµένο

καπιταλισµό». ∆εν ξέρω σε τι αντιστοιχούσε για εκείνον αυτή η «ενσωµάτωση»,

αλλά µπορεί επιτυχώς να ερµηνευτεί ως µια εσωτερίκευση, µια υποκειµενική

αφοµοίωση, µέσα στις συνειδήσεις, πράγµα που εξηγεί γιατί δεν µπορούµε να

ξεφύγουµε από ένα σύστηµα υπερκατανάλωσης και κερδοσκοπικής οικονοµίας. Και

σε αυτό το σηµείο θα ήταν απαραίτητη, πρωταρχικής σηµασίας, µια τροποποίηση που

θα µπορούσε να δηµιουργήσει νέες υποκειµενικότητες, προσανατολισµένες προς την

επιθυµία µιας άλλης κοινωνίας. Αυτή είναι η φιλοσοφική -φουριεκή- άποψή µου.

Με τι ασχολείστε αυτήν την εποχή;

Τι ετοιµάζω; Θα έλεγα, όπως, νοµίζω ότι θα έκανε ο Γκαστόν Μπασελάρ (Gaston

Bachelard) –τρόπος του λέγειν βέβαια γιατί ούτε κατά διάνοια θα µπορούσα να

συγκριθώ µαζί του– ότι δεν σταµατώ να µελετώ· βρίσκοµαι εγγύτερα στη θέση του

φοιτητή, παρά του συγγραφέα. Και τα σεµινάρια µου έδωσαν άπειρες αφορµές για να

εµβαθύνω ή να ανακαλύψω ορισµένα ζητήµατα: το «έγκληµα», τη «ζωή», την «τέχνη

και τη ζωή», θέµα του φετινού µου σεµιναρίου. Έχω πάντα κατά νου να γράψω

σχετικά µε αυτά, αλλά δεν δόθηκε ακόµη η κατάλληλη ευκαιρία ή, αν θέλετε, δεν

ήρθε η σειρά τους. Περιµένοντας, είχα την ευκαιρία να γράψω ένα µικρό «αυθάδες

λεξιλόγιο», που δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα καπρίτσιο. Όµως, η έκδοσή του, ενώ

είχε προγραµµατιστεί για τον περασµένο Σεπτέµβρη, αναβλήθηκε για το 2014. Ίσως

αργότερα επεξεργαστώ τις σηµειώσεις µου για τη θεµατική της «ζωής», αλλά δεν

µπορώ να πω ακόµα τίποτε άλλο. Άλλωστε, περιµένω πάντα µια «ευκαιρία»· η έννοια

ευκαιρία, casus, τύχη ή καιρός είναι µέρος της µεθόδου µου· ένας «τυχισµός»

δανεισµένος από τη λογική του Τσαρλς Σάντερς Πηρς. Είναι ένας τρόπος επίσης να

συνδέω τη σκέψη µε τη ζωή. Αυτά είναι όλα όσα µπορώ να σας πω γι’ αυτό το θέµα.

Στο ενδιάµεσο, κάποια µικρά άρθρα, εξίσου ευκαιριακά, ορίζουν τη διαδροµή µου.

Τέλος –να µην το ξεχάσω κλείνοντας– περιµένω µε ανυποµονησία εδώ κι ένα χρόνο

την έκδοση ενός ανέκδοτου κειµένου του Φουριέ, που συνεπιµελούµαι µε τον

Κωνσταντίνο Ηροδότου· είναι µια αξιοσηµείωτη εργασία: Το ξύπνηµα του Επιµενίδη

(Le Réveil d’Epiménide) το οποίο αλλάζει τον ορίζοντα πρόσληψης του Νέου

ερωτικού κόσµου. Οφείλω να οµολογήσω ότι οι εκδοτικές καθυστερήσεις µε βγάζουν

εκτός εαυτού.

Ο Γεράσιµος Κακολύρης διδάσκει φιλοσοφία στο Πανεπιστήµιο Αθηνών.

Eυχαριστούµε θερµά τον Τιερύ Μπριώ για την παραχώρηση των έργων και τον Κωνσταντίνο Ηροδότου για τη βοήθειά του στη δηµοσίευση της συνέντευξης

Page 8: Scherer, R., Synenteuxi (Enthemata Augis 13-10-2013)

Λεζάντες για τις εικόνες:

[1] Thierry Briault, “Gradiva blanche”, 2000. Αδηµοσίευτος πίνακας που

παραχωρήθηκε στην “Αυγή” από τον καλλιτέχνη για δηµοσίευση

[2] Thierry Briault, “Gradiva bleue”, 2000. Αδηµοσίευτος πίνακας που

παραχωρήθηκε στην “Αυγή” από τον καλλιτέχνη για δηµοσίευση

[1] Ζορζ Ναβέ, «Να παράγουµε καινούργιες ουτοπίες», συνέντευξη στον

Κωνσταντίνο Ηροδότου, The Books’ Journal, τχ. 22, Αύγουστος 2012, σ. 92. [Σ.τ.Μ.]

http://enthemata.wordpress.com/2013/10/13/rs/

http://www.avgi.gr/article/1127075/filoxenia-kai-outopia#