ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΤΩΝ ΤΕΛΕΥΤΑΙΩΝ ΕΞΕΛΙΞΕΩΝ ΤΗΣ...

131
GREEK BRANCH ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΥΓΟ ΚΑΙ ΚΟΤΟΠΟΥΛΟ Από το πτηνοτροφείο στον καταναλωτή ΠΡΑΚΤΙΚΑ “1 ης Επιστημονικής Ημερίδας του Ελληνικού Τμήματος της WPSA” 1

Upload: others

Post on 27-Dec-2019

6 views

Category:

Documents


0 download

TRANSCRIPT

ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΤΩΝ ΤΕΛΕΥΤΑΙΩΝ ΕΞΕΛΙΞΕΩΝ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΤΙΚΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΖΩΟΤΡΟΦΕΣ

GREEK BRANCH

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΥΓΟ ΚΑΙ ΚΟΤΟΠΟΥΛΟ

Από το πτηνοτροφείο στον καταναλωτή

ΠΡΑΚΤΙΚΑ

“1ης Επιστημονικής Ημερίδας του Ελληνικού Τμήματος της WPSA”

ΣΥΝΕΔΡΙΑΚΟ ΚΕΝΤΡΟ Ν.ΓΕΡΜΑΝΟΣ (ΠΕΡΙΠΤΕΡΟ 8) ,

ΑΙΘΟΥΣΑ Α, HELEXPO, ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

ΣΑΒΒΑΤΟ 28 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2002

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2002

Οργανωτικη Επιτροπη

· Α. Γιαννακόπουλος, Καθηγητής, Α.Π.Θ.

· Α. Τσερβένη-Γούση, Καθηγήτρια, Α.Π.Θ.

· Ε. Αποστολάκη, Dr. Γεωπ. Πανεπ. Αθηνών

· Γ.Παπαδόπουλος,Ομ.Καθηγητής,Γεωπ.Πανεπ. Αθηνών

· Π. Φορτομάρης, Λέκτορας, Α.Π.Θ.

· Ι. Γεωργοπούλου, Επίκ. Καθηγήτρια, Α.Π.Θ.

· Γ. Αρσένος, Λέκτορας, Α.Π.Θ.

· Θ. Νιτσιάκος, Πρόεδρος της «Νιτσιάκος Α.B.E.Ε.»

· Κ. Γιαζιτζόγλου, Γεν.Δ/ντής της «HQF A.Ε.»

· Επιστημονικη Επιτροπη

· Α. Γιαννακόπουλος, Καθηγητής, Α.Π.Θ.

· Α. Τσερβένη-Γούση, Καθηγήτρια, Α.Π.Θ.

· Γ.Παπαδόπουλος,Ομ.Καθηγητής,Γεωπ.Πανεπ. Αθηνών

· Γραμματεία ημερίδας

· Π. Φορτομάρης, Λέκτορας, Α.Π.Θ.

· Ι. Γεωργοπούλου, Επίκ. Καθηγήτρια, Α.Π.Θ.

· Ε. Σωσσίδου, Ερευνήτρια Ε.Θ.Ι.Α.Γ.Ε.

· Γ. Αρσένος, Λέκτορας, Α.Π.Θ

· Χορηγοί

Κύριοι Χορηγοί

· Hellenic Quality Foods A.E.

· Αφοί Τριανταφύλλου Α.Β.Ε.E.

· Provimi Hellas Α.Ε.

· Veterin A.B.E.E.

· Ζούρας Φαρμ Α.Ε.

Χορηγοί

· Νιτσιάκος Θ., Α.Β.Ε.Ε.

· Γαλανός Α.Ε.

· Kego Α.Ε.

· Intervet Hellas A.E.

· Αφοί Τετώρου Α.Β.Ε.

· Τζώρτζας-Κουτσός Α.Β.Ε.Ε.

· Agrivet

· Πτηνοτροφεία Ηλιάδη Α.Ε.

· Σιώπης,Πτηνοτροφικές Επιχειρήσεις,Ο.Ε.

· Eurofarma E.Π.E.

· Roche Vitamins Hellas Ltd.

· Σαραμούρτζης Π. και Υιοί Α.Β.Ε.Ε.

· Στραβαρίδης Α.Ε.Β.Ε.

· ΛΑΠΑΦΑΡΜ Α.Ε.

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ: Επιστημονική Επιτροπή Ημερίδας

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Χαιρετισμοί …………………………………………………………………………………………Σελ.

1η Συνεδρία

Προεδρείο:Α.Β.Σπαής, καθηγητής και Γ.Παπαδόπουλος, ομ.καθηγητής

Ελληνική Πτηνοτροφία –Οργάνωση, Προβλήματα, Προοπτικές

Α. Γιαννακόπουλος,Α.Σ.Τσερβένη-Γούση………………………………….…………..Σελ.

Παραγωγή και κατανάλωση ορνιθείου κρέατος σε μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία

Κ.Γιαζιτζόγλου, …………………………………………………………………………….. Σελ.

Σχολιασμός των τελευταίων εξελίξεων της Κοινοτικής Νομοθεσίας για τις πτηνοτροφές

Ε.Καμαρινού,Π.Ζωιόπουλος ……….…………………………………………………………. Σελ.

Εναλλακτικά συστήματα σταβλισμού των αυγοπαραγωγών ορνίθων

Α. Τσερβένη-Γούση, Α.Γιαννακόπουλος…………………………………………………………. Σελ.

Το σύστημα πιστοποίησης βιολογικών πτηνοτροφικών προϊόντων καθώς και προϊόντων ποϊότητας στην Ελλάδα

Π.Βασιλόπουλος, ……………………………………………………………………………………. Σελ.

2η Συνεδρία

Προεδρείο: Π.Ιορδανίδης, αν.καθηγητής και Π. Φλώρου-Πανέρη, αν.καθηγήτρια

Η χρησιμοποίηση των ενζύμων στη διατροφή των πτηνών

Α.Β.Σπαής, Ε.Χριστάκη……………………………………………………………………………. Σελ

Η διατροφή στη βιολογική πτηνοτροφία: Ιδιαιτερότητες και προοπτικές

Χ.Λύρας, ……………………………………………………………………………………………… Σελ.

Προστασία των πτηνών κατά την εκτροφή και τη μεταφορά τους

Μ.Πατίκας, …………………………………………………………………………. ……………….Σελ.

Εντερίτιδες των πτηνών ως πολυπαραγοντικά νοσήματα

Ι.Γεωργοπούλου, ……………………………………………………………………………Σελ.

Νέες μορφές πτηνοτροφικών προϊόντων

Π. Φορτομάρης, …………………………………………………………………………….. Σελ.

Δημόσια υγεία και εφαρμογή του συστήματος HACCP στις επιχειρήσεις παραγωγής αυγών και ορνίθειου κρέατος

Ι. Τσιλφίδης,…………………………………………………………………………………….Σελ.

ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΙ

ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ WPSA

κ. Α. Λ. Γιαννακόπουλου

Κυρίες και Κύριοι,

Ως πρόεδρος του Ελληνικού Τμήματος της WPSA έχω την τιμή να σας ευχαριστήσω για την τιμή που μας κάνατε να παραβρεθείτε στη σημερινή μας εκδήλωση. Η σημερινή 1η επιστημονική ημερίδα αποτελεί για τη χώρα μας ιστορικό γεγονός. Για πρώτη φορά συγκεντρώνονται τόσοι πολλοί ειδικοί επιστήμονες για να παρουσιάσουν επιστημονικά πορίσματα και να ανταλλάξουν απόψεις για τα προβλήματα της πτηνοτροφίας, που αποτελεί ένα δυναμικό κλάδο της ζωικής παραγωγής αφού εξασφαλίζει αυτάρκεια σε αυγά και κρέας που ξεπερνάει το 90 %.

Με ιδιαίτερο ενδιαφέρον και αγωνία παρακολουθούμε τις μεγάλες αλλαγές που συντελούνται στην πτηνοτροφία τα τελευταία χρόνια, καθώς και τις προσπάθειες που γίνονται για την παραγωγή προϊόντων που να βρίσκονται ποιο κοντά στις απαιτήσεις των καταναλωτών. Σήμερα, ο πτηνοτρόφος, ο μεταποιητής των πτηνοτροφικών προϊόντων καλείται να λειτουργήσει σε ένα περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από ανοικτά σύνορα, από έντονο ανταγωνισμό, από ταχεία εξέλιξη της επιστήμης και να αντιμετωπίσει έναν καταναλωτή απαιτητικό σε θέματα ποιότητας,συμπεριλαμβανομένης της υγιεινής και της ασφάλειας. Και αυτό κυρίως μετά τα τελευταία σκάνδαλα των διοξινών, της σπογγώδους εγκεφαλοπάθειας, αλλά και των γενετικά τροποποιημένων τροφίμων που μπαίνουν στη διατροφική αλυσίδα.

Μέσα σε αυτή την πραγματικότητα και τις γενικότερες ανησυχίες αναζητήθηκαν από τα μέσα του 1980 εναλλακτικοί τρόποι και μέθοδοι εκτροφής, όπως η βιολογική πτηνοτροφία, αλλά και η μέθοδος της ελεύθερης βοσκής, οι οποίες παρουσιάζονται ως μια νέα προοπτική που κερδίζει σήμερα έδαφος. Από την άλλη πλευρά όμως και από τα στοιχεία της κατανάλωσης, φαίνεται ξεκάθαρα ότι η ένταση στην παραγωγή δεν μπορεί, και δεν πρέπει να ανακοπεί. Πρέπει όμως,να παράγει μέσα σε ένα νέο πλαίσιο ρυθμίσεων με σεβασμό στον άνθρωπο και το περιβάλλον.

Η χώρα μας, με παραγωγούς πιστούς στην παράδοση, έχει ένα βασικό πλεονέκτημα στην παραγωγή, ασφαλών και επώνυμων πτηνοτροφικών προϊόντων. Είναι το ελληνικό αυγό και κοτόπουλο που επώνυμα μπορούν να κυκλοφορήσουν χωρίς περιορισμούς και όρια. Όμως, θέλει προσπάθεια όλων σε όλα τα στάδια. Από σχεδιασμό του πτηνοτροφείου και της εκμετάλλευσης μέχρι τον καταναλωτή.

Ως πρόεδρος του Ελληνικού τμήματος της WPSA που είναι ένα επιστημονικό σωματείο, μέλος της World Poultry Science Association και έχει σκοπό την προαγωγή της επιστήμης της πτηνοτροφίας στην Ελλάδα, θα ήθελα να εκφράσω τις θερμές ευχαριστίες:

α) Στους ομιλητές που με τις υψηλής στάθμης εργασίες συμβάλλουν στην επιστημονική αρτιότητα του συνεδρίου

β) Στην Οργανωτική Επιτροπή για το ζήλο, την προθυμία και την επιμονή με την οποία ανέλαβε και έφερε σε πέρας την οργάνωση της ημερίδας

γ)Τους χορηγούς χωρίς την συνδρομή των οποίων θα ήταν αδύνατη η πραγματοποίηση του συνεδρίου και

δ) Όλους εσάς που τιμάτε την ημερίδα με την παρουσία σας.

Τελειώνοντας,καλοσωρίζω τους καλεσμένους,εύχομαι καλή διαμονή στην πόλη της Θεσσαλονίκης και καλή επιτυχία στις εργασίες της ημερίδας.

Ευχαριστώ

ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

κ. Α. Σ. Τσερβένη-Γούση

Αγαπητοί Σύνεδροι,

Με ιδιαίτερη χαρά σας καλωσορίζω στην 1η Ημερίδα που οργανώνεται από το Ελληνικό Τμήμα της World Poultry Science Association (W.P.S.A.-Greek Branch). Σκοπός της Ημερίδας αυτής είναι να παρουσιαστούν και συζητηθούν τα πλέον επίκαιρα θέματα που απασχολούν σήμερα τους επιστήμονες, τους πτηνοτρόφους και τους καταναλωτές και έχουν σχέση με το ελληνικό αυγό και κοτόπουλο. Στόχος μας δεν ήταν να "ανακυκλωθούμε" επιστημονικά παρουσιάζοντας εξειδικευμένες επιστημονικές ανακοινώσεις, πολύτιμες μεν αλλά λιγότερο χρήσιμες για την ελληνική πραγματικότητα η οποία είναι ζοφερή. Έτσι, κλήθηκαν οι πιο ειδικοί επιστήμονες, οι οποίοι και ανταποκρίθηκαν με προθυμία στην πρόσκλησή μας για ενημέρωση του έλληνα πτηνοτρόφου. Η ανταπόκριση ήταν άμεση και εκμέρους των χορηγών, χωρίς τη συνδρομή των οποίων δεν ήταν δυνατόν να πραγματοποιηθεί η Ημερίδα.

Όλοι γνωρίζουμε και πολύ περισσότερο οι πτηνοτρόφοι, τα τρέχοντα και φλέγοντα προβλήματα της ελληνικής πτηνοτροφίας. Αυτά θέλουμε να αναδείξουμε και μέσα στα πλαίσια μιας ημερίδας, να γίνει προσπάθεια εύρεσης κάποιων λύσεων. Ποια εικόνα εμφανίζει σήμερα η ελληνική πτηνοτροφία; Θα είμαστε αυτάρκεις σε αυγό και κρέας αύριο; Τι γίνεται με τις εισαγωγές τους; Τι δυνατότητες υπάρχουν να βελτιωθούν τα πτηνοτροφικά προϊόντα μέσω της διατροφής των πτηνών; Ποια η κοινοτική νομοθεσία για τις πτηνοτροφές και την ευζωία των πτηνών; Τι ισχύει για την πιστοποίηση των βιολογικών προϊόντων; Ποιο είναι το κυριότερο πρόβλημα υγείας των πτηνών σήμερα; Ο σύγχρονος προσανατολισμός σε βιολογικά προϊόντα, σε εναλλακτικά συστήματα σταβλισμού, σε εκτροφές ελεύθερης βοσκής κτλ. είναι σωσσίβια λέμβος ή δημιουργεί προβλήματα πιθανόν δυσεπίλυτα; Σε όλα αυτά τα ερωτήματα θα προσπαθήσουμε να δώσουμε απαντήσεις.

Εκμέρους της Οργανωτικής Επιτροπής της Ημερίδας, ευχαριστώ θερμά τους ομιλητές και όλους εσάς που ανταποκριθήκατε στην πρόσκλησή μας. Επίσης, εκφράζω εγκάρδιες ευχαριστίες στους χορηγούς που μας ενίσχυσαν χρηματικά και συνδράμαν την προσπάθειά μας για μια καλύτερη ελληνική πτηνοτροφία. Τέλος, το μήνυμα που θα θέλαμε να πάρουν από αυτήν την ημερίδα οι έλληνες πτηνοτρόφοι είναι ότι δεν είναι μόνοι. Είχαν, έχουν και θα έχουν αρωγούς όλους εμάς.

Ευχαριστώ

1η Συνεδρία

Προεδρείο: A.Β.Σπαής, Γ.Παπαδόπουλος

Η ΣΗΜΑΣΙΑ της ΟΡΝΙΘΟΤΡΟΦΙΑΣ για την ΕΛΛΑΔΑ

Α.Λ. Γιαννακόπουλος, Α.Σ.Τσερβένη-Γούση

Τομέας Ζωικής Παραγωγής, Ιχθυολογίας, Οικολογίας και Προστασίας του Περιβάλλοντος, Τμήμα Κτηνιατρικής, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

Η ορνιθοτροφία αποτελεί το δυναμικότερο κλάδο της ελληνικής κτηνοτροφίας, αφού η αυτάρκεια που εξασφαλίζει σε αυγά ή κρέας ξεπερνάει το 90 %. Η κατάσταση του κλάδου αυτού σκιαγραφείται ως ακολούθως:

Μέχρι το τέλος του ΙΙ Παγκόσμιου πολέμου στη χώρα μας, όπως και στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, δεν υπήρχε συστηματική ορνιθοτροφία αλλά μόνο χωρική. Τα κρεοπαραγωγά ορνίθια ήταν άγνωστα και το ορνίθειο κρέας ήταν ένα «παραπροϊόν» που προερχόταν κυρίως από τη σφαγή των ορνίθων μετά το τέλος της ωοτοκίας τους. Οι όρνιθες αυτές που προέρχονταν αρχικά από τον εγχώριο πληθυσμό ορνίθων (εγχώρια όρνιθα) και αργότερα από τις φυλές Λευκή Λεγκόρν, Κόκκινη Ροντ Άιλαντ κτλ., εκτρέφονταν στις αυλές των αγροτικών σπιτιών κατά τον παραδοσιακό τρόπο και η ετήσια παραγωγή τους ήταν 30‑100 αυγά/όρνιθα.

Μετά το 1950, άρχισε σταδιακά η ανάπτυξη της ορνιθοτροφίας, που ουσιαστικά στη δεκαετία 1960‑70 πέρασε στη συστηματική της μορφή και εμπορευματοποιήθηκε η παραγωγή της. Η ανάπτυξή της ήταν εντυπωσιακή. Η διάρθρωσή της μεταβλήθηκε, εισήχθηκαν εξειδικευμένοι στην αυγοπαραγωγή και κρεοπαραγωγή τύποι ορνίθων και ορνιθίων, εφαρμόστηκε καινούργια τεχνολογία και βελτιώθηκε σημαντικά η οργάνωση της παραγωγής. Ειδικότερα, η συστηματική αυγοπαραγωγός ορνιθοτροφία εμφανίσθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1950, ενώ η κρεοπαραγωγός λίγο αργότερα στις αρχές της δεκαετίας του 1960, γύρω από τα μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας (Αθήνα, Θεσσαλονίκη), με την ίδρυση μεγάλων επιχειρηματικών μονάδων.

Η ορνιθοτροφία αποτελεί σήμερα ένα σημαντικό, δυναμικό και ανεξάρτητο από τις εδαφοκλιματικές συνθήκες της χώρας μας, κλάδο της κτηνοτροφίας. Έχει το συγκριτικό πλεονέκτημα, απέναντι στους άλλους κλάδους της κτηνοτροφίας, του σχετικά χαμηλού κόστους παραγωγής των προϊόντων της. Δηλαδή, ο κλάδος της ορνιθοτροφίας έναντι των άλλων κλάδων της ζωικής παραγωγής παρουσιάζει ορισμένα πλεονεκτήματα και κυρίως δεν είναι οργανικά δεμένος με τη γη και ο χρόνος επιστροφής του επενδυμένου κεφαλαίου είναι σχετικά μικρός με αποτέλεσμα να εμφανίζει αυξημένη προσαρμοστικότητα στις μεταβολές της αγοράς.

Oι πτηνοτροφικές μονάδες, ανάλογα με τη μέθοδο εκτροφής που εφαρμόζουν και τον αριθμό πτηνών που εκτρέφουν, ταξινομούνται σε μια από τις ακόλουθες δύο κατηγορίες: Στη χωρική ή εκτατική και στη συστηματική ή εντατική ορνιθοτροφία. Στη χωρική ορνιθοτροφία ανήκουν οι όρνιθες ή τα ορνίθια που εκτρέφονται στις αυλές των σπιτιών κατά τον παραδοσιακό τρόπο και δεν ξεπερνούν τα 100 πτηνά κατά εκτροφή, ενώ στη συστηματική τα 100 και άνω. Ακόμη, υπάρχει διαθέσιμο καταναλωτικό κοινό να πληρώσει περισσότερα χρήματα να αγοράσει προϊόντα χωρικής ορνιθοτροφία, νόστιμα αυγά ή κρέας έχοντας την αίσθηση ότι τα προϊόντα από ζώα ελεύθερης βοσκής είναι διαιτητικά και ποιοτικά καλύτερα.

Α. ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ

1. Διάρθρωση της παραγωγής

α)Αριθμός εκτρεφόμενων πτηνών και κατανομή

Ο αριθμός των εκτρεφόμενων πτηνών κατά το 1999 ανέρχονταν (Στοιχεία Υπουργείου Γεωργίας, 2001) σε δεδομένη στιγμή σε 37.004.018. Από αυτά, 35.397.972 ήταν αυγοπαραγωγές όρνιθες και κρεοπαραγωγά ορνίθια. Δηλαδή, οι όρνιθες μαζί με τα κρεοπαραγωγά ορνίθια αποτελούσαν περίπου το 97,0 % του συνόλου των εκτρεφόμενων πτηνών.

Στον πίνακα 1 δίνεται η χωροταξική κατανομή των εκτρεφομένων αυγοπαραγωγών ορνίθων κατά το έτος 1999.

Πίνακας 1. Κατανομή του αριθμού των εκτρεφόμενων πτηνών την 31η Δεκεμβρίου 1999 κατά γεωγραφικό διαμέρισμα

Γεωγραφικό

διαμέρισμα

Όρνιθες *

Ινδόρνιθες

Πάπιες

Χήνες

Μελεαγρίδες

1

2

Α.Μακ.-Θράκη

125.000

648.885

12.275

12.445

6.850

2.100

Κ. Μακεδονία

1.055.670

1.061.680

109.287

9.086

3.492

150

Δ. Μακεδονία

48.000

310.505

2.020

1.285

220

-

Ήπειρος

171.000

442.340

240

1.015

1.145

-

Θεσσαλία

144.000

842.500

38.000

13.700

9.600

1.700

Δ. Ελλάδα

28600

1.120.000

14.600

26.068

9.938

31.600

Ιόνια νησιά

10.000

208.000

15.350

650

540

50

Στερεά Ελλάδα

380.000

782.800

4.108

4.251

782

250

Πελοπόννησος

768.000

924.020

34.790

3.780

1.485

5.320

Νησιά Β.Αιγαίου

115.000

307.620

3.550

2.225

416

100

Νησιά Ν.Αιγαίου

295.000

175.000

12.825

2.865

870

200

Αττική

2.713.283

128.900

121.500

5.135

1.430

1.950

Κρήτη

171.000

877.000

19.668

2.752

1.271

1.000

Σύνολο

5.974.553

7.829.250

388.213

85.257

38.039

44.420

*όρνιθες ηλικίας, άνω των 5 μηνών

1Συστηματικής Ορνιθοτροφίας, 2 Χωρικής Ορνιθοτροφίας

Πηγή: Υπουργείο Γεωργίας, 2001

Από τα στοιχεία του πίνακα 1 φαίνεται ότι, η χωρική ορνιθοτροφία έχει σημαντική συμμετοχή στο συνολικό ζωικό κεφάλαιο κυρίως της περιφέρειας (Κ.Μακεδονία, Δ.Ελλάδα κτλ.).

Αξίζει να αναφερθεί ότι, κατά το 1958, εκτρέφονταν 92% των ορνίθων στα πλαίσια της χωρικής ορνιθοτροφίας και 8 % σε εκείνα της συστηματικής. Οι αντίστοιχοι αριθμοί για το 2000 ήταν: 53% και 47%. Σε ό,τι αφορά τα κρεοπαραγωγά ορνίθια, το 1958 εκτρέφονταν 85 % των ορνιθίων στα πλαίσια της χωρικής ορνιθοτροφίας και 15 % σε εκείνα της συστηματικής. Το 2000 οι αριθμοί αυτοί ήταν 8% και 92 % αντίστοιχα (πίνακας 2 & 3). Δηλαδή, παρατηρήθηκε αύξηση του αριθμού των αυγοπαραγωγών ορνίθων και των κρεοπαραγωγών ορνιθίων της συστηματικής ορνιθοτροφίας και μείωση εκείνου της χωρικής.

Πίνακας 2. Αριθμός εκτρεφόμενων ορνίθων ανάλογα με το σύστημα εκτροφής

Εκτροφή

Έτος 1958

Έτος 2000

Όρνιθες

%

Όρνιθες

%

Χωρική

9.324.000

92

7.359.000

53

Συστηματική

812.000

8

6.493.000

47

Σύνολο

10.135.000

100

13.852.000

100

Πίνακας 3. Αριθμός εκτρεφομένων κρεοπαραγωγών ορνιθίων ανάλογα με το σύστημα εκτροφής

Εκτροφή

Έτος 1958

Έτος 2000

Ορνίθια

%

Ορνίθια

%

Χωρική

2.740.000

85

7.924.000

8

Συστηματική

483.000

15

89.187.000

92

Σύνολο

3.223.000

100

97.111.000

100

Σε ό,τι αφορά τη χωροταξική κατανομή του αριθμού των ορνίθων (αυγοπαραγωγές και κρεοπαραγωγές) κατά το 2000 παρατηρούνται τα εξής: Η συστηματική ορνιθοτροφία με την πάροδο του χρόνου συγκεντρώνεται σε λιγότερους φορείς και σε ορισμένες γεωγραφικές περιοχές της χώρας. Παράλληλα, αυξάνεται το μέσο μέγεθος των εκμεταλλεύσεων, δηλαδή παρατηρείται εξειδίκευση της παραγωγής. Τα σημαντικότερα κέντρα παραγωγής αυγών είναι στην Αττική, Κορινθία και Θεσσαλονίκη. Επίσης, τα σημαντικότερα κέντρα παραγωγής ορνίθειου κρέατος είναι στα Ιωάννινα, στην Εύβοια, Αττική, Θεσσαλονίκη, Άρτα, Θήβα, Νιγρίτα Σερρών και στο Άστρος Κυνουρίας. Συγκεκριμένα, στην Ηπειρο παράγεται το 45 % της ελληνικής παραγωγής, στην Εύβοια το 25 %, στη Θεσσαλονίκη το 10 %, στην Αττική και Βοιωτία το 10 %, στην Πιερία το 5 % και 10 % στις υπόλοιπες περιοχές.

Σε ό,τι αφορά τις επιχειρήσεις της συστηματικής κρεοπαραγωγού ορνιθοτροφίας, μερικές από αυτές έχουν εξελιχθεί σε μονάδες κάθετης οργάνωσης (εκκόλαψη, εκτροφή, παραγωγή ζωοτροφών, σφαγή, επεξεργασία, εμπορία). Έτσι, το 80 % της ελληνικής παραγωγής ελέγχεται από 10 επιχειρήσεις έχουν κάθετη οργάνωση. Οι τέσσερις από τις 10 αυτές επιχειρήσεις που καλύπτουν το 60 % είναι: Πτηνοτροφικός Συνεταιρισμός Ιωαννίνων με 27 %, Θ.Νιτσιάκος ΑΒΕΕ με 13 %, HQF 12 %, Πτηνοτροφικός Συνεταιρισμός Άρτας με 8 %.

Με τις μεγαλύτερες από αυτές συνεργάζονται, κατά κάποιο τρόπο, πολλές μικρότερες, σε διάφορα στάδια της παραγωγικής διαδικασίας. Η πιο σημαντική δραστηριότητα συνεργασίας είναι η σύνταξη συμβολαίων για την πάχυνση των ορνιθίων (συμβολαιακή παραγωγή). Οι πτηνοτροφικές επιχειρήσεις γενικά, έχουν υψηλή δανειακή επιβάρυνση, συσσωρευμένα χρέη και έλλειψη ρευστότητας. Κυρίως λείπει ο σωστός προγραμματισμός της παραγωγής με αποτέλεσμα να υπάρχει ένας οξύς ανταγωνισμός μεταξύ των επιχειρήσεων. Το αποτέλεσμα είναι να πωλούνται τα προϊόντα κάτω του κόστους και να συσσωρεύονται ζημιές στις επιχειρήσεις.

β)Παραγωγή

Η παραγωγή αυγών και ορνίθειου κρέατος αυξήθηκε σημαντικά στην Ελλάδα, κάλυψε την εγχώρια ζήτηση και επέτρεψε από το 1970 για τα αυγά και από το 1975 για το ορνίθειο κρέας, την εξαγωγή ορισμένων εποχικών πλεονασμάτων, κυρίως προς τις αραβικές χώρες. Η αύξηση αυτή της παραγωγής οφείλεται στην αύξηση του αριθμού των εκτρεφόμενων ορνίθων και ορνιθίων, στη γενετική βελτίωση, στη βελτίωση των συνθηκών εκτροφής και στην αύξηση του μεγέθους των εκμεταλλεύσεων.

Πίνακας 4. Παραγωγή αυγών (τόνοι)

Εκτροφή

Έτος 1958

Έτος 2000

Αυγά

%

Αυγά

%

Χωρική

41.724

86

43.694

34

Συστηματική

67.81

14

83.204

66

Σύνολο

48.505

100

126.897

100

Σύμφωνα με τα στοιχεία του πίνακα 4, η συνολική παραγωγή αυγών ανήλθε κατά το 2000 σε 126.897 tn από 41.724 tn που ήταν το 1958. Έτσι, μέσα σε 37 χρόνια υπερδιπλασιάστηκε. Ιδιαίτερα εντυπωσιακή ήταν η αύξηση κατά την περίοδο 1961‑1971, ώστε η χώρα να καταστεί αυτάρκης.

Η συνολική παραγωγή ορνίθειου κρέατος ανήλθε κατά το 1998 σε 160.142 tn από 17.179 tn που ήταν το 1958 (πίνακας 5). Έτσι, η παραγωγή περίπου δεκαπενταπλασιάστηκε, μέσα σε 37 χρόνια. Ιδιαίτερα σημαντική ήταν η αύξηση κατά την περίοδο 1961‑1980, με αποτέλεσμα η χώρα να καταστεί αυτάρκης.

Πίνακας 5. Παραγωγή ορνίθειου κρέατος (τόνοι)

Εκτροφή

Έτος 1958

Έτος 2000

Κρέας

%

Κρέας

%

Χωρική

15.034

88

18.176

11

Συστηματική

2.145

12

141.966

89

Σύνολο

17.179

100

160.142

100

Η παραγωγή αυγών το 1998 έφθασε τους 118.665 tn και μειώθηκε κατά 5 % περίπου σε σχέση με εκείνη του 1991. Σημειώνεται ότι, το 1938 η παραγωγή αυγών ήταν 28.000 tn. Η παραγωγή των αυγών κατά 65 % προέρχεται από τη συστηματική ορνιθοτροφία και κατά 35 % από τη χωρική.

Σημειώνεται ότι το κόστος παραγωγής στην Ελλάδα είναι αυξημένο σε σύγκριση με το αντίστοιχο των χωρών στην ΕΕ και αυτό οφείλεται στο ότι το μεγαλύτερο μέρος των δημητριακών είναι εισαγόμενο, στις πιστώσεις, στην ύπαρξη μεγάλου αριθμού ενδιάμεσων φορέων κτλ.Η ακαθάριστη αξία της πτηνοτροφικής παραγωγής στη χώρα μας ανήλθε το 1998 σε 129.595 εκατομ. δρχ. και αποτελούσε και το 5,2% της ακαθάριστης αξίας της ζωικής και φυτικής παραγωγής.

γ)Κατανάλωση

Η κατανάλωση αυγών και κρέατος πουλερικών ακολουθεί ένα πρότυπο. Διακρίνουμε το αγροτικό και το αστικό πρότυπο, ανάλογα με τη γεωγραφική θέση του νοικοκυριού. Στο κάθε πρότυπο, η κατηγορία «κρέας γενικά», που αποτελεί το σημαντικότερο μέρος της συνολικής δαπάνης για τρόφιμα, επειδή σ' αυτό κατά κύριο λόγο αντανακλώνται οι μεταβολές του προτύπου διατροφής και αποτυπώνεται η άνοδος του επιπέδου της, περιλαμβάνει και το κρέας πουλερικών. Η συμμετοχή του τελευταίου είναι μεγαλύτερη στο αγροτικό απ' ό,τι στο αστικό πρότυπο, δηλαδή στη χώρα μας τα αγροτικά νοικοκυριά καταναλώνουν περισσότερο κρέας πουλερικών απ' ό,τι τα αστικά.

Σε ό,τι αφορά την κατανάλωση των αυγών, αυτή τείνει να αντικαταστήσει παρά να συμπληρώσει το καθημερινό φαγητό (στο σπίτι ή στον αγρό) των αγροτικών κυρίως, αλλά και των αστικών νοικοκυριών. Αυτό, λόγω ελάττωσης του χρόνου που διατίθεται για την προετοιμασία του φαγητού και της εργασίας των αγροτών στην ύπαιθρο.

Γενικά, μερικά νοικοκυριά καταναλώνουν περισσότερο κρέας πουλερικών ή αυγά απ' ό,τι άλλα. Οι διαφορές αυτές, που υπάρχουν ακόμη και μεταξύ των μελών ενός νοικοκυριού, οφείλονται κυρίως σε καταναλωτικές συνήθειες, λόγους υγείας ή δίαιτας και στο διαθέσιμο εισόδημα. Πρέπει να τονιστεί ότι, η κατανάλωση κρέατος ή αυγών δεν είναι σταθερή όλο το χρόνο, αλλά παρουσιάζει κυκλικές διακυμάνσεις κυρίως λόγω εποχής.

Η κατανάλωση κρέατος πουλερικών και αυγών δίνεται στους πίνακες 6, 7 και 8.

Πίνακας 6. Εξέλιξη της κατανάλωσης (tn) κρέατος πουλερικών και λοιπών ειδών κρεάτων στην Ελλάδα

Πουλερικών

Χοίρειο

Αίγειο +πρόβειο

Βόειο

Σύνολο

Έτος

Χιλιάδες

%

συνόλου

Χιλιάδες

%

συνόλου

Χιλιάδες

%

συνόλου

Χιλιάδες

%

συνόλου

1961

11,6

6,7

38,7

22,4

79,4

45,9

43,0

25,0

173,0

1971

86,9

19,7

63,2

14,4

156,4

35,4

113,6

30,4

440,1

1981

126,7

21,9

168,0

29,0

129,2

22,3

155,0

26,8

578,9

1991

170,1

21,6

210,2

26,7

144,8

18,4

199,6

25,4

787,8

1995

184,8

21,5

258,9

30,1

141,6

16,5

204,5

23,8

859,0

Πηγή: EΣΥΕ, Eurostat (διάφορες εκδόσεις)

Πίνακας 7. Εξέλιξη της κατανάλωσης ορνίθειου κρέατος στην Ελλάδα μετά το1980

Έτος

Παραγωγή

Κατανάλωση

Αυτάρκεια (%)

1980

120.000

117.000

103

1990

160.000

167.000

96

2000

176.000

222.000

80

Πίνακας 8. Εξέλιξη της κατανάλωσης αυγών (τόνοι) στην Ελλάδα

Έτος

Παραγωγή

Ισοζύγιο

Επώαση

Άλλες χρήσεις

Κατανάλωση

1980

118.618

+607

9.100

1.186

105.352

1990

122.466

-1.554

9.000

1.239

111.303

1999

119.115

-2.589

9.200

1.206

108.877

Από τα στοιχεία του πίνακα 6 και 7 φαίνεται ότι μετά τη δεκαετία του 80 σημειώθηκε αύξηση της κατανάλωσης κατά 89,74%, η οποία δεν καλύφτηκε από αντίστοιχη αύξηση της παραγωγής (μόλις 44.26%). Στην Ελλάδα, μετά την ένταξη στην ΕΟΚ άρχισαν και οι εισαγωγές κυρίως ορνίθειου κρέατος. Σήμερα, εισάγεται ορνίθειο κρέας ή γενικά κρέας πουλερικών σε νωπή μορφή από Ιταλία και σε κατεψυγμένη από άλλες χώρες της ΕΕ. Τα προϊόντα αυτά απευθύνονται σε σημεία μαζικής εστίασης, όπως ξενοδοχεία, ψησταριές κτλ. που ο καταναλωτής δεν μπορεί να γνωρίζει την προέλευσή τους, και στα εργαστήρια παρασκευής κρεατοσκευασμάτων .

Σε ότι αφορά την κατανάλωση αυγών, εδώ και αρκετά χρόνια παρατηρείται μια τάση μείωσης της κατανάλωσης. Η κατανάλωση ανέρχεται σε 240 αυγά /το χρόνο (όμως υπάρχουν εκτιμήσεις που η κατανάλωση αυγών με κέλυφος ανέρχεται σε 150 περίπου αυγά). Σχετικά με την εμπορία και διακίνηση των πτηνοτροφικών προϊόντων, επιγραμματικά σημειώνονται τα εξής:

Η ανάπτυξη του λιανεμπορίου σε λίγες επιχειρήσεις και κυρίως στις αλυσίδες σούπερ μάρκετς οδηγεί σε πίεση για μείωση των τιμών, σε παροχή εκπτώσεων και τη χορήγηση πιστώσεων. Από την άλλη μεριά, υπάρχει βελτίωση σε ό,τι αφορά την τήρηση των κανόνων υγιεινής και ασφάλειας, τη μείωση του κόστους διανομής, την προβολή και προώθηση των προϊόντων.

Β. ΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ

Μετά από τη διατροφική κρίση, δημιουργήθηκαν αρκετά προβλήματα. Ο καταναλωτής έγινε πιο δύσπιστος, ΜΜΕ για να ανεβάσουν την τηλεθέαση δημιούργησαν σύγχυση στον καταναλωτή, η κατάργηση χρήσης τροφίμων ζωικής προέλευσης αύξησε το κόστος διατροφής κτλ.

Στη χώρα μας η ορνιθοτροφία, όπως προκύπτει από τις ποσοτικές μεταβολές στην παραγωγή αυγών και ορνίθειου κρέατος, σημείωσε σημαντική πρόοδο. Σημαντικές μεταβολές εμφανίστηκαν τόσο στο ζωικό κεφάλαιο όσο και στον τρόπο εκτροφής του. Η εκμηχάνιση της παραγωγής σήμερα είναι ο κανόνας. Ακόμη, ο κύριος όγκος της ορνιθοτροφίας συγκεντρώνεται σε 3.500 περίπου εκμεταλλεύσεις, ενώ στο τέλος του ΙΙ Παγκόσμιου πολέμου ήταν διάσπαρτος σε όλα τα αγροτικά νοικοκυριά της χώρας.

Παρόλο που η απόσταση που μας χώριζε από τις αναπτυγμένες στην ορνιθοτροφία χώρες της EE ή τρίτες χώρες περιορίστηκε, εντούτοις απομένουν πολλά να γίνουν στο μέλλον σε ό,τι αφορά κυρίως την οργάνωση της παραγωγής και της εμπορίας, την εφαρμογή της επιστημονικής έρευνας, της σύγχρονης τεχνολογίας κτλ. Όλα αυτά είναι απαραίτητα ώστε να αντιμετωπιστούν τα διάφορα προβλήματα της πτηνοτροφίας, που αναφέρονται σε ορισμένους τομείς της παραγωγής και που αφορούν:

· Στην ασφάλεια και την ποιότητα των πτηνοτροφικών προιόντων.

Η κρίση των τρελών αγελάδων είχε διπλό αντίκτυπο στον κλάδο της πτηνοτροφίας. Μια βραχυχρόνια και μια μακροχρόνια επίπτωση. Καταρχήν, έστρεψε τους καταναλωτές στα λευκά κρέατα και η ζήτηση των πουλερικών αυξήθηκε. Παράλληλα όμως, ευαισθητοποίησε τους καταναλωτές στην ασφάλεια των τροφίμων με αποτέλεσμα αυτοί να στραφούν στα ποιοτικά προϊόντα. Το γεγονός αυτό επηρεάζει τον ανταγωνισμό στον κλάδο που μακροχρόνια θα πρέπει να βρει τρόπους να ανταποκριθεί στα νέα δεδομένα. Έτσι, οι επιχειρήσεις του κλάδου αντιμετωπίζουν ως ανταγωνιστικό πλεονέκτημα την ποιότητα των τροφίμων και προσφέρουν επώνυμα προϊόντα για να ικανοποιήσουν τους ανήσυχους καταναλωτές.

· Στο ισοζύγιο προσφοράς‑ζήτησης αυγών και κρέατος πουλερικών.

Η εγχώρια παραγωγή αυγών και κρέατος πουλερικών καλύπτει γενικά τις ανάγκες της κατανάλωσης. Όμως, λόγω της άμεσης σχέσης που υπάρχει μεταξύ παραγωγής και ζήτησης, παρουσιάζονται εποχικά πλεονάσματα αυγών και κρέατος πουλερικών, που δημιουργούν σοβαρά προβλήματα εξαιτίας της αδυναμίας πραγματοποίησης σημαντικών εξαγωγών (ισχυροί ανταγωνισμοί από ομοειδή προϊόντα).

Η αντιμετώπιση των παραπάνω προβλημάτων αποτελεί το σκοπό της πτηνοτροφικής πολιτικής και μπορεί να γίνει με διάφορα μέσα, το σπουδαιότερο των οποίων είναι ο έλεγχος του όγκου παραγωγής. Η αποτελεσματικότητα όμως του μέσου αυτού εξαρτάται από το προϊόν. Συγκεκριμένα, στην κρεοπαραγωγό ορνιθοτροφία που ελέγχεται από λίγους φορείς (επιχειρήσεις με οριζόντια ή κάθετη ολοκλήρωση, ιδιωτικές ή συνεταιριστικές), είναι εύκολος ο προγραμματισμός της παραγωγής. Αντίθετα, στην αυγοπαραγωγό ορνιθοτροφία που ελέγχεται από περισσότερους φορείς, ο κύκλος παραγωγής αυγών είναι κάπως μακρύτερος (18 μήνες) και η συντήρηση των αυγών δύσκολη, έτσι ο προγραμματισμός της παραγωγής είναι πιο δύσκολος.

· Στη θνησιμότητα των ορνίθων και ορνιθίων. Αυτή είναι υψηλότερη σε σύγκριση με εκείνη των πτηνοτροφικά προηγμένων χωρών, με τη λήψη όμως των κατάλληλων προληπτικών μέτρων υγιεινής μπορεί να μειωθεί με αποτέλεσμα να αυξηθούν οι αποδόσεις.

· Στην επαγγελματική κατάρτιση των ορνιθοτρόφων και στην ελλιπή οργάνωση και στελέχωση των πτηνοτροφικών συνεταιρισμών. Εφαρμογή προγράμματος συνεχούς εκπαίδευσης των πτηνοτρόφων.

· Στην τυποποίηση των αυγών και του κρέατος. Η τυποποίηση των αυγών στα κέντρα τυποποίησης και συσκευασίας καθώς και εκείνη των σφαγίων στα πτηνοσφαγεία, θα βοηθήσει στην αύξηση της παραγωγής και της κατανάλωσης. Επίσης, θα βοηθήσει ώστε τα εγχώρια προϊόντα να είναι ανταγωνιστικά στην ελληνική αγορά έναντι των εισαγόμενων ομοειδών τους.

Μετά την ένταξη της χώρας στην ΕΟΚ, τα μέτρα της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής επέδρασαν ευνοϊκά στην αναδιάρθρωση της ορνιθοτροφίας. Αντίθετα, η αύξηση των τιμών των ζωοτροφών (καρποί δημητριακών κτλ.) και της πλήρους εξίσωσής τους με εκείνες της ΕΟΚ, μείωσε το περιθώριο κέρδους και γενικά το εισόδημα του πτηνοτρόφου, λόγω αύξησης του κόστους διατροφής. Το αποτέλεσμα ήταν πολλές εκμεταλλεύσεις μικρού οικογενειακού τύπου να κλείσουν και άλλες, μεγαλύτερες, να γίνουν προβληματικές. Οι ομάδες παραγωγών και οι συνεταιρισμοί φαίνεται να αποτελούν τη μόνη ίσως λύση.

Αν και η ανάπτυξη και ο εκσυγχρονισμός της ορνιθοτροφίας μας θα συνεχίζεται, φαίνεται ότι ο βαθμός εξάρτησής της από τις προηγμένες πτηνοτροφικά χώρες θα γίνεται μεγαλύτερος. Αυτό γιατί τόσο η τεχνολογία, όσο και το γενετικό υλικό (γεννήτορες) και οι πρωτεϊνούχες ζωοτροφές, (σογιάλευρο, ιχθυάλευρο κτλ.), θα εισάγονται με ρυθμό ανάλογο με εκείνον της ανάπτυξης ή του εκσυγχρονισμού της.

· Στην πιστοποίηση των πτηνοτροφικών προϊόντων.

Στην εποχή της ποιότητας και της παγκοσμιοποίησης της αγοράς που διανύουμε, για να έχει προοπτικές επιτυχίας ένα τρόφιμο θα πρέπει να συνδυάζει ανταγωνιστικό κόστος και πιστοποιημένη υψηλή ποιότητα. Ο καλύτερος καταναλωτής είναι ο ενημερωμένος καταναλωτής που αισθάνεται ασφάλεια και ευχαρίστηση από την κατανάλωση του προϊόντος. Συνιστάται σήμανση των προϊόντων ανάλογα με το σύστημα σταβλισμού ή τον τύπο της διατροφής και προβολή των προϊόντων ειδικών εκτροφών

· Στην ίδρυση και στη χώρα μας «Ζωοτεχνικών Κέντρων Ελέγχου Αποδόσεων των Ορνίθων». Τέτοια κέντρα λειτουργούν εδώ και πολλά χρόνια σε όλες σχεδόν τις αναπτυγμένες χώρες, ανατολής και δύσης. Σκοπός των σταθμών αυτών θα είναι εκείνος που από τη διεθνή πρακτική τίθεται, δηλαδή:

- Η αξιολόγηση της παραγωγικότητας των γενοτύπων των διάφορων τύπων ορνίθων και ορνιθίων κάτω από τις συνθήκες εκτροφής στη χώρα μας,

-η οργάνωση διεθνών συνεδρίων πάνω στη χρησιμότητα των γενοτύπων και στην αναγκαιότητα βελτίωσής τους. Αυτό θα αποτελεί και το μέσο πίεσης στους οίκους αναπαραγωγής.

- η κάλυψη με «εγγύηση» του Έλληνα πτηνοτρόφου για την ποιότητα των ορνίθων και ορνιθίων που εκτρέφει.

· Στην ανάπτυξη της εγχώριας γεωργικής βιοτεχνίας/βιομηχανίας στον τομέα του εξοπλισμού των πτηνοτροφείων, έτσι που στο μέλλον τουλάχιστον, ο εξοπλισμός ή τα διάφορα ανταλλακτικά του εξοπλισμού να είναι ελληνικά.

· Στη δημιουργία οργανισμού διαφήμισης προώθησης των ελληνικών πτηνοτροφικών προϊόντων.

Οι προδιαγραφές που ισχύουν για την καλή διαβίωση των ζώων είναι βασική προϋπόθεση για την παραγωγή προϊόντων ποιότητας. Υπάρχει τάση αύξησης της κατανάλωσης ορνίθειου κρέατος αλλά πολύ περισσότερο κρέατος πουλερικών και κυρίως ινδορνίθειου κρέατος. Υπολογίζεται ότι κατά έτος απαιτούνται περίπου 195.000 τόνοι από τους οποίους η εγχώρια παραγωγή καλύπτει τους 175.000 και οι υπόλοιποι εισάγονται.

Για την κατανάλωση των αυγών στο μέλλον, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι παρακάτω κυρίως παράμετροι:

(α) Η εκστρατεία εναντίον του εγκλωβισμού των ορνίθων. Επίσης, μερίδα του καταναλωτικού κοινού θεωρεί ότι η ποιότητα των αυγών τους είναι κατώτερη σε σύγκριση με εκείνη των αυγών των ορνίθων που διαβιούν στο δάπεδο με στρωμνή. Όμως η έρευνα έδειξε ότι, τα αυγά των εγκλωβισμένων ορνίθων είναι καλύτερης ποιότητας από άποψη μικροβιακού φορτίου και ποιότητας του περιεχόμενου τους. Αντίθετα, οι όρνιθες που διατηρούνται σε δάπεδο με βαθιά στρωμνή καταναλώνουν μίγματα τροφών που πολλές φορές περιέχουν διάφορα φάρμακα για την προληπτική υγιεινή τους.

(β) Ο θόρυβος για τη χοληστερόλη που γίνεται μέσω των μέσων μαζικής ενημέρωσης και επηρεάζει αρνητικά τους καταναλωτές.

(γ) Ο έλεγχος της ποιότητας των αυγών και η τυποποίησή τους. Σε πολλές χώρες η ύπαρξη κέντρων τυποποίησης των αυγών με υψηλές προδιαγραφές βοηθά την αύξηση της κατανάλωσής τους.

(δ) Οι καινούργιες μορφές με τις οποίες τα αυγά θα δίνονται στην κατανάλωση (ομελέτες στην κατάψυξη έτοιμες για παρασκευή, σαλάμια αυγών κτλ.), καθώς και η παραγωγή αυγών νέου τύπου πχ. ωμέγα 3-αυγά, προσελκύουν τους καταναλωτές.

Με βάση τα παραπάνω, φαίνεται ότι η κατανάλωση των αυγών θα διατηρείται στο μέλλον περίπου στα ίδια με τα σημερινά επίπεδα.

Η αγορά των πουλερικών στην Ελλάδα χαρακτηρίζεται από μεταστροφή του καταναλωτικού κοινού σε ποιοτικά, επώνυμα και πιστοποιημένα τρόφιμα, λόγω κυρίως στις διατροφικές συνήθειες που έχουν αρχίσει να στρέφονται στο μεσογειακό μοντέλο στο οποίο η συμμετοχή του κόκκινου κρέατος είναι μικρή, ενώ προτιμάται το λευκό κρέας. Επίσης, στα αυγά η τάση για επώνυμα και πιστοποιημένα τρόφιμα είναι ισχυρή.

Η κατανάλωση κρέατος πουλερικών φαίνεται ότι στο μέλλον θα αυξηθεί, καθόσον:

(α) Η συμπεριφορά των καταναλωτών στην Ελλάδα ακολουθεί εκείνη των κατοίκων άλλων προηγμένων πτηνοτροφικά χωρών που καταναλώνουν μεγάλες ποσότητες κρέατος πουλερικών (Ισραήλ, Η.Π.Α. κτλ.).

(β) Οι καταναλωτές ικανοποιούνται με την κατανάλωση ποικιλίας τροφίμων, έτσι όταν στο κρέας πουλερικών συμμετέχουν και άλλα είδη κρεάτων πτηνών, δηλαδή γίνεται «ποικιλία», τότε και η κατανάλωσή τους αυξάνεται.

(γ) Οι διαιτολόγοι και οι ιατροί συνιστούν την κατανάλωση «λευκού κρέατος» (κρέας πουλερικών, ψαριών) στους ενήλικες ή στα άτομα με μικρότερη δραστηριότητα.

(δ) Το κρέας πουλερικών είναι ανταγωνιστικό των ερυθρών κρεάτων, που πουλιούνται σε υψηλότερες τιμές.

(ε) Οι καινούργιες μορφές με τις οποίες κυκλοφορεί το κρέας πουλερικών προσελκύουν τους καταναλωτές.

Τέλος, σε ό,τι αφορά τους παραγωγούς με τη γενικότερη έννοια, πρέπει να διαχειρίζονται τις εκτροφές τους κατά τρόπο που να προωθούν το ελληνικό κοτόπουλο και αυγό όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στην ΕΕ. Υπάρχει χώρος στα ράφια των σούπερ μάρκετς για τα ασφαλή και καλά ποιοτικά προϊόντα. Υπάρχει διέξοδος να αυξηθεί η ελληνική παραγωγή και επιβάλλεται:

· Να γίνει αυστηρή η τήρηση των κανονισμών της ΕΕ σε ό,τι αφορά την εγχώρια παραγωγή.

· Να γίνεται έλεγχος στο τρόπο μεταφοράς και διακίνησης των εισαγομένων νωπών καθώς και αν μπορεί να πωλούνται κάτω από το κόστος παραγωγής.

· Να γίνει υποχρεωτική η σήμανση των προϊόντων σε ό,τι αφορά την προέλευση όπως και στο βόειο κρέας.

· Να καταστήσουν επώνυμα τα προϊόντα τους, να εγγυηθούν στον καταναλωτή την ασφάλεια και την υγιεινή, να δημιουργήσουν επώνυμη ζήτηση έτσι που να αποφεύγεται η παραπλάνηση του καταναλωτή.

· Να μειώσουν το κόστος παραγωγής, να αυξήσουν τις εξαγωγές.

· Να προσπαθήσουν να συνεργαστούν, να εκφράζονται με κοινό τρόπο, να αναπτύξουν την έρευνα να βελτιώσουν την τεχνογνωσία να λαμβάνουν μέτρα για την προστασία του περιβάλλοντος να εκπροσωπούνται στα όργανα λήψης των αποφάσεων.

· Τέλος, να καθοριστεί εθνικό σήμα ποιότητας για τα ελληνικά πτηνοτροφικά προϊόντα.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Αγροτική Τράπεζα Ελλάδας (1998). Διεύθυνση Μελετών και Προγραμματισμού. Αθήνα.

American Poultry Association (1983). The American Standards of Perfection. American Poultry Association, Inc., Troy, NY.

Anonymous, (1977). People on the farm: Broiler Growers. U.S. Dept. of Agriculture, Office of Governmental Affairs, Washington, DC. Annual Review of Agriculture, (1985). Ministry of Agriculture, Fisheries and Food.Cmmd.9423. London.

Card, L.E. and M.C. Nesheim (1972). Poultry Production. 11th Edit. Lea and Fediger. Philadelphia, U.S.A.

Γιαννακόπουλος, Α.Λ. (1991). Ορνιθοτροφία. Αφοί Κυριακίδη. Θεσσαλονίκη.

Crawford, R.D. (1990). Poultry breeding and genetics. Elsevier, Amsterdam, New York.

Εθνική Στατιστική Υπηρεσία της Ελλάδας‑ΕΣΥΕ (1965 μέχρι και το 2001). Στατιστική Επετηρίς της Ελλάδος. Εθνικό Τυπογραφείο. Αθήναι.

Έξαρχος, Ι.Κ. (1976). Σύγχρονος Πτηνοτροφία. Δευτέρα Έκδοσις. Θεσσαλονίκη.

Επιτροπή Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (1990 και 2001). Η κατάσταση της Γεωργίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Βρυξέλες. Λουξεμβούργο.

Εurostat (various volumes). Agricultural yearbook, Brussels: Economics Accounts for Agriculture.

FAO (2001). FAOSTAT Database, http:‖ apps.fao.org.lim500/.

Gyles, N.R. (1989). Poultry, People and Progress. Poultry Science 68:1-8.

Hartmann, W. (1990). Evaluation of the potentials of new scientific developments for commercial poultry breeding. Proceedings: XIII European Poultry Congress, Barcelona, Spain, 1: 56-64.

Κατσαούνης Ν., Δ. Ζυγογιάννης (1998). Γενική Ζωοτεχνία. Σύγχρονη Παιδεία. Θεσσαλονίκη.

Mπαλτάς, Ν.Κ. και Γ.Σ. Αλογοσκούφης (1989). Ένα βραχυχρόνιο υπόδειγμα της αγοράς πουλερικών στην Ελλάδα. Κέντρο Οικονομικής Έρευνας, Οικονομικό Παν/μιο Αθηνών. Αθήνα.

Ντελή, Δ., Τασιούλα Λ. και Ε. Χάρβεϋ (1990). Οι κλάδοι της παραγωγής κρέατος μόσχου, χοίρειου και κοτόπουλου στην Ελλάδα προβλήματα παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας στα πλαίσια της ΕΟΚ - Α.Τ.Ε. Αθήνα.

Παπαγεωργίου, Κ. (1984). Η Κοινή Αγροτική Πολιτική της ΕΟΚ, (Σημειώσεις). Αθήνα.

Υπουργείο Γεωργίας (1997). Πρακτικά Συμβουλίου Αγροτικής Πολιτικής. Αθήνα.

Υπουργείο Γεωργίας (1999). Agenda 2000: Αγροτική πτυχή. Διεύθυνση Αγροτικής Πολιτικής και Τεκμηρίωσης, Αθήνα.

USDA (1985). Agricultural Statistics. U.S. Government Printing Office. Washington, DC.

Φωτόπουλος, Χ., Τζουβελέκας Β. και Ε. Παπαναγιώτου (2000). Η εξέλιξη της κτηνοτροφίας στην Ελλάδα. Εκδόσεις Αθ. Σταμούλης. Αθήνα.

ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ ΟΡΝΙΘΕΙΟΥ ΚΡΕΑΤΟΣ

ΣΕ ΜΙΑ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΜΕΝΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Κωνσταντίνος Γιαζιτζόγλου

Γενικός Διευθυντής HQF AE

Η τελευταία δεκαετία του 20ου αιώνα έχει χαρακτηρισθεί ως η περίοδος της σύγχρονης ιστορίας στην οποία συνέβησαν πολλά, σημαντικά και σε γενικές γραμμές απροσδόκητα γεγονότα. Η κατάρρευση της δεύτερης υπερδύναμης του πλανήτη και η προοπτική απορρόφησης μεγάλου αριθμού των κρατών μελών της από την Ευρωπαϊκή Ένωση, η επιτάχυνση των διαδικασιών πραγματικής ενοποίησης της Ευρώπης, οι συστηματικές και ουσιαστικές διαπραγματεύσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, αλλά και η έλευση της κοινωνίας της πληροφορίας, είναι γεγονότα τα οποία νομοτελειακά οδηγούν σε μια νέα κοινωνική, πολιτική, και οικονομική πραγματικότητα.

Η λέξη παγκοσμιοποίηση, μπήκε στο καθημερινό λεξιλόγιο μας τα τελευταία δέκα χρόνια. Δεν είναι βέβαιο ότι έχουμε κατανοήσει όλοι την πλήρη διάσταση της νέας αυτής τάξης πραγμάτων. Κάποιοι πανηγυρίζουν για την εξέλιξη αυτή, κάποιοι άλλοι διαδηλώνουν βίαια την αντίθεση τους. Δύο πράγματα όμως είναι απολύτως βέβαια. Πρώτον ότι η παγκοσμιοποίηση έχει ξεκινήσει και η πορεία της δεν αναστρέφεται και δεύτερον ότι ακόμα δεν έχουμε βιώσει τις πλήρεις συνέπειές της.

Πριν προχωρήσουμε στην αξιολόγηση των επιπτώσεων της παγκοσμιοποίησης στην Ελληνική οικονομία γενικά αλλά και στον κλάδο μας ειδικότερα, ας επιχειρήσουμε μια κωδικοποίηση των νέων δεδομένων, ξεκινώντας από τα χαρακτηριστικά των αγορών σε παγκόσμια πλέον κλίμακα και προχωρώντας στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της Ελληνικής αγοράς, τόσο από πλευράς παραγωγής όσο και από πλευράς κατανάλωσης.

1. Τα νέα δεδομένα της ευρωπαϊκής και της παγκόσμιας αγοράς

Η σημερινή λοιπόν αγορά σε διεθνές επίπεδο, διακρίνεται από τα εξής ενδιαφέροντα στοιχεία.

1.1. Κατάργηση των δασμών, των συνόρων και των προστατευτικών πολιτικών

Αυτό έχει υλοποιηθεί πλήρως σε επίπεδο Ευρώπης και θα υλοποιηθεί σε σημαντικό βαθμό σύντομα σε παγκόσμιο επίπεδο μέσα από τις διαπραγματεύσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου. Εν ολίγοις αυτό σημαίνει ότι ένα κράτος δεν μπορεί πλέον να προστατεύσει την εγχώρια παραγωγή του από τον ανταγωνισμό μέσω επιβολής δασμών ή άλλων διαδικασιών που εμποδίζουν τις εισαγωγές, δεν μπορεί να εφαρμόσει πολιτικές προστατευτισμού και δεν μπορεί να καλλιεργήσει συντεχνιακές λογικές.

1.2. Εναρμόνιση των προδιαγραφών των προϊόντων

Η σύγκλιση των Νομικών Πλαισίων και η καθιέρωση διεθνών προτύπων και προδιαγραφών σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει σχεδόν ολοκληρωθεί, και κατά την άποψη μου αποτελεί νομοτέλεια η επέκταση της σε παγκόσμιο επίπεδο. Όλοι θέλουν να έχουν πρόσβαση στις αγορές, και μόνος τρόπος να το επιτύχουν είναι να έχουν κοινές προδιαγραφές προϊόντων.

1.3. Ισότιμη πρόσβαση στις πηγές πρώτων υλών και στα σημεία διάθεσης των προϊόντων

Η έλευση της κοινωνίας της πληροφορίας σε συνδυασμό με τα παραπάνω δίνει πρακτικά στον καθένα την δυνατότητα πρόσβασης στις πηγές των πρώτων υλών, ενώ η ανάπτυξη τεραστίων διεθνών οργανισμών στο χώρο του λιανεμπορίου προσφέρει την δυνατότητα να προσεγγίσει κανείς με μια κεντρική συμφωνία αγορές, τις οποίες σε άλλες περιπτώσεις θα ήταν αδύνατο να πλησιάσει.

1.4. Πολιτικές ανάπτυξης «καθυστερημένων» αγορών

Οι κυρίαρχοι οικονομικοί σχηματισμοί (Ευρωπαϊκή Ένωση, ΗΠΑ, Ιαπωνία) εργάζονται προς την κατεύθυνση της ανάπτυξης των λεγομένων «υστερουσών» αγορών (A.Ευρώπη, Κίνα, Ινδία) με στόχο τη διάθεση προϊόντων τους και σε αυτές τις αγορές. Ανάπτυξη των οικονομιών αυτών μοιραία σημαίνει ανάπτυξη και του παραγωγικού ιστού τους.

1.5. Εύκολη πρόσβαση στην τεχνογνωσία

Η τεχνογνωσία (Know how) είναι πλέον ένα αγαθό που διακινείται ελεύθερα. Δεν υπάρχουν στεγανά συντεχνιακών λογικών ή κρατικού παρεμβατισμού στην διάδοση της, ενώ η κοινωνία της πληροφορίας έχει μειώσει σημαντικά το κόστος της διάδοσης αυτής. Κατά συνέπεια το πλεονέκτημα της κατοχής της γνώσης ή της πληροφορίας αποδυναμώνεται σημαντικά, ενώ ταυτόχρονα αποκτά καίρια σημασία η ικανότητα διαχείρισης και αξιοποίησης της πληροφορίας.

Συμπερασματικά, η παγκόσμια αγορά σήμερα διαμορφώνεται με συνθήκες πλήρους ελευθερίας (σε κάποιες περιπτώσεις μάλιστα με τάσεις ασυδοσίας), και ο ανταγωνισμός μπορεί να έρθει από οποιοδήποτε σημείο του πλανήτη, με μόνο εμπόδιο την απόσταση, δηλαδή το κόστος μεταφοράς.

2. Τα νέα δεδομένα της Ελληνικής αγοράς

Η Ελλάδα, ως μέλος του νέου αυτού παγκόσμιου χωριού, βιώνει όλες τις παραπάνω αλλαγές. Ταυτόχρονα, η Ελληνική αγορά έχει και τις εξής ιδιαιτερότητες.

2.1. Ιδιαίτερα χαρακτηριστικά ως προς την παραγωγή

2.1.1 Στην ενιαία Ευρωπαϊκή Οικονομική Ζώνη η πρόσβαση σε πηγές άφθονου και φθηνού χρήματος είναι εύκολη

Αυτό σημαίνει ότι οι βιώσιμες επενδυτικές προτάσεις βρίσκουν εύκολα πόρους. Παράλληλα, τα τελευταία χρόνια εισρέει στην χώρα μας και πολύ «δωρεάν» χρήμα από τα διαρθρωτικά ταμεία της ΕΕ, το οποίο σε μεγάλο ποσοστό κατευθύνεται σε παραγωγικές επενδύσεις είτε στον κλάδο μας είτε σε άμεσα ανταγωνιστικούς κλάδους.

2.1.2. Η οργάνωση και ο έλεγχος της αγοράς (παραγωγής και κατανάλωσης) έχει ελλείψεις

Αυτές δεν αφορούν τόσο την ποιότητα της παραγωγής ή των προϊόντων, όσο την οργάνωση του παραγωγικού δυναμικού, την αδυναμία ελέγχου του αθέμιτου ανταγωνισμού, τις υποδομές και γενικότερα την έλλειψη μιας συγκροτημένης, σταθερής και σύγχρονης αναπτυξιακής πολιτικής

2.1.3. Υπάρχουν σοβαρά προβλήματα νοοτροπίας

Πολλοί παραγωγικοί κλάδοι στην Ελληνική οικονομία δεν έχουν συνειδητοποιήσει ότι το καθεστώς προστατευτισμού και κρατικής παρέμβασης έχει προ πολλού τελειώσει. Μεγάλο μέρος της ευθύνης για το γεγονός αυτό ανήκει στις κυβερνήσεις των τελευταίων δεκαετιών (κατ εμέ σε ισομοιρία και στις εκάστοτε αντιπολιτεύσεις), οι οποίες «ξέχασαν» να προετοιμάσουν την οικονομία για τις νέες συνθήκες ελεύθερης αγοράς, με αποτέλεσμα πολλές επιχειρήσεις να μην ξέρουν πως θα επιβιώσουν στην νέα αυτή πραγματικότητα.

2.1.4. Το κλαδικό marketing των προϊόντων μας είναι καχεκτικό έως ανύπαρκτο

Τόσο οι επιχειρήσεις του κλάδου μας όσο και οι αρμόδιοι κρατικοί φορείς ποτέ δεν σχεδίασαν μια εθνική στρατηγική marketing για τα συγκεκριμένα προϊόντα. Οι αποφάσεις για την παραγωγή ποτέ δεν έλαβαν σοβαρά και μεθοδικά υπόψη τους την ζήτηση. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα η κατά κεφαλήν κατανάλωση να μην είναι η αναμενόμενη και η εκμετάλλευση της εμπιστοσύνης του καταναλωτικού κοινού για το εγχώρια παραγόμενο προϊόν να μην είναι τόσο μεγάλη όσο θα έπρεπε ή θα μπορούσε. Παράλληλα, ο κλάδος δεν παρακολούθησε ούτε τις αλλαγές στις καταναλωτικές συνήθειες.

2.1.5. Το μέγεθος της Ελληνικής πτηνοτροφικής παραγωγής είναι μικρό

Η ελληνική πτηνοτροφία είναι μικρή σε μέγεθος, τόσο σε απόλυτους όσο και σε σχετικούς αριθμούς. Αυτό, ενώ καταρχήν φαίνεται αρνητικό στοιχείο, κυρίως λόγω της μη ύπαρξης οικονομιών κλίμακας, μπορεί να αξιοποιηθεί και θετικά, λόγω της ευελιξίας που προσφέρουν τα μικρά μεγέθη. Επίσης στον κλάδο δραστηριοποιούνται και πολλές μικρές επιχειρήσεις, οι οποίες έχουν προφανείς αδυναμίες επιβίωσης στο νέο περιβάλλον.

2.1.6. Το επίπεδο τεχνολογίας της παραγωγής είναι χαμηλό

Η Ελληνική πτηνοτροφία για διάφορους λόγους δεν χρησιμοποιεί σε μεγάλο βαθμό την σύγχρονη τεχνολογία. Το γεγονός αυτό, παρόλο που εκ πρώτης όψεως μοιάζει επίσης να μας στερεί κοστολογικό προβάδισμα, μας προσφέρει ένα έμμεσο συγκριτικό πλεονέκτημα. Ο καταναλωτής σήμερα προσπαθεί να στραφεί σε πιο παραδοσιακούς παραγωγούς, θεωρώντας ότι οι πλήρως εκσυγχρονισμένες διαδικασίες είναι υπεύθυνες για την χρήση προβληματικών τεχνολογιών που οδήγησαν στα πρόσφατα διατροφικά σκάνδαλα.

Συμπερασματικά, η Ελληνική παραγωγή έχει σημαντικές ιδιαιτερότητες. Ορισμένες από αυτές πρέπει να αντιμετωπισθούν άμεσα, διότι αποτελούν τροχοπέδη στην ανταγωνιστική ανάπτυξη. Κάποιες άλλες πρέπει να αξιολογηθούν από διαφορετική οπτική γωνία, διότι μπορούν να αποτελέσουν όπλα στη μάχη του ανταγωνισμού.

2.2. Ιδιαίτερα χαρακτηριστικά ως προς την κατανάλωση

Από την άλλη πλευρά, και η εγχώρια κατανάλωση έχει ιδιομορφίες. Με δεδομένο δε ότι ο κλάδος δεν έχει σοβαρές εξαγωγικές δυνατότητες, είναι σημαντικό να μελετήσουμε συστηματικά το προφίλ της εγχώριας κατανάλωσης, ώστε να σταματήσουμε κάποτε να παράγουμε πρώτα τα προϊόντα μας και μετά να σκεφτόμαστε σε ποιόν καταναλωτή θα τα πουλήσουμε.

2.2.1. H ποιοτική αναβάθμιση των Ελλήνων καταναλωτών

Τα τελευταία χρόνια το βιοτικό επίπεδο των Ελλήνων βελτιώνεται συνεχώς, με αποτέλεσμα να αυξάνονται και οι απαιτήσεις τους. Ο σημερινός καταναλωτής είναι σαφώς πιο ευαίσθητος σε θέματα ασφάλειας των τροφίμων, ενώ προβληματίζεται και για ζητήματα όπως η υγιεινή διατροφή και η προστασία του περιβάλλοντος.

2.2.2. Το μέγεθος της συνολικής κατανάλωσης

Η πραγματική κατανάλωση των μονίμων κατοίκων της χώρας (αν αφαιρέσουμε τα περίπου 200.000.000 γεύματα που καταναλώνουν ετησίως οι τουρίστες) είναι μικρότερη και από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και από αντίστοιχες καταναλώσεις άλλων Μεσογειακών Ευρωπαϊκών χωρών.

2.2.3. Η στροφή των καταναλωτών σε «επώνυμα» προϊόντα

Πέρα από τα λεγόμενα «ορατά» ή «αντιληπτά» ποιοτικά χαρακτηριστικά ενός τροφίμου (γεύση, εικόνα, οσμή), σήμερα ο καταναλωτής ενδιαφέρεται και για άλλα χαρακτηριστικά του που έχουν να κάνουν με την ασφάλεια του (μικροβιολογικά, υπολείμματα φαρμάκων), τη διατροφική του αξία κλπ. Αυτά τα χαρακτηριστικά δεν έχει την δυνατότητα να τα ελέγξει ο ίδιος. Αυτό τον οδηγεί μοιραία στο να αναζητά τους παραγωγούς εκείνους που αισθάνεται ότι θα του διασφαλίσουν αυτό το επίπεδο ποιότητας. Έτσι οδηγούμεθα συστηματικά προς τα λεγόμενα «επώνυμα» προϊόντα, τα οποία στον χώρο των τροφίμων κατέχουν πλέον συντριπτικό μερίδιο αγοράς.

2.2.4. Η διαφοροποίηση των αγοραστικών συνηθειών

Συγκρίνοντας το 2002 με το 1972, θα διαπιστώσουμε σημαντικές αλλαγές ως προς τις καταναλωτικές συνήθειες στην χώρα μας. Κατ αρχήν υπάρχει μια σαφής στροφή προς προϊόντα «προστιθέμενης αξίας» δηλαδή προϊόντα που απαλλάσσουν την νοικοκυρά από ένα μέρος του έργου της προετοιμασίας του φαγητού στο σπίτι, υπό την προϋπόθεση όμως ότι πληρούν τους βασικούς όρους μιας πιο υγιεινής διατροφή. Δεύτερον η καθημερινή επίσκεψη στο γειτονικό χασάπικο τείνει να αντικατασταθεί από μια εβδομαδιαία επίσκεψη στο πολυκατάστημα της περιοχής. Τρίτον, η προσωπική σχέση με τον πωλητή του προϊόντος αντικαθίσταται με μια σχέση εμπιστοσύνης προς τον παραγωγό.

2.2.5. Η εμπιστοσύνη στα Ελληνικά προϊόντα

Για διάφορους λόγους, ορισμένοι από τους οποίους αναλύθηκαν πιο πριν, οι Έλληνες καταναλωτές στη συντριπτική τους πλειοψηφία δείχνουν εμπιστοσύνη στα Ελληνικά τρόφιμα, κυρίως στους λεγόμενους παραδοσιακούς κλάδους.

2.2.6. Το προφίλ του Έλληνα καταναλωτή

Ο Έλληνας καταναλωτής είναι από τους πιο απαιτητικούς Ευρωπαίους καταναλωτές σε ότι αφορά τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του προϊόντος και κυρίως τη γεύση του. Είναι επίσης από τους τελευταίους καταναλωτές που θα κάνουν συμβιβασμό στο ιδιαίτερο γευστικό κριτήριο τους, επειδή το επιβάλει η μαζική παραγωγή. Υπάρχουν χαρακτηριστικά παραδείγματα «παγκόσμιων» προϊόντων τα οποία, ενώ απολαμβάνουν υψηλότατες πωλήσεις σε σειρά άλλων χωρών, στην Ελλάδα έχουν αποτύχει παταγωδώς.

Συμπερασματικά, η Ελληνική καταναλωτική συνήθεια σήμερα έχει διαφοροποιηθεί σημαντικά τόσο ως προς τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των προϊόντων που προτιμά, όσο και ως προς τα βασικά «τεχνικά» στοιχεία του τρόπου με τον οποίο εκφράζεται.

3. Η επίδραση των παραπάνω δεδομένων στην πορεία του κλάδου μας

Η κύρια διαφοροποίηση ανάμεσα στο 1960 και στο 2000 είναι ότι σήμερα πλέον πρέπει να μιλάμε για μια παγκόσμια αγορά. Τα προϊόντα παράγονται σε οποιοδήποτε σημείο του πλανήτη, και αντίστοιχα μπορούν να καταναλωθούν σε οποιοδήποτε άλλο σημείο του πλανήτη, με μοναδικό στοιχείο διαφοροποίησης το κόστος μεταφοράς. Αυτό σημαίνει μια δραστική ανακατανομή του παραγωγικού χάρτη, σε παγκόσμιο επίπεδο. Είναι λογικό και αναμενόμενο ότι αυτή η ανακατανομή θα γίνει κυρίως με βάση τους κανόνες της ελεύθερης αγοράς. Είναι σαφές ότι θα υπάρξουν μεταβατικά στάδια, προκειμένου κλάδοι που δεν θα είναι βιώσιμοι σε μια περιοχή, να αντικατασταθούν με άλλους, χωρίς να συμβούν κοινωνικές ή οικονομικές καταστροφές. Είναι όμως εξίσου προφανές ότι αυτά τα μεταβατικά στάδια θα έχουν συγκεκριμένους στόχους και συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα.

Στο σημείο αυτό θα ήθελα να σας μεταφέρω αυτούσιες ορισμένες ειδήσεις που δημοσιεύθηκαν στον τύπο το τελευταίο τρίμηνο.

· Η Βραζιλία, η οποία αποτελεί σημαντικό παραγωγό στον κλάδο μας, ανακοίνωσε ότι η παραγωγή της το δεύτερο τρίμηνο του 2002 αυξήθηκε κατά 27%. Ποιος θα καταναλώσει άραγε αυτά τα κοτόπουλα;

· Η εταιρία DOUX, ο μεγαλύτερος Ευρωπαίος παραγωγός πουλερικών, ανακοίνωσε το οριστικό κλείσιμο του μεγαλυτέρου σφαγείου του παραγωγής κατεψυγμένων πουλερικών στη Γαλλία, λόγω αδυναμίας του να ανταγωνισθεί τις εισαγωγές από τρίτες χώρες. Παράλληλα, αναπτύσσει τις δραστηριότητες του σε χώρες της Λατινικής Αμερικής

· Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσίευσε τις τελικές θέσεις της για την ενδιάμεση αναθεώρηση της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής. Κύριος άξονας της επικείμενης αναθεώρησης είναι η περαιτέρω μείωση των άμεσων αγροτικών ενισχύσεων.

· Σε άλλη έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, για τις επιπτώσεις της επικείμενης διεύρυνσης με την ένταξη των χωρών της πρώην Ανατολικής Ευρώπης, αναφέρεται για τον αγροτικό τομέα των νέων κρατών μελών. «.....Στη δεκαετία του 90, παρά τις προσπάθειες των κυβερνήσεων των χωρών αυτών, μόνο σε μερικούς κλάδους της αγροτικής τους οικονομίας σημειώθηκε πρόοδος. Έτσι, μετά την ένταξη τους, σε ορισμένους τομείς όπου υστερούν σημαντικά σε ανταγωνιστικότητα, όπως για παράδειγμα στα βοοειδή και τα γαλακτοκομικά, θα υποχρεωθούν να μειώσουν την παραγωγή τους. Μόνο σε τομείς όπου θα ακολουθηθούν προστατευτικές πολιτικές, όπως τα πουλερικά, η παραγωγή τους θα αυξηθεί.» Σε επόμενη παράγραφο αναφέρεται «.....Όσον αφορά την παραγωγή πουλερικών, οι υπό ένταξη χώρες είναι πιθανόν να αυξήσουν την παραγωγή τους αμέσως μετά την ένταξη, κα�