irvin yalom - Ο δήμιος του έρωτα

194
IRVIN D. YALOM Ο ΔΗΜΙΟΣ TOY ΕΡΩΤΑ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΨΥΧΟΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΑΝΔΡΙΤΣΑΝΟΥ ΓΙΑΝΝΗΣ ΖΕΡΒΑΣ ΕΚΔ ΟΣΕΙΣ ΑΓΡΑ Το ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ ΑΥΤΟΥ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ γράφτηκε στη διάρκεια, ενός χρόνου εκπαιδευτικής άδειας, κατά την οποία ταξίδεψα πολύ. Ευχαριστώ πολλούς άνθρώπους και πολλά ιδρύματα πού με φιλοξένησαν και διευκόλυναν το γράψιμό μου: το Κέντρο Ανθρωπιστικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Στάνφορντ, το Κέντρο Μελέτης Μπελλάτζιο του Ιδρύματος Ροκφέλλερ, τούς Δόκτορες Μικίκο καί Τσουνεχίτο Χασεγκάουα στο Τόκυο και στη Χαβάη, το Καφέ Μαλβίνα στο Σαν Φρανσίσκο, το Πρόγραμμα Δημιουργικής Γραφής του Κολεγίου Μπέννινγκτον. Θέλω νά εύχαριστήσω τη γυναίκα μου Μαίριλυν (πού είναι πάντα ο σκληρότερος κριτικός μου καί ό πιο άφοσιωμένος υποστηρικτής μου), την έπιμελητριά μου στον οίκο Basic Books Φοίμπη Χός, πού μου έδωσε πολλές δυνατότητες, όπως και στά προηγούμενα βιβλία μου πού εκδόθηκαν στον ίδιο οίκο, καί την υπεύθυνη έκδόσεων του Basic Books Λίντα Καρμπόνε. Εύχαριστώ επίσης πάρα πολλούς συναδέλφους και φίλους πού δέν τό ’βαλαν στά πόδια βλέποντάς με νά τούς πλησιάζω μέ μιά καινούργια ιστορία άνά χείρας, καί πρόσφεραν κριτική, ένθάρρυνση η παρηγοριά. Ή διαδικασία της συγγραφής ήταν μακρόχρονη, κι είναι βέβαιο πώς έχω ξεχάσει κάποια ονόματα στην πορεία. ’Οφείλω όμως εύχαριστίες στούς: Πάτ Μπάουμγκάρτνερ, Χέλεν Μπλάου, Μισέλ Κάρτερ, ’Ιζαμπέλ Ντέηβις, Στάνλεΰ Έλχιν, Τζων Φέλστινερ, Άλμπερτ Γκεράρντ, Μάκλιν Γκεράρντ, Ρουθέλλεν Τζόσσελσον, Χέραντ Κατσαντουριάν, Στ ίνα Κατσαντουριάν, Μαργκερίτ Λέντερμπεργκ, Τζων Λ’Έρέ, Μόρτον Λίμπερμαν, Ντή Λάμ, Κ. Υ. Λάμ, Μαίρη Τζέην Μόφατ, Νάν Ρόμπινσον στην αδελφή μου Τζήν Ρόουζ, στην Τζήνα Σόρενσεν, τον Ντέηβιντ Σπήγκελ, τον Βίνφριντ Ούάις, στον γιό μου Μπέντζαμιν Γιάλομ, στους ειδικευόμενους ψυχιατρικής καί τούς ασκούμενους ψυχολογίας του 1988 στο Στάνφορντ, στη γραμματέα μου Μπία Μίτσελ, που εδώ και δεκα χρονια δακτυλογραφεί τις κλινικές σημειώσεις και τις ιδέες απ’τις όποιες ξεπήδησαν αυτές οι ιστορίες. Όπως πάντα, ευχαριστώ το Πανεπιστήμιο Στάνφορντ πού μου παρείχε την υποστήριξη, την ακαδημαϊκή ελευθερία και την πνευματική κοινότητα πού είναι τόσο απαραίτητες για το έργο μου. Χρωστώ πολλά στούς δέκα ασθενείς πού πρωταγωνιστούν σ’αυτές τις σελίδες. Ό καθένας τους διάβασε λεπτομερώς τήν ιστορία του (έκτος από έναν ασθενή πού πέθανε πριν τελειώσω) και συμφώνησε να έκδοθεΐ. Όλοι έλεγξαν και ένέκριναν τη μεταμφίεση, πολλοί προσφέρθηκαν να βοηθήσουν στήν επιμέλεια της ιστορίας τους, ένας (6 Ντέηβ) εδωσε τίτλο στή δική του ιστορία, κάποιοι σχολίασαν ότι ή μεταμφίεσή τους ήταν υπερβολικά έκτεταμένη καί μέ προέτρεψαν νά μείνω πιο κοντά στην αλήθεια, ένας-δυο ταράχτηκαν λίγο από πράγματα πού άποκάλυπτα γιά τον εαυτό μου κι άπό μερικές δραματουργικές έλευθερίες πού πήρα, παρ’ όλ’ αυτά, ελπίζοντας ότι ή ιστορία τους θά είναι χρήσιμη γιά τούς ψυχοθεραπευτές και / ή γιά άλλους θεραπευόμενους, μού έδωσαν όχι μόνο τη συγκατάθεσή τους άλλά και τήν ευχή τους. Τούς ευγνωμονώ ολους άπό καρδίας. Οι ιστορίες αύτές είναι άληθν, ές. Χρειάστηκε όμως νά κάνω μεγάλες άλλαγές γιά νά προστατέψω τήν ταυτότητα τών άσθενών μου. Συχνά άντικατέστησα κάποιες πλευρές τής ταυτότητάς τους και κάποια γεγονότα τής ζωής τους μέ συμβολικές άναλογίες. Κάποιες

Upload: phoenix3v

Post on 11-Aug-2015

843 views

Category:

Documents


26 download

TRANSCRIPT

Page 1: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

IRVIN D. YALOM

Ο ΔΗΜΙΟΣ TOY ΕΡΩΤΑ

ΚΑΙ

ΑΛΛΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΨΥΧΟΘΕΡΑΠΕΙΑΣ

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΑΝΔΡΙΤΣΑΝΟΥ ΓΙΑΝΝΗΣ ΖΕΡΒΑΣ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΓΡΑ

Το ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ ΑΥΤΟΥ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ γράφτηκε στη διάρκεια, ενός χρόνουεκπαιδευτικής άδειας, κατά την οποία ταξίδεψα πολύ. Ευχαριστώ πολλούς άνθρώπους καιπολλά ιδρύματα πού με φιλοξένησαν και διευκόλυναν το γράψιμό μου: το ΚέντροΑνθρωπιστικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Στάνφορντ, το Κέντρο Μελέτης Μπελλάτζιοτου Ιδρύματος Ροκφέλλερ, τούς Δόκτορες Μικίκο καί Τσουνεχίτο Χασεγκάουα στο Τόκυο καιστη Χαβάη, το Καφέ Μαλβίνα στο Σαν Φρανσίσκο, το Πρόγραμμα Δημιουργικής Γραφής τουΚολεγίου Μπέννινγκτον.

Θέλω νά εύχαριστήσω τη γυναίκα μου Μαίριλυν (πού είναι πάντα ο σκληρότερος κριτικόςμου καί ό πιο άφοσιωμένος υποστηρικτής μου), την έπιμελητριά μου στον οίκο Basic BooksΦοίμπη Χός, πού μου έδωσε πολλές δυνατότητες, όπως και στά προηγούμενα βιβλία μουπού εκδόθηκαν στον ίδιο οίκο, καί την υπεύθυνη έκδόσεων του Basic Books Λίντα Καρμπόνε.Εύχαριστώ επίσης πάρα πολλούς συναδέλφους και φίλους πού δέν τό ’βαλαν στά πόδιαβλέποντάς με νά τούς πλησιάζω μέ μιά καινούργια ιστορία άνά χείρας, καί πρόσφερανκριτική, ένθάρρυνση η παρηγοριά. Ή διαδικασία της συγγραφής ήταν μακρόχρονη, κι είναιβέβαιο πώς έχω ξεχάσει κάποια ονόματα στην πορεία. ’Οφείλω όμως εύχαριστίες στούς:Πάτ Μπάουμγκάρτνερ, Χέλεν Μπλάου, Μισέλ Κάρτερ, ’Ιζαμπέλ Ντέηβις, Στάνλεΰ Έλχιν, ΤζωνΦέλστινερ, Άλμπερτ Γκεράρντ, Μάκλιν Γκεράρντ, Ρουθέλλεν Τζόσσελσον, ΧέραντΚατσαντουριάν, Στ ίνα Κατσαντουριάν, Μαργκερίτ Λέντερμπεργκ, Τζων Λ’Έρέ, ΜόρτονΛίμπερμαν, Ντή Λάμ, Κ. Υ. Λάμ, Μαίρη Τζέην Μόφατ, Νάν Ρόμπινσον στην αδελφή μου ΤζήνΡόουζ, στην Τζήνα Σόρενσεν, τον Ντέηβιντ Σπήγκελ, τον Βίνφριντ Ούάις, στον γιό μουΜπέντζαμιν Γιάλομ, στους ειδικευόμενους ψυχιατρικής καί τούς ασκούμενους ψυχολογίας του1988 στο Στάνφορντ, στη γραμματέα μου Μπία Μίτσελ, που εδώ και δεκαχρονια δακτυλογραφεί τις κλινικές σημειώσεις και τις ιδέες απ’τις όποιες ξεπήδησαν αυτές οιιστορίες. Όπως πάντα, ευχαριστώ το Πανεπιστήμιο Στάνφορντ πού μου παρείχε τηνυποστήριξη, την ακαδημαϊκή ελευθερία και την πνευματική κοινότητα πού είναι τόσοαπαραίτητες για το έργο μου.

Χρωστώ πολλά στούς δέκα ασθενείς πού πρωταγωνιστούν σ’αυτές τις σελίδες. Ό καθέναςτους διάβασε λεπτομερώς τήν ιστορία του (έκτος από έναν ασθενή πού πέθανε πριντελειώσω) και συμφώνησε να έκδοθεΐ. Όλοι έλεγξαν και ένέκριναν τη μεταμφίεση, πολλοίπροσφέρθηκαν να βοηθήσουν στήν επιμέλεια της ιστορίας τους, ένας (6 Ντέηβ) εδωσε τίτλοστή δική του ιστορία, κάποιοι σχολίασαν ότι ή μεταμφίεσή τους ήταν υπερβολικά έκτεταμένηκαί μέ προέτρεψαν νά μείνω πιο κοντά στην αλήθεια, ένας-δυο ταράχτηκαν λίγο απόπράγματα πού άποκάλυπτα γιά τον εαυτό μου κι άπό μερικές δραματουργικές έλευθερίεςπού πήρα, παρ’ όλ’ αυτά, ελπίζοντας ότι ή ιστορία τους θά είναι χρήσιμη γιά τούςψυχοθεραπευτές και / ή γιά άλλους θεραπευόμενους, μού έδωσαν όχι μόνο τη συγκατάθεσήτους άλλά και τήν ευχή τους. Τούς ευγνωμονώ ολους άπό καρδίας.

Οι ιστορίες αύτές είναι άληθν, ές. Χρειάστηκε όμως νά κάνω μεγάλες άλλαγές γιά νάπροστατέψω τήν ταυτότητα τών άσθενών μου. Συχνά άντικατέστησα κάποιες πλευρές τήςταυτότητάς τους και κάποια γεγονότα τής ζωής τους μέ συμβολικές άναλογίες. Κάποιες

Page 2: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

φορές έδωσα στον πρωταγωνιστή μέρος της ταυτότητας ενός άλλου ασθενούς. Συχνά οδιάλογος είναι φανταστικός καί οι προσωπικές μου σκέψεις έχουν προκύψει έκ τών υστέρων.Ή μεταμφίεση είναι βαθιά και σέ καμιά περίπτωση δέν μπορεί νά τήν έξιχνιάσει κανέναςάλλος έκτος απ’τον ίδιο τον άσθενή. 'Όποιος άναγνώστης πιστεύει πώς αναγνωρίζεικάποιον απ ’ τούς δέκα, είμαι βέβαιος ότι σφάλλει.

Πρόλογος

ΦΑΝΤΑΣΤΕΙΤΕ ΑΥΤΗ ΤΗ ΣΚΗΝΗ: ζητάμε άπό τριακόσιους ή τετρακόσιους ανθρώπους,άγνωστους μεταξύ τους, να σχηματίσουν ζευγάρια και να θέσουν στον παρτεναίρ τους μίακαι μόνη ερώτηση: « Τί θέλεις; » ξανά καί ξανά και ξανά.

Υπάρχει τίποτα απλούστερο; Μία μόνο αθώα ερώτηση και η απάντηση της. Κι όμως, έχω δειεπανειλημμένα αυτή την ομαδική άσκηση να προκαλεί συναισθήματα απρόσμενης έντασης.Συχνά μέσα σε μερικά λεπτά ή αίθουσα πάλλεται άπό τη συγκίνηση. ’Άντρες και γυναίκες —πού δεν είναι με κανέναν τρόπο άπελπισμένοι ή στερημένοι, αΧλά επιτυχημένοι, λειτουργικοί,καλοντυμένοι άνθρωποι πού λάμπουν με τήν παρουσία τους— συνταράζονται ως τοβαθύτερο είναι τους. Αναζητούν αύτούς πού έχουν χαθεί γιά πάντα — νεκρούς η απόντεςγονείς, συζύγους, παιδιά, φίλους: « Θέλω νά σε ξαναδώ ». « Θέλω τήν αγάπη σου». «Θέλωνά ξέρω πώς είσαι περήφανος γιά μένα». «Θέλω νά ξέρεις ότι σ’άγαπάω και πόσο λυπάμαιπού δεν σ’το είπα ποτέ». «Θέλω νά γυρίσεις — είμαι τόσο μόνος». «Θέλω την παιδική ηλικίαπού δεν είχα ποτέ». « Θέλω νά ξαναβρώ την. υγεία μου — νά ξαναγίνω νέος. Θέλω νάμ’άγαπάνε, νά με σέβονται. Θέλω ή ζωή μου νά εχει νόημα. Θέλω νά κατορθώσω κάτι. Θέλωνά είμαι σημαντικός γιά τούς άλλους, νά με θυμούνται ».

Τόσο πολλά «θέλω». Τόσο πολλή λαχτάρα. Και τέτοια οουνη, τόσο κοντά στήν επιφάνειά,ώστε ν αποκαλύπτεται μέσα σε λίγα μόνο λεπτά. Οδύνη γιά το πεπρωμένο. Οδύνη για τηνύπαρξη. 5Οδύνη πού είναι πάντα εκεί, που κυκλοφορεί συνεχώς κάτω άπό τή μεμβράνη τηςζωής· Οδύνη που την αγγίζουμε πάρα πολύ εύκολα. Πολλά πράγματα —μια απλή ομαδικήάσκηση, λίγα λεπτά βαθύτερου συλλογισμού, ένα έργο τέχνης, ένα κήρυγμα, μιά προσωπικήκρίση πού περνάμε, μια απώλεια— μάς υπενθυμίζουν ότι τά βαθύτερα « θέλω » μας δενμπορούν ποτέ ναπραγματοποιηθούν: ή επιθυμία μας να μείνουμε νέοι, να σταματήσει ήδιαδικασία τής γήρανσης, να επιστρέφουν οσοι έχουν χαθεί, να έχουμε αιώνια 'αγάπη,προστασία, σπουδαιότητα, ή έπιθυμία μας γιά τήν ίδια τήν αθανασία.

'Ακριβώς όταν αυτά τά «θέλω» πουλέν μπορούμε να τα κατακτήσουμε αρχίζουν νακυριαρχούν στή ζωή μας, τότε στρεφόμαστε γιά βοήθεια στην οικογένειά μας, στους φίλους,στή θρησκεία — και μερικές φορές στήν ψυχοθεραπεία.

Στο βιβλίο αυτό αφηγούμαι τις ιστορίες δέκα ασθενών πού στράφηκαν στήν ψυχοθεραπείακαι στή διάρκεια της θεραπευτικής τους δουλειάς πάλεψαν μέ τήν οδύνη της ύπαρξης. Δένήταν αυτός ο λόγος πού ήρθαν σέ μένα γιά να τούς βοηθήσω.

'Αντίθετα, και οι δέκα υπέφεραν από κοινά προβλήματα τής καθημερινής ζωής: μοναξιά,αύτοπεριφρόνηση, ανικανότητα, ημικρανίες, σεξουαλικούς καταναγκασμούς, παχυσαρκία,υπέρταση, πένθος, μιά καταστροφική έρωτική έμμονή, διακυμάνσεις τής διάθεσης,κατάθλιψη. Κι όμως, μέ κάποιον τρόπο (ο οποίος ξετυλίγεται διαφορετικά σε κάθε ιστορία) ήψυχοθεραπεία αποκάλυψε πώς αυτά τά καθημερινά προβλήματα είχαν βαθιές ρίζες — ρίζεςπού έφταναν ως τα ίδια τα θεμέλια τής ύπαρξης.

«Θέλω! Θέλω!» ακούγεται σ’όλες αυτές τις ιστορίες. Μιά ασθενής φώναζε, « Θέλω ναξαναγυρίσει ή αγαπημένη μου κόρη πού πέθανε», παραμελώντας συγχρόνως τούς δυογιούς της πού ζούσαν. Ένας άλλος επέμενε, «Θέλω νά πηδήξω οποία γυναίκα βρεθείμπροστά μου », ενώ ο καρκίνος των λεμφαδένων κυρίευε κάθε έλεύθερο πόντο τού κορμιούτου. Κι άλλος ένας παρακαλούσε, «Θέλω τούς γονείς, τήν παιδική ηλικία πού δέν είχα ποτέ»,

Page 3: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

άγωνιώντας γιά τρία, γράμματα πού δέν μπορούσε να πείσει τον εαυτό του νά τά ανοίξει.Μιά ασθενής δήλωνε, « Θέλω νά μείνω γιά πάντα νέα», καθώς, γριά γυναίκα πια, δενμπορούσε νά παραιτηθεί άπό τον έμμονο ερωτά της γιά έναν άντρα τριανταπέντε χρόνιανεότερο.

Πιστεύω ότι το πρωταρχικό υλικό της ψυχοθεραπείας είναι πάντα αυτού τού είδους ήυπαρξιακή οδύνη — και όχι, όπως υποστηρίζεται συχνά, άπωθημένες ένστικτικές ορμέςκάποιων άτελώς θαμμένων υπολειμμάτων ενός τραγικού προσωπικού παρελθόντος. Στήνψυχοθεραπεία πού κάναμε με καθέναν άπ’αυτούς τούς δέκα ασθενείς, ή πρωτογενήςκλινική υπόθεση μου —μιά υπόθεση πάνω στην οποία βάσισα τήν τεχνική μου— ήταν ότι ήθεμελιώδης άγωνία ξεπηδά άπ ’ τις άπόπειρες κάθε άνθρώπου, συνειδητές και άσυνείδητες,νά χειριστεί τά σκληρά γεγονότα της ζωής, τά «δεδομένα» της ύπαρξης.1

Ανακάλυψα ότι τέσσερα δεδομένα έχουν ιδιαίτερη συνάφεια με την. ψυχοθεραπεία: Τοάναπόφευκτο τού θανάτου γιά όλους μας προσωπικά καί γι’αύτούς πού αγαπάμε. Ήελευθερία να φτιάξουμε τη ζωή μας όπως τή θέλουμε. Η έσχατη μοναχικότητά μας. Και,τέλος, ή απουσία οποιασδήποτε προφανούς σημασίας ή νοήματος στη ζωή. °Όσομελαγχολικά καί νά φαίνονται αύτά τά δεδομένα, εμπεριέχουν τούς σπόρους της σοφίας καίτης λύτρωσης. Μ’αύτές τις δέκα ιστορίες ψυχοθεραπείας ελπίζω νά δείξω ότι είναι δυνατόνν*αντιμετωπίσουμε τις αλήθειες της ύπαρξης και νά χαλιναγωγήσουμε την ισχύ ~ους προςόφελος της προσωπικής μας άλλαγής καί ωρίμασης.

Άπό τά γεγονότα τής ζωής ό θάνατος είναι το πιο ξεκάθαρο, το πιο διαισθητικά προφανές.Σε νεαρή ηλικία, πολύ '^copiτέρα άπ’ό,τι συχνά νομίζουμε, μαθαίνουμε πώς ό θάνατος θάέρθει καί πώς άπ’αύτόν δεν υπάρχει απόδραση. Παρ όλα αύτά, σύμφωνα μέ τά λόγια τουΣπινόζα, «τα πάντα επιχειρούν να συντηρηθούν στήν ίδια τους τήν ύπαρξη». Στον πυρήνατού καθενός μας υπάρχει μιά πανταχού παρούσα σύγκρουση ανάμεσα στήν επιθυμία νάσυνεχίσουμε νά υπάρχουμε και στήν επίγνωση ~ τού αναπόφευκτου θανάτου.

Γιά νά προσαρμοστούμε στήν πραγματικότητα τού θανάτου, γινόμαστε απείρωςεφευρετικοί, προκειμένου νά επινοήσουμε τρόπους νά τον αρνηθούμε ή νά τον άποφύγουμε.Όταν είμαστε μικροί, αρνιόμαστε το θάνατο με τή βοήθεια των γονεϊκών διαβεβαιώσεων καίτων κοσμικών ή θρησκευτικών μύθων. ’Αργότερα τον προσωποποιούμε μετατρέποντάς τονσε μιά οντότητα, σ’ένα τέρας, σ’έναν μπαμπούλα, σ’έναν δαίμονα. Εξάλλου, αν ο θάνατοςείναι μιά οντότητα πού μας κυνηγά, τότε ενδέχεται νά βρεθεί κάποιος τρόπος νά τούδιαφύγουμε. 'Από τήν άλλη, δσο τρομαχτικό κι αν είναι ένα τέρας πού φέρνει το θάνατο, είναιλιγότερο τρομαχτικό άπ’ τήν αλήθεια — ότι ο καθένας μας κουβαλάει μέσα του το σπόρο τούθανάτου του. \Αργότερα τά παιδιά πειραματίζονται με άλλους τρόπους, γιά νά περιορίσουντο άγχος θανάτου: διώχνουν τήν τοξικότητα τού θανάτου σαρκάζοντάς τον, τον προκαλούνμε παρατολμίες ή άπευαισθητοποιούνται εκθέτοντας τον εαυτό τους σε ιστορίεςφαντασμάτων καί σε ταινίες τρόμου, συντροφευμένοι με ασφάλεια απ’τούς συνομηλίκουςτους καί άπό λίγο ζεστό βουτυρωμένο ποπκόρν.

Καθώς μεγαλώνουμε, μαθαίνουμε νά βγάζουμε το θάνατο άπ’τό νού μας. Δημιουργούμεπερισπασμούς. Τον μεταμορφώνουμε σε κάτι θετικό (τον ονομάζουμε ταξίδι, γυρισμό, ένωσημέ τον θεό, αιώνια γαλήνη). Τον άρνιόμαστε μέ μύθους γιά τή συνέχιση τής ύπαρξης.Αγωνιζόμαστε γιά τήν άθανασία μέσα άπό άθάνατα έργα, προβάλλοντας το σπόρο μας στομέλλον μέσα άπό τά παιδιά μας, ή άσπαζόμενοι ένα θρησκευτικό σύστημα πού προσφέρειπνευματική διαιώνιση.

Πολλοί άνθρωποι διαφωνούν μ’αυτή τήν περιγραφή τής άρνησης τού θανάτου. « Ανοησίες !»λένε. «Δέν άρνιόμαστε το θάνάτο. Ολοι θά πεθάνουμε. Αυτό το ξέρουμε. Είναι προφανές.Έχει νόημα όμως νά στεκόμαστε σ ’ αυτό;»

Ή άλήθεια είναι ότι το ξέρουμε αλλά δέν το ξέρουμε. Ξέρουμε γιά το θάνατο, γνωρίζουμεδιανοητικά τά δεδομένα, άλλα το ασυνείδητο μέρος τού μυαλού μας πού μας προστατεύειάπό το κατακλυσμικό άγχος, έχει άποσυνδέσει ή έχει «μονώσει» τον τρόμο πού συνδέεται μέ

Page 4: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

το θάνατο. Αυτή ή διαδικασία άποσυνδεσης είναι άσυνείδητη, δέν τη βλέπουμε άλλάμπορούμε νά πειστούμε ότι υπάρχει σ’εκείνα τά σπάνια επεισόδια, οπού ο μηχανισμός τηςάρνησης άποτυγχάνει και το άγχος θανάτου ξεπηδάει σ9όλη του τήν ένταση. Αυτό μπορεί νάσυμβεί πολύ σπάνια, ίσως μόνο μιά ή δυο φορές στη διάρκεια μιας ζωής. Καμιά φορά μάςσυμβαίνει ενώ είμαστε ξύπνιοι στήν καθημερινή ζωή μίας, καμιά φορά έπειτα άπό έναπροσωπικό συμβάν πού μάς φέρνει πρόσωπο με πρόσωπο με το θάνατο, άλλοτε ότανπεθαίνει κάποιος άγαπημένος μας. Αλλά πιο συχνά το άγχος τού θανάτου έρχεται στηνεπιφάνεια με τούς εφιάλτες.

Ο εφιάλτης είναι ένα άποτυχημένο όνειρό, ίνα όνειρό πού απέτυχε στο ρόλο του ώς φύλακατού ύπνου, άφού δέν κατάφερε νά «χειριστεί» το άγχος. Παρόλο πού οι εφιάλτες διαφέρουνστο έκδηλο περιεχόμενό τους, ή διεργασία πού υπάρχει κάτω άπό τήν επιφάνεια κάθεεφιάλτη είναι ή ίδια: ακατέργαστο άγχος θανάτου έχει διαφύγει άπό τούς φύλακές του καιεκρήγνυται στο χώρο τού συνειδητού. Ή ιστορία « Αναζητώντας τον ονειρευτή » προσφέρειμιά μοναδική θέα τού άγχους θανάτου άπό τά zxpaσκήνια, καθώς δραπετεύει άπό τηνύστατη άπόπειρα τού νού νά το συγκρατήσει: εδώ, άνάμεσα στή διάσπαρτη, σκοτεινήείκονοποιία θανάτου τού εφιάλτη τού Μάρβιν, υπάρχει ένα εργαλείο πού διαλέγει τη ζωή καιάφηφά το θάνατο — το άπαστράπτον μπαστούνι με το λευκό άκρο, με το οποίο ό «ονειρευτής» επιδίδεται σε μιά σεξουαλική μονομαχία μέ το θάνατο.

Ή σεξουαλική πράξη θεωρείται απ’τούς πρωταγωνιστές και άλλων ιστοριών σάν έναφυλαχτό που μπορεί ν’απωθήσει τη συρρίκνωση, τη γήρανσή καιτο πλησίασμα τούθανάτου: από δω προέρχεται και ή καταναγκαστική αδιάκριτη σεξουαλικότητα ενός νέουάντρα μπροστά στο φάσμα τού καρκίνου που τον σκοτώνει («Αν ήταν νόμιμος ό βιασμός...»),καί ή εμμονή' ενός ηλικιωμένου νά μένει προσκολλημένος στά κιτρινισμένα γράμματα πούτού έγραφε πριν άπό τριάντα χρόνια ή νεκρή πιά αγαπημένη του (« Οχι με το μαλακό » ).

Στά πολλά χρόνια πού έχω δουλέψει με καρκινοπαθείς, οι όποιοι έρχονται άντιμέτωποι με τονεπερχόμενο θάνατό τους, διαπίστωσα ότι χρησιμοποιούν δύο ιδιαίτερα ισχυρές καί κοινέςμεθόδους, γιά νά παραμερίζουν τούς φόβους τους γιά το θάνατο, δύο πίστεις -θά μπορούσεκανείς νά τις πει άκόμη καί παραληρητικές ιδέες— πού παρέχουν μιά αίσθηση άσφάλειας. Ήμιά είναι ή πίστη στην προσωπική ιδιαιτερότητα. Ή άλλη, ή πίστη σ2 έναν υπέρτατο σωτήρα.Ενώ πρόκειται ούσιαστικά γιά παραληρητικές ιδέες, εφόσον άντιπροσωπεύουν «άκλόνητεςψευδείς πεποιθήσεις »δεν χρησιμοποιώ τούς ορούς αύτούς με τήν άρνητική τους σημασία:πρόκειται γιά πανανθρώπινες πεποιθήσεις πού, σέ κάποιο επίπεδο συνειδητότητας,υπάρχουν σε ολους μας και πού παίζουν έναν ρόλο σε άρκετές άπό αύτές τις ιστορίες.

Ή ιδιαιτερότητα άφορά τήν πίστη ότι κάποιος είναι άτρωτος, άπαραβίαστος — πέρα άπ ’τούς συνηθισμένους νόμους τής ανθρώπινης βιολογίας καί μοίρας. Σε κάποια στιγμή στήζωή μας ολοι θ’άντιμετωπίσουμε μιά κρίση: μπορεί νά πρόκειται γιά μιά σοβαρή αρρώστια,γιά μιά αποτυχία στήν καριέρα μας ή γιά ένα διαζύγιο. Ή, όπως συνέβη στήν Έλβα στο «Ποτέδέν φανταζόμουνα πώς Θά συμβεί σε μένα», μπορεί νά είναι ίνα γεγονός τόσο απλό δσο ήαρπαγή μιας τσάντας, που ξαφνικά απογυμνώνει τήν κοινή μοίρα του καθενός μας καικλονίζει τήν κοινή υπόθεση ότι -η ζωή μας θα είναι πάντα μιά διαρκώς άνοδική σπείρα.

Ενώ ή πίστη στήν προσωπική ιδιαιτερότητα παρέχει μιά αίσθηση άσφάλειας εκ τών ένδον, όάλλος μείζων μηχανισμός άρνησης του θανάτου —ή πίστη σ’ έναν τελικό σωτήρα— μαςεπιτρέπει νά νιώθουμε ότι μιά εξωτερική δύναμη μας παρακολουθεί συνεχώς καί μαςπροστατεύει. Παρόλο που μπορεί νά κλονιστούμε, ν’αρρωστήσουμε, παρόλο πού μπορεί νάφτάσουμε ως τήν έσχατη όχθ'η της ζωής, είμαστε πεπεισμένοι ότι υπάρχει κάποιοςκρυμμένος παντοδύναμος υπηρέτης πού πάντα θά μας επαναφέρει.

Μαζί αυτά τά δύο συστήματα πεποιθήσεων συνιστούν μιά διαλεκτική — δύο διαμετρικάάντίθετες άπαντήσεις στήν ανθρώπινη μοίρα. Το ανθρώπινο πλάσμα είτε διατρανώνει τήναυτονομία του με ηρωική αύτεπιβολή είτε άναζητά τήν ασφάλεια μέσα απ’ τη συγχώνευσημε μιά ανώτερη δύναμη: ό άνθρωπος δηλαδή είτε άναδύεται είτε συγχωνεύεται, χωρίζει ήενώνεται. Γίνεται γονιός του εαυτού του ή παραμένει αιώνιο παιδί

Page 5: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Οι περισσότεροι άπό μας ζούμε τον περισσότερο καιρό καλά, άποφεύγοντας με αμηχανία τοβλέμμα τού θανάτου, γελώντας καί συμφωνώντας με τον Γούντυ "Άλλεν, όταν λέει: «Δένφοβάμαι το θάνατο. 'Απλώς θέλω νά λείπω όταν ερθει». Υπάρχει όμως κι άλλος τρόπος: μιάμακρά παράδοση που εφαρμόζεται στήν ψυχοθεραπεία καί ή όποια μάς μαθαίνει ότι ήπλήρης επίγνωση τού θανάτου ωριμάζει τή σοφία μας και πλουτίζει τή ζωή μας. Τάτελευταία λόγια ενός απ’τους ασθενείς μου πριν πεθάνει (« 'Αν ήταν νόμιμος ό βιασμός...»)αποδεικνύουν ότι, παρόλο πού το γεγονός —ή σωματική πραγματικότητα τού θανάτου— μαςκαταστρέφει, ή ιδέα τού θανάτου μπορεί νά μάς σώσει.

"Ενα άλλο δεδομένο τής ύπαρξης, ή ελευθερία, συνιστά ένα δί-^ λήμμα γιά μερικούςαπ’αυτούς τούς δέκα ασθενείς. Όταν η Μπέττυ, μιά παχύσαρκη ασθενής, μού ανακοίνωσεότι είχε πάθει μιά βουλιμική κρίση ακριβώς πριν έρθει νά με δει κι ότι σχεδίαζε νά επιδοθεί σεάλλη μία αμέσως μόλις θά ’φεύγε άπ ’ το γραφείο μου, προσπαθούσε νά παραιτηθεί άπ’τήνελευθερία της πείθοντάς με ν’άναλάβω εγώ τον έλεγχό της. 'Ολόκληρη ή πορεία τήςθεραπείας μιας άλλης άσθενοΰς (τής Θέλμα στον «Δήμιο τού έρωτα») περιστράφηκε γύρωάπ’το μοτίβο τής πλήρους παράδοσης σ’ έναν πρώην εραστή (καί θεραπευτή) καιάναλώθηκε στη δική μου άναζήτηση στρατηγικών, γιά νά τη βοηθήσω νά διεκδικήσει ξανά τήδύναμη καί τήν ελευθερία της.

Ή ελευθερία ως δεδομένο φαίνεται νά είναι ακριβώς ο άντίποδας τού θανάτου. Ενώ όθάνατος μάς τρομοκρατεί, θεωρούμε γενικά τήν ελευθερία ως κάτι άδιαφιλονίκητα θετικό. Ήιστορία τού δυτικού πολιτισμού δεν σημαδεύτηκε άλλωστε άπό σταθμούς πού προήλθανάπ’τήν επιθυμία γιά ελευθερία, καί δεν καθορίστηκε εντέλει άπό τήν επιθυμία αύτή; Κι όμως,άπό υπαρξιακή άποψη ή ελευθερία είναι σύμφυτη με το άγχος, γιατί, άντίθετα με τήνκαθημερινή μας εμπειρία, δηλώνει ότι ή είσοδος καί ή τελική μας έξοδος δέν γίνονται σ’ένανοργανωμένο κόσμο πού κατευθύνεται άπό ίνα αιώνιο γενικό σχέδιο. ’Ελευθερία σημαίνει ότιό κάθε άνθρωπος είναι υπεύθυνος γιά τις επιλογές, γιά τις πράξεις του καί γιά τήνκατάσταση τής ζωής του.

Παρολο πού ή λέξη υπεύθυνος μπορεί νά χρησιμοποιηθεί με ποικίλους τρόπους, προτιμώτον ορισμό τού Σάρτρ: νά είσαι υπεύθυνος σημαίνει «νά είσαι δημιουργός κάποιουπράγματος ». Σύμφωνα με τον ορισμό αύτό ό καθένας μας είναι ο δημιουργός τού σχεδίουτής δικής του ζωής. Είμαστε ελεύθεροι νά είμαστε οτιδήποτε εκτός άπό άνελεύθεροι: όΣάρτρ θά ’λεγε πώς είμαστε καταδικασμένοι στήν ελευθερία. Κάποιοι φιλόσοφοι μάλισταυποστηρίζουν άκόμα περισσότερα: ότι ή άρχιτεκτονική τού ανθρώπινου μυαλού καθιστά τονκαθέναν άπό μας υπεύθυνο ακόμα και γιά τή δομή της εξωτερικής πραγματικότητας, γιά τηνίδια τή μορφή τού χώρου και τού χρόνου. Εδώ άκριβώς, στήν ιδέα της αύτοδημιουργίας,κατοικεί το άγχος: είμαστε πλάσματα που επιθυμούμε τή δομή, και μάς τρομάζει ή ιδέα μιαςελευθερίας πο& άφήνει νά εννοηθεί πώς δέν υπάρχει τίποτα πέρα άπό μας, πώς δένπατάμε πουθενά.

Όλοι οι ψυχοθεραπευτές γνωρίζουν ότι το κρίσιμο πρώτο βήμα στήν ψυχοθεραπεία είναι ήάνάληψη ευθύνης άπ’τον θεραπευόμενο γιά τήν πορεία της ζωής του. 'Όσο ο άνθρωποςπιστεύει ότι τά προβλήματά του προέρχονται άπό κάποια δύναμη ή άπό κάποιονπαράγοντα έξω άπ’αυτόν, δέν υπάρχει κινητήριος μοχλός γιά τη θεραπεία. Αν τελικά τοπρόβλημα βρίσκεται κάπου έξω, τότε γιατί πρέπει κάνεις ν’άλλαξε ι τον εαυτό του; 'Οεξωτερικός κόσμος·(φίλοι, επάγγελμα, σύζυγος) είναι αυτός πού πρέπει ν’αλλάξει — ή ν’αντικατασταθεί. ’Έτσι 6 Ντέηβ (« Όχι με το μαλακό») πού παραπονιόταν μέ πικρία ότι ήτανεγκλωβισμένος σ’έναν γάμο-φυλακή μέ δεσμοφύλακα μιά άδιάκριτη, κτητική σύζυγο, δένμπορούσε νά προχωρήσει στή θεραπεία, ώσπου αναγνώρισε πώς ό ίδιος ήταν υπεύθυνοςγιά την κατασκευή αυτής της φυλακής.

Αφού οι ασθενείς έχουν τήν τάση ν’αντιστέκονται στήν άνάληψη ευθύνης, γιά νά μπορέσουνν’άποκτήσουν έπίγνωστ τού πώς οι ίδιοι δημιουργούν τά προβλήματά τους, χρειάζεται ο:θεραπευτές ν* άναπτύξουν ορισμένες τεχνικές. Μιά πολύ αποτελεσματική τεχνική, πού τήχρησιμοποιώ σέ πολλά άπ’αυτά τά περιστατικά, είναι ό έστιασμός της προσοχής στο εδώ

Page 6: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

και τώρα. Καθώς οι θεραπευόμενοι έχουν τήν τάση ν ’αναπαράγουν μέσα στο πλαίσιο τήςψυχοθεραπείας τά 'ίδια διαπροσωπικά προβλήματα πού τούς ταλαιπωρούν στή ζωή τουςέξω απ'αυτήν, στρέφω τήν προσοχή τους στο τι συμβαίνει αυτή τη στιγμή άνάμεσασ’εκείνους και σέ μένα καί όχι τόσο στα γεγονότα της ζωής τους στο παρελθόν ή στο παρόν.Εξετάζοντας τις λεπτό-μέρειες τής θεραπευτικής σχέσης (ή, στην ομαδική ψυχοθεραπεία, τιςσχέσεις ανάμεσα στά μέλη τής ομάδας), μπορώ νά επισημάνω επί τόπου πώς όθεραπευόμενος επηρεάζει τις αντιδράσεις τών άλλων άπέναντί του. ’Έτσι, παρόλο που 6Ντέηβ μπορούσε ν ’ άντιστέκεται στήν άνάληψη ευθύνης γιά τά συζυγικά του προβλήματα,δεν μπορούσε ν ’ άντισταθεΐ στά άμεσα δεδομένα πού παρήγε ό ίδιος στήν ομαδικήθεραπεία: ότι δηλαδή ή μυστικοπαθής, περιπαικτική καί πλάγια συμπεριφορά του ωθούσε τάυπόλοιπα μέλη τής ομάδας ν’άντιδρούν άπέναντί του όπως ή γυναίκα του στο σπίτι.

Με τον ίδιο τρόπο ή θεραπεία τής Μπέττυ («Μιά χοντρή κυρία») ήταν άναποτελεσματική,οσο εκείνη μπορούσε ν’άποδίδει τή μοναξιά της στήν επιφανειακή, τυχάρπαστηκαλιφορνέζικη κουλτούρα. Μόνο όταν τής έδειξα πώς 6 άπρόσωπος, ντροπαλός,άποστασιοποιητικός τρόπος της άναπαρήγε στήν ψυχοθεραπεία το ίδιο άπρόσωποπεριβάλλον, μπόρεσε ν’άρχίσει νά διερευνά τήν προσωπική της εί βύνη γιά τήν άπομόνωσήτης.

Ενώ ή άνάληψη εύθύνης φέρνει τον άσθενή στον προθάλαμο τής άλλαγής, δεν είναισυνώνυμη τής άλλαγης. Ή άλλαγή είναι πάντα το άληθινό ζητούμενο, οσο καί νάερωτοτροπεί ό θεραπευτής με τήν επίγνωση, με τήν άνάληψη εύθύνης καί μέ τήναυτοπραγμάτωση.

Ή ελευθερία δεν άπαιτεΐ άπό μας μόνο νά φέρουμε εύθύνη γιά τις επιλογές τής ζωής μας,άλλα εμπεριέχει καί τήν προϋπόθεση ότι, γιά νά επιτευχθεί ή άλλαγή, άπαιτεΐται μιά πράξηβούλησης. Αν καί ή βούληση ως δρος σπανίως χρησιμοποιείται ρητά άπό τούς θεραπευτές,παρ ’ όλ ’αύτά άφιερώνουμε πολλή προσπάθεια στο νά επηρεάσουμε τή βούληση τούάσθενοΰς μας. Αποσαφηνίζουμε καί ερμηνεύουμε ώρες άτελείωτες, υποθέτοντας ότι ήκατανόηση θά επιφέρει οπωσδήποτε τήν άλλαγή (πράγμα' πού άποτελεΐ μιά πράξηκαθαρής πίστης, χωρίς ξεκάθαρα επιστημονικά ερείσματα). ”Οταν χρόνια ερμηνειώνάποτύχουν νά οδηγήσουν στήν άλλαγή, τότε μπορεί ν’άρχίσουμε νά κάνουμε άμεσεςεκκλήσεις στη βούληση: «Χρειάζεται και προσπάθεια. Πρέπει να δοκιμάσεις, ξέρεις. Υπάρχειό καιρός τής σκέψης και τής ανάλυσης, άλλα υπάρχει κι ο καιρός τής δράσης». Κι ότανάποτύχει καί ή άμεση προτροπή, ο ψυχοθεραπευτής καταλήγει, όπως μαρτυρούν κι αυτές οιιστορίες, να χρησιμοποιήσει ολους τούς γνωστούς τρόπους μέ τούς οποίους ό άνθρωποςμπορεί νά επηρεάσει τον συνάνθρωπό του. ’Έτσι κι εγώ μπορεί νά συμβουλέψω, νάδιαφωνήσω, νά επαναλάβω εκατό φορές, νά καλοπιάσω, νά παρακινήσω, νά ικετέψω ήαπλώς νά κάνω υπομονή, ελπίζοντας ότι κάποτε ή νευρωτική άποψη τού άσθενούς γιά τονκόσμο, έστω και μόνο άπό κόπωση, θά καταρρεύσει.

Μέσα άπ’τη βούληση, τήν κυριότερη πηγή δράσης, εξασκούμε τήν ελευθερία μας. Πιστεύωότι ή βούληση έχει δύο φάσεις: ό άνθρωπος εκκινεί άπ ’ τήν επιθυμία κι έπειτα εκπληρώνειμε τήν άπόφαση.

Κάποιοι άνθρωποι έχουν άνεσταλμένη τήν επιθυμία τους και δέν ξέρουν ούτε τι νιώθουν ούτετι θέλουν. Χωρίς άπ όψεις, χωρίς ορμές, χωρίς κλίσεις, γίνονται παράσιτα τών επιθυμιών τωνάλλων. Αύτού τού είδους οι άνθρωποι είναι συνήθως κουραστικοί. Ή Μπέττυ ήταν βαρετήάκριβώς γιατί άκινητοποιούσε τις επιθυμίες της, κι οι άλλοι κουράζονταν νά τής παρέχουνεπιθυμία καί φαντασία.

Άλλοι άσθενείς δέν μπορούν νά πάρουν μιά άπόφαση. Παρόλο πού ξέρουν πολύ καλά τιθέλουν καί τι πρέπει νά κάνουν, δέν μπορούν νά δράσουν καί βασανίζονται βηματίζονταςπάνω-χζτίυ μπροστά στο κατώφλι τής άπόφασης. Στά «Τρία κλειστά γράμματα» ό Σώλήξερε πώς οποιοσδήποτε λογικός άνθρωπος θ’άνοιγε αύτά τά γράμματα. Κι όμως, ό φόβοςπού τού προκαλούσαν παρέλυε τή βούλησή του. Ή Θέλμα (« Ό δήμιος τού έρωτα») ήξερεπώς ή ερωτική της έμμονή άπομάκρυνε τή ζωή της άπ* τήν πραγματικότητα. ’Ήξερε ότι

Page 7: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

ζούσε τή ζωή της οχτώ χρόνια πριν — σύμφωνα μέ τά δικά της λόγια. Κι ότι για νά τήνξαναβρεί στο σήμερα θά ’πρεπε νά εγκαταλείψει τη λατρεία της γιά τον συγκεκριμένο άντρα.Άλλα αυτό δεν μπορούσε ή δεν άποφάσιζε νά το κάνει, κι άντιστεκόταν με λύσσα σ*όλεςμου τις προσπάθειες νά ένεργοποιήσω τη βούλησή της.

Οι άποφάσεις είναι δύσκολες γιά πολλούς λόγους. Κάποιοι άπ ’ αύτούς έχουν τις ρίζες τουςβαθιά μέσα στήν άφετηρία της ζωής. V Τζων Γκάρντνερ στο μυθιστόρημά του Γκρέντελάφηγεϊται τήν ιστορία ενός σοφού πού συνοψίζει τή φιλοσοφία του γιά τά μυστήρια τής ζωήςσε δύο άπλα άλλα τρομερά άξιώματα: «Τά πράγματα ξεθωριάζουν. Οι επιλογέςάποκλείουν». Γιά το πρώτο άξίωμα, το θάνατο, έχω ήδη μιλήσει. Το δεύτερο, « Οι επιλογέςάποκλείουν», είναι ένα σημαντικό κλειδί γιά νά καταλάβουμε γιατί είναι δύσκολη ή άπόφαση.Ή άπόφαση πάντα εμπεριέχει τήν παραίτηση άπό κάτι: γιά κάθε ναι πρέπει νά πεις ίνα όχι,καθώς ή κάθε άπόφαση παραμερίζει ή σκοτώνει τις άλλες επιλογές (ή λατινική ρίζα τήςάγγλικής λέξης decide σημαίνει «σκοτώνω», όπως στο homicide ή suicide,). ’Έτσι ή Θέλμαέμενε προσκολλημένη στήν Απειροελάχιστη πιθανότητα ότι ίσως νά ξαναζούσε άλλη μιάφορά τή σχέση της μέ τον έραστή της, καθώς ή παραίτηση άπ’αύτή τήν πιθανότητα σήμαινεσυρρίκνωση καί θάνατο.

Ή υπαρξιακή άπομόνωση, ίνα τρίτο δεδομένο, άναφέρεται στο άγεφύρωτο χάσμα άνάμεσαστον έαυτό καί στούς άλλους, ίνα χάσμα πού υπάρχει άκόμα κι όταν διαθέτουμε βαθιάικανοποιητικές διαπροσωπικές σχέσεις. Ό άνθρωπος είναι άπομονωμένος άπό τ’άλλα οντάκαί, στο μέτρο πού ο καθένας άπό μας άποτελεΐέναν δικό του κόσμο, άπ’τόν ίδιο τον κόσμο.Αύτού τού είδους ή άπομόνωση πρέπει νά διακρίνεται άπό δύο άλλα είδη άπομόνωσης: τήδιαπροσωπική καί τήν ένδοπροσωπική άπομόνωση.

Ό άνθρωπος βιώνει τή διαπροσωπική άπομόνωση ή μοναξιά, αν τού λείπουν οι κοινωνικέςδεξιότητες ή το είδος τής προσωπικότητας πού έπιτρέπει τις στενές κοινωνικέςάλληλεπιδράσεις. Ή ένδοπροσωπική απομόνωση προκύπτει όταν κάποια μέρη του εαυτούαποσχίζονται, όπως όταν ό άνθρωπος αποκόβει το συναίσθημα απ’τήν ανάμνηση ενόςγεγονότος. Ή πιο ακραία και πιο εντυπωσιακή μορφή σχάσης, ή πολλαπλή προσωπικότητα,είναι σχετικά σπάνια (μολονότι αναγνωρίζεται ολοένα και ευρύτερα. Όταν συμβαίνει αυτό, όψυχοθεραπευτής ενδέχεται -ιόπως μου συνέβη στή θεραπεία τής Μάρτζ («Ψυχοθεραπευτική μονογαμία»)— νά έρθει αντιμέτωπος μέ το παράδοξο δίλημμα ποιάπροσωπικότητα νά υποθάλψει.

Παρόλο που ή υπαρξιακή άπομόνωση δέν έχει λύση, οι θεραπευτές πρέπει νάάποθαρρύνουν τις ψευδολύσεις. Οι προσπάθειες του άνθρώπου νά ξεφύγει άπ’τήνάπομόνωση μπορεί νά σαμποτάρουν τις σχέσεις του μέ άλλους άνθρώπους. Πολλές φιλίεςκαι γάμοι έχουν άποτύχει, γιατί οι άνθρωποι, άντί νά σχετίζονται μέ τον άλλο και νά νοιάζονταιγι’αύτόν, τον χρησιμοποιούν σαν ασπίδα ενάντια στήν άπομόνωση.

Μιά συχνή και σθεναρή άπόπειρα νά λυθεί ή υπαρξιακή άπομόνωση, που εμφανίζεται σέαρκετές άπ’τις ιστορίες αυτές, είνάι ή συγχώνευση — ή υποχώρηση τών ορίων του άτόμου,το λιώσιμο μέσα στον άλλον. Ή δύναμη τής συγχώνευαν^ έχει καταδειχθεί σέ πειράματαΰποουδικής άντίληψης: το μήνυμα « Ή μαμά κι εγώ είμαστε ένα » εμφανιζόταν σέ μιά όθόν^τόσο γρήγορα, ώστε τά άτομα δέν μπορούσαν νά το δουν συνειδητά,, παρ’ολ'αυτά είχε ώςάποτέλεσμα ν’αναφέρουν ότι νιώθουν καλύτερα, νά αισθάνονται πιο δυνατά, πιο αισιόδοξα,ακόμα χάι ν ’ άνταποκρίνονται καλύτερα άπό άλλους άνθρώπους στή θεραπεία —μέτροποποίηση συμπεριφοράς— προβλημάτων όπως το κάπνισμα, ή παχυσαρκία ή ήδιαταραγμένη εφηβική συμπεριφορά.

Ένα άπ’τά μεγάλα παράδοξα της ζωής είναι ότι ή συνειδητή αίσθηση τού εαυτού γεννάει τοάγχος. Ή συγχώνευση εξαλείφει το άγχος μέ τρόπο ριζικό — εκμηδενίζοντας τήν αίσθησητου ξεχωριστού εαυτού. Το ερωτευμένο άτομο που εχει μπει σέ μιά μακάρια κατάστασησυγχώνευσης δέν αυτοπαρατηρειται γιατί το μοναχικό εγώ το όποιο θέτει τα ερωτήματα (καιμαζί του το συνακόλουθο άγχος τής άπομόνωσης) διαλύονται μέσα στο εμείς. Έτσι όάνθρωπος άποφεύγει το άγχος άλλα χάνει' τον εαυτό του.

Page 8: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Γι ’ αύτό άκριβώς οι ψυχοθεραπευτές δέν χαίρονται, όταν κάνουν θεραπεία μέ ερωτευμένουςάσθενεΐς. Ή ψυχοθεραπεία καί ή κατάσταση τής έρωτικής συγχώνευσης είναι ασύμβατα,γιατί ή ψυχοθεραπευτική δουλειά άπαιτεΐ μιά συνειδητή αίσθηση τού εαυτού πού θέτειέρωτήματα καί ένα άγχος πού στο τέλος θά χρησιμεύσει ώς οδηγός προς τις εσωτερικέςσυγκρούσεις.

Επιπλέον μού είναι δύσκολο, όπως καί στούς περισσότερους θεραπευτές, νά δημιουργήσωσχέση μ’έναν άσθενή πού είναι ερωτευμένος. Στήν ιστορία « Ό δήμιος τού έρωτα » ή Θέλμαδέν ήθελε, γιά παράδειγμα, νά σχετιστεί μαζί μου. Ή ενέργειά της αναλωνόταν πλήρως στήνερωτική της έμμονή. Προσοχή: ή πανίσχυρη άποκλειστική προσκόλληση σ’έναν άλλονάνθρωπο δέν είναι, όπως πολλές φορές πιστεύει ό κόσμος, απόδειξη γνήσιας άγάπης.Αύτός ό έγκυστωμένος, αποκλειστικός έρωτας —πού τρέφεται μονάχα άπ'τον εαυτό του καίδέν .προσφέρει ούτε νοιάζεται γιά τούς άλλους— είναι μοιραίο νά καταρρεύσει. Ο έρωταςδέν είναι μόνο μιά σπίθα πάθους άνάμεσα σέ δυο άνθρώπους. Υπάρχει τεράστια διαφοράάνάμεσα στο νά ερωτεύεσαι καί στο ν’ άγαπάς. Ή άγάπη είναι ένας τρόπος ύπαρξης, ένα«δόσιμο», όχι ένα «χάσιμο». Είναι ένας εύρύτερος τρόπος νά σχετίζεσαι, όχι μια πράξη πούπεριορίζεται σ’έναν καί μοναδικό άνθρωπο.

Αν και καταβάλλουμε μεγάλες προσπάθειες νά διανύσουμε τή ζωή μας σέ δυάδες ή σέομάδες, ύπάρχουν στιγμές, ιδίως όταν πλησιάζει ό θάνατος, πού ή άλήθεια —ότι γεννιόμαστεμόνοι καί πρέπει νά πεθάνουμε μόνοι— έμφανίζεται ξαφνικά μέ μιά καθαρότητα πού μάςπαγώνει. Έχω άκούσει πολλούς ετοιμοθάνατους άσθενεΐς νά παρατηρούν ότι το πιοάνυπόφορο πράγμα στο θάνατο είναι ότι πρέπει νά τον περάσεις μόνος σου. Κι όμως, άκόμακαί τή στιγμή τού θανάτου, ή έπιθυμία κάποιου άλλου νά είναι πλήρως παρών μπορεί νάδιαπεράσει τήν άπομόνωση. Όπως είπε ένας άσθενής στο « Οχι με το μαλακό», « παρόλοπού είσαι μόνος σου στή βάρκα σου, είναι πάντα ανακουφιστικό νά βλέπεις τά φώτα τώνάλλων πλοίων ν Αναβοσβήνουν κοντά σου».

Αν όμως ό θάνατος είναι αναπόφευκτος, αν όλα τά έπιτεύγματά μας, ακόμα καί ολόκληρο τοηλιακό μας σύστημα, πρόκειται μιά μέρα να γίνουν σκόνη, αν ό κόσμος είναι σχετικός(δηλαδή αν τά πάντα μπορούσαν νά ήταν κι άλλιώς), αν τά άνθρώπινα οντά πρέπει νάκατασκευάσουν τον κόσμο καί το άνθρώπινο πλάνο αυτού τού κόσμου, τότε ποιο αιώνιονόημα μπορεί νά υπάρχει στή ζωή;

Το ερώτημα αυτό βασανίζει τούς σύγχρονους άνθρώπους, άντρες καί γυναίκες, καί πολλοίστρέφονται στήν ψυχοθεραπεία γιατί νιώθουν ότι ή ζωή τους δέν έχει νόημα καί σκοπό.Είμαστε πλάσματα πού αναζητούν ένα νόημα.. Βιολογικά το νευρολογικό μας σύστημα είναιέτσι οργανωμένο, ώστε ό έγκέφαλος νά κατατάσσει αύτόματα τα εισερχόμενα ερεθίσματασέ δομές. Το νόημα παρέχει επίσης μιά αίσθηση ελέγχου: νιώθοντας άβοήθητοι καίμπερδεμένοι μπροστά σέ τυχαία, άσύνδετ.. συμβάντα, ζητάμε να τα βάλουμε σε τάξη καί,κάνοντάς το, αποκτούμε μια αίσθηση ελέγχου πάνω τους. Ακόμα πιο σημαντικό είναι ότι τονόημα γεννάει αξίες, κι αύτές έναν κώδικα συμπεριφορά:: έτσι ή απάντηση σε ερωτήματαπού αφορούν το γιατί (Γιατί ζω;) παρέχει μιά απάντηση σέ έρωτήματα πού αφορούν το πώς(Πώς ζω;).

Στις δέκα αύτές ιστορίες ψυχοθεραπείας λίγες είναι οι συζητήσεις πού γίνονται ρητά γύρωαπ’το νόημα της'ζωής. Ή αναζήτηση νοήματος, όπως και ή άναζήτηση απόλαυσης, πρέπεινα προκύπτει μέ τρόπο πλάγιο. Το νόημα ερχεται ως άποτέλεσμα κάποιας ούσιαστικήςδραστηριότητας : οσο πιό συγκεκριμένα το επιδιώκουμε, τόσο λιγότερο πιθανό είναι νά τοανακαλύψουμε. Τά λογικά ερωτήματα πού μπορεί κάνεις νά θέσει γύρω απ’το νόημα Θάείναι πάντα περισσότερα απ’τις απαντήσεις. Στήν ψυχοθεραπεία, όπως και στή ζωή, ήύπαρξη νοήματος είναι ένα παραπροϊόν τής συμμετοχής και τής δέσμευσης, καί σ’αυτόπρέπει οι θεραπευτές νά κατευθύνουν τις προσπάθειές τους — όχι ότι ή συμμετοχή παρέχειτή λογική άπάντηση σέ έρωτήματα περί νοήματος, άλλα τά κάνει νά χάνουν τήσπουδαιότητά τους.

Αυτό το υπαρξιακό δίλημμα —ή άναζήτηση νοήματος καί βεβαιότητας μέσα σ’ένα σύμπαν

Page 9: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

πού δέν διαθέτει κανένα άπό τά δύο— έχει τεράστια σημασία γιά το έπάγγελμα τουψυχοθεραπευτή. Στήν καθημερινή τους εργασία οι θεραπευτές βιώνουν σημαντικήάβεβαιότητα, αν έχουν τήν πρόθεση νά δημιουργήσουν αυθεντική σχέση μέ τους άσθενεϊςτους. Καταρχάς, όταν ό άσθενής έρχεται άντιμέτωπος με άναπάντητα έρωτήματα, εκθέτεικαί τον θεραπευτή σ’αυτά τά ίδια έρωτήματα. Κι ό θεραπευτής όμως πρέπει ν Αναγνωρίζει,όπως χρειάστηκε νά κάνω έγώ στο «Δύο χαμόγελα», ότι ή εμπειρία του άλλου είναι, τελικά,άπροσπέλαστα ιδιωτική καί άμετάφραστη.

Πράγματι, ή ικανότητα ν’άντέχεις τήν άβεβαιότητα είναι προαπαιτούμενη γιά το επάγγελμάμας. Παρόλο πού ό κόσμος ίσως πιστεύει ότι οι θεραπευτές καθοδηγούν συστηματικά καί μέσίγουρο χέρι τούς άσθενείς τους μέσα άπό προβλέψιμα στάδια τής θεραπείας προς έναν εκτών προτέρων γνωστό στόχο, αυτό σπάνια συμβαίνει: άντίθετα, όπως μαρτυρούν οι ιστορίεςαύτές, οι θεραπευτές συχνά άμφιταλαντεύονται, αυτοσχεδιάζουν καί άναζητούν στά τυφλάκάποια κατεύθυνση. Ό πανίσχυρος πειρασμός νά κατακτήσεις τή βεβαιότητα άσπαζόμενοςένα ιδεολογικό σύστημα καί μιά αυστηρή σχολή ψυχοθεραπείας είναι παραπλανητικός : μιάτέτοια πίστη μπορεί νά μπλοκάρει τήνΧ άβέβαιη καί αυθόρμητη συνεύρεση που είναιάπαραίτητη γιά τήν άποτελεσματική θεραπεία.

Ή συνεύρεση αύτή, ή άληθινή καρδιά τής ψυχοθεραπείας, είναι μιά στοργική, βαθιάανθρώπινη συνάντηση μεταξύ δύο προσώπων, πού το ένα (συνήθως ό άσθενής, αν και όχιπάντα) αντιμετωπίζει μεγαλύτερες δυσκολίες άπ'το άλλο. Οι θεραπευτές έχουν διπλό ρόλο:πρέπει και νά παρατηρούν και νά συμμετέχουν στή ζωή τών άσθενών τους. Ωςπαρατηρητής, ό θεραπευτής πρέπει νά είναι έπαρκώς άντικειμενικός γιά νά παρέχει τήναπαραίτητη βασική καθοδήγηση στον άσθενή. 'Ως συμμετέχων, μπαίνει στή ζωή τούάσθενούς, επηρεάζεται και συχνά άλλάζει ο ίδιος άπό τή συνεύρεση αύτή.

Επιλέγοντας νά μπώ πλήρως μέσα στή ζωή τού κάθε άσθενους μου, εγώ ο θεραπευτής, δενεκτίθεμαι μονο στα ιόια υπαρξιακά ζητήματα πού άπασχολούν κι εκείνον, άλλά πρέπει καινα είμαι προετοιμασμένος να τα εξετάσω με τους ΐόίους ερευνητικούς κανόνες. Πρέπει νάυποθέσω ότι το νά γνωρίζεις είναι καλύτερο άπ’τό νά μή γνωρίζεις, το νά δοκιμάζεις απ'το νάμή δοκιμάζεις. Κι ότι ή μαγεία και ή ψευδαίσθηση, οσο πλούσιες κι αν είναι, οσο δελεαστικές,τελικά αποδυναμώνουν το άνθρώπινο πνεύμα. Παίρνω πάρα πολύ σοβαρά τά λόγια τούΤόμας Χάρντι: «Αν υπάρχει οδός προς το Καλύτερο, αύτή απαιτεί μιά πλήρη θέα τούΧειρότερου».

Ό διπλός ρόλος τού θεραπευτή ως παρατηρητή και ως συμμέτοχου είναι πολύ άπαιτητικός,καί σ'αύτά τά δε κ.. περιστατικά μού γέννησε μερικά βασανιστικά ερωτήματα. Θά ’πρεπε, αςπούμε, νά περιμένω άπό έναν άσθενή, πού μού ζητούμε νά τού φυλάξω τά ερωτικά τουγράμματα, νά επιλύσει προβλήματα τά όποια εγώ απέφυγα νά επιλύσω στή ζωή μου; 'Ητανδυνατό νά τον βοηθήσω νά προχωρήσει πιο πέρα άπό εκεί πού έφτασα εγώ; Θά ’πρεπε νάθέσω δύσκολα υπαρξιακά ερωτήματα σ’έναν άνθρωπο πού πέθαινε, σε μιά χήρα, σέ μιάμητέρα πού πενθούσε καί σ’έναν αγχωμένο συνταξιούχο πού εβλεπε όνειρα γιά τοπέρασμα στον άλλο κόσμο — έρωτήματα για τα όποια δέν έχω απαντήσεις; Θά ’πρεπεν’αποκαλύψω τήν αδυναμία μου καί. τούς περιορισμούς μου σε μιά άσθενή, τής οποίαςέβρισκα τόσο γοητευτική τήν άλλη, τήν εναλλακτική προσωπικότητα; Ήταν άραγε δυνατόν νάδημιουργήσω μιά ειλικρινή καί στοργική σχέση μέ μιά _χοντρή κυρία πού ή εμφάνισή της μέάπωθοΰσε; Θά ’πρεπε, άνεμίζοντας το λάβαρο τής διαφώτισης, ν ’ άφαιρέσω τήν έρωτικήψευδαίσθηση μιας ηλικιωμένης γυναίκας πού ήταν μέν παράλογη άλλά τήν έτρεφε και τήνπαρηγορούσε; Ή νά έπιβάλω έντονα τή δική μου θέληση σ’έναν άνθρωπο πού, όνταςάνίκανος νά πράξει πρός το συμφέρον του, άφηνόταν νά τον τρομοκρατούν τρία κλειστάγράμματα;

Παρόλο πού αυτές οι δέκα ιστορίες ψυχοθεραπείας είναι γεμάτες άπό τις λέξεις ασθενής καίθεραπευτής, μήν άφήνετε τούς ορούς αυτούς νά σάς παραπλανήσουν: είναι ιστορίεςκαθημερινών άνδρών, καθημερινών γυναικών. Ό ρόλος τού άσθενούς μας άφορά όλους. Ήχρήση αύτής τής ταμπέλας είναι πολύ αύθαίρετη καί συχνά έξαρτάται περισσότερο άπόπολιτισμικούς, εκπαιδευτικούς καί οικονομικούς παράγοντες παρά άπό τή σοβαρότητα τής

Page 10: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

παθολογίας. Αφού οιί θεραπευτές πρέπει νά έρθουν κι έκείνοι, όπως οι άσθενείς τους, αντιμέτωποι μ’αύτά τά δεδομένα τής ύπαρξης, ή επαγγελματική στάση τήςάμέτοχης άντικειμενικότητας, πού είναι τόσο άπαραίτητη στήν έπιστημονική μέθοδο, έδώείναι άκατάλληλη. Εμείς οι ψυχοθεραπευτές δέν μπορούμε νά κουνάμε το κεφάλι μας μεσυμπόνια καί νά προτρέπουμε τούς άσθενείς μας νά παλέψουν άποφασιστικά μέ τάπροβλήματά τους. Δέν μπορούμε νά τούς λέμε εσείς καί τά προβλήματά σας.15'Αντίθετα,πρέπει νά μιλάμε γιά μάς καί τά προβλήματά μας,'γιατί ή ζωή μας, ή ύπαρξή μας, θά είναιπάντα στενά συνδεδεμένη μέ το θάνατο, ό έρωτας μέ τήν άπώλεια, ή έλευθερία μέ το φόβοκαί το μεγάλωμα μέ τον άποχωρισμό.

Είμαστε ολοι μαζί σ αυτό.

-Ο ΔΗΜΙΟΣ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ

"Ολα τα ονόματα, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστά καί άλλες λεπτομέρειες του κλινικού υλικού πούπεριέχεται σ’ αυτό το βιβλίο έχουν αλλοιωθεί

1

Για μια λεπτομερή διαπραγμάτευση αυτής τής υπαρξιακής οπτικής και

2

valued ideas) ταιριάζει καλύτερα σε τέτοιου είδους πεποιθήσεις. ( Σ.τ.μ.)

Page 11: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

0 δήμιος του έρωτα

ΔΕΝ Μ ΑΡΕΣΕΙ ΝΑ ΔΟΥΛΕβΩ ΜΕ ΕΡΩΤΕΥΜΕΝΟΥΣ. Ίσως γιατί τούς ζηλεύω —κι εγώ ο ίδιος-λαχταράω να μαγευτώ. ’Ίσως πάλι γιατί ό έρωτας καί ήψυχοθεραπεία είναι μεταξύ τους ασύμβατα. Ό κάλος θεραπευτής πολεμάει τοσκοτάδι καί ζητάει το φως, ενώ ό έρωτας συντηρείται άπδ το μυστήριο καίκαταρρέει μόλις αρχίσεις να τον εξετάζεις σχολαστικά. Κι εγώ σιχαίνομαι ναγίνομαι ό δήμιος του έρωτα.

Κι όμως, παρόλο πού ή Θέλμα, στά πρώτα κιόλας λεπτά τής εναρκτήριας συνάντησής μας,μου είπε ξεκάθαρα ότι ήταν τραγικά καί χωρίς ανταπόκριση έρωτευμένη, δέν δίστασα ούτεμιά στιγμή νά τή δεχτώ γιά θεραπεία. Όλα όσα έβλεπα μέ τήν πρώτη ματιά —τορυτιδιασμένο έβδομηντάχρονο πρόσωπο μέ το γεροντίστικο τρέμουλο στο σαγόνι, τάαδυνατισμένα, όξυζεναρισμένα, αφρόντιστα μαλλιά, τά αποσκελετωμένα χέρια μέ τιςγαλάζιες φλέβες— μου έλεγαν ότι πρέπει νά έκανε λάθος, ότι δέν μπορεί νά ήτανέρωτευμένη. Πώς θά μπορούσε ποτέ ό έρωτας νά διάλεξε νά κυριέψει αύτό το γέρικο,εύθραυστο καί ασταθές κορμί, ή νά έγκατασταθεΐ μέσα σ’αύτή τήν άμορφη συνθετική φόρμαγυμναστικής;

Άλλωστε που ήταν ή αύρα τής έρωτικής εύτυχίας; Το γεγονός ότι ή Θέλμα υπέφερε δέν μέεξέπληξε, ό πόνος διατρέχει πάντα τον έρωτα. Ό δικός της έρωτας όμως βρισκόταντερατωδώς έκτος ισορροπίας — δέν περιείχε καμιά απόλαυση, ή ζωή της ήταν σκέτομαρτύριο.

’Έτσι συμφώνησα νά τήν παρακολουθώ σε θεραπεία, γιατί ήμουνα βέβαιος ότι υπέφερε όχιάπό έρωτα, άλλα από κάποια σπάνια παραλλαγή πού τήν είχε λανθασμένα θεωρήσειέρωτα.

’Όχι μόνο πίστευα πώς μπορούσα να τή βοηθήσω, άλλα μέ προκαλούσε καί ή ιδέα ότι αυτόςό κάλπικος έρωτας μπορούσε να γίνει ένας φάρος πού θα φώτιζε λίγο άπό το βαθύμυστήριο τής άληθινής άγάπης.

Ή Θέλμα ήταν άπόμακρη καί σφιγμένη στήν πρώτη μας συνάντηση. Δέν άνταπέδωσε τοχαμόγελό μου, όταν τή χαιρέτησα στήν άναμονή, καί στή διαδρομή πρός το γραφείοπερπατούσε δυο βήματα περίπου πίσω μου. Μό^ις μπήκαμε, δέν επιθεώρησε το χώρο,κάθισε άμέσως. ’Έπειτα, χωρίς να περιμένει κανένα σχόλιο άπό μένα καί χωρίς ναξεκουμπώσει το βαρύ μπουφάν πού φορούσε πάνω άπ’τή φόρμα της, πήρε μιά κοφτή βαθιάάνάσα καί άρχισε :

« Πριν άπό οχτώ χρόνια είχα μιά ερωτική σχέση με τον θεραπευτή μου. Από τότε δέν έχειβγει καθόλου άπ’ το μυαλό μου. Μιά φορά παραλίγο νά πεθάνω καί πιστεύω ότι τήν επόμενηφορά θά το καταφέρω. Είσαστε ή τελευταία μου έλπίδα».

Ακούω πάντα πολύ προσεκτικά τις πρώτες δηλώσεις πού κάνουν οι άσθενείς. Είναι συχνάάλλόκοτα άποκαλυπτικές καί προδιαγράφουν το είδος τής σχέσης πού θά μπορέσων’άναπτύξω μαζί τους. Οι λέξεις σού επιτρέπουν νά διασταυρωθείς με τή ζωή τού άλλου,άλλά ό τόνος τής φωνής τής Θέλμα δέν περιείχε καμιά πρόσκληση νά τήν πλησιάσω.

Συνέχισε : « Αν δυσκολεύεστε νά μέ πιστέψετε, θά σάς βοηθήσουν αύτές ».

’Έχωσε το χέρι της σέ μιά ξεθωριασμένη κόκκινη πλεχτή τσάντα καί μού έδωσε δυο παλιέςφωτογραφίες. Ή πρώτη έδειχνε μιά πολύ όμορφη νεαρή χορεύτρια μέ μιά στενή μαύρη μάγια.Εντυπωσιάστηκα: κοιτάζοντας το πρόσωπο τής χορεύτριας άναγνώρισα τά μεγάλα μάτιατής Θέλμα νά μέ παρατηρούν μέσα άπ’τήν άπόσταση άρκετών δεκαετιών.

Page 12: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

«Αύτήν έδώ», μέ πληροφόρησε ή Θέλμα, όταν μέ είδε νά παίρνω τή δεύτερη φωτογραφία,πού έδειχνε μιά ωραία άλλά ψυχρή γυναίκα γύρω στά εξήντα, « τήν έβγαλα περίπου πρινάπό οχτώ χρόνια. "Οπως βλέπετε» —είπε καί πέρασε τα δάχτυλά της μέσα απ’τααχτένιστα μαλλιά της—, «έχω πάψει να φροντίζω τήν εμφάνισή μου ».

Παρόλο πού δυσκολευόμουνα να φανταστώ αύτή τήν ταλαιπωρημένη ήλικιωμένη γυναίκανα έχει ερωτική σχέση με τον θεραπευτή της, δέν τής είπα πώς δέν τήν πίστευα. Γιά τήνακρίβεια δέν τής είπα τίποτε άπολύτως. Προσπάθησα να διατηρήσω πλήρηαντικειμενικότητα, αλλά πρέπει νά πρόσεξε κάποια ένδειξη δυσπιστίας, κάποιο μικρό ίχνος,ίσως μιά απειροελάχιστη διαστολή τών ματιών μου. ’Αποφάσισα νά μή σταθώ στή μομφήτης ότι δυσπιστούσα. Δέν ήταν ώρα γιά ιπποτισμούς. Άλλωστε πράγματι υπήρχε κάτιπαράταιρο στήν ιδέα μιας κακοβαλμένης ερωτοχτυπημένης έβδομηντάχρονης. Κι ή ίδια τοκαταλάβαινε, κι εγώ το καταλάβαινα — καί το ήξερε.

Σύντομα έμαθα πώς τήν τελευταία εικοσαετία είχε μιά χρόνια κατάθλιψη καί βρισκότανσχεδόν συνεχώς σέ ψυχιατρική παρακολούθηση. Το μεγαλύτερο μέρος τής ψυχοθεραπείαςτης είχε γίνει στή δημοτική ψυχιατρική κλινική, οπού τήν είχαν δει μιά σειρά άπόεκπαιδευόμενους.

Περίπου πριν άπό έντεκα χρόνια ξεκίνησε ψυχοθεραπεία μέ τον Μάθιου, έναν νεαρό καίωραίο άσκούμενο ψυχολόγο. Γιά οχτώ μήνες τον έβλεπε στήν κλινική, μιά φορά τήνεβδομάδα, καί συνέχισε νά τον βλέπει γιά άλλον ένα χρόνο στο ιδιωτικό του γραφείο. Τήνεπόμενη χρονιά,'όταν τον προσέλαβαν σ*ένα κρατικό νοσοκομείο, ό Μάθιου άναγκάστηκε νάτερματίσει τις ψυχοθεραπείες όλων τών άσθενών πού έβλεπε ιδιωτικά.

Ή Θέλμα τον άποχαιρέτησε μέ πολλή θλίψη. Ήταν ό καλύτερος θεραπευτής πού είχε ποτέ,με μεγάλη διαφορά άπ’τούς υπόλοιπους, τον είχε συμπαθήσει πολύ, πάρα πολύ, και γιάκείνους τούς είκοσι μήνες ή Θέλμα δέν έκανε τίποτ’ άλλο μέσα στη βδομάδα άπ’τό νάπεριμένει τήν ώρα τής ψυχοθεραπείας μαζί του. Ποτέ πριν δέν είχε υπάρξει άπόλυτα ανοιχτήμε κανέναν.

Ποτέ πριν κανένας θεραπευτής της δέν είχε υπάρξει τόσο ευσυνείδητα ειλικρινής, άμεσοςκαι γλυκός μαζί της.

Ή Θέλμα έπλεκε γιά άρκετά λεπτά το εγκώμιο του Μάθιου. « Είχε μέσα του τόση στοργή,τόση άγάπη. Είχα άλλους θεραπευτές πού προσπαθούσαν νά είναι ζεστοί, νά σε κάνουν νάνιώσεις άνετα, άλλά ό Μάθιου ήταν διαφορετικός. Αύτός νοιαζόταν αληθινά, με άποδεχότανάληθινά. Ό,τι και νά’κανα, οσο φριχτές σκέψεις καί νά μού έρχονταν, ήξερα ότι θά τιςάποδεχόταν καί ότι πάλι θά με —πώς το λέμε;— θά με επιβεβαίωνε — όχι, θά με επικύρωνε.Με βοηθούσε με τον συνηθισμένο τρόπο των θεραπευτών, άλλά έκανε πολύ περισσότεραάπ’ τούς άλλους ».

« Γιά παράδειγμα; »

« Με εισήγαγε στήν πνευματική, θρησκευτική διάσταση της ζωής. Μού δίδαξε νά νοιάζομαιγιά όλα τά ζωντανά πλάσματα. Μού δίδαξε νά σκέφτομαι τούς λόγους γιά τούς οποίους έχωέρθει σ’αύτή τή γή. Αλλά δέν πετούσε στά σύννεφα. Ήταν έκεΐ, μαζί μου ».

Ή Θέλμα βρισκόταν σε μεγάλη ένταση — έκοβε στή μέση τις λέξεις της καί καθώς μιλούσεέδειχνε κάτω τή γη καί πάνω τά σύννεφα. ’Έβλεπα πόσο τής άρεσε νά μιλάει γιά τον Μάθιου.« Μ’ένθουσίαζε ό τρόπος πού τσακωνόταν μαζί μου. Δέν άφηνε τίποτα νά πέσει κάτω. Μούχτυπούσε πάντα τις κωλοσυνήθειές μου ».

Αυτή ή φράση με ξάφνιασε. Δέν ταίριαζε μέ τήν υπόλοιπη παρουσίαση. Κι όμως, είχεδιαλέξει τόσο άποφασιστικά τά λόγια της πού υπέθεσα πώς μάλλον ήταν λόγια τού Μάθιου,ίσως ένα παράδειγμα τής εξαιρετικής τεχνικής του! Τά άρνητικά συναισθήματά μου γι’αύτόν

Page 13: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

άναπτύσσονταν ταχύτατα, άλλά τά κρατούσα γιά τον εαυτό μου. Τά λόγια τής Θέλμα μούέλεγαν ξεκάθαρα πώς δέν θά έβλεπε με καθόλου καλό μάτι οποιαδήποτε κριτική γιά τονάγαπημένο της.

Μετά τον Μάθιου ή Θέλμα ξεκίνησε θεραπεία με άλλους θεραπευτές, άλλά κανείς ποτέ δέντήν πλησίασε ούτε τή βοήθησε νά βρε! άξια στή ζωή της όπως εκείνος.

Φανταστείτε λοιπόν πόσο χάρηκε όταν, ένα χρόνο μετά τήν τελευταία τους συνεδρία, τονσυνάντησε τυχαία, άργά ένα Σάββατο απόγευμα, στή Γιούνιον Σκουαίρ στο Σάν Φρανσίσκο.Κουβέντιασαν καί, γιά ν’ αποφύγουν τή δίνη των άγοραστών, πήγαν γιά καφέ"στο ξενοδοχείοΣάιντ Φράνσις. Ήταν τόσο πολλά αυτά πού είχαν νά πουν καί τόσα αύτά πού ήθελε νάμάθει ό Μάθιου γιά τή χρονιά πού πέρασε ή Θέλμα, πού ή ώρα του καφέ παρατάθηκε ως τήνώρα του φαγητού, καί πέρασαν άπέναντι στου « Σκόμα », στο Φίσερμαν’ς Γουώρφ, γιά νάφάνε καβούρι τσιοπίνο.

Όλα έμοιαζαν ξαφνικά τόσο φυσικά, σάν νά είχαν οι δυο τους ξαναμοιραστεί αμέτρητατέτοια γεύματα. Στήν πραγματικότητα, ως τότε είχαν μιά αυστηρά έπαγγελματική σχέση πούμέ κανέναν τρόπο δέν είχε ’ξεπεράσει το τυπικό σύνορο μεταξύ θεραπευτή καίθεραπευόμενου. Είχαν μάθει νά γνωρίζουν ό ένας τον άλλον σέ εβδομαδιαίες συνέχειεςακριβώς,, πενήντα λεπτών, ούτε περισσότερο ούτε λιγότερο.

Εκείνο το βράδυ όμως, γιά λόγους πού ή Θέλμα δέν μπορεί άκόμα και τώρα νά καταλάβει,έχασαν κάθε έννοια καθημερινής πραγματικότητας. Κανείς δέν κοίταξε τήν ώρα.Συμμάχησαν σιωπηρά, ύποκρινόμενοι πώς το νά κάνουν μιά προσωπική συζήτηση ή νάπίνουν καφέ ή νά τρώνε μαζί δέν είχε τίποτα τό ασυνήθιστο. Τής Θέλμα τής φαινότανφυσικό νά του ταχτοποιεί το γιακά τού πουκαμίσου του, νά βουρτσίζει μέ το χέρι τη; το χνούδιάπ’ το μπουφάν του, ν’άκουμπάει στο μπράτσο του, καθώς ανηφόριζαν στο Νόμπ Χίλλ.’Έμοιαζε φυσικό γιά τον Μάθιου νά περιγράφει τή νέα του « φωλιά » στο Χαιητ, καί γιά τήΘέλμα άκόμα πιο φυσικό νά λέει πώς ήθελε πάρα πολύ να τή δει. Γέλασαν, όταν έκείνη είπεότι ό άντρας της έλειπε: ο Χάρρυ, μέλος τού Διοικητικού Συμβουλίου των ΑμερικανώνΠροσκόπων, μιλούσε σχεδόν κάθε βράδυ σέ συγκεντρώσεις προσκόπων σέ κάποιο μέροςτής Αμερικής. Τον Μάθιου τον διασκέδαζε πού τίποτα δέν είχε αλλάξει. Δέν χρειαζόταν νατου εξηγήσει τίποτα — γνώριζε τα πάντα γιά κείνην.

« Δέν θυμάμαι και πολλά απ’ τήν υπόλοιπη βραδιά », συνέχισε ή Θέλμα, « πώς έγινε ό,τιέγινε, ποιος άγγιξε πρώτος ποιόν, πώς βρεθήκαμε στο κρεβάτι. Δέν πήραμε αποφάσεις, όλασυνέβησαν χωρίς προσπάθεια καί πολύ αυθόρμητα. Αυτό πού θυμάμαι πολύ ξεκάθαραείναι ότι, έτσι όπως ήμουνα ξαπλωμένη στήν αγκαλιά του, ήταν σάν νά ταξίδευα — ήταν μιάάπό τις ωραιότερες στιγμές τής ζωής μου ».

« Πές μου τί έγινε μετά ».

«Οι επόμενες είκοσιεφτά μέρες, άπό τις 19 Ιουνίου ως τις 16 ’Ιουλίου, ήταν μαγικές.Μιλούσαμε στο τηλέφωνο πολλές φορές τήν ήμέρα καί ειδωθήκαμε άλλες δεκατέσσεριςφορές. Εγώ πετούσα, χόρευα, ήμουνα στον έβδομο ούρανό ».

Ή φωνή της είχε τώρα μιά εύθυμία, κι ή Θέλμα κουνούσε το κεφάλι στο ρυθμό τής μελωδίαςεκείνου τού καιρού, πριν άπό οχτώ χρόνια. Τά μάτια της ήταν σχεδόν κλειστά καί δοκίμαζαντήν υπομονή μου. Δέν μ’άρέσει νά νιώθω άόρατος.

« Ήταν ή καλύτερη περίοδος τής ζωής μου. Ποτέ πριν ούτε μετά δέν ξαναήμουνα τόσοεύτυχισμένη. Κι αύτά πού άκολούθησαν δέν πρόκειται ποτέ νά σβήσουν όσα μού έδωσετότε ».

« Τι συνέβη άπό τότε ; »

« Ή τελευταία φορά πού τον είδα ήταν στις δωδεκάμισι το μεσημέρι τής 16ης Ιουλίου. Γιά δυο

Page 14: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

μέρες δέν είχα μπορέσει νά τον βρώ στο τηλέφωνο, κι έτσι πετάχτηκα χωρίς νά τονειδοποιήσω στο γραφείο του. ’Έτρωγε ένα σάντουιτς καί τού έμεναν είκοσι λεπτά μέχρι νάξεκινήσει μιά όμαδική συνεδρία. Τον ρώτησα γιατί δέν άπάντησε στά τηλεφωνήματά μου καίείπε απλά: “Δέν είναι σωστό, το ξέρουμε κι οι δύό μας”». Ή Θέλμα σταμάτησε κι άρχισε νάκλαίει σιωπηλά.

Νωρίς ανακάλυψε πώς δέν ήταν σωστό, σκέφτηκα. « Μπορείς νά συνεχίσεις;»

« “ Κι αν σου τηλεφωνήσω του χρόνου ή σε πέντε χρόνια; ” τον ρώτησα. “ Θα θελήσεις να μεδεις; Μπορούμε να ξανακάνουμε έναν περίπατο στή γέφυρα Γκόλντεν Γκέητ; Θα μ’αφήσειςνά σε ξαναγκαλιάσω; ” Απάντησε στις ερωτήσεις μου πιάνοντάς μου το χέρι, τραβώντας μεστά γόνατά του καί αγκαλιάζοντάς με σφιχτά γιά μερικά λεπτά.

»Άπό τότε του έχω τηλεφωνήσει αμέτρητες φορές κι έχω αφήσει αμέτρητα μηνύματα στοντηλεφωνητή του. Στήν αρχή απαντούσε σε κάποια, αλλά έπειτα σταμάτησα έντελώς νά έχωνέα του. ’Έκοψε κάθε επικοινωνία μαζί μου. ’Απόλυτη σιωπή ».

Ή Θέλμα γύρισε αλλού το βλέμμα καί κοίταξε έξω απ’το παράθυρο. Ή ευθυμία είχεεξαφανιστεί άπ’τή φωνή της. Μιλούσε πιο αποφασιστικά, μ’ έναν πικρό δυστυχισμένο τόνο,αλλά δέν έκλαιγε πιά. Σκέφτηκα πώς τώρα βρισκόταν πιο κοντά στο νά σκιστεί στά δυο ή νάγίνει κομμάτια παρά νά κλάψει.

« Δέν κατάλαβα ποτέ γιατί— γιατί τελειώσαμε, έτσι απότομα. Μιά απ’τις τελευταίες φορέςπού μιλήσαμε, μού είπε ότι πρέπει νά έπιστρέψουμε στήν αληθινή μας ζωή, κι έπειταπρόσθεσε πώς είχε μιά καινούργια σχέση ». ’Από μέσα μου εγώ υπέθεσα πώς τοκαινούργιο πρόσωπο στή ζωή τού Μάθιου ήταν κάποια άλλη ασθενής.

Ή Θέλμα δέν ήταν σίγουρη αν ή καινούργια σχέση του ήταν με άντρα ή μέ γυναίκα.Υποπτευόταν πώς ό Μάθιου ήταν γκέυ : ’Έμενε σε μιά άπό τις γκέυ γειτονιές τού ΣάνΦρανσίσκο κι ήταν πολύ όμορφος, όπως είναι πολλοί ομοφυλόφιλοι, με το καλοχτενισμέναμουστάκι του, το αγορίστικο πρόσωπο κι ένα σώμα ταν τον Ερμή τού Πραξιτέλη. Τοενδεχόμενο αύτό τής πέρασε απ' το νού μερικά χρόνια αργότερα όταν, τριγυρίζοντας λίγοέξω άπ’ τήν πόλη και κοιτάζοντας τά αξιοθέατα, έτυχε νά μπει σ’ένα γκέυ μπάρ τής οδούΚάστρο, οπού ξαφνικά είδε δεκαπέντε Μάθιου νά κάθονται στήν μπάρα δεκαπέντε λεπτούς,έλκυστικούς νεαρούς με φροντισμένο μουστάκι.

"Οταν ο Μάθιου τήν έκανε πέρα τόσο απότομα, ή θέλμα διαλύθηκε. Δέν άντεχε να μήν ξέρειγιατί. Τον σκεφτόταν συνεχώς, δέν περνούσε ούτε μιά ώρα χωρίς νά έχει μιά παρατεταμένηφαντασίωση γύρω άπ’αύτόν. Το γιατί τής έγινε έμμονη* ιδέα. Γιατί τήν απέρριψε καί τήνπαράτησε; Γιατί έκείνη τή στιγμή; Γ ιατί δέν ήθελε νά τή δει ούτε κάν νά τής μιλήσει στοτηλέφωνο;

Αφού άπέτυχαν όλες της οι προσπάθειες νά έρθει σ’έπαφή μαζί του, έπεσε σέ βαθιάαπελπισία. ’Έμενε όλη τήν ήμέρα στο σπίτι καί κοίταζε έξω απ’το παράθυρο. Δέν μπορούσενά κοιμηθεί. Οι κινήσεις καί ή ομιλία της έγιναν πιο αργές. Δέν τήν ένθουσίαζε πιά καμιάδραστηριότητα. Σταμάτησε νά τρώει, καί σύντομα ή κατάθλιψή της είχε φτάσει σε σημείοπού δέν μπορούσε νά βοηθηθεί άπό τήν ψυχοθεραπεία ή άπό μιά αντικαταθλιπτικήφαρμακευτική αγωγή. Πηγαίνοντας νά δει τρεις διαφορετικούς γιατρούς γιά τήν άυπνία τηςκαί παίρνοντας απ’ τον καθένα τους μιά συνταγή γιά υπνωτικό φάρμακο, συγκέντρωσεσύντομα μιά θανατηφόρα ποσότητα. Ακριβώς έξι μήνες μετά τήν τυχαία συνάντησή της μέτον Μάθιου στή Γ ιούνιον Σκουαίρ, άφησε ένα άποχαιρετιστήριο σημείωμα στον άντρα της,τον Χάρρυ, πού έλειπε ολόκληρη τήν εβδομάδα άπ’τήν πόλη, περίμενε ώσπου νά τής κάνειτο καθιερωμένο του τηλεφώνημα γιά καληνύχτα άπό τήν Ανατολική Ακτή, έπειτα κατέβασετο άκουστικό, πήρε όλα τά χάπια καί ξάπλωσε.

Ό Χάρρυ, πού δέν μπορούσε νά κοιμηθεί έκείνη τή νύχτα, τής ξανατηλεφώνησε καίανησύχησε άκούγοντας συνεχώς το τηλέφωνο κατειλημμένο. Τηλεφώνησε στούς γείτονες,

Page 15: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

πού άρχισαν μάταια νά χτυπούν τήν πόρτα καί τά παράθυρά της. Αύτοί κάλεσαν σέ λίγο τήνάστυνομία, πού έσπασε τήν πόρτα καί τή βρήκε μισοπεθαμένη.

Ή ζωή της σώθηκε μόνο χάρη στις ήρωικές προσπάθειες των γιατρών. Το πρώτοτηλεφώνημα πού έκανε, μόλις ξαναβρήκε τις αισθήσεις της, ήταν στον τηλεφωνητή τούΜάθιου. Τον διαβεβαίωσε ότι θά κρατούσε το μυστικό τους καί τον πα-ρακαλοΰσε να τήνεπισκεφτεί στο νοσοκομείο. Ό Μάθιου πήγε άλλα κάθισε μόνο δεκαπέντε λεπτά, κι όπωςείπε ή Θέλμα, -ή παρουσία του ήταν χειρότερη απ’τη σιωπή του: απέφυγε όλες τις νύξειςπού έκανε έκείνη στις εικοσιεφτά μέρες του έρωτά τους καί παρέμεινε επίμονα τυπικός κιεπαγγελματικός. Μόνο μιά στιγμή βγήκε έξω άπ’ το ρόλο του: όταν ή Θέλμα τον ρώτησεπώς" πήγαινε ή σχέση με το καινούργιο πρόσωπο στή ζωή του, 6 Μάθιου άπάντησεεριστικά: « Αυτό δέν χρειάζεται νά το ξέρεις ! »

« Κι αυτό ήταν ! » Ή Θέλμα γύρισε γιά πρώτη φορά το κεφάλι της προς εμένα καί είπε μέ μιάπαραιτημένη, κουρασμένη φωνή: «Δέν τον έχω ξαναδεί άπό τότε. Του άφήνω μηνύματα σέκάποιες σημαντικές ήμερομηνίες : στά γενέθλιά του, στις 19 Ιουνίου (το πρώτο μαςραντεβού), στις 17 ’Ιουλίου (το τελευταίο μας ραντεβού), τά Χριστούγεννα καί τήνΠρωτοχρονιά. Κάθε φορά πού άλλάζω θεραπευτή, τον παίρνω νά τον ενημερώσω. Δέν μουάπαντάει ποτέ.

»’Οχτώ χρόνια δέν έχω σταματήσει νά τον σκέφτομαι. Στις εφτά το πρωί αναρωτιέμαι ανξύπνησε, καί στις οχτώ τον φαντάζομαι νά τρώει το κουάκερ του. Τρελαίνεται γιά κουάκερ —μεγάλωσε σ’ένα άγρόκτημα στή Νεμπράσκα. Κοιτάζω γύρω μου μήπως τον δω, ότανπερπατάω στο δρόμο. Συχνά μού φαίνεται ότι τον βλέπω καί τρέχω νά χαιρετήσω έναν ξένο.Τον βλέπω στον ύπνο μου. Ξαναζώ στο νου μου κάθε συνάντησή μάς μέσα σε κείνες τιςεικοσιεφτά μέρες. Γιά τήν άκρίβεια, το μεγαλύτερο, μέρος τής ζωής μου το περνάω χωμένημέσα σ’αυτέ; τις ονειροπολήσεις — σπάνια παρατηρώ τί συμβαίνει στο παρόν. Ζώ τή ζωήμου οχτώ χρόνια πριν ».

Ζω τή ζωή μου οχτώ χρόνια πριν — εντυπωσιακή φράση. Τήν άποθήκευσα γιά μελλοντικήχρήση.

« Πές μου γιά τήν ψυχοθεραπεία πού έκανες τά τελευταία οχτώ χρόνια — άπό τήν άπόπειρααυτοκτονίας σου καί μετά ».

« "Ολο αυτό το διάστημα δέν βρέθηκα ποτέ χωρίς θεραπευτή. Μου έδιναν ένα σωρόαντικαταθλιπτικά πού δέν μού έκαναν καί πολλά, πέρα άπ’τό νά μέ βοηθάνε νά κοιμηθώ."Οσο γιά ψυχοθεραπεία, δέν έγιναν καί σπουδαία πράγματα. Οι θεραπείες μέ το λόγο δέν μέβοήθησαν ποτέ. Θά μπορούσατε νά πείτε βέβαια πώς δέν έδινα καί μεγάλα περιθώρια στήνψυχοθεραπεία, αφού είχα πάρει τήν άπόφαση νά προστατέψω τον Μάθιου καί νά μήν τοναναφέρω, ούτε αύτον ούτε τή σχέση μας, σέ κανέναν άλλον θεραπευτή ». '·*

«Εννοείς ότι σέ οχτώ ολόκληρα χρόνια ψυχοθεραπείας δέν έχεις μιλήσει ποτέ γιά τονΜάθιου; »

Κακή τεχνική! Λάθος άρχάριου — άλλά δέν μπορούσα νά καταπνίξω το ξάφνιασμά μου. Μιάσκηνή πού είχα νά τή σκεφτώ πολλές δεκαετίες μού ήρθε στο νού : παρακολουθούσα έναμάθημα στήν ιατρική σχολή, γιά το πώς πρέπει νά κάνεις ψυχιατρική συνέντευξη στούςάσθενείς. "Ενας άλλος φοιτητής — πού δέν είχε κακή πρόθεση άλλά ήταν φωνακλάς καίάναίσθητος (άργότερα, εύτυχώς, έγινε ορθοπεδικός)— είχε έπιλεγει νά κάνει τή συνέντευξημπροστά σ’έμάς, τούς συμφοιτητές του, καί έπιχειρούσε νά χρησιμοποιήσει τήν τεχνική τούΡότζερς, νά διευκολύνεις τον άσθενή νά προχωρήσει παρακάτω έπαναλαμβάνοντας τάλόγια του, συνήθως τήν τελευταία λέξη τής κάθε φράσης του. Ό άσθενής, πού άπαριθμούσεδιάφορα φριχτά κατορθώματα τού τυραννικού του πατέρα, κατέληξε σχολιάζοντας : « Καίτρώει καί ώμο μπιφτέκι! » Ό φοιτητής πού έκανε τή συνέντευξη κι είχε πασχίσει μέ νύχια καίμέ δόντια νά διατηρήσει τήν ούδετερότητά του, δέν μπόρεσε πιά νά συγκρατήσει τονάποτροπιασμό του καί ούρλιαξε: «’Ωμό μπιφτέκι;» Τήν υπόλοιπη χρονιά ή φράση « ωμό

Page 16: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

μπιφτέκι» ψιθυριζόταν συχνά σέ διάφορα μαθήματα καί δέν υπήρχε περίπτωση νά μήνοδηγήσει τήν τάξη σε έκρήξεις γέλιου.

Κράτησα φυσικά τήν ονειροπόλησή μου γιά τον εαυτό μου. « Σήμερα όμως, πήρες τήνάπόφαση νά έρθεις νά μέ δεις καί νά είσαι ειλικρινής γιά σένα. Μίλησέ μου γι’ αύτήν τήνάπόφαση ».

« Σάς ελεγξα. Τηλεφώνησα σε πέντε πρώην θεραπευτές μου και τούς είπα ότι θά έδινα μίακαί μόνη άλλη ευκαιρία στήν ψυχοθεραπεία. Τούς ρώτησα σε ποιόν νά πάω. Το όνομά σαςήταν σε τέσσερις άπό τις πέντε λίστες πού μου έδωσαν — είπαν ότι είστε πολύ καλόςθεραπευτής γι’αυτούς πού νιώθουν πώς δεν έχουν άλλα περιθώρια. Αυτό ήταν ένα στοιχείοπρος τιμήν σας.

Ηξερα όμως πως ολοι αυτοί είχαν υπάρξει φοιτητές σας, οποτε σάς ελεγξα λίγο παραπάνω.Πήγα στή βιβλιοθήκη κι έριξα ματιές σ’ένα άπ’τά βιβλία σας. Μ’εντυπωσίασαν δύο πράγματα:ήσαστε σαφής —καταλάβαινα το γράψιμό σαςκαί ήσαστε πρόθυμος νά μιλήσετε άνοιχτά γιάτο θάνατο. Θά σάς μιλήσω κι εγώ ξεκάθαρα: είμαι σχεδόν σίγουρη πώς στο τέλοςθ’αύτοκτονήσω. Βρίσκομαι εδώ γιά νά κάνω μιά τελευταία προσπάθεια στήν ψυχοθεραπεία,νά βρώ έναν τρόπο νά ζήσω μέ κάποια ψήγματα χαράς. ’Αν όχι, ελπίζω νά με βοηθήσετε νάπεθάνω προκαλώντας όσο γίνεται λιγότερο πόνο στήν οικογένειά μου ».

Τής είπα ότι πίστευα πώς μπορούσαμε νά δουλέψουμε μαζί, άλλά τής πρότεινα νάκανονίσουμε άλλη μιά συμβουλευτική ώρα., γιά νά εξετάσουμε λίγο καλύτερα τά πράγματακι επίσης γιά νά κρίνει κι εκείνη αν μπορούσε νά δουλέψει μαζί μου. Ετοιμαζόμουνα νά πώ κιάλλα, όταν κοίταξε το ρολόι της καί είπε: « Βλέπω πώς τελείωσαν τά πενήντα λεπτά μου κα.,αν μή τι άλλο, έχω μάθει νά μήν παρατείνω το καλωσόρισμα στή θεραπεία μου ».

Σκεφτόμουνα τον τόνο αυτού τού τελευταίου σχολίου τη; -όχι άκριβώς σαρδόνιος ούτεάκριβώς κοκέτικος— όταν ή Θέλμα σηκώθηκε καί βγαίνοντας μού είπε πώς θά κανόνιζε τήνεπόμενη ώρα μέ τή γραμματέα μου.

’Έπειτα άπ’αύτή τή συνεδρία είχα πολλά νά σκεφτώ. Πρώτα τον Μάθιου, ό όποιος μέεξόργιζε. ’Έχω δει πολλούς άσθενεΐς νά έχουν υποστεί, μεγάλη ζημιά άπό ψυχοθεραπευτέςπού τούς χρησιμοποιούν σεξουαλικά. Κάτι τέτοιο ζημιώνει παντα τον άσθενή.

Οι δικαιολογίες τών θεραπευτών είναι πάντα καταφορές εκλογικεύσεις πού εξυπηρετούντον εαυτό τους — όπως, για παράδειγμά, ή δικαιολογία ότι ό θεραπευτής αποδέχεται καιεπιβεβαιώνει τή σεξουαλικότητα τού ασθενούς. Παρόλο πού ένα σωρό ασθενείς μπορεί ναέχουν ανάγκη άπό σεξουαλική έπιβεβαίωση —δσοι είναι καταφανώς άσχημοι ή σημαντικάπαχύσαρκοι ή παραμορφωμένοι άπό χειρουργικές έπεμβάσεις—, δέν έχω άκούσει ποτέκανέναν θεραπευτή νά παρέχει σ’ αυτούς σεξουαλική έπιβεβαίωση. Φυσικά, εκείνοι πούέχουν άνάγκη άπό σεξουαλική έπιβεβαίωση καί πού τούς λείπουν τά μέσα ή ή ικανότητα νάτήν άποκτήσουν στήν προσωπική τους ζωή, είναι άκριβώς οι θεραπευτές πού διαπράττουναύτό το παράπτωμα.

Αλλά ό Μάθιου ήταν κάτι σάν αίνιγμα. "Όταν άποπλάνησε τή Θέλμα (ή όταν τής έπέτρεψε νάτον άποπλανήσει — το ίδιο κάνει), είχε μόλις άποφοιτήσει άπ’τό Πανεπιστήμιο καί άρα ήτανγύρω στά εικοσιπέντε μέ τριάντα. Γιατί λοιπόν; Γιατί ένας ελκυστικός, έπιτυχημένος άπ’ ό,τιφαίνεται, νεαρός έπιλέγει μιά γυναίκα έξηνταδύο χρόνων πού γιά πολλά χρόνια έχει ζήσειάδεια καί γεμάτη κατάθλιψη; Σκέφτηκα τήν υποψία τής Θέλμα ότι είναι γκέυ. ’Ίσως ή πιολογική υπόθεση νά ήταν ότι ό Μάθιου έπεξεργαζόταν (ή έκτόνωνε) κάποια προσωπικά τουψυχοσεξουαλικά ζητήματα — καί χρησιμοποιούσε τήν άσθενή ή τούς άσθενείς του γι’αύτό τοσκοπό.

Αύτός άκριβώς είναι ό λόγος πού προτρέπουμε τούς έκπαιοευόμενους νά περάσουν άπόμιά μακρόχρονη προσωπική θεραπεία. Σήμερα όμως, μέ τά σύντομα έκπαιδευτικάπρογράμματα, μέ λιγότερη έποπτεία, μέ τή χαλάρωση τών έκπαιδευτικών προδιαγραφών

Page 17: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

προγράμματα, μέ λιγότερη έποπτεία, μέ τή χαλάρωση τών έκπαιδευτικών προδιαγραφώνκαι τών προϋποθέσεων γιά τήν έπαγγελματική άδεια, οι ψυχοθεραπευτές συχνά άρνούνταινά το κάνουν. ’Έτσι πολλοί άσθενείς υποφέρουν άπό τήν έλλειψη αύτογνωσίας τουθεραπευτή τους. Δέν νιώθω καμιά μεγαλοψυχία άπέναντι στούς άνεύθυνους έπαγγελματίεςκαί έχω προτρέψει πολλούς άσθενείς νά καταγγείλουν στις έπιτροπές επαγγελματικήςδεοντολογίας θεραπευτές πού είχαν σεξουαλική επαφή μαζί τους. Αναλογίστηκα γιά μιάστιγμή τί δυνατότητα είχα μέ τον Μάθιου, άλλα υπέθεσα πώς βρισκόταν έκτος τών χρονικώνορίων πού θά μπορούσε νά κατηγορηθεί γιά άμέλεια. ’Ήθελα όμως νά μάθει πόσο κακό είχεκάνει.

’Έστρεψα τήν προσοχή μου στή Θέλμα καί άνέβαλα, προς το παρόν,̂ τό έρώτημα γιά τάκίνητρα τού Μάθιου. Το έρώτημα αύτό όμως επρόκειτο νά με παιδέψει πολλές φορές άκόμαπριν άπό το κλείσιμο αυτής τής θεραπείας. Τότε δέν μπορούσα βέβαια νά μαντέψω ότι, άπ’όλα τά αινίγματα τού περιστατικού τής Θέλμα, εκείνο πού έπρόκειτο νά έπιλύσωπληρέστερα ήταν το αίνιγμα τού Μάθιου.

Ή έπιμονή τού έρωτικού πάθους τής Θέλμα, πού τήν κατείχε εδώ καί οχτώ'χρόνια χωρίςκαμιά έξωτερική ενίσχυση, μέ έντυπωσίαζε. Καταλάμβανε ολόκληρο το χώρο τής ζωής της.Είχε δίκιο: πραγματικά ζούσε τή ζωή της οχτώ χρόνια πριν. Ή εμμονή της πρέπει ν’άντλούσεμέρος τής δύναμής της από τή σταδιακή συρρίκνωση τής υπόλοιπης ύπαρξής της.’Αμφέβαλλα αν θά ήταν δυνατόν νά τήν κάνω νά τήν αποχωριστεί, χωρίς προηγουμένως νάτή βοηθήσω νά έμπλουτίσει άλλες περιοχές τής ζωής της.

’Αναρωτήθηκα .πόσο στενές σχέσεις διατηρούσε ^τήν καθημερινή της ζωή. Απ’ όσα μού είχεπει ως τώρα γιά το γάμο της, δέν υπήρχε μεγάλη οικειότητα άνάμεσα σ’έκείνη χα: στονάντρα της. ’Ίσως ή λειτουργία τής εμμονής νά ήταν απλώς να τής παρέχει μιά στενή σχέση :τή συνέδεε μ’έναν άλλον άνθρωπο — όχι όμως μ’ένα πραγματικό πρόσωπο, αλλά μέ μιάφαντασίωση.

Ή μεγαλύτερη ελπίδα μου ήταν νά δημιουργήσω μιά στενή, σημαντική σχέση μεταξύ μιας χιέπειτα νά χρησιμοποιήσω αύτή τή σχέση ώς καταλύτη γιά νά διαλύσω τήν έμμονη. Δέν θαήταν εύκολο, βέβαια. Οι περιγραφές της γιά τήν ψυχοθεραπεία μού προκαλούσαν ρίγος.Φανταστείτε, να βρίσκεται οχτώ χρόνια σε θεραπεία καί να μήν έχει μιλήσει γιά το άληθινότης πρόβλημα ! Αύτό άπαιτεΐ έναν συγκεκριμένο τύπο άνθρώπου, κάποιον αρκετάδιπρόσωπο, κάποιον πού άγκαλιάζει τή στενή επαφή μέσα στή φαντασίωση άλλά τήνάποφεύγει στήν πραγματική ζωή.

Ή Θέλμα ξεκίνησε τήν επόμενη συνεδρία λέγοντάς μου πώς είχε περάσει μιά φριχτήεβδομάδα. Ή ψυχοθεραπεία ήταν πάντα ένα παράδοξο γιά κείνην. « Ξέρω πώς έχω άνάγκηνά πηγαίνω σε ψυχίατρο, δέν τά καταφέρνω άλλιώς. Κι όμως, κάθε φορά πού μιλάω γιά όσαμού έχουν συμβεί, περνάω μιά άθλια εβδομάδα. Οι ψυχοθεραπευτικές συνεδρίες το μόνοπού κάνουν είναι νά άνακινούν το πρόβλημα. Δέν δίνουν ποτέ καμιά λύση — πάνταχειροτερεύουν τά πράγματα ».

Δέν μ’άρεσε αύτό πού άκουσα. Ήταν άραγε μιά γεύση άπό τά προσεχώς ; Μού έλεγε ήΘέλμα το λόγο γιά τον όποιο τελικά θά έγκατέλειπε τή θεραπεία;

« Αύτή ή εβδομάδα ήταν ένα συνεχές κλάμα. Είχα τον Μάθιου συνέχεια στο μυαλό μου. Δένμπορώ νά μιλήσω καί στον Χάρρυ, γιατί σκέφτομαι μόνο δυο πράγματα —τον Μάθιου καί τήναύτοκτονία—, και τά δυο άκατάλληλα γι’ αύτόν.

»Ποτέ μά ποτέ δέν πρόκειται νά μιλήσω γιά τον Μάθιου στον άντρα μου. Πριν άπό χρόνια τούείπα ότι τον συνάντησα μιά φορά τελείως τυχαία. Πρέπει νά μίλησα πολύ γι’αύτόν, γιατίαργότερα ό Χάρρυ μού δήλωσε ότι πίστευε πώς ό Μάθιου ήταν κατά κάποιο τρόπουπεύθυνος γιά τήν άπόπειρα αύτοκτονίας μου. "Αν μάθαινε ποτέ τήν άλήθεια, πιστεύωπραγματικά πώς θα τον σκότωνε. Ό Χάρρυ είναι ποτισμένος μέ τά προσκοπικά σλόγκανπερί τιμής —μόνο τούς προσκόπους σκέφτεται, τίποτ’άλλο— άλλά μέσα του είναι βίαιοςάνθρωπος. Ήταν Βρετανός άξιωματικός, κομάντο στον Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο, ειδικός

Page 18: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

στή διδασκαλία μεθόδων γιά μάχη σώμα μέ σώμα ».

« Πές μου κι άλλα γιά τον Χάρρυ ». Μέ είχε ξαφνιάσει ή σφοδρότητα στή φωνή της, όταν είπεπώς ό Χάρρυ θά σκότωνε τον Μάθιου, αν ήξερε τί είχε συμβεί.

« Τον γνώρισα τή δεκαετία του τριάντα, όταν δούλευα χορεύτρια στήν Ευρώπη. Γιά δυοπράγματα ζούσα πάντα: γιά τον έρωτα καί γιά το χορό. ’Αρνήθηκα νά σταματήσω το χορόγιά νά κάνω παιδιά, αλλά αναγκάστηκα νά τον εγκαταλείψω πριν άπό τριανταένα χρόνια,γιατί έπαθα ποδάγρα στο μεγάλο μου δάχτυλο — κακή αρρώστια γιά μιά μπαλαρίνα. Όσογιά τον έρωτα, όταν ήμουνα νέα είχα πολλούς, πάρα πολλούς έραστές. Είδατε τήφωτογραφία μου — πέστε μου ειλικρινά, δέν ήμουνα πολύ όμορφη ; » Συνέχισε, χωρίς νάπεριμένει τήν απάντησή μου. «Μόλις όμως παντρεύτηκα τον Χάρρυ, τέρμα ό έρωτας. Πολύλίγοι άντρες -αν καί υπήρξαν μερικοίείχαν το θάρρος νά μ’αγαπήσουν. "Ολοι έτρεμαν τονάντρα μου. Κι ό Χάρρυ έγκατέλειψε το σεξ έδώ καί είκοσι χρόνια. Το συνηθίζει νάεγκαταλείπει διάφορα πράγματα. Τώρα πιά κοντεύουμε νά μήν αγγιζόμαστε ποτέ — ίσωςνά μήν είναι μόνο δικό του λάθος, αλλά καί δικό μου ».

Ετοιμαζόμουνα νά ρωτήσω τί πράγματα συνήθιζε νά έγκαταλείπει ό Χάρρυ, άλλά ή Θέλμαπροχώρησε γρήγορα. ’Ήθελε va^ μιλήσει, καί πάλι όμως δέν έμοιαζε νά μιλάει σε μένα. Δένέδειχνε νά θέλει απάντηση. Το βλέμμα της μέ άπέφευγε. Συνήθως κοίταζε προς τά πάνω,σάν νά ήταν χαμένη σε συλλογισμούς.

«Το άλλο πού σκέφτομαι, άλλά δέν μπορώ νά μιλήσω γι’ αυτό, είναι ή αύτοκτονία. Ξέρω πώςαργά ή γρήγορα θά το κάνω, είναι ή μόνη διέξοδος. Αλλά δέν λέω ποτέ τίποτα γι’αυτό στονΧάρρυ. Κόντεψε νά πεθάνει, όταν έκανα τήν απόπειρα. ’Έπαθε ένα μικρό εγκεφαλικό καίγέρασε δέκα χρόνια μπροστά στά μάτια μου. "Οταν, προς μεγάλη μου έκπληξη, ξύπνησαστο νοσοκομείο, σκέφτηκα πολύ γι’αύτό πού έκανα στήν οικογένειά μου. Τότε πήρα κάποιεςαποφάσεις ».

« Τι είδους άποφάσεις ; » Δέν υπήρχε πραγματική ανάγκη να ρωτήσω, άφοΰ ή Θέλμα ήτανέτοιμη ν’αρχίσει τήν περιγραφή τών άποφάσεων, έ'πρεπε όμως νά κάνω κάποιο διάλογομαζί της. ’Έπαιρνα ένα σωρό πληροφορίες, άλλά δέν είχαμε επαφή. Θά μπορούσαμε νάβρισκόμαστε καί σε διαφορετικά δωμάτια.

« Αποφάσισα νά μήν πώ καί νά μήν κάνω ποτέ τίποτα πού „ θά μπορούσε νά τον πονέσει.Αποφάσισα νά τού δώσω τά πάντα, νά υποχωρώ σε όλα τά θέματα. Θέλει νά χτίσει ένακαινούργιο δωμάτιο γιά τά μηχανήματα τής γυμναστικής του — εντάξει. Θέλει νά πάμεδιακοπές στο Μεξικό — εντάξει. Θέλει νά πηγαίνουμε στις εκδηλώσεις τής εκκλησίας, γιά νάγνωρίζουμε κόσμο — εντάξει».

Παρατηρώντας το άπορημένο βλέμμα μου γιά τις εκδηλώσεις τής εκκλησίας, ή Θέλμα μούέξήγησε : «Τά τελευταία τρία χρόνια, άπό τότε πού κατάλαβα πώς κάποια μέρα τελικά θ’αύτοκτονήσω, δέν θέλησα νά κάνω καινούργιες γνωριμίες. Καινούργιοι φίλοι σημαίνει μόνοπώς έχεις περισσότερους άνθρώπους ν’άποχαιρετήσεις καί νά πονέσεις ».

’Έχω δουλέψει μέ πολλούς άνθρώπους πού έχουν πραγματικά προσπαθήσειν’αύτοκτονήσουν. Και συνήθως ή εμπειρία τους είναι σε κάποιο βαθμό μεταμορφωτική,ώριμάζουν κερδίζοντας νέα σοφία. Μιά άληθινή συνάντηση με το θάνατο συνήθως οδηγείτον άνθρωπο ν’άμφισβητήσει πολύ σοβαρά τούς στόχους καί τήν πορεία τής ως τότε ζωήςτου. Το ίδιο συμβαίνει και με δσους έρχονται αντιμέτωποι με το θάνατο μέσα άπό μιάθανατηφόρα άρρώστια : πόσοι άνθρωποι δέν έχουν θρηνήσει: « Τί κρίμα πού χρειάστηκε νάπεριμένω ως τώρα, πού ό καρκίνος κατατρώει το σώμα μου, γιά νά μάθω νά ζώ! » Κι όμως, ήΘέλμα ήταν διαφορετική. Πολύ σπάνια συναντώ κάποιον πού νά έχει φτάσει τόσο κοντά στοθάνατο καί νά έχει μάθει τόσο λίγα. Μά τί άποφάσεις ήταν αύτές πού πήρε, όταν ξαναβρήκετις αισθήσεις της μετά τήν ύπερβολική λήψη υπνωτικών; Είναι δυνατόν νά πιστεύειπραγματικά ότι θά κάνει τον Χάρρυ εύτυχισμένο προσυπογράφοντας κάθε αίτημά του καικρατώντας κρυφές τις δικές της επιθυμίες καί σκέψεις ; Καί τί μπορεί νά είναι χειρότερο γιά

Page 19: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

τον Χάρρυ άπ’τό νά έχει μιά γυναίκα πού όλοκληρη τήν εβδομάδα κλαίει καί δέν μοιράζεταιτίποτα μαζί του; Αύτή ή γυναίκα ήταν βουτηγμένη στήν πλάνη.

Ή αύταπάτη της ήταν ιδιαίτερα προφανής, όταν μιλούσε γιά τον Μάθιου. «’Έχει μιά γλύκαπού αγγίζει τή ζωή όλων όσοι έρχονται σ’επαφή μαζί του. Στή γραμματεία της κλινικής όλεςοι κοπέλες τον αγαπούσαν. ’Έλεγε κάτι καλοσυνάτο σέ όλες τους, ήξερε τά ονόματα τώνπαιδιών τους, τούς έφερνε ντόνατς τρεις-τέσσερις φορές τήν εβδομάδα. "Όποτε βγήκαμεμαζί έκεΐνες τις εικοσιεφτά μέρες, ποτέ δέν παρέλειπε νά λέει κάτι, γιά νά κάνει το γκαρσόνι ήτον υπάλληλο τού καταστήματος νά νιώσει καλά. Ξέρετε άπό βουδιστικό διαλογισμό;»

«Ναι, ή άλήθεια είναι ότι — » άλλα ή Θέλμα δέν περίμενε ν’ ακούσει τή συνέχεια τής φράσηςμου.

«Τότε ξέρετε τί είναι ό διαλογισμός “καλοσύνη καί άγάπη”. Ό Μάθιου το έκανε αύτό δυοφορές τήν ήμέρα και μ’έμαθε νά το κάνω κι εγώ. Γι’αύτό μού ήταν άδύνατο νά φανταστώ πώςθά μού φερόταν έτσι. Ή σιωπή του μέ σκοτώνει. Μερικές φορές, όταν χάνομαι πολύ βαθιάμές στις σκέψεις μου, νιώθω πώς αυτός ό άνθρωπος —ο άνθρωπος πού μ’έμαθεν’άνοίγομαιδέν μπορούσε νά έπινοήσει τρομερότερη τιμωρία απ’τήν άπόλυτη σιωπή. Αύτέςτις μέρες πιστεύω όλο καί περισσότερο » —εδώ ή Θέλμα χαμήλωσε τή φωνή της σχεδόν σέψίθυρο«πώς προσπαθεί έπίτηδες νά μέ οδηγήσει στήν αύτοκτονία. Ακούγεται τρελή αύτή ήσκέψη ; »

«Δέν ξέρω αν είναι τρελή, άλλά σίγουρα είναι μιά σκέψη άπ εγνωσμένη και πολύ οδυνηρή ».

« Προσπαθεί νά μέ οδηγήσει στήν αύτοκτονία. ’Έτσι θά με ξεφορτωθεί γιά τά καλά. Είναι ήμόνη εξήγηση! »

« Κι όμως, παρόλο πού σού περνούσε μιά τέτοια σκέψη, όλ* αύτά τά χρόνια εξακολούθησεςνά τον προστατεύεις. Γιατί;»

« Γιατί πάνω άπ’ όλα σ’ αύτό τον κόσμο μ’ενδιαφέρει νά εχει καλή γνώμη γιά μένα. Δέν θέλωνά βάλω σέ κίνδυνο τη μοναδική μου εύκαιρια γιά λίγη χαρά! »

« Μα, Θέλμα, πάνε τώρα οχτώ χρόνια. ’Έχεις νά τον άκούσεις οχτώ χρόνια! »

« Υπάρχει όμως ελπίδα — πολύ μικρή. Αλλά ένα ενδεχόμενο τής τάξης τού δύο τοις εκατό ήάκόμα καί τού ενός τοις εκατό είναι καλύτερο άπ’τό τίποτα. Δέν περιμένω νά μεξαναερωτευτεΐ ό Μάθιου, θέλω μόνο νά νοιάζεται πού ζω κι εγώ σ’αύτόν τον πλανήτη. Δέν'ζητάω καί πολλά — μιά φορά πού περπατούσαμε στο πάρκο Γκόλντεν Γκέητ παραλίγο νάστραμπουλήξει τον άστράγαλό του, γιά νά μήν ενοχλήσει ένα μυρμήγκι. Μπορεί επομένως νάστείλει λίγη άπ’αύτή τήν καλοσύνη κι άγάπη πρός το μέρος μου ! »

Τόση άσυνέπεια, τόσος θυμός, ένας σαρκασμός σχεδόν, νά πηγαίνει χέρι χέρι με τέτοιαλατρεία! Παρόλο πού σταδιακά έμπαινα στον κόσμο τών εμπειριών της καί συνήθιζα τούςυπερβολικούς έπαινους της γιά τον Μάθιου, το επόμενο σχόλιό της με καθήλωσε.

«Άν μού τηλεφωνούσε μιά φορά το χρόνο, αν μού μιλούσε μόνο γιά πέντε λεπτά, αν ρωτούσετί κάνω καί μού εδειχνε ότι νοιάζεται γιά μένα,· τότε θά μπορούσα νά ζήσω εύτυχισμένη. Είναιπολλά αύτά πού ζητάω ; »

Ποτέ δέν είχα συναντήσει άνθρωπο πού νά δίνει τόση εξουσία σέ κάποιον άλλο.Φανταστείτε — υποστήριζε ότι ένα πεντάλεπτο τηλεφώνημα το χρόνο θά τή γιάτρευε.Αναρωτήθηκα αν θά μπορούσε νά ήταν έτσι. Θυμάμαι ότι σκέφτηκα πώς, αν άποτύγχανανόλα τ’άλλα, μπορεί καί νά προσπαθούσα νά κάνω αύτό το πείραμα ! Αναγνώριζα πώς δένύπήρχαν πολλές πιθανότητες νά πετύχει ή θεραπεία της : οι αύταπάτες της, ή έλλειψηψυχολογικής σκέψης, ή άντίστασή της στήν ένδοσκόπηση, ή' αύτοκτονικότητά της — όλα μεπροειδοποιούσαν : « Πρόσεχε ! » Αλλά το πρόβλημά της μέ προκαλούσε. Ή ερωτική τηςέμμονή —πώς άλλιώς μπορούσε κανείς νά τήν ονομάσει— ήταν ισχυρή καί επίμονη, καί είχε

Page 20: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

έμμονή —πώς άλλιώς μπορούσε κανείς νά τήν ονομάσει— ήταν ισχυρή καί επίμονη, καί είχεκυριαρχήσει σε οχτώ χρόνια άπό τή ζωή της. Κι όμως, οι ρίζες αύτής τής εμμονήςφαίνονταν απίστευτα σαθρές. Λίγη προσπάθεια, λίγη επινοητικότητα θα ήταν αρκετή γιά ναξεριζώσει κανείς ολόκληρο το ζιζάνιο. Κι έπειτα; Κάτω άπ’τήν έμμονή, τί θα έβρισκα;Θ’ανακάλυπτα άραγε τά βάναυσα δεδομένα τής ανθρώπινης έμπειρίας πού έκρυβε αυτός όενθουσιασμός; Τότε ίσως νά μάθαινα πραγματικά κάτι γιά τή λειτουργία του έρωτα. Οιιατρικοί έρευνητές ανακάλυψαν στις απαρχές τής ιατρικής έρευνας, τον δέκατο ένατο αιώνα,ότι ό καλύτερος τρόπος γιά νά κατανοήσεις το σκοπό υπαρξης ενός ενδοκρινούς οργάνουήταν νά το αφαιρέσεις καί_νά παρατηρήσεις τήν έπακόλουθη σωματική λειτουργία τουπειραματόζωου. Παρόλο πού ή άπανθρωπιά τής μεταφοράς μου μέ πάγωσε, άναρωτήθηκα:Μήπως κι εδώ ισχύει ή ίδια αρχή ; °Ως τώρα φαινόταν ότι ό έρωτας τής Θέλμα γιά τον Μάθιουήταν στήν πραγματικότητα κάτι άλλο ίσως μιά άπόδραση, μιά άσπίδα ένάντια στά γηρατειάκαί τήν άπομόνωση. Δέν υπήρχε πολύς Μάθιου μέσα σ’αυτόν, άλλά ούτε —αν ή αγάπη είναιπράγματι μιά άνιδιοτελής σχέση στοργής καί δοσίματοςκαί πολλή αγάπη.

ζ Κι άλλα σημάδια πού προοιωνίζονταν το μέλλον αναζητούσαν τήν προσοχή μου, άλλάέπέλεξα νά τά άγνοήσω. Γιά παράδειγμα, θά μπορούσα νά είχα σκεφτεί πιο σοβαρά τάείκοσι χρόνια ψυχιατρικής φροντίδας τής Θέλμα! "Όταν ήμουνα φοιτητής στήν ΨυχιατρικήΚλινική Τζονς Χόπκινς, το προσωπικό είχε πολλούς «πρακτικούς» δείκτες χρονιότητας."Ενας απ’τούς πιο ασεβείς ήταν τά κιλά: "Οσο πιο βαρύς ήταν ό ιατρικός φάκελος τουασθενούς τόσο μεγαλύτερη ή σαβούρα, καί τόσο χειρότερη ή πρόγνωση. Ή Θέλμα θά ήτανμιά τουλάχιστον «πεντάκιλη » έβδομηντάχρονη καί κανείς, μά κανείς δέν θά τής είχεσυστήσει ψυχοθεραπεία.

Καθώς κοιτάζω πίσω πώς λειτουργούσε το μυαλό μου εκείνη τήν έποχή, συνειδητοποιώπώς έδιωξα τις ανησυχίες αυτές έκλογικεύοντάς τες.

Είκοσι χρόνια ψυχοθεραπεία; Εντάξει, τά οχτώ τουλάχιστον απ’αυτά δέν υπολογίζονται λόγωτής μυστικοπάθειας τής Θέλμα. Καμιά ψυχοθεραπεία δέν,Ιχει. πιθανότητες επιτυχίας, αν όασθενής κρύβει τά κεντρικά του ζητήματα. ......

Καί τά δέκα χρόνια θεραπείας πριν άπό τον Μάθιου; Έ, πάει πολύς καιρός άπό τότε !Εξάλλου οι περισσότεροι θεραπευτές της ήταν νεαροί εκπαιδευόμενοι. Σίγουρα εγώμπορούσα νά τής προσφέρω περισσότερα. Ή Θέλμα καί ό Χάρρυ, έχοντας περιορισμέναοικονομικά μέσα, δέν είχαν τή δυνατότητα νά έπισκεφτούν παρά μόνο εκπαιδευόμενους τήςψυχοθεραπείας. Εμένα όμως τήν περίοδο έκείνη με χρηματοδοτούσε ένα ερευνητικόινστιτούτο, γιά νά μελετήσω τήν ψυχοθεραπεία τών ήλικιωμένων, καί μπορούσα νά βλέπω τήΘέλμα με τήν έλάχιστη άμοιβή. Γιά κείνην ήταν σίγουρα μιά άσυνήθιστη εύκαιρία, νά τήςπαρέχεται θεραπεία άπό έναν πεπειραμένο κλινικό.

Οι πραγματικοί λόγοι πού τήν άνέλαβα, βέβαια, ήταν άλλοι: πρώτα πρώτα με σαγήνευε ήιδέα ότι συναντούσα μιά ερωτική έμμονή πού ήταν συγχρόνως πολύ βαθιά ριζωμένη άλλάκαί εύάλωτη κι έκτεθειμένη, καί τίποτα δέν θά με συγκρατούσε άπό το νά τήν ξεθάψω καί νάτήν έπιθεωρήσω. Δεύτερον, με κατείχε κάτι πού τώρα το άναγνωρίζω ως ύβρι — πίστευαπώς μπορούσα νά βοηθήσω κάθε άσθενή, πώς κανένας δέν ήταν πέρα άπό τις ικανότητέςμου. Οι προσωκρατικοί όριζαν τήν ύβρι ώς « άπείθεια στον θεϊκό νόμο ». Κι εγώ ήμουναπειθής, όχι βέβαια στον θεϊκό άλλά στον φυσικό νόμο, στούς νόμους πού κυβερνούν τή ροήτών γεγονότων στον επαγγελματικό μου τομέα. Νομίζω ότι τότε είχα ένα προαίσθημα πώς,πριν τελειώσει ή δουλειά μου με τη Θελμα, θά με καλούσαν νά δώσω λόγο γιά τήν ύβρι μου.

Στο τέλος τής δεύτερης συνεδρίας μας συζήτησα με τή Θέλμα ένα θεραπευτικό συμβόλαιο.Μού είχε κάνει σαφές ότι δέν θά δεσμευόταν σε μακροχρόνια θεραπεία. Σκέφτηκα επίσηςότι μέσα σε έξι μήνες θά ήξερα πιά κι έγώ αν μπορούσα νά τή βοηθήσω. ’Έτσισυμφωνήσαμε νά συναντιόμαστε μιά φορά τήν εβδομάδα γιά έξι μήνες (με δυνατότηταπαράτασης γιά άλλους έξι μήνες, αν το θεωρούσαμε απαραίτητο). Ή δέσμευσή της ήταν ναέρχεται τακτικά καί να συμμετέχει σ’ ένα έρευνητικό ψυχοθεραπευτικό πρόγραμμα, πούπεριλάμβανε μια έρευνητική συνέντευξη καί μια σειρά άπό ψυχολογικές δοκιμασίες γιά τον

Page 21: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

υπολογισμό τού αποτελέσματος τής θεραπείας, τις όποιες έπρεπε νά συμπληρώσει δύοφορές, στήν αρχή τής θεραπείας καί έξι μήνες μετά το τέλος της.

Τής τόνισα με μεγάλη προσοχή ότι ή ψυχοθεραπεία θά τής προκαλούσε οπωσδήποτεκάποια άναστάτωση, καί προσπάθησα νά τήν κάνω νά μού υποσχεθεί πώς ό,τι καί νάσυνέβαινε, δεν θά σταματούσε.

« Θέλμα, αύτός ό συνεχής μηρυκασμός γιά τον Μάθιου γιά λόγους συντομίας ας τονονομάσουμε “ έμμονή ” — »

« Εκείνες οι είκοσιεφτά μέρες ήταν θείο δώρο », αγρίεψε. « Νά ένας απ’τούς λόγους πού δενμίλησα γι’ αύτές σ’ άλλους θεραπευτές — δεν θέλω νά ΐίς άντιμετωπίζουν σάν άρρώστια ».

« Οχι, Θέλμα, δεν μιλάω γιά πριν άπό οχτώ χρόνια. Μιλάω γιά τώρα πού δεν μπορείς νάζήσεις τή ζωή σου, γιατί συνεχώς προβάλλεις καί ξαναπροβάλλεις τήν παλιά ιστορία. Νόμιζαπώς ήρθες νά με δεις γιατί θέλεις νά σταματήσεις νά βασανίζεσαι».

Αναστέναξε, έκλεισε τά μάτια καί συμφώνησε μ’ ένα κούνημα τού κεφαλιού.. Αφού μούέδωσε τήν προειδοποίησή πού ήθελε, απλώθηκε τώρα πιο αναπαυτικά στήν πολυθρόνατης.

«Αύτό πού ήθελα νά πω είναι ότι αύτή ή έμμονη —ή ας βρούμε μιά καλύτερη λέξη, αν ό δροςέμμονη σε πρόσβαλλε'»

« Όχι, εντάξει. Καταλαβαίνω το νόημα ».

« Λοιπόν, ή έμμονή αύτή έχει αποτελέσει κεντρικό μέρος τής σκέψης σου γιά οχτώ χρόνια.Θά είναι δύσκολο νά τήν ξεκουράσουμε. Θά χρειαστεί ν’ αμφισβητήσω μερικές απ’τιςπεποιθήσεις σου, καί ή θεραπεία δεν αποκλείεται νά σέ .γεμίσει άγχος. Χρειάζομαι νά μούυποσχεθείς ότι θά παραμείνεις μαζί μου ».

«Το υπόσχομαι. "Οταν παίρνω μιά απόφαση, δεν υπαναχωρώ ποτέ ».

« Επίσης, Θέλμα, δέν μπορώ να κάνω καλή δουλειά μέ τήν απειλή μιας αυτοκτονίας νάκρέμεται πάνω απ’το κεφάλι μου. Χρειάζομαι μιά επίσημη υπόσχεση άπό σένα ότι γιά τούςέπό-, μένους έξι μήνες δέν θά κάνεις τίποτα αυτοκαταστροφικό. Αν νιώσεις ότι βρίσκεσαιστά πρόθυρα νά κάνεις κάτι τέτοιο, τηλεφώνησέ μου. Πάρε με ό,τι ώρα νά ’ναι καί θά ’μαι έκεΐγιά σένα. ’Αν όμως κάνεις οποιαδήποτε άπόπειρα —οσο ελαφριά κι αν είναι—, τότε σπάει τοσυμβόλαιό μας, καί_ δέν θά συνεχίσω νά δουλεύω μαζί σου. Συχνά τή συμφωνία αύτή τήνκάνω γραπτώς καί ζητώ τήν υπογραφή τού ασθενούς, άλλά σέβομαι αύτό πού λές, ότιπάντα τηρείς τις αποφάσεις σου ».

Προς μεγάλη μου έκπληξη, ή Θέλμα κούνησε το κεφάλι. «Δέν υπάρχει περίπτωση νάυποσχεθώ κάτι τέτοιο. "Οταν ξέρω πώς είναι ή μόνη διέξοδος, είναι φορές πού μέ πιάνει ήδιάθεση. Δέν γίνεται ν’αποκλείσω αύτή τή δυνατότητα».

«Μιλάω μόνο γιά τούς επόμενους έξι μήνες. Δέν σού ζητάω μακρύτερη δέσμευση, άλλχ δένθά ξεκινήσω χωρίς αύτήν. Θέλεις νά το σκεφτείς λίγο άκόμα, Θέλμα, και νάπρογραμματίσουμε άλλη μιά συνάντηση τήν ερχόμενη εβδομάδα; »

’Αμέσως έγινε συμφιλιωτική. Νομίζω πώς δέν περίμενε ότι θά επέμενα τόσο πολύ σ’ αύτό τοθέμα. Καί παρόλο πού δέν το έδειξε, πιστεύω πώς άνακουφίστηκε.

«Δέν μπορώ νά περιμένω άλλη μιά βδομάδα. Θέλω νά πάρουμε μιά άπόφαση τώρα καί νάξεκινήσουμε αμέσως τήν ψυχοθεραπεία. Θα συμφωνήσω νά κάνω ό,τι καλύτερο μπορώ ».

« "Ο,τι καλύτερο μπορώ » — δέν το ένιωθα άρκετό, άλλά δίστασα νά μπώ σέ μιάαναμέτρηση γιά τήν έξουσία τόσο γρήγορα. ’Έτσι δέν είπα τίποτα, μόνο σήκωσα τά φρύδια

Page 22: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

μου.

’Έπειτα άπό ένα ή ενάμισι λεπτό (μιά μακριά σιωπή στήν ψυχοθεραπεία), ή Θέλμασηκώθηκε, μού πρόσφερε το χέρι της καί είπε : « Το υπόσχομαι».

Τήν επόμενη εβδομάδα ξεκινήσαμε νά δουλεύουμε. ’Αποφάσισα νά κρατηθούμε αύστηράεστιασμένοι στά άμεσα καί συναφή ζητήματα. Στο παρελθόν ή Θέλμα είχε υπεραρκετόχρόνο ( είκοσι χρόνια ψυχοθεραπεία!) γιά νά εξερευνήσει τήν περίοδο τής άνάπτυξής της.Και το τελευταίο πράγμα στο όποιο ήθελα νά εστιάσουμε ήταν γεγονότα πού είχαν συμβείπριν άπό εξήντα χρόνια.

Ήταν πολύ άμφιθυμική σε σχέση με τή θεραπεία: παρόλο πού τή θεωρούσε τή μοναδική τηςελπίδα, ποτέ δεν τήν ικανοποιούσε μιά συνεδρία. Στή διάρκεια τώνπρώτων δέκα εβδομάδωνέμαθα ότι, αν άναλύαμε τά αισθήματά της γιά τον Μάθιου, ή έμμονή της τή βασάνιζε όλη τήνέπόμενη εβδομάδα. ’Αν, άπό τήν άλλη, έξερευνούσαμε άλλα θέματα, άκόμα καί ζητήματατόσο σοβαρά οσο ή σχέση της μέ τον Χάρρυ, θεωρούσε τή συνεδρία χάσιμο χρόνου, γιατίείχαμε άγνοήσει το μείζον πρόβλημα τού Μάθιου.

Επειδή δέν ήταν ικανοποιημένη έκείνη, οι ώρες μας έπαψαν νά ικανοποιούν και μένα. ’Έμαθανά μήν περιμένω προσωπικές επιβραβεύσεις άπ’ τή δουλειά μου μαζί της. Ποτέ δέν ένιωθεκαμιά χαρά, όταν βρισκόταν στο γραφείο μου, καί πολύ νωρίς, στήν τρίτη ή τέταρτησυνεδρία, συνειδητοποίησα πώς καί γιά μένα σ’αύτή τή θεραπεία οποιαδήποτεικανοποίηση θά προερχόταν αναγκαστικά μόνο άπό το διανοητικό πεδίο.

Ό περισσότερος χρόνος μας ήταν άφιερωμένος στον Μάθιου. Τή ρώτησα γιά το άκριβέςπεριεχόμενο τών ονειροπολήσεών της κι έ'μοιαζε ν’άπολαμβάνει νά μιλάει γι’αύτές. Οιπεριγραφές· της ήταν πολύ επαναληπτικές : οι περισσότερες ήταν μιά αρκετά πιστήέπανάληψη κάποιας άπό τις συναντήσεις τους αετα σέ κείνες τις εικοσιεφτά μέρες. Ή πιοσυχνή ήταν ή πρώτη συνάντηση — ότι έπεφτε πάνω του τυχαία στή Γιούνιον Σκουαίρ, ότιέπιναν καφέ στο Σάιντ Φράνσις, ότι περπατούσαν ως το Φίσερμαν’ς Γουώρφ, πώς έβλεπαντή θέα τού κολπου από το εστιατόριο τού Σκόμα, ο ενθουσιασμός τής διαδρομής ως τοδιαμέρισμα τού Μάθιου. Συχνά όμως θυμόταν μόνο κάποια άπό τις έρωτικές τηλεφωνικέςτους συζητήσεις.

Το σεξ έπαιζε μικρό ρόλο σ’αυτές τις φαντασιώσεις : σπάνια ένιωθε κάποια σεξουαλικήδιέγερση. Γιά τήν ακρίβεια, παρόλο πού εκείνες τις εικοσιεφτά μέρες είχαν ανταλλάξει με τονΜάθιου πολλά σεξουαλικά χάδια, μόνο μιά φορά είχαν κάνει έρωτα, εκείνο το πρώτο βράδυ.Είχαν έπιχειρήσει νά έρθουν σ’έπαφή άλλες δύο φορές, άλλά ό Μάθιου ήταν άνίκανος.Άρχιζα νά πείθομαι πώς ή διαίσθησή μου γιά τή συμπεριφορά του ήταν σωστή : ότι δηλαδήείχε μεγάλα ψυχοσεξουαλικά προβλήματα, τά όποια έκτόνωνε πάνω στή Θέλμα (καίπιθανότατα καί σέ άλλους άτυχους άσθενείς ).

Υπήρχαν τόσο πολλά πλούσια μονοπάτια πού ήταν δύσκολο νά έπιλέξω καί νάεπικεντρώσω τή συζήτηση σέ ένα. Πρώτα, πάντως, ήταν απαραίτητο ν’ άποδείξω πειστικάγιά τή Θέλμα ότι ή έμμονή έπρεπε νά σβήσει. Γιατί μιά έρωτική έμμονή ξεζουμίζει τή ζωή άπότήν άλήθεια της, σβήνοντας κάθε νέα έμπειρίαΓκαί καλή~και κακή — όπως γνωρίζω έξ ιδίαςπείρας. Πραγματικά, οι περισσότερες άπό τις βαθύτερες πεποιθήσεις μου γιά τήνψυχοθεραπεία, καί οι περιοχές του μεγαλύτερου ψυχολογικού μου ένδιαφέροντος, έχουνπροέλθει απ’ τήν προσωπική μου έμπειρία. Ό Νίτσε υποστήριζε ότι το φιλοσο.φίκό.σύστημα-ένός_ στοχαστή πηγάζει πάντα, απ’τήν αύτοβιογραφία του, καί πιστεύω ότι αύτόισχύει καί γιά όλους τούς θεραπευτές — γιά τήν άκρίβεια, γιά οποιονδήποτε στοχάζεταιπάνω στο στοχασμό.

Σ’ ένα συνέδριο, περίπου δυο χρόνια πριν γνωρίσω τή Θέλμα, είχα συναντήσει μιά γυναίκαπού στή συνέχεια πλημμύρισε το νού μου, τή σκέψη μου, τά όνειρά μου. Ή εικόνα τηςέγκαταστάθηκε στο μυαλό μου καί άντιστεκόταν προκλητικά σέ όλες τις προσπάθειές μουνά τή βγάλω άπό κει. Γιά ένα διάστημα δέν υπήρχε πρόβλημα : μού άρεσε ή έμμονή αύτή καί

Page 23: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

τή γευόμουν ξανά καί ξανά σάν νά ήταν ή πρώτη φορά. ’Έπειτα άπό λίγες έβδομάδες όμωςπήγα διακοπές με τήν οικογένειά μου σ’ ένα όμορφο νησί τής Καραϊβικής. Μόνο έπειτα άπόάρκετές μέρες συνειδητοποίησα πώς έχανα τά πάντα σ’αύτό το ταξίδι —μού διέφευγε ήομορφιά τής παραλίας, ή πλούσια καί εξωτική βλάστηση, άκόμα κι ή άπόλαυση νά βουτάωμέ τή μάσκα καί νά θαυμάζω τον υποθαλάσσιο κόσμο. "Ολη αύτή τήν πλούσιαπραγματικότητα τήν έσβηνε ή έμμονή μου. ’Ήμουν άπών. ’Ήμουν κλεισμένος μέσα στομυαλό μου καί παρακολουθούσα ξανά καί ξανά προβολές τής ίδιας καί, ως τότε πιά, μάταιηςφαντασίωσης. Αγχωμένος καί πραγματικά άηδιασμένος άπ’τόν εαυτό μου, ξεκίνησαψυχοθεραπεία (γιά άκόμα μιά φορά), κι έπειτα άπό άρκετούς δύσκολους μήνες, το μυαλό μουάνήκε ξανά σέ μένα καί μπόρεσα νά ξαναγυρίσω στή συναρπαστική., υπόθεση, πού ήταννά βιώνω τή ζωή μου την ώρα πού συνέβαινε. ("Ενα περίεργο πράγμα: ό θεραπευτής μουέγινε στο τέλος στενός μου φίλος καί πολλά χρόνια άργότερα μού είπε ότι, τήν εποχή πού μ’έβλεπε, ήταν κι έκεινος έμμονα έρωτευμένος μέ μιά όμορφη Ιταλίδα, πού όμως τήν προσοχήτης τήν είχε κλέψει κάποιος άλλος. Κι έτσι, άπό θεραπευόμενο σέ θεραπευτή, προχωρεί τογαϊτανάκι τής εμμονής τού έρωτα.)

Δουλεύοντας λοιπόν μέ τή Θέλμα, τής τόνισα πόσο ή έμμονή της ακύρωνε τή ζωή της, κιέπανέλαβα πολλές φορές το άρχικό σχόλιό της, ότι ζούσε τή ζωή της οχτώ χρόνια πριν. Ήτανφυσικό ν’απεχθάνεται πού ζούσε! Ή ζωή της ήταν έγκλωβισμένη σ’ένα δωμάτιο ανάερο κιανήλιο, πού το άέριζαν "όνο έκεΐνες οι χαμένες άπό χρόνια εικοσιεφτά μέρες.

Άλλά έκείνη δέν έβρισκε ποτέ πειστική αύτή τή θέση καί δικαίως, πιστεύω τώρα.Γενικεύοντας άπό τή δική μου έμπειρία στή δική της, είχα λανθασμένα θεωρήσει ότι ή ζωήτης είχε πλούτο, τον όποιο έχανε έξαιτίας τής έμμονής της. Ή Θέλμα ένιωθε, αν καί δέν τοείπε ξεκάθαρα έκεινο τον καιρό, ότι ή έμμονή περιείχε άπείρως περισσότερη ζωντάνια άπότις έμπειριες πού ζούσε. (Άργότερα έπρόκειτο νά έξερευνήσουμε, έπίσης με έλάχιστηέπιδραση, το αντίστροφο αύτής τής φόρμουλας — ότι εξαιτίας τής απογύμνωσης τής ζωήςτης αγκάλιασε καταρχάς τήν έμμονή.)

Περίπου στήν έκτη συνεδρία τήν είχα καταβάλει καί — πιστεύω γιά νά μου κάνει το χατίρι—συμφώνησε πώς ή έμμονή της ήταν ό εχθρός κι ότι έπρεπε νά κατατροπωθεί. Οι συνεδρίες,μας ξοδεύονταν ή μιά μετά τήν άλλη γιά ν’ αναγνωρίσουμε αύτή τήν έμμονή γιά άλλη μιάφορά. Είχα τήν έντύπωση οτιή σφχτή λαβή, με τήν οποία τήν κρατούσε αύτή ή έμμονή,πήγαζε από τήν έξουσία πού είχε δώσει ή Θέλμα στον Μάθιου. Τίποτα δέν γινόταν, αν δένμειώναμε αύτή τήν έξουσία.

<< Θέλμα, μίλησέ μου γι’αύτή τήν αίσθηση, ότι το μόνο πού έχει σημασία είναι νά έχει όΜάθιου καλή γνώμη γιά σένα ».

« Είναι δύσκολο νά το πώ μέ λόγια. Ή ιδέα ότι μπορεί νά μέ μισήσει μού είναι άφόρητη. Είναιο μόνος άνθρωπος πού έμαθε ποτέ τά πάντα γιά μένα. Γι’αύτό ήταν τόσο σημαντικό γιάμένα το γεγονός ότι μπορούσε άκόμα νά μ’άγαπάει, παρ’όλα όσα ήξερε ».

Ακριβώς αύτός, σκέφτηκα, είναι ό λόγος πού οι θεραπευτές δέν πρέπει νά σχετίζονταισυναισθηματικά μέ τούς θεραπευόμενούς τους. Χάρη στον προνομιακό ρόλο τους, στήνπρόσβαση πού έχουν σέ βαθύτερα συναισθήματα καί σέ κρυφές πληροφορίες, οιάντιδράσεις τους παίρνουν πάντα σημασία υπερφυσική. Είναι σχεδόν άδύνατο νά δουν οιάσθενεΐς τούς θεραπευτές τους όπως πραγματικά είναι. Ό θυμός μου γιά τον Μάθιουμεγάλωνε.

«Μά, Θέλμα, ένας άνθρωπος είναι κι αύτός. ’Έχεις νά τον δεις οχτώ χρόνια. Τί σημασία έχει τιγνώμη έχει γιά σένα;»

«Δέν μπορώ νά πώ γιατί. Ξέρω πώς είναι παράλογο, άλλά πιστεύω ως μέσα μου βαθιά ότιαν είχε καλή γνώμη γιά μένα, θά ήμουνα καλά, θά ήμουνα εύτυχισμένη ».

Αύτός ήταν ό έχθρός : αύτή ή σκέψη, αύτή ή έσφαλμένη πυρηνική πεποίθηση. ’Έπρεπε νά

Page 24: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

τήν ξεκουνήσω. ’Έκανα μιά παθιασμένη έκκληση.

« Εσύ είσαι έσύ, έχεις τή δική σου ύπαρξη, συνεχίζεις νά είσαι ό άνθρωπος πού είσαι κάθεστιγμή, κάθε μέρα. Ή ύπαρξή σου είναι βασικά άνεπηρέαστη άπό περαστικές σκέψεις,άπό τούς ήλεκτρομαγνητικούς κραδασμούς πού λαμβάνουν χώρα μέσα σ’έναν άγνωστοεγκέφαλο. Προσπάθησε νά το καταλάβεις. "Ολη αύτή τή δύναμη πού εχει ό Μάθιου, εσύ τούτήν έχεις δώσει, και το παραμικρό κομμάτι της ! »

« Με πιάνει το στομάχι μου, μόνο πού σκέφτομαι ότι μπορεί νά με άντιπαθεΐ».

« "Οσα" συμβαίνουν στο μυαλό ενός άλλου ανθρώπου, κάποιου πού δέν τον βλέπεις ποτέ,πού ίσως δέν'ξέρει κάν ότι υπάρχεις, πού είναι άπορροφημένος στον άγώνα τής δικής τουζωής, δέν άλλάζει το ποιά είσαι».

«’Α, ότι υπάρχω το ξέρει πολύ καλά. ’Αφήνω ένα σωρό μηνύματα στον τηλεφωνητή του.Μάλιστα τού άφησα κι ένα τήν περασμένη εβδομάδα, γιά νά ξέρει πώς έρχομαι εδώ.Πιστεύίυ πώς θά’πρεπε νά ξέρει ότι μιλάω γιά κείνοι Όλ’ αύτά τά χρόνια πάντα τουτηλεφωνώ, όταν άλλάζω θεραπευτή ».

« Μά νόμιζα ότι δέν κουβέντιαζες γι’ αύτόν με τούς θεραπευτές σου ».

«Δεν κουβέντιαζα. Ιου το υποσχέθηκα, αν και ο ιοιος ποτέ δέγ το ζήτησε, κι αύτή τήνυπόσχεση τήν κράτησα — ως τώρα. Παρόλο πού δέν μιλούσα γι’αύτόν όλ’αύτά τά χρόνια,πίστευα πώς έπρεπε νά ξέρει σέ ποιόν θεραπευτή πήγαινα. Πολλοί είχαν τελειώσει τήν ίδιασχολή μ’εκείνον. ’Ίσως νά ήταν και φίλοι του ».

Λόγω τών εκδικητικών αισθημάτων μου γιά τον Μάθιου, δεν με δυσαρέστησαν τά λόγια τήςΘέλμα. Αντίθετα, διασκέδασα φανταζόμενος πόσο άβολα θά ’νιώθε όλ’ αύτά τά χρόνιαάκουγοντας τά φαινομενικά ενημερωτικά μηνύματά της στον τηλεφωνητή του. Άρχισα νάεγκαταλείπω τις ιδέες μου νά του άνταποδώσω τά χτυπήματα. Αύτή ή γυναίκα ήξερε πώςνά τον τιμωρήσει και δέν χρειαζόταν τή βοήθειά μου σ’αύτόν .τον τομέα.

« "Ομως, Θέλμα, ας πάμε πίσω σ’αύτό πού έλεγα προηγουμένως. Δέν βλέπεις πώς εσύ τοκάνεις αύτό στον εαυτό σου; Οι δικές του σκέψεις δέν μπορούν στήν πραγματικότητα νάάλλάξουν το είδος τού ανθρώπου πού είσαι. Εσύ του επιτρέπεις να σε επηρεάζει. Αυτόςδέν είναι παρά ένας άνθρωπος, όπως εσύ κι εγώ. Αν εσύ εγεις κακή ιδέα γιά κάποιον, μέ τονοποίο δεν, έχεις καμιά επικοινωνία, μήπως οι σκέψεις σου —αυτές οι νοητικές εικόνες πούκυκλοφορούν στον έγκέφαλό σου καί κανένας δέν τις γνωρίζει εκτός άπό σένα— θά τονέπηρεάσουν_; Πώς θά γίνει αύτό; Μέ μάγια; Γ ιατί έκχωρεΐς τή δύναμή σου στον Μάθιου ;Άνθρωπος είναι κι αύτός όπως όλοι,Αγωνίζεται νά ζήσει, θά γεράσει, θά καταπέσει, θάπεθάνει».

Καμιά άπάντηση άπό τή Θέλμα. Ανέβασα το στοίχημα.

« Προηγουμένως είπες ότι κανείς δέν θά μπορούσε νά προσχεδιάσει μιά συμπεριφορά πούθά σέ πλήγωνε περισσότερο. ’Έχεις κάνει τή σκέψη ότι ίσως νά προσπαθούσε νά σέοδηγήσει στήν αύτοκτονία. Δέν ενδιαφέρεται νά είσαι καλά. Τί νόημα έχει λοιπόν νά τονέξυψώνεις τοσο πολύ; Νά πιστεύεις πώς τίποτα στή ζωή δέν είναι πιο σημαντικό άπ’τό νάέχει ό Μάθιου καλή γνώμη γιά σένα ; »

« Δέν το πιστεύω στ’ άλήθεια πώς προσπαθεί νά μέ κάνει ν’ αύτοκτονήσω. Απλώς καμιάφορά μού περνάει ή σκέψη. ’Έχω συχνές διακυμάνσεις στά συναισθήματά μου γι’αύτόν. Τονπερισσότερο καιρό όμως εκείνο πού μέ νοιάζει είναι νά θέλει το καλό μου ».

«Γιατί όμως έχει τέτοια σημασία τί θέλει έκεΐνος ; Τον έχεις εξυψώσει σέ μιά υπεράνθρωπηθέση — παρόλο πού δείχνει ιδιαίτερα προβληματικός άνθρωπος. Εσύ ή ίδια άνέφερες τάέντονα σεξουαλικά του προβλήματα. Δές καί το ζήτημα τής άκεραιότητάς του — τον ήθικό

Page 25: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

του κώδικα. ’Έχει παραβιάσει τον θεμελιώδη κώδικα κάθε επαγγέλματος πού προορίζεται νάβοηθάει’ τον άλλον άνθρωπο. Δές πόση άπόγνωση σού έχει προκαλέσει. Κι οι δύό μαςξέρουμε ότι είναι άπόλυτα λανθασμένο γιά έναν επαγγελματία θεραπευτή, πού έχει ορκιστείνά πράττει πρός το συμφέρον τού άσθενούς του, νά πληγώσει κάποιον, δσο πλήγωσε αύτόςεσένα ».

Είχα όμως τήν αίσθηση πώς τα λόγια μου έπεφταν στο κενό.

« Μόνο όταν άρχισε νά συμπεριφέρεται επαγγελματικά, μόνο όταν ξαναγύρισε σ’έναν τυπικόρόλο, τότε μόνο με πλήγωσε. Όσο ήμασταν απλά δυο άνθρώπινα πλάσματα ερωτευμένα,μου έκανε το πολυτιμότερο δώρο ».

Το πράγμα ήταν εντελώς ματαιωτικό. Προφανώς. Ή Θέλμα ήταν υπεύθυνη γιά τήν τροπήπού είχε πάρει ή ζωή της. Προφανούς ήταν πλασματική ή δύναμη πού είχε ό Μάθιου πάνωτης. Προφανώς εκείνη τού είχε άποδώσει αύτή τή δύναμη σε μιά προσπάθεια ν’άρνηθει τήνελευθερία της καί τήν εύθύνη της γιά τή συγκρότηση τής ίδιας της τής ζωής. ’Όχι μόνο δένήθελε νά ξαναπάρει πίσω τήν ελευθερία της, άλλά ποθούσε τήν υποταγή.

Το ήξερα βέβαια'άπ’τήν άρχή ότι σκέτη ή ισχύς τής επιχειρηματολογίας μου δέν θάμπορούσε νά εισχωρήσει άρκετά βαθιά, γιά νά προκαλέσει άλλαγή. 'Κάτι τέτοιο δένσυμβαίνει σχεδόν ποτέ. Ούτε γιά μένα λειτούργησε ποτέ, οσο ήμουν σέ θεραπεία. Μόνοόταν ό άνθρωποο νιώσει τήν αποκάλυψη βαθιά στο είναι του, τότε μόνο τήν κατέγει. Τότεμόνο μπορεί κανείς νά δράσει σύμφωνα μ' αυτην και να αλέξει. Οί λαϊκοί ψυχολόγοι πάνταμιλάνε γιά τήν « άνάληψη εύθύνης », άλλά όλ’ αύτά είναι λόγια: είναι εξαιρετικά δύσκολο,άκόμα καί τρομακτικό, νά έχεις έπίγνωση ότι εσύ καί μόνον έσύ κατασκευάζεις το πλάνο τήςζωής σου. ’Έτσι το πρόβλημα στή θεραπεία είναι πάντα πώς νά μετακινηθείς άπό μιάάναποτελεσματική διανοητική αποτίμηση μιας άλήθειας γιά τον εαυτό σου σέ μιάσυγκινησιακή β'χοτί της. Μόνο όταν ή θεραπεία προκαλεί βαθιά συναισθήματα γίνεται μιάπανίσχυρη δύναμη άλλαγής.

Και το πρόβλημά μου στή θεραπεία τής Θέλμα ήταν ή αδυναμία. Οι προσπάθειές μου νά τήςεμφυσήσω δύναμη ήταν δυστυχώς πολύ άκομψες καί συνίσταντο κυρίως στο νάψαχουλεύω στά τυφλά, νά άντιδικώ, να κυκλώνω επαναληπτικά την εμμονή της καί νά τήσφυροκοπώ.

Πόσο λαχταράω σε τέτοιες περιστάσεις τη βεβαιότητα πού προσφέρει το ορθό δόγμα. Ήψυχανάλυση, γιά νά πάρω τήν καθολικότερη άπ’τίς ιδεολογικές σχολές τής ψυχοθεραπείας,προ-βάλλει πάντα τόσο ισχυρές πεποιθήσεις γιά τις άπαραίτητες τεχνικές διαδικασίες — οιάναλυτές μάλιστα μοιάζουν πολυ. περισσότερο_σίγουροι γιά τα πάντα άπ’ό,τι έγώ γιάοτιδήποτε. Πόσο ανακουφιστικό θά ήταν νά νιώθω, έστω μιά φορά, ότι ξέρω άκριβώς τί κάνωστήν ψυχοθεραπευτική μου δουλειά — γιά παράδειγμα, πώς διατρέχω εύσυνείδητα καί μέ τήσωστή σειρά τά ακριβή στάδια τής θεραπευτικής διαδικασίας.

Βέβαια όλ’ αύτά δέν είναι παρά ψευδαίσθηση. ’Αν έχουν καμιά χρησιμότητα γιά τούςάσθενείς οι ιδεολογικές σχολές, μέ τις σύνθετες μεταφυσικές κατασκευές τους, ή έπιτυχίατους έγκειται στο ότι καθησυχάζουν το άγχος του θεραπευτή, όχι του άσθενοΰς (κι έτσιέπιτρέπουν στον θεραπευτή ν’αντιμετωπίσει το άγχος τής θεραπευτικής διαδικασίας ). "Οσοπιο ικανός είναι ό θεραπευτής ν’άντέξει το αγνός τής άγνοιας, τόσο λιγότερη άνάγκη έχειν’άσπαστεΐ τήν ορθοδοξία. Τά δημιουργικά μέλη μιας ορθοδοξίας, οποιασδήποτεορθοδοξίας, ξεπερνούν τελικά το δόγμα τους.

Παρόλο πού υπάρχει κάτι καθησυχαστικό σ’έναν παντογνώστη θεραπευτή, ό όποιος έχειπάντα τον έλεγχο κάθε κατάστασης, μπορεί νά υπάρχει καί κάτι έντονα άνθρώπινο σ’ ένανθεραπευτή πού άναζητά χωρίς βεβαιότητα, σ’έναν θεραπευτή πού είναι πρόθυμοςν’άμφιταλαντευτεΐ μέ τον άσθενή, ώσπου μαζί νά βρεθούν μπροστά σέ μιά άνακάλυψη πούθά τούς ενισχύσει. Δυστυχώς όμως, όπως επρόκειτο νά μού μάθει ή Θέλμα πριν

Page 26: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

ολοκληρωθεί αύτό το περιστατικό, μπορεί μιά καταπληκτική θεραπεία νά πάει στράφι μ’έναν συγκεκριμένο άσθενή !

Αναζητώντας τή δύναμη, έφτασα ως τά δρια. Προσπάθησα νά τήν ταρακουνήσω καί νά τήσοκάρω.

«Ας υποθέσουμε γιά μιά στιγμή πώς ό Μάθιου πεθαίνει! Αύτό θά σ’ απελευθέρωνε ; »

«’Έχω προσπαθήσει να το φανταστώ. "Οταν τον σκέφτομαι πεθαμένο, με πλημμυρίζει πολύμεγάλη θλίψη. Τότε θα ζούσα σ’ έναν κόσμο άδειο. Τίποτ’ άλλο δέν μου’ρχεται στο νου έκτοςάπ’αύτό ».

« Πώς μπορείς ν’ άπελευθερωθεΐς ; Ποιος θά μπορούσε νά σ’ ελευθερώσει; Μπορεί νάσ’ελευθερώσει ό Μάθιου; ’Έχεις ποτέ φανταστεΤμιά κουβέντα μαζί του, στήν οποία νάσ’άπελευθερώνει;»

Στήν ερώτησή μου ή Θέλμα χαμογέλασε. Με κοίταξε με κάτι που εγώ το ερμήνευσα ώςμεγαλύτερο σεβασμό σάν νά τήν είχε εντυπωσιάσει ή ικανότητά μου νά διαβάζω τή σκέψητης. Είχα προφανώς άγγίξει μιά σημαντική φαντασίωση.

« Συχνά, πολύ συχνά ».

« Μίλα μου γι’ αύτό. Πώς θά συνέβαινε ; »

Δέν στηρίζω τή θεραπεία μου στο « παίξιμο ρόλων » ή στήν « άνταλλαγή θέσεων », τώροίόμως έμοιαζε πώς είχε έρθει ή κατάλληλη στιγμή. «Ας προσπαθήσουμε νά παίξουμε τήσκηνή. Μπορείς ν’άλλάξεις θέση, νά παίξεις το ρόλο του Μάθιου, καί νά μιλήσεις στή Θέλμαπού κάθεται εδώ, σ’αύτή τήν καρέκλα ;»

’Αφού στο παρελθόν είχε άντιδράσει σε οτιδήποτε άλλο είχα προτείνει, προετοίμαζα ήδη τοεπιχείρημά μου γιά νά ττ,ν πείσω, όταν, προς μεγάλη μου έκπληξη, συμφώνησεμ’ενθουσιασμό. ’Ίσως στά είκοσι χρόνια τής ψυχοθεραπείας της νά είχε δουλέψει μεθεραπευτές του «γκεστάλτ», πού χρησιμοποιούσαν τέτοιου είδους τεχνικές. ’Ίσως νά’βγαίνεπάλι στήν επιφάνεια τ σκηνική της εμπειρία. Σηκώθηκε —πήδηξε σχεδόν— άπ’τή θέση της,καθάρισε τή φωνή της, έκανε πώς φοράει γραβάτα και πώς κουμπώνει ένα σακάκι, ντύθηκεένα χαμόγελο αγιοσύνης και μιά, υπέροχη στήν υπερβολή της, έκφραση καλοσυνάτηςμεγαλοσύνης, κάθισε στήν άλλη θέση κι έγινε ό Μάθιου.

« Θέλμα, ήρθα σέ σένα, γιατί είχα εύχάριστες άναμνήσεις άπό τή δουλειά πού κάναμε μαζίστήν ψυχοθεραπεία κι επειδή σε θέλω γιά φίλη μου. Μου άρεσε το πάρε-δώσε μας. Μ’άρεσεπού κάναμε πλάκα με τις κωλοσυνήθειές σου. ’Ήμουνα ειλικρινής. "Ολα όσα σου είπατά.εννοούσα. ’Έπειτα όμως συνέβη ένα γεγονός, γιά το όποιο επέλεξα νά μή σού μιλήσω καίτο οποίο μ’έκανε ν’αλλάξω γνώμη. Δέν έκανες έσύ κάτι — σέ σένα δέν έβρισκα τίποταδυσάρεστο, παρόλο πού δέν είχαμε αρκετό χρόνο γιά νά χτίσουμε μιά σχέση μέ διάρκεια.Αύτό πού μού συνέβη ήταν ότι μιά γυναίκα, ή Σόνια — » >-

Στο σημείο αύτό ή Θέλμα έγκατέλειψε γιά λίγο το ρόλο της καί είπε μ’ έναν δυνατό σκηνικόψίθυρο, «Κύριε Γιάλομ, Σόνια ήταν το καλλιτεχνικό μου, όταν χόρευα ».

Ξανάγινε ό Μάθιου καί συνέχισε. « Μπήκε λοιπόν στή σκηνή αυτή ή γυναίκα, ή Σόνια, καί τότεσυνειδητοποίησα πώς το μόνο πού είχα άνάγκη ήταν νά ζήσω τή ζωή μου μαζί της.Προσπάθησα νά μείνω μακριά, προσπάθησα νά σού πώ νά σταματήσεις νά μούτηλεφωνείς καί —θά είμαι ειλικρινής μαζί σου— μ’ ένόχλησε πού δέν το έκανες. Μετά τήνάπόπειρά σου, κατάλαβα πώς έπρεπε νά προσέχω πολύ τί λέω, γι’αύτό έγινα τόσοάπόμακρος. Πήγα νά δώ έναν ψυχίατρο, ό.όποιος μού συνέστησε τήν πλήρη σιωπή. Είσαιένας άνθρωπος μέ τον όποιο θά’θελα πολύ νά έχω φιλική σχέση, άλλά δέν υπάρχει τρόποςνά το κάνουμε άνοιχτά. Έσύ έχεις τον Χάρρυ σου κι έγώ τή Σόνια μου ».

Page 27: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Σταμάτησε καί βυθίστηκε στήν πολυθρόνα της. Οι ώμοι της καμπούριασαν, το καλοσυνάτοχαμόγελο έσβησε, κι έχοντας άναλωθεΐ έντελώς ξανάγινε ή Θέλμα.

Καθίσαμε μαζί σιωπηλοί. Καθώς σκεφτόμουν τά λόγια πού είχε βάλει στο στόμα τού Μάθιου,καταλάβαινα εύκολα τήν επίδρασή τους καί γιατί προφανώς τά είχε ξαναπεί τόσες φορές :έπιβεβαίωναν τή δική της άποψη τής πραγματικότητας,.-απάλλασσαν τον Μάθιου άπό κάθεεύθύνη ( άφού ό ψυχίατρός του τον είχε συμβουλεύσει νά παραμείνει σιωπηλός ) καίέπιβεβαίωναν ότι έκείνη δέν είχε τίποτα στραβό ούτε ή σχέση τους είχε τίποτα τοασυνήθιστο. Απλώς ό Μάθιου είχε μεγαλύτερη υποχρέωση απέναντι σε κάποιαν άλλη. Τογεγονός ότι ή άλλη γυναίκα ήταν ή Σόνια, ή ίδια δηλαδή σε νεαρή ήλικία, έδειχνε πώς όφειλανά καταναλώσω περισσότερο χρόνο έξετάζοντας τά συναισθήματα τής Θέλμα γιά τήν ήλικίατης.

Με είχε συνεπάρει ή ιδέα τής άπελευθέρωσης. Θά τήν απελευθέρωναν άραγε στ ’αλήθειααύτά τά λόγια, αν τά ελεγε ό Μάθιου ; Στο μυαλό μου ήρθε άστραπιαία ένα έπεισόδιο μεκάποιον άσθενή πού είχα δει τον πρώτο χρόνο τής ειδικότητας (αύτές οι πρώτες κλινικέςεμπειρίες σου μένουν, σάν κάτι πού σου εντυπώνεται στήν παιδική ήλικία τήςεπαγγελματικής σου σταδιοδρομίας ). Ό άσθενής, πού ήταν έντονα παρανοϊκός, επέμενεπώς δέν ήμουνα ό ψυχίατρος Γιάλομ, παρά ένας πράκτορας του Έφ-Μπί-Άι, καί μου ζητούσεταυτότητα. "Όταν στήν επόμενη συνεδρία τού έδειξα, χωρίς καμιά αίσθηση τεχνικής, τοπιστοποιητικό γεννήσεως, το δίπλωμα οδήγησης καί το διαβατήριό μου, έκεΐνος ανακοίνωσεότι είχα έπιβεβαιώσει τις υποψίες του : μόνο κάποιος πού είχε σχέση μέ το Έφ-Μπί-’Άιμπορούσε νά φτιάξει πλαστά χαρτιά τόσο γρήγορα. Αν ένα σύστημα επεκτείνεται στοάπειρο, δέν γίνεται νά μή σέ συμπεριλάβει.

’Όχι βέβαια ότι ή Θέλμα ήταν παρανοϊκή. ’Αναρωτιόμουν όμως μήπως κι έκείνη θάκατατρόπωνε οποιεσδήποτε άπελευθερωτικές δηλώσεις, άκόμα κι αν προέρχονταν άπ’τόνΜάθιου, άπαιτώντας επ’άπειρον περισσότερες άποδείξεις καί περισσότερη εξασφάλιση.Παρ’όλ’αύτά, κοιτάζοντας τώρα ξανά προς τα πίσω το περιστατικό αύτό, πιστεύω πώς άπόέκείνη άκριβώς τη στιγμή άρχισα νά σκέφτομαι σοβαρά να συμπεριλάβω τον Μάθιου στήθεραπευτική διαδικασία — όχι τον έξιδανικευμένο Μάθιου τής Θέλμα, άλλά τον άληθινόΜάθιου με σάρκα καί οστά.

«Πώς νιώθεις γι’αύτό το παίξιμο ρόλων, Θέλμα; Τί σου άνακίνησε; »

«’Ένιωσα σάν ήλίθια ! Είναι γελοίο γιά κάποια πού έχει τήν ήλικία μου νά φέρεται σάν άνόητηέφηβη ».

«Μήπως θέλεις νά με ρωτήσεις κάτι πάνω σ’αύτό; Πιστεύεις ότι έτσι νιώθω απέναντί σου ; »

« Γιά νά είμαι ειλικρινής, είναι κι αύτός ένας λόγος —πέρα άπ ’ τήν υπόσχεση πού έδωσαστον ίδιο— πού δέν έχω μιλήσει γιά τον Μάθιου στούς θεραπευτές μου κι ούτε σε κανένανάλλον. Ξέρω ότι θά πούν πώς . είναι ένας ενθουσιασμός ή ένα παροδικό πάθος ή μιάμεταβίβαση. Σάν ν’άκούω νά λένε το γνωστό: “"Ολοι ερωτεύονται τον θεραπευτή τους”.Αλλιώς θά τ’ονομάσουν — πώς λέγεται όταν ό θεραπευτής προβάλλει κάτι στον άσθενή;»

« Αντιμεταβίβαση ».

« Ναι, άντιμεταβίβαση. Κάτι τέτοιο υπονοήσατε κι εσείς τήν περασμένη εβδομάδα, λέγονταςότι ό Μάθιου “ δούλευε ” τά προσωπικά του προβλήματα στή θεραπεία του μαζί μου. Θά τοπώ άνοιχτά (όπως μού λέτε ότι πρέπει νά είμαι στήν ψυχοθεραπεία ): αύτό με τρώει. Είναισάν νά μήν είχα εγώ καμιά σημασία, σάν νά ήμουνα ένας άθώος θεατής πού παρευρέθηκεσε κάτι, το όποιο παιζόταν άνάμεσα σ’εκείνον καί στή μητέρα του ».

Συγκράτησα τή γλώσσα μου. Είχε δίκιο. Ακριβώς αύτή ήταν ή σκέψη μου. Κι έσύ κι ό Μάθιουείσαστε «άθώοι θεατές». Κανένας άπ’τούς δυο δέν έκανε σχέση πραγματικά με τον άλλο,

Page 28: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

άλλά με μιά φαντασίωση τού άλλου. Έσύ τον έρωτεύτηκες γι’ αύτό πού άντιπροσώπευε γιάσένα : κάποιον πού θά σ’ άγαπούσε ολοκληρωτικά καί άνευ ορών. Πού θα ήταν απόλυταάφοσιωμένος στο νά είσαι καλά, στήν άνεση καί στήν εξέλιξή σου. Πού θ’ άκύρωνε τηνήλικία σου καί θά σ’ άγαπούσε σάν μιά νέα, όμορφη Σόνια. Πού θά σού παρείχε μιά εύκαιρίανά ξεφύγεις άπ’ τήν οδύνη τού νά υπάρχεις χωριστά καί θά σού πρόσφερε τή μακαριότητατής συγχώνευσης, όπου δέν υπάρχει αίσθηση τού εαυτού. Ίσως νά ήσουνα «ερωτευμένη»,άλλά το σίγουρο~ειναι ένα: δέν ήσουνα ερωτευμένη με τον Μάθιου. Τον Μάθιου δέν τονγνώρισες ποτέ.

Κι εκείνος ; Ποιόν ή τί ερωτεύτηκε; Δέν το ήξερα άκόμα, άλλα πάντως δέν πίστευα πώςέρωτεύτηκε ή άγάπησε στ’ αλήθεια. Δέν σ’άγάπησε, Θέλμα, σέ χρησιμοποίησε. Δέν είχεγνήσια στοργή γιά τή Θέλμα μέ σάρκα και οστά! Φαίνεται σωστή ηι σκέψη σου ότι κάτιπαιζόταν άνάμεσα σ’εκείνον και στη μητέρ_α_του.

Σάν νά διάβαζε τή σκέψη μου, ή Θέλμα συνέχισε ορθώνοντας το πιγούνι της καί μιλώνταςσάν σέ μεγάλο άκροατήριο. « Όταν οι άνθρωποι νομίζουν ότι δέν άγαπηθήκαμε, αύτό μειώνειτήν^άγάπη^ς, Της άφαιρ&,βάθος τήν_κάνει ένα τίποτα. Ή άγάπη ήταν καί είναι αληθινή.Τίποτα δέν υπήρξε πιο αληθινό γιά μένα. Εκείνες οι εικοσιεφτά μέρες ήταν το ζενίθ τής ζωήςμου. Ήταν εικοσιεφτά παραδεισένιες μέρες καί θά’δινα τά πάντα γιά νά τις ξαναέχω ! »

Δυνατή γυναίκα, σκέφτηκα. Είχε θέσει το όριό της πολύ άποτελεσματικά: « Μή μου παίρνετετο ζενίθ τής ζωής μου. Μή μου παίρνετε το μόνο αληθινό πράγμα πού μού συνέβη ποτέ ».Ποιος θ’άντεχε νά κάνει τέτοιο πράγμα σέ οποιονδήποτε, πόσο μάλλον σέ μιά καταθλιπτική,αύτοκτονική γυναίκα έβδομήντα χρονών;

Εγώ όμως δέν είχα καμιά πρόθεση ν’άφήσω νά μ’έκβιάσουν μέ τέτοιο τρόπο. ’Ανυποχωρούσα τώρα, θά γινόμουνα εντελώς άναποτελεσματικός. Γι’αύτό συνέχισα μέ ύΤ;ςαπλό καί χωρίς συναισθηματικές εξάρσεις. «Μίλησέ μου γιά κείνο το αίσθημα εύφορίας, πέςμου όλα όσα θυμάσαι».

« Ήταν μιά έμπειρία εξωσωματική. Δέν είχα βάρος. Σαν να μήν ήμουνα εκεί, ή τουλάχιστονσάν νά μήν ήταν έκεΐ το κομμάτι μου πού πονάει καί πού μέ τραβάει προς τά κάτω. Είγασταματήσει νά σκέφτομαι καί ν’άνησυγώ -γιά^μένα. Είχα γίνει έμζϊζ».

Το μοναχικό εγώ πού διαλύεται εκστατικά μέσα στο εμείς. Πόσες φορές τό ’χω άκούσειαύτό! Είναι ό κοινός παρονομαστής κάθε μορφής μακάριας.. ευτυχίας ρομαντικής,σεξουαλικής, πολιτικής, θρησκευτικής, μυστικιστικής. "Ολοι θέλουν καί καλωσορίζουν αυτή τήμακάρια συγχώνευση. Με τή Θέλμα όμως υπάρχει μιά διαφορά — δέν είναι ότι τήν επιθυμεί,άλλά ότι πρέπει οπωσδήποτε νατήν κατέχει, γιά ν' άποφυγει κάποιον κίνδυνο.

« Αύτό ταιριάζει μέ όσα μού είπες γιά το σέξ μέ τον Μάθιου — πώς δέν ήταν σημαντικό νάμπαίνει σαρκικά μέσα σου. Το σημαντικό ήταν νά βρίσκεται σ’ επαφή ή άκόμα καί νάσυγχωνεύεται μαζί σου ».

« Ακριβώς. Αύτό εννοούσα, όταν έλεγα πώς ύπερβάλλέτε ως πρός τή σημασία τήςσεξουαλικής σχέσης. Το σέξ αύτό καθεαυτό δέν έπαιζε πολύ σημαντικό ρόλο ».

« Αύτό μάς βοηθάει νά καταλάβουμε το όνειρο πού είδες πριν άπό δυο βδομάδες ».

Πριν άπό δυο βδομάδες ή Θέλμα είχε άναφέρει ένα όνειρο άγχους — το μοναδικό όνειρο πούέφερε στή διάρκεια τής θεραπείας :

Χόρευα μ’έναν μεγαλόσωμο ,έγρο. ’Έπειτα αύτός έγινε ό Μάθιου. Ήμαστε ξαπλωμένοι στηνπίστα και κάναμε έρωτα. ’Ακριβώς τη στιγμή πού έφτανα σε οργασμό, ψιθύρισα στ* αύτί του:«Σκότωσέ με». Εκείνος έξαφανίστηκε, κι έμεινα ολομόναχη στήν πίστα.

Page 29: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

«Είναι σάν νά θέλεις ν’άπαλλαγεΐς άπ’τή χωριστή ύπαρξή σου, νά χαθείς (πράγμα πού στοόνειρο συμβολίζεται μέ τή φρά^ση “Σκότωσέ με”) κι ό Μάθιου είναι το όργανο μέ το όποιοπρόκειται νά συμβεί αύτό. ’Έχεις σκεφτεί καθόλου γιατί αύτά συμβαίνουν σέ μιά πίστα χορού; »

« Είπα νωρίτερα ότι τέτοια ευφορία ένιωσα μόνο έκεΐνες τις εικοσιεφτά μέρες. "Ομως δένείναι άπολύτως άλήθεια. Συχνά ένιωθα αύτή τήν εύφορία, όταν χόρευα. Συχνά έκείνη τήνώρα έξαφανίζονταν τά πάντα, κι έγώ καί όλα, υπήρχε μόνο ό χορός καί ή στιγμή. "Οτανχορεύω στά όνειρά μου, σημαίνει πώς προσπάθω να κάνω κάθε κακό να εξαφανιστεί.Νομίζω πώς σημαίνει κι ότι ξαναγίνομαι νέα ».

«’Έχουμε μιλήσει ελάχιστα γιά τά συναισθήματά σου γύρω απ’τήν ήλικία σου. Πόσο συχνάσκέφτεσαι ότι είσαι εβδομήντα χρονών;»

« Νομίζω ότι θά είχα διαφορετική προοπτική στήν ψυχοθεραπεία, αν ήμουνα σαράντα αντίγιά εβδομήντα. Θά είχα κάτι νά περιμένω. Δέν προτιμάει κι ή ψυχιατρική νά δουλεύει με πιονέους άνθρώπους ; »

Κατάλαβα πώς εδώ υπήρχε πλούσιο υλικό. Είχα πολύ έντονα τήν αίσθηση ότι τήν έμμονήτής Θέλμα τήν κινούσε ό φόβος της γιά τά γηρατειά καί γιά το θάνατο. Ένας άπ’τούς λόγουςπού ήθελε νά συγχωνευτεί καί ν’άφανιστεΐ μέσα στον έρωτα, ήταν γιά νά αποφύγει τοντρόμο τού άφανισμού μέσα απ’το θάνατο. Ό Νίτσε· -είχε πει« Ή τελική άνταμοιβή τώννεκρών ε^αι ότι δέν ξαναπεθαίνουν». Εδώ όμως άνοιγόταν καί μιά υπέροχη ευκαιρία νάδουλέψουμε πάνω στή σχέση μας. Παρόλο πού καί τά δυο ζητήματα πού εξερευνούσαμε (ήάπόδραση άπό τήν ελευθερία καί άπό τήν άπομόνωση τής χωριστής ύπαρξης )συνιστούσαν καί θα συνέχιζαν νά συνιστούν το περιεχόμενο τής συνομιλίας μας, ένιωθα ότιή μοναδική πιθανότητα νά βοηθήσω τή Θέλμα ήταν αναπτύσσοντας μιά σχέση μαζί της τούνά είχε νόημα γιά κείνη. ’Έλπιζα ότι εγκαθιστώντας έναν στενό σύνδε-, σμο μαζί μου, θάμπορούσα νά ελαττώσω επαρκώς το σύνδεσμό της μέ τον Μάθιου, έτσι ώστε νά ξεφύγειάπό κείνον. Τότε μονο θά μπορούσαμε νά στραφούμε στήν άναγνώριση και στηναπομάκρυνση τών έμποδίων πού δέν τής επέτρεπαν νά δημιουργήσει στενές σχέσεις στήνκοινωνική της ζωή.

« Θέλμα, όταν ρωτάς αν ή ψυχιατρική προτιμάει νά δουλεύει με νεότερους άσθενείς, έχω τήναίσθηση πώς μού·κάνεις καί μιά προσωπική ερώτηση ».

Ως συνήθως, ή Θέλμα άπέφυγε το προσωπικό επίπεδο. «Λογικά είναι μεγαλύτερο τοκέρδος, αν κάνεις δουλεύει, ας πούμε, με μιά νεαρή μητέρα τριών παιδιών. ’Έχει ολόκληρη τήζωή μπροστά της, και ή βελτίωση τής ψυχικής της κατάστασης θά ωφελήσει και τά παιδιάτης καί τά παιδιά τών παιδιών της ». .

Επέμεινα. «Εννοούσα ότι μου φάνηκε πώς ίσως νά μου έθετες ένα ερώτημα, έναπροσωπικό έρώτημα, γιά κάτι πού άφορά έσένα καί μένα ». ·

«Δέν θά προτιμούσε ένας ψυχίατρος νά βλέπει μιά άσθενή τριάντα χρονών παρά έβδομήντα; »

« Μπορούμε νά έστιάσουμε σ’ εσένα και σ’ έμενα άντι στήν ψυχιατρική, στούς ψυχιάτρουςκαί στούς άσθενείς; Μήπως το έρώτημα πού μού θέτεις είναι: “ Πώς νιώθεις έσύ, Ίρβ ” » —έδώ ή Θέλμα χαμογέλασε. Πολύ σπάνια άνέφερε τ’ όνομά μου, είτε το μικρό είτε το μεγάλο—« “ πού έχεις εμένα σε θεραπεία, μιά γυναίκα έβδομήντα χρονών ; ” »

Καμιά άπάντηση. Κοίταζε έξω άπ’τό παράθυρο. Κουνούσε έλάχιστα το κεφάλι. Γαμώτο, τίπεισματάρα πού ήταν!

«’Έχω δίκιο; Είναι αύτό το έρώτημα; »

Page 30: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

« Είναι κι αύτό ένα έρώτημα, όχι άπαραιτήτως το έρώτημα. ’Αν όμως είχες άπλώς άπαντήσειστήν έρώτησή μου, όπως τήν έκανα τήν πρώτη φορά, θά είχα πάρει τήν άπάντηση σ’αύτόπού μέ ρώτησες τώρα ».

« Εννοείς ότι θά είχες μάθει τή γνώμη μου γιά το πώς νιώθουν οι ψυχίατροι γενικά, ότανβλέπουν έναν μέσο ήλικιωμένο ασθενή, κι έπειτα θά υπέθετες πώς έτσι νιώθω κι έγώβλέποντας έσένα;»

Ή Θέλμα έγνεψε καταφατικά.

«Αύτό όμως δέν οδηγεί πουθενά. Και μπορεί νά είναι άνακριβές. "Ένα γενικό σχόλιό μουίσως νά ήταν μιά υπόθεση γιά ολόκληρο τον κλάδο μας, κι όχι ή έκφραση τών δικών μουπροσωπικών αισθημάτων γιά σένα. Τί σ’έμποδίζει νά μού θέσεις εύθέως τήν πραγματικήέρώτηση ; »

«Τέτοια πράγματα δουλεύαμε μέ τον Μάθιου. Ακριβώς αυτά ονόμαζε κωλοσυνήθειές μου ».

Αυτό με σταμάτησε. ’Ήθελα άραγε νά συνταχθώ με οποιονδήποτε τρόπο με τον Μάθιου;’Ήμουνα όμως σίγουρος πώς ακολουθούσα το σωστό μονοπάτι.

«’Ας προσπαθήσω ν’απαντήσω στις ερωτήσεις σου — στή γενική ερώτηση πού έκανες καιστήν προσωπική πού δέν τήν έκανες. Θά ξεκινήσω με τήν πιο γενική. Εγώ προσωπικάχαίρομαι νά "δουλεύω με μεγαλύτερους άσθενείς. "Όπως γνωρίζεις άπ’όλα έκεΐνα τάερωτηματολόγια πού συμπλήρωσες πριν ξεκινήσουμε, βρίσκομαι στή μέση μιας έρευνας καίδουλεύο; μ’ένα σωρό άσθενεΐς ήλικίας μεταξύ εξήντα καί έβδομήντα ετών. Διαπιστώνω ότιτά πάνε έξίσου καλά στήν ψυχοθεραπεία όπως οι νεότεροι άσθενεΐς, ίσως καί καλύτερα, καίή δουλειά μαζί τους μού προσφέρει τήν ίδια ικανοποίηση.

»Καταλαβαίνω τήν έρώτησή σου γιά τή νεαρή μητέρα καί τή δυνητική έπίδρασή της, άλλάεγώ το βλέπω διαφορετικά. Κι έσύ έχεις μεγάλη επίδραση. "Όλοι οι νέοι άνθρωποι, μέ τούςοποίους έρχεσαι σ’ έπαφή, θά σέ βλέπουν σάν οδηγό ή σάν πρότυπο γιά επόμενες φάσειςτής ζωής τους. Κι άπ’τή δική σου προσωπική μεριά, πιστεύω ότι είναι δυνατόν στάέβδομήντα ν’ ανακαλύψεις μιά νέα προοπτική πού θά σού επιτρέψει νά διαποτίσειςαναδρομικά ολόκληρη τήν προηγούμενη ζωή σου μέ νέο νόημα καί νέα σημασία. Ξέρω πώςείναι δύσκολο νά το δεις αύτό τώρα — πίστεψέ με όμως, συμβαίνει συχνά.

»Καί τώρα θ’άπαντήσω στο προσωπικό κομμάτι τής ερώτησης — πώς νιώθω εγώ πούδουλεύω μαζί σου; Θέλω να ~ζ βλέπω. Νομίζω πώς άντιλαμβάνομαι τήν οδύνη σου, και τηνκατανοώ πολύ καλα — έχω κι εγώ νιώσει τέτοιου ειοους οουνη στο παρελθόν. Μ’ ένδιαφέρειτο πρόβλημα μέ το όποιο παλεύεις, καί νομίζω πώς μπορώ νά σέ βοηθήσω. Γιά τήν άκρίβεια,έχω δεσμευτεί νά σέ βοηθήσω. Το δυσκολότερο κομμάτι γιά μένα στή δουλειά πού κάνουμεμαζί είναι ή ματαίωση πού νιώθω, εξαιτίας τής άπόστασης πού δημιουργείς ανάμεσά μας.Είπες νωρίτερα ότι μπορείς ν’άνακαλύψεις (ή τουλάχιστον νά μαντέψεις με μεγάλεςπιθανότητες ) τήν απάντηση σε μιά προσωπική ερώτηση κάνοντας μιά ερώτηση μήπροσωπική. Γιά σκέψου όμως τί αποτέλεσμα έχει αύτό στον άλλον. "Οταν συνεχίζεις νάμουκάνεις απρόσωπες ερωτήσεις, όπως πριν άπό λίγο, έγώ νιώθω ότι με κάνεις πέρα ».

«Αύτά άκριβώς μού έλεγε κι ό Μάθιου ».

Χαμογέλασα κι έτριξα σιωπηλά τά δόντια μου. Δέν μπορούσα νά σκεφτώ τίποταδημιουργικό νά τζώ. Αύτή ή έπίπονη, ματαιωτική άλληλεπίδραση ήταν ενδεικτική. Επρόκειτονά κάνουμε πολλές παρόμοιες συζητήσεις.

Ήταν μιά σκληρή δουλειά χωρίς άνταμοιβές. Βδομάδα μέ τη βδομάδα, κομματάκι κομματάκι,προσπαθούσα νά τής μάθω τήν αλφαβήτα τού πώς νά σχετίζεται στενά μέ τον άλλον: γιάπαράδειγμα, πώς νά χρησιμοποιεί τις άντωνυμίες έγώ καί έσυ, πώς ν’άναγνωρίζει τά

Page 31: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

συναισθήματα (ξεκινώντας άπ’τή διαφορά μεταξύ συναισθημάτων καί σκέψεων ), πώς νάμήν τά « άποκληρώνει» καί νά τά έκφράζει. Τής έμαθα ένα μνημονικό τέχνασμα γιά τάβασικά συναισθήματα (bad, sad, mad, glad ')· Τής έδινα νά συμπληρώνει προτάσεις τούείδους, « Ίρβ, όταν το λές αύτό, νιώθω-».

Είχε ένα έντυπωσιακό ρεπερτόριο άποστασιοποιητικών λειτουργιών. Εισήγαγε, ας πούμε,αύτό πού έπρόκειτο νά πει μ’ έναν μακροσκελή, βαρετό πρόλογο. "Όταν τής το έπισήμανα,παραδέχτηκε ότι ήταν άλήθεια, άλλά άμέσως άρχισε νά μού περιγράφει πώς, όταν κάποιοςτή ρωτάει τήν ώρα, έκείνη δίνει διάλεξη περί ωρολογοποιίας. ’Έπειτα άπό άρκετά λεπτά,όταν τελείωσε αύτό το ανέκδοτο (πλήρες, μέ μιά λεπτομερή ιστορική αναφορά τού πώςέκείνη κι ή αδελφή της πρωτοαπέκτησαν τή συνήθεια νά άφηγούνται μακροσκελείς ιστορίεςχωρίς συγκεκριμένο τέλος), είχαμε άπομακρυνθεΐ άπελπιστικά άπ’τό σημείο πού ξεκινήσαμεκαί με είχε επιτυχώς άποστασιοποιήσει.

1. ’Άγχος, θλίψη, οργή, χαρά.

Μια φορά αναγνώρισε ότι είχε γενικά σοβαρό πρόβλημα νά έκφραστεΤ. Είχε υπάρξει όεαυτός της μέ πλήρη καί αυθόρμητο τρόπο μόνο σέ δύο περιστάσεις στήν ένήλικη ζωή της— όταν χόρευε, καί στις είκοσιεφτά μέρες τής ερωτικής της σχέσης μέ τον Μάθιου. Κι αύτόςήταν ένας σημαντικός λόγος πού είχε αποκτήσει τέτοιες διαστάσεις ή ανάγκη της να τήνάποδεχτεΐ ό Μάθιου : « Με ήξερε δσο έλάχιστοι άνθρωποι — όπως είμαι πραγματικά,έντελώς άνοιχτή, χωρίς νά κρύβω τίποτα ».

’Αν κάποια μέρα τή ρωτούσα πώς τά πηγαίναμε, ή τής ζητούσα νά μού περιγράψει όλα τάσυναισθήματα πού είχε νιώσει απέναντί μου μέσα στή συνεδρία ως έκείνη τή στιγμή,σπανίως απαντούσε. Συνήθως αρνιόταν ότι είχε νιώσει κάτι, άλλά υπήρχαν καί φορές πούμέ άφόπλιζε έντελώς, λέγοντας πώς έκείνη τήν ώρα είχε νιώσει ότι είχαμε έρθει πολύ κοντά— τήν ίδια ώρα πού έγώ τήν ένιωθα ιδιαίτερα άποφευκτική καί άπόμακρη. Ήταν μεγάλορίσκο νά διερευνήσω αύτή τήν άντίφαση στον τρόπο πού άντιλαμβανόμαστε τά πράγματα,γιατί τότε ήταν πιθανό νά νιώσει ότι τήν αποκρούω..

Καθώς αποδεικνυόταν όλο καί πιο περίτρανα ότι καμιά βαθύτερη σχέση δέν άναπτυσσότανμεταξύ μας, έγώ ένιωθα μπερδεμένος. καί είχα τήν αίσθηση ότι μέ άπέρριπτε. ’Απ’ δσομπορούσα να κρίνω, εγώ ήμουνα διαθέσιμος γιά κείνη. Εκείνη όμως συνέχιζε νά μήνένδιαφέρεται γιά μένα. Προσπάθησα νά θέσω. αύτό το έρώτημα, άλλά όπως καί νά τοέξέφραζα, ένιωθα σαν νά κλαψουρίζω : « Γ ιατί δέν σού άρέσω δσο ό Μάθιου ; »

«Ξέρεις, Θέλμα, παράλληλα μέ το ότι έπιτρέπεις νά σημαίνει τά πάντα γιά σένα ή άποψη τούΜάθιου, συμβαίνει καί κάτι άλλο. Αρνείσαι νά έπιτρέψεις στή δική μου άποψη νά σημαίνειοτιδήποτε. Ξέρω κι έγώ πολλά γιά σένα, όπως ό Μάθιου. Είμαι κι έγώ θεραπευτής — μάλισταείκοσι χρόνια πιο έμπειρος καί πιθανότατα σοφότερος απ’τον Μάθιου. Αναρωτιέμαι γιατί δένμετράει το τί σκέφτομαι καί τι νιώθω έγώ γιά σένα ».

Ή Θέλμα άνταποκρίθηκε στο περιεχόμενο άλλά όχι στο συναίσθημα. Με μαλάκωσε: «Δενφταίτε εσείς. Είμαι σίγουρη πώς ξέρετε τή δουλειά σας. ’Έτσι θα ήμουνα μέ οποιονδήποτεθεραπευτή στον κόσμο. Απλώς μ’έχει τόσο πληγώσει ό Μάθιου, πού δέν πρόκειται ποτέ ναξαναβρεθώ'τόσο εύάλωτη μπροστά σέ οποιονδήποτε άλλον θεραπευτή ».

«’Έχεις μιά καλή άπάντηση γιά όλα, τελικά όμως τά πάντα καταλήγουν στο “ Μή μέπλησιάζεις ”. Δέν μπορείς νά πλησιάσεις τον Χάρρυ, γιατί δέν θέλεις νά τον πληγώσειςάποκαλύπτοντας τις κρυφές σου σκέψεις γιά τον "Μάθιου και γιά τήν αύτοκτονία. Δένμπορείς νά έχεις στενή σχέση μέ φίλους, μήπως τούς πληγώσεις, όταν τελικά θάαυτοκτονήσεις. Δέν μπορείς νά έρθεις κοντά σέ μένα, γιατί κάποιος άλλος θεραπευτής, πρινάπό οχτώ χρόνια, σέ πλήγωσε. Τά λόγια διαφέρουν σέ κάθε περίπτωση, άλλά ή μελωδίαδέν άλλάζει».

Τελικά, τον τέταρτο μήνα, φάνηκαν σημάδια προόδου. Ή Θέλμα σταμάτησε νά καταρρίπτει

Page 32: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

κάθε μου έπιχείρημα καί, πρός μεγάλη μου έκπληξη, στο ξεκίνημα μιας συνεδρίας δήλωσεότι είχε περάσει τήν προηγούμενη εβδομάδα κάνοντας έναν κατάλογο όλων τών στενών τηςσχέσεων καί τού τί συνέβη στήν καθεμιά. Συνειδητοποίησε πώς, όποτε έρχόταν πραγματικάκοντά σέ κάποιον, κατόρθωνε, μέ τον έναν ή τον άλλο τρόπο, νά διακόψει τή σχέση.

«’Ίσως νά ’χετε δίκιο, ίσως νά έχω πραγματικά σοβαρό πρόβλημα νά πλησιάσω τούςάνθρώπους. Δέν νομίζω πώς είχα καμιά καλή φίλη εδώ καί τριάντα χρόνια. Δέν είμαι κάνσίγουρη αν είχα ποτέ καμιά ».

Αύτή ή άποκάλυψη θά μπορούσε νά σηματοδοτήσει μιά καμπή στή θεραπεία μας : γιάπρώτη φορά ή Θέλμα άναγνώρισε καί άνέλαβε τήν εύθύνη γιά ένα συγκεκριμένο πρόβλημα.Τώρα είχα ελπίδες πώς θά μπορούσαμε νά προχωρήσουμε στήν άληθινή θεραπεία. Συνέβηόμως το άντίθετο : άποτραβήχτηκε άκόμα περισσότερο, υποστηρίζοντας ότι το πρόβλημάτης μέ τήν οικειότητα καταδίκαζε τή δουλειά μας στήν ψυχοθεραπεία.

Κατέβαλα έντονες προσπάθειες να τήν πείσω πώς το γεγονός ότι αύτό το θέμα είχεαναδυθεί στή θεραπεία ήταν θετικό καί όχι αρνητικό. Τής έξήγησα ξανά καί ξανά ότι οιδυσκολίες της με τήν οικειότητα δέν είναι έπιφανειακό θέμα πού απλώς έτυχε νά μπει στοδρόμο τής θεραπείας, άλλά είναι το κεντρικό ζήτημα. Ήταν μιά θετική, όχι μιά άρνητικήέξέλιξη το γεγονός ότι βγήκετστήν επιφάνεια εδώ καί τώρα, πού μπορούσαμε νά τοέξετάσουμε.

Ή άπόγνωσή της όμως βάθαινε. Τώρα ύπέφερε κάθε βδομάδα. Είχε πιο πολλές έμμονεςσκέψεις, έκλαιγε περισσότερο, αποτραβήχτηκε κι άλλο άπό τον Χάρρυ, περνούσεπερισσότερο χρόνο σχεδιάζοντας πώς θ’αύτοκτονήσει. "Ολο καί πιο συχνά άκουγα κριτικήγιά τή θεραπεία μας. Υποστήριζε ότι το μόνο πού κατάφερναν οι συνεδρίες μας ήτανν’άνακινήσουν τά ζητήματα, ν’αύξήσουν τή δυσφορία της, καί μετάνιωνε πού είχε δεσμευτείγιά ένα ολόκληρο εξάμηνο ψυχοθεραπείας.

Ό χρόνος μας τελείωνε. Μπαίναμε στον πέμπτο μήνα. Καί παρόλο πού ή Θέλμα μέδιαβεβαίωνε ότι θά τηρούσε τή δέσμευσή της, μού ξεκαθάρισε ότι δέν ήθελε νά συνεχίσειπέρα άπ’ τούς έξι μήνες. ’Ένιωθα καταπτοημένος : οι τόσο επίπονες προσπάθειές μου είχανάποδειχτεΐ άναποτελεσμιατικές. Δέν είχα κάν καταφέρει νά δημιουργήσω μιά σταθερήθεραπευτική συμμαχία μαζί της : ή συναισθηματική της ένέργεια ήταν ολοκληρωτικάέξαρτημένη άπ’ τον Μάθιου καί δέν είχα βρει τρόπο να την απελευθερώσω. Είχε φτάσει ήστιγμή νά παίξω το τελευταίο μου χαρτί.

«Θέλμα, έπειτα άπό έκείνη τή φορά, πριν άπό μερικούς μήνες, πού έπαιξες το ρόλο τούΜάθιου κι είπες τά λόγια πού θά σ’άπελευθέρωναν, άρχισα νά τείνω προς το νά τον καλέσωέδώ στο γραφείο μου καί νά κάνουμε μιά συνεδρία οι τρεις μας— έσύ, έγώ καί ο Μάθιου. Μάςμένουν μόνο άλλες εφτά συνεδρίες, έκτος αν άλλάξεις γνώμη καί δέν θέλεις πιά νάσταματήσουμε ». Ή Θέλμα άρνήθηκε σθεναρά μέ μιά κίνηση τού κεφαλιού. « Νομίζω πώςχρειαζόμαστε λίγη βοήθεια, γιά να προχωρήσουμε παρακάτω. Θα ήθελα τήν άδειά σου νάτου τηλεφωνήσω και νά τον προσκαλέσω νά έρθει. Νομίζω πώς μία μόνο συνεδρία με τούςτρεις μας θά είναι άρκετή, άλλά πρέπει νά τήν κάνουμε σύντομα, γιατί πιστεύω ότι έπειτα θάχρειαστούμε αρκετές ώρες γιά ν’άφομοιώσουμε όσα θά μάθουμε».

Ή Θέλμα, ως τώρα χυμένη άπαθώς στήν πολυθρόνα της, τινάχτηκε. Αγνόησε τήν πλεχτήτσάντα της, πού έπεσε άπ’ τά γόνατά της στο πάτωμα, καί μέ παρακολουθούσε με μάτιαδιάπλατα. Επιτέλους, επιτέλους είχα άποσπάσει τήν προσοχή της, καί γιά μερικά λεπτάέμεινε σιωπηλή κι άναλογιζόταν τά λόγια μου.

Παρόλο πού δέν είχα ολοκληρώσει τήν πρότασή μου στή σκέψη μου, πίστευα πώς ό Μάθιουθά συμφωνούσε νά συναντηθούμε. ’Έλπιζα ότι ή φήμη μου στον κλάδο μας θά τον ανάγκαζε,λόγω δέους, νά συνεργαστεί. Επιπλέον, τά οχτώ χρόνια ήχογραφημένων μηνυμάτων πούείχε αφήσει ή Θέλμα στον τηλεφωνητή του θά πρέπει νά τον ε!χαν πιά κουράσει, καί

Page 33: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

πίστευα πραγματικά ότι κι εκείνος άπ’τή μεριά του θά λαχταρούσε ν’ απελευθερωθεί.

Δέν ήμουνα βέβαιος τί θά συνέβαινε σ’ αύτή τήν απίθανη τριμερή συνάντηση, κι όμωςένιωθα μιά παράξενη βεβαιότητα πώς θά είχε αίσια έκβαση. 'Οποιαδήποτε πληροφορία θάβοηθούσε. Κάθε είδους παρεμβολή τής πραγματικότητας θά μέ βοηθούσε ν’αποδεσμεύσωτή Θέλμα άπ’τό κόλλημά της μέ τον Μάθιου. Παρά το βάθος τού χαρακτηρολογικού τουπροβλήματος —καί δέν αμφέβαλλα πώς έπρόκειτο γιά ρήγμα μεγάλων διαστάσεων—,ήμουνα σίγουρος πώς μπροστά μου δέν θά έκανε τίποτα γιά νά ένθαρρύνει τιςφαντασιώσεις της γιά μιά τελική έπανασύνδεση.

' ’Έπειτα άπό μιά άσυνήθιστα μακριά σιωπή ή Θέλμα ‘δήλωσε ότι χρειαζόταν περισσότεροχρόνο νά το σκεφτεί. « °Ως τώρα », είπε, « βλέπω περισσότερα άρνητικά παρά θετικά — »

’Αναστέναξα καί έγειρα στήν πλάτη τής πολυθρόνας μου. ’Ήξερα πώς θα περνούσεολόκληρη τήν υπόλοιπη ώρα υφαίνοντας ιστούς έμμονης.

« Ή θετική πλευρά είναι μάλλον ότι μ’ αύτόν τον τρόπο ό κύριος Γιάλομ θα έκανε κάποιεςπαρατηρήσεις άπό πρώτο χέρι ».

Αναστέναξα βαθύτερα. Τά πράγματα ήταν άκόμα χειρότερα απ’ό,τι συνήθως : μιλούσε γιάμένα στο τρίτο πρόσωπο. Ξεκίνησα νά τής έπισημάνω ότι μιλούσε σάν νά μήν ήμαστε στονίδιο χώρο, άλλά δέν βρήκα τήν ένέργεια — μέ είχε καταβάλει.

« Ή αρνητική πλευρά είναι ότι μπορώ νά σκεφτώ διάφορες πιθανότητες. Πρώτα, τοτηλεφώνημά σας θά τον άποξένojve άπό μένα. Τώρα έχω μιά ή δυο πιθανότητες στις εκατόν’άλλάξει γνώμη. Το τηλεφώνημά σας θά μείωνε τις πιθανότητες στο μηδέν, ή άκόμαπερισσότερο ».

Είχα πια αρχίσει νά εξοργίζομαι καί σκέφτηκα : «’Έχουν περάσει οχτώ χρόνια, Θέλμα, δένκαταλαβαίνεις τί σού λέει ό άνθρωπος ; Εξάλλου, πώς γίνεται νά μειωθούν οι πιθανότητέςσου κάτω απ’το μηδέν, χαζούλα;» ’Άρχιζα νά νιώθω πώς θά μού χαράμιζε αύτό το σχέδιο,πού ήταν όντως το τελευταίο μου χαρτί. Άλλά παρέμεινα σιωπηλός.

« Δεύτερον, το μοναδικό κίνητρό του γιά νά συμμετάσχει θά είναι έπαγγελματικό — ναβοηθήσει μιά παλαβή πού είναι ανίκανη να τα βγάλει πέρα στή ζωή της. Τρίτον — »

Θεέ μου! Άρχιζε πάλι ν’απαριθμεί. Δέν το άντεχα.

« Τρίτον, ό Μάθιου θα πει μάλλον τήν αλήθεια, άλλά θα μιλάει μ’ένα ύφος σάν νά μέ νουθετεί,γιατί θά είναι επηρεασμένος απ’τήν παρουσία τού κυρίου Γιάλομ. Δέν νομίζω ότι μπορώ ν’άντέξω να μέ νουθετούν. Τέταρτον, θά μπει σέ μιά επαγγελματικά πολύ μειονεκτική καίδύσκολη θέση. Δέν θά μέ συγχωρέσει ποτέ γι’ αύτό ».

« Μά, Θέλμα, ψυχοθεραπευτής είναι. Ξέρει ότι, προκειμένου να γίνεις καλά, πρέπει νάμιλήσεις γι’αύτόν. Αν είναι ό πνευματικά προσανατολισμένος άνθρωπος πού πιστεύεις εσύότι είναι, τότε οπωσδήποτε εχει νιώσει άρκετή ένοχή γιά τή δυστυχία σου καί θά χαρεί νάβοηθήσει ».

Αλλά ή Θέλμα ήταν πολύ άπορροφημένη ν’άναπτύσσει τή λίστα της καί δέν άκουσε τά λόγιαμου.

« Πέμπτον, τί βοήθεια θά μπορούσα ποτέ νά πάρω άπό μιά συνάντηση μέ τούς τρεις μας ;Δέν υπάρχει σχεδόν καμιά πιθανότητα νά πει αύτά πού θά ’θελα νά μού πει. Δέν μέ νοιάζειαν τά έννοεΐ, το μόνο πού θέλω είναι νά πει πώς νοιάζεται γιά μένα. ’Αν δέν πρόκειται νάπάρω αύτό πού θέλω κι αύτό πού έχω άνάγκη, γιατί νά έκτεθώ στον πόνο; ’Αρκετά έχωπληγωθεί. Γ ιατί νά το κάνω;» Σηκώθηκε άπ’ τή θέση της καί πήγε στο παράθυρο.

Page 34: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Τώρα είχα άνησυχήσει γιά τά καλά. Ή Θέλμα έξαντλούνταν σ’έναν παραλογισμό καί θάμπλόκαρε τήν τελευταία μου πιθανότητα νά τή βοηθήσω. Δέν βιάστηκα. Σκέφτηκα πολύπροσεχτικά τά λόγια μου.

« Ή καλύτερη άπάντηση πού μπορώ νά δώσω σέ όλα τά ζητήματα πού έθεσες, είναι ότιμιλώντας μέ τον Μάθιου θά πλησιάσουμε περισσότερο τήν άλήθεια. Είναι κάτι πού το θέλεις,έτσι δέν είναι;» Ήταν γυρισμένη μέ τήν πλάτη προς εμένα, άλλά μού φάνηκε σάν νά διέκριναμιά έλάχιστη κίνηση συμφωνίας. «Δέν μπορείς νά συνεχίσεις νά ζεις ένα ψέμα ή μιάψευδαίσθηση !

»Ξέρεις, Θέλμα, πολλές φορές μού έχεις κάνει έρωτήσεις γιά τή θεωρητική μου κατεύθυνση.Και συχνά δέν τις άπάντησα, γιατί πίστευα ότι το νά μιλήσουμε γιά θεραπευτικές σχολές θάμας απομάκρυνε απ’τον προσωπικό διάλογο πού είναι άναγκαΐος. Τώρα όμως θά σούδώσω μιά άπάντηση. Ίσως το μοναδικό πολύ σημαντικό θεραπευτικό μου πιστεύω είναι ότι “μιά ζωή που όεν τήν εξετάζεις, όεν αξίζει να τή ζεις . Ιο να φέρουμε τον Μάθιου έδώ, σ’ αύτότο γραφείο, μπορεί νά είναι το κλειδί γιά μιά άληθινή έξερεύνηση καί κατανόηση τού τί σούσυμβαίνει ολ’ αύτά τά τελευταία οχτώ χρόνια ».

Ή απάντησή μου τή μαλάκωσε. Γύρισε στή θέση της καί κάθισε.

« Αύτό μου ανακινεί πολλά πράγματα. Το κεφάλι μου γυρίζει. Αφήστε με νά το σκεφτώ μιάβδομάδα. Άλλά θά μού υποσχεθείτε ένα πράγμα — ότι δεν θά τού τηλεφωνήσετε χωρίς τήνάδειά μου ».

"Υποσχέθηκα πώς δέν θά τού τηλεφωνούσα, αν δέν μέ ειδοποιούσε έκείνη μέσα στήνεπόμενη εβδομάδα, καί χωρίσαμε. Δέν είχα τήν πρόθεση νά τής έγγυηθώ πώς δέν θά τούτηλεφωνούσα ποτέ — άλλά εύτυχώς δέν μού το ζήτησε κι έκείνη.

Στήν έρχόμενη συνεδρία ήρθε δείχνοντας δέκα χρόνια νεότερη καί μέ ζωηρό βήμα. Είχε πάειστο κομμωτήριο καί ήταν ωραία ντυμένη, μέ μιά μάλλινη φούστα καί καλσόν στο χρώμα τούαργίλου, άντί γιά τή συνηθισμένη της συνθετική φόρμα γυμναστικής. Κάθισε άμέσως καίμπήκε στο προκείμενο.

« Πέρασα όλη τή βδομάδα σκεπτόμενη μιά συνάντηση μέ τον Μάθιου. Σκέφτηκα όλα τάυπέρ καί τά κατά καί τώρα πιστεύω πώς έχετε δίκιο — είμαι σέ τόσο κακή κατάσταση πούδέν υπάρχει περίπτωση νά μέ κάνει κάτι νά χειροτερέψω! »

«Θέλμα, δέν είπα αύτό. Έγώ είπα — »

Αλλά ή Θέλμα άδιαφόρησε γιά το τί έλεγα καί συνέχισε νά μιλάει. «Αλλά το σχέδιό σας νάτού τηλεφωνήσετε δέν ήταν καλή ιδέα. Θά ήταν ένα σοκ γι’ αύτόν νά λάβει ένα ξαφνικότηλεφώνημα άπό σάς. ’Έτσι αποφάσισα νά τον πάρω έγώ, να τον προετοιμάσω ότι θά τούτηλεφωνήσετε. Φυσικά δέν τον βρήκα, άλλά μίλησα στον τηλεφωνητή του γιά τήν πρότασήσας και τού είπα νά τηλεφωνήσει σέ μένα ή σε σάς καί — καί — »

Εδώ έκανε παύση, χαρίζοντάς μου ένα μεγάλο χαμόγελο, γιά ν’ άφήσει τήν άγωνία νάκλιμακωθεί.

Απορούσα. Δέν τήν είχα δει ποτέ νά παίζει. « Καί; » '«Λοιπόν, έχετε περισσότερο κύροςαπ’δσο νόμιζα. Πρώτη φορά μέσα σε οχτώ χρόνια· μού τηλεφώνησε καί κάναμε μιά φιλικήκουβεντούλα γιά ένα εικοσάλεπτο ».

« Πώς ένιωσες πού του μίλησες ; »

«Υπέροχα! Δέν μπορώ να σάς πώ πόσο υπέροχα. Ήταν σάν νά ’χαμέ μόνο μιά μέρα ναμιλήσουμε. Ήταν ό παλιός, γλυκός, στοργικός Μάθιου. Ρώτησε τα πάντα γιά μένα. Ανησύχη-'σε γιά τήν κατάθλιψή μου. Χάρηκε πολύ πού έρχομαι σε σάς. Κάναμε μιά ωραία κουβέντα ».

Page 35: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

« Μπορείς νά μού πεις τί συζητήσατε ; »

«’Α, δέν ξέρω. Κάναμε κουβεντούλα ».

« Γ ιά το παρελθόν ; Γ ιά το παρόν ; »

« Λοιπόν, άκούγεται τρελό, άλλά δέν θυμάμαι! »

« Μπορείς νά θυμηθείς έστω ένα κομμάτι;» Πολλοί θεραπευτές θά έκαναν σ’ αύτό το σημείομιά ερμηνεία γιά το πώς μέ άπέκλειε άπ’τή συνομιλία τους. ’Ίσως θά’πρεπε νά τό’χα κάνει κιέγώ, άλλά δέν μπορούσα να περιμένω. Μ’έτρωγε ή περιέργεια ! Ήταν τυπικό χαρακτηριστικότής Θέλμα να μή σκέφτεται πώς μπορεί νά είχα κι έγώ κάποιες έπιθυμίες.

« Ξέρετε, δέν προσπαθώ νά κρύψω τίποτα. Απλώς δέν θυμάμαι. ’Ήμουνα σέ μεγάληένταση. ’Α ναι, μού είπε ότι παντρεύτηκε καί χώρισε καί ότι πέρασε μεγάλη αναστάτωσηλόγω τού διαζυγίου.

»Αλλά το κυριότερο είναι ότι θέλει νά συναντηθούμε κι οι τρεις. Κι είναι περίεργο, ακουγότανπάρα πολύ πρόθυμος — σάν νά ήμουνα έγώ αύτή πού τον απέφευγε. Τού είπα νά έρθειστο γραφείο σας τήν τακτική μου ώρα τήν άλλη βδομάδα, άλλα μού είπε νά σάς ρωτήσωμήπως μπορούμε νά το κάνουμε νωρίτερα. Τώρα πού πήραμε τήν άπόφαση νά τοτολμήσουμε, θέλει να γίνει το γρηγορότερο. Κι έγώ το ίδιο, νομίζω ».

Πρότεινα μιά ώρα έπειτα άπό δύο μέρες, καί ή Θέλμα είπε ότι θά ειδοποιούσε τον Μάθιου.Στή συνέχεια ξανακάναμε μιά άνασκόπηση τής τηλεφωνικής τους συνομιλίας καίσχεδιάσαμε τήν επόμενη συνάντηση. Ή Θέλμα ποτέ δέν θυμήθηκε όλες τις λεπτομέρειεςτού τηλεφωνήματος, θυμόταν όμως γιά τί πράγμα δέν μιλήσανε. «Απ’τήν ώρα πού έκλεισατο τηλέφωνο, τά βάζω με τον εαυτό μου πού δείλιασα καί δέν τού έκανα τις δυο πιοσημαντικές ερωτήσεις. Πρώτον, τί πραγματικά συνέβη πριν από οχτώ χρόνια ; Γιατίαποφάσισες να χωρίσουμε ; Γιατί παρέμεινες σιωπηλός ; Δεύτερον, τώρα πώς νιώθεις γιάμένα; » ι

«’Ας βεβαιωθούμε ότι δέν θά τά ξαναβάλεις μέ τον εαυτό σου, όταν τελειώσει ή τριμερής μαςσυνάντηση, γιά κάτι πού δέν ρώτησες^ Σού υπόσχομαι νά σέ βοηθήσω νά ρωτήσεις όλααύτά πού θέλεις, νά κάνεις όλες τις ερωτήσεις πού ίσως νά σ’απελευθέρωναν απ’ τήνέξουσία πού έχεις παραχωρήσει στον Μάθιου. Αύτή θά είναι ή κυριότερη δουλειά μου μέσαστή συνεδρία ».

Στο υπόλοιπο τής ώρας ή Θέλμα επανέλαβε πολύ απ’ το παλιό υλικό : μίλησε γιά τάσυναισθήματά της γιά τον Μάθιου, πώς δέν ήταν μεταβίβαση, πώς εκείνος τής χάρισε τιςκαλύτερες μέρες τής ζωής της. Μού φαινόταν ότι συνέχιζε ν’απεραντολογεί, έφευγε συνέχειααπ’το θέμα καί, έπιπλέον, μού τά’λεγε όλα σάν νά ’ταν ή πρώτη φορά. Συνειδητοποίησαπόσο λίγο είχε αλλάξει καί πόσο πολλά έξαρτώνταν άπό κάποια δραματική εξέλιξη πούίσως νά συνέβαινε στήν επόμενη συνεδρία.

Ή Θέλμα έφτασε είκοσι λεπτά νωρίτερα. Εκείνο το πρωί έγραφα τήν αλληλογραφία μου καί,καθώς πηγαινοερχόμουν στή γραμματέα μου, τήν προσπέρασα δυό-τρεΐς φορές στήναναμονή.. Φορούσε ένα όμορφο πλεχτό φόρεμά μπλέ-σάξ — μιά τολμηρή άμφίεση γιάγυναίκα εβδομήντα χρονών, άλλά μού φάνηκε ότι τής πήγαινε. ’Έπειτα, όταν τής είπα νάπεράσει στο γραφείο μου, τής έκανα ένα κομπλιμέντο γιά τήν εμφάνισή της και μου είπε, μ’έναν συνωμοτικό ψίθυρο καί βάζοντας το δάχτυλο μπροστά στά χείλη, ότι είχε περάσει τομεγαλύτερο μέρος τής βδομάδας στά μαγαζιά, γιά νά διαλέξει ρούχα. Ήταν το πρώτοκαινούργιο ρούχο πού αγόραζε μέσα σέ οχτώ χρόνια. Διορθώνοντας το κραγιόν της είπε ότισ’ ενα-δυό λεπτά θά έφτανε κι ό Μάθιου, *ότι έκεΐνος θά ήταν άκριβώς στήν ώρα του. Τήςείχε πει ότι δέν ήθελε να μείνει πολλή ώρα στήν αναμονή, γιατί ήθελε νά ελαχιστοποιήσειτήν πιθανότητα νά συναντήσει συναδέλφους του πού ίσως νά περνούσαν άπό κει. Δεν

Page 36: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

μπορούσα να τον κατηγορήσω γι’αύτό.

Ξαφνικά σταματήσαμε νά μιλάμε. Είχα αφήσει τήν πόρτα μου μισάνοιχτη καί άκούσαμε τονΜάθιου πού έφτασε καί μιλούσε με τή γραμματέα μου.

« Είχα έρθει σε κάποιες διαλέξεις, όταν το τμήμα σας στεγαζόταν στο παλιό κτίριο... Πότεμετακομίσατε ;... Μ’αρέσει πολύ αύτό το κτίριο, έχει μιά άνάλαφρη, άέρινη αίσθηση. Δένσυμφωνείτε;»

Ή Θέλμα έβαλε το χέρι στο στήθος της σάν γιά νά έπιβραδύνει τήν καρδιά της καί ψιθύρισε :« Τί σάς έλεγα; Βλέπετε πόσο φυσικά τού βγαίνει το νοιάξιμο γιά τον άλλον; »

Ό Μάθιου μπήκε στο γραφείο. Ήταν ή πρώτη φορά πού έβλεπε τή Θέλμα μετά άπό οχτώχρόνια καί, αν τον έντυπωσίασε καθόλου το πόσο είχε γεράσει σωματικά, το άγορίστικο,καλοπροαίρετο χαμόγελό του δέν άφησε τίποτα να φανεί. Ήταν πιο μεγάλος άπ’ό,τιφανταζόμουνα, ίσως σαράντα-σαρανταδύο, καί φορούσε ένα συντηρητικό κοστούμι μεγιλέκο, άσυνήθιστο εδώ στήν Καλιφόρνια. Κατά τά άλλα, έμοιαζε πολύ μέ τήν περιγραφή τήςΘέλμα — λεπτός, μέ μουστάκι, μαυρισμένος.

’Ήμουνα προετοιμασμένος γιά τήν εύθύτητα καί γιά τήν ειλικρίνειά του κι έτσι δέν μέεντυπωσίασε. (Σκεφτόμουν πώς οι ψυχοπαθητικοί κάνουν συχνά πολύ καλή έντύπωση.)Άρχισα εύχαριστώντας τον μέ συντομία πού ήρθε.

Εκείνος άμέσως υπερθεμάτισε: « Χρόνια ήθελα νά γινόταν μιά συνεδρία σάν κι αύτή. Έγώπρέπει νά σάς εύχαριστήσω πού τήν πραγματοποιείτε. Εξάλλου χρόνια μελετάω τά βιβλίασας. Είναι τιμή μου πού σάς γνωρίζω ».

Δέν τού λείπει κάποια γοητεία, σκέφτηκα, άλλά δέν ήθελα νά μπώ μαζί του σέ μιάπροσωπική ή έπαγγελματική συζήτηση πού θά μας διασπούσε: το καλύτερο γιά μένα ήταν*νά διατηρήσω χαμηλό προφίλ σ’ αύτή τή συνεδρία καί νά τον άφήσω νά αλληλεπιδράσει μέτή Θέλμα δσο γινόταν περισσότερο. Τούς παρέδωσα τα ηνία: «’Έχουμε πολλά νά πούμεσήμερα. Από που νά ξεκινήσουμε ; »

Άρχισε ή Θέλμα: « Περίεργο, καί δεν έχω αυξήσει τά φάρμακά μου ». Γύρισε στον Μάθιου. «Παίρνω άκόμα αντικαταθλιπτικά. ’Έχουν περάσει οχτώ χρόνια —Θεέ μου, οχτώ χρόνια,απίστευτο μού φαίνεται— άλλά τόσα είναι, οχτώ χρόνια, έχω δοκιμάσει τουλάχιστον οχτώκαινούργια άντικαταθλιπτικά άλλά καί πάλι δέν κάνουν τίποτα. Το περίεργο είναι όμως πώςόλες οι παρενέργειες είναι μεγαλύτερες σήμερα. Το στόμα μου είναι τόσο στεγνό πούσχεδόν δέν μπορώ νά μιλήσω. Γιατί συμβαίνει αύτό; Το στρές αύξάνει τις παρενέργειες ; »

Συνέχισε νά φλυαρεί καί νά καταναλώνει τεράστια κομμάτια τού πολύτιμου χρόνου μας μεπροοίμια επί προοιμίων. Βρισκόμουνα σέ δίλημμα: υπό κανονικές συνθήκες ίσως νά είχαπροσπαθήσει νά τής διευκρινίσω τις συνέπειες αύτής τής παρελκυστικής κουβέντας της. Γιάπαράδειγμα, μπορεί νά τής επεσήμανα ότι έπαιζε έναν ρόλο εύάλωτης πού θά αποθάρρυνεαμέσως τήν ανοιχτή συζήτηση, τήν οποία ή Γδια ισχυριζόταν πώς έπιθυμούσε. Ή ότι είχεπροσκαλέσει τον Μάθιου εδώ, γιά νά μιλήσει ελεύθερα, κι όμως αμέσως κινητοποιούσε τήνένοχή του υπενθυμίζοντάς του ότι άπό τότε πού τήν άφησε έπαιρνε αντικαταθλιπτικά.Τέτοιου είδους έρμηνεΐες όμως το μόνο αποτέλεσμα πού θά είχαν, θά ήταν νάχρησιμοποιηθεί το μεγαλύτερο μέρος τής ώρας ώς μιά συμβατική συνεδρία ατομικήςψυχοθεραπείας — άκριβώς το αντίθετο απ’ό,τι επιθυμούσαμε και οι τρεις. Επίσης, ανχαρακτήριζα μέ οποιονδήποτε τρόπο τή συμπεριφορά της προβληματική, θά ένιωθεταπεινωμένη καί δέν θα μού το συγχωρούσε ποτέ.

"Ομως πάρα πολλά διακυβεύονταν αύτή τήν ώρα. Δέν το άντεχα νά χάσει ή Θέλμα τήνεύκαιρία της μέ διάφορους μαιάνδρους. Αυτή ήταν ^ μοναδική της δυνατότητα να θέσει τιςερωτήσεις πούστη, βασάνιζαν οχτώ χρόνια. ’ Ηταν ή εύκαιρία της να έλευθερωθεΐ.

Page 37: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

«Θα σε διακόψω μιά στιγμή, Θέλμα, αν μου επιτρέπεις. Θα ήθελα, αν είστε σύμφωνοι καί οιδύο, να έχω σήμερα το ρόλο του προεδρεύοντος πού διαφυλάσσει το χρόνο, και να μιαςκρατήσω εστιασμένους στά καίρια θέματα. Μπορούμε νά ξοδέψουμε ένα1 δυό λεπτάκαταρτίζοντας το πρόγραμμα τής συνάντησης ; »

Γιά λίγο έγινε σιωπή, τήν οποία έσπασε ό Μάθιου.

« Βρίσκομαι εδώ σήμερα γιά νά βοηθήσω τή Θέλμα. Ξέρω πώς έχει περάσει κακέςπεριόδους, καί ξέρω πώς έγώ είμαι υπεύθυνος γι’αύτό. Θά είμαι δσο γίνεταΓπιό ανοιχτός σεέρωτήσεις ».

Αύτή ήταν ή τέλεια άτάκα, γιά νά μπει ή Θέλμα. Τής έστειλα μιά ενθαρρυντική ματιά. Τήνέπιασε καί ξεκίνησε.

«Δέν υπάρχει χειρότερο πράγμα απ’το νά νιώθεις εγκαταλελειμμένος, νά νιώθεις πώς είσαιαπολύτως μόνος στον κόσμο. "Όταν ήμουνα μικρή, ένα άπ’τά αγαπημένα μου βιβλία -θυμάμαι ότι το έπαιρνα μαζί μου στο Λίνκολν Πάρκ στήν Ούώσινγκτον καί το διάβαζα στάπαγκάκια— ήταν — »

Στο σημείο αύτό τής έριξα τήν πιο κακιά, τήν πιο εχθρική ματιά πού μπόρεσα νά καταφέρω.Τήν κατάλαβε.

« Θά φτάσω στο θέμα. Τέλος πάντων, νομίζω ότι το έρώτημα είναι» -καί στράφηκε αργά καίπροσεχτικά πρός τον Μάθιου— « τί νιώθεις γιά μένα ; »

Μπράβο, κορίτσι μου! Τής έδειξα πόσο έλαμπα άπό εύχαρίστηση.

Ή άπάντηση τού Μάθιου μ’άφησε μέ ανοιχτό το στόμα. Τήν κοίταξε στά μάτια καί είπε: « Στάοχτώ χρόνια πού πέρασαν, σέ σκεφτόμουνα κάθε μέρα! Νοιάζομαι γιά σένα. Νοιάζομαιπολύ. Θέλω νά ξέρω πώς ζεις. Θά ήθελα νά μπορούσε με κάποιο τρόπο νά γινόταν μιάτέτοια συνάντηση κάθε λίγους μήνες, γιά νά μαθαίνω πώς τά πας. Δέν θέλω νά είμαστεαποκομμένοι ».

« Τότε », ρώτησε ή Θέλμα, « γιατί παρέμεινες σιωπηλός όλ’ αύτά τά χρόνια ;·»

« Μερικές φορές ή αγάπη εκφράζεται καλύτερα μέ τή σιωπή. >>.:

Ή Θέλμα το αρνήθηκε. « Αύτό μοιάζει μ’ εκείνα τα αινίγματα ζέν πού σ’ άρεσαν κι έγώ ποτέδέν τα καταλάβαινα ».

Ό Μάθιου συνέχισε : « "Οποτε προσπάθησα να σού μιλήσω, αύτο χειροτέρευε τα πράγματα.Ζητούσες όλο καί περισσότερα, ώσπου φτάσαμε σ’ ένα σημείο πού δέν μπορούσα να βρώτρόπο να δώσω τίποτα παραπάνοχ Μού τηλεφωνούσες δεκαπέντε φορές τή μέρα.Εμφανιζόσουν ξανά καί ξανά στήν αναμονή τού γραφείου μου. Κι όταν παραλίγον’αύτοκτονήσεις, κατάλαβα —καί ό θεραπευτής μου συμφώνησεότι το καλύτερο ήταν νά τοκόψω έντελώς ».

Ή δήλωση τού Μάθιου, σκέφτηκα, είχε μιά παράξενη ομοιότητα μέ το απελευθερωτικόσενάριο πού είχε μοιραστεί μαζί μου ή Θέλμα, έκείνη τή φορά πού έπαιξε το ρόλο του.

«Μά », σχολίασε ή Θέλμα, είναι φυσικό νά νιώθει ό άλλος απελπισμένος, αν τού πάρουν κάτιτόσο σπουδαίο τόσο απότομα».

Ό Μάθιου κούνησε το κεφάλι μέ κατανόηση κι ακούμπησε γιά λίγο το χέρι του στο δικό της.’Έπειτα στράφηκε σέ μένα. « Νομίζω πώς είναι σημαντικό νά μάθετε τί άκριβώς συνέβη πρινάπό οχτώ χρόνια. Τώρα μιλώ σέ σάς παρά στή θέλμα, γιατί τής έχω ξαναπεί αύτή τήνιστορία πολλές φορές >/. Γύρισε σ’έκείνην. «Λυπάμαι πού θ’άναγκαστεΐς νά τά ξανακούσειςολ’ αύτά, Θέλμα ».

Page 38: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

’Έπειτα γύρισε πάλι μέ μιά άμεσότητα σέ μένα καί ξεκίνησε : «Δέν μού είναι εύκολο. Όκαλύτερος τρόπος είναι να το κάνω χωρίς νά σκέφτομαι. Όρίστε λοιπόν.

»Πρίν άπό οχτώ χρόνια, περίπου έναν χρόνο μετά το τέλος τής έκπαίδευσής μου, είχα μιάσοβαρή ψυχωτική κρίση. Εκείνο τον καιρό ήμουνα πολύ βαθιά χωμένος στον βουδισμό κιέκανα Βιπασσάνα — είναι μιά μορφή βουδιστικού διαλογισμού — » Βλέποντάς με νά κουνάωτο κεφάλι καταφατικα, διέκοψε τήν ιστό-ρία του. « Φαίνεστε να το ξέρετε — θα μ.’ ενδιέφερεπολύ να μάθω τή γνώμη σας γι’αύτό. Αλλα σήμερα καλύτερα να συνεχίσω. .. ’ΈκαναΒιπασσάνα τρεις με τέσσερις ώρες τή μέρα. Σκεφτόμουνα να γίνω βουδιστής μοναχός καίπήγα στήν Ινδία, στο Ίνγκαπούρι, ένα μικρό χωριό βόρεια τής Βομβάης, ώς αναχωρητής σ’ένακέντρο διαλογισμού γιά ένα μήνα. Το πρόγραμμα παραήταν αύστηρό γιά μένα —απόλυτησιωπή, απόλυτη άπομόνωση, καθιστικός διαλογισμός δεκατέσσερις ώρες τή μέρα— κιάρχισα νά χάνω τά όρια τού έγώ μου. Τήν τρίτη βδομάδα πιά είχα παραισθήσεις καί νόμιζαπώς μπορούσα νά βλέπω μέσα άπό τοίχους κι ότι είχα άπόλυτη πρόσβαση στιςπροηγούμενες καί στις μελλοντικές ζωές μου. Οι μοναχοί με πήγαν στή Βομβάη, κι έναςγιατρός μού έδωσε άντιψυχωτικά φάρμακα καί ειδοποίησε τον άδελφό μου, πού πήρε τοάεροπλάνο κι ήρθε καί με μάζεψε. Νοσηλεύτηκα γιά τέσσερις βδομάδες περίπου στο Λος’Αντζελες. "Όταν βγήκα, ήρθα άμέσως στο Σάν Φρανσίσκο, καί τήν έπόμενη άκριβώς μέρασυνάντησα τελείως τυχαία τή Θέλμα στή Γιούνιον Σκουαίρ.

» Βρισκόμουνα άκόμα σε μία πολύ διαταραγμένη ψυχική κατάσταση. Είχα πάθει τρέλα με τιςδιδαχές τού βουδισμού καί πίστευα πώς βρισκόμουνα σε μιά κατάσταση ένωσης με τονκαθένα. Χάρηκα πού συνάντησα τή Θέλμα — εσένα, Θέλμα », είπε στρέφοντας προςέκείνη. «Χάρηκα πού σε είδα. Αύτό μ’έκανε νά νιώσω πώς έχω κάπου νά ρίξω άγκυρα ».

Ό Μάθιου γύρισε πάλι σ’ εμένα καί δέν ξανακοίταξε τή Θέλμα ως το τέλος τής άφήγησήςτου.

« Είχα μόνο θετικά συναισθήματα γιά κείνην. Ένιωθα ένα μαζί της. ’Ήθελα νά έχει ό,τιέπιθυμεΐ στή ζωή της. Περισσότερο κι άπ’αύτό — πίστεψα ότι ή άναζήτηση τής εύτυχίας τηςήταν καί δική μου άναζήτηση. ’Αναζητούσαμε το ίδιο πράγμα, ήμασταν ό ίδιος άνθρωπος.Είχα πάρει πολύ στήν κυριολεξία το βουδιστικό πιστεύω γιά τήν ένωση όλου τού κόσμου καίτήν άπώλεια τού έγώ. Δέν ήξερα πού τελείωνα έγώ καί πού ξεκινούσε ό άλλος. ’Έδωσα στήΘέλμα ό,τι ήθελε. ’Ήθελε νά είμαι κοντά της, ήθελε νά ’ρθει στο σπίτι μου, ήθελε σέξ ήμουναπρόθυμος νά τής δώσω τά πάντα, σε μιά κατάσταση πλήρους ένωσης καί άγάπης.

» Έκείνη όμως ήθελε περισσότερα, καί περισσότερα δέν μπορούσα νά δώσω. Ή διαταραχήμου μεγάλωνε. ’Έπειτα άπό τρεις-τέσσερις εβδομάδες ξαναγύρισαν οι παραισθήσεις μου κιάναγκάστηκα νά ξαναμπώ στο νοσοκομείο — αύτή τή φορά γιά έξι βδομάδες. Δέν είχεπεράσει πολύς καιρός πού βγήκα, κι έμαθα γιά τήν άπόπειρα πού έκανε. Δέν ήξερα τί νάκάνω. Ήταν μιά καταστροφή. Ήταν το χειρότερο πράγμα πού μού συνέβη ποτέ. ’Οχτώχρόνια τώρα μέ κυνηγάει. Στήν άρχή άπαντούσα στά τηλεφωνήματά της, άλλά αυτάσυνεχίζονταν. Στο τέλος ο ψυχίατρός μου με συμβούλευσε νά κόψω κάθε έπαφή, νά τηρήσωάπόλυτη σιωπή. Είπε ότι αύτό ήταν άπαραίτητο γιά τή δική μου ψυχική υγεία, καί ήτανβέβαιος πώς ήταν καλύτερο καί γιά τή Θέλμα ».

’Ακούγοντας τον Μάθιου, το κεφάλι μου άρχισε νά γυρίζει. Είχα αναπτύξει διάφορεςυποθέσεις γιά. τή συμπεριφορά του, άλλά δέν ήμουνα ούτε κατά διάνοια προετοιμασμένοςγιά τήν ιστορία πού άκουγα.

Πρώτ’άπ’όλα, ήταν άλήθεια; Ό Μάθιου ήταν ένας γητευτής. Ήταν τόσο γλυκός. Μήπως τάσκηνοθετούσε δ).’ αυτά γιά μένα; ’Όχι, δέν είχα άμφιβολία πώς τά πράγματα ήταν όπως τάπεριέγραφε : τά λόγια του είχαν τον άδιαφιλονίκητο τόνο τ? ζ άλήθειας. Μόνος του μούέδωσε τά ονόματα τών νοσοκομείον καί τών γιατρών του, αν ήθελα νά τούς τηλεφωνήσω.Έπιπλον ή Θέλμα, πού ό Μάθιου έλεγε ότι τής τά είχε ξαναπεί ολ’ αύτά στο παρελθόν, τονάκουγε εκστασιασμένη καί δέν τον άντέκρουσε πουθενά.

Page 39: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Γύρισα νά τήν κοιτάξω, άλλά έκείνη κοίταξε -αλλού. "Όταν τελείωσε ό Μάθιου, ή Θέλμαάρχισε νά κοιτάζει έξω άπ’τό παράθυρο. ΤΗταν δυνατόν νά τά ήξερε όλ’αύτά άπ’τήν άρχήκαί να μου τά ’κρύβε; Ή μήπως ήταν τόσο απορροφημένη με τή δυσφορία της και τις δικέςτης ανάγκες πού, όλ’ αύτά τα χρόνια, δέν είχε συνειδητοποιήσει τήν ψυχική του κατάσταση;Ή μήπως τα είχε υπόψη της στήν αρχή, γιά μιά μικρή περίοδο, κι έπειτα απώθησε τή γνώσηαύτή, γιατί έρχόταν σέ αντίφαση μέ το ζωτικό της ψεύδος ;

Μόνο ή Θέλμα μπορούσε νά μού λύσει τήν απορία. Ποιά Θέλμα όμως ; Ή Θέλμα πού μ’εξαπατούσε; Ή Θέλμα πού έξαπατοΰσε τον εαυτό της; Ή ή Θέλμα πού τήν εξαπατούσε όεαυτός της; Αμφέβαλλα ότι θ’ανακάλυπτα τις απαντήσεις σ’ αύτά τά ερωτήματα.

Πρωταρχικά πάντως ή προσοχή μου ήταν εστιασμένη στον Μάθιου. Τούς προηγούμενουςμήνες είχα κατασκευάσει ένα όραμα —ή μάλλον μερικά εναλλακτικά οράματα— γι’ αύτόν:έναν ανεύθυνο, ψυχοπαθητικό Μάθιου πού εκμεταλλευόταν τούς άσθενεΐς του. "Ενανανάλγητο καί σεξουαλικά μπερδεμένο Μάθιου πού εκτόνωνε τις προσωπικές τουσυγκρούσεις ( με τις γυναίκες γενικότερα ή με τή μητέρα του ειδικά). "Εναν πομπώδη,μεγαλομανή νέο ψυχοθεραπευτή πού συνέχεε τήν έπιθυμία νά λάβει κανείς άγάπη άπό τούςάσθενεΐς του μέ τήν άπαίτησή της.

Κι όμως τίποτα άπ’αύτά δέν ήταν ό Μάθιου. Ήταν κάτι άλλο, κάτι πού δέν το περίμενα ποτέ.Τί όμως; Δέν ήμουνα σίγουρος. "Ενα καλοπροαίρετο θύμα; "Ενας πληγωμένος θεραπευτής,μιά φιγούρα Χριστού που είχε θυσιάσει τήν άκεραιότητά του γιά τή Θέλμα; Σίγουρα δέν τονέβλεπα πιά ώς θεραπευτή πού διέπραξε άδίκημα : ήταν κι αύτός ένας άσθενής όπως ήτανκι ή Θέλμα καί έπιπλέον ( δέν μπόρεσα νά μήν το σκεφτώ, βλέποντάς τη νά κοιτάζει άκόμαέξω άπ’τό παράθυρο), ένας άσθενής που προσπαθεί να βρει διέξοδο, ένας άσθενής πουταιριάζει μ’αύτό που ζητάει ή καρδιά μου.

Θυμάμαι πώς ένιωσα ταρακουνημένος — τόσο πολλές κατασκευές μου άνατινάχτηκανμέσα σε τόσο λίγη ώρα. Έξανεμί-στηκε γιά πάντα ό ψυχοπαθητικός Μάθιου ή όεκμεταλλευτής θεραπευτής. ’Αντίθετα αναδυόταν το ανησυχητικό ερώτημα.: Ποιος είχεεκμεταλλευτεί ποιόν σ'αυτή τή σχέση;

Αύτές ήταν όλες οι πληροφορίες πού μπορούσα να χειριστώ (καί πού πίστευα πώςχρειαζόμουνα). Τήν υπόλοιπη ώρα τή θυμάμαι πολύ θολά. Θυμάμαι πού ό Μάθιου ενθάρρυνετή Θέλμα να τού-κάνει κι άλλες έρο^τήσεις. Ήταν σάν νά’νιο^θε κι αύτός ότι ή Θέλμαμπορούσε ν’ άπελευθερο;θεΐ μόνο μέσα απ’ τήν ενημέρωση, ότι οι ψευδαισθήσεις της δενμπορούσαν ν’ αντέξουν τή λάμψη τής αλήθειας. Καί νομίζω, επίσης, ότι συνειδητοποιούσεπώς μόνο μέσα άπ’τήν απελευθέρωση τής θέλμα μπορούσε να αποκτήσει καί τή δική τουελευθερία. Θυμάμαι πώς τού κάναμε πολλές ερωτήσεις, κι ή Θέλμα κι έγώ, πού τις απάντησεπλήρως μία προς μία. Ή γυναίκα του τον άφησε πριν άπό τέσσερα χρόνια. Είχαν άρχίσει νάέχουν όλο καί πιο αποκλίνουσες άπόψεις γιά τή θρησκεία, κι έκείνη δέν μπορούσε ν’ακολουθήσει τήν προσχώρησή του σέ μιά φονταμενταλιστική γριστιανική σέκτα.

"Οχι, δεν ήταν γκέυ. Ούτε είχε υπάρξει ποτέ, παρόλο πού ή Θέλμα τον είχε ξαναρωτήσειπολλές φορές. Μόνο έκείνη τή στιγμή το χαμόγελό του στένεψε λίγο, κι ένα ίχνος εκνευρισμούφάνηκε στή φωνή του ( « Στό ’χω πει τόσες φορές, θέλμα, ότι στο Χέητ ζουν καί στρέιτάνθρωποι».)

’Όχι, ποτέ του δέν είχε προσωπική σχέση μέ άλλον ασθενή. Γιά τήν ακρίβεια, ωςάποτέλεσμα τής ψύχωσής του κι οσων συνέβησαν με τή Θέλμα, εδώ καί άρκετά χρόνια είχεκαταλαβει ότι τά ψυχολογικά του προβλήματα δημιουργούσαν ένα αξεπέραστο εμπόδιο καίείχε σταματήσει νά είναι ψυχοθεραπευτής. Δεσμευμένος όμως σέ μιά ζωή προσφοράςυπηρεσιών, χορηγούσε γιά κάποια χρόνια ψυχολογικές δοκιμασίες. ’Έπειτα δούλεψε σ’έναέργαστήριο βιοανάδρασης. Καί πρόσφατα είχε γίνει διευθυντής ενός χριστιανικούοργανισμού παροχής υγειονομικής περίθαλψης.

Page 40: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Αναλογιζόμουν τήν επαγγελματική άπόφαση του Μάθιου κι αναρωτιόμουν άκόμα καί μήπωςείχε εξελιχθεί σε σημείο πού να έπρεπε πια να επιστρέψει στήν ψυχοθεραπεία —ίσωςτώρα νά γινόταν εξαιρετικός θεραπευτής—, όταν παρατήρησα πώς ό χρόνος' μας κόντευενά τελειώσει.

Ρώτησα αν είχαμε καλύψει τά πάντα. Ζήτησα άπό τή Θέλμα νά προβάλει τον εαυτό της στομέλλον καί νά φανταστεί πώς θά ένιωθε έπειτα άπό άρκετές ώρες. Μήπως έμεναν κάποιεςερωτήσεις πού δέν τις έθεσε ;

Page 41: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Πρός μεγάλη μου έκπληξη, έκείνη άρχισε νά κλαίει μ’άναφιλητά τόσο πολύ πού τής κοβότανή άνάσα. Τά δάκρυα έπεφταν βροχή πάνω στο καινούργιο της μπλε φόρεμα, ώσπου όΜάθιου, προλαβαίνοντάς με, τής έδωσε το κουτί με τά χαρτομάντιλα. Καθώς άρχιζε νάήσυχάζει, άρχισαν ν’άκούγονται κι αύτά πού έλεγε.

« Δέν το πιστεύω, μού είναι άδύνατο νά πιστέψω ότι ό Μάθιου νοιάζεται γιά μένα καί γιά το τίμού συμβαίνει». Δέν άπευθυνόταν ούτε σ’ έκεΐνον ούτε σ’ έαένα, άλλά σέ κάποιο σημείοάνάμεσά μας στο δωμάτιο. Σημείωσα με άρκετή ικανοποίηση πώς δέν ήμουνα ό μόνος στονόποιο μιλούσε σέ τρίτο πρόσωπο.

Προσπάθησα νά τή βοηθήσω νά μιλήσει. «Γιατί; Γιατί δέν τον πιστεύεις;»

« Τά λέει όλ’ αύτά γιατί έτσι πρέπει. ’Έτσι είναι το σωστό. Αύτό είναι το μόνο πού μπορεί νάπει».

Ό Μάθιου έκανε ό,τι μπορούσε, άλλά ή έπικοινωνία ήταν δύσκολη, λόγω τών άναφιλητών της.« Εννοώ άκριβώς όλα όσα είπα. Σέ σκεφτόμουνα κάθε μέρα αύτά τά οχτώ χρόνια. Μ’ένδιαφέρει τί σού συμβαίνει. Νοιάζομαι πολύ γιά σένα».

« Ναι, άλλά τί σημαίνει το νοιάξιμό σου; Το ξέρω το νοιάξιμό σου. Νοιάζεσαι γιά τούςφτωχούς, γιά τά μυρμήγκια καί γιά τά φυτά καί γιά τά οικολογικά συστήματα. Δεν θέλω νάείμαι ένα~απ’τά μυρμήγκια σου ! »

Είχαμε ξεπεράσει το χρόνο μας κατά είκοσι λεπτά κι έπρεπε να σταματήσω, παρόλο πού ήΘέλμα δέν είχε άκόμα συνέλθει. Τής έδωσα ένα ραντεβού γιά τήν επόμενη μέρα, όχι μόνο γιάνά είμαι υποστηρικτικός, άλλά καί γιατί το καλύτερο ήταν νά τήν ξαναδώ σύντομα, οσο οιλεπτομέρειες αύτής τής ώρας ήταν άκόμα φρέσκιες στο μυαλό της.

Τελειώσαμε άνταλλάσσοντας όλοι μας χειραψίες καί χωρίσαμε. Αίγα-λεπτά άργότερα,καθώς έβαζα έναν καφέ, είδα τή Θέλμα καί τον Μάθιου νά κουβεντιάζουν στο -διάδρομο.Εκείνος προσπαθούσε νά τήν πείσει γιά κάτι, άλλά έκείνη δέν τον κοίταζε. Σέ λίγο τούς είδανά φεύγουν προς διαφορετικές κατευθύνσεις.

Ή Θέλμα δέν είχε συνέλθει τήν άλλη μιέρα καί ήταν έξαιρετικά εύμετάβλητη σ’ όλη τήσυνεδρία. ’Έκλαιγε συχνά καί, άπό καιρό σέ καιρό, ξέσπαγε μέ θυμό. Πρώτα παραπονέθηκεότι ο Μάθιου είχε πολύ κακή γνώμη γιά κείνην. Είχε τόσο πολύ έπεξεργαστει καί έξαντλήσειτή δήλωσή του ότι «νοιάζεται» γιά κείνην, πού τώρα έμοιαζε σάν προσβολή. Παρατήρησε ότιδέν είχε άναφέρει κανένα άπό τά θετικά χαρακτηριστικά της, κι έπεισε τον εαυτό της ότι ήβασική του στάση άπέναντί της ήταν « μή φιλική ».

’Επιπλέον ήταν πεπεισμένη ότι, πιθανότατα έπειδή ήμουνα έγώ παρών, ό Μάθιου είχευιοθετήσει μιά ψευτοθεραπευτική φωνή κι ένα ύφος πού έκείνη το έβρισκε ύποτιμητ'κό. Ήθέλμα παραλογίστηκε γιά άρκετή ώρα παραπαίοντας ανάμεσα στή δική της άνακατασκευήτής χθεσινής ώρας καί στήν αντίδρασή της προς αύτή ν.

«Νιώθω σάν νά έγινε κάποιος άκρωτηριασμός. Κάτι έχασα. Παρά τήν ήθικολογία τού Μάθιου,πιστεύω πώς έγώ είμαι πιο ειλικρινής άπό κείνον. Ιδίως στήν περιγραφή του γιά το ποιοςαποπλάνησε ποιόν ».

Στο ζήτημα αύτό παρέμεινε κρυπτική, κι έγώ δέν τήν πίεσα νά* μού έξηγήσει. Παρόλο πούθά χαιρόμουνα εξαιρετικά ν’ανακαλύψω τί «πραγματικά» συνέβη, ή αναφορά της σ’έναν«ακρωτηριασμό » με προκάλεσε περισσότερο.

«Δεν είχα άλλες φαντασιώσεις μέ τον Μάθιου », συνέχισε. Σταμάτησα νά ονειροπολώ. Είναιόμως κάτι πού το θέλω. Θέλω νά βουλιάζω στή ζεστή άγκαλιά τής ονειροπόλησης. ’Έξωκάνει κρύο και νιώθω άδεια. Τίποτα δέν υπάρχει πιά».

Page 42: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Σκέφτηκα πώς ήταν σάν μιά άκυβέρνητη βάρκα πού λύθηκε άπ’ τή δέστρα της — άλλά μιάβάρκα μέ συναισθήματα πού άναζητά άπεγνωσμένα ένα άπάγκιο, οποιοδήποτε. Τώρα,άνάμεσα στις έμμονές της, ή Θέλμα βρισκόταν σέ μιά σπάνια κατάσταση έλεύθερουσυνειρμού. Αύτή τή στιγμή περίμενα. Τέτοιες φάσεις δέν κρατάνε πολύ : ό άσύνδετοςέμμονος άνθρωπος, όπως το οξυγόνο πού μόλις έλευθερώθηκε, συνδέεται γρήγορα μέκάποια νοητική εικόνα ή ιδέα. Αύτή ή στιγμή ήταν ό καίριος χρόνος γιά νά δουλέψουμε, αύτότο σύντομο διάλειμμα μεταξύ τών εμμονών — πριν ή Θέλμα ξαναβρεί τήν ισορροπία τηςπροσδενόμενη σε κάτι ή σέ κάποιον. Το πιθανότερο ήταν ότι θά άνακατασκεύαζε γιά άλλημιά φορά τή συνάντησή της μέ τον Μάθιου, έτσι ώστε ή δική της έκδοχή τής πραγματικότηταςνά μπορεί πάλι νά ύποστηρίξει τή φαντασίωσή της περί συγχώνευσης.

Πίστευα ότι είχαμε κάνει άληθινή πρόοδο: ή εγχείρηση είχε ολοκληρωθεί, καί τώρα δική μουδουλειά ήταν νά εμποδίσω τήν άσθενή μου νά κρατήσει το άκρωτηριασμένο μέλος καί νά τοξαναράψει βιαστικά στή θέση του. Κι αύτή ή εύκαιρία μού δόθηκε σύντομα, καθώς ή Θέλμασυνέχιζε νά θρηνεί τήν άπώλειά της.

« Οι προβλέψεις μου γιά το τί θά συνέβαινε επαληθεύτηκαν. Δέν έχω άλλη έλπίδα, δέν θάξανανιώσω ποτέ πιά ικανοποίηση. Μπορούσα νά ζήσω μ’ έκείνη τή μία πιθανότητα στιςεκατό. "Οπως ζούσα εδώ καί πολύ καιρό ».

« Ποιά ήταν ή ικανοποίηση, Θέλμα ; Μία στις εκατό πιθανότητες νά γίνει τί; »

«Τί; Νά ξανάρθουν έκείνες οι είκοσιεφτά μέρες. "Ως .χτές υπήρχε πάντα μιά πιθανότητα νάξαναγυρίσουμε μέ τον Μάθιου σ’έκείνη τήν έποχή. ’Ήμασταν εκεί, το συναίσθημα ήταν άλη-θινό — μπορώ ν’αναγνωρίσω τον έρωτα, όταν τον νιώσω. Όσο ήμαστε ζωντανοί, ό Μάθιου κιέγώ, εξακολουθούσαμε να έχουμε τή δυνατότητα να επιστρέψουμε στά παλιά. °Ως χτές πούσυναντηθήκαμε έδώ, στο γραφείο σου ».

'Υπήρχαν άκόμα μερικές λεπτές κλωστές ψευδαίσθησης πού έπρεπε νά κοπούν. Είχασχεδόν ολοκληρωτικά καταστρέψει τήν έμμονή. Είχε έρθει ή ώρα νά ολοκληρώσω τοέγχείρημα.

« Θέλμα, αύτό πού θά σού πω τώρα δέν είναι εύχάριστο, άλλά νομίζω πώς είναι σημαντικό.Θέλο^ νά σου πώ ξεκάθαρα τί σκέφτομαι. ’Αν δυο άνθρωποι μοιράζονται μιά στιγμή ή ένασυναίσθημα μεταξύ τους, αν κι οι όυο νιώθουν το ιοιο πραγμα, τότε μπορώ νά φανταστώπώς είναι δυνατόν, δσο είναι ζ(υντανοί, νά ^αναδημιουργήσουν αυτό το πολύτιμο αίσθημαμεταξύ τους. θά ήταν βέβαια μιά διαδικασία πολύ λεπτή -έξάλλου οι άνθρωποι αλλάζουν κι όέρωτας δέν μένει ποτέ—, όμως ίσως νά βρίσκεται άκόμα μέσα στά δρια του δυνατού. Θάμπορούσαν νά έπικοινωνήσουν πλήρως, νά προσπαθήσουν νά χτίσουν μιά βαθιά αύθεντικήσχέση, ή όποία -δεδομένου ότι ή αύθεντική άγάπη είναι μιά απόλυτη κατάσταση— θάμπορούσε νά πλησιάσει πολύ αύτό πί)ύ είχαν προηγουμένως.

» !Αν όμως δέν υπήρξε ποτέ μιά κοινή εμπειρία; *Αν αυτοί οι δυο άνθρωποι είχαν πολύδιαφορετικές εμπειρίες; Κι αν ή μία απ’τούς ' δυο είχε νομίσει άπό λάθος ότι ή δική τηςεμπειρία ήταν ίδια μέ του άλλου;»

Τά μάτια τής Θέλμα ήταν. καρφωμένα πάνω μου. ’Ήμουνα σίγουρος πώς μέ καταλάβαινεάπόλυτα.

Συνέχισα. «Αύτό άκριβώς άκουσα έγώ στή συνεδρία πού κάναμε μέ τον Μάθιου. Ή δική τουέμπειρία κι ή δική σου ήταν πολύ διαφορετικές. Καταλαβαίνεις πόσο άδύνατο θά ήταν γιά τονκαθένα άπό σάς νά ξαναδημιουργήσει τήν ειδική έκείνη ψυχική κατάσταση στήν όποιαβρισκόταν τότε; Δέν μπορείτε νά βοηθήσετε^ oJEvag _τόν άλλον σ’ αυτό ιό σημείο^γιατι_δέν„ήταν μιά κοινής εμπειρία.

» Εκείνος βρισκόταν σ’ένα μέρος, κι εσύ σ’ένα άλλο. Εκείνος ήταν χαμένος μέσα στήνψύχωση. Δέν ήξερε πού βρίσκονταν τα όριά του — πού τελείωνε έκεΐνος καί πού άρχιζες

Page 43: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

έσύ. ’Ήθελε να σ’ευχαριστήσει, γιατί νόμιζε πώς ήσασταν ένα καί το αύτό. Δέν ήταν μιάερωτική έμπειρία γι’ αύτόν, γιατί δέν ήξερε ποιος ήταν. Ή δική σου έμπειρία ήταν πολύδιαφορετική. Δέν μπορείς νά ξαναφτιάξεις μιά κατάσταση άμοιβαίου έρωτα, οπού είστεβαθιά ερωτευμένοι ό ένας μέ τον άλλον, ετσι και αλλιώς αύτή δεν υπήρξε ποτέ».

Δέν νομίζω πώς έχω πει ποτέ πιο σκληρό πράγμα σέ άνθρωπο, άλλα γιά ν’ ακουστώ,έπρεπε νά μιλήσω μέ λέξεις τόσο δυνατές καί τόσο έντονες πού νά μήν μπορούν ούτε νάάλλοιωθούν ούτε νά ξεχαστούν.

Δέν υπήρχε άμφιβολία πώς το σχόλιό μου είχε βρει το στόχο του. Ή Θέλμα είχε σταματήσεινά κλαίει και καθόταν έντελώς άκίνητη σκεπτόμενη τά λόγια μου. Πέρασαν άρκετά λεπτά,ώσπου έσπασα έγώ τή σιωπή:

« Πώς νιώθεις γι’ αύτό πού είπα, Θέλμα; »

« Δέν μπορώ νά νιώσω τίποτα πιά. Δέν ύπάρχει τίποτ’ άλλο να νιώσω. Πρέπει νά βρώ έναντρόπο νά ζήσω το διάστημα πού μού μένει. ’Έχω μουδιάσει».

« Γ ιά οχτώ χρόνια ζούσες κι ένιωθες μ’ έναν συγκεκριμένο τρόπο, καί τώρα ξαφνικά μέσα σέεικοσιτέσσερις ώρες όλ’ αύτά σού τα παίρνουν μέσ’άπ’τά χέρια. Τις επόμενες λίγες μέρες θάβρεθείς σέ μεγάλη σύγχυση. Θά νιώθεις χαμένη. Αλλά κάτι τέτοιο έπρεπε νά το περιμένουμε.Πώς θά μπορούσε νά γίνει αλλιώς;»

Το είπα αύτό, γιατί συχνά ό καλύτερος τρόπος γιά νά προλάβεις μιά μοιραία άντίδραση είναινά τήν προβλέψεις. "Ενας άλλος τρόπος είναι νά βοηθήσεις τον άσθενή νά βγει άπ’αύτή καίνα μετακινηθεί στο ρόλο τού παρατηρητή. ’Έτσι πρόσθεσα : «Αύτή τήν εβδομάδα θά είναισημαντικό νά είσαι ό παρατηρητής καί ό καταγραφέας τής έσωτερικής σου κατάστασης. Θάήθελα να τσεκάρεις τον εσωτερικό σου κόσμο κάθε τέσσερις ώρες, οσο είσαι ξύπνια, καί νασημειώνεις τις παρατηρήσεις σου. Θα τις δούμε τήν ερχόμενη έβδομάδα ».

Τήν ερχόμενη έβδομάδα όμως ή Θέλμα γιά πρώτη φορά δέν ήρθε στο ραντεβού μας.Τηλεφώνησε ό άντρας της καί ζήτησε συγγνώμη, γιατί τη γυναίκα του τήν είχε πάρει όύπνος, καί συμφωνήσαμε_νά συναντηθούμε δυο μέρες άργότερα.

Όταν βγήκα στήν άναμονή νά τήν ύποδεχτώ, απογοητεύτηκα άπ’τή σωματική τηςκατάπτωση. Είχε ξαναγυρίσει στήν πράσινη φόρμα της καί προφανώς ούτε είχε χτενιστείούτε είχε κάνει καμιά άλλη προσπάθεια νά περιποιηθεί τον εαυτό της. Επίσης γιά πρώτηφορά τή συνόδευε ό Χάρρυ, ό άντρας της, ψηλός, άσπρομάλλης καί με μεγάλη φουσκωτήμύτη, ό όποιος οσο καθόταν έσφιγγε άπό μιά σούστα πού γυμνάζει τις παλάμες σέ κάθεχέρι. Θυμήθηκα πού μού έλεγε ή Θέλμα ότι στον πόλεμο δίδασκε μάχη σώμα με σώμα.Εύκολα τον φανταζόσουνα νά στραγγαλίζει κάποιον.

Σκέφτηκα ότι ήταν περίεργο πού τή συνόδευε έκείνη τή μέρα. Παρά τήν ήλικία της, ή Θέλμαείχε καλή σωματική κατάσταση καί οδηγούσε μόνη της ως το γραφείο μου. Καί το σχόλιό τηςεκεί, στήν άναμονή, ότι σήμερα ό Χάρρυ ήθελε νά με δει, μού προκάλεσε άκόμα περισσότεροτήν περιέργεια. Τον είχα συναντήσει άλλη μιά φορά: στήν τρίτη ή στήν τέταρτη συνεδρίατούς είχα δει μαζί με τή Θέλμα κι είχαμε κάνει μιά δεκαπεντάλεπτη συζήτηση — κυρίως γιάνά δώ τι είδους άνθρωπος ήταν. καί γιά νά μάθω γιά το γάμο τους άπ’τή δική του πλευρά.Ποτέ δέν είχε ξαναζητήσει νά με συναντήσει. Προφανώς κατ' σημαντικό συνέβαινε.Συμφώνησα νά τού μιλήσω τά τελευταία δέκα λεπτά τής ώρας τής Θέλμα, καί τόνισαξεκάθαρα ότι διατηρούσα το δικαίωμα νά τής άναφέρω όλα όσα θά λέγαμε.

Ή Θέλμα έδειχνε καταπτοημένη. Χώθηκε στήν πολυθρόνα της κι άρχισε νά μιλάει άργά καίσιγανά με τόνο παραιτημένο.

« ’Ηταν μιά βδομάδα φρικτή, κόλαση! Νομίζω πώς ή έμμονή μου έχει φύγει, ή σχεδόν. Αντί νάσκέφτομαι τον Μάθιου στά τρία τέταρτα του χρόνου μου, περνάω έλάχιστη ώρα

Page 44: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

άναπολώντας τον, άλλά κι αύτό το ελάχιστο είναι διαφορετικό.

»Πέρ’άπ’αύτό όμως τί κάνω; Τίποτα. Απολύτως τίποτα.Κοιμάμαι δώδεκα ώρες τή μέρα. Τομόνο πού κάνω είναι νά κοιμάμαι, νά κάθομαι καί ν’άναστενάζω. ’Έχω στεγνώσει, δέν μπορώνά κλάψω άλλο. Χτες το βράδυ, καθώς λιβάνιζα το φαγητό μου —δέν έφαγα σχεδόν τίποταόλη τήν έβδομάδα—, ό Χάρρυ, πού δέν μέ κατηγορεί σχεδόν ποτέ, μού λέει: “Ξανάρχισες νάλυπάσαι τον έαυτό σου ; ” »

« Εσύ πώς έξηγεΐς αύτό πού σού συμβαίνει; »

« Είναι σάν νά ήμουνα μέσα σέ μιά μαγική παράσταση καί τώρα νά βγήκα — κι έξω είναι όλαγκρίζα ».

Ανατρίχιασα. Ποτέ δέν είχα ξανακούσει τή Θέλμα νά μιλάει μέ παρομοιώσεις. Ήταν σάν ν’ακούω κάποιον άλλον.

« Πές μου κι άλλα γιά το πώς αισθάνεσαι».

« Νιώθω γριά, πολύ γριά. Πρώτη φορά το καταλαβαίνω πώς είμαι έβδομήντα χρονών, δηλαδήπιο μεγάλη απ’ τούς ένενηνταεννέα στούς εκατό άνθρώπους πού κυκλοφορούν γύρω μας.Νιώθω σάν πεθαμένη, δέν έχω πιά κινητήρια δύναμη, ή ζωή μου είναι κενή, είναι άδιέξοδη. Τομόνο πού μού μένει είναι νά ζήσω το υπόλοιπο τής ζωής μου όπως όπως ».

Μιλούσε γρήγορα, στήν τελευταία φράση όμως ό ρυθμός άρχισε νά γίνεται πιο άργός.’Έπειτα μέ κοίταξε ’ίσια στά μάτια. Αύτό άπό μόνο του ήταν άσυνήθιστο, γιατί σχεδόν ποτέδέν με κοιτούσε άπευθείας. ’Ίσως νά έκανα λάθος, άλλά είχα τήν εντύπωση πώς το βλέμματης μού έλεγε : « Είσαι εύχαριστημένος τώρα; » Δέν το σχολίασα.

« "Ολ’ αύτά άκολούθησαν τή συνεδρία σου μέ τον Μάθιου. Τί συνέβη σ’έκείνη τή συνάντηση,πού σ’έριξε τόσο πολύ; »

«Τί άνόητη ήμουνα, πού τον προστάτευα οχτώ χρόνια ! »

Ό θυμός τή ζωντάνευε. ’Έβγαλε τήν τσάντα της άπ’ τά γόνατα της, τήν ακούμπησε στοπάτωμά και μίλησε πολύ ενεργητικά. « Και πώς μου το ξεπληρώνει; Θα σάς πώ έγώ.Δίνοντάς μου μιά κλοτσιά στά μούτρα! Αν δεν είχα κρατήσει το μυστικό του απ’τούςθεραπευτές μου όλ’αύτά τά χρόνια, ίσως νά είχε γίνει άλλιώς ή μοιρασιά ».

« Δέν καταλαβαίνω. ΙΙοιά ήταν ή κλοτσιά στά μούτρα; »

« Εκει ήσαστε. Το ειδατε. Ειδατε τήν αναισθησία του. Ούτε καλημέρα μού είπε, ούτε μ’άποχαιρέτησε μετά. Δέν άπάντησε στις έρωτήσεις μου. Πόση προσπάθεια ήθελε; ’Ακόμαδέν μού ’χει πει γιατί έκοψε κάθε επαφή μαζί μου! »

Προσπάθησα νά τής περιγράψω πώς έγώ είχα δε! διαφορετικά τά πράγματα καί πώς, κατάτήν άποψή μου, ό Μάθιου ήταν πολύ θερμός άπέναντί της και είχε μπει σέ μακροσκελείς καίοδυνηρές λεπτομέρειες σχετικά μέ το γιατί τήν Ικανέ πέρα.

Άλλά ή Θέλμα προχώρησε βιαστική, χωρίς ν’ άκούει τί έλεγα. « Μόνο γιά ένα πράγμα ήτανξεκάθαρος — ότι ό Μάθιου Τζένινγκς έχει βαρεθεί τή Θέλμα Χίλτον. Πέστε μου: ποιο είναι τοκαλύτερο σενάριο γιά να οδηγήσεις τήν πρώην έρωμένη σου στήν αύτοκτονία; Νά τη διώξειςξαφνικά, χωρις^ίά. της, δώσεις καμιά εξήγηση — κι αύτό άκριβώς μού έκανε!

»Χτες είχα μιά ονειροπόληση. Τον είδα πριν άπό οχτώ χρόνια, νά περηφανεύεται σ’ένανφίλο του (καί νά βάζει καί στοίχημα ) ότι θά μπορούσε νά χρησιμοποιήσει τήν ψυχιατρική τουγνώση γιά νά μέ άποπλανήσει κι έπειτα νά μέ καταστρέψει, έντελώς μέσα σε εικοσιεφτάμέρες ! »

Page 45: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Στο σημείο αύτό ή Θέλμα έσκυψε, άνοιξε τήν τσάντα τη; καί τράβηξε ένα απόκομμαεφημερίδας μ’ένα άρθρο περί φόνων. Περίμενε λίγα λεπτά ώσπου νά το διαβάσω. Είχευπογραμμίσει μέ κόκκινο μολύβι μιά παράγραφο πού έλεγε ότι οι αύτοκτονίες είναι στήνπραγματικότητα διπλές άνθρωποκτονίες.

«Το βρήκα στήν εφημερίδα τής περασμένης Κυριακής. Μήπως αύτό ισχύει γιά μένα; Μήπωςόταν προσπάθησα ν’αυτοκτονήσω, ήθελα στήν πραγματικότητα να σκοτώσω τον Μάθιου;Ξέρετε, έτσι το νιώθω. -Εδώ άκριβώς ». ’Έδειξε τήν καρδιά της. « Πρώτη φορά το σκέφτομαιέτσι! »

Πάλευα νά διατηρήσω τήν ισορροπία μου. Φυσικά μ’άνησυχούσε ή κατάθλιψή της. Καίφυσικά βρισκόταν σε άπόγνωση.' Δέν γινόταν άλλιώς. Μόνο ή βαθύτερη άπόγνωσημπορούσε νά ’χει δημιουργήσει μιά ψευδαίσθηση με τέτοια δύναμη καί αντοχή, πού νάδιατηρείται οχτώ χρόνια. Καί σβήνοντας έγώ τήν ψευδαίσθηση, έπρεπε νά είμαιπροετοιμασμένος νά συναντήσω τήν άπόγνωση πού κρυβόταν πίσω της. "Όσο δυσάρεστηκι αν ήταν, λοιπόν, ή δυσφορία τής Θέλμα ήταν καλό σημάδι, ήταν το σύνθημα πώς είχαμεβρει το στόχο. Τά πράγματα πήγαιναν καλά, Ή προετοιμασία είχε πλέον ολοκληρωθεί, καίτώρα μπορούσε ν’ άρχίσει ή άληθινή θεραπεία.

Γιά τήν άκρίβεια, είχε ήδη άρχίσει! Τά άσυνήθιστα ξεσπάσματα τής Θέλμα, ή ξαφνική έκρηξηθυμού της γιά τον Μάθιου, ήταν ένα σημάδι ότι οι παλιές της άμυνες δέν κρατούσαν πιά.Βρισκόταν σε ρευστή κατάσταση. "Ολοι οι άσθενείς με βαριά έμμονή έχουν έναν πυρήναθυμού, καί ήμουνα προετοιμασμένος γιά τήν έμφάνισή του στή Θέλμα. Τελικά θεωρούσα τοθυμό της, παρά τά παράλογα συστατικά του, μιά εξαιρετική έξέλιξη.

’Ήμουνα τόσο άπορροφημένος σ’αύτές τις σκέψεις καί στά σχέδια γιά τή μελλοντική δουλειάμας, πού έχασα το πρώτο μέρος τής φράσης της — το τέλος το άκουσα όμως πολύ καθαρά:«... καί γι’ αύτό πρέπει νά σταματήσω τήν ψυχοθεραπεία ! » Πάσχισα ν’ άπαντήσω. « Θέλμα,πώς γίνεται νά σού περνάει τώρα άπ’ το νού κάτι τέτοιο; Είναι ή χειρότερη στιγμή γιά νάσταματήσεις τή θεραπεία. Τώρα είναι ό καιρός πού μπορείς νά κάνεις πραγματική πρόοδο ».

«Δέν θέλω πιά νά είμαι σέ ψυχοθεραπεία. ’Έχω υπάρξει άσθενής είκοσι χρόνια. Βαρέθηκανά μ’ άντιμετωπίζουν σάν άσθενή. Κι ο Μάθιου έτσι μ’άντιμετώπισε, σάν άσθενή, όχι σάνφίλη. Εσείς μού φέρεστε σάν σέ άσθενή. Θέλω νά είμαι σάν όλο τον κόσμο ».

Δεν θυμάμαι πιά τι άκριβώς είπα. Το μόνο πού ξέρω είναι ότι στύλωσα τα πόδια καί τήςάσκησα τή μεγαλύτερη δυνατή πίεση να το ξανασκεφτεί. Τής θύμισα τή δέσμευσή της γιάτούς έξι μήνες, απ’τούς οποίους μας εμεναν πέντε εβδομάδες.

Έκείνη όμως είχε άντιρρήσεις. « Κι εσείς θά συμφωνούσατε ότι έρχεται μιά στιγμή πούπρέπει νά προφυλάσσει κανείς τον εαυτό του. Δέν θ’άντεχα παραπάνω δόση άπ’αύτή τήθεραπεία ». Καί πρόσθεσε, μ’ ένα πικρό χαμόγελο : « Μιά δόση άκόμα άπ’αύτή τή θεραπεία,κι ή άσθενής θά πέθαινε».

Όλα τά επιχειρήματά μου είχαν τήν ίδια τύχη. Επέμενα ότι είχαμε κάνει πραγματική πρόοδο.Τής θύμισα ότι στο ξεκίνημα είχε ερθει νά με δει γιά ν’ άπελευθερώσει το μυαλό της άπό τήνέμμονή, κι ότι είχαμε κάνει μεγάλα βήματα πρός αύτή τήν κατεύθυνση. Τώρα ήταν ό καιρός ν’άντιμετωπίσουμε τήν αίσθηση του κενού ..και τής ματαιότητας πού κρυβόταν άπό κάτω καίτροφοδοτούσε τήν έμμονή.

Ή απάντησή της ήταν ότι, άκριβώς, ot άπώλειές της παραήταν μεγάλες — ξεπερνούσαν τιςάντοχές της. Είχε χάσει τήν ελπίδα της γιά το μέλλον ( εννοούσε ότι είχε χάσει τή « μίαπιθανότητα στις έκατό » γιά επανασύνδεση ). Είχε χάσει τις καλύτερες εικοσιεφτά μέρες τήςζωής της (κι αν αύτές, όπως τής εδειξα, δεν ήταν « άληθινές », τότε είχε χάσει τήν άνάμνησητής καλύτερης εποχής τής ζωής της, πού τή συντηρούσε). lit είχε χάσει καί οχτώ χρόνιαθυσίας (αν όλο αύτό ήταν μιά ψευδαίσθηση, τότε ή θυσία της ήταν χωρίς νόημα).

Page 46: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Τά λόγια της ήταν τόσο ισχυρά πού δέν βρήκα άποτελεσματικό τρόπο νά τά άντικρούσω. Τομόνο πού μπόρεσα, ήταν ν' άναγνωρίσω τις άπώλειές της, νά παραδεχτώ πώς είχεμπροστά της πολλά πράγματα νά πενθήσει, καί νά τής πώ ότι ήθελα νά βρίσκομαι κοντά τηςγιά νά τή βοηθήσω στο πένθος της. Πρατπάθησα επίσης νά τής επισημάνω ότι είναιεξαιρετική οδυνηρό ‘ ·4 νά μετανιώνεις γιά κάτι, άλλά ότι μπορούμε να κάνουμε πολλα, γιά νάδιασφαλίσουμε πώς δέν θά ξαναριζωσουν κι άλλες τετοιες τύψεις. Γιά παράδειγμα, ανσκεφτούμε τήν άπόφαση πού πάει να πάρει αύτή τή στιγμή: σ’ένα μήνα, σ’ένα χρόνο απότώρα δέν θά μετάνιωνε βαθιά γιά τήν άπόφασή της νά σταματήσει τήν ψυχοθεραπεία;

Ή Θέλμα άπάντησε ότι, παρόλο πού μάλλον είχα δίκιο, είχε υποσχεθεί στον εαυτό της ότι θάσταματούσε. Συνέκρινε τή συνεδρία πού κάναμε οι τρεις μας με μιά έπίσκεψη στο γιατρό,όταν φοβάσαι πώς μάλλον έχεις καρκίνο. « Περνάς μεγάλη ταραχή — σέ φοβίζει τόσο πολύαύτή ή έπίσκεψη, πού τήν έχεις άναβάλει πολλές φορές. Ό γιατρός έπιβεβαιώνει πώς έχειςκαρκίνο, κι όλη ή ταραχή πού σού δημιουργούσε ή άβεβαιότητα τελειώνει — καί τί μένει; »

Προσπαθώντας νά ξεδιαλύνω τά συναισθήματά μου, συνειδητοποίησα πώς ή πρώτη ίσωςάντίδραση πού έπεσε στήν αντίληψή μου ήταν: « Πώς μπορείς νά μού το κάνεις αύτό; »Παρόλο πού, χωρίς άμφιβολία, το θίξιμό μου πήγαζε έν μέρει απ’το δικό μου άδιέξοδο,ήμουνα βέβαιος κι ότι άνταποκρινόμουν στά συναισθήματα πού είχε ή Θέλμα γιά μένα. Έγώήμουνα το πρόσωπο πού ήταν υπεύθυνο γιά τις τρεις αύτές άπώλειες. Ή συνάντηση‘μέ τούςτρεις μας ήταν δική μου ιδέα κι έγώ ήμουνα αύτός πού τής έκλεψε τούς μύθους της. Έγώήμουνα ό άπομυθοποιητής. Σκέφτηκα πώς έπιτελούσα ένα καθήκον, γιά το όποιο κανέναςδέν θά μ’ εύχαριστούσε. Ακόμα κι ή λέξη απομυθοποίηση, μέ τήν άρνητική, μηδενιστικήσυνυποδήλωσή της, θά ’πρεπε νά μέ είχε προετοιμάσει. Σκέφτηκα το έργο τού Ο’Νήλ Οπαγοπώλης ερχεται καί τή μοίρα τού Χίκυ, τού άπομυθοποιητή. Εκείνοι τούς οποίουςπροσπαθεί νά ξαναφέρει στήν πραγματικότητα, στρέφονται τελικά εναντίον του καίξαναμπαίνουν σέ μιά ζωή γεμάτη αύταπάτες.

Θυμήθηκα τήν ανακάλυψή μου, πριν άπό μερικές εβδομάδες, ότι ή Θέλμα ήξερε νά τιμωρείκαί δέν χρειαζόταν τή βοήθειά μου. Νομίζω πώς ή άπόπειρα αύτοκτονίας της ήταν πράγματιμιά άπόπειρα δολοφονίας, καί τώρα πιστεύω πώς κι ή άπόφασή της να σταματήσει τήνψυχοθεραπεία ήταν κι αύτή μιά μορφή διπλής ανθρωποκτονίας. Θεωρούσε ότι ότερματισμός τής θεραπείας ήταν μιά επίθεση εναντίον μου — κι είχε δίκιο! Είχε αντιληφθείπόσο κρίσιμο ήταν γιά μένα νά πετύχω, νά ικανοποιήσω τή διανοητική μου περιέργεια, νάφέρω εις πέρας τά πάντα.

Ή εκδίκησή της ήταν νά μού ματαιώσει όλους αυτούς τούς στόχους. Δέν είχε καμιά σημασίαότι ό κατακλυσμός, τον όποιο προόριζε για μένα, υα πνίγε και τήν ιόια: για τήν ακρίβεια, ήταντόσο προχωρημένα τά σαδομαζοχιστικά χαρακτηριστικά της, πού τή γοήτευε ή ιδέα τήςδιπλής τελετουργικής θυσίας. Παρατήρησα ενοχλημένος ότι, γιά νά καταφεύγω σε τέτοιαψυχιατρική διαγνωστική δρολογία, πρέπει νά ήμουνα πολύ θυμωτ μένος μαζί της.

Προσπάθησα νά διερευνήσω αύτές τις ιδέες με τή Θέλμα. « Ακούω το θυμό σου πρός τονΜάθιου, άλλά άναρωτιέμαι μήπως είσαι θυμωμένη καί μαζί μου. Θά ’ταν πολύ φυσικό νά μου’χεις θυμώσει — καί μάλιστα ’πολύ. Άλλωστε θά πρέπει νά νιώθεις ότι κατά κάποιον τρόποέγώ σ’έφερα στήν κατάσταση στήν όποία βρίσκεσαι τώρα. Δική μου ιδέα ήταν νά καλέσωτον Μάθιου, δική μου ιδέα νά τον ρωτήσεις αύτά πού τον ρώτησες ». Μου φάνηκε πώς τήνείδα νά κουνάει καταφατικά το κεφάλι.

« Αν είναι έτσι, Θέλμα, ποιο είναι το καλύτερο μέροί: να τά δουλέψεις όλ’ αύτά, αν όχι άκριβώςεδώ καί τώρα στήν ψυχοθεραπεία ;»

Ή Θέλμα κούνησε το κεφάλι άκόμα πιο έντονα. « Ή λογική μου μου λέει πώς έχετε δίκιο.Αλλά καμιά φορά πρέπει να κάνουμε αύτό πού πρέπει. Υποσχέθηκα στον εαυτό μου ότι θαπάψω πιά νά είμαι ασθενής καί θά τηρήσω αύτή τήν υπόσχεση ».

Page 47: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Παραιτήθηκα. Μπροστά μου ορθωνόταν ένα πέτρινο τείχος. Ό χρόνος μας είχε τελειώσειάπό ώρα, κι είχα άκόμα νά δώ καί τον Χάρρυ, πού του είχα υποσχεθεί δέκα λεπτά. Πρινχωρίσουμε, κατάφερα ν’αποσπάσω άπ’τή Θέλμα κάποιες δεσμεύσεις: συμφώνησε νασκεφτεί περισσότερο τήν άπόφασή της καί νά με ξαναδεί σε τρεις έβδομάδες. Επίσηςυποσχέθηκε πώς θά τηρήσει τή δέσμευσή της προς το ερευνητικό πρόγραμμασυναντώντας σε έξι μήνες τον ερευνητή ψυχολόγο και συμπληρώνοντας τα ερωτηματολόγια.Τελείωσα τή συνεδρία σκεπτόμενος ότι, παρόλο πού μπορεί νά τηρούσε τήν ύποχρέωσήτης προς τήν ερευνά, ήταν πολύ μικρή ή πιθανότητα νά συνεχίσει τή θεραπεία.

’Έχοντας έξασφαλίσει τήν πύρρειο νίκη της, μπορούσε νά δείξει λίγη γενναιοδωρία καί,φεύγοντας άπ’τό γραφείο μου, μ’εύχαρίστησε γιά τις προσπάθειές μου καί είπε ότι, αν ποτέξανάρχιζε ψυχοθεραπεία, θά ήμουνα ό πρώτος θεραπευτής πού θά επέλεγε.

Συνόδεψα τή Θέλμα στήν άναμονή κι άπό κει τον Χάρρυ στο γραφείο μου. Ήταν άπότομοςκαι εύθύς : «Ξέρω τί θά πει σφιχτό πρόγραμμα, γιατρέ -^τριάντα χρόνια έτσι δούλευα στοστρατό—, καί βλέπω πώς καθυστερήσατε. Αύτό σημαίνει πώς θά πάει πίσω όλη ή μέρα,έτσι; »

Συμφώνησα, άλλά τον διαβεβαίωσα πώς είχα χρόνο νά τον δώ.

«Λοιπόν, θά είμαι πολύ σύντομος. Δεν είμαι σάν τή Θέλμα. Έγώ δέν κωλυσιεργώ. Θά έρθωκατευθείαν στο θέμα. Δώστε μου πίσω τή γυναίκα μου, γιατρέ, τήν παλιά Θέλμα — όπωςήτανε τότε ».

Ή φωνή του ήταν παρακλητική, όχι άπειλητική. Παρ’όλα αύτά είχα το νού μου — καί, καθώςμιλούσε, δέν μπορούσα νά μή ρίχνο.) ματιές στά μεγάλα χέρια του, σάν χέρια στραγγαλιστή.Συνέχισε, καί τώρα ή φωνή του άρχιζε ν’άποκτά έναν τόνο μομφής, περιγράφοντας πώς ήΘέλμα είχε χειροτερέψει σταδιακά άπό τότε πού είχαμε άρχίσει τή θεραπεία. Τον άφησα νάτελειώσει, κι έπειτα προσπάθησα νά τού προσφέρω λίγη ύποστήριξη, λέγοντας ότι μιάμακροχρόνια κατάθλιψη είναι σχεδόν το ίδιο σκληρή γιά τήν οικογένεια όπως καί γιά τονάσθενή. ’Αγνοώντας τον στρατηγικό χειρισμό μου, άπάντησε πώς ή Θέλμα ήταν παντα μιακαλή σύζυγος, κι ότι ίσους ο ιοιος να είχε επιβαρύνει το πρόβλημά της, γιατί ήταν πάνταύπ’άτμόν καί ταξίδευε πολύ. Στο τέλος, όταν τον ενημέρωσα γιά τήν άπόφαση τής γυναίκαςτου νά σταματήσει νά έρχεται, φάνηκε άνακουφισμένος κι εύχαριστημένος : ό ίδιος τήνπροέτρεπε έδώ καί άρκετές έβδομάδες νά το κάνει.

"Οταν έφυγε κι ό Χάρρυ, κάθισα στο γραφείο μου κουρασμένος, κατάπληκτος καίθυμίυμένος. Θεέ μου, τί ζευγάρι! Απάλλαξέ με κι απ’τούς δύό ! Τί ειρωνεία: ό γεροξεκούτηςθέλει πίσω « τήν παλιά του Θέλμα ». Μά ήταν τόσο « άπών », πού δεν άντιλήφθηκε πώς τήνπαλιά Θέλμα δέν τήν είχε ποτέ; Ή παλιά Θέλμα δέν ήταν ποτέ στο σπίτι: τά τελευταία οχτώχρόνια περνούσε το ενενήντα τοις εκατό τής ζωής της χαμένη στή φαντασίωση ενός έρωταπού ποτέ δέν τής άνηκε. Επομένως κι ό Χάρρυ επέλεγε ν’ άγκαλιάσει τήν αύταπάτη, εξίσουόπως ή γυναίκα του. Ό Θερβάντες ρωτούσεJ_«.Tι προτιμάς : σοφή τρέλα ή ανόητη λογική;»Ήταν ξεκάθαρο τί επέλεγαν ό Χάρρυ καί η Θέλμα!

Δέν μέ παρηγορούσε όμως καί πολύ_ το νά κατηγορώ τή Θέλμα καί τον Χάρρυ ή νά θρηνώτήν άδυναμία τού άνθρώπινου πνεύματος — αύτού τού αδύναμου φασματικού πλάσματοςπού είναι αδύνατο νά έπιζήσει χ^ί^χήν-αύταπάτη, χωρί^ τη μαγεία, χωρίίτά-Απλοϊκά όνειρακαί τά ζωτικά, ψεύδη. Ειν“ έρθει ή ώρα νά δώ τήν αλήθεια : τά ’χα κάνει θάλασσα μ’ αύτό τοπεριστατικό, πέρα άπό κάθε προσδοκία, κι αύτό δέν μπορούσα να το προσάψω στήνάσθενή, ούτε στον άντρα της ή στήν άνθρωπινη μοίρα.

Τις επόμενες μέρες κατηγορούσα συνεχώς τον εαυτό μου κι άνησυχούσα γιά τή Θέλμα. Στήνάρχή φοβόμουνα καί τήν αύτοκτονία, άλλά τελικά μέ ήρέμησε ή σκέψη πώς ό θυμός της ήταντόσο άνοιχτός καί τόσο εξωστρεφής, ώστε ήταν μάλλον απίθανο νά τον στρέψει προς τονεαυτό της.

Page 48: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Γ ιά νά καταπολεμήσω τις αύτοκατηγορίες μου, προσπάθησα να πείσω τον έαυτό μου ότιείχα χρησιμοποιήσει μιά κατάλληλη θεραπευτική στρατηγική: ή Θέλμα βρισκόταν στο έσχατοοριο, όταν ήρθε νά με δει, καί κάτι έπρεπε νά γίνει. Παρόλο πού και τώρα ήταν σε κακήκατάσταση, δέν ήταν χειρότερα άπ’όταν ξεκίνησε. Ποιος ξέρει, ίσως νά ήταν καί καλύτερα,Ισως νά τής είχα καταρρίψει επιτυχώς τις αύταπάτες καί νά είχε άνάγκη γιά λίγο καιρό νάγλείψει μόνη της τις πληγές της, πριν προχωρήσει σε οποιαδήποτε μορφή θεραπείας. Τούςπρώτους τέσσερις μήνες είχα πραγματικά επιχειρήσει ,μιά πιο συντηρητική προσέγγιση καίκατέφυγα στή ριζική παρέμβαση μόνο όταν έγινε εμφανές ότι δέν είχα άλλη επιλογή.

"Όλ’αύτά όμως δέν ήταν παρά αύταπάτη. ’Ήξερα πώς είχα λόγους νά νιώθω ένοχος. Είχαγίνει γιά άλλη μιά φορά λεία τής μεγαλομανούς μου πεποίθησης πώς μπορώ νά θεραπεύσωτούς πάντες. Παρασυρμένος άπό τήν ύβρι κι απ’τήν περιέργειά μου, είχα άγνοήσει είκοσιχρόνια προηγούμενων θεραπειών, πού άποδείκνυαν τελικά ότι ή Θέλμα δέν είχε καλέςπροοπτικές γιά ψυχοθεραπεία, καί τήν είχα υποβάλει σε μιά οδυνηρή άντιπαράθεση, ήοποία, τώρα πού τή βλέπω άναδρομικά, είχε έλάχιστες πιθανότητες νά πετύχει. Είχα διώξειτις άμυνές της, χωρίς νά έχω χτίσει τίποτα γιά νά τις άντικαταστήσω.

’Ίσως νά είχε δίκιο ή Θέλμα πού προστάτευε τον έαυτό της άπό μένα σ’αύτή τή φάση. ’Ίσωςνά ’χε δίκιο, όταν έλεγε «μιά δόση άκόμα άπ’αύτή τή θεραπεία κι ή άσθενής θά πέθαινε! »Τελικά, άξιζα τήν κριτική καί τή δική της καί τού Χάρρυ. Κι είχα φέρει καί τον έαυτό μου σέδύσκολη θέση έπαγγελματικά. Περιγράφοντας τήν ψυχοθεραπεία της σε μιά παρουσίασηπεριστατικού πριν άπό μερικές εβδομάδες, είχα προκαλέσει έντονο ένδιαφέρον. ’Έτρεματώρα στήν προοπτική ότι συνάδελφοι καί φοιτητές θά με ρωτούσαν τις ερχόμενεςεβδομάδες : « Ένημέρωσέ μας γιά τήν έξέλιξη τού περιστατικού. Πού φτάσατε; »

"Όπως το περίμενα, ή Θέλμα δέν ήρθε στο επόμενο ραντεβού μας, μετά άπό τρειςεβδομάδες. Τής τηλεφώνησα, καί είχαμε μιά σύντομη άλλά άξιοσημείωτη συνομιλία. Παρόλοπού ήταν άκλόνητη στήν πρόθεσή της νά εγκαταλείψει το ρόλο τής άσθενούς γενικά,διέκρινα λιγότερο θυμό στή φωνή της. Μού είπε μάλιστα ότι όχι μόνο τήν άπωθούσε ήψυχοθεραπεία, άλλά δέν τή χρειαζόταν πιά: ένιωθε πολύ καλύτερα, οπωσδήποτε καλύτεραάπό πριν τρεις εβδομάδες ! Κι αύτό πού τή βοήθησε έξαιρετικά, είπε μέ άφέλεια, ήταν τογεγονός ότι χθές είδε τον Μάθιου!

« Τον Μάθιου ; Πώς έγινε αύτό ; » ρώτησα.

«’Α, πήγαμε γιά καφέ κι είχαμε μιά πολύ εύχάριστη κουβεντούλα. Συμφωνήσαμε νάσυναντιόμαστε νά τά λέμε μιά φορά το μήνα ».

Μ ’ έτρωγε ή περιέργεια καί τής έκανα ένα σωρό έρωτήσεις. Στήν άρχή άπαντούσε μέπαιχνιδιάρικο τρόπο («Έγώ σάς τό’λεγα άπ’τήν άρχή πώς αύτό είχα άνάγκη»). ’Έπειτα μούείπε ξεκάθαρα πώς δέν είχα πιά το δικαίωμα νά τή ρωτάα) γιά τά προσωπικά της. Στο τέλοςκατάλαβα πώς δέν θά μάθαινα τίποτ’άλλο, καί τής είπα το’τελικό μου άντίο. ’Ακολούθησα καίόλο το τελετουργικό, λέγοντάς της ότι ήμουνα πάντα διαθέσιμος ως ψυχοθεραπευτής, ανποτέ άλλαζε γνώμη. Άλλά έκείνη προφανώς δέν ξαναπέκτησε όρεξη γιά το είδος τήςθεραπείας πού έκανα έγώ, καί δέν ξαναειχα νέα της.

’Έπειτα άπό έξι μήνες τής πήρε μιά συνέντευξη ή έρευνητική ομάδα καί τής ξανάδωσε τοπακέτο τών ψυχομέτριν ων δοκιμασιών. Όταν βγήκε ή τελική έρευνητική άναφορά, γύρισαγρήγορα στή σελίδα τής περιγραφής τού περιστατικού τής θέλμα Χίλτον.

Εν περιλήψει, ή Θ.Χ. είναι μιά έβδομηντάχρονη λευκή έγγαμη γυναίκα πού παρουσίασεσημαντική βελτίωση έπειτα άπό πεντάμηνη εβδομαδιαία θεραπεία. Γιά τήν ακρίβεια, άπότούς w είκοσιοχτώ γηριατρικούς άσθενείζ πού συμπεριέλαβε ή παρούσα μελέτη,παρουσίασε το πιο θετικό άποτέλεσμα.

Είναι σημαντικά λιγότερο καταθλιπτική. Ή αυτοκτονικότητά της, εξαιρετικά υψηλή στοξεκίνημα, μειώθηκε σε σημείο πού δέν μπορεί πια να θεωρείται επικίνδυνη. Ή αυτοεκτίμησή

Page 49: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

της βελτιώθηκε και σημειώθηκε αντίστοιχη σημαντική βελτίωση σε διάφορες άλλες κλίμακες:του άγχους, τής υποχονδρίας, τής ψύχωσης και του ίδεοψυχαναγκασμοϋ.

Ή ερευνητική ομάδα δέν αποκόμισε απολύτως σαφή εικόνα γιά τή φύση τής θεραπείας πούπαρήγαγε αύτά τά εντυπωσιακά αποτελέσματα, γιατί ή άσθενής συνεχίζει γιά άγνωστολόγο νά είναι μυστικοπαθής σε σχέση μέ τις λεπτομέρειες τής θεραπείας. Φαίνεται ότι όθεραπευτής χρησιμοποίησε με επιτυχία ένα ρεαλιστικό θεραπευτικό σχέδιοπροσανατολισμένο στά συμπτώματά της, πού είχε σκοπό νά προσφέρει ανακούφισηπερισσότερο παρά βαθιά έναισθησία ή ριζική άλλαγη. Επιπλέον, χρησιμοποίησεάποτελεσματικά μιά συστημική προσέγγιση και εισήγαγε στή θεραπευτική διαδικασία τόσοτον σύζυγό της οσο κι έναν παλιό φίλο (άπό τον όποιο ή άσθενής είχε άπό καιρόαποξενωθεί).

Βαριά επιστήμη ! Κι όμως δέν μου πρόσφερε και πολλή ανακούφιση.

Page 50: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

«’Αν ήταν νόμιμος ο βιασμός...»

Ο ΑΣΘΕΝΗΣ ΣΟΥ είναι ένας μαλάκας και μισός, και του το είπα άκριβώς έτσι στήν ομάδαχτες το βράδυ ». Ή Σάρα, μιά νεαρή ειδικευόμενη ψυχίατρος, σταμάτησε στο σημείο αύτό καίμε αγριοκοίταξε, νά δει αν θά τολμούσα νά τήν κατηγορήσω.

Προφανώς είχε συμβεί κάτι άσυνήθιστο. Δέν έρχονται κάθε μέρα οι σπουδαστές στογραφείο μου νά μού πουν χωρίς κανένα ίχνος τύψης —άντίθετα, ή Σάρα έμοιαζε περήφανηκαί προκλητική— ότι επιτέθηκαν λεκτικά σ’έναν άπ’τούς άσθενεΐς μου. ’Ιδίως σε άσθενή μέπροχωρημένο καρκίνο.

«Σάρα, θέλεις νά καθίσεις καί νά μού μιλήσεις γι’αύτό; ’Έχω λίγα λεπτά, ώσπου νά ’ρθει όεπόμενος άσθενής μου ».

Παλεύοντας νά διατηρήσει τήν ήρεμία της, ή Σάρα άρχισε: « Ό Κάρλος είναι ό πιο πρόστυχος,ό πιο άηδιαστικός άνθρωπος πού έχω γνωρίσει! »

« Θά σού πώ κάτι: ούτε έμένα είναι ό πιο αγαπημένος μου. Σ’το είχα πει πριν σού τονπαραπέμψω». Τον Κάρλος τον έ’βλεπα σέ άτομική ψυχοθεραπεία γιά περίπου έξι μήνες καίπριν άπό μερικές εβδομάδες τον είχα παραπέμψει στή Σάρα, γιά να τον συμπεριλάβει στήθεραπευτική της ομάδα. «Συνέχισε, όμως. Συγγνώμη πού σέ διέκοψα».

« Λοιπόν, όπως ξέρετε, είναι γενικά παράξενος μυρίζει τις γυναίκες σάν σκύλος πού βλέπειθηλυκές σε οργασμό καί αγνοεί οτιδήποτε άλλο συμβαίνει στήν ομάδα. Χτές το βράδυ ήΜάρθα -μιά πολύ εύθραυστη οριακή κοπέλα, πού είναι σχεδόν πάντα άμίλητη— άρχισε νάλέει πώς πέρσι είχε πέσει θύμα βιασμού. Δέν νομίζω πώς το είχε άποκαλύψει ποτέ σέκανέναν σίγουρα όχι σε ομάδα. ’Ήτανε τόσο φοβισμένη, έκλαιγε με αναφιλητά, είχε τόσομεγάλη δυσκολία να το πει, πού ήταν απίστευτα οδυνηρό. "Ολοι προσπαθούσαν να τήβοηθήσουν να μιλήσει καί, καλώς ή κακώς, έγώ αποφάσισα ότι ίσως να τή βοηθούσε, ανέλεγα κι έγώ στήν ομάδα ότι με είχαν βιάσει πριν άπό τρία χρόνια — »

« Αύτό δέν το ήξερα, Σάρα ».

« Ούτε κανείς άλλος το ξέρει! » ^

’Έκρυψε μέ το χέρι τά μάτια της. ’Έβλεπα πώς δυσκολευόταν νά μού μιλήσει ανοιχτά — άλλάέκείνη τή στιγμή δέν ήμουνα βέβαιος σέ ποιο πράγμα τής ήταν περισσότερο οδυνηρό ν’αναφερθεί: στο βιασμό της ή στις υπερβολικές αποκαλύψεις πού είχε κάνει γιά τον εαυτό τηςστήν ομάδα. (Το γεγονός ότι έγώ δίδασκα τήν ομαδική θεραπεία στο πρόγραμμα τήςειδικότητας προφανώς περιέπλεκε τά πράγματα.) Ή μήπως τήν άναστάτωναν περισσότεροαύτά πού δέν μού είχε άκόμα πει; ’Αποφάσισα νά παραμείνω ούδέτερος.

« Κι έπειτα; »

« Έ λοιπόν, έκείνη τή στιγμή άνέλαβε δράση ό Κάρλος σας ».

Ό Κάρλος μου ; Γελοίο ! σκέφτηκα. Σάν νά ’ναι το παιδί μου καί πρέπει νά δώσω λόγογι’αύτόν. (Ήταν όμως άλήθεια ότι έγώ είχα πιέσει τή Σάρα νά τον άναλάβει: ήταν άπρόθυμηνά βάλει στήν ομάδα της έναν άσθενή με καρκίνο. "Οπως ήταν έπίσης αλήθεια ότι ή ομάδατης είχε μειωθεί στά πέντε μέλη κι ότι χρειαζόταν καινούργιο αίμα.) Δέν τήν είχα ξαναδεί νάπαραλογίζεται έτσι — καί νά είναι τόσο έριστική. Φοβόμουνα πώς άργότερα θά ένιωθε πολύάσχημα γι’ αύτό, καί δέν ήθελα νά χειροτερέψω τήν κατάσταση μέ οποιαδήποτε υποψίακριτικής.

«Τι εκανε ; »

«’Έκανε στή Μάρθα ένα σωρό έρωτήσεις γιά τά γεγονότα — πότε, πού, τί, ποιος. Στήν άρχή

Page 51: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

αύτό τή βοήθησε νά μιλήσει, άλλά μόλις μίλησα έγώ γιά τή δική μου περίπτωση, ό Κάρλοςαγνόησε τή Μάρθα κι άρχισε νά κάνει το ίδιο μαζί μου. ’Έπειτα άρχισε νά μιας ρωτάει και τιςδύο γιά πιο προσωπικές λεπτομέρειες. Μάς έ'σκισε τά ρούχα ο βιαστής; Εκσπερμάτωσεμέσα μας ; Υπήρχε καμιά στιγμή πού άρχίσαμε νά το άπολαμβάνουμε; Κι όλ’ αύτά έγιναντόσο ύπουλα, ώστε πέρασε λίγη ώρα πριν το πιάσει ή ομάδα, ότι είχαν άρχίσει νά τονδιεγείρουν όλ’ αύτά.-^Δέν έδινε δυάρα γιά τή Μάρθα καί γιά μένα, άπλώς τήν έβρισκεσεξουαλικά. Ξέρο> πώς θά ’πρεπε νά νιώθο^ πιο πολλή συμπόνια γι’ αύτόν — άλλά είναιτέτοιο καθίκι! »

« Και πώς τελείωσε το πράγμα ; »

«’Έ, ή ομάδα στο τέλος άνασυγκροτήθηκε κι άρχισε νά τον κατηγορεί γιά αναισθησία, άλλάεκείνος δέν έδειξε καμιά τύψή. ’Αντίθετα, έγινε πιο προσβλητικός και μάς κατηγόρησε, τήΜάρθα κι έμενα ( καί όλα τά θύματα βιασμού ), ότι υπερβάλλαμε. “ Σιγά το πράγμα ! ” είπε, κιέπειτα υποστήριξε πώς έκεΐνον προσωπικά δέν θά τον ενοχλούσε νά τον βίαζε μιά ώραίαγυναίκα. Ή τελευταία του βολή πρός τήν ομάδα ήταν ότι θά καλωσόριζε κάθε άπόπειραβιασμού άπό οποιαδήποτε άπ’ τις γυναίκες μέλη. Καί τότε έγώ είπα: “’Αν το πιστεύεις αύτόπού λες, δέν ξέρεις πού πάν’ τά τέσσερα ! ” »

« Νόμισα πώς ή θεραπευτική σου παρέμβαση ήταν νά τον άποκαλέσεις “μαλάκα καί μισό”».Αύτό μείωσε τήν ένταση της Σάρα καί χαμογελάσαμε κι οι δύο.

« Κι αύτό ! ’Έχασα πραγματικά τήν ψυχραιμία μου ».

’Έψαξα νά βρω υποστηρικτικά καί έποικοδομητικά λάγια, άλλά μου βγήκαν πιο πομπώδη άπ’δσο ήθελα. « Νά θυμάσαι, Σαρα, ότι συχνά οι άκράϊες καταστάσεις σάν κι αύτήν μπορεί ν’αποδειχτούν σημαντικές καμπές, αν τις έπεξεργαστεΐ κανείς μέ προσοχή. Ότιδήποτεσυμβαίνει είναι υλικό γιά τή θεραπεία. Ας προσπαθήσουμε νά μετατρέψουμε αύτό τοέπεισόδιο σέ μιά διδακτική εμπειρία γιά τον Κάρλος. Αύριο πού θά τον δώ θά δουλέψω πολύπάνω σ’ αύτό. θέλω όμως κι έσύ νά φροντίσεις οπουδήποτε τον έαυτό σου. ’Αν θέλεις νάμιλήσεις σέ κάποιον, είμαι διαθέσιμες άργότερα σήμερα ή οποιαδήποτε στιγμή μες στήβδομάδα ».

Ή Σάρα με ευχαρίστησε και είπε ότι χρειαζόταν λίγο χρόνο να το σκεφτεί. Καθώς έφευγεαπ’το γραφείο μου, σκέφτηκα ότι, κι αν άκόμα αποφάσιζε νά μιλήσει γιά τά δικά της θέμιατασε κάποιον άλλο, έγώ θά προσπαθούσα παρ’όλ’αύτά νά τή συναντήσω άργότερα, όταν θάήρεμούσε, γιά νά δώ μήπως θά μπορούσαμε νά μετατρέψουμε το έπεισόδιο σε μιά διδακτικήέμπειρία και γι’ αύτήν. Αύτό πού πέρασε ήταν κάτι πολύ δύσκολο, καί τή συμπονούσα, μούφαινόταν όμίως ότι είχε σφάλει προσπαθώντας νά εισαγάγει λαθραία τή δική τηςψυχοθεραπεία μέσα στήν ομάδα. Καλύτερα, σκέφτηκα, νά το είχε δουλέψει πρώτα στήνάτομική της θεραπεία. ’Έτσι, κι αν άκόμα επέλεγε καί πάλι νά μιλήσει γι’αύτό στήν ομάδα —πράγμα έτσι κι αλλιώς προβληματικό—, θά είχε μπορέσει νά το χειριστεί καλύτερα γιά όλεςτις ενδιαφερόμενες πλευρές.

’Έπειτα μπήκε ή επόμενη άσθενής μου κι έστρεψα τήν προσοχή μου σ’εκείνην. ’Αλλά δένμπορούσα νά σταματήσω νά σκέφτομαι τον Κάρλος καί ν’αναρωτιέμαι πώς θά έπρεπε νάχειριστώ τήν επόμενη συνεδρία μου μιαζί του. Δέν ήταν σπάνιο νά μπαίνει απρόσκλητος όΚάρλος στή σκέψη μου. Ήταν ένας πολύ άσυνήθιστος άσθενής. Εδώ καί μερικούς μήνες πούάρχισα νά τον βλέπω, τον σκεφτόμουνα πολύ περισσότερο άπό τή μιά ή δυο ώρες τήνέβδομάδα πού περνούσα μαζί του.

«Ό Κάρλος είναι εφτάψυχος σάν τις γάτες, τώρα όμως φαίνεται πώς καί ή έβδομη ψυχή τουφτάνει στά δριά της ». Αυτό ήταν το πρώτο πράγμα πού μού είπε ό όγκολόγος πού μού τονπαρέπεμψε γιά ψυχιατρική θεραπεία. Μού έξήγησε ότι ό Κάρλος είχε ένα σπάνιο λέμφωμαπού άναπτυσσόταν άργά καί το όποιο δημιουργούσε προβλήματα περισσότερο λόγω τούμεγέθους του παρά λόγω τής κακοήθειάς του. Γιά δέκα χρόνια ό όγκος είχε άνταποκριθεΐκαλά στή θεραπεία άλλά τώρα είχε κατακλύσει τούς πνεύμονές του καί άγγιζε τήν καρδιά. Οι

Page 52: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

γιατροί του είχαν δοκιμάσει όλες τις λύσεις πού υπήρχαν : τού είχαν δώσει τή μεγαλύτερηδόση άκτινοθεραπείας κι είχαν έξαντλήσει το φαρμακευτικό τους οπλοστάσιο άπόχημειοθεραπευτικές ουσίες. Με ρώτησαν πόσο ειλικρινείς πρέπει να είναι μαζί του. Εκείνοςδέν έμοιαζε να τούς ακούει. Δέν ήταν σίγουροι πόσο ειλικρινής είχε τήν πρόθεση να είναι όίδιος μέ τον έαυτό του. ’Έβλεπαν ότι άρχιζε να γίνεται βαθιά καταθλιπτικός κι έμοιαζε νά μήνέχει κανέναν πού νά μπορεί ν’ άκουμπήσει γιά υποστήριξη.

Ήταν ένας άνθρωπος πραγματικά άπομονωμένος. Έκτος άπό έναν γιό καί μιά κόρηδεκαεφτά χρονών -διωογενή δίδυμα, πού ζούσαν μέ τήν πρώην γυναίκα του στή Νότια’Αμερική-, ό Κάρλος, τριανταεννέα χρονών, βρισκόταν δυνητικά μόνος στον κόσμο. Είχεμεγαλώσει σάν μοναχοπαίδι στήν ’Αργεντινή. Ή μητέρα του είχε πεθάνει στή γέννα, καί πρινάπό είκοσι χρόνια ο πατέρας του είχε υποκύψει στο ιόιο ειόος λεμφώματος που τώρασκότωνε τον ίδιο. Δέν είχε άποκτήσει ποτέ έναν άντρα φίλο. « Ποιος τούς έχε» άνάγκη;» μούείπε μιά φορά. « Δέν έχω γνωρίσει ποτέ κανέναν πού νά μήν είναι ικανός νά σέ μαχαιρώσειγιά ένα δολάριο, γιά μιά δουλειά, γιά ένα μουνί». Ό γάμος του είχε υπάρξει σύντομος, καί δένείχε κάνει άλλες σημαντικές σχέσεις μέ γυναίκες. « Πρέπει νά ’σαι τρελός γιά νά γαμήσειςγυναίκα δεύτερη φορά! » Ό στόχος του στή ζωή, μού είπε χωρίς ίχνος ντροπής ή άμηχανίας,ήταν νά πηδήξει δσο περισσότερες γυναίκες μπορούσε.

’Όχι, στήν πρώτη μας συνάντηση δέν έβρισκα πολλά συμπαθητικά πράγματα στοχαρακτήρα του — ούτε στη φυσιογνωμία του. Ήταν κάτισχνος (μέ πρησμένους καί έντοναορατού: λεμφικούς δζους στούς άγκώνες, στο λαιμό καί πίσω απ* τα αύτιά) καί, ώςάποτέλεσμα τής χημειοθεραπείας, έντελώς φαλακρός. Οι άξιοθρήνητες καλλωπιστικές τουπροσπάθειες -Ινας πλατύγυρος παναμάς, βαμμένα φρύδια κι ένα φουλάρι, γιά νά κρύβει τονπρησμένο λαιμό του— το μόνο πού πετύχαιναν ήταν νά προσελκύσουν άκόμα περισσότερηανεπιθύμητη προσοχή στήν έμφάνισή του.

Ηταν έμφανές ότι είχε κατάθλιψη —και με το δίκιο του— και μιλούσε με πικρία καί κούρασηγιά τή δεκάχρονη ταλαιπωρία του με τον καρκίνο. ’Έλεγε πώς το λέμφωμα του τον σκότωνεσε φάσεις. Είχε ήδη σκοτώσει το μεγαλύτερο μέρος του — τήν ενέργειά του, τή δύναμή τουκαί τήν έλευθερία του ( έπρεπε να κατοικεί κοντά στο νοσοκομείο Στάνφορντ, σέ μόνιμηεξορία απ’τήν κουλτούρα του).

Το πιο σημαντικό όμως ήταν πώς ό καρκίνος είχε σκοτώσει τήν κοινωνική του ζωή —εννοούσε τή σεξουαλική του ζωή: όσο βρισκόταν σέ χημειοθεραπεία, ήταν άνίκανος. "Οταντελείωνε μιά χημειοθεραπευτική άγωγή, καί οι σεξουαλικοί του χυμοί άρχιζαν νάξαναγεννιούνται, δέν μπορούσε νά βρει γυναίκα επειδή δέν είχε μαλλιά. ’Ακόμα κι όταν τάμαλλιά του ξανάβγαιναν, λίγες έβδομάδες μετά τή χημειοθεραπεία, μού είπε ότι καί πάλι δένμπορούσε νά ρίξει καμιά: ούτε πόρνη δέν τον έπαιρνε, γιατί νόμιζαν ότι οι φουσκωμένοιλεμφαδένες του σήμαιναν ’Έιτζ. Ή σεξουαλική του ζωή είχε περιοριστεί στον αύνανισμόκοιτάζοντας νοικιασμένες σαδομαζοχιστές βιντεοταινίες.

Ήταν αλήθεια ότι ήταν άπομονωμένος —αύτό το είπε μόνο όταν τον παρότρυνα έγώ— και,ναι, αύτό· ήταν ένα πρόβλημα, άλλά μόνο έπειδή υπήρχαν στιγμές πού παραήταν άδύναμοςγιά νά φροντίσει ό ίδιος τις σωματικές του άνάγκες. Ή ιδέα τής απόλαυσης πού πηγάζει άπότή στενή άνθρώπινη (μή σεξουαλική) επαφή έμοιαζε ξένη γι’αύτόν. Υπήρχε μιά έξαίρεση —τά παιδιά του— κι όταν μιλούσε γι’ αύτά άναδυόταν άληθινή συγκίνηση, συγκίνηση τήν οποίαμπορούσα κι έγώ νά μοιραστώ. Μέ συγκινούσε ή θέα τού εύάλωτου κορμιού του πούτρανταζόταν απ’τά άναφιλητά, καθώς περιέγραφε το φόβο του πώς κι αύτά θά τονέγκατέλειπαν : ότι ή μητέρα τους θά κατάφερνε τελικά νά τά στρέψει έναντίον του, ή ότι θά τάαπωθούσε ό καρκίνος του καί θά τού γύριζαν τήν πλάτη.

«Τί μπορώ νά κάνω γιά νά σέ βοηθήσω, Κάρλος ; »

«’Αν θέλεις νά μέ βοηθήσεις — τότε μάθε μου νά μισώ τούς άρμαδίλλους! »

Γ ιά μιά στιγμή άπόλαυσε τή σύγχυσή μου κι έπειτα άρχισε νά μου εξηγεί ότι είχε δουλέψει με

Page 53: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

νοητικές εικόνες — μιά μορφή αύτοθεραπείας πού επιχειρούν πολλοί καρκινοπαθείς. Οιοπτικές μεταφορές του γιά τήν καινούργια του χημειοθεραπεία ( τήν οποία οι όγκολόγοι τουονόμαζαν ΑΓ ) ήταν μεγάλα άλφα και γάμμα_— άρκοΰδες καί γουρούνια. Ή μεταφορά του γιάτούς σκληρούς καρκινικούς λεμφαδένες του _ ήταν τεθωρακισμένοι άρμαδίλλοι. ’Έτσι, στιςσυνεδρίες διαλογισμού του, οραματιζόταν άρκοΰδες καί γουρούνια νά έπιτίθενται στούςάρμαδίλλους. Το πρόβλημα ήταν ότι δέν μπορούσε νά εξαγριώσει άρκετά τις άρκοΰδες καίτά γουρούνια του, γιά νά ξεσκίσουν καί νά διαλύσουν τούς άρμαδίλλους.

Παρά τή φρίκη τού καρκίνου του καί τή στενότητα της σκέψης του-, ό Κάρλος μέ τραβούσε.’Ίσως ήταν άπό γενναιοδωρία, πού πήγαζε άπ’τήν άνακούφισή μου ότι δέν πέθαινα έγώάλλα εκείνος. ’Ίσως ήταν ή άγάπη του γιά τά παιδιά του ή ό ικετευτικός τρόπος μέ τον όποιοάρπαζε το χέρι μου μέσα στά δικά του, τήν ώρα πού έφευγε άπ’ το γραφείο μου. ’Ίσως ήτανή τρέλα7 στο αίτημά του : « Μάθε μου νά μισώ τούς άρμαδίλλους ».

Γι’αύτό, καθώς άναλογιζόμουνα αν μπορώ νά τον θεραπεύσω, ελαχιστοποίησα τά δυνητικάεμπόδια γιά τή θεραπεία κι έπεισα τον έαυτό μου πώς ήταν πιο πολύ άκοινώνητος παράαντικοινωνικός μέ τήν κακοήθη έννοια, καί ότι πολλά άπό τά άντιπαθητικά χαρακτηριστικά καιτις πεποιθήσεις του ήταν ευάλωτα καί άνοιχτά σέ τροποποίηση. Δέν σκέφτηκα και πολύκαθαρά τήν άπόφασή μου καί, άκόμα καί άφού άποφάσισα να τον δεχτώ σέ θεραπεία,παρέμεινα άβέβαιος ποιοι ήταν οι κατάλληλοι καί οι ρεαλιστικοί θεραπευτικοί στόχοι. Μήπωςνά τον συνοδέψω απλώς στήν πορεία τής χημειοθεραπείας του; ("Οπως πολλοί άσθενεΐς, ήυγεία τού Κάρλος έπιδεινωνόταν σέ οριακό σημείο κι ό ίδιος γέμιζε άπόγνωση στή διάρκειατής χημειοθεραπείας.) ’Ή, αν έμπαινε στο τελικό στάδιο, έπρεπε μήπως να δεσμευτώ νάμείνω μιαζί του ως το θάνατό του; Μήπως έπρεπε να είμαι ικανοποιημένος προσφέροντάςτου απλώς τήν παρουσία μου καί τήν υποστήριξή μου; ( Ίσως κι αυτό να ήταν αρκετό. Μά τονΘεό, δέν είχε κανέναν άλλο να μιλήσει! ) Βέβαιαή απομόνωσή του ήταν δικό του κατόρθωμα,άλλά θά ’πρεπε τώρα έγώ νά τον βοηθήσω νά τήν άναγνωρίσει ή νά τήν άλλάξει; Μπροστάστο θάνατό, όλοι αυτοί οι συλλογισμοί έμοιαζαν χωρίς άντικείμενο. Ή μήπως όχι; Μήπωςήταν πραγματικά δυνατό νά κατορθώσει ό Κάρλος κάτι πιο « φιλόδοξο » στήν ψυχοθεραπεία; ’Όχι, όχι, όχι! Τι νόημα έχει να μιλάει κάνεις γιά «φιλόδοξη» ψυχοθεραπεία με κάποιον πού όπροσδοκώμενος χρόνος ζωής του είναι ίσως, στήν καλύτερη περίπτωση, θέμα μηνών; Θέλεικανείς, θέλω έγώ νά έπενδύσω χρόνο καί ενέργεια σ’ένα σχέδιο τόσο θνησιγενές ;

Ό Κάρλος συμφώνησε άμέσως νά έρχεται στήν ψυχοθεραπεία. Μέ τον χαρακτηριστικόκυνικό τρόπο του είπε ότι ή άσφάλειά του θά πλήρωνε το ένενήντα τοις εκατό τής άμοιβήςμου, κι ότι δέν μπορούσε ν’άπορρίψει τέτοια εύκαιρία. Εξάλλου, ήταν άνθρωπος πού ήθελενά δοκιμάσει τά πάντα μιά φορά, καί ποτέ ως τώρα δέν είχε μιλήσει σέ ψυχίατρο. Άφησα τοθεραπευτικό μας συμβόλαιο άσαφές. Το μόνο πού είπα ήταν πώς είναι πάντα βοηθητικό νάέχει κανείς κάποιον με τον όποιο νά μπορεί νά κουβεντιάσει οδυνηρά συναισθήματα καίσκέψεις. Πρότεινα νά συναντηθούμε έξι φορές δοκιμαστικά καί στή συνέχεια ν’άξιολογήσουμε αν άξιζε τον κόπο νά συνεχιστεί ή θεραπεία.

Πρός μεγάλη μου έκπληξη, ό Κάρλος χρησιμοποίησε έξαιρετικά τήν ψυχοθεραπεία. Κι έπειταάπό έξι συνεδρίες συμφωνήσαμε νά προχωρήσουμε σέ θεραπεία διαρκείας. Ερχόταν σέκάθε συνεδρία μ’ έναν κατάλογο θεμάτων πού ήθελε νά τά συζητήσει — όνειρα,προβλήματα με τή δουλειά του ( ήταν ένας έπιτυχημένος οικονομικός άναλυτής, καί συνέχιζενά δουλεύει παρά τήν άρρώστια του). Καμιά φορά μιλούσε γιά τή σωματική του δυσφορία καίτήν άπέχθεια προς τή χημειοθεραπεία, άλλά συνήθως μιλούσε γιά γυναίκες καί γιά σέξ. Σεκάθε μας συνάντηση περιέγραφε όλες τις έπαφές του με γυναίκες μέσα στήν έβδομάδα (οιόποιες συχνά δέν ήταν τίποτα περισσότερο άπό μιά διασταύρωση βλεμμάτων μέ μιάγυναίκα στο μπακάλικο) και σκεφτόταν μέ τρόπο έπίμονο τί θά μπορούσε νά είχε κάνει σέκάθε περίσταση γιά νά φτάσει σέ μιά σχέση. Τον άπασχολούσαν τόσο πολύ οι γυναίκεςπού έμοιαζε νά ξεχνάει πώς είχε έναν καρκίνο πού διηθούσε ένεργά όλα τά μέρη τούκορμιού του. Το πιθανότερο είναι νά ήταν αύτός ό στόχος τής απορρόφησής του: νάμπορέσει νά ξεχάσει τήν αρρώστια του.

Page 54: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

’Αλλά ή έμμονή του με τις γυναίκες είχε προηγηθεί κατά πολύ τού καρκίνου. Είχε πάντα ένακυνηγετικό ένστικτο γιά τις γυναίκες καί τις έβλεπε με δρους έντελώς σεξουαλικούς καιμειωτικούς. Γι’αύτό ή περιγραφή πού μού έδωσε ή Σάρα γιά τή συμπεριφορά του στήνομάδα, όσο κι αν ήταν σοκαριστική, δέν με ξάφνιασε. ’Ήξερα πώς ήταν άπολύτως ικανός γιάμιά τέτοια χονδροειδή συμπεριφορά — καί γιά άκόμα χειρότερη.

Πώς όμως νά χειριστώ τήν κατάσταση μαζί του στήν επόμενη συνάντησή μιας ; Πάνω άπ ’όλα, επιθυμούσα νά προστατέψω καί νά διατηρήσω τή σχέση μας. Κάναμε προόδους, κιαύτήν άκριβώς τήν εποχή εγώ ήμουνα ό πρωταρχικός του άνθρώπινος σύνδεσμος. Ήτανόμως σημαντικό νά συνεχίσει νά πηγαίνει καί στή θεραπευτική ομάδα. Τον είχα βάλει στλομάδα πριν άπό έξι εβδομάδες, γιά νά τού παράσχω μιά κοινότητα, ή οποία θά βοηθούσεάπό τή μιά νά σπάσει ή άπομόνωσή του. κι άπό τήν άλλη, επισημαίνοντας καίπαροτρύνοντας τον ν’ αλλάξει κάποια άπό τά πιο άρνητικά στοιχεία της κοινωνικήςσυμπεριφοράς του, θά τον βοηθούσε νά δημιουργήσει συνδέσμους στήν κοινωνική του ζωή.Τις πρώτες πέντε εβδομάδες είχε χρησιμοποιήσει Εξαιρετικά τήν ομάδα άλλά τώρα, αν δένάλλαζε ριζικά τή συμπεριφορά του, ήμουνα βέβαιος πώς θά αποξένωνε γιά πάντα όλα τάμέλη της -αν δέν το είχε ήδη καταφέρει!

Ή επόμενη συνεδρία μας ξεκίνησε χωρίς σημαντικά συμβάντα. Ό Κάρλος δέν ανέφερε καντήν ομάδα. Αντίθετα ήθελε νά μιλήσει γιά τή Ρουθ, μιά όμορφη γυναίκα πού είχε μόλιςγνωρίσει σε μιά κοινωνική εκδήλωση τής εκκλησίας. (Ανήκε σέ καμιά δεκαριά ενορίες, γιατίπίστευε ότι τού παρείχαν ιδανικές* ευκαιρίες γιά καμάκι.) Είχε μιλήσει πολύ λίγο μέ τή Ρούθ, ήοποία μετά ζήτησε συγγνώμη γιατί έπρεπε νά γυρίσει σπίτι. Ό Κάρλος τής είπε αντίο άλλάέπειτα άρχισε νά είναι βέβαιος ότι είχε χάσει τήν εύκαιρία τής ζωής του, επειδή δέν τήςπρότεινε νά τή συνοδέψει ως το αύτοκίνητό της. Γιά τήν άκρίβεια, είχε πείσει τον έαυτό τουότι υπήρχαν μεγάλες πιθανότητες, ίσως δέκα, δεκαπέντε τοις έκατό, νά τήν παντρευτεί. Οιαύτοκατηγορίες του, γιατί δέν έδρασε μέ μεγαλύτερη ετοιμότητα, συνεχίστηκαν ολόκληρη τήνεβδομάδα καί περιλάμβαναν λεκτικές επιθέσεις στον έαυτό του καί σωματική βία —τσιμπιόταν καί χτυπούσε το κεφάλι του στον τοίχο.

Δέν έδωσα συνέχεια στο ζήτημα τών συναισθημάτων του γιά τή Ρούθ (παρόλο πού ήταντόσο κατάφωρα παράλογα, ώστε άποφάσισα νά ξαναγυρίσω σ’ αύτά κάποια στιγμή ), γιατίσκέφτηκα πώς ήταν έπειγον νά συζητήσουμε το θέμα τής ομάδας. Τού είπα ότι μίλησα μέ τήΣάρα γιά τήν προηγούμενή τους συνεδρία. « Θά μιλούσες έσύ σήμερα γιά τήν ομάδα; » τονρώτησα.

« Μάλλον όχι, δέν ήταν κάτι σημαντικό. ’Έτσι κι άλλιώς, θά τή σταματήσω αύτή τήν ομάδα.Παραείμαι προχωρημένος γι’ αύτούς ».

« Τί έννοεΐς ; »

« "Ολοι έκεΐ μέσα είναι άνειλικρινεΐς καί παίζουνε παιχνίδια. Έγώ είμαι το μόνο άτομο πούέχει άρκετό θάρρος γιά νά λέει τήν άλήθεια. Οι άντρες είναι όλοι χαμένοι — άλλιώς δέν θά’τανε έκεΐ. Είναι μαλάκες χωρίς κοχόνες, κάθονται έκεΐ πέρα καί κλαψουρίζουνε χωρίς νάλένε τίποτα ».

« Πές μου τι συνέβη στήν ομάδα άπ’ τή δική σου τήν άποψη ».

« Ή Σάρα μίλησε γιά το βιασμό της, σού τό ’πε αύτό; »

Τού έγνεψα πώς ναι.

« Κι ή Μάρθα γιά τον δικό της. Αύτή ή Μάρθα, Θεέ μου. Νά μια περίπτωση γιά σένα. Είναισκέτο χάος, είναι άρρωστη, τελεία και παύλα. Είναι ψυχασθενής, παίρνει ήρεμιστικά. Τίδιάολο κάνω έγώ σε μιά ομάδα με τέτοιους άνθρώπους; Άκου με, όμως. Το σημαντικό είναιότι μίλησαν γιά τούς βιασμούς τους, και οι δύό τους, κι οι υπόλοιποι κάθονταν εκεί με το

Page 55: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

στόμα άνοιχτό καί δεν λέγανε κουβέντα. Τουλάχιστον έγώ άνταποκρίθηκα. Τούς έκαναερωτήσεις ».

« Ή Σάρα λέει ότι κάποιες άπό τις ερωτήσεις σου δέν έμοιαζαν νά στοχεύουν στο νάβοηθήσουν ».

« Κάποιος έπρεπε νά τις κάνει νά μιλήσουνε. Άλλωστε είχα πάντα μιά περιέργεια γιά τοβιασμό. Έσύ δέν έχεις; "Όλοι ά άντρες δέν έχουν; Γιά το πώς γίνεται, γιά τήν έμπειρία τούθύματος ;»

«’Έλα, Κάρλος, αν ζήταγες αύτό, θά μπορούσες νά το διαβάσεις καί σ’ένα βιβλίο. Τώρα είχεςνά κάνεις μέ άληθινούς άνθρώπους — όχι μέ πηγές πληροφόρησης. Κάτι άλλο συνέβαινε ».

«’Ίσως. Το παραδέχομαι. 'Όταν ξεκίνησα τήν ομάδα, οι οδηγίες σου ήταν ότι θά έπρεπε νάείμαι ειλικρινής στήν έκφραση τών συναισθημάτων μου πρός τά υπόλοιπα μέλη. Πίστεψέ με,τ’ ορκίζομαι, στήν τελευταία συνάντηση ήμουνα το μοναδικό ειλικρινές άτομο εκεί μέσα. Μ’έρέθισε αύτό το πράγμα, το παραδέχομαι. Μπορεί νά σ’άνάψει φοβερά νά σκέφτεσαι τήΣ.’ρα νά πηδιέται. Θά μ’ άρεσε νά ’παιρνα κι έγώ μέρος καί νά ’βαζα τά χέρια μου στά βυζιάτης. Δέν σε,συγχωρώ πού μού άπαγόρευσε; νά βγω μαζί της ». "Όταν είχε πρωτοαρχίσει τήνομάδα πριν άπο έξι εβδομάδες, ό Κάρλος μίλησε πολλή ώρα γιά τον ένθουσιασμό του με τήΣάρα —ή μάλλον μέ το στήθος τηςκαί ήταν πεπεισμένος ότι έκείνη θά δεχόταν νά βγει μαζίτου. Γιά νά τον βοηθήσω ν’ άφομοιωθεΐ στήν ομάδα τον είχα προπονήσει, στις πρώτες .λίγεςσυναντήσεις, στήν αρμόζουσα κοινωνική συμπεριφορά. Τον είχα πείσει, μέ δυσκολία είναιάλήθεια, ότι μιά σεξουαλική προσέγγιση τής Σάρα θά ήταν καί μάταιη καί άνάρμοστη. .

« ’Εξάλλου, δέν είναι μυστικό ότι οι άντρες έρεθίζονται άπ’ το βιασμό. Είδα και τούς άλλουςάντρες τής ομάδας νά μού χαμογελάνε. Γιά κοίτα κι όλη τή βιομηχανία του πορνό! ’Έχεις ρίξειποτέ καμιά καλή ματιά στά βιβλία καί στις βιντεοκασέτες* μέ βιασμούς καί μέ δεσίματα; Κάν’το ! Γιά άντε στά πορνομάγαζα τού Τέντερλόιν — θα είναι πολύ εποικοδομητικό γιά σένα."Ολ’ αύτά γιά κάποιον φτιάχνονται — οπωσδήποτε ύπάρχει μιά αγορά γιά τέτοια θέματα. Νάσού πώ τήν άλήθεια, αν ήταν νόμιμος ο βιασμός, έγώ θα τό ’χανα — μιά στό τόσο ».

Εδώ ό Κάρλος σταμάτησε καί μού ’ρίξε ένα πονηρό χαμόγελο — ή μήπως ήταν μιάσυναδελφική άγκωνιά, μιά πρόσκληση νά πάρω κι έγώ τή θέση μου πλάι του στήνάδελφότητα τών βιαστών;

Κάθισα σιωπηλός γιά μερικά λεπτά προσπαθώντας νά προσδιορίσω τις έπιλογές πού είχα.Ήταν εύκολο νά συμφωνήσω με τή Σάρα: άκουγότανε πραγματικά πρόστυχος. ’Ήμουναόμως πεπεισμένος πώς ένα κομμάτι αύτού τού πράγματος ήτανε σκέτη ψευτοπαλικαρά, κιότι υπήρχε τρόπος ν’άγγίξω κάτι καλύτερο, κάτι υψηλότερο μέσα του. Μ’ένδιέφεραν αύτές οιτελευταίες λέξεις κι ήμουν εύγνώμων πού τις είπε: « μιά φορά στο τόσο ». Αύτά τά λόγια, πούτά πρόσθεσε σάν νά τά σκέφτηκε άργότερα, έμοιαζαν νά κρύβουν κάποιο έλάχιστο κομμάτιάμηχανίας ή ντροπής.

« Κάρλος, είσαι περήφανος γιά τήν ειλικρίνειά σου μέσα στήν ομάοα — ήσουνα όμωςστ’άλήθεια ειλικρινής; Μήπως ήσουνα μόνο εν μέρει ειλικρινής; ’Ή μήπως ήσουναψευτοειλικρινής ; ’Αλήθεια είναι πώς εσύ ήσουνα πιο άνοιχτός άπ’τούς υπόλοιπους άντρεςέκεΐ μέσα. Εξέφρασες πράγματι κάποια άπό τά πραγματικά σου σεξουαλικά αισθήματα. Δένέχεις άδικο γιά το πόσο διαδεδομένα είναι αύτά τά αισθήματα : ή πορνογραφία μάλλονάπευθύνεται σε ορμές πού τις έχουν όλοι οι άνδρες.

»Είσαι όμως άπολύτως ειλικρινής; Τί γίνεται μέ όλα τά άλλα συναισθήματα πού υπάρχουνμέσα σου καί πού δεν τά εξέφρασες ; Θά προσπαθήσω νά μαντέψω: μήπως όταν είπες “σιγά το πράγμα ” στή Σάρα και στή Μάρθα γιά τούς βιασμούς τους, μήπως σκεφτόσουνα τονκαρκίνο σου και τά όσα έσύ αντιμετωπίζεις συνεχώς ; Είναι πολύ πιο σκληρό νά έρχεσαιάντιμέτωπος με κάτι πού άπειλεΐ τή ζωή σου αύτή τή στιγμή παρά με κάτι πού σού συνέβηπριν άπό ένα ή δύο χρόνια.

Page 56: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

»’Ίσως νά ’θελες νά πάρεις λίγη στοργή άπ’τήν ομάδα, άλλά πώς νά σού τή δώσουν ότανεμφανίζεσαι τόσο άνάλγητος μπροστά τους ; Δέν τούς έχεις κάν μιλήσει άκόμα γιά τονκαρκίνο σου ». (Έγώ τον πίεζα ν’ άποκαλύψει στήν ομάδα ότι είχε καρκίνο, άλλά εκείνος όλοτο άνέβαλλε: έλεγε πώς φοβόταν ότι θά τον λυπούνται, καί δέν ήθελε νά σαμποτάρει τιςσεξουαλικές του πιθανότητες μέ τις γυναίκες-μέλη.)

Ό Κάρλος μού χαμογέλασε. «Καλή προσπάθεια, γιατρέ! Βγάζει νόημα. Είσαι μυαλό. Αλλά, γιάνά είμαι ειλικρινής μαζί σου, δέν μού πέρασε κάν ή σκέψη τού καρκίνου. Από τότε πούτέλειωσα τή χημειοθεραπεία, πριν άπό δυο μήνες, περνάω καί μιά καί περισσότερες μέρεςχωρίς νά το σκεφτώ. Καλό δέν είναι αύτό, πάρα πολύ καλό, νά τον ξεχνάω, νά είμαιέλεύθερος, νά μπορώ νά ζήσω γιά λίγο μιά φυσιολογική ζωή;»

Καλή ερώτηση, σκέφτηκα. Ήταν άραγε καλό νά ξεχνάει; Δέν ήμουνα τόσο σίγουρος. Στούςμήνες πού τον έβλεπα, είχα ανακαλύψει ότι μπορούσα νά διαγράψω μέ εκπληκτική σ: ρίβειατήν πορεία τού καρκίνου του παρατηρώντας τά πράγματα πού σκεφτόταν. "Όποτε όκαρκίνος του χειροτέρευε καί ή παρουσία τού θανάτου ήταν ενεργή, έκανε μιά άνακατανομήπροτεραιοτήτων στή ζωή του καί γινόταν πιο συναισθηματικός, πιο συμπονετικός, πιοσοφός. "Όταν, άντίθετα, ή άρρώστια βρισκόταν σέ ύφεση, τον τράβαγε το πουλί του άπ’ τήμύτη, όπως έλεγε ό ίδιος, καί γινόταν εμφανώς πιο ώμος καί πιο ρηχός.

.Κάποτε είχα δει ένα κόμικ σέ μιά εφημερίδα, όπου ένας χαμένος χοντρούλης άνθρωπάκοςέλεγε: « Ξαφνικά μιά μέρα, στά σαράντα σου, στά πενήντα σου, όλα ξεκαθαρίζουν... Κιέπειτα όλα θολώνουν πάλι! » Αύτό το κόμικ ήταν ό,τι έπρεπε γιά τον Κάρλος, αν εξαιρέσουμετο γεγονός πώς εκείνος δέν είχε ένα, άλλά επανειλημμένα επεισόδια διαύγειας — τά όποιαέπειτα παρέρχονταν. Συχνά σκεφτόμουνα πώς αν μπορούσα νά βρώ έναν τρόπο νά τονκρατήσω συνεχώς στή φάση τής επίγνωσης τού θανάτου του καί σ’ αύτή τή « διαύγεια »πού ό επικείμενος θάνατος προκαλεί, θά μπορούσα νά τον βοηθήσω νά κάνει μερικέςμείζονες άλλαγές στον τρόπο μέ τον όποιο σχετιζόταν μέ τή ζωή καί μέ τούς άλλουςάνθρώπους. _

Ήταν προφανές, άπό τον παραπειστικό τρόπο πού μιλούσε σήμερα, κι όπως μίλησε στήνομάδα πριν άπό δυο μέρες, ότι ό καρκίνος του βρισκόταν πάλι σέ λανθάνουσα φάση, κι ότι όθάνατος, μέ τή συνοδευτική του σοφία, βρισκόταν πολύ έξω άπ’ τή σκέψη του.

Επιχείρησα μιά άλλη τακτική. «Κάρλος, πριν μπεις στήν ομάδα προσπάθησα νά σούεξηγήσω τή βασική λογική πίσω άπ’ τήν ομαδική ψυχοθεραπεία. Θυμάσαι πού σού τόνισαπώς οτιδήποτε συμβαίνει μέσα στήν ομάδα μπορεί νά χρησιμοποιηθεί γιά νά μάς βοηθήσεινά δουλέψουμε στή θεραπεία; » Το θυμόταν.

Συνέχισα. «Κι ότι μιά άπό τις πιο σημαντικές άρχές τών ομάδων είναι πώς κάθε ομάδα είναιένας κόσμος σέ μικρογραφία — όποιο περιβάλλον δημιουργούμε μέσα στήν ομάδαάντανακλά τον τρόπο πού έχουμε έπιλέξει νά ζούμε ; Θυμάσαι πού είπα πώς ό καθένας μαςδημιουργεί μέσα στήν ομάδα το ίδιο είδος κοινωνικού περίγυρου πού έχουμε στηνπραγματική ζωή μας;»

Το θυμόταν κι αύτό. Μ’άκουγε με προσοχή.

« Δές τώρα τί συνέβη μέ σένα μέσα στήν ομάδα ! Ξεκίνησες μ’ έναν άριθμό άνθρώπων, μέτούς οποίους θά μπορούσες νά είχες άναπτύξει στενές σχέσεις. Κι όταν άρχισες, είχαμεσυμφωνήσει οι δυο μας ότι είχες άνάγκη νά δουλέψεις πάνω στούς τροπους μέ τούςοποίους άποκτά κανείς σχέσεις. Γι’αύτό πήγες στήν ομάδα, το θυμάσαι; Τώρα όμως, έπειταάπό έξι μόνο εβδομάδες, όλα τά μέλη καί τουλάχιστον ένας άπό τούς συν-θεραπευτές είναιέντελώς έξοργισμένοι μαζί σου. Κι αύτό το προκάλεσες έσύ. ’Έκανες μέσα στήν ομάδα αυτόπού κάνεις έξω απ’ τήν ομάδα ! Θέλω να μού απαντήσεις ειλικρινά: είσαι ικανοποιημένος ;Αύτό θέλεις άπό τή σχέση σου με τούς άλλους άνθρώπους ; »

Page 57: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

« Καταλαβαίνω απολύτως τί λές, γιατρέ, άλλά κάπου μπάζει το επιχείρημά σου. Έγώχέστηκα, πραγματικά χέστηκα γιά τον κόσμο πού είναι στήν ομάδα. Δέν είναι αληθινοίάνθρωποι. Ποτέ δέν πρόκειται νά συνδεθώ έγώ μέ τέτοιους χαμένους. Γιά μένα δέν μετράεικαθόλου ή γνώμη τους. Δέν θέλω νά έρθω πιο κοντά τους ».

’Ήξερα άπό άλλες περιπτώσεις πώς ό Κάρλος μπορούσε νά. κλείνει σάν στρείδι κατ’ αύτόντον τρόπο. Υποπτευόμουν πώς σε μιά-δυό βδομιάδες θά ήταν πιο συζητήσιμος, καί κάτωάπό κανονικές συνθήκες θά είχα κάνει υπομονή. Αν όμως δέν άλλαζε κάτι γρήγορα, είτε θάέφευγε εκείνος άπό τήν όμιάδα είτε, σέ μιά βδομάδα άπό τώρα, θά είχε διαρρήξει μιά γιάπάντα τις σχέσεις του με τά ύπόλοιπα μέλη. Κι επειδή, έπειτα άπ’αύτό το υπέροχο #περιστατικό, είχα μεγάλες αμφιβολίες ότι θα μπορούσα ποτέ νά ξαναπείσω άλλον ομαδικόθεραπευτή νά τον δεχτεί, έπέμεινα.

«’Ακούω αύτά τά θυμωμένα καί κατακριτικά συναισθήματα καί ξέρω πώς πραγματικά τάνιώθεις. "Όμως, Κάρλος, βάλ’τα γιά λίγο σε παρένθεση, καί δές αν μπορείς ν’αγγίξει*, κάτιάλλο. Ή Σάρα καί ή Μάρθα ένιωθαν κι οι δυο πολύ μεγάλο πόνο. Τί άλλα συναισθήματα είχεςαπέναντί τους ; Δέν μιλάω γιά τα μείζονα ή τά κυρίαρχα συναισθήματα, άλλά γιά οτιδήποτεαλλο μπορεί νά εμφανίστηκε άστραπιαΐα ».

«Ξέρω τί ψάχνεις. Έσύ κάνεις ό,τι περνάει απ’το χέρι σου γιά μιένα. Θέλω νά σέ βοηθήσω,άλλ’αύτό σημιαίνει πώς θ’αρχίσω νά βγάζω πράγματα άπ’τό μυαλό μου. Έσύ μού βάζεις στοστόμα συναισθήματα. Εδώ μέσα είναι το μόνο μέρος οπού μπορ ώ νά λέω τήν άλήθεια, κι ήάλήθεια είναι πώς αύτό πού θέλω νά κάνω πιο πολύ άπό οτιδήποτε άλλο μ’αύτά τά δυομουνιά μέσα στήν ομάδα, είναι νά τά γαμήσω! Τό εννοούσα αυτό πού είπα γιά το βιασμό!’Αν ήταν νόμιμος, αύτό θά ’κανα ! Καί ξέρω άκριβώς άπό πού θ’άρχιζα ! »

Το πιθανότερο είναι ότι εννοούσε τή Σάρα, άλλά δέν τον ρώτησα. Το τελευταίο πού ήθελαήταν νά μπούμε σ’αύτή τή συζήτηση. Προφανώς υπήρχε κάποιος σημαντικός οιδιπόδειοςανταγωνισμός μεταξύ μας, πού έκανε τήν έπικοινωνία πιο δύσκολη. Ό Κάρλος δέν έχανεποτέ εύκαιρία να μού περιγράψει μέ γραφικές λεπτομέρειες τί ήθελε να κάνει στή Σάρα, σάννα πίστευε πώς ήμασταν αντίζηλοι γιά χάρη της. ’Ήξερα πώς πίστευε ότι ό λόγος πού τονείχα άποθαρρύνει νωρίτερα να τής ζητήσει νά βγούνε, ήταν πώς ήθελα νά τήν κρατήσω γιάτον εαυτό μου. ’Αλλά αύτό το είδος ερμηνείας τώρα θα ήταν εντελώς άχρηστο: είχε γίνειπάρα πολύ κλειστός καί αμυντικός. ’Αν ήθελα να τον διαπεράσω, θά ’πρεπε ναχρησιμοποιήσω κάτι πολύ πιο δραστικό.

«’Εντάξει, Κάρλος, ας σκεφτούμε αύτή τήν ιδανική κοινωνία πού φαντάζεσαι καί πρεσβεύεις— αύτή τήν κοινωνία όπου ό βιασμός είναι νόμιμος. Καί σκέψου τώρα γιά λίγο τήν κόρη σου.Πώς θά ’τανε γι’ αύτήν να ζει σέ μιά τέτοια κοινωνία — να είναι διαθέσιμη γιά νόμιμο βιασμό,μιά γκομενίτσα γιά τον πρώτο τυχόντα πού έχει καύλες καί πού τή βρίσκει μέ τή βία καί μέδεκαεφτάρικα κοριτσάκια;»

Ξαφνικά ό Κάρλος έπαψε νά χαμογελάει. ’Έκανε μιά γκριμάτσα καί είπε απλά: «Δέν θά ’θελατέτοιο πράγμα γιά τήν κόρη μου ».

«Πού θα τήν έβαζες, τότε, σ’αύτό τον κόσμο πού φτιάχνεις ; Θα τήν έκλεινες σέ μοναστήρι;Πρέπει να φτιάξεις έναν χώρο όπου θα μπορούσε να ζει κι έκείνη : αύτό κάνουν οιπατεράδες — δημιουργούν έναν κόσμο γιά τα παιδιά τους. Ποτέ δέν σ’ έχω ξαναρωτήσει —τί θέλεις πραγματικά γιά κείνην ; »

« Θέλω να έχει μιά μακρόχρονη σχέση αγάπης μ’ έναν άντρα καί μιά αγαπημένη οικογένεια».

« Πώς όμως μπορεί νά γίνει αύτό, αν ό πατέρας της πρεσβεύει έναν κόσμο βιασμού; Ανθέλεις ή κόρη σου να ζήσει σ’ έναν κόσμο αγάπης, τότε στο χέρι σου είναι να τονκατασκευάσεις — καί πρέπει να ξεκινήσεις απ’ τήν ίδια σου τή συμπεριφορά. Δεν μπορείςνα είσαι έξω απ’ τον ίδιο σου το νόμο — αυτό είναι ή βάση κάθε ήθικού συστήματος ».

Page 58: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Ό τόνος τής συνεδρίας είχε αλλάξει. Τέρμα οι κονταρομαχίες καί ή ωμότητα. Είχαμεαποκτήσει μιά τραγική σοβαρότητα. ’Ένιωθα περισσότερο σαν δάσκαλος φιλοσοφίας ή σανθρησκευτικός καθοδηγητής, παρά σάν θεραπευτής, αλλά ήξερα ότι βρισκόμαστε στονσωστό δρόμο. Κι αυτά τά πράγματα έπρεπε νά τα είχα πει νωρίτερα. U Κάρλος αστειευότανσυχνά με τήν ιοια του τήν ασυνέπεια. Θυμάμαι πού μιά φορά περιέγραψε μέ εύθυ-μία μιάσυζήτηση πού εκανε τήν ώρα πού τρώγανε με τά παιδιά του ( έρχονταν νά τον δούν δυό-τρεις φορές το χρόνο ), οπού ένημέρωσε τήν κόρη του ότι ήθελε νά γνωρίσει καί νά έγκρίνειοποιοδήποτε αγόρι 3ά έβγαινε μαζί της. « Οσο γιά σένα», είπε στο γιό του, « πήδα όσο πιοπολλές γκόμενες μπορείς ! »

Τώρα δέν υπήρχε αμφιβολία πώς είχα τήν αμέριστη προσοχή του ^’Αποφάσισα νά αύξήσωτήν πειθώ μου με αποκλεισμό, καί προσέγγισα το ίδιο θέμα άπό άλλη κατεύθυνση:

«Καί, ξέρεις, μού ’ρχεται καί κάτι άλλο στο νού αύτή τή στιγμή. Θυμάσαι το όνειρό σου με τοπράσινο Χό. :α πριν άπό δυο βδομάδες; Γιά νά το ξαναδούμε».

Τού άρεσε νά δουλεύει πάνω σε όνειρα καί χάρηκε πολύ ~ού θά συγκεντρωνόταν τώρασ’αύτό, κι έτσι θ’άφηνε τήν συζήτηση γιά τήν κόρη του.

Είχε ονειρευτεί πώς είχε πάει σ’ένα γραφείο ενοικιάσεως αύτοκινήτων γιά νά νοικιάσει έναάμάξι, άλλά το μόνο πού είχαν ήταν Χόντα Σιβίκ — το μόνο αύτοκίνητο πού δέν τού άρεσεκαθόλου. ’Από διάφορα χρώματα πού ήταν διαθέσιμα, διάλεξε τό κόκκινο. ’Αλλά όταν πήγεστο πάρκινγκ, τό μόνο αύτοκίνητο πού υπήρχε ήταν πράσινο τό χειρότερό του χρώμα ! Τοσημαντικότερο στοιχείο ενός. ονείρου είναι, το συναίσθημα του, και τ όνειρό αυτό, παρά τοάκακο περιεχόμενό του, ήταν γεμάτο τρόμο: τον είχε ξυπνήσει καί τον είχε γεμίσει με άγχοςγιά πολλές ώρες.

Τότε δέν είχαμε μπορέσει νά προχωρήσουμε πολύ μ’ αύτό το όνειρο. Τώρα πού το θυμάμαι,ό Κάρλος ξεκίνησε μιά σειρά άπό συνειρμούς γιά τήν ταυτότητα τής υπαλλήλου τούγραφείου πού νοίκιαζε τ’αύτοκίνητα. Σήμερα όμως είδα αύτό το όνειρο άπό διαφορετικήσκοπιά. Πριν άπό πολλά χρόνια ό Κάρλος είχε αναπτύξει μιά έντονη πίστη στήμετενσάρκωση, μιά πίστη πού τού πρόσφερε πολύ μεγάλη άνακούφιση άπό τους φόβουςτου γιά το θάνατο. Ή μεταφορά πού είχε χρησιμοποιήσει σε μιά απ’τις πρώτες συναντήσειςμας ήταν ότι ό θάνατος σήμαινε απλώς άνταλλαγή τού σώματός σου μ’ένα άλλο — σάνν’άνταλλάσσεις ένα παλιό αύτοκίνητο. Τού θύμισα τώρα αύτή τήν παρομοίωση.

«’Ας υποθέσουμε, Κάρλος, ότι το όνειρο αύτό μιλάει γιά κάτι περισσότερο άπό τ’αύτοκίνητα.Προφανώς το νά νοικιάζεις αύτοκίνητο δέν είναι μιά τρομαχτική δραστηριότητα, ούτε κάτι πούθά μπορούσε νά σού γίνει εφιάλτης καί νά σε κρατήσει ξύπνιο όλη νύχτα. Νομίζω πώς αύαότο όνειρο μιλάει γιά το θάνατο καί γιά τήν άλλη ζωή, καί χρησιμοποιεί το δικό σου σύμβολο,παρομοιάζει το θάνατο καί τήν άναγέννηση μέ μιά άνταλλαγή αύτοκινήτων. Αν το δούμε έτσι,μπορούμε νά βγάλουμε περισσότερο νόημα γιά τον ισχυρό τρόμο πού μετέφερε το όνειροαύτό. Τί σκέφτεσαι γιά το γεγονός ότι το μόνο αύτοκίνητο πού μπορούσες νά πάρεις ήτανένα πράσινο Χόντα Σιβίκ;»

«Απεχθάνομαι το πράσινο καί μισώ τά Χόντα Σιβίκ. Το επόμενο αύτοκίνητο μου θά είναιΜαζεράτι».

«’Αν όμως τ’ αύτοκίνητα είναι ονειρικά σύμβολα σωμάτων, γιατί θά έπαιρνες, στήν άλλη σουζωή, ένα σώμα ή μιά ζωή πού τά μισείς πιο πολύ άπ’ όλα; »

Ό Κάρλος άναγκάστηκε ν’άπαντήσει. «Παίρνεις ό,τι σού άξίζει, άνάλογα με το τί έκανες ή μέτον τρόπο πού εζησες 'τήν τωρινή σου ζωή. Μπορείς ν’άνέβεις ή νά κατέβεις ».

Τώρα συνειδητοποιούσε πού οδηγούσε αύτή ή συζήτηση καί άρχιζε να ιδρώνει. Το πυκνόδάσος χυδαιότητας καί κυνισμού πού τον περιέβαλλε, σόκαρε καί αποθάρρυνε πάντα όσουςείχαν τήν πρόθεση να το έπισκεφτούν. Τώρα όμως ήταν ή σειρά του να σοκαριστεί. Είχα

Page 59: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

εισβάλει στά δυο ενδότερα άδυτά του : στήν αγάπη του γιά τά παιδιά του καί στις απόψειςτου γιά τή μετενσάρκωση.

""«Συνέχισε, Κάρλος, αύτό είναι σημαντικό — έφάρμοσέ το αύτό σε σένα καί στή ζωή σου ».

Οι λέξεις του βγήκαν αργά, μία μία. « Το όνειρο λέει ότι δεν ζώ σωστά ».

« Συμφωνώ, νομίζο.) πώς αύτό άκριβώς λέει. Πες καί τί άλλες σκέψεις κάνεις γιά το ότι δένζεις σωστά ».

’Ήμουνα έτοιμος νά τού κάνω μιά διάλεξη γιά το τί συνιστά μιά καλή ζωή σε οποιοδήποτεθρησκευτικό σύστημα -ή αγάπη, ή γενναιοδωρία, ή στοργή, οι εύγενεΐς σκέψεις, ή άναζήτησητού καλού, ή φιλανθρωπία— αλλά δεν χρειάστηκε. Ό Κάρλος με άφησε να καταλάβω ότι είχαγίνει κατανοητός : είπε ότι άρχιζε να ζαλίζεται καί πώς ολ* αύτά παραήταν πολλά γιά μιάμέρα. Χρειαζόταν χρόνο γιά νά τά σκεφτεί μέσα στή βδομάδα. Βλέποντας πώς μάς έμενεάκόμα ένα τέταρτο, αποφάσισα νά δουλέψουμε πάνω σ’ένα άλλο μέτωπο.

Ξαναγύρισα στο πρώτο θέμα πού είχε θέσει στήν αρχή της ώρας : τήν πεποίθησή του πώςείχε χάσει μιά χρυσή εύκαιρία με τή Ρούθ, τή γυναίκα πού είχε συναντήσει γιά λίγη ώρα στηνεκδήλωση τής εκκλησίας, τις επακόλουθες αύτοκατηγορίε: του καί το γεγονός ότι χτυπούσεκυριολεκτικά το κεφάλι του. γιατί δέν τήν πήγε ως το αύτοκίνητο της. Ή λειτουργία πούέπιτελούσε αύτή ή παράλογη πεποίθηση ήταν πασιφανής. Όσο συνέχιζε να πιστεύει πώςβρισκόταν προκλητικά κοντά στο νά τον έπιθυμήσει καί νά τον ερωτευτεί μιά όμορφηγυναίκα, μπορούσε να στηρίξει τήν πίστη ότι δέν διέφερε άπό κανέναν άλλον, ότι δεν είχεκανένα σοβαρό πρόβλημα, ότι δέν ήταν παραμορφωμένος, ότι δέν επασχε άπό μιάθανατηφόρα άρρώστια.

Νωρίτερα δέν είχα αγγίξει-τήν άρνησή του. Γενικά, το καλύτερο είναι νά μήν υπονομεύεις μιάάμυνα, έκτος αν προκαλεί περισσότερα προβλήματα παρά οφέλη, κι έκτος αν έχεις κάτικαλύτερο νά προσφέρεις στή θέση της. Ή μετενσάρκωση, ας πούμε, είναι ένα τέτοιοπαράδειγμα: παρόλο πού προσωπικά τή θεωρώ μιά μορφή άρνησης του θανάτου, ήπεποίθηση αύτή βοήθησε τον Κάρλος (όπως βοηθάει καί μεγάλο μέρος του πληθυσμού τήςγής ). Γιά τήν άκρίβεια, παρά νά τήν υπονομεύσω, προτιμούσα νά τήν ενισχύω καί σ’αύτή τήσυνεδρία τή στήριξα προτρέποντάς τον νά δώσει μεγάλη προσοχή σ’όλα όσα σήμαινε ήμετενσάρκωση.

Είχε έρθει όμως ή ώρα ν’ άμφισβητήσω κάποια άπ’ τά λιγότερο βοηθητικά μέρη τούσυστήματος άρνησης πού είχε διαμορφώσει.

«Κάρλος, πιστεύεις στ’άλήθεια πώς αν είχες πάει τή Ρούθ ως τ’αύτοκίνητο της θά είχες τόσομεγάλη πιθανότητα νά τήν παντρευτείς;»

«Το να θα φερνε τ άλλο. Κάτι ετρεχε ηόη αναμεσα μας. Το ένιωθα. Ξέρω τί μού γίνεται! »

« Αύτό όμως το λες κάθε βδομάδα — με τήν κυρία στο σουπερμάρκετ, με τή γραμματέα στονοδοντίατρο, με τήν ταμία στο σινεμά. Ακόμα καί με τή Σάρα το ίδιο ένιωσες. Γιά σκέψου,πόσες φορές έσύ, ή ό καθένας μας, έχουμε συνοδέψει μιά γυναίκα ως το αύτοκίνητο της καίδεν τήν παντρευτήκαμε;»

« Εντάξει, έντάξει, ίσως είναι πολύ μικρότερη ή πιθανότητα, ένα τοις εκατό, ίσως καί μισό τοιςεκατό, άλλά ύπήρχε μιά πιθανότητα — αν δέν ήμουνα τέτοιος μαλάκας. Δέν μού πέρασε κάνάπ’το νου νά τής προτείνω νά τήν πάω ως έκεΐ! »

«Τί πράγματα διαλέγεις γιά νά τιμωρείς τον έαυτό σου! Κάρλος, θά σ’το πώ ξεκάθαρα. Αύτόπού λές είναι έντελώς παράλογο. Το μόνο πού μού ’χεις πει γιά τή Ρούθ —μόνο πέντε λεπτάμίλησες γι’ αύτήν—, είναι ότι είναι εικοσιτριών χρονών, έχει δυο παιδιά και μόλις πήρεδιαζύγιο. Ας είμαστε άπολύτως ρεαλίστες — εδώ, όπως λες κι εσύ, είναι το κατάλληλο μέροςγιά να είμαστε ειλικρινείς. Τί θα τής πεις γιά τήν υγεία σου;»

Page 60: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

« Μόλις τή γνωρίσω καλύτερα, θά τής πώ τήν άλήθεια — ότι έχω καρκίνο, ότι τώρα είναι ύποέλεγχο, ότι οι γιατροί μπορούν νά τον θεραπεύσουν ».

« Καί; »

« "Οτι οι_γιατροί δέν είναι βέβαιοι τί θά γίνει, ότι κάθε μέρα ανακαλύπτονται νέες θεραπείες,ότι Γσο^ς νά έχω υποτροπές στο μέλλον ».

« Εσένα τί σού είπαν οι γιατροί; Σού είπαν ότι Ισως νά έχεις υποτροπές ; »

« Σωστά — ότι θα έχω ύποτροπές στο μέλλον, έκτος αν βρε-' θει μιά θεραπεία ».

« Κάρλος, δέν θέλω νά είμαι σκληρός, θέλω νά είμαι άντικειμενικός. Μπές στή θέση τής Ρούθ— εικοσιτριών χρονών με δυο παιδάκια, έχει περάσει μιά δύσκολη περίοδο, ψάχνειπροφανώς ένα δυνατό στήριγμα γιά τον εαυτό της καί γιά τά παιδιά της, κι έχει τις γνώσειςκαί το φόβο πού έχει ο κοινός άνθρωπος γιά τον καρκίνο. ’Αντιπροσωπεύεις εσύ το είδοο τής ασφάλειας καί τού Στηρίγματος πού ψάχνει; Θά είναι πρόθυμη νά δεχτεί τήν άβεβαιότητατής υγείας σου; Νά ρισκάρει νά βάλει τον εαυτό της σέ μιά θέση πού μπορεί νά τήνύποχρεώσει τελικά νά σού κάνει τή νοσοκόμα; Πόσες είναι στ’αλήθεια οι πιθανότητες ν’άφεθεϊ νά σέ γνωρίσει με τον τρόπο πού εσύ θέλεις, νά σχετιστεί μαζί σου;»

« Μάλλον ούτε μία στο εκατομμύριο », είπε ό Κάρλος με μια θλιμμένη, κουρασμένη φωνή.

Ήμουνα σκληρός, ή άλλη εναλλακτική λύση όμως, νά μήν είμαι σκληρός, νά τού κάνω τοχατίρι, ν’αναγνωρίζω σιωπηρά πώς ήταν άνίκανος νά δει τήν πραγματικότητα, ήταν άκόμαπιο σκληρή. Ή φαντασίωσή του γιά τή Ρούθ τού επέτρεπε νά νιώθει πώς μπορούσε άκόμανά. τον αγγίξει καί νά τον φροντίσει ένας άλλος άνθρωπος. ’Έλπιζα ότι θά καταλάβαινε πώςή προθυμία μου να τον φέρω προ τών ευθυνών του, παρά νά κλεινό.) το μάτι πίσω άπ’τήνπλάτη του,· ήταν ό δικός μου τρόπος νά τον αγγίζω καί νά τον φροντίζω.

Οι ψευτοπαλικαράς είχαν εξαφανιστεί. Ρώτησε σιγανά:« Και τί κάνω έγώ τώρα ; »

« ’Αν αυτό πού πραγματικά θέλεις τώρα είναι νά βρεθείς κοντά σε κάποιον, τότε είναι καιρόςν’άποβάλεις όλη αύτή τήν πρεμούρα νά βρεις γυναίκα. Μήνες σε παρακολουθώ νάκατηγορείς τον έαυτό σου γι’αύτό. Νομίζω πώς ήρθε & καιρός νά τον άφήσεις ήσυχο. Μόλιςτελείωσες μιά δύσκολη χημειοθεραπευτική αγωγή. Πριν άπό τέσσερις βδομάδες δένμπορούσες νά φας, ούτε νά σηκωθείς άπ’τό κρεβάτι ούτε νά σταματήσεις τούς εμετούς.’Έχασες πολύ βάρος καί τώρα ξαναβρίσκεις τις δυνάμεις σου. Πάψε νά περιμένεις ότι θάβρεις μιά γυναίκα τώρα άμέσως, ζητάς πάρα πολλά άπ’ τόν έαυτό σου. Θέσε έναν λογικόστόχο — μπορείς, όσο μπορώ κι έγώ. Συγκεντρώσου στο νά κάνεις μιά καλή συζήτηση.Προσπάθησε νά κάνεις βαθύτερη τή φιλία με τούς άνθρώπους πού ήδη γνωρίζεις ».

Είδα ένα χαμόγελο ν’ άρχίζει νά σχηματίζεται στά χείλη του. Κατάλαβε ποιά θά ήταν ήέπόμενη φράση μου : «Και ποιο είναι το καλύτερο μέρος γιά ν αρχίσεις, αν όχι ή ομάδα;»

Απ’αύτή τή συνεδρία και μετά ό Κάρλος ήταν άλλος άνθρωπος. Το έπόμενο ραντεβού μαςήταν τήν άκριβώς έπόμενη μέρα άπ’τή συνάντηση τής ομάδας του. Το πρώτο πράγμα πούείπε ήταν ότι δέν θά το πίστευα πόσο καλός ήταν στήν ομάδα. Περηφανευόταν πώς τώραήταν το πιο υποστηρικτικό μέλος και με τή μεγαλύτερη εύαισθησία γιά τούς άλλους. Είχεσοφά αποφασίσει νά βγάλει τον έαυτό του άπ’τή δύσκολη θέση μιλώντας στήν ομάδα γιάτον καρκίνο του. Υποστήριζε —καί μετά άπό μερικές έβδομάδες το έπιβεβαίωσε κι ή Σάρα—ότι ή συμπεριφορά του άλλαξε τόσο ολοκληρωτικά, πού οι υπόλοιποι στρέφονταν τώρασ’έκεΐνον γιά υποστήριξη.

’Έπλεξε το έγκώμιο τής προηγούμενης συνεδρίας μας. «Ή προηγούμενη ώρα μας ήταν ήκαλύτερή μας μέχρι τώρα. Μακάρι νά ’ταν όλες έτσι. Δέν θυμάμαι άκριβώς γιά τί μιλήσαμε,άλλά μέ βοήθησε πολύ ν’ άλλάξω ».

Page 61: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

"Ένα άπ’τά σχόλιά του μού φάνηκε ιδιαίτερα άξιοπερίεργο.

« Δέν ξέρω γιατί, άλλά τώρα έχω διαφορετική σχέση καί μέ τούς άντρες μέσα στήν ομάδα.Είναι όλοι μεγαλύτεροι μου, άλλά, είναι περίεργο, έχω τήν αίσθηση ότι τούς συμπεριφέρομαισάν νά είναι γιοί μου ! »

Δέν μ’ απασχολούσε πολύ πού είχε ξεχάσει το περιεχόμενο τής τελευταίας μαςσυνάντησης. Καλύτερα νά ξεχάσει γιά τί μιλήσαμε, παρά το αντίθετο (πολύ πιο συχνήέπιλογή γιά τούς άσθενεΐς ) — νά θυμάται άκριβώς γιά τί μιλήσαμε άλλά νά μείνει ίδιος κιάπαράλλαχτος.

Ή βελτίωση τού Κάρλος συνεχίστηκε μ’εντυπωσιακούς ρυθμούς. ’Έπειτα άπό δυο βδομάδεςξεκίνησε τή συνεδρία μιας, άνακοινώνοντάς μου ότι, στο διάστημα πού μεσολάβησε άπ’τήνπροηγούμενη βδομάδα, τού συνέβησαν δυο μεγάλες άποκαλύψεις. Ήταν τόσο περήφανοςγι’αύτές, πού τούς έδωσε όνομα. Τήν πρώτη τή βάφτισε (όπως μού ανακοίνωσε, ρίχνονταςμιά ματιά στις σημειώσεις του ) « "Ολοι έχουν καρδιά » καί τή δεύτερη « Δέν είμαι τάπαπούτσια μου ».

Πρώτα μού έξήγησε το « "Ολοι έχουν καρδιά ». « Στή συνάντηση τής ομάδας τήν περασμένηβδομάδα, και οι τρεΐ; γυναίκες μίλησαν γιά πολλά συναισθήματά τους, γιά το πόσο δύσκολοείναι γιά μιά γυναίκα νά’ναι μόνη της, γιά τή μοναξιά, για το πένθος γιά τούς γονείς τους, γιάτούς εφιάλτες τους. Δέν zzzoj γιατί, άλλα ξαφνικά τις είδα άλλιώς ! ’Ήτανε σάν κι έμενα !Είχανε τά ίδια προβλήματα πού έχω κι έγώ στή ζωή μου. Μέχρι τώρα τις γυναίκες τιςφανταζόμουνα πάντα νά κάθονται στον ’Όλυμπο μέ μιά ούρά άπό άντρες μπροστά τους καίνά τούς ξεδιαλέγουν — αύτός μπαίνει στήν κρεβατοκάμαρά μου, αύτός όχι!

» Έκείνη τήν ώρα όμως σάν νά είχα ένα όραμα τής γυμνής καρδιάς τους. Σάν νάεξαφανίστηκε το στέρνο τους, σάν νά ’λιώσε και σάν νά ’μείνε άνάμεσα στά πλευρά έναγαλαζοκόκκινο τετράγωνο πού μέσα του χτυπούσε ρυθμικά μιά γυαλιστερή κατακόκκινηκαρδιά. "Ολη τήν έβδομάδα έβλεπα όλων τις καρδιές νά χτυπάνε, κι έλεγα στον έαυτό μου: “"Ολοι έχουν καρδιά, όλοι έχουν καρδιά ”. Όλονών τις καρδιές τις έβλεπα — κι εκείνου τούστραβοχυμένου καμπούρη πού δουλεύει στο θυρωρείο, καί τής γριάς πού πλένει τις σκάλες,άκόμα καινών συναδέλφων μου στή δουλειά! »

Πήρα τόση χαρά άπ’όσα έλεγε ό Κάρλος, πού βούρκωσα. Νομίζω πώς το είδε, άλλά, γιά νάμή με φέρει σε δύσκολη θέση, δέν το σχολίασε καί προχώρησε γρήγορα στήν έπόμενηάποκάλυψη : « Δέν είμαι τά παπούτσια μου ».

Μού θύμισε ότι στήν προηγούμενη συνεδρία είχαμε συζητήσει το μεγάλο άγχος του γιά μιάπαρουσίαση πού έπρεπε νά κάνει σύντομα στή δουλειά του. Είχε πάντα μεγάλη δυσκολίανά μιλήσει μπροστά σέ κοινό : όντα<: τρομακτικά εύαίσθητος σέ κάθε μορφή κριτικής, έλεγεπώς συχνά γινόταν θέαμα άντεπιτιθέμενος μέ μίσος σέ οποιονδήποτε άμφισβητούσε τοπαραμικρό, όταν έκανε μιά παρουσίαση.

Τον είχα βοηθήσει νά καταλάβει ότι είχε χάσει τή θεατών προσωπικών του συνόρων. Είναιφυσικό, τοΰ- ειχα πεί ν’ άπαντήσει κανείς εχθρικά σέ μια επίθεση προς τον κεντρικό τουπυρηνα - αλλωστε σ’αύτή τήν περίσταση παίζεται ή έπιβίωση του καθενός. Αλλά τού είχαεπισημάνει ότι εκείνος είχε διευρύνει τα προσωπικα τουσύνορα τοσο που νά περιλαμβάνουνκαι' τή δουλειά του. Κατ’επέκταση, λοιπόν, άντιδρούσε σε μιά ήπια κριτική' οποιασδήποτεπλευράς τής δουλειάς του, σάν νά ήταν μια θανάσιμη έπίθεση στήν ίδια του τήν ύπαρξη, μιάάπειλή γιά τήν επιβίωσή του.

Τον είχα προτρέψει νά διακρίνει τον πυρηνικό έαυτό του άπό άλλα περιφερικάχαρακτηριστικά ή δραστηριότητές του. ’Έπειτα έπρεπε νά « άποταυτιστεΐ » άπό ό,τι δένάποτελοΰσε πυρηνικό του κομμάτι: Πράγματα πού μπορούσαν ν’αντιπροσωπεύουν τί τούάρεσε, τί έκανε ή τί θεωρούσε πολύτιμο. —άλλά_πού_-δεν αποτελούσαν τον ίδιο, τήν ουσία τής ύπαρξής του.

Page 62: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Ή κατασκευή αύτή τον είχε συναρπάσει. Δέν έξηγούσε μόνο τήν αμυντική του στάση στήδουλειά, άλλα μπορούσε νά έπεκτείνει αύτό το μοντέλο « άποταυτοποίησης » άκόμα καί στοσώμα του. Μ’άλλα λόγια, παρόλο πού το σώμα του βρισκόταν σέ κίνδυνο, ό ίδιος, ή ζωτικήτου ουσία, ήταν άθικτη.

Ή ερμηνεία αύτή ξαλάφρωσε πολύ το άγχος του, κι έτσι ή παρουσίασή του στή δουλειά τήνπερασμένη εβδομάδα ήταν πάρα πολύ διαυγής καί καθόλου άμυντική. Ποτέ δέν τά είχε πάειτόσο καλά. Στή διάρκεια τής παρουσίασης, ένα μάντρα μέσα στο μυαλό του μουρμούριζε : «Δέν είμαι ή δουλειά μου ». 'Όταν τελείωσε-και κάθισε πλάι στον διευθυντή του, το μάντρασυνέχισε : « Δέν είμαι ή δουλειά μου. Ούτε ή ομιλία μου. Ούτε τα ρούχα μου. Τίποταάπ’όλ’αύτά». Σταύρωσε τά πόδια του καί παρατήρησε τά στραβοπάτήμένα ταλαιπωρημέναπαπούτσια του: « Ούτε τά παπούτσια μου είμαι». Άρχισε νά στριφογυρίζει τα δάχτυλα καί τάπόδια του έλπίζοντας νά προσελκύσει τήν προσοχή τού διευθυντή του, γιά νά τούδιακηρύξει: « Δέν είμαι τά παπούτσια μου! »

Οι δυο άποκαλύψεις τού Κάρλος -οι πρώτες απ’\'.ς πολλές πού επρόκειτο ν’ άκολουθήσουν— ήταν ένα δώρο γιά μένα καί γιά τούς φοιτητές μου. Κι οι δύό τους, πηγάζοντας άπό δυοδιαφορετικές μορφές ψυχοθεραπείας, καταδείκνυαν τήν πεμπτουσία τής διαφοράς άνάμεσαστο τί μπορεί κανείς ν’αποκομίσει απ'τήν ομαδική θεραπεία, πού εστιάζει στή σχέσηάνάμεσα στους ανθρώπους, j<m στο τί άπ’τήν άτομική θεραπεία, πού έστιάζει στήνέπικοινωνία jxi τ# ενδοφυχικό. Ακόμα χρησιμοποιώ πολλές άπό τις γραφικές του έναισθησίεςως παραδείγματα στή διδασκαλία μου.

Στους λίγους μήνες ζωής που τού απέμεναν, ό Κάρλος έπέλεξε νά συνεχίσει νά προσφέρει.’Οργάνωσε μιά ομάδα αύτοβοηθειας καρκινοπαθών ( όχι χωρίς νά κάνει ένα χιουμοριστικόσχόλιο, πώς ήταν ή « τελευταία στάση » τής διαδρομής, γιά να κάνει καμάκι) κι έγινε επίσηςομαδάρχης σε κάποιες ομάδες διαπροσωπικών δεξιοτήτων σε μιά άπό τις ενορίες του. ΉΣάρα,άπ’τούς θερμότερους τώρα πιά υποστηρικτές του, προσκλήθηκε ως ομιλήτρια σε μιάαπ’τις ομάδες του και επιβεβαίωσε πόσο υπεύθυνος καί ικανός αρχηγός ήταν.

Τά περισσότερα όμως τά πρόσφερε στά παιδιά του, πού παρατήρησαν τήν άλλαγή του κιεπέλεξαν νά^γραφτούν σ’ ένα κοντινό του κολέγιο, ώστε νά ζήσουν μαζί του γιά έναεξάμηνο. Ήταν ένας ύπέροχα γενναιόδωρος καί υποστηρικτικός πατέρας. Πάντα ένιωθα ότιό τρόπος με τον όποιο αντιμετωπίζει κανείς το θάνατο καθορίζεται κατά πολύ απ’το μοντέλοπού θέτουν οι γονείς του. Το τελευταίο δώρο πού μπορεί νά κάνει ένας γονιός στά παιδιάτου είναινά τούς μάθει, μέσα άπ’ το παράδειγμά του, πώς ν’αντιμετωπίζουν το θάνατο μεήρεμη ψυχή — κι ό Κάρλος εδωσε ένα εξαιρετικό μάθημα άξιοπρέπειας. Ό θάνατός του δένήταν άπό τούς σκοτεινούς, σιωπηλούς, συνωμοτικούς θανάτους. "Ως το τέλος τής ζωής τουήταν ειλικρινής με τά παιδιά του ώς προς τήν άρρώστια του, κι άστειεύονταν όλοι μαζί με τοντρόπο πού στραβομουτσούνιαζε, πού άλληθώριζε καί σούφρωνε τά χείλια του, ότανάναφερόταν στο « λέεεεεμφωωωωωωμά » του.

Το μεγαλύτερο δώρο όμως το εκανε σε μένα λίγο πριν πεθάνει, καί το δώρο του άπαντά μιάγιά πάντα στο έρώτημα αν είναι λογικό ή αν αρμόζει ν’ αγωνίζεσαι γιά μιά « φιλόδοξη »ψυχοθεραπεία, με άνθρώπους πού πάσχουν άπό κάποια θανατηφόρα ασθένεια. "Οταν τονεπισκέφτηκα στο νοσοκομείο ήταν τόσο αδύναμος πού σχεδόν δεν μπορούσε νά κουνηθεί,σήκωσε όμως το κεφάλι, μού’σφίξε το χέρι καί ψιθύρισε: « Σ’ εύχαριστώ. Σ’εύχαριστώ πούμού ’σωσες τή ζωή ».

Page 63: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Ή χοντρή κυρία

ΟΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΙ ΠΑΙΚΤΕΣ ΤΟΥ ΤΕΝΝΙΣ προπονούνται πέντε ώρες τήν ήμέρα γιά ν’αποβάλουν άπ’το παιχνίδι τις αδυναμίες τους. Οι δάσκαλοι του ζεν προσβλέπουν άτελείωταστή γαλήνη του πνεύματος, ή μπαλαρίνα στήν πλήρη ισορροπία. Και ό ιερέας εξετάζειαιωνίως τή συνείδησή του. Κάθε επάγγελμα περικλείει μιά έπικράτεια δυνατοτήτων, μέσαστά όρια τής οποίας μπορεί οποίος το άσκεΐ ν’ άναζητήσει τήν τελειότητα. Γιά τονψυχοθεραπευτή αύτή ή επικράτεια, αύτό το άνεξάντλητο πρόγραμμα αύτοβελτίωσης, άπ’τόόποιο δέν άποφοιτά κανείς ποτέ, ονομάζεται στή γλώσσα τής δουλειάς μιας«άντιμεταβίβαση ». Ενώ ή μεταβίβαση άναφέρεται σε συναισθήματά πού ό ασθενήςεσφαλμένα συνδέει με τον ( μεταβιβάζει στον ) θεραπευτή, καί τά όποια στήνπραγματικότητα είναι προϊόντα προηγούμενων σχέσεων, ή άντιμεταβίβαση είναι τοάντίστροφο — παρόμοια παράλογα συναισθήματα πού έχει ό θεραπευτής απέναντι στονασθενή. Μερικές φορές ή άντιμεταβίβαση έχει τραγική διάσταση καί καθιστά άδύνατη τήβαθιά ψυχοθεραπεία: φανταστείτε έναν Εβραίο ψυχοθεραπευτή νά έχει ώς άσθενή ένανΝαζί, ή μιά γυναίκα πού δέχτηκε κάποτε σεξουαλική επίθεση νά θεραπεύει έναν βιαστή. Σεήπιότερη όμως μορφή ή άντιμεταβίβαση εισχωρεί σε κάθε διαδικασία ψυχοθεραπείας.

Τήν ήμερα πού μπήκε στο γραφείο μου ή Μπέττυ, τή στιγμή πού τήν είδα νά κατευθύνει τονδυσκίνητο όγκο της —πού είχε ύψος ένα εξήντα καί ζύγιζε εκατόν είκοσι κιλά— πρός τήνκομψή μοντέρνα πολυθρόνα τού γραφείου μου, κατάλαβα πώς προμηνυόταν γιά μένα μιάμεγάλη δοκιμασία στον τομέα τής άντιμεταβίβασης.

Πάντα με άπωθοΰσαν οι παχιές γυναίκες. Τις βρίσκω αηδιαστικές : ό γελοίος κλυδωνισμόςτους όταν περπατάνε, ή απουσία περιγράμματος στο σώμα τους — τα στήθη, οι μηροί, οιγλουτοί,οι ώμοι, οι γραμμές του πιγουνιού, τα μήλα, όλα, όλα όσα μ’ αρέσει να βλέπω σέ μιάγυναίκα, είναι θαμμένα κάτω άπό μια χιονοστιβάδα σάρκας. Καί άπεχθάνομαι τά ρούχα τους— τά άμορφα, τσουβαλοειδή φορέματα ή, άκόμα χειρότερα, τά άκαμπτα έλεφαντόμορφατζήν πού τσιτώνονταυρουσκωμένα άπό βαρελοειδή μπούτια. Πώς τολμάνε νά έπιβάλλουνσ’έμάς τούς ύπόλοιπους ένα τέτοιο σώμα;

Από πού πηγάζουν αύτά τά άθλια συναισθήματα; Δέν είχα ποτέ σκεφτεί νά ψάξω. Είναιτόσο βαθιά χαραγμένα μέσα μου πού ποτέ δέν τά άντιμετώπισα ώς προκατάληψη. "Ανόμως μού ζητούσε κάποιος μιά έξήγηση, φαντάζομαι πώς θά μπορούσα νά υποδείξω μιάολόκληρη οικογένεια άπό παχιές, έλεγκτικές γυναίκες πού συνωστίζονταν γύρω μου στιςάρχές τής ζωής μου, μέ πρώτη καί καλύτερη τή μητέρα μου. Ή παχυσαρκία, ενδημική στήνοικογένειά μου, ήταν μέρος αύτού πού έπρεπε νά έγκαταλείψω όταν άποφάσισα, έγώ, έναςδραστήριος, φιλόδοξος Αμερικανός πρώτης γενιάς, νά τινάξω γιά πάντα άπ’τά πόδια μου τήσκόνη τού ρώσικου «στέτλ».1

Μπορώ νά κάνω κι άλλες υποθέσεις. Πάντα θαύμαζα το γυναικείο σώμα, ίσως περισσότεροάπό άλλους άντρες. ’Όχι, δέν το θαύμαζα απλώς : το έχω εξυψώσει, εξιδανικεύσει,άποθεώσει σ’ένα έπίπεδο καί σ’έναν στόχο πού ξεπερνάει κάθε λογική. Μήπως άραγεαντιπαθώ τίς παχιές γυναίκες επειδή μιαίνουν τον πόθο-μου, επειδή αλλοιώνουν καίβεβηλώνουν όλα τά όμορφα χαρακτηριστικά πού άγαπώ; Επειδή μού παίρνουν τή γλυκιάμου ψευδαίσθηση καί άποκαλύπτουν ότι ή βάση της είναι ή σάρκα — ή άχαλίνωτη σάρκα ;

Μεγάλωσα στή διαχωρισμένη φυλετικά Ούώσινγκτον, κατα-μέσης μιας μαύρης γειτονιάς,μοναχογιός τής μοναδικής λευκής οικογένειας. Στο δρόμο οι μαύροι τά ’βαζαν μαζί μου γιατίήμουνα λευκός, καί στο σχολείο οι λευκοί τά’βαζαν μαζί μου γιατί ήμουνα Εβραίος. "Υπήρχεόμως το πάχος, τα χοντρά παιδιά, οι μεγάλοι χαμένοι, πού ήταν πάντα ό περίγελως. Αύτοίπού έμπαιναν τελευταίοι τών τελευταίων στις άθλητικές ομάδες, αύτοί πού δέν μπορούσαννά τρέξουν το γύρο τού στίβου. Κι έγώ χρειαζόμουνα κάποιον νά μισώ. Ίσ<υς εκεί νά τοέμαθα.

Page 64: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Φυσικά δέν είμαι ό μόνος πού άσπάζεται μιά τέτοια διαστρεβλωμένη πεποίθηση. Παντούγύρω μας βλέπουμε τήν πολιτισμική ενίσχυση. Ποιος έχει νά πει ποτέ έναν καλό λόγο γιά μιάπαχιά γυναίκα; Ή δική μου περιφρόνηση όμως ξεπερνάει όλες τις πολιτισμικές νόρμες. Στοξεκίνημα τής καριέρας μου δούλευα σε μιά φυλακή'ύψιστης ασφαλείας, όπου το λιγότεροαποτρόπαιο αδίκημα πού είχε κάνει οποιοσδήποτε άσθενής μου ήταν ένας μόνο απλόςφόνος. Εκείνους όμως τούς άσθενεΐς δέν είχα δυσκολία νά τούς αποδεχτώ, νάπροσπαθήσω νά τούς καταλάβω καί νά βρω τρόπους νά είμαι ύποστηρικτικός.

Αλλά όταν βλέπω μιά χοντρή νά τρώει, κατεβαίνω μερικές βαθμίδες στήν κλίμακα τήςανθρώπινης κατανόησης. Θέλω νά τής αρπάξω το φαΐ απ’το στόμα. Θέλω νά τής τρίψω τήμούρη μες στο παγωτό. « Σταμάτα νά μπουκώνεσαι! Δέν σού φτάνει οσο έφαγες, γαμώτοσου;» Μού ’ρχεται νά τής σφραγίσω τά σαγόνια με συρματόπλεγμα !

Ή καημένη ή Μπέττυ —εύτυχώς, εύτυχώς— δέν ήξερε τίποτα απ’όλ’αύτά, καθώς συνέχιζεαθώα τήν πορεία της προς τήν πολυθρόνα μου, καθώς χαμήλωνε άργά το σώμα της,ταχτοποιούσε τις δίπλες της καί, με τά πόδια νά μή φτάνουν νά πατήσουν στο πάτωμα, μέκοίταζε με προσμονή.

Γιατί όμως, σκέφτηκα, δέν φτάνουν τά πόδια·της στο πάτωμα ; Δέν είναι τόσο κοντή.Καθόταν ψηλά στήν πολυθρόνα, σάν νά καθόταν στά γόνατα κάποιου. Μήπως τά μπούτια κιο πισινός της είναι τόσο φουσκωμένα που τα ποόια της πρεπει να διανύσουν μεγαλύτερηαπόσταση γιά νά φτάσουν στο πάτωμα; ’Έδιωξα γρήγορα αύτόν το γρίφο απ’το μυαλό μου— άλλωστε ήταν κι αύτή άνθρωπος πού έρχόταν νά μού ζητήσει βοήθεια„ Τήν επόμενηστιγμή ανακάλυψα ότι σκεφτόμουν τή μικρή παχιά γυναίκα στά κινούμενα σχέδια τής ταινίαςΜαίρη Πόππινς —έκείνη πού τραγουδάει « Σουπερκαλιφρατζιλιστικεξπιαλιντόσιους »—, γιατίαύτήν μού θύμιζε ή Μπέττυ. Με λίγη προσπάθεια κατάφερα νά διώξω κι αύτή τήν εικόνα. Κιέτσι προχώρησε το πράγμα: ολόκληρη ή ώρα ήταν μιά άσκηση, όπου έπρεπε ν’αποδιώχνωαπ’το μυαλό μου τή μιά προσβλητική σκέψη μετά τήν άλλη, γιά νά μπορέσω νά τήςπροσφέρω τήν πλήρη προσοχή μου. Φαντασίωσα τον Μίκυ Μάους, μαθητευόμενο μάγο στήΦαντασία, νά διώχνει τις διασπαστικές μου σκέψεις, ώσπου χρειάστηκε νά διώξω κι αύτή τήνεικόνα, γιά ν’άσχοληθώ με τήν Μπέττυ.

"Οπως συνήθως, άρχισα νά προσανατολίζομαι με κάποιες δημογραφικές ερωτήσεις. ΉΜπέττυ με πληροφόρησε ότι ήταν εικοσιεφτά χρονών, άγαμη, ότι δούλευε στις δημόσιεςσχέσεις μιας αλυσίδας καταστημάτων λιανικής πώλησης πού είχε ώς βάση τή Νέα Υόρκηκαι ή οποία τήν είχε μεταθέσει εδώ καί τρεις μήνες στήν Καλιφόρνια γιά ενάμιση χρόνο, γιά νάβοηθήσει στο άνοιγμα ενός νέου υποκαταστήματος.

Είχε μεγαλώσει σάν μοναχοπαίδι σ’ένα μικρό φτωχικό άγρόκτημα στο Τέξας, όπου ή μητέρατης ζούσε μόνη της άπό τότε πού πέθανε ό πατέρας της, πριν άπό δεκαπέντε χρόνια. ΉΜπέττυ ήταν καλή μαθήτρια, πήγε στο τοπικό πανεπιστήμιο, επιασε δουλειά σ’έναπολυκατάστημα στο Τέξας, κι έπειτα άπό δύο χρόνια μετατέθηκε στά κεντρικά γραφεία στήΝέα Υόρκη. Είχε πάντα περιττά κιλά, εμφανώς παχύσαρκη έγινε όμως στά τέλη τήςεφηβείας. Έκτος άπό δυο ή τρεις σύντομες περιόδους, όπου είχε χάσει είκοσι με εικοσιπέντεκιλά με εξαντλητικές δίαιτες, άπό τήν ήλικία τών εικοσιενός έτών κυμαινόταν άνάμεσα στάεκατό καί στά εκατόν είκοσι κιλά.

Ήρθα στο προκείμενο κάνοντας τή συνηθισμένη μου εναρκτήρια ερώτηση : « Ποιο είναι τοπρόβλημα; »

«Τα πάντα», απάντησε ή Μπέττυ. Τίποτα δέν πήγαινε καλά στή ζωή της. Γιά τήν άκρίβεια,όπως είπε, δέν είχε ζωή. Δούλευε έξήντα ώρες τήν εβδομάδα, δέν είχε φίλους, δέν είχεκοινωνική ζωή, δέν είχε δραστηριότητες στήν Καλιφόρνια. Ή ζωή της, όση ήταν, ειπε^ είχεμείνει στή Νέα "Υόρκη, αν όμως ζητούσε τώρα μετάθεση θά καταδίκαζε τήν καριέρα της,πού βρισκόταν ήδη σε κίνδυνο γιατί δέν ήταν καί πολύ δημοφιλής άνάμεσα στούςσυναδέλφους της. Ή εταιρεία είχε άρχικά εκπαιδεύσει τήν Μπέττυ, μαζί μέ άλλους οχτώμαθητευόμενους, μ’ένα τρίμηνο εντατικό πρόγραμμα. Ή Μπέττυ ανησυχούσε πού δέν τά

Page 65: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

πήγαινε τόσο καλά ούτε έπαιρνε τόσες προαγωγές όπως οι οχτώ συμμαθητές της. ’Έμενε σ’ένα επιπλωμένο διαμέρισμα στά προάστια καί δέν έκανε τίποτ’ άλλο, άπ’ ό,τι είπε, εκτός άπ’το νά δουλεύει, νά τρώει καί νά σβήνει τις μέρες, ώσπου νά τελειώσει ό ενάμισης χρόνος.

"Ένας ψυχίατρος στή Νέα Υόρκη, ό Δόκτωρ Φάρμπερ, στον όποιο πήγαινε γιά περίπουτέσσερις μήνες, τής είχε δώσει άντικαταθλιπτική άγωγή. Παρόλο πού συνέχιζε νά τήνπαίρνει, δέν τήν είχε βοηθήσει: ήταν πολύ καταθλιπτική, έκλαιγε κάθε βράδυ, εύχόταν νάπέθαινε, κοιμόταν άπαίσια καί ξυπνούσε πάντα στις τέσσερις ή στις πέντε το πρωί.Τριγυρνούσε πλήττοντας μέσα στο σπίτι καί τις Κυριακές, στο ρεπό της, δέν ντυνόταν ποτέκαί περνούσε όλη τή μέρα μπροστά στήν τηλεόραση τρώγοντας γλυκά. Τήν προηγούμενηεβδομάδα είχε τηλεφωνήσει στον Δόκτορα Φάρμπερ, ό όποιος τής έδωσε τ’όνομά μου καιτής πρότεινε νά μού τηλεφωνήσει γιά νά τή δώ.

« Πές μου περισσότερα γιά τά θέματα με τά όποια παλεύεις στή ζωή σου », τή ρώτησα.

« Έχω χάσει τελείως τον έλεγχο τού τί τρώω», είπε ή Μπέττυ μ’ ένα γελάκι καί πρόσθεσε : «θά μπορούσατε νά πείτε πώς όταν τρώω είμαι πάντα έκτος ελέγχου, τώρα όμως βρίσκομαιστ’άλήθεια έκτος έλεγχου. Τούς τελευταίους τρεις μήνες πήρα γύρω στά δέκα κιλά, καί τάπερισσότερα ρούχα μου δέν μού μπαίνουν ».

Αύτό με εξέπληξε γιατί τά ρούχα της έμοιαζαν τόσο άμορφα, τόσο ικανά νά προεκτείνονταιστο άπειρο, πού δέν μπορούσα νά φανταστώ ότι τά είχε εξαντλήσει.

«’Αλλοι λόγοι πού άποφάσισες νά έρθεις εδώ αύτήν τήν έποΧ^;>>

« Πήγα σ’έναν γιατρό γιά τούς πονοκεφάλους μου τήν περασμένη βδομάδα καί μού είπε ότιή πίεσή μου είναι πολύ ύψηλή, περίπου 22 μέ 10, καί ότι πρέπει ν’άρχίσω νά χάνω βάρος.’Έμοιαζε ν’ανησυχεί. Δέν ξέρω πόσο σοβαρά νά τον πάρω — όλοι εδώ στήν Καλιφόρνιαέχουν μανία μέ τήν ύγεία. Στο γραφείο του φοράει τζήν καί παπούτσια τού τζόγκιν ».

"Ολ’αύτά τά ’λεγε σ’έναν χαρωπό τόνο κουβεντούλας, σάν νά μιλούσε γιά κάποιον άλλον, ήσάν νά ήμασταν συμφοιτητές στο κολέγιο καί ν’άνταλλάσσαμε ιστορίες στους κοιτώνες έναβροχερό κυριακάτικο άπόγευμα. Προσπαθούσε νά με κάνει νά μοιραστώ τή διασκέδασή της.’Έλεγε άνέκδοτα. Είχε το χάρισμα νά μιμείται φωνές καί μού έπαιξε τον φοβερά άνετο γιατρόπού τήν είδε στο Μαρίν Κάουντυ, τούς Κινέζους πελάτες της και τον διευθυντή της πούκαταγόταν άπό τις μεσοδυτικές πολιτείες. Πρέπει νά γέλασε είκοσι φορές στή διάρκεια τήςσυνεδρίας, κι απ’ ό,τι φαινόταν, ή σταθερή άρνησή μου νά έμπλακώ κι έγώ μαζί της στάγελάκια της δέν έριχνε μέ κανέναν τρόπο τήν καλή της διάθεση.

Παίρνω πάντα πολύ σοβαρά το θέμα τού θεραπευτικού συμβολαίου μ’έναν άσθενή. "Οτανδεχτώ κάποιον σέ θεραπεία, δεσμεύομαι νά σταθώ πλάι του : νά ξοδέψω οσο χρόνο καί όσηένέργεια χρειαστεί γιά τή βελτίωσή του. Καί πάνω άπ’όλα, νά σχετιστώ μαζί του μ’ ένανστενό καί αύθεντικό τρόπο.

Μπορούσα όμως νά σχετιστώ μέ τήν Μπέττυ; Γιά νά είμαι ειλικρινής, μέ άπωθούσε. ’Έκαναπροσπάθεια νά έντοπίσω το πρόσωπό της, έτσι όπως ήταν πνιγμένο στά προγούλια. Τάίδια συναισθήματα μου προκαλούσε και το ανόητο κουβεντολόι της. Στο τέλος τής πρώτηςμας ώρας ένιωθα μεγάλη ενόχληση και ανία. Θα μπορούσα να φτάσω να κάνω στενή σχέσημαζί της; Έκείνη τή στιγμή δέν ερχόταν στο μυαλό μου κανείς με τον όποιο να επιθυμώλιγότερο ν’ αποκτήσω οικειότητα. Αύτό όμως ήταν δικό μου πρόβλημα, όχι δικό της. Ήταν πιακαιρός, έπειτα άπό εικοσιπέντε χρόνια έπαγγελματικής έμπειρίας, ν’άλλάξω. Ή Μπέττυάντιπροσώπευε τήν ύπέρτατη άντιμεταβιβαστική πρόκληση — καί, γι’ αύτόν άκριβώς τολόγο, προσφέρθηκα άμέσως νά γίνω ό θεραπευτής της.

Κανείς βέβαια δέν μπορεί νά κατακρίνει έναν θεραπευτή πού πασχίζει νά βελτιώσει τήντεχνική του. Μού ήρθε όμως μιά στενόχωρη σκέψη : τί γίνεται μέ τά δικαιώματα τούασθενούς; Δέν υπάρχει κάποια διαφορά άνάμεσα σ’ έναν θεραπευτή πού ξεπλένει

Page 66: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

ανάρμοστα άντιμεταβιβαστικά στίγματα καί σ’έναν χορευτή ή σ’έναν δάσκαλο τού ζεν πούπασχίζει γιά τήν τελειότητα στον δικό του τομέα; ’Αλλο είναι νά βελτιώνει κανείς το σέρβις τουκι άλλο νά οξύνει τις ικανότητές του εις βάρος ενός εύθραυστου καί διαταραγμένουάνθρώπου.

Τις έκανα όλες αύτές τις σκέψεις, άλλά θεώρησα ότι μπορούσα νά τις άποδιώξω. Ήτανάλήθεια ότι ή Μπέττυ μού πρόσφερε μιά εύκαιρία γιά νά βελτιώσω τις προσωπικές μουικανότητες ώς θεραπευτής. Ήταν όμως έξίσου άλήθεια ότι οι μελλοντικοί μου άσθενεΐς θάώφελούνταν άπό οποιαδήποτε ωρίμαση θά μπορούσα νά κατακτήσω. Ανέκαθεν, εξάλλου,οι επαγγελματίες πού πρόσφεραν ύπηρεσίες φροντίδας εξασκούνταν πάνω στον ζωντανόάσθενή. Δέν υπάρχει άλλη λύση. Πώς θά μπορούσε η ιατρική έκπαίδευση, γιά νά πάρω έναπαράδειγμα, νά έπιβιώσει χωρίς τήν κλινική άσκηση τών φοιτητών; Επιπλέον πάνταθεωρούσα ότι οι ύπεύθυνοι νεοφώτιστοι θεραπευτές πού μεταδίδουν τήν περιέργεια καί τονενθουσιασμό τους, διαμορφώνουν συχνά έξαιρετικές θεραπευτικές σχέσεις και μπορούν νάείναι το ιόιο άποτελεσματικοί οσο κι ένας δοκιμασμένος επαγγελματίας.

Ή σχέση θεραπεύει, ή σχέση θεραπεύει, ή σχέση θεραπεύει — αύτό είναι τό επαγγελματικόμου ροζάριο. Το λέω συχνά στούς φοιτητές. Τούς λέω κι άλλα πράγματα, γιά το πώς νάσχετίζονται μ’έναν άσθενή — με μιά άνευ ορών θετική θεώρηση, με άποδοχή χωρίς κρίση, μεαύθεντική συμμετοχή, με συναισθητική κατανόηση. Πώς θά τά κατάφερνα, έγώ νάθεραπεύσω τήν Μπέττυ μέσα άπ’τή δική μιας σχέση; Πόσο αύθεντικός, συναισθητικός ήάποδεκτικός θά μπορούσα νά είμαι; Πόσο ειλικρινής; Πώς θ’ άντιδρούσα, όταν θά μερωτούσε γιά τά συναισθήματά μου άπέναντί της; ’Έλπιζα πώς θά άλλαζα καθώς θάπροχωρούσαμε με τήν Μπέττυ στή θεραπεία της — μας. Πρός το παρόν, είχα τήν εντύπωσηότι οι κοινωνικές άλληλεπιδράσεις της ήταν τόσο πρωτόγονες κι επιφανειακές, ώστε δέν θάήταν άπαραίτητη καμιά διεισδυτική άνάλυση τής σχέσης θεραπευτή-θεραπευόμενου.

’Έλπιζα κρυφά ότι ή παρουσία της θά άντισταθμιζόταν με κάποιο τρόπο άπό τάδιαπροσωπικά χαρακτηριστικά της —δηλαδή άπό τή σπιρτάδα ή τήν πνευματική εύελιξίαπού έχω δει σε μερικές παχιές γυναίκες—, αύαό όμως, δυστυχώς, δέν επρόκειτο νά συμβεί."Οσο καλύτερα τή γνώριζα, τόσο πιο βαρετή κι έπιφανειακή έδειχνε.

Στή διάρκεια τών πρώτων συνεδριών μού περιέγραψε μέ άτελείωτες λεπτομέρειες διάφοραπροβλήματα πού συναντούσε στή δουλειά της μέ πελάτες, μέ συναδέλφους καί μέδιευθυντές. Συχνά, παρά τά ένδόμυχα βογκητά μου, επέμενε ν’ άφηγεΐται κάποια ιδιαίτεραάσήμαντη συζήτηση, παίζοντας πολλούς άπ’τούς. ρόλους — πράγμα πού πάντα τοαπεχθάνομαι. Μού περιέγραφε, πάλι μέ έξαντλητικές λεπτομέρειες, όλους τούς ώραίουςάντρες στή δουλειά της καί τις παραμικρές άξιολύπητες μηχανορραφίες της, γιά νά μπορέσειν’ άνταλλάξει μαζί τους μερικές κουβέντες. Αντιδρούσε σέ οποιαδήποτε προσπάθειά μου νάσκάψω κάτω άπ’ τήν έπιφάνεια.

Ή άρχική μας δοκιμαστική « κοινωνική κουβεντούλα » όχι μόνο παρατεινόταν έπ’άπειρον,άλλά είχα μιά πολύ έντονη άισθηση ότι, άκόμα κι όταν θά περνούσαμε αύτό το στάδιο, θάπαραμέναμε κολλημένοι στήν έπιφάνεια τών πραγμάτων — ότι όσον καιρό θά βρισκόμαστανμε τήν Μπέττυ, ήμασταν καταδικασμένοι νά συζητάμε γιά κιλά, γιά δίαιτες, γιά μικροπλήγματαστή δουλειά καί γιά τούς λόγους πού δέν γράφτηκε σ’ένα μάθημα άεροβικής. Θεέ μου, πούείχα μπλέξει;

"Ολες -μου οι σημειώσεις εκείνων τών πρίότων συνεδριών περιέχουν φράσεις όπως : « Άλλημιά βαρετή συνεδρία», « Κοιτούσα το ρολόι κάθε τρία λεπτά », « Ή πιο βαρετή άσθενής πούέχω δει ποτέ », « Σήμερα παραλίγο νά με πάρει ό ύπνος έπρεπε ν’ ανακαθίσω στήνπολυθρόνα μου γιά νά μείνω ξύπνιος », « Σήμερα παραλίγο νά πέσω άπ’ τήν καρέκλα μου ».

Ενώ σκεφτόμουνα τήν πιθανότητα νά μετακομίσω σε μιά σκληρή, άβολη καρέκλα, θυμήθηκαξαφνικά πώς όταν ήμουν έγώ σε θεραπεία με τον Ρόλλο Μέυ, έκεΐνος καθόταν σε μιά ξύλινηκαρέκλα με κατακόρυφη πλάτη. ’Έλεγε πώς είχε πρόβλημά με τή μέση του, κρατήσαμε όμωςεπαφή γιά πολλά χρόνια άργότερα καί ποτέ δέν τον ξανάκουσα ν’άναφέρει πώς ή μέση του

Page 67: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

τον πονούσε. Μήπως τότε έβρισκε εκείνος έμενα —;

Ή Μπέττυ άνέφερε ότι δέν συμπαθούσε τον Δόκτορα Φάρμπερ, γιατί τον έπαιρνε συχνά όύπνος στή μέση τής συνεδρίας. Τώρα καταλάβαινα γιατί! "Οταν τού μίλησα στο τηλέφωνο,δέν μού άνέφερε βέβαια τούς ύπνάκους πού έπαιρνε, είπε όμως ότι ή Μπέττυ δέν είχεμπορέσει νά μάθει πώς νά χρησιμοποιήσει τήν ψυχοθεραπεία. Δέν ήταν δύσκολο νάκαταλάβει κανείς γιατί τή; είχε άρχίσει φαρμακευτική άγωγή. Έμεΐς οι ψυχίατροι συχνάκαταφεύγουμε στά φάρμακα, όταν δέν μπορούμε νά κινητοποιήσουμε τίποτα μέ τήνψυχοθεραπεία.

Από πού νά ξεκινήσω; Πώς νά ξεκινήσω; Πάλευα νά βρώ άπό κάπου νά πιαστώ. Ήτανμάταιο ν’άρχίσω με το θέμα τού πάχους της. Ή Μπέττυ το δήλωσε ξεκάθαρα απ’τήν αρχή: ήελπίδα της ήταν πώς ή θεραπεία θά τή βοηθούσε νά το πάρει άπόφαση καί νά μειώσει τοβάρος της, άλλα προς το παρόν βρισκόταν πολύ μακριά άπό κείνο το σημείο. « "Οταν είμαιτόσο χάλια, το μόνο πού με κρατάει είναι το φαΐ».

"Οταν όμως επικεντρώθηκα στήν κατάθλιψή της, μου παρουσίασε μιά πειστική ύπόθεση : ότιή κατάθλιψη ήταν μιά' αντίδραση πολύ φυσική στο είδος τής ζωής πού έκανε. ΓΙοιός δέν θά’νιώθε κατάθλιψη αν ήτανε χωμένος γιά δεκαοχτώ μήνες σ’ένα μικρό έπιπλωμένοδιαμέρισμα, σ’ένα άπρόσωπο καλιφορνέζικο προάστιο, άποσχισμένος άπό τήν πραγματικήζωή του — άπ’τό σπίτι του, άπ’τίς δραστηριότητές του, άπ’τούς φίλους του;

’Έτσι επιχείρησα νά τή βοηθήσω νά δουλέψει το θέμα τού πώς ήταν διαμορφωμένη ή ζωήτης, άλλά δέν μπόρεσα νά προχωρήσω πολύ. Είχε νά μού δώσει ένα σωρό άποκαρδιωτικέςεξηγήσεις : Δέν έκανε εύκολα φιλίες καί μού επισήμανε πώς καμιά παχιά γυναίκα δέν κάνει.(Δέν χρειαζόταν νά μέ πείσει γι’αύτό.) Οι άνθρωποι στήν Καλιφόρνια έχουν τις δικές τουςκλειστές κλίκες καί δέν καλοδέχονται τούς ξένους. Οι μοναδικές κοινωνικές επαφές της ήτανστή δουλειά, όπου οι περισσότεροι συνάδελφοί της τήν άντιπαθούσαν, γιατί ό ρόλος τηςήταν νά τούς έποπτεύει. Εξάλλου, όπως οι περισσότεροι Καλιφορνέζος ήταν όλοι τουςάθλητικοί τύποι — είχαν μανία μέ το σέρφ καί με τις πτώσεις μέ άλεξίπτωτο. Μπορούσαποτέ νά τή φανταστώ εκείνη νά κάνει κάτι τέτοιο; ’Έδιωξα μιά φαντασίωση πού μού ήρθε, ότιτήν έβλεπα νά βουλιάζει άργά μαζί με τή σανίδα της τού σέρφ, καί άναγνώρισα πώς είχεδίκιο — τέτοια σπορ δέν φαίνονταν κατάλληλα γιά κείνην.

Τι άλλες λύσεις υπήρχαν; μέ ρώτησε. "Οταν είσαι καί παχύσαρκος καί μόνος, τά πράγματαείναι άπίστευτα δύσκολα. Γιά νά μού το άποδείξει, μου άνέφερε ένα ραντεβού άπελπισίαςπού είχε δώσει τον περασμένο μήνα — το μοναδικό της ραντεβού εδώ καί χρόνια. Απάντησεσέ μιά αισθηματική άγγελία στήν εφημερίδα Μπέυ Γχάρντιαν. Παρόλο πού οι περισσότερεςάγγελίες άπό άντρες προσδιόριζαν σαφέστατα ότι ζητούσαν « λεπτή » γυναίκα, μία δέν τοαπαιτούσε. Τηλεφώνησε καί κανόνισε να βγει γιά φαγητό μ’έναν άντρα πού λεγόταν Τζώρτζ,ό όποιος τής ζήτησε νά φοράει ένα τριαντάφυλλο στά μαλλιά καί νά συναντηθούνε στο μπάρενός κοντινού εστιατορίου.

Ή Μπέττυ άνέφερε πώς τον είδε νά χάνει το χρώμια του μόλις τήν πρωτοαντίκρισε, άλλά,προς μεγάλη του τιμή, τής συστήθηκε, είπε πώς ήταν πράγματι ό Τζώρτζ κι έπειτα φέρθηκεσάν τζέντλεμαν σ’όλη τή διάρκεια τού φαγητού. Παρόλο πού δέν ξαναεΐχε νέα του, τονσκεφτόταν συχνά. Τήν είχαν στήσει πολλές φορές στο παρελθόν σέ διάφορες άλλες τέτοιεςάπόπειρες— προφανώς οι άντρες τήν έντόπιζαν άπό μιακριά κι έφευγαν χωρίς νά τήςμιλήσουν.

Εύρισκόμενος σχεδόν σέ άπελπισία, έκανα μεγάλη προσπάθεια νά σκεφτώ τρόπους γιά νάτή βοηθήσω. ’Ίσως —πασχίζοντας νά κρύψω τά άρνητικά μου συναισθήματα— νά έφτασαστήν υπερβολή καί νά διέπραξα το σφάλμα τού άρχάριου, νά της προτείνω άλλες επιλογές.Είχε σκεφτεί το «Κλάμπ Σιέρρα»; ’Όχι, τής έλειπε ή αντοχή γιά τήν πεζοπορία. Μήπως τούς «Ανώνυμους Βουλιμικούς », πού θά μπορούσαν νά τής παράσχουν κάποιο κοινωνικό δίκτυο;’Όχι, άντιπαθούσε τις ομάδες. Κι άλλες προτάσεις μου είχαν τήν ίδια τύχη. ’Έπρεπε νά βρεθείάλλος τρόπος.

Page 68: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Το πρώτο βήμα σέ κάθε θεραπευτική άλλαγή είναι ή άνάληψη εύθύνης. Αν κάποιος δέννιώθει καθόλου υπεύθυνος γιά τη μοίρα του, τότε πώς νά τήν άλλάξει; Αύτή άκριβώς ήταν ήκατάσταση με τήν Μπέττυ : έξωτερίκευε εντελώς το πρόβλημα. Δέν ητ αν έκείνη υπεύθυνη :έφταιγε ή μετάθεσή της στή δουλειά ή ή στείρα κουλτούρα τής Καλιφόρνιας ή ή άπουσίαπολιτιστικών εκδηλώσεων ή ό άθλητικός κοινωνικός περίγυρος ή ή άθλια στάση τηςκοινωνίας άπέναντί στούς παχύσαρκους. Παρ’όλες τις έντονες προσπάθειές μου, ή Μπέττυαρνιόταν ότι συμμετείχε προσωπικά στή-διαμόρφωση τής θλιβερής ζωής της.

Ναι, βέβαια, σέ διανοητικό επίπεδο συμφωνούσε πώς, αν σταματούσε νά τρώει κι έχανεβάρος, ό κόσμος ίσως νά τής φερόταν διαφορετικά. Αύτό όμως ήταν πάρα πολύαπομακρυσμένο άπό κείνην, πάρα πολύ μακροπρόθεσμο, καί τό φαγητό τής φαινότανέντελώς έξω άπό τον έλεγχό της. Εξάλλου έπιστράτευε κι άλλα επιχειρήματα πού τήνάπάλλασσαν άπ’τήν ευθύνη : τον γενετικό' παράγοντα (καί οι δυο πλευρές τής οικογένειάςτης έμφάνιζαν σημαντική παχυσαρκία ) και τή νέα έρευνα πού έδειχνε άνωμαλίες στήφυσιολογία τών παχύσαρκων, ξεκινώντας άπό χαμηλό βασικό μεταβολισμό καί φτάνονταςως ένα έκ τών προτέρων προσδιορισμένο και προγραμματισμένο σωματικό βάρος. ’Όχι,αύτό δέν λειτουργούσε. Τελικά θ’άναγκαζόμουνα νά τή βοηθήσω έγώ ν’ αναλάβει τήν εύθύνηγιά τήν έμφάνισή της — δέν έβλεπα όμως άπό κάπου νά πιαστώ, γιά νά το κατορθώσω αύτήτή στιγμή. ’Έπρεπε νά ξεκινήσω μέ κάτι πιο άμεσο. ’Ήξερα έναν τρόπο.

Το πολυτιμότερο πρακτικό έργαλεΐο τού ψυχοθεραπευτή είναι ό έστιασμός στή«διαδικασία». Σκεφτείτε τή διαδικασία ως άντίθετη τού περιεχομένου. Σέ μιά συζήτηση τοπεριεχόμενο άποτελεΐται άπό τά πραγματικά λόγια πού λέγονται, άπό τά ούσιαστικά θέματαπού συζητούνται. Ή διαδικασία άπό τήν άλλη συνίσταται στο πώς έκφράζεται τοπεριεχόμενο καί ιδίως στο τί άποκαλύπτει αύτός ό τρόπος έκφρασης γιά τή σχέση άνάμεσαστά άτομα πού συμμετέχουν^

Αύτό πού έπρεπε νά κάνω, ήταν νά ξεφύγω άπ’τό περιεχόμενο —νά σταματήσω, γιάπαράδειγμα, νά προσπαθώ νά τής βρώ απλοϊκές λύσεις— καί νά έστιάσω στή διαδικασία —στο πώς σχετιζόμαστε ό ένας μέ τον άλλο. Κι έκεΐ έντοπιζόταν ένα έξέχον χαρακτηριστικότής σχέσης μας — ή ανία. Αλλά σ’αύτό άκριβώς τό σημείο έρχόταν ή άντιμεταβίβαση νάπεριπλέξει τά πράγματα: έπρεπε νά ξεκαθαρίσου πόσο μέρος αύτής τής άνίας ήταν δικόμου πρόβλημα, πόσο άνιαρή θά μου ήταν οποιαδήποτε παχύσαρκη γυναίκα.

Γι’αύτό προχώρησα προσεκτικά — πάρα πολύ προσεκτικά. Τά άρνητικά μου συναισθήματαμέ καθυστερούσαν. Φοβόμουνα μήπως γίνει έμφανής ή άπέχθειά μου. Μ’έναν άσθενή πούθά τον συμπαθούσα περισσότερο δέν θα περίμενα ποτέ τόσο πολύ. Πίεσα τον έαυτό μουνα πάρει μπρος. Γιά νά μπορέσω νά βοηθήσω τήν Μπέττυ, έπρεπε νά ξεδιαλύνω τάσυναισθήματά μου, νά τά εμπιστευτώ καί νά τ’ άκολουθήσω.

Ή άλήθεια ήταν ότι είχα μπροστά μου μιά πολύ βαρετή γυναίκα, κι έπρεπε νά τής το δώσωνά το καταλάβει μέ κάποιον άποδεκτό τρόπο. Μπορούσε ν’άρνεΐται τήν εύθύνη γιά οτιδήποτεάλλο —γιά τήν άπουσία φίλων στή ζωή της, γιά τον κόσμο πού είναι σκληρός μέ τούςάνθρώπους χωρίς σύντροφο, γιά τή φρίκη τής ζωής στά προάστια-, άλλά δεν θά τήςεπέτρεπα ν’ άρνηθεΐ τήν εύθύνη ότι μ’ έκανε νά βαριέμαι.

Δέν τόλμησα νά ξεστομίσω τή λέξη βαρετή παραήταν αόριστη καί μειωτική. ’Έπρεπε νάείμαι ακριβής καί εποικοδομητικός. Ρώτησα τον εαυτό μου τί άκριβώς ήταν τόσο βαρετό μαζίτης, καί ξεχώρισα δυο πολύ εμφανή χαρακτηριστικά. Πρώτ’ απ’όλα, δέν άποκάλυπτεποτέ_τίποτα στενά προσωπικό γιά τον έαυτό της. Δεύτερον, έφταιγε αύτό το ήλίθιο γελάκιτης, το βεβιασμένο κέφι της, ή άπροθυμία της νά είναι σοβαρή, όπως αρμόζει στήνπερίσταση.

Θά ήταν δύσκολο νά τής τά έπισημάνω αύτά τά χαρακτηριστικά της, χωρίς νά τήν πληγώσω.’Αποφάσισα ν’άκολουθήσω μιά γενική στρατηγική: ή βασική μου θέση θά ήταν ότι έγώ θέλωνά έρθω πιο κοντά τη<: άλλά ότι ή συμπεριφορά της μ’ εχποδίζει. Σκέφτηκα πώς δύσκολα θάτήν πρόσβαλλε οποιαδήποτε κριτική, αν τή διατύπωνα σ’ αύτό το πλαίσιο. Μόνο

Page 69: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

εύχαριστημένη μπορούσε νά ήταν πού ήθελα νά τή γνωρίσω καλύτερα. ’Αποφάσισα νάξεκινήσω άπό το πόσο λίγα άποκάλυπτε γιά τον έαυτό της καί, προς το τέλος μιαςιδιαζόντως υπνωτικής συνεδρίας, πήρα το ρίσκο.

« Μπέττυ, θά σού εξηγήσω άργότερα γιατί σού το ζητάω αύτό, άλλά θέλω σήμερα νάδοκιμάσεις κάτι καινούργιο. Μπορείς νά βαθμολογήσεις τον εαυτό σου από το ένα ως τοδέκα, σε σχέση μέ το πόσα αποκάλυψες γιά τον έαυτό σου στή σημερινή μας συνάντηση;Δέκα παίρνει ή πιο σημαντική αποκάλυψη πού μπορείς να φανταστείς, καί ένα το είδος τώναποκαλύψεων πού μπορεί να κάνει κανείς, ας πούμε, σε κάποιους άγνωστους πούπεριμένουν μαζί του στήν ούρά τού σινεμά».

Σφάλμα. Ή Μπέττυ πέρασε άρκετή ώρα εξηγώντας μου γιατί δέν πάει ποτέ μόνη της σινεμά.Φανταζόταν πώς οι άνθρωποι τή λυπούνται πού δέν έχει φίλους. Διαισθανόταν τον τρόμοτους ότι ίσως νά τούς στρίμωχνε, αν καθόταν δίπλα τους. ’Έβλεπε στο πρόσωπό τους τήνπεριέργεια καί τή διασκέδαση, όσο τήν παρακολουθούσαν, γιά νά δούν αν θά χωρούσε στοστενό κάθισμα τού κινηματογράφου. "Οταν άρχισε ν’ άπομακρύνεται άκόμα περισσότεροάπ’αύτό πού τής ζήτησα -επεκτείνοντας τή συζήτηση στά καθίσματα τών άεροπλάνων καίστο πώς τά πρόσωπα τών επιβατών άσπριζαν άπ’τό φόβο τους, όποτε έκείνη έψαχνε στοδιάδρομο τή θέση της—, τή διέκοψα, έπανέλαβα τήν έρώτησή μου καί προσδιόρισα το « ένα» ώς μιά « τυχαία συζήτηση στή δουλειά ».

Βαθμολόγησε τον έαυτό τΊς μέ δέκα. ’Έμεινα έκπληκτος ( έγώ περίμενα « δύο » ή « τρία » )καί τής το είπα. Ή Μπέττυ υποστήριξε τή βαθμολογία της μέ βάση το ότι μού είχε πειπράγματα πού δέν τά είχε πει ποτέ σέ κανέναν: ότι, γιά παράδειγμα, είχε κλέψει κάποτε έναπεριοδικό άπό ένα μίνι μάρκετ κι ότι φοβόταν νά πάει μόνη της στο εστιατόριο ή στο σινεμά.

Επαναλάβαμε το ίδιο σενάριο άρκετές φορές. Ή Μπέττυ επέμενε πώς έπαιρνε τεράστιαρίσκα, έγώ όμως τής είπα: « Μπέττυ, έσύ βάζεις δέκα στον έαυτό σου, άλλά έγώ δέν τοένιωσα καθόλου έτσι. Δέν ένιωσα πώς έπαιρνες κανένα άληθινό ρίσκο μαζί μου ».

« Μά δέν τά ’χω πει σέ κανέναν αύτά. Ούτε στον κύριο Φάρμπερ, γιά παράδειγμα ».

« Πώς νιώθεις πού μού τά λες ; »

« Μιά χαρά ».

« Μπορείς νά χρησιμοποιήσεις άλλες λέξεις έκτος άπό “ μιά χαρά ”; Φαντάζομαι πώς θαείναι τρομαχτικό ή απελευθερωτικό να ξεστομίζεις αύτά τά πράγματα γιά πρώτη φορά! »

«Καλά νιώθω. Ξέρω πώς μ’άκούτε ώς επαγγελματίας. Νιώθω καλά. Καλά. Δέν ξέρω τί άλλοζητάτε ».

« Πώς μπορείς νά είσαι τόσο σίγουρη ότι σ’ακούω ώς επαγγελματίας ; Δέν άμφιβάλλεις ; »

Προσοχή προσοχή ! Δέν μπορούσα νά τής ύποσχεθώ περισσότερη ειλικρίνεια άπ’ όσηήμουνα πρόθυμος νά δώσω. Αποκλειόταν ν’άντέξει τήν άποκάλυψη τών άρνητικών μουσυναισθημάτων. Ή Μπέττυ άρνήθηκε κάθε άμφιβολία κι έδώ ήταν πού μού είπε ότι όΦάρμπερ άποκοιμιόταν τήν ώρα πού τού μίλαγε, προσθέτοντας πώς έγώ φαινόμουνα νάένδιαφέρομαι πολύ περισ-' σότερο άπό κείνον.

Τί ζητούσα λοιπόν άπ’τήν Μπέττυ; Ή ίδια πίστευε πώς μού άποκάλυπτε πολλά. ’Όφειλα νάείμαι σίγουρος ότι ξέρω. Τι έλειπε άπ’τίς άποκαλύψεις της καί μ’άφηναν άσυγκίνητο;

Σκέφτηκα ότι πάντα μού άποκάλυπτε κάτι πού συνέβαινε άλλού — σε κάποιον άλλο χρόνοκαί τόπο. Ήταν άνίκανη ή άπρόθυμη ν’άποκαλύψει τον έαυτό της στο άμεσο παρόν πούμοιραζόμασταν οι δύό μας. Εξ ου καί οι διφορούμενες άπαντήσεις της, « καλά » καί « μιάχαρά », όποτε τής ζητούσα νά μιλήσει γιά τά συναισθήματά της στο έδώ καί τώρα.

Page 70: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Αύτή ήταν ή πρώτη σημαντική άνακάλυψη πού εκ..να: ή Μπέττυ ήταν άπελπιστικάάπομονωμένη καί κατάφερνε νά επιζήσει μέσα σ’αύτή τήν άπομόνωση μόνο χάρη στονσωτήριο μύθο ότι ζούσε τήν προσωπική της ζωή άλλού. Οι φίλοι της. ο κύκλος τών γνωριμιώντης, δέν βρίσκονταν έδώ, βρίσκονταν άλλού, στή Νέα Υόρκη, στο Τέξας, στο παρελθόν. Γιάτήν ακρίβεια, καθετί σπουδαίο βρισκόταν άλλού. Εκείνη τή στιγμή άρχισα νά ύποπτεύομαιγιά πρώτη φορά πώς γιά τήν Μπέττυ δέν υπήρχε «έδώ».

Καί κάτι άλλο: αν άποκάλυπτε σ’εμένα περισσότερα απ’ ό,τι σέ οποιονδήποτε άλλον στοπαρελθόν, τότε τί μορφή είχαν οι στενές της σχέσεις; Μού απάντησε πώς είχε τη φήμη ότιήταν εύκολο να τής μιλήσει κανείς. Είπε πώς κάναμε κι οι δυο τήν ί'δια δουλειά: ήταν κι έκείνηό ψυχοθεραπευτής τών πάντων. Πρόσθεσε ότι είχε πολλούς φίλους, κανείς όμως δέν τήγνώριζε πραγματικά. Το σήμα κατατεθέν της ήταν ότι άκουγε μέ προσοχή κι ότι ήτανδιασκεδαστική. Δέν τής άρεσε καθόλου νά το σκέφτεται, άλλά το στερεότυπο ίσχυε στήνπερίπτωσή της : ήταν ή εύθυμη χοντρή.

Αύτό μάς οδήγησε φυσικά στον άλλο πρωταρχικό λόγο πού τήν έβρισκα τόσο βαρετή: μαζίμου δρούσε μέ κακή πίστη — στις συζητήσεις πού κάναμε πρόσωπο μέ πρόσωπο δέν ήτανποτέ άληθινή, ήταν όλο προσποίηση καί ψεύτικο κέφι.

« Μ’ένδιαφέρει πολύ αύτό πού είπες, ότι είσαι, ή μάλλον προσποιείσαι πώς είσαι εύθυμη.Πιστεύω ότι έχεις βαλθεί, ότι έχεις πλήρως άφοσιωθεΐ στο νά είσαι εύθυμη μαζί μου ».

«Χμμμ, ένδιαφέρουσα θεωρία. Δόκτωρ Ούώτσον».

«Είναι κάτι πού το κάνεις άπ’τήν πρώτη φορά πού συναντηθήκαμε. Μού μιλάς γιά μιά ζωήγεμάτη άπόγνωση, άλλά μ’ένα ύφος άνάλαφρο, σάν νά λές “τί ώραΐα πού περνάμε”».

«’Έτσι είμαι έγώ ».

«"Οταν παραμένεις έτσι χαρωπή, χάνω τήν αίσθηση τού πόσο υποφέρεις ».

« Καλύτερα, παρά νά βουλιάζω μέσα στά προβλήματά μου ».

«Εδώ όμως έχεις έρθει γιά βοήθεια. Γιατί σού είναι τόσο άπαραίτητο νά μέ διασκεδάσεις ; »

Ή Μπέττυ κοκκίνισε. Ή εύθεία άντιπαράθεσή μου φάνηκε να τήν κλονίζει. Αναδιπλώθηκε καίβυθίστηκε μέσα στο σώμα της. Σκουπίζοντας το μέτωπό της μ’ένα μικροσκοπικόχαρτομάντιλο, προσπάθησε νά κερδίσει χρόνο.

« Ζέ μιλάω χωρίς το ζικηγόρο μου ».

« Μπέττυ, σήμερα θά έπιμείνω. Τί θά συνέβαινε αν σταματούσες νά μέ διασκεδάζεις ; »

«Τί κακό έχει νά διασκεδάζουμε λιγάκι; Γιατί νά τά παίρνουμε όλα τόσο... τόσο... δέν ξέρω —εσείς είσαστε πάντα τόσο σοβαρός. Εξάλλου έτσι είμαι έγώ, αύτή είμαι. Δέν καταλαβαίνωπολύ καλά τί μού λέτε. Τί έννοείτε ότι θέλω νά σάς διασκεδάζω ; »

« Μπέττυ, αύτό είναι σημαντικό, είναι το πιο σημαντικό πράγμα πού έχουμε πει ως τώρα.Αλλά έχεις δίκιο. Πρώτα πρέπει νά καταλάβεις τί άκριβώς έννοώ. Συμφωνείς, στις συνεδρίεςμας άπό δώ καί στο έξης, νά σέ διακόπτω καί νά σού το έπισημαίνω, όταν μέ διασκεδάζεις— τή στιγμή άκριβώς πού το κάνεις ; »

Συμφώνησε — δέν μπορούσε νά μού το άρνηθεί. Καί τώρα είχα στή διάθεσή μου έναέξαιρετικά άπελευθερωτικό τέχνασμα. Τώρα μού έπέτρεπε νά τή διακόπτω άμεσα(ύπενθυμίζοντάς της φυσικά τή συμφωνία μας ) όποτε γελούσε, όποτε έπαιρνε κάποιοάστείο ύφος ή προσπαθούσε νά με διασκεδάσει ή νά έλαφρύνει τά πράγματα μεοποιονδήποτε τρόπο πού διασπούσε τή σοβαρότητα τής συνάντησης.

Page 71: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

-Μέσα σέ τρεις ή τέσσερις συνεδρίες ή « διασκεδαστική » συμπεριφορά της έξαφανίστηκε,καθώς άρχισε γιά πρώτη φορά νά μιλάει γιά τή ζωή της μέ τή σοβαρότητα πού τής άξιζε.Μετά άπό σκέψη είπε ότι έπρεπε νά είναι διασκεδαστική, γιά νά διατηρεί το ένδιαφέρον τώνάλλων. Σχολίασα ότι έδώ, σ’αυτό το. γραφείο, ίσχυε το άντίθετο : όσο προσπαθούσε νά μεδιασκεδάσει, τόσο πιο πολύ μέ άπομάκρυνε καί τόσο λιγότερο ένδιαφέρον ένιωθα.

Μού είπε ότι δέν ήξερε πώς άλλιώς νά είναι: τής ζητούσα νά πετάξει ολόκληρο το κοινωνικότης ρεπερτόριο. Νά άποκαλυφθεί; Μά αν άποκάλυπτε τον έαυτό της, τί θά έδειχνε; Δένυπήρχε τίποτα μέσα της. Ήταν άδεια. (Ή λέξη αδεία θά εμφανιζόταν όλο καί συχνότερα, όσοπροχωρούσε ή θεραπεία. "11_ψϋ=-~ χολογική «άδειοσύνη» είναι μιά έννοια πούέπανέρχεται^αταν βλέπει κανείς άσθενείς μέ διαταραχές διατροφής.)

Στο σημείο αύτό τήν ύποστήριξα όσο μπορούσα περισσότερο.

Τής επισήμανα πώς τώρα ρισκάριζε. Τώρα έφτανε το οχτώ ή και το δέκα στή βαθμολογίατής αποκάλυψης. Δέν ένιωθε κι ή ίδια τή διαφορά; Τό’πιάσε αμέσως. Είπε πώς ένιωθε φόβο,σάν νά πηδούσε άπό ένα άεροπλάνο χωρίς άλεξίπτωτο.

Τώρα βαριόμουνα λιγότερο. Κοίταζα λιγότερο συχνά το ρολόι καί, όταν που καί που έλεγχατήν ώρα μέσα στή συνεδρία μας, δέν ήταν γιά νά μετρήσω, όπως παλιά, χρόσα λεπτάέπρεπε νά τήν υπομείνω άκόμα, άλλά γιά νά δώ αν μάς έφτανε ό χρόνος γιά ν’άνοίξωκάποιο καινούργιο θέμα.

Δέν άναγκαζόμουνα πιά νά διώχνω άπ’ το μυαλό μου σκέψεις προσβλητικές γιά τήνέμφάνισή της. Δέν παρατηρούσα πιά το σώμα της καί, άντίθετα, τήν κοιτούσα στά μάτια. Γιάτήν άκρίβεια, έντόπισα μέσα μου, μάλλον μέ έκπληξη, τά πρώτα σκιρτήματα τήςένσυναίσθησης. "Οταν ή Μπέττυ μού είπε γιά ένα γουέστερν μπάρ όπου πήγε, καί δυοάγρότες στήθηκαν άπό πίσω της καί τήν κορόιδευαν μουγκρίζοντας σάν άγελάδες, ένιωσαπροσβεβλημένος γιά λογαριασμό της καί τής τό είπα.

Τά καινούργια μου συναισθήματα μ’έκαναν νά θυμηθώ καί νά ντραπώ γιά τήν πρώτη μουάντίδραση άπέναντί της. ’Ένιωθα πολύ άσχημα, φέρνοντας στο νού μου όλες τις άλλεςπαχύσαρκες γυναίκες, στις όποιες είχα φερθεί μέ τόση δυσανεξία καί άπανθρωπιά.

"Ολες αύτές οι άλλαγές σήμαιναν ότι κάναμε προόδους : θίγαμε έπιτέλους τήν άπομόνωσήτης καί τήν πείνα της γιά έγγύτητα. ’Έλπιζα νά τής δείξω πώς ένας άλλος άνθρωποςμπορούσε νά τή γνωρίζει πλήρως καί νά έξακολουθεί νά νοιάζεται γι’ αύτήν.

Τώρα ή Μπέττυ ένιωθε οριστικά δεμένη μέ τή θεραπεία. Ανάμεσα στις συνεδρίεςξανασκεφτόταν αύτά πού είχαμε κουβεντιάσει, στή διάρκεια τής εβδομάδας έκανε μεγάλεςφανταστικές συζητήσεις μαζί μου, άνυπομονοΰσε νά έρθει ή έπόμενη συνάντησή μας καίθύμωνε ή άπογοητευόταν, όταν κάποιο έπαγγελματικό ταξίδι τήν άνάγκαζε νά χάσει κάποιαάπ’αύτές.

Συγχρόνως όμως χειροτέρεψε πολύ συναισθηματικά και μού άνέφερε πολύ περισσότερηθλίψη και άγχος. Άδραξα τήν εύκαιρία γιά νά καταλάβει αύτή τήν εξέλιξη. "Οποτε ό άσθενήςάρχίζει ν’ αναπτύσσει συμπτώματα στή σχέση του με τον θεραπευτή, τότε έχει πραγματικάάρχίσει ή θεραπεία, καί ή εξερεύνηση αυτών τών συμπτωμάτων θ’ ανοίξει το δρόμο γιά τάκεντρικά του ζητήματα.

Το άγχος της είχε νά κάνει με το φόβο ότι αποχτούσε μεγάλη εξάρτηση ή έθιζόταν στήθεραπεία. Οι συνεδρίες μιας είχαν γίνει το σημαντικότερο πράγμα στη ζωή της. Δέν ήξερε τίθά γινόταν, αν δέν έπαιρνε τήν εβδομαδιαία της «δόση ». Εγώ είχα τήν εντύπωση πώςάκόμα άντιστεκόταν στο πλησίασμα, άφού μιλούσε γιά « δόση » άντί νά μιλάει γιά μέναπροσωπικά, καί σιγά σιγά τής επισήμανα κι αύτό το σημείο.

« Μπέττυ, ποιος κίνδυνος ύπάρχει αν μ’ άφήσεις νά γίνω σημαντικός γιά σένα;»

Page 72: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

«Δέν ξέρω. Μού φαίνεται τρομαχτικό, νομίζω ότι θά σάς έχω πολύ μεγάλη άνάγκη. Δέν ξέρωαν θά είσαστε εκεί γιά μένα^ Σ’ ένα χρόνο θά φύγω άπ’τήν Καλιφόρνια, αν θυμάστε».

«"Ενας χρόνος είναι πολύς καιρός. Δηλαδή μ’άποφεύγεις τώρα, έπειδή δεν είσαι σίγουρηπώς θά μ’ έχεις γιά πάντα;»

«Το ξέρω πώς είναι παράλογο. Αλλά το ίδιο κάνω και με τήν Καλιφόρνια. Μ’άρέσει ή ΝέαΥόρκη. Ή Καλιφόρνια δέν θέλω νά μ’ άρέσει. Φοβάμαι πώς αν κάνω φίλους έδώ κι αρχίσω νάπερνάω καλά, ίσως νά μή θέλω νά φύγω. Το άλλο είναι ότι σκέφτομαι, “Γιατί νά κάνω τονκόπο;” Βρίσκομαι εδώ για πολύ λίγο καιρό. Ποιος έχει όρεξη γιά παροδικές φιλίες;»

«Το πρόβλημά μ’αύτή σου τή στάση είναι ότι καταλήγεις νά ζεις μιά ζωή κενή άπόάνθρώπους. ’Ίσως αύτός είναι ένας λόγος πού νιώθεις άδεια μέσα σου. Με τον έναν ή τονάλλο τρόπο, κάθε σχέση πρέπει νά σταματήσει. Δέν υπάρχει έγγύηση διά βίου. Είναι σάνν’άρνεΐσαί νά χαρείς πού βλέπεις τον ήλιο ν’ άνατέλλει, γιατί δέν θέλεις νά τον δεις νά δύει».

«’Έτσι άκούγεται τρελό, άλλά αύτό κάνω. "Οταν γνωρίζω κάποιον άνθρωπο πού μ’άρέσει,αρχίζω άπ’τήν πρώτη στιγμή νά φαντάζομαι πώς θά ’ναι νά του λέω άντίο ».

Καταλάβαινα πώς είχαμε άγγιξε ι ένα πολύ σημαντικό ζήτημα κι ότι θά επιστρέφαμε σ’αύτό.Ό ’Όττο Ράνκ περιέγραφε αύτή τή στάση ζωής με μιά ύπέροχη φράση : « Αρνούμαστε τοδάνειο τής ζωή γιά ν’ αποφύγουμε το χρέος του θανάτου ».

Ή Μπέττυ έμπαινε τώρα σε μιά βραχύβια κατάθλιψη πού είχε μιά περίεργη, παράδοξηδιαστροφή. Τή ζωντάνευε ή εγγύτητα καί ή διαφάνεια τής άλληλεπίδρασής μας, άλλά άντί νάεπιτρέψει στον έαυτό της νά χαρεί αύτό το συναίσθημα, τήν έθλιβε ή συνειδητοποίηση ότι ήζωή της ως τώρα είχε ύπάρξει τόσο κενή, τόσο στερημένη άπό στενή άνθρώπινη επαφή.

Μού θύμισε μιά άλλη άσθενή πού έβλεπα τήν προηγούμενη χρονιά, μιά εξαιρετικά υπεύθυνηκαί εύσυνείδητη γιατρό, σαραντατεσσάρων χρονών. "Ενα βράδυ, μέσα σ’ έναν συζυγικόκαβγά, ήπιε πολύ περισσότερο άπ’ό,τι συνήθιζε, έχασε τον έλεγχο, πέταξε πιάτα στον τοίχοκαί παραλίγο νά πετύχει τον άντρα της μέ μιά λέμον-πάι. "Οταν τήν είδα έπειτα άπό δυομέρες, έδειχνε ένοχική καί καταθλιπτική. Σέ μιά προσπάθεια νά τήν άνακουφίσω, έπιχείρησανά τής πώ ότι το νά χάσει κανείς τον έλεγχο δέν είναι πάντα καταστροφή. Αλλά έκείνη μεδιέκοψε λέγοντάς μου πώς τήν είχα παρανοήσει: δέν ένιωθε ένοχή, άντίθετα, είχε μετανιώσειπού χρειάστηκε νά φτάσει σαραντατεσσάρων χρονών γιά νά έγκαταλείψει τον έλεγχο καί νάβγάλει τά άληθινά της συναισθήματα.

Παρά τά εκατόν είκοσι κιλά της, ή Μπέττυ κι έγώ σπανίως συζητούσαμε το θέμα τούφαγητού καί τού βάρους της. Συχνάμιλούσε έκείνη γιά κάποιους έπικούς (καί ποτέπαραγωγικούς) άγώνες πού έδινε μαζί μέ τή μητέρα της καί άλλους φίλους, οι οποίοιπροσπαθούσαν νά τή βοηθήσουν νά έλέγξει το φαγητό της. Έγώ είχα άποφασίσειν’άποφύγω αύτόν το ρόλο. Αντίθετα, ή πίστη μου ήταν ότι, αν μπορούσα νά τή βοηθήσω ν’άπομακρύνει τά εμπόδια πού ύπήρχαν στο δρόμο της, ή Μπέττυ θά έπαιρνε μόνη της τήνπρωτοβουλία να φροντίσει το σώμα της.

αΩς τώρα, θίγοντας το ζήτημα τής απομόνωσής της, είχα ήδη βγάλει άπό τή μέση μεγάλαεμπόδια: ή κατάθλιψή της είχε υποχωρήσει. Κι έχοντας δημιουργήσει μιά κοινωνική ζωή γιάτον έαυτό της, δέν έβλεπε πιά το φαγητό ώς τή μοναδική της πηγή-ικανοποίησης. Τήνάπόφαση όμως ν’άρχίσει δίαιτα' δέν τήν πήρε παρά μόνο άφοΰ τής άποκάλύφθηκανεντελώς τυχαία οι κίνδυνοι που συνδέονται μέ τήν άπώλεια βάρους. Κι αύτό συνέβη ώς έξης :

’Έπειτα άπό λίγους μήνες θεραπείας, άποφάσισα πώς ή βελτίωσή της θά επιταχυνόταν ανδούλευε καί μέσα σέ μιά ομάδα ψυχοθεραπείας συγχρόνως μέ τήν άτομική της θεραπεία. Γιά ένα τουλάχιστον πράγμα ήμουνα βέβαιος, πώς ήταν καλή ιδέα νά δημιουργήσει μιάκοινότητα πού θά τή στήριζε καί θά τή συντηρούσε στις δύσκολες μέρες τής δίαιτας πού θάέρχονταν. Επιπλέον, μιά ψυχοθεραπευτική ομάδα θά τής έδινε μιά εύκαιρία νά εξερευνήσει

Page 73: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

τά διαπροσωπικά ζητήματα πού είχαμε ανοίξει στή δική μας θεραπεία — το κρύψιμο, τήνάνάγκη νά διασκεδάζει τούς άλλους, τήν αίσθηση πώς δέν είχε τίποτα νά προσφέρει.Παρόλο πού ήταν πολύ φοβισμένη καί στήν άρχή αντιστάθηκε στήν πρότασή μου, τελικάσυμφώνησε θαρραλέα καί μπήκε σέ »«ά ομάδα πού τή διηύθυναν δύο ειδικευόμενοιψυχίατροι.

Μιά άπό τις πρώτες της συναντήσεις μέ τήν ομάδα έτυχε να είναι μιά πολύ άσυνήθιστησυνεδρία, όπου ό Κάρλος, πού βρισκόταν επίσης σέ άτομική θεραπεία μαζί μου (βλ. «Ανήταν νόμιμος ό βιασμός... » ), άποκάλυψε στήν ομάδα ότι έπασχε άπό άνίατο καρκίνο. Όπατέρας τής Μπέττυ είχε πεθάνει άπό καρκίνο, όταν έκείνη ήταν δώδεκα χρονών, κι άπότότε τήν τρόμαζε πολύ αύτή ή άρρώστια. Στο κολέγιο ή Μπέττυ ει’χε αρχικά διαλέξειμαθήματα προπαρασκευαστικά γιά τήν ιατρική, άλλά τά παράτησε φοβούμενη μήν έρθει σέεπαφή μέ καρκινοπαθείς.

Στις επόμενες έβδομάδες, ή επαφή με τον Κάρλος τής γέννησε .τόσο άγχος, πού χρειάστηκενά τή δώ σέ αρκετές έκτα-χτες συνεδρίες κι είχα δυσκολία να τήν πείσω να συνεχίσει τήνομάδα. Εμφάνισε ενοχλητικά σωματικά συμπτώματα —πονοκε-. φάλους (δ πατέρας της είχεπεθάνει άπδ καρκίνο του έγκεφάλου ), πόνους στή μέση καί δύσπνοια— καί βασανιζότανάπό τήν έμμονη σκέψη πώς είχε κι’ή ίδια καρκίνο. Αφοΰ ήταν φοβική με τούς γιατρούς —λόγω τής ντροπής πού ένιωθε γιά το σώμα της, σπάνια δεχόταν νά τήν εξετάσουν καί ποτέδεν είχε κάνει πυελική εξέταση—, ήταν δύσκολο νά τή διαβεβαιώσω γιά τήν ύγεία της.

Βλέποντας τήν άνησυχητική άπώλεια βάρους τού Κάρλος, θυμήθηκε πώς είχε δει τονπατέρα της μέσα σε δώδεκα μήνες νά ζαρώνει κι άπό παχύσαρκος πού ήταν νά γίνεταιένας σκελετός τυλιγμένος σε μεγάλες δίπλες περισσευούμενου δέρματος. Συνειδητοποίησεπώς άπ’τό θάνατο τού πατέρα της κι έπειτα πίστευε πώς ή άπώλεια βάρους θά τήν εκανεεπιρρεπή στον καρκίνο, αν καί δεχόταν πώς ή σκέψη αύτή ήταν παράλογη.

Είχε επίσης μεγάλη εύαισθησία στο θέμα τής τριχόπτωσης. "Όταν πρωτοπήγε στήν ομάδα,ό Κάρλος (πού είχε χάσει τά μαλλιά του άπό τή χημειοθεραπεία) φορούσε περουκίνι, άλλάτήν ήμέρα πού ανακοίνωσε στήν ομάδα ότι είχε καρκίνο ήρθε στή συνάντηση φαλακρός. ΉΜπέττυ τρομοκρατήθηκε κι άρχισαν νά τής ξανάρχονται εικόνες άπό τον φαλακρό πατέρατης, πού τού είχαν ξυρίσει το κεφάλι, γιά νά τού κάνουν τήν επέμβαση στον εγκέφαλο.Θυμόταν επίσης πόσο είχε φοβηθεί, όταν είχε και η ιόια μεγάλη τριχόπτωση, σε εποχες πουεκανε διάφορες έξαντλητικές δίαιτες.

Αύτά τά ταραγμένα συναισθήματα είχαν κατά πολύ περιπλέξει το πρόβλημα βάρους τήςΜπέττυ. Το φαγητό δέν άντιπροσώπευε απλώς τή μοναδική της μορφή ικανοποίησης, ούτεήταν μόνο μιά μέθοδος γιά νά καταπραΰνει τήν αίσθηση του κενού, ούτε απλώς ή άδυναμίατής θύμιζε τον πόνο γιά τό θάνατο τού πατέρα της, άλλα ένιωθε, άσυνείδητα, ότι το νά χάσειβάρος θά οδηγούσε στον δικό της θάνατο.

Προοδευτικά, το οξύ άγχος της μειώθηκε. Ποτέ δέν είχε ξαναμιλήσει ανοιχτά γι’ αύτά τάθέματα : ίσως νά τή βοηθούσε καί μόνο ή κάθαρση. ’Ίσως νά τής ήταν χρήσιμο ν’άναγνωρίσειπόσο μαγικός ήταν ό τρόπος πού σκεφτόταν. ’Ίσως κάποιες άπό τις τρομαχτικές σκέψεις τηςνά έχαναν τήν επίδρασή τους, αν μιλούσε γι’αύτές στο φώς, μέ ήρεμο, ορθολογικό τρόπο.

Αύτή "τήν περίοδο ο Κάρλος τή βοήθησε πολύ. Οι γονείς τής Μπέττυ είχαν άρνηθεΐ ως τοτέλος τή σοβαρότητα τής άρρώστιας τού πατέρα της. Μιά τόσο μαζική άρνηση είναι ολέθριαγιά όσους έπιζούν, κι ή Μπέττυ δέν είχε προετοιμαστεί γιά το θάνατό του ούτε. είχε τήνεύκαιρία νά τον άποχαιρετήσει. .Ό Κάρλος όμως είχε διαμορφώσει μιά πολύ διαφορετικήπροσέγγιση τής μοίρας του : ήταν θαρραλέος, ορθολογικός καί άνοιχτος ώς προς τάσυναισθήματά του γιά τήν άρρώστια του καί γιά το θάνατό του πού πλησίαζε. Επιπλέον,ήταν ιδιαίτερα καλός μαζί της — ίσως επειδή ήξερε' πώς ήταν θεραπευόμενή μου, ίσως γιατίή Μπέττυ εμφανίστηκε στήν ομάδα σε μιά περίοδο πού ό Κάρλος βρισκόταν σεγενναιόδωρη ψυχική κατάσταση («όλοι έχουν καρδιά » ), Ισως απλώς γιατί πάντα τούάρεσαν οι παχιές γυναίκες (πράγμα πού το είχα θεωρήσει, καί λυπάμαι πού το λέω, άλλη μιά

Page 74: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

απόδειξη τής διαστροφής του ).

Ή Μπέττυ πρέπει νά ένιωσε ότι είχαν άπομακρνθεΤ έπαρκώς τά έμπόδια πού τήνάπέτρεπαν άπ’ το νά χάσει βάρος, γιατί άρχισε νά δείχνει άλάνθαστα σημάδια ότιπροετοίμαζε μιά μεγάλη έκστρατεία. Το εύρος καί ή συνθετότητα τών προετοιμασιών της μεεξέπληξαν.

Πρώτα γράφτηκε σ’ένα πρόγραμμα γιά διαταραχές διατροφής στήν κλινική όπου δούλευα καίσυμπλήρωσε το άπαιτητικό τους πρωτόκολλο, πού περιλάμβανε μιά σειρά σύνθετωνσωματικών εξετάσεων ( έξακολούθησε βέβαια ν’άρνεΐται τήν πυελική εξέταση) κι έναπακέτο ψυχολογικών δοκιμασιών. ’Έπειτα άδειασε το διαμέρισμά της άπό οτιδήποτεφαγώσιμο — καί τήν παραμικρή κονσέρβα, πακέτο, μπουκάλι. Προγραμμάτισε εναλλακτικέςκοινωνικές δραστηριότητες : μού τόνισε ότι, αν άφαιρέ-σεις τις εξόδους γιά φαΐ, μεσημεριανόή βραδινό, άδειάζει άμέσως το κοινωνικό σου ήμερολόγιο. Πρός μεγάλη μου έκπληξη μπήκεσε μιά ομάδα λαϊκών χορών (αύτή ή κοπέλα έχει πολύ κουράγιο, σκέφτηκα) και σε μιά ομάδαμπόουλινγκ — μού εξήγησε πώς ό πατέρας της τήν πήγαινε συχνά γιά μπόουλινγκ ότανήτανε παιδί. Αγόρασε ένα μεταχειρισμένο ποδήλατο γυμναστικής καί το έστησε μπροστάστήν τηλεόρασή της. ’Έπειτα αποχαιρέτησε τούς παλιούς της φίλους — τό τελευταίο τηςπακέτο τσιπς Granny Goose, το τελευταίο της κουτί μπισκότα με κομμάτια σοκολάτας MrsFields καί, το πιο δύσκολο άπ’όλα, τό τελευταίο της ντόνατ με γλάσο μελιού.

Συγχρόνως λάβαινε χώρα βέβαια καί μιά σημαντική εσωτερική προετοιμασία, τήν οποία ήΜπέττυ είχε δυσκολία νά περιγράψει. Το μόνο πού έλεγε ήταν ότι « μάζευε όλη της τήνάποφασιστικότητα» καί περίμενε τή σωστή στιγμή γιά ν’άρχίσει τή δίαιτα. Έγώ άρχισα νάάνυπομονώ καί διασκέδαζα στή σκέψη ενός γιγάντιου Γιαπωνέζου παλαιστή τού σούμο πούβηματίζει, παίρνει πόζες καί μουγκρίζει γιά νά είναι σε ετοιμότητα.

Καί ξαφνικά πήρε μπρος ! Άρχισε μιά δίαιτα Opt ifast μόνο με υγρά, δέν έτρωγε καθόλουστερεά τροφή, έκανε ποδήλατο σαράντα λεπτά κάθε πρωί, περπατούσε πέντε χιλιόμετρακάθε άπόγευμα, καί μιά φορά τήν εβδομάδα πήγαινε γιά μπόουλινγκ καί γιά χορό. Τοπαχύσαρκο περίγραμμά της άρχισε νά λιώνει. Αρχισε νά καίει λίπος. Μεγάλα κομμάτιαπερισσευούμενης σάρκας αποχωρίζονταν καί έξαφανίζονταν. Τά κιλά άρχισαν νά φεύγουνάπό πάνω της τό ένα μετά το άλλο — ένα, δύο, δυόμισι κιλά τήν εβδομάδα.

Τώρα κάθε μας ώρα ξεκινούσε μέ μιά άναφορά προόδου : έχασα πέντε κιλά, έχασα δέκακιλά, δώδεκα, δεκαπέντε. Είχε φτάσει εκατόν δεκαπέντε κιλά, έκατόν δώδεκα, εκατόν δέκα.’Έμοιαζε εντυπωσιακά γρήγορο κι εύκολο. ’Ήμουνα ενθουσιασμένος γιά λογαριασμό της καίτή γέμιζα έπαινους κάθε βδομάδα γιά τήν προσπάθειά της. Αλλά εκείνο τον πρώτο καιρό τήςδίαιτας συνειδητοποιούσα επίσης πώς μέσα μου υπήρχε μιά ανελέητη φωνή, μιά φωνή πούέλεγε: « Θεέ μου, αν τά χάνει τόσο εύκολα, σκέψου πόσο φαΐ καταβρόχθιζε! »

Οι έβδομάδες περνούσαν, ή έκστρατεία της συνεχιζόταν. ’Έπειτα άπό τρεις μήνες ζύγιζεέκατόν πέντε κιλά. ’Έπειτα εκατό, είχε χάσει είκοσι κιλά! ’Έπειτα ένενηνταπέντε. Ήάντίσταση άρχιζε νά σκληραίνει. Μερικές φορές ερχόταν στο γραφείο μου κλαίγοντας έπειταάπό μιά βδομάδα χωρίς φαΐ άλλά καί χωρίς αύτό ν’ άναπληρώνεται άπό άπώλεια βάρους.Τώρα κάθε κιλό τής κήρυττε τον πόλεμο, άλλά ή Μπέττυ συνέχιζε τή δίαιτα.

Ήταν φοβεροί μήνες. Απεχθανόταν τά πάντα. Ή ζωή της ήταν ένα μαρτύριο — ή άηδιαστικήύγρή τροφή, το ποδήλατο, οι κρίσεις πείνας, οι διαβολικές διαφημίσεις τών ΜακΝτόναλντστήν τηλεόραση κι οι μυρωδιές, οι πανταχού παρούσες μυρωδιές : ποπκόρν στο σινεμά,πίτσα σ’τή στοά τού μπόουλινγκ, κρουασάν στο εμπορικό κέντρο, καβούρια στο Φίσερμαν’ςΓουώρφ. Μά πουθενά στον κόσμο δέν ύπήρχε μέρος χωρίς μυρωδιές;

Όλες της οι μέρες ήταν χάλια. Τίποτα στή ζωή της δέν τής έδινε χαρά. ’Άλλοι άπ’τήν ομάδαδιαταραχών διατροφής τά είχαν παρατήσει — ή Μπέττυ όμως έπέμενε μέ πείσμα. Ήέκτίμησή μου γιά κείνην μεγάλωσε.

Page 75: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Κι έμενα μ’ άρέσει νά τρώω. Συμβαίνει συχνά νά περιμένω μέ άνυπομονησία όλη μέρα ένασυγκεκριμένο φαγητό. Κι όταν υιέ πιάνει ή επιθυμία γιά ντίμ-σούμ ή γιά παγωτό, δέν μεκραταει τίποτα. Καθώς όμως συνεχιζόταν ή ταλαιπωρία τής Μπέττυ. άρχιζα νά νιώθω ενοχέςπού έγώ έτρωγα σάν νά φερόμουνα με κακή πίστη άπέναντί της. "Οποτε καθόμουνα νάφάω πίτσα ή σπαγκέτι άλ πέστο ή έντσιλάδας κόν σάλσα βέρντε ή παγωτό με γερμανικόκέικ σοκολάτας ή οποιαδήποτε άλλη λιχουδιά, πού ήξερα ότι τής άρεσε, τή σκεφτόμουνα.Ανατρίχιαζα στή σκέψη ότι, άντί γιά βραδινό, ή Μπέττυ άνοιγε νά πιει μιά κονσέρβα Opt ifast .Μερικές φορές απέφευγα το δεύτερο πιάτο προς τιμήν της.

Έκείνη τήν περίοδο συνέβη νά ξεπεράσω το άνώτατο βάρος πού επιτρέπω στον έαυτό μου,και να κάνω κι έγώ τρεις βδομάδες δίαιτα. Καθώς οι δικές μου δίαιτες συνίστανται κυρίως στο^ ν’αποφεύγω τα παγωτά και τις τηγανητές πατάτες, δέν μπορούσα άκριβώς νά πώ στήνΜπέττυ πώς τή συνοδεύω σέ μιά νηστεία άλληλεγγύης. Παρ’όλ’αύτά, έκεΐνες τις τρειςεβδομάδες αισθάνθηκα πιο έντονα πόσο μεγάλη ήταν ή στέρησή της. Τώρα μέ συγκινούσεόταν έλεγε πώς τήν έπαιρνε ό ύπνος μέ κλάματα. Πονούσα γι’ αύτήν, όταν μού περιέγραφετο πεινασμένο παιδί μέσα της νά ούρλιάζει: « Τάισέ με ! Τάισέ με ! »

’Έφτασε ένενήντα κιλά. Όγδονταπέντε. Ζύγιζε τώρα σαράντα κιλά λιγότερο! Ή διάθεσή τηςπαρουσίαζε πλέον πολύ έντονες διακυμάνσεις, τόσο πού άρχισα ν’άνησυχώ. Είχε κάποιεςσύντομες περιόδους περηφάνιας καί ένθουσιασμού (ιδίως όταν πήγαινε νά ψωνίσει πιοστενά ρούχα), συνήθως όμως ήταν τόσο βαθιά άποκαρδιωμένη πού μέ το ζόρι κατάφερνε νάπείσει τον έαυτό της νά πάει το πρωί στή δουλειά.

Μερικές φορές γινόταν εύερέθιστη καί ξανάφερνε στή θεραπεία διάφορα παλιά παράποναπού είχε άπό μένα. Μήπως τήν είχα στείλει γιά ομαδική ψυχοθεραπεία μέ σκοπό νά τήνπαρατήσω ή, τουλάχιστον, νά μοιραστώ το φορτίο καί ν’άπαλλαγώ έν μέρει άπό κείνην ; Γιατί δέν τής είχα κάνει περισσότερες έρωτήσεις γιά τις διατροφικές της συνήθειες ; Το φαΐήταν άλλωστε ή ζωή της. ’Αν κάποιος τήν άγαπάει, σημαίνει ότι άγαπάει καί το φαγητό της.(Προσοχή, προσοχή, πλησιάζει στήν άλήθεια.) Γιατί είχα συμφωνήσει μαζί της, όταν μούάπαρίθμησε τούς λόγους γιά τούς οποίους δέν τής ταίριαζε ή ιατρική σχολή (τήν ήλικία της,τήν έλλειψη άντοχής, τήν τεμπελιά, το γεγονός ότι είχε παρακολουθήσει μόνο μέρος τώνπροαπαιτούμενων μαθημάτων καί τήν έλλειψη πόρων); Τώρα μού δήλωσε γιά πρώτη φοράπώς το είχε θεωρήσει πολύ μειωτικό όταν τής είχα προτείνει τότε νά γίνει νοσηλεύτρια, καίμέ κατηγόρησε ότι σκέφτηκα : « Αύτή ή κοπέλα δέν είναι άρκετά έξυπνη γιά νά μπει στήνιατρική — ας γίνει λοιπόν νοσοκόμα ! »

Άλλες φορές ήταν οξύθυμη καί παλινδρομούσε. Μιά φορά πού τή ρώτησα, γιά παράδειγμα,γιατί είχε πέσει σέ άδράνεια στήν ομαδική της θεραπεία, μέ κοίταξε με άγριο ύφος κιάρνήθηκε ν’ άπαντήσει. "Οταν τήν πίεσα νά μού πει τί άκριβώς σκεφτόταν, είπε μέ μιάτραγουδιστή παιδική φωνούλα: « Αφού δέν δίνεις μπισκοτάκι, δέν λέω κι έγώ τίποτα ».

Στή διάρκεια μιας άπό τις καταθλιπτικές περιόδους της, είδε ένα πολύ ζωηρό όνειρό.

’Ήμουνα σ’ένα μιέρος σάν τή Μέκκα, όπου πήγαιναν οι άνθρωποι γιά ν’ αύτοκτονήσουννόμιμα. ’Ήμουνα με κάποια στενή μου φίλη άλλά δέν θυμάμαι με ποιά. Έκείνηθ’αύτοκτονούσε πηδώντας μέσα σ’ ένα βαθύ τούνελ. Τής ύποσχέθηκα πώς θά πήγαινα νάμαζέψω το σώμα της, άλλά μετά συνειδητοποίησα πώς, γιά νά το κάνω αύτό, θά ’πρεπε νάσυρθώ μέσα σ’ αύτό το φριχτό τούνελ πού ήταν γεμάτο μέ κάθε είδους πτώματα σέαποσύνθεση καί σκεφτόμουνα πώς δέν μπορούσα νά·τό κάνω.

Μιλώντας για τους συνειρμούς της γύρω απ αυτό ή Μπέττυ είπε ότι, την ήμερα πριν δει τοόνειρό, σκέφτηκε πώς είχε ξεφορτωθεί ένα ολόκληρο σώμα: είχε χάσει σαράντα κιλτ και στογραφείο της υπήρχε μιά συνάδελφος πού ζύγιζε ακριβώς τόσα. Και τότε φαντάσιωσε πώςθά 9ταν νά 9κανε νεκροψία καί να κήδευε αύτό το «σώμα» πού είχε ξεφορτωθεί.Υποπτευόταν πώς ή εικόνα του ονείρου, ότι έπρεπε νά μαζέψει το πτώμα τής φίλης της απτο τούνελ, άπηχούσε αύτή τή μακάβρια σκέψη.

Page 76: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Ή είκονοποιία καί το βάθος τού ονείρου μ’έκαναν νά συνειδητοποιήσω πόσο μακριά είχεφτάσει. Δυσκολευόμουνα νά θυμηθώ τήν έπιφανειακή κοπέλα με το ενοχλητικό γελάκι πούείχα γνωρίσει πριν άπό λίγους μήνες. Τώρα ή Μπέττυ είχε αμέριστη τήν προσοχή μου καίστο παραμικρό λεπτό κάθε μιας συνεδρίας. Ποιος θά το φανταζόταν πώς άπό κείνη τήγυναίκα, πού ή κενή της φλυαρία μ’έκανε να βαριέμαι τόσο, κι έμενα καί τον προηγούμενοψυχίατρό της, θα μπορούσε να ξεπηδήσει αύτός ό συναισθηματικός, αύθόρμητος καίεύαίσθητος άνθρωπος ;

Όγδονταδύο κιλά. Και κάτι άλλο ξεπηδούσε τώρα μπροστά στά μάτια μου. Μιά μέρα, όπωςκαθόμαστε στο γραφείο μου, έριξα μιά ματιά στήν Μπέττυ καί γιά πρώτη φορά παρατήρησαπώς ξεχώριζαν τά γόνατά της. Ξανακοίταξα. Ήταν άραγε πάντα έκεΐ; ’Ίσως τώρα νά τήςέδινα μεγαλύτερη προσοχή. Μάλλον όχι όμως : το περίγραμμα τού σώματός της, άπ’ τοσαγόνι ως τά νύχια τών ποδιών, είχε παλιά μιά ομαλή σφαιρικότητα. Σέ δυό-τρεΐς εβδομάδεςξεχώρισα σίγουρα ίχνη στήθους, δύο μαστών. ’Έπειτα άπό άλλη μιά εβδομάδα είδα τήγραμμή τού σαγονιού της, έπειτα το ίδιο το σαγόνι, τον άγκώνα της. Νά λοιπόν πού ύπήρχανάπό πάντα όλ’ αύτά — έκεΐ μέσα ήταν θαμμένος ένας άνθρωπος, μιά όμορφη γυναίκα.

Κι άλλοι άνθρωποι, ιδίως άντρες, είχαν παρατηρήσει τή μεταμόρφωσή της καί τώρα τήνάγγιζαν και τήν άκουμπούσαν, καθώς κουβέντιαζαν. "Ένας συνάδελφός της άπ’ το γραφείοτήν πήγε μιά μέρα ως το αύτοκίνητο της. Ό κομμωτής της τής έκανε μασάζ στο κεφάλι χωρίςνά τή χρεώσει. Κι ή Μπέττυ ήταν σίγουρη πώς ό διευθυντής της τής έριχνε ματιές στο στήθοςτης.

Μιά μέρα ήρθε καί μού άνακοίνωσε, «έβδομηνταεννιά », προσθέτοντας πώς είχε μπει σέ «παρθένο έδαφος » — τόσο δηλαδή είχε νά ζυγίσει άπό τότε πού ήταν στο γυμνάσιο. Παρόλοπού έγώ άνταποκρίθηκα μ’ ένα άποτυχημενο άστεΐο —τή ρώτησα αν άνησυχούσε πού θάέμπαινε σέ «μη παρθένο έδαφος»— ξεκινήσαμε μιά σημαντική συζήτηση γύρω άπό το σέξ.

Μολονότι είχε μιά ένεργό σεξουαλική φαντασιωτική ζωή, ή Μπέττυ δέν είχε ποτέ έρθει σέκανενός είδους σωματική έπαφή με άντρα — δέν τήν είχαν άγκαλιάσει, φιλήσει, ούτε κάνάγγίξει με πόθο. Έκείνη πάντα λαχταρούσε το σέξ καί θύμωνε πού ή στάση τής κοινωνίαςπρός τούς παχύσαρκους τήν καταδίκαζε σέ σεξουαλική ματαίωση. Μόνο τώρα πούπλησίαζε ένα σώμα-τικό βάρος πού θα επέτρεπε να τής γίνουν κάποιες σεξουαλικέςπροσκλήσεις, μόνο τώρα πού τα όνειρά της ήταν γεμάτα με απειλητικά ανδρικά πρόσωπα(έναν μασκοφόρο γιατρό πού τής βύθιζε μιά βαθιά ύποδόρια βελόνα στήν κοιλιά, έναν άντραμέ βλέμμα όλο λαγνεία πού τής ξεφλούδιζε το ξεραμένο αίμια άπό μιά μεγάλη-πληγή στήνκοιλιά), αναγνώρισε πόσο πολύ φοβόταν το σέξ.

Οι συζητήσεις αύτές εξαπέλυσαν έναν χείμαρρο άπό οδυνηρές άναμνήσεις μιας ολόκληρηςζωής, στήν οποία βίωνε άπόρριψη άπ’τούς άντρες. Ποτέ δέν τής είχε ζητήσει κανένας νάβγούνε καί ποτέ δέν είχε πάει σέ χορό ή σέ πάρτυ τού σχολείου. Ή Μπέττυ έπαιζε πολύκαλά το ρόλο τής μυστικοσυμβούλου καί είχε βοηθήσει πολλές φίλες της νά οργανώσουν τογάμο τους. Καί τώρα πού όλες τους σχεδόν ήταν παντρεμένες, δέν γινόταν πιά νά το κρύβειαπ’ τον έαυτό της πώς έκείνη θά έμενε γιά πάντα θεατής, γιατί κανείς δέν θά τή διάλεγε.

’Από το σέξ μεταφερθήκαμε πολύ σύντομα στά πιο βαθιά νερά τής βασικής της σεξουαλικήςταυτότητας. Ή Μπέττυ είχε άκούσει πώς ό πατέρας της ήθελε στήν πραγματικότητα γιό κιότι είχε σιωπηρά άπογοητευτεΐ όταν γεννήθηκε εκείνη. Μιά νύχτα είδε δύο όνειρα γιά ένανχαμένο δίδυμο άδελφό. Στο ένα φορούσαν καί οι δύό τους το ίδιο άναγνωριστικό σήμα, τοόποιο άντάλλασσαν μεταξύ τους. Σ’ένα άλλο όνειρο τον ξεφορτώθηκε: ό άδελφός τηςστριμώχτηκε σ’ένα γεμάτο άσανσερ. όπου έκείνη, λόγω μεγέθους, δέν χωρούσε. Τοάσανσέρ γκρεμίστηκε σκοτώνοντας όλους τούς επιβαίνοντες, κι ή Μπέττυ έμεινε νά ψάχνειό,τι άπόμεινε άπό κείνον.

Σ’ένα άλλο όνειρο ό πατέρας της τής χάριζε ένα άλογο πού το έλεγαν «Είναι γυναίκα». ΉΜπέττυ πάντα ήθελε νά της πάρίι ό πατέρας της ένα άλογο, καί στο όνειρο όχι μόνοπραγματοποιούνταν αύτή ή παιδική έπιθυμία άλλά ό πατέρας της τη βάφτιζε καί επισήμως «

Page 77: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

γυναίκα ».

Οι συζητήσεις μιας γιά τή σεξουαλική πρακτική καί τή σεξουαλική της ταυτότητα τήςπροκάλεσαν τόσο μεγάλο άγχος και μιά τόσο αγωνιώδη αίσθηση κενότητας, πού άρκετέςφορές^ τήν έκαναν νά πέσει με τά μούτρα στά μπισκότα καί στά ντόνατς. Τώρα πιά τήςεπιτρεπόταν κάποια στερεά τροφή —ένα γεύμα διαίτης τήν ήμερα-* άλλά αύτό τής φαινότανπιο δύσκολο νά το τηρήσει άπό τή δίαιτα μόνο με υγρά.

Είχαμε άκόμα μπροστά μας ένα σημαντικό συμβολικό ορόσημο — τήν άπώλεια τούπεντηκοστού κιλού. Αύτός ό συγκεκριμένος στόχος, τον όποιο δέν θά κατακτούσε ποτέ, είχεπολύ ισχυρές σεξουαλικές υποδηλώσεις. Ό Κάρλος, γιά παράδειγμα, τής είχε πει μισοαστεΐαπριν άπό μερικούς μήνες πώς, όταν θά ’χάνε πενήντα κιλά, θά τήν πήγαινε γιά έναΣαββατοκύριακο στή Χαβάη. Επιπλέον, ώς μέρος τής ψυχικής της προετοιμασίας πριν άπότή δίαιτα, ή Μπέττυ είχε υποσχεθεί στον έαυτό της πώς όταν θά ’χάνε πενήντα κιλά θάεπικοινωνούσε μέ τον Τζώρτζ, τον άντρα πού είχε συναντήσει μέσω άγγελίας, γιά νά τούκάνει έκπληξη μέ το καινούργιο της σώμα καί ν’άνταμείψει τήν ιπποτική του συμπεριφορά μέσεξουαλική προσφορά.

Προσπαθώντας νά μειώσω το άγχος της, τήν παρότρυνα νά είναι μετριοπαθής καί τήςπρότεινα νά προσεγγίσει το σέξ μέ λιγότερο δραστικά βήματα: νά περάσει, γιά παράδειγμα,κάποιο χρόνο συζητώντας μέ άντρες. Νά ενημερωθεί γιά θέματα όπως ή σεξουαλικήάνατομία, οι σεξουαλικές λειτουργίες καί ό αυνανισμός. Τής σύστησα νά διαβάσει κάποιαβιβλία, νά δει μιά γυναίκα γυναικολόγο καί νά ψάξει περισσότερο αύτά τά θέματα μέ φίλεςτης άλλά καί μέσα στή θεραπευτική ομάδα.

"Οσο διαρκούσε αύτή ή περίοδος τής γρήγορης άπώλειας βάρους, συνέβαινε κι ένα άλλοάξιοσημείωτο φαινόμενο. Ή Μπέττυ βίωνε συναισθηματικές άναδρομές καί συχνά μεγάλομέρος τής θεραπευτικής ώρας το περνούσε γεμάτη δάκρυα, περιγράφοντας έντυπωσιακάζωηρές άναμνήσεις, όπως τήν ήμέρα πού έφυγε άπ’ το Τέξας γιά τή Νέα Υόρκη ή τήνάποφοίτησή της άπό το κολέγιο ή το θυμό της γιά τή μητέρα της πού, άπό ντροπή ή άπόφόβο, δέν πήγε στήν άποφοίτησή της άπ’ το λύκειο.

Στήν άρχή αύτές οι άναδρομές, όπως καί οι ακραίες διακυμάνσεις τής διάθεσης πού τιςσυνόδευαν, έμοιαζαν χαοτικά, τυχαία συμβάντα. ’Έπειτα όμως άπό μερικές εβδομάδες ήΜπέττυ συνειδητοποίησε πώς άκολουθούσαν ένα σταθερό σχήμα: καθώς έχανε βάρος,αναβίωνε τα μείζονα τραυματικά η άνεπίλυτα γεγονότα τής ζωής της πού είχαν συμβεί ότανβρισκόταν σε συγκεκριμένο σωματικό βάρος. ’Έτσι ή κατάβασή της άπό τα εκατόν είκοσικιλά τήν έβαλε σέ μιά τροχιά προς τά πίσο.» στο χρόνο, μέσα άπό τά περισσότεροσυγκινησιακά φορτισμένα γεγονότα τής ζωής της : φεύγει άπό το Τέξας γιά τή Νέα Υόρκη(εκατόν πέντε κιλά), αποφοιτά απ’το κολέγιο (ένενηνταπέντε κιλά), άποφασίζει νάπαρατήσει το προπαρασκευαστικό πρόγραμμα τής ιατρικής —καί μαζί το όνειρο νάανακαλύψει τή θεραπεία γιά τον καρκίνο πού σκότωσε τον πατέρα της— (ενενήντα κιλά ),νιώθει μόνη στήν άποφοίτησή της άπ’ το λύκειο ζηλεύει τις άλλες κόρες καί τούς πατεράδεςτους, είναι ανίκανη να βρει συνοδό γιά το χορό τών τελειοφοίτων ( όγδονταπέντε κιλά),τελειώνει το γυμνάσιο και τής λείπει τρομερά ό πατέρας της σ’έκείνη τήν τελετήαποφοίτησης (έβδομηνταεπτά κιλά). Τι θαυμάσια απόδειξη τού κόσμου τού ασυνειδήτου! Τοσώμα τής Μπέττυ είχε συγκρατήσει στή μνήμη του πράγματα πού το μυαλό της είχε άπόκαιρό λησμονήσει.

’Αναμνήσεις απ’τον πατέρα της διαπερνούσαν αύτές τις αναδρομές. "Οσο κοιτάζαμεκαλύτερα τόσο γινόταν πιο φανερό πώς όλα οδηγούσαν πίσω σ’έκεΐνον, στο θάνατό του καίστά έβδομη'νταπέντε κιλά πού ζύγιζε εκείνον τον καιρό ή Μπέττυ. Κι όσο πλησίαζε τώρααύτό το βάρος τόσο πιο καταθλιπτική γινόταν "καί τόσο πιο πολλά συναισθήματα γιά τονπατέρα της καί μνήμες άπό κείνον συνωστίζονταν στο μυαλό της.

Αρχίσαμε νά περνάμε ολόκληρες συνεδρίες συζητώντας γιά τον πατέρα της. Είχε έρθει ήστιγμή να ξεθάψουμε τα πάντα.

Page 78: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Τή βύθισα στήν αναπόληση καί τήν ένθάρρυνα να εκφράσει ό,τι μπορούσε να θυμηθεί γιάτήν άρρώστια του, γιά το θάνατό του, γιά τήν όψη του στο νοσοκομείο τήν τελευταία φοράπού τον είδε, γιά τις λεπτομέρειες τής κηδείας του, γιά τά ρούχα πού φορούσε ή ίδια, γιά τολόγο πού εκφώνησε ό παπάς, γιά τούς άνθρώπους πού είχαν έρθει.

Είχαμε ξαναμιλήσει καί παλιότερα γιά τον πατέρα της, ποτέ όμως μέ τόση ένταση καί βάθος.Ή Μπέττυ ένιωθε γιά πρώτη φορά το πλήρες μέγεθος τής άπώλειάς της καί, γιά μιά περίοδοδύο έβδομάδων, έκλαιγε σχεδόν συνέχεια. Εκείνο τον καιρό τήν έβλεπα τρεις φορές τήνεβδομάδα καί προσπαθούσα νά τή βοηθήσω νά κατανοήσει τήν πηγή τών δακρύων της. Ενμέρει έκλαιγε γιά τήν άπώλειά της, άλλά σέ μεγάλο βαθμό έκλαιγε κι έπειδή θεωρούσε ότι ήζωή τού πατέρα της ήταν μεγάλη τραγωδία : ποτέ δέν κατάφερε νά μορφωθεί όσο ήθελε (ήόσο ήθελε ή Μπέττυ γι’αύτόν), καί πέθανε άκριβώς πριν πάρει σύνταξη, χωρίς νά χαρεί ποτέτον έλεύθε^ο χρόνο πού λαχταρούσε. "Οπως τής έπισήμανα όμως, ή περιγραφή τώνδραστηριοτήτων του —ή μεγάλη του εύρύτερη οικογένεια, ό μεγάλος κοινωνικός του κύκλος,οι καθημερινές του πλάκες μέ φίλους, ή άγάπη του γιά τή γη, τά νεανικά του χρόνια στοναυτικό, τά άπογεύματα πού πήγαινε γιά ψάρεμα— έδινε τήν εικόνα μιάς πλήρους ζωής,όπου ό πατέρας της περιβαλλόταν άπό μιά κοινότητα άνθρώπων πού τον γνώριζαν καί τονάγαπούσαν.

"Όταν τής ζήτησα νά συγκρίνει τή ζωή της μέ τή δική του, συνειδητοποίησε πώς ένα μέροςτού πένθους της ήταν μετατοπισμένο : ή δική της ζωή ήταν τραγικά άνολοκλήρωτη, όχι τού.πατέρα της. Πόσο πένθος υπήρχε επομένως γιά όλες τις άπραγματοποίητες έλπίδες της ;Αύτή ή έρώτηση ήταν ιδιαίτερα οδυνηρή γιά τήν Μπέττυ, ή οποία, στο μεταξύ, είχεέπισκεφτεΐ έναν γυναικολόγο καί είχε μάθει πώς είχε μιά ένδοκρινική διαταραχή, λόγω τήςοποίας δέν θά μπορούσε ποτέ νά κάνει παιδί.

Εκείνες τις εβδομάδες ή θεραπεία μας ξεσκέπαζε τόση οδύνη πού ένιωθα απάνθρωπος.Κάθε συνεδρία ήταν ένας Γολγοθάς, κι ή Μπέττυ έφευγε συχνά άπ’τό γραφείο μου σε κακήκατάσταση. Άρχισε νά έχει συχνές κρίσεις πανικού καί νά βλέπει πολλά ανήσυχα όνειρα, κιόπως έλεγε, κάθε νύχτα πέθαινε τουλάχιστον τρεις φορές. Δέν θυμόταν τά όνειρά της, έκτοςάπό δύο πού επαναλαμβάνονταν καί τά όποια είχαν ξεκινήσει στήν εφηβεία της, λίγο μετάτο θάνατο του πατέρα της. Στο ένα άπ’ αύτά τήν έχτιζαν μέσα σέ μιά μικρή ντουλάπα, οπούκειτόταν παράλυτη. Στο άλλο ήταν ξαπλωμένη σ’ένα κρεβάτι νοσοκομείου, καί πλάι στοκεφάλι της έκαιγε ένα κερί πού άντιπροσώπευε τήν ψυχή της. ’Ήξερε πώς όταν θά ’σβήνε ήφλόγα θά πέθαινε, κι ένιωθε άβοήθητη βλέποντάς το νά μικραίνει όλο καί περισσότερο.

Οι συζητήσεις γιά το θάνατο τού πατέρα της τής ξυπνούσαν προφανώς φόβους γιά τον δικότης θάνατο. Τής ζήτησα νά μιλήσει γιά τά πρώτα της βιώματα καί τις πρώτες της σκέψειςπερί θανάτου. Καθώς ζούσε σέ άγρόκτημα, ό θάνατος δέν τής ήταν κάτι άγνωστο. ’Έβλεπετή μητέρα της νά πνίγει κότες κι άκουγε τά γρυλίσματα τών γουρουνιών πού σφάζονταν. Τήντάραξε όμως πάρα πολύ ό θάνατος τού παππού της στά εννιά της χρόνια. Σύμφωνα.με τήμητέρα της (ή ίδια έλεγε πώς δέν το θυμόταν ) οι γονείς της τή διαβεβαίωσαν τότε πώς μόνοοι γέροι πεθαίνουν. Γιά πολύ καιρό όμως έπειτα τούς έτρωγε το κεφάλι λέγοντας καίξαναλέγοντας πώς δέν ήθελε νά γεράσει και ρωτώντας τους ξανά καί ξανά πόσων χρονώνείναι εκείνοι. Μονο μετά το θάνατο τού πατέρα της πάντως συνειδητοποίησε τήν άλήθεια γιάτο άναπόφευκτο τού δικού της θανάτου, θυμόταν μάλιστα πότε άκριβώς συνέβη αύτό.

« Ήταν λίγες μέρες μετά τήν κηδεία. Ακόμα δέν είχα ξαναρχίσει νά πηγαίνω στο σχολείο. Ήδασκάλα είχε πει νά γυρίσω όταν θά νιώθω έτοιμη, θά μπορούσα νά ’χα γυρίσει νωρίτερα,άλλά δέν μού φαινόταν οτ-ωστό νά πάω τόσο σύντομα. Φοβόμουνα πώς ό κόσμος θάσκεφτόταν ότι δέν ήμουνα αρκετά λυπημένη. Περπατούσα στά χωράφια πίσω απ’το σπίτι.Εκανε κρύο — έβλεπα τήν ανάσα μου, κι ήταν δύσκολο να περπατήσεις, γιατί το χώμα ήτανσκαμμένο καί τ’ αύλάκια που είχε ανοίξει το αλέτρι ήταν παγωμένα. Σκεφτόμουνα τονπατέρα μου πού βρισκόταν κάτω άπ’τή γη καί πόσο κρύο θα έκανε εκεί κάτω, καί ξαφνικάάκουσα μιά φωνή άπό ψηλά νά μού λέει: “ Μετά είναι ή σειρά σου ! ” »

Ή Μπέττυ γύρισε καί με κοίταξε. « Πιστεύετε πώς είμαι τρελή;»

Page 79: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

«’Όχι, σ’τό ’χω ξαναπεί, δέν έχεις τέτοια προδιάθεση ».

Χαμογέλασε. «Αύτή τήν ιστορία δέν τήν έχω ξαναπεί σε κανέναν. Γιά τήν άκρίβεια τήν είχαξεχάσει γιά χρόνια, καί τή θυμήθηκα αύτή τήν έβδομάδα ».

« Χαίρομαι πού μού τήν εμπιστεύεσαι. Ακούγεται πολύ σημαντική. Μίλα μου κι άλλο γιά το τίσημαίνει “είναι ή σειρά σου ” ».

«’Ήτανε σάν νά καταλάβαινα πώς ό πατέρας μου δέν ήταν πιά εκεί γιά νά με προστατέψει.Με μιά έννοια ό πατέρας μου στεκόταν άνάμεσα σε μένα καί στον τάφο. Χωρίς αύτόν έγώήμουνα ή επόμενη στή σειρά ». Ή Μπέττυ αναρρίγησε. «Το πιστεύετε πώς άκόμα με πιάνειφρίκη όταν το σκέφτομαι; »

« Κι ή μητέρα σου ; Πού βρισκόταν σ’ όλο αύτό το ζήτημα; »

« "Οπως σάς έχω ξαναπεί, ή μητέρα μου ήταν σέ δεύτερο πλάνο, πίσω-πίσω-πίσω.Μαγείρευε, με τάιζε —σ’αύτό ήταν πολύ καλή— άλλά ήταν άδύναμη. Έγώ τήν προστάτευα.Μπορείτε νά φανταστείτε άνθρωπο στο Τέξας νά μήν οδηγεί; Έγώ άρχισα νά οδηγώ στάδώδεκά μου, όταν αρρώστησε ό πατέρας, μου, γιατί έκείνη φοβότανε νά μάθει».

« Δέν υπήρχε κανείς λοιπόν νά σέ προφυλάξει».

« Καί τότε άρχισα νά έχω έφιάλτες. Αύτό το όνειρο μέ το κερί — πρέπει νά τό ’χω δει είκοσιφορές ».

«Το όνειρο μέ το κερί μού φέρνει στο νου αύτό πού είπες προηγουμένως γιά το φόβο σου νάχάσεις βάρος, ότι έπρεπε νά μείνεις παχιά γιά νά μήν πεθάνεις άπό καρκίνο σάν τον πατέρασου. Όσο ή φλόγα του κεριού παραμένει γεμάτη τόσο θα ζεις ».

« ’Ίσως, άλλά ακούγεται τραβηγμένο ».

Όρίστε άλλη μιά απόδειξη, σκέφτηκα, γιά το πόσο άστοχο είναι νά βιαστεί ό θεραπευτής νάκάνει μιά ερμηνεία, άκόμα και μιά καλή ^ερμηνεία σάν αύτή. Οι ασθενείς, όπως όλος όκόσμος, ωφελούνται περισσότερο άπό μιά αλήθεια πού τήν ανακαλύπτουν οι ιόιοι.

Ή Μπέττυ συνέχισε: « Καί κάποια στιγμή έκείνη τή χρονιά μού μπήκε ή ιδέα ότι θά πέθαιναπριν κλείσω τά τριάντα. Ξέρετε, αύτό άκόμα το πιστεύω ».

Αύτές μας οι συζητήσεις υπονόμευαν τήν άρνησή της γιά το θάνατο. Άρχισε νά νιώθειάνασφαλής. Βρισκόταν πάντα σε επαγρύπνηση μή τυχόν τραυματιστεί — όταν οδηγούσε,όταν έκανε ποδήλατο, όταν περνούσε το δρόμο. Άρχισε νά τήν απασχολεί ή άπρόβλεπτηφύση τού θανάτου. « Μπορεί νά πεθάνω άνά πάσα στιγμή », έ'λεγε, «τήν ώρα πού δέν τοπεριμιένω καθόλου». Χρόνια ό πατέρας της μάζευε λεφτά καί σχεδίαζε ένα οικογενειακόταξίδι στήν Ευρώπη, καί νά πού εμφάνισε όγκο στον εγκέφαλο λίγο πριν άπό τήνημερομηνία τής αναχώρησής τους. Ή Μπέττυ, έγώ, οποιοσδήποτε, μπορούμε νάχτυπηθούμε άπ’τό θάνατο άνά πάσα στιγμή. Πώς χειρίζεται κανείς αύ./j τή σκέψη — πώς τήχειρίζομαι έγώ ;

Δεσμευμένος τώρα να είμαι ολοκληρωτικά « παρών » με τήν Μπέττυ, προσπαθούσα νά μήναποφύγω καμιά απ’τις ερωτήσεις της. Τής μίλησα γιά τις δικές μου δυσκολίες νασυμβιβαστώ με το θάνατο. Παρόλο πού το γεγονός τού θανάτου δέν μπορεί ν’αλλάξει, ήστάση τού καθενός μας άπέναντί του μπορεί νά επηρεαστεί σε μεγάλο βαθμό. Τόσο άπότήν προσωπική μου όσο και άπό τήν επαγγελματική μου έμπειρία έχω φτάσει νά πιστεύωπώς ό φόβος -τού θανάτου είναι,πάντα μεγαλύτερος στους Ανθρώπους.πού πιστεύουνΧ)ΐί.δεν..1χουν.ζησε^πλήρως τή_ ζωή τους. Μιά καλή καί άποτελεσματική διατύπωση είναι:οσο πιο πολλή είναι ή αβίωτη ζωή, ή το απραγματοποίητο δυναμικό του ανθρώπου, τόσομεγαλύτερο είναι το άγχος θανάτου.

Page 80: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Ή διαίσθησή μου ήταν, καί τής το είπα, πώς όταν θά' ’μπαίνε ολοκληρωτικά πιά μέσα στήζωή, θά έχανε τον τρόμο της γιά το θάνατο — ένα μέρος του, όχι ολόκληρο. ( "Ολοι είμαστεκαταδικασμένοι νά έχουμε κάποιο άγχος γιά το θάνατο. Είναι το κόστος τής πρόσβασης στήναυτογνωσία.)

’Άλλες φορές ή Μπέττυ εξέφραζε θυμό^πού τήν υποχρέωνα να σκέφτεται μακάβρια θέματα.« Γιατί νά σκέφτομαι το θάνατο ; Δέν μπορούμε νά κάνουμε τίποτα γι’ αύτό! » Προσπάθησανα τή βοηθήσω νά καταλάβει ότι, παρόλο πού το γεγονός του θανάτου μάς καταστρέφει, ή..Ιδέα τού θανάτου μπορεί να μάς σώσει. Μ’άλλα λόγια ή επίγνωση τού θανάτου μπορεί νάρίξει διαφορετικό φώς στή ζωή μας καί νά μάς ώθήσει νά άναδιαρθρώσουμε τιςπροτεραιότητές μας. Ό Κάρλος το έμαθε πολύ καλά αύτό το μάθημα — αύτό εννοούσε στοκρεβάτι τού θανάτου του λέγοντας πώς σώθηκε ή ζωή του.

Είχα τήν αίσθηση πώς ένα σημαντικό μάθημα πού θά δίδασκε τήν Μπέττυ ή επίγνωση τούθανάτου ήταν ότι τή ζωή πρέπει νά τή ζεις τώρα. Δέν μπορείς νά τήν άναβάλλεις έπ*άπειρον. Εύκολα μπορούσα νά τής άπαριθμήσω τούς τρόπους με τούς οποίους άπέφευγετή ζωή: τήν άπροθυμία της νά κάνει σχέσεις με άλλους (γιατί φοβόταν το χωρισμό), τήνυπερκατανάλωση φαγητού καί τήν παχυσαρκία της πού τήν άπέκλειαν άπό μεγάλο κομμάτιτής ζωής, τήν άποφυγή τού άμεσου παρόντος τρέχοντας νά χωθεί το συντομότερο στοπαρελθόν ή στο μέλλον. Εύκολα μπορούσα επίσης νά υποστηρίξω πώς ήταν στο χέρι τηςνα τ’αλλάξει αύτά — γιά τήν άκρίβεια είχε ήδη άρχίσει νά τ’ αλλάζει: μόνο νά σκεφτεί κανείςπόσο κοντά της με είχε κάνει νά νιώσω έκείνη τήν ήμέρα !

Τήν ένθάρρυνα νά βουτήξει μέσα στο πένθος της. ’Ήθελα νά εξερευνήσει καί νά έκφράσειόλες του τις όψεις. Τής έ'κανα ξανά και ξανά τήν ίδια ερώτηση : «Γιά ποιόν, γιά τί πενθείς ; »

Ή άπάντηση ήταν : « Νομίζω πώς πενθώ γιά τήν άγάπη. Ό. μπαμπάς μου ήταν ό μοναδικόςάντρας πού με πήρε άγκαλιά. Ήταν ό μοναδικός άντρας, ό μοναδικός άνθρωπος πού μού’πεότι μ* άγαπάει. Δέν ξέρω αν θά μού ξανασυμβεί ποτέ αύτό το πράγμα ».

Συνειδητοποιούσα πώς μπαίναμε σέ μιά περιοχή οπού κάποτε δέν τολμούσα μέ τίποτα ναμπώ. Δυσκολευόμουνα νά θυμηθώ πόση δυσκολία είχα άκόμα καί νά κοιτάξω τήν Μπέττυ,λιγότερο άπό ένα χρόνο νωρίτερα. Σήμερα ένιωθα μεγάλη τρυφερότητα γιά κείνην. ’Έψαξανά βρώ τρόπο νά τής άπαντήσο.), δέν βρήκα όμως λόγια νά εκφράζουν όλα όσα ήθελα νάτής δώσω.'

« Μπέττυ, τό νά σ’ άγαπούν δέν είναι απλώς τύχη ή μοίρα. Μπορείς νά τό. επηρεάσεις —περισσότερο άπ’όσο φαντάζεσαι. Είσαι πολύ πιο διαθέσιμη γιά τήν άγάπη τώρα άπ’ό,τι πρινάπό μερικούς μήνες. Τή βλέπω, τή νιώθω τή διαφορά. Δείχνεις καλύτερα, σχετίζεσαι μέ τούςάλλους καλύτερα, είσαι πολύ πιο προσιτή καί διαθέσιμη τώρα ».

Ή Μπέττυ άνοίχτηκε περισσότερο εκφράζοντας τά θετικά της" συναισθήματα γιά μένα καιπεριγράφοντάς μου κάποιες μακροσκελείς ονειροπολήσεις της, στις όποιες έκείνη γινότανγιατρός ή ψυχολόγος καί δουλεύαμε μαζί πλάι πλάι σέ κάποιο ερευνητικό πρόγραμμα. Ήεπιθυμία της νά ήμουν έγώ ο πατέρας της μιας οδήγησε σε μιά τελευταία πλευρά τούπένθους της. πού τή βασάνιζε πάντα. Μαζί μέ τήν-άγάπη της γιά τον πατέρα της είχε καίάρνητικά συναισθήματα: ντρεπόταν γιά κείνον, γιά τήν εμφάνισή του (ήταν εξαιρετικά παχύς), γιά τήν έλλειψη φιλοδοξίας καί μόρφωσής του, γιά τήν έλλειψη κοινωνικής άνεσης. Μιλώνταςγι’αύτά έσπασε κι άναλύθηκε σέ άναφιλητά. Είπε ότι τής ήταν τόσο δύσκολο νά μιλήσει γιάόλ’ αύτά, γιατί ντρεπόταν τρομερά πού ντρεπόταν γιά τον ίδιο της τον πατέρα.

Ψάχνοντας νά τής δώσω. μιά άπάντηση, θυμήθηκα κάτι πού μού είχε πει ή πρώτη μουάναλύτρια, ή ’ Ολιβ Σμιθ, πάνω από τριάντα χρόνια πριν. ( Ό λόγος που το θυμάμαι τόσοκαλα, νομίζω, είναι γιατί ήταν το μοναδικό κάπως πιο προσωπικό —καί σίγουρα το πιοώφέλιμο— πράγμα πού μου είπε στις εξακόσιες ώρες θεραπείας μαζί της. ·Ήμουνα πολύταραγμένος, γιατί ειχα εκφράσει κάποια τερατώδη συναισθήματα γιά τή μητέρα μου, καί ή’Όλιβ Σμιθ έσκυψε πάνω άπ’τό ντιβάνι καί είπε μαλακά: «Φαίνεται πώς έτσι είμαστε

Page 81: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

φτιαγμένοι».

Αύτά τά λόγια τά λάτρεψα. Καί τώρα, έπειτα άπό τριάντα χρόνια, τά έλεγα κι έγώ, δίνοντας μέτή σέϊρά μου το δώρο αύτό στήν Μπέττυ. Οι δεκαετίες πού μεσολάβησαν δέν είχανδιαβρώσει τις τονωτικές τους δυνάμεις : ή Μπέττυ άφησε μιά μακριά εκπνοή, ήρέμησε καίκάθισε πιο χαλαρά στήν πολυθρόνα της. Πρόσθεσα πώς ήξερα άπό προσωπική πείραπόσο δύσκολη είναι ή σχέση μέ τούς άμόρφωτους χειρώνακτες γονείς σου, όταν είσαι έναςμορφωμένος ένήλικος.

Ό ενάμισης χρόνος μετάθεσης τής Μπέττυ στήν Καλιφόρνια κόντευε νά τελειώσει. Μήθέλοντας νά σταματήσει τή θεραπεία της, ζήτησε άπ’τήν εταιρεία νά τής δώσει παράταση."Όταν το αίτημά της άπορρίφθηκε, σκέφτηκε νά ψάξει νά βρει άλλη δουλειά στήν Καλιφόρνια.Στο τέλος όμως άποφάσισε νά γυρίσει στή Νέα Υόρκη.

Ήταν πολύ άσχημη στιγμή γιά νά σταματήσει — άκριβώς τήν περίοδο πούέπεξεργαζόμασταν σημαντικά ζητήματα καί τήν ώρα πού ήταν άκόμα στρατοπεδευμένηέξω άπ’τό ορόσημο τών έβδομηνταπέντε κιλών! Στήν άρχή σκέφτηκα πώς δέν γινότανχειρότερη συγκυρία. Κάποια άλλη στιγμή όμως, πού το σκέφτηκα καλύτερα,συνειδητοποίησα πώς ή Μπέττυ μπορεί νά βούτηξε τόσο βαθιά μέσα στή θεραπεία εξαιτίαςκαί όχι παρά το περιορισμένο χρονικό μας πλαίσιο. '"Υπάρχει μιά μακρά παράδοση στήνψυχοθεραπεία πού άνάγεται στον Κάρλ Ρότζερς και πριν άπ’αύτόν στον ’Όττο Ράνκ, ή οποίαθεωρούσε ότι. μιά εκ τών προτέρων καθορισμένη ήμερομηνία λήξης συχνά αύξάνει τήναποτελεσματικότητα τής θεραπείας. ’Αν ή Μπέττυ δέν ήξερε ότι ό χρόνος τήςψυχοθεραπείας της ήταν περιορισμένος, ίσως νά της έπαιρνε πολύ περισσότερο καιρό γιάνα κατακτήσει, ας πούμε, τήν εσωτερική αποφασιστικότητα πού τής χρειαζόταν γιά ν’αρχίσεινά χάνει κιλά.

Εξάλλου δέν ήταν καθόλου βέβαιο πώς θά μπορούσαμε νά προχωρήσουμε πολύ πιο πέρα.Στούς τελευταίους μήνες τής θεραπείας_μας ή Μπέττυ έμοιαζε νά ενδιαφέρεταιπερισσότερο νά ολοκληρώσει τά ζητήματα πού είχαμε ήδη ανοίξει παρά ν’ αποκαλύψεικαινούργια. "Οταν τής σύστησα νά συνεχίσει τήν ψυχοθεραπεία στή Νέα Υόρκηπροτείνοντάς της έναν κατάλληλο θεραπευτή, δέν θέλησε νά δεσμευτεί. Είπε πώς δέν ήτανσίγουρη ότι θά συνέχιζε, πώς ίσως είχε ήδη κάνει αρκετή ψυχοθεραπεία.

Κι άλλα σημάδια όμως έδειχναν ότι ή Μπέττυ ίσως νά μήν προχωρούσε παραπέρα. Παρόλοπού δέν έκανε κραιπάλες, είχε σταματήσει τή δίαιτα. Συμφωνήσαμε νά επικεντρώσουμε τιςπροσπάθειές μας στο νά διατηρήσει το νέο της βάρος, ογδόντα κιλά, καί γιά το σκοπό αύτόπήγε κι αγόρασε μιά ολόκληρη καινούργια γκαρνταρόμπα.

Ενα όνειρο αποσαφήνισε αύτό το σταυροδρόμι μέσα στή θεραπεία :

’Ονειρεύτηκα ότι όί μπογιατζήδες θά έβαφαν τήν πρόσοψη τού σπιτιού μου. Γρήγορα όμωςσκορπίστηκαν σ’όλο το σπίτι. Σεκάθε παράθυρο στεκόταν κι ένας άντρας κρατώντας έναπιστόλι μπογιάς. ’Εγώ ντύθηκα βιαστικά καί προσπάθησα νά του; σταματήσω. ’Έβαφαν όλητήν έξωτερική επιφάνεια τού σπιτιού. Στήλες καπνού έβγαιναν άπό παντού στο σπίτι, μέσααπ’ τις σανίδες τού πατώματος. Είδα έναν μπογιατζή πού είχε φορέσει μιά κάλτσα γιά νάκρύψει το πρόσωπό του, νά ρίχνει μέ το πιστόλι του μπογιά μέσα στο σπίτι. Τού είπα πώςμόνο ή πρόσοψη ήθελα νά βαφτεί. Εκείνος είπε πώς είχε εντολές νά βάψει τά πάντα, μέσα-έξω. «Τί είναι αύτός ό καπνός;» ρώτησα. Είπε ότι ήταν βακτηρίδια καί πρόσθεσε ότι είχανπάει καί στήν κουζίνα καί καλλιεργούσαν θανατηφόρα βακτηρίδια. Έγώ τρόμαξα κι έλεγασυνέχεια, ξανά καί ξανά: « Μόνο ή μπορντούρα ήθελα να βαφτεί».

Στο ξεκίνημα τής θεραπείας, ή Μπέττυ ήθελε πράγματι να βάψει μόνο τήν πρόσοψη άλλαείχε οδηγηθεί αναπόφευκτα να κάνει επισκευές στο βαθύ έσωτερικό τού σπιτιού της.Επίσης, ό μπογιατζής-θεραπευτής είχε ψεκάσει μέ το πιστόλι του το θάνατο —το θάνατοτού πατέρα της, τον δικό της θάνατο— μέσα στο σπίτι της. Τώρα δήλωνε πώς είχεπροχωρήσει πάρα πολύ. Καιρός νά σταματήσει.

Page 82: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Καθώς πλησίαζε ή τελική μας συνεδρία, ένιωθα μιά αύξανόμενη ανακούφιση καίένθουσιασμό — σάν νά είχα αποφύγει κάτι. "Ένα απ’ τά αξιώματα τής ψυχοθεραπείας είναιότι τά σημαντικά συναισθήματα πού έχει ό ένας γιά τον άλλον μεταδίδονται πάντα μέσα άπόκάποιο κανάλι — αν όχι μέ λεκτικά, τότε μέ μή λεκτικά σήματα JΑπό τότε πού ξεκίνησα νάδιδάσκω, έλεγα πάντα στούς φοιτητές μου πώς, αν κάτι μεγάλο μέσα σέ μιά σχέση δένσυζητιέται (είτε άπό τον θεραπευόμενο είτε άπ’τόν θεραπευτή), τότε τίποτα άλλο σημαντικόδέν πρόκειται νά συζητηθεί.

Κι όμως είχα ξεκινήσει αύτή τή θεραπεία μέ πολύ έντονα αρνητικά συναισθήματα γιά τήνΜπέττυ — συναισθήματα πού δέν τά είχα ποτέ συζητήσει μαζί της καί πού έκείνη δέν τάείχε ποτέ αναγνωρίσει. Παρ’όλ’αύτά, χωρίς άμφιβολία, είχαμε συζητήσει σημαντικά θέματα.Αναμφισβήτητα είχαμε κάνει προόδους στή θεραπεία. Μήπως άποδείκνυα πώς υπάρχει ήέξαίρεση στον κανόνα; Μήπως δέν υπάρχουν « άπόλυτα » στήν ψυχοθεραπεία ;

Οι τελευταίες τρεις συναντήσεις μας άφιερώθηκαν στήν επεξεργασία τής θλίψης τήςΜπέττυ γιά τον έπικείμενο άποχωρισμό μας. Αύτό πού φοβόταν στήν άρχή τής θεραπείαςείχε γίνει πραγματικότητα : είχε άφεθεΐ νά νιώσει βαθιά συναισθήματα γιά μένα καί τώρα θάμ’έχανε. Τί νόημα είχε, λοιπόν, πού μ’έμπι-στεύτηκε; Ήταν άκριβώς όπως τό’λεγε στήν αρχή:«’Όχι σχέση, όχι χωρισμός ».

Δέν απογοητεύτηκα απ’τήν επανεμφάνιση αύτών τών παλιών συναισθημάτων. Πρώταπρώτα, καθώς πλησιάζει ό τερματισμός τής θεραπείας, οι άσθενεΐς είναι βέβαιο πώς θάπαλινδρομήσουν παροδικά. (Αύτό είναι μιά άπόλυτη άλήθεια.) Δεύτερον, τά θέματα δένλύνονται ποτέ μιά γιά πάντα στή θεραπεία. Αντίθετα, θεραπευτής καί θεραπευόμενοςέπιστρέφουν άναπόφευκτα σ’αύτά ξανά καί ξανά, γιά νά προσαρμόσουν καί νά ενισχύσουνόσα έχουν μαθευτεί — άκριβώς μάλιστα γι’ αύτό το λόγο πολλοί δίνουν στήν ψυχοθεραπείατο παρατσούκλι « κυκλοθεραπεία ».

Επιχείρησα νά θίξω τήν άπόγνωση τής Μπέττυ, καί τήν πεποίθησή της πώς, μόλις μέ άφηνε,όλα όσα κάναμε θά ξαναγύριζαν στο μηδέν, υπενθυμίζοντάς της ότι ή ώρίμασή της δένκατοικούσε ούτε σέ μένα ούτε σέ κανένα έξωτερικό άντικείμενο, άλλά ήταν κομμάτι τούεαυτού της, ένα κομμάτι πού θά το έπαιρνε μαζί της. ’Αν, γιά παράδειγμα, ήταν ικανή νάμ’έμπιστευτεΐ καί νά μου άποκαλυφθεΐ περισσότερο άπ’ ό,τι σέ οποιονδήποτε άλλον πρινάπό μένα, τότε περιείχε μέσα της αύτή τήν εμπειρία, καθώς καί τήν ικανότητα νά τήνέπαναλάβει. Γ ιά νά τής το δώσω νά το καταλάβει καλύτερα, επιχείρησα στήν τελευταία μαςσυνεδρία νά χρησιμοποιήσω ώς παράδειγμα τον έαυτό μου.

« Το ίδιο συμβαίνει καί μέ μένα, Μπέττυ. Θά μού λείψουν οι συναντήσεις μας. ’Έχω άλλάξειόμως επειδή σέ γνώρισα »

’Έκλαιγε κι είχε τά μάτια κατεβασμένα, μόλις όμως άκουσε τά λόγια μου τ’άναφιλητά τηςσταμάτησαν καί μέ κοίταξε με προσδοκία.

« Καί παρόλο πού δέν θά ξανασυναντηθούμε, θά διατηρήσω αύτή τήν άλλαγή ».

« Ποιά άλλαγή ; »

« "Οπως σού είχα άναφέρει, δέν είχα μεγάλη επαγγελματική έμπειρία μέ... έεε... με τοπρόβλημα τής παχυσαρκίας -». Παρατήρησα πώς άπογοητεύτηκε και χαμήλωσε πάλι τοβλέμμα, καί σιωπηλά επέπληξα τον έαυτό μου πού ήμουνα τόσο απρόσωπος.

« Έ..., θέλω να πώ ότι δέν είχα ξαναδουλέψει με παχύσαρ-' κους ασθενείς, και τώρακατανοώ καλύτερα τα προβλήματα τής — » Από τήν έκφρασή της καταλάβαινα πώςβούλιαζε άκόμα βαθύτερα στήν απογοήτευση. « Εννοώ ότι έχει αλλάξει πολύ ή στάση μουαπέναντι στήν παχυσαρκία. "Οταν ξεκινήσαμε, έγώ προσωπικά δέν ένιωθα άνετα μέτούς^παχύσαρκους άνθρώπους — ».

Page 83: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Μέ διέκοψε μέ ασυνήθιστη οξύτητα. «Χά, χά, χά! “Δέν νιώθατε άνετα” — και λίγα λέτε. Τοξέρετε ότι τούς πρώτους έξι μήνες δέν μέ κοιτούσατε σχεδόν ποτέ; Καί μέσα σ’ενάμισηολόκληρο χρόνο δέν μ’ έχετε αγγίξει — ούτε μιά φορά; Ούτε γιά μιά χειραψία! »

Αποκαρδιώθηκα. Θεέ μου, έχει δίκιο! Ποτέ δέν τήν άγγιξα. Δέν το είχα συνειδητοποιήσει. Καίμάλλον δέν τήν κοίταζα καί πολύ συχνά. Δέν φανταζόμουνα τώς θά το παρατηρούσε!

«Ξέρεις, οι ψυχίατροι δέν συνηθίζουν ν’άγγίζουν τούς —», τραύλισα.

« Θά σάς διακόψω, πριν πείτε κι άλλα ψέματα κι ή μύτη σας γίνει πιο μακριά κι απ’τούΠινόκιο». ’Έμοιαζε νά διασκεδάζει πού ένιωθα άβολα. « "Ενα πράγμα θά σάς πώ. ’Ανθυμάστε, είμαι στήν ίδια ομάδα μέ τον Κάρλος καί πολύ συχνά κουβεντιάζουμε γιά σάς μετάτήν ομάδα ».

Ωχ, ωχ. Τώρα με είχε στριμώξει. Αύτό δέν το περίμενα. Ό Κάρλος, με τον ανίατο καρκίνο του,ήταν τόσο άπομονωμενος κι ένιωθε τόσο παραγκωνισμένος, πού είχα άποφασίσει νά τονυποστηρίξω κάνοντας κάτι πού δέν το συνηθίζω, άγγίζοντάς τον. Τού έδινα το χέρι πριν καίμετά τή συνεδρία μας καί συνήθως τον χτυπούσα στον ώμο, καθώς έβγαινε άπ’ το γραφείομου. Μιά φορά, όταν έμαθε πώς ό καρκίνος του έκανε μετάσταση στον εγκέφαλό του, τονκράτησα στήν άγκαλιά μου, ένώ έκλαιγε.

Δέν ήξερα τί νά πώ. Δέν μπορούσα νά τής πώ πώς ό Κάρλος ήταν ειδική περίπτωση, ότι τοείχε ανάγκη. Μόνο ό Θεός ξέρει πόσο πολύ το είχε άνάγκη κι ή Μπέττυ. Αισθάνθηκα νακοκκινίζω. Κατάλαβα ότι δέν είχα άλλη επιλογή παρά νά ανταποκριθώ.

«Έ λοιπόν, επισημαίνεις ένα άπ’τά τυφλά μου σημεία! Είναι αλήθεια —ή μάλλον, ήταναλήθεια— πώς, όταν άρχίσαμε νά συναντιόμαστε, το σώμα σου με άποωθούσε ».

«Το ξέρω, τό ξέρω. Δέν τό κρύβατε και πολύ».

« Πές μου, Μπέττυ, άφού το καταλάβαινες -άφού έβλεπες πώς δέν σέ κοίταζα ή πώς ένιωθαάβολα μαζί σου— γιατί έμεινες ; Γ ιατί συνέχισες νά ’ρχεσαι σέ μένα άντί νά βρεις κάποιονάλλο; Υπάρχουν ένα σωρό ψυχίατροι ένα γύρο ». ( Μιά έρώτηση είναι ό,τι καλύτερο γιά νά σέβγάλει άπ’ τή δύσκολη θέση !)

«Λοιπόν, μπορώ νά σκεφτώ τουλάχιστον δύο λόγους. Πρώτον, μήν ξεχνάτε πώς είναι κάτιπού τό ’χω συνηθίσει. Δέν περιμένω τίποτα καλύτερο. "Ολοι έτσι μού φέρονται. Ό κόσμοςαπεχθάνεται τήν έμφάνισή μου. Κανείς ποτέ δέν μ’αγγίζει. Γι’αύτό είχα έκπλαγεί, θυμάστε,όταν ο κομμωτής μου μού έκανε μασάζ. Κα£ παρόλο πού έσείς δέν μέ κοιτάζατε,τουλάχιστον έμοιαζε νά ένδιαφέρεστε γι’αύτά πού είχα νά πώ -όχι, όχι, αύτό δέν είναιάλήθεια—, σάς ένδιέφεραν αύτά πού θά μπορούσα Ισως νά έλεγα, αν σταματούσα νά είμαιτόσο χαρωπή. Γιά νά πώ τήν Αλήθεια, αύτό μέ βοήθησε. Επίσης, δέν σάς έπαιρνε ό ύπνος.Αύτό ήταν μιά πρόοδος σέ σύγκριση μέ τον κύριο Φάρμπερ ».

« Είπες ότι ήταν δύο οι λόγοι».

« Ό δεύτερος λόγος είναι ότι καταλάβαινα πώς νιώθατε. Εμείς οι δυο μοιάζουμε — σ’έναπράγμα τουλάχιστον. Θυμάστε πού με πιέζατε νά πάω στούς Ανώνυμους Βουλιμικούς; Γιάνά γνωρίσω κι άλλους παχύσαρκους άνθρώπους — νά πιάσω φιλίες, νά κάνω σχέσεις ; »

«Ναι, το θυμάμαι. Είπες ότι μισούσες τις ομάδες ».

« Ναι, αύτό είναι άλήθεια. Μισώ τις ομάδες. Αλλά δεν ήταν ή πάσα άλήθεια. Ό πραγματικόςλόγος είναι ότι κι έγώ δεν αντέχω τούς χοντρούς. Μου γυρίζουν το στομάχι. Δέν θέλω να μεβλέπει ό κόσμος μαζί τους. Πώς να σάς κατηγορήσω λοιπόν πού νιώθετε κι εσείς το ίδιο; »

Καθόμασταν κι οι δυο στήν άκρη άκρη τής πολυθρόνας μας, όταν το ρολόι έδειξε πώςέπρεπε νά τελειώσουμε. Τά λόγια πού είχαμε ανταλλάξει με είχαν άφήσει χωρίς άνάσα, καί

Page 84: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

δεν ήθελα καθόλου νά σταματήσουμε. Δέν ήθελα νά πάψω νά βλέπω τήν Μπέττυ. Ήθελα νάσυνεχίσω νά τής μιλάω, νά συνεχίσω νά τή γνωρίζω.

Σηκωθήκαμε γιά νά φύγει, καί τής έτεινα το χέρι μου — καί τά δύό μου χέρια.

« Ά όχι! Ά όχι, θέλω μιά άγκαλιά! Είναι ό μόνος τρόπος γιά νά εξιλεωθείτε ! »

"Οταν άγκαλιαστήκαμε, με έκπληξη άνακάλυψα ότι χωρούσε μέσα στήν άγκαλιά μου.

1

Στβτλ: Εβραϊκός αγροτικός οικισμός —γκέτο στήν τσαρική Ρωσία. (Σ.τ.έ.)

Page 85: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

« Λάθος παιδί πέθανε »

ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΜΕΡΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ, προετοιμάζοντας ένα ερευνητικό πρόγραμμα πάνω στοπένθος, δημοσίευσα ένα σύντομο άρθρο σέ μιά τοπική έφημερίδα πού κατέληγε μέ τήνπαρακάτω αγγελία:

Στο πρώτο, διερευνητικό στάδιο της ερευνάς του, ο Δρ Γιάλομ επιθυμεί νά πάρεισυνεντεύξεις άπό άνθρώπους που δεν μπορούν νά ξεπεράσουν το πένθος τους. Όσοιεπιθυμούν να δώσουν συνέντευξη, παρακαλούνται νά τηλεφωνούν στο 555-6352.

Άπό τούς τριανταπέντε άνθρώπους πού τηλεφώνησαν γιά ραντεβού, ή Πέννυ ήταν ή πρώτη.Είπε στή γραμματέα μου ότι ήταν τριανταοχτώ χρονών, διαζευγμένη, ότι είχε χάσει τήν κόρητης πριν άπό τέσσερα χρόνια, κι ότι ήταν επείγον νά τή δώ. Παρόλο πού δούλευε εξήνταώρες τήν έβδομάδα ώς οδηγός ταξί, τόνισε πώς θά ερχόταν γιά συνέντευξη οποιαδήποτεώρα τής μέρας ή τής νύχτας.

Εικοσιτέσσερις ώρες άργότερα καθόταν άπέναντί μου. Μιά τραχιά, γεροδεμένη γυναίκα: μεσπασμένα χαρακτηριστικά, σκληραγωγημένη, περήφανη — κι ετρεμε. Φαινόταν ότι είχεπεράσει πολλά. Μου θύμισε τή Μάρτζορι Μαίην, τή σκληροτράχηλη κινηματογραφική στάρτής δεκαετίας τού τριάντα, πεθαμένη εδώ και πολλά χρόνια.

Το γεγονός ότι ή Πέννυ βρισκόταν σε κρίση, ή έτσι ελεγε, μ’ εβαλε σε δίλημμα. Δένμπορούσα με κανέναν τρόπο νά ξεκινήσω μιά ψυχοθεραπεία μαζί της. Δέν είχα διαθέσιμεςώρες γιά ν’αναλάβω καινούργιο άσθενή. Κάθε λεπτό του χρόνου μου ήταν άφιερωμένο στήσυμπλήρωση τής έρευνητικής πρότασης, κι ή προθεσμία γιά τήν υποβολή τής αίτησης γιάχρηματοδότηση πλησίαζε ταχύτατα. Εκείνο τον καιρό αύτή ήταν ή μεγαλύτερηπροτεραιότητα στή ζωή μου. Γι’αύτό είχα βάλει τήν αγγελία γιά εθελοντές. Επιπλέον, καθώςσε τρεις μήνες έφευγα με εκπαιδευτική άδεια, ό χρόνος δέν έπαρκούσε γιά μιά σωστήψυχοθεραπεία.

Γιά νά προλάβω οποιαδήποτε παρεξήγηση, άποφάσισα πώς το καλύτερο θά ήταν νάξεκαθαρίσω άπα τήν άρχή το ζήτημα τής θεραπείας — πριν έμπλακώ πολύ βαθιά μέ τήνΠέννυ, πριν κάν τή ρωτήσω γιατί, τέσσερα χρόνια μετά το θάνατο τής κόρης της, είχε άνάγκηνά τή δώ έπειγόντως.

Άρχισα λοιπόν εύχαριστώντας την πού προθυμοποιήθηκε νά μού μιλήσει δύο ώρες γιά τοπένθος της. Τής διευκρίνισα ότι, πριν συμφωνήσει νά προχωρήσουμε, ήταν σημαντικό νάγνωρίζει πώς αύτές οι συνεντεύξεις ήταν έρευνητικές καί όχι ψυχοθεραπευτικές. Πρόσθεσαέπίσης ότι, παρόλο πού ύπήρχε πιθανότητα νά ένιωθε κάποια ανακούφιση μιλώντας μουστή διάρκεια τής συνάντησής μας, ήταν έπίσης δυνατό αύτό νά τής προκαλέσει μιάπαροδική άναστάτωση. Αν, παρ’ ολ* αύτά, κατέληγα ότι όντως είχε άνάγκη άπόψυχοθεραπεία, θά χαιρόμουνα νά τή βοηθήσω νά έπιλέξει έναν θεραπευτή.

Σταμάτησα καί τήν κοίταξα. ’Ήμουνα πλήρως ικανοποιημένος άπ’ τά λόγια μου : είχα καλύψειτον έαυτό μου κι είχα υπάρξει αρκετά σαφής, γιά νά προλάβω οποιαδήποτε παρεξήγηση.

Η Πέννυ κούνησε καταφατικά τό κεφάλι. Σηκώθηκε. Γιά μιά στιγμή άνησύχησα, νόμισα πώςθά φύγει. Αλλά έκείνη απλώς ίσιωσε τή μακριά τζήν φούστα της, ξανακάθισε καί ρώτησε ανμπορούσε νά καπνίσει. "Οταν τής έδωσα ένα τασάκι, άναψε τσιγάρο κι άρχισε νά μιλάει μέμιά βαθιά καί δυνατή φωνή : «’Έχω άνάγκη νά μιλήσω, αύτό είναι άλήθεια, άλλά δέν έχωλεφτά γιά θεραπεία. Είμαι πανί μέ πανί. ’Έχω περάσει άπό δυο φτηνούς θεραπευτές στάδημοτικά ιατρεία — ό ένας ήτανε άκόμα άσκούμενος. Αλλά με φοβούνταν. Κανένας δέν θέλεινά μιλήσει γιά το θάνατο ένός παιδιού. Στά δεκαοχτώ μου πήγαινα σε μιά ψυχολόγο, σε κάτιιατρεία γιά αλκοολικούς, πού ήτανε πρώην αλκοολική ή ίδια — αύτή ήτανε πολύ καλή, μού’κανε τις σωστές ερωτήσεις. Μπορεί νά χρειάζομαι έναν ψυχίατρο πού νά ’χει χάσει κι αύτός

Page 86: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

το παιδί του! Μπορεί νά χρειάζομαι κάποιον ειδικός Το Στάνφορντ το σέβομαι πάρα πολύ.Γι’αύτό τινάχτηκα, μόλις είδα το κείμενο στήν έφημερίδα. Πάντα πίστευα ότι ή κόρη μου θάπήγαινε στο Στάνφορντ — αν ζούσε ».

Μέ κοίταζε ίσια στά μάτια και μιλούσε ανοιχτά. Μ’αρέσουν οι σκληρές γυναίκες, καί μ’άρεσετο στύλ της. Παρατήρησα πώς είχα αρχίσει κι έγώ νά μιλάω λίγο πιο κοφτά.

« Θά σέ βοηθήσω νά μιλήσεις. Καί μπορώ νά σού κάνω δύσκολες έρωτήσεις. Δέν. θά ’μαιόμως εδώ μετά, γιά νά μαζέψω τά κομμάτια ».

«Το κατάλαβα. Έσύ βοήθςρ με μόνο ν’αρχίσω. Θά φροντίσω έγώ τον έαυτό μου. Από δέκαχρονών μόνη μου τά βολεύω ».

« Ωραία, ξεκίνα άπ’ το γιατί ήθελες νά με δεις άμεσα. Ή γραμματέας μού είπε ότιάκουγόσουν απελπισμένη. Τί συνέβη;»

Πριν άπό λίγες μέρες γύριζα σπίτι άπ’τή δουλειά με το ταξί —τελειώνω κατά τή μία τάχαράματα—, κι έπαθα ένα μπλάκ-άουτ. Ξύπνησα κι οδηγούσα στο αντίθετο ρεύμα καίούρλιαζα σάν πληγωμένο ζώο! Άν έρχονταν αύτοκίν^τα άπό απέναντι, σήμερα δέν θά ’μουνέδώ ».

’Έτσι άρχίσαμε. Μέ τάραξε ή-εικόνα αύτής τής γυναίκας να ούρλιάζει σάν πληγωμένο ζώο,καί μού πήρε μερικά λεπτά νά τή βγάλω άπ’τό μυαλό μου. ’Έπειτα άρχισα νά τής κάνωέρωτήσεις. Ή κόρη της, ή Κρίσσι, έμφάνισε στά εννιά της χρόνια μιά σπάνια μορφήλευχαιμίας και πέθανε τέσσερα χρόνια αργότερα, μιά μέρα πριν άπό τά δέκατα τρίτα τηςγενέθλια. Στή διάρκεια αύτών τών τεσσάρων χρόνων προσπάθησε νά παραμείνει στοσχολείο, άλλά σχεδόν τον μισό καιρό ήταν κατάκοιτη καί κάθε τρεις-τέσσερις μήνες έμπαινεστο νοσοκομείο.

Τόσο ό καρκίνος της όσο κι ή θεραπεία του ήταν εξαιρετικά οδυνηρά. "Οσο κράτησε ήαρρώστια της, είχε πάρει πολλές σειρές χημειοθεραπείας πού επιμήκυναν τη ζωή της, άλλακάθε φορά τήν άφηναν τρομερά καταπονημένη καί φαλακρή. Τή'ς είχαν κάνει δεκάδεςεπώδυνες εξαγωγές· μυελού τών οστών καί τόσο πολλές αιμοληψίες πού δεν μπορούσαννα βρεθούν πια φλέβες. Τον τελευταίο χρόνο τής ζωής της οι γιατροί τής είχαν έγκαταστήσειέναν μόνιμο ένδοφλέβιο καθετήρα πού έπέτρεπε τήν εύκολη πρόσβαση στή ροή τούαίματός της.

Ή Πέννυ είπε ότι ό θάνατός της ήταν φριχτός, τόσο φριχτός πού δέν μπορούσα να τοφανταστώ. Στο σημείο αύτό άρχισε νά κλαίει μ’ αναφιλητά. Πιστός στο λόγο μου νά τής κάνωσκληρές έρωτήσεις, τήν παρότρυνα νά μού τον περιγράψει σέ όλη του τή φρίκη.

Είχε ζητήσει νά τή βοηθήσω νά ξεκινήσει. Καί, όλως τυχαίως, ή πρώτη μου ερώτησηάπελευθέρωσε έναν χείμαρρο συναισθημάτων. (Αργότερα θά καταλάβαινα πώς, όπου καίνά τήν άκουμπούσα, θ’άγγιζα μέσα ".ης βαθιά οδύνη.) Ή Κρίσσι πέθανε τελικά άπόπνευμονία: ή καρδιά καί οι πνεύμονές της δέν άντεξαν. Δέν μπορούσε ν’ άναπνεύσει και στοτέλος πνίγηκε στά ίδια της τά υγρά.

Το χειρότερο ήταν, μού είπε ή Πέννυ άνάμεσα σέ άναφιλητά, ότι δεν θυμόταν το θάνατο τήςκόρης της : είχε σβήσει άπ’τή μνήμη της τις τελευταίες της ώρες. Το μόνο πού θυμόταν, ήτανότι εκείνο το βράδυ κοιμήθηκε πλάι της —όσον καιρό ή Κρίσσι βρισκόταν στο νοσοκομείο, ήΠέννυ κοιμόταν σ’ένα ράντζο δίπλα της— καί ότι, πολύ άργότερα, βρισκόταν καθισμένη στοπροσκέφαλό της κρατώντας τή νεκρή κόρη της άγκαλιά.

Άρχισε νά μιλάει γιά ένοχή. Είχε μιά έμμονή μέ τον τρόπο πού είχε συμπεριφερθεί τήν ώρατού θανάτου τής Κρίσσι. Δέν μπορούσε νά συγχωρήσει τον έαυτό της. Ή φωνή της εγινε πιοδυνατή, ό τόνος της πιο αύτοκατηγορητικός. Ακουγόταν σάν δημόσιος κατήγορος πούπροσπαθούσε νά μέ πείσει γιά το παράπτωμά της.

Page 87: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

«Το πιστεύεις », μού είπε, «πώς δέν μπορώ καν να θυμηθώ πότε, δέν θυμάμαι πώς έμαθαότι ή Κρίσσι μου πέθανε; »

Ή ίδια ήταν σίγουρη, καί γρήγορα μ’έπεισε πώς είχε δίκιο, ότι ή ένοχή γιά τήν αξιοκατάκριτησυμπεριφορά της ήταν άκριβώς ό λόγος πού δέν μπορούσε ν’άφήσει τήν Κρίσσι νά φύγει,ήταν άκριβώς ό λόγος πού το πένθος της είχε παγώσει μέσα σ’ αύτά τά τέσσερα χρόνια.

’Ήμουνα άποφασισμένος ν’άκολουθήσω το έρευνητικό μου σχέδιο: νά μάθω όσοπερισσότερα γινόταν γιά το χρόνιο πένθος καί νά σχεδιάσω ένα δομημένο πρωτόκολλοσυνεντεύξεων. Παρ’ όλ’ αύτά, ίσως επειδή είχε τόσο μεγάλη άνάγκη άπό ψυχοθερα* πεία,άνακάλυψα ότι ξεχνούσα τήν έρευνα καί, λίγο λίγο, γλιστρούσα σ’ ένα ύφος θεραπευτικό.Αφού ή ένοχή έμοιαζε νά είναι το πρωταρχικό πρόβλημα, στο ύπόλοιπο τής δίωρηςσυνέντευξης βάλθηκα νά μάθω όσο περισσότερα μπορούσα γιά τήν ένοχή της.

« Νιώθεις ένοχη γιά τί πράγμα;» ρώτησα. « Ποιά είναι ή κατηγορία;»

Ή κύρια κατηγορία πού άπηύθυνε στον έαυτό της ήταν ότι δέν ήταν άληθινά παρούσα μέτήν Κρίσσι. "Οπως είπε έπί λέξει, έπαιζε πολλά παιχνίδια μέ τή φαντασία της. Δέν είχε ποτέεπιτρέψει στον έαυτό της νά πιστέψει πώς ή κόρη της θά ?. θαινε. Παρόλο πού ό γιατρός τηςείχε πει ότι ό χρόνος της μικρής ήταν δανεικός, ότι κανένας δέν είχε ποτέ θεραπευτεί απ’αυτήτήν άρρώστια, παρόλο πού τής είχε δηλώσει ξεκάθαρα, τήν τελευταία φορά πού μπήκανστο νοσοκομείο, πώς ή Κρίσσι δέν θα ζούσε πολύ άκόμα, ή Πέννυ άρνιόταν νά πιστέψει πώςή κόρη της δέν θά ξαναγινόταν καλά. Τήν έπιανε λύσσα ακούγοντας τον γιατρό νάχαρακτηρίζει εύλογία τήν τελική της πνευμονία, καί νά λέει πώς δέν έπρεπε νάπροσπαθήσουν νά τή θεραπεύσουν.

Γιά τήν άκρίβεια, άκόμα και τώρα, έπειτα άπό τέσσερα χρόνια, ή Πέννυ δέν είχε δεχτεί ότι ήΚρίσσι είχε πεθάνει. Μόλις τήν προηγούμενη έβδομάδα «ξύπνησε » σε μιά ουράταμείου ενός πολυκαταστήματος, κρατώντας στο χέρι ένα δώρο γιά κείνην, ένα πάνινοζωάκι. Καί σε κάποια στιγμή στή συζήτησή μας είπε ότι ή Κρίσσι.«τον άλλο μήνα γίνεται»δεκαεφτά χρονών, αντί νά πει «θά γινόταν ».

« Κι είναι έγκλημα αύτό ; » ρώτησα. « Είναι έγκλημα νά συνεχίζεις νά έλπίζεις; Ποιά μάναθέλει νά πιστέψει πώς το παιδί της πρέπει νά πεθάνει; »

Απάντησε πώς δέν το είχε κάνει άπο-άγάπη γιά τήν Κρίσσι άλλά άντίθετα είχε τοποθετήσειπρώτο τον έαυτό της. Πώς ; Δέν τήν είχε βοηθήσει ποτέ νά μιλήσει γιά τούς δικούς τηςφόβους καί γιά τά δικά της συναισθήματα. Πώς θά μπορούσε ή Κρίσσι νά μιλήσει γιά τοθάνατό της σέ μιά μάνα πού συνέχιζε νά προσποιείται πώς τίποτα τέτοιο δέν συνέβαινε;Κατά συνέπεια ή κοπελίτσα ήταν αναγκασμένη νά είναι μόνη με τις σκέψεις της. Καί τίσημασία είχε πού ή Πέννυ κοιμότανε δίπλα στήν κόρη της; Δέν ήτανε στ’άλήθεια κοντά της.Το χειρότερο πράγμα πού μπορεί νά συμβεί σ’ έναν άνθρωπο είναι νά πεθάνει μόνος, κι ήΠέννυ είχε άφήσει τήν κόρη της νά πεθάνει μ’ αύτόν τον τρόπο.

Στή συνέχεια μου είπε ότι είχε μιά βαθιά πίστη στή μετενσάρκωση, μιά πίστη πού ξεκίνησεόταν βρισκόταν στήν εφηβεία, φτωχή καί δυστυχισμένη, καί τή βασάνιζε πολύ ή σκέψη πώςείχε άδικηθεΐ στή ζωή της. Τότε έβρισκε παρηγοριά μόνο στήν πίστη ότι θά τής δινόταν κιάλλη μιά εύκαιρία. ’Ήξερε ότι τήν έπόμενη φορά πού θά ζούσε θά ’τανε πιο τυχερή — ίσωςπιο πλούσια. Πίστευε έπίσης ότι ή Κρίσσι πήγαινε σέ μιά άλλη, πιο υγιή καί πιο εύτυχισμένηζωή.

Κι όμως δέν τήν είχε βοηθήσει νά πεθάνει. Γιά τήν άκρίβεια ήταν πεπεισμένη ότι εκείνηέφταιγε πού ή Κρίσσι άργησε τόσο νά πεθάνει. Γιά χάρη τής μάνας της ή Κρίσσι παρέμενεστή ζωή, επιμηκύνοντας τον πόνο της, άναβάλλοντας τήν άπελευθέρωσή της. Παρόλο πού ήΠέννυ δέν θυμόταν τις τελευταίες ώρες τής ζωής της, ήταν σίγουρη πώς δέν είχε πει αύτόπού θά έπρεπε να τής είχε πει: « Πήγαινε! Πήγαινε! Είναι ώρα να φύγεις. Δέν χρειάζεται ναμενεις πια άλλο έδώ γιά μένα».

Page 88: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

"Ένας άπό τούς γιούς μου βρισκόταν έκείνη τήν έποχή στήν έφηβεία, κι όσο μιλούσε ή Πέννυ,άρχισα νά τον σκέφτομαι. Έγώ θά μπορούσα νά το κάνω, ν’ άφήσω το χέρι του, νά τονβοηθήσω νά πεθάνει, νά τού πώ: « Πήγαινε! Ήρθε ή ώρα νά φύγεις »; Το γελαστό τουπρόσοδο αιωρήθηκε στο μυαλό μου, κι ένα κύμα άφατης άγωνίας μέ τύλιξε.

«’Όχι ι » είπα στον έαυτό μου, προσπαθώντας ν’ άποτινάξω αύτό το συναίσθημα.Προφανώς αύτό είχε συμβεί καί στους προηγούμενους, είχαν καταποντιστεί μέσα στήσυγκίνηση όλοι οι προηγούμενοι θεραπευτές πού δέν μπόρεσαν νά τή βοηθήσουν.Κατάλαβα πώς, γιά νά δουλέψω με τήν Πέννυ, θά ’πρεπε να δεθώ στο. κατάρτι τής λογικής.

«Αύτό λοιπόν πού σ’άκούω νά λές, είναι πώς νιώθεις ένοχη γιά δύο κυρίως πράγματα:Ϊ Ιρώτον, γιατί δέν βοήθησες τήν Κρίσσι νά μιλήσει γιά το γεγονός ότι πέθαινε, καί δεύτερον,γιατί δέν τήν άφησες νά φύγει έγκαίρως »..

Ή Πέννυ συμφώνησε, πιο νηφάλια τώρα λόγω τού άναλυτικού μου ύφους, καί τά άναφιλητάτης σταμάτησαν.

Τίποτα δέν προσφέρει περισσότερη πλαστή άσφάλεια στήν ψυχοθεραπεία άπό μιά σαφήπερίληψη, ιδίως μιά περίλτ '/η πού περιέχει κατάλογο. Τά ίδια μου τά λόγια μέ ένθάρρυναν :το πρόβλημα έμοιαζε ξαφνικά πιο ξεκάθαρο, πιο οικείο, πολύ πιο αντιμετωπίσιμο. Παρόλοπού δέν είχα ποτέ ξαναδουλέψει με άνθρωπο πού είχε χάσει το παιδί του, θά ’πρεπε νάμπορώ νά τή βοηθήσω, άφού μεγάλο μέρος τού πένθους της μπορούσε νά μεταφραστεί σέένοχή. Ή ένοχή κι έγώ ήμασταν παλιοί γνώριμοι, καί σέ προσωπικό καί σέ έπαγγελματικόεπίπεδο.

Νωρίτερα ή Πέννυ μού είχε πει ότι είχε συχνή-επικοινωνία με τήν Κρίσσι, τήν επισκεπτότανκαθημερινά στο νεκροταφείο καί περνούσε μιά ώρα κάθε [χέρα φροντίζοντας τον τάφο τηςκαί μιλώντας της.. Τής είχε άφιερώσει τόσο πολλή ενέργεια καί προσοχή, που ό γάμος τηςκατέρρευσε, κι ο αντρας της την εγκατέλειψε οριστικά πριν άπό δύο περίπου χρόνια. ΉΠέννυ είπε ότι σχεδόν δέν το πήρε είδηση πώς είχε φύγει.

Ως μνημείο τής Κρίσσι, ή Πέννυ κράτησε το δωμάτιό της όπως ήταν, μέ όλα της τά ρούχα καιτά υπάρχοντα στά συνηθισμένα σημεία. Ακόμα κι ή τελευταία της μισοτελειωμένη άσκησηγιά το σχολείο ήταν άκουμπισμένη πάνω στο γραφείο της. Μόνο ένα πράγμα είχε άλλάξει: ή"Πέννυ είχε πάρει το κρεβάτι τής κόρης της στο δικό της δωμάτιο κι έκεΐ κοιμόταν κάθε νύχτα.Αργότερα, όταν είδα κι άλλους γονείς σέ πένθος, έμαθα πόσο συχνή ήταν αύτή ήσυμπεριφορά. Τότε όμως, μέσα στήν άφέλειά μου, το θεώρησα εξωφρενικό, άφύσικο, κάτιπού έπρεπε νά διορθωθεί.

« Και άντιμετωπίζεις λοιπόν τήν ένοχή σου με το νά κρέμεσαι άπ’τήν Κρίσσι καί νά μήνπροχωράς με τή ζωή σου; »

« Δέν μπορώ νά τήν ξεχάσω. Δέν είναι διακόπτης, τον ανοίγω καί τον κλείνω ! »

« Τό νά τήν άφήσεις νά φύγει δέν είναι το ίδιο μέ τό νά τήν ξεχάσεις — καί κανείς δέν σούζητάει νά πατήσεις διακόπτη ». Είχα πειστεί πώς ήταν σημαντικό νά τής άπαντάωκατευθείαν: όταν έγώ παρέμενα άμετακίνητος, έκείνη γινόταν πιο άποφασιστική.

« Άμα ξεχάσω τήν Κρίσσι, θά ’ναι σάν νά λέω ότι ποτέ δέν τήν άγάπησα. Είναι σάν νάπαραδέχεσαι ότι ή άγάπη γιά τήν ιδια σου την κόρη είναι κάτι παροδικο — κάτι πουξεθωριάζει. Δέν πρόκειται να, τήν ξεχάσω ».

«“Δεν πρόκειται” νά τήν ξεχάσεις. Άλλο αύτό κι άλλο νά σού ζητάνε νά κλείσεις το διακόπτη». Είχε άγνοήσει τή διάκρισή μου άνάμεσα στο νά ξεχνάς καί στο ν’ άφήνεις κάποιον νάφύγει, άλλχ το άφησα νά περάσει. «Πριν μπορέσεις ν’άφήσεις τήν Κρίσσι νά φύγει, πρέπει νάθέλεις, πρέπει νά εχεις την πρόθεση νά το κάνεις. Ας προσπαθήσουμε νά το καταλάβουμεαύτό μαζί. Πρός το παρόν, πες πώς κρατιέσαι άπ’τήν Κρίσσι γιατί έτσι επιλέγεις. Τί κάνει

Page 89: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

αύτό γιά σένα; »

« Δεν καταλαβαίνω τί μου λες ».

« Καταλαβαίνεις. Κάνε μου τή χάρη καί πές μου: τί παίρνεις με το να κρατιέσαι απ’ τήνΚρίσσι; »

« Τήν εγκατέλειψα όταν πέθαινε, όταν με είχε ανάγκη. Δέν υπάρχει περίπτωση να τήνεγκαταλείψω κι άλλη φορά ».

Παρόλο που δέν το καταλάβαινε άκόμα, ή Πέννυ βρισκόταν εγκλωβισμένη σέ μιάάσυμβίβαστη άντίφαση άνάμεσα στήν άπόφασή της νά μείνει κοντά στήν Κρίσσι καί στιςπεποιθήσεις της γιά τή μετενσάρκωση. Το πένθος της είχε κολλήσει, ήταν εγκλωβισμένο.’Ίσως αν συνειδητοποιούσε αύτή τήν άντίφαση, νά μπορούσε νά ξαναρχίσει νά πενθεί.

« Πέννυ, μιλάς κάθε μέρα στήν Κρίσσι. Πού βρίσκεται; Πού υπάρχει;»

Τά μάτια της άνοιξαν διάπλατα. Κανείς δέν τής είχε ξανακάνει τόσο ωμές έρωτήσεις. «Τήμέρα πού πέθανε, έφερα το πνεύμα της στο σπίτι. Το ένιωθα μαζί μου στο αύτοκίνητο. Στήνάρχή έμενε γύρω μου καί μερικές φορές κυκλοφορούσε στο σπίτι, στο δωμάτιό της.Άργότερα μπορούσα νά έρθω πάντοτε σε εκταφή μαζί της στο νεκροταφείο. Συνήθως ήξερετί συμβαίνει στή ζωή μου, άλλά ήθελε νά μάθει γιά τούς φίλους της καί γιά τ’ άδέρφια της.Κράτησα έπαφή μ’ όλους της τούς φίλους, γιά νά μπορώ νά τής μιλάω γι’ αύτούς ». Ή Πέννυέκανε παυση.

« Καί τώρα; »

«Τώρα έχει άρχίσει νά ξεθωριάζει. Πράγμα πού είναι κάλο Σημαίνει πώς ξαναγεννιέται σέμιάν άλλη ζωή ».

« Θυμάται καθόλου τήν έδώ ζωή; »

«’Όχι. Βρίσκεται σέ άλλη ζωή. Δέν πιστεύω σ’αύτές τις μαλακίες, ότι θυμόμαστε τιςπροηγούμενες ζωές μιας ».

« Πρέπει λοιπόν νά είναι έλεύθερη νά προχωρήσει στήν επόμενη-ζωή της, κι όμως υπάρχειένα κομμάτι σ'έσένα πού άρνειται νά τήν άφήσει νά φύγει».

Ή Πέννυ δέν ελεγε τίποτα. Μέ κοιτούσε.

«Πέννυ, είσαι αύστηρός δικαστής. Δίκασες τον έαυτό σου για το υποτιθέμενο έγκλημα ότιδέν άφηνες τήν κόρη σου νά πεθάνει, και τον καταδίκασες σέ αιώνιο μίσος. Έγώ προσωπικάπιστεύω πώς τον κρίνεις υπερβολικά σκληρά. Δείξε μου έναν γονιό πού θά ’κανεδιαφορετικά. Θές να σού πώ έγώ; ’Αν πέθαινε το παιδί μου, δέν θα μπορούσα νά κάνωτίποτα διαφορετικό. Ακόμα χειρότερα όμως, ή καταδίκη είναι πάρα πολύ βαριά — έξαιρετικάσκληρή γιά σένα. Φαίνεται έπίσης ότι ή ένοχή σου καί το πένθος σου διέλυσαν ήδη το γάμοσου. Καί πόση διάρκεια έχει αύτή ή ποινή ! Αύτό είναι πού κυρίως μ’ έντυπωσιάζει. Πάνετέσσερα χρόνια τώρα. Πόσο άκόμα; ’Αλλον έναν χρόνο; ’Αλλα τέσσερα; Δέκα; ’Ισόβια; »

Συγκέντρωσα τις σκέψεις μου, προσπαθώντας ν’άποφασίσω πώς νά τή βοηθήσω νά δει τίέκανε στον έαυτό της. Καθόταν ακίνητη, μ’ένα τσιγάρο νά σιγοσβήνει στο τασάκι πούκρατούσε στά γόνατά της. Τά γκρίζα μάτια της ήταν σταματημένα στά δικά μου. ’Έμοιαζεσχεδόν νά μήν αναπνέει.

Συνέχισα: «Κάθομαι έδώ καί προσπαθώ νά σέ καταλάβω, καί τώρα μόλις μού ήρθε μιά ιδέα.Δέν τιμωρείς τον έαυτό σου γιά κάτι πού έκανες κάποτε, πριν άπό τέσσερα χρόνια, ότανπέθαινε ή Κρίσσι. Τιμωρείς τον έαυτό σου γιά κάτι πού κάνεις τώρα, κάτι πού συνεχίζεις νάκάνεις κι αύτή τή στιγμή. Κρεμιέσαι άπό πάνω της καί προσπαθείς νά τήν κρατήσεις σ’ αύτή

Page 90: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

τή ζωή, ένώ ξέρεις ότι άνήκει άλλου. Το νά τήν άφήσεις νά φύγει δέν σημαίνει ότι τήνέγκαταλείπεις ή ότι δέν τήν άγαπάς, άλλά το αντίθετο, θά ’ναι σημάδι πώς τήν άγαπάςάληθινά — τήν άγαπάς αρκετά γιά νά την άφήσεις νά φύγει σε μιάν άλλη ζωή ».

Ή Πέννυ συνέχιζε νά μέ κοιτάζει. Δέν μιλούσε άλλά φαινόταν ότι τήν είχαν συγκινήσει αύτάπού έλεγα. ’Ένιωθα τά λόγια μου νά έχουν μεγάλη έπιρροή, κι ήξερα πώς το καλύτερο θά’ταν νά καθίσω απλώς μαζί της σιωπηλός. Αποφάσισα όμως νά πώ κάτι άκόμα. Πού μάλλονήταν ή χαριστική βολή.

« Πήγαινε πίσω σ’ έκείνη τή στιγμή, Πέννυ, έκείνη τή στιγμή πού θά ’πρεπε νά είχες άφήσειτήν Κρίσσι νά φύγει, έκείνη τή στιγμή πού τήν έχεις βγάλει απ’ τή μνήμη σου. Πού βρίσκεταιέκείνη ή στιγμή τώρα ; »

« Τι εννοείς ; Δέν καταλαβαίνω ».

« Εννοώ, που είναι; Πού υπάρχει; »

Ή Πέννυ έμοιαζε νά ’χει άγχος κι άρχισε νά έκνευρίζεται πού τήν πίεζα και τή ρωτούσα. «Δένξέρω πού θές νά φτάσεις. Είναι παρελθόν. "Έχει περάσει».

« Υπάρχει κάποια άνάμνησή της ; Μέσα στήν Κρίσσι; Λές πώς έχει ξεχάσει όλα τά ίχνηαύτής τής ζωής;»

« Πάνε όλα. Δέν τά θυμάται, ούτε έγώ θυμάμαι. Άρα ;»

«Άρα έσύ συνεχίζεις νά βασανίζεις τον έαυτό σου γιά μιά στιγμή πού δέν υπάρχει πουθενά— μιά “ στιγμή-φάντασμα Αν άκουγες νά το κάνει αύτό κανένας άλλος, νομίζω πώς θά τό’λεγες ανοησία ».

Ξανακοιτάζοντας τώρα αναδρομικά αύτό το διάλογο, διακρίνω μεγάλη δόση σοφιστείας στάλόγια μου. Έκείνη τή στιγμή πάντως ακούγονταν πειστικά καί βαθιά. Ή Πέννυ πού, σάνάνθρωπος τής πιάτσας, είχε πάντα μιά άπάντηση γιά όλα, έμεινε πάλι σιωπηλή σάν νάβρισκόταν σέ κατάσταση σοκ.

Οι δυο ώρες μας έφταναν στο τέλος τους. Παρόλο πού ή ίδια δέν μου ζήτησε παραπάνωχρόνο, ήταν φανερό πώς έπρεπε νά ξανασυναντηθούμε. Είχαν συμβεί πάρα πολλά: θά ήτανέπαγγελματικά ανεύθυνο νά μήν τής προσφέρω μιά πρόσθετη ώρα. Δέν φάνηκε νά τήνέκπλήσσει ή προσφορά μου, κι άμέσως συμφώνησε νά ξανάρθει τήν έπόμενη εβδομάδα,τήν ίδια ώρα.

Εδώ ταίριαζε ή λέξη παγωμένο — ό μεταφορικός χαρακτηρισμός πού δίνουν πολλοί στοχρόνιο πένθος. Το σώμα είναι άκαμπτο. Το πρόσωπο τραβηγμένο. Κρύες, επαναληπτικέςσκέψεις στομώνουν το μυαλό. Ή Πέννυ ήταν παγωμένη. Θά ’σπαγε η αναμέτρηση μαζί μουτήν παγωμένη κρούστα; Ημουνα αισιόδοξος. Αν καί δέν μπορούσα νά μαντέψω τί θά’ταναύτό πού θ’άπελευθερωνόταν, περίμενα πώς θά συνέβαιναν σημαντικές άναμοχλεύσειςστή διάρκεια τής εβδομάδας, κι ήταν μεγάλη ή περιέργειά μου νά δώ τί θά συναντούσα στοεπόμενο ραντεβού.

Ή Πέννυ ξεκίνησε τήν ώρα πέφτοντας βαριά στήν πολυθρόνα της καί λέγοντας : « Πώ πώ,πόσο χαίρομαι πού σε βλέπω 1 Ήτανε μιά φριχτή βδομάδα ».

Συνέχισε με βεβιασμένο κέφι, άνακοινώνοντάς μου τά καλά νέα: πώς τις προηγούμενεςμέρες είχε νιώσει λιγότερο ένοχη καί λιγότερο δεμένη με τήν Κρίσσι. Τά κακά νέα ήταν ότιείχε μιά βίαιη άντιπαράθεση με τον Τζίμ, τον μεγαλύτερο γιό της, κι ή αντίδρασή της ήταν νάπαραπαίει όλη τήν έβδομάδα άνάμεσα στήν οργή καί στο κλάμα.

Ή Πέννυ είχε δυο παιδιά πού βρίσκονταν στή ζωή, τον Μπρέντ καί τον Τζίμ. Είχαν κι οι δύότους παρατήσει το σχολείο, κι ό δρόμος πού είχαν πάρει προμήνυε μεγάλους μπελάδες. Ό

Page 91: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Μπρέντ, δεκάξι χρονών, βρισκόταν σε άναμορφωτήριο, επειδή είχε πάρει μέρος σε μιάδιάρρηξη. Ό Τζίμ ήταν δεκαεννέα καί χρήστης σκληρών ναρκωτικών. Ό τωρινός καβγάςξεκίνησε τήν επομένη τής πρώτης δικής μας συνάντησης, όταν ή Πέννυ έμαθε πώς ό Τζίμείχε τρεις μήνες νά πληρώσει το μερίδιό του γιά τον οικογενειακό τάφο.

Οικογενειακό τάφο; Νόμισα πώς δέν άκουσα καλά καί τής ζήτησα νά το επαναλάβει. Αύτόείχε πει, « οικογενειακό τάφο ». Πριν άπό πέντε περίπου χρόνια, όταν ή Κρίσσι ήταν άκόμαζωντανή άλλχ όλο εξασθενούσε, ή Πέννυ υπέγραψε συμβόλαιο γιά έναν ακριβό οικογενειακότάφο — έναν τάφο άρκετά μεγάλο, μού τόνισε (λες κι αύτό έκανε τά πράγματα αύτονόητα),«γιά νά κρατήσει μαζί όλη τήν οικογένεια». ’Έπειτα άπό έντονη πίεση δική της, όλα τά μέλητής οικογένειας —ή Πέννυ, ό άντρας της ό Τζέφ κι οι δυο γιοί τους— συμφώνησαν νάσυμβάλουν πληρώνοντας ένα μερίδιο τού κόστους σε δόσεις πού θά διαρκούσαν επτάχρόνια.

Παρά τις υποσχέσεις τους όμως, ολόκληρο το οικονομικό βάρος τού τάφου έπεσε στούςδικούς της ώμους. Ό Τζέφ είχε φύγει δυο χρόνια τώρα καί δέν ήθελε νά έχει καμιά σχέση μαζίτης, στή ζωή ή στο θάνατο. Ό μικρότερος γιος της ήταν προφανώς ανίκανος να τηρήσει τήνυποχρέωσή του, άφοΰ βρισκόταν στή φυλακή (προηγουμένως είχε συμβάλει μ’ένα μικρόποσό απ’τή δουλειά πού έκανε μετά το σχολείο). Καί τώρα ή Πέννυ ανακάλυπτε ότι ό Τζίμτής έλεγε ψέματα κι ότι δέν είχε πληρώσει το ποσό πού του αναλογούσε.

’Ήμουνα έτοιμος νά σχολιάσου πόσο παράδοξη ήταν ή προσδοκία της νά πληρώνουν γιάτον τάφο τους αύτά τά δυο αγόρια, πού αρκετά προβλήματα απ’ό,τι φαίνεται τούςδημιουργούσε ολόκληρη ή διαδικασία τής ένηλικίωσης, άλλά ή Πέννυ συνέχισε νά μούπεριγράφει τά βασανιστικά συμβάντα τής εβδομάδας.

Τ ή νύχτα μετά τον καβγά μέ τον Τζίμ δύο άντρες, προφανώς έμποροι ναρκωτικών,χτύπησαν τήν πόρτα καί τον ζητούσαν. "Οταν ή Πέννυ τούς είπε πώς έλειπε, ό ένας τήδιέταξε νά τού πει νά πληρώσει τά λεφτά πού χρωστούσε, άλλιώς νά μήν ξαναγυρίσει σπίτιτου : δέν θά ’μενε άλλωστε το σπίτι δρθιο.

Καί όπως μού διευκρίνισε ή Πέννυ, δέν υπάρχει γιά κείνην πιο σημαντικό πράγμα άπ’τό σπίτιτης. Μετά τό θάνατο τού πατέρα της, στά οχτώ της χρόνια, ή μητέρα της πήρε τήν Πέννυ καίτις αδελφές της κι άρχισε νά μετακινείται άπό διαμέρισμα σέ διαμέρισμα — μετακόμισαντουλάχιστον είκοσι φορές. Συχνά έμεναν στο ίδιο σπίτι μόνο δυό-τρείς μήνες, κι *πειτα τούςπέταγαν έξω γιατί δέν πλήρωναν τό νοίκι. Ή Πέννυ ορκίστηκε τότε πώς κάποια μέρα θά’φτιάχνε ένα πραγματικό σπίτι γιά τήν οικογένειά της καί δούλεψε σάν σκυλί, γιά νάεκπληρώσει αύτό τον δρκο. Ή μηνιαία δόση τής υποθήκης ήτανε ένα σημαντικό ποσό, κι άπότότε πού έφυγε ό Τζέφ όλο το βάρος το σήκωνε έκείνη. Καί παρόλο πού δούλευε τώραπάρα πολλές ώρες τή μέρα, ίσα ίσα τά έβγαζε πέρα.

Οι δυο άντρες είπαν λοιπόν τή λάθος λέξη. Αφού έφυγαν, ή Πέννυ έμεινε γιά λίγο στήληάλατος μπροστά στην πόρτα. ’Έπειτα τά ’βάλε μέ τον Τζίμ πού πέταγε τα λεφτά του στάναρκωτικά άντί νά πληρώνει το μερίδιο τού τάφου. Κι αμέσως μετά «τό ’χάσε τελείως »,όπως είπε, κι δρμησε το κατόπι τους. Οι δυο άντρες είχαν ήδη φύγει, άλλά ή Πέννυ πήδηξεμέσα στο μεγάλο ήμιφορτηγό της, πού τού είχε βάλει ενισχυμένο κινητήρα, καί τούςάκολούθησε με μεγάλη ταχύτητα στον αύτοκινητόδρομο, προσπαθώντας να τούς σπρώξειέξω απ’το δρόμο. Μιά-δυό φορές έπεσε πάνω τους, κι εκείνοι γλίτωσαν μόνο γκαζώνονταςτήν Μπέ-’Έμ-Βέ τους καί ξεπερνώντας τα εκατόν εξήντα χιλιόμετρα τήν ώρα.

Ή Πέννυ ειδοποίησε τήν αστυνομία γιά τήν άπειλή (όχι όμως, φυσικά, γιά το κυνηγητό στοναύτοκινητόδρομο) καί τις τελευταίες μέρες το σπίτι της βρισκόταν υπό συνεχή άστυνομικήπαρακολούθηση. Ό Τζίμ γύρισε σπίτι το ίδιο βράδυ καί μόλις άκουσε τί είχε συμβεί, πέταξεβιαστικά δυο ρούχα στο σακίδιό του κι έφυγε απ’τήν πόλη. Από τότε δέν είχε άκούσει νέατου. Παρόλο πού ή Πέννυ δεν άνέφερε νά μετάνιωσε γιά τή συμπεριφορά της —άντίθετα,φαινόταν ν’άπολαμβάνει τήν άφήγηση τής ιστορίας—, υπήρχαν όμως βαθύτερες συνέπειες.Αργά τή νύχτα άρχισε νά έχει άνησυχία, δέν κοιμήθηκε καθόλου καλά καί είδε το έξης έντονο

Page 92: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

όνειρο :

’Έψαχνα κάτι στις αίθουσες ενός παλιού ιδρύματος. Τελικά άνοιξα μιά πόρτα και είδα πάνωσε μιά πλατφόρμα νά στέκονται δυο αγόρια, σάν νά τά επιδείκνυαν. ’Έμοιαζαν με τά δικά μουτ αγόρια, άλλά είχαν μακριά μαλλιά σάν κορίτσια και φορούσαν φουστάνια. Μόνο πού όλαήταν στραβά: τά φουστάνια τους ήταν βρόμικα και τα φορούσαν μπρός-πίσω καί μέσαεξω.Φορούσαν καί τα παπούτσια στο λάθος πόδι.

Είχα εντυπωσιαστεί. Ήταν τόσα τά θέματα πού δέν ήξερα άπό πού ν’άρχίσω. Πρώτασκέφτηκα τήν άπεγνωσμέ,νη έπιθυμία τής Πέννυ νά τούς κρατήσει όλους μαζί, νάδημιουργήσει τή σταθερή οικογένεια πού δέν είχε ποτέ ώς παιδί, καί πόσο έκδηλο ήταν αύτόστή λυσσαλέα επιμονή της ν’άγοράσει ένα σπίτι κι έναν οικογενειακό τάφο. Καί τώρα ήτανπροφανές πώς ό πυρήνας διαλυόταν. Κατέρρεαν καί τα σχέδια κι ή οικογένειά της : ή κόρητης είχε πεθάνει, ό άντρας της είχε φύγει, ό ένας γιος ήταν στή φυλακή κι ό άλλος κρυβόταν.

Το μόνο πού μπορούσα νά κάνω, ήταν νά μοιραστώ μαζί της τις σκέψεις μου καί νάσυμμεριστώ τον πόνο της. ’Ήθελα νά έξασφαλίσω "αρκετό χρόνο γιά νά δουλέψουμε πάνωσ’αύτό το όνειρό, ιδίως στο τελευταίο κομμάτι με τά δυο μικρά παιδιά. Τά πρώτα όνειρα πούφέρνουν οι άσθενεΐς στή θεραπεία, ιδίως τά πλούσια σε λεπτομέρειες, είναι συχνά πολύδιαφωτιστικά.

Τής ζήτησα νά μού περιγράψει τά κύρια συναισθήματα του ονείρου. Είπε ότι ξύπνησεκλαίγοντας, άλλά δέν μπορούσε νά καταλάβει γιατί τής προκαλούσε τόση θλίψη το όνειρο.

« Καί τά δυο άγοράκια; »

Είπε πώς υπήρχε κάτι άξιοθρήνητο, κάτι θλιβερό, στον τρόπο πού ήταν ντυμένα — τάπαπούτσια τους ήτανε σέ λάθος πόδι, φορούσανε τά βρόμικα ρούχα τους άνάποδα. Καί τάφουστάνια ; Τί είχε νά πει γιά τά μακριά μαλλιά και τά φουστάνια; Ή Πέννυ δέν έβγαζε νόημαάπ’αύτό το σημείο, έκτος άπ’τό ότι ίσως νά ’ταν ένα μεγάλο λάθος πού γέννησε τά δύό τηςαγόρια. Μήπως ήθελε νά ’χε κάνει κορίτσια; Ή Κρίσσι ήταν ένα ονειρεμένο παιδί, καλήμαθήτρια, όμορφη, μέ ταλέντο στή μον'πκή. Υπέθεσα πώς ή κόρη της ήτανε γιά τήν Πέννυ ήελπίδα της γιά το μέλλον : έκείνη θά μπορούσε νά σώσει τήν οικογένεια από τή μοίρα τήςφτώχειας καί τού εγκλήματος.

« Ναι», συνέχισε ή Πέννυ μέ θλίψη, « καλά τά λέει το όνειρο γιά τούς γιούς μου — είναιστραβά ντυμένοι, στραβά ποδεμενοι. "Ολα άπάνω τους είναι λάθος καί πάντα ήτανε. Μόνοφασαρίες μού φέρανε. Είχα τρία παιδιά: τό ένα ήταν άγγελος, καί τ’άλλρι δύό, κοίτα τα —ένας στή φυλακή κι ό άλλος-ναρκομανής. Είχα τρία παιδιά — χάι πέθανε το μονο πού δένεπρεπε να πεθάνει».

Ή Πέννυ άφησε μιά κραυγή κι έκλεισε το στόμα της μέ το χέρι της. « Τό ’χω ξανασκεφτείαύτό, άλλα δέν το ’χα πει ποτέ δυνατά ».

« Καί πώς σού φαίνεται τώρα πού τ’ άκοΰς ; »

Κατέβασε το κεφάλι, σχεδόν στά γόνατά της. Δάκρυα έτρεχαν στά μάγουλά της κι έπεφτανστή φούστα της. « Απάνθρωπο ».

«Αντίθετα. Έγώ άκούω μόνο άνθρώπινα συναισθήματα. ’Ίσως νά μήν άκούγονται ώραΐα,άλλά έτσι είμαστε φτιαγμένοι. Στή δική σου θέση καί μέ τά δικά σου τρία παιδιά, ποιος γονιόςδέν θά ’νιώθε πώς πέθανε το λάθος παιδί; Έγώ οπωσδήποτε έτσι θά ’νιωθα ! »

Δέν ήξερα πώς νά τής προσφέρω κάτι περισσότερο άπ’αύτό, άλλά δέν έδειξε νά μ’ άκουσε,κι έτσι το επανέλαβα. « Έγώ στή θέση σου το ίδιο θά ’νιωθα ».

Είχε άκόμα χαμηλωμένο το κεφάλι, άλλά το κούνησε σχεδόν άνεπαίσθητα δείχνοντας πώςκατάλαβε.

Page 93: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Καθώς έφτανε στο τέλος της καί ή τρίτη μας ώρα, δέν είχε νόημα πιά νά προσποιούμαι πώςμέ τήν Πέννυ δέν κάναμε ψυχοθεραπεία. Το άναγνώρισα λοιπόν άνοιχτά καί τής πρότεινα νάσυναντηθούμε άλλες έξι φορές καί σ’αύτές νά προσπαθήσουμε νά κάνουμε όσοπερισσότερα μπορούμε. Τής τόνισα πώς ήταν άδύνατον, έξαιτίας κάποιων άλλων μουυποχρεώσεων καί ταξιδιών, νά τή δώ περισσότερες άπό έξι έβδομάδες. Δέχτηκε τήνπροσφορά μου, άλλά είπε ότι το μεγάλο της πρόβλημα ήταν τά χρήματα. Μήπως θάμπορούσαμε νά μοιράσουμε σέ δόσεις τήν πληρωμή μου σ’ ένα διάστημα μερικών μηνών;Τή διαβεβαίωσα πώς δεν θά τή χρέωνα: άφού ξεκινήσαμε νά συναντιόμαστε ώς μέρος μιάςέρευνητικής προσπάθειας, δέν μπορούσα τώρα ξαφνικά ν’άλλάξω το συμβόλαιο καί νά τήχρεώσω.

Στήν πραγματικότητα δέν μού δημιουργούσε κανένα πρόβλημα νά βλέπω τήν Πέννυδωρεάν: ήθελα νά μάθω περισσότερα γιά το πένθος, κι άποδεικνυόταν έξαιρετική δασκάλα.Σ’έκείνη μας τή συνεδρία μέ οδήγησε μάλιστα σέ μιά σκέψη πού έπρό-κειτο να μου φανείπάρα πολύ χρήσιμη σε όλη τή μελλοντική δουλειά μου με τούς πενθούντες: γιά νά μάθεις νάζεις με τούς πεθαμένους, πρέπει πρώτα νά μάθεις νά ζεις με τούς ζωντανούς. Ή Πέννυέμοιαζε να πρέπει να δουλέψει πολύ άκόμα τή σχέση της με τούς ζωντανούς — ιδίως μετούς γιούς της, άλλά Ισως και με τον άντρα της. Καί υπέθετα πώς γι’αύτό το σκοπό θάχρησιμοποιούσαμε τις έξι ώρες πού μάς άπέμεναν.

Λάθος παΐδι πέθανε. Λάθος παΐδι πέθανε. Οι επόμενες δύο συναντήσεις μας θάπεριστρέφονταν κυρίως γύρω άπό διάφορες παραλλαγές αύτού τού σκληρού θέματος μιάδιαδικασία πού στον κλάδο μας τή λέμε « διεργασία ». Ή Πέννυ έξέφρασε βαθιά οργή γιάτούς γιούς της — οργή όχι απλώς γιά τον τρόπο πού ζούσαν άλλά καί γι’ αύτό καθεαυτό τογεγονός ότι ζούσαν. Μόνο όταν έξαντλήθηκε πιά, μόνο όταν τόλμησε νά πει όλα όσα είχενιώσει τά τελευταία οχτώ χρόνια (άπ’τήν πρώτη στιγμή πού άκουσε ότι ή Κρίσσι έπασχεάπό μιά θανατηφόρα μορφή καρκίνου) —ότι είχε παρατήσει καί τούς δύό της γιούς, ότι οΜπρέντ στά δεκάξι του είχε ήδη πάρει γιά πάντα τον κακό δρόμο, ον. ή ίδια προσευχόταν γιάχρόνια νά μπορούσε με κάποιο τρόπο ή Κρίσσι νά ’παίρνε το σώμα τού Τζίμ (Τί τοχρειαζόταν εκείνος ; ’Έτσι κι άλλιώς πολύ σύντομα θά το σκότωνε, είτε με τά ναρκωτικά είτεμε το ’Έιτζ. Γ ιατί νά ’χει αύτός ένα σώμα πού λειτουργεί κανονικά, ενώ ή Κρίσσι, πούάγαπούσε το κορμάκι της, νά κατατρώγεται άπ’τόν καρκίνο;)—, μόνο όταν ή Πέννυ τάξεστόμισε όλ’αύτά, μπόρεσε νά σταθεί καί ν’αναλογιστεί τί είχε πεί.

Έγώ το μόνο πού έκανα, ήταν νά κάθομαι νά τήν ακούω κι άπό καιρό σέ καιρό νά τήδιαβεβαιώνω πώς αύτά τά συναισθήματα ήταν άνθρώπινα, κι ότι άκριβώς επειδή ήτανάνθρωπος έκανε τέτοιες σκέψεις. Στο τέλος έφτασε ή ώρα να τή βοηθήσω νά στραφείστούς γιούς της. Τής έκανα μερικές ερωτήσεις, στην άρχή ήπιες κι έπειτα πιο προκλητικές.

Ήτανε πάντα δύσκολοι οι γιοι της; Γεννήθηκαν δύσκολοι;

Τί είχε συμβεί στή ζωή τους πού μπορεί νά τούς έσπρωξε στις επιλογές πού έκαναν; Τίείχαν βιώσει, όταν πέθαινε ή Κρίσσι; Πόσο είχαν τρομάξει; Σ’αυτούς είχε μιλήσει κανένας γιάτο θάνατο; Πώς ένιωθαν πού αγόραζαν οικογενειακό τάφο; "Εναν τάφο πλάι στήν Κρίσσι;Πώς ένιωσαν όταν τούς εγκατέλειψε ό πατέρας τους ;

Δέν τής άρεσαν οι έρωτήσεις μου. Στήν άρχή τήν ξάφνιασαν, έπειτα τή θύμωσαν. "Υστεραάρχισε νά συνειδητοποιεί ότι ποτέ δέν είχε σκεφτεί αύτό πού είχε συμβεί στήν οικογένειαάπ’τή μεριά τών γιών της. Ή ίδια δέν είχε ποτέ καμιά καλή σχέση μέ άντρα, κι είναι πιθανόπώς αύτό το κόστος το πλήρωναν οι γιοί της. Μιλήσαμε γιά τούς άντρες τής ζωής της : έναςπατέρας (ξεθωριασμένος άπ’τήν προσωπική της μνήμη άλλά πού τον κακολογούσε αιώνια ήμητέρα της ) πού τήν έγκατέλειψε πεθαίνοντας στά οχτώ της χρόνια. Οι έραστές τής μητέραςτης — μιά σειρά άπό ύποπτα νυχτερινά πρόσωπα πού έξαφανίζονταν το πρωί. "Εναςπρώτος σύζυγος πού τήν έγκατέλειψε ένα μήνα μετά το γάμο τους, στά δεκαεφτά τηςχρόνια. Κι ένας χοντροκέφαλος άλκοολικός δεύτερος σύζυγος πού τελικά τήν έγκατέλειψεμέσα στο πένθος της.

Page 94: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Χωρίς άμφιβολία, τά τελευταία οχτώ χρόνια ή Πέννυ είχε παραμελήσει τ’άγόρια της. Από τότεπού άρρώστησε ή Κρίσσι, περνούσε υπερβολικά πολλές ώρες κοντά της. Καί μετά τοθάνατό της πάλι δέν ήταν διαθέσιμη γιά τούς γιούς της : ή οργή πού τής ξυπνούσαν, ή οποίαοφειλόταν κυρίως στο ότι έκεΐνοι, σέ αντίθεση μέ τήν Κρίσσι, ήταν ζωντανοί, δημιουργούσεμιά σιωπή άνάμεσά τους. Οι γιοί της έγιναν δύσκολοι καί άπόμακροι, μιά φορά όμως, πριν τήνάποκλείσουν άπ’τά συναισθήματά τους, τής είπαν πώς ήθελαν περισσότερα άπό κείνην:ήθελαν έκείνη τή μιά ώρα τήν ήμέρα πού ή Πέννυ περνούσε, χρόνια τώρα, φροντίζοντας τοντάφο τής κόρης της.

Τί έπίδραση είχε ό θάνατος στ’ άγόρια; "Οταν ή Κρίσσι έμφάνισε τή μοιραία αρρώστια,έκεΐνα ήταν οχτώ καί έντεκα χρονών. "Οτι μπορεί να είχαν τρομάξει απ’ αύτό πού συνέβαινεστην αδελφή τους, ότι μπορεί κι έκεινα να πενθούσαν, ότι μπορεί ν’άρχιζαν νασυνειδητοποιούν, και να φοβούνται, τον δικό τους θάνατο : καμιά άπ’ αύτές τις εκδοχές δένείχε περάσει ποτέ άπ’ το μυαλό τής Πέννυ.

Υπήρχε και το ζήτημα τής κρεβατοκάμαρας τών αγοριών. Το σπιτάκι τής Πέννυ είχε τρειςμικρές κρεβατοκάμαρες, και τά αγόρια μοιράζονταν πάντα τή μία, ενώ η Κρίσσι είχε δικό τηςδωμάτιο. Προφανώς, είπα, αύτή η διευθέτηση δέν τούς άρεσε ούτε όσο ζούσε ή Κρίσσι,πόσος όμως θά ήταν τώρα ο θυμός τους, πού ή Πέννυ άρνιόταν νά τούς άφήσει νάχρησιμοποιήσουν το δωμάτιο τής άδελφής τους μετά το θάνατό της; Και πώς ένιωθανβλέποντας τήν τελευτά ία επιθυμία και τή διαθήκη τής Κρίσσι νά κρέμεται τά τελευταίατέσσερα χρόνια στο ψυγείο, στερεωμένη μέ μιά μαγνητική μεταλλική φράουλα;

Καί γιά σκεφτείτε πόσο θα μισούσαν τήν προσπάθεια τής μάνας τους νά κρατήσει ζωντανήτή μνήμη της Κρίσσι συνεχίζοντας, γιά παράδειγμα, νά γιορτάζει τά γενέθλιά της κάθε χρόνο!Τ ί είχε κάνει ή Πέννυ γιά τά δικά τους γενέθλια; Κοκκίνισε καί απάντησε συγκεχυμένα στήνερώτησή μου μουρμουρίζοντας : « Τα συνηθισμένα ». Ήξερα πώς έβρισκα το στόχο μου.

’Ίσως ό γάμος της μέ τον Τζέφ νά ήταν προορισμένος ν’ αποτύχει, δέν υπήρχε όμωςαμφιβολία πώς τήν οριστική διάλυση τήν είχε επισπεύσει το πένθος. Οι δύό τους είχαντελειως διαφορετικό τρόπο να πενθούν: ή Πέννυ βυθιζόταν στις αναμνήσεις. Ό Τζέφπροτιμούσε τήν απώθηση καί τον αντιπερισπασμό. Τώρα δέν έμοιαζε νά εχει καμιάσημασία αν ήταν συμβατοί σέ άλλους τομείς : ήταν εύρέως άσύμβατοι στο πένθος τους,προτιμώντας ο καθένας τους μια προσέγγιση πού δημιουργούσε πρόβλημα στον άλλον. Πώςμπορούσε ό Τζέφ να ξεχάσει, όταν ή Πέννυ γέμιζε τούς τοίχους με φωτογραφίες τής κόρηςτους, όταν κοιμόταν στο κρεβάτι της, όταν έκανε το δωμάτιό της μαυσωλείο ; Πώς νάξεπεράσει το πένθος της ή Πέννυ, όταν ό Τζέφ αρνιόταν καί να μιλήσει γιά τήν Κρίσσι; "Οταναρνήθηκε, έξι μήνες μετά το θάνατό της, νά πάει στήν αποφοίτηση τών συμμαθητών τήςΚρίσσι άπ’τό γυμνάσιο (πράγμα πού πυροδότησε έναν τρομερό καβγά ) ;

Στήν πέμπτη μιας συνεδρία ή Πέννυ διέκοψε τή δουλειά πού είχαμε ξεκινήσει γιά νά μάθει νάζει καλύτερα με τούς ζωντανούς, θέτοντας μιά άλλου τύπου έρώτηση. "Οσο περισσότεροσκεφτόταν τήν οικογένειά της, τή νεκρή κόρη της καί'-τούς δυο γιούς της, τόσο αναρωτιόταν:Γιατί ζώ; Τί νόημα έχουν όλ’αύτά; Όλόκληρη τήν ενήλικη ζωή της τήν είχε κατευθύνει μιάάρχή: νά δώσει στά παιδιά της μιά καλύτερη ζωή άπό κείνη πού είχε ζήσει ή ίδια. Τάτελευταία είκοσι χρόνια όμως τί είχε νά δείξει; Μήπως σπατάλησε άσκοπα τή ζωή της ; Κιυπήρχε λόγος τώρα νά συνεχίζει νά τή σπαταλάει με τον ίδιο τρόπο; Γ ιατί νά σκοτώνεται ,γιά νά πληρώσει τήν υποθήκη; Υπήρχε μέλλον πουθενά;

’Έτσι επικεντρωθήκαμε άλλου. Απομακρυνθήκαμε άπ’τή σχέση της με τούς γιούς καί με τονπρώην άντρα της κι άρχίσαμε νά εξετάζουμε ένα άλλο σημαντικό χαρακτηριστικό τούγονεϊκού πένθους — τήν απώλεια νοήματος στή ζωή. Το νά γά σεις έναν γονιό ή έναν στενό.φίλοίσοδαναμεΓ-^υχνά^χε άπώλεία τού παρελθόντος,: ό άνθρωπος πού πέθανε ίσως νάήταν ό μοναδικός άλλος ζωντανός μάρτυρας περασμένων εύτυχισμένων γεγονότων. Αλλά τονά χάσεις ένα παιδί σημαίνει πώς χάνεις το μέλλον: αύτό πού χάνεται είναι ολόκληρο τοσχέδιο τής ζωής σου — αύτό γιά το οποίο ζεις, το πώς προβάλλεις τον έαυτό σου στο

Page 95: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

μέλλον, το πώς ελπίζεις ότι θά υπερβείς το θάνατο (πραγματικά, το παιδί γίνεται ή προβολήσου στήν άθανασία ). ’Έτσι, μιλώντας με ψυχοθεραπευτικούς δρους, ή γονεϊκή άπώλεια είναι« απώλεια αντικειμένου » ( όπου « άντικείμενο » εννοούμε ένα πρόσωπο πού έχει παίξειοργανικό ρόλο στή συγκρότηση τού εσωτερικού μας κόσμου ). Ενώ ή απώλεια παιδιού είναι« άπώλεια σκοπού» (άπώλεια τής κεντρικής άρχής πού διέπει τή ζωή μας, ή οποία τήςπαρέχει όχι μόνο το γιατί άλλά και το πώς). Δέν είναι περίεργο πού ή απώλεια ενός παιδιούείναι ή βαρύτερη απώλεια, ότι ύπάρχουν πολλοί γονείς πού συνεχίζουν να πενθούν άκόμακαί πέντε χρόνια άργότερα, ενώ άλλοι δέν συνέρχονται ποτέ.

Δέν είχαμε όμως προχωρήσει πολύ στή διερεύνηση τού σκοπού τής ζωής της (όχι ότιμπορεί κανείς να περιμένει πρόοδο σ’ αύτόν τον "τομέα : ή απουσία σκοπού είναι πρόβλημαζωής κι όχι πρόβλημα μιας συγκεκριμένης ζωής), όταν ή Πέννυ άλλαξε καί πάλι ρότα. Τήνείχα πια συνηθίσει: σχεδόν σέ κάθε συνεδρία έφερνε καί μιά καινούργια άγωνία. Δέν ήταν,όπως είχα σκεφτεί άρχικά, ότι ήταν άστατη καί δέν μπορούσε νά διατηρήσει τήν προσοχήτης εστιασμένη σ’ένα πράγμια. Αντίθετα, ξετύλιγε με μεγάλο κουράγιο το πολυεπίπεδοπένθος της. Πόσα άλλα έπίπεδα θά μού άποκάλυπτε άκόμα;

Ξεκίνησε μιά συνεδρία —τήν έβδομη, νομίζω— άναφέροντάς μου δύο γεγονότα: ένα πολύζωηρό όνειρό της καί ένα άκόμια μπλάκ-άουτ.

Στο έπεισόδιο τού μπλάκ-άουτ «ξύπνησε» μέσα σ’ένα πολυκατάστημα (στο ίδιο κατάστημαόπου παλιά είχε ξυπνήσει κρατώντας ένα πάνινο ζωάκι) κλαίγοντας καί κρατώντας σφιχτάένα δελτίο βαθμολογίας γυμνασίου.

'Όσο γιά τ’όνειρό.της, παρόλο πού δέν ήταν έφιάλτ ;ς, ήταν γεμιάτο ματαίωση καί άγχος :

Γινόταν ένας γάμος. Ή Κρίσσι παντρευόταν ένα άγόρι τής γειτονιάς — έναν άχρηστο.’Έπρεπε ν αλλάξω ρούχα. Βρισκόμουνα σ’ ένα σπίτι σάν πέταλο, με πολλά μικρά δωμάτια,και τά δοκίμαζα το ένα μετά το άλλο, γιά νά βρω το σωστό δωμάτιο νά μπώ ν άλλάξω*Συνέχισα να προσπαθώ, άλλά δέν έβρισκα το σωστό.

Κι έπειτα άπό λίγες στιγμές μού διηγήθηκε ένα απόσπασμα που άκολούθησε:

Ήμουνα σ ένα. μεγάλο τρένο. ’Αρχίσαμε να πηγαίνουμε πώ γρήγορα κι έπειτα ανεβήκαμε σ’ένα μεγάλο τόξο στον ουρανό. Ήταν πολύ ωραία. Είχε πολλά άστέρια. Κάπου μέσα κει, ίσωςσάν υπότιτλος (άλλά δέν μπορεί, γιατί δέν ξέρω πώς γράφεται) υπήρχε ή λέξη έξέλιξη — κιείχα ίνα πολύ έντονο συναίσθημα γι αύτή τή λέξη.

Σ’ένα επίπεδο το όνειρό αναφερόταν στήν Κρίσσι. Μιλήσαμε γιά λίγο γιά τον κακό γάμο πούεκανε ή Κρίσσι στο όνειρο. ’Ίσως ό γαμπρός νά ήταν ό θάνατος : σίγουρα δέν ήταν ό γάμοςπού θά ήθελε ή Πέννυ γιά τήν κόρη της.

Και ή έξέλιξη ; Ή Πέννυ είχε πει πώς δέν ένιωθε πιά επαφή με τήν Κρίσσι στις επισκέψεις τηςστο νεκροταφείο (τις είχε μειώσει τώρα στις δυό-τρεΐς τήν εβδομάδα). ’Ίσως ή έξέλιξη, τήςείπα, νά σήμαινε ότι ή Κρίσσι είχε πράγματι φύγει καί είχε προχωρήσει σε μιά άλλη ζωή.

’Ίσως, άλλά ή Πέννυ είχε μιά καλύτερη εξήγηση γιά τή θλίψη της καί στο μπλάκ-άουτ καί στάόνειρα. "Όταν ξύπνησε μέσα στο πολυκατάστημα, είχε μιά εξαιρετικά έντονη αίσθηση ότι τοδελτίο βαθμολογίας στο χέρι της δέν ήταν γιά τήν Κρίσσι ( πού τώρα θά τελείωνε το λύκειο )άλλά γιά τον έαυτό της. Ή Πέννυ δέν είχε ποτέ τελειώσει το σχολείο. Αύτό επρόκειτο να τοκάνει ή Κρίσσι καί γιά τις δύό τους ( κι έπειτα θά πήγαινε στο Στάνφορντ καί γιά τις δύό τους ).

Ή Πέννυ σκέφτηκε πώς το όνειρο γιά το γάμο καί γιά το δωμάτιο πού έψαχνε γιά ν’ άλλάξει,μιλούσε γιά τούς κακούς της γάμους καί γιά τήν τωρινή της προσπάθεια ν’άλλάξει τή ζωή της.Οι συνειρμοί της γιά το κτίριο μέσα στο όνειρο συνηγορούσαν σ’ αύτή τήν οπτική: τό σπίτιπού είδε είχε μεγάλη ομοιότητα με τήν κλινική όπου βρισκόταν το γραφείο μου.

Page 96: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Καί ή έξέλιξη. άναφερόταν σ’έκείνην, όχι στήν Κρίσσι. Ή Πέννυ ήταν έτοιμη νά μεταμορφωθείσε κάτι άλλο. Ήταν άπό-λυτά αποφασισμένη να εξελιχθεί καί να επιτύχει στον καθωσπρέπεικόσμο. Χρόνια, περιμένοντας να πάρει πελάτη με το ταξί της, άκουγε κασέτες γιά τήβελτίωση τού λεξιλογίου της, άναλύσεις σημαντικών βιβλίων καί μαθήματα τέχνης. ’Ένιωθεότι ήταν ταλαντούχα άλλά ποτέ δέν είχε άναπτύξει τά ταλέντα της, γιατί ήταν άναγκασμένηάπό τήν ήλικία τών δεκατριών χρονών νά κερδίζει μόνη της τή ζωή της. Αν μπορούσε νάσταματήσει νά δουλεύει, νά κάνει κάτι γιά τον έαυτό της, νά τελειώσει το λύκειο, νά πάει στοκολέγιο, νά σπουδάσει χωρίς διαλείμματα κι άπό κει καί πέρα ν’«άπογειωθεΐ» (νά τί σήμαινεή άπογείωση τού τρένου στο όνειρο! ).

Το κέντρο βάρους της άρχισε ν* αλλάζει. ’Αντί νά μιλάει γιά τήν τραγωδία τής Κρίσσι, στιςεπόμενες δυο συνεδρίες περιέγραψε τήν τραγωδία τής δικής της ζωής. Καθώς πλησιάζαμετήν ένατη καί τελευταία μας ώρα, θυσίασα όση άξιοπιστία μου έμενε καί προσφέρθηκα νάτή δω άλλες τρεις φορές, ως τήν παραμονή τής άναχώρησής μου γιά τήν έκπαιδευτική άδεια.Γιά διάφορους λόγους το έβρισκα δύσκολο νά σταματήσουμε: καί μόνο το μέγεθος τήςοδύνης της μ’ έσπρωχνε νά μείνω κι άλλο μαζί της. Μέ άνησυχούσε ή κλινική της κατάστασηκι ένιωθα ύπεύθυνος γι’ αύτήν: βδομάδα με τή βδομάδα, καθώς άναδυόταν νέο υλικό, γινότανόλο καί πιο καταθλιπτική. Μέ είχε ’ντυπωσιάσει πόσο καλά χρησιμοποιούσε τή θεραπεία:ποτέ δέν είχα δει άσθενή νά δουλεύει τόσο παραγωγικά. Τέλος -ας είμαι ειλικρινής— με είχεκαθηλώσει το δράμια πού ξεδιπλωνόταν, καθώς κάθε βδομάδα πρόσφερε ένα νέο,συναρπαστικό καί εντελώς άπρόβλεπτο επεισόδιο.

Ή Πέννυ θυμόταν τά παιδικά της χρόνια στήν Ατλάντα νά ’ναι συνέχεια ζοφερά καί μέσα στήφτώχεια. Ή μητέρα της, μιά πικρόχολη, καχύποπτη γυναίκα, πιεζόταν πολύ γιά νά ταΐσει καίνά ντύσει τήν Πέννυ καί τις δύο αδελφές της. Ό πατέρας της κατάφερνε νά τά φέρνει βόλτακάνοντας παραδόσεις σε σπίτια γιά ένα πολυκατάστημα άλλά ήταν, αν μπορούμε νάπιστέψουμε τή μάνα της, ένας άκαρδος κατσούφης άνθροοπος πού πέθανε απόαλκοολισμό, όταν ή Πέννυ ήταν οχτώ χρονών. Μετά το θάνατό του όλα άλλαξαν. Δένύπήρχαν χρήματα. Ή μητέρα της δούλευε δώδεκα ώρες τή μέρα σε καθαριστήριο καίπερνούσε τις περισσότερες νύχτες πίνοντας καί ψωνίζοντας άντρες στο μπάρ τής γειτονιάς.Τότε άρχισαν οι άσύδοτες μέρες τής Πέννυ.

Ή οικογένεια δέν ξαναεΐχε ποτέ σταθερό σπίτι. Μεταφέρονταν άπό το ένα διαμέρισμα στοάλλο, καθώς τούς έδιωχναν συχνά, γιατί δέν πλήρωναν το νοίκι. Ή Πέννυ έπιασε δουλειά στάδεκατρία, παράτησε το σχολείο στά δεκαπέντε, στά δεκάξι της ήταν ήδη άλκοολική,παντρεύτηκε καί χώρισε πριν κλείσει τά δεκαοχτώ, ξαναπαντρεύτηκε καί τό ’σκάσε στήΔυτική Ακτή στά δεκαεννιά, οπού γέννησε τρία παιδιά, άγόρασε σπίτι, έθαψε τήν κόρη της,χώρισε τον άντρα της κι άγόρασε μέ δόσεις έναν μεγάλο οικογενειακό τάφο.

Μ ’ εντυπωσίασαν ιδιαίτερα δύο πολύ ισχυρά θέματα στήν άφήγηση τής ζωής της. Το έναήταν ότι ή ζωή τής είχε παίξει πολύ κακό παιχνίδι, άπό τότε πού ήταν οχτώ χρονών. Ήμεγαλύτερή της επιθυμία γιά τήν άλλη ζωή, τόσο γιά κείνην όσο καί γιά τήν Κρίσσι, ήταν νά «έχουν λεφτά μέ το τσουβάλι».

"Ένα άλλο θέμα ήταν ή « άπόδραση », όχι μόνο ή σωματική της άπόδραση άπ’τήν Ατλάντα,άπ’τήν οικογένειά της, απ’ τον φαύλο κύκλο τής φτώχειας καί τού άλκοολισμοϋ, άλλά κι άπότή μοίρα της νά καταλήξει « μιά φτωχή τρελή γριά » σάν τή μητέρα της. Πρόσφατα είχε μάθειπώς ή μητέρα της είχε νοσηλευτεί πολλές φορές τά τελευταία χρόνια στο ψυχιατρείο.

Ή άπόδραση άπ’τή μοίρα —άπ’τή μοίρα τής κοινωνικής της τάξης κι άπ’ τήν προσωπική τηςμοίρα νά καταλήξει μιά φτωχή τρελή γριά— ήταν ένα μείζον μοτίβο στή ζωή της. Ηρθε να μεδει γιά ν’άποδράσει άπ’τήν τρέλα πού άρχιζε νά τήν κυκλώνει. Μπορούσε νά φροντίσει,έλεγε, νά μήν είναι φτωχή. Κι ακριβώς αύτή ή παρόρμηση να αποδράσει απ’ τή μοίρα τηςτροφοδοτούσε τήν εργασιομανία της, τήν έκανε να δουλεύει τόσο πολλές κοπιαστικές ώρες.

Ή ειρωνεία ήταν ότι τήν παρόρμησή της ν’ αποδράσει απ’ τή μοίρα τής φτώχειας καί τήςαποτυχίας, τή σταματούσε μόνο μιά βαθύτερη μοίρα — το πεπερασμένο πού είναι σύμφυτο

Page 97: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

μέ τή ζωή. Ή Πέννυ δέν είχε ποτέ συμφιλιωθεί με το άναπόφευκτο τού θανάτου, σέ βαθμόμεγαλύτερο άπ’τούς περισσότερους άνθρώπους. Ήταν ή πεμπτουσία τού ενεργητικούανθρώπου τή σκεφτόμουνα νά τρέχει ιλιγγιωδώς στον αύτοκινητόδρομο πίσω άπ’τούςεμπόρους ναρκωτικών— κι ένα άπό τά δυσκολότερα πράγματα πού είχε ν’άντιμετωπίσεικαθώς πέθαινε ή κόρη της ήταν ή ίδια της ή άνημπόρια.

Παρά το γεγονός ότι είχα συνηθίσει νά μου κάνει κάθε τόσο καινούργιες μεγάλεςάποκαλύψεις, ήμουνα τελείως άπροετοίμαστος γιά τή βόμβα πού πέταξε στήν ενδέκατη, τήνπροτελευταία μιας συνεδρία. Μιλούσαμε γιά το τέλος τής θεραπείας, καί περιέγραφε πόσοείχε συνηθίσει νά μέ βλέπει καί πόσο δύσκολο θά/ήταν νά μέ άποχαιρετήσει τήν άλληβδομάδα, πώς το νά με χάσει θά ήταν άλλη μία άπώλεια στήν αλυσίδα τών άπωλειών της,όταν, σάν νά μή συνέβαινε τίποτα, είπε: « Σου είπα ποτέ ότι στά δεκάξι μου. γέννησα δίδυμά;»

Μού ’ρχόταν νά φωνάξω : « Τι; Δίδυμα; Στά δεκάξι σου ; Τί εννοείς “ Σού είπα ποτέ; ” Ξέρειςπολύ καλά πώς δέν μού τό ’πες ! » Αλλά μιά πού δέν μιας έμενε παρά το ύπόλοιπο αυτήςτής συνεδρίας καί ή επόμενη, άναγκάστηκα ν’άγνοήσω τον τ ροπο μέ τον όποιο προχώρησεσ’αύτή τήν άποκάλυψη καί ν’άσχοληθώ με τήν ίδια τήν είδηση.

«’Όχι, δέν μού το είπες ποτέ. Γιά ένημερωσέ με».

« Λοιπόν, έμεινα έγκυος στά δεκαπέντε μου. Γι’ αύτό παράτησα το σχολείο. Δέν το είπα σέκανέναν, ώσπου ήταν πολύ άργά πιά γιά νά κάνω κάτι γι’αύτό, κι έτσι έφτασα ως το τέλοςκαί γέννησα. Κι άποδείχτηκε πώς ήταν δίδυμά κοριτσάκια ». Ή Πέννυ έκανε μιά παύση καίπαραπονέθηκε πώς ένιωθε έναν πόνο στο λαιμό. Προφανώς τής ήταν πολύ πιο δύσκολο νάμιλήσει γι’αύτό, άπ’ όσο προσπαθούσε νά δείχνει.

Τή ρώτησα τί άπέγιναν τά δίδυμα.

« Ή κοινωνική πρόνοια είπε ότι ήμουν άκατάλληλη μητέρα —κι είχανε δίκιο, φαντάζομαι—άλλά έγώ άρνιόμουνα νά τά δώσω καί προσπάθησα νά τά φροντίσω. Μετά άπό έξι μήνεςόμως μού τά πήραν. Πήγα καί τά είδα μερικές φορές-— ώσπου τά δώσανε γιά υιοθεσία.Ποτέ δέν ξανάκουσα τίποτα γι’αύτά. Ποτέ δέν προσπάθησα νά μάθω. ’Έφυγα άπ’τήνΑτλάντα καί δέν ξανακοίταξα πίσω μου ».

« Τά σκέφτεσαι συχνά ; »

«’Όχι ως τώρα. Μού ήρθαν στο νου μιά-δυό φορές μετά το θάνατο τής Κρίσσι, άλλά μόνοαύτές τις τελευταίες βδομάδες τά σκέφτομαι πιο σταθερά. Αναρωτιέμαι πού βρίσκονται, τίκάνουν, αν είναι πλούσια — αύτή ήταν ή μόνη χάρη πού ζήτησα άπ’τό γραφείο γιά τιςυιοθεσίες. Μού είπανε ότι θά προσπαθήσουν. Τώρα διαβάζω συνέχεια ιστορίες στιςέφημερίδες γιά φτωχές μανάδες πού πουλάνε τά παιδιά τους σέ πλούσιες οικογένειες. Αλλάέγώ πού νά ξέρω τότε; »

Το υπόλοιπο εκείνης τής ώρας καί μέρος τής τελευταίας μας συνεδρίας το περάσαμεέξερευνώντας τά παρεπόμενα αύτής τής καινούργιας πληροφορίας. Κατά περίεργο τρόπο, ήάποκάλυψή της μάς βοήθησε νά χειριστούμε το τέλος τής θεραπείας, άφού έκλεισε τονκύκλο, φέρνοντάς μας πίσω στήν άρχή, πίσω σ’ έκεϊνο το μυστηριώδες ως τώρα όνειρό της,όπου τά δυο άγοράκια της, ντυμένα σάν κοριτσάκια, ήταν εκτεθειμένα σ’ ένα ίδρυμα. Όθάνατος τής Κρίσσι κι ή βαθιά άπογοήτευση τής Πέννυ άπ’τούς δυο γιούς της φαίνεται πώςάναζωπύρωσε τις τύψεις της πού είχε δώσει τά κοριτσάκια της, πρέπει νά τήν έκανε νάνιώσει όχι μόνο ότι λάθος παιδί πέθανε, άλλά καί ότι λάθος παιδιά υιοθετήθηκαν.

Ρώτησα αν ένιωθε ένοχη πού είχε δώσει τά παιδιά της. Μού απάντησε ψύχραιμα πώς εκανεό,τι ήταν καλύτερο καί γιά τήν ίδια καί γιά κείνα. Αν τά είχε κρατήσει, στήν ήλικία τών δεκάξιχρονών, θά είχε καθηλωθεί στήν ίδια ζωή πού είχε ή μητέρα της. Πράγμα πού θά ’τανκαταστροφικό καί γιά τά παιδιά. Δέν θά μπορούσε νά τούς δώσει τίποτα ώς άνύπαντρη

Page 98: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

μητέρα — καί τώρα έμαθα γιατί είχε άποφύγει νά μού μιλήσει νωρίτερα γιά τά δίδυμα.Ντρεπόταν, ντρεπόταν νά μου πει πώς δέν ήξερε τήν ταυτότητα τού πατέρα. Στήν έφηβείατης είχε υπάρξει πολύ ζωηρή σεξουαλικά. Γιά τήν άκρίβεια, ήταν ή «φτωχιά λευκή τσούλατού σχολείου» (δικός της όρος). Πατέρας τών μωρών μπορούσε νά είναι οποιοσδήποτεάνάμεσα σε καμιά δεκαριά άγό-· ρια. Στήν τωρινή ζωή της κανείς, ούτε κάν ό άντρας της, δένγνώριζε τίποτα γιά το παρελθόν της, ούτε γιά τά δίδυμα ούτε γιά τή φήμη της στο λύκειο —άλλο ένα πράγμα άπ’τό όποιο είχε επιχειρήσει νά άποδράσει.

Τελείωσε τήν ώρα λέγοντας : « Εσύ είσαι ό μόνος άνθρωπος πού το ξέρει».

« Πώς νιώθεις πού μού το είπες ; »

«'’Ανάμεικτα. Το σκέφτηκα πολύ νά σού το πώ. Το συζητούσα στή φαντασία μου μαζί σουόλη τήν έβδομάδα ».

« Τί εννοείς άνάμεικτα; »

«’Ένιωθα φόβο, ένιωθα καλά, άσχημα, ένιωθα πάν( ένιωθα κάτω — » Ή Πέννυ τά πέρασεόλα στά γρήγορα. Δέν άντεχε νά μιλάει γιά τρυφερότερα συναισθήματα κι άρχιζε νάεκνευρίζεται. Το κατάλαβε κι εκοψε ταχύτητα. « Μάλλον φοβόμουνα πώς θα με κρίνεις.Θέλω, όταν θά τελειώσει καί ή τελευταία μας ώρα τήν άλλη βδομάδα, νά μ’ εκτιμάς άκόμα ».

« Πιστεύεις πώς δέν σ’ εκτιμώ ; »

« Πού νά ξέρω ; Μόνο ερωτήσεις μού κάνεις ».

Ε)ίχε δίκιο. Φτάναμε στο τέλος τής ενδέκατης ώρας μας — δέν ύπήρχε πιά καιρός νά κρατάωπράγματα κρυμμένα.

« Πέννυ, μήν άνησυχεΐς καθόλου γιά μένα. "Οσο περισσότερα μού λες τόσο πιο πολύ σεσυμπαθώ. Είμαι γεμάτος θαύμασμό γιά όλα όσα έχεις καταφέρει νά ξεπεράσεις καί γιά όσαέχεις κάνει στή ζωή σου ».

Ξέσπασε σέ κλάματα. ’Έδειξε το ρολόι της, γιά νά μου θυμίσει πώς ό χρόνος μας είχετελειώσει, κι έφυγε τρέχοντας άπ’ το γραφείο μου μέ το πρόσωπο κρυμμένο σ’ έναχαρτομάντιλο.

Στήν έπόμενη καί τελευταία μας συνάντηση έμαθα πώς τά δάκρυα είχαν συνεχιστεί γιά τομεγαλύτερο μέρος τής βδομάδας. Γυρνώντας στο σπίτι άπ’τήν προηγούμενη συνεδρίασταμάτησε στο νεκροταφείο, κάθισε δίπλα στον τάφο τής Κρίσσι καί, όπως έκανε συχνά,έκλαψε γιά τήν κόρη της. Έκείνη τήν ήμέρα όμως τα δάκρυα δέν είχαν σταματημό. Ξάπλωσεπάνω στήν ταφόπλακα τής Κρίσσι, τήν άγκάλιασε κι άρχισε νά κλαίει άκόμα πιο γοερά —τώρα όχι μόνο γιά κείνην άλλά, επιτέλους, καί γιά όλα τ αλλα, για όλες τις άλλες απώλειες.

’Έκλαψε γιά τούς γιούς της, γιά τά χρόνια πού δέν γυρίζουν πίσω, γιά τά έρείπια τής ζωήςτους. ’Έκλαψε γιά τις δυο χαμένες κόρες της πού δέν τις γνώρισε ποτέ. ’Έκλαψε γιά τονπατέρα της — όποιος κι αν ήταν, ό,τι κι αν ήταν. ’Έκλαψε γιά τον άντρα της, γιά τήν εποχή τήςνιότης καί τής έλπίδας πού είχαν μοιραστεί καί πού είχε έκλείψει. ’Έκλαψε άκόμα καί γιά τήφτωχή γριά μητέρα της καί γιά τις άδελφές της πού τις είχε διαγράψει άπ’τή ζωή της πρινάπό είκοσι χρόνια. Πιο πολύ άπ’όλα όμως έκλαψε γιά τον έαυτό της, γιά τή ζωή πού είχεονειρευτεί καί δέν τήν έζησε ποτέ.

Σύντομα ό χρόνος μας τελείωσε. Σηκωθήκαμε, πήγαμε ως τήν πόρτα, δώσαμε τά χέρια καίχωριστήκαμε. Τήν παρακολούθησα νά κατεβαίνει τή σκάλα. Μέ είδε ότι τήν κοίταζα, γύρισεκαί είπε : « Μή σέ νοιάζει γιά μένα. Μιά χαρά θά είμαι. Μήν ξεχνάς » —καί μού ’δείξε μιάάσημένια αλυσίδα πού φορούσε στο λαιμό της— « μόνη μου τά βγάζω πέρα άπό μικρή ».

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Page 99: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Τήν Πέννυ τήν ξαναείδα άλλη μιά φορά έναν χρόνο άργότερα, όταν επέστρεψα άπ’ τήνεκπαιδευτική μου άδεια. Προς μεγάλη μου άνακούφιση είχε βελτιωθεί σημαντικά. Παρόλοπού με είχε διαβεβαιώσει πώς θά ήταν μιά χαρά, άνησυχούσα πολύ γιά κείνην. Δέν ξαναεΐχαποτέ άσθενή πού νά είναι πρόθυμος ν’ άποκαλύψει τόσο οδυνηρό υλικό σέ τόσο λίγο χρόνο.Ούτε κανέναν πού τ’άναφιλητά του νά ’καναν περισσότερη φασαρία. (Ή γραμματέας μου,πού το γραφείο της είναι κολλητά στο δικό μου, τήν ώρα τής θεραπείας τής Πέννυ έκανεσχεδόν πάντα διάλειμμα γιά καφέ.)

Στήν πρώτη μας συνεδρία ή Πέννυ μού είχε πει: « Εσύ βοήθα με ν’ άρχίσω. Τά ύπόλοιπα θάτά φροντίσω έγώ ». Καί πραγματικά αύτό είχε συμβεί. Στή διάρκεια τής χρονιάς πούακολούθησε τή θεραπεία μας ή Πέννυ δέν έπικοινώνησε μέ τον θεραπευτή πού τής είχαπροτείνει άλλά συνέχισε νά κάνει προόδους μόνη της.

Στή συνεδρία επανεκτίμησης ήταν σαφές ότι το πένθος της, πού παλιότερα ήταν τόσοέγκλωβισμένο, είχε κινητοποιηθεί. Ή Πέννυ ήταν άκόμα μιά στοιχειωμένη γυναίκα, οι δαίμονέςτης όμως κατοικούσαν τώρα στο παρόν κι όχι στο παρελΡ'ν. Τώρα ύπέφερε, όχι γιατί είχεξεχάσει τά γεγονότα γύρω άπ’τό θάνατο τής Κρίσσι, άλλά γιατί είχε παραμελήσει τούς δύότης γιους.

Γιά τήν άκρίβεια, ή συμπεριφορά της προς τούς γιούς της ήταν ή πιο εμφανής άπόδειξη τήςάλλαγης. Καί τά δυο αγόρια είχαν ξαναγυρίσει στο σπίτι. Καί παρόλο πού άκόμα μιαινόταν ήσύγκρουσή τους μέ τή μητέρα τους, ό χαρακτήρας της είχε αλλάξει. Είχαν πάψει νάμαλώνουν γιά τις πληρωμές τού οικογενειακού τάφου καί γιά τά γενέθλια τής Κρίσσικαι'διαπληκτίζονταν γιατί ό Μπρέντ δανείστηκε το φορτηγάκι κι ό Τζίμ δέν μπορούσε νάστεριώσει σέ μια δουλεία.

Επιπλέον ή Πέννυ συνέχιζε ν’άποδεσμεύεται απ’τήν Κρίσσι. Οι επισκέψεις της στονεκροταφείο ήταν πιο σύντομες καί λιγότερο συχνές. Χάρισε τα περισσότερα ρούχα καίπαιχνίδια τής κόρης της κι έδωσε το δωμάτιό της στον Μπρέντ. ’Έβγαλε άπ’τό ψυγείο τήντελευταία της επιθυμία καί τή διαθήκη της, σταμάτησε νά τηλεφωνεί στούς φίλους της καί νάφαντάζεται τά γεγονότα πού θά ζούσε, αν ήταν ζωντανή — γιά παράδειγμα το χορό τήςάποφοίτησης άπ’τό λύκειο ή τήν αίτησή της γιά το κολέγιο. >-

Ή Πέννυ ήταν απ’τούς άνθρώπους πού επιζούν. Νομίζω πώς το είχα καταλάβει άπ’τήνάρχή. Θυμήθηκα τήν πρώτη μας συνάντηση καί πόσο άποφασισμένος ήμουνα νά μήν πέσωστήν παγίδα νά τής προσφέρω ψυχοθεραπεία. Κι όμως έκείνη πήρε αύτό γιά το όποιοξεκίνησε: δωρεάν ψυχοθεραπεία με καθηγητή τού Στάνφορντ. Πώς είχε γίνει αύτό; Μήπωςάπλώς έτσι ήρθαν τά πράγματα; ’Ή μήπως με είχε χειριστεί πολύ επιδέξια ;

Ή μήπως ήμουνα έγώ αύτός πού είχε κάνει τούς χειρισμούς ; Δέν είχε σημασία. Κι έγώ είχαωφεληθεί άπ’τή σχέση μας. Είχα θελήσει νά μάθω γιά το πένθος, κι ή Πέννυ, μέσα σέδώδεκα μόνο ώρες, με είχε οδηγήσει σε όλο καί βαθύτερα στρώματα, ως τον πυρήνα τούπένθους.

Πρώτα εξερευνήσαμε τήν ένοχή, ένα συναίσθημα πού λίγοι επιζώντες το άποφεύγουν. ΉΠέννυ ένιωθε ένοχή γιά τήν άμνησία της κι έπειδή δέν είχε μιλήσει περισσότερο με τήν κόρητης γιά το θάνατο. Άλλοι έπιζώντες νιώθουν ένοχή γιά άλλα πράγματα, γιατί δέν πρόσφερανάρκετά, γιατί δέν ζήτησαν ιατρική βοήθεια νωρίτερα, γιατί δέν νοιάστηκαν άρκετά, γιατί δένπεριποιήθηκαν καλύτερα. Μιά άσθενής μου, μιά ιδιαίτερα περιποιητική σύζυγος, στή διάρκειατής τελευταίας του νοσηλείας δέν είχε φύγει άπ’τό πλευρό τού άντρα της γιά ολόκληρεςβδομάδες, κι όμως βασάνιζε γιά χρόνια τον έαυτό της έπειδή έκεΐνος πέθανε στά λίγα λεπτάπού έκείνη έλειψε γιά ν’άγοράσει έφημερίδα.

Ή αίσθηση ότι « θά ’πρεπε νά ’χες κάνει κάτι παραπάνω » αντανακλά, νομίζω, μιάυφέρπουσα επιθυμία νά ελέγξεις αυτό πού δέν ελέγχεται. Άλλωστε, αν κάποιος είναι ένοχοςεπειδή δέν έκανε κάτι πού όφειλε νά κάνει, αύτό συνεπάγεται ότι ύπήρχε κάτι πού μπορούσε

Page 100: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

νά γίνει — μιά άνακουφιστική σκέψη πού μας αποσπά άπ’τήν οικτρή άνημπόρια μαςμπροστά στο θάνατο. ’Οχυρωμένος μέσα σέ μιά καλοδουλεμένη ψευδαίσθηση άπεριόριστηςδύναμης καί προόδου, ό καθένας άπδ μας προσυπογράφει, τουλάχιστον ως τήν κρίση τήςμέσης ήλικίας, τήν πεποίθηση πώς ή ύπαρξη είναι μιά αιώνια άνοδική σπείρα επιτευγμάτων,πού εξαρτάται μόνο άπό τή βούλησή μας,

Αύτή ή άνακουφιστική ψευδαίσθηση μπορεί νά διαλυθεί άπό κάποια επείγουσα μήάναστρέψιμη έμπειρία, τήν οποία συχνά ά φιλόσοφοι ονομάζουν «οριακή έμπειρία». ’Απ’όλεςτις πιθανές οριακές εμπειρίες καμιά δέν μάς φέρνει πιο δραστικά άντιμέτωπους με τοπεπερασμένο καί το άπροσδόκητο (καί καμιά δέν είναι πιο ικανή νά προκαλέσει άμεση καίορατή προσωπική άλλαγή) άπό τήν επικείμενη έλευση τού δικού μας θανάτου όπως στήνιστορία τού Κάρλος («Αν ήταν νόμιμος ό βιασμός. ..» ).

Μιά άλλη συνταρακτική οριακή έμπειρία είναι ό θάνατος ένός σημαντικού άλλου —ενόςάγαπημένου συζύγου ή φίλου— πού διαλύει τήν ψευδαίσθηση ότι είμαστε άτρωτοι. Γιά τουςπερισσότερους άνθρώπους όμως ή μεγαλύτερη άπώλεια είναι ο θάνατος ενός παιδιού. Τότεή ζωή μοιάζει να εξαπολύει επίθεση σε okx τα μέτωπα: οι γονείς νιώθουν ένοχή καί τρόμολόγω τής ανικανότητάς τους να δράσουν. Θυμώνουν με τήν αδυναμία και τή φαινομενικήαναισθησία τών ανθρώπων πού παρέχουν τήν ιατρική φροντίδα. ’Ίσως να διαμαρτύρονταιγιά τήν αδικία πού τούς επιφύλαξε ό Θεός ή το σύμπαν (πολλοί συνειδητοποιούν τελικά πώςαύτό πού έμοιαζε αδικία είναι στήν πραγματικότητα κοσμική αδιαφορία). Οι πενθούντεςγονείς έρχονται επίσης κατ’ αναλογία αντιμέτωποι με τον δικό τους θάνατο: δεν μπόρεσαννά προστατέψουν ένα ανυπεράσπιστο παΐδι καί, καθώς περνα ό καιρός, συλλαμβάνουν τήνπικρή αλήθεια ότι κι εκείνους με τή σειρά τους κανείς δέν πρόκειται να τούς προστατέψει.«Γι’αύτό», όπως έγραφε ό John Donne, «ποτέ μή στείλεις να. σού πούν γιά ποιόν χτυπά ήκαμπάνα. Γιά σένα χτυπά ».

Ό φόβος τής Πέννυ γιά τον δικό της θάνατο, παρόλο πού δέν έμφανίστηκε ποτέ ξεκάθαραστή θεραπεία μας, έκδηλωνόταν έμμεσα. Γιά παράδειγμα, ή Πέννυ άνησυχούσε πολύ πώς«ό χρόνος τελείωνε » — πώς τής έμενε ελάχιστος καιρός γιά νά μορφωθεί, γιά νά πάειδιακοπές, γιά ν’άφήσει πίσω της κάποια χειροπιαστή κληρονομιά. Καί γιά νά τελειώσουμε τήδουλειά πού είχαμε άρχίσει οι δύό μας. Επιπλέον, στήν άρχή τής θεραπείας είχε δείξειέντονα σημάδια άγχους θανάτου στά όνειρά της. Σέ δύο όνειρα έρχόταν πρόσωπο μέπρόσωπο μέ το θάνατο άπό πνιγμό: στο πρώτο κρατιόταν άπό κάτι λεπτές σανίδες, ένώ ήστάθμη τού νερού υψωνόταν άμείλικτη πρός το στόμα της. Στο άλλο κρατιόταν άπ’τάάπομεινάρια τού σπιτιού της πού επέπλεαν καί ζητούσε βοήθεια άπό έναν γιατρό ντυμένοστ’ άσπρα, πού, άντί νά τή σώσει άπ’τό νερό, τής πατούσε τά δάχτυλα.

Δουλεύοντας πάνω σ’ αύτά τά όνειρα, δέν άσχολήθηκα μέ τις άνησυχίες της γιά το θάνατότης. Δώδεκα ώρες ψυχοθεραπείας είναι υπερβολικά σύντομο διάστημα γιά νά άναγνωρίσεις,νά έκφράσεις καί νά έπεξεργαστεΐς χρήσιμα το άγχος θανάτου. Αντίθετα, χρησιμοποίησα τοονειρικό υλικό γιά νά έξερευνήσω θέματα πού είχαν ήδη έμφανιστεΐ στή δουλειά μας. Είναισυχνή αύτή ή πραγματιστική χρήση τών ονείρων στήν ψυχοθεραπεία. Τά όνειρα, όπως καίτά συμπτώματα, δέν έχουν μία καί μοναδική έξήγηση: είναι ύπερπεριεκτικά καί περιέχουνπολλά νοηματικά έπίπεδα. Κανείς δέν άναλύει ποτέ έξαντλητικά ένα όνειρο. Αντίθετα, οιπερισσότεροι θεραπευτές προσεγγίζουν τά όνειρα με συνοπτικές διαδικασίες, έξετάζονταςτά θέματα πού θά έπιταχύνουν το άμεσο έργο τής θεραπείας.

’Έτσι κι έγώ. έπικέντρωσα τήν προσοχή μας στά θέματα τής άπώλειας τού σπιτιού της καίτού ξεθεμελιώματος τής ζωής της. Χρησιμοποίησα έπίσης τα όνειρα γιά νά δουλέψω πάνωστή σχέση μας. Ή βουτιά σε βαθιά νερά συμβολίζει συχνά τήν καταβύθιση στά βάθη τούάσυνειδήτου. Καί, φυσικά, έγώ ήμουνα ό γιατρός πού φορούσε άσπρα κι άρνιόταν νά τήβοηθήσει, άντίθετα μάλιστα τής πατούσε τά δάχτυλα. Στή συζήτηση πού άκολούθησε, ήΠέννυ εξερεύνησε γιά πρώτη φορά τήν έπιθυμία της γιά υποστήριξη και καθοδήγηση άπόμένα καί τήν άπέχθειά της γιά τις προσπάθειές μου νά τήν έντάξο.) στήν έρευνά μου κι όχι νάτήν άντιμετωπίσω ώς άσθενή.

Page 101: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Χρησιμοποίησα μιά ορθολογική προσέγγιση τής ένοχης της καί τής έπίμονης έξάρτησηςάπ’τή μνήμη τής κόρης της : τής. έδειξα τήν άντίφαση άνάμεσα στήν πίστη της στήμετενσάρκωση καί τή συμπεριφορά της. Ενώ συχνά μιά τέτοια έκκληση στή λογική είναιάναποτελεσματική, ή Πέννυ ήταν κατά βάθος ένας καλά συγκροτημένος καί έφευρετικόςάνθρωπος, πού άνταποκρινόταν σε μιά πειστική έπίχειρηματολογία.

Στο επόμενο στάδιο τής θεραπείας έξερευνήσαμε τήν ιδέα ότι «πρέπει νά μάθουμε νάζούμε με τούς ζωντανούς, γιά νά μάθουμε νά ζούμε με τούς νεκρούς ». ’Έχω ξεχάσει πιά αντά λόγια' αύτά ήταν τής Πέννυ ή δικά μου ή κάποιου συναδέλφου, άλλά είμαι βέβαιος πώς ήΠέννυ ήταν έκείνη πού μ’έκανε νά συνειδητοποιήσω πόσο σημαντική είναι αύτή ή σκέψη

’Από πολλές πλευρές οι γιοί της ήταν τά άληθινά θύματα αύτής τής τραγωδίας — όπωςσυμβαίνει συχνά μέ τ’αδέλφια παιδιών πού πεθαίνουν. Μερικές φορές, όπως στήν οικογένειατής Πέννυ, τά παιδιά πού έπιζούν ύποφέρουν, γιατί πάρα πολύ μεγάλο μέρος τής ένέργειαςτών γονιών είναι συνυφασμένο μέ το νεκρό παιδί, το όποιο καί μνημονεύεται συνέχεια καίέξιδανικεύεται. Μερικά παιδιά άγανακτούν μέ τον άδελφό ή την αδελφή τους πού πέθανεέχοντας οικειοποιηθεί τόσο χρόνο καί ένέργεια τών γονιών. Συχνά ή άγανάκτηση συνυπάρχειμέ το δικό τους πένθος καί μέ τή δική τους κατανόηση τού διλήμματος τών γονιών. Όσυνδυασμός αύτός είναι ή καλύτερη συνταγή γιά ν’ άναπτυχθεΐ ή ένοχή στο παΐδι πούεπέζησε, με αποτέλεσμα το παιδί να βιώνει τήν αίσθηση ότι είναι κακό καί δέν αξίζει τίποτα.

"Ενα άλλο πιθανό σενάριο, πού εύτυχώς δέν συνέβη με τήν Πέννυ, είναι νά κάνουν άμέσωςοι γονείς ένα άλλο παιδί, έναν άντικαταστάτη. Συχνά οι συνθήκες εύνοούν αύτή τήν έξέλιξη,άλλά καμιά φορά αύτο προκαλεί περισσότερα προβλήματα άπ’ όσα λύνει. Το καινούργιοπαιδί μπορεί ένδεχομένως νά βλάψει τή σχέση μέ τά παιδιά πού έπέζησαν. Επιπλέον, τοπαιδί-άντικαταστάτης υποφέρει κι αύτό, ιδίως αν το πένθος τών γονιών παραμένειάνεπίλυτο. Το νά μεγαλώνεις κουβαλώντας τις ελπίδες τών γονιών σου ότι θάπραγματοποιήσεις τούς στόχους πού δέν πραγματοποίησαν στή ζωή τους είναι ήδη βαρύ,άλλά το πρόσθετο βάρος νά φιλοξενείς το πνεύμα τού νεκρού σου άδελφού μπορεί νάπνίξει τή λεπτή διαδικασία τής διαμόρφωσης τής προσωπικότητας.

"Ενα άλλο συχνό σενάριο είναι ότι οι γονείς ύπερπροστατεύουν τά παιδιά πού επιζούν. Στήνεπανεκτίμηση έμαθα ότι ή Πέννυ άρχιζε νά γίνεται λεία αύτής τής τάσης : φοβόταν ότανοδηγούσαν οι γιοί της, δέν ήθελε νά τούς δανείζει το φορτηγό καί άρνιόταν σθεναράν’άγοράσουν μηχανή. Επιπλέον επέμενε νά κάνουν υπερβολικά συχνές εξετάσεις γιά νάβεβαιωθούν ότι δέν έχουν καρκίνο.

Ή μοίρα τού γάμου τής Πέννυ είναι δυστυχώς πάρα πολύ κοινή στις οικογένειες πού έχουνχάσει ένα παιδί. Ή ερευνά δείχνει ότι, άντί γιά το άναμενόμενο, ή τραγωδία τού θανάτου ενόςπαιδιού νά συνδέσει άκόμα πιο στενά τήν οικογένεια, πολλοί πενθούντες γονείς άναφέρουναύξημένη συζυγική δυσαρμονία. Ή άκολουθία τών γεγονότων στο γάμο τής Πέννυ είναιχαρακτηριστική : ό άντρας κι ή γυναίκα πενθούν μέ διαφορετικούς —γιά τήν άκρίβεια, μεδιαμετρικά άντίθετους— τρόπους. Οι σύζυγοι είναι συχνά ανίκανοι νά καταλάβουν καί νάυποστηρίξουν ό 'ένας τον άλλον. Καί το πένθος τού ενός παρενοχλεί ένεργητικά το πένθοςτού άλλου, προκαλώντας τριβές, άποξένωση καί τελικά χωρισμό.

Ή ψυχοθεραπεία έχει πολλά νά προσφέρει στους γονείς πού πενθούν. Ή θεραπεία ζεύγουςμπορεί νά φωτίσει τις πηγές τής συζυγικής έντασης καί νά βοηθήσει τον κάθε σύντροφον’άναγνωρίσει καί νά σεβαστεί τον τρόπο τού άλλου νά πενθεί. Ή άτομική ψυχοθεραπείαμπορεί νά βοηθήσει τον άνθρωπο νά τροποποιήσει το δυσλειτουργικό του πένθος. Παρόλοπού άποφεύγω πάντα τις γενικεύσεις, στήν περίπτωση αύτή τά στερεότυπα άνδρών-γυναικών ισχύουν συχνά. Πολλές γυναίκες, όπως ή Πέννυ, έχουν άνάγκη νά ξεπεράσουν τήνέπαναληπτική έκφραση τής άπώλειάς τους καί νά ξαναμπούν στή σχέση τους με τούςζωντανούς, με τά σχέδια τής ζωής τους, μέ όλα τά πράγματα πού μπορούν νά τούςπαρέχουν νόημα στή ζωή. Οι άντρες συνήθως πρέπει νά διδαχτούν νά βιώνουν καί νάμοιράζονται (άντί νά καταπνίγουν και ν’ άποφεύγουν) τή θλίψη τους.

Page 102: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Στήν επόμενη φάση τής επεξεργασίας τού πένθους, ή Πέννυ άφησε τά δυο όνειρά της -μέτο ιπτάμενο τρένο καί τήν εξέλιξη, με το γάμο καί τήν άναζήτηση ενός χώρου γιά ν’άλλάξεινάτήν οδηγήσουν στήν εξαιρετικά σπουδαία άνακάλυψη ότι το πένθος της γιά τήν Κρίσσι ήτανάνάμεικτο με πένθος γιά τον έαυτό της καί γιά τις δικές της άπραγματοποίητες επιθυμίες καίδυνατότητες.

Το τέλος τής σχέσης μιας τήν οδήγησε ν’ άνακαλύψει ένα τελευταίο επίπεδο πένθους.Φοβόταν το τέλος τής θεραπείας γιά πολλούς λόγους : φυσικά θά έχανε τήν έπαγγελματικήμου καθοδήγηση, καί θά τής έλειπα κι' έγώ προσωπικά — άλλωστε ποτέ στο παρελθόν δένξαναεΐχε τήν προθυμία νά εμπιστευτεί έναν άντρα καί νά δεχτεί βοήθεια άπό κείνον. Πέρααπ’αυτό όμως, καί μόνο το γεγονός τού τερματισμού τής θεραπείας τής έφερνε ζωηρέςμνήμες όλων τών άλλων οδυνηρών απωλειών πού είχε ύποστεΐ άλλά πού δέν είχε ποτέεπιτρέψει στον. έαυτό της νά νιώσει βαθιά καί νά θρηνήσει.

Το γεγονός ότι μεγάλο μέρος τής αλλαγής τής Πέννυ μέσα στήν ψυχοθεραπεία ήταν δικό τηςέργο καί συνέχιζε νά κατευθύνεται άπό τήν ίδια., περιέχει ένα σημαντικό μάθημα γιά τούςθεραπευτές, μιά άνακουφιστική σκέψη πού μοιράστηκε μαζί μου ένας άπ’τούς δασκάλουςμου στήν άρχή τής εκπαίδευσής μου : «Μήν ξεχνάς ότι δέν μπορείς νά κάνεις έσύ όλη τήδουλειά. Αρκέσου νά βοηθήσεις τον άσθενή νά συνειδητοποιήσει τί πρέπει νά γίνει κι έπειταέμπιστέψου τή δική του έπιθυμία γιά ώρίμαση καί άλλαγή ».

Page 103: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

« Ποτέ δέν φανταζόμουν πώς θα συμβεί σέ μένα »

ΧΑΙΡΕΤΗΣΑ ΤΗΝ ΕΛΒΑ πού περίμενε στήν άναμονή, και . περπατήσαμε μαζί τή μικρήάπόσταση ως το γραφείο μου. Κάτι είχε συμβεί. Σήμερα ήταν διαφορετική, έσερνε τά πόδιατης άποθαρρημένη, άποκαρδιωμένη. Τις τελευταίες έβδομάδες είχε μιά ελαφράδα στοπερπάτημα, σήμερα όμως έμοιαζε πάλι στή βαριά, κατηφή γυναίκα πού γνώρισα πριν άπόοχτώ μήνες. Θυμάμαι τά πρώτα της λόγια: «Νομίζω πώς χρειάζομαι βοήθεια. Ή ζωή μου δένέχει κανένα νόημα. ’Έχει περάσει ένας χρόνος άπό τότε πού πέθανε ό άντρας μου, άλλά τάπράγματα δέν πάνε καθόλου καλύτερα. ’Ίσως νά μή μαθαίνω γρήγορα ».

Είχε όμως άποδειχτει πώς μάθαινε μιά χαρά. Γ ιά τήν άκρίβεια, ή θεραπεία της προχωρούσειδιαίτερα καλά — ίσως νά κυλούσε ύπερβολικά εύκολα. Τί μπορεί νά τή γύρισε τόσο πολύπίσω ;

Μόλις κάθισε, αναστέναξε καί είπε : « Ποτέ δέν φανταζόμουν πώς θά συμβεί σέ μένα ».

Τήν είχαν κλέψει. ’Απ’τήν περιγραφή της έμοιαζε μια απλή περίπτωση τσαντάκια. Ό κλέφτηςτήν είχε προφανώς έντοπίσε·. σ’ ένα παραλιακό εστιατόριο τού Μόντερεϊ, όπου τήν είδε νακερνάει τρεις φίλες της -όλες ήλικιωμένες χήρες— πληρώνοντας το λογαριασμό σέ μετρητά.Τήν άκολούθησε προφανώς ως το πάρκινγκ, μέ τον παφλασμό τών κυμάτων νά σκεπάζει τάβήματά του, δρμησε καί, χωρίς νά επιβραδύνει το βήμα του, τής βούτηξε τήν τσάντα καίπήδησε μέσα στο αυτοκίνητό του που ήταν παρκαρισμένο έκεί δίπλα.

Παρά τά πρησμένα πόδια της ή Έλβα έτρεξε πίσω στο εστιατόριο νά φωνάξει βοήθεια, αλλαφυσικά ήταν πολύ άργα.

Λίγες ώρες άργότερα ή αστυνομία βρήκε τήν τσάντα της νά κρέμεται άδεια σ’έναν θάμνο,στο πλάι του δρόμου.

Τριακόσια δολάρια ήταν σημαντικό ποσό γιά κείνην, καί γιά λίγες μέρες αύτό τήνάπασχολούσε. Ή άνησυχία αύτή όμως σιγά σιγά εξανεμίστηκε καί στή θέση της έμεινε έναπικρό κατακάθι — ένα κατακάθι πού το εξέφραζε μέ τή φράση «Ποτέ δέν φανταζόμουν πώςθά συμβεί σέ μένα». Μαζί μέ τήν τσάντα της καί μέ τά τριακόσια δολάρια τής είχαν κλέψει καίμιά ψευδαίσθηση — τήν ψευδαίσθηση τής προσωπικής της ιδιαιτερότητας. Ή ’Έλβα ζούσεπάντα στον κύκλο τών προνομιούχων, έξω άπ’τά δυσάρεστα, μακριά άπ’ τις άσχημεςταλαιπωρίες πού βασάνιζαν τούς κοινούς άνθρώπους — έκεΐνες τις μάζες πού βλέπουμεστις στήλες τών έφημερίδων καί τών ειδήσεων καί πέφτουν αιωνίως θύματα κλοπών καίέπιθέσεων.

Ή κλοπή άλλαξε τά πάντα. Πάει ή βολική, ή εύκολη ζωή της. Πάει ή άσφάλεια. °Ως τώρα τοσπίτι της ήταν γιά κείνην μιά φωλιά, μέ τά μαξιλάρια του, μέ τούς κήπους του, μέ τά ριχτάριατου καί τά παχιά χαλιά του. Τώρα δέν έβλεπε παρά κλειδαριές, πόρτες άσφαλείας,συναγερμούς καί τηλέφωνα. Ανέκαθεν έβγαζε βόλτα το σκύλο της στις έξι το πρωί. Τώρα ήπρωινή ήσυχία έμοιαζε άπειλητική. Κι έκείνη κι ό σκύλος της σταματούσαν κάθε τόσο κιάφουγκράζονταν τον κίνδυνο.

Τίποτ’άπ’αύτά δέν είναι περίεργο. Ή ’Έλβα είχε τραυματιστεί ψυχικά καί τώρα υπέφερε άπόκοινό μετατραυματικό στρές. ’Έπειτα άπό ένα άτύχημα ή μιά έπίθεση οι περισσότεροιάνθρωποι νιώθουν άνασφαλεΐς, έχουν μειωμένο ούδό αιφνιδιασμού καί βρίσκονται σέύπερεγρήγορση. Σιγά σιγά ό χρόνος σβήνει τήν άνάμνηση τού γεγονότος, καί τά θύματαέπιστρέφουν προοδευτικά στήν προηγούμενη κατάσταση έμπιστοσύνης. *

Γιά τήν ’Έλβα όμως ήταν κάτι περισσότερο άπό μιά απλή έπίθεση. Είχε ραγίσει ή άποψή τηςγιά τον κόσμο. Παλιότερα υποστήριζε πώς « Άν ένας άνθρωπος εχει μάτια, αυτιά καί στόμα,μπορώ νά καλλιεργήσω τή φιλία του ». ’Όχι πιά όμως. Δέν πίστευε πιά στήν καλοσύνη, δένπίστευε πιά πώς ή ίδια ήταν άτρωτη. ’Ένιωθε γυμνή, συνηθισμένη, άπροστάτευτη. Ήπραγματική επίδραση αυτής τής κλοπής ήταν ότι διέλυσε τήν ψευδαίσθηση καί

Page 104: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

επιβεβαίωσε, μέ βάναυσο τρόπο, το θάνατο τού άντρα της.

Το ήξερε βέβαια πώς ο ’Άλμπερτ είχε πεθάνει. Ήταν πεθαμένος καί θαμμένος στον τάφοτου έδώ κι ενάμιση χρόνο. Ή ’Έλβα είχε περάσει ολόκληρη τήν τελετουργική διαδρομή τήςχήρας — άπό τή διάγνωση τού καρκίνου, μέσα άπό τή φριχτή ταλαιπωρία τής μακρόχρονηςχημειοθεραπείας, τήν τελευταία τους επίσκεψη στο Καρμέλ, τήν τελευταία τους βόλτα στοΚάμινο Ρεάλ, ως το νοσοκομειακό κρεβάτι πού εγκατέστησαν στο σπίτι, ως τήν κηδεία, τήγραφειοκρατία, τις όλο καί λιγότερες προσκλήσεις γιά δείπνο, τις λέσχες γιά χήρες καίχήρους, τις ατελείωτες μοναχικές νύχτες. Είχε υποστεί ολόκληρη τήν καταστροφή πούσυνοδεύει το θάνατο.

Κι όμως είχε διατηρήσει τήν αίσθηση' ότι ή ύπαρξη τού ’Άλμπερτ συνεχιζόταν, καί κατ’επέκταση ότι ή δική της άσφάλεια καί ιδιαιτερότητα έξακολουθούσαν νά υφίστανται.Συνέχιζε νά ζει « δήθεν », σάν ό κόσμος νά ήταν ένα άσφαλες μέρος, σάν ό Άλμπερτ ναυπήρχε καί νά βρισκόταν στο έργαστήρ.α πίσω απ’ το γκαράζ.

Προσοχή, δέν μιλώ γιά παραίσθηση. Λογικά ή ’Έλβα ήξε:ε πώς ό Άλμπερτ δέν υπήρχε πιά,άλλά ζούσε άκόμα τή ρουτίνα της, τήν καθημερινή της ζωή πίσω άπό ένα πέπλοψευδαίσθησης πού μούδιαζε τον πόνο καί μαλάκωνε τήν έκθαμβωτική λάμψη τηςεπίγνωσης. Είχαν περάσει πάνω άπό σαράντα χρόνια άπό τότε πού είχε κάνει ένασυμβόλαιο με τή ζωή, ένα συμβόλαιο πού ή γένεση καί οι άκριβεΐς οροί του είχαν σβηστείάπ’τό χρόνο άλλά πού ή βασική του φύση ήταν σαφής: ό Άλμπερτ θα τή φρόντιζε γιά πάντα.Πάνω σ’ αυτά τά άσυνείδη τα θεμέλια ή ’Έλβα είχε χτίσει ολόκληρο τον υποθετικό της κόσμο— έναν κόσμο όπου πρωταγωνιστούσε ή ασφάλεια κι ο καλοκάγαθος πατερναλισμός.

Ό Άλμπερτ ήταν ένας πολυτεχνίτης. Είχε δουλέψει ώς κατασκευαστής σκεπών, μηχανικόςαυτοκινήτων, τεχνίτης γιά κάθε εργασία, εργολάβος. Μπορούσε νά επισκευάσει τά πάντα.’Αν τον τραβούσε μιά φωτογραφία ενός επίπλου ή κάποιου άντικειμένου σ’ένα περιοδικό ήμιά έφημερίδα, θά προσπαθούσε νά το άντιγράψει στο έργαστήριό του. Έγώ που είχα άπόπάντα μιά απελπιστική άδεξιότητα σε ό,τι άφορά τά μαστορέματα και τά έργαλεΐα, τήνάκουγα μαγεμένος. Είναι τρομερά άνακουφιστικό νά ζεις σαρανταένα χρόνια μ’ένανπολυτεχνίτη. Καταλάβαινα εύκολα γιατί ή ’Έλβα κρεμόταν άπ’ τήν αίσθηση ότι ό Άλμπερτύπήρχε άκόμα, έκεΐ πίσω στο εργαστήρι του, νά τήν προσέχει καί νά επισκευάζει πράγματα.Πώς νά τήν εγκαταλείψει ; Καί γιατί νά το κάνει; Αύτή ή άνάμνηση, ενισχυμένη άπόσαρανταένα χρόνια εμπειρίας, είχε υφάνει γύρω της ένα κουκούλι που τήν προστάτευεαπ’τήν πραγματικότητα — ως τή στιγμή που τής έκλεψαν τήν τσάντα.

"Οταν πρωτογνώρισα τήν ’Έλβα πριν άπό οχτώ μήνες, δέν έβρισκα καί πολλά ν’ άγαπήσωπάνω της. ’Ήτανε μιά κοντόχοντρη, καθόλου γοητευτική γυναίκα, έν μέρει καλικάντζαρος, ένμέρει ξωτικό, έν μέρει βάτραχος, κι όλες αύτές οι πλευρές της ήταν κακοδιάθετες. Μέκαθήλωνε ή πλαστικότητα τού προσώπου της: έκανε συσπάσεις, γκριμάτσες, καί γούρλωνετά μάτια της, πότε ένα ένα, πότε σε ντουέτο. Το φρύδι της μέ τις μεγάλες φουντωτές τρίχεςέμοιαζε ζωντανό. Ή γλώσσα της, πάντα ορατή, άλλαζε ριζικά μέγεθος καθώς μπαινόβγαινεστο στόμα της ή κύκλωνε τά ύγρά, λαστιχωτά, πάλλοντα χείλη της· Θυμάμαι πόσοδιασκέδαζα καί σχεδόν γελούσα δυνατά κάποιες φορές φανταζόμενος ότι τή συστήνω σέάσθενεΐς που παίρνουν χρόνια ήρεμιστική άγωγή κι έχουν άναπτύξει όψιμη δυσκινησία (μιάφαρμακογενή άνωμαλία τών μυών τού προσώπου). Οι καημένοι θα ένιωθαν αμέσωςβαθύτατα προσβεβλημένοι, γιατί θα πίστευαν πώς ή ’Έλβα τούς κορόιδευε.

Αύτό όμως πού κυρίως με απωθούσε στήν ’Έλβα ήταν ό θυμός της. ’Έσταζε οργή καί στιςπρώτες μας συναντήσεις είχε κάτι κακό να πει γιά όλους τούς γνωστούς της — εκτός,φυσικά, άπ’τόν ’Άλμπερτ. Αντιπαθούσε τούς φίλους πού δέν τήν καλούσαν πια.’Αντιπαθούσε εκείνους που δέν τήν έκαναν νά νιώθει ανετα. Είτε την έκαναν παρέα είτε τηναπέκλειαν, το ιοιο έκανε: έβρισκε σ’όλους κάτι ν’άντιπαθήσει. ’Αντιπαθούσε τούς γιατρούςπού τής είχαν πει ότι ό Άλμπερτ ήταν καταδικασμένος. ’Ακόμα περισσότερο άντιπαθούσεεκείνους πού τής είχαν προσφέρει ψεύτικες έλπίδες.

Page 105: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Εκείνες οι φορές ήταν πολύ δύσκολες γιά μένα. Είχα περάσει ώρες καί ώρες στήν παιδικήμου ήλικία μισώντας σιωπηλά τήν κακογλωσσιά τής μητέρας μου. Θυμάμαι τά παιχνίδια τήςφαντασίας πού έπαιζα παιδί, προσπαθώντας νά επινοήσω τήν ύπαρξη κάποιου πού νάμήν τον άντιπαθεΐ: Μιας γλυκιάς θείας ; Ενός παππού πού τής έλεγε παραμύθια; Ενόςμεγαλύτερου συντρόφου της στο παιχνίδι, πού τήν είχε ύπερασπιστει; Ποτέ όμως δέν βρήκακανέναν. Εκτός, φυσικά, άπ’τόν πατέρα μου, άλλά κι αύτός στήν πραγματικότητα ήτανεκομμάτι .ης, δικό της φερέφωνο, δικό της άνδρείκελο, δική της δημιουργία, πού ( σύμφωνα μετον πρώτο νόμο τής ρομποτικής τού Ασίμοφ) δεν μπορούσε νά στραφεί ενάντια στονδημιουργό του, παρά τις προσευχές μου νά τής άστραφτε ένα σκαμπίλι έστω μιά φορά μόνομιά φορά, μπαμπά, σέ παρακαλώ!

Το μόνο πού μπορούσα νά κάνω μέ τήν ’Έλβα ήταν νά περιμένω, νά τήν ακούω, κάπως νάύπομένω τή συνεδρία καί νά χρησιμοποιώ όλη μου τή δημιουργική φαντασία γιά νά βρώ κάτιύποστηρικτικό νά τής πώ — συνήθως κάποιο αδιάφορο σχόλιο γιά το πόσο δύσκολο πρέπεινά είναι γιά κείνην νά κουβαλάει τόσο θυμό. Κάποιες φορές, σχεδόν με πονηριά, τή ρωτούσαγιά άλλους άνθρώπους τού οικογενειακού της περιβάλλοντος. Σίγουρα θα υπήρχε κάποιοςπού άξιζε τήν εκτίμησή της. Αλλά δέν εξαιρούσε κανέναν. Ό γιος της; Είπε ότι « το άσανσέρτου δέν ανέβαινε καί στον ψηλότερο όροφο». Ήταν «απών»: κι έκεΐ νά ήταν, ήταν « απών ».Ή νύφη της ; Σύμφωνα μέ τήν ’Έλβα ήταν « μιά ΓΑΠ » — Γλυκιά Αμερικανίδα Πριγκίπισσα.Γυρίζοντας σπίτι ό γιος της τηλεφωνούσε στή γυναίκα του άπ’ το τηλέφωνο τού αύτοκινήτου,γιά νά τής πει πώς ήθελε νά φάει άμέσως. Κανένα πρόβλημα. Ή ΓΑΠ μπορούσε νά τό κάνει.Μιά ΓΑΠ, μού θύμισε ή ’Έλβα, χρειαζόταν μόνο έννιά λεπτά γιά νά μαγειρέψει — νά χώσει έναγκουρμέ κατεψυγμένο πιάτο μέ λίγες θερμίδες στο φούρνο μικροκυμάτων.

"Ολοι είχαν παρατσούκλια. Ή εγγονή της, «ή Ωραία Κοιμωμένη » ( το ψιθύριζε μ’ ένα τεράστιοσυνοφρύωμα καί κούνημα τού κεφαλιού), είχε δύο μπάνια — δύο, αν τό πιστεύεις. Ήκαθαρίστρια της, πού τήν είχε προσλάβει γιά νά μήν είναι τελείως μόνη, ήταν «Τρελοκαμ"έρω » καί τόσο χαζή πού προσπαθούσε νά κρύψει ότι κάπνιζε έκπνέοντας τονκαπνό πρός τά κάτω, τήν ώρα πού τραβούσε το καζανάκι. Ή φαντασμένη παρτεναίρ τηςστο μπριτζ ήταν ή Μαντάμ Σουσού ( καί ή Μαντάμ Σουσού ήταν σπίρτο μπροστά στούςυπόλοιπους, όλα τά ζόμπυ μέ Αλτσχάιμερ καί τούς κατεστραμμένους άλκοολικούς πού,σύμφωνα μέ τήν ’Έλβα, άποτελούσαν τον πληθυσμό τών παικτών μπριτζ τού ΣάνΦρανσίσκο ).

Κάπως όμως, παρά τήν κακία της καί παρά τήν άντιπάθειά μου γι’ αυτήν καί γιά τήνομοιότητά της μέ τή μητέρα μου, καταφέραμε νά ξεπεράσουμε αύτές τις συνεδρίες.Υπέμεινα τον εκνευρισμό μου, πλησίασα λίγο, έλυσα τήν άντιμεταβίβαση μου διαχωρίζοντάςτην άπ’ τή μητέρα μου καί άργά άργά άρχισα νά νιώθω μιά ζεστασιά γιά κείνην.

Νομίζω ότι ή καμπή συνέβη μιά μέρα πού βούλιαξε στήν πολυθρόνα μου λέγοντας: «Ουφ!Κουράστηκα». Απαντώντας στά υψωμένα μου φρύδια, μού έξήγησε ότι είχε μόλις παίξειδεκαοχτώ τρύπες στο γκολφ μέ τον εικοσάχρονο άνιψιό της. (Ή ’Έλβα ήταν εξήντα χρονών,ένα σαρανταπέντε καί τουλάχιστον ογδόντα κιλά.)

« Πώς τα πήγες ; » ρώτησα χαρωπά, γιά νά δώσω συνέχεια στή συζήτηση.

’Έσκυψε_πρός το μέρος μου, έβαλε το χέρι μπροστά στο στόμα της σάν γιά νά μήν τήνάκούσει κανείς άλλος μες στο δωμάτιο, μου έδειξε έναν εντυπωσιακό άριθμό άπό τεράστιαδόντια καί είπε : «Του έδωσα στ’αυτιά ! »

Μου φάνηκε άπίθανα άστεΐο κι άρχισα νά γελάω ασταμάτητα, ώσπου τά μάτια μου γέμισανδάκρυα. Τής άρεσε το γέλιο μου. ’Αργότερα μου είπε πώς ήταν ή πρώτη αυθόρμητη πράξηάπό τον Χέρ Ντόκτορ Προφέσορ (ώστε αύτό ήταν το δικό μου παρατσούκλι! ) καί γέλασεμαζί μου. ’Έπειτα άπ’αύτό άρχίσαμε νά τά πηγαίνουμε καταπληκτικά. Άρχισα νά τήν εκτιμώ— νά εκτιμώ τήν καταπληκτική της αίσθηση του χιούμορ, τήν εξυπνάδα της, το πόσο κωμικήήταν. Είχε περάσει μιά πλούσια ζωή με πολλά γεγονότα. Μοιάζαμε σε πολλά. "Οπως κι έγώ,είχε κάνεί το μεγάλο άλμα τών γενεών. Οι γονείς μου έφτασαν στήν Αμερική στά είκοσί τους

Page 106: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

χρόνια, άφραγκοι μετανάστες απ’ τή Ρωσία. Οι δικοί της είχαν έρθει πάμπτωχοι άπ’τήν’Ιρλανδία, κι ή ’Έλβα είχε γεφυρώσει το χάσμα άνάμεσα στις ιρλανδ. .ες εργατικέςπολυκατοικίες τής Νότιας Βοστόνης καί στά ερασιτεχνικά τουρνουά μπριτζ του Νόμπ Χίλλστο Σάν Φρανσίσκο.

Στο ξεκίνημα τής θεραπείας μιά ώρα μέ τήν ’Έλβα σήμαινε γιά μένα σκληρή δουλειά.Σερνόμουν κάθε φορά πού πήγαινα να τή φέρω άπ’τήν άναμονή. ’Έπειτα όμως άπόμερικούς μήνες όλ’αύτά άλλαξαν. Περίμενα μέ χαρά το ραντεβού μας. Καμιά άπ’τίς συνεδρίεςδέν περνούσε χωρίς ένα χορταστικό γέλιο. Ή γραμματέας μου έλεγε πώς πάντα μάντευε άπ’τό χαμόγελό μου πώς είχα δει τήν ’Έλβα.

Συναντιόμασταν μιά φορά τήν εβδομάδα γιά αρκετούς μήνες, κι ή θεραπεία προχωρούσεκαλά, όπως συνήθως συμβαίνει όταν θεραπευτής καί θεραπευόμενος χαίρονται ό ένας τονάλλον. Μιλήσαμε γιά τη χηρεία της, γιά τήν άλλαγή του κοινωνικού της ρόλου, γιά το φόβο τηςνά είναι μόνη, γιά τή θλίψη της πού δέν τήν αγγίζουν πιά σωματικά. Πάνω άπ’όλα όμωςμιλήσαμε γιά το θυμό της — γιά το πώς είχε διώξει άπό κοντά της τήν οικογένεια και τούςφίλους της. Σιγά σιγά έγκατέλειψε τήν οργή της. ’Έγινε πιο μαλακιά καί τρυφερή. Οι ιστορίεςτης γιά τήν Τρελοκαμπέρω, γιά τήν Ωραία Κοιμωμένη, τή μαντάμ Σουσού καί γιά τή διμοιρίαΑλτσχάιμερ στο μπριτζ έγιναν λιγότερο πικρόχολες. ’Έγιναν επανασυνδέσεις. Καθώς ό θυμόςτης υποχωρούσε, ή οικογένεια καί οι φίλοι της ξαναεμφανίστηκαν στή ζωή της. Πήγαινε τόσοκαλά, ώστε είχα άρχίσει νά σκέφτομαι νά θέσω το ζήτημα τού τερματισμού. Καί άκριβώςέκείνη τήν περίοδο τής έκλεψαν τήν τσάντα.

"Οταν τής συνέβη ή κλοπή, ή ’Έλβα ένιωσε σάν νά ξαναγύρισε έκεΐ άπ’όπου ξεκίνησε. Ήκλοπή φώτισε πάνω άπ’όλα το πόσο συνηθισμένη ήταν, κι l:ύτο άκριβώς πού είπε, «Ποτέδέν φανταζόμουν πώς θά συμβεί σέ μένα », άντανακλούσε τήν άπώλεια τής πίστης τηςστήν προσωπική της ίδαιτερότητα. ’Ακόμα βέβαια ή ’Έλβα ήταν ιδιαίτερη, γιατί είχε ιδιαίτερεςποιότητες καί χαρίσματα, γιατί είχε μιά μοναδική ιστορία ζωής, γιατί άπ’όλους τούςάνθρώπους πού έζησαν ποτέ κανένας δέν ήταν ολόιδιος μ’έκείνην. Αύτή είναι ή ορθολογικήπλευρά τής ιδιαιτερότητας. ’Εμείς οι άνθρωποι όμως (κάποιοι μάλιστα περισσότερο άπόάλλους ) έχουμε καί μιά παράλογη αίσθηση ιδιαιτερότητας. Είναι ένας άπ’τούς κυριότερουςτρόπους μας ν’άρνούμαστε το θάνατο, καί το κομμάτι τού μυαλού μας πού ή δουλειά τουείναι νά καταπραΰνει, τον τρόμο θανάτου, γεννά τήν παράλογη πεποίθηση πώς είμαστεάτρωτοι — ότι δυσάρεστα πράγματα όπως τά γηρατειά κι ό θάνατος ίσως νά είναι ό κλήροςτών άλλων άλλά όχι ό δικός μας, ότι έμεΐς υπάρχουμε πέραν τού νόμου, πέραν τούάνθρώπινου καί τού βιολογικού πεπρωμένου.

Παρόλο πού ή ’Έλβα άντέδρασε στήν αρπαγή τής τσάντας της μέ τρόπους πού έμοιαζανπαράλογοι (δηλώνοντας, γιά παράδειγμα, πώς δέν ήταν φτιαγμένη γιά νά ζει σ’ αύτή τή γη, ήφοβούμενη νά βγει άπ’τό σπίτι της), ήταν σαφές ότι στήν πραγματικότητα ύπέφερε επειδήτής στέρησαν τον παραλογισμό της. Ή αίσθηση πού είχε ότι είναι κάτι ιδιαίτερο, ότι είναιέφοδιασμένη με μιά μαγική ιδιότητα, ότι άποτελεΐ έξαίρεση, ότι είναι αιώνια προστατευμένη— όλες αύτές οι αύταπάτες πού τής είχαν ως τώρα φανεί τόσο χρήσιμες έχασαν ξαφνικάτήν πειστικότητά τους. Οι ψευδαισθήσεις της έγιναν διάφανες, κι αύτό πού ως τώρακρυβόταν πίσω τους βρισκόταν πλέον μπροστά της, γυμνό καί τρομαχτικό.

Το τραύμα τού πένθους της ήταν τώρα εντελώς έκτεθειμένο. Ήρθε ή στιγμή, σκέφτηκα, νάτ’άνοίξουμε διάπλατα, νά το καθαρίσουμε, και νά τ’άφήσουμε νά γιατρευτεί γνήσια κιάληθινά.

« Καταλαβαίνω πολύ καλά, τί έννοεις, όταν λες ότι δέν φαντάστηκες ποτέ πώς θά σούσυνέβαινε τέτοιο πράγμα», είπα. « Μού είναι καί μένα πολύ δύσκολο νά δεχτώ πώς θάυποστώ κι έγώ, όπως όλοι, αύτά τά πλήγματα — τά γηρατειά, τήν άπώλεια, το θάνατο ».

Ή ’Έλβα συμφώνησε μ’ένα κούνημα τού κεφαλιού, καί το ύψωμένο φρύδι της έδειχνε πώςείχε έκπλαγεΐ πού είχα πει κάτι προσωπικό μου.

Page 107: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

« Θά νιώθεις, φαντάζομαι, πώς αν ζούσε ό Άλμπερτ δεν θά σού συνέβαινε ποτέ κάτι τέτοιο». Αγνόησα τή βιαστική απάντησή της πώς, αν ζούσε ό Άλμπερτ, δέν θά ’βγάζε ποτέ αυτέ;τις τρεις γριές κότες γιά φαγητό. « Ή κλοπή λοιπόν σέ υποχρεώνει νά συνειδητοποιήσεις τογεγονός πώς έχει φύγει γιά πάντα ».

Τά μάτια της γέμισαν δάκρυα, άλλά ένιωθα πώς είχα το δικαίωμα καί τήν υποχρέωση νάπροχωρήσω. « Αύτό το γνώριζες ήδη, το ξέρω. Αλλά ένα μέρος σου δέν το είχε καταλάβει.Τώρα καταλαβαίνεις πραγματικά πώς έχει πεθάνει. Δέν είναι έξω στήν αύλή. Δέν είναι πίσωστο εργαστήρι. Δέν είναι πουθενά. Μόνο στις άναμνήσεις σου ».

Ή ’Έλβα έκλαιγε τώρα στ’αλήθεια, καί το στρουμπουλό της περίγραμμα ταραζόταν γιάαρκετή ώρα άπό αναφιλητά. Ήταν κάτι πού δέν το είχε ξανακάνει εδώ, μαζί μου. Έγώπερίμενα καί άναρωτιόμουν : « Και τώρα τί κάνω ; » Αλλά ευτυχώς το ένστικτό μου μεοδήγησε σε κάτι πού άποδείχτηκε εμπνευσμένο κόλπο. Τά μάτια μου έπεσαν στήν τσάντατης -αύτή τήν ί'δια τήν κλεμμένη καί τόσο Κακοποιημένη τσάντα— καί είπα: « Ήταν βέβαιαάτυχία, άλλά δέν πας γυρεύοντας όταν κουβαλάς πέρα-δώθε κάτι τόσο μεγάλο;» Ή ’Έλβα,δηκτική όπως πάντα, δέν παρέλειψε νά μου επιστήσει τήν προσοχή στις παραγεμισμένεςτσέπες μου καί στο χαμό πού γινόταν πάνω στο γραφείο μου. Χαρακτήρισε δέ τήν τσάντατης «μετρίου μεγέθους ».

« Λίγο μεγαλύτερη νά ήταν », άπάντησα, « καί θά χρειαζόσουν άχθοφόρο νά σ’ τήμεταφέρει».

«Εξάλλου», είπε παραβλέποντας το καρφί μου, «όλα τά πράγματα πού έχω μέσα τάχρειάζομαι».

« Θ’ άστειεύεσαι! Γιά νά δούμε ! »

Μπαίνοντας στο παιχνίδι, ή ’Έλβα άνέβασε τήν τσάντα της στο γραφείο μου, τής άνοιξε τάσαγόνια ορθάνοιχτα κι άρχισε νά τήν άδειάζει. Τά πρώτα πράγματα πού έβγαλε ήταν τρίαάδεια σακουλάκια γιά τρόφιμα.

« Χρειάζεσαι δύο έφεδρικά, μήπως συμβεί κανένα άπρόοπτο;» ρώτησα.

Ή ’Έλβα γέλασε και συνέχισε νά ξεκοιλιάζει τήν τσάντα. Επιθεωρήσαμε καί κουβεντιάσαμεμαζί γιά ένα ένα άντικείμενο. Ή ’ Ελβα παραδέχτηκε πώς τρία πακέτα χαρτομάντιλα καίδώδεκα στυλό (σύν τρία άπομεινάρια μολυβιών) ήταν πράγματι περιττά, άλλά παρέμεινεάνυποχώρητη γιά τά δύο μπουκάλια κολόνια καί τις τρεις βούρτσες μαλλιών καί άπέρριψε μεμιά αύτοκρατορική χειρονομία τήν άμφισβήτησή μου γιά τή χρησιμότητα τού μεγάλου φακούτης, τών φουσκωτών της σημειωματάριων κι ενός γιγάντιου πάκου φωτογραφιών.

Τσακωθήκαμε γιά όλα. Γιά ένα πακέτο κερμάτων τών πενήντα λεπτών. Γιά τρία σακουλάκιακαραμέλες (με λίγες θερμίδες, φυσικά). Άφησε ένα γελάκι, όταν τή ρώτησα αν πίστευε πώςόσο περισσότερες έτρωγε τόσο πιο πολύ θ’άδυνάτιζε. "Ενα πλαστικό σακουλάκι παλιέςπορτοκαλόφλουδες ( « Ποτέ δέν ξέρεις, ’Έλβα, πότε θά σού χρειαστούν»). ."Ενα μάτσοβελόνες πλεξίματος («"Εξι βελόνες ζητούν πουλόβερ», σκέφτηκα). "Ενα πακέτο μαγιά. Μισόμυθιστόρημα τού Στήβεν Κίνγκ (ή ’Έλβα είχε πετάξει διάφορες σελίδες, καθώς τις διάβαζε:«Δέν άξιζε νά τις κρατήσω», μού εξήγησε). "Ενα μικρό συρραπτικό' («’Έλβα, αύτό είναιτρελό!»). Τρία ζευγάρια γυαλιά ήλιου. Καί, κρυμμένα στις πιο μύχιες γωνιές, διάφορα κέρματα,συνδετήρες, νυχοκόπτες, ξυλαράκια, καί κάτι πού έμοιαζε ύποπτα μέ γάζα.

"Οταν ή μεγάλη τσάντα είχε πλέον παραδώσει όλα της τά ύπάρχοντα, μείναμε νά κοιτάμεαπορημένοι το περιεχόμενό της πού ήταν ακουμπισμένο σέ στοίβες πάνω στο γραφείο μου.Λυπόμασταν πού ή τσάντα ήταν άδεια καί δέν είχαμε τίποτ’άλλο νά βγάλουμε άπό μέσατης. Ή ’Έλβα γύρισε καί μού χαμογέλασε, καί κοιταχτήκαμε μέ τρυφερότητα. Ήταν μιά στιγμήεξαιρετικής οικειότητας. Ή ’Έλβα μού τά είχε δείξε, όλα μ’ έναν τρόπο τελείως διαφορετικόάπό οποιονδήποτε άλλον ασθενή μου. Κι έγώ τά είχα άποδεχτεΐ όλα καί ζητούσα άκόμα

Page 108: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

περισσότερα. Τήν ακολούθησα σέ κάθε προσωπική της φωλιά και γωνίτσα, διαπιστώνονταςμέ δέος πώς ή τσάντα μιας ήλικιωμένης γυναίκας μπορούσε νά χρησιμεύει ώς όχημα προςτήν άπομόνωση όσο καί προς τήν οικειότητα: προς τήν απόλυτη άπομόνωση πού είναισύμφυτη με τήν ύπαρξη καί προς την οικειότητα-πού άπομακρύνει τον τρόμο, αν όχι τογεγονός, τής απομόνωσης.

Ήταν μιά συνεδρία μεταμορφωτική. Ή στιγμή τής οικειότητάς μας —πέστε την άγάπη, πέστετην ερωτική συνεύρεσηήταν εξαιρετικά επανορθωτική. Μέσα σ’έκείνη τή μία ώρα ή ’Έλβαμετακινήθηκε από μιά θέση μοναξιάς και έγκατάλειψης σε μιά θέση εμπιστοσύνης.Ζωντάνεψε καί πείστηκε γιά άλλη μιά φορά πώς έχει τήν ικανότητα νά σχετίζεται στενά μετούς άνθρώπους.

Μού φαίνεται πώς ήταν ή καλύτερη θεραπευτική συνεδρία πού έκανα ποτέ μου.

Page 109: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

« Όχι μέ το μαλακό»

ΔΕΝ ΗΞΕΡΑ ΠΩΣ Ν’ ΑΝΤΙΔΡΑΣΩ. Ποτέ δέν μου είχε ξαναζητήσει ασθενής να του φυλάξω ταέρωτικά του γράμματα. Ό Ντέηβ μου απαρίθμησε ανοιχτά τούς λόγους του. Πολλοί άντρεςπεθαίνουν ξαφνικά στά έξηνταεννιά τους χρόνια. Στήν περίπτωση αύτή θά ’βρίσκε τάγράμματα ή γυναίκα του, θά τά διάβαζε καί θά πληγωνόταν. Δέν είχε κανέναν άλλον νά τουτά φυλάξει, δέν είχε τολμήσει νά μιλήσει σέ κανέναν φίλο του γι’αύτή τή σχέση. Ή ερωμένητου, ή Σοράγια, είχε πεθάνει εδώ καί τριάντα χρόνια στον τοκετό. (Ό Ντέηβ βιάστηκε νάπροσθέσει πώς το παιδί δέν ήταν δικό του.) Κι ένας θεός ξέρει τί είχαν απογίνει τά γράμματαπού τής είχε στείλει εκείνος!

« Τί θέλεις νά τά κάνω αύτά τά γράμματα;» ρώτησα.

«Τίποτα. Τίποτα μήν τά κάνεις. Μόνο φύλαξέ τα».

« Πότε τά διάβασες γιά τελευταία φορά; »

«’Έχω νά τά διαβάσω τουλάχιστον είκοσι χρόνια ».

«Κάνεις σάν νά σού καίνε τά χέρια», είπα. «Γιατί τά κρατάς ;»

Ό Ντέηβ με κοιτούσε καί δέν πίστευε στ’αύτιά του. Νομίζω πώς τον διαπέρασε ένα ρίγοςάμφιβολίας. ’Ήμουνα τόσο ηλίθιος ; Μήπως είχε κάνει λάθος νομίζοντας πώς ήμουνα άρκετάευαίσθητος γιά νά τον βοηθήσω; ’Έπειτα άπό μερικά δευτερόλεπτα είπε: « Αύτά τάγράμματα δέν θά τά καταστρέψω ποτέ ».

Υπήρχε μιά μομφή σ’αύτά τά λόγια, τά πρώτα σημάδια έντασης στή σχέση πού είχαμεάρχίσει νά διαμορφώνουμε εδώ κι έξι μήνες. Είχα κάνει γκάφα καί υποχώρησα σε μιά πιοσυμφιλιωτική, λιγότερο πιεστική σειρά ανοιχτών ερωτήσεων. « Ντέηβ, πές μου κι άλλα γιά τάγράμματα καί γιά το τί σημαίνουν γιά σένα ».

Ό Ντέηβ άρχισε νά μιλάει γιά τή Σοράγια καί μέσα σέ λίγα λεπτά ή ένταση είχε εξαφανιστεί κιείχε επιστρέψει ή εμπιστοσύνη στον έαυτό του καί το εύκολο κέφι του. Τή Σοράγια τήγνώρισε όταν ήταν διευθυντής τού παραρτήματος μιας αμερικανικής εταιρείας στή Βηρυτό.Ήταν ή πιο όμορφη γυναίκα πού είχε ρίξει ποτέ. Ρίξει, αύτή τή λέξη χρησιμοποίησε. Ό Ντέηβμέ ξάφνιαζε συνέχεια με κάτι τέτοιες μισοαφελεΐς, μισοκυνικές δηλώσεις. Πώς μπορούσε ναλέει ρίξει ; Μήπως είχε άκόμα λιγότερη επίγνωση άπ’όσο νόμιζα; Ή μήπως υπήρχεπιθανότητα να μ’έχει κατά πολύ ξεπεράσει καί να αστειεύεται με τον έαυτό του —καί μαζίμου— με μιά ύπόγεια ειρωνεία;

Τήν είχε αγαπήσει τή Σοράγια — ή τουλάχιστον ήταν ή μόνη του έρωμένη (καί διέθετεολόκληρο λόχο) στήν οποία είπε ποτέ «Σ’αγαπώ». Επί τέσσερα χρόνια είχαν μιά υπέροχαμυστική σχέση. (’Όχι ύπέροχη καί μυστική άλλά υπέροχα μυστική, γιατί ή μυστικότητα —καίσέ λίγο θά πώ περισσότερα πάνω σ’αύτό— ήταν ό άξονας τής προσωπικότητας τού Ντέηβ,γύρω απ’ τον όποιο περιστρέφονταν όλα τα υπόλοιπα. Ή μυστικότητα τον ερέθιζε, τονγοήτευε, καί συχνά τήν καλλιεργούσε με μεγάλο προσωπικό κόστος. Πολλές σχέσεις του,ιδίως οι σχέσεις του με τις δύο πρώην άλλά καί μέ τή νυν σύζυγό του, είχαν διαστρεβλωθείκαί διαρραγεί απ’τήν απροθυμία του νά είναι ανοιχτός ή εύθύς γιά οτιδήποτε.)

’Έπειτα άπό τέσσερα χρόνια ή εταιρεία του τον μετέθεσε σέ κάποιο άλλο μέρος τού κόσμου,καί γιά τά επόμενα έξι χρόνια ώς το θάνατό της ό Ντέηβ συναντήθηκε με τή Σοράγια μόνοτέσσερις φορές. ’Αλληλογραφούσαν όμως σχεδόν καθημερινά. Τά γράμματά της —πούαριθμούσαν μερικές εκατοντάδες— ό Ντέηβ τά είχε κρατήσει καλά κρυμμένα. Μερικά τα είχεταξινομήσει μέσα σε μιά δελτιοθήκη σε μυστήριες κατηγορίες (στο Ε, ένοχή, ή στο Κ,κατάθλιψη — γιά νά τά διαβάζει, δηλαδή, όταν νιώθει πολύ καταθλιπτικός ).

Page 110: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Κάποτε, γιά τρία χρόνια, τά είχε κρυμμένα σ’ ένα χρηματοκιβώτιο. ’Αναρωτήθηκα, άλλά δέντον ρώτησα, ποιά ήταν ή σχέση τής γυναίκας του με το κλειδί αύτού του χρηματοκιβωτίου.Ξέροντας τή ροπή του πρός τή μυστικότητα και τήν Ιντριγκα, φανταζόμουνα τί θά μπορούσενά συμβεί: θ’ άφηνε τυχαία τή γυναίκα του νά δει το κλειδί καί μετά θά έπινοούσε μιάπροφανώς πλαστή ιστορία γιά νά τής εξάψει τήν περιέργεια. ’Έπειτα, καθώς έκείνη θ’άρχιζενά άγχώνεται καί νά ρωτάει, ο Ντέηβ θ’ άγανακτουσε που έχωνε τή μύτη της στά πράγματάτου καί τον περιόριζε με τήν άστοχη καχυποψία της. Είχε σκηνοθετήσει πολλές φορέςτέτοιου είδους σκηνές.

«’Ανησυχώ όλο καί περισσότερο γιά τά γράμματα τής Σοράγια καί αναρωτήθηκα αν θάμπορούσες νά τά φυλάξεις έσύ. Είναι τόσο απλό ».

Γυρίσαμε κι οι δυο το βλέμμα στον μεγάλο χαρτοφύλακα πού φούσκωνε απ’ τά έρωτικάλόγια τής άπό καιρό νεκρής, αγαπημένης Σοράγια. Τής Σοράγια πού ό έγκέφαλος καί ό νουςτης είχαν έξαφανιστει, πού τά διασκορπισμένα μόρια τού DNA της είχαν καί πάλι στραγγίξειστή λεκάνη τής γής καί πού, Ι }ώ καί τριάντα χρόνια, δέν είχε σκεφτεί τον Ντέηβ — ούτε καίκανέναν άλλο βέβαια.

’Αναρωτήθηκα αν ό Ντέηβ μπορούσε ν’ άπομακρυνθεΐ λίγο καί νά γίνει μάρτυρας τού εαυτούτου. Νά δει πόσο γελοίος, ~οσο άξιολύπητος, πόσο ειδωλολάτρης γινόταν — έναςήλικιωμένος άντρας πού προχωρούσε πρός το θάνατο καί το μόνο πού τον άνακούφιζε ήτανένα μάτσο γράμματα, ένα πανώ πού διαδήλωνε πώς κάποτε, πριν άπό τριάντα χρόνια, είχεαγαπήσει και αγαπηθεί. Θά τον βοηθούσε άραγε αν έβλεπε αύτή τήν εικόνα; Μπορούσα νάτον βοηθήσω νά μπει σε μιά θέση «θεατή τού εαυτού του », χωρίς νά νιώσει ότι τον μείωνα,τον Γδιο καί τα γράμματά του;

Στο μυαλό μου ή « καλή » ψυχοθεραπεία ( τήν οποία εξισώνω με τή βαθιά ή διεισδυτικήθεραπεία, όχι με τήν αποτελεσματική ή, λυπάμαι πού το λέω, τή χρήσιμη ψυχοθεραπεία),όταν τήν κάνεις μ’έναν « καλό » άσθενή, είναι στή βάση της μιά επιχείρηση άναζήτησης τήςάλήθειας. "Οταν ήμουνα νεοφώτιστος, κυνηγούσα τήν άλήθεια τού παρελθόντος, νάκαταγράψω όλες τις συντεταγμένες μιας ζωής καί μέσψ>αύτών νά εντοπίσω καί νάεξηγήσω τήν τωρινή ζωή ενός άνθρώπου, τήν παθολογία του, τά κίνητρά του καί τις πράξειςτου.

’Ήμουνα τόσο βέβαιος. Τί άλαζονεία! Τώρα ποιά άλήθεια κυνηγάω ; Νομίζω πώς τώρα τάβάζω με τήν ψευδαίσθηση. Πολεμάω τή μαγεία. Πιστεύω ότι, παρόλο πού ή ψευδαίσθησησυχνά άναπτερώνει και άνακουφίζει, στο τέλος πάντα αδυνατίζει καί περιορίζει τήν ψυχή.

Πρέπει όμως νά κάνεις τά πράγματα τήν κατάλληλη στιγμή καί με κρίση. Ποτέ μήν αναιρείςάπό κάποιον κάτι, αν δέν έχεις τίποτα καλύτερο νά τού προσφέρεις. Προσοχή, μήνάπογυμνώνεις έναν άσθενή πού δέν μπορεί, ν’άντέξει τήν παγωνιά τής πραγματικότητας.Καί μήν εξαντλείς τον έαυτό σου παλεύοντας μέ τή μαγεία τής θρησκείας : δέν φτάνεις ούτεστο μικρό της δαχτυλάκι. Ή δίψα γιά τή θρησκεία είναι πολύ έντονη, οι ρίζες της είναι χωμένεςπολύ βαθιά, ή πολιτισμική ενίσχυσή της υπερβολικά ισχυρή.

Ούτε έμένα πάντως μού λείπει ή πίστη, άφού γιά καθημερινή προσευχή μου έχω τονάφορισμό τού Σωκράτη, ότι μιά ζωή_ πού„ δέν,εξετάζεται δέν άξίζει νά τή ζεις. Ό Ντέηβ όμώςδέν πίστευε στήν ίδια άρχή. ’Έτσι συγκράτησα τήν περιέργειά μου. Ό Ντέηβ σπανίωςάναρωτιόταν ποιο ήταν το άπώτερο νόημα τού πάκου τών γραμμάτων του καί τώρα,σφιγμένος καί έριστικός, δέν θά ήταν καθόλου δεκτικός γιά μιά τέτοια άναζήτηση. Τώρα δένθά τού ήταν άλλωστε ώφέλιμη — κι ίσως ποτέ νά μήν τον ωφελούσε.

Εξάλλου οι έρωτήσεις μου άκούγονταν ρηχές. ’Έβλεπα πολύ από τον έαυτό μίου στον Ντέηβ,κι ή υποκρισία μου έχει όρια. Είχα κι έγώ ένα σάκο μέ γράμματα άπό έναν έρωτα χαμένο πρινάπό πολύ καιρό. Κι έγώ τά είχα ώραιότατα κρύψει (μέ το δικό μου σύστημα, στο Σ, Σκοτεινόσπίτι, πού είναι το άγαπημένο μου μυθιστόρημα του Ντίκενς, γιά νά τά διαβάζω όταν ή

Page 111: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

ζωτρμου βρίσκεται στις πιο σκοτεινές στιγμές της). Άλλά ούτε έγώ τά είχα ποτέξαναδιαβάσει. "Όποτε το έπιχειροΰσα, μου έφερναν πόνο, όχι άνακούφιση. Είχαν μείνει έκεΐάθικτα γιά δεκαπέντε χρόνια, καί ούτε έγώ μπορούσα νά τά καταστρέψω.

Αν ήμουν άσθενής μου (ή θεραπευτής μου), θά’λεγα: « Φαντάσου πώς τά γράμματαέξαφανίζονται, πώς καταστρέφονται ή χάνονται. Τί θά’νιωθες ; Βούτηξε μέσα σ’αύτό τοσυναίσθημα, έξερεύνησέ το». Άλλά δέν μπορούσα. Πολλές φορές σκέφτηκα νά τά κάψω,άλλά *ή σκέψη αύτή ξυπνούσε πάντα έναν ανείπωτο πόνο. ’Ήξερα άπό πού προερχόταν τομεγαλύτερο ένδιαφέρον μου γιά τον Ντέηβ, το κύμα τής περιέργειας καί τού έ)>τυπωσιασμούμου : τού ζητούσα νά κάνει τή δική μου δουλειά άντί γιά μένα. Ή τή δική μας δουλειά άντί γιάμάς.

Ό Ντέηβ με τράβηξε άπ’τήν άρχή. Στήν πρώτη μας συνεδρία, πριν άπό τρεις μήνες, κι έπειταάπό μερικές αβρότητες, τον ρώτησα : « Ποιο είναι το πρόβλημα ; »

« Δέν μού σηκώνεται πιά! », μού άπάντησε.

Ξαφνιάστηκα. Θυμάμαι πού τον κοίταξα —τό ψηλό του, λεπτό, αθλητικό σώμα, το κεφάλι τουμέ τά πυκνά γυαλιστερά μαύρα μαλλιά καί τά ζωηρά σκανταλιάρικα μάτια του διέψευδαν τάέξηνταεννιά του χρόνια— καί σκέφτηκα: «Chapeau»! Σού βγάζω το καπέλο! Ό πατέρας μουέπαθε τό πρώτο έμφραγμα στά σαρανταοχτώ του. Εύχήθηκα, όταν θά φτάσω .κι έγω ταέξηνταεννιά, νά είμαι άρκετά ζωντανός καί δραστήριος, γιά ν’άνησυχώ πού «δέν μούσηκώνεται».

Καί ό Ντέηβ κι έγώ είχαμε μιά τάση νά σεξουαλικοποιούμε πολλά στο περιβάλλον μας. Έγώτο συγκρατούσα καλύτερα από κείνον κι είχα μάθει άπό καιρό νά το εμποδίζω νά μουκαθορίζει τή ζωή. Έπίσης δέν είχα το πάθος του Ντέηβ γιά τή μυστικότητα, κι έχω πολλούςφίλους, συμπεριλαμβανομένης τής γυναίκας μου, με τούς όποιους μοιράζομαι τά πάντα.

’Ας επιστρέψουμε όμως στά γράμματα. Τί έπρεπε νά κάνω; Νά τά φυλάξω; Και γιατί όχι;Άλλωστε δέν ήταν καλό σημάδι ότι ό Ντέηβ είχε τήν πρόθεση νά μ’ έμπιστευτεΐ; Ποτέ δέν είχεμπορέσει ν’άνοιχτεϊ πολύ σέ κανέναν και οπωσδήποτε όχι σε άντρα. Παρόλο πού ό λόγοςπού επικαλέστηκε, όταν ήρθε νά μέ δει, ήταν ή άνικανότητα, είχα τήν αίσθηση πώς όάληθινός σκοπός τής θεραπείας ήταν νά τον βοηθήσει νά βελτιώσει τον τρόπο του νάσχετίζεται μέ τούς άλλους άνθρώπους. Μιά εμπιστευτική καί εξομολογητική σχέση είναιπροαπαιτούμενο γιά κάθε θεραπεία καί, στήν περίπτωση του Ντέηβ, ίσως νά ήταν τοόργανο γιά ν’ άλλάξουμε τήν παθολογική του άνάγκη γιά μυστικότητα. Αν φύλαγα τάγράμματα, τότε θά σφυρηλατούσα έναν σύνδεσμο εμπιστοσύνης μεταξύ μας.

Ίσως μάλιστα τά γράμματα νά μπορούσαν νά ενισχύσουν τήν επιρροή μου. Ποτέ δέν ένιωθατον Ντέηβ εγκατεστημένο με άσφάλεια στή θεραπεία. Είχαμε δουλέψει καλά μέ τήνάνικανότητά του. Ή τακτική μου ήταν νά στρέψω τήν προσοχή του στή συζυγική δυσαρμονίακαί νά του επισημάνω ότι ή άνικανότητα ήταν ίσως άναμενόμενη σέ μιά σχέση με τόσο πολύθυμό καί άμοιβαία καχυποψία. Ό Ντέηβ είχε παντρευτεί πρόσφατα (γιά τέταρτη φορά) καίπεριέγραφε τον τωρινό του γάμο άκριβώς όπως τούς προηγούμενους : ένιωθε πώς ήτανφυλακισμένος καί πώς ή γυναίκα του ήταν ένας δεσμοφύλακας πού παρακολουθούσε τιςτηλεφωνικές του συνομιλίες καί διάβαζε τήν άλληλογραφία του καί τά προσωπικά τουέγγραφα. Τον είχα βοηθήσει νά καταλάβει ότι, στο μέτρο πού ήταν φυλακισμένος, ήταν μιάφυλακή πού τήν είχε κατασκευάσει ό ίδιος. Φυσικά ή γυναίκα του προσπαθούσεν’άποσπάσει πληροφορίες γιά κείνον. Φυσικά ήταν περίεργη γιά το τί έκανε καί μέ ποιόνάλληλογρα-φούσε. Αλλά ό ίδιος τής είχε κεντρίσει τήν περιέργεια αρνούμενος να μοιραστείμαζί της άκόμα καί άθώα ψήγματα πληροφοριών γιά τή ζωή του.

Ό Ντέηβ είχε άνταποκριθεΐ καλά σ’ αύτή τήν προσέγγιση κι είχε κάνει εντυπωσιακέςπροσπάθειες νά μοιραστεί με τή γυναίκα του περισσότερα πράγματα γύρω απ’τη ζωή του κιάπ’τά έσωτερικά του βιώματα. Αύτό έσπασε τον -φαύλο κύκλο, ή γυναίκα του μαλάκωσε, ο

Page 112: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

δικός του θυμός μειώθηκε καί ή σεξουαλική του επίδοση βελτιώθηκε.

Τώρα στήν ψυχοθεραπεία μας είχα στραφεί σέ μιά έξέταση τών ασυνείδητων κινήτρων. Τίπρόσφερε στον Ντέηβ ή πεποίθηση πώς τον κρατούσε φυλακισμένο μιά γυναίκα; Τίτροφοδοτούσε το πάθος του γιά τή μυστικότητα; Τί τον είχε έμποδίσει νά δημιουργήσει έστωκαί μία στενή μή σεξουαλική σχέση με άντρα ή γυναίκα; Τί είχε απογίνει ή λαχτάρα του γιάέγγύτητα; Μήπως αύτή ή λαχτάρα μπορούσε, άκόμα καί τώρα, στά έξηνταεννιά του χρόνια,νά άνασκαφεϊ, νά ξαναζωντανέψει καί νά πραγματωθεί;

Αυτό όμως φαινόταν νά είναι περισσότερο δικός μου στόχος παρά δικός του. Υποπτευόμουνότι, εν μέρει, είχε συμφωνήσει νά εξετάσουμε τά άσυνείδητα κίνητρά του απλώς καί μόνο γιάνά μού κάνει τή χάρη. Τού άρεσε νά μού μιλάει, άλλά π.στεύω ότι αύτό πού κυρίως τοντραβούσε ήταν ή εύκαιρία νά θυμηθεί, νά κρατήσει ζωντανές τις άλκυονίδες μέρες τώνσεξουαλικών του θριάμβων. Ό σύνδεσμός μου μαζί του έμοιαζε νά ισχύει δοκιμαστικά. Είχασυνεχώς τήν αίσθηση πώς, αν τον πίεζα πολύ, αν πλησίαζα πολύ το άγχος του, εκείνος θάεξαφανιζόταν — δέν θά ερχόταν στο επόμενο ραντεβού, καί δέν θά μπορούσα νά ξανάρθα)ποτέ σε επαφή μαζί του.

Άν κρατούσα τά γράμματα, θά μπορούσαν νά ενεργήσουν σάν το νήμα πού θά μας συνέδεε: δέν θά μπορούσε ν’ απομακρυνθεί έτσι απλά καί νά εξαφανιστεί. Θ’αναγκαζόταντουλάχιστον νά είναι εύθύς ώς προς τον τερματισμό τής θεραπείας : θά έπρεπε να έρθειπρόσωπο με πρόσωπο μαζί μου και να μου τα ζητήσει πίσω.

Άλλωστε ένιωθα πώς όφειλα να τα δεχτώ αύτά τα γράμματα. Ό Ντέηβ ήτανύπερευαίσθητος. Πώς ν’απορρίψω τήν έρωτική αλληλογραφία του, χωρίς να νιώσει πώςαπορρίπτω τον ίδιο; Ήταν έπίσης πολύ έπικριτικός. "Ενα λάθος θα ήταν μοιραίο : σπάνιαέδινε στούς άνθρώπους δεύτερη εύκαιρία.

Κι όμως δέν ένιωθα άνετα μ’αύτό πού μού ζητούσε. Άρχισα νά σκέφτομαι διάφορες καλέςδικαιολογίες γιά νά μη δεχτώ. Θά ’ταν σάν νά κάνω μιά συμφωνία μέ τή σκιά του — μιάσυμμαχία μέ τήν παθολογία του. Υπήρχε κάτι συνωμοτικό σ’αύτό πού μού ζητούσε. Θάμοιραζόμασταν κάτι κρυφό σάν δυο κακά παιδιά. Μπορούσα νά χτίσω μιά γερή θεραπευτικήσχέση σέ τόσο σαθρά θεμέλια;

Ή ιδέα μου ότι, αν φύλαγα τά γράμματα, ό Ντέηβ θά δυσκολευόταν νά σταματήσει τήθεραπεία, ήταν ανοησία, το κατάλαβα άμέσως. Απέρριψα αύτό το κόλπο άκριβώς σάν τέτοιο— σάν ένα τέχνασμα, άλλο ένα άπ’τά χαζά μου, βλακώδη, χειριστικά κόλπα πού πάνταγυρίζουν σάν μπούμερανγκ. Τεχνάσματα καί κόλπα δέν θά τον βοηθούσαν νά σχετιστεί μετούς άλλους άνθρώπους γνήσια καί αύθεντικά: έπρεπε νά τού δώσω το πρότυπο μιαςάμεσης, ειλικρινούς συμπεριφοράς.

Εξάλλου, αν ήθελε νά σταματήσει τή θεραπεία, θά ’βρίσκε τρόπο νά πάρει πίσω τάγράμματα. Θυμάμαι, πριν άπό είκοσι χρόνια έβλεπα μιά άσθενή πού ή θεραπεία της είχεσημαδευτεί απ’τήν άνειλικρίνεια. Ήταν μιά πολλαπλή προσωπικότητα πού οι δύό τηςπερσόνες (θά τις ονομάσω ή Ντροπή καί το Θράσος ) είχαν έξαπολύσει έναν άπατηλόπόλεμο ή μιά στήν άλλη. Το πρόσωπο πού έβλεπα έγώ ήταν ή Ντροπή, μιά σφιγμένη,σεμνότυφη κοπελίτσα. Ενώ το Θράσος, πού το συναντούσα πολύ σπάνια,αύτοαποκαλούνταν « σεξουαλικό σούπερ-μάρκετ » καί έβγαινε με το βασιλιά τήςκαλιφορνέζικης πορνογραφίας. Ή Ντροπή συχνά «ξυπνούσε» καί άνακάλυπτε έκπληκτη ότιτο Θράσος της είχε αδειάσει το λογαριασμό τής τράπεζας κι είχε αγοράσει σέξυ ρούχα,κόκκινα δαντελωτά εσώρουχα καί άεροπορικά εισιτήρια γιά έκδρομες στήν Τιχουάνα καί στοΛάς Βέγκας. Μιά μέρα, πρός μεγάλη της άνησυχία, ή Ντροπή βρήκε στήν τουαλέτα της έναάνοιχτό άεροπορικό εισιτήριο γιά το γύρο του κόσμου καί σκέφτηκε ότι θά μπορούσε νάεμποδίσει το ταξίδι κλειδώνοντας ολόκληρη τή σέξ γκαρνταρόμπα του Θράσους στογραφείο μου. Κάπως σαστισμένος, άλλά πρόθυμος νά δοκιμάσω τά πάντα γιά μιά φορά στήζωή, συμφώνησα κι έκρυψα τά ρούχα της κάτω άπ’τό γραφείο μου. Τήν έπόμενη εβδομάδαφτάνω μιά μέρα καί βρίσκω τήν πόρτα μου σπασμένη, το γραφείο μου παραβιασμένο καί τά

Page 113: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

ρούχα νά ’χουν κάνει φτερά. Φτερά έκανε κι ή άσθενής μου. Τήν Ντροπή δέν τήν ξαναείδαποτέ (ούτε καί το Θράσος άλλωστε).

Κι αν ό Ντέηβ πέθαινε; "Οσο καλή κι αν ήταν ή υγεία του, ήταν έξηνταεννέα χρονών. Πολλοίάνθρωποι πεθαίνουν σ’αύτή τήν ηλικία. Τί θά τά ’κανα τότε τά γράμματά του; Εξάλλου, πουδιάολο θά τά ’κρυβα; Θά ζύγιζαν καί πέντε κιλά. Γιά μιά στιγμή φαντάστηκα πώς θάμπορούσα νά τά κρύψω μαζί με τά δικά μου. ’Αν τ’ανακάλυπτε κανείς, θά μπορούσαν νά μούχρησιμεύσουν γιά άλλοθι.

Αλλά το μείζον ζήτημα σε σχέση με αύτά τά γράμματα είχε νά κάνει με τήν ομαδικήψυχοθεραπεία. Πριν άπό άρκετές εβδομάδες είχα προτείνει στον Ντέηβ νά μπει σε μιάθεραπευτική ομάδα, καί στις προηγούμενες τρεις συνεδρίες το είχαμε συζητήσει διεξοδικά.Ή ροπή του πρός τήν άπόκρυψη, ή σεξουαλικοποίηση κάθε συναλλαγής του με γυναίκες, όφόβος και ή έλλειψη εμπιστοσύνης του πρός τούς άντρες συλλήβδην — όλ’ αύτά τάχαρακτηριστικά, σκεφτόμουν, ήταν ζητήματα άπολύτως κατάλληλα γιά νά δουλευτούν στήνομαδική θεραπεία. Είχε συμφωνήσει άπρόθυμα νά ξεκινήσει τη θεραπευτική μου ομαδα, κιαύτή μας ή συνεδρία επρόκειτο νά είναι ή τελευταία μας ώρα ατομικής ψυχοθεραπείας.

Σ’αυτό το πλαίσιο έπρεπε να δώ το αίτημά του να φυλάξω τα γράμματα. Πρώτον, ήταναπολύτως πιθανό ό παράγοντας πού τον ώθησε να μου ζητήσει κάτι τέτοιο να ήταν ήέπικείμενη μεταπήδησή του στήν ομάδα. Είχε προφανώς μετανιώσει πού έχανε τήναποκλειστική σχέση του μαζί μου καί δέν του άρεσε καθόλου ή ιδέα νά με μοιράζεται μέ τάυπόλοιπα μέλη τής ομάδας. Το αίτημά του νά φυλάξω τά γράμματα ήταν λοιπόν έναςτρόπος νά παρατείνει τήν ιδιαίτερη καί Ιδιωτική μας σχέση.

Προσπάθησα νά του εκφράσω αύτή τήν ιδέα με πολύ μεγάλη προσοχή, γιά νά μήνπροκαλέσω τή μεγάλη του εύαισθησία. Πρόσεξα νά μή μειώσω τά γράμματά του λέγονταςπώς τά χρησιμοποιούσε σάν μέσο γιά νά πετύχει κάτι. ’Ήμουνα έπίσης πολύ προσεκτικόςνά μήν άκούγομαι σάν νά εξετάζω τή σχέση μας στο μικροσκόπιο: τώρα ήταν ό καιρός νάενισχύσω τήν άνάπτυξή της.

’Όντας άπ’τούς άνθρώπους πού χρειάζονται πολύ χρόνο στή θεραπεία, μόνο καί μόνο γιά \χμάθουν πώς νά τή χρησιμοποιούν, ό Ντέηβ κορόιδεψε τήν ερμηνεία μου άντί νά σκεφτείμήπως υπήρχε καθόλου άλήθεια μέσα της. Επέμεινε πώς μου ζητούσε νά τού φυλάξω τάγράμματα αύτή τήν εποχή γιά έναν καί μόνο λόγο : ή γυναίκα του έκανε τώρα ένα γενικόκαθάρισμα τού σπιτιού καί βάδιζε σταθερά καί σίγουρα πρός το γραφείο του, οπού τά dyzκρυμμένα.

Δέν τήν κατάπια αύτή τήν άπάντηση, άλλά ή στιγμή ήθελε υπομονή, όχι άντιπαράθεση. Τήνάφησα νά περάσει. Ανησύχησα άκόμα περισσότερο στήν ιδέα ότι, αν κρατούσα τάγράμματα, ίσως τελικά νά σαμποτάριζα τή δουλειά πού θά ’κανε στή θεραπευτική ομάδα.’Ήξερα πώς γιά τον Ντέηβ ή ομαδική θεραπεία ήταν ένα εγχείρημα με μεγάλο κέρδος άλλάκαί μεγάλο ρίσκο, κι ήθελα νά διευκολύνω τήν είσοδό του σ’αύτήν.

Τά οφέλη θά μπορούσαν νά είναι πολύ μεγάλα. Ή ομάδα θά τού πρόσφερε μιά άσφαλήκοινότητα, μέσα στήν οποία θά μπορούσε ν’άναγνωρίσει τά διαπροσωπικά του προβλήματακαί νά πειραματιστεί με νέες συμπεριφορές. Γιά παράδειγμα, θά μπορούσε ν’ αποκαλύψειπερισσότερα γιά τον έαυτό του, νά έρθει πιο κοντά σε άλλους άντρες, νά σχετιστεί με τιςγυναίκες ως άνθρώπινα πλάσματα καί όχι ως σεξουαλικά εξαρτήματα. Ό Ντέηβ πίστευεάσυνείδητα ότι καθεμιά άπ’τίς παραπάνω συμπεριφορές θά ειχε ως αποτέλεσμα κάποιοκαταστροφικό γεγονός : ή ομάδα ήταν ό ΐδεο^δης στίβος γιά νά-αποδειχτούν εσφαλμένες οιύποθέσεις του.

Απ’ τούς πολλούς κινδύνους, μιά συγκεκριμένη εκδοχή με τρόμαζε. Φανταζόμουνα ότι όΝτέηβ όχι μόνο θ’άρνιόταν νά μοιραστεί με τούς άλλους σημαντικές (ή καί άσήμαντες)πληροφορίες γιά τον έαυτό του, άλλά θά το έκανε πότε με υπεκφυγές καί πότε μέπροκλήσεις. Τά άλλα μέλη τής ομάδας στην αρχή θά ζητούσαν κι άργότερα θά άπαιτούσαν

Page 114: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

περισσότερα. Ό Ντέηβ θ’ αντιδρούσε αποκαλύπτοντας άκόμα λιγότερα. Ή ομάδα θά θύμωνεκαί θά τον κατηγορούσε ότι τούς παίζει παιχνίδια. Εκείνος θά πληγωνόταν καί θά’νιώθεπαγιδευμένος. Οι υποψίες του κι οι φόβοι του γιά τά άλλα μέλη θά έπιβεβαιώνονταν, και θά’φέυγε απ’τήν ομάδα πιο άπομονωμένος καί πιο άποθαρρημένος απ’όταν ξεκίνησε.

Είχα τήν αίσθηση πώς, αν φύλαγα αύτά τά γράμματα, θά συμμαχούσα μέ τελείωςάντιθεραπευτικό τρόπο με τή ρο..ή του γιά μυστικότητα. Πριν κάν ξεκινήσει τήν ομάδα, θάεμπλεκόταν σέ μιά συνωμοσία μαζί μου πού θ’απέκλειε τά υπόλοιπα μέλη.

Ζυγίζοντας όλους αύτούς τούς συλλογισμούς, διάλεξα τελικά τήν απάντησή μου.

« Καταλαβαίνω γιατί είναι σημαντικά αύτά τά γράμματα γιά σένα, Ντέηβ, καί μ’εύχαριστεΐπού είμαι αύτός στον όποιο θέλεις νά τά έμπιστευτεΐς. Παρ’ όλ* αύτά γνωρίζω άπό τήνέμπειρία-μου ότι ή ομαδική ψυχοθεραπεία λειτουργεί καλύτερα, αν ολοι μέσα στήν ομαοα,εννοώ κι ο ιόιος ο αρχηγός, είναι οσο πιο άνοιχτοί γίνεται. Θέλω πραγματικά νά σέ βοηθήσει ήομάδα, καί θεωρώ καλύτερο νά το κάνουμε ώς εξής : θά χαρώ νά φυλάξω τα γράμματασ’ένα ασφαλές μέρος γιά όσον καιρό θέλεις, με τον δρο ότι θά μιλήσεις στήν ομάδα γιά τήσυμφωνία μας ».

Ό Ντέηβ σάστισε. Αύτο δέν το περίμενε. Θά ’παίρνε τήν άπόφαση ; Σκέφτηκε γιά μερικάλεπτά: « Δέν ξέρω. Πρέπει νά το σκεφτώ. Θά το ξανασυζητήσουμε ». Κι έφυγε άπ’ τογραφείο μου κουβαλώντας το χαρτοφύλακα καί τά άστεγα γράμματά του.

Δέν μού ξαναμίλησε γι’αύτά τά γράμματα — τουλάχιστον όχι μέ τον τρόπο πού περίμενα.Ήρθε όμως στήν ομάδα καί στις πρώτες συνεδρίες έδειξε μεγάλη άφοσίωση. Γιά νά είμαιειλικρινής, άπόρησα μέ τον ένθουσιασμό του : στήν τέταρτη συνάντηση μάς είπε ότι ή ομάδαήταν γιά κείνον ή καλύτερη ώρα τής εβδομάδας καί ότι άνακάλυψε πώς μετρούσε τις μέρεςώς τήν έπόμενη συνεδρία. Δυστυχώς πίσω άπ’αύτό τον ενθουσιασμό του δέν κρυβόταν τοδέλεαρ τής άνακάλυψης τού εαυτού, άλλά το κουαρτέτο τών όμορφων θηλυκών μελών τήςομάδας. Είχε στρέψει τήν προσοχή του άποκλειστικά σ’αύτές καί, όπως μάθαμε άργότερα,είχε προσπαθήσει νά συναντήσει δύο άπ’ αύτές έξω άπ’τίς ομαδικές μας συναντήσεις.

"Οπως το περίμενα, ό Ντέηβ κρατούσε καλά κρυμμένο τον έαυτό του άπ’ τήν ομάδα καίδέχτηκε, μάλιστα, ένισχύσεις γιά τή συμπεριφορά του άπό ένα άλλο μυστικοπαθές μέλος, μιάπολύ όμορφη καί περήφανη γυναίκα πού, σάν κι αύτόν, έδειχνε δεκαετίες νεότερη άπ’ τήνήλικία της. Σέ μιά συνάντηση οι υπόλοιποι ζήτησαν κι άπό κείνη κι άπ’τόν Ντέηβ νάάποκαλύψουν τήν ήλικία τους. Κι οι δυο άρνήθηκαν, μέ τήν ευρηματική πρόφαση ότι δένήθελαν νά κλασαριστούν μέ βάση τά χρόνια τους. Πριν άπό πολύ καιρό (όταν τά γεννητικάόργανα άναφέρονταν ως « τά άπόκρυφα » ) οι ψυχοθεραπευτικές ομάδες ήταν άπρόθυμεςνά μιλήσουν γιά το σέξ. Στις τελευταίες δύο δεκαετίες όμως οι ομάδες μιλάνε γιά σέξ μεμεγάλη άνεση. Τά χρήματα έχουν γίνει τώρα το ιδιωτικό θέμα. Σέ χιλιάδεςσυναντήσεις ομάδων, πού τα μέλη τους ύποτίθεται πώς συζητάνε μεταξύ τους τά πάντα,δέν έχω άκόμα άκούσει ν’ αποκαλύπτουν το εισόδημά τους.

Στήν ομάδα όμως τού Ντέηβ το καυτό μυστικό ήταν ή ήλικία. Ό Ντέηβ έκανε αστεία καίπειράγματα γι’αύτό, άλλά άρνιόταν σθεναρά νά δηλώσει τήν ήλικία του: δέν έπρόκειτο νάδιακινδυνεύει τις πιθανότητές του νά καταφέρει μιά άπ’ τις γυναίκες τής ομάδας. Σέ μιάσυνάντηση, όταν μιά κοπέλα τον πίεσε νά πει τήν ήλικία του, ό Ντέηβ τής πρότεινε μιάάνταλλαγή: το μυστικό του, τήν ήλικία του, γιά το τηλέφωνο τού σπιτιού της.

Άρχιζε νά μέ ανησυχεί το μέγεθος τής αντίστασης τής ομάδας. ’Όχι μόνο δέν δούλευεσοβαρά ό Ντέηβ στή θεραπεία, άλλά οι χαριτολογίες του καί το φλερτάρισμά τουμετατόπιζαν ολόκληρη τή συζήτηση τής ομάδας σ’ένα έπιφανειακό έπίπεδο.

Σέ μιά συνάντηση πάντως ό τόνος σοβάρεψε πολύ. Μιά γυναίκα ανακοίνωσε πώς ό φίλοςτης μόλις είχε μάθει ότι είχε καρκίνο. Ήταν σίγουρη πώς θά πέθαινε σύντομα, παρόλο πού οιγιατροί ισχυρίζονταν πώς ή πρόγνωσή του δέν ήταν απελπιστική, παρά τήν έξασθενημένη

Page 115: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

σωματική του κατάσταση καί τήν προχωρημένη του ήλικία (είχε κλείσει τά έξηντατρια).

Σφίχτηκε ή καρδιά μου γιά τον Ντέηβ. Εκείνος ό άντρας, στήν «προχωρημένη» ήλικία τώνέξηντατριών χρόνων, ήταν έξι χρόνια νεότερός του. Ό Ντέηβ όμως δέν άφησε τίποτα ναφανεί καί μάλιστα άρχισε νά μιλάει πολύ πιο ειλικρινά.

«’Ίσως αύτό είναι ένα θέμα γιά το όποιο θά ’πρεπε νά μιλήσω στήν ομάδα. Είμαι πολύφοβικός μέ τήν αρρώστια καί το θάνατο. ’Αρνούμαι νά πάω σέ γιατρό — σέ αληθινό γιατρό »,είπε δείχνοντάς με γιά νά με πειράξει. « Ή τελευταία εξέταση πού έκανα ήταν πριν άπόδεκαπέντε χρόνια ».

"Ένα άλλο μέλος τής ομάδας : « Δείχνεις νά είσαι σέ πολύ καλή φόρμα, Ντέηβ, όποια κι ανείναι ή ήλικία σου».

« Εύχαριστώ. Το προσπαθώ. Μεταξύ κολύμβησης, τέννις καί περπατήματος ασκούμαιτουλάχιστον δύο ώρες τήν ήμερα. Τερέζα, λυπάμαι γιά σένα καί για το φίλο σου, άλλα δένξέρω πώς ~ νά βοηθήσω. Σκέφτομαι πολύ τά γηρατειά καί το θάνατο, άλλά οι σκέψεις μουπαραείναι μακάβριες γιά νά τις συζητήσω. Γιά νά είμαι ειλικρινής, δέν μ’αρέσει κάν νάπηγαίνω έπίσκεψη σε άρρωστους άνθρώπους ή ν’άκούω καί νά μιλάω γιά άρρώστιες. Όγιατρός άπό δώ » —ξανά δείχνοντάς με*=«πάντα λέει πώς κρατάω τά πράγματα σε μιάελαφρότητα στήν ομάδα — ίσως νά ’ναι αύτός ό λόγος ! »

« Ποιος είναι ό λόγος ; » ρώτησα.

« Έ, αν άρχίσω νά είμαι σοβαρός έδώ, θ’αρχίσω νά μιλάω γιά το πόσο άπεχθάνομαι το ότιγερνάω, πόσο φοβάμαι τό θάνατο. Κάποια μέρα θά σάς πώ τούς εφιάλτες μου — ίσως ».

«Δέν είσαι ό μόνος πού έχει αύτούς τούς φόβους, Ντέηβ. ’Ίσως νά σέ βοηθούσε νά μάθειςπώς όλοι με τήν ίδια βάρκα ταξιδεύουμε ».

«’Όχι, ο καθένας είναι μόνος του στή βάρκα του. Αύτό είναι το χειρότερο όταν πεθαίνεις —πρέπει νά το . κάνεις μόνος σου ».

"Ενα άλλο μέλος : « Κι έτσι νά ’ναι, παρόλο πού είσαι μόνος σου στή βάρκα σου, είναι πάνταμεγάλη παρηγοριά το νά βλέπεις τά φωτάκια άπό τις άλλες βάρκες νά σκαμπανεβάζουνγύρω σου ».

Στο τελείωμα αύτής τής συνεδρίας ot ελπίδες μου είχαν πλήρως άναπτερωθεΐ. Ήταν μιάσυνεδρία καταλυτική. Ό Ντέηβ είχε μιλήσει γιά κάτι σημαντικό, είχε συγκινηθεί, είχε υπάρξειάληθινός, καί τά άλλα μέλη είχαν άντιδράσει αναλόγως.

Στήν επόμενη συνάντηση μάς άφηγήθηκε ένα πολύ δυνατό όνειρο πού είχε δει τή νύχταμετά τήν προηγούμενη συνεδρία. Το όνειρο (καταγεγραμμένο κατά λέξη άπό έναν φοιτητήπού παρακολουθούσε ):

Ό θάνατος είναι παντού γύρω μου. Τον μυρίζω. Έχω ένα πακέτο μ ένα φάκελο χωμένο μέσατου, πού περιέχει κάτι πού είναι άτρωτο απ το θάνατο ή απ' τη διάλυση ή απ' τήν παρακμή.Το κρατάω κρυφό. Πάω νά πάρω τον φάκελο και νά τον νιώσω στά χέρια μου καί ξαφνικάβλέπω πώς είναι άδειος. Αύτό μού προκαλεί μεγάλη ταραχή και διαπιστώνω πώς κάποιοςτον εχει σκίσει. Αργότερα βρίσκω στο δρόμο αύτό πού υποθέτω πώς είχε μέσα ό φάκελος,είναι ένα βρόμικο παλιό παπούτσι πού χάσκει ή σόλα του.

Τ’ όνειρό του με συγκλόνισε. Είχα σκεφτεί συχνά εκείνα τά έρωτικά του γράμματα κι είχαάναρωτηθεί αν θά μου ξαναπαρουσιαζόταν ή ευκαιρία νά έξερευνήσω μαζί του το νόημάτους.

Όσο κι αν μ’ άρέσει νά κάνω ομαδική θεραπεία, το μέγεθος αύτό έχει ένα σημαντικό

Page 116: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

μειονέκτημα γιά μένα: συχνά δέν επιτρέπει τήν έξερεύνηση βαθύτερων υπαρξιακώνθεμάτων. Πολλές φορές μέσα στήν ομάδα παρατηρώ μέ λαχτάρα κάποιο υπέροχο μονοπάτιπού θα μπορούσε νά μέ οδηγήσει βαθύτερα σ’έναν άνθρωπο, άλλά πρέπει νά ικανοποιηθώμέ το πρακτικό (καί πιο χρήσιμο ) καθήκον νά καθαρίσω τά διαπροσωπικά άγκάθια. Όμωςδέν μπορούσα νά στερήσω τ’ όνειρο αύτό άπ’ τον έαυτό μου. Ήταν ή βασιλική οδός πού θάμέ οδηγούσε στήν καρδιά τού δάσους. Σπάνια έχω ακούσει όνειρο πού νά εκθέτει τόσοδιάφανα τήν άπάντηση σ’ένα άσυνείδητο μυστήριο.

Ούτε ό Ντέηβ ούτε ή ομάδα ήξεραν πώς νά τό ερμηνεύσουν. Τσαλαβούτηξαν στά τυφλά γιάλίγη ώρα, κι έπειτα τούς έδωσα έγώ κατεύθυνση ρωτώντας δήθεν τυχαία τον Ντέηβ αν είχεκάποιους συνειρμούς γιά τήν ονειρική εικόνα τού φακέλου πού κρατούσε κρυφό.

’Ήξερα πώς έπαιρνα ένα ρίσκο. Θά ήταν λάθος, ίσως μοιραίο λάθος, είτε νά πιέσω τονΝτέηβ νά κάνει πρόωρες άποκαλύψεις είτε ν’άποκαλύψω έγώ πληροφορίες πού μού είχεέμπιστευτεί στήν άτομική του θεραπεία, πριν ξεκινήσει τήν ομάδα. Σκέφτηκα πώς ήέρώτησή μου βρισκόταν μέσα στά όρια άσφαλείας : έγώ παρέμενα στο συγκεκριμένο υλικότού ονείρου, κι ό Ντέηβ μπορούσε εύκολα να ξεφύγει μήν κάνοντας σχετικούς συνειρμούς.

Προς το παρόν ό Ντέηβ προχώρησε χαρωπά, άλλά όχι χωρίς τις συνηθισμένες υπεκφυγέςτου. Είπε ότι ίσως το όνειρό ν’άναφερόταν σε κάποια γράμματα πού τά κρατούσε κρυφά —γράμματα « μιας κάποιας σχέσης ». Οι υπόλοιποι, πού τούς είχε κεντρίσει τήν περιέργεια,τού έκαναν ερωτήσεις, ώσπου τούς άνέφερε μερικά πράγματα γιά τήν παλιά του έρωτικήσχέση με τή Σοράγια καί γιά το πρόβλημά του νά βρει ένα κατάλληλο μέρος γιά ν’άποθηκεύσει τά γράμματα. Δέν είπε πώς ή σχέση τους είχε τελειώσει πριν άπό τριάνταχρόνια. Ούτε άνέφερε τις διαπραγματεύσεις μαζί μου καί τήν προσφορά μου νά τά κρατήσω,αν συμφωνούσε νά μιλήσει γιά όλα αύτά στήν ομάδα.

Ή ομάδα επικεντρώθηκε στο ζήτημα τής μυστικότητας — αύτή τή στιγμή δεν ήταν άκριβώςαύτό πού με συνάρπαζε, αν καί οπωσδήποτε ήταν ένα σχετικό θεραπευτικό ζήτημα. "Ολοιάναρωτήθηκαν γιατί ό Ντέηβ κρυβόταν τόσο πολύ. Μερικοί καταλάβαιναν τήν έπιθυμία τουνά κρατήσει τά γράμματα κρυφά άπ’τή γυναίκα του, κανένας όμως δέν καταλάβαινε τιςύπερβολές τής μυστικοπάθειάς του. Γιά παράδειγμα, γιατί άρνιόταν νά τής πει ότι έκανεψυχοθεραπεία; Κανέναν τους δέν έπεισε ή άδύναμη δικαιολογία πώς, αν έκείνη ήξερε πώςέκανε ψυχοθεραπεία, θά ’νιώθε πολύ άπειλημένη, γιατί θά νόμιζε πώς ό Ντέηβ ερχόταν εδώνά παραπονεθεί γιά κείνην, κι έπίσης θά τού έκανε τή ζωή μαρτύριο ψήνοντάς τον κάθεβδομάδα νά τής λέει τί είχε κουβεντιάσει στήν ομάδα.

Τού είπαν έπίσης πώς, αν πραγματικά ενδιαφερόταν γιά τήν ψυχική ήρεμία τής γυναίκαςτου, δέν θά ’ταν πολύ πιο εκνευριστικό γιά κείνην νά μήν ξέρει πού πήγαινε ό άντρας της μιάφορά τή βδομάδα; Καί πόσες άδύναμες δικαιολογίες άναγκαζόταν νά προβάλλει, κάθε φοράπού έφευγε άπ’τό σπίτι γιά νά ’ρθει έδώ (ήταν συνταξιούχος καί δέν είχε σταθερή δουλειάέκτος σπιτιού). Καί πόσες μηχανορραφίες έκανε, γιά νά τής κρύψει κάθε μήνα το λογαριασμότής θεραπείας του. Τί βυζαντινισμοί ! Καί γιά ποιο λόγο; Ακόμα και τά έντυπα τής άσφάλισήςτου έπρεπε νά στέλνονται σε μιά κρυφή ταχυδρομική θυρίδα. Ή ομάδα παραπονέθηκεέπίσης γιά τή μυστικοπάθεια τού Ντέηβ άπέναντί της. "Ολοι ένιωθαν ότι τούς κρατούσε σεάπόσταση μέ τήν «προθυμία του νά τούς έμπιστευτεΐ. Σήμερα, ας πούμε, γιατί μίλησεαόριστα γιά « γράμματα μιας κάποιας σχέσης »;

Ήρθαν σέ εύθεία αντιπαράθεση μαζί του : «’Έλα, Ντέηβ, τί θά σού στοίχιζε νά βγεις νά πειςελεύθερα “ερωτικά γράμματα ;»

Ή ομάδα, νά ’ναι καλά, έκανε άκριβώς αύτό πού έπρεπε νά κάνει. Επέλεξε έκεϊνο το σημείοτού ονείρου -το θέμα τής μυστικότητας— πού είχε τή μεγαλύτερη σχέση με τον τρόπο πού όΝτέηβ συμπεριφερόταν άπέναντί της, καί το έκανε φύλλο καί φτερό. Εκείνος, παρόλο πούέμοιαζε λίγο άγχωμένος, είχε εμπλακεί στή συζήτηση μ’ έναν άναζωογονητικό τρόπο —σήμερα δέν έπαιζε παιχνίδια.

Page 117: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Έμενα όμως μ’ έπιασε ή λαιμαργία μου. Το όνειρο αύτό ήτανε καθαρό χρυσάφι, καί ήθελαοπωσδήποτε νά το άντλήσω. «’Έχει κανείς καμιά ιδέα γιά το ύπόλοιπο κομμάτι τού ονείρου ;» ρώτησα. «’Ας πούμε, γιά τή μυρωδιά τού θανάτου καί γιά το γεγονός ότι ό φάκελος περιέχεικάτι πού είναι άτρωτο απ’ το θάνατο, άπ’ τή διάλυση ή άπ? τήν παρακμή; »

Ή ομάδα σώπασε γιά λίγη ώρα, καί τότε ό Ντέηβ στράφηκε σε μένα καί είπε : « Εσύ τίνομίζεις, γιατρέ ; Θά μ’ενδιέφερε πολύ νά μάθω ».

’Ένιωσα ότι πιάστηκα στή φάκα. Δέν μπορούσα ν’άπαντήσω χωρίς νά άποκαλύψω ύλικόπού το είχε μοιραστεί μαζί μου ο Ντέηβ στήν άτομική μας συνεδρία. Δέν είχε, ας πούμε, πειστήν όμάδα πώς ή Σοράγια ήτανε πεθαμένη τριάντα χρόνια τώρα, ότι εκείνος ήτανέξηνταεννέα χρονών κι ένιωθε κοντά στο θάνατο, ότι μού είχε ζητήσει νά φυλάξω έγώ τάγράμματα. "Αν όμως τα αποκάλυπτα όλα αύτά, ο Ντέηβ θά ’νιώθε προδομένος και μπορεί ναεγκατέλειπε τή θεραπεία. Μήπως είχα παγιδευτεί; Ή μόνη οδός διαφυγής ήταν ή απόλυτηειλικρίνεια.

Είπα: « Ντέηβ, μου είναι πολύ δύσκολο να απαντήσω στήν ερώτησή σου. Δέν μπορώ νασου πώ τις σκέψεις μου γιά το όνειρο, χωρίς ν’άποκαλύψω πληροφορίες πού μοιράστηκεςμαζί μου, πριν μπεις στήν ομάδα. Ξέρω πώς σ’ενδιαφέρει πολύ νά κρατήσεις ιδιωτική τή ζωήσου, καί δέν θέλω νά προδώσω τήν εμπιστοσύνη σου. Τι νά κάνω λοιπόν; »

Κάθισα πιο άναπαυτικά, εύχαριστημένος με τον έαυτό μου. Εξαιρετική τεχνική! Ακριβώς αύτόπού λέω στούς φοιτητές μου. ’Αν έχεις παγιδευτεί σ’ένα δίλημμα ή έχεις δύο ισχυράάντικρουόμενα συναισθήματα, τότε το καλύτερο πού έχεις νά κάνεις είναι νά μοιραστείς τοδίλημμά σου ή καί τά δύο συναισθήματα με τον άσθενή σου.

Ό Ντέηβ είπε: « Ρίχ’τα ! Πές τα όλα. Σε πληρώνω γιά τή γνώμη σου. Δέν έχω τίποτα νακρύψω. "Ολα όσα σου ’χω πει είναι βιβλίο άνοιχτό. Δέν άνέφερα τή συζήτησή μας γιά τάγράμματα, γιατί δεν ήθελα νά σε φέρω σε δύσκολη θέση. Και το δικό μου αίτημα κι ή δική σουάντιπροσφορά ήτανε καί τά δύο λίγο παλαβά ».

Τώρα πού είχα τήν άδειά του, άρχισα νά εξηγώ στά μέλη τής ομάδας —πού στο μεταξύ ήστιχομυθία μας είχε εξάψει τρομερά τήν περιέργειά τους— τά όσα σχετικά είχαν προηγηθεί:τή μεγάλη σπουδαιότητα αύτών τών γραμμάτων γιά τον Ντέηβ, το θάνατο τής Σοράγια πρινάπό τριάντα χρόνια, το δίλημμα του Ντέηβ πού νά κρύψει τά γράμματα, τό αίτημά του νά τάφυλάξω έγώ καί τή δική μου προσφορά, πού τήν είχε ώς τώρα άρνηθεΐ, νά τά κρατήσω, μόνοαν συμφωνούσε νά μιλήσει στήν ομάδα γιά όλη αύτή τή συναλλαγή. Πρόσεξα νάσεβαστώ*τά προσωπικά του δεδομένα καί δέν άποκάλυψα τήν ήλικία του ή άλλοπεριφερειακό υλικό.

’Έπειτα μίλησα γιά το όνειρό. Πίστευα πώς αύτό το όνειρό απαντούσε στήν ερώτηση, γιατίείχαν τέτοια βαρύτητα τα γράμματα αυτά γιά τον Ντέηβ. Καί, φυσικά, στήν ερώτηση γιατί τάδικά μου γράμματα είχαν τέτοια βαρύτητα γιά μένα. Γιά τά δικά μου βέβαια δεν μίλησα. Τοθάρρος μου έχει καί τά όριά του. Κάνω άλλωστε καί τις εκλογικεύσεις μου. Οι ασθενείςβρίσκονται εδώ γιά τή δικη τους θεραπεία, όχι γιά τή δική μου. Ο χρόνος είναι πολύτιμος σεμιά ομάδα —οχτώ άσθενεις, καί μόνο ενενήντα λεπτά— καί δεν τον ξοδεύουμε καθόλουκαΧά, αν οι ασθενείς κάθονται κι ακούνε τά προβλήματα τού ψυχοθεραπευτή. Οι ασθενείςπρέπει νά μπορούν νά πιστέψουν πώς οι θεραπευτές τους είναι ικανοί ν’ αντιμετωπίζουν καίνά Χύνουν τά προσωπικά τους προβλήματα.

"Ολ’ αυτά όμως είναι όντως εκλογικεύσεις. Το πραγματικό ζήτημα ήταν ότι μού ’λείπε τοθάρρος. Κάθε φορά πού σφάλλω στο ζήτημα τής αύτοαποκάλυψης, είναι γιατί μοιράζομαιπάρα πολύ λίγα, όχι πάρα πολλά. "Οποτε όμως έχω μοιραστεί πολλά δικά μου πράγματα, οιασθενείς έχουν πάντα ώφεληθει συνειδητοποιώντας πώς έχω κι εγώ νά παλέψω με' τ’ανθρώπινα προβλήματα, όπως κι εκείνοι.

Συνέχισα λέγοντας πώς το όνειρό αύτό μιλούσε για το θάνατο. Ή αρχή του ήταν : « ° Ο

Page 118: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

θάνατος είναι παντού γύρω μου. Τον μυρίζω ». Κι ή κεντρική εικόνα ήταν ό φάκελος, ένα,φάκελος πού περιείχε κάτι άτρωτο απ ’ το θάνατο και την παρακμή. Τι πιο ξεκάθαρο ; Τάερωτικά γράμματα ήταν έ’να φυλαχτό, ένα εργαλείο άρνησης τού θανάτου. Κρατούσαν τάγηρατειά μακριά καί το πάθος τού Ντέηβ παγωμένο στο χρόνο. Το νά σ’ άγαπάνε αληθινά,νά σε θυμούνται, το να σαι ενωμένος με κάποιον γιά πάντα, σημαίνει ότι είσαι αθανατος καιπροφυλαγμένος απ’ τή μοναξιά που βρίσκεται στην καρδια της ύπαρξης.

" Στή συνέχεια τού ονείρου ο Ντεηβ είδε πως ο φάκελος είχε ανοιχτεί κι ήταν άδειος. Γιατίανοιγμένος και αόειος ; Ισως νά ’νιώθε πώς τά γράμματα θά ’χαναν τή δύναμή τους ανμιλούσε γι’αυτά σε άλλους ; Υπήρχε κάτι άπόλυτα καί ιδιωτικά παράλογο ως προς τήνικανότητα αυτών των γραμμάτων νά κρατήσουν μακριά τά γηρατειά καί το θάνατο μιασκοτεινή μαγεία πού εξατμίζεται, όταν τήν εξετάσεις κάτω άπ’τό ψυχρό φως τής λογικής.

Κάποιος άπ’τήν ομάδα ρώτησε : « Καί το βρόμικο παλιοπάπουτσο πού χάσκει ή σόλα του; »

Δεν ήξερα, αλλά πριν προλάβο) ν’απαντήσω, κάποιος άλλος είπε : « Είναι ό θάνατος. Τοπαπούτσι χάνει τή σόλα του ».1

Πανέμορφο ! Πώς δεν το σκέφτηκα; Είχα συλλάβει το πρώτο μισό : ήξερα πώς τοπαλιοπάπουτσο άντιπροσώπευε τον Ντέηβ. Σε κάποιες περιπτώσεις (όταν γιά παράδειγμα,μέσα στήν ομάδα, ζήτησε άπό μιά κοπέλα σαράντα χρόνια νεότερή του το τηλέφωνό της ),νομίζω ότι ή ομάδα είχε φτάσει σχεδόν στο σημείο νά τον άποκαλέσει « βρομόγερο ».Στενοχωρήθηκα γι’ αύτόν καί χάρηκα πού δεν ειπώθηκε δυνατά ό χαρακτηρισμός. Αλλά στήσυζήτηση πού κάναμε ό Ντέηβ τό ’πε μόνος του.

« Θεέ μου! "Ενας βρομόγερος πού κοντεύει νά βγει ή ψυχή του. Έγω είμαι αύτός ! » Γέλασεμε το ίδιο του το κατασκεύασμα. Καθώς άγαπούσε τις λέξεις ( μιλούσε διάφορες γλώσσες ),το λογοπαίγνιο τον ενθουσίασε.

Παρα το παιχνιδιάρικο ύφος του ήταν εμφανές πώς το υλικό πού επεξεργαζόταν ήταν πολύοδυνηρό. "Ενα μέλος τής ομάδας του ^ζητησε να πει περισσότερα πράγματα γι’αύτό πούένιωθε, ότι ήταν ένας βρομογερος. Ενας άλλος τον ρώτησε πώς αισθανόταν που αποκάλυψεστην ομαδα τήν ύπαρξη των γραμμάτων. Μήπως αυτό αλλαζε τη στάση του απέναντί τους ;Κάποιος τού θύμισε πως ολοι μας αντιμετωπίζουμε τήν προοπτική των γηρατειών καυτήςπαρακμής, καί τον παρότρυνε νά μιλήσει περισσότερο γι’αύτά τά συναισθήματα.

Αλλά ο Ντέηβ είχε κλειστεί στον εαυτό του. Είχε κάνει δσο περισσότερη δουλειά μπορούσεεκείνη την ήμερα. « ’Έβγαλα το ψωμί μου σήμερα. Χρειάζομαι χρόνο γιά νά τά χωνέψω ολ’αυτά. Μονοπώλησα τά τρία τέταρτα τής σημερινής συνάντησης καί ξέρω ότι κι άλλοι θέλουνλίγο χρόνο σήμερα ».

Τον αφήσαμε πολύ απρόθυμα καί στραφήκαμε σε άλλα ζητήματα τής ομάδας. Δεν ξέραμετότε πώς επρόκειτο γιά ένα οριστικό άντίο. Ό Ντέηβ δεν ξαναήρθε σε άλλη συνάντηση.(Ούτε, όπως άποδείχτηκε, είχε τήν πρόθεση νά συνεχίσει τήν άτομική του θεραπεία μαζίμου ή με κάποιον άλλον. )

Αναρωτηθήκαμε πολύ γιά δλ’αυτά — πιο πολύ άπ’όλους δμως εγώ. Τί κάναμε καί τονδιώξαμε ; Μήπως τον άπογυμνώ-σαμε υπερβολικά ; Μήπως βιαστήκαμε πολύ νά βάλουμεμυαλό σ’ έναν γερο-ξεκούτη ; Μήπως εγώ τον πρόδωσα ; Μήπως έπεσα στήν παγίδα του ;Μήπως ήταν καλύτερα νά μήν είχα μιλήσει γιά τά γράμματα καί νά ’χα άφήσει το όνειρο νάπέσει κάτω ; (H ερμηνεία του ονείρου πέτυχε, ό άσθενής άπέθανε. ) ’Ιρ·ως νά μπορούσαμενά ’χαμέ άναβάλει γιά λίγο τήν άνα-χώρησή του, άμφιβάλλω δμως. ’Ήμουνα πιά σίγουροςπώς ή επιφυλακτικότητα, ή άποφυγή καί ή άρνησή του θά οδηγούσαν στο τέλος στο Γδιοάποτέλεσμα. Απ’ τήν αρχή είχα έντονες υποψίες πώς ήταν πολύ πιθανό νά φύγει απ’ τήνομάδα. (.Το γεγονός πώς ήμουνα καλύτερος προφήτης παρά θεραπευτής δεν μεπαρηγόρησε καί πολύ. )

Page 119: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Πιο πολύ άπ’ολα έ'νιωθα στενοχώρια. Στενοχώρια γιά τον Ντέηβ, γιά τήν άπομόνωσή του, γιάτο γεγονός δτι κρεμόταν άπό μιά ψευδαίσθηση, γιά τήν έλλειψη θάρρους του, γιά τήνάπροθυμία. του νά δει- τά γυμνά, ώμά δεδομένα της ζωής.

Κι έ'πειτα γλίστρησα σε μιά ονειροπόληση γιά τα δικά μου γράμματα. Τί θά συνέβαινε αν(χαμογέλασα με το «αν» μου) πέθαινα καί κάποιος τ’ανακάλυπτε ; ’Ίσως νά ’πρεπε πράγματινά τά δώσω στον Μόρτ ή στον Τζέυ ή στον Πήτ νά μού τά φυλάξουν. Γιατί επιμένω νάπροβληματίζομαι; Γιατί δεν άπαλλάσσω τον εαυτό μου από το πρόβλημα καίγοντας τα ; Γιατίόχι τώρα; Αμέσως ! Ναι, άλλα πονάει νά το σκέφτομαι. Μιά μαχαιριά μου διαπερνάει τοστέρνο. Γ ιατί όμως; Γ ιατί τόσος πόνος γιά κάποια παλιά γράμματα πού έχουν αρχίσει νάκιτρινίζουν ; Αυτό πρέπει νά το επεξεργαστώ — κάποια μέρα.

1

Αμετάφραστο λογοπαίγνιο με τις ομόηχες λέξεις soul (ψυχή) καί sole(σόλα). (Σ.τ.μ.) Λ'

Page 120: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Δύο χαμόγελα

ΜΕΡΙΚΟΙ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΕΙΝΑΙ ΕΓΚΟΛΟΙ. Εμφανίζονται στο γραφείο μου καλοκουρόισμένοι γιάτήν αλλαγή, κι ή θεραπεία προχωράει μόνη της. Κάποιες φορές απαιτείται τόσο λίγος κοποςαπό μένα, που επινοώ δουλειά, θέτοντας μιά έρώτη-ση η προτείνοντας μιά ερμηνεία, άπλώςγιά νά έπιβεβαιώσω και στον εαυτό μου και στον ασθενή πως είμαι κι έγώ απαραίτητοςσ’αύτή τή συναλλαγή. .

Ή Μαρί δεν ήταν απ’τούς εύκολους. Κάθε συνεδρία μαζί της απαιτούσε μεγάληπροσπάθεια. "Οταν πρωτοήρθε νά με δει πριν άπό τρία χρόνια, ό άντρας της ήταν ήδητέσσερα χρόνια πεθαμένος, άλλα έκείνη παρέμενε παγωμένη στο πένθος. Παγωμένη ήταν ήέκφραση τού προσώπου της, παγωμένη ήταν ή φανταρία της, το σώμα της, ήσεξουαλικότητά της — ολόκληρη ή ροή τής ζωής της. Στή θεραπεία είχε μείνει γιά πολύ καιρόαδρανής, κι ήμουνα υποχρεωμένος νά κάνω εγώ δουλειά γιά δυο ανθρώπους. Καί τώραάκόμα, πού ή κατάθλιψή της είχε }πό καιρό περάσει, υπήρχε μιά ακαμψία στή δουλειά μαςκαι κάτι ψυχρό κι απόμακρο στή σχέση μας, πού ποτέ δεν είχα μπορέσει να τ’ αλλάξω.

Σήμερα ήταν μιά άργία στην ψυχοθεραπεία μας. θα την έβλεπε ένας άλλος γιατρός τήςκλινικής, κι εγώ θ απολάμβανα τήν πολυτέλεια νά μοιραστώ μιά ώρα μαζί της, όνταςσυγχρόνως «έκτος υπηρεσίας ». Εδώ και αρκετες εβδομάδες τήν παροφυ να νά δει ένανύπνοθεραπευτη. Παρολο που η Mapt αντϊστεκοταν σχεδόν σέ κάθε νέα έμπειρία καίφοβόταν ιδιαίτερα την ύπνωση, συμφώνησε τελικά, μέ τον όρο νά είμαι κι εγώ παρων σε ολοκληρη τή συνεδρία. Δεν με πείραζε. Για την ακρίβεια μ άρεσε , ιδέα να χαλαρώσω και ν’αφήσω τον ύπνοθεραπευτή, τον Μάικ Σ., φίλο καί συνάδελφο, να κάνει τή δουλειά του. _ , , ,

Επιπλέον, από τή θέση του παρατηρητή θα είχα μια ασυνήθιστη εύκαιρία ναέπαναξιολογήσω τή θεραπευόμενη ^μου. Γιατί ήταν πιθανό έπειτα από τρία χρόνια ή άποψήμου για κείνην να είχε παγιωθεί καί περιοριστεί. ’Ίσως ή Μαρί να είχε αλλάξει σημαντικά κιεγώ να μην το είχα προσέξει. Ισως άλλοι να την αξιολογούσαν πολύ διαφορετικά άπό μένα.Είχε έρθει ή ώρα νά προσπαθήσω νά την ξαναδώ με φρέσκια ματια.

Ή Μαρί ήταν ισπανικής καταγωγής κι είχε μεταναστεύσει στήν Καλιφόρνια άπό το ΜέξικοΣίτυ πριν άπό δεκαοχτώ χρόνια. Ό άντρας της, πού τον είχε γνωρίσει τον καιρό πού ήτανφοιτήτρια στο Πανεπιστήμιο τού Μεξικού, ήταν χειρουργός. Σκοτώθηκε ένα βράδυ σε τροχαίοδυστύχημα, οδηγώντας με μεγάλη ταχύτητα προς το νοσοκομείο γιά ένα επείγονπεριστατικό. Γυναίκα με σπάνια ομορφιά, ή Μαρί ήταν ψηλή, σάν άγαλμα, με μιά έντονη μύτηκαί μακριά μαύρα μαλλιά στριμμένα κότσο πίσω άπ’τό κεφάλι της. Πόσων χρονών; Θά’λεγεκανείς εικοσιπέντε. Ίσως, χωρίς μέικ-άπ, τριάντα. Ήταν άδύνατο να πιστέψεις ότι είχε κλείσειτά σαράντα.

Είχε μια άπαγορευτική παρουσία, καί οι περισσότεροι άνθρωποι πτοούνταν καίάπομακρύνονταν άπό τήν ομορφιά καί τήν άνωτερότητά της. Εγώ, άντίθετα, ένιωθα μεγάληέλξη. Με συγκινούσε, ήθελα να τήν άνακουφίσω, φανταζόμουν ότι την αγκαλιαζα κι ένιωθα τοκορμί της νά μαλακώνει στήν άγκαλια μου. Είχα πολλές φορές αναρωτηθεί πόσο ισχυρήήταν η έλξη που ένιωθα. Η Μαρί μού θύμιζε μιά πανέμορφη θεία μου, πού είχε το ίδιοχτένισμα καί είχε παίξει μεγάλο ρόλο στις εφηβικές μου σεξουαλικές φαντασιώσεις. Ίσωςνά’ταν αύτό. ^Ισως απλώς να ένιωθα κολακευμένος πού ήμουν ό μοναδικός έμπιστος κι 6'μοναδικός προστάτης αύτής τής αύτοκρατορικής γυναίκας.

’Έκρυβε καλά τήν κατάθλιψή της. Κανένας δεν θά μάντευε πώς ενιωθε ότι ή ζωή της είχετελειώσει. "Οτι ήταν απελπιστικά μόνη. "Οτι έκλαιγε κάθε νύχτα. "Οτι στά εφτά χρόνια άποτότε πού πέθανε ό άντρας της δεν είχε κάνει σχέση, δεν είχε κάνει ούτε καν μιά προσωπικήσυζήτηση με άντρα.

Τά πρώτα τέσσερα χρόνια τού πένθους της ή Μαρί έγινε απόλυτα απρόσιτη για τους

Page 121: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

άντρες. Τα τελευταία δύο χρόνια όμως, καθώς μειωνόταν ή κατάθλιψή της, είχε φτάσει στοσυμπέρασμα πώς το μόνο πού πιθανόν νά τήν έσωζε, ήταν νά δημιουργήσει μιά καινούργιαερωτική σχέση, άλλά ήταν τόσο περήφανη καί τόσο επιβλητική πού οι άντρες τή θεωρούσανάπρόσιτη. Προσπαθούσα γιά άρκετούς μήνες ν’άμφισβητήσω τήν πεποίθησή της πώς μιάγυναίκα μπορεί νά ζήσει τή ζωή, τήν άληθινή ζωή, μόνο αν άγαπιέται άπό έναν άντρα.Προσπάθησα νά τή βοηθήσω νά διευρύνει τούς ορίζοντές της, ν’άναπτύξει καινούργιαενδιαφέροντα, νά εκτιμήσει τις σχέσεις της με τις γυναίκες. Αλλά ή πεποίθησή της ήταν πολύβαθιά ριζωμένη. Στο τέλος το πήρα άπόφαση πώς ήταν ακλόνητη, κι έστρεψα τήν προσοχήμου στο νά τή βοηθήσω νά μάθει πώς νά γνωρίζει άντρες και νά δημιουργεί σχέσεις μαζίτους.

'Όλη αυτή ή δουλειά πού κάναμε όμως σταματτσε αποτομα πριν άπό τέσσερις εβδομάδες,όταν ή Μαρί επεσε από ένα τραμ στο Σάν Φρανσίσκο κι έσπασε το σαγόνι της.Τραυματίστηκε έπίσης σε διάφορα σημεία τού προσώπου και στα όοντια. της έμειναν βαθιάσημάδια τοσο στο πρόσωπό οσο και στο λαιμό. ’Αφού έμεινε μιά εβδομάδα στο νοσοκομείο,ξεκίνησε θεραπεία μ’έναν γναθοχειρουργό, για να ξαναφτιάξει τα όοντια της. Δέν άντεχεπολύ τον πονο, ιδίως τον οόοντικο, κι ετρεμε τις συ χνές έπισκέψεις της στονγναθοχειρουργό. Επιπλέον είχε πείρα χτεί-ένα νεύρο στή μιά πλευρά τού προσώπου της,καί υπέφερε από έντονους καί συνεχείς πόνους. Τά φάρμακα αποδείχτηκαν άχρηστα κιέτσι, γιά ν’ ανακουφίσει τον πόνο της, τής πρότεινα νά δεί έναν ύπνοθεραπευτή.

Ή' Μαρί, πού ήταν έτσι κι άλλιως δύσκολος ασθενής υπό κανονικές συνθήκες, μετά τοάτύχημά της έγινε απίστευτα αν τιδραστική καί καυστική.

« Ή ύπνωση λειτουργεί στους ήλίθιους ή στους ανθρώπους πού έχουν αδύναμη θέληση. Γι’αυτό μού τήν προτείνετε ;»

« Μαρί, πώς νά σέ πείσω πως η ύπνωση δεν εχει καμία σ'/εση μέ τή δύναμη τής θέλησης ήμέ τήν εύφύίά; Ή ικανότητα ενός άνθρώπου να υπνωτίζεται είναι απλώςένα χαρακτηριστικόμέ το όποιο γεννιέται. Πού βρίσκεται ό κίνδυνος; Μου λες ότι ό πόνος σου είναι άβάσταχτος— ε λοιπον, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα μιά ωριαία συνεδρία νά σου προσφέρειάνακούφιση ».

« Ίσως νά σάς φαίνεται άνόητο, άλλά δέν θέλω νά γελοιοποιηθώ. ’Έχω δει υπνωτισμό στήντηλεόραση — τά θύματα φαίνονται τελείως ηλίθια. Νομίζουν ότι κολυμπάνε, ένώ βρίσκονταιστο πλατώ, ή ότι κάνουνε κουπί ένώ κάθονται στήν καρέκλα. Θυμάμαι μιά γυναίκα πού τήςείχε βγει ή γλώσσα έξω καί δέν μπορούσε νά τήν ξαναβάλει μέσα .

« Κι εγώ, αν πίστευα πώς θά μού συμβεί τέτοιο πράγμα, θ’ ανησυχούσα όσο κι εσύ. Αλλάυπάρχει τεράστια άπόσταση ανάμεσα στήν ύπνωση πού δείχνει ή τηλεόραση καί στήνιατρική ύπνωση. Σού έχω πει τί άκριβώς νά περιμένεις. Το κυριότερο είναι ότι κανένας δένπρόκειται νά σε έλέγξει. Αντίθετα, θά μάθεις να μπαίνεις μόνη σου σέ μιά ψυχική κατάσταση,όπου μπορείς εσύ να ελεγξεις τον πόνο σου. Φαίνεται σάν νά δυσκολεύεσαι ακόμα να μεεμπιστευτείς, κι εμένα καί άλλους γιατρούς ».

« Αν οι γιατροί ήταν άξιοι έμπιστοσύνης, θά είχαν σκεφτεί να καλέσουν εγκαίρως τοννευροχειρουργό καί τώρα ό άντρας μου θά ήταν ζωντανός ! »

« Συμβαίνουν τοσο πολλά εδώ σήμερα, είναι τόσα τά ζητήματα -ό πόνος σου, οι άνησυχίεςσου ( κι οι λανθασμένες άντιληψεις σου ) για την ύπνωση, οι φοβοι σου νά μή φανείς γελοία, οθυμός σου και η δυσπιστία σου γιά τούς γιατρούς, καί γιά μένα-, δέν ξέρω ποιο νάπρωτοπιάσω. Δέν νιώθεις κι εσύ το ίδιο; Από πού νομίζεις πώς πρέπει ν’άρχίσουμε σήμερα;»

« Έσεΐς είσαστε ό γιατρός, όχι εγώ ».

Κι έτσι είχε προχωρήσει ή θεραπεία. Ή Μαρί ήταν νευρική, ευερεθιστη και, παρα την

Page 122: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

ευγνωμοσύνη πού ισχυριζόταν πώς ένιωθε για μένα, συχνά σαρκαστική καί προκλητική.Ποτέ δέν έμενε γιά πολύ σ’ένα θέμα, γρήγορα προχωρούσε σέ άλλα προβλήματα. Καμίαφορά το καταλαβαινε και ζητούσε συγγνώμη πού ήταν στριμμένη, άλλά πάντα, έπειτα άπόλίγα λεπτά, ήταν ξανά έριστική καί γεμάτη αύτολύπηση. Καταλάβαινα πώς το σημαντικότεροπράγμα πού μπορούσα νά κάνω γιά κείνην, ιδίως σ’ αυτή τήν περίοδο κρίσης, ήταν νάδιατηρήσω τή σχέση μας καί νά μήν τής έπιτρέψω νά μέ διώξει άπό κοντά της. "Ως τώραείχα άντέξει, άλλά ή υπομονή μου είχε καί τά όριά της, κι ένιωθα ανακούφιση πού θάμοιραζόμουν αύτό το φορτίο μέ τον Μάικ.

’Ήθελα έπίσης υποστήριξη από έναν συνάδελφο. Αύτό ήταν το άπώτερο κίνητρό μουγι’αυτή τήν έξέταση. ’Ήθελα κάποιος άλλος νά είναι μάρτυρας όλων αύτών πού τραβούσα μέτή Μαρί, ήθελα κάποιος νά μού πει: «Είναι δύσκολη. ’Έχεις κάνει καταπληκτική δουλειά μαζίτης ». Αύτό το κομμάτι τού εαυτού μου πού είχε μιά τέτοια άνάγκη δέν λειτουργούσε μεγνώμονα τι είναι καλύτερο γιά τή Μαρί. ’Ήθελα η επίσκεψη της να μήν είναι καθόλου εύκοληκι απλή για τον Μάικ : ήθελα ν ααγωνιστεί κι αυτός, όπως είχα αναγκαστεί ν αγωνιστώ κι εγώ.Ναι, το παραδέχομαι, ένα κομμάτι μου ποθούσε να τού βγάλει το λάδι η Μαρί: «’Έλα, Μαρί,κάνε τά συνηθισμένα σου ! »

’Αλλά, προς μεγάλη μου έκπληξη, ή συνεδρία πήγε καλά. Η Μαρί ήταν καλό υπνωτικόυποκείμενο, κι ο Μάικ τη χειρίστηκε έπιδέξια καί τής έμαθε πώς νά μπαίνει μόνη της σέύπνωση. Επειτα άσχολήθηκε μέ τον πόνο της χρησιμοποιώντας μια «ναισθητική τεχνική. Τήςείπε να φανταστεί πως βρίσκεται στην καρέκλα τοΟ οδοντιάτρου καί πώς της κανουν ενεσηνοβοκαινης,

« Σκέψου ότι ή γνάθος καί το μάγουλο σου μουδιαζουν σιγά σιγά. Το μάγουλό σου είναι τώραπολύ μουδιασμένο. Αγγιξέ το μέ το χέρι σου καί δές πόσο ποσο εχει μουδιάσει. Σκέψου τοχερι σου σαν μια δεξαμενή μουδιάσματος. Μουδιάζει καθώς^ αγγίζει το μουδιασμένο σουμάγουλο' καί μπορεί να μεταφέρει αύτό το μούδιασμα σε οποιοδήποτε άλλο μέρος τουσώματος σου ».

Από κει καί πέρα ήταν εύκολο γιά τή Μαρί νά μεταφέρει το μούδιασμά της σε όλα ταπονεμένα σημεία του προσώπου και τού λαιμού της. Εξαιρετικό. ’Έβλεπα τήν άνακούφισηστο πρόσωπο της.

’Έπειτα ό Μάικ συζήτησε μαζί της τόν πόνο της. Πρώτα τής περιέγραψε τή λειτουργία τούπόνου : πώς χρησίμευε σαν προειδοποίηση, γιά νά τήν πληροφορήσει ακριβώς μέχρι ποιοσημείο μπορούσε νά κινήσει τή γνάθο της καί πόσο έντονα μπορούσε νά μασήσει. Αύτόςήταν ένας άπαραίτητος, λειτουργικός πόνος, σέ αντίθεση με τόν άχρηστο πόνο πούπροκαλούσαν τά ερεθισμένα, τραυματισμένα νεύρα, καί πού δέν εξυπηρετούσε κανένανωφέλιμο σκοπό.

Το πρώτο βήμα της, πρότεινε ό Μάικ στή Μαρί, θά ’ταν νά μάθει περισσότερα γιά τόν πόνοτης : νά διαφοροποιήσει τόν λειτουργικό άπό τόν άχρηστο πόνο. Ό καλύτερος τρόπος γιά νάτο κάνει αύτό ήταν ν’άρχίσει νά κάνει τις κατάλληλες ερωτήσεις και να συζητήσει άναλυτικάτόν πόνο της μέ τόν γναθοχειρουργό της. Εκείνος ήταν ό άνθρωπος πού γνώριζε καλύτεραάπ’ ολους τι συνέβαινε στο πρόσωπο καί στο στόμα της.

Τό επιχείρημα τού Μάικ ήταν εξαιρετικά διαυγές καί το διατύπωσε με την ακριβή δόσηεπαγγελματισμού καί πατερναλισμού. Η Μαρί διασταύρωσε γιά λίγες στιγμές το βλέμμα τηςμε το δικό του. Επειτα χαμογέλασε καί κούνησε το κεφάλι καταφατικοί. Ο Μάικ καταλαβεπως είχε λάβει το μήνυμά του και το είχε καταγράψει.

^ Εμφανώς ευχαριστημένος από τήν άντίδραση τής Μαρί, ό Μάικ στράφηκε στο τελευταίοτου καθήκον. Ή Μαρί κάπνιζε πάρα πολύ, χι ένα άπ’τά κίνητρά της, όταν δέχτηκε νά τόνεπισκεφτεί, ήταν νά ζητήσει τή βοήθειά του γιά νά σταματήσει το κάπνισμα. Ό Μάικ, ειδικόςσ’αυτόν τόν τομέα, τής έκανε μια δοκιμασμένη καί τελειοποιημένη παρουσίαση. Τόνισετρία μείζονα σημεία: ότι ή Μαρί ήθελε να ζήσει, ότι γιά νά ζήσει είχε αναγκη τό σώμα της, κι

Page 123: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

ότι τα τσιγάρα ήταν δηλητήριο για το σώμα της.

Γιά να δώσει ένα παράδειγμα, ό Μάικ είπε : « Σκέψου το σκύλο σου, ή, αν δέν έχεις σκύλοαύτή τή στιγμή, φαντάσου έναν σκύλο πού θα τον αγαπούσες πολύ. Τώρα φαντάσουκονσέρβες γιά σκύλους πού έχουν τήν ταμπέλα “δηλητήριο”. Δέν θά ’δίνες ποτέ στο σκύλοσου δηλητηριασμένη τροφή, έτσι δέν είναι; »

Γιά άλλη μιά φορά διασταυρώθηκαν γιά λίγη ώρα τά βλέμματά τους. Καί γιά άλλη μιά φορά ήΜαρί χαμογέλασε καί κούνησε το κεφάλι καταφατικά. Παρόλο πού ό Μάικ κατάλαβε πώς ήάσθενής του είχε πιάσει το νόημα, υπογράμμισε γιά άλλη μιά φορά το επιχείρημά του :<< Τότε γιατί δέν συμπεριφέρεσαι στο σώμα σου τόσο καλά οσο καί στο σκύλο σου;»

Στο χρόνο πού άπέμενε, ενίσχυσε τις οδηγίες του γιά τήν αύτούπνωση καί τής έμαθε πώςνά άντιδρά· στή λαχτάρα γιά τσιγάρο με αύτούπνωση καί μέ αυξημένη έπίγνωση(«ύπεραίσθηση », όπως τήν ονόμασε ) τού γεγονότος ότι χρειαζόταν το σώμα της γιά νάζήσει καί ότι το δηλητηρίαζε.

Ήταν μιά εξαιρετική συνεδρία. Ό Μάικ εκανε καταληκτική δουλειά: θεμελίωσε μια καλήσυνεργασία με τη Μαρί και πέτυχε όλους τούς στόχους τής επίσκεψης. Η Μαρί έφυγε απο τογραφείο του εμφανώς εύχαριστημενη μαζί του και με τη δουλειά πού έκαναν.

’Έπειτα ξανάφερα στο νού μου τήν ώρα πού μοιραστήκαμε οι τρεΤς μας. Παρόλο πού ήέπίσκεψη αύτή με ικανοποιούσε ^επαγγελματικά, δέν είχα πάρει τήν προσωπικής ύποσ ι καιεκ λ μηση πού άναζητούσα. Βέβαια ό Μάικ δεν είχε ιόεα^τι ή^ε στήν πραγματικότητα άπ’αύτόν. Δέν μπορούσα φυσικά να ομολογήσω τις άνώριμες άνάγκες μου σ’ενανσυνα&λροπολύ νοτερό μου. Άλλά κι εκείνος δέν μπορούσε να μαντέψει ποσο δυσκολη άσθενής ήταν ήΜαρί και τι ηράκλειο άθλο είχα κανε μαζί της _ μαζί του, Ισως άπό σκέτη διαστροφή, ή Μαρίείχε υπάρξει πρότυπο άσθενοΰς.

"Οπως ήταν φυσικό, κράτησα ολ’ αυτα τα συναισθήματα κρυφά κι άπό τόν Μάικ,κι άπ’τήΜαρί. ’Έπειτα άναρωτήθηκα γιά τούς δύό τους γιά τις δικές τους άνικανοποίητες ^ επιθυμίες,γιά τις κρυφές τους σκέψεις καί εντυπώσεις άπό τή συνεδρία. ’Αν υποθέσουμε πώς σ’ έναχρόνο ο Μάικ, ή Μαρί κι εγώ γράφουμε τις άναμνήσεις τής κοινής μας συνεδρίας, σε ποιοβαθμό θά συμφωνούσαμε; Υποπτεύομαι πώς ό καθένας άπό μάς θά δυσκολευόταν πολύν’άναγνωρίσει τή συνεδρία άπ’τήν περιγραφή του άλλου. Γιατί όμως σ’ ένα χρόνο; ’Αν τιςγράφαμε σε μιά βδομάδα; Ή αύτήν άκριβώς τή στιγμή; Θά μπορούσαμε νά συλλάβουμε καίνά καταγράψουμε τήν άληθινή, τήν οριστική ιστορία αυτής τής ώρας;

Το ερώτημα αύτό δέν είναι άμελητέο. Εμείς οι θεραπευτες, βασιζόμενοι στά δεδομένα πού οιάσθενεΐς επιλέγουν νά μάς αναφέρουν γιά γεγονότα πού έχουν συμβεί πολύ καιρό πριν,πιστεύουμε συνήθως πώς μπορούμε νά άνακατασκευάσουμε μιά ζωή: ότι μπορούμεν’άνακαλύψουμε τά κρίσιμα συμβάντα τών πρώτων άναπτυξιακών χρόνων, τήν άληθινήφύση τής σχέσης με τόν κάθε γονιό, τή σχέση άνάμεσα στους γονείς, άνάμεσα στ’άδέλφια,το οικογενειακό σύστημα, τήν εσωτερική εμπειρία πού συνοδεύει τους τρομους καί τάτραύματα τών πρώτων χρόνων τής ζωής, την υφή τής παιδικής ήλικίας καί της εφηβικήςφιλίας.

Ομως μπορούν άραγε οι θεραπευτές ή οι ιστορικοί ή οι βιογράφοι να ανακατασκευασουν μιάζωή με κάποιο βαθμό άκρίβειας, αν είναι αδύνατο να συλλάβουμε τήν άλήθεια άκόμα καί μιαςμεμονωμένης ώρας ; Πριν από χρόνια έκανα ένα πείραμα, οπού μια ασθενής μου κι εγώκαταγραφαμε ό καθένας χωριστά τις εντυπώσεις μας από τις θεραπευτικές μας συνεδρίες."Οταν αργότερα τις συγκρίναμε, υπήρχαν περιπτώσεις πού μάς ήταν δύσκολο ναπιστέψουμε πώς περιγράφαμε τήν ίδια ώρα. Ακόμα και οι άπόψεις μας γιά το τί ήταν χρήσιμοδιέφεραν. "Οσο γιά τις ωραίες μου ερμηνείες ; Δεν τις είχε καν ακούσει! Αντίθετα, θυμόταν καικρατούσε σαν κάτι πολύτιμο στή μνήμη της κάποια απλχ, προσωπικά, υποστηρικτικά σχόλιάμου.1

Page 124: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Σε τετοιες στιγμές λαχταραει κάνεις να υπήρχε ένας διαιτητής της πραγματικότητας, ηκαποια επισημη ευκρηνης φωτογραφια από τη συνεδρία. Πόσο ανησυχητικό είναι νάσυνειδητοποιείς πώς ή πραγματικότητα είναι μιά ψευδαίσθηση, ή, στήν καλύτερηπερίπτωση, ένας εκδημοκρατισμός τής άντίληψης με βάση τήν κοινή συναίνεση τώνσυμμετεχόντων.

’Αν έγραφα τή δική μου περίληψη εκείνης τής ώρας, θά τή δομούσα γύρω άπο δυοξεχωριστά « άληθινές » στιγμές : τις δυο φορές πού τά βλέμματα τής Μαρί και τού Μάικδιασταυρώθηκαν, καί πού εκείνη χαμογέλασε καί συμφώνησε μ’ ένα κούνημα τού κεφαλιού.Το πρώτο χαμόγελο ήρθε μετά τή σύσταση τού Μάικ νά συζητήσει διεξοδικά τόν πόνο τηςμε τόν γναθοχειρουργό της. Το δεύτερο, όταν θέλησε νά τής ύπογραμμίσει πώς ποτέ δένθά’δίνε στο σκύλο της δηλητηριασμένη τροφή.

’Αργότερα κάναμε μιά μεγάλη συζήτηση γι’αυτή τή συνεδρία με τον Μάικ. Επαγγελματικάεκείνος τή θεωρούσε μια επιτυχημένη συμβουλευτική συνάντηση. Η Μαρί ήταν κάλουποκείμενο γιά ύπνωση, κι εκείνος είχε επιτύχει όλου, τούς στόχους του. Επιπλέον ήταν καίμια καλή προσωπική εμπειρία έπειτα άπό μιά κακή εβδομάδα,_ στή διάρκεια τής οποίας αχένοσηλεύσει δυο άσθενεΐς του κι είχε μια σύγκρουση με ..ό^ 0.*.j θυντή τού τμήματος. Γιά τόνΜάικ ήταν μεγάλη ικανοποίηση ότι τόν είχα δει νά τά καταφέρνει τόσο αποτελεσματικά καιεπιδέξια. ?Ηταν νεότερός μου καί πάντα εκτιμούσε τη δουλεία μου. Τού ήταν πολύ σημαντικόνά έχω καλή γνώμη για^κεινον. ι ειρωνεία, νά πάρει εκείνος αύτό πού ζητούσα εγώ απ αυτόν.

Τον ρώτησα για τα δυο χαμόγελα. Τα ^θυμόταν καλά ^καί ήταν πεπεισμένος ότι σήμαινανεπίδραση κι επαφή. Τα χαμογε-* λα, πού εμφανίστηκαν σε ισχυρές στιγμές τήςπαρουσίασης του, σήμαιναν πώς ή Μαρί είχε καταλάβει το μήνυμά του κι είχε επηρεαστείάπ’αύτο.

"Ομως, λόγω τής διάρκειας τής σχέσης μου με τη Μαρί, εγώ ερμήνευα τελείως διαφορετικάτα δυο χαμογέλα. Ας πάρουμε γιά παράδειγμα το πρώτο, όταν ο Μάικ τής πρότεινε ναζητήσει περισσότερες πληροφορίες άπ’τόν γναθοχειρουργό της, τόν Ζ. Δέν φαντάζεστε τίιστορία υπήρχε πίσω άπ’ τή σχέση τής Μαρί μαζί του!

Τόν είχε πρωτογνωρίσει πριν άπό είκοσι χρόνια, ήταν συμφοιτητές στο Μέξικο Σίτυ. Εκείνητήν εποχή ό Ζ. είχε προσπαθήσει δραστήρια, άλλά χωρίς επιτυχία, νά τή γοητεύσει. Είχανχάσει επαφή ως το δυστύχημα του άντρα τής Μαρί. Ό Ζ., πού είχε μετακομίσει κι αύτός στ'ςΗΠΑ, δούλευε στο νοσοκομείο όπου μετέφεραν τόν άντρα της έπειτα άπ’τό τροχαίο, κιαποτέλεσε μιά σημαντική πηγή ιατρικών πληροφοριών καί υποστήριξης γιά τή Μαρί στις δυοεβδομάδες πού ό άντρας της κειτόταν σέ προθανάτιο κώμα μέ μιά θανατηφόρα κρανιακήκάκωση.

Σχεδόν άμέσως μετά το θάνατο του συζύγου της, καί παρά το γεγονός ότι είχε γυναίκα καίπέντε παιδιά, ό Ζ. άνανέωσε τις ερωτικές του προθέσεις και άρχισε νά τής κάνει σεξουαλικέςπροτάσεις. Η Μαρί τον άπώθησε θυμωμένη, άλλά αύτός δέν πτοήθηκε. Στο τηλέφωνο, στήνέκκλησία, άκόμα καί στο δικαστήριο (η Μαρί είχε κάνει μήνυσή στο νοσοκομείο γιά άμέλειαγια το θανατο τού συζυγου της ), εκείνος τής έ'κλεινε το μάτι και τής^εριχνε λάγνες ματιές. ΉΜαρί θεωρούσε τή συμπεριφορά του αποκρουστική, και σίγα σίγα οι αρνήσεις της έγιναν πιοωμές. Ο Ζ. υποχώρησε μονο όταν τού δήλωσε πώς τήν άηδιάζει, ότι ήταν ό τελευταίοςάντρας στον κόσμο μέ τόν όποιο θά έκανε σχέση κι ότι θά μιλούσε στή γυναίκα του, μιάυπέροχη γυναίκα, αν συνέχιζε νά τήν παρενοχλεί.

Οταν η Μαρί επεσε απ’το τραμ, χτύπησε στο κεφάλι καί εμεινε αναίσθητη^ γιά περίπου μιάώρα. Ξυπνώντας με άπίστευτο πόνο,̂ ένιωσε απελπιστικά μόνη : δέν είχε στενούς φίλους,κι οί^δυό κόρες της έκαναν διακοπές στήν Εύρώπη. "Οταν ή νοσοκομα στα επείγοντα τηρο^τησε το ονομα του γιατρού της, εκείνη βόγκηξε . « Ειδοποιήστε τον κύριο Ζ. ». Κατά γενικήομολογια, ήταν ο πιο ταλαντούχος και έμπειρος γναθοχειρουργός της περιοχής, και η Μαρίενιωσε πως διακυβεύονταν πάρα πολλά γιά νά ρισκάρει μ’έναν άγνωστο χειρουργό.

Page 125: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

"Οσο κράτησαν οι άρχικές μείζονες χειρουργικές διαδικασίες (φαινόταν πώς είχε κάνειεξαιρετική δουλειά), ό Ζ. συγκρατούσε τά συναισθήματά του, στή μετεγχειρητικήπαρακολούθηση όμως αυτά ξεχύθηκαν ορμητικά. Ήταν σαρκαστικός, αύταρχικός καί, εγώπιστεύω, σαδιστής. ’Έχοντας πειστεί ότι ή Μαρί άντιδρούσε υπερβολικά καί υστερικά,άρνιόταν νά τής γράψει επαρκή άναλγητικά ή καταπραϋντικά φάρμακα. Τήν τρόμαζεμιλώντας ξαφνικά γιά επικίνδυνες επιπλοκές ή γιά μόνιμες άλλοιώσεις τού προσώπου καίτήν άπειλούσε πώς, αν συνέχιζε νά παραπονιέται τόσο πολύ, θά τήν παρατούσε. Οταν τούμίλησα εγώ καί τού είπα πώς ένα άναλγητικο ήταν αναγκαίο, εγινε πολύ εριστικός καί μούυπενθύμισε πως ξερει πολύ περισσότερα άπό μένα γιά τόν χειρουργικό πονο. Σχολίασεμαλιστα πως μάλλον θά είχα βαρεθεί τις ομιλητικές θεραπείες και ήθελα ν’άλλάξω ειδικότητα.Τελικά το μονο που μπορούσα να κάνω ήταν νά δώσω έγώ κρυφά στή Μαρί μια συνταγή γιάκατασταλτικά φάρμακα.

Τήν άκουγα άτελείωτες ώρες νά παραπονιέται για τον πονο της καί γιά τόν γναθοχειρουργότης (για τόν οποίο ήταν σιγουρη πώς θά τήν άντιμετωπιζε καλύτερα άν, και -τωρα ακόμα, μεστόμα καί πρόσωπο παραμορφωμένα απ’τον πονο, αποδεχόταν τις προσκλήσεις του). Οιφορές πού πήγαινε στο ιατρείο για τά δόντια της ειταν ταπεινωτικές : οπότε εβγαινε ηβοηθός απο το δωμάτιο ό Ζ. έκανε στή Μαρι επιθετικα σεξουαλικα σχόλια κι ακουμπούσεσυχνά, δήθεν τυχαία, τα χέρια του στο στήθος της.

Μή βρίσκοντας άλλο τρόπο να βοηθήσω τή Μαρί στην κατάσταση πού είχε δημιουργηθεί μετόν Ζ., τής πρότεινα έντονα ν’ αλλάζει γιατρό. Τής ζήτησα νά πάρει τουλάχιστον μια γνώμηάπό έναν άλλο γναθοχειρουργό και της έδωσα έναν κατάλογο με ονόματα εξαιρετικώνγιατρών. Παρόλο πού δέν τής άρεσε καθόλου αύτό πού συνέβαινε καί παρόλο που μισούσετον Ζ., κάθε πρόταση πού τής έκανα τήν άντιμετώπιζε μ’ ένα « όμως » ή μ’ ένα «ναι, άλλά».Ή Μαρί ήταν δεξιοτέχνης τού «ναι, άλλά» (στον κλάδο μας ξεχωρίζουμε αύτόν τόν τύποασθενούς ). Τά κυριότερα «άλλά» της ήταν ότι, άφού ό Ζ. είχε ξεκινήσει τή δουλειά, αύτός —καί μόνο αύτός— ήξερε πραγματικά τί συνέβαινε μέσα στο στόμα της. Τήν τρομοκρατούσε ήπροοπτική νά τής μείνει μιά μόνιμη παραμόρφωση στο πρόσωπο ή στο στόμα. (Πάντα τήνάπασχολούσε πολύ ή έμφάνισή της, πόσο μάλλον τώρα πού είχε μπει στον κόσμο τώνμοναχικών.) Τίποτα —ούτε ό θυμός ούτε ή περηφάνια ούτε το έχθρικό άγγιγμα τού στήθουςτης— δέν έμπαινε μπροστά στή λειτουργική καί στήν αισθητική της ανάρρωση.

Υπήρχε κι ένας πρόσθετος σημαντικός υπολογισμός. Επειδή η Μαρί είχε πέσει άπ’τό τράμτή στιγμή πού κατέβαινε, γιατί το τράμ τσούλησε προς τά πίσω, είχε ξεκινήσει μιά άγωγήεναντίον τού Δήμου. Λόγω τού τραυματισμού της είχε χάσει τή δουλεία της, κι ή οικονομικήτης κατάσταση ήταν πολύ εύθραυστη. Υπολόγιζε σε μιά μεγάλη οικονομική άποζημίωση καίφοβόταν να ερθει αντιμέτωπη μέ τόν Ζ., πού ή μαρτυρία του γιά τήν έκταση τούτραυματισμού και τής οδύνης της ήταν ούσιαστικής σημασίας, γιά νά κερδίσει τή δίκη.

Κι έτσι η Μαρί κι ο Ζ. ήταν εγκλωβισμένοι σ’έναν σύνθετο χορο, που στις φιγούρες τουπεριλαμβανόταν ένας περιφρονημένος χειρουργός, μιά άγωγή εκατομμυρίων δολαρίων, ένακάταγμα στή γνάθο, μερικά σπασμένα δόντια καί μερικά πιασίματα στήθους. αυτο τοαπίστευτο μπλέξιμο ήρθε ό Μάικ -χωρίς φυσικά, να εχει ιδέα γιά όλ’ αυτάνά πετάξει τήνάθώα, άπολυτως λογική πρότασή του, νά ζητήσει ή Μαρί τή βοήθεια τού γιατρού της γιά νάκατανοήσει τόν πόνο της. Και τότε ή Μαρί χαμογέλασε.

Η δεύτερη φορά πού χαμογέλασε ήταν άντιδρώντας στήν εξίσου άφελή ερώτηση του Μάικ:«Θά’δίνες δηλητηριασμένη τροφή στο σκύλο σου ; »

Καί πίσω άπ’αύτό το χαμόγελο κρυβόταν μιά ιστορία. Πριν από εννεα χρονιά η Μαρί και οΤσαρλς, ο αντρας της, είχαν πάρει έναν σκύλο, ένα άχαρο ντάχσχουντ με το όνομα ’Έλμερ.Παρόλο που ό ’Έλμερ άνηκε στήν πραγματικότητα στον Τσάρλς, καί παρά την άπωση πούένιωθε προς τούς σκύλους, ή Μαρί τον είχε σιγά σιγά συμπαθήσει, καί γιά χρόνια τόν έπαιρνενά κοιμάται στο κρεβάτι της.

Ό ’Έλμερ γέρασε, έγινε δυσκίνητος καί άπέκτησε άρθριτικά, κι έπειτα άπ’τό θάνατο του

Page 126: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Τσάρλς άπαιτοΰσε τόσο μεγάλο μέρος τής προσοχής τής Μαρί, πού μάλλον τής πρόσφερεμεγάλη υπηρεσία — ή υποχρεωτική απασχόληση είναι συχνά φίλος όσων πενθούν καί τούςάποσπά καταπληκτικά από το πένθος στά πρώτα στάδιά του. (Στή δική μας κουλτούρα ήαπα^''όληση μπορεί νά έξασφαλίζεται άπο τις προετοιμασίες για την κηδεία κι άπ’ τήγραφειοκρατία τής ιατρικής ασφάλισης καί τών περιουσιακών θεμάτων.)

"Επειτα άπο έναν περίπου χρόνο ψυχοθεραπείας ή κατάθλιψη της Μαρί υποχώρησε, κιεκείνη εστρεψε την προσοχή της στο νά ξαναφτιάξει τη ζωή της. Ητανε πεπεισμένη πως ομόνος τρόπος νά βρεί τήν ευτυχία ήταν ζευγαρώνοντας. Ολα τα άλλα ήταν προοίμια. Άλλαεδη φιλίας και όλες οι άλλες εμπειρίες ήταν απλώς σημεία στίξης του χρόνου, ώσπου ναξαναρχισει τή ζωή της μ’ έναν αντρα.

Ανάμεσα όμως στή Μαρί καί στήν καινούργια της ζωη παραμονευε ενα μείζον εφόδιο : ό’Έλμερ. Εκείνη ήταν αποφασισμένη νά βρεί έναν άντρα. Ό Έλμερ όμως είχε τήν άποψη πώςαρκούσε ή δική του ανδρική παρουσία στο νοικοκυριό τους. Ούρλιαζε καί δάγκωνε τούςξένους, ιδίως τούς άντρες .Απέκτησε διεστραμμένες συνήθειες : άρνιόταν νά κατουρήσει έξωαπ’ το σπίτι, κι όταν ή Μαρί τον ξανάβαζε μέσα, κατάβρεχε το χαλί τού σαλονιού. Καμίαεκπαίδευση και καμία τιμωρία δεν εφερναν αποτέλεσμα. Αν η Μαρί τον άφηνε έξω· απ τοσπίτι, ο Ελμερ ούρλιαζε τόσο άσταμάτητα πού οι γείτονές της, άκόμα κι άπό άλλοτετράγωνο, τής τηλεφωνούσαν ικετεύοντας η απαιτώντας νά κάνει κάτι. ’Αν τόν τιμωρούσεμε οποιονδήποτε τρόπο, εκείνος άπαντούσε καταβρέχοντας τά χαλιά τών άλλων δωματίων.

Ή μυρωδιά του είχε πλημμυρίσει το σπίτι. ’Έπιανε τον επισκέπτη άπ’τήν είσοδο, καί καμιάποσότητα άέρα, σαμπουάν, άποσμητικού ή αρώματος δέν μπορούσε νά τήν καθαρίσει. ΉΜαρί ντρεπόταν πολύ νά καλέσει κόσμο στο σπίτι καί άρχικά προσπάθησε ν’άνταποκριθεΐσε κάποιες ύποχρεώσεις κάνοντάς τους το τραπέζι σε κάποιο εστιατόριο. Σιγά σιγάάπελπίστηκε ότι θά’χε ποτέ αληθινή κοινωνική ζωή,

Δέν άγαπώ τούς σκύλους, άλλά αύτός έμοιαζε άπ’τούς χειρότερους. Τόν γνώρισα μιά φοράπού ή Μαρί τόν έφερε στο γραφείο μου — ένα κακομαθημένο πλάσμα πού γρύλιζε κι έγλειφεφασαριόζικα τά γεννητικά του όργανα σ’ όλη τή διάρκεια τής ο^ρας. Ισως έκείνη ακριβώς τήνήμέρα ν’άποφάσισα πώς ό Ελμερ επρεπε να πάρει πόδι. Αρνήθηκα νά τόν άφήσω νάκαταστρέψει τή ζωή τής Μαρί. Καί τή δική μου.

Υπήρχαν όμως τρομερά εμπόδια. Δέν ήταν ότι ή Μαρί δέν μπορούσε να το πάρει απόφαση.Παλιότερα υπήρχε κι άλλος ένοικος που γεμιζε το σπίτι μυρωδιές, μιά γυναίκα πού ή Μαρίισχυριζόταν πως τρεφόταν με σαπια ψαρια. Σ’έκείνη, τήν περίπτωση ή Μαρί έδρασεάστραπιαΐα. Ακολούθησε τή συμβουλή μου νά^έρθει σέ άνοιχτή άντιπαράθεση μαζί της. Κιόταν ή γυναίκα άρνήθηκε ν’άλλάξει τρόπο μαγειρέματος, δέν δίστασε καθόλου να τήςζητήσει νά φύγει.

Αλλά με τον Ελμερ ένιωθε παγιδευμένη. ΤΗταν ό σκύλος τού Τσάρλς, κι ένα κομμάτι τούΤσάρλς ζούσε άκόμα μέσω τού Ελμερ. Κάναμε άτελείωτες συζητήσεις γιά τις δυνατότητεςπου είχε η Μαρί. Οι έκτεταμενες και πανάκριβες κτηνιατρικές εξετάσεις γιά τήν άκράτειαάποδείχτηκαν άχρηστες. Επισκέψεις σ’έναν ψυχολόγο ζοχυν καί σ’έναν έκπαιδευτή ήτανεξίσου άναποτελεσματικές. Σιγά σιγά καί με θλίψη ή Μαρί συνειδητοποίησε (μέ τή δική μου,φυσικά, ένθάρρυνση) πώς έπρεπε ν’άποχωριστεΐ τόν ’Έλμερ. Τηλεφώνησε σ’ολους τούςφίλους της νά τούς ρωτήσει μήπως τόν ήθελαν, άλλά κανένας τους δέν ήταν τόσο βλάκας γιάνά υιοθετήσει τέτοιο σκύλο. ’Έβαλε άγγελλα στήν έφημερίδα, άλλά άκόμα καί ή παροχήδωρεάν σκυλοτροφής δέν κινητοποίησε κανέναν.

Διαφαινόταν πιά ή μοναδική καί άναπόφευκτη επιλογή. Οι κόρες της, οι φίλοι της, όκτηνίατρός της, όλοι τήν προέτρεπαν νά τού κάνει ευθανασία. Κι άπό τά παρασκήνια τήνκαθοδηγούσα, φυσικά, κι εγώ προς αύτή τήν άπόφαση. Στο τέλος ή Μαρί συμφώνησε.’Έδωσε το σήμα, κι ένα γκρίζο πρωινό πήρε τον Ελμερ καί τόν πήγε τήν τελευταία τουεπίσκεψη στον κτηνίατρο.

Page 127: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Παράλληλα είχε προκύψει ένα άλλο πρόβλημα σέ άλλο μέτωπο. Ό πατέρας τής Μαρί, πουζούσε στο Μέξικο, «ειχε γίνει τόσο άδύναμος, πού η Μαρί σκεφτόταν να τον καλέσει να έρθεινά ζήσει μαζί της. Αυτό δεν μού φαινόταν και πολύ καλτ λύση γιά κείνη. Τόν πατέρα της τόνφοβόταν και τον αντιπαθούσε τόσο πολύ, ώστε γιά πολλά χρόνια είχε ελάχιστη ^επικοινωνίαμαζί του. Μάλιστα ή έπιθυμία της νά ξεφύγει απ την τυραννία του, ήταν ένας καθοριστικόςπαράγοντάς για να <ια ρει τήν άπόφαση πριν άπό δεκαοχτώ χρόνια να μεταναστεύσει στιςΗΠΑ. Ή ιδέα να τόν καλέσει να ερθει να ,ησει μαζί της είχε γεννηθεί άπό ένοχή περισσότεροπαρα από ενδιαφέρον η άίά άγάπη. Τής τό έδειξα, και αμφισβήτησα επίσης; κατα ποσοήταν κάλο ν'αποσπασει εναν ογδονταχρονο αντρα που δεν μιλούσε αγγλικά παο τηνκουκλτούρα του. Ή Μαρί συμφώνησε τελικά και κανόνισε κατ’ οίκον φροντίδα γιά τόν πατέρατης στο Μεξικό.

Και τί γνώμη είχε ή Μαρί γιά την ψυχιατρικής Πολύ συχνά αστειευόταν με τούς φίλους της : «Αντε να δεις έναν ψυχίατρο. Είναι καταπληκτικοί. Πρώτα σού λενε να διώξεις την^ενοικιάστρια σου. Μέτα σου λενε να βάλεις τον πατέρα σου σε οίκο ευγη ρίας. Και στο τέλοςσε βάζουν νά σκοτώσεις το σκύλο σου! » Και τη στιγμή πού ό Μάικ εσκυψε προς το μέροςτης και τή ρώτησε μαλακά, « Δέν θά ’δίνες δηλητηριασμένη τροφή στο σκύλο σου, έτσι δένείναι; », ή Μαρί είχε χαμογελάσει...

Από τή δική μου οπτική γωνία, λοιπόν, τά δύο χαμόγελα τής Μαρί δέν είχαν σηματοδοτήσειστιγμές συμφωνίας μέ τόν Μάικ. Αντίθετα ήταν χαμόγελα ειρωνείας, χαμόγελα πού έλεγαν :«’Αν ήξερες...» "Οταν ό Μάικ τής ζήτησε νά κάνει μιά συζήτηση μέ τόν γναθοχειρουργό της,φαντάστηκα πώς θά σκέφτηκε : « Νά κάνω μιά μεγάλη συζήτηση μέ τόν Ζ λ Ας γελάσω ! Θάτού τά πώ, πώς δέν θά του τά πώ! Μόλις γίνω καλά καί τελειώσει κι ή δίκη, θά τά πώ στήγυναίκα του καί σ’ όλους τούς γνωστούς μου. Θά το κάνω βούκινο τόσο πολύ, πού δέν θάσταματάνε νά κουδουνίζουνε τ’αύτιά του, του μαλάκα! »

Και σίγουρα το χαμόγελο γιά τή δηλητηριασμένη σκυλοτροφη ήταν εξίσου ειρωνικό. Ή Μαρίπρέπει νά σκεφτόταν: « Οχι βέβαια, δεν θα τού ’δινα δηλητηριασμένο φαί" — έκτος ανγερνούσε και γινότανε λιγάκι ενοχλητικός. Τότε θά τόν σκότωνα μιά κι έ'ξω ! »

Οταν, στην επόμενη ατομική μας συνεδρία, συζητήσαμε τήν επίσκεψη στον Μάικ, τηρώτησα γι’ αύτά τά δυο χαμόγελα. Τά θυμόταν πολύ καλα. « Οταν ο κύριος Σ. μέ συμβούλεψενά κάνω μια μεγάλη συζήτηση με τον γναθοχειρουργό μου γιά τόν πόνο μου, ξαφνικάντράπηκα πάρα πολύ. Άρχισα ν’ άναρωτιέμαι μηπως^τοΰ είχατε πει τα παντα γιά μένα καίτόν Ζ. Ό κύριος Σ. μ άρεσε παρα πολύ. Είναι πολύ ωραίος, μ’ έναν τέτοιον άντρα θά ’θελα νά’μαι στή ζωή μου ».

« Και το χαμόγελο, Μαρί; »

« Ε, προφανώς ήταν από αμηχανία. Μήπως πίστευε ο κύριος Σ. πως ήμουνα καμιά τσουλά;Αν το σκεφτώ πραγματικά (πού δέν το σκέφτομαι), νομίζω πώς τελικά κάνουμε μιάανταλλαγή προϊόντων με τον Ζ. — εγώ του κάνω το χατίρι καί τον αφήνω να μέ χουφτώνει μέτο άηδιαστικό του χέρι, σέ άντάλλαγμα γιά τή βοήθειά του στή δίκη μου ».

« Και τι έλεγε λοιπόν το χαμόγελό σου; »

«Το χαμόγελό μου έλεγε - Μά γιατί σάς ενδιαφέρει τόσο το χαμόγελό μου;»

« Συνέχισε ».

« Νομίζω πώς έλεγε : “Σάς παρακαλώ, κύριε Σ., ας προχωρήσουμε σε κάτι άλλο."’Όχι άλλεςέρωτήσεις γιά τόν Ζ. Ελπίζω νά μήν ξέρετε τί συμβαίνει μεταξύ μας”».

Καί το δεύτερο χαμόγελο; ’Το δεύτερο χαμόγελο δέν ήταν, όπως νόμιζα, ένα σημάδιειρωνείας γιά τή φροντίδα τού σκύλου της άλλά γιά κάτι έντελώς διαφορετικό.

«Ένιωσα πολύ περίεργα όταν ό κύριος Σ. έλεγε καί ξανάλεγε γιά το σκύλο καί γιά το

Page 128: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

δηλητήριο. Ξέρω πως δεν τού είχατε μιλήσει γιά τόν ’Έλμερ — άλλιώς θα ’χε όιαλεξει άλλοπαράδειγμα ».

« Καί —; »

« Μου είναι δύσκολο νά τά πώ ολ’ αυτα. Αλλα παρόλο που δέν το δείχνω καί πολύ —δέν τακαταφέρνω με τις ευχαριστώ;—, εκτιμώ ιδιαίτερα όσα κάνατε για μένα αυτους τουςτελευταίου., μήνες. Δέν θά τά’βγαζα πέρα χωρίς^ εσάς. Σάς έχω πει το άστειο που κάνω μέτούς ψυχιάτρους (αρέσει πολύ στους φίλους μου ) πρώτα ή ένοικος, έπειτα ό πατέρας σου,έπειτα σκοτώνεις το σκύλο σου ! »

«Λοιπόν;»

«Λοιπόν, νομίζω πώς ίσως νά ξεπεράσατε το ρολο του γιατροϋ σάς είπα ότι θά ’ναι ωσχολονα μιλήσω γι αυτό. Πίστευα ότι οί ψυχίατροι δεν πρέπει να δίνουν απευθείας συμβουλές.

’Ίσως ν’αφήσατε τα προσωπικά σας συναισθήματα γιά τούς σκύλους καί γιά τούςπατεράδες νά βγουν έκτος έλεγχου! » ,

« Καί το χαμόγελο έλεγε-;» , ,

« Θεέ μου, τί έπίμονος πού είστε ! Το χαμόγελο έλεγε : Ναι, ναι, κύριε Σ., καταλαβαίνω τίλέτε. Γρήγορα όμως, ας περάσουμε σέ άλλο θέμα. Μή μού κάνετε άλλες ερωτήσεις γιά τοσκύλο μου. Δέν θέλω νά έκθέσω τόν κύριο Γιάλομ”».

Ή άπάντησή της μου δημιούργησε άνάμεικτα συναισθήματα. Μήπως είχε δίκιο; Μήπως είχαάφήσει τά δικά μου συναισθήματα νά μπουν στή μέση; "Όσο πιο πολύ το σκεφτόμουν, τόσοπειθόμουνα πώς δέν ήταν έτσι. Είχα παντα πολύ ζέστα συναισθήματα γιά τόν πατέρα μου,καί θά μ’ εύχαριστοΰσε μιά εύκαιρία νά τον καλέσω νά ζήσει στο σπίτι μου. Ως προς τασκυλιά όμως; Είναι άλήθεια πώς δέν συμπαθούσα τόν ’Έλμερ. Επειδή όμως ήξερα πώς δένμ’ένδιαφέρουν οι σκύλοι, έλεγχα συνεχώς μέ προσοχή τόν εαυτό μου. "Ολοι όσοι γνώριζαντήν κατάσταση, είχαν συμβουλέψει τή Μαρί νά ξεφορτωθεί το σκύλο της. Ναι, ήμουναβέβαιος πώς ό,τι είχα κάνει, τό ’κανα έχοντα ς κατά νου τί ήταν καλύτερο γιά κείνην. Κι έτσιένιωθα δυσάρεστα πού ή Μαρί προστάτεψε τόν έπαγγελματισμό μου. Το ένιωθα κάπωςσυνωμοτικό — σάν νά άναγνώριζα πώς είχα κάτι να κρύψω. Συνειδητοποίησα όμως πώςείχε έκφράσει καί εύγνωμοσύνη γιά μένα, κι αύτό μού άρεσε.

Η συζήτηση μας γιά τά δύο χαμόγελα άνοιξε τόσο πλούσιο υλικό για την ψυχοθεραπεία,ώστε έβαλα στήν άκρη τούς φιλοσοφικούς μου συλλογισμούς περί διαφορετικών όψεων τήςπραγματικότητας και βόηθησα τη Μαρί νά έξερευνήσει τήν αύτοπεριφρονηση της, για τοπώς κατάφερε νά βρεθεί έκτεθειμένη στον Επεξεργάστηκε επίσης τα συναισθήματά τηςάπέναντί μου με πιο πολλή ειλικρίνεια από παλια: τούς φόβους τής μήπως εξαρτηθεί απόμένα, τήν εύγνωμοσύνη της, το θυμό της.

Η ύπνωση τη βόηθησε ν αντεξει τον πονο, ώσπου, έπειτα άπό τρεις μήνες, το κάταγμα στήγνάθο της είχε θεραπευτεί, ή δου-λείανε τα δόντια της είχε ολοκληρωθεί, κι οι πόνοι στοπρόσωπο είχαν υποχωρήσει. Ή κατάθλιψή της βελτιώθηκε, κι ό θυμός της μειώθηκε. Κι όμως,παρα τις εξελίξεις αυτές, δέν μπόρεσα ποτέ να μεταμορφώσω τή Μαρί όπως το είχαεπιθυμήσει. Παρέμεινε περήφανη, κάπρος επικριτική καί αντιδραστική στις νέες ιδέες.Συνεχίσαμε να βλεπόμαστε, άλλα έμοιαζε νά υπάρχουν όλο καί λιγότερα νά πούμε. Στοτέλος, άρκετούς μήνες άργότερα, συμφωνήσαμε πώς ή δουλειά μας είχε φτάσει στο τέλοςτης. Μέσα στά επόμενα τέσσερα χρόνια ή Μαρί ερχόταν νά μέ δει κάθε λίγους μήνες γιάκάποια μικρής σημασίας κρίση. Κι έπειτα άπ’ αύτό οι ζωές μας δέν διασταυρώθηκαν ποτέξανά.

Ή δίκη τράβηξε τρία χρόνια, κι ή Μαρί συμβιβάστηκε μ’ένα άπογοητευτικό ποσό. Εκείνο τόνκαιρό πιά ό θυμός της γιά τόν Ζ. είχε ξεθωριάσει, καί ξέχασε τήν άπόφασή της νά ύψώσει τήφωνή της έναντίον του. Τελικά’ παντρεύτηκε έναν γλυκό, ήλικιωμένο άνθρωπο. Δέν είμαι

Page 129: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

βέβαιος αν ξανάγινε ποτέ εύτυχισμένη. Πάντως δέν ξανακάπνισε ούτε ένα τσιγάρο.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Ή υπνωτική συνεδρία τής Μαρί είναι μιά μαρτυρία γιά τά όρια τής γνώσης. Παρόλο πούεκείνη, ό Μάικ κι εγώ μοφαστηκαμε μιά ώρα, ό καθένας μας είχε μιά πολύ διαφορετική καιαπρόβλεπτη εμπειρία. Ή ώρα ήταν £να τρίπτυχο, που κάθε του πλευρά αντανακλούσε τήνοπτική γωνία, τις απόψεις, τις ανησυχίες του δημιουργού του. Ισως αν είχα δώσει στον αικ περισσότερες πληροφορίες για τή Μαρί, ή ανάλυση του να θυμικέ περισσότερο τή δικη μου. Τίαπ’ όλα νά τού άποκάλυπτα όμως απ τις έκατοντάδες συναντήσεις μου μαζί της; Τονεκνευρισμό μου ; Τήν ανυπομονησία μου ; Τήν αύτολύπησή μου πού μού είχε τύχει τέτοιαασθενής ; Τή χαρά μου γιά τήν πρόοδό της ; Τον σεξουαλικό μου έρεθισμό; Τή διανοητική μουπεριέργεια; Τήν επιθυμία μου να τής αλλάξω τρόπο να βλέπει τα πράγματα, να τή μάθω νάκοιτάζει μέσα της, νά ονειρεύεται, να φαντασιώνει, να προεκτείνει τούς ορίζοντες της;

Κι αν άκόμα όμως είχα περάσει ώρες με τον Μάικ κι είχα μοιραστεί όλες αυτές τιςπληροφορίες,̂ πάλι δέν θα τού είχα επαρκώς μεταφέρει τήν εμπειρία μου μέ τή^ Μαρί. Ηαίσθηση πού μού δημιουργούσε, ή εύχαρίστησή μου-, ή ανυπομονησία μου δέναναπαράγουν ακριβώς καμία αίσθηση, ευχαρίστηση, ανυπομονησία που έχω νιώσειπαλιότερα. Ψάχνω να βρω λέξεις, μεταφορές, άναλογίες, άλλά ποτέ δέν λειτουργούνπραγματικά. Στήν καλύτερη περίπτωση είναι άδύναμες κατα προσέγγιση αναπαραγωγέςτών πλούσιων εικόνων πού κάποτε διέτρεξαν το μυαλό μου.

Μιά σειρά άπό πρίσματα πού διαθλούν τήν εικόνα εμποδίζουν τή γνώση τού άλλουάνθρώπου. Πριν άπό τήν εφεύρεση τού στηθοσκοπίου, ό γιατρός άκουγε τούς ήχους τήςζωής μέ το αύτί κολλημένο στά πλευρά τού άσθενούς. Φανταστείτε δυο εγκεφάλουςκολλητά, νά μεταφέρουν άμεσα ό ένας στόν άλλον, σάν πρωτόζωα πού ανταλλάσσουνμικροπυρήνες, νοητικές εικόνες : αύτό θά ήταν μιά ένωση άνευ προηγουμένου.

Ισως σέ κάποια χιλιετία νά συμβεί μιά τέτοια ένωση — το υπέρτατο άντίδοτο στήνάπομόνωση, ή ύπέρτατη μάστιγα κατά τής ιδιωτικής ζωής. Προς το παρόν υπάρχουν άκόμαάξεπέραστα φράγματα γι’ αύτή τή σύζευξη μυαλών.

Πρώτα, είναι το φραγμα πού χωρίζει τήν εικόνα άπ’τή γλωσσά. Το μυαλό σκέφτεται μέεικόνες άλλά, γιά νά επικοινωνήσει με κάποιον άλλο, πρεπει να μετατρέψει τήν εικόνα σέσκέψη κι επειτα τη σκέψη σέ γλώσσα. Αύτή ή πορεία, άπό εικόνα^ σέ σκέψη σέ γλώσσα,είναι άπατηλή. Στή διάρκειά της συμβαίνουν διάφορά ατυχήματα: η πλούσια, τρισδιάστατηύφή τής εικόνας, ή έξαιρετική της πλαστικότητα καί εύελιξία, οι ιδιωτικές νοσταλγικέςσυγκινησιακές της άποχρώσεις 8λ’ αυτα^χάνονται, όταν ή εικόνα στριμώχνεται στή γλώσσα.

Οι μεγάλοι καλλιτέχνες επιχειρούν νά μεταδώσουν άμεσα τήν εικόνα με τήν υποδήλωση, μετή μεταφορά, με δεξιοτεχνική χρηση της γλωσσάς, τα οποία στοχεύουν ν’ανακαλέσουνκάποια παρόμοια εικόνα στόν αναγνώστη. Στο τέλος όμως συνειδητοποιούν τήν ανεπάρκειατών εργαλείων τους γι’αύτό το εγχείρημα. ’Ακούστε το θρήνο τού Φλωμπέρ, στή ΜαντάμΜποβαρύ: —

Ή αλήθεια είναι ότι η πληρότητα τής ψυχής μπορεί μερικές φορές να υπερχειλίσει σέ μιάάπόλυτη κενότητα τής -γλώσσας, γιατί κανένας μας δέν μπορεί ποτέ νά εκφράσει ακριβώςτο μέτρο τών αναγκών ή τών σκέψεων ή τών θλίψεών του. Κι ή ανθρώπινη ομιλία είναι σάνστραβωμένος τέντζερης, που πάνω του χτυπάμε πρωτόγονους ρυθμούς κατάλληλους μόνογιά νά χορεύουν αρκούδες, ένώ λαχταράμε νά παίζουμε μιά μουσική πού νά λιώσει τάστέρια.

"Ενας άλλος λόγος πού δέν μπορούμε ποτέ νά γνωρίσουμε πλήρώς τόν άλλο είναι ότιείμαστε επιλεκτικοί ώς προς το τί αποκαλύπτουμε. Ή Μαρί ζήτησε τή βοήθεια τού Μάικ γιάάπρόσωπους στόχους, γιά νά ελέγξει τόν πόνο καί γιά νά σταματήσει νά καπνίζει, κι έτσιεπέλεξε νά τού άποκαλυψει λίγα γιά τόν εαυτό της. Κατά συνέπεια εκείνος παρεξήγησε τό

Page 130: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

νόημα τού χαμόγελού της. Εγώ γνώριζα περισσότερα γιά τη Μαρί καί γιά τά δύό τηςχαμόγελα. Κι εγώ όμως τα παρανόησα : όσα ήξερα γιά κείνην ήταν μόνο ένα μικρό κομμάτιτών όσων θα μπορούσε νά μού έλεγε γιά τόν εαυτό της.

Κάποτε είχα δουλέψει σε μιά ομαδα μ’ έναν ασθενή που, στα δύο χρόνια τής θεραπείας, δένμού είχε απευθύνει σχεδόν ποτέ εύθέως το λόγο. Μιά μέρα ο Τζευ με εξεπληξε, κι εμενα καιτα ύπόλοιπα μέλη τής ομάδας, ανακοινώνοντας («ομολογώντας» όπως είπε ό ίδιος ) ότι όλαόσα είχε πει στην ομαδα —η ανταπό κρίσή του στους άλλους, οι αύτοαποκαλύψεις του, όλεςοι θυμωμένες ή οι στοργικές κουβέντες του—, όλα, είχαν στην πραγ αλτικότητα ειπωθεί γιάδική μου κατανάλωση. Ό Τζέυ ανακεφαλαίωσε στην ομάδα τις εμπειρίες τής ζωής του μετην οικογένειά του, οπού λαχταρούσε τήν αγάπη του πατέρα του αλλα δέν τήν είχε ποτέ -δέν μπόρεσε ποτέ νά τή ζητήσει. Στήν ομάδα είχε πάρει μέρος σέ πολλά δράματα, πάνταόμως προσβλέποντας στο τί θά μπορούσε νά πάρει από μένα. Παρόλο που προσποιούντανπως μιλούσε σε αλλα μέλη της-ομαδας, μιλούσε μεσω αυτών σε μένα, αναζητώνταςσυνεχώς την επιδοκιμασία και την υποστήριξή μου.

Εκείνη τή στιγμή τής ομολογίας του, ολόκληρη ή εικόνα πού είχα κατασκευάσει γιά τόν Τζέυτινάχτηκε στόν άέρα. Νόμιζα πώς τόν γνώριζα καλά πριν άπό μιά βδομάδα, πριν άπο έναμήνα, πριν άπό έξι μήνες. Ποτέ δέν είχα γνωρίσει όμως τόν άληθινό, τόν κρυφό Τζέυ. Κιέπειτα άπό αύτή του τήν ομολογία, έπρεπε ν’άνακατασκευάσω τήν εικόνα του καί νά δώσωνέες σημασίες σέ προηγούμενες εμπειρίες. Αύτός όμως ό νέος Τζέυ, αύτό το ομοίωμα τοόποιο είχε άντικαταστήσει τόν Τζέυ πού ήξερα, πόσο θά έμενε; Πόσος καιρός θά περνούσεώσπου νά συσσωρευτούν καινούργια μυστικά; Και σέ πόσο καιρό θ’αποκάλυπτε πάλι έναάλλο, καινούργιο επίπεδο; ’Ήξερα ότι, αν προεξετεινα την εικόνα αύτή στο μέλλον, θά ύπήρχεένας άπειρος αριθμός άπό Τζέυ. Ποτέ δέν θά κατάφερνα νά συμβαδίσω με τόν « άληθινό ».

Ενα τρίτο φράγμα για την πλήρη γνώση τού άλλου εντοπίζεται όχι μέσα σ εκείνον πουαποκαλύπτει, άλλά μέσα στόν άλλον, στον γνωστή, ο οποίος πρέπει ν’άντιστρέψει τη σειράπού ακολούθησε ο πρώτος, καί νά μεταφράσει πάλι τή γλώσσα σε^ εικόνα — στο κείμενοπού μπορεί νά διαβάσει το μυαλό μιας. Etvai εξαιρετικά απίθανο η εικόνα τού δέκτη νάταυτίζεται μέ την πρωτότυπη νοητική εικόνα τού πομπού.

Το μεταφραστικό λάθος επιβαρύνεται κι από το συστηματικό σφαλμα τής προκατάληψης.Διαστρεβλώνουμε τήν εικόνα των άλλων έπιβάλλοντάς της τις δικές μας προτιμήσεις, ιδέεςκαί γκεσταλτ, μια διαδικασία πού τήν περιγράφει πολύ όμορφα ό ΙΙρουστ :

Περιτυλίγουμε το φυσιογνωμικό περίβλημα τού πλάσματος που βλέπουμε με όλες τις ιδεεςπου εχουμε ήδη σχηματίσει για κείνο, και στην πλήρη εικόνα του που συνθέτουμε μέσα στομυαλό μας, οι ιδέες αυτές έχουν σίγουρα τήν κυρίαρχη θέση. Στο τέλος γεμίζουν τοσοολοκληρωτικά τήν καμπύλη του μάγουλου, ακολουθούν μέ τέτοια ακρίβεια τή γραμμή τήςμύτης, αναμειγνύονται τόσο αρμονικά στόν ήχο τής φωνής του, ώστε μοιάζουν πιά να μήνείναι παρά ένα διάφανο κάλυμμα, έτσι ώστε κάθε φορά που βλέπουμε το πρόσωπο ήακούμε τή φωνή του, τις δικές μας ιδέες γι' αυτόν άναγνωρίζουμε κι αυτές παρακολουθούμε.

« Κάθε φορά πού βλέπουμε το πρόσωπό του... τις δικές μας ιδέες γι’ αυτόν άναγνωρίζουμε »— τά λόγια αυτά μάς δίνουν ένα κλειδί γιά νά καταλάβουμε πολλές σχέσεις πού ναυάγησαν.Ό Ντάν, ένας άσθενής μου, επισκέφτηκε ένα κέντρο διαλογισμού καί ξεκίνησε « τρεπόζα »,μιά διαδικασία διαλογισμού όπου δύο άνθρωποι δίνουν τά χέρια γιά άρκετά λεπτά,κοιταζονται στα μάτια, διαλογίζονται βαθιά ό ένας με τόν άλλο, κι έπειτα επαναλαμβάνουν τήδιαδικασία με άλλους παρτεναιρ. Επειτα από πολλές τέτοιες άλληλεπιδράσεις, ο Ντανμπορούσε να διακρίνει ξεκάθαρα κάποιους παρτεναιρ από άλλους : με κάποιους ένιωθε λίγηέπαφή, ένώ μέ άλλους ενιωθε έναν ισχυρό σύνδεσμο, τοσο ισχυρό, τόσο άκαταμάχητο, πούήταν βέβαιος ότι είχε συνάψει πνευματικό δεσμό μέ μιά αδελφή ψυχή.

'Όποτε συζητούσε αύτές του τις εμπειρίες, εγώ έπρεπε να συγκρατώ το σκεπτικισμό και.τονόρθολογισμο μου . «Πνεύμα τικός δεσμός, τώρα μάλιστα ! Αύτό πού έχουμε εδώ. Νταν. είναιμιά αυτιστική σχέση. Αύτό το πρόσωπο «εν το γνωρίζεις. "Οπως λέει ό Προυστ, εχεις

Page 131: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

φορτώσει αυτό το πλασμα μ ένα σωρό ποιότητες πού επιθυμείς πολύ. ’Έχεις έρωτευτει τοίδιο σου το δημιούργημα».

Φυσικά δέν εξέφρασα ποτέ ρητά αυτό που ένιωθα. Δεν νομίζω πώς ό Ντάν θά ήθελε νάδουλεύει μ’ έναν ψυχίατρο τόσο σκεπτικιστή. Είμαι πάντως βέβαιος πώς άφησα^νάεννοηθούν οι απόψεις μου με πολλούς έμμεσους τροπους ; μ ένα παραξενεμένο βλέμμα,επιλέγοντας μιά συγκεκριμένη στιγμή γιά νά κάνω ένα σχόλιο η μια ερώτηση και δείχνονταςπως αλλα θέματα με συναρπάζουν κι άλλα μ’ άφήνουν άδιάφορο.

Ό Ντάν έπιανε τά ύπονοούμενά μου καί, γιά νά υπερασπιστεί τόν εαυτό του, άνέφερε τόνΝίτσε^Α. όποιος.....γράφει κάπου πώς, όταν πρωτογνωρίζεις κάποιον, ξέρεις τά πάντα γι’αύτόν. Σε επόμενες συναντήσεις είσαι πιά τυφλός στήν ίδια σου τή γνώση. Ό Νίτσε είναι γιάμένα πολύ σημαντικός, καί το παράθεμα αύτό μ’έκανε νά σταθώ καί νά σκεφτώ. ’Ίσως σε μιάπρώτη συνάντηση νά είμαστε πιο άνοιχτοί. ’Ίσως νά μήν έχουμε άκόμα άποφασίσει ποιάπερσόνα νά φορέσουμε. ’Ίσως οι πρώτες έντυπώσεις νά είναι πιο άκριβεΐς άπό τις δεύτερεςή τις τρίτες. Αλλά αύτό είναι πολύ διαφορετικό άπ’τό νά έρχεσαι σε πνευματική κοινωνία μέτόν άλλον. Εξάλλου, παρόλο πού ό Νίτσε ήταν μεγάλος οραματιστής σέ πολλούς τομείς, δένήταν ό κατάλληλος άνθρωπος γιά νά προσφέρει καθοδήγηση στις διαπροσωπικές σχέσεις— έζησε άραγε ποτέ άνθρωπος πιο μοναχικός, πιο απομονωμένος ;

Μήπως όμως είχε δίκιο ό Ντάν; Μήπως, μέσα άπό κάποιο μυστικό καναλι, ανακάλυπτε κάτιζωτικό καί άληθινό γιά τόν άλλον; Η μήπως συσσώρευε άπλώς τις δικές του ιδέες καίέπιθυμιες μέσα σ ένα ανθρωπινό περίγραμμα — ένα περίγραμμα πού το εβρισκε ελκυστικό,μονο έπειδή τού ξυπνούσε ζεστούς, τρυφερούς, θρεπτικούς συνειρμούς;

Δεν μπορέσαμε ποτέ να ελεγξουμε τι ακριβώς συνέβαινε στήν τρεποζα, γιατί αυτα τακέντρα διαλογισμού άκολουθοϋν το νόμο τής «εύγενούς σιωπής »: δέν επιτρέπεται καθόλουή ομιλία.

Πάντως αρκετες φορές είχε συναντήσει κοινωνικά γυναίκες είχαν κοιταχτεί στά μάτια, κι όΤζέυ είχε βιώσει μιά πνευματική συγχώνευση μαζί τους. Κατάλαβε ότι ή πνεύματική ένωση,έκτος σπανίων εξαιρέσεων, είναι μιά οφθαλμαπάτη. Ή γυναίκα συνήθως ένιωθεμπεροεμενη ή φοβισμένη, όταν έκεΐνος υπεθετε πως υπήρχε ένας βαθύς σύνδεσμοςανάμεσά τους. Συχνά τού έπαιρνε πολύ καιρό νά το καταλάβει. Μερικές φορές ένιωθα πολύβάναυσος, όταν τού άντέτασσα τή δική μου άποψη τής πραγματικότητας.

« Ντάν, αύτό το έντονο πλησίασμα πού νιώθεις γιά τήν Νταϊαν — ίσως έκείνη ν’άφησεάνοιχτό το ένδεχόμενο μιας σχέσης κάποια στιγμή στο μέλλον, άλλά γιά κοίτα καλά όλα τάδεδομένα σου, Δέν σού τηλεφωνεί, συζούσε μέ κάποιον και τώρα πού χωρίζουν, κανονίζεινά μετακομίσει στο σπίτι ένός άλλου. Άκου τι σού λέει».

Κάποιες φορές ή γυναίκα πού ό Ντάν κοίταζε στά μάτια βίωνε τήν ίδια βαθιά πνευματικήένωση, καί έλκονταν άμοιβαΐα προς τήν άγάπη — μιά άγάπη όμως πού περνούσε γρήγορα.Μερικές φορές άπλώς άτονοΰσε προοδευτικά καί οδυνηρά. Άλλες φορές μετατρεπόταν σέμιά σειρά σκληρών άλληλοκατηγοριών και σκηνών ζηλοτυπίας. Συχνά ό Ντάν, ή ή έρωμένητου, η και οι όυ' κατέληγαν νά πάθουν κατάθλιψη. Όποια διαδρομή και ν ακολουθούσε τοπέρασμα τής άγάπης, το τελικό αποτέλεσμα ήταν το ιοιο. Κανείς τους δέν έπαιρνε αυτό πουήθελε απ τον άλλον.

’Έχω πειστεί πώς, σ’ εκείνες τις πρώτες συναντήσεις που τούς ξεμυάλιζαν, ό Ντάν καί ήγυναίκα παρεξηγούσαν αύτό πού έβλεπαν στόν άλλο. Κι οι δυο έβλεπαν την άντανάκλχσητού δικού τους παρακλητικού, πληγωμένου βλέμματος καί τήν μπερ" δευαν μέ τήν έπιθυμιακαι με την ολοκλήρωσή. Ηταν κι οι υο τους πουλάκια μέ σπασμένα φτερά, πού το καθέναπροσπαθούσε νά πετάξει κρατημένο άπό ένα άλλο τραυματισμένο πουλι.Οι άνθρωπο πουνοιώθουν άδειοι δεν θεραπευονται ποτέ, Αν ενωθούν με εναν αλλο ατελή άνθρωπο. Αντίθεταδυο πουλιά με σπασμένα φτερά ζευγαρωμένα προχωρούν προς μια πολύ ασταθή ^πτήσή."Οσο καί να κάνουν υπομονή, δεν πρόκειται ^να πετάξουν. Καί στο τέλος θά πρέπει νά

Page 132: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

ξεκολλήσουν το ένα απ’τ’άλλο κι οι πληγές τους νά τυλιχτούν με χωριστούς έπιδεσμους.

Ή αδυναμία νά γνωρίσουμε τον άλλον δέν έγκειται μόνο στα προβλήματα πού περιέγραψα—στις βαθιές όομες τής εικόνας και τής γλώσσας, στή μέ ή χωρίς πρόθεση απόφαση τούατομου ν αποκρύψει δεδομένα, στά τυφλά σημεία τού παρατηρητήάλλά καί στόν μεγάλοπλούτο και τη συνθετοτητα κάθε πλάσματος. Τήν ίδια στιγμή πού μεγάλα ερευνητικάπρογράμματα ζητούν ν’ άποκωδικοποιήσουν τήν ήλεκτρική καί τή βιοχημική δραστηριότητατού εγκεφάλου, ή ροή τής εμπειρίας τού κάθε άνθρώπου είναι τόσο σύνθετη πού θάξεπερνά πάντα κάθε νέα τεχνολογία.

Ο Τζούλιαν Μπάρνς στο βιβλίο του Ό παπαγάλος του Φλωμπερ εδωσε μ’ έναν πολύόμορφο καί ιδιότυπο τρόπο ένα παράδειγμα γιά τήν άνεξάντλητη συνθετοτητα τούάνθρώπου. Ό συγγραφέας ξεκινάει ν’άνακαλύψει τόν άληθινό Φλωμπέρ, τόν άνθρωπο μέσάρκα καί οστά πίσω άπ’τή δημόσια εικόνα. Απογοητευμένος άπό τις παραδοσιακέςμεθόδους βιογράφησες, ο Μπαρνς προσπάθησε νά πιάσει τήν ούσία τού Φλωμπέρχρησιμοποιώντας πλαγία μέσα: μιλώντας ας πούμε γιά το ένδιαφέρον του για τα τρένα, γιάτά ζώα μέ τά όποια ένιωθε μιά συγγένεια, η για τον αριθμό τών διαφόρων μεθόδων (καιχρώματος ) που χρησιμοποίησε γιά νά περιγράψει τά μάτια τής Έμμα Μποβαρύ.

Ο Μπαρνς βέβαια δεν επιασε ποτέ τήν πεμπτουσία τού ανθρώπου Φλωμπερ και τελικάέθεσε έναν λιγότερο μεγαλεπήβολο στοχο. Επισκεπτόμενος τα δυο μουσεΤα Φλωμπέρ —ένα στο πατρικό του σπίτι και ένα στο σπίτι όπου έζησε τήν ενήλικη ζωή του-, ο Μπάρνςείδε καί στά δύο έναν βαλσαμωμένο παπαγαλο. Και τά δυο μουσεία ισχυρίζονται ότι ό δικόςτους παπαγάλος είναι το μοντέλο πού χρησιμοποίησε ό Φλωμπέρ γιά τον Λουλού, τόνδιακεκριμένο παπαγάλο τού έργου του Μίά

Ή περίπτωση αύτή ερέθισε τά ερευνητικά αντανακλαστικά τού Μπάρνς : μά τόν Θεό,παρόλο πού δεν μπορούσε νά εντόπισα τον ακριβή Φλωμπέρ, θά ξεκαθάριζετουλάχιστον ποιος ήταν ο αληθινός παπαγαλος και ποιος ο απατεώνας.

Ή εμφάνιση των δύο παπαγάλων δέν τον βοηθάει: μοιάζουν παρα πολύ μετ&ξυ τους. Και οιουο, έξαλλου, ταιριάζουν με τη δημοσιευμένη απ’τον Φλωμπέρ περιγραφή τού Λουλού. Στοένα μουσείο όμως, ό ήλικιωμένος φύλακας έχει αποδείξεις πώς 6 δικός του παπαγάλος είναιό αύθεντικός. Ή κούνια στήν οποία στέκεται έχει πάνω της μιά σφραγίδα « Μουσείο τήςΡουέν ». Kt έπειτα δείχνει στόν Μπάρνς μιά φωτοτυπημένη άπόδειξη, ή οποία λέει ότι όΦλωμπέρ, πάνω άπό εκατό χρόνια πριν, νοίκιασε (καί άργότερα επέστρεψε) τόν παπαγάλοτού δημοτικού μουσείου. Ενθουσιασμένος πού πλησίαζε στή λύση, ό συγγραφέας τρέχει στοάλλο μουσείο, γιά ν’άνακαλύψει εκεί ότι ό άνταγωνιστης παπαγάλος έχει τήν ίδια σφραγίδαστήν κούνια του. Αργότερα ό Μπάρνς μίλησε με το γηραιότερο εν ζωή μέλος τής ΕταιρείαςΦίλων τού Φλωμπέρ, πού τού άφηγήθηκε τήν άληθινή ιστορία τών παπαγάλων. Τήν εποχήπου τα ουο μουσεία ήταν υπό κατασκευή (πολύ μετά το θανατο τού Φλωμπερ ), οιδιευθυντές τους πήγαν, χωριστά, στο δημοτικό μουσείο μ ένα αντίγραφο τής άπόδειξης άνάχείρας, κι ο καθένας ζητησε τον παπαγάλο του Φλωμπέρ γιά το μουσείο του. Τους πήγαν και.ούς δύο σε μιά μεγάλη αίθουσα με ταριχευμένα ζώα που περιείχα τουλάχιστον πενήντασχεδόν πανομοιότυπους ταριχευμένους παπαγάλους ! «Διαλέξτε όποιον θέλετε», τούςείπαν. ^

Η αδυναμία ν’ άνακαλύψει τόν αυθεντικό παπαγαλο βάζει ένα τέρμα στήν πεποίθηση τούΜπάρνς ότι είναι δυνατό να παγιδευτεί. ό αληθινός Φλωμπέρ, ό « άληθινός »οποιοσδήποτε«.Πολλοί άνθρωποι όμως δέν άνακαλύπτουν ποτέ την τρέλα ενός τέτοιου εγχειρήματος καίσυνεχίζουν νά πιστεύουν ότι, αν τους δοθούν άρκετές πληροφορίες, μπορούν να ορίσουν καινα ερμη νεύσουν ένα πρόσωπο. Οι ψυχίατροι και οι ψυχολόγοι 6ι«φω νοΰσαν άπό παλιά γιάτήν εγκυρότητα τής^διάγνα>σης τής προ σωπικότητας. Μερικοί πιστεύουν στην αξία τουεγχειρήματος καί αφιερώνουν τήν καριέρα τους στήν άκόμα μεγαλύτερη νοσολογική ακρίβεια.Άλλοι, μεταξύ τους κι έγώ, άπορούν πώς μπορεί κάποιος νά πάρει τή διάγνωση τόσο στάσοβαρά, και πώς μπορεί ποτέ ή διάγνωση να θεωρηθεί κάτι παραπανω από μια απλήσυνάθροιση συμπτωμάτων καί συμπεριφορικών χαρακτηριστικών. Κι εμείς όμως

Page 133: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

βρισκόμαστε κάτω άπό ολοένα αύξανόμενη πίεση (άπ’τά νοσοκομεία, άπ’τίς άσφαλιστικέςεταιρείες, άπ’τίς κυβερνητικές υπηρεσίες) νά συνοψίσουμε έναν άνθρωπο μέ μιάδιαγνωστική φράση καί μέ μιά άριθμητική κατηγορία.

Ακόμα καί το πιο φιλελεύθερο σύστημα ψυχιατρικής ταξινόμησης βιάζει τήν ύπαρξη τούάλαλου. Αν σχετιζόμαστε μέ τούς άνθρώπους, θεωρώντας πώς μπορούμε νά τούςκατηγοριοποιήσουμε, δέν πρόκειται ούτε νά τούς άναγνωρίσουμε ούτε νά άναπτύξουμε τάμέρη, τά ζωτικά μέρη τους πού ξεπερνούν τήν κατηγοριοποιηση. Ή σχέση πού διευκολύνειτήν ωρίμαση πάντα προϋποθέτει ότι δέν είναι ποτέ δυνατόν νά γνωρίσεις πλήρως τονάλλον. Αν με εξανάγκαζαν να βάλω μιά επίσημη διαγνωστική ταμπέλα στη Μαρί,θ’ακολουθούσα τή φόρμουλα πού ορίζει το DSM-IIIR (το τρέχον ψυχιατρικό διαγνωστικό καιστατιστικό εγχειρίδιο ) και θα έφτανα σε μια ακριβή διάγνωση σέ πέντε μέρη, πούθ’άκουγόταν πάρα πολύ έπίσημη. Κι όμως ξέρω ότι θά είχε ελάχιστη σχέση με τη Μαρί μέσάρκα καί οστά, τή Μαρί πού παντα με ξάφνιαζε και παντα μού ξέφευγε μέσα άπ’τά χέρια,τη Μαρί εκείνων τών δύο χαμόγελων.

Page 134: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Τρία κλειστά γράμματαΤο πρώτο εφτασε μια Δευτερα. Ή μέρα είχε ξεκινήσει οπως κάθε άλλη μέρα. Είχα περάσειτο πρωινό μου δουλεύοντας μια εργασία, και γύρω στο μεσημέρι πήγα μιά βόλτα μεχρι τηνεισοδο του κήπου, για να πάρω την αλληλογραφία -συνήθως τή διαβάζω τήν ώρα πούτρώω. Γιά κάποιο λόγο, δέν είμαι σίγουρος γιατί, είχα ένα προαίσθημα πώς εκείνη ή μέρα δένθα ήταν συνηθισμένη. Άνοιξα το γραμματοκιβώτιο καί — καί — » Ό Σωλ δέν μπόρεσε νάπροχωρήσει πιο πέρα. Ή φωνή του έσπασε. ’Έσκυψε το κεφάλι και· προσπάθησε νάσυνέλθει. Ποτέ δέν τον είχα δει χειρότερα. Το πρόσωπό του ήταν πρησμένο άπ ’ τήνάπόγνωση καί τόν έκανε νά δείχνει πολύ μεγαλύτερος άπ’τά έξηντατρία του χρόνια. Τάεξογκωμένα, γεμάτα ένοχή μάτια του ήταν κατακόκκινα. Το πρόσωπό του, γεμάτο κηλίδες,γυάλιζε άπ’ τόν ιδρώτα.

’Έπειτα άπό μερικά λεπτά προσπάθησε νά συνεχίσει. « Και παίρνοντας τήν άλληλογραφίαείδα ότι είχε φτάσει... Δεν... δεν μπορώ νά συνεχίσω, δέν ξέρω τί νά κάνω — »

Στά τρία-τέσσερα λεπτά πού είχαν μεσολαβήσει απ την ώρα πού μπήκε στο γραφείο μου, όΣωλ είχε φερει τον εαυτό του σε μιά κατάσταση βαθιάς ταραχής. Αρχισε ν αναπνέειγρήγορα, παίρνοντας μικρές, στακάτες, ρηχές εισπνοές.̂ Εβαλε το κεφάλι του άνάμεσα στάγόνατα και κράτησε τήν άναπνοη του, αλλά μάταια. Έπειτα σηκώθηκε άπ’τήν πολυθρόνατου κι αρχινά βηματίζει μέσα στο γραφείο μου, ρουφώντας αέρα σε μεγάλες δόσεις. Λίγοάκόμα νά συνέχιζε τήν ύπέρπνοια,̂ κι ήμουνα βέβαιος πώς θά λιποθυμούσε. Ευχήθηκα ναείχα να του οωσω μια χαρτοσακούλα, γιά ν’αναπνέει μέσα σ’αυτήν, αλλα, καθώς μου έλειπεαύτό το παλιό λαϊκό φάρμακο (έξίσου κάλο με τα αλλα φάρμακα γιά τήν άντιμετώπιση τήςύπέρπνοιας ), προσπάθησα νά τόν ήρεμήσω με τα λογία.

«Σώλ, τίποτα δέν πρόκειται νά σου συμβεί. ’Ηρθες να με δεις γιά νά σέ βοηθήσω, κι είμαιεκπαιδευμένος νά κάνω αυτό ακριβώς. Μαζί θά καταφέρουμε νά βρούμε τή λύση. Ακου τίθέλω νά κάνεις. Ξάπλωσε έδώ στο ντιβάνι καί συγκεντρώσου στήν αναπνοή σου. Πρώταανασαινε βαθια και γρήγορα. Επειτα θά το μειώσουμε σταδιακά. Θέλω νά εστιάσεις τήνπροσοχή σου μόνο σ’ένα πράγμα, σε τίποτ’ άλλο. Μ’ ακούς ; Το μόνο που θέλω, είναι νάπαρατηρείς συνεχώς πώς ό άέρας πού μπαίνει άπ’τά ρουθούνια σου είναι πάντα πιοδροσερός απ’αυτόν που βγαίνει. Συγκεντρώσου σ’αύτό. Γρήγορα θά δεις ότι, καθώςάνασαίνεις πιο άργά, ό άέρας πού εκπνέεις θά είναι άκόμα πιο ζεστός ».

Ή πρότασή μου ήταν πιο άποτελεσματική άπ’ό,τι περίμενα. Μέσα σέ λίγα λεπτά ό Σώλχαλάρωσε, ή άναπνοή του έγινε πιο αργή, ό πανικός εξαφανίστηκε άπ’τήν όψη του.

« Τώρα πού φαίνεσαι καλύτερα, Σώλ, ας ξαναπιάσουμε δουλειά. Μήν ξεχνάς πώς έχεις νά μ’ενημερώσεις γιά πολλά — έχω να σε δώ τρία χρόνια. Τί σου συνέβη άκριβώς ; Πές μου τάπάντα. Θέλω ν’άκούσω κάθε λεπτομέρεια».

Οι λεπτομερείς είναι υπέροχο πράγμα. Σου δίνουν ένα σωρό πληροφορίες, είναικαταπραϋντικές καί διαπερνούν το άγχος τής απομόνωσης : μόλις μάθεις τις λεπτομέρειες, όάσθενής νιώθει πώς μπήκες στή ζωή του.

Ο Σωλ επελεξε να μη μού δώσει πληροφορίες γιά το παρελθόν και να συνεχίσει τηναφηγηση τών πρόσφατων γεγονότων, πιάνοντας την ιστορία του από κει πού τήν άφησε.

« Πήρα την αλληλογραφία μου και περπατούσα προς' το σπίτι ξεδιαλέγοντας τοσυνηθισμένο πάκο άπό άχρηστες επιστολές — διαφημίσεις, φιλανθρωπικούς εράνους. Καίτότε τόν είδα — έναν μεγάλο καφέ έπίσημο φάκελο άπ’τό ’Ινστιτούτο Ερευνών τήςΣτοκχολμης. Είχε φτάσει τελικά! Βδομάδες έτρεμα μή λάβω αυτό το γράμμα, καί τώρα πουήρθε, δέν μπορούσα νά το ανοίξω ». Σώπασε.

« Καί μετά τί έγινε ; Μήν παραλείψεις τίποτα ».

Page 135: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

« Νομίζω ότι σωριάστηκα σε μια καρέκλα στην κουζίνα κι εμεινα εκεί. Ι̂ ίετα το οιπλο_>σα καιτο χωσα στην πίσω τσέπη του παντελονιού μου. Κι άρχισα νά φτιάχνω φαγητό ».Ξανασώπασε.

« Συνέχισε. Πές μου τά πάντα ».

«’Έβρασα δυο αυγά κι έφτιαξα αύγοσαλάτα. Περίεργο πράγμα, τά σάντουιτς μέ αύγοσαλάταπάντα μέ ήρεμούσαν. Μόνο όταν είμαι ταραγμένος τά τρώω δέν βάζω μαρούλι, ντομάτα,σέλερι ή κρεμμύδι. Σκέτα πολτοποιημένα σφιχτά αυγά, αλατοπίπερο καί μαγιονέζα πάνω σέπολύ μαλακό άσπρο ψωμί».

« Κι έπιασε ; Σέ καλμάρισαν τά σάντουιτς ; »

«Δυσκολεύτηκα νά τά φτιάξω. Πρώτ’άπ’όλα μέ αποσπούμε αύτός ό φάκελος — οι άκρες τουείχαν γυρίσει καί μού γρατζούναγαν τόν πισινό. Τόν έβγαλα άπ’τήν τσέπη κι άρχισα νάπαίζω μαζί του. Ξέρεις τι εννοώ — τον κρατούσα μπροστά στο φώς, τόν ζύγιζα .στο χέρι,προσπαθώντας να μα:εψω πόσες σελίδες είχε μέσα. ’Όχι ότι αύτό θ’άλλαζε τίποτα. Ηξεραπώς το μήνυμά του θά ’ταν σύντομο — κι οδυνηρό ».

Παρά τήν περιέργειά μου, άποφασισα να τον αφήσω να πει τήν ιστορία με τόν δικό τουτροπο και με τον δικό του ρυθμό.

«Συνέχισε».

«Λοιπόν, έφαγα τά σάντουιτς. Και μαλιστα τα φαγα έτσι όπως συνήθιζα παιδί — ρουφώνταςπρώτα τη γέμιση τής αυγό σαλάτας. ’Αλλά δέν βοήθησαν. Χρειαζόμουν κάτι πιο ισχυρό. Αύτότο γράμμα είναι για μένα κάτι τρομερό. Τελικά τό ’κρυψα σ’ ένα συρτάρι τού γραφείου μου ».

«Χωρίς νά τ’ ανοίξεις ; »

« Ναι, κλειστό. Κι άκόμα κλειστό είναι. Γιατί να τ ανοίγω.

Ξέρω τί λέει. Το να διαβάσω τήν ακριβή διατύπωση, θα μού ματώσει άκόμα περισσότερο τήνπληγή ».

Δέν ήξερα γιά ποιο πράγμα μού μιλούσε. Δέν γνώριζα καν ποιά ήταν ή σχέση του μέ τοΙνστιτούτο τής Στοκχόλμης. Τώρα πιά μ’έτρωγε ή περιέργεια, άλλα ένιωθα μια διεστραμμένηάπόλαυση που δεν σκαλιζα το θέμα. Τα παΐδια μου παντα με κορόιδευαν πού έσκιζα κιάνοιγα άμέσως κάθε_δώρο πού έπαιρνα. Σίγουρα ή ύπομονή μου έκείνη τήν ήμέρα ήτανσημάδι πώς είχα φτάσει σέ κάποιο βαθμό ώριμότητας. Γιατί να βιαστώ; Ό Σώλ δένθ’άργοΰσε νά μέ διαφωτίσει.

«Το δεύτερο γράμμα έφτασε μετά άπό οχτώ μέρες. Ό φάκελος ήταν ολόιδιος μέ τόν πρώτο.Τό ’βαλα, κλειστό κι αύτό, στο ίδιο συρτάρι, πάνω άπ’τό πρώτο. Αλλά καί πού τά ’κρυψα,τίποτα δέν κατάφερα. Ούτε νά σταματήσω νά τά σκέφτομαι μπορούσα ούτε άντεχα καί νάτά σκέφτομαι. Μακάρι νά μήν είχα πατήσει ποτέ το πόδι μου στο ’Ινστιτούτο τής Στοκχόλμης !» ’Αναστέναξε.

« Γ ιά συνέχισε ».

«Τις τελευταίες δυό-τρεΐς εβδομάδες περνάω πολλές ώρες ονειροπολώντας. Είσαι σίγουροςπώς θέλεις νά τ’άκούσεις όλ’ αύτά; »

«Σίγουρος. Μίλα μου γιά τις ονειροπολήσεις σου».

« Να, μερικές φορές σκέφτομαι πώς μέ δικάζουν. Πώς εμφανίζομαι μπροστά στα μέλη τού’Ινστιτούτου — κι αύτοί φοράνε περούκες και τηβέννους. Κι έγώ είμαι καταπληκτικός.

Page 136: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

’Αρνούμαι να χρησιμοποιήσω δικηγόρο κι εντυπωσιάζω τούς πάντες με τον τροπο πουάπαντάω σέ κάθε κατηγορία. Καί σέ λίγο γίνεται σαφές πώς δέν έχω τίποτα νά κρύψω. Οιδικαστές βρίσκονται σε συγχυση. Ο ένας μετά τον άλλο εγκαταλείπουν τήν έδρα τους ^ καιτρέχουν ποιος θά μέ _πρωτοσυγχαρεΐ και θά μού ζητήσει να τον συγχωρέσω. Αύτό είναι μιάάπ’τίς όνειροπολήσεις.̂ Αύτή μ’^έκανε νά νιώσω καλύτερα γιά λίγη ώρα. Οι άλλες δεν ήτανετο ίδιο καλές, ήταν πολύ νοσηρές ».

« Μίλα μου γι’ αυτές ».

^« Μερικές φορές ένιωθα ένα σφίξιμο στο στήθος καί νόμιζα πώς παθαίνω έμφραγμα,σιωπηλό έμφραγμα. Αυτά είναι τά συμπτώματα — δεν εχει πονο, μονο δυσκολία στήνάναπνοή και σφίξιμο στο στήθος. Προσπαθούσα νά πιάσω το σφυγμό μου άλλά δεν τονέβρισκα ποτέ όταν τον έψαχνα. Κι όταν τελικά έπιανα έναν χτύπο, αρχιζα ν αναρωτιέμαι ανερχόταν απ’τήν κερκιδική μου άρτηρία ή άπό τά μικρά άρτηρίδια τών δαχτύλων μου, καθώςέσφιγγα τή γροθιά μου.

»’Έπιανα σφυγμό περίπου εικοσιέξι σέ δεκαπέντε δευτερόλεπτα. Εικοσιέξι επί τέσσεραείναι εκατόν τέσσερις το λεπτό. Κι έπειτα άρχιζα ν’άναρωτιέμαι αν εκατόν τέσσερις σφυγμοίείναι καλό ή κακό. Δέν ήξερα αν το σιωπηλό έμφραγμα συνοδεύεται άπό γρήγορο ή άπόάργό σφυγμό. ’Έχω άκούσει ότι ό Μπγιόρν Μπόργκ έχει πενήντα σφυγμούς*το λεπτό.

»’Έπειτα ονειροπολούσα πώς έκοβα αύτή τήν άρτηρία, πώς άνακούφιζα τήν πίεση κι άφηνανά βγει το αίμα. Μέ εκατόν έναν σφυγμούς τό λεπτό, πόσο θά μού ’παίρνε ώσπου νάσκοτεινιάσουν όλα ; Κι έπειτα σκεφτόμουν πώς νά έπιταχύνω το σφυγμό γιά νά βγει πιογρήγορα το αίμα. Μπορούσα νά κάνω ποδήλατο — έχω ένα ποδήλατο γυμναστικής. Σεμερικά λεπτά θά μπ">ούσα ν’ άνεβάσω τούς σφυγμούς μου στους εκατόν είκοσι.

»Μερικές φορές φανταζόμουν πως το αίμα μου γεμιζε ένα χάρτινο ποτήρι. Άκουγα κάθεπιόακα να σπάει στα μαλακα τοιχώματα τού ποτηριού. Ισως εκατό πίδακες να γέμιζαν .οποτήρι — αύτό θά πει πενήντα δευτερόλεπτα. Επειτα σκεφτόμουνα πώς νά κόψω τιςφλέβες μου. Μέ τό μαχαίρι τής κουζίνας ; Τό μικρό μυτερό μέ τό μαύρο χερούλι; Ή με ξυράφι;Άλλά δεν υπάρχουν πια κοφτερά ξυράφια μονο εκείνα τα ασφαλείας πού τά πετάς. Ποτέ δένείχα συνειδητοποιήσει πως πέρασε ή εποχή τών ξυραφιών. Σκέφτηκα πως με τον ιοιοτροπο θα περνούσα κι εγώ. Χωρίς νά κουνήσει φυλλο_. Ισως να ^ε σκεφτεί κι εμένα κάποιοςσέ μιά στιγμή παραφορας. όπως σκε-φτηκα κι εγώ τώρα το παλιό ξυράφι με τη μια κόψη πούδέν υπάρχει πιά. _ , ν

»Κι όμως δέν είναι ανύπαρκτο. Ζει χάρη στις σκεψεις που έκανα. Το ξέρεις ότι κανέναςάπ’όσους ήταν ενήλικοι όταν εγώ ήμουνα παιδί, δέν ζεϊ τώρα; Αρα κι εγώ ως παΐδι έχωπεθάνει. Κάποια μέρα, σύντομα, ίσως σέ σαράντα χρόνια, δέν θα ζει ούτε ένας άπ’όσους μέγνωρίσαν κάποτε. Τότε θα χω πεθάνει στ αλήθεια όταν δέν θά ύπάρχω σέ κανενός τήμνήμη. Μέ άπασχόλησε άρκετά το πώς οι πολύ ήλικιωμένοι είναι τά τελευταία άτομα εν ζωήπού γνώρισαν κάποιον άνθρωπο ή μιά ομάδα ανθρώπων. "Οταν πεθάνουν κι αύτοί,πεθαίνει όλη εκείνη η ομάδα, εξαφανίζεται άπ’τή μνήμη τών ζωντανών. Αναρωτιέμαι ποιοςθά είναι αύτός ό άνθρωπος στήν περίπτωσή μου. Ποιανού ό θάνατος θά μέ κάνει κι εμένα νάπεθάνω στ’άλήθεια; »

Τά τελευταία λεπτά μιλούσε μέ κλειστά τά μάτια. Ξαφνικά τ’ άνοιξε, γιά νά βεβαιωθεί γιάμένα : « Εσύ το ζήτησες. Θέλεις νά συνεχίσω ; Όλ’ αύτά είναι πολύ νοσηρά ».

«Τά πάντα θέλω νά μού πείς, Σώλ. Θέλω νά μάθω άκριβώς τί περνάς ».

« Το χειρότερο ήταν ότι δέν είχα κανέναν νά μιλήσω, πουθενά να στραφώ, δεν είχα ένανάνθρωπο τής εμπιστοσύνης μου, έναν κάλο φίλο που να τολμάο) νά τού τά πώ όλ’ αύτά ».

« Κι εγώ ; »

Page 137: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

« Δεν ξέρω αν το θυμάσαι, αλλα την πρώτη φορά μου πήρε οεκαπεντε χρονιά να ταποφασίσω να ’ρθω εδώ. Δέν άντεχα τήν ντροπή ότι θα ξαναρχόμουνα. Τά ’χαμέ πάει τόσοκαλά μαζί που δεν μπορούσα ν αντιμετωπίσω την ταπείνωση πώς γυρνάω ήττημένος ».

Καταλαβαινα τι εννοούσε. Είχαμε δουλέψει πολύ παραγωγικά μαζί ενάμιση χρόνο.Τελειώνοντας τή θεραπεία ‘πριν άπό τρία χρονιά ήμασταν κι οι δυο πολύ περήφανοι για τιςάλλαγές που είχε καταφέρει ό Σώλ. Ή καταληκτική μας συνεδρία ήταν μια ενθουσιώδηςάποφοίτηση το μόνο πού τής έλειπε ήταν μιά ορχήστρα πνευστών, γιά νά συνοδεύσει τήθριαμβευτική έξοδο του Σώλ στον κόσμο.

«Κι έτσι προσπάθησα να τ’αντιμετωπίσω μόνος μου. ’Ήξερα 11 σήμαιναν αυτα ταγράμματα: ήταν η τελική μου καταδίκη, ή προσωπική μου αποκάλυψη. Νομίζω πώς μετά βίαςτή γλίτωνα έδώτκι έξηντατρία χρόνια. Τώρα, ίσως επειδή έχουν πέσει οι ρυθμοί μου -λόγωήλικίας, λόγω βάρους, λόγω τού εμφυσήματος μου— μ’ έφτασε. Πάντα έβρισκα τρόπους νακαθυστερώ τή στιγμή πού επρόκειτο να κριθώ. Τούς θυμάσαι; »

’Έκανα ένα νεύμα με το κεφάλι. «Μερικούς άπ’αύτούς ».

« Είχα έτοιμες άφθονες άπολογίες, ταπεινωνόμουν, άφηνα νά εννοηθεί πώς έχω καρκίνο σεπροχωρημένο στάδιο (αύτό δεν άποτύγχανε ποτέ). Κι αν δέν λειτουργούσε τίποτ’άλλο,υπήρχε πάντα ή πληρωμή σέ χρήμα. Υπολογίζω ότι πενήντα χιλιάδες δολάρια μπορούν νάεπανορθώσουν όλη αύτή τή φριχτή υπόθεση τού Ινστιτούτου τής Στοκχόλμης ».

«Τί σ’έκανε ν’άλλάξεις γνώμη; Γιατί άποφάσισες νά μού τηλεφωνήσεις;»

«Το τρίτο γράμμα. Ήρθε περίπου δέκα μέρες μετά το δεύτερο. Αύτό έβαλε τέλος σέ όλα μουτά σχέδια, σε όλες μου τις ελπίδες διαφυγής. Νομίζω πώς εβαλε τέλος και στην πεοηφανιαμου. Μόλις το έλαβα, μετά άπο λίγα λεπτά πήρα τη γραμματέα σου στο τηλέφωνο ».

Τά υπόλοιπα γιά το τηλεφώνημα του τα ήξερα από κείνην . «"Οποια ώρα μπορεί ό γιατρός.Ξέρω πόσο απασχολημένο; είναι. Ναι, την άλλη Τρίτη είναι καλά δέν είναι επείγον».

"Οταν όμως ή γραμματέας μου μού είπε ότι ό Σωλ ξανατηλεφώνησε έπειτα άπό λίγες ώρες(«Δέν θέλω να ενοχλήσω τον γιατρό, άλλα αναρωτιέμαι μήπως μπορεί να μου δρει .έστωλίγα λεπτά κάπως νωρίτερα»), άναγνώρισα τα σημαοια μιας μέγα λης άπόγνωσης καί τούτηλεφώνησα για να κανονίσω μια αμεση συνάντηση.

Τώρα αρχισε νά μου διηγείται έν περιλήψει τι συνέβη στη ζωή του απ’τήν τελευταία φοράπού ειδωθήκαμε. Λίγο μετά τόν τερματισμό τής θεραπείας, περίπου πριν απόκρια χρόνια, οΣώλ, επιτυχημένος νευροβιολόγος, είχε λάβει ένα σημαντικό βραβείο μιά εξάμηνη θητεία στοΕρευνητικό Ινστιτούτο τής Στοκχόλμης στή Σουηδία. Οι οροί τού βραβείου ήταν γενναιόδωροι: ύποτροφία πενήντα χιλιάδων δολαρίων χωρίς περιορισμούς, κι ήταν ελεύθεροςν’ακολουθήσει τή δική του έρευνα, νά διδάξει λίγο ή πολύ, άνάλογα μέ τήν έπιθυμία του, καίνά κάνει όσες συνεργασίες ήθελε.

"Οταν έφτασε στο Ινστιτούτο, τόν ύποδέχτηκε ό κύριος Κ., ένας ονομαστός μοριακόςβιολόγος. Ό κύριος Κ. είχε μιά ξεχωριστή παρουσία: μιλούσε σέ τέλεια όξφορδιανη διάλεκτο,άρνιόταν νά καταβληθεί άπ’τίς έφτάμισι δεκαετίες τής ζωής του καί χρησιμοποιούσε όλα τουτά εκατόν ένενηνταπέντε εκατοστά, γιά νά συνθέσει ένα άπ’τά πιο μνημειώδηπαραστήματα. Ό καημένος ό Σώλ τέντωνε το σαγόνι καί το κεφάλι γιά νά φτάσει το έναεβδομήντα. Παρόλο πού άλλοι έβρισκαν πολύ συμπαθητική τή λίγο πεπαλαιωμένη διάλεκτοτού Μπρούκλυν που μιλούσε, ο ίδιος ό Σώλ ζάρωνε στον ήχο τής ίδιας του τής φωνής. Ένώ όκύριος Κ. δέν πήρε ποτέ το Νομπέλ (αν καί ήταν πασίγνωστο ότι είχε ύπάρξει δυο φορέςυποψήφιος ), ήταν χωρίς αμφιβολία φτιαγμένος απ’το ύλικό πού φτιάχνονται οι νομπελίστες.Τριαντα χρονιά τόν θαύμαζε ό Σώλ άπό μακριά καί τώρα, μπροστά του, δέν είχε το θάρροςσχεδόν ούτε νά τόν κοιτάξει στά μάτια.

Page 138: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Οταν ο Σωλ ήταν εφτά χρονών, οι γονείς του σκοτώθηκαν σε τροχαίο, και τον μεγάλωσε έναζευγάρι θειων του. Από τότε το λαιτ-μοτιβ τής ζωής του ήταν μιά άκατάπαυστη άναζήτησησπιτιού, στοργής καί άποδοχής. Ή αποτυχία τόν πλήγωνε πάντα σέ τρομερό βαθμό, κι otπληγές του έπαιρναν πολύ χρόνο νά γιατρευτούν καί βάθαιναν τήν αίσθησή του ότι είναιάσήμαντος και μονος. Ή έπιτυχία τού πρόσφερε πολύ μεγάλη άλλά παροδική εύφορία.

__ Τη στιγμή όμως πού έφτασε στο Ερευνητικό Ινστιτούτο της Στοκχολμης, τη στιγμή πουτόν υποδέχτηκε ό κύριος Κ., ό Σώλ ένιωσε περιέργως σίγουρος πώς αύτό πού επιδίωκε ήτανστο χέρι του, χάι ότι υπήρχε ελπίδα γιά κάποια τελική γαλήνη. Τη στιγμή πού έσφιξε τοδυνατό χέρι τού κυρίου Κ., τού ήρθε ένα όραμα, επδίνορθο.)τικο και μακαριό, ότι οι ουο τουςδούλευαν πλάι πλάι ως συνεργάτες.

Μέσα σε λίγες ώρες και με ανεπαρκή προγραμματισμό, ό Σωλ πρότεινε στον κύριο Κ. νασυνεργαστούν σε μιά κριτική μελέτη τής παγκόσμιας βιβλιογραφίας πάνω στήδιαφοροποίηση τών μυικών κυττάρων. Πρότεινε νά κάνουν μιά δημιουργική σύνθεση και νάπροσδιορίσουν ποιές κατευθύνσεις παρέχουν τις μεγαλύτερες υποσχέσεις γιά μελλοντικήερευνά. Ό κύριος Κ. τον άκουσε, τού έδωσε με επιφύλαξη τή συγκατάθεσή του καίσυμφώνησε νά συναντιέται δύο φορέ·ς τήν εβδομάδα με τον Σώλ, ό όποιος θά έκανε τήνέρευνα στή βιβλιοθήκη. Εκείνος ρίχτηκε με πάθος στο πρόγραμμα πού είχε συλλάβει πολύβιαστικά, καί χαιρόταν σάν πολύτιμες τις ώρες πού συσκεπτόταν με τον κύριο Κ., στις όποιεςέξέταζαν πόσο είχε προχωρήσει ό Σώλ και αναζητούσαν κάποια σχήματα πού να έχουννόημα, στην άνιση βιβλιογραφία τής βασικής έρευνας.

Ό Σώλ άπολάμβανε τόσο πολύ τή λάμψη τής συνεργασίας του με τόν κύριο Κ. πού δένπαρατήρησε ότι ή έρευνά του σττ βιβλιοθήκη δέν έφερνε μεγάλα αποτελέσματα. Κατασυνεπεία σοκαρίστηκε, όταν έπειτα άπό δύο μήνες ^δ κύριος Κ. έξέφρασ^ τήν άπογοήτευσήτου για τη δουλεία και τού σύστησε νά την έγκαταλείψει. Ποτέ στη ζωή του ο Σώλ οέν είχεαποτύχει να ολοκληρώσει έρευνητικό πρόγραμμα, κι ή πρώτη του αντίδραση ήταν νάπροτείνει να τό συνεχίσει μόνος του. Ο κύριος Κ απάντησε : « Δέν μπορώ βέβαια νά σεμποδίσω, αλλά εγω το θεωρώ, κακή έπιλογή. "Οπως καί νά χει τό πραγμα, θέλω ναποοδεσμευτώ άπ’αυτη τη δουλεία».

Ό Σώλ έφτασε βιαστικά στο συμπέρασμα ότι μια καινούργια δημοσίευση (που θα μεγάλωνετή βιβλιογραφία του άπο 261 σε 262 λήμματα ), θά ήταν πολύ λιγότερο τονωτική για την ψυχήτου άπό μιά συνεχιζόμενη συνεργασία με τον σπουδαίο πανεπιστημιακό καί, άφοΰ τοσκέφτηκε λίγες μέρες, του πρότεινε μια άλλη συνεργασία. Άλλη μια φορά πρότεινε να κάνει οίδιος τα τρία τέταρτα τής δουλειάς. Αλλη μια φορά ο κύριος Κ. εδωσε τήν επιφυλακτικήσυγκατάθεσή του. Στους μήνες που του απέμειναν στο ’Ινστιτούτο, ό Σωλ δούλεψε σανδαιμονισμένος. ’Έχοντας ήδη υπερφορτώσει το πρόγραμμά του μέ διδασκαλίες καίεποπτείες νεότερων συναδέλφων, ήταν άναγκασμένος νά δουλεύει νύχτα, γιά νάπροετοιμάσει τις συναντήσεις του μέ τόν κύριο Κ.

"Οταν τέλειωσαν οι έξι μήνες, ή ερευνητική του δουλειά δέν είχε τελειώσει άκόμα, άλλά ό Σώλδιαβεβαίωσε τόν κύριο Κ. πώς θά τήν ολοκληρώσει καί πώς θά δημοσιευτεί σ’ένα άπ’τάέγκυρότερα περιοδικά. Είχε στο νού του ένα περιοδικό πού το διηύθυνε ένας πρώηνφοιτητής του, ό όποιος συχνά τού ζητούσε άρθρα. ’Έπειτα άπό τρεις μήνες ό Σώλολοκλήρωσε το άρθρο καί, αφού πήρε τήν έγκριση τού κυρίου Κ., το ύπέβαλε στο περιοδικό,γιά νά πάρει έπειτα άπό άλλους έντεκα μήνες τήν άπάντηση πως ό διευθυντής τούπεριοδικού ήταν βαριά άρρωστος με κάποια χρονιά πάθηση, κι ότι οι έκδοτες είχαν με λύπητους αποφασίσει να μή συνεχίσουν τήν έκδοση τού περιοδικού. Γιά το λογο αυτόεπεστρεφαν όλα τά υποβληθέντα άρθρα.

Πολύ ανήσυχος τώρα ο Σώλ έστειλε άμέσως το άρθρο σέ άλλο περιοδικό. Εξι μήνεςαργότερα έλαβε ένα άπορριπτικό σημείωμα —το πρώτο μέσα σε εικοσιπέντε χρόνια— τοοποίο εξηγούσε, με σεβασμό προς το κυρός τών δυο συγγραφέων, γιατί το περιοδικόαδυνατούσε νά δημοσιεύσει τή μελέτη τους : μέσα στούς προηγούμενους δεκαοχτώ μήνεςείχαν δημοσιευτεί τρεις άλλες^ αξιόλογες μελέτες πού άφορούσαν τήν ίδια βιβλιογραφία και,

Page 139: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

επιπλέον, κάποια άπ’τά προκαταρκτικά πορίσματα τών σχετικών έρευνών πούδημοσιεύτηκαν τούς τελευταίους μήνες, δέν υποστήριζαν τα συμπεράσματα στά όποιαείχαν φτάσει ό Σώλ καί ό κύριος Κ., σε σχέση με τις κατευθύνσεις πού έδειχναν πιοσημαντικές στόν τομέα αύτόν. Παρ’ όλ* αύτά το περιοδικό θά χαιρόταν νά ξαναδεχτεΐ τοάρθρο, αν οι συγγράφεις το ενημέρωναν με τήν πιο πρόσφατη βιβλιογραφία, αν άλλαζαν τόνβασικό του τόνο κι αν έπαναδιατύπωναν τά συμπεράσματα καί τις συστάσεις τους.

Ό Σώλ δέν ήξερε τί νά κάνει. Δέν μπορούσε, δέν ήθελε ν’άντιμετωπίσει τήν ντροπήν’άναγγείλει στόν κύριο Κ. πώς τώρα, έπειτα άπό δεκαοχτώ μήνες, το άρθρο τους δέν είχεγίνει δεκτό γιά δημοσίευση. Ήταν σίγουρος πώς ό κύριος Κ. δέν είχε λάβει ποτέ άρνητικήάπάντηση γιά άρθρο του — ώσπου αποφάσισε νά συνεργαστεί μ’έναν κοντό, άριβίσταάπατεώνα άπ’ τή Νέα Υόρκη. Τά άρθρα κριτικής ξεπερνιούνται πολύ γρήγορα, αύτό το ήξερεό Σώλ, ιδίως σέ τομείς πού προχωρούν ταχύτατα, όπως είναι ή μοριακή βιολογία. Είχεάλλωστε άρκετή εμπειρία άπό εκδοτικές ομάδες περιοδικών, γιά νά καταλάβει πώς οιεκδότες τού συγκεκριμένου περιοδικού ήταν άπλώς εύγενεΐς : το άρθρο δέν έπαιρνε γιατρειά,έκτος αν ό ίδιος καί ό κύριος Υ το άναθεωρούσαν εκ βάθρων, πράγμα πού θά τούς έπαιρνεπολύ χρόνο. Επιπλέον θά ήταν δύσκολο νά ολοκληρώσουν μιά άναθεώρησή τουάλληλογραφώντας : ήταν απαραίτητο νά συνεργαστούν πρόσωπο μέ πρόσωπο. Ή δουλειάτού κυρίου Κ. ήταν πολύ μεγαλύτερης προτεραιότητας, κι ό Σώλ ήταν σίγουρος ότι θαπροτιμούσε άπλώς νά νίψει τάς χείρας του απ ’ όλη αύτή τήν άηδία.

Κι αύτό ήταν το άδιέξοδο : γιά νά παρθεί οποιαδήποτε άπόφαση, ό Σώλ έπρεπε νά πει στονκύριο Κ. τί είχε συμβεί — κι αύτό δέν άποφάσιζε νά το κάνει. Κι έτσι, όπως συνήθιζε σετέτοιες περιπτώσεις, δέν έ'κανε τίποτα.

Το χειρότερο ήταν ότι ο Σώλ είχε γράψει ένα σημαντικό άρθρο πάνω σ’ένα σχετικό θέμα,πού είχε γίνει άμεσως δεκτό γιά δημοσίευση. Σ’εκείνο το άρθρο είχε αποδώσει στόν κύριοΚ. κάποιες άπ’τίς ιδέες πού εξέφραζε και είχε αναφέρει το άρθρο τους, πού τελικά δέν είχεδημοσιευτεί. Τό περιοδικό τόν πληροφόρησε ότι ή νέα τους .πολιτική δεν επέτρεπε στονσυγγραφέα ν’αναφέρεται σε κάποιον χωρίς τή γραπτή συγκατάθεσή του (γιά ν’άποφεύγεταιή πλαστή χρήση διάσημων ονομάτων). Για τον ίδιο λόγο δεν επέτρεπε καί αναφορές" σεάδημοσίευτες μελέτες, χωρίς τή γραπτή άδεια τών συγγραφέων.

Ό Σώλ είχε κολλήσει. Δέν μπορούσε νά γράψει στον κύριο Κ. γιά νά τού ζητήσει τήν άδειαν’άναφέρει το όνομά του, χωρίς νά τον ενημερώσει γιά τήν τύχη πού είχε ή άπόπειρασυνεργασίας τους. Κι έτσι πάλι δέν έκανε τίποτα.

Μερικούς μήνες άργότερα ή μελέτη του ( χωρίς άναφορά τού ονόματος τού κυρίου Κ. καί τήςερευνάς πού έκαναν μαζί) εμφανίστηκε ώς κύριο άρθρο ένός άπό τά σημαντικότεραπεριοδικά νευροβιολογίας.

« Κι έτσι», είπε ό Σώλ μ’ έναν μεγάλο άναστεναγμό, « φτάσαμε εδώ πού φτάσαμε. Τήνέτρεμα τή δημοσίευση αύτού τού άρθρου. ’Ήξερα πώς ό κύριος Κ. θά το διάβαζε. ’Ήξερα τίθά σκεφτόταν καί τί θά ’νιώθε γιά μένα. ’Ήξερα πώς στά μάτια του, και στα ματια ολοκλήρουτού ’Ινστιτούτου τής Στοκχόλμης, θά ήμουνα ένας άπατεώνας, ένας κλέφτης, χειρότερος κιάπό κλέφτη. Το περίμενα πώς θά είχα νέα του, καί το πρώτο γράμμα, το πήρα τέσσεριςεβδομάδες μετά τή δημοσίευση —άκριβώς όπως το είχα προγραμματίσει—, ίσα ίσα όσοχρειαζόταν γιά νά φτάσει το τεύχος στη Σκανδιναβία, να το διαβάσει ό κύριος Κ., νά το κρίνεικαι να βγάλει την ετυμηγορία του. Καί γιά νά φτάσει το δικό του γράμμα σ’ έμένα, εδώ στήνΚαλιφόρνια ».

Ο Σωλ σταμάτησε να μιλάει. Τα ματια του μέ ικέτευαν : «Δέν μπορώ νά συνεχίσω. Πάρ’τομακριά μου όλο αύτό. Πάρε μακριά ολο αυτόν τόν πόνο ».

„ Παρόλο πού δεν τόν είχα δει ποτέ σε τόσο άθλια κατάσταση, ήμουνα βέβαιος πώςγρήγορα θά μπορούσα νά τόν βοηθήσω. ’Έτσι πήρα τήν άποτελεσματική, ψύχραιμη φωνήμου καί ρώτησα αν είχε σκεφτεί κάποιο σχέδιο, αν είχε κάνει κάποια βήματα. Δίστασε κι

Page 140: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

έπειτα είπε ότι είχε αποφασίσει να επιστρέψει στο ’Ινστιτούτο τήν ύποτροφία τών πενήνταχιλιάδων δολαρίων ! Ξέροντας άπό τήν προηγούμενη συνεργασία μας ότι δέν μού άρεσε ήτάση του νά εξαγοράζει τήν άποδέσμευσή του άπο δύσκολες καταστάσεις, δέν μού άφησεχρόνο ν’άντιδράσω. Συνέχισε βιαστικά, λέγοντας πώς δέν είχε άκόμα άποφασίσει ποιος ήτανό καλύτερος τρόπος νά το κάνει. Σκεφτόταν νά γράψει ένα γράμμα, οπού θά έλεγε ότι τούςεπιστρέφει τά χρήματα, γιατί δέν είχε κάνει δημιουργική χρήση τής θητείας του στο’Ινστιτούτο. Μιά άλλη δυνατότητα ήταν νά κάνει μιά άπλή καί άμεση δωρεά στο ’Ινστιτούτο —μιά δωρεά πού θά φαινόταν νά μή σχετίζεται μέ οτιδήποτε άλλο. Σκεφτόταν ότι μιά τέτοιαδωρεά μπορεί νά ήταν μιά επιδέξια κίνηση — μιά άσφαλιστική δικλίδα πού θά κατέπνιγεοποιαδήποτε μομφή προς τή συμπεριφορά του.

Τόν έβλεπα νά νιώθει άσχημα πού μού αποκάλυπτε τί σκόπευε νά κάνει. ’Ήξερε πώς θάδιαφωνούσα. Δέν τού άρεσε καθόλου νά δυσαρεστεί τούς άλλους και ήθελε τήν άποδοχήμου σχεδόν οσο ήθελε καί τήν άποδοχή τού κυρίου Κ. ’Ένιωθα άνακούφιση πού είχε θελήσεινά τά μοιραστεί όλ’αύτά μαζί μου — κι ήταν το μόνο φωτεινό σημείο πού έβλεπα προς τοπαρόν στη συνεδρία.

Γιά λίγη ώρα βυθιστήκαμε κι οι δυο στή σιωπή. Ό Σώλ είχε άδειάσει κι έγειρε πίσωεξαντλημένος. Κι εγώ κάθισα πιο άνετα στήν πολυθρόνα μου καί έκανα μιά εκτίμηση τήςκατάστασης. "Ολη αύτή ή ιστορία ήταν ένας κωμικός εφιάλτης — μιά μαύρη μωρουδίστικησάγκα, όπου σέ κάθε βήμα του ό Σώλ, λόγω τής κοινωνικής του άδεξιότητας, κολλούσε όλοκαί περισσότερο στο φρικτό πεπρωμένο του.

Ή εμφάνιση του όμως δέν είχε τίποτα το άστεΐο. ’Έδειχνε χάλια. Πάντα ελαχιστοποιούσε τόνπόνο του — φοβούμενος μή μ’ « ένοχλήσει ». Το σωστό θά ’ταν νά πολλαπλασιάσω κάθεσημάδι άγωνίας του έπί δέκα: γι’αύτό κι ή προθυμία του νά πληρώσει πενήντα χιλιάδεςδολάρια. Γι’αύτό^καί οι νοσηρές, αύ κτονικές του σκέψεις ( πριν άπο πεντε χρονιά είχε κάνειμια σοβαρή απόπειρα), γι’αύτ,δ κι η ανορεξία του, η αϋπνία του, το αίτημά του να με δεινωρίτερα. Ή αρτηριακή του^ πίεση, ^μού είπε, είχε φτάσει δεκαεννέα με δώδεκα. Και πρινάπό έξι χρόνια, κάποια εποχή πού ήταν στρεσαρισμένος, είχε περάσει ένα σοβαρό,παραλίγο μοιραίο καρδιακό επεισόδιο.

'Ηταν σαφές λοιπόν πώς δέν έπρεπε να ύποτιμήσω τή σοβαρότητα τής κατάστασης : ό Σώλείχε φτάσει στα όρια του, κι εγώ έπρεπε να τού προσφέρω άμεση βοήθεια. Ή ύπερβολικηάντίδρασή του ήταν εντελώς παράλογη. "Ένας θεός ξέρει τί έλεγαν αύτά τα γράμματα ίσωςνά ’ταν κάποιες άσχετες άνακοινώσεις, γιά κάποια έπιστημονική συνάντηση ή γιά ένακαινούργιο περιοδικό. Γιά ένα πάντως ήμουν βέβαιος: τά γράμματα αύτά, παρά τή χρονικήσύμπτωση, δέν ήταν γράμματα μομφής είτε άπό τόν κύριο Κ. είτε άπό το ’Ινστιτούτο τήςΣτοκχόλμης. Καί χωρίς άμφιβολία, μόλις τά διάβαζε, ή άγωνία του θά εξατμιζόταν.

Πριν προχωρήσω, σκέφτηκα τις διάφορες έναλλακτικές λύσεις : Μήπως ήμουν πολύβιαστικός, πολύ ένεργητικός ; Καί ή άντιμεταβίβασή μου; Ήταν άλήθεια πώς μέ τόν Σώλένιωθα ανυπομονησία. Ενα κομμάτι μου ήθελε νά τού πει: « "Ολη αυτή η υπόθεση είναιγελοία. ’Αντε σπίτι σου καί διάβασέ τα, αυτα τα ηλίθια γράμματα ! » Ισως νά μ’ ένοχλούσε τογεγονός πως η προηγουμένη ψυχοθεραπεία του μαζί μου φαινόταν νά έχει εξαντληθεί.Μήπως αυτό που μ’ έκανε νά είμαι άνυπόμονος απέναντι του ήταν η θιγμένη μουματαιοδοξία;

Παρολο που ήταν αλήθεια ότι εκείνη τή συγκεκριμένη μέρα τον θεωρούσα ανοητο, συνολικάτόν συμπαθούσα πάντα πάρα πολυ.̂ Μ άρεσε απ τη στιγμή που τον γνώρισα. "Ενα πράγμαπου είπε στήν πρώτη μας συνάντηση μού τόν έκανε άμέσως αγαπητό: « Σέ λίγο θά γίνωπενηνταεννέα χρονών, καί κάποια μέρα θα ’θελχ νά μπορέσω νά πάω έναν περίπατο στήΓιούνιον Στρήτ και νά περάσω ένα άπόγευμα χαζεύοντας τις βιτρίνες ».

Πάντα με τραβούσαν οι ασθενείς πού πάλευαν με τα ίδια θέματα πού παλεύω κι εγώ. Ξέρωτί θα πει ή λαχτάρα να κάνεις μιά βόλτα μέρα μεσημέρι. Πόσες φορές δέν λαχτάρησα κι εγώ

Page 141: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

να είχα τήν πολυτέλεια ενός ανέμελου τεταρτιάτικου απογευματινού περίπατου στο ΣάνΦρανσίσκο; Κι όμως, σάν τόν Σώλ, συνεχίζω κι εγώ νά δουλεύω καταναγκαστικά και νάεπιβάλλω στόν εαυτό μου ένα επαγγελματικό πρόγραμμα πού κάνει αδύνατο αύτόν τόνπερίπατο. ’Ήξερα πώς καί τούς δύό μας μας κυνηγούσε ό ίδιος άνθρωπος μέ τό τουφέκι.

"Οσο περισσότερο κοιτούσα μέσα μου, τόσο βεβαιωνόμουνα πώς τά θετικά συναισθήματάμου γιά κείνον ήταν άκόμα άνεπηρέαστα. Παρά τήν έμφάνισή του, πού ήταν απωθητική,ένιωθα μεγάλη ζεστασιά γι’αύτόν. Φαντάστηκα πώς τόν έπαιρνα άγκαλιά καί τόνκαθησύχαζα, κι ή ιδέα αύτή μού φάνηκε εύχάριστη. ’Ήμουνα σίγουρος πώς, άκόμα καί με τήνανυπομονησία μου, θ<£ ’κανα ο,τι ήταν καλύτερο γι’αύτόν.

Συνειδητοποίησα επίσης πώς το νά είσαι υπερβολικά ένεργητικός έχει μερικάμειονεκτήματα. Ό ύπερδραστήριος θεραπευτης συχνα βαζει τον ασθενήστο ρόλο τουπαιδιού: δεν τον οδηγεϊ ή δεν τον βοηθάει να ξεδιπλωθεϊ »,..οπως λέει ο Μάρτιν Μποΰμπεραντίθετα επιβάλει τον εαυτο του στόν άλλον.

Παρόλ’ αύτά ένιωθα βέβαιος ότι μπορούσα νά έπιλ^οΓοΧη αότη την κρίση σέ μία ή δύοσυνεδρίες. Στο φώς αύτής τής πεποίθησης, οι κίνδυνοι τής ύπερδραστηριότητας έμοιαζανμηδαμινοί.

Επίσης ( όπως μπόρεσα νά έκτιμήσω μόνο αργότερα, βλέποντας μέ μιά πιο άντικειμενικήματιά τόν εαυτό μου), ό Σώλ είχε τήν ατυχία νά μέ συμβουλευτεί σέ μιά φάση τής καριέραςμου, οπού ήμουν άνυπόμονος καί πιεστικός, κι επέμενα οι ασθενείς να έρθουν γρήγορα καίπλήρως άντιμέτωποι με τά συναισθήματά τους για τά πάντα, άκόμα καί γιά το θάνατο (έστωκι αν αυτό τους σκότωνε ). Ό Σώλ μού τηλεφώνησε περίπου τήν ίδια εποχή πουπροσπαθούσα να δυναμιτίσω την ερωτική έμμονή τής Θέλμα (βλ. «Ό δήμιος τού έρωτα » ).Έκείνη πάνω-κάτω ήταν κι ή περίοδος πού εξανάγκαζα τόν Μάρβιν ν’αναγνωρίσει ότι ήαπορρόφησή του με το θέμα του σεξ ήταν στήν πραγματικότητα μιά παρέκκλιση του άγχουςθανατου του (βλ. « Αναζητώντας τόν ονειρευτή » ), και που επεμενα απερίσκεπτα νακαταλαβει ο Ντέηβ ότι το δέσιμο του με τα παλια του ερωτικά γράμματα ήταν μιά μάταιηπροσπάθεια ν’ άρνηθεΓτή σωματική παρακμή καί τά γηρατειά ( «’Όχι με το μαλακό » ).

Κι έτσι, καλώς ή κακώς, άποφάσισα νά επικεντρωθώ πολύ συγκεκριμένα πάνω στά τρίαγράμματα, καί νά καταφέρω ν’ ανοιχτούν σε μιά ή το πολύ σε δυο συνεδρίες. Εκείνα τάχρόνια έκανα συχνά ομάδες ψυχοθεραπείας με νοσηλευόμενους άσθενεΐς, πού ή παραμονήτους στο νοσοκομείο ήταν γενικά σύντομη. Μιά πού τούς έβλεπα μόνο γιά λίγες συνεδρίες,είχα γίνει ειδήμων στο νά βοηθάω τούς άσθενεΐς νά καθορίσουν ένα κατάλληλο ρεαλιστικόπρόγραμμα γιά τούς βεραπευτικούς στόχους τους καί νά συγκεντρώνονται στο νά τοπραγματοποιήσουν άποτελεσματικά. Απ’αυτές τις τεχνικές άντλησα καί στή συνεδρία μουμε τόν Σώλ.

« Σώλ, πώς νομίζεις ότι μπορώ νά σε βοηθήσω σήμερα; Τί θα ήθελες περισσότερο άπόμένα; »

«Ξέρω πως σε λίγες μέρες θά ’μαι μιά χαρά. Απλώς δέν μπορώ να σκεφτώ καθαρα.’Έπρεπε νά ’χα γράψει άμέσως στόν κύριο Κ. Εχω αρχίσει να του γράφω ένα γράμμα πούπεριγράφει βήμα βήμα και λεπτομερώς τά όσα συνέβησαν ».

Σκοπεύεις να το στείλεις πριν άνοίξεις τά τρία γράμματα που ελαβες ;» Δεν μ άρεσεκαθολου ή ιδέα νά καταστρέψει τήν καριέρα του παίρνοντας μια ανόητη πρωτοβουλία.Φανταζόμουνα τη σαστισμάρα τού κυρίου Κ., όταν θά διάβαζε το μακροσκελές γράμμα τουΣωλ, στο όποιο θά υπερασπιζόταν τόν εαυτό του^γιά πράγματα γιά τά όποια εκείνος δέντόν είχε ποτέ κατηγορήσει.

« ^Οταν σκέφτομαι τι να κάνω, ακούω στ’αυτιά μου εσένα να μου κάνεις κάποιες πολύλογικές ερωτήσεις. Τί μπορεί άλλω-

Page 142: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

στε νά μου κάνει ό άνθρωπος ; Μήπως ένα άτομο σάν τον κύριο Κ. θά έγραφε ποτέ γράμμαστο περιοδικό γιά νά μέ μειώσει; Δέν θά ’φτάνε ποτέ σέ τέτοιο σημείο. ’Έτσι θά ντροπιαζότανκι ό ίδιος έκτόξάπο μένα. Ναι, άκούω τις ερωτήσεις πού θά μου ’κάνες. "Ας μήν ξεχνάμε όμωςότι δέν σκέφτομαι άπολύτως λογικά ».

Σ ’ αύτά τά λόγια του υπήρχε μιά συγκεκαλυμμένη άλλά φανερή κριτική. Ό Σώλ συνήθιζεπάντα νά μέ κολακεύει, καί μεγάλο μέρος τής προηγούμενης θεραπείας μας είχεέπικεντρωθεΐ στή σημασία καί στήν έπανόρθωση αύτου του χαρακτηριστικού. Τώρα λοιπόνμ’ευχαρίστησε τό γεγονός πώς μπορούσε πιά νά πάρει μιά πιο ισχυρή θέση άπέναντί μου.Συγχρόνως όμως στενοχωρήθηκα πού χρειάστηκε νά μου υπενθυμίσει πώς οι άνθρωποιπού υποφέρουν δέν σκέφτονται άπαραιτήτως λογικά.

«’Εντάξει, πές μου τότε το παράλογο σενάριό σου ».

Γαμώτο, σκέφτηκα, δέν μού βγήκε σωστά! Στά λόγια μου άκουγόταν μιά συγκαταβατικότηταπού δέν τήν ένιωθα καθόλου. Πριν προλάβω όμως νά τροποποιήσω τήν άπάντησή μου, όΣώλ, πειθήνιος, είχε ξεκινήσει ήδη ν’άπαντήσει. Συνήθως στή θεραπεία θά ξαναγύριζαόπωσδήποτε σ’ αύτή τή σύντομη στιχομυθία γιά νά τήν άναλύσω, άλλά έκείνη δέν ήταν ήκατάλληλη μέρα γιά τέτοιες λεπτότητες.

« Ίσως νά παρατήσω τήν επιστήμη. Πριν άπό μερικά χρόνια είχα έντονους πονοκεφάλους, κιό νευρολόγος μ’έστειλε γιά άκτινογραφία, λέγοντας ότι σίγουρα ήταν ήμικρανία άλλά ότιυπήρχε μιά ελάχιστη πιθανότητα νά είναι όγκος στόν έγκέφαλο. Ή άντίδρασή μου τότε ήτανπώς ή θεία μου ε£χε δίκιο: κάτι θεμελιώδες είναι στραβό σέ μένα. "Οταν ήμουνα γύρω στάοχτώ, ένιωθα πώς ή θεία μου έχασε τήν εμπιστοσύνη της σε μένα κι ότι δέν θά τήν ένοιαζεαν μου συνέβαινε κάτι κακό ».

Ηξερα άπό τή δουλειά πού είχαμε κάνει πριν άπό τρία χρόνια ότι ή θεία του, έκείνη πού τόνμεγάλωσε μετά τό θάνατο τών γονιών του, ήταν μιά πικρόχολη, εκδικητική γυναίκα.

« ’Αν ήταν αλήθεια ότι είχε τόσο κακή ιδέα για σένα », ρώτησα, « θα σε πίεζε τόσο πολύ ναπαντρευτείς την ^κορη της , »

«Αυτό συνέβη μόνο όταν ή κόρη της έγινε τριάντα χρονών. Τίποτα δέν τήν πείραζεπερισσότερο -ακόμα καί το να μέ κάνει γαμπρό της— απ’ το να μείνει η κόρη της στο ράφι».

Ξύπνα! Τί κάνεις; Ό Σώλ έκανε αύτό πού του ζήτησα καί μου ανέφερε το παράλογο σενάριότου, και να με τώρα εγώ ο αφελής, να χάνομαι μέσα σ’ αύτό. Μείνε συγκεντρωμένος !

« Σώλ, σέ τί χρόνο ζεις ; Φαντάσου τόν εαυτό σου στο μέλλον. Σ’ένα μήνα άπό τώρα θα τά’χεις ανοίξει τα τρία γράμματα ;»

«Ναί, οπωσδήποτε, σ’ένα μήνα θα τά ’χω ανοίξει».

Ώραΐα, σκέφτηκα, αύτό είναι σημαντικό! Περίμενα λιγότερα. Προσπάθησα να πετύχωπερισσότερα.

«©’ανοίξεις τα γράμματα πριν ταχυδρομήσεις τήν έπιστολή σου στόν κύριο Κ.; "Οπως είπες,μιλάω λογικά, ό ένας απ’ τούς δύό μας όμως πρέπει να παραμείνει λογικός ». Ό Σώλ δένεσκασε ούτε χαμόγελο. Είχε χάσει έντελώς το χιούμορ του. Επρεπε να σταματήσω ναχαριτολογώ, δέν μπορούσα πια να τον αγγίξω μ’ αυτό τόν τρόπο. « Μοιάζει λογικό να ταδιαβάσεις πρώτα ».

«Δεν είμαι βέβαιος. Αλήθεια δέν ξέρω. Το μόνο πού ξέρω είναι ότι, σ ολο το διάστημά τών έξιμηνών πού ήμουνα στο ’Ινστιτούτο τής Στοκχόλμης, μόνο τρεις μέρες δέν δούλεψα. Δούλευακαι τα Σαββατοκύριακα. Άρνηθηκα πολλές κοινωνικές προσκλήσεις, μερικες μαλιστα κι απότον κύριο Κ., γιατί δέν ήθελα να φύγω απ’ τή βιβλιοθήκη ».

Page 143: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Ψάχνει ν αλλαξει θέμα, σκέφτηκα. Όλο μού πετάει παραπλανητικές πληροφορίες. Μείνε στοθέμα !

«Tι πιστεύεις, θ’ανοίξεις τα γράμματα πριν έπιστρέψεις τα πενήντα χιλιάδες δολάρια ; »

« Δεν είμαι σίγουρος ».

Σκέφτηκα πώς υπήρχε μεγάλη πιθανότητα νά ’χει ήδη στεί-λέι αυτά τά χρήματα, κι αν είναιέτσι, θα πιαστεί τώρα μέσα σ’έναν ιστό άπό ψέματα, πού θά βάλει πραγματικά σε κίνδυνοτή δουλειά μας. Πρέπει νά μάθω τήν άλήθεια.

« Σωλ, πρβπει να ξεκινήσουμε από την ιοια όαση εμπιστοσύνης πού είχαμε καί παλιά. Πέςμου, σε παρακαλώ, τά έχεις ήδη στείλει αύτά τά χρήματα ; »

«'Όχι άκόμα. Αλλά γιά νά είμαι ειλικρινής, το βρίσκω πολύ λογικό καί μάλλον θά τό κάνω.Πρέπει πρώτα νά πουλήσω κάποιες μετοχές, γιά νά μαζέψω το ποσό».

«Λοιπόν, άκου τί πιστεύω. Φαίνεται ξεκάθαρα πώς ό λόγος πού ήρθες νά με δεις είναι γιά νάσε βοηθήσω ν* ανοίξεις αύτά τά γράμματα ». Εδώ ήμουνα λίγο χειριστικός — δέν είχε πειάκριβώς αύτό. « Κι οι δύό μας ξέρουμε πώς στο τέλος, οπωσδήποτε μέσα στόν επόμενομήνα » —κι άλλος χειρισμός : ήθελα νά μετατρέψω τόν χονδρικό υπολογισμό του Σώλ σε μιάσταθερή δέσμευση— « θά τ’ανοίξεις. Κι οι δύό μας ξέρουμε επίσης —καί άπευθύνομαι τώραστο λογικό κομμάτι σου— ότι δέν είναι φρόνιμο νά κάνεις μεγάλα μή αναστρέψιμα βήματαπριν τ’ανοίξεις. Τά πραγματικά ερωτήματα μοιάζουν νά είναι πότε —πότε θά τ’ ανοίξεις ;—καί πώς — ποιος είναι ό καλύτερος τρόπος νά σε βοηθήσω εγώ;»

« Θά ’πρεπε νά το κάνω, έτσι απλά. Αλλα δεν είμαι βέβαιος. Δέν ξέρω καθόλου ».

« Μήπως αύτό πού θέλεις είναι νά τα φέρεις εδώ καί να τ’άνοίξεις στο γραφείο μου ; » Τώραάραγε δρούσα γιά λογαριασμό τού Σώλ ή μέ είχε πιάσει ή διάθεσή μου γιά ήδονοβλεψία(όπως, ας πούμε, αν έβλεπα στήν τηλεόραση ν’ανοίγουν τήν κρύπτη τού Αλ Καπόνε ή τοχρηματοκιβώτιο τού Τιτανικού );

« Θά μπορούσα νά τά φέρω καί νά τ’ ανοίξω εδώ μαζί σου, κι έτσι νά με φροντίσεις ανκαταρρεύσω. Αλλά δεν θέλω. θέλω να τό κάνω σάν ενήλικος ».

Μπράβο! Δύσκολο να φέρεις αντίρρηση σ’αύτό. Ή σιγουριά του Σώλ σήμερα ήτανεντυπωσιακή. Δέν περίμενα τέτοια επιμονή. Τό μόνο πού θά ’θελα ήταν να μήν τήχρησιμοποιεί γιά να υπεραμυνθεί τής τρέλας πού τον είχε πιάσει μ’αυτα τα γράμματα. Ό Σώλήταν όντως ανυποχώρητος, άλλα εγώ επεμεινα, μολονότι άρχιζα ν’άμφιβάλλω γιά τήνεπιλογή μου νά υιοθετήσω μιά άμεση προσέγγιση.

« Ή μήπως αύτό πού θέλεις είναι να έρθω εγώ στο σπίτι σου καί νά σε βοηθησω να τανοίξουμε εκεί » Υποπτεύτηκα πώς θά είχα λόγους να μετανιώσω γι αυτή την ωμή πίεση,άλλά δέν μπορούσα νά σταματήσω. « Ή με κάποιον άλλο τρόπο ; Αν ήταν στο χέρι σου νάπρογραμματίσεις το πώς θά χρησιμοποιήσουμε το χρονο μας, ποιος θα ήταν ο καλύτεροςτροπος γιά νά σε βοηθήσω ; »

Ό Σώλ παρέμεινε άμετακίνητος. «Δέν έχω ιδέα».

Επειδή είχαμε ήδη ξεπεράσει κατά ένα τέταρτο το χρόνο μας, καί με περίμενε άλλοςάσθενής, έπίσης σέ κρίση, τελείωσα άπρόθυμα τή συνεδρία. Μού έμεινε τόση άνησυχία γιάτόν Σώλ (καί γιά τήν επιλογή στρατηγικής μου), πού ήθελα να τόν ξαναδώ τήν επομένη. Αλλάτο πρόγραμμά μου ήταν πολύ φορτωμένο καί κανονίσαμε μιά συνάντηση σε δυο μέρες.

Μού ήταν δύσκολο νά βγάλω άπ’τή σκέψη μου τόν Σώλ, οσο κρατούσε το ραντεβού με τόνεπόμενο άσθενή μου. Είχα εντυπωσιαστεί άπ’τό μέγεθος τής άντίστασης πού είχεκαταφέρει νά προβάλει. Καμιά σχέση με τόν Σώλ πού ήξερα παλιά και που ήταν τόσο

Page 144: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

παθολογικά συμβιβαστικός, ώστε πολύς κόσμος τον είχε εκμεταλλευτεί. Οι δύο πρώηνσύζυγοί του είχαν αποκομίσει μετά το διαζύγιό τους άπίστευτα γενναιόδωρουςδιακανονισμούς, χωρίς νά συναντήσουν καμιά άντίσταση. (Ό Σώλ ενιωθε τοσοαπροστάτευτος μπροστά στις άπαιτήσεις τών άλλων, που τα τελευταία είκοσι χρονιά είχεεπιλέξει να παραμείνει μονός.) Οι φοιτητές τού άποσπούσαν συνέχεια ύπερβολικές χάρες.Συνήθως χρέωνε πολύ λίγα όταν πρόσφερε συμβουλευτικές υπηρεσίες (και γενικάάμειβόταν άνεπαρκώς).

Κατά μιά έννοια είχα κι εγώ εκμεταλλευτεί αύτό το χαρακτηριστικό του (άλλά γιά το δικό τουκαλό, όπως έλεγα στόν έαυτό μου ): γιά νά ευχαριστήσει εμένα, είχε αρχίσει νά χρεώνει μιάδίκαιη τιμή γιά τις υπηρεσίες του καί ν’ αρνείται πολλά πράγματα πού τού ζητούσαν καί δένήθελε νά τά κάνει. Ή αλλαγή τής συμπεριφοράς του ( παρόλο πού είχε το σπέρμα της σέ μιάνευρωτική επιθυμία νά κερδίσει καί νά διατηρήσει τήν άγάπη μου ) είχε θέσει σέ κίνηση μιάδιαδικασία προσαρμογής κι έφερε πολλές άλλες σωτήριες αλλαγές. Δοκίμασα τήν ίδιαπροσέγγιση μέ τά γράμματα, περιμένοντας πώς ό Σώλ θα τ’άνοιγε αμέσως μόλις τού τοζητούσα. Αλλα προφανώς είχα κάνει λάθος εκτίμηση. Ό Σώλ είχε βρει άπό κάπου τή δύναμηνα μ’αντιμετωπίσει. Και θά χαιρόμουνα αύτή τήν καινούργια του ικανότητα, αν δέν ήταν τόσοάύτοκαταστροφικός ό στόχος πού ύπηρετούσε.

Ό Σώλ δέν ήρθε στο επόμενο,ραντεβού του. Περίπου μισή ώρα νωρίτερα τηλεφώνησε στήγραμματέα μου, για νά πει ότι τόν είχε καθηλώσει ένας πόνος στή μέση του καί δένμπορούσε νά σηκωθεί άπ’τό κρεβάτι. Τού τηλεφώνησα άμέσως άλλά βρήκα μόνο τόντηλεφωνητή του. Τού άφησα μήνυμα νά μέ πάρει, άλλα πέρασαν πολλές ώρες χωρίς νά έχωνέα του. Ξανατηλεφώνησα κι άφησα ένα δεύτερο μήνυμα, στο όποιο οι ασθενείς σπάνιαμπορούν ν’ αντισταθούν: νά μού τηλεφωνήσει γιατί είχα κάτι πολύ σημαντικό νά τού πώ.

'Όταν μέ πήρε άργότερα τό ίδιο βράδυ, ή σκοτεινή καί άπόμάκρη χροιά τής φωνής του μέανησύχησε. Ήμουν σίγουρος πώς δέν τόν πονούσε ή μέση του ( συχνά απέφευγεδυσάρεστες συζητήσεις παριστάνοντας τόν άρρωστο ), κι εκείνος το ήξερε. Αλλά ο κοφτόςτόνος τής φωνής του μού έδωσε νά καταλάβω ότι δέν είχα πιά δικαίωμα νά το σχολιάσω. Τίνά κάνω; Ανησυχούσα. Φοβόμουνα μήν πάρει βεβιασμένες αποφάσεις. Φοβόμουνα μήναύτοκτονήσει. ’Όχι, δέν θά τού έπέτρεπα να τερματίσει τή ζωή του. Θά τόν παγίδευα νά μέδει. Δέν μ’άρεσε καθόλου αύτός ό ρολος — άλλά δέν έβλεπα άλλον τρόπο.

« Σώλ, πιστεύίο πώς δέν εκτίμησα σωστά τήν οδύνη πού αισθάνεσαι, καί σε πίεσαυπερβολικά ν* ανοίξεις τα γράμματα.

Έχω μιά καλύτερη ιδέα τώρα πώς νά δουλέψουμε. "Ενα πάντως είναι σίγουρο, δέν .είναι ήστιγμή να χάνουμε συνεδρίες. Προτείνω, ώσπου να γίνεις καλά^καί^νά μπορείς ναμετακινείσαι, νά έρχομαι να σε βλέπω στο σπίτι».

"Οπως ήταν φυσικό, ό Σωλ είχε ενδοιασμούς και πρόβαλε πολλές άντιρρήσεις —προβλέψιμες αντιρρήσεις : ότι δεν ειναι ο μοναδικός μου άσθενής, ότι είχα παρα πολλέςδουλείες, ότι εκείνος ήδη ενιωθε καλύτερα, ότι δεν υπήρχε τίποτα επείγον, ότι σύντομα θάμπορούσε νά έρχεται στο γραφείο μου. Αλλά εγώ επέμεινα οσο κι έκεΐνος καί δέν τόν άφησανά μέ μεταπείσει. Τελικά συμφώνησε νά πάω να τον δώ νωρίς το επόμενό πρωί.

Στο δρόμο προς το σπίτι του, τήν άλλη μέρα, ένιωθα μιά εύφορία. ’Έπαιζα ξανά ένα ρόλοπού τόν είχα σχεδόν ξεχάσει. Είχε περάσει πολύς καιρός άπό τότε πού είχα κάνει τήντελευταία μου έπίσκεψη κατ’οίκον. Θυμήθηκα τις φοιτητικές μου μέρες, τή θητεία μου ώςάγροτ'κού γιατρού στή Νότια Βοστόνη, τά πρόσωπα κάποιων άσθενών πού είχαν χαθεί άπόχρόνια, τις μυρωδιές τών ιρλανδέζικων έργατικών κατοικιών — το λάχανο, τήν ξινίλα, τήχτεσινή μπίρα, τούς ούροσυλλέκτες, το γερασμένο δέρμα. Θυμήθηκα έναν παλιό τακτικόάσθενή μου, έναν διαβητικό πού τού είχαν κόψει καί τά δυο πόδια. Συνήθιζε νά μού κάνειερωτήσεις γιά κάποιο νέο δεδομένο πού είχε συλλέξει απ’την πρωινή του έφημερίδα: «Ποιολαχανικό έχει τή μεγαλύτερη περιεκτικότητα σέ ζάχαρη ; Τά κρεμμύδια ! Δέν τό ’ξερες ; Μα τιστο κάλο σάς μαθαίνουν στήν ιατρική; »

Page 145: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Αναρωτήθηκα αν τά κρεμμύδια έχουν πράγματι πολλή ζάχαρη, όταν έφτασα στο σπίτι τουΣωλ. Ή μπροστινή πόρτα ήταν μισάνοιχτη, όπως μού είχε πει ότι θά τή βρώ. Δέν τόν ρώτησαποιος θα την άνοιγε, αφού εκείνος ήταν κατάκοιτος. Καλύτερα νά μού λεει όσο λιγότεραψέματα γινόταν, γι’αύτό τόν είχα ρωτήσει έλάχιστα πράγματα γιά τή μέση του καί γιά τοποιος τον ^φρόντιζε. ^Ξέροντας πώς είχε μιά κόρη παντρεμένη πού ζούσε έκεΐ κοντά, είχαάφήσει νά εννοηθεί ότι ύπέθετα πώς έκείνη κάλυπτε τις άνάγκες του.

Το υπνοδωμάτιό του ήταν σπαρτιάτικο — γυμνοί άβαφοι τοίχοι και ξύλινα πατώματα, χωρίςδιακοσμητικές πινελιές, χωρίς οικογενειακές φο>τογραφίες, χωρίς ίχνος αισθητικής (ούτεγυναικείας παρουσίας). Ο Σώλ ήταν ακίνητος, ξαπλωμένος ανάσκελα. Εξέφρασε ελάχιστηπεριέργεια γιά. το νέο θεραπευτικό πλάνο πού είχα άναφέρει στο τηλέφωνο. Γιά τήν ακρίβειαφαινόταν τόσο άπόμακρος, ώστε άποφάσισα πώς το πρώτο πού είχα νά κάνω ήτανν’ασχοληθώ μέ τή σχέση μας.

«Τήν περασμένη Τρίτη, Σώλ, ή στάση μου άπέναντι στά γράμματα πού έλαβες έμοιαζε μέτή στάση ενός χειρουργού μπροστά σ’ένα μεγάλο, έπικίνδυνο άπόστημα». Παλιότερα ό Σώλκαταλάβαινε καλά τις χειρουργικές άναλογίες, καθώς ήταν εξοικειωμένος μ’ αύτά άπό τήν,έποχή πού είχε φοιτήσει στήν ιατρική σχολή (στήν οποία είχε μπει πριν άποφασίσει ότι θάκάνει καριέρα έρευνητή ). Επιπλέον ό γιος του ήταν χειρουργός.

«’Ήμουνα βέβαιος ότι το άπόστημα έπρεπε ν’άνοιχτεϊ καί ν’άπόξηρανθεΐ καί ότι το μόνο πούχρειαζόταν ήταν νά σέ πείσω νά μού επιτρέψεις νά το κάνω. ’Ίσως νά βιάστηκα, ίσως νά μήνείχε ώριμάσει αρκετά. Τώρα μπορούμε ίσως να δοκιμάσουμε το ψυχιατρικό αντίστοιχο τήςθερμότητας καί τών αντιβιοτικών. Προς το παρόν ας άφήσουμε το άνοιγμα τών γραμμάτωνέξω άπ’τή συζήτησή μας. Είναι σαφές πώς θά τ’ανοίξεις όταν %ά 'σαι έτοιμος ». ’Έκανα μιάπαύση κι άντιστάθηκα στόν πειρασμό ν’αναφέρω τό χρονικό δριο τού ενός μηνός, σάν νάείχε δεσμευτεί έπίσημα ο Σώλ γιά κάτι τέτοιο. Λεν ήταν ή στιγμή για χειρισμούς — θάδιέβλεπε κάθε πανουργία μου.

’Αντί νά μού απαντήσει, ό Σώλ εξακολουθούσε νά μένει ακίνητος; κοιτάζοντας άλλού.

« Σύμφωνοι; » τον παρακίνησα.

Κούνησε το κεφάλι απρόθυμα.

Συνέχισα. «Τις τελευταίες μέρες σε σκεφτόμουνα». Τώρα αντλούσα άπ’ τά βάθη τούρεπερτορίου μου μηχανισμούς γιά νά τού τραβήξω τήν προσοχή ! Ένα τέτοιο σχόλιο πούδηλώνει ότι ο θεραπευτής σκεφτόταν τον άσθενή πέρα άπο τήν καθορισμένη τους ώρα,άναζωπυρώνει πάντα, άπ’ ό,τι λέει ή έμπειρία μου, το ενδιαφέρον του θεραπευόμενου.

Ούτε μιά σπίθα ένδιαφέροντος όμως δέν φάνηκε στο βλέμμα τού Σώλ. Τώρα είχαάνησυχήσει στ'άλήθεια, άποφάσισα όμως καί πάλι νά μή σχολιάσω τήν άπομάκρυνσή του.Αντίθετα, έψαξα νά βρώ τρόπο νά έρθω σέ επαφή μαζί του.

« Είμαστε κι οι δυο σύμφωνοι ότι ή άντίδρασή σου άπέναντι στόν κύριο Κ. ήταν υπερβολική.Μού θυμίζει το έντονο συναίσθημα πού έχεις εκφράσει έπανειλημμένα, ότι δέν άνήκες ποτέπουθενά. Θυμάμαι τή θεία σου, ή όποία δέν έχανε εύκαιρία νά σού θυμίζει πόσο τυχερόςήσουνα πού δέχτηκε νά σέ άναλάβει, άντί νά σ’ άφήσει νά πας σέ ορφανοτροφείο ».

« Σού έχω πει ότι δέν μέ υιοθέτησε ποτέ;» Ό Σώλ ξαναβρέθηκε ξαφνικά μαζί μου. ’Όχι, όχιάκριβώς — τώρα μιλούσαμε μαζί άλλά παράλληλα, όχι πρόσωπο μέ πρόσωπο.

« "Οταν άρρώσταιναν οι δύό της κόρες, έρχόταν στο σπίτι ό οικογενειακός γιατρός. "Οταναρρώσταινα έγώ, μέ πήγαινε στο δημοτικό νοσοκομείο καί φώναζε: “ Αύτό τό ορφανόχρειάζεται ιατρική φροντίδα ! ” »

Page 146: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Αναρωτήθηκα αν τώρα συνειδητοποιούσε πώς είχε τελικά, στα εξηντατρια του χρονιά, ένανγιατρό πού έρχόταν νά τόν δει στο σπίτι.

« Κι έτσι ποτέ δεν ανήκες πραγματικά πουθενά, πουθενά δέν ένιωθες πραγματικα “στο σπίτισου”. Θυμάμαι τί μού είπες γιά το κρεβάτι σου στο σπίτι τής θείας σου το ράντζο πούξεδίπλωνες κάθε βράδυ μέσα στο σαλόνι».

Τελευταίος, κοιμομουνα, πρώτος ξύπναγα. Δέν μπορούσα ν ανοίξω το κρεβάτι μου,ώσπου να φύγουν όλοι άπ’τό σαλόνι τη νύχτα, και το πρωί επρεπε να σηκώνομαι νά τοδιπλώνω καί να το κρύβω πριν σηκωθεί κι έμφανιστεΐ κανείς ».

Μου χτύπησε άκόμα περισσότερο ή όψη τού δωματίου του, γυμνή σάν μεξικάνικο ξενοδοχείοβήτα κατηγορίας, καί μού ήρθε στο νου μιά περιγραφή πού είχα διαβάσει για το γυμνό,κατάλευκο κελί τού Βιτγκενστάιν στο Καίμπριτζ. Ήταν σάν νά μήν είχε ακόμα δικό τουδ(ομάτιο ό Σώλ, σάν νά μήν είχε οικειοποιηθεί κανέναν χώρο, πού ν’ανήκει σ’αύτόν καί σεκανέναν άλλον.

« Αναρωτιέμαι μήπως ό κύριος Κ. και -το Ινστιτούτο τής Στοκχόλμης άντιπροσωπεύουν ένααληθινό λιμάνι. Ανακάλυψες τελικά πού ανήκεις, βρήκες το σπίτι και ίσως τόν πατέρα πούαναζητούσες πάντα ».

«’Ίσως νά ’χεις δίκιο, γιατρέ ». Δέν είχε σημασία αν είχα δίκιο ή όχι. Ούτε είχε σημασία πώς όΣώλ μού μιλούσε αδιάφορα. Σημασία είχε ότι -μιλούσαμε. Ησύχασα λίγο, πλέαμε σε γνώριμανερά.

Συνέχισε : « Πριν άπό λίγο καιρό είδα στο βιβλιοπωλείο ένα βιβλίο γιά το “σύμπλεγμα τούάπατεώνα”. Μού ταιριάζει πολύ. Πάντα έδειχνα άλλο απ’ό,τι είμαι, πάντα ένιωθα πώς ήμουναμιά απάτη, πάντα φοβόμουνα μήν άποκαλυφθώ ».

Αυτά ήταν θέματα ρουτίνας, τό ύλικό αύτό το είχαμε συζητήσει πολλές φορές, καί δένασχολήθηκα τώρα μέ τό ν’αμφισβητήσω τις αύτοκατηγορίες του. Δέν είχε νόημα. Το είχακάνει πολλές φορές στο παρελθόν καί είχε έτοιμη μιά απάντηση γιά όλα. («Σώλ, έχεις μιάπολύ επιτυχημένη πανεπιστημιακή καριέρα». «Σ’ένα δευτεροκλασάτο πανεπιστήμιο καίσ’ένα τριτοκλασάτο τμήμα ». «’Έχεις διακόσιες έξηντατρείς δημοσιεύσεις ». « Σαρανταδύοχρόνια γράφω, αύτό σημαίνει μόνο έ*ξι το χρόνο. Εξάλλου οι περισσότερες είναι μικρότερεςαπό τρεις σελίδες. Συχνά έχω ξαναγράψει το ιοιο άρθρο μέ πέντε διαφορετικούς τρόπους.Επίσης αύτό το νούμερο συμπεριλαμβάνει τις περιλήψεις, τις κριτικές καί μερικά κεφάλαιαβιβλίων — σχεδόν καθόλου πρωτότυπη έργασία »'. )

Γι’ αύτό είπα (καί το έκανα με ύφος αύθεντίας, αφού μιλούσα εκτός απ ’ τον Σώλ καί για μένατόν ίδιο ): « Αύτό εννοούσες λοιπόν, όταν ελεγες πώς αύτά τα γράμματα σε κυνηγάνεολόκληρη τή ζωή σου! "Οσα καί νά καταφέρεις, άκόμα και νά ’χεις κάνει όσα θά ’καναν τρειςάνθρωποι μαζί, παντα φοβάσαι μην επέλθει ή κρίση κι ή αποκάλυψη. Πώς να σ ^ απαλλαςωαπ’αύτή τή δηλητηριώδη σκέψη ; Πώς να σε βοηθήσω να δεις ότι μιλάς γιά μια ενοχη^ χωρίςέγκλημα , »

« Το έγκλημά μου είναι ότι παρουσιάζομαι σάν κάτι που δεν είμαι. Δέν έχω κάνει τίποταουσιώδες στόν τομέα μου. Κι εγώ το ξέρω, κι ό κύριος Κ. το ξέρει, κι αν είχες ιδέα άπό νευροβιαλογία, θά τό ’ξερες κι εσύ. Κανένας δέν είναι σε θέση νά κρίνει τή δουλειά μου καλύτεραάπό μένα τόν ίδιο ».

Αμέσως σκέφτηκα, όχι « άπό μένα τόν ίδιο ». Τό σωστό είναι, «άπ’ό,τι εγώ ό ίδιος». Τομοναδικό σου έγκλημα είναι πως χρησιμοποίησες λάθος πτώση τής προσωπικήςάντωνυμίας.

’Έπειτα παρατήρησα πόσο επικριτικός γινόμουνα, όποτε ό Σώλ άρχιζε νά γίνεται εριστικός.Ευτυχώς όλ’αύτά τά κρατούσα γιά τόν εαυτό μου — γιά τ jv οποίο θά έπρεπε νά είχα

Page 147: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

κρατήσει καί το επόμενο σχόλιο.

«Σώλ, αν είσαι τόσο κακός οσο λες, αν, όπως έπιμιένεις, δέν έχεις κανένα προτέρημα καίκαμιά ιδιαίτερη πνευματική ικανότητα, τότε γιατί πιστεύεις ότι ή δική σου κρίση, καί μάλιστα ήκρίση σου γιά τόν εαυτό σου, είναι άσφαλτη καί δέν επιδέχεται άντιρρήσεις ; »

Καμιά άπάντηση. Παλιότερα στά μάτια τού Σώλ θά διακρινόταν ένα χαμόγελο, καί θά γύριζενά μέ κοιτάξει, άλλά σήμερα δεν είχε προφανώς καμιά όρεξη γιά παιχνίδια με λόγια.

Τελείωσα τη συνέδρια ορίζοντας ένα συμβόλαιο. Συμφωνούσα να τον βοηθησω με κάθετροπο, να τόν βλέπω ώσπου νά τού περάσει ή κρίση, να τον επισκέπτομαι στο σπίτι γιά όσοχρειαστεί. Γ ία ανταλλαγμα τού ζητησα να μην πάρει καμιά μή άναστρέψιμη απόφαση. Τουαπέσπασα μια ρητη υπόσχεση πώς δέν θά έκανε κακό στόν εαυτό του καί ούτε θά έγραφεστόν κύριο Κ. ( χωρίς προηγουμένως νά τό συζητήσει μαζί μου ), ούτε θά έπέστρεφε τάχρήματα τής υποτροφίας στο ’Ινστιτούτο τής Στοκχόλμης.

Το συμβόλαιο μή αυτοκτονίας ( μιά γραπτή ή προφορική συμφωνία, οπού ό άσθενήςυπόσχεται νά τηλεφωνεί στόν θεραπευτή όποτε νιώθει έπικίνδυνα αυτοκαταστροφικός, καίό θεραπευτής δεσμεύεται νά διακόψει τή θεραπεία, αν ό άσθενής παραβιάσει τή συμφωνία -με μιά απόπειρα αυτοκτονίας ) μου φαινόταν πάντα κωμικό — «"Αν αυτοκτονήσεις, δέν σεξαναθεραπεύω! » Κι όμως μπορεί νά είναι αξιοσημείωτα αποτελεσματικό, κι εγώ ένιωθαπολύ πιο ήσυχος πού είχαμε ορίσει ένα τέτοιο συμβόλαιο μέ τόν Σώλ. Οι επισκέψεις στοσπίτι του είχαν κι αυτές τή χρησιμότητά τους : παρόλο πού γιά μένα ήταν πολύ άβολες, τουδημιουργούσαν μιά υποχρέωση άπέναντί μου καί ενίσχυαν τή δύναμη τού συμβολαίου.

Ή επόμενη συνεδρία, δυο μέρες αργότερα, προχώρησε μέ τον ίδιο περίπου τρόπο. Ό Σώλεξακολουθούσε νά θέλει πολύ νά στείλει τή δωρεά τών πενήντα χιλιάδων δολαρίων, κι εγώσυνέχιζα ν’αντιτίθεμαι σταθερά στο σχέδιο αύτό κι εξερευνούσα το ιστορικό τής τάσης τουνά εξαγοράζει τήν άπεμπλοκή του απ’ τά προβλήματα.

Μού έκανε μιά ανατριχιαστική περιγραφή τής πρώτης του έπαφής μέ τά χρήματα. Από δέκαως δεκαεφτά χρονών πουλούσε έφημερίδες στο Μπρούκλυν. Ό θείος του, ένας τραχύς,άπότομος άνθρωπος πού ό Σώλ τόν ανέφερε πολύ σπάνια, του είχε βρει ένα σημείο πλάι σέμιά είσοδο τού μετρό καί τόν άφηνε εκεί κάθε μέρα στις πεντέμισι το πρωί, γιά νά τόνξαναπάρει έπειτα άπό τρεις ώρες καί νά τόν πάει στο σχολείο του — δέν τόν ενοιαζε πού οΣώλ ήταν πάντα δέκα με δεκαπέντε λεπτά καθυστερημένος καί κάθε του σχολική μέραξεκινούσε με επίπληξη.

Παρόλο πού γιά εφτά ολόκληρα χρόνια ο Σώλ παρέδιδε στη θεία του καί τήν τελευταίαδεκάρα πού κέρδιζε, ποτέ δεν ενιωθε ότι τής έδινε άρκετά λεφτά, κι άρχισε να θέτειανέφικτους στόχους γιά το πόσα έπρεπε να κερδίζει την ήμερα. Κάθε του αποτυχία νάέπιτύχει τούς στόχους αυτούς τιμωρούνταν άπό τόν ίδιο : στερούσε άπ’ τόν εαυτό του τόβραδινό φαγητό — όλο ή ένα μέρος του. Γι’αύτό έμαθε να μασάει αργά, νά στριφογυρίζει τόφαγητό στο στόμα του,-ή να του αλλάζει θέση μέσα στο πιάτο γιά να φανεί ότι έφαγε. ’Αναναγκαζόταν να καταπιεί, επειδή τον κοίταζε ή θεία ή ό θείος του ( όχι πώς πίστευε ότινοιάζονταν για τη διατροφή του), εμαθε να κάνει αθόρυβα εμετό στο μπάνιο μετά τά γεύματα.Κι ακριβώς όπως έκείνη τήν εποχή προσπαθούσε ν’αγοράσει τή θέση του μέσα στήνοικογένειά του, έτσι καί τώρα προσπαθούσε ν’ αγοράσει μιά σίγουρη θέση στο τραπέζι τούκυρίου Κ. καί τού Ινστιτούτου τής Στοκχόλμης.

« Τά παιδιά μου δέν χρειάζονται χρήματα. Ό γιος μου βγάζει δυο χιλιάδες δολάρια γιά κάθεμπαϊπάς, καί συχνά κάνει δύο τήν ήμέρα. Κι ό άντρας τής κόρης μου παίρνει έναν έξαψήφιομισθό. Καλύτερα νά τά δώσω τώρα στο ’Ινστιτούτο τής Στοκχόλμης παρά νά μού τά φάειάργότερα καμιά απ’ τις πρώην γυναίκες μου. ’Αποφάσισα πώς θά τούς κάνω μιά δωρεάπενήντα χιλιάδων. Γιατί όχι; Δέν θά μού λείψουν. Ή ασφάλειά μου και ή σύνταξή μου άπ’τόπανεπιστήμιο μέ πληρώνουν πολύ περισσότερα άπ’όσα μού χρειάζονται γιά νά ζήσω. Θάτο κάνω ανώνυμα. Μπορώ νά κρατήσω τήν απόδειξη τής πληρωμής κι αν συμβεί τό

Page 148: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

χειρότερο, θά έχω αποδείξεις ότι τούς έπέστρεψα τά χρήματα. Κι αν τίποτ’απ’όλ’αύτά δένείναι απαραίτητο, δέν πειράζει. Θα πάνε γιά καλό σκοπό — τόν καλύτερο πού ξέρω ».

« Δεν είναι η απόφαση, είναι το πώς καί πότε τήν παίρνεις πού έχει σημασία. Έχει διαφοράνά θέλεις νά κάνεις κάτι καί να πρεπει να το κάνεις (γιά ν’αποφύγεις έναν κίνδυνο).Πιστεύω πώς έσύ αύτή τή στιγμή λειτουργείς όχι μέ το θέλω άλλα με το πρεπει. Αν είναι καλήιδέα νά τούς δώσεις πενήντα χιλιάδες, τότε θά έξακολουθεί νά είναι καλή ιδέα καί σ’ένα μήνααπο τώρα. Πίστεψε με, Σωλ, καλύτερα νά μήν πάρεις μή αναστρέψιμες αποφάσεις, ενώβρίσκεσαι σέ κατάσταση έντονου στρές^καί δέν λειτουργείς (όπως έσύ ό ίδιος τοσημείωσες ) εντελώς λογικά. Το μόνο πού ζητάω είναι χρόνος, Σώλ. Καθυστέρησε προς τόπαρόν τή δωρεά σου, μέχρι νά περάσει ή κρίσγ]’ μέχρι ν’ανοιχτούν τά γράμματα».

Γιά άλλη μιά φορά συμφώνησε μ’ ένα κούνημα τού κεφαλιού. Καί γι’ άλλη μιά φορά άρχισα νάυποπτεύομαι πώς είχε ήδη στείλει τά χρήματα καί δέν ήθελε νά μού το πει. Δέν ήταν κάτιασυνήθιστο γιά, κείνον. Στο παρελθόν είχε τόσο μεγάλη δυσκολία νά αποκαλύψει πράγματαπού ίσως νά τόν .έφερναν σέ δύσκολη θέση, πού αποφάσισα νά εισαγάγω στο τελευταίοτέταρτο κάθε συνεδρίας μας μιά ειδική « ώρα τών μυστικών », όπου τού ζητούσα ρητά νάκάνει μιά υπέρβαση καί νά μοιραστεί μαζί μου τά μυστικά πού μού είχε κρύψει στή· διάρκειαολόκληρης τής ώρας.

Μ’αύτό τόν τρόπο προχωρήσαμε γιά άρκετές συνεδρίες. ’Έφτανα στο σπίτι του νωρίς τόπρωί, έμπαινα απ’ τήν πόρτα πού ήταν μυστηριωδώς μισάνοιχτη, καί κατηύθυνα τήθεραπεία καθισμένος πλάι στο κρεβάτι τού Σ}ώλ, όπου έκεΐνος κειτόταν ανάσκελα άπό μιάπάθηση πού κι οι δύό μας ξέραμε ότι ήταν πλασματική. ’Αλλά ή δουλειά μας φαινόταν νάπηγαίνει καλά. Παρόλο πού δέν είχαμε τόσο στενή σχέση όσο παλιότερα, έκανα αύτό πούυποτίθεται ότι κάνουν παραδοσιακά οι θεραπευτές : τού φώτιζα κάποια μοτίβασυμπεριφοράς καί τις σημασίες τους. Τόν βοηθούσα νά καταλάβει γιατί τά γράμματα τούφαίνονταν τόσο μοιραία, γιατί δέν αντιπροσώπευαν άπλώς μιά τωρινή έπαγγελμ..,τική ατυχίαάλλά συμβόλιζαν τή_λαχτάρα μιας ολόκληρης ζωής για άποδοχή..καί έγκριση. Ή λαχτάρα τουαύτή ήταν τόσο απεγνωσμένη, ή ανάγκη του τόσο πιεστική, πού γινόταναυτοκαταστροφικός. Σ’αύτή τήν περίπτωση, γιά παράδειγμα, αν δέν ένιωθε μιά τόσοάπελπιστική άνάγκη νά τόν αποδεχτεί ο κύριος Κ., θά είχε άποφύγει το πρόβλημα κάνονταςό,τι κάνει κάθε συνεργάτης — κρατώντας άπλώς ένήμερο τόν άνθρωπο με τον οποίοσυνεργάζεται γιά όλες τις έξελίξεις στο κοινό τους έργο.

’Ανιχνεύσαμε τήν πρωιμότερη ανάπτυξη αυτών τών μοτίβων. Μερικές σκηνές (τό παιδί πούπάντα «τελευταίο κοιμόταν, πρώτο σηκωνόταν », ό έφηβος πού δέν κατάπινε το φαί του ανδέν είχε πουλήσει άρκετές εφημερίδες, ή θεία πού ούρλιαζε « Το ορφανό χρειάζεται ιατρικήφροντίδα » ) ήταν συμπυκνωμένες εικόνες -episthemes τά έχει ονομάσει ο Φουκωαντιπροσώπευαν σε κρυστάλλινη μορφή τα μοτίβα μιας ολόκληρης ζωής.

Αλλά ό Σώλ δέν μπορούσε ν ανταποκριθεί στη συμβατικά σωστή θεραπεία καί βούλιαζεκάθε ώρα και βαθύτερα στην απόγνωση. Ό συγκινησιακός του τόνος έπεσε, το πρόσωπότου έγινε πιο παγωμένο, έδινε ολο και λιγότερες πληροφορίες — κι έχασε κάθε αίσθησηχιούμορ καί αναλογίας. Ή αύτοϋποτίμησή του πήρε γιγάντιες διαστάσεις. Γιά παράδειγμα,κάποια φορά πού τού θύμισα πόσες ώρες διδασκαλίας χωρίς άμοιβή είχε κάνει στουςφοιτητές καί στους μεταπτυχιακούς τού ’Ινστιτούτου τής Στοκχόλμης, δήλωσε ότι, μέ όσαέκανε σ’έκείνους τους λαμπρούς νέους έπιστήμονες, είχε πάει τόν κλάδο πίσω είκοσι χρονιά! Τήν ώρα πού μιλούσε, έγώ κοίταζα τά νύχια μου καί γυρνώντας προς το μέρος τουχαμογέλασα, περιμένοντας νά δώ στο πρόσωπό του μιά ειρωνική, παιχνιδιάρικη έκφραση.Πάγωσα όμως όταν κατάλαβα πώς δέν υπήρχε κανένα παιχνίδι: ό Σώλ ήταν απολύτωςσοβαρός.

Όλο και πιο συχνά μιλούσε άτελείωτα γιά τις ερευνητικές ιδεες πού έκλεψε, γιά τις ζωές πούκατέστρεψε, γιά τούς γάμους πού διελυσε, γιά τούς φοιτητές πού έκοψε (ή πού πέρασε)αδικα. Τό εύρος καί οι διαστάσεις πού είχε πάρει ή κακή πλευρά τού εαυτού του όπως τον

Page 149: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

παρουσίαζε έδειχναν, φυσικά, μιά δυσοίωνη μεγαλομανία, ή οποία, μέ τή σειρά της, έκρυβεμιά βαθύτερη αίσθηση αναξιότητας καί άσημαντότητας. Στή διάρκεια αυτής τής συζήτησηςθυμήθηκα έναν άπ’τούς πρώτους άσθενεις που μού ανέθεσαν όταν έκανα ειδικότητα —έναν κοκκινομουρη ψυχωτικό αγρότη μέ μαλλιά ξανθά σάν άχυρο, πού έπέμενε πως ειχεξεκινήσει τον Τρίτο Παγκόσμιο πόλεμο. Αύτόν τον αγρότη -έχω ξεχάσει πιά τ’ όνομά τουείχανά τόν σκεφτώ πάνω από τριάντα χρόνια. Το γεγονός πώς ή συμπεριφορά τού Σωλ μού τόνξανάφερε στο νού ήταν άπό μόνο του κακό διαγνωστικό σημάδι.

Ό Σώλ υπέφερε άπό σοβαρή άνορεξία. Άρχισε νά χάνει γρήγορα βάρος, ό ύπνος του ήτανπολύ διαταραγμένος, και άσταμάτητες αύτοκαταστροφικές φαντασιώσεις διέτρεχαν τομυαλό του. Περνούσε, τώρα το κρίσιμο δριο πού χωρίζει τόν άνθρωπο πού έχει προβλήματα,πού υποφέρει, πού έχει άγχος, απ’τόν ψυχωτικό. Τά δυσοίωνα σημάδια πολλαπλασιάζοντανμέ γοργούς ρυθμούς στή σχέση μας : έχανα τις άνθρώπινές του ιδιότητες. Δέν μάς συνέδεεπιά φιλία ή συμμαχία. Σταματήσαμε νά χαμογελάμε μαζί ή ν’άγγίζουμε ό ένας τόν άλλον —είτε ψυχολογικά είτε σωματικά.

Άρχισα νά τόν άντικειμενοποιώ: ό Σώλ δέν ήταν πιά ένας άνθρωπος μέ κατάθλιψη, άλλά μιά« κατάθλιψη » — συγκεκριμένα, μέ τούς ορούς τού Διαγνωστικού καί Στατιστικού ΕγχειριδίουΨυχικών Διαταραχών, ήταν μιά «μείζων» κατάθλιψη, βαριά, ύποτροπιάζουσα μελαγχολικούτύπου, με άπάθεια, ψυχοκινητική επιβράδυνση, άπώλεια ένεργητικότητας, διαταραχέςόρεξης καί ύπνου, ιδέες άναφοράς καί ιδεοληψίες μέ παρανοειδές και αύτοκτονικόπεριεχόμενο (DSM-ΙΠ, κωδικός 296.33). Αναρωτιόμουνα τί φαρμακευτική άγωγή νάδοκιμάσω, καί πού έπρεπε νά τόν νοσηλεύσω.

Ποτέ δέν μ* άρεσε νά δουλεύω μέ όσους περνούν τό σύνορο τής ψύχωσης. Περισσότεροάπ’οτιδήποτε άλλο, θεωρώ ότι έχει άξια ή παρουσία καί ή έμπλοκή τού θεραπευτή στήθεραπευτική διαδικασία, τώρα όμως παρατηρούσα ότι ή σχέση μου με τόν Σώλ ήταν γεμάτηάπόκρυψη — τόσο άπ’τή δική μου μεριά όσο κι άπ’τή δική του. Συνωμοτούσα μαζί του στοπαραμύθι γιά τόν τραυματισμό τής μέσης του. Αν ήταν πραγματικά κατάκοιτος", ποιος τόνβοηθούσε; Ποιος τόν τάιζε; Ποτέ όμως δέν ρώτησα, ξέροντας πώς τέτοιου είδους ερωτήσειςθα τόν απομάκρυναν άκόμα περισσότερο. Φαινόταν καλύτερο νά δράσω χωρίς να τόνρωτήσω και νά ενημερώσω τά παιδιά του γιά τήν κατάστασή του. Αναρωτήθηκα τί στάση νατηρήσω σε σχέση μέ τά πενήντα χιλιάδες δολάρια. Αν ό Σώλ είχε ήδη στείλει τά χρή~ ματαστο ’Ινστιτούτο, δεν θα έπρεπε να τούς^ συμβουλέψω να επιστρέψουν τή δωρεά; ’Ήτουλάχιστον να τή^ θέσουν προσωρινά σε εκκρεμότητα; Είχα το δικαίωμα να το κάνω , Ητανδική μου ευθύνη; Μήπως ήταν κακή άσκηση τής ιατρικής να μήν το κάνω;

Ακόμα σκεφτόμουνα συχνά τα γράμματα (παρολο που η κατάσταση του Σωλ είχεσοβαρέψει τοσο πολύ, ώστε δεν είχα πιά καί τόσο μεγάλη αυτοπεποίθηση γιά τήχειρουργική μου αναλογία ότι θά «καθαρίζαμε το απόστημα».) Στή διαδρομή μου μέσα στοσπίτι τού Σωλ ώσπου νά φτάσω στήν κρεβατοκάμαρά του, έριχνα ματιές τριγύρωπροσπαθώντας νά εντοπίσω το γραφείο οπού τά είχε φυλαγμένα. Μήπως έπρεπε νάβγάλω τά παπούτσια μου καί νά πάω στις μύτες των ποδιών —όλοι οι ψυχίατροι κρύβουνμέσα τους έναν ντετέκτιβ— νά τά βρώ, νά τ’ανοίξω καί ν’αποκαταστήσω τήν πνευματικήυγεία του Σώλ ανακοινώνοντας το περιεχόμενό τους ;

Θυμήθηκα πώς, όταν ήμουνα όχτώ-έννιά χρονών, έβγαλα ένα μεγάλο γάγγλιο στον καρπό. Όκαλοκάγαθος οικογενειακός μας γιατρός κρατούσε απαλά το χέρι μου όσο το εξέταζε — καίξαφνικά, μ’ ένα βαρύ βιβλίο πού κρατούσε κρυφά στο άλλο του χέρι, έδωσε μιά στον καρπόμου κι έσπασε το γάγγλιο. Μέσα σε μια εκτυφλωτική στιγμή πόνου ή θεραπεία είχετελειώσει, κι είχαμε αποφύγει μιά έκτεταμένη χειρουργική διαδικασία. Υπάρχει άραγε ποτέχώρος στήν ψυχιατρική γιά τέτοιου είδους φιλάνθρωπο δεσποτισμό; Τα αποτελέσματα ήτανεξαιρετικά, καί το γάγγλιό μου θεραπεύτηκε. Αλλά πέρασαν πολλά χρόνια ώσπου ναξαναποφασισω να δώσω το χέρι μου σε γιατρό, έστω γιά χειραψία!

„ Ο παλιός μου δάσκαλος, ό Τζών Ούάιτχορν, με είχε μάθει ότι μπορείς νά διαγνώσεις τήν «ψύχωση » άπό το χαρακτήρα τή^ς θεραπευτικής σχέσης : ό ασθενής, έλεγε, πρέπει νά

Page 150: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

θεωρείται^ « ψυχωτικός », αν ό θεραπευτής δεν έχει πιά τήν αίσθηση πως οι δύό τους είναισύμμαχοι καί δουλεύουν μαζί γιά νά βελτιώσουν τήν ψυχική υγεία του ασθενούς. Μ’αυτό τοκριτήριο ό Σώλ ήταν ψυχωτικός. Το καθήκον μου δέν ήταν πιά να τον βοηθήσω ν’ανοίξει αύτάτά τρία σφραγισμένα γράμματα, ή νά είναι πιο διεκδικητικός ή νά μπορέσει νά κάνει κάποτεμιά απογευματινή βόλτα : αντίθετα, όφειλα νά τον κρατήσω έκτος νοσοκομείου καί νά τόνέμποδίσω νά κάνει κακό στόν εαυτό του.

Αύτό ήταν τό δίλημμά μου, όταν συνέβη το απρόσμενο. Τήν παραμονή μιας άπό τιςέπισκέψεις μου έλαβα μήνυμα απ’τόν Σώλ ότι ή μέση του πήγαινε καλύτερα, ότι μπορούσετώρα νά ξαναπερπατήσει κι ότι θά έρχόταν στο γραφείο μου γιά το ραντεβού μας. Μέσα στάπρώτα δευτερόλεπτα πού τόν είδα, πριν πει λέξη, συνειδητοποίησα πώς είχε αλλάξει ριζικά:μπροστά μου βρισκόταν ό παλιός Σώλ. Πάει ό άνθρωπος πού ήταν βουτηγμένος στήνάπελπισία, πού είχε χάσει τήν άνθρώπινη διάστασή του, τό γέλιο του, τήν αύτογνωσία του.Γιά πολλές εβδομάδες ήταν κλεισμένος μέσα στήν ψύχωση, -κι εγώ χτυπούσα άπ’εξώ μεμανία τά παράθυρα καί τούς τοίχους της. Τώρα, απρόσμενα, είχε καταφέρει νά βγει καί μεξανάβρισκε σάν νά μή συνέβη τίποτα.

Μόνο ένα πράγμα μπορούσε νά τό ’χει κάνει αύτό, σκέφτηκα Τά γράμματα !

Δέν με κράτησε πολλή ώρα σε αγωνία. Τήν προηγούμενη μέρα είχε πάρει ένα τηλεφώνημαάπό έναν συνάδελφο, πού τού ζητούσε νά εξετάσει μιά αίτηση γιά χρηματοδότηση. Στήδιάρκεια τής κουβέντας ό φίλος του τόν ρώτησε, συμπτωματικά, αν είχε μάθει τά νέα γιά τόνκύριο Κ. Ό Σώλ τρομοκρατημένος απάντησε πώς τις τελευταίες εβδομάδες ήταν στο κρεβάτικαί δέν είχε επαφή με κανέναν. Ό συνάδελφός του τού είπε ότι ό κύριος Κ. είχε πεθάνειξαφνικά άπό πνευμονική εμβολή καί συνέχισε νά τού περιγράφει τά σχετικά με το θάνατότου. Ό Σώλ παραλίγο νά τόν διακόψει καί νά φωνάξει: « Δέν με νοιάζει ούτε ποιος ήταν μαζίτου ούτε πώς πέθανε, πού τόν θάψανε, ποιος μίλησε στήν κηδεία ! Δέν με νοιάζει τίποτα ιΠές μου μόνο πότε πέθανε! »

Στο τέλος κατάφερε να -μάθει τήν ακριβή ήμερομηνία του θανάτου του καί, κάνονταςγρήγορους υπολογισμούς,̂ κατέληξε ότι ο κύριος Κ. πρέπει να πέθανε πρίν_ φτάσει σταχέρια του το περιοδικό, κι έτσι αποκλειόταν να είχε διαβάσει το άρθρο του. Δεν τόν είχανανακαλύψει λοιπον! Τα γράμματα έπαψαν αμέσως να του προκαλούν τρομο, κι έτσισηκώθηκε, τα πήρε απ το γραφείο του καί τα άνοιξε.

Το πρώτο ήταν άπό έναν μεταδιδακτορικό φοιτητή πού ζητούσε απ’τον Σώλ νά γράψει μιάσυστατική επιστολή, γιά νά υποστηρίξει τήν αίτησή του νά προσληφθεί ώς επιστημονικόςσυνεργάτης σ’ένα άμερικανικό πανεπιστήμιο.

Το δεύτερο γράμμα ήταν μιά απλή άνακοίνωση του θανάτου τού κυρίου Κ. καί πληροφορίεςγιά τήν κηδεία. Είχε ταχυδρομηθεί σε ολους τούς παλιούς καί νέους σπουδαστές καίδιδάσκοντες τού Ερευνητικού ’Ινστιτούτου τής Στοκχόλμης.

Το τρίτο γράμμα ήταν μιά σύντομη επιστολή άπό τή χήρα τού κυρίου Κ. πού έγραφε ότιυπέθετε πώς ό Σώλ θά είχε στο μεταξύ μάθει το θάνατο τού συζύγου της. Ό κύριος Κ.μιλούσε παντα με μεγάλη έκτίμηση γιά τόν Σώλ, κι έκείνη ήξερε πώς ή επιθυμία του θα ήταννά τού στείλει αύτό το ήμιτελές γράμμα πού είχε βρει στο γραφείο τού άντρα της. Ό Σώλ μούέδωσε το σύντομο χειρόγραφό σημείωμα τού μακαρίτη Κ.

Αγαπητέ Καθηγητά Σ.,

Σχεδιάζω ένα ταξίδι στις ΗΠΑ, το πρώτο έπειτα άπό δώδεκα χρονιά, θα ήθελα νασυμπεριλάβω την Καλιφόρνια στή διαδρομή μου, αν είσαι τώρα έγχατεστημένος έχει χάι ανήθελες νά μέ δεις. Μου έχουν λείψει πολύ οι συζητήσεις μας. Εδώ νιωθω όπως παντααπομονωμένος — είναι σπάνιες τέτοιες έηαγγελματιχές συνεργασίες στή Στοκχόλμη. Τοξέρουμε κι οι δυο ότι ή κοινή μας άπόπειρα ίσως νά μήν ήταν ή καλύτερή μας προσπάθεια,γιά μένα όμως το σημαντικό είναι ότι μού ε ωσε την ευκαιρία να σε γνωρίσω προσωπικά,

Page 151: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

έπειτα άπό τριάντα χρόνια που παρακολουθώ και εκτιμώ τη δουλειά σου.

Θα ήθελα να ζητήσω κάτι ακόμα —Εδώ σταματούσε το γράμμα. Ίσως να διέβλεψα πάραπολλά μέσα σ’αυτό, πάντως φαντάστηκα πώς ο κύριος Κ. γύρευε κάτι από τον Σώλ, κάτιεξίσου κρίσιμο γιά κείνον, όπως ή επιβεβαίωση πού τού ζητούσε ό Σώλ. Αφήνοντας πάντωςκατά μέρος αύτή τήν εικασία, ένα ήταν βέβαιο: όλες ot προβλέψεις τού Σώλ πώς θάσυνέβαινε ή αποκάλυψη είχαν διαψευστεί. Το ύφος τού γράμματος ήταν αναντίρρητα γεμάτοαποδοχή, ακόμα καί φιλικά συναισθήματα και εκτίμηση.

Ό Σώλ φυσικά το κατέγραψε αύτό, και ή σωτήρια επίδραση τού γράμματος ήταν άμεση καίβαθιά. Ή κατάθλιψή του με όλα τά δυσοίωνα « βιολογικά » της σημάδια εξαφανίστηκε μέσασέ λίγα λεπτά, καί τώρα άρχιζε νά βλέπει τον τρόπο σκέψης του καί τή συμπεριφορά τουτων προηγούμενων εβδομάδων ως άλλόκότα καί ξένα προς το εγώ του. Επιπλέον,επανέφερε γρήγορα τήν παλιά μας σχέση : ένιωσε πάλι θερμά συναισθήματα γιά μένα, μ’εύχαρίστησε πού παρέμεινα στο πλευρό του, καί εξέφρασε τή λύπη του πού με δυσκόλεψετόσο πολύ τον τε/^jταϊο καιρό.

Αφού επανήλθε ή καλή του υγεία, ό Σώλ ήταν έτοιμος νά τερματίσει αμέσως τή θεραπεία,αλλά συμφώνησε νά έρθει άλλες δύο φορές — τήν επόμενη εβδομάδα κι έπειτα από άλλονένα μήνα. Σ’αύτές τις συναντήσεις προσπαθήσαμε νά κατανοήσουμε τί είχε συμβεί, καίοργανώσαμε με λεπτομέρεια μιά στρατηγική αντίδραση σε μελλοντικές καταστάσεις στρές.Εξερεύνησα όλες τις όψεις της λειτουργικότητάς του πού μέ είχαν άνήσυχήσει τήναυτοκαταστροφικότητά του, τή μεγαλομανή αύτομομφή του, τήν αϋπνία καί τήν άνορεξίατου. Ή ανάρρωσή του έμοιαζε εξαιρετικά σταθερή. ’Έπειτα απ’αύτό δεν φαινόταν νάύπάρχει τίποτε άλλο νά επεξεργαστούμε καί άποχαιρετηθήκαμε.

Αργότερα σκέφτηκα πώς, αν ό Σώλ είχε τόσο πολύ παρανοήσει τα συναισθήματα τουκυρίου Κ. απέναντί του, τότε ήταν πολύ πιθανό να είχε παρερμηνεύσει καί τα δικά μουσυναισθήματα. Είχε ποτέ συνειδητοποιήσει πόσο πολύ νοιαζόμουνα γι’ αυτόν, ποσο ήθελανα ξεχνάει πότε πότε τή δουλειά του και να χαίρεται τήν ανεμελιά ενός απογευματινούπερίπατου στή Γιούνιον Στρήτ; Κατάλαβε ποτέ πόσο θά ήθελα νά τού'-κάνω παρέα σ’αύτήτή βόλτα, ίσως καί νά πιούμε μαζί έναν γρήγορο καπουτσίνο;

Προς μεγάλη μου λύπη όμως, αύτά δέν τού τά είπα ποτέ. Δέν ξανασυναντηθήκαμε. Τρίαχρόνια άργότερα έμαθα πώς είχε πεθάνει. ’Έπειτα άπό λίγο καιρό, σέ κάποιο πάρτυ,γνώρισα έναν νεαρό πού είχε μόλις γυρίσει άπό το ’Ινστιτούτο τής Στοκχόλμης. ’Αφούκουβεντιάσαμε γιά πολλή ώρα γιά τόν ένα χρόνο μετεκπαίδευσης πού έκανε εκεί, τούάνέφερα πώς είχα κάποτε έναν φίλο, τον Σωλ, που είχε περάσει κι αύτός μιά εποικοδομητικήπερίοδο εκεί. Ναι, τόν ήξ:ρε τόν Σώλ. Γιά τήν άκρίβεια, κατα περίεργο τρόπο, ήμετεκπαίδευσή του εκεί οφειλόταν έν μέρει « στις καλές σχέσεις πού είχε εγκαταστήσει όΣώλ άνάμεσα στο πανεπιστήμιο και το ’Ινστιτούτο τής Στοκχόλμης ». Το ξέρετε, μέ ρώτησε,ότι μέ τή διαθήκη του ό Σώλ άφησε στο Ινστιτούτο ένα κληροδότημα πενήντα χιλιάδωνδολαρίων;

Page 152: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

"Ψυχοθεραπευτική μονογαμία

ΕΙΜΑΙ ΕΝΑ ΤΙΠΟΤΑ. Ένα σκουπίδι. Είμαι ένα σκουλήκι, ένα μηδενικό. Κυκλοφορώ λαθραίαστους σκουπιδότοπους έξω απ’ τούς συνοικισμούς των ανθρώπων. Χριστέ μου, να πέθαινα! Νά ’μουνα πεθαμένη ! Να με πάταγε αύτοκίνητο, να μ’ έκανε χαλκομανία στο πάρκινγκ τούσούπερ-μάρκετ καί να μέ ξέπλεναν με τή μάνικα. Να μή μείνει τίποτα. Τίποτα. Ούτε καν δυολόγια γραμμένα με κιμωλία στο πεζοδρόμιο πού να λένε: “ Εδώ ήταν ή άμορφη μάζα πούκάποτε λεγόταν Μάρτζ Ούάιτ ” ».

Άλλο ένα απ’τα νυχτερινά τηλεφωνήματα της Μάρτζ! Θεέ μου, πόσο μ’ ενοχλούσαν αύτά τατηλεφωνήματα ! Δεν ήταν ή εισβολή στή ζωή μου — είχα μάθει να τήν περιμένω :συμβαίνουν αύτά στή δουλειά μας. Πριν από ένα χρόνο, όταν τήν ανέλαβα ώς ασθενή, ήξεραπώς θά μού ’κανε τηλεφωνήματα. Μόλις τήν είδα, διαισθάνθηκα τί μού επιφύλασσε. Δενχρειαζόταν μεγ:\η εμπειρία γιά ν’ αναγνωρίσει κανείς πάνω της τά σημάδια της βαθιάςαπόγνωσης. Το σκυφτό κεφάλι κι οι ώμοι της φώναζαν « κατάθλιψη ». Οι τεράστιες κόρεςτων ματιών της καί τα αεικίνητα χέρια καί πόδια φώναζαν « άγχος ». "Ολα τά υπόλοιπα πούτή συνόδευαν —πολλαπλές απόπειρες αύτοκτονίας, διαταραχή διατροφής, σεξουαλικήκακοποίηση απ’τον πατέρα της στά παιδικά της χρόνια, επεισόδια ψυχωτικών σκέψεων,είκοσιτρία χρόνια ψυχοθεραπείας— φώναζαν «οριακή »,.τή λέξη πού σπέρνει τον πανικόστήν καρδιά τού μεσήλικου ψυχιάτρου πού αναζητάει τή βολή του.

Μού είχε πει ότι ήταν τριανταπέντε χρονών, τεχνικός σε εργαστήριο. "Οτι είχε κάνει δέκαχρόνια ψυχοθεραπεία μ’έναν ψυχίατρο πού μόλις μετακόμισε σε άλλη πόλη. "Ότι ήτανάπελπιστικά μόνη. Κι ότι αργά ή γρήγορα -ήταν απλώς θέμα χρόνου-θ’αυτοκτονούσε.

Κάπνιζε μανιωδώς σε όλη τή διάρκεια τής συνεδρίας, συχνά τραβώντας δυο καί τρεΤςαπανωτές ρουφηξιές, πριν σβήσει θυμωμένα το τσιγάρο, γιά ν’ άναψει σχεδόν αμέσως έναάλλο. Δεν μπορούσε νά μείνει καθιστή, τρεις φορές σηκωθηκε κι άρχισε να βηματίζει πάνω-κάτω. Κάποια στιγμή κάθισε γιά λίγη ώρα στο πάτωμα, στην απέναντι από μένα γωνία, καιμαζεύτηκε σαν γελοιογραφία του Φάιφερ.

Ή πρώτη μου παρόρμηση ήταν νά το βάλω στά ποδιά, οσο μακρύτερα γινόταν — καί νά μήντήν ξαναδώ. Να χρησιμοποιήσω μιά δικαιολογία, όποια νά ’ναι: ότι οι ώρες μου είναι έντελώςκλεισμένες, ότι θά λείψω άπ’τήν Αμερική γιά .μερικά χρόνια, ότι ξεκινάω μιά νέα καριέραπλήρους άπασχόλησης στήν ερευνά. Σε λίγο όμως άκουσα τή φωνή μου νά τής προτείνειάλλο ένα ραντεβού.

’Ίσως νά με σαγήνευσε ή ομορφιά της, οι κατάμαυρες αφέλειες πού πλαισίωναν τοεντυπωσιακά λευκό, τέλειο πρόσωπό της. Η μήπως ήταν άπό υποχρέωση προς τοεπάγγελμα τού δάσκαλου πού άσκούσα; Είχα θέσει πρόσφατα στόν εαυτό μου το ερώτημα,πώς μπορούσα νά συνεχίζω νά διδάσκω καλή τη πίστει φοιτητές ν’άσκούν τήνψυχοθεραπεία, και συγχρόνως ν’αρνούμαι ν αναλαβω δύσκολους άσθενεΐς; Νομίζω πώς τήΜάρτζ τήν ανέλαβα για πολλούς λογούς. Περισσότερο άπ’όλα πάντως, πιστεύω ότι το έκαναεπειδή ντράπηκα, ντράπηκα νά διαλέξω την εύκολη ζωή, ντράπηκα ν’αρνηθώ το είδος εκείνοτού άσθενούς πού μ’εχει τή μεγαλύτερη ανάγκη.

Είχα προβλέψει λοιπον πως θα μου ’κανε τέτοια τηλεφωνήματα. Είχα προβλέψει ότι θάπερνούσαμε τή μιά κρίση μετά τήν άλλη. Περίμενα πώς κάποια στιγμή θά χρειαζόταν νά τήνοσηλεύσω. Εύτυχώς αύτό το είχα άποφύγει είχα άποφύγει τις συναντήσεις χαράματα με τοπροσωπικό τού θαλάμου, το γράψιμο τής αγωγής, τή δημόσια παραδοχή τής άποτυχίας μου,το να σέρνομαι κάθε μέρα ως το νοσοκομείο. Καί να χάνω έτσι τεράστια κομμάτια απ’τοχρόνο μου.

’Όχι, το πρόβλημά μου δεν ήταν ούτε ή εισβολή ούτε καν ή ενόχληση άπ’_τά τηλεφωνήματάτης : ήταν το πώς μιλούσαμε. Πρώτ’ απ’ όλα ή Μάρτζ τραύλιζε σε κάθε λέξη. Πάντα τήςσυνέβαινε αύτό όταν ήταν αναστατωμένη — να τραυλίζει καί να στραβώνει το πρόσωπό

Page 153: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

της. Φανταζόμουν τή μιά πλευρά τού όμορφου προσώπου της φρικτά παραμορφωμένη απόγκριμάτσες καί σπασμούς. Σε ήσυχους, ήρεμους καιρούς, είχαμε κουβεντιάσει γιά τούςσπασμούς τού προσώπου της κι αποφασίσαμε πώς ήταν μιά άπόπειρα ν’άσχημύνει τονεαυτό της. Μιά προφανής άμυνα ενάντια στή σεξουαλικότητα, ή όποια εμφανιζόταν οποτεύπήρχε κάποια σεξουαλική απειλή απ’έξω ή από μέσα. Ναι, πολύ πού τήν ώφέλησε ήερμηνεία — σάν νά πετάς χαλικάκια σε ρινόκερο : καί μόνο ή άναφορά τής λέξης σεξ ήτανάρκετή γιά νά επαναφέρει τούς σπασμούς.

Τό τραύλισμά της πάντα μ’ενοχλούσε. Καταλάβαινα πώς υπέφερε, κι όμως έπρεπε νάσυγκρατηθώ γιά νά μή φωνάξω: «’Έλα, Μάρτζ! Τελείωνε ! Ποιά είναι ή λέξη πού θες νά πεις ;»

Το χειρότερο όμως σ’αύτά τά τηλεφωνήματα ήταν ή ανικανότητά μου. Ή Μάρτζ με δοκίμαζεκαί μ’ έβρισκε πάντα ανεπαρκή. Τον τελευταίο χρόνο θά μού ’κανε καί είκοσι τέτοιατηλεφωνήματα, κι ούτε μιά φορά δεν είχα βρει τρόπο νά της δώσω τή βοήθεια πού ζητούσε.

Το πρόβλημα εκείνη τή νύχτα ήταν ότι είχε δει ένα άρθρο γιά τή γυναίκα μου στή ΣτάνφορντΝτέιλυ. Ή γυναίκα μου άφηνε έπειτα από δέκα χρόνια τή θέση τής διευθύντριας διοικητικούτού Κέντρου ’Έρευνας Γυναικείων Ζητημάτων τού Στάνφορντ, κι ή εφημερίδα τούπανεπιστημίου τήν εγκωμίαζε υπερβολικά. Κατά σύμπτωση το Γδιο απόγευμα ή Μάρτζ είχεπαρακολουθήσει τήν ομιλία μιας έξαιρετικά συγκροτημένης καί γοητευτικής νεαρήςφιλοσόφου, γεγονός πού έκανε τά πράγματα χειρότερα.

Λίγους ανθρώπους έχω γνωρίσει πού νά ’χουν τόσο μίσος γιά τόν εαυτό τους οσο ή Μάρτζ.Αύτά της τά συναισθήματα &ν εξαφανίζονταν ποτέ, άπλώς στις καλύτερες της στιγμέςυποχωρούσαν στο παρασκήνιο, περιμένοντας το κατάλληλο σύνθημα γιά νά επιστρέψουν.Και κανένα σύνθημα δεν ήταν πιο ισχυρό άπό τή δημόσια διακήρυξη τής έπιτυχίας μιαςάλλης συνομήλικής της γυναίκας : τότε το μίσος για τον εαυτό της την επνιγε, κι ή Μάρτζάρχιζε νά σκέφτεται πιο σοβαρά άπό άλλες φορές τήν αύτοκτονία.

’Έψαξα νά βρώ ανακουφιστικά λόγια. « Μάρτζ, γιατί το κάνεις αύτό στόν εαυτό σου; Λες ότιδέν έχεις κάνει τίποτα, δέν έχεις καταφέρει τίποτα, δέν είσαι φτιαγμένη γι’αύτή τή ζωή, άλλάκι οι δυο το ξέρουμε πώς αύτές οι ιδέες άπορρέουν άπλώς άπό τή συναισθηματική σουκατάσταση. Δέν έχουν καμιά σχέση μέ τήν πραγματικότητα ! Θυμάσαι πόσο καλά ένιωθεςμέ τόν εαυτό σου πριν άπό δυο βδομάδες; Έ, τίποτα δέν άλλαξε άπό τότε στόν έξω κόσμο.Είσαι καί τώρα άκριβώς ό ίδιος άνθρωπος πού ήσουνα καί τότε ! »

Βρισκόμουνα στόν σωστό δρόμο. Είχα τήν προσοχή της. ’Ένιωθα πώς μ’ άκουγε προσεκτικά,καί συνέχισα.

«Το νά συγκρίνεις δυσμενώς τόν εαυτό σου μέ άλλους είναι παντα αυτοκαταστροφικό. Άκουμε, άσ’ τον λίγο ήσυχο. Μήν επιλεγείς νά συγκριθεΐς μέ τήν Γκ., πού μπορεί νά είναι ή πιοχαρισματική ομιλήτρια σ’ολόκληρο το πανεπιστήμιο. Μήν επιλεγείς τη γυναίκα μου, τημοναδική μέρα τής ζωής της πού τής γίνεται μια τιμητική εκδήλωσή. Αν θέλεις νάβασανίζεσαι, πάντα θα βρεις κάποιον να συγκριθεΐς, γιά νά μειώσεις τόν εαυτό σου. ^ερωπώς νιώθεις, τό ’χω κάνει κι εγώ.

»Γιατί δεν διαλέγεις μια φορά καποια πού νά μήν,έ'χει όσα έχεις^εσύ; Εσύ είσαι πάντα πολύσυμπονετική μέ τούς άλλους ανθρώπους. Γιά θυμήσου τήν έθελοντική δουλειά πού κάνεις μέτούς άστεγους. Ποτέ δέν τήν άναγνωρίζεις ώς κάτι θετικό. Γιά σύγκρινεjrov εαυτό σου μέκάποιον πού δέν δίνει δεκάρα γιά τούς άλλους. Η, ας πούμε, μέ κάποιον άπ’τούς άστεγουςπού έχεις βοηθήσει. Βάζω στοίχημα πώς κι έκεΐνοι συγκρίνονται μαζί σου καί νιώθουνυποδεέστεροι».

Το κλικ του τηλεφώνου πού έκλεινε επιβεβαίωσε αύτό πού κι έγώ αμέσως συνειδητοποίησα: είχα κάνει ένα κολοσσιαίο λάθος. Γνώριζα πιά πολύ καλά τή Μάρτζ κι ήξερα ακριβώς πώς θ’αντιμετώπιζε τήν απερισκεψία μου : θά ’λεγε πώς είχα αφήσει νά βγούν τά πραγματικά μου

Page 154: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

συναισθήματα, ότι πιστεύω πώς ή περίπτωσή της είναι τόσο απελπιστική, ώστε οι μόνοιάνθρωποι σε σύγκριση με τούς οποίους είναι καλύτερη, είναι οι πιο δύσμοιροι άνθρωποιστον κόσμο.

Δεν άφησε νά τής ξεφύγει ή εύκαιρία, καί στο ξεκίνημα τής επόμενης τακτικής μαςσυνεδρίας —εύτυχώς τήν άλλη μέρα το πρωί— μού εξέφρασε άκριβώς αύτή τήν αίσθηση.’Έπειτα, με παγερή φωνή καί με στακάτο ρυθμό, συνέχισε νά μού έκθέτει τήν «άλήθεια»γύρω άπ’τόν εαυτό της.

« Είμαι τριανταπέντε χρονών. "Όλη μου τή ζωή ήμουνα ψυχικά "διαταραγμένη. Απ’τά δώδεκάμου πηγαίνω σε ψυχιάτρους καί δέν μπορώ νά λειτουργήσω χωρίς αύτούς. "Ολη μου τή ζωήθά ’μαι αναγκασμένη νά παίρνω φάρμακα. Το καλύτερο πού μπορώ νά ελπίζω είναι νά μήνμπώ στο ψυχιατρείο. Ποτέ κα ;νας δέν μ’αγάπησε. Ποτέ δέν θά κάνω παιδιά. Ποτέ δέν είχαμακρόχρονη σχέση μέ άντρα ούτε, κι έχω έλπίδα νά δημιουργήσω ποτέ καμιά. Είμαι άνίκανηνά κάνω φίλους. Κανείς δέν μέ παίρνει τηλέφωνο στά γενέθλιά μου. Ό πατέρας μου μέκακοποίησε όταν ήμουνα μικρή καί τώρα έχει πεθάνει. Ή μάνα μου είναι μιά τρελή, οργισμένηγυναίκα πού τής μοιάζω κάθε μέρα καί περισσότερο. Ό αδελφός μου έχει νοσηλευτεί χρόνιασέ ψυχιατρική κλινική. Δέν έχω ταλέντα ούτε ειδικές ικανότητες. Θά δουλεύω πάντα σέκάποια μέτρια δουλειά, χωρίς απαιτήσεις. Θά ’μαι πάντα φτωχή καί θά ξοδεύω τομεγαλύτερο μέρος τού μισθού μου στούς ψυχιάτρους ».

Σταμάτησε. Υπέθεσα πώς είχε τελειώσει αλλά μού ήταν δύσκολο νά καταλάβω, γιατίμιλούσε σάν κούκλα, όχι σάν άνθρωπος ήταν αφύσικα ακίνητη, το μόνο πούκουνιόταν^απάνω της ήταν τα χείλη της, ούτε καν το στήθος της καθώς ανέπνεε, ούτε ταχέρια ή τα μάτια ή έστω τα μάγουλά της. ^

Ξαφνικά ξανάρχισε, σάν κουρδιστό παιχνίδι πού τού ’μείνε ένας τελευταίος σπασμόςενεργείας : « Μου λετε να κάνω υπό μονή. Μού λέτε πώς δέν είμαι έτοιμη δέν είμαι άκόμαέτοιμη νά σταματήσω τή θεραπεία, δεν είμαι έτοιμη να παντρευτώ, δεν είμαι έτοιμη ναυιοθετήσω παΐδι, δεν είμαι έτοιμη να κόψω το κάπνισμα. Περίμενα τόσον καιρό. Πέρασε ηζωή μου περιμένοντας. Τώρα είναι πολύ άργά, πολύ άργά γιά νά ζήσω ».

Καθόμουνα κι άκουγα όλο αύτό το συναξάρι χωρίς κάν ν’ άνοιγοκλείνω τά μάτια καί γιά μιάστιγμή ντράπηκα πού δέν μέ συγκινούσε. Δέν ήταν όμως άπό σκληρότητα. "Ολα ήτανπράγματα πού τά ’χα ξανακούσει. Θυμάμαι πόσο μέ είχαν ταράξει τήν πρώτη φορά, καίπόσο είχα πλημμυρίσει τότε άπό συμπόνια καί θλίψη — είχα γίνει αύτό πού ό Χέμινγουέηονόμαζε « Έβραίος ψυχίατρος μέ ύγρή, σκέψη ».

Το χειρότερο, το πολύ χειρότερο ( καί μού είναι δύσκολο νά το ομολογήσω) ήταν ότισυμφωνούσα μαζί της. Παρουσίαζε τόσο σπαρακτικά καί τόσο πειστικά το «άληθινόιστορικό» της, πού με είχε πείσει άπολύτως. Είχε πράγματι μιά σοβαρή άναπηρία. Μάλλονδεν θα παντρευόταν ποτέ. "Ήταν όντως άπροσάρμοστη. Τής ελειπε η ικανότητα ναπλησιάσει τούς άλλους. Πιθανότατα θα χρειαζόταν θεραπεία για πολλά πολλά χρόνια, ίσωςγιά πάντα.̂ Με τραβούσε κι εμενα τοσο βαθιά μέσα στήν άπόγνωση καί στην απαισιοδοξίατης, που εύκολα καταλάβαινα γιατί τή δελέαζε η αυτοκτονία. Με δυσκολία βρήκα ένα-δυόλόγια γιά νά τήν ανακουφίσω.

Μού πήρε μια βδομάδά, ως τήν έπόμενη συνεδρία μας, νά συνειδητοποιήσω πώς τοσυναξάρισμα αύτό ήταν μιά προπαγάνδα γεννημένη άπ’την κατάθλιψη. Έκείνη τήν ώραμιλούσε ή κατάθλιψή της, κι εγώ ό αφελής τήν άφηνα νά μέ πείσει. Μά δές πόσα πράγματαέχει διαστρέψει, δές πόσα δέν λέει. Ή Μάρτζ ήταν μια εξαιρετικά ευφυής, δημιουργική, πολύέλκυστική γυναίκα — όταν δέν στράβωνε το πρόσωπό της. Μ’άρεσε νά τή βλέπω καί νάείμαι μαζί της. Εκτιμούσα πολύ το πώς, παρά τά όσα υπέφερε, ήταν πάντα έτοιμη νά δώσειστους άλλους καί παρέμενε πιστή στή δέσμευσή της νά προσφέρει κοινωνικό έργο.

Τώρα λοιπόν, ξανακούγοντας όλο αύτό το συναξάρι, άναλογιζόμουνα πώς νά τή βγάλωάπ’αύτή τή διάθεση. Σέ παρόμοιες περιπτώσεις στο παρελθόν ή Μάρτζ είχε βυθιστεί βαθιά

Page 155: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

μέσα στήν κατάθλιψη γιά πολλές έβδομάδες. ’Ήξερα πώς, αν αναλάμβανα άμέσως δράση,θά τή βοηθούσα ν’άποφύγει πολύ πόνο.

« Ή κατάθλιψή σου μιλάει, Μάρτζ, όχι εσύ. Θυμήσου πώς κάθε φορά πού έχεις βουλιάξειμέσα σ’αύτήν, έχεις ξαναβγεί στήν επιφάνεια. "Ενα καλό τής κατάθλιψης —το μοναδικό τηςκαλό— είναι ότι πάντα έχει ένα τέλος ».

Πήγα ως το γραφείο μου, άνοιξα το φάκελό της καί τής διάβασα άποσπάσματα άπό έναγράμμα πού μού είχε γράψει μόλις πριν άπό τρεις έβδομάδες, όταν ένιωθε μεγάλη ευφορίαγιά τή ζωή:

«... Ήταν μιά άπίθανη μέρα. Περπάτησα μέ τήν Τζέην στήν Τέλεγκραφ Άβενιου. Δοκιμάσαμεβραδινές τουαλέτες τού ’40 Λ μαγαζιά μέ παλιά ρούχα. Βρήκα κάτι παλιούς δίσκους τής ΚαίηΣτάρ. Κάναμε τζόγκιν πάνω στή γέφυρα Γκόλντεν Γκέητ καί τσιμπήσαμε κάτι στο “ Γκρήνς ”.Τελικά υπάρχει ζωή στο Σάν Φρανσίσκο. Εγώ σάς λέω μόνο τά κακά νέα — σκέφτηκα νάσάς πώ καί μερικά καλά. Θά τά πούμε τήν Πέμπτη. — »

Ζεστές άνοιξιάτικες αύρες έμπαιναν άπ’τό ανοιχτό μου παράθυρο, μέσα στο γραφείο μουόμως ήταν χειμώνας. Το πρόσωπο τής Μάρτζ ήταν παγωμένο. Κοίταζε τον τοίχο κι έμοιαζενά μή μ’ ακούει. Ή άπάντησή της ήταν παγερή: « Πιστεύετε ότι είμαι ένα τίποτα. Γιάσκεφτείτε τί μού είπατε, νά συγκριθώ μέ τους άστεγους. Τόσο πιστεύετε πώς άξίζω».

« Μάρτζ, σού ζητώ συγγνώμη γι’αύτό. Δέν τά καταφέρνω καλα, όταν πάω νά βοηθήσωάπ’τό τηλέφωνο. Ήταν μιά πολύ αδέξια προσπάθεια. Πίστεψέ με, όμως, ή πρόθεση μου ήταννα σε βοηθήσω. Μόλις το είπα, κατάλαβα πώς έκανα λάθος ».

Αύτό φάνηκε να βοηθάει. Τήν άκουσα να έκπνέει. Οι σφιγμένοι ώμοι της χαλαρωσαν, τοπρόσωπό της μαλάκωσε, το κεφα λι της γύρισε σχεδόν ανεπαίσθητα προς το μέρος μου.

Πλησίασα λίγο περισσότερο. « Μάρτζν έσύ κι έγώ έχουμε ξαναπεράσει τέτοιες κρίσεις,κάποιες φορές πού ένιωθες τόσο χάλια όσο τώρα. Τί σε βοήθησε παλιότερα; Θυμάμαιφορές πού έφυγες άπό δώ νιώθοντας πολύ καλύτερα άπ’όταν μπήκες. Τί προκάλεσε αύτήτήν άλλαγή ; Τι εκανες ; Τι έκανα εγώ ; Για να το βρούμε μαζί».

Ή Μάρτζ άρχικά δέν μπορούσε ν’άπαντήσει στο έρώτημά μου, πάντως έδειξε πώς τήνένδιέφερε. Εμφανίστηκαν κι άλλα σημάδια ότι έλιωνε ό πάγος : κούνησε το κεφάλι κι έστειλετά μακριά μαύρα μαλλιά της στον χλλο της ώμο. ’Έπειτα πέρασε άπό μέσα τους τά δάχτυλάτης. Τήν ταλαιπώρησα πολλές φορές μέ τήν ίδια ερώτηση, ώσπου στο τέλος άρχίσαμε νά τήδουλεύουμε μαζί, ν’άναζητάμε τή λύση.

Είπε ότι ήταν σημαντικό γιά κείνην νά τήν άκούνε, ότι δέν είχε κανέναν άλλον έκτος άπό μένακαί κανένα άλλο μέρος έκτος απ’το γραφείο μου γιά νά έκφράσει τον πόνο της. ’Ήξερεέπισης ότι τη βοηθούσε, όταν έξετάζαμε μέ προσοχή τά γεγονότα πού έπιτάχυναν μιάκατάθλιψη.

Σε λίγο επιθεωρούσαμε ένα προς ένα όλα τά γεγονότα τής εβδομάδας που τής είχαν φέρειάναστάτωση. Έκτος άπό τις δυο^ περιπτώσεις που μού είχε άναφέρει στο τηλέφωνο, είχανυπάρξει κι άλλες. Για παράδειγμά, σε μιά πολύωρη συνάντηση τού πανεπιστημιακούέργαστηρίου στο όποιο δούλευε, .τόσο το επιστημονικό οσο και το διδακτικό προσωπικό τήνείχαν άπροκάλυπτα ^άγνοήσει. ’Ένιωσα τον πόνο της καί τής είπα πώς είχα άκουσει κιάλλους στη θέση της -^χκόμα καί τή γυναίκα μουνα παραπονιούνται πώς τούς φέρθηκαν μέτέτοιο τρόπο. Τής ομολόγησα πώς τή γυναίκα μου τή θύμωνε πολύ ή τάση πού επικρατούσεστο Στάνφορντ, να δίνονται περιορισμένα προνόμια καί ελάχιστη έκτίμηση στο μήεπιστημονικό προσωπικό.

Ή Μάρτζ ξαναγύρισε στο θέμα ότι δέν ήταν έπιτυχημένη και στο πόσο πιο φτασμένος ήτανο τριαντάχρονος προϊστάμενός της.

Page 156: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

« Γιατί συνεχίζουμε αύτές τις δυσμενείς συγκρίσεις ; » ρώτησα. « Είναι τόσο αύτοτιμωρητικό,τόσο διεστραμμένο — σάν νά τροχίζεις ένα δόντι πού πονάει». Τής είπα πώς κι εγώ είχαπολλές φορές συγκρίνει έτσι τόν εαυτό μου μέ άλλους. (Δέν τής έδωσα όμως λεπτομέρειες.’Ίσως νά’πρεπε. Θά σήμαινε πώς τήν αντιμετώπιζα σάν ίσος προς ίσον.)

Χρησιμοποίησα τή μεταφορά τού θερμοστάτη πού ρυθμίζει τήν αύτοεκτίμηση. Ό δικός τηςδέν λειτουργούσε καλά: ήταν τοποθετημένος υπερβολικά κοντά στήν έπιφάνεια τούσώματός της. Δέν κρατούσε τήν αύτοεκτίμησή της σταθερή. Αντίθετα κυμαινόταν τρελάσύμφωνα μέ τά εξωτερικά γεγονότα. Μόλις συνέβαινε κάτι καλό, ή Μάρτζ ένιωθε υπέροχα.Μόλις ένας άνθρωπος τής έκανε κριτική, ή διάθεσή της έπεφτε γιά μέρες. Ήταν σάν νάπροσπαθεί νά κρατήσει το σπίτι της ζεστό, έχοντα ς έναν θερμοστάτη τοποθετημένο πλάιστο παράθυρο.

Στο τέλος τής ώρας δέν χρειαζόταν νά μού πει πόσο καλυ τερα ένιωθε: το έβλεπα στήναναπνοή της, στο περπάτημά της και στο χαμόγελό της καθώς έβγαινε άπ’τό γραφείο.

Ή βελτίωση διατηρήθηκε. Πέρασε μιά έξαιρετική εβδομάδα, καί δέν έλαβα άλλατηλεφωνήματα κρίσης μές στή μέση τής νύχτας. "Οταν τήν ξαναείδα σέ μιά βδομάδα,φαινόταν σχεδόν σέ κατάσταση ένθουσιασμού. Πάντα πίστευα πώς είναι εξίσου σημαντικότο ν’άνακαλύψεις τί κάνει τόν άλλον νά νιώθει καλύτερα, όσο-καί το νά προσδιορίσεις τί τόνκάνει χειρότερά, κι έτσι τή ρώτησα τί τή βοήθησε.

« Κατά περίεργο τρόπο », είπε ή Μάρτζ, « ή τελευταία μιας συνεδρία άνέτρεψε τά πάντα.Ήταν σάν θαϋμ^ το πώς με βγάλατε σέ τόσο λίγη ώρα άπ’όλη αύτή τήν ταραχή. Χαίρομαιπραγματικά πού είσαστε εσείς ό ψυχίατρός μου ».

Παρόλο πού κολακεύτηκα πολύ άπ’τό ειλικρινές της κομπλιμέντο, κι οι δυο ιδέες μ’ έκαναν νααισθάνομαι άβολα καί το μυστηριώδες « κατά περίεργο τρόπο » καί ή εικόνα μου ωςθαυματοποιού. "Οσο σκεφτόταν ή Μάρτζ μ’αύτούς τούς ορούς,̂ δέν θά καλυτέρευε, γιατί ήπηγή τής βοήθειας βρισκόταν είτε έξω άπό κείνην είτε πέραν κάθε κατανόησης: Ό ρόλοςμου ώς_ θεραπευτή (πού δέν διαφέρει καί πολύ άπ’αύτόν τού γονιού) είναι νά καταστήσωτόν εαυτό μου τελικά άχρηστο νά βοηθήσω τήν άσθενή μου νά γίνει ό πατέρας κι ή μητέρατού εαυτού της. Δέν ήθελα νά τήν κάνω εγώ καλύτερά τή Μάρτζ. ’Ήθελα νά τή βοηθήσων’άναλάβει τήν εύθύνη νά καλυτερέψει έκείνη τόν εαυτό της, κι ήθελα ή διαδικασία τήςβελτίωσης νά τής είναι οσο πιο ξεκάθαρη γίνεται. Γι’αύτό ένιωσα άβολα με το «κατάπερίεργο τρόπο » πού είπε, καί βάλθηκα νά διερευνήσω αύτό το σημείο.

«Τί άκριβώς σε βοήθησε τήν προηγούμενη φορά; » ρώτησα. « Ποιά στιγμή άρχισες νάνιώθεις καλύτερα ; ’Έλα νά τήν εντοπίσουμε μαζί».

« Λοιπον, το ένα πράγμα είναι ό τρόπος πού άντιμετωπίσατε το σχόλιό μου για τουςάστεγους. Μπορούσα νά συνεχίσω νά το χρησιμοποιώ για νά σάς τιμωρώ — γιά νά είμαιειλικρινής, το χω ξανακανει αυτό με ψυχιάτρους στο παρελθόν. "Οταν όμως μού είπατε τοσοαπλα ποιες ήταν οι προθέσεις σας, κι ότι αυτό ήταν μια αδεξιότητα, ανακαλυψα πώς δένμπορούσα νά σάς κάνω σκηνή γι’ αύτό ».

«Φαίνεται σαν το σχόλιό μου να σου επέτρεψε νά μείνεις συνδεδεμένη μαζί μου. Από τότεπου σε ξέρω, οι φορές πού έχεις παραμείνει πιο σταθερά καταθλιπτική είναι εκείνες πούεχεις σπάσει τους δεσμούς σου με ολους κι έχεις απομονωθεί πραγματικά.̂ ’Εδώ υπάρχειένα σημαντικό μήνυμα πού λέει ότι πρεπει να κρατάς^τή ζωή σου γεμάτη ανθρώπους ».Ρώτησα τι άλλο ώφέλιμο είχε συμβεί στή διάρκεια εκείνης τής ώρας.

«Το βασικό πράγμα πού μ’έκανε ν’αλλάξω εντελώς στάση -για τήν ακρίβεια, ή στιγμή πουβρήκα τήν ήρεμία μου— ήταν όταν μού είπατε ότι κι ή γυναίκα σας είχε παρόμοιαπροβλήματα με τα δικά μου στή δουλειά. Νιώθω ότι εγώ είμαι τόσο κακιά, τόσο χαμερπής, κιή γυναίκα σας είναι τόσο καταπληκτική,'πού δέν μπορεί να μάς αναφέρει κανείς δίπλα

Page 157: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

δίπλα. Το να μού εξομολογηθείτε ότι έκείνη κι εγώ είχαμε μερικά κοινά προβλήματα απέδειξεότι μ’ έχετε σέ κάποια εκτίμηση ».

Ήμουνα έτοιμος νά διαμαρτυρηθώ, νά επιμείνω πώς τήν είχα πάντα σέ έκτίμηση, άλλά μέδιέκοψε. « Ξέρω, ξέρω — πολλές φορές μού έχετε πει ότι μέ εκτιμάτε, μού έχετε πει ότι μέσυμπαθείτε, άλλά αύτά ήταν σκέτα λόγια. Ποτέ δέν τά πίστεψα στ’άλήθεια. Αύτή τή φοράήταν διαφορετικά, προχωρήσατε πέρα άπ’ τά λόγια ».

Αύτό πού είπε ή Μάρτζ μέ ένθουσίασε. Είχε έναν τρόπο νά φτάνει κατευθείαν στά ζωτικάθέματα. Το ότι « προχώρησα πέρα άπ’τά λόγια», αύτό είχε μετρήσει. Ήταν αύτό πού έχανα,όχι αύΐό πού είπα. Αύτό έκανε κάτι πραγματικά γιά τον άρρωστο. Το νά μοιραστώ μαζί τηςκάτι πού είχε σχέση μέ τή γυναίκα μου, σήμαινε πώς κάνω κάτι γιά τή Μάρτζ, τής δίνω έναδώρο. Ή θεραπευτική πράξη, όχι ή θεραπευτική λέξη!

Τόσο πολύ μέ είχε διακινήσει αύτή ή ιδέα πού άρχισα ν’ ανυπομονώ νά φτάσει το τέλος τήςώρας γιά νά τή σκεφτώ καλύτερα. ’Έστρεψα όμως πάλι τήν προσοχή μου στή Μάρτζ. Είχε κιάλλα νά μού πει.

« Μέ βοήθησε επίσης πολύ, όταν μέ ρωτούσατε καί μέ ξαναρωτούσατε τί μέ βοήθησε στοπαρελθόν. Έναποθέσατε τήν εύθύνη πάνω μου, μέ κάνατε ν’άναλάβω εγώ τή συνεδρία.Αύτό ήταν καλό. Συνήθως βουλιάζω σέ μιά κατάθλιψη γιά'βδομάδες, αλλα εσείς, μέσα σέμερικά λεπτά, μέ βάλατε νά δουλέψω, γιά να διαπιστώσω τί συνέβαινε.

»Γιά τήν άκρίβεια, καί μόνο πού μου κάνατε τήν ερώτηση, “Τί σέ βοήθησε παλιότερα; ” ήτανπολύ βοηθητικό, γιατί μέ διαβεβαίωνε πώς υπήρχε τρόπος νά γίνω καλύτερα. Επίσης μου’κανε καλό το ότι δεν μπήκατε στο ρόλο σας του μάγου, ο όποιος μ’ αφήνει να μαντέψωαπαντήσεις που ήδη τις γνωρίζει. Μ’άρεσε ό τρόπος πού παραδεχτήκατε ότι δεν ξερατε κιεπειτα με καλέσατε ν’ ανακαλύψουμε μαζί τι συμβαίνει ». ^

Τά λόγια της μού άκούγονταν σάν μουσική ! "Ολόκληρο το χρόνο πού δούλευα με τή Μάρτζ,ειχατ μόνο έναν καί^ μοναδικό άληθινό κανόνα στή δουλειά μου — να την αντιμετωπίζωισότιμα. Είχα προσπαθήσει νά μήν τήν άντικειμενοποιήσω, νά μήν τή λυπηθώ καί νά μήνκάνω τίποτα πού θά δημιουργούσε άνάμεσά μας ένα χάσμα άνισότητας. Αύτόν τόν κανόνατόν άκολούθησα όσο καλύτερα μπορούσα καί τώρα ένιωθα πολύ ωραία πού άκουγα ότι τήνείχε βοηθήσει.

Το εγχείρημα τής ψυχιατρικής «θεραπευτικής άγωγής » είναι βεβαρημένο με εσωτερικέςάσυνέπειες. "Όταν ένας άνθρωπος, ό θεραπευτής, «θεραπεύε » έναν άλλο, τόν άσθενή,υπονοείται έξαρχής ότι το θεραπευτικό ζευγάρι, οι δύο πού έχουν συνάψει μιά θεραπευτικήσυμμαχία, δέν είναι ίσοι ή πλήρως σύμμαχοι. Ό ένας βασανίζεται καί βρίσκεται συχνά σέκατάσταση μεγάλου προβληματισμού, ένώ άπ’τόν άλλον άναμένεται νά χρησιμοποιήσει τιςέπαγγελματικές του δεξιότητες, γιά νά ξεμπερδεψει και να εξετάσει μέ άντικειμενικό τρόποζητήματα πού βρίσκονται πίσω άπ’αύτό το βάσανο καί τόν προβληματισμό. Επιπλέον οασθενής πληρώνει τόν άνθρωπο πού τόν θεραπεύει. Καί μονο η λέξη θεραπεύειυπαινίσσεται τήν άνισότητα. Μεταχειρίζομαι 1 κάποιον ως ίσο υπονοεί μιά άνισότητα, τήνοποία ό θεραπευτής πρεπει να ξεπεράσει και νά κρύψει φερόμενος στόν άλλο σαν να είναιισότιμος.

Αρα το να μεταχειρίζομαι τη Μάρτζ ως ισότιμη μήπως ήταν μόνο μια προσποίηση άπέναντίτης ( κι άπέναντι στόν ίδιο μου τον εαυτό) ότι ήμασταν ίσοι; Ισως είναι πιο άκριβές νά πώ ότιή ψυχοθεραπεία είναι ή μεταχείριση του ασθενούς ως ενηλίκου. Μπορεί να φαίνεται σάν νάδιυλίζω τον κώνωπα, κι όμως στή θεραπεία τής Μάρτζ συνέβη κάτι πού με άνάγκασε νάείμαι πάρα πολύ σαφής, ώς προς το πώς ήθελα νά σχετιστώ μαζί της ή καί προς κάθεάσθενή.

Περίπου έπειτα άπό τρεις έβδομάδες, τρεις έβδομάδες μετά τήν άνακάλυψή μου γιά τή

Page 158: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

σπουδαιότητα τής θεραπευτικής πράξης, συνέβη ένα έξαιρετικό γεγονός. Βρισκόμουνα με τήΜάρτζ στή μέση μιας συνηθισμένης συνεδρίας. Είχε περάσει μιά πολύ κακή βδομάδα καίμ’ενημέρωνε γιά κάποιες λεπτομέρειες. ’Έμοιαζε έντελώς άπαθής, ή φούστα της ήταντσαλακωμένη κι είχε γυρίσει στο πλάι, τά μαλλιά της άπεριποίητα, καί το πρόσωπό τηςσημαδεμένο άπό τήν άποθάρρυνση καί τήν εξάντληση.

Μές στή μέση τής θρηνητικής της εξιστόρησης έκλεισε ξαφνικά τά μάτια — πράγμα όχιάσυνήθιστο, άφού συχνά στή διάρκεια τής συνεδρίας έμπαινε σε μιά κατάστασηαύτούπνωσης. Είχα άπό πριν άποφασίσει πώς δέν θά τσιμπούσα το δόλωμα —δεν θά τήνάκολουθούσα σ’αύτή τήν ύπνοειδή κατάσταση—, άντίθετα, θά τή φώναζα νά βγει άπ’ αύτήν. Είπα, « Μάρτζ», κι ήμουνα έτοιμος νά προφέρω τήν ύπόλοιπη πρόταση : « Μπορείς σεπαρακαλώ νά γυρίσεις πίσω;», όταν άκουσα μιά παράξενη καί δυνατή φωνή νά βγαίνει άπ’το στόμια της : « Δέν με γνωρίζεις ».

Είχε δίκιο. Δέν γνώριζα το πρόσωπο πού μιλούσε. Ή φωνή ήταν τόσο διαφορετική, είχε τόσηδύναμη, τόση αύταρχικότητα, πού γιά μιά στιγμή κοίταξα τριγύρω στο γραφείο μου νά δώμήπως είχε μπει κανείς.

« Ποιά είσαι; » ρώτησα.

« Εγώ ! Εγώ ! » Καί τότε ή μεταμορφωμένη Μάρτζ πήδηξε πάνο^ κι άρχισε νά περπατάει μεμεγάλα βήματα μέσα στο γραφείο, ψάχνοντας τά βιβλία στά ράφια μου, ισιώνοντας τά κάδρακι εξετάζοντας τά έπιπλά μου. Ήταν ή Μάρτζ, άλλά δέν ήταν ή Μάρτζ. Τά πάντα έκτος άπ’τάρούχα ήταν διαφορετικά — ή κορμοστασιά της, το πρόσωπό της, ή σιγουριά της, τοπερπάτημά της.

Αύτή ή καινούργια Μάρτζ ήταν ζωηρή και προκλητικά αλλα άπολαυστικά έρωτική. Ήπαράξενη μεστή κοντράλτο φωνή της είπε: « Αφού θες νά προσποιείσαι ότι είσαι Εβραίοςδιανοούμενος, διακόσμησε τουλάχιστον το γραφείο σου άναλόγως. Το κάλυμμα τού καναπέσου είναι γιά το παζάρι τής φιλοπτώχου -αν το πάρουνκι αύτό το πράγμα πού’χεις κρεμάσειστον τοίχο κοντεύει πιά νά λιώσει δόξα τώ Θεώ ! "Οσο γιά κείνες τις φωτογραφίες τώνκαλιφορνέζικων άκτών... Δέν αντέχω άλλες ερασιτεχνικές φωτογραφίες ψυχιάτρων ! »

Ήταν πανέξυπνη, πεισματάρα, πολύ σέξυ. Τί άνακούφιση, νά κάνω ένα διάλειμμα άπ’τήμονότονη φωνή τής Μάρτζ κι άπ’τήν άτελείωτη κλάψα της. Άρχιζα όμως νά μή νιώθω άνετα.Αύτή ή γυναίκα μού άρεσε υπερβολικά. Θυμήθηκα το θρύλο τής Λορελάι, καί παρόλο πούήξερα ότι ήταν επικίνδυνο νά χρονοτριβώ, κουβέντιασα μαζί της γιά λίγη. ώρα.

« Γιατί ήρθες ; » ρώτησα. « Γιατί σήμερα ; »

«Γιά νά γιορτάσω τή νίκη μου. Κέρδισα, ξέρεις ».

« Τί κέρδισες ; »

«Μη μού κάνεις τον κουτό! Άλλο εγώ, άλλο αύτή ! Δέν είναι υπεεεεερρροχα όλα όσα λές.Νομίζεις πώς μπορείς νά βοηθήσεις τη Μαρτζ;» Το πρόσωπό της είχε μιά όμορφηκινητικότητα, τα λογία της έβγαιναν μέ τόν μεγαλόστομο χλευασμό που θα περίμενε κάνειςαπ’τον κακό ενός βικτωριανού μελοδράματος.

Συνέχισε με το περιφρονητικό της, χλευαστικό ύφος : « Καί τριάντα χρόνια νά την είχες σέθεραπεία, πάλι εγώ θά. κέρδιζα. Μπορόυ νά καταστρέψω δουλειά ενός χρόνου μέσα σέ μιάμέρα. Αμα θέλω, την κάνω να πεσει στις ρόδες ενός φορτηγού ».

« Ναι, άλλά γιατί; Τί βγάζεις έσύ άπ’αύτό ; Αν χάσει, έχασες >>. Ισως νά ’μένα περισσότερηώρα μαζί της άπ’όση έπρεπε. Ηταν λάθος νά μιλάω μαζί της γιά τή Μάρτζ. Ήταν άδικο γιά τήΜάρτζ. Κι όμως ή επίδραση αυτής τής γυναίκας ήταν πολύ δυνατή, σχεδόν δέν μπορούσα νάτής άντισταθώ. Γιά λίγη ώρα ένιωθα νά με πλημμυρίζει μιά άπόκοσμη ναυτία, σάν νά κοίταζα

Page 159: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

κάτι άπαγορευμένο άπό μιά σχισμή στήν ύφανση τής πραγματικότητας, σάν νά ’βλεπα τάώμά συστατικά, τις ρωγμές καί τά ράμματα, τά εμβρυϊκά κύτταρα καί τά βλαστοκύτταρα πούστή φυσική τάξη πραγμάτων δέν τά βλέπεις στο τελειοποιημένο άνθρώπινο πλάσμα. Μέείχε καθηλώσει.

«Ή Μάρτζ είναι ένα σκουλήκι. Το ξέρεις. Πώς τήν άντέχεις ; Σκουλήκι! Σκουλήκι! » Κι έπειτα,στήν πιο έκπληκτική θεατρική παράσταση πού έχω δει ποτέ, άρχισε νά τή μιμείται. Κάθεχειρονομία πού είχα δει μέσα στούς μήνες, κάθε γκριμάτσα τής Μάρτζ, κάθε τηςσυμπεριφορά έμφανίστηκαν μπροστά στά μάτια μου μέ χρονολογική σειρά. Νά ή Μάρτζντροπαλή στήν πρώτη μας συνάντηση. Νά τη μαζεμένη σέ μιά γωνιά τού γραφείου. Καί νάτην πάλι μέ τεράστια πανικόβλητα μάτια νά μέ ικετεύει νά μήν τήν εγκαταλείψω. Νά την όταναύτοϋπνωτιζόταν, μέ τά μάτια κλειστά, μέ τά βλέφαρα νά τρεμοπαίζουν καλύπτοντας μιάφρενιτιώδη δραστηριότητα τύπου REM. Κι εδώ μέ το πρόσωπο συσπασμένο, φρικτάπαραμορφωμένο σάν τοΓ* Κουασιμόδου, άνίκανη σχεδόν νά μιλήσει. Εκεί κρυμμένη πίσωάπ’τήν πολυθρόνα της, όπως συνήθιζε νά κάνει όταν φοβόταν. Νά την πού διαμαρτύρεταιμελοδραματικά καί κοροϊδευτικά γιά έναν τρομερό πόνο σάν σφάχτη στή μήτρα καί στοστήθος της. Καί νά την πού γελοιοποιεί το τραύλισμα τής Μάρτζ καί μερικές άπ’τίς πιοσυχνές της φράσεις. « Χ-χ-χ-χ-αίρομαι τ-τ-ττ-όσο π-πολύ πού είσαστε ό ψυχίατρός μου ! »Καί γονατιστή:

« Μ-μτμ-μ-έ συμπ-μπ-αθεΐτε καθόλου, κ-κ-κ-κύριε Γιάλομ; Μ-μ-μ-μ-μή μ-μ’ άφήσετε, όταν δ-δ-δ-δ-δέν είστε εδώ, δ-δ-δδέν ύπ-πάρχω ».

Ή παράσταση ήταν εξαιρετική: σάν νά βλέπω το μπιζάρισμα μιας ήθοποιού πού σέ μιάβραδιά έπαιξε πολλούς ρόλους καί διασκεδάζει το κοινό επιστρέφοντας γιά πολύ λίγο, ίσωςγιά λίγα μόνο δευτερόλεπτα, στον καθέναν απ αυτούς. ( ξέχασα προς στιγμήν ότι σ’αύτό τοθέατρο ή ήθοποιός δέν ήταν στ αλήθεια ήθοποιός, άλλά ένας άπ’τούς ρόλους. Ή αληθινήήθοποιός, ή υπεύθυνη συνείδηση, παρέμενε κρυμμένη στα παρασκήνια.)

Ήταν μιά δεξιοτεχνική παράσταση. Αλλά καί μιά παράσταση άπίστευτα άπανθρωπη απότην « Εγώ » (δεν ήξερα πως αλλιώς νά τήν πώ). Τά μάτια της πετούσαν φλόγες, καθώςσυνέχιζε νά βεβηλώνει τή Μάρτζ, ή οποία, όπως έλεγε, ήταν αθεράπευτη, ήταν άπελπιστικήπερίπτωση, ήταν αξιοθρήνητη. Ή Μάρτζ, είπε ή « Εγώ », θά ’πρεπε νά γράψει τήναύτοβιογραφία της καί νά τής δώσει τίτλο ( εδώ άρχισε νά γελάει) « Γεννημένη άξιοθρήνητη».

«Γεννημένη άξιοθρήνητη». Χαμογέλασα χωρίς νά το θέλω. Αύτή ή Belle Dame sans Merci1ήταν άπίθανη γυναίκα. Βρίσκοντας τήν άντίπαλό της τόσο ελκυστική, διασκεδάζοντας τόσοπολύ με τόν τρόπο πού τή μιμούνταν, ένιωθα πώς έκανα απιστία στή Μάρτζ.

Καί ξαφνικά —presto!— τέλειωσαν όλα. Ή «Εγώ» έκλεισε γιά ενα-δυό λεπτά τά μάτια κι όταντά ξανάνοιξε είχε εξαφανιστεί καί στή θέση της είχε επιστρέψει ή Μάρτζ, κλαίγοντας καίτρομοκρατημένη. ’Έβαλε το κεφάλι άνάμεσα στά γόνατα, πήρε μερικες βαθιές ανασες καισιγά σιγά συνήλθε. ’Έκλαψε άρκετή ώρα μ αναφιλητα και τελικά μίλησε γιά όσα συνέβησαν.(Θυμόταν καλα τη σκηνη που είχε μόλις τελειώσει.) Ποτέ δέν είχε διχαστεί ξανα με τέτοιοντροπο —η μάλλον ναί, μιά φορά είχε εμφανιστεί μια άλλη προσωπικότητα πού τήν έλεγανΡούθ-Άν— αλλαγή γυναίκα πού ήρθε σήμερα δέν είχε ξαναεμφανιστεΐ ποτέ.

Είχα σαστίσει μ αυτό που είχε συμβεί. Ό ένας βασικός μου κανόνας -« Μεταχειρίσου τήΜάρτζ ως ισότιμη »δέν επαρκούσε πιά. Ποιά Μάρτζ; Τή Μάρτζ πού κλαψούριζε μπροστάμίου ή τή σέξυ, αμέριμνη Μάρτζ; Μου φαινόταν ότι το σημαντικό πού είχα να σκεφτώ τώραήταν ή σχέση μου με τήν ασθενή μου — το «ανάμεσά» μας (μιά άπ’τίς άπειρες αδέξιεςεκφράσεις τού Μπιούμπερ). ’Αν δεν μπορούσα νά τήν προστατέψω και νά παραμείνωπιστός στή σχέση αύτή, κάθε ελπίδα γιά θεραπεία ήταν χαμένη. Ήταν άνάγκη νάτροποποιήσω τον βασικό μου κανόνα, « Μεταχειρίσου τήν ασθενή ώς ισότιμη », σε «Μείνεπιστός στήν άσθενή ». Πάνω άπ’όλα, δέν έπρεπε νά επιτρέψω στον εαυτό μου νά γοητευτείάπό τήν άλλη Μάρτζ.

Page 160: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Ό άσθενής μπορεί ν’ άνεχτεΐ νά μήν τού είναι πιστός ο θεραπευτής του έξω άπ’τήν ώρα πούτού άνήκει. Παρόλο πού υπονοείται ότι οι θεραπευτές έχουν κι άλλες σχέσεις, ότι ένας άλλοςάσθενής περιμένει άπ’έξω νά τελειώσει ή συνεδρία, υπάρχει συχνά μιά σιωπηρή συμφωνίανά μή θίγεται αύτό το ζήτημια στή θεραπεία. Θεραπευτής καί θεραπευόμενος συνωμοτούνκαί προσποιούνται ότι ή σχέση τους είναι μονογαμική. Κι οι δυο ελπίζουν κρυφά/ότι όάσθενής πού βγαίνει κι ό άσθενής πού μπαίνει δέν θά συναντηθούν. Γιά νά το αποφύγουν,μάλιστα, κάποιοι θεραπευτές κατασκευάζουν δυο πόρτες στο γραφείο τους, άλλη για τηνεισοδο, άλλη για την εςοδο.

Ό άσθενής όμως έχει δικαίωμα νά περιμένει νά τού είσαι πιστός στή διάρκεια τής ώρας του.Το σιωπηρό συμβόλαιό μου μέ τή Μάρτζ (όπως καί μ’όλους τούς άσθενεΐς μου) είναι πώς,όταν βρίσκομαι μαζί της, είμαι ολοκληρωτικά, μιέ όλη μου τήν καρδιά καί άποκλειστικά μαζίτης. Ή Μάρτζ φώτισε μιάν άλλη διάσταση αύτού τού συμβολαίου : ότι πρέπει νά είμαι μαζίμιέ τον πιο κεντρικό της εαυτό. Αντί νά σχετιστεί μ’ αυτόν τον άδιάσπαστο εαυτό της, όπατέρας της, πού τήν κακοποιούσε σεξουαλικά, είχε συμβάλει στήν άνάπτυξη ενόςπλασματικού σεξουαλικού εγώ. Εγώ δέν έπρεπε νά κάνω το ίδιο λάθος.

Δέν ήταν εύκολο. Γιά νά είμαι ειλικρινής, ήθελα νά ξαναδώ τήν « Εγώ ». Παρόλο πού τήγνώριζα λιγότερο άπό μία ώρα, μέ είχε γοητεύσει. Το μουντό φόντο τών δεκάδων ώρών πούείχα περάσει με τή Μάρτζ έκανε αύτό το έντυπωσιακό φάντασμα.νά προβάλλει μεέκθαμβωτική καθαρότητα. Τέτοιοι χαρακτήρες δέν έμφανίζονται συχνά στή ζωή μας.

Δέν ήξερα τ’όνομά Της, κι έκείνη δέν είχε μεγάλη έλευθερια, αλλά ξέραμε κι οι δυο πως ναβρούμε ο ένας τον άλλον. Στην επόμενη συνεδρία προσπάθησε αρκετες φορές να ξανάρθεισε μένα. ’Έβλεπα τή Μάρτζ νά παίζει τά βλέφαρά της κι έπειτα νά τά κλείνει. ’Αν αύτόκρατούσε ένα-δυό λεπτά παραπάνω, θά ’χαμέ ξαναβρεθεί. ’Ένιωθα άνόητος άλλά καίάνυπόμονος. Γλυκές αναμνήσεις άπ’τά παλιά πλημμύριζαν το μυαλό μου. Θυμήθηκα πώςπερίμενα σ’ένα κατάφυτο μέ φοίνικες άεροδρόμιο τής Καραϊβικής, νά προσγειωθεί τοαεροπλάνο πού θά ’φερνε τήν άγαπημένη μου.

Αύτή ή γυναίκα, ή « Εγώ », μέ καταλάβαινε. ’Ήξερε ότι μέ είχε κουράσει το κλαψούρισμα καίτο τραύλισμα τής Μάρτζ, ότι μέ είχαν έξαντλήσει οι πανικό' της, το κουλούριασμά της στιςγωνίες καί το κρύψιμό της κάτω άπ’τό τραπέζι, ότι μέ είχε κουράσει ή ψιλή παιδική φωνούλατης. ’Ήξερε πώς ζητούσα μιά άληθινή γυναίκα. ’Ήξερε πώς άπλώς προσποιόμουν ότιμεταχειρίζομαι τή Μάρτζ ισότιμα. ’Ήξερε πώς δέν ήμασταν ίσοι. Καί πώς να είμαστε, όταν ήΜάρτζ φερόταν τόσο τρελά κι έγώ τήν άντιμετώπιζα μέ συγκατάβαση, άνεχόμενος τήν τρέλατης ;

Η θεατρική παράσταση τής « Έγώ», όπου ξετύλιξε όλες αυτές τις σκηνούλες τήςσυμπεριφοράς τής Μάρτζ, μ’ έπεισε ότι κι οι δυο μας ( και μονο οι δύό μας ) καταλαβαίναμε τίείχα τραβήξει με τη Μάρτζ. Ή « Έγώ » ήταν ή χαρισματική, ώραία σκηνοθέτης που είχεδημιουργήσει αύτή τήν ταινία. Παρόλο πού μπορούσα να γράψω ένα κλινικό άρθρο γιά τήΜάρτζ ή νά μιλήσω σέ συναδέλφους γιά τήν πορεία τής θεραπείας της, δέν μπορούσα ναμεταδώσω πραγματικα την ούσία τής έμπειρίας μου μαζί της. Ηταν αφατη. Η « Εγώ» όμωςήξερε. ’Αν μπορούσε να παίζει όλους αύτους τούς ρόλους, τότε προφανώς έκείνη ήταν οκαθοδηγητικός νούς πού κρυβόταν πίσω τους. Έκείνη κι έγώ μοιραζόμασταν κάτι πού ήτανπέρα άπ’τή γλώσσα.

Πρέπει όμως να είμαι πιστός ! Να είμαι πιστός ! Είχα υποσχεθεί τον εαυτό μου στή Μάρτζ.Θά ’ταν καταστροφικό γιά κείνην νά συνταχθώ με τήν « Εγώ »: ή Μάρτζ θά γινόταν έναςκομπάρσος, ένα πρόσωπο πού μπορούσε ν’άντικατασταθει. Κι αύτό άκριβώς~έπιδίωκεφυσικά ή άλλη της προσωπικότητα. Ή «Εγώ » ήταν μιά Λορελάι, όμορφη και μηχανορράφος,άλλά και θανάσιμη — ή ενσάρκωση όλης τής οργής καί τού μίσους τής Μάρτζ γιά τον εαυτότης.

Παρέμεινα λοιπόν πιστός, κι όταν ένιωθα πώς πλησίαζε ή « Εγώ » —γιά παράδειγμα, όταν ή

Page 161: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Μάρτζ έκλεινε τά μάτια κι άρχιζε νά μπαίνει σέ ύπνωση— τήν ξυπνούσα άμέσωςφωνάζοντας : « Μάρτζ, γύρνα πίσω ! »

Αφού έγινε μερικές φορές αύτό, συνειδητοποίησα ότι ή τελική δοκιμασία βρισκόταν άκόμοίμπροστά μας : ή « Εγώ » μάζευε άμείλικτη δυνάμεις καί προσπαθούσε άπεγνωσμένα νάξαναγυρίσει. Ή στιγμή άπαιτούσε μιά απόφαση, κι επέλεξα νά μείνω/στο πλευρό τής Μάρτζ.Γιά χάρη της θά θυσίαζα τήν άντίζηλό της, θά τήν ξεπουπούλιαζα, θά τήν κομμάτιαζα καί,κομματάκι κομματάκι, θά τήν τάιζα στή Μάρτζ. Ή τεχνική μου ήταν νά έπαναλαμβάνω μιάμόνιμη έρώτηση : « Μάρτζ, τί θά ’λεγε “ έκείνη ” αν ήταν έδώ ; »

Μερικές άπ’ τις άπαντήσεις τής Μάρτζ ήταν άπρόσμενες, άλλες ήταν γνώριμες. Μιά μέρα,όταν τήν είδα νά διατρέχει ντροπαλά μέ το βλέμμα τά άντικείμενα τού γραφείου μου, είπα:

«’Έλα, Μάρτζ, μίλα. Μίλα γιά λογαριασμό “ της ” ».

Ή Μάρτζ πήρε βαθιά άνάσα καί δυνάμωσε τή φωνή της.

« Αφού θέλετε νά προσποιείστε ότι είστε ένας Εβραίος διανοούμενος, γιατί δέν διακοσμείτετο γραφείο σας άνάλογα·; »

Το είπε σάν νά ’ταν μιά πρωτότυπη σκέψη, κι ήταν προφανές ότι δέν θυμόταν όλα όσα είχεπει ή « Εγώ ». Δέν μπόρεσα νά μή χαμογελάσω : χαιρόμουν πού μοιραζόμουν μερικάμυστικά μέ τήν άλλη της προσωπικότητα.

«Κάθε πρόταση καλοδεχούμενη, Μάρτζ».

Καί, προς μεγάλη μου έκπληξη, πρότεινε ^διάφορες καλές λύσεις. «Βάλτε κάτι πού ναχωρίζει το ακαταστατο γραφείο σας απ’τόν υπόλοιπο χώρο, ίσως μιά κρεμαστή γλαστρα μεμια φούξια, ή ένα παραβάν: Νά βρείτε καί μια πιο ήσυχη σκούρα καφέ κορνίζα γι αυτή τηφωτογραφία με την παραλία αν θε λετε οπωσδήποτε νά τήν κρατήσετε— και πάνω απ όλα,ξεφορτωθείτε αύτόν τόν έτοιμόρροπο πάπυρο πού κρέμεται στόν τοίχο. Είναι τόσοφανταχτερός πού με πιάνει πονοκέφαλος. Τόν χρησιμοποιώ γιά νά υπνωτίζομαι».

«Μ’άρέσουν οι προτάσεις σου,. Μάρτζ, αν έξαιρέσουμε ότι είσαι πολύ σκληρή με τόνπάπυρό μου. Είναι παλιός μου φίλος. Τόν άγόρασα πριν άπό τριάντα χρόνια στή Σαμόα ».

«Οι παλιοί φίλοι μπορεί νά νιώθουν πιο άνετα στο σπίτι άπ’ ό,τι στο γραφείο ».

Τήν κοίταξα καλά. Ήταν τόσο ετοιμόλογη. Μά μιλούσα πραγματικά με τή Μάρτζ;

Αφού ήλπιζα νά εγκαθιδρύσω μιά ομοσπονδία συγχώνευσης τών δύο Μάρτζ, πρόσεχα νάτονίζω τή θετική πλευρά τής καθεμιάς τους. ’Αν άνταγωνιζόμουν με οποιονδήποτε τρόπο τήν« Έγώ », έκείνη θά έκδικούνταν άπλώς τή Μάρτζ. ’Έτσι φρόντισα, ας πούμε, νά πώ στήΜάρτζ (υπέθετα πώς ή « Έγώ » άκουγε τα παντα ) ποσο άπολάμβανα τήν άνεμελιά, τήζωντάνια, τήν άναίδεια τής « Έγώ ».

Επρεπε όμως νά κρατάω γερά το τιμόνι. ’Αν παραήμουν ειλικρινής, η Μαρτζ θα ’βλεπε πόσοπροτιμούσα τήν άλλη της προσωπικότητα. Ηταν πολύ πιθανό η «’Εγώ » νά τής το είχε ηδηχτυπήσει αυτό τής Μαρτζ, άλλά δέν έ’βλεπα καμιά ένδειξη.

Ημουνα βέβαιος πως η « Εγώ », η άλλη Μάρτζ, ήταν έρωτευμένη μαζί μου. ’Ίσως νάμ’άγαπούσε άρκετά γιά ν’άλλάξει συμπεριφορά! Σίγουρα θα ήξερε πως η αναίτιακαταστροφικότατα θά μέ άπωθούσε.

Αύτή τήν πλευρά τής ψυχοθεραπείας, λοιπόν, δέν τή μαθαίνουμε στήν έκπαίδευσή μας :πλέξε ενα_ε£&λλιο μέ τον χειρότερο έ^θ$ό_τού ασθενούς σου, κι όταν είσαι σίγουρος πώς όεχθρός σ’ αγαπάει, χρησιμοποίησε τήν αγάπη του γιά νά έξουδετερώσεις τις επιθέσεις τουστον άσθενή σου.

Page 162: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Στους επόμενους μήνες τής θεραπείας παρέμεινα πιστός στή Μάρτζ. Μερικές φορέςπροσπαθούσε νά μου μιλήσει γιά τή Ρούθ-Άν, τήν τρίτη προσωπικότητα, ή νά γλιστρήσειστήν ύπνωση καί νά παλινδρομήσει σέ μικρότερη ήλικία, άλλά εγώ άρνιόμουνα νάπαρασυρθώ άπό οποιονδήποτε τέτοιο πειρασμό. Πάνω άπ ’ όλα είχα πάρει τήν άπόφασηνά είμαι « παρών » μαζί της καί, κάθε φορά πού άρχιζε ν’άπομακρύνεται άπ’τήν παρουσίαμου ξεφεύγοντας σέ κάποια άλλη ήλικία ή κάποιον άλλο ρόλο, τή φώναζα άμέσως νάξαναγυρίσει.

"Οταν πρωτοάρχισα νά δουλεύω ώς ψυχοθεραπευτής, πίστευα άφελώς ότι το παρελθόνήταν κάτι παγιωμένο πού μπορούσες νά το γνωρίσεις. "Οτι αν ήμουν άρκετά οξυδερκής, θάμπορούσα ν’ άνακαλύψω έκείνη τήν πρώτη λάθος στροφή, εκείνο το μοιραΐρ μονοπάτι πούοδήγησε μιά ζωή σέ στραβό δρόμο. Κι ότι μπορούσα μέ βάση αύτή τήν άνακάλυψη νάδράσω έτσι, ώστε νά ξαναφέρω τά πράγματα στον ίσιο δρόμο. Έκείνη τήν έποχή θάβάθαινα τήν ύπνωτική κατάσταση τής Μάρτζ, θά τήν έκανα νά πάει πίσω σέ μικρότερηήλικία, θά τής ζητούσα νά εξερευνήσει τά παιδικά της τραύματα —τή σεξουαλικήκακοποίηση άπ’ τον πατέρα της, ας πούμε— και θά τήν προέτρεπα νά βιώσει καίν’άπελευθερώσει όλα τά συνοδευτικά συναισθήματα, τό φοβο, τή διέγερση, τήν οργή, τήνπροδοσία.

Στά χρόνια πού πέρασαν όμως έμαθα πώς το έργο τού θεραπευτή δέν είναι νά έμπλέξει τονάσθενή σέ μιά άπό κοινού άρχαιολογική άνασκαφή. ’Αν κάποιοι άσθενεΐς βοηθήθηκανκάποτε μ’ αύτό τον τρόπο, δέν ήταν επειδή άναζήτησαν κι άνακάλυψαν εκείνο το λάθοςμονοπάτι ( μιά ζωή δέν πάει ποτέ στραβά εξαιτίας ενός λανθασμένου μονοπατιού, πάειστραβά γιατί ή κεντρική κατεύθυνση είναι λάθος ). ’Όχι, ό θεραπευτής δέν βοηθάει τονάσθενή του κοσκινίζοντας τό παρελθόν, άλλά όντας παρών εν άγάπη μ’ αύτόν τόν άνθρωπο.’Όντας άξιος εμπιστοσύνης, έχοντας γνήσιο ενδιαφέρον. Καί πιστεύοντας πους η κοινή τουςδραστηριότητα θα είναι τελικά επανορθωτική και ιαματική. Το δράμα τής θεραπευτικήςπαλινδρόμησης και τής ανακεφαλαίωσης τής αιμομιξίας (ή, έδώ που τα λεμε, οποιοδήποτεθεραπευτικό σχέδιο, είτε αυτό στοχεύει στην κάθαρση είτε στη (διανοητική κατανόηση ) είναιιαματικό μόνο έπειδή παρέχει στόν θεραπευτή καί στον θεραπευόμενο κάποιαένδιαφέρουσα κοινή δραστηριότητα, ένόσω ή αληθινή θεραπευτική δύναμη -ή σχέση—ωριμάζει,,πάνω στο δέντρο.

’Έτσι άφοσιώθηκα στο να είμαι παρών καί πιστός. Συνεχίσαμε να κατατρώμε τήν άλληΜάρτζ. Έγώ άναρωτιομουν μεγαλόφωνα: «Τί θά’λεγε έκείνη σ’αύτή τήν περίπτωση; Πώς θάντυνόταν καί πώς θά περπατούσε; Δοκίμασέ το. Κάνε πώς είσαι ή άλλη γιά ένα-δυο λεπτά».

Καθώς περνούσαν οι μήνες, ή Μάρτζ τρεφόταν εις βάρος τής άλλης της προσωπικότητας.Το πρόσωπό της έγινε πιο στρογγυλό, το μπούστο της πιο γεμάτο. ’Έδειχνε καλύτερα,ντυνόταν καλύτερα. Καθόταν πιο ίσια. Φορούσε καλσόν μέ σχέδια. Σχολίαζε τάστραβοπατημένα μου παπούτσια.

Κάποιες φορές θεωρούσα τή δουλειά πού κάναμε κανιβαλισμό. Ήταν σάν νά είχαμεέκχωρήσει τήν άλλη Μάρτζ σέ μιά ψυχολογική τράπεζά οργάνων. Πότε πότε, όταν ό δέκτηςήταν καλα προετοιμασμένος, αποσύραμε κάποιο κομμάτι τής « Έγώ » για μεταμόσχευση. ΗΜάρτζ άρχισε νά μού συμπεριφέρεται σάν ισότιμη, μού έκανε ερωτήσεις, φλέρταρε λίγο. «Πώς θά τά βγάλετε πέρα χωρίς εμενα, όταν τελειώσουμε; Είμαι σίγουρη πως θά σάς λείψουντά νυχτερινά μου τηλεφωνηματάκια ».

Αρχισε για πρώτη φορά να μού κάνει προσωπικές έρωτήσεις. «Πώς άποφασίσατεν’άσχοληθεϊτε μ’αύτή τή δουλειά; Το μετανιώσατε ποτέ ; Βαριέστε καμιά φορά ; Βαριέστεκαθόλου μαζί μου ; Τί κάνετε μέ τά δικά σας προβλήματα; » Είχε οικειοποιηθεί τά τολμηράκομμάτια τής άλλης Μάρτζ, όπως τήν είχα προτρέψει να κάνει, κι ήταν σημαντικό να είμαιδεκτικός καί να σεβαστώ κάθε της ερώτηση. Απαντούσα σε όλες με όσο μεγαλύτερηπληρότητα καί ειλικρίνεια ήταν δυνατόν. Παρακινημένη απ’τις απαντήσεις μου, ή Μάρτζ έγινεάκόμα πιο τολμηρή άλλά καί πιο ήπια στις συζητήσεις μας.

Page 163: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Κι ή άλλη Μάρτζ; Αναρωτιέμαι τί άπέμεινε τώρα άπό κείνην. Ένα ζευγάρι άδειες γόβεςστιλέτο; "Ενα δελεαστικό, τολμηρό βλέμμα πού ή Μάρτζ δέν τόλμησε άκόμα νά τοοικειοποιηθεί ; "Ενα χαμόγελο-φάντασμα, σάν τή γάτα τού Τσέσαϊρ; Πού είναι ή ήθοποιόςπού έπαιζε τή Μάρτζ με τόση σπιρτάδα; Είμαι σίγουρος πώς εξαφανίστηκε : έκείνη ήπαράσταση άπαιτούσε μεγάλη ζωτικότητα, καί τώρα πιά ή Μάρτζ κι εγώ είχαμε ρουφήξειάπό μέσα της όλους της τούς χυμούς. Παρόλο πού συνεχίσαμε νά δουλεύουμε μαζί πολλούςμήνες έπειτα άπό τή μέρα πού έμφανίστηκε ή « Εγώ », καί παρόλο πού στο τέλος πάψαμενά μιλάμε γιά κείνην, δέν τήν ξέχασα ποτέ : εμφανίζεται ξαφνικά κι-έξαφανίζεται σέάνύποπτο χρόνο άπ’τή σκέψη μου.

Πριν ξεκινήσουμε τή θεραπεία, είχα ενημερώσει τή Μάρτζ ότι θά μπορούσαμε νάσυναντιόμαστε γιά μιά περίοδο το πολύ δεκαοχτώ μηνών, λόγω τής εκπαιδευτικής άδειαςπού προγραμμάτιζα νά πάρω. Τώρα είχε φτάσει το τέλος τού χρόνου, και μαζί του το τέλοςτής δουλειάς μας. Ή Μάρτζ είχε άλλάξει: οι πανικοί της εμφανίζονταν πιά πολύ σπάνια. Τάμεσονύκτια τηλεφωνήματα άνηκαν στο παρελθόν. Είχε άρχίσει νά χτίζει μιά κοινωνική ζωή κιείχε κάνει δυο στενές φίλες. Είχε πάντα ταλέντο στή φωτογραφία καί τώρα, γιά πρώτη φοράμετά άπό χρόνια, είχε ξαναπιάσει τή φωτογραφική της μηχανή κι άπολάμβανε ξανά αύτή τήμορφή δημιουργικής έκφρασης.·

Ενιωθα ικανοποιημένος μέ τή δουλειά μας άλλά δέν είχα τήν ψευδαίσθηση πώς ή θεραπείατης είχε ολοκληρωθεί, ούτε ξαφνιάστηκα πού είδα, καθώς πλησίαζε ή τελευταία μαςσυνέδρια, νά Υποτροπιάζουν τά παλιά της συμπτώματα. Καθόταν στο κρεβάτι ολόκληραΣαββατοκύριακα. Περνούσε πολλές ώρες κλαίγοντας. Ή αυτοκτονία έμοιαζε πάλι να τήνπροσελκύει. Ακριβώς μετά τήν τελευταία μας συνάντηση, έλαβα ένα θλιμμένο γράμμα τηςπού έλεγε τά εξής :

Πάντα φανταζόμουνα πώς' ίσως να γράφατε κάτι γιά μένα.

Ήθελα ν άφησω ένα άποτύπωμα στη ζωή σας. Δεν θέλω νά είμαι άπλώς «άλλη μιάάσθενής». ’Ήθελα νά είμαι «ιδιαίτερη». Θέλω νά είμαι κάτι, οτιδήποτε. Νιώθω σάν ένα τίποτα,σάν νά μην είμαι κανένας. ”Αν άφηνα ένα άποτύπωμα στη ζωή σας, ίσως νά γινόμουνακάποιος, κάποιος πού δέν θά τόν ξεχνούσατε. Τότε θά υπήρχα.

Μάρτζ, κατάλαβε σε παρακαλώ πώς, αν.κι έγραψα ένα κεφάλαιο γιά σένα, δέν το έχανα γιάνά σέ βοηθήσω νά υπάρξεις. Έσύ ύπάρχεις χωρίς νά σ*. σκέφτομαι καί χωρίς να γράφω γιασένα, όπως κι έγώ συνεχίζω νά υπάρχω κι όταν δέν μέ σκέφτεσαι.

Αύτή είναι βέβαια μιά ιστορία ύπαρξης — πού γράφτηκε όμως για την άλλη Μαρτζ, για κείνηπού δέν υπάρχει πιά. ’Ήθελα νά είμαι ο δήμιος της, να τη θυσιάσω για σένα. ’Αλλά δέν τήνξέχασα : πήρε την εκδίκησή της άφήνοντας τήν εικόνα της σάν καφτή στάμπα στή μνήμημου.

1

Page 164: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Αναζητώντας τον ονειρευτή

ΤΕΛΙΚΑ ΟΛΑ ΕΧΟΓΝ ΝΑ ΚΑΝΟΥΝ ΜΕ ΤΟ ΣΕΞ. Έτσι δέν λέτε εσείς οι ψυχίατροι; Λοιπόν, στήδική μου περίπτωση ίσως καί νά’χετε δίκιο. Γιά ρίξε μιά ματιά σ’αύτό έδώ, γιατρέ.Θ’άνακαλύψεις μερικά ενδιαφέροντα πράγματα γιά το πώς συνδέονται οι ήμικρανίες μου piτή σεξουαλική μου ζωή ».

Βγάζοντας άπ’ το χαρτοφύλακά του έναν χοντρό κύλινδρο, ο Μάρβιν μού ζήτησε νά κρατήσωτή μιά άκρη καί ξετύλιξε με προσοχή ένα διάγραμμα μήκους ένός μέτρου, πάνω στο όποιοείχε σχολαστικά καταγράψει κάθε του ήμικρανία καί κάθε του σεξουαλική έπαφή τωντελευταίων τεσσάρων μηνών. Μιά ματιά μού έφτανε/γιά ν’ άντιληφθώ τήν περιπλοκότητα τήςγραφικής παράστασης. Κάθε ήμικρανία, ή έντασή της, ή διάρκεια καί ή θεραπεία της ήτανσημειωμένα με μπλε χρώμα. Κάθε σεξουαλική δραστηριότητα, σημειωμένη μέ κόκκινο,κατατασσόταν σέ μιά κλίμακά πέντε βαθμών, άνάλογα μέ τήν επίδοση τού Μάρβιν. Οιπρόωρες έκσπερματώσεις ήταν σημειωμένες χωριστά, όπως καί τά επεισόδια άνικανότητας— κάνοντας όμως διάκριση άνάμεσα στήν άδυναμία νά έχει στύση και στήν άδυναμία νά τήδιατηρήσει.

Παραήταν πολλά γιά νά τά άπορροφήσω με μιά ματιά.

« Πολύ άναλυτική δουλειά », είπα. « Πρέπει νά σού πήρε πολλές μέρες».

« Μ’ άρεσε πού τό’κανα. Είμαι καλός σ’αύτά. Ό κόσμος ξεχνάει πώς εμείς οι λογιστές έχουμεκαί γραφιστικές ικανότητες, πού δέν τις χρησιμοποιούμε ποτέ στις φοροτεχνικές εργασίες.Όρίστε, κοίτα τον ’Ιούλιο : τέσσερις ήμικρανίες, πού καθεμιά τους· συνέβη είτε μετά άπό μιάάνικανότητα είτε μετά άπό μιά σεξουαλική επίδοση τής τάξης του ένός ή τού δύο ».

Παρακολούθησα το δάχτυλό του καθώς μού έδειχνε τις διακυμάνσεις τής ήμικρανιας και τήςανικανότητας. Ειχε δικιο, η συνάρτηση ήταν έντυπωσιακή, άλλά είχα αρχίσει νά^εκνευρίζομαι. Είχα πέσει έξω στόν προγραμματισμό μου. Μόλις είχαμε ξεκινήσει τήν πρώτημας συνέδρια, κι ήθελα να μάθω πολύ περισσότερα γιά τον Μάρβιν, προτού νιωσω ότι είμαιέτοιμος να εξετάσω το διάγραμμα του. Αυτός όμως μου το βάλε μπροστά στά μάτια τόσοπιεστικά, πού δεν είχα άλλη έπιλογή άπ’τό νά παρακολουθώ το κοντόχοντρο δάχτυλό του νάδιαγράφει τήν πορεία τού ερωτικού λαβυρίνθου τού περασμένου Ιουλίου.

Πριν άπό έξι μήνες, στά έξηντατέσσερα χρόνια του, ό Μάρβιν παρουσίασε ξαφνικά πρώτηφορά στή ζωή του ήμικρανίες, οι όποιες παρέλυαν τις καθημερινές του δραστηριότητες. Είχεπάει σε κάποιον νευρολόγο πού δέν κατάφερε νά τις θέσει ύπό έλεγχο, κι έκεΐνος τόνπαρέπεμψε σε μένα.

Είχαν περάσει μόνο λίγα λεπτά άπ’τή στιγμή πού πήγα νά τόν ύποδεχτώ στήν άναμονή μου.Τόν έβλεπα πρώτη φορά. Καθόταν ύπομονετικά — ένας κοντόχοντρος, φαλακρός άντρας μέγυαλιστερό κεφάλι καί μάτια κουκουβάγιας πού δέν άνοιγόκλειναν ποτέ, καθώς σέ κοιτούσανμέσα άπό υπερμεγέθη γυαλιά μέ λαμπερό σκελετό χρωμίου.

Πολύ σύντομα θα μαθαινα πώς τά γυαλιά οράσεως τού προκαλούσαν τεράστιο ενδιαφέρον.Τά πρώτα του λόγια μετά τή χειραψία μας και καθώς με άκολουθούσε στο διάδρομο προς τογραφείο μου, ήταν να με συγχαρεί γιά το σκελετό τών γυαλιών μου και να ρωτήσει τι μάρκαήταν. Νομίζω πώς έπεσα πολύ στην εκτίμηση του, όταν ομολογησα πώς άγνοούσα τοόνομα του κατασκευαστή. Γα πράγματα έγιναν άκόμα πιο άμήχανα οταν^ έβγαλα τά γυαλιάμου γιά νά δώ τή μάρκα στο ‘βραχίονα και ανακάλυψα πώς, χωρίς νά τά φοράω, δένμπορούσα νά τή ιαβάσω. Κι άφού τ’άλλα μου γυαλιά τά είχα άφήσει στο σπίτι,̂ δεν υπήρχετρόπος νά τού δώσω τήν άσήμαντη πληροφορία που μού ζητούσε. Τού έτεινα λοιπόν τάγυαλιά μου γιά νά τά διαβάσει εκείνος. Δυστυχώς είχε κι εκείνος πρεσβυωπία, κι έτσικαταναλώσαμε τα πρώτα λεπτά τής άρχικής μας συνάντησης, μέχρι νά βγάλει και νάφορέσει ό Μάρβιν το δεύτερο ζευγάρι γυαλιά πού είχε γιά το διάβασμα.

Page 165: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Καί τώρα, "λίγα μόλις λεπτά άργότερα, πριν καταφέρω νά προχωρήσω στις συνηθισμένεςμου εισαγωγικές έρωτήσεις, βρισκόμουνα περιτριγυρισμένος άπό το σχολαστικό μπλε καίκόκκινο διάγραμμά του. ’Όχι, δέν κάναμε καλή αρχή. Στο μεταξύ μόλις είχα βγει άπό μιά πολύέντονη άλλά έξαντλητική συνεδρία μέ μιά ήλικιωμένη χήρα, πού βρισκόταν σέ μεγάληάναστάτωση, γιατί τής είχαν κλέψει τήν τσάντα. Αύτό περιέπλεκε το πρόβλημα, καθώς μέροςτής σκέψης μου βρισκόταν άκόμα μαζί της, κι έπρεπε νά τσιγκλίσω τον εαυτό μου γιά νάδώσω στον Μάρβιν τήν προσοχή πού τού άξιζε.

’Έχοντας λάβει μόνο ένα σύντομο σημείωμα άπ’τόν νευρολόγο, δέν ήξερα σχεδόν τίποτα γιάτον Μάρβιν καί, άφού ολοκληρώσαμε τήν εναρκτήρια τελετουργία τών γυαλιών, ξεκίνησα τήσυνεδρία ρωτώντας : « Ποιο είναι το πρόβλημα;» Καί τότε εκείνος άπάντησε ότι « εσείς οιψυχίατροι» νομίζετε πώς « τελικά όλα έχουν νά κάνουν μέ το σέξ ».

Τύλιξα το διάγραμμα, τού είπα ότι θά ’θελα νά το μελετήσω λεπτομερώς άργότερα καίέπιχείρησα νά ξαναδώσω στή συνεδρία λίγο ρυθμό, ζητώντας του νά μού πει το ιστορικό τήςαρρώστιας του άπ’τήν αρχή.

Μού είπε ότι περίπου πριν άπό έξι μήνες άρχισε γιά πρώτη φορά στή ζωή του νά ύποφέρειάπό πονοκεφάλους. Είχε τα συμπτώματα τής κλασικής ήμικρανίας : μιά προειδοποιητικήοπτική αύρα ( σάν άστραπές ) κι έναν απίστευτο πόνο, μονόπλευρα κατανεμημένο στοκρανίο, πού τον έκανε νά μήν μπορεί νά κουνήσει γιά ώρες καί συχνά τον υποχρέωνε νάξαπλώσει σ’ ένα σκοτεινό δωμάτιο.

« Καί .λες ότι έχεις βάσιμους λόγους νά πιστεύεις πώς ή σεξουαλική σου έπίδοση πυροδοτείτήν ήμικρανία ; »

« Μπορεί να σου φαίνεται περίεργο -γιά έναν άντρα στήν ηλικία μου καί στή θέση μουάλλάδέν μπορείς ν’άμφισβητήσεις τά γεγονότα. 'Ορίστε οι άποδείξεις ! » 'Εδειξε τόν κύλινδρο πούαναπαυόταν τώρα πάνω στό γραφείο μου. «Τούς τελευταίους τέσσερις μήνες, μέσα στιςεικοσιτέσσερις ώρες πού προηγούνταν κάθε ήμικρανίας, είχα μιά σεξουαλική αποτυχία».

Ό Μάρβιν μιλούσε μ’ έναν άργό, πομπώδη τρόπο. Προφανώς είχε προβάρει άπό πριν τούλικό του.

« Τόν τελευταίο χρόνο έχω κάτι έντονες μεταβολές στή διάθεσή μου. Περνάω πολύ γρήγοραάπ’τό νά είμαι καλά στό νά νιώθω σάν νά ήρθε το τέλος τού κόσμου. Μή βιάζεσαι πάντως νάβγάλεις συμπεράσματα, γιατρέ ». Στό σημείο αύτό μού κούνησε έντονα τόν δείκτη γιάμεγαλύτερη έμφαση. «"Όταν λέω ότι νιώθω καλά, δέν έννοώ ότι είμαι σέ κατάσταση μανίας— τά περάσαμε κι αύτά, μέ τούς νευρολόγους πού προσπάθησαν νά μού δώσουν λίθιο γιάμανιοκατάθλιψη. Και το μόνο πού έκανε ήταν νά μού διαλύσει τά νεφρά. Νά γιατί ό κόσμοςπάει τούς γιατρούς στά δικαστήρια. Είδες ποτέ έσύ κανένα περιστατικό μανιοκατάθλιψης νάξεκινάει στά έξηντατέσσερα; Έσύ τί πιστεύεις, γιατρέ, έπρεπε νά μού δώσουνε λίθιο ; »

Οι ερωτήσεις του μέ ένόχλησαν. Μέ περισπούσαν, άλλά δέν ήξερα και πώς ν’άπαντήσω.Είχε σκοπό νά πάει τόν νευρολόγο του στα δικαστήρια ; Δέν ήθελα νά μπλέξω μέ κάτι τέτοιο.Είχα ν αντιμετωπίσω παρα πολλά συγχρόνως. Επικαλέστηκα τήν αποτελεσματικότητα.

« Ευχαρίστως να επανέλθω αργότερα σ’ αύτά σου τά έρωτήματα, σήμερα πάντως θάκάνουμε καλύτερη χρήση τού χρόνου μας, αν μού δώσεις πρώτα ολόκληρο το κλινικόιστορικό σου απ τήν άρχή ώς τό τέλος ».

«Δίκιο έχεις ! Ας μείνουμε στό προκείμενο. Λοιπόν, όπως έλεγα, παραπαίω άνάμεσα στό νάνιώθω καλά καί στό νά νιώθω άγχος και κατάθλιψη —μαζί και τα δυο—, κι οι πονοκέφαλοι μεπιάνουν πάντα όταν είμαι σε φάση κατάθλιψης. Μέχρι πριν άπό έξι μήνες δέν ήξερα τί θά πειπονοκέφαλος ».

« Και ό σύνδεσμος μεταξύ σέξ και κατάθλιψης ; »

Page 166: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

« Αύτό θά ’λεγα τώρα — »

Προσοχή, σκέφτηκα. Ή άνυπομονησία σου φαίνεται. Είναι σαφές πώς θά σού τά πει μέ τονδικό του, όχι μέ τον δικό σου τρόπο. Γιά όνομα τού Θεού, σταμάτα νά τον πιέζεις !

« Λοιπόν — αύτό είναι το κομμάτι πού θά δυσκολευτείς νά το πιστέψεις — τούς τελευταίουςδώδεκα μήνες οι διαθέσεις μου ελέγχονται πέρα γιά πέρα άπό το σέξ. ’Αν κάνω καλό σέξ μετή γυναίκα μου, ό κόσμος μοιάζει ώραιότατος. Αν όχι, μπάμ καί κάτω ! Κατάθλιψη καίπονοκέφαλοι! »

« Μίλησέ μου γιά τις καταθλίψεις σου. Πώς είναι; »

«Σάν συνηθισμένη κατάθλιψη.’ Πέφτω».

« Πές μου κι άλλα ».

« Τί νά πώ ; "Ολα μού φαίνονται μαύρα ».

« Τι σκέφτεσαι τήν ώρα πού είσαι έτσι; »

«Τίποτα. Αύτό είναι το πρόβλημα. Αύτό δέν θά πει κατάθλιψη όμως ;»

« Μερικές φορές, όταν οι άνθρωποι γίνονται καταθλιπτικοί, στο μυαλό τους στριφογυρίζουνκάποιες σκέψεις ».

« Εγώ άρχίζω νά τά βάζω με τον εαυτό μου ».

« Μέ ποιο τρόπο ; »

« Αρχίζω νά νιώθω ότι πάντα θ’ άποτυγχάνω στο σέξ, ότι ώς άντρας έχω τελειώσει. Μόλις μέπιάσει ή κατάθλιψη, είναι σίγουρο πώς μέσα σέ εικοσιτέσσερις ώρες θά πάθω ήμικρανία.Αλλοι γιατροί μού’χουν πει πώς βρίσκομαι σ’έναν φαύλο κύκλο. Μιά στιγμή νά θυμηθώ πώςλειτουργεί: όταν έχω κατάθλιψη είμαι άνίκανος, καί μετά επειδή είμαι άνίκανος παθαίνωμεγαλύτερη κατάθλιψη. Ναι, αύτό είναι. Αλλά καί πού το ξέρω αυτό, αύτός ό φαύλος κύκλοςδέν σπάει».

« Τι μπορεί νά σπάσει τον κύκλο ; »

« Μετά άπό έξι μήνες, λογικό είναι νά περιμένει κανείς πώς θα τήν είχα βρει τήν απάντηση.Είμαι πολύ παρατηρητικός, πάντα έτσι ήμουνα. Γι* αύτό πληρώνεται ένας καλός λογιστής. Κιόμως δέν ξέρω. Μιά μέρα κάνω καλό σεξ, κι όλα είναι πάλι μιά χαρά. Γιατί έκείνη τή μέρα κιόχι μια άλλη μέρα , Δέν έχω ιδέα».

Κι έτσι προχώρησε ή ώρα. Οι ποφατηρήσεις τού Μάρβιν ήταν άκριβεΐς άλλά φειδωλές,κάπως άκατέργαστες καί φορτωμένες μέ κλισέ, μέ έρωτήσεις καί μέ σχόλια άλλων γιατρών.Παρέμεινε έντονα κλινικός στις περιγραφές του. Καί παρόλο πού άνέφερε κάποιεςλεπτομέρειες, τής σεξουαλικής του ζωής, δέν εξέφρασε καμιά ντροπή, καμιά άμηχανία καίούτε βέβαια κανένα βαθύτερο συναίσθημα.

Κάποια στιγμή προσπάθησα νά διαπεράσω τή βεβιασμένη του άνεση.

« Μάρβιν, φαντάζομαι πώς ^έν θά σού είναι εύκολο νά μιλάς γιά τόσο κρυφές πλευρές τήςζωής σου σ’έναν ξένο. Είπες πώς δέν ξαναέχεις πάει ποτέ σέ ψυχίατρο ».

«Το θέμα δέν είναι πώς αύτά είναι κρυφά πράγματα, έχει περισσότερο νά κάνει μέ τήνψυχιατρική — δέν πιστεύω στους ψυχιάτρους ».

« Δέν πιστεύεις πώς υπάρχουμε ; » Ανόητη άπόπειρα γιά ένα σαχλό αστείο, άλλά ό Μάρβιν

Page 167: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

δέν έδειξε ν’ άντιλαμβάνεται τήν παιχνιδιάρικη διάθεσή μου.

« Οχι, όχι, δεν ειν’αύτό. Είναι πώς δέν τούς εμπιστεύομαι. Το ίδιο κι η Φυλλίς, ή γυναίκα μου.Ξέρουμε δυο ζευγάρια πού είχαν προβλήματα στο γάμο τους καί πήγαν σέ ψυχιάτρους, καικατέληξαν και τα δυο σε μια αίθουσα δικαστηρίου. Δέν μπορείτε να με κατηγορήσετε πούφυλάω τά ρούχα μου, έτσι; »

Στο τέλος τής ώρας δέν ήμουν άκόμα σέ θέση νά τού συστήσω^ κάποια πορεία θεραπείαςκι έτσι δρισα μιά δεύτερη συνάντηση αξιολόγησης. Δώσαμε τά χέρια καί, τήν ώρα πούέβγαινε απ το γραφείο μου, συνειδητοποίησα πώς χαιρόμουνα πού έφευγε. Αυπομουν πουέπρεπε νά τόν ξαναδώ.

Ό Μάρβιν με νεύριαζε. Γιατί όμως ; ’Έφταιγε ή έπιφανειακότητά του, ό τρόπος πού μεπροκαλούσε, το δάχτυλο πού μού κουνούσε, ή το πώς έλεγε « εσείς οι ψυχίατροι»; ’Έφταιγαντα ύπονοούμενά του πώς θα έκανε μήνυση στον νευρολόγο του — και το γεγονός~ότιπροσπαθούσε να εμπλέξει κι έμένα σ’αύτό; Μήπως έφταιγε πού ήθελε να ελέγξει τα πάντα;Πήρε τον έλεγχο τής συνεδρίας : πρώτα μ’ αύτή τή γελοία ιστορία με τα γυαλιά, κι έπειτα μέτήν αποφασιστικότητά του να μού χώσει αύτό το διάγραμμα στο χέρι, είτε το ήθελα είτε όχι.Μέ φαντάστηκα να το κάνω κομματάκια καί να το απολαμβάνω μέ όλη μου τήν καρδιά.

Τόσος έκνευρισμός όμως ; Ωραία, ό Μάρβιν άποδιοργάνωσε το ρυθμό τής συνεδρίας. Καίλοιπόν; Ήταν ξεκάθαρος καί εύθύς, μού είπε ποιο ακριβώς ήταν το πρόβλημά του, όσοκαλύτερα μπορούσε. Σύμφωνα μέ τή δική του άποψη γιά τήν ψυχιατρική, δούλεψε πολύσκληρά. Καί το διάγραμμά του ήταν τελικά χρήσιμο. ’Αν ήταν δική μου ιδέα, θά το θεωρούσαπολύ καλό. Μήπως το πρόβλημα ήταν περισσότερο δικό μου παρά δικό του; Μήπως είχαγίνει πιά άδιάφορος, μήπως είχα γεράσει; ’Ήμουνα άραγε τόσο άκαμπτος, είχα μπει σέτέτοια ρουτίνα, πού αν ή πρώτη ώρα δέν προχωρούσε άκριβώς όπως ήθελα, άρχιζα νάγκρινιάζω καί νά στυλώνω τά πόδια;

Όδηγώντας το βράδυ προς το σπίτι μου σκέφτηκα λίγο περισσότερο τούς δύο Μάρβιν — τονάνθρωπο Μάρβιν καί τήν ιδέα Μάρβιν. Ό εκνευριστικός καί άδιάφορος ήταν ό Μάρβιν μέσάρκα και οστά. Αλλά το εγχείρημα Μάρβιν ήταν πολύ προκλητικό. Γιά σκεφτείτε τήνάσυνήθιστη ιστορία του : γιά πρώτη φορά στή ζωή του ένας σταθερός ψυχικά, έστω καίστερημένος φαντασίας, ύγιής ως τώρα έξηντατετράχρονος, ό οποίος κάνει έρωτα με τήν ίδιαγυναίκα εδώ καί σαρανταένα χρόνια, άποκτά ξαφνικά εξαιρετική εύαισθησία γιά τήσεξουαλική του επίδοση.

Ολόκληρη ή σωματική του εύεξία γίνεται σύντομα όμηρος τής σεξουαλικής του λειτουργίας.Πρόκειται γιά ένα σοβαρό πρόβλημα (οι ήμικρανίες του τόν καθιστούν ανίκανο ναλειτουργήσει). Είναι απροσδόκητο (ως τώρα το σεξ δέν παρουσίαζε γι’αυτόν ασυνήθισταπροβλήματα). Καί ξαφνικό (ξέσπασε μέ όλη του τή δύναμη ακριβώς πριν άπο έξι μήνες ).

Πριν άπό έξι μήνες ! Προφανώς εδώ βρισκόταν το κλειδί, κι έτσι ξεκίνησα τή δεύτερησυνεδρία μας εξερευνώντας τα γεγονότα πού είχαν συμβεί πριν από ένα εξάμηνο. Τιαλλαγές συνέβησαν τότε στή ζωή του ;

« Τίποτα σπουδαίο », είπε ό Μάρβιν.

« Αδύνατον », επέμεινα καί τού έκανα τήν ίδια έρώτηση με πολλούς διαφορετικούς τρόπους.Τελικά έμαθα ότι πριν άπό έξι μήνες πήρε τήν άπόφαση νά πάρει σύνταξη καί νά πουλήσειτή λογιστική του εταιρεία. Το στοιχείο αύτό άποκαλύφθηκε σίγα σιγά, όχι γιατί ήτανάπρόθυμος νά μού μιλήσει γιά τή συνταξιοδότησή του, άλλά γιατί άπέδιδε μικρή σημασία στόγεγονός.

Έγώ είχα άλλη γνώμη. Τά ορόσημα τών φάσεων τής ζωής μας είναι πάντοτε πολύσημαντικά, καί λίγα ορόσημα είναι τόσο σπουδαία οσο ή συνταξιοδότηση. Πώς είναι δυνατόννά μήν προκαλέσει βαθιά συναισθήματα ή συνταξιοδότηση τόσο γιά τή διαδρομή μας στή

Page 168: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

ζωή καί γιά το πέρασμα τής ζωής μας τής ίδιας, αλλα και γιά το νόημα καί τή σπουδαιότηταπού μιας δίνει ή ζωή μας όταν την κοιτάζουμε συνολικά; Γ ιά όσους μπορούν νά κοιτάξουνπρος τα μέσα, ή συνταξιοδότηση είναι μιά περίοδος άνασκοπησης τής ζωής,ανακεφαλαίωσης, μιά εποχή πού φουντώνει η συνείδηση τού τέλους και τού θανάτου πούπλησιάζει.

Για τον Μάρβιν όμως δέν ήταν έτσι.

« Εχω πρόβλημα επειόη παίρνω σύνταξη ; Δέν είμαστε καλα. Γι αυτό δουλευα τοσον καιρό— γιά νά μπορέσω νά πάρω σύνταξη ».

« Υπάρχει περίπτωση νά σού λείψει κάτι άπ’τή δουλειά σου; »

Τώρα πια δεν θα πονοκεφαλιάζω ! Μόνο αύτό. Αλλά κι αύτό ακόμα μπορείς νά πεις,φαντάζομαι, πώς βρήκα τρόπο νά τό πάρω μαζί μου! Με τις ημικρανίες, έννοώ ». Ό Μάρβινχαμογέλασε, ευχαριστημένος προφανώς με τόν εαυτό του πού κατάφερε να κάνει έναλογοπαίγνιο. « Σοβαρά τώρα, εδώ και χρόνια με κούραζε ή δουλειά μου και τή βαριόμουνα. Τίνομίζεις πώς θά μού λείψει, γιατρέ — m καινούργια έντυπα τών φορολογικών δηλώσεων ; »

« Μερικές φορές ή συνταξιοδότηση άνακινεΐ σημαντικά συναισθήματα, έπειδή άκριβώς είναιένα τόσο σημαντικό ορόσημο στή ζωή μας. Μάς ύπενθυμίζει διάφορες καμπές τής ζωής μας.Πόσα χρόνια δουλεύεις ; Σαρανταπέντε; Καί τώρα ξαφνικά σταματάς, περνάς σέ άλλη φάση."Όταν θά πάρω σύνταξη, νομίζω πώς αύτό θά μού κάνει πολύ πιο σαφές ότι ή ζωή έχει μιάάρχή κι ένα τέλος, ότι έγώ περνάω σιγά σιγά άπ’τό ένα στό άλλο καί τώρα πλησιάζω τοτέλος ».

«Ή δική μου ή δουλειά έχει να κάνει μέ λεφτά. Αύτό άκριβώς είναι το ζουμί. Τί σημαίνει στήνπραγματικότητα ότι παίρνω σύνταξη; "Ότι έχω βγάλει τόσα λεφτά πού δέν χρειάζεται νάβγάλω κι άλλα. Ποιος ό λόγος ; Μπορώ νά ζώ πολύ άνετα άπατούς τόκους ».

« Ναί, Μάρβιν, άλλά τί θά σημαίνει νά μήν ξαναδουλέψεις; "Όλη σου τή ζωή δούλευες. Απ’τήδουλειά αντλούσες τή σημασία σου. ’Έχω τήν αίσθηση ότι κάτι σε φοβίζει τώρα πού θ: τάπαρατήσεις ».

«Ποιος τήν έχει άνάγκη; Τώρα κάποιοι άπ’τούς συνεταίρους μου σκοτώνονται νά μαζέψουνοσο πιο πολλά λεφτά μπορούν, για νά ζήσουν μετά άπ’τούς τόκους τών τόκων τους. Αύτόέγώ το λέω τρέλα — αυτοί χρειάζονται ψυχίατρο ».

Vorbeireden, vorbeireden : μιά « ομιλία κατ’ έφαπτομένη », μαζί μιλούσαμε καί χώριακαταλαβαίναμε. Ξανά καί ξανά προσκαλούσα τόν Μάρβιν νά κοιτάξει μέσα του, νάυιοθετήσει, έστω γιά μιά στιγμή, μιά κοσμική προοπτική, ν’άναγνωρίσει τις βαθύτερες έγνοιεςτής ύπαρξής του — τήν αίσθηση τού τέλους, τών γηρατειών καί τής παρακμής, το φόβο τούθανάτου, τήν πηγή τού σκοπού τής ζωής του. Αλλά ό καθένας μας μιλούσε μόνος του.

Με αγνοούσε, με παρανοούσε. ’Έμοιαζε κολλημένος στην επιφάνεια των πραγμάτων:

’Έχοντας βαρεθεί να ταξιδεύω μονος μου σ εκείνες τις μικρές υπόγειες διαδρομές,αποφασισα να μείνω πιο κοντά στις δικές του έγνοιες. Μιλήσαμε για τη δουλεία του. Εμαθαπως, όταν ήταν πολύ μικρός, οι γονείς του και κάποιοι καθηγητές του τον θεωρούσανμαθηματική ιδιοφυία. Στα οχτώ του χρονιά συμμετείχε, χωρίς επιτυχία, σέ μιά άκρόαση γιά τήραδιοφωνική εκπομπή “Quiz Kids”. Αλλά ποτέ δέν κατάφερε νά εκπληρώσει αύτή τήνπρώιμη κλίση.

Μού φάνηκε πώς τήν ώρα πού τό ’λεγε άναστέναξε, γι’ αύτό ρώτησα: « Πρέπει νά ήτανσημαντικό τραύμα αύτό γιά σένα. Επουλώθηκε ποτέ ικανοποιητικά ; »

Ό Μάρβιν είπε ότι μάλλον ήταν πολύ μικρός γιά νά καταλάβει πόσο πολλά ήταν τάοκτάχρονα άγοράκια πού άπορρίπτονταν άπό τό “Quiz Kids”.

Page 169: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

« Τά συναισθήματά μας δέν άκολουθούν πάντα ορθολογικούς κανόνες. Γιά τήν άκρίβεια,συνήθως συμβαίνει το άντίθετο », τού είπα.

« Αν αφηνόμουν στά συναισθήματα κάθε φορά πού πληγωνομουνα7 δέν θά ]φτανα~ποτέπουθενά ».

« Παρατηρώ πως σού είναι πολύ δύσκολο νά μιλάς γιά πράγματα πού σ’ έχουν πληγώσει».

« Ημουνα ένας αναμεσα σέ πολλές εκατοντάδες. Δέν ήταν και σπουδαίο πράγμα ».

« Παρατηρώ επίσης ότι, κάθε φορά πού προσπαθώ νά έρθω πιο^ κοντά σου, μου δίνεις νακαταλαβω πώς δέν έ'χεις άνάγκη από τίποτα ».

<< Εδώ ήρθα για να βρώ βοήθεια. Θ’άπαντήσω σέ'όλες σου τις ερωτήσεις ».

Ηταν σαφές ότι μιά άπευθείας έκκληση δέν θά είχε καμιά άξια. Του Μάρβιν θά του ’παίρνεπολύ χρόνο γιά νά παραδεχτεί ποσο ευάλωτος ήταν. Υποχώρησα πάλι στή συλλογήστοιχείων.

Ό Μάρβιν μεγάλωσε στή Νέα Υόρκη, ήταν το μοναχοπαίδι ενός πάμπτωχου ζευγαριούΕβραίων μεταναστών. Πήρε πτυχίο μαθηματικών άπό ένα μικρό κολέγιο καί προς στιγμήνσκέφτηκε νά κάνει μεταπτυχιακά. Βιαζόταν όμως νά παντρευτεί —έβγαινε με τή Φύλλις άπότότε πού ήταν δεκαπέντε χρονών— καί, καθώς δέν είχε οικονομικούς πόρους, άποφάσ-ισενά γίνει καθηγητής λυκείου.

’Έπειτα άπό έξι χρόνια πού δίδασκε τριγωνομετρία, ό Μάρβιν ένιωθε πολύ περιορισμένος.’Έφτασε στό συμπέρασμα πώς ό σκοπός τής ζωής ήταν να γίνει κανείς πλούσιος. Ή ιδέαότι θά πληρωνόταν με τήν πενιχρή επιταγή τού καθηγητή λυκείου γι’άλλα δεκαπέντε χρόνιατού ήταν αφόρητη. Ήταν σίγουρος πώς ή άπόφαση νά διδάξει σέ σχολείο ήταν μεγάλολάθος καί, στά τριάντα του, βάλθηκε νά επανορθώσει. ’Έπειτα άπό ένα ταχύρρυθμοπρόγραμμα λογιστικών, άποχαιρέτησε τούς μαθητές καί τούς συναδέλφους του καί άνοιξεμιά εταιρεία λογιστικών, πού τελικά άποδείχτηκε πολύ προσοδοφόρα. Μέ σοφές επενδύσειςσε άκίνητα στήν Καλιφόρνια, είχε γίνει πλούσιος.

« Κι έτσι φτάνουμε στό τώρα, Μάρβιν. Κι άπό δώ καί πέρα πού πηγαίνει ή ζωή σου ; »

«’Έ, όπως είπα, δέν υπάρχει λόγος νά συγκεντρώσω πιο πολύ χρήμα. Δέν έχω παιδιά » —εδώ ή φωνή του σκοτείνιασε—, «δέν έχω φτωχούς συγγενείς, δέν έχω τήν επιθυμία νά τάμοιράσω γιά φιλανθρωπικούς σκοπούς ».

« Μού φάνηκε πώς υπήρχε μιά θλίψη στή φωνή σου τήν ώρα πού είπες ότι δέν έχεις παιδιά».

« Αύτά είναι παλιά ιστορία. Τότε είχα άπογοητευτει, άλλά άπό τότε έχουν περάσει πολλάχρόνια, τριανταπέντε χρόνια. ’Έχω πολλά σχέδια. Θέλω νά ταξιδέψω. Θέλω νά προσθέσωεκθέματα στις συλλογές μου —ίσως αύτές είναι τό υποκατάστατο τών παιδιών—, μαζεύωγραμματόσημα, κονκάρδες προεκλογικών έκστρατειών, παλιές στολές τού μπέηζμπωλ καίτεύχη τού Reader's Digest».

Στη συνέχεια εξερεύνησα τη σχέση του μέ τη γυναίκα του, πού ό Μάρβιν έπέμενε πώς ήτανμια εξαιρετικά άρμονική σχέση. «’Έπειτα άπδ σαρανταένα χρόνια, άκόμα νιώθω πώς ήγυναίκα μου είναι μιά υπέροχη γυναίκα. Δεν μ’ αρέσει νά είμαι μακριά της, ούτε γιά μια νύχτα.Γιά την ακρίβεια, μόλις τή βλέπω στο τέλος τής μέρας νιωθω μια ζεστασιά. "Ολη μου ήένταση εξαφανίζεται. Πες"πώς είναι το δικό μου βάλιουμ».

Σύμφωνα με τον Μάρβιν, ή σεξουαλική τους ζωή ήταν υπέροχη ως πριν άπό έξι μήνες : παράτά σαρανταένα χρόνια τής σχέσης τους, έμοιαζε νά διατηρεί πόθο καί πάθος. "Όταν άρχισε ή

Page 170: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

περιοδική του άνικανότητα, ή Φύλλις έδειξε στήν άρχή μεγάλη κατανόηση καί υπομονή, άλλάτούς τελευταίους δυο-τρεΐς μήνες είχε γίνει εύέξαπτη. Μόλις πριν άπό μερικές έβδομάδεςάρχισε νά γκρινιάζει πώς βαρέθηκε « νά τής τή φέρνει» ό Μάρβιν — δηλαδή νά τήν έρεθίζεισεξουαλικά κι έπειτα νά τήν άφήνει άνικανοποίητη.

Ό Μάρβιν έδινε μεγάλη βαρύτητα στά συναισθήματα τής γυναίκας του καί τον άναστάτωσεπολύ ή σκέψη πώς τήν είχε δυσαρεστήσει. ’Έπειτα άπό ένα έπεισόδιο άνικανότητας ήτανκακόκεφος γιά μέρες κι εξαρτιόταν άπόλυτα άπό κείνην, γιά νά ξαναβρεί την ισορροπία του :μερικές φορές ή Φύλλις τον ήσύχαζε και μονο διαβεβαιώνοντάς τον πώς τον έβρισκε άκόμααρρενωπό, αλλα συνήθως αυτό πού είχε άνάγκη ό Μάρβιν ήταν σωματική ανακούφιση. ΗΦυλλίς τον σαπούνιζε μέσα στο ντούς, τον ξύριζε, τού εκανε μασάζ, έπαιρνε το μαλακό τουπέος στο στόμα της και τό κρατούσε έκεΐ άπαλά, ώσπου ν’άρχίσει νά σφύζει άπό ζωή.

Και στη δεύτερη συνέντευξη, όπως καί στήν πρώτη, μέ εντυπωσίασε η ελλειψη απορίαςτού Μάρβιν γιά τήν ίδια του την ιστορία. Πού ήταν η περιεργεια του για το γεγονός πώς ή ζωήτου είχε αλλάξει τόσο δραματικά, πώς οι στόχοι του, ή εύτυχία του, άκόμα κι ή έπιθυμία τουνά ζήσει καθορίζονταν τώρα πιά ολοκληρωτικά άπό το αν μπορούσε νά διατηρήσει τήδιόγκωση του πέους του;

Είχε φτάσει ή στιγμή νά του συστήσω κάποιου είδους θεραπεία. Δέν πίστευα πώς ήτανκαλός υποψήφιος γιά μιά βαθιά, άποκαλυπτική-ψυχοθεραπεία. Οι λόγοι ήταν πολλοί. Τοέβρισκα πάντα δύσκολο νά κάνω ψυχοθεραπεία σέ κάποιον μέ τόσο λίγη περιέργεια.Παρόλο πού συμβαίνει καμιά φορά νά βλέπεις τήν περιέργεια νά ξεδιπλώνεται σταδιακά, μιάτέτοια λεπτή καί μακροσκελής διαδικασία θά ήταν άσυμβίβαστη μέ τήν επιθυμία τού Μάρβινγιά μιά σύντομη καί άποτελεσματική θεραπεία. Αναλογιζόμενος ξανά καί τις δύο συνεδρίες,άντιλαμβανόμουν επίσης πώς είχε αντισταθεί σέ όλες μου τις προτροπές νά σκάψειβαθύτερα μέσα στά συναισθήματά του. Δέν έμοιαζε νά καταλαβαίνει, μιλούσαμε χώρια, δέ,ντόν ένδιέφερε το βαθύτερο μήνυμα τών γεγονότων. Άλλωστε άντιστεκόταν καί στιςάπόπειρές μου νά τόν εμπλέξω πιο προσωπικά: γιά παράδειγμα, όταν τόν ρώτησα γιά τήνπαλιά ματαίωση ή όταν τού επισήμανα πώς άγνόησε όλες μου τις προσπάθειες νά τόνπλησιάσω.

’Ήμουν έτοιμος νά τού κάνω τήν τυπική μου σύσταση νά ξεκινήσει μιά συμπεριφορικήθεραπεία ( μιά προσέγγιση πού βασίζεται στήν άλλαγή συγκεκριμένων όψεων τήςσυμπεριφορά,, ιδίως τής συζυγικής επικοινωνίας καί τής σεξουαλικής συμπεριφοράς καίπρακτικής ), όταν, σχεδόν σάν ένα σχόλιο εκ τών υστέρων, άνέφερε πώς στή διάρκεια τήςεβδομάδας είχε δει κάποια όνειρα.

Τόν είχα ρωτήσει στήν πρώτη συνεδρία αν έβλεπε όνειρα. Καί, όπως πολλοί άλλοι άσθενεΐς,είχε άπαντήσει ότι, παρόλο που ονειρευόταν κάθε νύχτα, κανένα όνειρό του δέν το θυμότανλεπτομερώς. Τού είχα προτείνει νά έχει ένα σημειωματάριο πλάι στο κρεβάτι του γιά νά τάκαταγράφει, άλλά έμοιαζε τόσο λίγο προσανατολισμένος στήν ενδοσκόπηση πούάμφέβαλλα πώς θ’ ακολουθούσε τή συμβουλή μου και παρέλειψα νά τόν ρωτήσω στήδεύτερη συνάντησή μιας.

Τώρα έβγαλε το σημειωματάριό του κι άρχισε νά διαβάζει μιά σειρά άπό όνειρα :

Ή Φυλλίς ήταν αναστατωμένη γιατί πίστευε πώς δεν ήταν καλή μαζί μου. "Έφυγε να πάεισπίτι. Άλλά όταν πήγα κι εγώ, εκείνη είχε φύγει. Φοβομουνα πως θα τη βρω νεκρή σ έναμεγάλο κάστρο πού υπήρχε πάνω σ ένα φηλο βουνο. Μέτα, προσπαθούσα να μπω εκείμέσα, απ' το παράθυρο, σ ένα δωμάτιο οπού μπορεί να βρισκόταν το πτώμα της.Στεκόμουνα σ ένα πολύ στενό περβάζι πού βρισκόταν σε μεγάλο ύφος. Αέν μπορούσα ναπροχωρήσω, άλλα ήταν πολύ στενό γιά νά κάνω στροφή και νά γυρίσω πίσω. Φοβόμουναότι θά πέσω, κι επειτα άρχισα νά φοβάμαι πώς θά πηδήξω και 0’ αυτοκτονήσω.

Ή Φυλλίς κι εγώ γδυνόμασταν γιά νά κάνουμε έρωτα. Μέσα στο δωμάτιο ήταν ο Ούέντουερθ,ένας συνεταίρος μου, πού είναι εκατόν είκοσι κιλά. ’Απ’ έξω ήταν ή μητέρα του. ’Έπρεπε νά

Page 171: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

τού δέσουμε τά μάτια γιά νά συνεχίσουμε. "Οταν βγήκα έξω, δέν ήξερα τι νά πω στή μητέρατου, γιά ποιο λόγο τού δέσαμε τά μάτια.

Στο χώρο υποδοχής τού γραφείου μου σχηματιζόταν ένας καταυλισμός Τσιγγάνων. Όλοιτους ήταν καταβρόμικοι — τά χέρια τους, τα ρούχα τους, οι σακούλες πού κουβαλούσαν.Άκουγα τους άντρες να φιθυρίζουν και νά συνωμοτούν μ’ έναν τροπο απειλητικό.Αναρωτιόμουν γιατί τούς έπιτρέπουν οι αρχές να κατασκηνώνουν έξω στήν ύπαιθρο.

Το έδαφος κάτω απ το σπίτι μου υποχωρούσε. Είχα ένα τεράστιο τρυπάνι κι ήξερα πωςεπρεπε νά τρυπήσω έξηνταπέντε μετρα^ βάθος για νά σώσω το σπίτι. Χτύπησα έναστρώμα συμπαγούς βράχου και οι κραδασμοί με ξύπνησαν.

Εντυπωσιακά όνειρα ! Από που είχαν έρθει; *Ηταν ποτέ υνατον να τα ονειρεύτηκε ο Μάρβιν ;Σήκωσα τα μάτια, σχεδόν περιμένοντας να δώ κάποιον άλλον νά κάθεται άπέναντί μου.Αλλά ό Μάρβιν ήταν άκόμα έκεΐ, περιμένοντας υπομονετικά τήν επόμενή μου ερώτηση, με τάμάτια άνέκφραστα πίσω άπ’τά άστραφτερά του γυαλιά.

.Μάς έμεναν μόνο λίγα λεπτά. Τόν ρώτησα αν είχε κάνει κάποιους συνειρμούς σε σχέση μεοποιοδήποτε· στοιχείο τών ονείρων. Το μόνο πού έκανε ήταν νά σηκώσει τούς ώμους. Γιάκείνον τά όνειρα αύτά ήταν ένα μυστήριο. Τού είχα ζητήσει όνειρα, κι έκεΐνος μού τά ’δώσε.Αύτό ήταν όλο.

Παρά τά όνειρά του, έγώ συνέχισα συστήνοντάς του μιά ψυχοθεραπεία ζεύγους, ίσως οχτώμε δώδεκα συνεδρίες. Πρότεινα διάφορες λύσεις : νά τούς δώ έγώ καί τούς δύο, νά τούςπαραπέμψω σε κάποιον άλλο, ή νά παραπέμψω τή Φύλλις σέ μιά ψυχοθεραπεύτρια γιάμερικές συνεδρίες κι έπειτα οι τέσσερις μας —ή Φύλλις, ό Μάρβιν, έγώ κι ή θεραπεύτρια της— νά συναντηθούμε γιά μερικές κοινές συνεδρίες.

Ό Μάρβιν άκουγε μέ προσοχή όσα έλεγα, άλλά ή έκφραση τού προσώπου του ήταν τόσοπαγωμένη πού δέν είχα ιδέα τί ένιωθε. "Όταν τού ζήτησα νά δείξει κάποια άντίδραση, πήρεένα παράξενα τυπικό ύφος καί είπε : « Θά σκεφτώ τήν πρότασή σου, γιατρέ, καί θά σεενημερώσω γιά τήν άπόφασή μου ».

Μήπως είχε άπογοητευτεΐ; Μήπως ένιωθε ότι τον είχα άπορρίψει; Δέν ήμουνα σίγουρος. Μούφαινόταν έκείνη τή στιγμή πώς τού είχα κάνει τή σωστή πρόταση. "Η δυσλειτουργία του ήτανοξεία καί πίστευα πώς θ’άνταποκρινόταν σέ μιά σύντομη γνωσιακή-συμπεριφορικήπροσέγγιση. Επιπλέον ήμουνα βέβαιος πώς δέν θά τόν ώφελούσε ή άτομική ψυχοθεραπεία.Τά παντα συνηγορούσαν έναντίον της : άντιστεκόταν υπερβολικά. Κι όπως λέμε στήγλώσσα τής δουλειάς μας, είχε πολύ λίγη « ψυχολογική σκέψη ».

Παρ’όλ’αύτά, με λύπη μου εγκατέλειπα τήν εύκαιρία νά δουλέψω εις βάθος μαζί του. Τάδυναμικά τής περίπτωσής του με συνάρπαζαν. ’Ήμουνα βέβαιος πώς ή πρώτη μουεντύπωση βρισκόταν κοντά στήν άλήθεια: ότι ή έπικείμενη συνταξιοδοτώ σή του είχεαναθερμάνει άφθονο θεμελιώδες άγχος για το τέλος τής ζωής του, γιά τά γηρατειά καί τοθανατο, κι ότι προσπαθούσε νά χειριστεί αυτό το άγχος μέσα απ τον ελεγχο τής σεξουαλικής λειτουργίας. Τοσο πολλά εξαρτώνταν από τη σεξουαλική πράξη που την είχετρομερά επιβαρύνει και, τελικά, την είχε βουλιάξει.

Πίστευα πώς ο Μάρβιν έκανε μεγάλο λάθος όταν έλεγε πώς το σεξ ήταν η αίτια όλων τουτων προβλημάτων. Το αντίθετο, το σεξ ήταν άπλώς ένα άναποτελεσματικό μέσο, με τοοποίο προσπαθούσε νά έκτονώσει ξαφνικές έπιθέσεις τού άγχους πού ξεπηδούσε άπο πιοθεμελιώδεις πηγές. Μερικές φορές, όπως πρώτος ό Φρόυντ μάς έδειξε, το άγχος πούέμπνέεται άπο το σέξ εκφράζεται μέσα άπο άλλους πλάγιους δρόμους. ’Ίσως νά συμβαίνειεξίσου συχνά καί το άντίθετο: άλλου είδους άγχη νά μεταμφιέζονται σέ σεξουαλικό άγχος. Τοόνειρό μέ το τεράστιο τρυπάνι δέν μπορούσε νά είναι πιο ξεκάθαρο: το έδαφος κάτω άπ’τάπόδια τού Μάρβιν ύποχωρεΐ (μιά εμπνευσμένη όπτικοποίηση τής άπώλειας έρεισμάτων στήζωή ) κι έκεΐνος προσπαθεί νά το πολεμήσει τρυπώντας, μέ το πέος του, σέ βάθος

Page 172: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

έξηνταπέντε μέτρων (δηλαδή έξηνταπέντε χρόνων ! ).

Τα αλλα όνειρα αποδείκνυαν πώς κάτω άπ’τό πράο εξωτερικό τού Μάρβιν υπήρχε έναςάγριος κόσμος — ένας κόσμος πού κόχλαζε από θανατο, δολοφονία, αύτοκτονία, θυμό γιά τήΦύλλις, φοβους βρόμικων καί άπειλητικών φαντασμάτων πού ξεσπούσαν από μέσα του.Ιδιαίτερα ενδιαφέρων ήταν ό άντρας μέ τα δεμενα ματια, στο δωμάτιο οπού ο Μάρβιν κι ήΦύλλις επρόκειτο νά κάνουν έρωτα. "Οταν διερευνά κανείς σεξουαλικά προβλήματα^ είναιπάντα σημαντικό νά ρωτάει: Μήπως είναι περισσότεροι άπο δυο άνθρωποι παρόντες τήνώρα τού έρωτα; Ή παρουσία^ άλλων -φαντασμάτων τών γονιών, άντιζήλων, άλλωνεραστών— περιπλεκει πολύ τή σεξουαλική πράξη.

Οχι, ή συμπεριφορική θεραπεία ήταν ή καλύτερη επιλογή.

Καλύτερα να κρατήσουμε σφραγισμένο το καπάκι αύτού τού υπόγειου κόσμου. "Οσοπερισσότερο το σκεφτόμουν τόσο πιο εύχαριστημένος ήμουνα πού είχα περιορίσει τήνπεριέργειά μου καί είχα δράσει συστηματικά καί χωρίς νά σκεφτώ τον εαυτό μου προς τόσυμφέρον τού άσθενούς.

Αλλά ό ορθολογισμός καί ή άκρίβεια στήν ψυχοθεραπεία σπανίως άνταμείβονται. ’Έπειταάπό λίγες μέρες ο Μάρβιν μού τηλεφώνησε καί ζήτησε άλλο ένα ραντεβού. Περίμενα ότι θάτον συνόδευε ή Φύλλις, άλλά ήρθε μόνος του κι εδειχνε άγχωμένος καί καταβεβλημένος.Έκείνη τή φορά δέν είχαμε εισαγωγικές τελετουργίες. Μπήκε κατευθείαν στο θέμα.

« Σήμερα δέν είμαι καλά. Νιώθω άθλια. Πρώτα όμως θέλω νά σού πώ ότι έκτιμώ τή σύστασηπού μού έκανες, γιατρέ, τήν περασμένη εβδομάδα. Γιά νά είμαι ειλικρινής, περίμενα πώς θάμού έλεγες νά ’ρχομαι νά σέ βλέπω τρεις μέ τέσσερις φορές τήν εβδομάδα γιά τά επόμενατρία ή καί τέσσερα χρόνια. Μέ είχαν προειδοποιήσει ότι έτσι κάνετε εσείς οι ψυχίατροι,άσχετα μέ το ποιο είναι τό πρόβλημα. Δέν σάς κατηγορώ — κι εσείς μιά δουλειά κάνετε καίπρέπει νά βγάλετε το ψωμί σας.

»Ή συμβουλή σου γιά τή θεραπεία ζεύγους μού φάνηκε πολύ σωστή. ’Έχουμε κάποιαπροβλήματα επικοινωνίας μέ τη Φύλλις, περισσότερα άπ’όσα σού άνέφερα τήν περασμένηεβδομάδα. Γιά τήν άκρίβεια, σού τά παρουσίασα πολύ καλύτερα άπ’ ο,τι είναι. Εδώ και είκοσιχρόνια έχω κάποιες δυσκολίες με το σεξ —όχι τόσο άσχημα όσο τώρα— κι αύτές φέρνουνεκάποιες διακυμάνσεις στή διάθεσή μου. ’Έτσι άποφάσισα ν’άκολουθήσω τή συμβουλή σου,άλλά ή Φύλλις δέν θέλει νά συνεργαστεί. ’Αρνείται άπολύτως νά δει ψυχίατρο, θεραπευτήγάμου, σεξοθεραπευτή — οποιονδήποτε. Τής ζήτησα νά ’ρθει μιά φορά, σήμερα, νά μιλήσεικι έκείνη μαζί σου, άλλά τά στύλωσε ».

« Πώς έτσι; »

«Θα.φτάσω σ’αύτό άλλά πρώτα είναι δυο άλλα πράγματα που θέλω νά καλύψουμε σήμερα». ’Έκανε παύση. Στήν άρχή νόμισα πώς ήθελε να πάρει ανάσα: τα είχε πει όλ’ αυταμονορούφι. Αλλά εκείνος προσπαθούσε νά συνέλθει. ’Έστρεψε άλλου το πρόσωπο, φύσηξετή μύτη του καί σκούπισε κρυφά τα μάτια του.

’Έπειτα συνέχισε. « Είμαι χαλια. Αυτή τη βδομαόα έπαθα τή χειρότερη ημικρανία μου καιπροχτές τη νύχτα αναγκαστη κα νά πάω στά επείγοντα νά μού κάνουν ένεση ».

« Κι εμένα μού φάνηκες ταλαιπωρημένος σήμερα >κ

«Μ’έχουν πεθάνει οι πονοκέφαλοι. Το χειρότερο είναι όμως πώς δέν κοιμάμαι. Χτες είδα ένανέφιάλτη πού με ξύπνησε κατά τις δύο το πρωί, κι άπό τότε τόν στριφογυρνούσα ξανά καίξανά στό μυαλό μου όλη νύχτα. Άκόμα δέν μού φεύγει άπ’τό νού ».

« ’Ας τον άκούσουμε ».

Ό Μάρβιν άρχισε νά διαβάζει το όνειρο μέ τόσο μηχανικό τρόπο πού τόν σταμάτησα καί

Page 173: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

χρησιμοποίησα το παλιό τέχνασμα τού Φριτς Πέρλς, ζητώντας του νά ξαναρχίσει καί νάπεριγράψει το όνειρο στόν ένεστώτα, σάν νά το ζούσε τώρα. Άφησε τό σημειωματάριό τουκαί το άφηγήθηκε άπό μνήμης :

Είναι δυο άντρες, ψηλοί, χλομοί και πολύ αδύνατοι. Γλιστράνε σ ένα σκοτεινό λιβάδι σιωπηλοί.Είναι ντυμένοι ολόκληροι στά μαύρα. Με μαύρα ψηλά καπέλα, σακάκια με μακριά ούρά,μαύρες γκετες και μαύρα παπούτσια, μοιάζουν σάν βικτωριανοί νεκροθάφτες η παιδονόμοι.Ξαφνικά συναντάνε ένα αμαξάκι, μαύρο, καταμαυρο, οπού βρίσκεται ένα κοριτσάκι μωρό,φασκιωμένο με μαύρα τούλια. Χωρίς νά πει λέξη, ό ένας άντρας αρχίζει να το σπρώχνει.Επειτα άπό μικρή απόσταση σταματάει, στέκεται μπροστά στο καρότσι, καί με τό μαύρο τουμπαστούνι, πού τώρα έχει μιά λαμπερή άσπρη άκρη, σκύβει, ανοίγει τα μαύρα τούλια καιμεθοδικά βάζει τή λευκή άκρη στον κόλπο τού μωρού.

Αύτό τό όνειρο με καθήλωσε. Οι σκοτεινές εικόνες πήραν αμέσως μορφή στο μυαλό μου.Κοίταξα τόν Μάρβιν κατάπληκτος. Εκείνος φαινόταν ασυγκίνητος καί δέν έμοιαζε να τονεντυπωσιάζει ή δύναμη τής ίδιας του τής δημιουργίας. Μού μπήκε πάλι ή ιδέα πώς αύτό τοόνειρό δέν ήταν, δέν μπορούσε να είναι δικό του. Τέτοιο όνειρό δέν μπορούσε να ξεπηδάειάπό κείνον: ό Μάρβιν ήταν άπλώς ό διάμεσος πού μέσα άπ’τά χείλη του έβρισκε έκφραση τοόνειρο. Αναρωτήθηκα πώς μπορούσα νά συναντήσω τον ονειρευτή.

Πραγματικά ό Μάρβιν μού ένίσχυσε αύτή τήν άλλόκοτη αίσθηση. Δέν είχε καμιά αίσθησηοικειότητας pi τό όνειρο καί άναφερόταν σ’αύτό σάν νά ήταν κάποιο εξωγήινο κείμενο. Ακόμαένιωθε φόβο καθώς τό άφηγούνταν καί κουνούσε το κεφάλι σάν νά προσπαθούσεν’άπαλλαγεί άπ’τήν άσχημη γεύση πού τού άφηνε.

Έστιασα τήν προσοχή μας στο άγχος. «Γιατί ήταν εφιάλτης το όνειρο; Ποιο άκριβώς κομμάτιτου ήταν τρομαχτικό; » « "Οπως το σκέφτομαι τώρα, το τελευταίο είναι το τρομαχτικό κομμάτι— πού έβαζε το μπαστούνι του στον κόλπο τού μωρού. Δεν ήταν έτσι όμως τήν ώρα πούε£λεπα το όνειρό. Έκείνη τή στιγμή τρομαχτικά ήταν όλα τ’άλλα, τά άθόρυβα βήματα, ήμαυρίλα, ένα. κακό προαίσθημα πού σάν νά ύπήρχε. Ολο το όνειρο ήταν γεμάτο φόβο ».

« Μέσα στο όνειρό τί συναίσθημα είχες γιά το μπαστούνι πού εμπαινε στον κόλπο τούμωρού ; »

«Τό κομμάτι αύτό έμοιαζε σχεδόν άνακουφιστικό, σάν νά ηρεμούσε το υπόλοιπο όνειρο — ήσάν νά προσπαθούσε τουλάχιστον. Στήν πραγματικότητα δέν τό κατάφερνε. "Ολ’αύτά μούφαίνονται τελείως παράλογα. Ποτέ δέν πίστευα στά όνειρα ».

Ήθελα νά καθυστερήσω κι άλλο μ’αύτό το όνειρο, άλλά όφειλα νά ξαναγυρίσω στις άνάγκεςτής στιγμής. Τό γεγονός ότι ή Φυλλίς δέν ήθελε νά μιλήσει μαζί μου ούτε μιά φορά γιά νάβοηθήσει τον άντρα της, πού βρισκόταν τώρα στά όριά του, διέψευδε τήν· περιγραφή τούΜάρβιν πώς είχαν έναν ειδυλλιακό, αρμονικό γάμο. Εδώ έπρεπε νά προχωρήσω μέ μεγάληλεπτότητα, εξαιτίας του φόβου του (που προφανώς τον είχε και η Φυλλίς ) ότι οι θεραπευτέςξεψαχνίζουν καί ανακινούν τα συζυγικά προβλήματα. ’Έπρεπε όμως καί νά βεβαιωθώ πώς ήΦυλλίς ήταν απολύτως αντίθετη στη θεραπεία ζευγους. Την πέρα σμένη εβδομάδά είχααναρωτηθεί μήπως ο Μάρβιν είχε νιώσει πώς το άπέρριπτα. ’Ίσως νά χρησιμοποιούσε τώραένα τέχνασμα γιά νά με χειριστεί, ώστε νά τον άναλαβω σε ατομική θεραπεία. Πόσηπροσπάθεια είχε κάνει άραγε στήν πραγματικότητα γιά νά πείσει τή Φύλλις νά πάρει μέροςκι έκείνη μαζί του στή θεραπεία;

Με διαβεβαίωσε πώς ή γυναίκα του ήταν πολύ άπόλυτη στους τρόπους της.

« Σού είπα ότι δέν πιστεύει στήν ψυχιατρική, άλλά είναι κάτι πολύ γενικότερο. Δέν θέλει νά δεικανέναν γιατρό, έχει δεκαπέντε χρόνια νά κάνει γυναικολογική έξέταση. Το πολύ πολύ νά τήνπάω στόν οδοντογιατρό, όταν έχει πονόδοντο ».

Ξαφνικά, όταν τού ζήτησα κι άλλα παραδείγματα γιά το πόσο άπόλυτη ήταν ή Φύλλις,

Page 174: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

ξεπήδησαν μερικά άπρόσμενα στοιχεία.

« Λοιπον, θά σού πώ τήν άλήθεια. Δέν έχει νόημα νά ξοδεύω ένα σωρό λεφτά καί νάκάθομαι έδώ νά σού λέω ψέματα. Ή Φύλλις εχει τα προβλήματά της. Το κυριότερο είναι ότιφοβάται να βγει απ’το σπίτι. Κάπως λέγεται αύτό, δέν το θυμάμαι».

«’Αγοραφοβία; »

« Ναι, αυτό είναι. Το ’χει χρονιά καί χρόνια. Πολύ σπάνια βγαίνει, έκτος » —η φωνή τού Μάρβινχαμήλωσε κι έγινε συνωμοτική— «αν είναι γιά ν’άποφύγει κάποιον άλλο φόβο ».

« Ποιόν άλλο φόβο ; »

« Το φόβο πως θά έρθουν άνθρωποι στό σπίτι μας*! »

, Μού έξήγησε πώς είχαν χρόνια -δεκαετίες, γιά τήν άκρίβειανα καλέσουν κόσμο στό σπίτιτους. ’Αν το άπαιτούσε ή περίσταση -για παράδειγμα, αν τούς έκαναν επίσκεψη συγγενείςάπο άλλη πόλη-, ή Φύλλις ήταν πρόθυμη νά τούς βγάλει έξω σ’ένα εστιατόριο : « Σ’ένα φτηνόεστιατόριο, γιατί δέν τής αρέσει καθόλου να ξοδεύει λεφτά ». Τα χρήματα ήταν άλλος έναςλόγος, πρόσθεσε ό Μάρβιν, πού ήταν άντίθετη στήν ψυχοθεραπεία.

Επιπλέον-ή Φύλλις δέν επέτρεπε ούτε στον Μάρβιν νά καλεί κανέναν στο σπίτι. Πριν άπόδυό-τρείς βδομάδες, γιά παράδειγμα, κάποιοι επισκέπτες άπό άλλη πόλη τηλεφώνησαν καίρωτούσαν αν μπορούσαν νά δούν τή συλλογή του μέ τις πολιτικές κονκάρδες. Είπε ότι δένέκανε κάν τον κόπο νά ρωτήσει τή Φύλλις : θά σήκωνε τον κόσμο στο πόδι. Άνπροσπαθούσε νά έπιμείνει στο θέμα, τότε, είπε, θά περνούσαν μήνες καί μήνες ώσπου νά«ξαναπηδήξει». Κατά συνέπεια, όπως είχε κάνει πολλές φορές ως τώρα, πέρασε μιάολόκληρη μέρα νά πακετάρει τή συλλογή του, γιά νά τούς. τή δείξει στο γραφείο του.

Αύτές οι νέες πληροφορίες έκαναν άκόμα πιο ξεκάθαρο το πόσο ή Φύλλις καί ό Μάρβιν είχανάνάγκη άπό ψυχοθεραπεία ζεύγους. Τώρα όμως το πράγμα είχε πάρει άλλη τροπή. Τάπρώτα όνειρα τού Μάρβιν ξεχείλιζαν τόσο πολύ άπό πρωτόγονη εικονογραφία πού τήνπερασμένη βδομάδα είχα φοβηθεί ότι ή άτομική ψυχοθεραπεία θά έσπαγε το σφραγισμένοκαπάκι τού άσυνειδήτου του πού κόχλαζε. Γι’αύτό είχα σκεφτεί πώς ή συζυγικ.( θεραπεία θάήταν πιο άσφαλής. Τώρα όμως, μ’αύτή τή μαρτυρία πώς ύπήρχε βαριά παθολογία στήσχέση τους, άναρωτιόμουνα μήπως κι αύτή άνοιγε τον άσκό τού Αιόλου.

Απάντησα στον Μάρβιν πώς, όσο το σκεφτόμουν, συνέχιζα να πιστεύω πώς ή καλύτερηεπιλογή ήταν ή συμπεριφορικά προσανατολισμένη θεραπεία ζεύγους. Αλλά ή θεραπείαζεύγους άπαιτεί ζευγάρια καί, αν ή Φύλλις δεν ήθελε άκόμα νά συμμετάσχει (όπως ό Μάρβινέσπευσε νά μέ διαβεβαιώσει γιά άλλη μιά φορά), τού είπα πώς ήμουνα πρόθυμος νά τονβλέπω δοκιμαστικά σε άτομική ψυχοθεραπεία.

« Σέ προειδοποιώ όμως, ή άτομική ψυχοθεραπεία είναι πολύ πιθανό νά πάρει πολλούςμήνες, ίσως κι ένα χρόνο ή καί περισσότερο, καί δέν θα είναι ανθόσπαρτη. Μπορεί ν’αναδυθούν οδυνηρές σκέψεις ή αναμνήσεις πού ίσως νά σέ κάνουν παροδικά νά νιώσειςπιο άσχημα απ’οσο νιώθεις τώρα».

Ό Μάρβιν δήλωσε ότι το είχε σκεφτεί τις τελευταίες μέρες καί ήθελε ν’αρχίσει αμέσως.Κανονίσαμε να συναντιόμαστε δύο φορές τήν εβδομάδα.

"Ηταν σαφές πώς καί οι δύό μας είχαμε κάποιες επιφυλάξεις. Ό Μάρβιν συνέχιζε να είναισκεφτικός γιά το όλο εγχείρημα τής ψυχοθεραπείας κι έδειχνε μικρό ένδιαφέρον γιά τοεσωτερικό ταξίδι. Συμφώνησε γιά τή θεραπεία μόνο επειδή ή ήμικρανία τόν είχε γονατίσει καίδέν είχε πού αλλού νά στραφεί. Έγώ άπ’τή μεριά μου είχα άμφιβολίες, γιατί ήμουνα πολύαπαισιόδοξος ώς προς το αν θά θεραπευόταν: είχα συμφωνήσει νά δουλέψω μαζί του, γιατίδέν έβλεπα καμιά άλλη θεραπευτική λύση έφικτή.

Page 175: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Θά μπορούσα βέβαια νά τόν είχα παραπέμψει σέ κάποιον άλλον. Υπήρχε άλλος ένας λόγος— αύτή ή φωνή, ή φωνή έκείνου τού όντος πού είχε δημιουργήσει αύτά τά εντυπωσιακάόνειρα. Θαμμένος κάπου μέσα στά τείχη τής ψυχής τού Μάρβιν, βρισκόταν ένας ονειρευτήςπού χτυπούσε προς τά έξω ένα έπεΐγον υπαρξιακό μήνυμα. Ξαναβυθίστηκα στό τοπίο τούονείρου, στον σιωπηλό σκοτεινό κόσμο τών άδύνατων άνδρών, στό μαύρο λιβαοι, και στοκοριτσάκι μέ τά μαύρα τούλια. Σκέφτηκα το άσεμνο άκρο τού μπαστουνιού καί τή σεξουαλικήπράξη πού δέν ήταν έρωτας αλλά μόνο μιά μάταιη άπόπειρα ν’άπομακρύνει τόν τρόμο.

Αναρωτήθηκα τι θα ελεγε ο ονειρευτής αν δέν ήταν άπαραίτητη η μεταμφίεση, αν μπορούσενά μού μιλήσει χωρίς τεχνάσματα.

«Είμαι γέρος. Βρίσκομαι στό τέλος τού έργου τής ζωής μου. Δεν έχω παΐδια, και πλησιάζω τοθάνατο γεμάτος τρόμο. Με πνίγει το σκοτάδι. Με πνίγει ή σιωπή του θανάτου. Νομίζω πώςξέρω έναν τρόπο. Προσπαθώ να τρυπήσω το σκοτάδι με το σεξουαλικό μου φυλαχτό. ''Αλλάδέν φτάνει αύτό ».

Αυτές όμως ήταν δικές μου σκέψεις, όχι του Μάρβιν. Του ζήτησα να κάνει κάποιουςσυνειρμούς γιά το όνειρο, νά το σκεφτεί, νά πει ό,τι τού ερχόταν στο μυαλό. Τίποτα δέν τούήρθε. Κούνησε απλώς το κεφάλι.

«Βιάζεσαι νά μού κουνήσεις το κεφάλι. Ξαναπροσπάθησε. Δώσε μιά εύκαιρία στον εαυτόσου. Πάρε οποίο κομμάτι τού ονείρου θέλεις κι άσε το μυαλό σου νά περιπλανηθεί μαζί του». Τίποτα απολύτως.

«Τί σκέφτεσαι γιά το μπαστούνι μέ τή λευκή άκρη; »

Ό Μάρβιν χαμογέλασε ψεύτικα. « Αναρωτιόμουνα πότε θά ’φτανες σ’ αύτό! Δέν είπα καίνωρίτερα πώς εσείς οι ψυχίατροι βλέπετε το σέξ στά πάντα; »

Τι τραγική ειρωνεία νά μέ κατηγορεί γι’αύτό, γιατί, αν είχα μιά πεποίθηση γιά κείνον, ήτανπώς το σέξ ' δέν ήταν ή πηγή τής δυσκολίας του.

« Μά το όνειρο είναι δικό σου, Μάρβιν. Καί το μπαστούνι δικό σου. Εσύ το έπλασες, πώς σούφαίνεται; Καί πώς σού φαίνονται οι άναφορές στο θάνατο — οι νεκροθάφτες, ή σιωπή, ήμαυρίλα, όλη αύτή ή άτμόσφαιρα τρόμου καί τά κακά προαισθήματα; » Αφού είχε τήνεπιλογή νά συζητήσει το όνειρο άπό τήν άποψη τού θανάτου ή τού σέξ, ό Μάρβιν βιάστηκενά διαλέξει το δεύτερο.

«Ίσως νά σ’ένδιαφέρει κάτι σεξουαλικό πού συνέβη χτές το άπόγευμα — περίπου δέκαώρες πριν δώ το όνειρο. ** Ημουνα ξαπλωμένος στο κρεβάτι καί συνερχόμουνα άκόμα άπ’τήν ήμικρανία. Ήρθε ή Φύλλις καί μού έκανε μασάζ στήν πλάτη, έπειτα στα πόδια, κι έπειταάρχισε νά μού μαλάζει το πέος. Μ’ εγδυσε κι έβγαλε κι έκείνη τά ρούχα της ».

Αύτό πρέπει νά ήταν κάτι άσυνήθιστο: ό Μάρβιν μού είχε πει πώς εκείνος έπαιρνε σχεδόνπάντα τήν πρωτοβουλία γιά σέξ.

'Υποπτευόμουνα ότι τώρα ή Φύλλις ήθελε να εξιλεωθεί για τήν ενοχή της πού άρνιόταν ναπάει σε θεραπευτή ζευγους.

« Στήν αρχή έγώ δέν ανταποκρινόμουν ».

« Γ ιατί; »

«Γιά νά σού πώ τήν άλήθεια, φοβόμουνα. Μόλις έβγαινα άπ’τή χειρότερη ήμικρανία μου καίφοβόμουνα πώς θ’άποτύχω καί θά μέ πιάσει κι άλλη. Αλλά ή Φύλλις άρχισε νά μού τονρουφάει καί μού σηκώθηκε. Δέν τήν έχω ξαναδεί νά έπιμένει τόσο. Στό τέλος είπα : “ Άντελοιπόν, ένα καλό πήδημα μπορεί νά είναι άκριβώς αύτό πού χρειάζομαι γιά νά μού φύγει λίγοή ένταση ” ». Εδώ ό Μάρβιν σταμάτησε.

Page 176: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

« Γ ιατί σταματάς ; »

«Προσπαθώ νά θυμηθώ άκριβώς τά λόγια της. Τέλος πάντων, άρχίσαμε νά κάνουμε έρωτα.Τά πήγαινα καλά, άλλά τή στιγμή πού ετοιμαζόμουνα νά τελειώσω, ή Φύλλις είπε: “"Υπάρχουν κι άλλοι λόγοι νά κάνεις έρωτα έκτος άπ’ το νά διώξεις τήν ένταση ”, Έ αύτόέφτανε ! Μού ’φύγε μέσα σ’ ένα δευτερόλεπτο ».

« Μάρβιν, είπες τής Φύλλις τίποτα γιά τή στιγμή πού διάλεξε νά σού το πει αύτό ; »

« Ποτέ δέν διαλέγει τή σωστή στιγμή — ποτέ. Αλλά παραήμουνα εκνευρισμένος για νάμιλήσω. Φοβόμουνα τί θά πώ. Αν πω μια λάθος κουβέντα, είναι ικανή νά μού κάνει τή ζωήκόλαση — κλείνει μιά γιά πάντα τήν παροχή τού σεξ ».

« Σαν τι θα μπορούσες νά πεις ; »

« Φοβάμαι τα ένστικτα μου — τά δολοφονικά μου καί τά σεξουαλικά μου ένστικτα ».

« Τί έννοεΐς ; »

«Θυμάσαι πριν από χρονιά μια ιστορία στις ειδήσεις, έναν άντρα πού σκότωσε τή γυναίκατου πετώντας της οξύ ; Τρομερό πράγμα ! Κι όμως, αύτό το έγκλημα τό ’χω σκεφτεί πολλέςφορές. Καταλαβαίνω πώς μπορεί ή οργή γιά μιά γυναίκα νά σέ οδηγήσει σ έναν τέτοιο φόνο».

Θεέ μου! Το ασυνείδητο του Μάρβιν ήταν πιο κοντά στήν επιφάνεια άπ’όσο νόμιζα.Θυμήθηκα πώς δεν ήθελα νά ξεσκεπάσω αύτά τά τόσο πρωτόγονα συναισθήματα —τουλάχιστον όχι τόσο νωρίς στή θεραπεία— κι έτσι πέρασα άπ’τό φόνο στο σέξ. _

« Μάρβιν, είπες ότι σε φοβίζουν καί τά σεξουαλικά σου ένστικτα. Τί εννοείς;»

«Οι σεξουαλικές μου ορμές ήταν πάντα πολύ δυνατές. Μού ’χουν πει ότι αύτό ισχύει γιά τούςφαλακρούς άντρες. Είναι σημάδι ότι έχουν ύπερβολική άρσενική ορμόνη. Είναι άλήθεια; » Δένήθελα νά ενθαρρύνω τή διάσπαση. Αποτίναξα τήν ερώτηση. « Συνέχισε ».

«Λοιπόν, έπρεπε νά τις χαλιναγωγώ όλη μου τή ζωή, γιατί ή Φύλλις έχει πολύ συγκεκριμένεςάπόψεις γιά το πόσο σέξ θά κάνουμε. Καί είναι πάντα σταθερή — δυο φορές τήν εβδομάδα,μέ κάποιες εξαιρέσεις γιά γενέθλια καί γιορτές ».

« Σού γεννάει κάποια συναισθήματα αύτό ; »

«Μερικές φορές. Άλλες φορές όμως πιστεύω πώς οι περιορισμοί κάνουν καλό. Χωρίς αύτούςμπορεί νά μή μαζευόμουνα ».

Περίεργο σχόλιο. «Τί σημαίνει “νά μή μαζευόσουνα”; Εννοείς νά είχες εξωσυζυγικές σχέσεις ;»

Ή έρώτησή μου τον σόκαρε. « Ποτέ δέν άπάτησα τή Φύλλις ! Ούτε θά τήν άπατήσω ! »

«Τότε τί εννοείς “νά μή μαζευόσουνα”;»

Ό Μάρβιν με κοίταγε σάν κούτσουρο. Είχα τήν εντύπωση πώς μιλούσε γιά πράγματα πούδέν τά είχε ποτέ ξανασυζητήσει. ’Ένιωθα μιά έξαψη γιά λογαριασμό του. Ήταν φοβερή αύτήή συνεδρία. ’Ήθελα νά συνεχίσει, καί περίμενα.

« Δέν ξέρω τί έννοώ, άλλά κάποιες φορές έχω άναρωτηθεί πώς θά ήταν νά ’χα παντρευτείμιά γυναίκα μέ σεξουαλικές ορμές σάν τις δικές μου, μιά γυναίκα πού νά θέλει καί νά χαίρεταιτο σεξ όσο κι εγώ ».

Page 177: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

« Τί πιστεύεις ; Ή ζωή σου θά ήταν πολύ διαφορετική; »

« Μισό λεπτό να πάω λίγο πίσω. Δέν έπρεπε νά^χρησιμοποιήσω τή λέξη χαίρεται. Ή Φύλλιςχαίρεται^ το σέξ. Απλώς ποτέ δέν φαίνεται να το επιθυμεί. Το άντίθετο, άπλώς .̂ .. πώς τολεμε ;... το παρέχει αν είμαι καλός. Κι εκείνες τις φορές νιώθω εξαπατημένος καί θυμωνω».

Ό Μάρβιν σώπασε. Ξεκούμπωσε το γιακά του, έτριψε τό σβέρκο του κι έκανε μερικέςστροφές >τού κεφαλιού. Προσπαθούσε να διώξει τήν ένταση, άλλά μού δημιουργούσε καιτην εντύπωση πώς συγχρόνως κοιτούσε τριγύρω στό δωμάτιο, σαν γιά νά βεβαιωθεί πώςδέν τόν άκουγε κανένας άλλος.

« Δείχνεις νά μή νιώθεις άνετα. Τι αισθανεσαι; »

« Νιώθω πώς τής κάνω άπιστία. Σάν νά μήν έπρεπε νά λέω αύτά τά πράγματα γιά τήΦύλλις. Σχεδόν σάν νά μπορεί νά τό καταλάβει».

« Τής δίνεις πολύ μεγάλη έξουσία. Αργά ή γρήγορα θά χρειαστεί ν’άνακαλύψουμε πούβρίσκεται ή άλήθεια γιά όλ’αύτά».

Τις πρώτες εβδομάδες τής ψυχοθεραπείας ό Μάρβιν συνέχισε νά είναι έτσι άνοιχτός,πράγμα αναζωογονητικό. Γενικά τά κατάφερνε πολύ καλύτερα άπ’όσο περίμενα. Ήτανσυνεργάσιμος. Εγκατέλειψε τόν έριστικό σκεπτικισμό του γιά τήν ψυχιατρική. Προετοιμαζότανστό σπίτι γιά τις συνεδρίες μιας κι ήταν αποφασισμένος, όπως το είπε, νά έχει καλέςάπολαβές άπ’ τήν επένδυση του. Ή εμπιστοσύνη του στή θεραπεία ένισχύθηκε, όταν έλαβεένα απρόσμενο πρώιμο μιέρισμα: μιέ το ξεκίνημα τής ψυχοθεραπείας οι ημικρανίες τουεξαφανίστηκαν μυστηριωδώς καί ολοκληρωτικά (παρολο που οι έντονες μεταπτώσεις τήςδιάθεσής του αναλογα με τη σεξουαλική δραστηριότητα συνεχίστηκαν).

Σ αυτή την πρώιμη φάση τής θεραπείας, επικεντρωθήκαμε σε δύο ζητήματα : στό γάμο τουκαί ( σέ μικρότερο βαθμό, λόγω της^ αντίστασής του) στις συνέπειες τής συνταξιοδότησήςτου. Πρόσεχα όμως νά προχωράμε μέ το μαλακό. ’Ένιωθα σάν χειρουργός πού προετοιμάζειτο χειρουργικό πεδίο άλλά άποφεύγει οποιαδήποτε βαθιά τομή. ’Ήθελα νά τά διερευνήσει όΜάρβιν αυτά τά ζητήματα, άλλά χωρίς μεγάλο ψάξιμο δεν ήθελα ν’άποσταθεροποιηθεΐ ήσυζυγική ισορροπία πού είχε άναπτυχθεί άνάμεσα σ’εκείνον και τή Φύλλις ( πράγμα πού θάτον έδιωχνε άμέσως άπ’τή θεραπεία) ούτε νά τού προκαλέσω περισσότερο άγχος θανάτου(πράγμα πού θά ύποδαύλιζε περισσότερες ήμικρανίες ).

Τήν ’ίδια εποχή πού κάναμε αύτή τή μαλακή, κάπως άπλουστευτική θεραπεία, εγώ είχαεμπλακεί σ’έναν συναρπαστικό διάλογο με τον ονειρευτή, αύτό το έξαιρετικά φωτισμένοάνθρωπάριο πού ό Μάρβιν φιλοξενούσε —ή κρατούσε φυλακισμένο— μέσα του καί πούτώρα συνομιλούσε μαζί μου είτε γιατί ό Μάρβιν άγνοούσε τήν ύπαρξή του είτε γιατί τούέπέτρεπε νά έρχεται σέ έπαφή μαζί μου μέσα άπό μιά διάθεση άγαθής άδιαφορίας. Ενώέμεις περιφερόμασταν καί συζητούσαμε απλά πράγματα σέ επιφανειακά έπίπεδα, όονειρευτής μετέδιδε μιά συνεχή ροή μηνυμάτων άπό τά βάθη.

’Ίσως ό διάλογός μου μέ τον ονειρευτή νά ήταν άντιπαραγωγικόςϊ ’Ίσως γιά χάρη τώνσυναντήσεών μου μαζί του, νά ήμουνα διατεθειμένος νά έπιτρέψω στον Μάρβιν νάπροχωράει πολύ πιο άργά. Θυμάμαι πώς ξεκινούσα κάθε ώρα μας όχι μέ έντονο ένδιαφέρονγιά τον άσθενή μου, άλλά μέ άνυπομονησία γιά -ο επόμενο μήνυμα πού θά μού έστελνε όονειρευτής.

Μερικές φορές τά όνειρά του, παραδείγματος χάρη τά πρώτα πού είχε φέρει, ήταντρομαχτικές έκφράσεις οντολογικού άγχους. Άλλες φορές προοιωνίζονταν πράγμιατα πού θάέρχονταν στή θεραπεία. Κάποτε ήταν σάν ύπότιτλοι τής θεραπείας, καί μού παρείχαν μιάπολύ ζωηρή μετάφραση τών προσεκτικών δηλώσεων τού Μάρβιν.

Επειτα άπ’τίς πρώτες συνεδρίες, άρχισα νά λαβαίνω έλπιδοφόρα μηνύματα:

Page 178: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Σ' ένα οικοτροφείο ό δάσκαλος έψαχνε νά βρει παιδιά πού θά ήθελαν νά ζωγραφίσουν πάνωσ’ έναν μεγάλο λευκό μουσαμά.

’'Αργότερα έγώ μιλούσα γι' αυτό σ ένα μικρό, χοντρός αγόρι -προφανώς τόν εαυτόμουκιέκεΐνο αναστατώθηκε τόσο πολύ, που άρχισε νά κλαίει.

Δέν υπήρχε αμφιβολία γιά το μήνυμα του ονείρου :

« Ό Μάρβιν έχει τήν αίσθηση πώς κάποιος του προσφέρει μιά ευκαιρία -προφανώς έσύ, όθεραπευτής τουνά ξεκινήσει πάλι απ’τήν αρχή. Τί συναρπαστικό — νά έχει άλλη μιά εύκαιρίανά ζωγραφίσει τή ζωή του απ’ τήν άρχή σ’ έναν άδειο μουσαμά ».

Κι άλλα έλπιδοφόρα όνειρα ακολούθησαν:

Είμαι σ ένα γάμο, κι έρχεται μιά γυναίκα και μού λέει πώς είναι η κόρη μου πού τήν έχωξεχάσει άπό χρόνια. Εκπλήσσομαι γιατί δέν ήξερα πώς είχα κόρη. Είναι μεσήλικη καί φοράειώραΐα καφέ χρώματα. Είχαμε μόνο μιά-δυό ώρες νά τά πούμε. Τή ρώτησα πώς ήταν οισυνθήκες της ζωής της, άλλά δεν μπορούσε νά μιλήσει γι’ αύτό. Λυπήθηκα όταν έφυγε, άλλάσυμφωνήσαμε νά αλληλογραφούμε.

Το μήνυμα:

« Ο Μάρβιν ανακαλύπτει γιά πρώτη φορά τήν κόρη του — τή θηλυκη, μαλακή, ευαίσθητηπλευρά τού εαυτού του. Εντυπωσιάζεται. Οι δυνατότητες είναι απεριόριστες. Σκέφτεται νάέχει μαζί της συνεχή επικοινωνία. Ίσως νά μπορεί νά έποικίσει τις νησίδες τού εαυτού τουπού μόλις άνακάλυψε*».

Άλλο όνειρο :

Κοιτάζω εζ(ο octc τ ο παράθυρο χι axouco μια φασαρία <jzους θάμνους. Είναι μιά γάτα πούκυνηγάει ένα ποντίκι. Λυπάμαι το ποντίκι και βγαίνω νά το βρω. Αύτό πού βρίσκω είναι δυομωρά γατάκια πού δεν έχουν άκόμα άνοίζει τά μάτια. Τρέχω νά το πω στή Φυλλίς, γιατί τήςάρέσουν πάρα πολύ τά γατιά.

Το μήνυμα:

« Ό Μάρβιν καταλαβαίνει, καταλαβαίνει πραγματικά, ότι ως τώρα είχε κλειστά μάτια, καί ότιετοιμάζεται επιτέλους νά τ’άνοίξει. Χαίρεται γιά τή Φύλλις, πού κι έκείνη θ’άνοίξει τά μάτια.Άλλά προσοχή, υποπτεύεται εσένα, πώς παίζεις τή γάτα με το -ποντίκι».

Σύντομα έλαβα κι άλλες προειδοποιήσεις :

Ή Φύλλις κι εγώ τρώμε σ ένα έτοιμόρροπο εστιατόριο. Ή εξυπηρέτηση είναι πολύ κακή. Δένβρίσκεις ποτέ το γκαρσόνι, όταν το χρειάζεσαι. Ή Φύλλις τού λέει πώς είναι βρόμικος καιφοράει φτωχά ρούχα. "Εγώ έκπλήσσομαι πού το φαγητό είναι τόσο καλό.

Το μήνυμα:

« Αρχίζει νά συγκεντρώνει στοιχεία γιά νά σε ένοχοποιήσει. Ή Φύλλις θέλει νά βγεις άπ’τήζωή τους. Είσαι εξαιρετικά άπειλητικόσ και γιά τούς δύο. Προσοχή. Μή βρεθείς σεδιασταυρούμενα πυρά. "Οσο κάλο καί νά ’ναι το φαγητό σου, δέν συγκρίνεσαι με μιά γυναίκα».

Κι έπειτα ένα όνειρό πού διατύπωνε συγκεκριμένα παράπονα:

Παρακολουθώ μιά μεταμόσχευση καρδιάς. 'Ο χειρουργός είναι ξαπλωμένος. Κάποιος τονκατηγορεί πώς αναμείχθηκε μόνο στη διαδικασία τής μεταμόσχευσης και ότι ^ αδιαφόρησεγια^ όλες τις βρόμικες συνθήκες τού πώς πήρε τήν καρδιά άπό τον δοτή. Ό χειρουργός

Page 179: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

ομολογεί ότι αύτό είναι άλήθεια. Μιά νοσοκόμα τού χειρουργείου είπε πως εκείνη δεν είχεαυτό το προνόμιο υποχρεώθηκε νά παρακολουθήσει ολόκληρη τή βρόμικη υπόθεση.

Το μήνυμα:

« Ή μεταμόσχευση καρδιάς είναι, φυσικά, ή ψυχοθεραπεία. [ Σου βγάζω το καπέλο, αγαπητέμου φίλε ονειρευτή ! “ Μεταμόσχευση καρδιάς ” τί εμπνευσμένο οπτικό σύμβολο γιά τήνψυχοθεραπεία ! Ι Ό Μάρβιν αισθάνεται πως είσαι ψυχρός καί δέν εμπλέκεσαι κι ότι έχεις λίγοπροσωπικό ενδιαφέρον γιά τή ζωή του — γιά το πώς έφτασε νά είναι το πρόσωπο πού είναισήμερα />.

Ό ονειρευτής με συμβούλευε πώς νά προχωρήσω. Ποτέ δέν είχα τέτοιον επόπτη. Μέσυνάρπαζε τόσο πολύ, ώστε άρχιζα νά χάνω άπ’τά μάτια μου τά κίνητρά του. Δρούσε σάνπράκτορας τού Μάρβιν γιά νά μέ βοηθήσει νά βοηθήσω τον Μάρβιν; Ηλπιζε πώς αν ό Μάρβινάλλαζε, τότε εκείνος, ό ονειρευτής, θα απελευθερωνόταν μέ τήν άφομοίωσή του στονάπαρτιωμένο Μάρβιν; Η μήπως δρούσε κυρίως γιά νά ελαφρύνει τή δική του απομόνωσηκάνοντάς ο,τι μπορούσε γιά νά διατηρήσει τή σχέση πού είχε μαζί μου ;

^ Οποια κι αν ήταν όμως τά κίνητρά του, οι ύποδείξεις του ήταν εύφυεστατες. Είχε δίκιο : δένείχα συνδεθεί άληθινά με τον Μάρβιν!^ Μέναμε σέ τόσο τυπικό επίπεδο, πού έμοιαζεΑταίριαστο το ότι μιλούσαμε στον ενικό. Ό Μάρβιν έπαιρνε τον εαυτό του πολύ στα σοβαρά:ήταν ούσιαστικά ό μόνος μου άσθενής μέ τον όποΐο^δέν μπορούσα ποτέ ν’άστειευτώ ή νάπαίξω. Συχνά προσπαθούσα νά εστιάσου τήν προσοχή στή σχέση μας, άλλά έκτος άπόκάποια καρφιά πού μού είχε πετάξει στις πρώτες μιά-δυό συνεδρίες (τού είδους «εσείς οιψυχίατροι πιστεύετε πώς όλα έχουν νά κάνουν μέ το σέξ » ), δέν άναφερόταν καθόλου σέμένα. Μού φερόταν μέ μεγάλη έκτίμηση και σεβασμό καί σέ γενικές γραμμές ανταποκρινότανστις έρωτήσεις μου σχετικά με τά συναισθήματά του γιά μένα, μέ δηλώσεις τού τύπου πώςμάλλον ξέρω τί κάνω, άφού συνέχιζε νά μήν έχει ήμικρανίες.

"Όταν είχαν πιά περάσει έξι μήνες, νοιαζόμουνα κάπως περισσότερο γιά κείνον, άλλά δένένιωθα άκόμα καμιά βαθιά συμπάθεια. Ήταν πολύ περίεργο, γιατί τόν ονειρευτή τόν λάτρευα:λάτρευα το κουράγιο του καί τήν καυστική του ειλικρίνεια. Από καιρό σέ καιρό έπρεπε νακεντρίσω τόν εαυτό μου γιά νά θυμηθεί πώς ό ονειρευτής ήταν ό Μάρβιν, πώς μού παρείχεμιά ανοιχτή δίοδο προς τόν κεντρικό πυρήνα τού Μάρβιν — αύτή τή σπείρα τού εαυτού πούδιαθέτει άπόλυτη σοφία καί αύτογνωσία.

"Ο ονειρευτής είχε δίκιο πώς δέν είχα βουτήξει στις βρόμικες λεπτομέρειες τής καταγωγήςτής καρδιάς πού θά μεταμοσχευόταν : έιχα δώσει ελάχιστη προσοχή στις εμπειρίες καί στιςδομές τών πρώτων χρόνων τής ζωής τού Μάρβιν. Κατά συνέπεια άφιέρωσα τις επόμενεςδύο συνεδρίες σέ μιά λεπτομερή εξέταση τής παιδικής τού ήλικίας. "Ένα άπ’τά πιοενδιαφέροντά πράγματα πού έ'μαθα ήταν ότι, όταν ό Μάρβιν ήταν εφτά ή οχτώ χρονών, ένακατακλυσμικό μυστικό συμβάν διέλυσε τήν οικογένειά του καί είχε ώς αποτέλεσμα ή μητέρατου νά εξορίσει γιά πάντα τόν πατέρα του απ’ τήν κρεβατοκάμαρά της. Παρόλο πού δέν τούάποκαλύφθηκε ποτέ ποιο ήταν αύτό το συμβάν, ό Μάρβιν τώρα πιστεύει, βασισμένος σέκάποια σκόρπια σχόλια τής μητέρας του, πώς ό πατέρας του είτε τήν είχε απατήσει είτεήταν μανιώδης χαρτοπαίκτης.

Επειτα άπό τήν εξορία τού πατέρα του, ο κλήρος έπεσε στον Μάρβιν, στόν μικρότερο γιό, νάγίνει ο σταθερός σύντροφος τήζ μητέρας του : δική του δουλειά ήταν νά τή συνοδεύει σέ όλεςτις κοινωνικές της συναντήσεις. Γιά πολλά χρόνια ύπέμενε τά καρφιά τών φίλων του πώςέβγαινε ραντεβού με τή μητέρα του.

Δέν χρειάζεται νά πούμε πως ο νέος ρολος του στην οικογένεια δέν τον έκανε πιο άγαπητοστον πατέρα του, πού ή παρουσία του στο σπίτι έγινε πιο ισχνή, έπειτα σκιώδης, και σε λίγοέξατμίστηκε διά παντός. Δυο χρόνια άργότερα ό μεγάλος του αδελφός έλαβε άπ’τόν πατέρατους μιά: κάρτα πού έλεγε πώς ήταν ζωντανός καί καλά στήν υγεία του καί πώς ήτανσίγουρος πώς ή οικογένεια τά πήγαινε πολύ καλύτερα χωρίς εκείνον.

Page 180: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Προφανώς είχαν τεθεί τά θεμέλια γιά μείζονα οιδιπόδεια προβλήματα στή σχέση τού Μάρβινμε τις γυναίκες. Ή σχέση του μέ τή μητέρα του ήταν άποκλειστική, υπερβολικά στενή,παρατεταμένη στήν έγγύτητά της καί είχε καταστροφικές συνέπειες γιά τή σχέση του μέτούς άντρες. Πραγματικά ό Μάρβιν φανταζόταν πώς είχε συμβάλει μέ κάποιον ούσιαστικότρόπο στήν έξαφάνιση τού πατέρα του. Δέν μού έκανε έντύπωση λοιπόν πού μάθαινα πώςφοβόταν τον άνταγωνισμό μέ τούς άντρες καί πώς ήταν έξαιρετικά ντροπαλός μέ τιςγυναίκες. Το πρώτο του άληθινο ραντεβού, μέ τή Φύλλις, ήταν καί το τελευταίο του πρώτοραντεβού: έβγαιναν σταθερά ως το γάμο τους. Ή Φύλλις ήταν έξι χρονιά μικρότερη, έξίσουντροπαλή καί έξίσου άπειρη μέ το άντίθετο φύλο.

Αυτές οι αναμνηστικές συνεδρίες ήταν γιά μένα άρκετά παραγωγικές. Γνώρισα τα πρόσωπαπού κατοικούσαν στο μυαλό τού Μάρβιν και αναγνώρισα ( και τού τά άνέφερα ) κάποιασημαντικά επαναλαμβανόμενα μοτίβα στη ζωή του : γιά παράδειγμα, τον τροπο με τον οποίοείχε άναπαραγάγει μέρος τής σχέσης τών γονιών του στον δικό του γάμο — ή γυναίκα του,όπως ή γυναίκα τού πατέρα του, ασκούσε έξουσία κόβοντάς του τά σεξουαλικά προνόμια.

Καθώς ξεδιπλωνόταν αύτό το ύλικό, μπορούσα νά κατανοήσω τα προβλήματα τού Μάρβινάπό τρεις πολύ διαφορετικές οπτικές γωνίες : τήν υπαρξιακή (εστιάζοντας στο οντολογικόάγχος πού είχε ξυπνήσει, καθώς περνούσε ένα μείζον ορόσημο τής ζωής). Τή φροϋδική (μεέμφαση στό οιδιπόδειο άγχος πού είχε ώς άποτέλεσμα ή σεξουαλική πράξη νά συνδέεταιμε πρωτόγονο καταστροφικό άγχος ). Καί τή διαπροσωπική (με έμφαση στό πώς jq δυναμικήισορροπία τού γάμου του είχε διαταραχτεί άπό πρόσφατα γεγονότα ζωής. Περισσότεραστοιχεία θ’αναφαίνονταν γι’αύτό σε λίγο).

"Όπως πάντα ό Μάρβιν δούλευε σκληρά γιά νά μού δώσει τις άπαραίτητες πληροφορίες,άλλά, ένώ τά όνειρά του αύτό ζητούσαν, εκείνος σύντομα έχασε το ένδιαφέρον του γιά τιςπαρελθούσες αιτίες τών τωρινών συνθηκών τής ζωής του. Μιά φορά είπε ότι αύτά τάσκονισμένα γεγονότα ανήκαν σέ μιάν άλλη εποχή, σχεδόν σέ άλλον αιώνα. Επισήμανεέπίσης μελαγχολικά ότι συζητούσαμε ένα δράμα, τού οποίου όλα τά πρόσωπα, έκτος άπότόν ίδιο, είχαν πεθάνει.

Ό ονειρευτής μού έδωσε σύντομα μιά σειρά άπό μηνύματα ώς προς τήν άντίδραση τούΜάρβιν στις έπιδρομές μας στό παρελθόν :

Είδα ένα αυτοκίνητο με παράξενο σχήμα, σάν μεγάλο μακρύ κουτί με ρόδες. Ήτανε μ/χύροκαί γυάλιζε σάν λουστράρισε νο. Μού έκανε εντύπωση το γεγονός πώς τά μοναδικάπαράθυα βρίσκονταν στό πίσω μέρος και είχαν μεγάλη κλίση — τόσο πού δέν μπορούσεςπραγματικά νά δεις τίποτα μέσα απ’ αύτά.

Είδα κι ένα άλλο όχημα πού είχε προβλήματα μέ τόν καθρέφτη του. Τά πίσω παράθυραείχαν ένα είδος φίλτρου πού ανεβοκατέβαινε άλλά τώρα είχε κολλήσει.

'Εκανα μιά ομιλία πολύ επιτυχημένη. Μετά αρχίσα να έχω πρόβλημα μέ τόν προβολέα τωνδιαφανειών. Πρώτα δεν μπορούσα νά βγάλω ένα σλάιντ απ* το μηχάνημα γιά νά βάλω άλλο.’Έδειχνε το κεφάλι ενός άντρα. *Έπειτα δεν μπορούσα να νετάρω τήν εικόνα. Μετά έμπαιναντά κεφάλια διάφορων ανθρώπων στήν οθόνη. Πήγαινα από δώ κι από κει στην αίθουσα γιάνά βρω ένα σημείο νά δω χωρίς εμπόδια, άΧλα ποτέ δεν έβλεπα ολόκληρη τη διαφάνειά.

Το μήνυμα πού πιστεύω ότι μού έστελνε ό ονειρευτής :

« Προσπαθώ να κοιτάξω προς τα πίσω αλλα η όραση μου μέ προδίδει. Δέν υπάρχουν πίσωπαράθυρα. Δέν υπάρχει καθρέφτης. "Ενα σλάιντ μ’ένα κεφάλι έμποδίζει τή θέα. Τοπαρελθόν, ή αληθινή ιστορία, το χρονικό τών πραγματικών γεγονότων, δέν ξαναβρίσκεται.Παρεμβάλλεται το κεφάλι στο σλάιντ — το δικό μου κεφάλι, ή δράσή μου, ή μνήμη μου. Βλέπωτο παρελθόν μόνο φιλτραρισμένο άπ’τά μάτια τού παρόντος — όχι όπως το ήξερα και τοέζησα τότε, αλλα όπως το βιώνω τώρα. Ή ιστορική έπαναφορά είναι μιά μάταιη προσπάθειανά βγάζεις άπ’τή μέση τά κεφάλια.

Page 181: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

»Δέν είναι μόνο το παρελθόν χαμένο διά παντός, άλλά καί το μέλλον είναι σφραγισμένο. Τολουστραρισμένο αυτοκίνητο, το κουτί, το φέρετρό μου, δέν έχει ούτε μπροστινά παράθυρα ».

Σταδιακά, μέ σχετικά μικρή προτροπή άπό μένα, ό Μάρβιν άρχισε να μπαίνει σε βαθύτερανερά. ’Ίσως νά είχε πιάσει τ’ αυτί του αποσπάσματα απ’το διάλογό μου μέ τον ονειρευτή. Όπρώτος του συνειρμός για το αύτοκίνητο, το παράξενο μαύρο κουτί με ρόδες, ήταν να πει: «Δεν είναι φέρετρο ». Παρατηρώντας τα υψωμένα μου φρύδια, χαμογέλασε καί είπε : «Κάποιος από σας τούς ψυχιάτρους δέν είπε πώς προδίνεσαι, άμα διαμαρτύρεσαιυπερβολικά γιά κάτι; »

« Το αύτοκίνητο δέν έχει μπροστινά παράθυρα, Μάρβιν. Γιά σκέψου το.̂ Ποια σκέψη σούέρχεται; »

«Δέν ξέρω. Χωρίς μπροστινά παράθυρα δέν ξέρεις πού πας ».

« Με ποιόν τρόπο ισχύει αύτό γιά σένα, γι’ αύτό πού έχεις μπροστά σου τώρα, στή ζωή σου;»

« Ή σύνταξη. Είμαι λίγο άργός, άλλά αρχίζω νά τά πιάνω. Δέν ανησυχώ όμως πού παίρνωσύνταξη. Γιατί δέν αισθάνομαι τίποτα; » _

«Το συναίσθημα υπάρχει. Διαποτίζει τά όνειρά σου. Ίσως νά παραείναι οδυνηρό γιά νά τονιώσεις. Ίσως ό πόνος νά βραχυκυκλώνεται και νά μπαίνει σέ άλλα πράγματα. Δές πόσοσυχνά λές : “ Γιατί άνησυχώ τόσο πολύ γιά τήν άπόδοσή μου στό σέξ; Είναι παράλογο ”."Ένας άπό τούς σημαντικότερους στόχους μας είναι νά ξεδιαλύνουμε τά πράγματα καί νάξαναβάλουμε τά συναισθήματα έκεΐ όπου άνήκουν ».

Σύντομα ό Μάρβιν έφερε μιά σειρά άπό όνειρα μέ ξεκάθαρο ύλικό γύρω άπ’τά γηρατειά καίτο θάνατο. Γιά παράδειγμα, ονειρεύτηκε ότι περπατούσε σ’ένα μεγάλο, ήμιτελές, υπόγειοκτίριο άπό μπετόν.

"Ένα όνειρο τόν άγγιξε περισσότερο :

Είδα τή Σούζαν Τζένινγκς. Δούλευε σ’ ένα βιβλιοπωλείο. ’Έμοιαζε πολύ θλιμμένη, και τηνπλησίασα γιά νά τής πώ ότι την ένιωθα. Τής είπα πώς ήξερα κι άλλους, έξι άλλους, τ. jαισθάνονταν όπως έκείνη. Γύρισε νά με κοιτάξει καί το πρόσωπό της ήταν ένα φρικτό κρανίογεμάτο βλέννες. Ξύπνησα πολύ τρομαγμένος.

Ό Μάρβιν το επεξεργάστηκε πολύ καλά αύτό το όνειρο.

« Σούζαν Τζένινγκς ; Τή Σούζαν Τζένινγκς τήν είχα γνωρίσει πριν άπό σαρανταπέντε χρόνιαστό κολέγιο. Δέν πιστεύω πώς τήν είχα ποτέ ξανασκεφτεί μέχρι σήμερα ».

« Γιά σκέψου την τώρα. Τί .σού ’ρχεται στό νου; »

« Βλέπω το πρόσωπό της — στρογγυλό, παχουλό, με μεγάλα γυαλιά ».

« Σού θυμίζει κανέναν ; »

«’Όχι, άλλά ξέρω τί θά ’λεγες εσύ ότι μου μοιάζει: στρογγυλοπρόσωπη μέ τεράστια γυαλιά ».

« Κι οι άλλοι έξι; » ν

« Ά, αύτό σίγουρα κάτι σημαίνει. Χτές μιλούσα στη Φυλλίς γιά όλους τούς φίλους μας πουέχουν πεθάνει και για ένα άρθρο στήν έφημερίδα που εγραφε ποσοι άνθρωποι πεθαίνουναμέσως μόλις πάρουν σύνταξη. Τής είπα πως είχα διαβάσει ένα ενημερωτικό δελτίο τωνσυναποφοιτων μου και είχα διαπιστώσει ότι είχαν πεθάνει έξι συμφοιτητές μου άπ’ το

Page 182: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

κολέγιο. Αυτοί πρέπει νά ’ναι οι “ άλλοι έξι πού αισθάνονταν όπως έκείνη ” στο όνειρο.Καταπληκτικό! »

« Υπάρχει πολύς φόβος θανάτου έδώ, Μάρβιν — και σ’αυτό το όνειρο καί σ’όλους τούςάλλους έφιάλτες. "Ολοι φοβόμαστε το θάνατο. Δέν γνώρισα ποτέ κανέναν πού νά μήν τονφοβάται. Αλλά οι περισσότεροι το έπεξεργάζονται ξανά καί ξανά μέσα στά χρόνια. Μ’έσέναμοιάζει όλο αύ;ό νά ξέσπασε μονομιάς. Καί πιστεύω πραγματικά πώς το πυροδότησε ήσκέψη ότι παίρνεις σύνταξη ».

Ό Μάρβιν άνέφερε πώς το πιο έντονο άπ’όλα ήταν το πρώτο όνειρο πού είχε δει πριν άπόέξι μήνες, μέ τούς δύο αδύνατους άντρες, το μπαστούνι μέ τή λευκή άκρη καί το μωρό. Οιεικόνες αυτές συνέχιζαν νά τού έρχονται στο μυαλό — ιδίως ή εικόνα τού λιγνού βικτωριανούνεκροθάφτη ή παιδονόμου. ’Ίσως να ήταν ένας συμβολισμός τού εαυτού του, είπε : είχεύπάρξει εγκρατής, πολύ εγκρατής. Έδώ καί ένα-δυό χρόνια είχε άντιληφθεΐ πως όλη του τήζωή άπονέκρωνε τον εαυτό του.

Αρχιζε να με εκπλήσσει. Προχωρούσε τώρα σέ τέτοια βάθη, που με το ζόρι πίστευα ότιμιλούσα μέ τον ίδιο άνθρωπο. "Οταν τον ρώτησα τι είχε συμβεί πριν από ένα-δυό χρόνια,περιέγραψε ένα έπεισόδιο γιά το όποιο δέν είχε ποτέ ξαναμιλήσει, ούτε κάν στη Φυλλίς.Καθώς ξεφύλλιζε ένα τεύχος τού περιοδικού Psychology Today στον οδοντογιατρό, τράβηξετήν προσοχή του ένα άρθρο πού πρότεινε νά πλάσει κανείς μιά τελευταία, ούσιαστικήσυζήτηση με καθέναν άπ’τούς άνθρώπους πού έπαιξαν σημαντικό ρόλο στή ζωή του κιέχουν πιά χαθεί.

Μιά μέρα πού ήταν μόνος του το δοκίμασε. Φαντάστηκε πώς έλεγε στόν πατέρα του πόσοπολύ τού είχε λείψει καί πόσο θά ’θελε νά τον είχε γνωρίσει. Ό πατέρας του δέν άπαντούσε.Φαντάστηκε πώς έλεγε το τελευταίο άντίο στή μητέρα του, πού καθόταν άπέναντί του στήσυνηθισμένη κουνιστή πολυθρόνα. Είπε τά λόγια, άλλά κανένα συναίσθημα δεν τάσυνόδεψε. ’Έσφιξε τά δόντια καί προσπάθησε νά πιέσει τά συναισθήματα νά βγούν. Τίποτα.Συγκεντρώθηκε στή σημασία τού ποτέ — ότι ποτέ, ποτέ δέν θά τήν ξανάβλεπε. Θυμήθηκεότι χτυπούσε το χέρι πάνω στό γραφείο του, πιέζοντας τόν εαυτό του νά θυμηθεί τήνπαγωνιά στό μέτωπο τής μητέρας του, καθώς τή φιλούσε, τήν ώρα πού έκείνη ήτανξαπλωμένη στό φέρετρό της. Τίποτα. Φώναξε δυνατά: « Ποτέ δέν θά σε ξαναδώ ! » Καί πάλιτίποτα. Τότε κατάλαβε πώς είχε άπονεκρωθεϊ.

Έκείνη τή μέρα έκλαψε στό γραφείο μου, ’Έκλαψε γιά όλα όσα είχε χάσει, γιά όλα τάάπονεκρ<υμένα χρόνια τής ζωής του. Τί θλιβερό, είπε, πού περίμενε ως τώρα γιά νάπροσπαθήσει νά ζωντανέψει. Γιά πρώτη φορά ένιωσα πολύ κοντά του. ’Έβαλα το χέρι μουστόν ώμο του καθώς τρανταζόταν άπ’τά άναφιλτ τ.

Στο τέλος έκείνης τής συνεδρίας ήμουνα εξαντλημένος κα' πολύ συγκινημένος. Σκεφτόμουνπώς είχαμε τελικά διαπεράσει το συμπαγές φράγμα: ότι τελικά ό Μάρβιν καί ο ονειρευτήςείχαν γίνει ένα καί μιλούσαν με μιά φωνή.

Μετά τή συνεδρία ό Μάρβιν ένιωθε καλύτερα καί ήταν πολύ αισιόδοξος, ώσπου, έ’πειτα άπόλίγες μέρες, συνέβη κάτι παράξενο. Μόλις άρχιζε τή σεξουαλική επαφή pi τή Φύλλις, ότανξαφνικα είπε: «’Ίσως νά ’χει δίκιο ό γιατρός, ίσως όλο μου το σεξουαλικό άγχος νά είναιστ’άλήθεια άγχος για το θάνατο! » Δεν πρόλαβε νά τελειώσει τήν πρότασή του και -οοοοοοπ!— είχε μια ξαφνική πρόωρη εκσπερμάτωση χωρίς απόλαυση. Μπορούσα να καταλάβωγιατί ή Φυλλίς εκνευρίστηκε πού 6 Μάρβιν διάλεξε τέτοιο θέμα γιά τή σεξουαλική τουςκουβεντούλα.̂ Εκείνος άρχισε άμέσως νάμέμφεται τον εαυτό του γιά τήν άναϊσθησία τουάπέναντί της καί γιά τή σεξουαλική του άποτυχια καί γκρεμίστηκε σέ μια βαθύτατηκατάθλιψη. Ελαβα σύντομα ένα έπεΐγον, άνήσυχο μήνυμα άπ’ τον ονειρευτή :

Κουβαλούσα καινούργια έπιπλα στο σπίτι, αλλχ μετά δεν μπορούσα να κλείσω την πόρτατής εισόδου. Κάποιος είχε βάλει ένα μηχανισμό γιά νά κρατάει τήν πόρτα άνοιχτή. Έπειταείδα δέκα ή δώδεκα ανθρώπους με μπαγκάζια έξω άπ’ τήν πόρτα. Ηταν κακοί, άπαίσιοι

Page 183: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

άνθρωποι, ιδίως μία ζαρωμένη γριά χωρίς δόντια, πού το πρόσωπό της μού θύμιζε τήΣούζαν Τζένινγκς. Μού θύμιζε καί τή Μαντάμ Ντεφάρζ στήν ταινία Ιστορία δύο πόλεων —έκείνη πού καθόταν στή λαιμητόμο κι έπλεκε καθώς έπεφταν τά κεφάλια.

Το μήνυμα:

«Ό Μάρβιν ε£ναι πολύ φοβισμένος. Συνειδητοποίησε πάρα πολλά σέ έλάχιστο χρόνο. Ξέρειτώρα πώς ό θάνατος τον περιμένει. ’Έχει άνοίξει τήν πόρτα τής έπίγνωσης. Φοβάται όμωςπως άφησε να βγουν πάρα πολλά, πώς ή πόρτα είναι κολλημένη και πως δεν θαξαναμπορέσει ποτέ νά τήν κλείσει».

Τρομαχτικά όνειρα με παρόμοια μηνύματα άκολούθησαν σύντομα :

Ηταν νύχτα, είχα ανεβεί ψηλά στο μπαλκόνι ένός κτιρίου. Ακουσα ένα παιόακι να κλαίει κάτωστο σκοτάδι καί νά φωνάζει βοήθεια. Τού είπα έρχομαι, γιατί ήμουνα ό μόνος πού μπορούσενα βοηθήσει, αλλά καθώς άρχισα νά κατεβαίνω στά σκοτεινά, το κλιμακοστάσιο γινόταν ολοκαί πιο στενό και ή σαπια κουπαστή μού ’μείνε στο χέρι. Φοβόμουνα νά προγωρτίσωπαραπέρα.

Τό μήνυμα :

«"Υπάρχουν ζωτικές πλευρές μου πού τις έθαβα όλη μου τή ζωή το παιδάκι, ή γυναίκα, όκαλλιτέχνης, το κομμάτι τού εαυτού μου πού αναζητάει ένα νόημα. Ξέρω πώς μεαπονέκρωσα κι άφησα νά περάσει μεγάλο μέρος τής ζωής μου χωρίς νά το ζήσω. Δένμπορώ όμο^ς νά κατέβω τώρα σ’αύτές τις περιοχές. Δέν μπορώ ν’άντιμετο^πίσω το φόβοκαί τή θλίψη ».

Κι άλλο όνειρο:

Περνάω εξετάσεις. Δίνω την κολλά, και Θυμάμαι πώς δεν απάντησα στην τελευταίαερώτηση. Με πιάνει πανικός. Προσπαθώ νά πάρω πίσω τήν κόλλα μου, άλλά έχει περάσει ήώρα. Κλείνω ραντεβού με τόν γιό μου μετά τή λήξη του χρόνου.

Το μήνυμα:

« Συνειδητοποιώ τώρα πώς δέν έκανα ό,τι μπορούσα νά ’χα κάνει στή ζωή μου. Το μάθημακαί ή εξέταση τελείωσαν, θά ’θελα νά τά ’χα κάνει διαφορετικά. Ή τελευταία έρώ. γση στόδιαγώνισμα ποιά ήταν; ’Ίσως αν είχα πάρει άλλο δρόμο, νά ’χα κάνει κάτι άλλο,νά ’χα γίνει κάτιάλλο — όχι καθηγητής λυκείου, όχι πλούσιος λογιστής. Τώρα όμως είναι άργά, πολύ άργά γιάν’αλλάξω τις απαντήσεις μου. Ό χρόνος τελείωσε. Αν είχα όμως έναν γιό, θά μπορούσα μέσαάπ’αύτόν νά εκτοξευτώ στό χρόνο πέρα άπ’τή γραμμή τού θανάτου ».

Αργότερα, τήν ίδια νύχτα :

Ανεβαίνω ίνα μονοπάτι σε βουνό. Βλέπω κάποιους ανθρώπους που προσπαθούν νάξαναχτίσουν ένα σπίτι τη νύχτα. Ξέρω πώς δέν γίνεται και προσπαθώ να τούς το πω άλλαδεν μπορούν να μ’ ακούσουν. Τότε ακούω κάποιον να φωνάζει τ όνομά^ μου άπό πίσω μου.Είναι ή μητέρα μου πού προσπαθεί να μέ προφτάσει. Λέει πώς έχει ίνα μήνυμα^ γιά μένα. Τομψυμα είναι πώς κάποιος ετοιμάζεται να πεθάνει. £ερω πως εγώ έτοιμάζομαι νά πεθάνω.Ξυπνάω καταϊδρωμένος.

Το μήνυμα:

« Είναι πολύ άργά. Είναι άδύνατον νά ξαναχτίσεις το σπίτι σου μέσα στή νύχτα ν’άλλάξεΐςτήν πορεία πού έχεις ορίσει, τή στιγμή πού ετοιμάζεσαι νά μπείς στη θαλασσα τού θανάτου.Είμαι τώρα στήν ήλικία πού είχε ή μητέρα μου όταν πέθανε. Τή φτάνω καί συνειδητοποιώπώς ό θάνατος είναι άναπόφευκτος. Δέν μπορώ ν’άλλάξω το μέλλον γιατί με έχει προφτάσειτο παρελθόν ».

Page 184: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Αύτού τού είδους τά μηνύματα άπ’τον ονειρευτή άντηχούσαν ολο και πιο δυνατά. ’Έπρεπένά τούς δώσω μεγάλη προσοχή. Μέ υποχρέωναν ν’άναλάβω τις εύθύνες μου καί νά κάνωμιά ανασκόπηση τού τί συνέβη ως τώρα στήν ψυχοθεραπεία.

Ό Μάρβιν είχε προχωρήσει γρήγορα, ίσως πολύ γρήγορα. Στήν αρχή ήταν ένας άνθρωποςχωρίς έναισθησία: δέν μπορούσε, δεν ήθελε να κατευθύνει τή ματιά του προς τά μέσα. Στήσχετικά σύντομη περίοδο τών έξι μηνών, είχε κάνει τεράστιες ανακαλύψεις. Εμαθε ότι ταματια του ήταν ως τώρα κλειστά, σαν τα ματια ενός νεογέννητου γατιού. ’Έμαθε πώς μέσαβαθιά του υπάρχει ένας πλούσιος εύφορος κόσμος πού, αν τόν κοιτάξει καταματα, προκαλείτρομερο φοβο αλλα και προσφέρει λύτρωση μέσα απ’τη φώτιση.

Η επιφανειακή εικόνα τών πραγμάτων δέν τόν τραβούσε πια. τον ^απορροφούσε πολύλιγότερο ή συλλογή γραμματοσήμων του ή τευχών τού Reader’s Digest. Μέ τά μάτια τώραάνοι-χτά στά υπαρξιακά δεδομένα τής ζωής, πάλευε με το άναπόφευκτο του θανάτου καί μέτήν άδυναμία του νά σώσει τον εαυτό του.

Ό Μάρβιν άφυπνίστηκε πολύ γρηγορότερα άπ’όσο περίμενα. "Ίσως τελικά νά τήν άκουγε τήφωνή τού ονειρευτή του. Σΐήν άρχή ήταν πρόθυμος νά δει, άλλά σέ λίγο ό ένθουσιασμόςέδωσε τή θέση του σέ μιά πολύ έντονη αίσθηση θλίψης. Πενθούσε γιά το παρελθόν του καίγιά τις επικείμενες άπώλειές του. Πιο πολύ άπ’όλα πενθούσε γιά τις μεγάλες άδειες έκτάσειςτής ζωής του : γιά το άχρησιμοποίητο δυναμικό πού είχε μέσα του, γιά τά παιδιά πού δένέκανε ποτέ, γιά τον πατέρα πού δέν γνώρισε στ’άλήθεια, γιά το σπίτι του πού δεν ήταν ποτέγεμάτο άπό τήν οικογένεια καί τούς φίλους του, γιά τή δουλειά μιας ζωής πού ίσως νάμπορούσε νά περιέχει περισσότερο νόημα άπό τήν άπλή συγκέντρωση περισσότερουχρήματος. Τέλος, πενθούσε γιά τον εαυτό του, γιά τον φυλακισμένο ονειρευτή, γιά το μικρόπαιδί πού ζητούσε κλαίγοντας βοήθεια μές στο σκοτάδι.

’Ήξερε πώς δέν είχε ζήσει τή ζωή πού πραγματικά ήθελε. ’Ίσως νά μπορούσε άκόμα νά τοκάνει. ’Ίσως νά ύπήρχε άκόμα καιρός νά ξαναζωγραφίσει τή ζωή του άπ’τήν άρχή σ’ένανμεγάλο άδειο μουσαμά. Άρχιζε νά στρίβει τά πόμολα μυστικών θυρών, νά ψιθυρίζει σέ μιάάγνωστη κόρη, ν’άναρωτιεται που πηγαίνουν οι πατεράδες πού χάνονται.

’Αλλά είχε ξεπεράσει τον εαυτό του. Είχε άπομακρυνθει πολύ περισσότερο άπ ’ τήνάπόσταση πού μπορούσαν νά καλύψουν οι γραμμές άνεφοδιασμού του, καί τώρα δεχότανεπίθεση άπ’όλες τις μεριές : το παρελθόν ήταν σκοτεινό καί δέν μπορούσε νά τοξαναποκτήσει. Το μέλλον άποκλεισμένο. Ήταν πολύ άργά: το σπίτι του είχε πιά χτιστεί, είχεπαραδώσει καί το τελευταίο του διαγώνισμα. Είχε άνοίξει διάπλατα τις πύλες τούύδατοφράκτη τής επίγνωσης, κι έτσι τον πλημμύρισε άγχος θανάτου.

Mερικές φορές το άγχος θανάτου το προσπερνάμε ώς τετριμμένο, άφοΰ είναι καθολικό. Ποιοςάλλωστε δεν γνωρίζει το θάνατο καί δέν τον φοβάται; Άλλο είναι όμως να γνωρίζεις τηνύπαρξη του θανάτου γενικά, νά σφίγγεις^ τά δόντια καί να σε πιάνουν ένα-δυό ρίγη, κιέντελώς άλλο είναι ν’ αντιλαμβάνεσαι τον δικό σου θάνατο καί νά τον βιώνεις στο πετσίσου,στψ ίδια σου τήν ύπαρξη. Αύτού τού είδους η επίγνωση θανατου είναι ένας τρόμος πούέρχεται σπάνια, ’ίσως μόνο μιά ή δυο φορές στή διάρκεια μιας ζωής ένας τρόμος πού όΜάρβιν τον ζούσε τώρα κάθε νύχτα.

Γιά νά τον πολεμήσει, τού έλειπαν άκόμα κι οι πιο συνηθισμένες άμυνες : άφού δέν είχεπαιδιά, δέν μπορούσε ν’ άνακουφιστεϊ άπ’τήν ψευδαίσθηση τών άθάνατων γεννητικώνκυττάρων. Δέν είχε μιά θρησκευτική πίστη πού νά μπορεί νά τον θρέψει — δέν πίστευε ούτεσέ κάποια μετά θάνατον ζωή πού διατηρεί τή συνείδηση ούτε σέ κάποια πανταχούπαρούσα προστάτιδα θεότητα. Ούτε είχε τήν ικανοποίηση νά ξέρει πώς είχεαύτοπραγματωθεί στή ζωή του. (Σάν γενικός κανόνας, όσο μικρότερη είναι ή αίσθηση τούάνθρώπου πώς έχει έκπληρώσει τούς στόχους του στή ζωή τόσο μεγαλύτερο είναι το άγχοςθανάτου.) Το χειρότερο άπ’ όλα ήταν ότι ό Μάρβιν δέν έβλεπε τέλος σ’ αύτό το άγχος. Ήεικόνα τού ονείρου ήταν πολύ χαρακτηριστική: οι δαίμονες είχαν ξεφύγει άπ’τό δωμάτιο τούμυαλού του καί τώρα ήταν πλήρως ορατοί και απειλητικοί. Δέν μπορούσε ούτε νά ξεφύγει

Page 185: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

ούτε να τους ξαναφυλακισει κλείνοντας τή σφηνωμένη πόρτα.

Είχαμε φτάσει λοιπον με τον Μάρβιν σ’ ένα κρίσιμο σημείο, στο σταυροδρόμι οπού οδηγείαναπόφευκτα ή πλήρης έπίγνωση. Είναι η στιγμή πού ό άνθρωπος στέκεται μπροστά στήνάβυσσο κι αποφασίζει πώς θ’άντιμετωπίσει τά άνελέητα ύπαρξιακά δεδομένα τής ζωής : τοθάνατο, τήν άπομόνωση, τήν. έλλειψη στηρίγματος και την έλλειψη νοήματος. Φυσικά, δένύπάρχουν υσεις. Ο άνθρωπος έχει μόνο τή δυνατότητα νά επιλέξει κάποιες στάσεις : νά το«πάρει άπόφαση » ή «νά εμπλακεί» ή ν’ απαρνηθεί μέ θάρρος ή νά δεχτεί στωικά ή νάεγκαταλείψει τή λογική καί, με δέος καί μυστήριο, να εναποθέσει τήν εμπιστοσύνη του στήνπρόνοια τού θείου.

Δέν ήξερα τί θά ’κανε ό Μάρβιν, ούτε ήξερα πώς αλλιώς να τόν βοηθήσω. Θυμάμαι πούπερίμενα κάθε συνεδρία μας με μεγάλη περιέργεια γιά τις επιλογές πού θά έκανε. Τί θά’ταν;Θ’άπέφευγε τήν ίδια του τήν άνακάλυψη ; Θά’βρίσκε τρόπο, γι’άλλη μιά φορά, νά σκεπάσειτο κεφάλι του μέ τήν κουβέρτα τής αύταπάτης ; Θά άσπαζόταν τελικά μιά θρησκευτική λύση;Ή μήπως θά’βρίσκε δύναμη καί καταφύγιο σέ μιά άπ’τίς λύσεις τών Lebensphilosophen, τώνφιλοσόφων τής ζωής ; Ποτέ δέν έχω ξανανιώσει τόσο έντονα τόν διπλό ρόλο τού θεραπευτήώς συμμέτοχου καί θεατή. Παρόλο πού τώρα είχα εμπλακεί συναισθηματικά καινοιαζόμουνα βαθιά γιά το τί θά συνέβαινε στόν Μάρβιν, τήν ίδια στιγμή έξακολουθούσαν’άντιλαμβάνομαι ότι βρισκόμουνα σέ μιά προνομιακή θέση γιά νά μελετήσω τήνεμβρυολογία τής πίστης.

Παρόλο πού ό Μάρβιν εξακολουθούσε νά νιώθει άγχος καί κατάθλιψη, συνέχισε νά δουλεύειπαλικαρίσια στή θεραπεία. Ή έκτίμησή μου γι’ αύτόν μεγάλωσε. Νόμιζα πώς θά ’χεσταματήσει τήν ψυχοθεραπεία πολύ νωρίτερα. Τί τόν έκανε νά συνεχίζει;

Διάφορα πράγματα, μού άπάντησε. Πρώτα πρώτα συνέχιζε νά μήν έχει ήμικρανίες.Δεύτερον, θυμόταν τήν προειδοποίησή μου, τήν πρώτη φορά πού συναντηθήκαμε, ότι θάυπήρχαν κάποιες φορές στή θεραπεία πού θά ενιωθε χειρότερα. Εμπιστευόταν το λόγο μουπώς ή τωρινή του άγωνία ήταν μιά φάση τής θεραπείας κι ότι κάποτε θά περνούσε.Επιπλέον ήταν πεπεισμένος πώς κάτι σημαντικό πρέπει νά συνέβαινε στήν ψυχοθεραπεία :είχε μάθει περισσότερα γιά τόν έαυτό του στους τελευταίους πέντε μήνες άπ’ό,τι μέσα στάπροηγούμενα έξηντατέσσερα χρόνια !

Και κάτι άλλο έντελώς απρόοπτο είχε συμβεί. Ή σχέση του μέ τή Φύλλις είχε άρχίσει νάυφίσταται μιά ορατή μεταβολή.

« Μιλάμε πιο συχνά καί πιο ειλικρινά άπό παλιά. Δέν ξέρω πότε άκριβώς άρχισε αύτό. "Οτανξεκίνησα ^νά έρχομαι^ εδώ, υπήρξε μια· σύντομη περίοδος πού κουβεντιάζαμε. Αλλα όενκράτησε πολύ. Νομίζω πώς ή Φύλλις απλώς προσπαθούσε να με πείσει πώς μπορούσαμενα μιλάμε χωρίς να χρειάζεται να πηγαίνουμε σε ψυχοθεραπευτή.

« Τις τελευταίες εβδομάδες όμως τα πράγματα έχουν άλλάξει. Τώρα μιλάμε πραγματικά.Τής λέω όσα συζητάμε εδώ κάθε φορά. Μάλιστα με περιμένει στήν πόρτα νά γυρίσω άπ’τίςσυναντήσεις μας καί τήν ενοχλεί άμα τής τό άναβάλλω για παράδειγμα, αν τής πώ νάπεριμένουμε τήν ώρα τού φαγητού, γιά νά ’χουμε κάτι πολύ ενδιαφέρον νά συζητήσουμε,καθώς θά τρώμε ».

« Τί είδους πράγματα τής φαίνονται πιο σημαντικά; »

« Σχεδόν όλα. Σού είπα, τής Φύλλις δέν τής άρέσει νά ξοδεύει λεφτά — λατρεύει τιςεκπτώσεις. Κάνουμε πλάκα πώς κερδίσαμε μιά προσφορά: δυο ψυχοθεραπ :ΐες στήν τιμήτής μιας ».

« Μ’άρέσει νά κάνω τέτοιες προσφορές ».

« Νομίζω πώς αύτό πού είχε τή μεγαλύτερη άξια γιά τή Φύλλις ήταν όταν της είπα γιά τιςσυζητήσεις πού κάναμε σε σχέση με τη δουλειά μου, γιά το πόσο έχω άπογοητευτεΐ άπ’τόν

Page 186: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

εαυτό μου που δεν έκανα περισσότερα πράγματα με τις ικανότητες πού είχα, πουαφοσιωθηκα στό νά βγάλω λεφτά, πού δέν σκέφτηκα ποτέ τι θα μπορούσα νά είχαπροσφέρει στόν κόσμο. Αύτό τής ήρθε σαν αποκάλυψη. Είπε ότι αν αύτό ίσχυε μιά φορά γιάμένα, ίσχυε εκατό φορές για κείνη — πως είχε περάσει μιά άπόλυτα εγωκεντρική ζωή, πωςδεν είχε ποτέ δώσει τίποτα άπ’ τόν εαυτό της ».

« Εδωσε πολλά σε σένα » Της το είπα. Στήν άρχή με εύχαρίστησε πού τό ’λεγα,άλλά αργότερα, που το σκέφτηκε περισσότερο, είπε πώς δεν είναι πολύ σίγουρη — ίσως ναμ εχει βοηθήσει, αλλά είπε ότι σε κάποια πράγματα ίσως νά μ’εμπόδισε».

« Δηλαδή; »

« Ανέφερε όλ’ αύτά γιά τά όποια σού ’χω μιλήσει: το πώς απέκλεισε τούς άλλουςάνθρώπους άπ’τό σπίτι μας. Το πώς μέ άποθάρρυνε νά κάνω φίλους πού μπορεί νά ήθελαννά έρθουν επίσκεψη, το πώς άρνιόταν νά ταξιδέψει και προσπαθεί νά μέ αποθαρρύνει κιέμένα νά ταξιδεύω — σού τό ’πα ποτέ αύτό; Περισσότερο όμ(υς λυπάται πού δέν μπορούσενά κάνει παιδιά καί πού άρνήθηκε πριν άπό πολλά χρόνια νά δει έναν ειδικό γιά θέματαγονιμότητας ».

« Μάρβιν, μ’ έντυπωσιάζετε έσείς οι δύό. Είσαστε τόσο άνοιχτοί, τόσο ειλικρινείς ! Πώς τοκαταφέρνετε; Είναι πολύ δύσκολο νά μιλήσει κανείς γιά τέτοια πράγματα, πάρα πολύδύσκολο ! »

Συνέχισε λέγοντας πώς ή Φύλλις πλήρωσε ένα τίμημα γι’ αύτά πού άντιλήφθηκε —ταράχτηκε πολύ. Μιά νύχτα ό Μάρβιν δέν μπορούσε νά κοιμηθεί κι άκουσε ψιθύρους άπ’τόδωμάτιό της. (Κοιμούνταν σέ διαφορετικά δωμάτια, γιατί εκείνος ροχάλιζε. ) Περπάτησε ωςεκεί στά νύχια τών ποδιών και είδε τή γυναίκα του γονατιστή πλάι στο κρεβάτι της νάπροσεύχεται, ψέλνοντας ξανά καί ξανά τήν ίδια φράση : « Ή μητέρα τού Θεού θά μέπροστατέψει. Ή μητέρα τού Θεού θά μέ προστατέψει. Ή μητέρα τού Θεού θά μεπροστατέψει. Ή μητέρα τού θεού θά μέ προστατέψει».

Ή σκηνή αύτή τον άγγιξε πολύ, παρόλο πού τού ήταν δύσκολο νά το έκφράσει με λόγια.Νομίζω πώς τον πλημμύρισε ο οίκτος — οίκτος γιά τή Φύλλις, γιά τον εαυτό του, γιά όλουςτούς μικρούς, άβοήθητους άνθρώπους. Νομίζω πώς συνειδητοποίησε πώς ή φράση πούέψελνε ή Φύλλις ήταν σάν μαγικό ξόρκι, μιά λεπτή σάν τσιγαρόχαρτο προστασία ενάντια στάτρομερά πράγματα πού οφείλουμε όλοι μας ν’αντιμετωπίσουμε.

Τελικά ό Μάρβιν ξανακοιμήθηκε κι άργότερα τήν ίδια νύχτα είδε ένα όνειρο :

Σ’ ένα βάθρο, μέσα σ’ ένα μεγάλο δωμάτιο με πολύ κόσμο, βρισκόταν το άγαλμα μιας θεάς.Έμοιαζε με τον Χριστό άλλά φορούσε ένα ανοιχτόχρωμο πορτοκάλι φόρεμα με πτυχές. Στήνάλλη μεριά τού δωματίου στεκόταν μια ήθοποιόζ: μ ένα μακρύ άσπρο φόρεμα. Ή ηθοποιοςαλλαζε θέση με το αγαλμα. Κάπως άντάλλαζαν και τα φορέματα τους, και το αγαλμακατέβηκε κι ή ήθοποιός'ανέβηκε στό βάθρο.

Ό Μάρβιν είπε πώς επιτέλους καταλάβαινε ένα όνειρό: το όνειρο αύτό σήμαινε πώς είχεμετατρέψει τις γυναίκες σέ θεές κι έπειτα πίστευε πως θα ’ταν ασφαλής αν μπορούσε να τιςικανοποιήσει. Γι’αύτό φοβόταν πάντα το θυμό τής Φυλλίς, και γι’αύτό, όταν είχε άγχος, έκείνητού πρόσφερε τόση άνακούφιση καταπραύνοντάς τον σεξουαλικά.

«’Ιδίως μέ τόν στοματικό έρωτα — νομίζω πώς σού είπα πώς όταν μέ πιάνει πανικός,παίρνει το πέος μου στό στόμα της καί τά άσχημα συναισθήματά μου λιώνουν κιέξαφανίζονται. Δέν είναι θέμα σέξ —έσύ αύτό έλεγες άπ’τήν άρχή καί τώρα ξέρω πώς έχειςδίκιο—, το πέος μου μπορεί νά είναι έντελώς μαλακό. Τό θέμα είναι ότι μέ άποδέχεταιολοκληρωτικά καί μέ παίρνει μέσα της. Είναι σάν νά γίνομαι κι έγώ ένα κομμάτι της ».

« Τής άποδίδεις πραγματικά μαγικές δυνάμεις — σάν νά ’ναι θεά. Μπορεί νά σέ γιατρέψειμόνο μ’ ένα χαμόγελο, μέ μιά άγκαλια, παίρνοντάς σε μέσα της. Δέν είναι ν’άπορεΐς πού

Page 187: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

κάνεις ο,τι μπορείς για νά μήν τή δυσαρεστήσεις. ’Αλλά το πρόβλημα είναι πώς το σέξμετατρέπεται σέ κάτι ιαματικό —όχι, αύτό δέν είναι τοσο ισχυρό—, το σέξ γίνεται μιάπροσφορά ζωής ή θανάτου και η επιβίωση σου εξαρτάται άπ’τήν ένωση μ’αύτή τή γυναίκα.Γι αυτό έχεις όυσκολια στο σέξ. Ό έρωτας θά’πρεπε να είναι μια πράξη αγάπης και χαράς,όχι προστασία άπ ’ τόν κίνδυνο.̂ Αν το βλέπει κανείς έτσι, οποιοσδήποτε θά είχε πρόβλημαανικανότητας — κι έγώ το Γδιο ».

° Μάρβιν έβγαλε το σημειωματάριό του καί σημείωσε μερικές γραμμές. Στήν άρχή, πριν άπόμερικές εβδομάδες, όταν τό πρωτοβγαλε κι άρχισε νά σημειώνει, είχα έκνευριστεΐ, άλλά έκανετόσο καλή χρήση τής θεραπείας πού έμαθα να σέβομαι τα μνημονικά του βοηθήματα.

« Γιά να δούμε αν το κατάλαβα σωστά. Ή θεωρία σου είναι ότι αύτό πού ονομάζω σέξσυχνά δέν είναι σέξ — τουλάχιστον όχι κάλο σέξ. Αντίθετα, είναι ένας τρόπος νάπροστατεύομαι άπ’τό φόβο, ιδίως άπ’τό φόβο τών γηρατειών καί τού θανάτου. Κι όταν είμαιάνίκανος, δέν είναι γιατί άποτυγχάνω σεξουαλικά ως άντρας άλλά γιατί ζητάω άπ’τό σέξ νάκάνει πράγματα πού δέν μπορεί νά τά κάνει ».

«Ακριβώς. Και ύπάρχουν πολλές ενδείξεις γι’αύτό. Υπάρχει το όνειρο μέ τούς δυο ισχνούςνεκροθάφτες καί το μπαστούνι μέ τή λευκή άκρη. Υπάρχει τό όνειρο μέ το έδαφος πούυποχωρεί κάτω άπ’τό σπίτι σου, το όποιο προσπαθείς νά γιατρέψεις τρυπώντας μέ τογιγάντιο τρυπάνι σου. Υπάρχει ή αίσθηση που μόλις περιέγραψες, ότι 'σέ άνακουφίζει μιάσωματική ένωση μέ τή Φύλλις που μεταμφιέζεται σέ σέξ, άλλά δέν είναι καθόλου σέξ, όπωςδιαπίστωσες ».

«Άρα ύπάρχουν δύο ζητήματα: Πρώτον, ζητάω άπ’τό σέξ νά κάνει κάτι που δέν βρίσκεταιμέσα στις δυνάμεις του. Δεύτερον, δίνω σχεδόν ύπερφυσική δύναμη στή Φύλλις γιά νά μέγιατρέψει ή νά μέ προστατέψει».

« Κι όλα κατέρρευσαν, όταν άκουσες τήν παραπονετική ψαλμωδία που επαναλάμβανε ».

« Τότε κατάλαβα πόσο εύάλωτη είναι — όχι ή Φύλλις συγκεκριμένα, άλλά όλες οι γυναίκες.’Όχι, όχι μόνο οι γυναίκες, όλοι οι άνθρωποι. Εγώ έκανα άκριβώς αύτό που έκανε ή Φύλλις —έξαρτιόμουνα άπ’ τή μαγεία ».

« Εξαρτάσαι λοιπόν άπ ’ τή δύναμη τής Φύλλις γιά προστασία κι.έκείνη, μέ τή σειρά της,ικετεύει γιά προστασία μ’ένα μαγικό ξόρκι — γιά δές τί σημαίνει αύτό γιά σάς.

»Είναι καί κάτι άλλο σημαντικό. Δές τά πράγματα τώρα απ’ τή μεριά τής Φύλλις : αν έκείνη,λόγω τής άγάπης της γιά σένα, αποδέχεται το ρόλο τής θεάς πού τής άποδίδεις, σκέψουπώς επιδρά ο ρόλος αυτός στις δικές της δυνατότητες να ωριμάσει. Γιά νά κατορθώσει νάπαραμείνει στο βάθρο της, δεν μπορούσε ποτέ νά σου μιλήσει γιά τον δικό της πόνο καί τούςδικούς της φόβους τουλάχιστον μέχρι πολύ πρόσφατα».

« Μιά στιγμή ! Περίμενε νά το καταλάβω. Θά χρειαστεί νά τό εξηγήσω στη Φυλλίς ». Τώρα οΜάρβιν σημείωνε μανιωόως.

«’Έτσι με μιά έννοια άκολουθουσε τις>-δικες σου κρυφές επιθυμίες, μέ το νά μήν εκφράζειάνοιχτά τις άβεβαιότητές της, μέ το νά προσποιείται πώς είναι πιο δυνατή απ’ οσο ενιωθε.Εχω τήν αίσθηση πώς είναι κι αύτός ένας άπ’τούς λόγους πού δέν ήθελε νά έρθει γιάψυχοθεραπεία, όταν ξεκινήσαμε μ’ άλλα λόγια, έπιασε τήν έπιθυμία σου νά μήν άλλαξει. Εχωεπίσης την αίσθηση πώς, αν τή ρωτήσεις τώρα, μπορεί καί νά ’ρθει».

« Θεέ μου, τώρα είμαστε πραγματικά στο ίδιο μήκος κύματος. Τό ’χουμε ήδη συζητήσει αύτόμέ τή Φύλλις κι είναι έτοιμη νά σού μιλήσει».

Κι έτσι μπήκε στή θεραπεία ή Φύλλις. Ήρθε μαζί με τον Μάρβιν στο επόμενο ραντεβού μας— μιά ωραία γυναίκα όλο χάρη, πού άπ’τή θέλησή της καί μόνο κατάφερε νά ξεπεράσει τήδείλια της, καί ή τριπλή μας συνεδρία έγινε έντονα αύτοαποκαλυπτική.

Page 188: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Οι εικασίες μας γιά τή Φύλλις πλησίαζαν πολύ στήν πραγματικότητα : υποχρεωνόταν συχνάνά καταπίνει τά δικά της συναισθήματα άνεπάρκειας γιά νά μήν ταράξει τον Μάρβιν.Καί, φυσικά, επρεπε να είναι άπολύτως διαθέσιμη, όταν εκείνος βρισκόταν σε απόγνωση —πραγμα που τον τελευταίο καιρό σήμαινε πως επρεπε να είναι διαθέσιμη σχεδόν συνέχεια.

Η συμπεριφορά της όμως δεν εξαρτιόταν άπολύτως άπό τά προβλήματα τού Μάρβιν. ΉΦύλλις πάλευε καί μέ πολλά προσωπικά της ζητήματα, ιδίως μέ μιά οδυνηρή εύαισθησία γιάτήν έλλειψη μόρφωσής της καί μέ τήν πεποίθηση πώς ήταν διανοητικά κατώτερη άπό τούςπερισσότερους άνθρώπους καί ιδίως από τον Μάρβιν. Ένας άπ’τούς λόγους πού φοβόταν,καί άπέ-φεύγε, τις κοινωνικές συναναστροφές ήταν γιατί μπορούσε κάποιος να τή ρωτήσει:« Μέ τί ασχολείσαι; » Απέφευγε τις μακροσκελείς συζητήσεις, γιατί ίσως να αποκαλυπτότανπώς δέν είχε πάει στό κολέγιο. "Οποτε συνέκρινε τόν εαυτό της μέ άλλους, κατέληγε πάνταστο συμπέρασμα πώς έκεινοι ήξεραν πολύ περισσότερα κι ήταν πιο έξυπνοι, πιο επιδέξιοικοινωνικά, πιο ενδιαφέροντες καί είχαν μεγαλύτερη αύτοπεπ'οίθηση.

«’Ίσως », πρότεινα, « το μόνο πεδίο στό όποιο μπορείς νά διατηρήσεις έξουσία είναι το σέξ.Αύτός είναι ό μόνος τομέας όπου ό Μάρβιν σε χρειάζεται καί δέν μπορεί νά σου ασκήσειέκεΐνος έξουσία ».

Στήν άρχή ή Φύλλις άπάντησε διστακτικά, κι έπειτα τά λόγια άρχισαν, νά ξεχύνονται ποτάμι. «Φαντάζομαι πώς κάτι έχω κι έγώ πού το επιθυμεί ό Μάρβιν. ’Από άλλες πλευρές είναι πολύαύτάρκης. Συχνά νιώθω πώς δέν έχω καί πολλά άλλα νά προσφέρω. Δέν μπόρεσα νά κάνωπαιδιά, φοβάμαι τούς ανθρώπους, δέν δούλεψα ποτέ έξω άπ’τό σπίτι, δέν έχω ταλέντα καίικανότητες». ’Έκανε μιά παύση, σκούπισε τά μάτια της καί είπε στόν άντρα της : « Βλέπεις,μπορώ νά κλάψω, αν βάλω τά δυνατά μου ».

Στράφηκε σέ μένα.. « Ό Μάρβιν σου είπε πώς μού μιλάει γιά όσα λέτε εδώ. Κάνω κι έγώθεραπεία εξ άγχιστείας. Μερικά άπ’ τά θέματα πού κουβεντιάσατε μέ άναστάτωσαν*άφορούν πιο πολύ έμένα παρά έκεΐνον ».

« Γ ιά παράδειγμα ; »

«Γιά παράδειγμα, οι τύψεις. Αύτή ή έννοια βρήκε πραγματικά το στόχο της. ’Έχω μετανιώσειπάρα πολύ γιά το τί έκανα στή ζωή μου ή μάλλον γιά όσα δέν έκανα ».

Έκείνη τή στιγμή πόνεσα γιά τή Φύλλις κι ήθελα απεγνωσμένα νά τής πώ κάτι γιά να τήβοηθήσω. «’Αν κοιτάξουμε πολύ έντονα τό παρελθόν, είναι εύκολο νά μιας πάρουν άπόκάτω οι τύψεις. Τώρα όμως τό σημαντικό είναι νά στραφούμε προς τό μέλλον. -Πρέπει νάσκεφτούμε τήν άλλαγή. Αύτό πού δεν πρέπει να συμβεί είναι να ξαναγυρίσεις σε πέντεχρόνια άπό τώρα να κοιτάξεις πώς έζησες τά πέντε χρόνια πού έρχονται, καί νά μετανιώσειςγιά άλλη μιά φορά».

Ή Φύλλις άπάντησε έπειτα άπό μιά μικρή παύση : « Ξεκίνησα νά πώ πώς είμαι πολύμεγάλη γιά ν’άλλάξω τον τρόπο που κάνω πράγματα. Αυτό το νιωθω όμως εδώ και τριανταχρονιά. Τριάντα χρόνια ! "Όλη μου τή ζωή τήν πέρασα νιώθοντας πώς ήταν ήδη αργα. Τιςτελευταίες εβδομάδες όμως μ εχει εντυπωσιάσει πού βλέπω τόν Μάρβιν ν’άλλάζει. Δένξέρω αν το συνειδητοποιείς, άλλά καί μόνο το γεγονός πώς βρίσκομαι σήμερα εδώ, σ’έναγραφείο ψυχιάτρου, και μιλάω γιά τόν εαυτό μου είναι ένα πολύ μεγάλο βήμα».

Θυμάμαι ότι σκέφτηκα πόσο μεγάλο εύτύχημα ήταν πού ή αλλαγή του Μάρβιν είχεπαρακινήσει καί τή Φύλλις ν’άλλάξει. Δέν λειτουργεί πάντα έτσι ή θεραπεία. Γιά τήν άκρίβεια,δέν είναι σπάνιο ή ψυχοθεραπεία νά βάλει σέ δοκιμασία το γάμο : αν ό άσθενής αλλάξει καίή σύζυγος μείνει κολλημένη στήν ίδια θέση, τότε ή δυναμική ισορροπία του γάμου, συχνάκαταστρέφεται. Ό άσθενής πρέπει είτε νά παραιτηθεί άπ’τήν ώρίμασή του είτε νά ωριμάσεικαί νά βάλει σέ κίνδυνο τόν συζυγικό δεσμό του. Ημουν πολύ εύγνώμων πού ή Φύλλιςέδειχνε τόση εύελιξία.

Page 189: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Το τελευταίο πράγμα πού συζητήσαμε ήταν ή χρονική στιγμή πού έμφανίστηκαν τάσυμπτώματα τού Μάρβιν. "Ως τώρα με ικανοποιούσε η σκέψη ότι ή συμβολική σημασία τήςσυνταξιοδότησης —το υπαρξιακό άγχος πού κρυβόταν πίσω άπ’αύτό τό σημαντικόοροσημο τής ζωής— ήταν μιά επαρκής εξήγηση γιά^τήν έναρξη τών συμπτωμάτων. Αλλά ήΦύλλις μού έδωσε κι άλλες απαντήσεις στο έρώτημα « Γιατί τώρα ; »

Ειμαι σίγουρη πώς ξέρεις γιά τί πράγμα μιλάς και ότι ή ιδεα πώς παίρνει σύνταξη πρέπει ν’άναστατώνει τόν Μάρβιν περισσότερο απ’οσο καταλαβαίνει. Γιά νά είμαι ειλικρινής όμως,εγώ είμαι έκείνη πού ταράζεται στήν ιδέα πώς θά πάρει σύνταξη — κι όταν άναστατώνομαιέγώ γιά οτιδήποτε, τότε άναστα-τώνεται κι ό Μάρβιν. ’Έτσι λειτουργεί ή σχέση μας. ’Ανάνησυχήσω γιά κάτι, άκόμα κι αν δέν μιλήσω καθόλου γι’ αύτό, έκεΐνος το αισθάνεται κιάνησυχεΐ. Κάποιες φορές άναστατώνεται τόσο πολύ ό Μάρβιν, πού εμένα μού φεύγει ήάναστάτωση ».

Τά είπε όλα αύτά μέ τόση εύκολία πού γιά μιά στιγμή ξέχασα σέ πόσο μεγάλη έντασηβρισκόταν. Νωρίτερα κοίταζε τον Μάρβιν κάθε δυο προτάσεις. Δέν ήμουνα βέβαιός αν τό’κανε γιά νά έχει τήν ύποστήριξή του ή γιά νά βεβαιωθεί πώς ό Μάρβιν θ’ανεχόταν τά όσαείχε νά πει. Τώρα όμως τήν είχαν άπορροφήσει τά ίδια της τά λόγια καί παρέμενε εντελώςακίνητη, καθώς μιλούσε.

«Τί σε άναστατώνει στο θέμα τής συνταξιοδότησης τού Μάρβιν;»

«Λοιπόν, ένα πράγμα είναι ότι γιά κείνον σύνταξη σημαίνει ταξίδια. Δέν ξέρω πόσα σούέχει’πει γιά τή σχέση μου μέ τά ταξίδια. Δέν είμαι περήφανη γι’αύτό, άλλά έχω πρόβλημα ναβγώ άπ’τό σπίτι, πόσο μάλλον νά ταξιδέψω στήν άλλη άκρη τού κόσμου. Εξάλλου δέν μούαρέσει ή ιδέα πώς ό Μάρβιν θ’ “ αναλάβει ” το σπίτι. Τά τελευταία σαράντα χρόνια έκεΐνοςδιευθύνει το γραφείο του κι εγώ το σπίτι. Ξέρω βέβαια πώς το σπίτι είναι καί δικό του. Κυρίωςδικό του μάλλον — μέ δικά του χρήματα άγοράστηκε. Μέ άνησυχεΐ πολύ όμως όταν τονακούω νά λέει πώς θ’αλλάξει τή διαρρύθμιση τών δωματίων, γιά νά μπορεί νά έκθέτει τιςδιάφορες συλλογές του. Γιά παράδειγμα, αύτό τον καιρό προσπαθεί νά βρει κάποιον νά τούφτιάξει ένα καινούργιο τραπέζι τραπεζαρίας άπό γυαλί, γιά νά εκθέσει τις κονκάρδες τουάπ’τίς προεκλογικές έκστρατεΐες. Δέν θέλω νά τρώω πάνω άπό κονκάρδες κομμάτων.Φοβάμαι πώς θά ’χουμε μεγαλα προβλήματα. Καί — » Στο σημείο αύτό σταμάτησε.

« Θά ’λεγες καί κάτι άλλο, Φύλλις ; »

«Αύτό είναι το πιο δύσκολο νά ειπωθεί. Ντρέπομαι. Φοβάμαι πως όταν ό Μάρβιν άρχίσει νάμένει σπίτι, θά δει πόσο λίγα πράγματα κάνω κάθε μέρα καί θά χάσει τήν έκτίμησή του γιάμένα ».

Ό Μάρβιν τής έπιασε απλώς το χέρι. Αύτό ήταν καί^τό σωστό. Σ’όλη τή διάρκεια τήςσυνεδρίας έδειξε πολύ μεγάλη κατανόηση. Δέν έκανε διασπαστικές ερωτήσεις, δέν έλεγεκοινότοπα αστεία, δέν αγωνιζόταν να παραμείνει στην επιφάνειά. ^Διαβεβαίωσε τή Φυλλίςπώς τα ταξίδια ήταν πολύ σημαντικά γιά χείνον, αλλα τοοό tcou να [i-Y]v [Λτυορει να τυεριρ-ενεί, ojotuou να νιώσει έκείνη έτοιμη. Τής είπε επί λεξςι πώς τό πιο σπουδαίο πράγμα στονκόσμο γιά κείνον ήταν ή σχέση τους καί πώς ποτέ του δέν είχε νιώσει τόσο κοντά της.

Τούς είδα ως ζευγάρι γιά αρκετές άκόμα συνεδρίες. Ενίσχυσα τον νέο, πιο άνοιχτό τρόποεπικοινωνίας τους καί τούς έδωσα κάποιες οδηγίες γιά βασικά σημεία τής σεξουαλικήςλειτουργίας : πώς μπορούσε ή Φύλλις νά βοηθήσει τον Μάρβιν νά διατηρήσει τή στύση του.Πώς μπορούσε νά τον βοηθήσει ν’αποφύγει τήν πρόωρη εκσπερμάτωση. Πώς μπορούσε όΜάρβιν νά προσεγγίσει το σέξ λιγότερο μηχανικά. Καί πώς, αν έχανε τή στύση του,μπορούσε νά φέρει τή Φύλλις σέ οργασμό μέ το χέρι ή μέ το στόμα.

Ή Φύλλις ήταν κλεισμένη στο σπίτι γιά χρόνια καί τώρα σπανίως έπιχειρούσε νά βγει μόνη.Μού φάνηκε πώς είχε ωριμάσει ο καιρός να διακόψουμε αύτή τή συνήθεια. Πίστευα πώς ήσημασία, η τουλάχιστον μία άπ’τίς σημασίες τής αγοραφοβίας της είχε τώρα αχρηστευτεί

Page 190: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

καί μπορούσε νά έπηρεαστεΐ με τή ΧΡήσγ) τ°ύ παραδόξου. Πρώτα ζήτησα απ’τον Μάρβιν νάσυμφωνήσει να τη βοηθήσει να ξεπεράσει τή φοβία της ύποσχόμενος ^ιως θ ακολουθήσειτις οόηγιες πού θά του έδινα, όποιες κι αν ήταν. Στή συνέχεια τού ζήτησα νά τής λέει σέτακτά διαστήματα, ακριβώς κάθε όυο ώρες, κι αν ήταν στή δουλειά νά τής τηλεφωνεί, τιςσυγκεκριμένες φράσεις : « Φύλλις, σέ παρακαλώ μη βγεις απ το σπίτι. Θέλω να ξέρω πωςείσαι πάντα εκεί για νά μέ φροντίσεις καί νά μή μ’ αφήσεις νά φοβηθώ ».

Η Φύλλις γούρλωσε τά μάτια. Ό Μάρβιν μέ κοίταξε μέ δυσπιστία. Μιλούσα σοβαρά;

Του είπα πώς ήξερα ότι ακούγεται τρελό καί τελικά τόν έπεισα ν’άκολουθήσει πιστά αύτήτήν οδηγία.

Τις πρώτες φορές πού ό Μάρβιν τής είπε νά μή φύγει άπ’τό σπίτι γελούσαν κι οι δύο :φαινόταν γελοίο και τεχνητό. Ή Φύλλις είχε μήνες νά βγει έξω. Σέ λίγο όμως τά γελάκιαάντικαταστάθηκαν άπο έκνευρισμό. Ό Μάρβιν ήταν εκνευρισμένος μαζί μου πού τόν είχαβάλει νά μού υποσχεθεί ότι θά επαναλάμβανε συνέχεια αύτή τή βλακώδη πρόταση. ΉΦύλλις, παρόλο πού ήξερε πώς ό Μάρβιν ακολουθούσε δικές μου οδηγίες, εκνευριζόταν μαζίτου πού τή διέταζε νά μείνει σπίτι. Σέ λίγες μέρες πήγε μόνη της στή βιβλιοθήκη, έπειτα γιάψώνια, καί τις επόμενες εβδομάδες τόλμησε νά πάει πολύ πιο'μακριά απ'οσο είχε ποτέπροχωρήσει τά τελευταία χρόνια.

Σπάνια χρησιμοποιώ τέτοιες χειριστικές προσεγγίζεις στήν ψυχοθεραπεία. Συνήθως τοτίμημα είναι πολύ βαρύ — πρέπει νά θυσιάσεις τήν αύθεντικότητα τής θεραπευτικήςσυνεύρεσης. Το παράδοξο ώς τεχνική όμως μπορεί νά είναι άποτελεσματικό σέπεριπτώσεις πού ή θεραπεία είναι στέρεα θεμελιωμένη καί πού ή συμπεριφορά, τήν οποίαορίζεις, βοηθάει νά πυροδοτηθεί πλήρως ή σημασία του συμπτώματος. Στήν περίπτωσηαύτή, ή άγοραφοβία τής Φύλλις δέν ήταν δικό της σύμπτωμα, άλλά και τών δύό τους, καίχρησίμευε γιά να διατηρήσει τή συζυγική ισορροπία : ή Φύλλις ήταν αιωνίως εκεί γιά τόνΜάρβιν. Αύτός μπορούσε νά ριψοκινδυνέψει νά προχωρήσει στόν κόσμο, νά φροντίζει για τηνασφαλεία τους, αλλα και να νιώθει ασφαλής ο ίο ιός ξέροντας πώς έκείνη βρισκόταν πάνταστό σπίτι καί τον περίμενε.

"Υπήρχε κάτι ειρωνικό στόν τρόπο μέ τόν όποιο χρησιμοποίησα αύτή τήν παρέμβαση : μιάυπαρξιακή προσέγγιση· καί μιά χειριστική παράδοξη τεχνική κανονικά δέν πάνε μαζί. Εδώόμως ή άκολουθία αύτή έμοιαζε φυσιολογική. "Ο Μάρβιν είχε εφαρμόσει στή σχέση του μέ τήΦύλλις τήν επίγνωση πού είχε άποκτήσει, καθώς ήρθε αντιμέτωπος μέ τις βαθιές πηγές τήςαπόγνωσης του. Παρά τήν άποθάρρυνση (πού γινόταν φανερή στα όνειρά του με σύμβολα,όπως ότι ήταν ανίκανος να ξαναχτίσει ένα σπίτι τή νύχτα Χ είχε προχωρήσει σε μια ριζικήάνα-' δόμηση τής σχέσης του με τή γυναίκα του.̂ Και ο Μάρβιν και ή Φύλλις τώρα νοιάζονταντόσο πολύ για την ωρίμαση και για τήν ύπαρξη τού άλλου, πού μπορούσαν νασυνεργαστούν αύθεντικά στή διαδικασία του να ξεριζώσουν ένα σύμπτωμα άπ’τή θέση του.

Ή αλλαγή τού Μάρβιν ήταν ή άρχή γιά μιά σπειροειδή μεταβολή : άπελευθερωμένη άπό ένανρόλο που την περιόριζε, η Φύλλις υπέστη τεράστια άλλαγή σε διάστημα λίγων εβδομάδωνκαί συνέχισε καί εδραίωσε αύτή τή βελτίωση κάνοντας άτομικη ψυχοθεραπεία με κάποιονάλλον θεραπευτή τήν επόμενη χρονιά.

Ό Μάρβιν κι έγώ συναντηθήκαμε μόνο λίγες φορές άκόμα. Ευχαριστημένος άπ’τήν πρόοδότου, είπε ότι αύτή του ή επένδυση πραγματοποίησε μεγάλη άπόδοση. Οι ήμικρανίες του, όλόγος πού άναζήτησε τή θεραπεία, δέν ξαναεμφανίστηκαν. Παρόλο πούσυνεχίζονταν οιμεταπτώσεις τής διάθεσής του (κι έξαρτώνταν άκόμα άπό το σέξ ), ή έντασή τους είχεμειωθεί σημαντικά. Ό Μάρβιν εκτιμούσε ότι οι μεταπτώσεις αύτές είχαν κατεβεί τώραπερίπου στήν ένταση πού είχαν τά προηγούμενα είκοσι χρόνια.

Κι εγώ ένιωθα ικανοποιημένος άπ’τή δουλειά πού είχαμε κάνει. Παντα υπάρχουν ακόμαπράγματα πού μπορούν νά γίνουν, άλλα σε γενικες γραμμές είχαμε κατορθώσει πολύπερισσότερα απ όσα μπορούσα νά περιμένω στήν άρχική μας συνέδρια. Το γεγονός πώς

Page 191: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

τά άγωνιώδη όνειρα τού Μάρβιν είχαν σταματήσει, ήταν επίσης καθησυχαστικό. Παρόλο πούδέν δεχόμουνα πια μηνύματα απ’τον ονειρευτή εδώ καί άρκετές εβδομάδες, δεν μού είχανλείψει. Ο Μάρβιν κι ο ονειρευτής είχαν γίνει^ ένα, και τώρα τούς μιλούσα σάν νά επρόκειτο γιάτο ίδιο πρόσωπό.

Ξαναείδα τον Μάρβιν μετά άπό ένα χρόνο: πάντα προγραμματίζω μια συνεδρίαεπανεξέτασης μετά άπό ένα χρόνο καί για όφελός τών ασθενών καί γιά δική μουενημέρωση. Συνηθίζω επίσης νά παίζω στον άσθενή ένα μαγνητοφωνημένο απόσπασματής αρχικής μας συνεδρίας. Ό Μάρβιν άκουσε δέκα λεπτά άπ’τήν πρώτη μας συνάντηση μεμεγάλο ενδιαφέρον, μου χαμογέλασε καί είπε : « Μά ποιος είναι αυτός ο μαλάκας ; »

Το καλαμπούρι του έχει καί μιά σοβαρή πλευρά. ’Έχοντας ακούσει τήν ιόια αντιοραση απόπολλούς ασθενείς, έχω φτάσει νά τή θεωρώ έγκυρο σημάδι αλλαγής. Στήν πραγματικότητα όΜάρβιν έλεγε: «Τώρα είμαι διαφορετικός άνθρωπος. Κοντεύω νά μήν αναγνωρίζω τονπερσινό Μάρβιν. Τά πράγματα πού έκανα —πού άρνιόμουνα νά δώ τή ζωή μου, πούπροσπαθούσα νά έλέγξω τούς άλλους ή νά τούς έπιβληθώ, νά τούς έντυπωσιάσω μέ τήνεξυπνάδα μου, μέ τά διαγράμματά μου, μέ τήν έπιμέλειά μου— πάνε. Δέν κάνω τέτοιαπράγματα πιά ».

Δέν είναι έλάσσονες μεταβόλές αύτές. ’Αποτελούν βασικές τροποποιήσεις στις έκδηλώσειςτής προσωπικότητας. Αλλά είναι τόσο διακριτικές άπό τή φύση τους, ώστε γενικάδιαφεύγουν άπό τά περισσότερα έρωτηματολόγια πού έλέγχουν το άποτέλεσμα τήςψυχοθεραπείας.

Μέ τή γνωστή του φροντίδα, ό Μάρβιν είχε έρθει προετοιμασμένος μέ σημειώσεις πούανασκοπούσαν καί αποτιμούσαν τήν πρόοδο πού είχαμε κάνει μετά άπό ένα χρόνο. Ήέτυμηγορία ήταν μεικτή: σέ μερικά πράγματα είχε διατηρήσει τις άλλαγές, σέ άλλα είχεκάποια πισωγυρίσματα. Πρώτα μέ πληροφόρησε ότι ή Φύλλις πήγαινε καλά. Ή φοβία τηςν’αφήσει το σπίτι είχε βελτιωθεί σημαντικά. Είχε άρχίσει νά πηγαίνει σέ μιά ομάδαψυχοθεραπείας γυναικών κι έπεξεργαζόταν το φόβο της γιά τις κοινωνικές συγκεντρώσεις.’Ίσως πιο εντυπωσιακή ήταν ή απόφασή της νά άντιμετωπίσει προσαρμοστικά τήνανησυχία της γιά τήν έλλειψη μόρφωσής της — άρχίζοντας νά παρακολουθεί μερικάκολεγιακά μαθήματα.

Κι ό Μάρβιν; Δέν είχε πιά ήμικρανίες. Οι διακυμάνσεις στή διάθεση του έπέμεναν άλλά δέντον εμπόδιζαν νά λειτουργήσει.

Κατά καιρούς είχε μερικά επεισόδια άνικανότητας άλλά αύτό δέν τόν άπασχολοΰσε τόσοπολύ. Είχε άλλάξει γνώμη γιά τήσυνταξιοδότηση καί δούλευε τώρα σε ήμιαπασχόληση. Είχεόμως άλλάξει άντικείμενο, κι έκανε πιο πολύ άνάπτυξη καί διαχείριση άκινήτων — ήταν έναςτομέας πού του προκαλούσε πολύ μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Εξακολουθούσε νά τά πηγαίνειπολύ καλά μέ τή Φύλλις, μερικές φορές όμως έκνευριζόταν μέ τις καινούργιες τηςδραστηριότητες κι ένιωθε πώς τόν άγνοοΰσε.

Κι ό παλιός μου φίλος, ό ονειρευτής ; Τί είχε άπογίνει; Είχε κάποιο μήνυμα γιά μένα; Παρόλοπού ό Μάρβιν δέν είχε πιά έφιάλτες ή έντονα όνειρα, ήξερε πώς υπήρχαν άκόμη νυχτερινοίμονόλογοι. Τή νύχτα πριν άπό τή συνάντησή μας είχε δει ένα σύντομο όνειρο, γεμάτομυστήριο. Φαινόταν σάν νά προσπαθούσε να τού πει κάτι. ’Ίσως, μού είπε, νά μπορούσαέγώ νά τό καταλάβω.

Ή γυναίκα μου στέκεται μπροστά μου. Είναι γυμνή κι έχει τα πόδια ανοιχτά. Κοιτάζω μέσαάπό το τρίγωνο τών ποδιών της πέρα μακρια. Αλλα το μονο που βλέπω, στό βάθος τουορίζοντα, είναι το πρόσωπο τής μητέρας μου.

Το τελικό μήνυμα που λάμβανα άπό τόν ονειρευτή:

« Η όρασή μου καθορίζεται άπό τις γυναίκες τής ζωής μου καυτής φαντασίας μου.

Page 192: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Παρ’όλ’αύτά μπορώ να δώ πέρα, μακριά. ’Ίσως αύτό νά είναι άρκετό ».

Page 193: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα

Table of ContentsΠρόλογος0 δήμιος του έρωτα

1. ’Άγχος, θλίψη, οργή, χαρά.«’Αν ήταν νόμιμος ο βιασμός...»Ή χοντρή κυρία« Λάθος παιδί πέθανε »« Ποτέ δέν φανταζόμουν πώς θα συμβεί σέ μένα »« Όχι μέ το μαλακό»Τρία κλειστά γράμματα"Ψυχοθεραπευτική μονογαμίαΑναζητώντας τον ονειρευτή

Page 194: Irvin Yalom - Ο δήμιος του έρωτα