iaen 23 tale types 1994

276

Upload: george-kordas

Post on 08-Feb-2016

54 views

Category:

Documents


0 download

TRANSCRIPT

Page 1: IAEN 23 Tale Types 1994
IAEN / Creative Commons
Άδεια CC
Αυτό έργο χορηγείται με άδεια Creative Commons Attribution-NonCommercial Greece 3.0 (Αναφορά προέλευσης - Μη Εμπορική Χρήση) http://creativecommons.org/licenses/by-nc/3.0/gr/
Page 2: IAEN 23 Tale Types 1994
Page 3: IAEN 23 Tale Types 1994
Page 4: IAEN 23 Tale Types 1994
Page 5: IAEN 23 Tale Types 1994

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΠΑΡΑΜΥΘΙΩΝ-2 ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΤΥΠΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΛΛΑΓΩΝ AT 700-749

Page 6: IAEN 23 Tale Types 1994

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΙΣΤΟΡΙΚΟΥ ΑΡΧΕΙΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΝΕΟΛΑΙΑΣ

Σ Π Υ Ρ Ο ς I . Α ς Δ Ρ Α Χ Α ς , Γ Ι Α Ν Ν Η ς ΓΙΑΝΝΟΥΛΟΠΟΥΛΟς,

ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟς ΣΚΛΑΒΕΝΙΤΗς

© ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΝΕΑΣ ΓΕΝΙΑΣ Αχαρνών 417, τηλ. 25 32 465, Fax. 25 31 420

ISBN 960-7138-10-4

IAEN / Creative Commons
Άδεια CC
Αυτό έργο χορηγείται με άδεια Creative Commons Attribution-NonCommercial Greece 3.0 (Αναφορά προέλευσης - Μη Εμπορική Χρήση) http://creativecommons.org/licenses/by-nc/3.0/gr/
Page 7: IAEN 23 Tale Types 1994

Γ Ε Ω Ρ Γ Ι Ο Υ Α. Μ Ε Γ Α

Κ Α Τ Α Λ Ο Γ Ο Σ Ε Λ Λ Η Ν Ι Κ Ω Ν Π Α Ρ Α Μ Υ Θ Ι Ω Ν - 2

ΑΝΝΑ ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ - ΑΙΓΛΗ ΜΠΡΟΥΣΚΟΥ

ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΩΝ ΤΥΠΩΝ

ΚΑΙ ΠΑΡΑΛΛΑΓΩΝ AT 700-749

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΑΡΧΕΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΝΕΟΛΑΙΑΣ ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΝΕΑΣ ΓΕΝΙΑΣ

23

ΚΕΝΤΡΟ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ Ε.I.E.

Α Θ Η Ν Α 1994

IAEN / Creative Commons
Άδεια CC
Αυτό έργο χορηγείται με άδεια Creative Commons Attribution-NonCommercial Greece 3.0 (Αναφορά προέλευσης - Μη Εμπορική Χρήση) http://creativecommons.org/licenses/by-nc/3.0/gr/
Page 8: IAEN 23 Tale Types 1994
Page 9: IAEN 23 Tale Types 1994

στην Φ ι λ ο μ ή λ α

στον Φαίδωνα

στην Έλσα

Page 10: IAEN 23 Tale Types 1994
Page 11: IAEN 23 Tale Types 1994

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Το ελληνικό λαϊκό παραμύθι δεν είχε την τύχη των αρχαιοελληνικών μύθων, που για αιώνες ολόκληρους αποτέλεσαν κοινό τόπο αναφοράς και μελέτης. Oι λαογράφοι, οι ιστορικοί της λογοτεχνίας και άλλοι μελετητές επέλεξαν συστηματικά το δημοτικό τραγούδι ως κύριο αντικείμενο της έρευνας τους· η γενική αυτή τάση που επικρατούσε τον 19ο αιώνα, είχε ως κύριο εκφραστή της τον Νικόλαο Πολίτη, που έγραφε στα «Προλεγόμενα» της πρώτης έκδοσης των τραγουδιών του ελληνικού λαού.

«Εις τ' άλλα είδη του λόγου, τας παροιμίας και τους μύθους, τα παραμύθια και τα αινίγματα, ων η μετάδοσις από λαού εις λαόν είναι ευχερής και συνήθης, τα πα-ρεισδύσαντα πολυπληθή ξένα στοιχεία καθιστούν δύσκολον την διάκρισιν του οθνείου από του ιθαγενούς. Αλλ' εις τα τραγούδια και τας παραδόσεις ο εθνικός χαρακτήρ αποτυπώνεται ακραιφνής και ακίβδηλος».

Ωστόσο τα παραμύθια του ελληνικού λαού, ενώ ανήκουν στη μεγάλη οικογένεια των αφηγήσεων, που εκτείνεται από την Ευρώπη ώς τις Ινδίες, περνώντας από τη Βόρειο Αφρική, διατηρούν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους, που, αν δεν είναι απο-κλειστικά ελληνικά, είναι σίγουρα μεσογειακά ή βαλκανικά, όπως φαίνεται από μια απλή σύγκριση των γνωστότερων παραλλαγών. Ο χώρος αυτός ευνοεί τους μυθικούς μετασχηματισμούς όπως και το πέρασμα από την ανατολή στη δύση και αντίστροφα, αν παρακολουθήσουμε τις αφηγήσεις που ταξιδεύουν, όπως ανέκαθεν ταξίδευαν από τον έναν τόπο στον άλλο.

Μελετώντας το ελληνικό παραμύθι, παρατηρεί κανείς εύκολα την τεράστια ποικι-λία οικοτύπων που έχουν καταγραφεί από τους λαογράφους, και παράλληλα την ομοιό-τητα των ελληνικών παραμυθιών με τα αλβανικά, βουλγαρικά, σερβικά, τουρκικά, ρουμανικά, σικελικά κι αραβικά ορισμένων περιοχών (της Καβυλίας, ας πούμε).

Το γεγονός όμως αυτό απαντάει στο ερώτημα που τίθεται μόνιμα, όσο μελετάει κανείς τα ελληνικά παραμύθια; Δηλαδή, γιατί δεν του δόθηκε νωρίτερα η θέση που του αρμόζει στα ελληνικά γράμματα, θέση ανάλογη με το δημοτικό τραγούδι, γιατί

Στοιχεία από το πρώτο μέρος της εισαγωγής, καθώς και μερικά από τα σχόλια παρακάτω, έχουν ήδη χρησιμοποιηθεί στο βιβλίο της Άννας Αγγελοπούλου, Το Ελληνικό Παραμύθι. Α. Παραμυθοκόρες. Αθήνα, Εστία, 1991.

Ν. Γ. Πολίτης, Εκλογαί από τα τραγούδια του ελληνικού λαού, εν Αθήναις, Τυπογραφείον «Εστία», 1914, σ.ε'.

Page 12: IAEN 23 Tale Types 1994

δεν υπήρξε κάποια αποκατάσταση του είδους έστω και καθυστερημένα; Κατ' αρχήν η διαπίστωση του Πολίτη, που βέβαια γνώριζε πολύ καλά και από πολύ νωρίς τα παραμύθια (υπάρχει σχετικό δημοσίευμα του στην Πανδώρα 2 σε ηλικία δεκαπέντε χρόνων), ισχύει πάντοτε. Το παγκόσμιο αυτό αφηγηματικό είδος μεταδίδεται εύκο-λα από στόμα σε στόμα και είναι πρόσφορο σε διάφορες επιδράσεις. Το χαρακτηριστι-κό αυτό, σήμερα, θεωρείται μέγιστο πλεονέκτημα του παραμυθιού από τους στρου-κτουραλιστές για παράδειγμα, που ενδιαφέρονται για τη σταθερότητα των διαρθρω-τικών παραμυθιακών χαρακτηριστικών, σε συνδυασμό με τη μοναδικότητα της κάθε ξεχωριστής παραλλαγής.

Το θεωρητικό πρόβλημα που συναντά κανείς σε ανάλογες επιστημονικές εκτιμή-σεις δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί βέβαια σε μια τέτοιου είδους εισαγωγή, είναι ένα φαινόμενο που αφορά περισσότερο την ιστορία των ιδεών. Στη συνθετική μελέτη της για τη θεωρία της ελληνικής λαογραφίας, η Αλκη Κυριακίδου - Νέστορος3 έδειξε πόσο ευρείς είναι οι ορίζοντες της επιστήμης αυτής, και πώς ο έλληνας ερευνητής πρέ-πει να επισημαίνει τις αντιφάσεις που προκύπτουν από τις ιδεολογικές και φιλοσοφικές ερμηνευτικές θεωρίες σχετικά με το πρόβλημα της γένεσης και της διάδοσης των λαο-γραφικών φαινομένων. Για μας, σήμερα, παραμένουν συνεπώς ανοιχτά τα εξής ερω-τήματα, καθώς τα παραμύθια μας δεν έχουν ακόμη μελετηθεί συστηματικά. Όταν μιλούμε για ελληνικό παραμύθι, αναγνωρίζουμε ένα είδος λόγου με ξεχωριστά ελλη-νικά χαρακτηριστικά, ή ένα είδος που διαπερνά και δανείζεται την ελληνική γλώσσα; Στην πρώτη περίπτωση, ποια είναι τα χαρακτηριστικά των παραμυθιών μας που δεν τα μοιραζόμαστε με άλλους γειτονικούς και μη λαούς; Μέσα στην παγκοσμιότητα του παραμυθιού ποια είναι και με ποιον τρόπο αναπτύσσονται τα ιδιαίτερα πολιτισμι-κά μορφολογικά του στοιχεία;

Για να απαντήσουμε, πρέπει πρώτα να γνωρίσουμε καλύτερα τον λαϊκό αυτό μύθο, την ιστορία του, τη μορφή του στην αρχαιότητα, στο Βυζάντιο και τα νεότερα χρόνια. Τις σχέσεις του με την υπόλοιπη λαϊκή αλλά και την έντεχνη ελληνική λογοτεχνία. Και φυσικά τις σχέσεις του με την υπόλοιπη παγκόσμια παραγωγή, τελικά τη θέση του μέσα στο παγκόσμιο αυτό ανθρωπολογικό φαινόμενο.

Θα έπρεπε δηλαδή, να έχουμε στη διάθεση μας έναν ολόκληρο ερευνητικό τομέα, που ακόμη δεν έχει δημιουργηθεί. Οι σημαντικότεροι μελετητές των ελληνικών πα-ραμυθιών, ο Πολίτης, ο Μέγας, ο Dawkins, ο Λουκάτος, ο Μερακλής και άλλοι, είχαν απόλυτη συνείδηση του προβλήματος αυτού και δούλεψαν προς αυτήν την κατεύ-θυνση. Στη διάρκεια του τελευταίου αιώνα και μέχρι τις μέρες μας, τα ελληνικά πα-ραμύθια χάρη στη δική τους προτροπή και υποστήριξη συλλέχτηκαν και συλλέγονται, ταξινομούνται και μελετώνται. Πυξίδα όλων αυτών των προσπαθειών γύρω από τα παραμύθια στάθηκε, για όσους είχαν πρόσβαση σε αυτήν ο ανέκδοτος κατάλογος των

2. Ν. Πολίτης, «Περί παραμυθιών παρά τοις νεωτέροις Έλλησι», Πανδώρα, IH, Αθήνα 1867, σ. 93-95. 3. Βλ. Άλκη Κυριακίδου-Νέστορος, Η θεωρία της ελληνικής Λαογραφίας, Εταιρεία Σπουδών Νεοελ-

ληνικού Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας, ιδρυτής Σχολή Μωραΐτη, Αθήνα 1978.

Page 13: IAEN 23 Tale Types 1994

ελληνικών παραμυθιών που συνέτασσε ακούραστα ο Γεώργιος Μέγας ήδη από το 1910, με συνεχή αναφορά στη διεθνή κατάταξη (βλέπε παρακάτω). Ένα τεράστιο έργο υπο-δομής για κάθε σχετική έρευνα, η απουσία του οποίου μαρτυρείται από τα εμφανή ίχνη εμπειρισμού ή και άγνοιας όσον αφορά ένα μεγάλο μέρος της βιβλιογραφίας (ελ-ληνικής και διεθνούς).

Η προσπάθεια για μια υποδειγματική δημοσίευση του καταλόγου αυτού, γίνεται με την απόλυτη πεποίθηση ότι η αξία του είναι επίκαιρη όσο ποτέ. Και αυτό για πολ-λούς λόγους. Καταρχήν ξεθύμανε η θύελλα των επιστημολογικών αντιρρήσεων η σχετική με τον διεθνή κατάλογο των παραμυθιών, καθώς ot επιτιθέμενοι δεν κατάφεραν να αντικαταστήσουν αυτόν τον κοινό τόπο αναφοράς τους, όσο κι αν η ταξινόμηση του κρίθηκε ως εμπειρική. Από την άλλη, το παραμυθιακό υλικό εδώ και πολλά χρόνια έχει ξεφύγει από τον κλειστό χώρο της παραμυθολογικής έρευνας, και καταναλώνε-ται ευρέως και με μεγάλο ενδιαφέρον από άλλες ανθρωπιστικές επιστήμες, όπως η ανθρωπολογία, κοινωνιολογία, ψυχολογία και ψυχανάλυση, παιδαγωγική, γλωσ-σολογία κ.λπ. Η δικαίωση των παραμυθιών περνά μέσα από την αποκάλυψή τους ως ανθρωπολογικού φαινομένου. Πέρα από τη μορφολογική ανάλυση, που αποκάλυ-ψε τη θαυμαστή σταθερότητα της μορφής τους, το ενδιαφέρον στράφηκε προς τη μόνι-μη πρόκληση που αποτελεί η προσέγγιση του περιεχομένου τους. Κλειδί αυτής της προσέγγισης είναι το ξεδίπλωμα του συνόλου των παραλλαγών ενός παραμυθιού. Όπως σημειώνει στην κριτική του για τον φορμαλισμό ο CI. Lévi-Strauss: «... το να κατα-λαβαίνουμε την έννοια ενός όρου σημαίνει πάντοτε να το μετατρέπουμε μέσα στο σύ-νολο των συμφραζομένων του. Στην περίπτωση της προφορικής λογοτεχνίας, τα συμ-φραζόμενα αυτά τα παρέχει, καταρχήν, το σύνολο των παραλλαγών, δηλαδή το σύ-στημα των συμβατοτήτων και των ασυμβατοτήτων που χαρακτηρίζει το μετατρέψιμο σύνολο»4.

Ένας κατάλογος παραμυθιών έρχεται ακριβώς να προσφέρει ταξινομημένο αυτό το ακριβό υλικό. Να υπενθυμίσει παράλληλα τη σημασία, τη συνέπεια, αλλά και τη δύναμη της ευελιξίας που ενέχεται στην προφορική παράδοση των παραμυθιών. Ένας εθνικός κατάλογος, όπως αυτός των ελληνικών παραμυθιών του Γ. Μέγα, συμβάλ-λει τόσο στη μελέτη της παγκόσμιας (γι' αυτό το λόγο ο τόμος αυτός θα κυκλοφορή-σει και στη γαλλική γλώσσα), όσο και της εθνικής και κυρίως τοπικής ελληνικής προ-φορικής παράδοσης, μέσα από την οποία φιλτράρονται και μεταπλάθονται με ξεχωρι-στό τρόπο τα παραμύθια.

4. Cl. Lévi-Strauss, «Η δομή και η μορφή. Σκέψεις για ένα έργο του Β. Προπ» στο Β. Προπ, Μορφο-λογία του Παραμυθιού. Η διαμάχη με τον Κλωντ Λεβί-Στρως και άλλα κείμενα, Μετάφραση Α. Παρί-ση, εκδόσεις Καρδαμίτσα, Αθήνα 1987, σ. 231.

Page 14: IAEN 23 Tale Types 1994

ΜΙΚΡΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Ο κατάλογος των ελληνικών παραμυθιών θα κλείσει του χρόνου ογδόντα πέντε χρόνια με περιπέτειες και αναβολές για την έκδοσή του. Ο Γ. Μέγας εξιστορεί στον πρόλογο του πρώτου και μοναδικού τόμου του καταλόγου, που πρόλαβε να δημοσιεύ-σει (Οι μύθοι των ζώων, 1978)5, τις περιπέτειες αυτές, που άρχισαν το 1910, όταν ο Ν. Πολίτης του ανέθεσε τη σύνταξη αυτού του τεράστιου έργου. Τότε, μόλις είχε δημοσιευθεί ο κατάλογος των παραμυθιακών τύπων του Antti Aarne6. Συνέχισε όλα αυτά τα χρόνια να συγκροτεί το αρχείο του των παραμυθιών, συγκεντρώνοντας πα-ραλλαγές, κατατάσσοντάς τες, αναθεωρώντας και προσαρμόζοντας όλη τη δουλειά του από την αρχή, σύμφωνα με τις εκάστοτε βελτιωμένες εκδόσεις του διεθνούς κατα-λόγου (τελική έκδοση το 1961). Στον Γ. Μέγα οφείλεται η παρουσία του ελληνικού παραμυθιού στην τελική αυτή έκδοση του καταλόγου, καθώς ο δεύτερος συντάκτης του, οι αμερικανός Stith Thompson, συμβουλεύτηκε τον ανέκδοτο κατάλογο του στην Αθήνα, κατά την περιοδεία του το 1957 σε όλη την Ευρώπη, προκειμένου να συλλέξει το υλικό της έκδοσης του 1961. Ο Γ. Μέγας άφησε πίσω του αδημοσίευτο ένα τερά-στιο αρχείο που αποτελείται από 23.000 δελτία, κωδικοποιημένες περιγραφές ισά-ριθμων κειμένων. Η μοίρα των αρχείων είναι επίφοβη στην Ελλάδα. Ευτυχώς το αρχείο των ελληνικών παραμυθιών κληροδοτήθηκε στον καθηγητή Μ. Μερακλή, λάτρη και μελετητή του παραμυθιού, που προσπαθεί, παρ' όλες τις ελληνικές αντιξοότητες, να δώσει στη δημοσιότητα αυτόν τον κατάλογο. Με μεγάλη χαρά και εμπιστοσύνη μας παραχώρησε το υλικό που παρουσιάζουμε με αυτήν την έκδοση, που η ύπαρξή της χρωστάει πολλά στη δική του ενθάρρυνση.

Οι Aarne - Thompson κατατάσσουν τα παραμύθια στις εξής κατηγορίες7: I. Μύθοι ζώων (Animal Tales) αρ. 1-299. II. Τα καθ' αυτό παραμύθια (Ordinary Tales) αρ. 300-1199,

μέσα στα οποία συγκαταλέγονται και τα μαγικά παραμύθια (Tales of Ma-gic), αρ. 300-749.

III. Ευτράπελες διηγήσεις και ανέκδοτα (Jokes and Anekdotes), αρ. 1200-1999. IV. Κλιμακωτά παραμύθια (Formula Tales), αρ. 2000-2399.

Η δημοσίευση ενός πλήρους εθνικού καταλόγου είναι βέβαια ένα τεράστιο έργο. Εδώ προτείνουμε μια υποδειγματική έκδοση ενός μέρους του ελληνικού παραμυθία -κού υλικού, γιατί πιστεύουμε πως πρέπει να υπάρχει μια συγκροτημένη και σύγχρονη πρόταση, μια σταθερή αφετηρία για μια μελλοντική συνολική έκδοση. Διαλέξαμε να

5. Γεώργιος Α. Μέγας, Το ελληνικό παραμύθι. Αναλυτικός κατάλογος τύπων και παραλλαγών κατά το σύστημα Aarne-Thompson (FFC 184). Τεύχος πρώτον, Μύθοι ζώων, Ακαδημία Αθηνών. Δημοσιεύ-ματα του Κέντρου Εριύνης της Ελληνικής Λαογραφίας, αρ. 14, Αθήναι 1978, XXXII + 112σ.

6. Antti Aarne, Verzeichnis der Märchen, (FFC 3), Helsinki 1910. 7. α. Aarne - St. Thompson, The Types of the Folktale. α Classification and Bibliography, Academia

Scientiarum Fennica, FFC 184, Helsinki 1961.

Page 15: IAEN 23 Tale Types 1994

παρουσιάσουμε, λοιπόν, το τελευταίο κομμάτι των μαγικών παραμυθιών, και συγκε-κριμένα τους τύπους AT 700-749 (Other Tales of the Supernatural). Η εκλογή μας έγινε με βάση τα εξής κριτήρια: α) Οι τύποι που απαρτίζουν αυτό το τελευταίο κομ-μάτι των μαγικών παραμυθιών δεν έχουν ένα κοινό μεταξύ τους θέμα, όπως συμβαί-νει με τα άλλα μέρη (για παράδειγμα οι τύποι 300-399: υπερφυσικοί αντίπαλοι, 400-450: υπερφυσικοί σύζυγοι κ.λπ. ). Είναι παραμύθια με διάφορα θέματα που μάλλον «περίσσεψαν» από τη γενική κατάταξη των μαγικών παραμυθιών και τοποθετήθηκαν όλα μαζί στο τέλος. Αυτό προσφέρει μια ποικιλία θεματολογική στο παράδειγμα μας. β) Μερικοί από αυτούς τους τύπους είναι πάρα πολύ διαδεδομένοι στην Ελλάδα (ο 707 με περισσότερες από 250 παραλλαγές, ο 709 με 132), άλλοι σπανιότατοι (ο 710 δύο παραλλαγές), οπότε έχουμε την ευκαιρία να εφαρμόσουμε την ίδια μέθοδο ανάλυσης και παρουσίασης σε διαφορετικά μεγέθη και να δούμε σε κάθε περίπτωση τις δυσκολίες. Πιστεύουμε ότι αυτή η «από το τέλος» αρχή δεν δυσχεραίνει τη μελλον-τική έκδοση, γιατί όπως είπαμε οι παραμυθιακοί τύποι είναι χωρισμένοι σε ενότητες.

To corpus των ελληνικών παραμυθιών παρουσιάζει ορισμένες εγγενείς δυσκολίες ως προς την επιστημονική του παρουσίαση, καθώς η συλλογή του έχει γίνει κατά κανόνα με εμπειρικό τρόπο και τα κείμενα σπάνια συνοδεύονται από πληροφορίες για τις συνθήκες της καταγραφής, την τοποθεσία, τη χρονολογία, τα στοιχεία του αφηγη-τή, τα εθνολογικά συμφραζόμενα. Ποτέ δεν μπορούμε να γνωρίζουμε ως ποιο βαθμό ο συλλέκτης έχει επέμβει στην αφήγηση, την έχει λογοκρίνει ή την έχει «δημιουργή-σει». Ενα άλλο πρόβλημα, είναι η γεωγραφική προέλευση των παραλλαγών και η ισοδύναμη αντιπροσώπευση όλων των περιοχών. Για παράδειγμα, οι παραλλαγές του Λαογραφικού Φροντιστηρίου (ΛΦ) που αποτελούν ένα μεγάλο μέρος του αρ-χείου του Μέγα, προέρχονται από τις «ιδιαίτερες πατρίδες», όπως συνήθως λέγεται, των φοιτητών του Πανεπιστημίου Αθηνών, κυρίως από τη Στερεά, την Πελοπόννη-σο, τα νησιά, την Κύπρο και πολύ λιγότερο από τη Μακεδονία ή τη Θράκη, με αποτέ-λεσμα να δημιουργείται η εντύπωση πως αυτές οι περιοχές υστερούν σε παραμύθια.

Βάση αυτής της έκδοσης, όπως ήδη είπαμε, αποτελούν τα δελτία του αρχείου Μέ-γα, τα οποία έπρεπε να αντιπαραβάλλουμε με τα πρωτότυπα κείμενα, όπου αυτό ήταν δυνατό. Μπορέσαμε πράγματι, να συγκεντρώσουμε ένα μεγάλο μέρος από αυ-τά, όλες κατ' αρχήν τις δημοσιευμένες παραλλαγές, καθώς και αυτές του Λαογραφι-κού Φροντιστηρίου. Για τα κείμενα του Λαογραφικού Αρχείου της Ακαδημίας (ΛΑ) αρκεστήκαμε στις περιλήψεις των δελτίων, καθώς οι χαρτοσημασμένες μας αιτήσεις προς το Λαογραφικό Αρχείο πρέπει να βρίσκονται ακόμα σε κάποιο συρτάρι (άλλου είδους εγγενείς δυσκολίες εδώ).

Αν το υλικό μας το αντλήσαμε από το αρχείο Μέγα, τη μέθοδο της ανάλυσης και της παρουσίασης αυτού του υλικού την οφείλουμε στους Delarue — Tenèze8, τους

8. P. Delarue - M. L. Tenèze, Le conte populaire français , 4 volumes, Maisonneuve et Larose, Paris 1957-δ5.

Page 16: IAEN 23 Tale Types 1994

συντάκτες του καταλόγου των γαλλικών παραμυθιών. Πρόκειται για έναν κατάλογο «μοντέλο», όπως έγραψε ο γνωστός παραμυθολόγος J. Ο. Swahn9, που εκτός από την εξαιρετική λεπτομερειακή και προσεκτική οργάνωσή του, παρουσιάζει το σημαν-τικό πλεονέκτημα να μην είναι βαρετός (όπως οι πάσης φύσεως κατάλογοι!) και να προσεγγίζεται με ευκολία από κάποιον μη ειδικό. Οποιοσδήποτε συμβουλευτεί αυτόν τον κατάλογο μπορεί να έχει μια ακριβή εικόνα της γαλλικής μορφής του παραμυθιού που τον ενδιαφέρει, μπορεί να απομονώσει ένα μοτίβο και να παρακολουθήσει τις εμ-φανίσεις και τη λειτουργία του σε ενός τύπου διήγηση, μπορεί δηλαδή να έχει στη διάθεσή του όλο τον πλούτο της προφορικής παράδοσης του παραμυθιού, με τη μορφή και την αξία επιστημονικού ντοκουμέντου.

Πιστεύουμε ότι ένας κατάλογος του ελληνικού παραμυθιού που θα καταρτισθεί με υπομονή και σοβαρότητα, σύμφωνα με τα πρότυπα του γαλλικού καταλόγου, θα ανοίξει νέους ορίζοντες στις μελέτες πολλών επιστημόνων στην Ελλάδα, για τους οποίους το παραμύθι είναι είδος ανύπαρκτο.

Η παρουσίαση του υλικού μας λοιπόν, με βάση τη μέθοδο των Delarue-Tenèze, έχει ως εξής: αριθμείται κάθε παραμυθιακός τύπος με τον αριθμό του διεθνούς καταλόγου10 και ακολουθούν ο ελληνικός τίτλος, που μπορεί να μην είναι ίδιος με τον διεθνή, ο διεθνής τίτλος κατά AT, ο γαλλικός τίτλος κατά Delarue-Tenèze και ο γερμανικός τίτλος κατά Grimm, όπου φυσικά αυτοί υπάρχουν. Στη συνέχεια, μετα-φέρουμε μια πλήρη παραλλαγή του παραμυθιού, ώστε να μπορεί ο αναγνώστης να αναγνωρίσει ή να γνωρίσει το παραμύθι για το οποίο γίνεται λόγος, και να έχει τη δυνατότητα να παρακολουθεί την κωδικοποίηση των επεισοδίων και των μοτίβων (που ακολουθεί). Προσπαθήσαμε να διαλέξουμε όσο το δυνατόν πιο αντιπροσωπευτικές παραλλαγές για τον κάθε τύπο, παραλλαγές που να αναδεικνύουν την ιδιαιτερότητα της δομής και τα χαρακτηριστικά του ελληνικού τύπου, όπου θέλαμε να καταδείξουμε μια διαφορά του από έναν άλλο ευρωπαϊκό. Έτσι τα αισθητικά κριτήρια έρχονταν πολλές φορές σε δεύτερη μοίρα. Προσθέσαμε και δεύτερη παραλλαγή, όπου το παρα-μύθι ανέπτυσσε δύο διαφορετικές τάσεις. Στις περιπτώσεις που ο τύπος παρουσίαζε λίγες παραλλαγές με μεγάλη ομοιομορφία και χωρίς σημαντικό αφηγηματικό ενδια-φέρον, παραθέσαμε μια περίληψη.

Στη συνέχεια περνάμε στην ανάλυση του παραμυθιού στα στοιχεία τα οποία το αποτελούν. Ονομάζουμε συνθετική παραλλαγή, την ανάλυση εκείνη που περιλαμβά-νει την παράθεση των επεισοδίων, των μοτίβων και των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών που συμμετέχουν στη συγκρότηση του συνόλου των παραλλαγών ενός τύπου. Χωρίζουμε

9. Jan-Ojvid Swahn, «Le conte populaire et les problèmes de documentation», in: Saga Och Sed, Uppsala 1960, σ. 61-68.

10. Με λατινικά γράμματα (AT 706C) δηλώνονται οι αποσχίδες — υπότυποι (subtypes). Ο αστερί-σκος μετά τον αριθμό (AT 735Α* ) δηλώνει ουσιώδη διαφορά από τον τύπο. Ο αστερίσκος πριν τον αριθ-μό (AT* 735Ε) δηλώνει ελληνικό οικότυπο (διηγήσεις που δεν αντιστοιχούν σε κάποιον διεθνή τύπο AT).

Page 17: IAEN 23 Tale Types 1994

ζουμε δηλαδή το παραμύθι σε τρία ή τέσσερα επεισόδια, τα οποία αριθμούνται με ρωμαϊκό αριθμό. Τα επεισόδια αυτά συνήθως ακολουθούν την παγκόσμια κατάταξη, αλλά όπου το ελληνικό παραμύθι παρουσιάζει ιδιομορφία ως προς τη διάταξή τους, φυσικά προτιμούμε την παρουσίαση της ιδιομορφίας αυτής. Π.χ.: I. Η απομάκρυνση της ηρωίδας. II. Οι περιπέτειες της ηρωίδας. III. Συνάντηση και γάμος με τον πρίγκηπα.

Τα μοτίβα ή τα στοιχεία που απαρτίζουν κάθε επεισόδιο, σε όλες τις παραλλαγές του τύπου, παρατίθενται με τέτοιο τρόπο ώστε να γίνεται κατανοητή η ροή της αφή-γησης και η συνέχεια των γεγονότων, αλλά συγχρόνως να καταδεικνύονται όλες οι δυνατότητες συγκρότησης της πλοκής. Τα μοτίβα ή τα στοιχεία χαρακτηρίζονται από ένα μικρό γράμμα που, αν χρειάζεται, ακολουθείται από έναν αριθμό. Το γράμμα αλλάζει, όταν ολοκληρώνεται μία εικόνα ή μία σκηνή. Για παράδειγμα: II. Οι περι-πέτειες της ηρωίδας- α: η ηρωίδα βρίσκεται χαμένη στο δάσος· α1: συναντάει· α2: έναν ερημίτη· α3: ένα βοσκό· α4: που της δίνει ένα μαγικό μπαστούνι· α5: με το οποίο χτίζει ένα παλάτι, β: μια μέρα φτάνει στο παλάτι· β1: ένας δράκος· β2: ένας αράπης ... β5: (άλλο).

Αυτή η φάση της ανάλυσης είναι και η πιο σημαντική, γιατί από αυτήν εξαρτάται και η ανάλυση της κάθε παραλλαγής. Καταλαβαίνουμε ότι όσο πιο λεπτομερής είναι η συνθετική ανάλυση τόσο πιο σύντομη και εύκολη θα είναι η επιμέρους. Ωστόσο πρό-κειται για την πιο επίπονη φάση της όλης δουλειάς, γιατί απαιτεί ένα συνεχές πήγαινε-έλα, από την κάθε παραλλαγή στη συνολική, που σιγά σιγά «χτίζεται», και πάλι πίσω. Μια διαδικασία εξαιρετικά δύσκολη, όταν έχουμε για παράδειγμα*280 παραλ-λαγές από ένα μόνον παραμύθι!

Στη συνέχεια παρουσιάζεται ο κατάλογος των παραλλαγών, που είναι κωδικοποι-ημένες με βάση τη συνθετική παραλλαγή. Δηλαδή μια παραλλαγή παίρνει αυτή τη μορφή: II: α1, α2, α3, α4, α5, β, β1, β5 (ένας νάνος) ... Συχνά στις παραλλαγές συναντούμε λέξεις ή και φράσεις που παρουσιάζουν κάποια ιδιαιτερότητα, η οποία δεν έχει ενταχθεί στη συνθετική παραλλαγή. Στη συνθετική παραλλαγή επίσης θα συναντήσουμε τις ενδείξεις (μετά από ένα γράμμα) «άλλο» ή «διάφορα», στην περί-πτωση που υπάρχουν πολλές παραλλαγές αυτού του μοτίβου. Αυτό σημαίνει ότι στην παραλλαγή που θα συναντήσουμε αυτό το γράμμα, θα πρέπει να υπάρχει σε παρένθε-ση τι είναι αυτό το άλλο.

Οι παραλλαγές παρουσιάζονται όπως ακριβώς βρίσκονται στο αρχείο του Μέγα, δηλαδή κατά γεωγραφικές περιοχές, με αλφαβητική σειρά: Ήπειρος, Θεσσαλία, Θρά-κη, Μακεδονία, Νησιά Αιγαίου (Ανατολικό Αιγαίο, Δωδεκάνησα, Εύβοια, Β. Σπο-ράδες, Κρήτη, Κυκλάδες), Νησιά Ιονίου, Πελοπόννησος, Στερεά και ακολουθούν οι παραλλαγές από τη Μικρά Ασία, την Κύπρο, την Ιταλία. Μέσα στις ενότητες των περιοχών η κατάταξη γίνεται ως εξής: αρχεία (αλφαβητικά και κατά αύξοντα αριθμό χειρογράφου), περιοδικά (αλφαβητικά), βιβλία (αλφαβητικά κατά συγγραφείς). Η γεωγραφική προέλευση αναφέρεται ολογράφως για να μην παιδεύεται κανείς με τις βραχυγραφίες.

Page 18: IAEN 23 Tale Types 1994

Στο τέλος της παρουσίασης κάθε παραμυθιού παραθέτουμε, όπου χρειάζεται, ένα σύντομο σημείωμα σχετικά με την παγκόσμια εξάπλωση του τύπου αυτού, την πα-ρουσία του στον έντεχνο λόγο, τις ιδιαιτερότητες που τυχόν παρουσιάζει το παραμύθι στην Ελλάδα.

Η μελέτη αυτή επιχορηγήθηκε από τη Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς για το πρόγραμμα «Ιστορικό Αρχείο της Ελληνικής Νεολαίας» και εκπονήθηκε στο διάστη-μα από τον Ιανουάριο 1987 έως τον Ιανουάριο 1989.

Προσπαθήσαμε με αυτή τη δουλειά να παρουσιάσουμε υποδειγματικά ένα μέρος του αρχείου Μέγα με την ελπίδα να συμβάλλουμε με αυτόν τον τρόπο στη μελλοντική ολοκλήρωση της έκδοσης του. Θα θέλαμε να ευχαριστήσουμε με όλη μας την καρδιά τον καθηγητή κύριο Μιχάλη Μερακλή για την εμπιστοσύνη που μας έδειξε, επιτρέ-ποντάς μας να δουλέψουμε πάνω στο αρχείο Μέγα. Χωρίς τη δική του αγάπη και συμπαράσταση η δουλειά αυτή δεν θα είχε γίνει. Επίσης ευχαριστούμε την κυρία Τέα Ζερβάνου, εγγονή του Γ. Μέγα, που τόσο ευγενικά μας δέχτηκε και μας επέτρεψε να φωτοτυπήσουμε τα δελτία του αρχείου.

Από την Ελληνική Λαογραφική Εταιρεία θα θέλαμε να ευχαριστήσουμε τον πρόε-δρό της καθηγητή κύριο Δ. Λουκάτο, που μας επέτρεψε και μας προέτρεψε να δουλέ-ψουμε στο αρχείο της Ε.Λ.Ε. καθώς και την κυρία Ελευθερία Παπαδοπούλου που τόσο διευκόλυνε την εργασία μας και την παραμονή μας στα γραφεία της Ε.Λ.Ε. με την καλοσύνη της και την υπομονή της.

Ευχαριστούμε επίσης την Επιτροπή του Ιστορικού Αρχείου της Ελληνικής Νεο-λαίας, τους κυρίους Σ. Ασδραχά, Τ. Σκλαβενίτη, Γ. Γιαννουλόπουλο και Φ. Ηλιού για το ενδιαφέρον που έδειξαν για τη δουλειά μας.

Τέλος, ευχαριστούμε τη Μαριλένα Παπαχριστοφόρου, που μας βοήθησε στην αν-τιγραφή και μετάφραση κειμένων με μεγάλη φιλολογική ευσυνειδησία.

α . α . - α . M .

Page 19: IAEN 23 Tale Types 1994

ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ

Με ιδιαίτερη χαρά και συγκίνηση χαιρετίζω την παρούσα έκδοση, που αφορά μεν ένα μικρό μέρος του ανέκδοτου καταλόγου του διδασκάλου μου Γεωργίου Μέγα, αλ-λά μπορεί — και εύχομαι να συμβεί αυτό — να σημαίνει και την αρχή μιας νέας προ-σπάθειας για την ολική έκδοση του έργου αυτού, την αξία του οποίου τονίζουν και οι κυρίες Αγγελοπούλου και Μπρούσκου, δύο από τους καλύτερους για τα ελληνικά πράγματα μελετητές του παραμυθιού, οι οποίες και ανέλαβαν την τελική επεξεργασία του εκδιδόμενου σήμερα μέρους. Ο Γεώργιος Μέγας κατόρθωσε να εκδώσει (1978) το πρώτο — και μικρότερο — μέ-ρος του καταλόγου, το σχετικό με τους μύθους ζώων, μέσω της Ακαδημίας Αθηνών, της οποίας ήταν μέλος. Ο θάνατος του ματαίωσε τη συνέχιση της προσπάθειάς του εκείνης. Στη διαθήκη του εκδήλωνε την επιθυμία, το έργο να συνέχιζε, όταν αυτό θα ήταν δυνατό, ο υποφαινόμενος. Ορισμένες προσπάθειές μου δεν είχαν δυστυχώς θετικό αποτέλεσμα. Έως ότου συναντηθήκαμε με τις κυρίες Αγγελοπούλου και Μπρού-σκου, οι οποίες εκπόνησαν στη Γαλλία διδακτορικές διατριβές με θέμα σχετικό με το ελληνικό λαϊκό παραμύθι. Ήταν λοιπόν και καταρχήν αρμόδιες να συμβάλλουν στην τελική θεώρηση του καταλόγου, ενώ διαπίστωνα και την ειλικρινή αγάπη που έτρεφαν για το παραμύθι, αναγκαία επίσης προϋπόθεση για την επιτυχία ενός δύσκο-λου εγχειρήματος. Τις ευχαριστώ θερμά, και εξ ονόματος, — αν μπορώ να το πω έτσι, — του νεκρού δασκάλου μου, όπως επίσης ευχαριστώ το Ιστορικό Αρχείο Ελληνικής Νεολαίας, χά-ρη στο οποίο κατέστη δυνατή η υλοποίηση (κατά κυριολεξία) της έκδοσης του παρόν-τος τεύχους. Και εκφράζω ακόμα μια φορά την ευχή, το τεύχος αυτό να είναι η αρχή μιας προσπάθειας η οποία, αυτή τη φορά, θα φθάσει στην ολοκλήρωση της.

Μ. Γ. ΜΕΡΑΚΛΗΣ Καθηγητής Λαογραφίας

Page 20: IAEN 23 Tale Types 1994
Page 21: IAEN 23 Tale Types 1994

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΥΠΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΛΛΑΓΩΝ AT 700-749

Page 22: IAEN 23 Tale Types 1994
Page 23: IAEN 23 Tale Types 1994

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 700

Page 24: IAEN 23 Tale Types 1994
Page 25: IAEN 23 Tale Types 1994

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 700

Κοντορεβυθούλης

AT: Tom Thumb Grimm no 37: Daumerlings Wanderschaft Delarue: Pouçot To κουκάκι

Μιά βολά κι ένα καιρό ήταν μια γριά κι ένας γέρος. Ζούσανε αγαπημένα, μόνο που δεν είχανε ένα παιδάκι και το 'χανε μεγάλο καημό. Μια μέρα η γριά δεν είχε ψωμί να δώσει στο γέρο να πάρει μαζί του στο χωράφι — ήτανε γεωργός — και τον επαρακάλεσε να φύγει αυτός κι αυτή θα του το πήγαινε. Και ο γέρος έφυγε. Εζύμωσε καλά-καλά η γριά κι έβαλε στο φούρνο την πίτα να ψηθεί — βάζουνε πρώτα την πίτα να δοκιμάσουνε το φούρνο — και μετά τα ψωμιά. Σαν τέλειωσε πια και το ψήσιμο, άρχισε πάλι το παράπονο της: «Να, τώρα, να 'χα ένα παιδάκι, θα του πήγαινε ψωμί του γέρου, μόνον δε θα πήγαινα εγώ η καημένη! » Και τα μάτια της πήρανε την πιθά-ρα δίπλα στο φούρνο που ήταν γεμάτη κουκιά. «Να ήτανε όλ' αυτά τα κουκιά παιδά-κια!» είπε με στοχασμό η γριά. Κι επειδή ήταν θεοσεβούμενη, ο Θεός την άκουσε και με μιας πετάγονται από το πιθάρι τόσα μωρά, όσα ήταν κουκιά.

«Μαμά πεινάω, μαμά πεινάω...» φώναζαν όλα μαζί τα μικρά κι αυτή έκοβε και τους έδινε και τα έφαγαν, έφαγαν και το ζυμάρι ακόμα. Κι η γριά τότε θύμωσε κι έκλαιγε γιατί τι θα του πήγαινε του γέρου στη δουλειά; Τα πήρε λοιπόν όλα μαζί με το πιθάρι και τ' άδειασε στο ρέμα να πεθάνουνε να ησυχάσει κι αυτά πνιγήκανε.

Μετά γύρισε στο σπίτι κι έβαλε δεύτερη φουρνιά και σαν τέλειωσε το ψήσιμο παρα-πονέθηκε: «Να 'φηνα τουλάχιστον μόνον ένα παιδί, τώρα θα μου το πήγαινε». Και πετάχτηκε δίπλα της ένα μικρό κουκάκι που είχε γλυτώσει και της φώναξε: «Μαμά, πεινάω... », κι η γριά, χαρούμενη, τ' αγκάλιασε και το φίλησε και του 'βαλε να φάει, να χορτάσει. «Τώρα, να πας στον πατέρα σου ψωμί», του είπε κι αυτό έφυγε τρέχον-τας και πάει στο γεωργό.

«Πατέρα, σου 'φερα το ψωμί», του είπε, κι αυτός ξαφνιάστηκε και το ρώτησε ποιος είναι. Το κουκάκι, έτσι τον έλεγαν το μικρό, του είπε την ιστορία του κι αυτός χάρη-κε. «Έλα, τώρα, κάθησε να φάμε και μαζί», είπε ο γεωργός κι αφήκε τα βόδια με τ' αλέτρι παράμερα. Αλλά το κουκάκι που ήταν χορτασμένο, είπε: «Πατέρα, έχεις

Page 26: IAEN 23 Tale Types 1994

ένα ρινίδι ν' ανοίξω μιά τρύπα στ' αλέτρι να μπω μέσα και να καματεύω;» Kt άνοιξε μια τρύπα ο γεωργός στ' αλέτρι και μπήκε το κουκάκι μέσα κι ώργωνε κι ο γεωργός πιο πέρα έτρωγε. Σε λίγο, περνάν δύο πραματευτάδες κι είδανε τ' αλέτρι με τα βόδια να πηγαίνει μόνο του και παραξενευτήκανε. «Καλώς τα πολεμάς, γέρο, τι βλέπουμ' εκειπέρα ; » Κι ο γέρος εξήγησε πως το αλέτρι δεν πήγαινε μονάχο του, αλλά το κινού -σε άνθρωπος μ' αυτοί δεν πίστεψαν και βάλανε στοίχημα. Αν τ' αλέτρι το κινούσε άνθρωπος, θα έδιναν στο γεωργό τ' άλογα κι όλες τις πραμάτειες, μα, αν κινιόταν μοναχό του, τότε θά 'παιρναν απ' αυτόν τ' αλέτρι και τα βόδια, και συμφώνησαν.

«Κουκάκι!», φωνάζει τότε ο γεωργός κι εκείνο τ άκουσε και βγήκε και απάντησε και σαν τον είδαν οι πραματευτάδες, έδωσαν τ' άλογά τους και τις πραμάτειες τους στο γεωργό κι έφυγαν, κι αυτός γένηκε πλούσιος πια, και χαρούμενος που είχε κι ένα παιδάκι.

ΛΦ 143: Συλλέχτηκε από τη Δέσποινα Δημητριάδου στη Θεσσαλονίκη· το άκουσε από μια ηλικιωμέ-νη γυναίκα από τη Λακωνία.

Page 27: IAEN 23 Tale Types 1994

ΣΥΝΘΕΤΙΚΗ ΠΑΡΑΛΛΑΓΗ

I. Η γέννηση του ήρωα

α: Ο ήρωας είναι πολύ μικρός· α1 : κι ονομάζεται Κοντορεβυθούλης- α2: έχει άλλο όνομα, σχετικό με το μικρό του ανάστημα- α3: έχει όνομα άσχετο με το μικρό του ανάστημα.

β: Ο ήρωας έχει γονείς που για πολλά χρόνια δεν έκαναν παιδιά και παρακαλούσαν ν' αποκτήσουν ένα· β1: ας ήταν και πολύ μικρό, σαν β2: ρεβυθάκι· β3: καρυδάκι· β4: φασολάκι- β5: φακή· β6: κουκί- β7: φουντούκι· β8: σκελίδα σκόρδου· β9: κότα·

β10: ποντίκι· β11: τσουκαλάκι· β12: δάχτυλο· β13: αλεπού· β14: κόκκορας· β 15: είναι μοναχογιός· β16: ο μόνος από τ' αδέλφια του —γεννημένα από ρεβύθια (άλ-λους σπόρους) — που επέζησε- β17: ανάπηρος· β18: έχει πέσει από τον ουρανό- β19: γεννήθηκε από μια πορδή- β20: από ένα φύσημα· β21: βρέθηκε σ' ένα μπαούλο- β22: τον έχουν υιοθετήσει- β23: άλλη θαυματουργή γέννηση.

II. Ο αγώνας για επιβίωση

α: Τα παιδιά εγκαταλείπονται από τους γονείς τους στο βουνό (συμφυρμός με τον τύπο AT 327) διότι- α1: τρώνε πολύ- α2: κάνουν θόρυβο.

β: Η μητέρα(οι γονείς) τα σκοτώνει(ουν)- β1: πνίγοντάς τα· β2: πετώντας τα μέσα στην κατσαρόλα- β3: πετώντας τους βραστό νερό- β4: υποχρεώνοντάς τα να ξαναμπούν στην τρύπα απ' όπου βγήκαν- β5: χτυπώντας τα- β6: μ' ένα φτυάρι· β7: με τη βούρτσα· β8: τη σκάφη· β9: την παντόφλα· β 10: διάφορα.

γ. Το(α) παιδί(ά) σκοτώνεται(ονται) γ1: ρίχνοντας πάνω του(ς) την κατσαρό-λα που το(α) πλακώνει· γ2: πηδώντας μέσα στο βραστό νερό· γ3: οι γονείς τρώνε ένα μέλος του παιδιού τους· γ4: τα ζώα, δέντρα, κ.λπ. θρηνούν.

δ. Ο ήρωας ξεφεύγει· δ1: κρύβεται· δ2: πίσω από τη σκούπα· δ3: στο παπούτσι της γριάς· δ4: στην παντόφλα που χρησιμοποίησε για να σκοτώσει τ' αδέλφια του· δ5: στην τσέπη της· δ6: αλλού· δ7: στο ζυμάρι, που το πετάει μακριά, όταν ο ήρωας αρχίζει να τσιρίζει· δ8: περνώντας από την κλειδαρότρυπα· δ9: παίρνοντας μαζί του τ' αδέλφια του (συμφυρμός με το AT 327).

III. Οι περιπέτειες του ήρωα

α: Ο ήρωας φέρνει μια πίτα (διάφορα) στον(η) πατέρα (μητέρα) του που δουλεύει στο χωράφι - α1 : αλλά την τρώει αντί να του την πάει, παρεξηγώντας τα λόγια του:

Page 28: IAEN 23 Tale Types 1994

«Από πού να έρθω;» «Από την άκρη, από τη μέση...», νομίζει ότι πρέπει να τη φάει από την άκρη, από τη μέση· α2: πρέπει να οργώσει· α3: και μπαίνει μέσα στ' αλέτρι και κάνει ζευγάρι- α4: όντας αθέατος κερδίζει το στοίχημα (που έβαλε ο πατέρας του) μ' έναν περαστικό(ούς).

β: Τον ήρωα καταπίνει ένα ζώο· β1 : βόδι· β2: αγελάδα· β3: αλεπού· β4: άλλο ζώο.

γ: Από την κοιλιά (διάφορα) του ζώου, φωνάζει σε βοήθεια τους γονείς του, που σκοτώνουν το ζώο· γ1 : αλλά δεν βρίσκουν τον ήρωα· γ2: τον καταπίνει ένα (ή περισ-σότερα) ζώο(α)· γ3: από την κοιλιά του ζώου ο ήρωας φωνάζει τις γυναίκες του χωριού, εμποδίζοντάς το να φάει τις κότες- γ4: οι γυναίκες σκοτώνουν το ζώο ανοί-γοντάς του την κοιλιά· γ5: έτσι ο ήρωας βγαίνει στο φως· γ6: ανεβαίνοντας στο κέρα-το μιας αγελάδας- γ7: απ' όπου διώχνει το λιοντάρι που θέλει να τη φάει.

δ: Τα έντερα του ζώου, που μέσα τους βρίσκεται ο ήρωας· δ1 : τα παίρνει μια γυναί-κα και πάει να πλύνει στο ποτάμι· δ2: και τα πετάει όταν ακούει τον ήρωα να μιλάει· δ3: κι ο ήρωας σώζεται· δ4: ένας λύκος (ή άλλο ζώο) τα παίρνει και τα τρώει· δ5: και πεθαίνει (καθώς και το επόμενο ζώο) · δ6: κι ο ήρωας βρίσκεται με τους κλέφτες που παίρνουν το δέρμα του ζώου· δ7: αλλά τους ξεφορτώνεται· δ8: προειδοποιώντας τους περαστικούς για την κλοπή που διέπραξαν (θα διέπρατταν) · δ9: πέφτοντας, τον πατάει ένας άνθρωπος, που φοβάται τις κραυγές του και φεύγει τρέχοντας· δ10: ύστε-ρα κλέβει μια κατσίκα, την πηγαίνει στους κλέφτες, που τον διώχνουν, μη θέλοντας να τη μοιραστούν μαζί του- ειδοποιεί τους κάτοχους της κατσίκας για την κλοπή, κυνηγούν τους ληστές, αφήνοντάς τα όλα στον ήρωα, που τα πηγαίνει στους γονείς του.

ε: Ο ήρωας ανεβαίνει σ' ένα στάχυ και τον αρπάζει ένα κοράκι· ε1 : που τον αφήνει στη στέγη ενός σπιτιού όπου τον πιάνει και τον καταπίνει- ε2: πηδώντας μέσα στην κοιλιά του, τον υποχρεώνει να κάνει εμετό στη θάλασσα- ε3: τον καταπίνει ένα ψάρι, το ψαρεύουν και το πηγαίνουν στον βασιλιά· ε4: που θέλει να μάθει την ιστορία του, τον στέλνει στον πόλεμο, όπου τον σκοτώνει μια αράχνη. Ο βασιλιάς τον θάβει με τιμές.

στ: Ο ήρωας θρέφει τ' αδέλφια του- στ1 : και γίνεται πλούσιος παίζοντας Καραγ-κιόζη.

ζ: Τον ήρωα πουλούν σε κάποιον ζ1: ένα άλλο πρόσωπο παίρνει τον ήρωα, τον πετάει σε μια σακούλα (στην τσέπη του) για να τον πάει σπίτι του, να τον μαγειρέψει και να τον φάει· ζ2: τον παίρνει η αλεπού- ζ3: αλλά ξεφεύγει- ζ4: γεμίζοντας την τσέπη- ζ5: με ακαθαρσίες- ζ6: με πέτρες· ζ7: (αιχμάλωτος για τρίτη φορά) ο ήρωας πετιέται στο φούρνο, που τον σβήνει κατουρώντας· ζ8: και σκοτώνει το(α) παιδί(ά) του απαγωγέα του· ζ9: που του σερβίρει μαγειρεμένο (α) · ζ10: εκείνος καταλαβαίνει τι έγινε και, προσπαθώντας ν' ανέβει στη στέγη για να πιάσει τον ήρωα, σκοτώνεται.

η: Ο ήρωας κλέβει από τους ληστές τη λεία τους· η1 : κλέβει κάποιον άλλον η2:

Page 29: IAEN 23 Tale Types 1994

φέρνει τα κλοπιμαία στους γονείς του· η3: αλλά τον ξαναπιάνουν· η4: και τα κατα-φέρνει να ξεφύγει οριστικά- η5: ο(οι) απαγωγέας(είς) του υποχωρούν μπροστά στις απειλές του- η6: γιατί, όταν εμφανίζονται στο δικαστήριο, ο δικαστής αθωώνει τον ήρωα.

θ: Το τσουκαλάκι πάει στον γάμο· το γεμίζουν φαγιά, η νύφη βάζει τα κοσμήματά της· τα πηγαίνει στη μητέρα του· τη νύχτα η νύφη κάνει ακαθαρσίες στο τσουκάλι· η μητέρα του το σπάει.

IV. Η λύση

α: Ο ήρωας πεθαίνει- α1: στην κοιλιά του λύκου που πεθαίνει από την πείνα- α2: πνιγμένος· α3: καμένος (δολοφονημένος)· α4: από τον πατέρα του(τη μάνα του)· α5: από τους κλέφτες.

β: Ο ήρωας (φουντούκι) γίνεται δέντρο (φουντουκιά).

γ: Ο ήρωας και τ' αδέλφια του ανασταίνονται όταν ο πατέρας (θέλοντας να χτυπή-σει τη μητέρα) χτυπάει κατά λάθος την κολοκύθα.

δ: Τον ήρωα υιοθετεί ένας γεωργός, που γίνεται πλούσιος.

ε: Ο ήρωας ξαναγυρίζει σπίτι του οριστικά- ε1: πλούσιος- ε2: δαρμένος.

Page 30: IAEN 23 Tale Types 1994

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΠΑΡΑΛΛΑΓΩΝ

ΗΠΕΙΡΟΣ

1. ΛΦ 715, 13, «Ο Ρεβύθης». I: α1, β2. III: η1 (κλέβει έναν μπακάλη απειλών-τας ότι θα σκίσει τα λογιστικά του βιβλία κι εκείνος του δίνει ό,τι ζητάει).

2. ΛΑ 1300, (ΣΜ 130), 19-20, Ζαγόρια, «Τα φασόλια που έγιναν παιδιά». I: β4, β16. II: α2, β9, δ. III: α, α3, γ. IV: ε.

3. ΛΑ 2233, (ΙΛ 652), 95-96, Ζαγόρια, «Ου ριβιθούλς». I: α1, β, β2. III: β5 (αρνί), γ, γ2, γ4, γ5.

4. Hahn, 2, 115, no 99. I: β23 (παιδί-καρύδι μέσα στον ασκό, όπου φυσούσαν ο γέρος κι η γριά, κάνει χωράφι, στη συντροφιά κλεφτών ώσπου πνίγεται στο ποτάμι).

ΘΕΣΣΑΛΙΑ

5. ΛΑ 1176, (ΣΜ 6), δ1-90, Πήλιο, «Ο μικρός Γιαννάκης κι η αλεπού». I: α, β14. III: γ2, γ3, γ4, γ7, γ9.

6. ΛΦ 1327, 15-17, Κουτσόβλαχοι Θεσσαλίας, « Ενας γέρος και μια γριά». I: β10, β23 (σπάζοντας μια κολοκύθα βγαίνουν τρία ποντικάκια· το πρώτο το κρα-τούν για παιδί τους). III: α1, α2.

ΘΡΑΚΗ

7. Σταμούλη, Θρακικά 17, 105-106. Καλλικράτεια, «Ο Νικολάκ'ς κ' η δράκισ-σα». I: γ1 (ο ήρωας είναι ορφανό που θρέφεται με μήλα· μια δράκισσα τον κατε-βάζει με πονηριά από το δέντρο), γ3, γ7, γ8, γ9.

8. Σταμούλη, idem. αρ. 55, 129-130, Τυρολόη, «Ο Ροβιθούλ'ς». I: β1, β3, β16. II: α1, β, δ6 (στο πιθάρι). III: α1, δ5, η. IV: ε, ε1.

9. Σταμούλη, idem, αρ. 56, 130-131, Σηλυμβρία, «Ο Κοντοροβιθάκς». I: β1, β2, β15. III: α, β3.

10. ΛΑ 700, 1, (BP I 389), Αδριανούπολη, «Του σπουριτούδ'». Στη συντροφιά είκοσι κλεφτών, φωνάζει να φύγουν γιατί έρχεται στρατός, ο θησαυρός του μένει.

11. ΛΑ 700, 2, (BP 391, 2), Αδριανούπολη, «Η ατεκνία». I: β19. II: β10 (πλά-στη), δ6 (πίσω από τη σκάφη). III: α, α1, β, γ4.

Page 31: IAEN 23 Tale Types 1994

ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ

12. ΙΛ 730, 358, Θεσσαλονίκη, άτιτλο. I; β, β10. III: α1, α2. II: β4 (το σκοτώνει η γριά για να τον τιμωρήσει).

13. ΛΑ 1179, (ΣΜ 9), 13, Χαλκιδική, «Η γυναίκα και τα παιδιά της». I: β4 (η άτεκνη χύνει τα φασόλια στην καπνοδόχο και γίνονται παιδιά). II: β10 (η μητέ-ρα τα καίει γιατί δεν ξέρει τι να τα κάνει). III: Επιζούν ο Γιάννης κι η Μαρία, η συνέχεια συγκεχυμένη.

14. ΛΑ 1181, (ΣΜ 11), 47, Κοζάνη, άτιτλο. I: α, β15. III: α3, β5 (τον καταπίνει ο λύκος, αφού έσωσε τα βόδια από τους κλέφτες).

15. ΛΑ 1269, (ΣΜ 99), 67, Έδεσσα, «Το ποντίκι». I: β10, β18. II: Μ. III: α, β3 (ο γέρος σκοτώνει όλες τις αγελάδες για να τον βρει).

16. ΛΑ 2213, (ΙΑ 615), 10-12, Κοζάνη, «Κουκουμπέσσης». I: β, β10. III: β1, γ, δ, δ4, δ8 (διηγείται την ιστορία του στους ληστές που τον πηγαίνουν σπίτι του).

17. ΛΑ 2959, 484-489, Κρόκος Κοζάνης, «Κουκουμπέης». I: α, α2, β3, β15. III: β1, γ, γ5·

18. ΛΦ 2, 1-3, Χαλκιδική, «Ένα φουντουκάκι να μιλάει ανθρωπινά». I: β, β7. II: β10 (από την τσέπη της μάνας του, το φουντούκι ζητάει φαΐ στο γάμο κι η μάνα του το πετάει από το παράθυρο. Φυτρώνει δέντρο).

19. ΛΦ 143, 1, Θεσσαλονίκη, «Το κουκάκι». I: α, α2, β16. II: β1. III: α, α4, α5.

20. ΛΦ 143, 1-2, Πολύγυρος, άτιτλο. I: β2, β16. II: β6, δ. III: α1, α2, β2, γ, γ1, δ3, δ7, δ8. IV: α, α1.

21. ΛΦ 579, 2-3, Θεσσαλονίκη, «Τα ποντικάκια». I: β10, β16. II: α2, β, δ. III: α1, α2, β2, γ, γ5.

22. ΛΦ 947, 17, Κατερίνη, «Ο γέρος κι η γριά». I: β10. III: α2, β1, γ, γ1, γ5. 23. ΛΦ 1643, 8-9, Βέροια, «Η κολοκύθα». I: β16, β23 (βγαίνει από μια κολοκύθα

που σκάει). II: α1, β, β10, δ, δ6 (στην ντουλάπα). III: α1, α2. IV: γ. 24. Μηλιόπουλος, Μακ. Παρ., 59-62, «Oι δύο γέροι και το παιδί τους, το ποντικά-

κι». I: β1, β10. III: α1, α3, α4, γ.

ΝΗΣΙΑ ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ

α. Νησιά Ανατολικού Αιγαίου 25. ΛΑ 700, 3, (BP I 329, AH), Χίος, «Το μιτσοκωλάι», (δημοσιευμένο από τους

Argenti-Rose, I, no 28, 536-539). I: β6. II: β, δ2. III: γ2 (ξεγελά την αλεπού να χωθεί μέσα στον φούρνο, να ζεσταθεί, τάχα ότι θα βγάλει φτερά, να πετάξει στο δώμα· καίγεται).

Page 32: IAEN 23 Tale Types 1994

β. Δωδεκάνησα 26. ΛΑ 2279, 48-49, Λέρος, άτιτλο. I: α10. III: α (κάνει διάφορες δουλειές). Ατε-

λής παραλλαγή.

27. Κρητικός, Λαογραφία 15, II, 310-312, Πάτμος, «Το κομματόψωμο». I: β1, β9 (βγαίνει από ένα μπαούλο). III: α3, α4 (μπαίνει στο στόμα του βοδιού), β, β5 (γάτος), γ. IV: ε.

γ. Εύβοια — Σποράδες 28. ΛΑ 3172, 313-315, Ιστιαία, «Ο παπάς κι οι αλεπούδες». I: β13, β16. II: β,

δ1. III: α1, α2. /V: α2, α4.

29. Hahn, 1, 300, αρ. 55, Ιστιαία, (BP I 389 AGH).

30. Περδίκα, II, αρ. 5, 165-166, Σκύρος, «Ο μ'σοκωλιάς». I: α2, β6, β16. II: α, α2. III: γ1, γ6, γ7, γ8 (η δράκισσα τρώει τα βυζιά της κόρης της), γ9.IV: ε1.

31. Ρήγας, II, αρ. δ8, 135-138, Σκιάθος, «Ου ριβιθούλ'ς». Ι: α1, β2, β16. II: α1, β, δ, δ3. III: α1, α2, β3, γ, γ1, δ, δ2, δ6. IV: ε, ε2.

δ. Κρήτη 32. ΛΑ 1383, (ΣΜ 169), 3, Ρέθυμνο, άτιτλο. Ι: β6 (το μικρότερο παιδί είναι κου-

τσό). II: α1, β10 (με το κλαδευτήρι), δ. III: α3, β2, γ, γ1, γ2, γ3. Ατελής παραλλαγή.

33. Φραγκάκη, Κρητικό Παραμύθι, 48, «Το τσικαλάκι». Ι: β1, β11 (τσουκάλι). III: θ.

ε. Κυκλάδες 34. ΛΑ 1329, (ΣΜ 142), 43-45, Ανδρος, «Ο Σκορδούλης». I: α2, β, β8. III:

η, η3, η6.

35. ΙΛ 859,162-166, Ικαρία, άτιτλο. I: β6, β16. II: α1 (τρώνε το ψωμί του πατέρα τους και βρωμίζουν τη ζύμη), δ, δ6 (σ' ένα μπουκάλι λάδι). Ενωμένο με το AT 327C.

36. Hahn, 1, αρ. 55, 300-302, Τήνος, «Το μισο-μπιζελάκι». I: β16. II: β, δ3. III: α, α1, β2, γ, δ, δ1, δ2, δ4, δ5. IV: ε (ο λύκος πέφτει στη στέγη του σπιτιού του ήρωα και ψοφάει· ο ήρωας κρύβεται, αλλά βγαίνει μόλις ακούσει τη μητέρα του να κλαίει).

37. Hahn, 1, αρ. 56, 303-304, Τήνος, «Ο κουκκιπιπέρης». I: α, α2, β, β4, β16 (η γριά παρακαλεί το Θεό να ξανακάνει τα παιδιά της φασόλια). II: γ, γ2, γ3, γ4.

ΝΗΣΙΑ TOΥ ΙΟΝΙΟΥ

38. ΛΑ 2344, 189-193, Κέρκυρα, «Το Μισοκωλάκι». Ενωμένο με το AT 327C και το AT 1121, βλέπε το επόμενο.

Page 33: IAEN 23 Tale Types 1994

39. ΛΑ 2344, 396-397, Κέρκυρα, «Ο Μισοκούκκης». I: β16. II: α1, β8. III: συμ-φυρμός με το AT 327C: ανεβαίνει σ' ένα δέντρο κι η γριά προσπαθεί να τον κατε-βάσει- γ1, γ3, γ7, γ9.

40. ΛΦ 66, 5-δ, Κεφαλλονιά, «Ο κακός δράκος». Ι: β, β6, β15. III: η1, η2 (σκο-τώνει τον δράκο, βάζοντάς τον να καταπιεί μιά πέτρα).

41. ΛΦ 268, 5-7, Ζάκυνθος, «Ο κουτσοκούκης». Ενωμένο με το AT 327C. I: α1, β6, β16. II: α1, β.

42. ΛΦ 655, 51, Κέρκυρα, «Ο Κοντορεβυθούλης». III: α, α1, β3, γ, δ, δ2, δ3.

ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ

43. ΛΑ 700, 9, Μανιάκι Μεσσηνίας, «Το ποντικόπαιδο». I: β10. III: α1, α2, β2, γ, γ1, δ1, γ2, γ4. IV: α2, α3.

44. ΛΑ 1192, (ΣΜ 22), 92, Ολυμπία, «Η ασεβής γυναίκα». Ι: β1, β16. II: α1, β2, δ (δυό μικρά ξεφεύγουν), δ4, δ6 (στο καλάθι· τα παιδιά μένουν με τη μάνα). Ατελής παραλλαγή.

45. ΛΑ 1203, (ΣΜ 33), 45-47, Πουλίτσα Κορινθίας, «Η γριά κι ο γέρος». I: β1, β16. II: β5, β6, β7, δ6 (κρύβεται πίσω από τον καθρέφτη). III: α, β1, γ1,

δ1, δ2, δ4, δ7, δ8, δ5. IV: Δεν διευκρινίζεται ποια είναι η τύχη του ήρωα.

46. ΛΑ 1203, (ΣΜ 33), 95, Πουλίτσα Κορινθίας, «Ο γέρος, η γριά και τα δύο βόδια, ο κόκκινος και ο μαυρούλης». I: β3. II: δ6 (κλέβουν βόδια μαζί).

47. ΛΑ 1228, (ΣΜ 58), 113-114, Καλαμάτα, «Λιάρος και παιδί». Παραλλαγή ταυτόσημη με την ΛΑ 700, 9: βρίσκει το παιδί στα έντερα του ζώου η γριά και το παίρνει στην αγκαλιά της.

48. ΛΑ 1228, (ΣΜ 58), 113-114, Καλαμάτα, «Ο κοντορεβιθούλης». Παραλλαγή ταυτόσημη με την ΛΑ 1202, (ΣΜ 32), 3-5. III: β4, γ3 (η αλεπού πέφτει από το δέντρο και μεταμορφώνεται σε δέντρο (ασαφές τέλος)).

49. ΛΑ 1229, (ΣΜ 59), 63-64, Κορώνη, άτιτλο. I: β10. III: α3, γ, η2. 50. ΛΑ 1277, (ΣΜ 107), 67, Γορτυνία Αρκαδίας, «Ο Κοντορεβιθούλης». I: β16.

II: β3. III: α1, β2.

51. ΛΑ 1277, (ΣΜ 107), 71, Γορτυνία Αρκαδίας, άτιτλο. I: α1, β2. III: α1, α3, γ, γ3. IV: ε.

52. ΛΑ 1281, (ΣΜ 111), 37-40, Κυπαρισσία Μεσσηνίας, «Τα παθήματα του Πι-τσικώκου». I: α2. II: δ, δ2. III: β3, γ, ε, ε2, ε3, ε4.

53. ΛΑ 1281, (ΣΜ 111), 148-153, Κυπαρισσία Μεσσηνίας, «Ο Κοντορεβιθού-λης». Ενωμένο με το AT 327C. I: α, α1. II: α, α1, δ8, 09. III: στ, στ1.

Page 34: IAEN 23 Tale Types 1994

54. ΛΑ 1348, (ΣΜ 161), 13, Μεγαλόπολη, «Ο γέρος και η γριά». I: β3. III: γ, δ6, δ8, η, η2.

55. ΛΦ 249, 15, Πυλία Μεσσηνίας, «Το λιαρό βόδι». I: β22 (οι γέροι υιοθετούν ένα ποντίκι). III: α1, α2, β2, γ, γ5.

56. ΛΦ 332, 1-3, Μονεμβασία Λακωνίας, «Το κουκάκι». I: α1, β, β16. II: α1, β1. III: α, α3, α5.

57. ΛΦ 559,13-15, Τρίπολη, «Ο Κοντορεβιθούλης». I: α, α1, β2. III: α3, β2, γ, γ5.

58. ΛΦ 1014, 7-9, Μεγαλόπολη, «Ένας γέρος άκληρος». I: β6, β16. II: α2, β, δ. III: α1, α2, β2, β6, β7.

59. ΛΦ 1784, 1-2, Κυπαρισσία Μεσσηνίας, «Το Κοντορεβιθάκι». I: β16. II: β, β6, δ ι . III: α, α2, δ6, δ7, δ8, δ9, δ10.

60. ΛΦ 1872, 1-4, Γορτυνία Αρκαδίας, «Το ρεβυθάκι». I: α1, β2. III: α1, α2, β2, γ, γ1, δ, δ1, δ2, δ4, δ5, δ6, δ7, η, η2. IV: ε, ε1.

61. ΣΠ 34,25-29, Καλάβρυτα Αχαΐας, άτιτλο. I: β23 (η γριά γεννά πέντε ποντικά-κια). II: δ3. III: α, β2.

ΣΤΕΡΕΑ ΕΛΛΑΔΑ

62. ΛΑ 1171, (ΣΜ 14), 37, Βάλτος Ακαρνανίας, «Ο Κοντορεβιθούλης». I: α1, β2. III: α, γ, γ3, γ5.

63. ΛΑ 1273, (ΣΜ 103), 56, Θήβα, «Ο Κοντορεβιθούλης». I: β. III: γ5 (δεν τον βρίσκει η μάνα του), δ9, γ2, γ3, γ4.

64. ΛΑ 1273, (ΣΜ 103), 71-72, Θήβα, «Ο Κοντορεβιθούλς». I: α1, β16. II: α2, β, β5, β7, δ2. III: α1, α2, β4 (ανεβαίνει πάνω σε μια κότα, που την καταπίνει μια αλεπού), γ2, γ3, γ4, γ6, γ7.

65. ΛΑ 1273, (ΣΜ 103), 91-92, Θήβα, «Ο κοντορεβιθούλης». Παραλλαγή ταυτό-σημη με την προηγούμενη.

66. ΛΑ 1273, (ΣΜ 103), 133-134, Θήβα, «Ο Κοντορεβιθούλης». Παραλλαγή ταυτόσημη με την προηγούμενη.

67. ΛΦ 494, 8-9, Λαμία, «Ο Κοκκοσούλας». I: β16. II: β10 (προσπαθώντας ν' αρπάξουν το ζυμάρι, ρίχνουν την κατσαρόλα και καίγονται), δ3. III: α1, α2,

β 1 , γ , γ5·

68. ΛΦ 1288, 1-3, Καλοθρόνι Λοκρίδας, «Ο Κοντορεβιθούλης». I: β16. II: α1, β3. III: α1, α2, β2, δ, δ3.

Page 35: IAEN 23 Tale Types 1994

ΜΙΚΡΑ ΑΣΙΑ

69. Dawkins, MG in Asia Minor, 485, Φάρασσα, «Το παιδάκι και η δράκισσα». Παραλλαγή ταυτόσημη με την ΣΠ 105, 11-12.

70. ΚΜΣ, Φάρασσα, 4939-4946. «Το 'ρκούδι». III: α (το παιδί βλέπει τη σκιά του και νομίζει πως είναι άλλο παιδί· του δίνει ψωμί), β5 (αρκούδα). Στη συνέ-χεια ενωμένο με τον τύπο AT 327C.

71. ΚΜΣ, Φλοϊτά 5, 1-4, Νίγδη, άτιτλο. I: β, β1, β16. II: α1, β2, δ. Ατελής παραλλαγή.

ΠΟΝΤΟΣ

72. Ποντιακή Εστία, 1953, αρ. 29, 1933-1934, Νικόπολις, «Το φακά τ'εκλώστεν μωρόν...». I: β5, β16. II: β3, δ1. III: α, β5 (τον καταπίνει ένας γάιδαρος, που τον τρώει μια αρκούδα, που σκοτώνεται). IV: ε (σώζεται μαζί με τον γάιδαρο).

ΚΥΠΡΟΣ

73. ΛΦ 1109, 1-5, «Ο Ροϊττός». I: β6, β16. II: α1, β3. III: α, η1 (κλέβει τον ελαιέμπορο, που εγκαταλείπει από φόβο το εμπόρευμά του· ύστερα κλέβει τον κρασέμπορο, τον ξυδέμπορο), ζ, ζ3, β, β5, (καμήλα), γ, γ1, γ2, γ5, η, η5. IV: ε, ε1.

74. Κληρίδης, I, 38, Καπούτι Μόρφου, «Ο Ρουβιθάς». Ι: β23 (η άτεκνη τρώει μια κούπα κουκιά· όσα κουκιά, τόσα παιδιά· ανάμεσά τους, ένα ρεβίθι, το παιδί Ρου-βιθάς). II: β2, δ6 (στο πόμολο). III: α5, η.

Page 36: IAEN 23 Tale Types 1994

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

Το παραμύθι αυτό εισάγει το θέμα του λιλιπούτειου ήρωα, που κατά τον Stith Thompson είναι σημαντικότερος από τους γίγαντες μέσα στον παραμυθιακό κόσμο (στις τοπικές παραδόσεις είναι οι γίγαντες πολύ σημαντικοί). Υπάρχουν στην έντε-χνη λογοτεχνία τα ταξίδια του Lemuel Gulliver και στην προφορική παράδοση οι πε-ριπέτειες του Tom Thumb.

Το παραμύθι διηγείται την ιστορία ενός αγοριού, που δεν είναι πιο μεγάλο από ένα δάχτυλο - το αφήγημα είναι γνωστό από την Αναγέννηση· ο Perrault φαίνεται να εμπνεύστηκε τ' όνομα του Petit Poucet από το σατιρικό έργο του Fielding, Tom Thumb the Great. To παραμύθι του αυτό όμως ανήκει στον διεθνή τύπο AT 327, «τα χαμένα στο δάσος παιδιά» και όχι στον AT 700, που εξετάζουμε.

Ο Κοντορεβυθούλης είναι μια ευρωπαϊκή ιστορία που διαδόθηκε στον κόσμο ολό-κληρο : από την Ευρώπη πέρασε στην Ασία, πάντα κατά τον S. Thompson, σε διάφορα σκόρπια σημεία της Αφρικής και στα νησιά του Πράσινου Ακρωτηρίου, κι από κει στην Τζαμάικα, στις Μπαχάμες, στους Μαύρους της Νότιας Αμερικής και σε μια φυλή Ινδιάνων.

Η ιστορία δεν παρουσιάζει μεγάλη ποικιλία. Ενα άκληρο ζευγάρι αποκτάει με μαγικό τρόπο ένα λιλιπούτειο παιδάκι. Πολυάριθμες είναι οι περιπέτειες του. Συνή-θως πλουτίζει στο τέλος και γυρνάει στο σπίτι του να ζήσει με τους γονείς του.

Στην Ελλάδα έχουμε 74 παραλλαγές σχετικά πλήρεις· συνήθως η γέννηση του ήρωα είναι θαυματουργή· μια γριά εύχεται ν' αποκτήσει ένα παιδάκι, μικρό σαν κου-κί, σαν τη φακή, το ρεβύθι κ.λπ. Ή, ζητάει από τον Θεό μισό παιδί: έτσι γεννιούνται ο Μισοκωλάκης, ο Κουκουλίτσης, ο Κουκκιπιπέρης κ.λπ. Πολύ σπανιότερα ο ήρωας γεννιέται από μια πορδή, από ένα φύσημα, βρίσκεται σ' ένα μπαούλο ή πέφτει από τον ουρανό.

Το παιδί αυτό χρησιμοποιείται δυστυχώς συχνά για οικιακή κατανάλωση. Όταν έχει τη μορφή ζώου, είναι συνήθως ζώο φαγώσιμο: αρνάκι, κοκοράκι, γουρουνάκι, κατσικάκι. Έτσι, το βρίσκουμε κάποτε πνιγμένο στην κατσαρόλα, όπου πέφτει εκού-σια ή ακούσια και βράζει μαζί με τη σούπα. Αλλοτε, το τρώνε οι γονείς του, χωρίς καν να το καταλάβουν. Δεν τα καταφέρνει, ημιτελές όπως είναι να γίνει ήρωας ανε-ξάρτητος, να φύγει από την πατρική εστία και να δημιουργήσει δική του οικογένεια. Μια μάγισσα καμιά φορά επιχειρεί να το φάει, αλλά με την πονηριά του την καταφέρ-νει ο ήρωας να φάει το δικό της παιδί κι ύστερα προκαλεί το θάνατο της κι έτσι την εκδικείται. Σ ' αυτήν την ομάδα των παραμυθιών με το τραγικό τέλος, μπορούμε να πούμε ότι ο ήρωας δεν απομακρύνεται ποτέ ουσιαστικά από τη χύτρα, που δίπλα της γεννήθηκε.

Ανάμεσα στις πιο σταθερές κι επαναληπτικές του περιπέτειες, είναι και το επεισό-δ10 όπου τον καταπίνει ένα ζώο: βόδι, αγελάδα, αλεπού, λύκος κ.λπ. Από την κοιλιά

του ζητάει βοήθεια ή προδίδει τους κλέφτες, που ετοιμάζονται να επιτεθούν σ' ένα

Page 37: IAEN 23 Tale Types 1994

κοτέτσι. Αλλοτε κλέβει τους ληστές, παίρνοντας τα λάφυρά τους, άλλοτε αφήνει τον πατέρα του να τον πουλήσει ακριβά σ' έναν έμπορο, από τον οποίο ξεφεύγει και ξανα-γυρνάει κοντά του.

Συνοπτικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι έχει τραγικό τέλος (πεθαίνει μέσα στην κοιλιά του ζώου που τον κατάπιε, πνίγεται, τον δολοφονούν οι κλέφτες, ή οι γονείς του) παραμένοντας πάντοτε ημιτελής· αυτή είναι η μια αφηγηματική δυνατότητα. Υπάρχει όμως και μια δεύτερη: ο ήρωας αποδεικνύεται παμπόνηρος, αντέχει σ' όλες τις φοβερές δοκιμασίες και γυρίζει στην πατρική εστία, πολλές φορές πλούσιος.

Page 38: IAEN 23 Tale Types 1994
Page 39: IAEN 23 Tale Types 1994

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 703*

Page 40: IAEN 23 Tale Types 1994
Page 41: IAEN 23 Tale Types 1994

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 703*

Το τεχνητό παιδί

AT: The artificial child

ΛΑ 1171, (ΣΜ2), 5-6, Αμφιλοχία Αιτωλοακαρνανίας, «Η άσπρη Χιόνω». Οι άκλη-ροι γέροι φτιάχνουν Χιονάνθρωπο που παίρνει ζωή και γίνεται όμορφο κορίτσι: όταν χιονίζει είναι χαρούμενη, όταν έχει όμορφο καιρό, λυπημένη. Μια μέρα, πηδώντας με τις φίλες της πάνω στη φωτιά, λιώνει.

Page 42: IAEN 23 Tale Types 1994
Page 43: IAEN 23 Tale Types 1994

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 705

Page 44: IAEN 23 Tale Types 1994
Page 45: IAEN 23 Tale Types 1994

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 705

AT: Born from a fish Ατιτλο

Άντζα μάνα

Μια φορά χι έναν καιρό ήταν ένα αντρόγυνο και δεν έκαναν παιδιά. Γι' αυτό η μάνα παρακάλαγε το Θεό, να κάνει ένα παιδάκι, κι ας γκαστρωθεί στην αρίδα. Ο Θεός άκουσε την προσευχή της και γκαστρώθηκε στην αρίδα. Μια μέρα η γυναίκα πήγε στο λόγγο για να μαζέψει ξύλα. Εκεί που ανέβαινε όμως, ένας βάτος της κέντησε την αρίδα και βγήκε το παιδάκι. Ένα ωραίο κοριτσάκι. Η γυναίκα το πήρε κάπου χάμου κειδά, και το σκέπασε με την ποδιά της και πήγε πιο πέρα να μαζέψει τα ξύλα. Ένας αητός όμως που πέρναγε απ' εκεί βλέπει το παιδί χάμου, κατέβηκε το άρπαξε και το πήγε στη φωλιά του. Γύρισε η γυναίκα και που δε βρήκε το κοριτσάκι, έκλαψε πολύ.

Ο αητός λοιπόν, αφού το πήρε, το πήγε στη φωλιά του, πάνω σ' ένα δέντρο σε μια ρεματιά. Κάτου απ' το δέντρο, κύλαγε ένα ποτάμι. Το παιδί μεγάλωσε κι έγινε μια όμορφη κοπέλα. Μια μέρα, που η κοπέλα, καθόταν έτσι πάνω στο δέντρο, έλαμ-πε η ομορφιά της μέσα στο ποτάμι. Ήρθ' από κει κατά τύχη το βασιλόπουλο με τ' άλογά του, για να τα ποτίσει. Τ' άλογα όμως δεν έπιναν νερό. Μα, γιά δεν πίνουν τ' άλογα νερό, γιά δεν πίνουν τ' άλογα νερό, σκύβει το βασιλόπουλο στο ποτάμι και βλέπει που έλαμπε μέσα η κοπέλα. Το βασιλόπουλο κοίταξε στο δέντρο και μόλις την είδ' εκεί πάνω, θαμπώθηκε από την ομορφιά της και θέλησε να την κατεβάσει κάτου για να την πάρει γυναίκα του. Μα η κοπέλα δεν κατέβαινε απ' το δέντρο. Τι να κάνει το βασιλόπουλο, τι να κάνει, πέρναγε απ' εκεί μια γριά, είδε έτσι στενοχωρε-μένο το βασιλόπουλο, και το ρώτησε τι έχει. «Α», του λέει, «φέρε μου ένα κόσκινο κι ένα σκαφίδι και θα στην κατεβάσω εγώ κάτου». Το βασιλόπουλο της έδωσε ένα κόσκινο κι ένα σκαφίδι κι η γριά άρχισε.

«Ανάποδα, κυρά μ', το κόσκινο, ανάποδα και το σκαφίδι». «Tι λές, παιδί μου; έλα παρά κάτου, δεν ακούω». «Ανάποδα, κυρά μ' το κόσκινο, ανάποδα και το σκαφί-δι». «Τι λες, παιδί μου; έλα παρά κάτου, δεν ακούω». Ξανακατέβηκε παρακάτου. Kι έτσι, σιγά-σιγά, την πλάνεψε και την κατέβασε. Την πήρε το βασιλόπουλο στ' άλογό του και πήγαν στο παλάτι. Εκεί έγινε ο γάμος κι η κοπέλα έγινε βασίλισσα. Η

Page 46: IAEN 23 Tale Types 1994

Μα ήρθε κάποτε ο καιρός για να πάει ο βασιλιάς στον πόλεμο. 'Τοιμάστηκε ο βασι-λιάς, χαιρέτησε τη μάνα του, και τη γυναίκα του. Λέει στη μάνα του: «Να προσέχεις τη γυναίκα». «Να μη σε νοιάζει εσένα καθόλου», του 'πε η μάνα. Μα είπαμε πως δεν τη χώνευε την κοπέλα καθόλου. Έτσι, μια μέρα, πήρε το παιδί, το σκότωσε, γιατί ήταν πολύ κακιά, και το πέταξε μακριά. Πήρε την κοπέλα κι αφού της έδωσε πολύ ξύλο, της φόρεσε κάτι κουρέλια, την κούρεψε και την έστειλε πέρα στα χωράφια να βόσκει κάτι χήνες.

Ήρθε ο καιρός, τέλειωσε ο πόλεμος και γύρισε ο βασιλιάς στο παλάτι του. Βρήκε τη μάνα του, ρωτάει για τη γυναίκα του. «Που 'ναι, μάνα, η γυναίκα μου;» «Τώρα, παιδάκι μου, πέθανε η γυναίκα σου». «Και πού την έθαψες μάνα;» «Ε, παιδάκι, μου, πέρα στα χωράφια». «Και το παιδί μου, μάνα;» «Τώρα, πέθανε κι αυτό μιά μέρα και τό 'θαψα κει κάτου στο φράχτη». Στενοχωρημένος ο βασιλιάς ξεκίνησε και πή-γαινε πέρα στα χωράφια να 'βρει τον τάφο της γυναίκας του. Κει όμως που πήγαινε, άκουσε από μακριά ένα ωραίο τραγούδι. Μαγεύτηκε από την ωραία φωνή που τρα-γούδαγε και κάθησε ν' ακούσει καλύτερα. Η φωνή πλησίαζε και τι να δει, μια κοπέλα βρώμικη με κουρέλια και με κάτι χήνες. «Τι τραγουδάς, κόρη μου», τη ρώτησε όταν έφτασε κοντά. Κι άρχισε η κοπέλα το τραγούδι:

Άντζα μάντζα η μάνα μου στο λόγγο που με γέννησε

ο αετός με πήρε στη φωλίτσα του με πήγε

η γριά με πλάνεψε κάτου με κατέβασε

το βασιλόπουλο μ' άρπαξε στη μάνα του με πήγε η μάνα του με κούρεψε

με τις χηνίτσες μ' έστειλε πι, πι πι, χηνίτσες μου.

Μαγεύτηκε ο βασιλίας. «Για ξαναπές το τραγούδι σου, κυρά μου». Πάλι η κοπε-λιά ξανάρχισε το ίδιο τραγούδι. Ξαφνιάστηκε ο βασιλιάς με τα λόγια του τραγουδιού. Κατάλαβε πως αυτή ήταν η γυναίκα του. Την πήρε λοιπόν χαρούμενος και πήγαν στο παλάτι. Βρίσκει εκεί τη μάνα του, την άρπαξε θυμωμένος κι αφού της έδωσε πολύ ξύλο, τη σκότωσε απ' το ξύλο και την πέταξε μακριά. Κι έτσι, έζησαν καλά με την κοπέλα, που την έντυσε πάλι βασίλισσα, και μεις καλύτερα.

ΑΦ 1202. Παραλλαγή που συλλέχτηκε από τη Βασιλική Πανταζή στην Αχαΐα.

Page 47: IAEN 23 Tale Types 1994

ΣΥΝΘΕΤΙΚΗ ΠΑΡΑΛΛΑΓΗ

I. Η γέννηση της ηρωίδας

α: Την ηρωίδα κυοφορεί ένας άνδρας στο πόδι(κεφάλι) του· α1 : ένας παπάς· α2: ένας βασιλιάς· α3: άλλο πρόσωπο

β: Η ηρωίδα γεννιέται μετά από πολλά παρακάλια των γονιών της, που για χρόνια δεν μπορούσαν να κάνουν παιδιά κι ήθελαν β1 : ένα παιδί, κι «ας γκαστρωθεί στην αρίδα»· β2: κι ας το αρπάξει ο αετός- β3: διάφορα.

γ: Ο άντρας τρώει κατά λάθος ένα φρούτο μαγικό που προοριζόταν για τη στείρα γυναίκα του- γ1 : ένα μαγικό μήλο· γ2: ένα ψάρι· γ3: τα φλούδια ενός καθαρισμένου μήλου· γ4: δοσμένου από· γ5: τον Θεό- γ6: ένα μάγο· γ7: άλλο πρόσωπο.

δ. Ένας συγγενής ή κατοικίδιο ζώο γεννάει παιδί κι αυτό(ς) έχοντας φάει· δ1: το δεύτερο μήλο- δ2: τα φλούδια του πρώτου μήλου.

ε. Μετά από εννιά μήνες, μέσα στο δάσος ο παπάς (άλλο πρόσωπο) γεννά ένα κοριτσάκι με τη βοήθεια ενός αγκαθιού που του ξεσκίζει τη γάμπα κι επιστρέφει στο σπίτι του- ε1 : χωρίς να καταλάβει ότι γέννησε· ε2: εγκαταλείποντας το μωρό σκεπα-σμένο με το πουκάμισο του· ε3: με τα φύλλα ενός δέντρου.

II. Η αρπαγή της ηρωίδας από τον αετό

α: Το μωρό αρπάζει ένας αετός (διάφορα) και το μεταφέρει: α1: στη φωλιά του-

α2: στην κουφάλα μιας βελανιδιάς- α3: πάνω σ' ένα δένδρο· α4: διάφορα. β: Το κορίτσι ζει μόνο του μέσα στη φύση- β1 : κάτω από τις φροντίδες του αετού.

III. Γάμος με το βασιλιά

α: Η ηρωίδα ζει πάνω σε ένα δένδρο χωρίς ανθρώπινη συντροφιά ώσπου τη βλέπει ο βασιλιάς· α1: βλέπει το είδωλο της στο νερό.

β: Για να την κατεβάσει από το δένδρο, ζητάει τη βοήθεια μιας(ενός) γριάς(γέ-ρου), που κάνει τον κουφό προκαλώντας την επέμβαση της ηρωίδας διότι· β1 : κοσκι-νίζει το αλεύρι με το κόσκινο ανάποδα· β2: σφάζει έν' αρνί από την ουρά- β3: πλένει με τη σκάφη ανάποδα- β4: διάφορα.

γ: Μόλις βρεθεί κάτω ξεγελασμένη από τη γριά, η ηρωίδα πέφτει στα χέρια του βασιλιά, που την οδηγεί στο παλάτι και την παντρεύεται.

IV. Η διωγμένη σύζυγος

α: Ο βασιλιάς φεύγει στον πόλεμο κι εμπιστεύεται τη γυναίκα του στη μητέρα του,

Page 48: IAEN 23 Tale Types 1994

που· α1 : διατάζει έναν υπηρέτη να σκοτώσει την ηρωίδα, εκείνος όμως σκοτώνει στη θέση της ένα ζώο· α2: πετάει την ηρωίδα σε ένα πηγάδι κοντά σ' ένα πανδοχείο' ο ξενοδόχος μαθαίνει την ιστορία της, που τη διηγείται σαν παραμύθι και της δίνει να φάει- α3: διώχνει την ηρωίδα από το παλάτι δίνοντας της να φυλάει ένα κοπάδι χήνες (άλλα ζώα) · α4: την κλείνει μέσα σ' ένα παπούτσι· α5: της κουρεύει το κεφάλι· σκοτώνει το παιδί της· τη διώχνει χωρίς να της πει γιατί.

β: Η πεθερά γράφει στον γιό της και τον πληροφορεί" β1 : για την αναχώρηση της γυναίκας του μετά το θάνατο του παιδιού της· β2: για την ανάρμοστη συμπεριφορά της γυναίκας του.

γ: Η πεθερά παίρνει τη θέση της ηρωίδας και ζει με τον γιό της, που ξεγελιέται (συμφυρμός με τον τύπο AT 403Β) · γ1 : η πεθερά μεταμορφώνει τη νύφη σε πουλί μπήγοντάς της μια καρφίτσα στο κεφάλι. Ο βασιλιάς αφαιρεί την καρφίτσα- γ2: όταν ακούσει το τραγούδι του πουλιού.

V. Η λύση

α: Κατά την περιπλάνησή της η βασίλισσα· α1: ντύνεται άντρας· α2: ζει με τους βοσκούς· α3: ο αετός της παίρνει το παιδί, αλλά η ηρωίδα του μιλάει στη γλώσσα του και της το ξαναδίνει· ζουν στη σπηλιά του· α4: επιστρέφει στο παλάτι και διηγεί-ται την ιστορία της.

β: Ο βασιλιάς, θλιμμένος, περιπλανιέται στο δάσος και· β1: συναντά την οικογέ-νειά του στη σπηλιά του αετού· β2: αναγνωρίζει την ιστορία της γυναίκας του, ακού-γοντας το παραμύθι που διηγείται· β3: η χηναρού (άλλο) · β4: μια φωνή που βγαίνει από το πηγάδι.

γ: Αναγνώριση των συζύγων· γ1 : από ένα κέντημα που στέλνει η ηρωίδα στον βασιλιά, όπου είναι κεντημένα τα παθήματά της.

δ: Τιμωρία της κακιάς πεθεράς.

ε: Η ηρωίδα θυμάται τη «μάνα» της, τον αετό· τον φέρνει στο παλάτι και του χτίζει ένα όμορφο δικό του παλάτι απέναντι από το βασιλικό κι έτσι ζουν όλοι μαζί ευτυχισμένοι.

Page 49: IAEN 23 Tale Types 1994

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΠΑΡΑΛΛΑΓΩΝ

ΗΠΕΙΡΟΣ

1. ΛΑ 1293, (ΣΜ 123), 252, Ζαγόρια, «Μια κόρη γίνεται βασιλοπούλα». I: β, β1 (γυναίκας), ε. II: α (κοράκι), α3. III: α, β3, γ. Ατελής παραλλαγή.

2. ΛΑ 2032, 12, Δωδώνη, «Μια κόρη γίνεται βασιλοπούλα». I: β1 (γυναίκας), ε. II: α (κοράκι). III: α1, β, β3, γ.

ΘΡΑΚΗ

3. ΛΑ 705, 3, Αίνος, «Η κόρη του αετού». Παραλλαγή σχεδόν ταυτόσημη με την ΛΑ 705, 2.1: γ, γ1, ε. II: α, α1. III: α, β, β3, γ. IV: α3, α5, γ. V: β2, β3, γ, δ (όταν η ηρωίδα χτενίζεται μέσα στη φωλιά του αετού, στο βράχο πάνω από τη θάλασσα, τα μαλλιά της πέφτουν στο νερό και γίνονται ψάρια).

4. ΛΑ 705, 4, Μάδυτος, άτιτλο. Παραλλαγή ταυτόσημη με την ΛΑ 705, 3.

ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ

5. ΛΑ 705, 2, Γρεβενά, άτιτλο. I: γ, γ1, ε. II: α, α1 (ο αετός το ταΐζει ψάρι και χόρτα). III: α, β, β3, γ. IV: α3, α5, γ. V: β2, β3, γ, δ.

ΝΗΣΙΑ ΑΙΓΑΙΟΥ

α. Ανατολικό Αιγαίο 6. ΛΑ 2457, 44-46, Χίος, άτιτλο. I: α, ε, ε1. II: α1. III: α, β2, γ. IV: α3. V:

β2, γ (ο γέρος αναγνωρίζει την κόρη του). 7. ΛΑ 2891, 14-16, Χίος, άτιτλο. I: α, γ, γ1, ε. II: α, α4, (στο παλάτι του).

III: α, β, β4 (κάνει ότι δεν ξέρει να μαζεύει χόρτα), γ. IV: α4, γ.

8. Pernot, no 5, 185-188, Χίος, «La jeune fille sortie du pied et epousée par le prince». I: β, β1, (κι ας γκαστρωθεί όπου να 'ναι), ε. II: α (από βοσκό). III:

β1, γ. IV: α3. V: β2, β3, γ, δ.

9. Pernot, no 33,250-252, Χίος, «La jeune fille sortie du genou, élevée par l'aigle et épousée par le roi». I: α, γ1, ε. II: α. III: α, β2, γ, δ.

10. ΛΑ 705, 6, Μυτιλήνη, άτιτλο. Η παραλλαγή αυτή έχει δημοσιευτεί από τον Λου-

Page 50: IAEN 23 Tale Types 1994

Λουκάτο, Λαο. Κείμ., 11-12, 37-39. I: α, α3 (γέρος), γ, γ1, ε. II: α, α1. III: α, β, γ . IV: α, α3, «5. V: β2, β3, γ, δ.

β. Δωδεκάνησα 11. ΛΑ 2248, 147-150, Αστυπάλαια, άτιτλο. I: β1 (μιας γυναίκας), e. II: α, α1.

III: γ. IV: γ, γ1, γ2. V: δ.

12. Dawkins, 45 Stories, no 38, 401-410, Αστυπάλαια, «Η Πανώρντζα». I: β. II: α, α1. III: α, γ. IV: α7, β, β1. 7: α3, β, β1, γ, δ.

13. ΑΦ 437, 11-18, Λέρος, άτιτλο I: α1, γ1, γ4, γ7 (ο άγγελος), ε, ε1. II: α, α1. III: α, β3, γ. IV: α, γ, γ1. V: δ.

14. ΛΑ 2304, 192-195, Τήλος, άτιτλο. I: α, ε. II: α (κοράκι), α4 (σ' ένα ψηλό βουνό). III: β, γ (ο βασιλιάς τη βάζει στο πλοίο και την πηγαίνει στο παλάτι). IV: α, α3 (χοίρους). V: β2, γ.

15. ΛΦ 1819, 6-δ, Ρόδος, «Ο παπάς κι η παπαδιά». I: α1, γ1, γ7 (ένας περαστι-κός), ε, ε1. II: α3. III: α, β1, γ. IV: α, γ, γ1, γ2.

γ. Εύβοια — Σποράδες 16. Ρήγας, 2, αρ. 6, 27-31, «Άντζα μάνα». I: α, γ1, ε. II: α, α1. III: α, α1,

β, β2, β3, γ. IV: α, α3, α6 (ενωμένο με το AT 707: η πεθερά βάζει στη θέση των τριών παιδιών ένα γατάκι, ένα σκυλάκι κι ένα φίδι), β2. V: β2, β3 (ο βασι-λιάς καλεί τη χηναρού στο παλάτι· τη βάζει να πει το τραγούδι της), γ, δ.

δ. Κρήτη 17. ΛΦ 838, 1-3, Ρέθυμνο, άτιτλο. I: α3 (γέρος), β1, ε. II: α, α3. III: α, β1,

γ. IV: α3. V: β2, γ, δ.

18. ΛΦ 1010, 3-4, Ρέθυμνο, «Πηγιώ». I: α1, ε, ε1. II: α, α3. III: α, β, β2, γ. IV: α3, α5. V: β2, β3, γ, δ.

19. ΛΦ 2, 4-6, Βιάννος Ηρακλείου, «Το βασιλόπουλο κι η βασιλοπούλα που δεν έκανε κοπέλια». Ι: α2, γ, γ1 (ο βασιλιάς κλέβει το μήλο, ενώ κοιμάται ο δράκος που τα φυλάει- τρώει το μισό), 3. II: α3. III: α, β, γ. IV: α3, γ: συμφυρμός με το AT 403Β. V: β2, γ, 8.

ε. Κυκλάδες 20. ΛΑ 1320, (ΣΜ 133), 69-71, Ανάφη, άτιτλο. I: α, γ1, ε, ε1. II: α, α1, γ.

IV: α3, α5. V: β2, γ.

21. ΛΑ 2957, δ7-90, Σαντορίνη, άτιτλο. I: α, α3 (μια μάγισσα χτυπάει μ' ένα χορτάρι τη γάμπα του άκληρου γέρου και τον γκαστρώνει στο πόδι, το σκίζει ο γιατρός και βγαίνει κοριτσάκι). II: α, α1. III: α, β, γ. IV: α3, β2, γ, δ.

22. ΛΑ 705, δ, (ΛΑ 1935, 177-179), Τήνος, άτιτλο. I: α2, γ1, γ7 (Εβραίος), ε. II: α1. III: α1, β1, γ. IV: γ (ενωμένο με το AT 403Β). V: β2, γ, δ.

Page 51: IAEN 23 Tale Types 1994

ΝΗΣΙΑ ΤΟΥ ΙΟΝΙΟΥ

23. ΛΑ 2194, 419-423, Ιθάκη, «Άντζα η μάνα μου». Ι: γ, γ1, γ7 (καλόγερος), ε. II: α, α1. III: β1, γ. IV: α, α3, α5. V: β2, γ, δ.

24. ΛΦ 176, 7-9, Ιθάκη, άτιτλο. Ι: γ, ε, ε1. II: α, α3. III: β, γ. IV: α3, α5. Ι : β2, γ, δ.

25. ΛΑ 705, 1, Κεφαλλονιά, άτιτλο. I: β, β2 (γυναίκας), ε. II: α, α4 (στη χελιδο-νοφωλιά). III: α, β, β1, γ. Ατελής παραλλαγή.

26. Μινώτου, Λαογραφία 10, αρ. 5, 392-394, Ζάκυνθος, «Η κακή πεθερά». II: α, α3. III: α, β, β1, β3, γ. IV: α3 (πρέπει ν' αυγατίσει τις γαλοπούλες· τη βοη-θάει ένας γέρος (ο Χριστός) · όταν επιστρέφει, ο άντρας της ξαναπαντρεύεται). V: β2, γ, δ.

ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ

27. ΛΑ 1189, (ΣΜ 19), 57-58, Ηλεία, «Η κακιά πεθερά». I: β1 (γυναίκας), ε. II: α, α3 (στο έλατο). III: α, β, β3. IV: α3 (γαλοπούλες). V: β2, γ.

28. ΛΑ 1280, (ΣΜ 110), 255-257, Κυπαρισσία, «Ο βασιλιάς και η βασίλισσα». I: α1, ε. II: α1. III: α, β, β3, γ. IV: α, α3. V: α1, β2, γ, δ.

29. ΛΑ 1348, (ΣΜ 161), 9-10, Πύργος, «Ο γέρος κι η γριά». I: γ1, ε. II: α, α4 (στον βράχο). III: β3, γ. IV: Ενωμένο με το AT 403Β: ο βασιλιάς μεταμορ-φώνει την ηρωίδα σε μαντήλι για να μη τη βρει η μάνα του (η μάγισσα) · ωστόσο εκείνη την αναγνωρίζει και της επιβάλει άλυτα ζητήματα- η ηρωίδα πετυχαίνει χάρη στη βοήθεια του βασιλιά.

30. ΛΑ 2934, 17-18, Μεσσήνη, «Μια φτωχή μητέρα». I: α3, ε. II: α, α3. III: α, β, γ. IV: α2. V: β2, β4, γ, δ.

31. ΛΦ 514, 13-16, Γύθειο, άτιτλο. I: α, γ1, ε. II: α, α3. III: β, β1, γ. IV: α3. V: β2, γ, δ.

32. ΛΦ 925, 4-5, Μονεμβασία, «Η νεραϊδούλα». Παρεκλίνουσα παραλλαγή. I: β3 (γεννιέται από το δάχτυλο της μάνας της), ε, ε1. II: β. III: γ. IV: α7. V: β4, γ, δ.

33. ΛΦ 1005, 7-10, Μεσσήνη, «Η Πεντάμορφη». I: β1 (γυναίκας), ε. II: α3. III: α1, β1, γ. IV: α2. V: β1, γ , δ.

34. ΛΦ 1129, 31-33, Πόρος, «Το κοριτσάκι και το βασιλόπουλο». Ι: α, γ1, ε, ε1. II: α1. III: α, β, γ. IV: α3. V: α4, γ, δ.

35. ΛΦ 1202, 1-2, Αχαΐα, άτιτλο. I: β1 (γυναίκας), ε2. II: α1. III: α1, β, β1, β3, γ. IV: α, α3, α5, α6. V: β2, γ, δ.

Page 52: IAEN 23 Tale Types 1994

36. ΛΦ 1529, 25-27, Κυπαρισσία, «Η κόρη που βγήκε απ' του παπά την άντζα». I: α, ε. II: α3. III: α1, β1, γ. IV: α3: ενωμένο με το AT 403Β· δ.

37. ΛΦ 1785, 10-13, Ναυπλία, «Η κόρη του κόρακα που έγινε βασίλισσα». I: β1 (γυναίκας), ε. II: α, α3 (ένα κοράκι την πάει σε μια γκορτσιά). III: α, γ, γ1: ενωμένο με το AT 403Β: μια γύφτισσα τη ρίχνει στο πηγάδι και παίρνει τη θέση της πλάι στον βασιλιά· η ηρωίδα γίνεται ψάρι, την τρώνε, γίνεται δέντρο· το κόβουν, βγαίνει ανέπαφη από τον κορμό του δέντρου. Κεντά την ιστορία της και στέλνει το κέντημα στον βασιλιά, που σκοτώνει τη γύφτισσα.

38. Κουκουλές, Οινουντιακά, 255-256, Βασαράς Λακωνίας, «Η κακιά πεθερά». 1: β1 (γυναίκας), ε. II: α, α3. III: α, β3, γ. IV: α3. V: β2, β3, γ, δ.

39. Λελέκου, Επιδόρπιον, 1, 250-253, Κορινθία, άτιτλο. I: α, α1, β, ε, ε3. II: α, α3. III: α, γ. IV: α3 (από τα μαλλιά της πέφτουν μαργαριτάρια, τα τρώνε οι χήνες και παχαίνουν), γ. V: β2, β3, γ, δ.

ΣΤΕΡΕΑ ΕΛΛΑΔΑ

40. ΛΑ 1320, (ΣΜ 133), 31-32, Αιτωλία, «Άντζα μάνα». I: β, β1 (γυναίκας), γ1 γ7 (ζητιάνος), ε. II: α1. III: α, β1, γ. IV: α3. V: β2, γ.

41. ΛΑ 1320, (ΣΜ 133), 69-71, άτιτλο. Ι: α, γ1, ε, t i . II: α, α1, γ. IV: α3, α5. V: β2, γ.

42. ΛΑ 1320, (ΣΜ 133), δ2-93, Αιτωλία, άτιτλο. Παραλλαγή σχεδόν ταυτόσημη με την προηγούμενη.

43. ΛΑ 2223, (ΙΛ 624), 112-116, Μέγαρα, «Η Χρυσομαλλούσα». I: γ, γ1, γ7 (ο Χριστός), ε, ε1. II: α4 (σε μιά σπηλιά). III: α, β1, γ. IV: α, α3: ενωμένο με το AT 403Β. V: β2, γ, 5.

44. Βύρων, τ. Β", 193-195, Αθήνα, «Διονύσου γόναι». I: β (ένας χήρος παρακαλεί τον Θεό να του δώσει ένα παιδί κι ο Θεός του στέλνει ένα λουλούδι- μυρίζοντας το, μένει έγκυος), ε, ε1. II: α, α4 (σε πύργο). III: γ (ο πρίγκηπας βάζει σκά-λα). IV: α3. V: β2, β3, γ, δ.

ΜΙΚΡΑ ΑΣΙΑ

45. Επιφανίου — Πετράκη, III, 125-138, Σμύρνη, «Η χηναρού». I: α1, γ1, ε. II: α, α1. III: α, β, β1, γ. IV: α3, γ. V: β2, β3, γ, δ, ε.

46. Μικρ. Χρον., 1, 274-278, Σμύρνη, άτιτλο. I: α, γ1, e. III: β, γ. IV: α3, γ. V; β2, β3, γ, δ.

47. Folklore, 11, no 9, Paton, 335-336, Κασαμπάς, «Kassidiako». I: α, γ1, ε.

Page 53: IAEN 23 Tale Types 1994

II: α, α1. III: α1, β1, γ. IV: α2. V: β2, γ.

48. ΛΦ 724, 1-4, άτιτλο.1: α2 (στο κεφάλι), γ, δ, δ1 (η φοράδα γεννά ένα αλογά-κι), ε (ένα αγκάθι του σκίζει το δέρμα του κεφαλιού). II: α, α1. III: α, β1, β3, γ. Ατελής παραλλαγή.

49. ΛΦ 932, 11-14, Σμύρνη, «Η Χηναρού». I: α, α2, ε. II: α, α1. III: α, α3, γ. IV: β2, β3, γ, δ.

50. ΛΦ 1581, 4-δ, Αϊβαλί, «Η κακιά πεθερά βασίλισσα που τιμωρήθηκε». I: α, α2, ε, ε1. II: α, α3. III: α, β, β1, β3, γ. IV: α, α1, γ. V: β2, γ, δ.

51. ΛΦ 1875, 5-6, Βουρλά, «Το παπουτσάκι». I: γ, γ1, γ4, γ7 (άγγελος), ε. II: α, α1. III: α, α1, γ. IV: α, α3, α4. V: β (ζητά να έρχονται στο παλάτι όσοι ξέρουν παραμύθια και να του τα διηγούνται), β2, γ, δ.

52. ΚΜΣ, Αϊβαλί, 6, 1-7, «Η Ροδοπαπούδα». I: α, ε. II: α, α1. III: α, β1, γ. IV: α3, γ. IV: β2, γ, δ.

ΚΥΠΡΟΣ

53. ΛΑ 705, 7, Αμμόχωστος, «Η αξήχαστη». I: α, α2, γ1, δ1 (η βασίλισσα γεννάει αγόρι), δ2 (η φοράδα άλογο), ε, ε1. II: α, α1. III: α, β1, γ. IV: α, α2, γ. V: β2, β4, γ, δ.

54. ΛΑ 2424, 149-151, Λευκωσία, άτιτλο. I: α3 (έμπορος), ε. II: α, α1. III: α, β2, γ. IV: α2, β2, γ. V: β2, γ, δ.

55. Λαογραφία, Κ, 380-385, «Η αξήχαστη». Ι: α, α2, β, γ, γ1 (δύο μήλα), γ7 (ένα γέρο), δ (η βασίλισσα και γεννά αγόρι και η προβατίνα, προβατάκι), ε,

ε1. II: α, α3, β (την ταίζει ένας άγγελος). II: α (χτενίζεται και πέφτουν πολύτι-μες πέτρες που τις τρώνε οι χήνες και τις ξερνούν στο βασιλόπουλο), β, β1, γ. IV: α: ενωμένο με το AT 403Β και συμφυρμός με το AT 450.

Page 54: IAEN 23 Tale Types 1994

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

Στην κατάταξή του ο Α. Aarne παρουσιάζει την ανάλυση σε μοτίβα αυτού του πα-ραμυθιού, που το ονομάζει «Γεννημένη από ψάρι» - η ηρωίδα είναι πάντοτε γυναίκα, γεννημένη τις περισσότερες φορές από έναν άντρα που την κυοφορεί στο πόδι του. Ο πατέρας μένει έγκυος από το μαγικό ψάρι που έφαγε στις σκανδιναβικές παραλλα-γές, που αποτελούν, σύμφωνα με τον συγγραφέα, την απαρχή του παραμυθιού και την κύρια διάδοση των παραλλαγών του: ελάχιστες πράγματι είναι οι καταγραμμέ-νες παραλλαγές σ' άλλες χώρες της Ευρώπης· ο Aarne κατατάσσει την αφήγηση αυτή στον κύκλο της καταδιωγμένης πριγκήπισσας μαζί με τη Χιονάτη (AT 709), τα τρία χρυσά παιδιά (AT 707), την κόρη χωρίς χέρια (AT 706), την κόρη της Παναγίας (AT 710) κ.ά., θέματα δημοφιλή κατά τον Μεσαίωνα στις έντεχνες μορφές τους.

Στην Ελλάδα έχουμε 55 γνωστές παραλλαγές από διάφορα μέρη: ένας άντρας (συ-χνότατα παπάς) τρώει κατά λάθος ένα γκαστρόμηλο που προοριζόταν για την άτεκνη γυναίκα του και γεννάει ένα κοριτσάκι, που το κυοφορεί στο πόδι του - το μωρό αρπά-ζει ένας αετός και το μεγαλώνει στη φωλιά του. Υστερα το παντρεύεται ο βασιλιάς που το συναντάει στο δάσος, όπως συμβαίνει σε πολλές γυναίκες αυτού του παραμυ-θιακού κύκλου.

Μια σημαντική διαφορά των ελληνικών παραλλαγών από τις σκανδιναβικές είναι ότι η ηρωίδα στην Ελλάδα δεν κάνει παιδιά, για να της τα κλέψουν στη συνέχεια κ.λπ. Μόνο 3 στις 55 παραλλαγές μιλούν για τεκνοποιία, πράγμα που δείχνει το ασύμβατο του μύθου μιας ηρωίδας, πλασμένης από τον πατέρα της, με τον κύκλο της αναπαραγωγής· παραλληλίζοντας το μυθικό σχήμα της κόρης που βγήκε από μια αρσενική γάμπα ή ένα κεφάλι — γιατί έτσι διατυπώνεται το θέμα στο παραμύθι — με τη γέννηση της Αθηνάς από το κεφάλι του Δία, ή του Διονύσου από τον μηρό του (θέμα που μελέτησε ο Δ. Λουκάτος)1, οδηγούμαστε στην κατανόηση μιας έντονα φορτισμένης εικόνας, του πατέρα που πλάθει την πρώτη γυναίκα, η οποία ωστόσο είναι ακόμα ξένη προς τον κύκλο της φθοράς και της αναπαραγωγής.

1. Λουκάτος Δ., «Πατήρ τίκτων», Επετηρίς του Λαογραφικού Αρχείου της Ακαδημίας Αθηνών, τ. 11-12, Αθήνα 1958-1959, 27-41. Βλ. και Γ. Μέγα «Σχόλια εις τα Κυπριακά παραμύθια», Λαογραφία, Κ' (1962), 436-437.

Page 55: IAEN 23 Tale Types 1994

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 706

Page 56: IAEN 23 Tale Types 1994
Page 57: IAEN 23 Tale Types 1994

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 706

Η Κουλοχέρα ή η κακιά μητριά

AT: The Maiden without Hands Grimm No 31: Das Mädchen ohne Hände Delarue: La fille aux mains (bras) coupées Basile III, 2: La Penta mano mozza Παραλλαγή πρώτη: Ατιτλο

Μια φορά κι ένα καιρό ήτανε ένας νοικοκύρης και είχε μια γυναίκα και ένα κορίτσι 18 χρονών. Ήτανε ψαράς. Μια μέρα που γύριζε από το ψάρεμα απήντησε ένα κύριο που ήτανε καλοντυμένος, με ωραίο καπέλο, και φαινότανε πολύ πλούσιος. Τον στα-ματά λοιπόν τον ψαρά, τούκαμε χαρές, τον πήρε σε ένα καφενείο και τόνε κέρασε.

Του λέει ότι είδα τη κόρη σου και μ' αρέσει και σε παρακαλώ να μου την δώκεις. Ο ψαράς του λέει: «Εγώ είμαι ψαράς φτωχός, πιάνω μια οκά ψάρια, είμαι πολύ φτω-χός, μπορείς να πάρεις την κόρη μου». Αυτός λέει: « Οχι. Πάρε αυτά τα λεφτά πάρε ό,τι χρειάζεσαι και το βράδυ θάρθω να με δει, γιατί εγώ την ξέρω». Την άλλη μέρα πάει στο σπίτι τση νύφης, είχανε ετοιμάσει το σπίτι. Αυτή μόλις τον είδε επουδενί λόγω παραδέχτηκε.

Ο πατέρα τση λέει: «Αυτός κόρη μου είναι πλούσιος, εγώ βγάζω ένα ψωμί την ημέρα». Αυτή δεν παραδέχτηκε. Την άλλη μέρα τον απήντησε στο δρόμο ο ψαράς τον κύριο και τόνε αρώτησε τι απόφαση πήρε η κόρη ντου. «Τι να σου πω παλληκάρι μου, δεν παραδέχεται παρόλη την πίεση που τση κάνω». Λέει λοιπόν αυτός: «Να τση πεις, αν δεν παραδεχτεί τον γάμο, να τση κόψεις τα δυο τση χέρια».

Το λέει πάλι το βράδυ στην κόρη ντου: «Παιδί μου αφόσο δε θες να πάρεις τέτοιο παιδί, θα σου κόψω τα χέρια σου». «Πατέρα μου, να μου τα κόψεις ευχαρίστως». Αυτός τση κόβει τα δυο χέρια και σηκώνεται αυτή και φεύγει.

Αυτή τράβηξε το δρόμο και ήμπηκε σ' ένα περιβόλι, για να περάσει η νύχτα. Αλλά ηπείνα και ήπεσε με τα μούτρα και ήτρωε λαχανικά. Αλλά αυτό το περβόλι ήτανε του βασιλέα. Το πρωί σηκώνεται ο βασιλέας και βλέπει το περβόλι ντου πατημένο,

Page 58: IAEN 23 Tale Types 1994

ημάλλωσε το δούλο και τούπε: «Τα ζωντανά ήφηκες να μπούνε εδωμέσα;» Ο δούλος παραφύλαξε και την έπιασε, νόμισε ότι ήτανε ζώο και ζήτησε να τη χτυπήσει. Αυτή τούπε ότι ήτανε άνθρωπος και του διηγήθηκε την ιστορία τση. Ο δούλος τότες την πιάνει και την πάει στο αφεντικό του. Αυτή διηγείται όλη τση την ιστορία πώς τση κόψανε τα χέρια τση. Όπως την είδε ο βασιλέας την λυπήθηκε και την κρατήσανε στο παλάτι. Ο βασιλέας τσήβαλε πέτσινα χέρια και με μηχάνημα ημπόρειε και τα κούνιε. Ήτανε όμως τόσο ωραία, που ο βασιλέας ζήτηξε να την παντρευτεί.

Ο άλλος μαθαίνει πού είναι και πώς περνά. Την εποχή αυτή είχε γίνει πόλεμος και ήπρεπε ο βασιλέας να πάει. Φεύγει ο βασιλέας, αυτή όμως ήτανε αγκαστρωμένη. Σε λίγο καιρό γράφει στον άντρα τση ένα γράμμα πως είναι καλά και περνά ωραία. Το δώνει στο δούλο να το ρίξει στο ταχυδρομείο. Ο κύριος όμως που την είχε ζητήσει πιάνει σχέσεις με τον δούλο, τον παίρνει στο καφενείο να τον κεράσει, του παίρνει το γράμμα και του το αλλάζει. Σκίζει το γράμμα και γράφει αυτός για τον πεθερό τση, τον πατέρα του βασιλέα: «Η γυναίκα σου αφότου ήφνες ηγέννησε, αλλά δεν κοι-τάει το παιδί, αλλά γυρίζει με τση άντρες».

Παίρνει ο δούλος το γράμμα και το πάει στο ταχυδρομείο. Το λαβαίνει ο άντρας τση και γράφει στον πατέρα του: «Λυπήθηκα με τα γραφόμενά σου, αλλά κράτησέ την με τα ελαττώματά τση και μόλις θάρθω θα τα κανονίσωμε». Πάει ο δούλος να πάρει το γράμμα και απαντά τον ίδιο άνθρωπο, που παίρνει το γράμμα και του δώνει άλλο το οποίο ήλεε: «Πατέρα να βγάλεις τα πέτσινα χέρια τση γυναίκας μου να τση δώσεις το παιδί τση και να την βγάλεις να φη». Λαβαίνει ο πατέρας το γράμμα ηστε-ναχωρέθηκε πολύ και σκεφτότανε πώς να τση τα βγάλει. Εντέλει τση βγάζει τα πέτσι-να χέρια, τση βάζει το παιδί μέσα σε ένα σάκκο, τσή το περνά στο λαιμό και φεύγει. Ήφυε η δυστυχισμένη, ηπήαινε, ηπήαινε. Αφού ήρθε το βράδυ ήμπηκε σε μια εκκλη-σιά. Εκεί τση παρουσιάστηκε στον ύπνο τση η Παναγιά και τση λέει. Σήκου να βυζά-ξεις το παιδί σου έχεις χέρια. Τρομαγμένη ξυπνά και βλέπει τα χέρια τση γερά. Τση λέει θα τραβήξει τον ίδιο δρόμο και είναι μια κόκκινη πόρτα εκεί, θάμπεις και θάβρεις το σπίτι σου. Πραγματικώς ήμπηκε και βρήκε απόλα, μια δούλα, φαί.

Εντωμεταξύ ο βασιλέας έρχεται από τον πόλεμο ψάχνει γυναίκα ντου και δεν την βλέπει. Φωνάζει τον πατέρα ντου και του λέει: «Πούναι πατέρα η γυναίκα μου;» «Παιδί μου δεν μούπες να τση βγάλω τα πέτσινα χέρια και να την διώξω;» «Εγώ πατέρα μου σούγραψα νάχεις υπομονή οσότου γυρίσω». Τότε φωνάζουνε τον δούλο και τον ρωτούνε. «Τα γράμματα που σου δώσαμε πού τα πήαινες;» Τότε ο δούλος είπε πως κάποιος κύριος στο δρόμο τούλλαζε τα γράμματα και τούδινε άλλα. Αμέσως ο βασιλέας παίρνει το άλογό ντου και ήφυε. Στο δρόμο που ηπήαινε, νυχτώθηκε και χτυπά μια πόρτα νάμπει για να περάσει η νύχτα και η βροχή. Μπαίνει μέσα και βλέ-πει μια κυρία που βαστά ένα παιδάκι. Αυτή τόνε δέχτηκε ευχαρίστως. Τούβαλλε και ήφαε και ήπεσε να κοιμηθεί. Η δούλα με την κυρία ήτανε στο άλλο δωμάτιο και διη-γούντανε την ιστορία τση και το βίο τση. Ο βασιλέας ήκουσε την ιστορία σηκώνεται και πααίνει στο δωμάτιο τση κυρίας και ήρχισε να την ρωτά πού βρέθηκε, πώς ήρθε και αμέσως κατάλαβε πως ήτανε η γυναίκα του. Ο βασιλέας την ρώτηξε πού ήβρηκε

Page 59: IAEN 23 Tale Types 1994

τα χέρια τση. Αυτή διηγείται πως η Παναγιά τση έκαμε το θαύμα. Αμέσως την πήρε και την πήε στο παλάτι και περάσανε αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα.

ΛΦ 1613 : Παραλλαγή που συλλέχτηκε από την Ταγκλή Ευφρόσυνη στα Φηρά της Σαντορίνης το 1958.

Παραλλαγή δεύτερη: Άτιτλο

Ήτανε δύο αδέλφια. Πεθάνανε οι γονείς τους και μείνανε ορφανά, ένα κορίτσι κι ένα παιδί. Και το κορίτσι του λέει του αδελφού: «Εγώ θα φύγω, να πάω να βρω την τύχη μου». Εκεί στο δρόμο που πήγαινε συναντά ένα γέρο. Της λέει ο γέρος: «Πού πάς;» «Πάω να βρω την τύχη μου». «Κάτσε εδώ», της λέει ο γέρος, «και γω θα σου φέρω την τύχη σου». Και κάθησε και της δίνει ένα μπαστούνι και της λέει: «Χτύπα κει τρεις φορές». Και χτύπησε τρεις φορές στη γης με το μπαστούνι και βρήκε εκεί τα καλά της και τ' αγαθά της όλα. Παίρνει και τον αδελφό της αφού βρήκε την τύχη της και καθήσανε μαζί. Από κει λέει ο αδελφός της: «Εγώ θα παντρευτώ». «Να παντρευτείς αδελφέ μου». Παντρεύτηκε και πήρε μια γυναίκα και πήγανε κι οι τρεις. Ο αδελφός λοιπόν την αγαπούσε πάρα πολύ την αδελφή. Ερχότανε από την δουλειά κι έλεε: «Καλησπέρα της γυναίκας μου και δυο φορές της αδελφής μου καλησπέρα». Υστερα κάμανε κι ένα παιδάκι. Την αδελφή του την λέγανε Μαρουλίτσα. Ερχότανε

από την δουλειά κι έλεε: «Καλησπέρα της γυναίκας μου, καλησπέρα του παιδιού μου, και δυο φορές καλησπέρα της Μαρουλίτσας». Η γυναίκα του τρελαινότανε πια, δεν ήθελε να λέει δυο φορές καλησπέρα της αδελφής του. Αρχισε να χαλάει το σπίτι. Ό,τι είχανε μέσα, λάδια, γεννήματα τα 'χυνε. Έρχεται το βράδυ αυτός. «Καλησπέ-ρα της γυναίκας μου, καλησπέρα του παιδιού μου, και δυο φορές καλησπέρα της Μα-ρουλίτσας». «Να τρομάρα σου, για τήρα η Μαρουλίτσα τι σούκανε». Και της λέει εκείνος: «Δικά της ήτανε, ας τα 'κανε». Από όλα αυτά που έκανε δεν επιάστηκε ο λόγος της πουθενά. Το τέλος πια ήτανε να στραβώσει το παιδί, να του βγάλει τα μάτια. Λοιπόν της λέει αυτός: « Ο,τι έκαμες στο συγχώρησα, γιατί ήτανε δικά σου. Το παιδί δεν ήτανε δικό σου, γιατί να το στραβώσεις;» Πιάνει και της χαράζει τα χέρια της κόμπο σε κόμπο και της δίνει το παιδί στον ώμο και της λέει: «Πάρτο και φεύγα».

Στο δρόμο που πήγαινε κλαίοντας, βρίσκει μια γριά. «Κάτσε της λέει, να μου διη-γηθείς τι έγινε». Έκατσε και της τα διηγήθηκε όλα. Και της λέει η γριά: «Χτύπα εκεί με το πόδι σου». Και χτύπησε το πόδι της χάμω και βγήκε ένα μέγαρο σπίτι με όλα τα καλά. Βγαίνει και μια βρύση χάμω. «Πλύνε το παιδί», της λέει «και πλύ-σου και συ». Πλύθηκε και γίνανε καλά όλα, και το παιδί, τα μάτια του, και εκείνη που την είχε χαράξει. Εκάθησε πολύ διάστημα μαζί με το παιδί στο σπίτι. Ο αδελφός της βγήκε κυνήγι με άλλους δυό. Καθότανε η Μαρουλίτσα στο μπαλκόνι μαζί με

Page 60: IAEN 23 Tale Types 1994

το παιδί και του λέει: «Τους βλέπεις εκείνους που έρχονται εκεί κάτου;» «Τους βλέ-πω». «Ο ένας εκείνος ο δεξιός είναι ο πατέρας σου. Θα έρθουν εδώ, του λέει, και θα τους βάνω να φάνε και συ με τρόπο να πάρεις το κουταλάκι σου, να το ρίξεις στην τσέπη του πατέρα σου. Θα σου βάνω να φας και θα ζητάς το κουταλάκι σου». Λοιπόν όπως του είπε το 'ριξε. Καθήσανε να φάνε. Του 'δινε άλλο κουτάλι δεν ήθελε. «Θέλω το κουταλάκι μου», έλεγε. Εσηκώθηκαν και τιναζόντουσαν όλοι. Τι γίνηκε το κουτά-λι; Και κει που τιναζόντουσαν, έπεσε το κουτάλι του παιδιού από την τσέπη. Περίερ-γο τους ήρθε πώς ήταν το κουτάλι στην τσέπη. Και έλεε αυτός: «Πούθε ήρθε το κου-τάλι στην τσέπη μου;» Και του λέει εκείνη: «Εγώ είμαι η αδελφή σου και κείνο είναι το παιδί σου. Κι όπως εσύ δεν ξέρεις, πούθε ήρθε το κουτάλι, έτσι και γω δεν ήξερα την καταστροφή του σπιτιού». Κι έτσι κάθησε μαζί με το παιδί εκεί και την άφηκε την κυρά.

ΛΦ 1688: Παραλλαγή που συλλέχτηκε από την Τσενίδου Αννα, στην Τρίπολη το 1959.

Page 61: IAEN 23 Tale Types 1994

ΣΥΝΘΕΤΙΚΗ ΠΑΡΑΛΛΑΓΗ

I. Ο ακρωτηριασμός της ηρωίδας

α: Η ηρωίδα είναι μια νέα κοπέλα· α1: μια βασιλοπούλα- α2: κόρη ενός ψαρά· α3: κόρη ενός γεωργού- α4: που την ζηλεύει η μητρυιά της· α5: που πριν ήταν δασκά-λα της· α6: και την έβαλε να σκοτώσει τη μητέρα της για να παντρευτεί τον πατέρα της· α7: που την ζηλεύουν οι αδελφές της γιατί ο πατέρας τους την προτιμάει- α8: που ο πατέρας της πρέπει να την παντρέψει αυτήν και τις αδελφές της· α9: που ο χήρος πατέρας της θέλει να την παντρευτεί· α10: που ζει με τον αδελφό της και τη νύφη που την ζηλεύει.

β: Η κακιά μητρυιά· β1: οι αδελφές· β2: διατάζει(ουν) έναν δούλο· β3: να της κόψει τα χέρια· β4: τα δάχτυλα· β5: να της βγάλει τα μάτια- β6: να τη σκοτώσει· β7: η νύφη της χύνει τα λάδια και τα κρασιά του σπιτιού και τέλος βγάζει τα μάτια του παιδιού της και κατηγορεί την κουνιάδα της- β8: ο αδελφός της ηρωίδας της κόβει τα χέρια - β9: ο διάβολος δίνει στον ψαρά μια καλή ψαριά για να γίνει πλούσιος αλλά η κόρη αρνείται να φάει από αυτά τα ψάρια· β10: ο διάβολος βάζει τον γεωργό να δουλέψει την Κυριακή για να γίνει πλούσιος, αλλά η κόρη του αρνείται να βοηθήσει · β11 : ο διάβολος βάζει τον πατέρα να της κόψει τα χέρια - β12: η κοπέλα κόβει μόνη της τα χέρια της από την απελπισία· β13: ο δούλος της κόβει μόνο τα χέρια· β 14: και βγάζει τα μάτια του σκύλου της· β15: και τα πάει πίσω σαν απόδειξη· β!6: και γεμίζει ένα μπουκάλι αίμα από αγρίμι.

II. Η συνάντηση και ο γάμος με το βασιλόπουλο

α: Εγκαταλείπουν την ηρωίδα· α1: σε μια σπηλιά· α2: στην ερημιά· α3: τη διώ-χνουν· α4: μαζί με το τυφλό παιδί· α5: φεύγει μόνη της· α6: σε μια κουφάλα δέντρου· α7: στο περβόλι του βασιλιά- α8: ζητάει από τους διώκτες της μια ξύλινη φορεσιά και κρύβεται εκεί μέσα· α9: τη θάβουν ζωντανή.

β: Το βασιλόπουλο τη βρίσκει· β1 : ενώ κυνηγάει· β2: τη σώζει από ένα θηρίο που θα την έτρωγε- β3: γιατί του τρώει τα φρούτα του κήπου του· β4: τις καρδιές από τα μαρούλια του· β5: βάζει τον γιατρό του να την περιποιηθεί- β6: είναι άρρωστος και γίνεται καλά από τις προσευχές της κουλής- β7: την παντρεύεται.

III. Η συκοφαντημένη σύζυγος

α: Το βασιλόπουλο αναγκάζεται να λείψει στον πόλεμο- α1 : στο βασίλειο του πα-τέρα της γυναίκας του, που είναι απελπισμένος που έχασε την κόρη του- α2: η μη-τρυιά καταλαβαίνει ποιος είναι.

Page 62: IAEN 23 Tale Types 1994

β: Η γυναίκα του γεννάει· β1: δίδυμα· β2: παιδιά με χρυσά χαρακτηριστικά· β3: με ονόματα και χαρακτηριστικά αστεριών.

γ: Οι γονείς του βασιλόπουλου στέλνουν γράμμα στον γιό τους να του αναγγείλουν τη γέννηση των παιδιών· γ1 : αλλά το πρόσωπο που κατατρέχει την ηρωίδα αλλάζει το γράμμα- γ2: και γράφει ότι γέννησε ζώα αντί για παιδιά- γ3: ότι είναι νεράιδα.

δ: Το βασιλόπουλο απαντάει στους γονείς του να τον περιμένουν να γυρίσει· δ1: αλλά το γράμμα αλλάζει και πάλι και διατάζει· δ2: να τη διώξουν δ3: να τη σκοτώ-σουν· δ4: μαζί με τα παιδιά της.

ε: Τα πεθερικά αναγκάζονται να τη διώξουν· ε1: γιατί λυπούνται να τη σκοτώ-σουν· ε2: με το μωρό δεμένο στην πλάτη· ε3: αφού της δώσουν χρυσάφι· ε4: την αφήνουν στο μέρος όπου τη βρήκε ο γιός τους.

IV. Η ηρωίδα ξαναβρίσκει τα χέρια της

α: Η ηρωίδα ξαναβρίσκει τα χέρια της· α1: και μάλιστα μαλαματένια- α2: και το παιδί το φως του' α3: αφού έχει καταφύγει σε μια σπηλιά· α4: και έχει κλάψει και παρακαλέσει απελπισμένη· α5: γιατί δεν μπορεί να θηλάσει τα παιδιά της· α6: με τη βοήθεια του θεού- α7: της Παναγίας· α8: των Αγίων· α9: άλλου· α10: δίνον-τας νερό σε έναν γέρο που σε αντάλλαγμα της δίνει τα χέρια της· α11 : και της βαφτίζει τα παιδιά· α12: ψειρίζοντας τον Γέρο-Χριστό· α13: βουτώντας σε ένα ποτάμι· α14: πίνοντας αθάνατο νερό.

β: Το πρόσωπο που τη βοήθησε δίνει μαγικά δώρα· β1: στην ηρωίδα· β2: στα παιδιά της· β3: και χτίζουν παλάτι στην ερημιά.

γ: Ο άντρας της- γ1 : ο αδελφός της· γ2: ο πατέρας της· γ3: ψάχνει(ουν) απεγνω-σμένα να τη βρει(ουν)· γ4: τυχαία βρίσκονται στο παλάτι της· γ5: τους κάνει το τραπέζι- γ6: βάζει τα παιδιά να του κρύψουν στην τσέπη ένα κουτάλι και τον κατηγο-ρούν για κλέφτη· γ7 : όταν αυτός αρνείται, του εξηγεί την άδικη κατηγορία που βαραί-νει την ίδια- γ8: διηγείται την ιστορία της- γ9: στο βασιλικό τραπέζι.

δ: Αναγνώριση και εξηγήσεις- δ1: την ξαναβρίσκει ο πατέρας της.

ε: Τη μητρυιά- ε1: τη νύφη- ε2: τις αδελφές· ε3: την(τις) σκοτώνουν· ε4: καίνε· ε5: αλογοσέρνουν· ε6: διώχνουν.

Page 63: IAEN 23 Tale Types 1994

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΠΑΡΑΛΛΑΓΩΝ

ΘΕΣΣΑΛΙΑ

1. ΛΑ 1269, (ΣΜ 99), 21-23, Λάρισα, «Η κακούργα μητρυιά». I: α, α1, α4, β, β2, β3, β13, β14. II: α, α2, β, β7. IV: α, α4, γ, γ8, γ9, δ, δ1, ε, ε4.

2. ΛΦ 715, 63-67, Καρδίτσα, «Η κακή μητρυιά». Ι: α, α1, α4, β, β2, β3, β5, β13, β14, β15. II: α, α2, β, β1, β7. III: α (οι γονείς του όταν γεννιούνται τα παιδιά δεν μπορούν να τα βγάλουν πέρα και αποφασίζουν να εγκαταλείψουν την ηρωίδα στο δάσος), ε4. IV: α, α4, α5, α6 (που στέλνει έναν άγγελο), γ, γ3 (ο άντρας της όταν τη βρίσκει φοβάται ότι είναι φάντασμα), γ8, δ, δ1, ε, ε4.

ΘΡΑΚΗ

3. ΛΦ 425, 4-7, Κωνσταντινούπολη, «Η κακιά μητρυιά». I: α, α1, α4, β, β2, β 13, β15, β16. II: α, α2, β, β7. III: α, α1, α2, β, β1 (το βασιλόπουλο ρωτάει τους γονείς του με γράμμα τι κάνει η γυναίκα του), γ1, γ3, δ2, ε, ε1, ε4. IV: α, α4, γ, γ3, γ8, γ9, δ, δ1, ε, ε4.

ΝΗΣΙΑ ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ

α. Ανατολικό Αιγαίο 4. Pernot, 269-271, αρ. 37, Πυργί Χίου, «Οι τρεις αδελφές». I: α, α1, α7, α8

(και τους χτίζει ένα χρυσό, ένα ασημένιο και ένα μπρούτζινο παράθυρο), β1, β2, β6, β13 (δάχτυλα), β15, β16. II: α, β, β7. III: Γεννάει το παιδί της στο σπίτι του πατέρα της. IV: γ8, γ9, δ, δ1, ε2, ε6.

5. ΛΦ 420, 19-22, Λέσβος, «Η κακιά μητρυιά». I: α, α1, α4, β, β2, β3. II: α, α2, β, β1, β7. III: α, α1, α2 (η μητρυιά κλέβει τη βασιλική σφραγίδα και γράφει γράμμα στους γονείς του βασιλόπουλου), δ2, δ4 (η Μαρία διαβάζει μόνη της το γράμμα και φεύγει). IV: α, α1, α3, α4, α7 (η Μαρία τραγουδάει από τη χαρά της και λέει πως δεν έχει ανάγκη από κανέναν και θα δουλέψει για να μεγα-λώσει το παιδί), γ, γ3, δ, δ1, ε, ε6.

β. Δωδεκάνησα 6. ΙΑ 690Α, 301-317, Αστυπάλαια, «Η κατσή μητρυιά». I: α, α1, α4, α5, β,

β2, β3, β5, β13, β14, β15. II: α, α2, β, β5, β6, β7. III: α, β, γ, γ1, δ, δ1, δ2, ε. IV: α, α3 (του ασκητή), α4, γ, γ3, γ4, γ8, δ, ε, ε5.

7. Dawkins, 45 St., αρ. 9, 124-132, Χώρα Κω, «Η κουλοχέρα». I: α, α1, α9

Page 64: IAEN 23 Tale Types 1994

(τον συμβουλεύει και ο επίσκοπος), β12. II: α, β, β1, β2, β7. III: α, β, β1 γ, γ1 (το πνεύμα του κακού), γ2, δ, δ1, δ2, δ4, ε, ε4. IV: α, α3, α9, α11, β, β2 (τη μαγική δύναμη να αποκτούν ό,τι ζητούν), β3, γ, γ3, γ4, γ5, γ8, δ.

8. Dawkins, 45 St., αρ. 37, 394-400, Αστυπάλαια, «Η κακή μητρυιά». I: α, α4, β, β2, β3, β5, β6, β13, β14, β15. II: α, α1, β, β1, β5, β6, β7. III: α, β, γ,

γ1, δ, δ1, δ2, δ4, ε. IV: α, α3, α4, α6, γ, γ3, γ8, δ, ε, ε5.

γ. Κρήτη 9. ΣυλλογήΛιουδάκη, II, 505-522, Κανένες Σητείας, «Η κουτσοχέρα». I: α, α3,

β10, β11. II: α, β, β7. III: α, β, γ, γ1, δ, δ1, ε. IV: α, α1, α12, β, β2 (χρυσή βέργα, όταν πλένεται τραπέζι με φαγιά), β3, γ, γ3, γ4, γ5, γ6, γ7, γ8, δ.

10. Συλλογή Λιουδάκη, III, 110-122, «Η χρυσοχέρα». I: α, α1, α4, β, β2, β13, β 15. II: α, α2, β, β7. III: α, β, γ, γ1, δ, δ1, δ2, δ4, ε. IV: α, α1, α12, β, β2, β3, γ, γ3, γ4, γ5, γ6, γ7, γ8, δ.

δ. Κυκλάδες 11. ΛΑ 706, 2, (Χφ. ΛΑ 1394, 113-115, αρ. 12), Τήνος, άτιτλο. I: α, α1, α7

(ο πατέρας φεύγει ταξίδι και οι κόρες του του ζητούν για δώρα μια χρυσή, μια ασημένια, μια μπρούτζινη καρέκλα. Ο πατέρας επαινεί την πιο μικρή που ζητάει την μπρούτζινη), β1, β2 (να τη θάψει στο περιβόλι). II: α (στο περιβόλι), α9, β (ακούει τους αναστεναγμούς της, την ξεχώνει αλλά της λείπει ένα χέρι και ένα πόδι), β7.III: α, β, γ, γ1 (οι αδελφές), γ2, δ, δ1, δ2, δ4, ε, ε3 (χρυσή ταμπα-κιέρα με φλουριά). IV: α, α3, α8 (τριών γέρων - Αγ. Βασίλειος, Αγ. Τριά-δα), α15 (τη συμβουλεύουν να σκάψει), γ, γ3, γ4, γ8 (σε ένα ξένο που είναι ο άντρας της), δ.

12. ΛΑ 706, 3, (Χφ. ΛΑ 1396, 175-178, αρ. 56), Τήνος, άτιτλο. I: α, α8 (που ο ξυλοκόπος πατέρας της θέλει να την παντρέψει με έναν Αράπη, τον τρισκατάρα-το, που του δίνει φλουριά), β11 (γιατί παίρνει τον σταυρό και του τον δείχνει). II: α, α2, β, β1, β7. III: α, β, γ, γ1, δ, δ1, δ2, ε. IV: α, α9 (βλέπει στο όνειρο της μαυροφόρα που της λέει ότι θα ξαναβρεί τα χέρια της και τον άντρα της), γ, γ3, γ4, γ8, δ.

13. ΛΑ 2303, 34-40, Φιλώτι Νάξου, άτιτλο. I: α, α2, β9, β11. Π: α, α1, β, β7. III: α, β, β3, γ, γ1, γ2, δ, δ1, δ2, δ4, ε. IV: α, α10, β, β1, β3 (που συγκοινωνεί με το παλάτι του βασιλιά), γ, γ3, γ8, δ.

14. ΛΑ 2304, 425-429, Μήλος, «Η κακιά μητρυιά». I: α, α1, α4, β, β2, β3, β5 (και την καρδιά), β13, β15. II: α, α1, β, β7. IV: Την επομένη του γάμου η κοπέλα ξυπνάει με τα χέρια της· γ9 (του πατέρα της), γ8, δ, ε, ε4.

15. ΛΑ 2340, 334-351, Κέα, «Τα δύο αδέλφια». I: Αρχή όπως το AT 883C* (η κακιά νύφη συκοφαντεί την κουνιάδα της ότι είναι έγκυος και ο αδελφός της τη διώχνει από το σπίτι, αφού της κόψει τα χέρια). II: α, α2, β, β7. III: α, β,

Page 65: IAEN 23 Tale Types 1994

β3 (στο μέτωπο ο Ήλιος, στο μάγουλο η Πούλια, στο κούτελο ο Αυγερινός), γ, γ1, γ2, δ, δ1, δ2, ε. IV: α, α1, α13, β (βέργα χρυσή), β1, β3, γ, γ1, γ3, γ4, γ5, γ8, δ, ε1, ε3.

16. ΛΦ 232, 21-25, Κύθνος, «Η μικρή βασιλοπούλα». I: α, α1, α4, β, β2, β3, β6, β13, β15. II: α, β, β1, β7. III: α, α1 (ο πατέρας της κοπέλας απαρηγόρητος που έχασε την κόρη του, καλεί τους γείτονες βασιλιάδες να ξεσκάσει λιγάκι), β, β1, γ, γ1, δ3, ε, ε1, ε4. IV: α, α3, α4, α5 (τη βοηθάει μια ελαφίνα που της σηκώνει τα παιδιά να τα θηλάσει και την ταίζει και την ίδια), α7, γ, γ3, γ4 (στη σπηλιά), δ8, δ, δ1, ε, ε5.

17. ΛΦ 1401, 29-30, Νάξος, «Η ξύλινη Μαρία». I: α, α4, β, β2 (τους ληστές), β3. II: α, α2, α8 (και μια φορεσιά με τα λουλούδια της γης και μια ψάρινη για να μην τη φάνε τα άγρια θηρία), β, β7. III: α, β, γ, γ1, δ, δ1, δ2 (και να της κόψουν και τα πόδια), ε. IV: α, α3, α4, α7, γ, γ3, γ4, γ8, δ (χτίζουν μια εκκλη-σιά για να ευχαριστήσουν την Παναγία).

18. ΛΦ 1613, 1-4, Φυρά Σαντορίνης, άτιτλο. I: α, α2, α8 (που ο πατέρας της θέλει να την παντρέψει με έναν πλούσιο), β11 (ο πλούσιος). II: α5, α7, β, β3 (του τρώει όλα τα λαχανικά), β7. III: α, β, γ, γ1, γ4 (ότι γυρνάει με άλλους άντρες και δεν προσέχει το παιδί της), δ, δ1, δ2, δ4 (αφού της βγάλουν το μηχάνημα με τα πέτσινα χέρια που της έχει φτιάξει ο άντρας της), ε, ε2 (με το μωρό μέσα σε ένα σάκκο κρεμασμένο από τον λαιμό). IV: α, α3 (σε μια εκκλησία), α7 (η Παναγία την οδηγεί σε όμορφο σπίτι), γ, γ3, γ4, γ5, γ8, δ.

19. Roussel, αρ. 50, Μύκονος, άτιτλο. Οι εφτά κόρες του βασιλιά θέλουν παντρειά (τις παρομοιάζουν με παραγινωμένα καρπούζια). Αυτός για να μην φτωχύνει τις δίνει στον δήμιο. Ο δήμιος χαρίζει τη ζωή στη μικρότερη, κόβοντάς της μόνο τα χέρια και τα πόδια. Ένας καλόγερος της ξαναδίνει χέρια και πόδια και ένα βασιλόπουλο την παντρεύεται. Τιμωρία του κακού πατέρα.

ΝΗΣΙΑ ΙΟΝΙΟΥ

20. ΣΠ 118, 6-10, Ζάκυνθος, άτιτλο. Ι: α, α1, α4, α5, β, β2, β3, β13. II: α, α2, β, β7. III: α, β, γ, γ1, δ, δ1, δ2, ε. IV: α, α6, γ, γ3, γ8, δ, ε, ε5.

21. Boulanger, 125-131, Κέρκυρα, «La fille aux mains coupées». I: α, α1, α4, β, β2, β3, β13. II: α, α2 (σε έναν βράχο στη θάλασσα), β, β7. III: α, α1 (στην κηδεία της κόρης του γείτονα βασιλιά, δηλαδή της γυναίκας του), α2, β, β1, γ, γ1, δ, δ1, δ2, δ4, ε. IV: α, α3, α4, α5, α6, γ, γ3, γ4, γ8, δ, ε, ε4.

Page 66: IAEN 23 Tale Types 1994

ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ

22. ΛΑ 1192, (ΣΜ 22), 93-94, Βελίτσα Ολυμπίας, «Η κακιά μητρυιά». I: α, α1, α4, α6, β, β7 (η μητρυιά, του αδελφού της Μαριγούλας), β8 (ο πατέρας της πιστεύει την κατηγορία και της κόβει τα χέρια). II: α, α2, α4 (αδελφό της). IV: Ο αδελφός διψάει, αλλά η Μαριγούλα δεν μπορεί να του δώσει να πιει- α, α2, α4, α9 (άγγελος), α13, β, β1, β3, γ2, γ3, γ4, γ5, γ6, γ7, γ8, δ, δ1, ε, ε2.

23. ΛΑ 1279, (ΣΜ 109), 37-39, Γύθειο Λακωνίας, «Η κακιά μητρυιά». I: α, α4, β, β2, β3. II: α, α2, β, β7. III: α, β, γ, γ1, δ, δ1, δ2, ε. IV: α, α3, α4, α5, α7, γ, γ3, γ4, γ8, δ.

24. ΛΑ 1277, (ΣΜ 107), 123-125, Βυζίκι Γορτυνίας, άτιτλο. I: α, α4, β, β2, β3. II: α, β, β7. III: α, β, γ, γ1, δ, δ1, δ2, ε. IV: α, α6, γ, γ3, γ4, γ8, δ, ε, ε4.

25. ΛΦ 873, 19-23, Καλάβρυτα, άτιτλο. I: Αρχή όπως το AT 480: Η προγονή καλή με την τριανταφυλλιά, ροδιά παίρνει χαρίσματα: ροδοκόκκινη σαν κι αυτές. Η κόρη της μητρυιάς κακιά, της εύχονται να γίνει άσχημη· α, α4, β, β2, β3, β5 (τα εντόσθια), β6, β13, β15, β16 (τα εντόσθια ενός ελαφιού). II: α (αφού της χτίζουν ένα σπιτάκι από έλατα). Η μητρυιά ρωτάει τον καθρέφτη ποια είναι πιο όμορφη και καταλαβαίνει πως η Μαρία ζει. Στέλνει κυνηγούς να τη βρουν. Ενας από αυτούς την αγαπάει και την παντρεύεται. III: α, β, β1, γ, γ1, δ, δ1,

δ2, ε. IV: α, α3, α4, α5, α7, γ, γ3, γ4, γ8, δ, δ1, ε, ε3.

26. ΛΦ 1478, 8-9, Κυνουρία Αρκαδίας, άτιτλο. Ι: α, α1, α4, β, β2, β3, β13. II: α, α1, β, β1, β7. III: α, α1 (όπου ο βασιλιάς κάνει γλέντι για να ξεσκάσει που έχασε την κόρη του), α2. Η κακιά βασίλισσα ρωτάει τους καλεσμένους αν είναι παντρεμένοι και το βασιλόπουλο διηγείται την ιστορία της γυναίκας του. Συνάν-τηση πατέρα, κόρης, τιμωρία μητρυιάς.

27. ΛΦ 1537, 1-2, Πύργος Ηλείας, άτιτλο. I: α, α1, α4, β, β2 (μόνο το ένα χέρι), β13, β15. II: α, α9 (τη θάβει στην έρημο). Τη βρίσκει ένας τσοπάνος και τη μαζεύει. Ένα φτωχόπαιδο την παντρεύεται. IV: Ο πατέρας της ρωτάει όλον τον κόσμο εάν έχει δει την κόρη του· γ8 (ο άντρας της), δ1, ε, ε5.

28. ΛΦ 1688, 19-21, Αρκαδία, άτιτλο. I: α (το κορίτσι αναζητώντας την τύχη του συναντάει έναν γέρο που της δίνει μαγικά δώρα: βρίσκει όλα τα αγαθά και ζουν ευτυχισμένα με τον αδελφό της. Εκείνος παντρεύεται. Πάντα χαιρετάει μια φορά τη γυναίκα του και δύο την αδελφή του), α10, β7, β8 (της χαράζει τα χέρια πόντο-πόντο). II: α3, α4. IV: α, α2, α4, α9 (μια γριά τη βάζει και χτυπάει το πόδι της τρεις φορές: παλάτι, βρύση θαυματουργή), γ1, γ4, γ5, γ6, γ7, γ8, δ, ε1, ε6 (και μένει με την αδελφή).

29. ΛΦ 1731, 7-10, Φιλιατρά Μεσσηνίας, «Η Πούλια και ο Αυγερινός». Αρχή όπως AT 883C*.Ι: α, α10, β7, β8. II: α3, β, β7. III: α, β, β3 (Πούλια, Αυγερινός), γ, γ1, δ, δ1, δ2, δ4, ε. IV: α, α4, α6, β3, γ, γ1, γ3, γ4, γ5, γ6, γ7, γ8, δ,

ε1, ε5. Συνέχεια όπως AT 450.

Page 67: IAEN 23 Tale Types 1994

30. ΛΦ 1767, 5-6, Μεσσήνη, «Ο Γιάννος και η Μαρούδα». I: α, α10, β7 (κόβει τα χέρια του παιδιού της, του βγάζει τα μάτια), β8. II: α3, α4 (της βάζουν το παιδί στον ώμο). IV: α, α2, α13, α14. Βρίσκει καταφύγιο στο σπίτι μιας καλής αραπίνας. Μετά από χρόνια· γ1, γ4, γ5, γ8, δ, ε3, ε6. Ζουν τα δύο αδέλφια και το παιδί μαζί.

ΣΤΕΡΕΑ ΕΛΛΑΔΑ

31. ΛΦ 227, 16-18, Περίβλεπτος Φθιώτιδας, «Η κακιά μητρυιά». I: α, α4, β, β2, β3, β13. II: α, α2, β (ένας αξιωματικός), β1, β7. III: α, β, γ, γ1, δ, δ1, S3, δ4, ε, ε1, ε4. IV: γ, γ3, γ4, γ8, δ, δ1, ε, ε4.

32. ΛΦ 476, 93-94, Ανάληψη Τριχωνίδας, Αιτωλία, άτιτλο. I: α, α1, α4, β, β2, β3, β13. II: α, α1, β, β1, β7. III: Η μητρυιά κατηγορεί τη Μαρία στον άντρα της ότι είναι φάντασμα κι εκείνος την εγκαταλείπει, αλλά μετανοιώνει και την παίρνει πίσω. Ο πατέρας της ζητά ειδήσεις για την κόρη του. Ο άντρας της την οδηγεί στο παλάτι του πατέρα της. IV: γ8, γ9, δ, δ1, ε, ε4.

33. ΛΦ 1718, 9-11, Περιβόλια Φθιώτιδας, άτιτλο. Ι: Αρχή όπως το AT 709 (άσπρη σαν το χιόνι, κόκκινη σαν το αίμα)· α, α1, α4, β, β2, β3, β13. II: α, α1, β, β7. IV: Η κουλοχέρα μαρτυράει στον άντρα της πως είναι βασιλοπούλα και κα-λούν τον πατέρα της και του λένε την αλήθεια· ε, ε4.

ΜΙΚΡΛ ΑΣΙΑ

34. ΚΜΣ, Σεβίνκαραχισάρ 20, 1-19, Αμελή Νικοπόλεως, Πόντος, «Το κορίτσι με τα κομμένα χέρια». I: α, α1, α4, β, β2, β3, β13, β15. II: α, α2, α5, α6, β (ο γιός του πασά), β1, β7 (παρόλο που είναι κουλή και βουβή). III: α, α1, α2, β, β1, γ, γ1, δ, δ 1, δ2, δ4, ε. IV: α, α4, α9 (βλέπει όνειρο ότι θα γίνει καλά), γ, γ3, γ4, γ8, δ, δ1, ε, ε5.

35. ΛΦ 420, 19-20, Καππαδοκία, «Η κακιά μητρυιά». I: α, α1, α4, β, β2, β3, β 13. II: α, α2, β, β7. III: α, β, γ, γ1, δ, δ1, δ2, δ4, ε. IV: α, α1, α4, α5, α7, γ, γ3, γ4, γ8, δ, ε, ε5.

36. ΛΦ 1194, 9-12, Πόντος, «Η κακέσσα νύφη». I: α, α10 (ότι έσφαξε και το άλο-γο) , β7, β8 (τα δάχτυλα των χεριών και των ποδιών). II: α3, α4, β, β7. III: α, β, β2, γ, γ1, δ, δ1, δ2, δ4, ε. IV: α, α9 (παρουσιάζεται ο Χριστός και τη βάζει να πλυθεί σε πηγάδι), γ, γ1, γ3, γ4, δ, ε1, ε3.

37. ΣΠ 93, 45-48, Σμύρνη, άτιτλο.Ι: Ενας ψαράς πιάνει για δεύτερη φορά ένα ψαράκι κι ενώ του λέει πως αν το φάει θα πάθει κακό, το τρώει και αποκτά μια κόρη πολύ όμορφη και έξυπνη· α10 (ο πατέρας της θέλει να την παντρέψει με

Page 68: IAEN 23 Tale Types 1994

τον διάβολο, αλλά αυτή αρνείται), β11. II: α5, α7, β, β4, β7.

38. Αρχ. Πόντου, 24, δ6-92, Αντρέαντα Ανω Αμισού, άτιτλο. I: α, α10 (ότι έσφα-ξε και την καμήλα), β7, β8 (τα δάχτυλα). II: α, α2, α7, β, β3, β7. III: α, β, β3 (ήλιος, φεγγάρι), γ, γ1, δ, δ1, δ2, δ4. IV: α, α13· στο σπίτι του αδελφού σαν άγνωστη διηγείται την ιστορία της· ε1, ε5.

39. Μικρ. Χρονικά, 7, 384-387, Κόλντερε, Δυτική Μ. Ασία, «Η κακιά μητρυιά». Ι: α, α1, α4, β, β2, β6, β12, β13, β15. II: α, α2, β, β7. III: α, β, β1, γ,

γ1, δ, δ1, δ2, δ4, e. IV: α, α6, γ, γ3, γ4, γ8, δ, δ1, ε, ε4.

ΚΥΠΡΟΣ

40. ΛΦ 1616, 20-26, Κέδαρα Νέας Πάφου, «Τα χρυσά σ'σερούδικα». I: Η αρχή όπως το AT 883C*, β7, β8. II: α, α2, β, β7. III: α, β, β3 (Φεγγάρι και Πού-λια), γ, γ1, γ2, δ, δ1, δ2, δ4, ε. IV: α, α1, α9 (γέρο), β (μαντήλι), β1, β3, γ, γ3, γ4, 8 (αναζητώντας τον αδελφό της τον βρίσκει μέσα στην κοπριά μέχρι τον λαιμό, όπου τον έχει βάλει η γυναίκα του. Της ζητάει συγχώρεση).

ΚΑΤΩ ΙΤΑΛΙΑ

41. Riv. delle tradiz. pop. ital. 1, 51, Καλαβρία, «La donna dalle mani mozze».

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ, βλ. σ. 76.

Page 69: IAEN 23 Tale Types 1994

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 706C

Page 70: IAEN 23 Tale Types 1994
Page 71: IAEN 23 Tale Types 1994

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 706C

Ο βασιλιάς κι η κόρη του

AT: Lecherous father as queen's persecutor Ατιτλο

Ήταν ένας βασιλές κι είχενε μιά κόρ' και τη βασίλισσα του. Ήρθε καιρός κι επέθα-νε η βασίλισσα και λέει του βασιλέ: «Εγώ θα πεθάνω και να το δαχτυλίδι μου κι ότινος κάνει, να την παίρνεις γυναίκα». Ο βασιλές ήβαλένε το δαχτυλίδι μέσα στο σκρίνιο και το ξέχασένε. Με τρία χρόνια, ευρήκενε το δαχτυλίδι και συλλοΐστηνε της γυναίκας του το λόγο.

Ηβάλενε ντιλάλη να μαζευτούνε ούλες οι βασιλοπούλες. Κι ότινος κάνει το δαχτυ-λίδι να την παίρνει γυναίκα. Το δαχτυλίδι δεν ήκανε καμιάς. Ηβάλενε άλλο ντιλάλη να μαζευτούνε ούλες οι πλούσιες κι ότινος κάνει το δαχτυλίδι να την παίρνει γυναίκα. Το δαχτυλίδι δεν ήκανε καμιάς.

Ο βασιλές λέει: «Μου φταίει η γυναίκα μου: το δαχτυλίδι της ότινος κάνει για να την παίρνω γυναίκα. Ηξέρενε, πως δεν κάνει καμιάς κι απόστα (επίτηδες) μου το'φκενε (έκανε)!» Ο βασιλές ήρ'κσε (έρριξε) το δαχτυλίδι μέσα στο σκρίνιο. Με χρόνια πολλά ήν'ξεν η κόρη το σκρίνιο, και βρίσκει το δαχτυλίδι και το βάνει στο χέρι της κι ήτανε ίσα ίσα. Γυρεύετε (sic) να το βγάλει, και δεν μπορεί. Τση λέει ο πατέρας τση: «Τι έχεις, κόρη μ' στο χέρι;» Λέει: «Το'κοψα με το μαχαίρι». «Κι εγώ να διώ, κόρη μ' αν το'κοψες καλά, να φέρω το γιατρό». Λέει: «Δεν το'κοψα καλά». «Μα θέλω να διώ». Βλέπει ο βασιλές το χέρι της κόρης του, βλέπει το δαχτυ-λίδι: «Α», λέει, «κόρη μου, το λοιπόν, σε θα πάρω γυναίκα». «Και πώς γένεται, πατέρα, να πάρεις την κόρη σου γυναίκα; » «Γιατί έχω κατάρα από τη μάνα σ' : ότινος κάν' το δαχτυλίδι, να την παίρνω γυναίκα. Τώρα πρέπει να πάρω εσέ».

Η βασιλοπούλα φεύγει και πάει και κλειδώνεται μέσα στην κάμαρή τση. Και σκέ-φτεται: «Τι να κάμω; Τώρα γένεται ποτέ το παιδί να πάρει τον πατέρα άντρα;» Και ήφυε (έφυγε) η βασιλοπούλα δια νυχτός. Ο βασιλές τη γυρεύει για να τήνε πάρει σύζυγο.

Η βασιλοπούλα εξέπεσένε σε άλλη πολιτεία. Εκεί που πάενε βλέπει ένα παλάτι βασιλικό και πάει από κάτω και τήνε βλέπει μια δούλα. Η δούλα τση λέει τση βασί-λισσας λέει: «Βασίλισσα. είναι μια νέα από κάτω από το παλάτι και κλαίει.». Λέει:

Page 72: IAEN 23 Tale Types 1994

«Αμε κάτω, φερ' την απάνω». Επήαινε κάτω η δούλα και πήρε τη βασιλοπούλα και τήνε πάει απάνω στο παλάτι.

Η βασίλισσα είχεν ένα γιό και του 'ρεσένε η βασιλοπούλα και πάει τση μάνας του: Λέει: «Μάνα, ετούτη τη βασιλοπούλα θε να την πάρω γυναίκα». «Ναι, γιέ μ', να τήνε παρς». Παραύτας ο βασιλές παντρεύει το γιό του και παίρνει τη βασιλοπούλα, αλλά ο πατέρας της τήνε γυρεύει για να την πάρει γυναίκα και ντύνεται πολιτικά και ρουβέρνει στην πολιτεία που 'ταν η κόρη τ ' .

Τση βασιλοπούλας ο άντρας εγύρεύενε μάερα για το παλάτι. Ποιος να βρεθεί ομ-πρός του; Τση γυναίκας του ο πατέρας και του λέει: «Πού πας, βασιλέα;» «Πάω να βρω μάερα: Μαιζάρεσε για το βασιλικό παλάτι;» «Η δουλειά μ' είναι ευτούνη». «Έλα μαζί μ'».

Παίρνει το βασιλόπουλο το μάερα και πάει στο παλάτ'. Κατά που μπαίνει μες στο παλάτι, βλέπει την κόρη τ' . Τη νύχτα πάει στην κάμαρή τσ' και τση λέει: «Μωρή πουτάνα, γιατί δεν ήπαιρνες εμένα, παρ' επήρες το βασιλόπουλο; Τώρα να δεις τι θα σου κάνω». Πιάνει και βράζ' βότυρα να τήνε βάλει μες στο καζάνι και να τη ζεμα-τίσ'.

Λέει: «Στάσου, πατέρα, να κάμω το νερό μ'. Απέ με ζεματάς». Ευτήνη μπήγει τση φωνές και φωνάζε: «Περγκαγιά μες στο παλάτι!» Οι σκοποί απόξω σπούνε τση πόρτες του παλατιού· παραύτας μπαίνουνε μέσα: «Που είναι, ω βασίλισσα, η περκα-γιά;» Λέει: «Πιάστε τον ευτόνονε». Ο στρατός τον πιάνουν και τόνε σέρνου χάμω.

Ο άντρας τση λέει: «Τι τρέχ', βασίλισσά μ';» Λέει: «Ο πατέρας μου 'ν' αυτός, και πως δεν τόνε πήρα άντρα (sic) ή'θε να με βάλει μες στο καζάνι να με ζεματίσ'. Τώρα εκείνο που 'τενε να μου κάμει εμένα, κάμε το τ' πατέρα μ' ». Και τόνε βάνουνε μες στο καζάνι και τόνε ζεματίζουνε. Ετότε ηζήσενε καλά με το βασιλέ τση.

Roussel, no 53, 1929, 107 και 359.

Page 73: IAEN 23 Tale Types 1994

ΣΥΝΘΕΤΙΚΗ ΠΑΡΑΛΛΑΓΗ

I. Η κυνηγημένη ηρωίδα

α: Μία νέα κοπέλλα το σκάει από τον πατέρα (πατριό) της που θέλει να την παν-τρευτεί· α1 : διότι είναι η μοναδική γυναίκα στην οποία χωρά το παπούτσι(το δαχτυ-λίδι) της νεκρής μητέρας της· α2: παίρνοντας μαζί τα δώρα του· τρία μαγικά φορέμα-τα (το ένα με τα χρώματα τ' ουρανού, το άλλο με τα χρώματα του κάμπου, ενώ το τρίτο είναι μια ξύλινη φορεσιά ή ένας χρυσός σταυρός, με κούφιο εσωτερικό).

β: Η ωραία ηρωίδα προκαλεί τον φθόνο της μητέρας της(μητρυιάς, κουνιάδων)· β1 : η οποία ζητά από τον πατέρα της να τη σκοτώσει και να της δώσει να φάει το συκώτι της. Ο πατέρας σκοτώνει στη θέση της ένα ζώο- β2: οι κουνιάδες συκοφαντούν την ηρωίδα και ο άντρας της τη διώχνει στο δάσος, πιστεύοντας ότι τον έχει απατήσει.

γ: Η ηρωίδα φεύγει· γ1: κρυμμένη μέσα στην ξύλινη φορεσιά (χρυσό σταυρό) της· γ2: τη βρίσκει το βασιλόπουλο και την παντρεύεται· γ3: και φθάνει στο παλάτι του βασιλιά όπου πιάνει δουλειά σαν χοιροβοσκός και τον σαγηνεύει φορώντας τα μαγικά της φορέματα· γ4: βρίσκεται μέσα στο δωμάτιο του βασιλιά, ο οποίος αγοράζει το χρυσό σταυρό· ο βασιλιάς την τσακώνει τη νύχτα που βγαίνει να φάει από το πιάτο του και, αργότερα, ανακαλύπτει ότι είναι έγκυος.

II. Η ηρωίδα διώχνεται από το παλάτι

α: Αφού γεννήσει η ηρωίδα το παιδί (τα παιδιά) της, ο πατέρας της την ανακαλύ-πτει και τρυπώνει στο παλάτι μεταμφιεσμένος σε ζητιάνο· α1 : σκορπάει ένα σακί σι-τάρι και μένει τη νύχτα στο παλάτι για να μαζέψει τα σπυριά· α2: κάνει πως μαζεύει τα μαργαριτάρια από ένα περιδέραιο που υποτίθεται πως του έχει δώσει η βασίλισσα· α3: τον τσακώνει ο σύζυγος πριν επιτεθεί στην κόρη του· α4: άλλο.

β: Έτσι ο πατέρας (η μητέρα, ηπεθερά) σκοτώνει(τυφλώνει) το παιδί (τα παιδιά) της ηρωίδας και τοποθετεί το μαχαίρι στην τσέπη (κάτω από το προσκεφάλι) της. Ο βασιλιάς, θεωρώντας τη γυναίκα του υπεύθυνη για τον φόνο· β1: την σκοτώνει· β2: τη βάζει μέσα σε ένα φέρετρο μαζί με το παιδί της και τους εγκαταλείπει σε ένα παλάτι πάνω στο βουνό· β3: τη διώχνει· β4: τυφλώνοντάς την β5: κόβοντάς της τα χέρια· β6: δίνοντάς της το νεκρό παιδί στην αγκαλιά.

III. Έκβαση

α: Το παιδί της ηρωίδας (και η ηρωίδα) ανασταίνεται από τον Θεό (τον Χριστό, έναν άγγελο), που τους χαρίζει ένα μαγικό παλάτι (όπου τα αντικείμενα μιλούν) ·

Page 74: IAEN 23 Tale Types 1994

α1 : πάνω στον τάφο της βγαίνει ένα μοναστήρι όπου ζει μια καλόγρια (είναι η ανα-στημένη ηρωίδα) με το παιδί της· α2: από το φέρετρο της αναβλύζει αθάνατο νερό· τρεις περαστικοί γέροντες ακούν τα πουλιά να λένε ότι όποιος πιεί από αυτό το νερό θα ξαναβρεί τη νιότη του και στη συνέχεια θα αναστήσει τη γυναίκα και το παιδί της ραντιζοντάς τους με το ίδιο νερό. Οι τρεις γέροντες, ξανανιωμένοι, χαρίζουν μαγικά αντικείμενα στην ηρωίδα- χάρη σε αυτά κατασκευάζει ένα παλάτι, στο οποίο ζει μαζί με το παιδί της· α3: από το αίμα της φυτρώνει ένα δέντρο που κλαίει και λέει του βασιλιά «είμαι η ψυχή της αθώας γυναίκας σου, που σκότωσες» · α4: πλένει τα παιδιά της στη λίμνη των δακρύων της· βρίσκει ένα μαγικό παλάτι· α5: άλλη μαγική λύση.

β: Ο βασιλιάς επισκέπτεται το παλάτι(ή το μοναστήρι) όπου βρίσκεται η γυναίκα του, η οποία τον καλεί σε γεύμα· β1: στο τέλος του γεύματος, το παιδί βάζει στο παπούτσι (στην τσέπη) του πατέρα του ένα κουτάλι(ένα μήλο) που η μητέρα του αρχίζει να ψάχνει. Τα μαγικά αντικείμενα λένε πως το κουτάλι (μήλο) βρίσκεται μέ-σα στο παπούτσι του βασιλιά. Εκείνος διαμαρτύρεται: «Πιστεύετε πως είμαι κλέ-φτης; » Και η ηρωίδα απαντά: «Και εσείς πιστεύετε πως έχω σκοτώσει το παιδί μου; » β2: ο βασιλιάς ακούει την γυναίκα του να διηγείται την ιστορία της στη ρόκα, καθώς γνέθει τη νύχτα· β3: η ηρωίδα διηγείται την ιστορία της στο τραπέζι, μπροστά στον άντρα της και στον πατέρα της· β4: τα παιδιά μιλούν στο βασιλιά για τη μητέρα τους — τη γυναίκα με τα κομμένα χέρια, και για τους εαυτούς τους — τα παιδιά με το κομμένο κεφάλι· β5: ο βεζύρης συναντά τα παιδιά του βασιλιά στο δάσος και τα ανα-γνωρίζει· στο δάσος το παιδί ταίζει το ραβδί του και ο βασιλιάς το ρωτά: «Γίνεται να φάει το ραβδί;» και το παιδί απαντά στο βασιλιά: «Γίνεται να σκοτώσει η μάνα τα παιδιά της;»

γ: Αναγνώριση των συζύγων.

δ: Τιμωρία του πατέρα.

Page 75: IAEN 23 Tale Types 1994

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΠΑΡΑΛΛΑΓΩΝ

ΗΠΕΙΡΟΣ

1. Hahn, 1, 70, no 2, (Pio 2, Geldart 27, Δροσίνης α, 33-38), Ζαγόρια, «Η Σα-μαροκουτσουλού». Ενωμένο με τον τύπο AT 51 OA, δηλαδή τη Σταχτοπούτα. Μετά το γάμο της ηρωίδας, πάνω στη γέννα οι αδελφές της. III: α5 (βάζουν τη βασίλισσα σε μια κασέλλα και τη ρίχνουν στο ποτάμι), β, β1, γ.

2. Hahn, 1, 268, αρ. 48, Ζαγόρια, «Το σφοντύλι». I: β, β2 (ο πεθερός βρίσκει στο χωράφι ασημένιο σφοντύλι που ταιριάζει στ' αδράχτι της μικρότερης νύφης του). III: α5 (βρίσκει θαυμαστό παλάτι), β2, γ.

3. Ζωγρ. Αγών, 1, 195, αρ. 3, «Οι τρεις αδελφές». Η κόρη στρατιώτης στον τόπο του πατέρα της· το βασιλόπουλο την παντρεύεται, οι αδελφές της σφάζουν τα παιδιά της.

4. ΛΦ 1213, 30-35. Ενωμένο με τον τύπο AT 510Β (Η Τομαρού, Peau dAne). II: α, α1, β, β3, β6. III: α5 (τυχαία βρίσκει παλάτι), β, β1, γ.

5. ΛΑ 976,299-06, Ζίτσα Δωδώνης, «Το παραμύθι της παπαδοπούλας». Ενωμέ-νο με το AT 510Β. II: β3. III: α5, β, β1, γ.

ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ

6. ΛΦ 523, 5-11, Ανω Κώμη Κοζάνης, «Η Πεντάμορφη». Επεισόδιο του παρα-μυθιακού τύπου AT 709 (η Χιονάτη). I: β. II: β, β3. III: α5 (με την επέμβαση ενός γέρου ανασταίνεται το παιδί- η ηρωίδα αποκτά εστιατόριο), β, β1, γ.

ΝΗΣΙΑ ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ

α. Ανατολικό Αιγαίο 7. Argenti-Rose, I, 452 AR. 8 b, «Ακχυλοπουτούρα». Ενωμένο με το 510Α, όπου

περίληψη. 8. ΛΦ 1652, 1-6, Καρδάμυλα Χίου, άτιτλο. I: δ (άσκημη βασίλισσα στέλνει την

όμορφη δούλα της να πάρει το βασιλόπουλο, που ανακαλύπτει την αλήθεια και κρατάει την όμορφη. Η άσκημη βασίλισσα εκδικείται σκοτώνοντας τα παιδιά). II: β3, β4, β6. III: α, α5, β, β1, γ.

β. Δωδεκάνησα 9. ΛΦ 1026, 30-35, Σύμη, «Η κακή μητρυιά». Ενωμένο με το AT 709, όπου

βλ. ανάλυση.

Page 76: IAEN 23 Tale Types 1994

10. ΛΑ 2279, 461-472, Λέρος, «Η Θεοχάρη». Ενωμένο με το AT 709, όπου βλ. ανάλυση.

γ. Κρήτη 11. ΣΠ 105, 12-14, Αμάρι Ρεθύμνου, «Ο βασιλεύς που ήθελε να υπανδρευτεί την

κόρην του». I: α, α1 (δαχτυλίδι), γ, γ4. II: α, β, β4. III: α5 (άγγελος της δίνει μαγικό φτερό), β6, γ.

12. ΛΑ 1188, (ΣΜ 18), 11-13, Αμάρι Ρεθύμνου, άτιτλο. I: α, γ2. II: β, β3. III: α5 (άγγελος), β, β1, γ.

13. ΛΑ 1188, (ΣΜ 18), 35-38, Αμάρι Ρεθύμνου, άτιτλο. Ενωμένο με το AT 510Β.

δ. Κυκλάδες 14. ΛΑ 2758, 357-364, Κίμωλος. Ενωμένο με το AT 510Β. III: με τη στάχτη

ξαναζωντανεύει τα παιδιά της.

15. ΛΑ 2777, 285-288, Μήλος, «Η αδικημένη αρχόντισσα». I: δ (κακιά δούλα σκοτώνει τα παιδιά). II: β3, β6. III: α5 (κοντά στα βράχια η ηρωίδα κόβει το δάχτυλο της και το γιατρεύει βουτώντας το στο νερό της λίμνης· ανασταίνει το παιδί της. Βρίσκει πύργο). III: β, β1, γ.

16. ΛΑ 706C, 4, (ΛΑ 1395 189-206, αρ. 16), Τήνος, «Του βασιλιά που σκότωσε τ' αγγόνια του». I: α2 (χρυσός σταυρός, κούφιος μέσα), γ4 (η κουνιάδα βάζει φωτιά στον σταυρό και την πετάει από το παράθυρο· τη βρίσκει ένας τσοπάνης και στη συνέχεια την αναγνωρίζει ο βασιλιάς). II: α, β3. III: α, β5, γ, δ.

ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ

17. ΣΠ 35, 4-10, Καλάβρυτα, «Μύθος της Ξυλομαρίας». I: α, α1, α2, γ1, γ2. II: α, α1, β, β1. III: α1, β, β1.

18. Κουκουλέ, Οινουντιακά, 252-253, Βαρβίτσα Λακωνίας, «Ο βασιλέας και η αδελφή του». Η ηρωίδα είναι αδελφή του βασιλιά, τη φθονεί η μάνα του. II: β3, β6. III: α5 (θαύμα), β, β1, γ, δ.

19. ΛΦ 477, 1-3, Χιλιομόδι Κορινθίας, «Η βαρελίτσα». Ενωμένο με το AT 510Β.

20. ΛΦ 287, 4-6, Τρίπολη, άτιτλο. Ι: β (μητριά). II: β, β3, β6. III: α5 (βλέποντας μια χελώνα να βάζει στο στόμα μιας ψόφιας χελώνας ένα χορτάρι και να την ξαναζωντανεύει κάνει το ίδιο και ζωντανεύει τον αδελφό- μια άγνωστη φωνή τους λέει πως ό,τι ζητούν από το τραπέζι θα το έχουν). III: γ (τυχαία συναντιούνται με το βασιλιά- του λένε την αλήθεια), δ.

21. ΛΦ 1298, 9-11, Γορτυνία, «Το κούντουρο-κούντουρο κουταλάκι». I: γ (το κο-ριτσάκι φεύγει τελευταίο από το σπίτι, αφού οι γονείς έχουν διώξει τ' άλλα τους παιδιά), γ2. II: β, β3. III: β1, γ.

Page 77: IAEN 23 Tale Types 1994

22. ΛΑ 1332, (ΣΜ 145), 49, Σιμιάδες Αρκαδίας, άτιτλο. II: α (αντί πατέρας, ο γυρολόγος σφάζει τα παιδιά), β3. III: α5 (σ' ένα ποτάμι γιατρεύει το δάχτυλο της κι ανασταίνει τα παιδιά), β, β4, γ.

23. ΛΑ 1342, (ΣΜ 155), 67-68, Γορτυνία, «Ο γέρος». Η αρχή όπως το AT 51 OB.

24. ΛΑ 2216, (ΙΛ 684, 200-202), Καλάβρυτα, άτιτλο. Ενωμένο με το AT 403Β.

25. ΛΑ 1281, (ΣΜ 111), 294-298, Κυπαρισσία, «Η Σταχτομάρω». Ενωμένο με το AT 51 OA και το AT 403Β. II: α (η αδελφή σκοτώνει το παιδί), β1. III: α3 (ο βασιλιάς μετανοεί και σκοτώνει την κουνιάδα).

ΣΤΕΡΕΑ ΕΛΛΑΔΑ

26. ΛΑ 706C 1, Παλαιοξάρι Φωκίδας, άτιτλο. I: α, α1 (παπούτσι), γ, γ2. II: α, β3. III: γ, δ.

ΜΙΚΡΑ ΑΣΙΑ

27. ΚΜΣ, Φάρασσα, 4973-4988, άτιτλο. Η αρχή όπως το AT 510Β. II: α (η πεθε-ρά), β3. III: α5 (από τις κουβέντες δύο πουλιών μαθαίνει πως πρέπει να πάρει ένα φτερό και να τ' αλείψει στον κομμένο λαιμό), γ (κλεμμένο μήλο στην τσέπη του βασιλιά).

28. ΛΦ 429, 1-14, Αλικαρνασσός, «Η κόρη με τα τρία αδέλφια και η μητρυιά». Ενωμένο με το 709, όπου βλ. ανάλυση.

29. ΚΜΣ, Τσεσμές 1, 1-10, «Η ξυλένια». II: α, β3 (με κομμένα χέρια). III: α (γέρος, Χριστός), β, β3, γ.

ΚΥΠΡΟΣ

30. ΛΦ 451, 1-δ, «Η ξυλομανίτσα». Ενωμένο με το AT 51 OB.

ΠΟΝΤΟΣ

31. ΛΑ 706 2, «Το παραμύθι της παραμάνας», ταυτόσημο με το AT 709.

Page 78: IAEN 23 Tale Types 1994

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΣΤΟΥΣ ΤΥΠΟΥΣ AT 706 - AT 706C - AT 712

Στον κύκλο των παραμυθιών με θέμα την κυνηγημένη σύζυγο ή κοπέλα ανήκει αυτός ο τύπος 706, καθώς και ο επόμενος του 707, με τον οποίο έχουν κοινό το μοτίβο της γυναίκας που κατηγορείται ότι γέννησε ζώα.

Το παραμύθι αυτό είναι απλωμένο σε όλη την Ευρώπη, στην Ασία μέχρι την Περ-σία, σε μερικές περιοχές της Αφρικής, στη Βόρεια και Νότια Αμερική (μέσω των Γάλλων, Ισπανών και Πορτογάλων)1.

Σε λογοτεχνική μορφή το θέμα της γυναίκας με τα κομμένα χέρια συναντάται από τον 12ο αιώνα2 στην Ευρώπη. Η Margaret Schlauch3 έχει αφιερώσει μια μελέτη στο έργο του Chaucer «Constance», που μάλλον αποτελεί την πρώτη λογοτεχνική μετάπλαση του παραμυθιακού αυτού τύπου. Ενα άλλο λογοτεχνικό κείμενο που κυ-κλοφόρησε πολύ με τη μορφή λαϊκού αναγνώσματος από τον 13ο αιώνα είναι το έμμε-τρο μυθιστόρημα «La belle Hélène de Constantinople»4. Ολόκληρο τον παραμυ-θιακό αυτόν τύπο εξετάζει ο Däumling® σε μια διεξοδική μονογραφία του το 1912, όπου μελετά κυρίως τις λογοτεχνικές παραλλαγές και λιγότερο αυτές της προφορικής παράδοσης.

Στην Ελλάδα η αρχαιότερη γραπτή παραλλαγή που γνωρίζουμε είναι αυτή του Αγάπιου Λάνδου και περιλαμβάνεται στο έργο του «Αμαρτωλών Σωτηρία» του 1641. Το βιβλίο αυτό γνώρισε πολύ μεγάλη επιτυχία, αν κρίνουμε από τις πολυάριθμες εκδόσεις του (15 αλλεπάλληλες εκδόσεις έως τα μέσα του 19ου αιώνα). Η διήγηση που μας ενδιαφέρει είναι το Θαύμα ΙΑ «Περί της βασιλίσσης της Φραγκίας, ης τας κομμένας χείρας ιάτρευσεν η παντοδύναμος Δέσποινα», που αποτελεί μια χαρακτηρι-στική και πλήρη παραλλαγή του 706®. Εδώ θα είχαμε να παρατηρήσουμε ότι οι μι-σές παραλλαγές από αυτές που παρουσιάζουμε είναι «εκχριστιανισμένες», το θαύμα δηλαδή της αποκατάστασης των χεριών της ηρωίδας, αποδίδεται στην Παναγία, τον Θεό ή τους αγίους τους οποίους επικαλείται στις προσευχές της.

Στην Ελλάδα το παραμύθι είναι περισσότερο γνωστό με τον τίτλο «Η κακιά μη-τριά» (23 από τις 40 παραλλαγές), ενώ μόνο 7 παραλλαγές έχουν τίτλο που αναφέ-ρεται στα χέρια της ηρωίδας (η Κουλοχέρα, η κόρη με τα κομμένα χέρια, τα χρυσά χεράκια κ.λπ. ). Φυσικά δεν ξέρουμε πόσοι από αυτούς τους τίτλους οφείλονται στους

1. St. Thompson, ό.π., 120-121. 2. Β.P., I, 295-311 και Delarue, II, 630-632. 3. Margaret Schlauch, Chaucer's Constance and Accused Queens, New York 1927. 4. Delarue, ibid. 5. Däumling Heinrich, Studie über den Typus des Mädchens ohne Hände innerhalb des

Konstanze-Zyklus, München 1912. 6. Αγάπιος Μοναχός ο Κρής, Αμαρτωλών Σωτηρία, Εκδοτικός οίκος Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 1972,

348-352.

Page 79: IAEN 23 Tale Types 1994

συλλέκτες και πόσοι στους ίδιους τους παραμυθάδες. Αυτό που είναι όμως σίγουρο, είναι ότι στις ελληνικές παραλλαγές του 706 ο ακρωτηριασμός της ηρωίδας οφείλεται στη ζηλοφθονία της μητριάς της (σε 23 παραλλαγές), που διατάζει έναν δούλο να της κόψει τα χέρια. Μόνο σε 6 παραλλαγές ο δράστης είναι ο πατέρας της, είτε γιατί η κοπέλα δεν δέχεται να παντρευτεί κάποιον που της δίνει, είτε γιατί δεν θέλει να συμμετάσχει στη συνεργεία του πατέρα της με τον διάβολο, είτε γιατί αρνείται να παντρευτεί αυτόν τον ίδιο (μοτίβο που συναντάμε χαρακτηριστικά στο 510Β)7.

Σε 7 περιπτώσεις ο ακρωτηριασμός της ηρωίδας γίνεται από τον αδελφό της και οφείλεται στη ζήλεια της νύφης της. Σε αυτές τις περιπτώσεις, όπου η ηρωίδα διώχνε-ται ακρωτηριασμένη από το σπίτι κουβαλώντας το τυφλό παιδί του αδελφού της (εκτός από τις δύο περιπτώσεις που το παιδί σκοτώνεται από τη μητέρα του), παρατηρούμε μια τροποποίηση της πλοκής του τύπου. Η ηρωίδα δεν παντρεύεται το βασιλόπουλο, λείπει δηλαδή το δεύτερο και το τρίτο επεισόδιο. Περνάμε κατευθείαν στο θαύμα της αποκατάστασης των χεριών της ηρωίδας και της όρασης του παιδιού. Στο τέλος ο αδελφός βρίσκει το παιδί του και την αδελφή του και ζουν μαζί ευτυχισμένοι, μακριά από την κακιά νύφη. Σε αυτές τις περιπτώσεις το παραμύθι συμφύρεται με τους τύ-πους *713 (η κοπέλλα διώχνεται από το σπίτι με ένα παιδί που δεν είναι δικό της), 883C* (η νύφη συκοφαντεί την κουνιάδα ότι έμεινε έγκυος). Τα παραμύθια με θέμα την συκοφαντημένη και διωγμένη γυναίκα έχουν καταταχθεί από τους Aarne-Thompson σε πολλούς παραμυθιακούς τύπους, οι οποίοι πολύ συχνά είναι δυσδιάκριτοι μεταξύ τους, καθώς διαφέρουν ως προς ένα μόνο αφηγηματικό επεισόδιο.

Οι λαϊκοί αφηγητές που έχουν μεγάλο ρεπερτόριο, περνούν με ευκολία από το ένα παραμύθι στο άλλο, αντικαθιστούν ένα μοτίβο που ξεχνούν με ένα άλλο, εφευρίσκουν νέες αφηγηματικές λύσεις. Το παραμύθι όπως και η γλώσσα είναι ένας ζωντανός ορ-γανισμός, που συνέχεια αναπλάθεται, τροποποιείται, ανανεώνεται. Τα παραμύθια της συκοφαντημένης γυναίκας είναι ένα θαυμάσιο παράδειγμα αυτού του φαινομένου. Στην Ελλάδα, όπου αυτά τα παραμύθια είναι πολύ διαδεδομένα, οι παραμυθάδες έπλασαν έναν καινούργιο τύπο (που στον διεθνή κατάλογο πήρε τον αριθμό 706C), τον οποίο συναντάμε συνήθως προσκολλημένο σε άλλα παραμύθια (709, 510Α, 510Β, 403). To 706C που ακολουθεί, με 40 παραλλαγές, είναι ένας τύπος συγγενικός με τα 706, 712, 510Β. Η ηρωίδα καταφέρνει να το σκάσει από τον πατέρα της που θέλει να την παντρευτεί (χαρακτηριστική εισαγωγή του 510Β), παντρεύεται το βασιλό-πουλο (μοτίβο κοινό στα 706, 707, 712 κ.λπ.), ο πατέρας της σκοτώνει τα παιδιά της και την ενοχοποιεί βάζοντας το ματωμένο μαχαίρι κάτω από το μαξιλάρι της (νέο μοτίβο του 706C). Ο άντρας της τη διώχνει φορτώνοντάς της τα νεκρά παιδιά (μοτίβο κοινό με τα 706, 712). Τα παιδιά ανασταίνονται και ζουν μαζί σε ένα παλά-Ά, που ξεφυτρώνει με μαγικό τρόπο στη μέση της ερημιάς (νέο μοτίβο του 706C).

7. Σχετικά με το AT 510Β βλ. Ελεωνόρα Σκουτέρη-Διδασκάλου, «Διήγησις έρωτος ανόμου και νομί-μου. Το παραμύθι για το κορίτσι που ο πατέρας του ήθελε να το πάρει (ΑΤ510Β)», Εθνολογία, 2(1993), 201-244.

Page 80: IAEN 23 Tale Types 1994

Ο πατέρας, περνώντας κατά τύχη, γίνεται δεκτός ως μουσαφίρης στο τραπέζι και του κρύβουν ένα κουταλάκι στα ρούχα του, κατηγορώντας τον για κλέφτη (μοτίβο κοινό στα 706, 706C, 707 κ.λπ.). Έτσι γίνεται η αναγνώριση.

Καταλαβαίνουμε ότι είναι πολύ δύσκολο και όχι πάντα δυνατό για τον μελετητή να μπορέσει να βρει τον τύπο στον οποίο αντιστοιχεί το κάθε παραμύθι. Δεν παύει όμως να είναι γοητευτική η προσπάθεια της ανίχνευσης των μονοπατιών, που ακο-λουθεί κάθε φορά η φαντασία του αφηγητή, μέσα στις άπειρες θεωρητικά λύσεις ενός τραγικού όσο και δημοφιλούς αδιεξόδου, όπως αυτού της ηρωίδας.

Page 81: IAEN 23 Tale Types 1994

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 707

Page 82: IAEN 23 Tale Types 1994
Page 83: IAEN 23 Tale Types 1994

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 707

Τα τρία χρυσά παιδιά

AT: The Three Golden Sons Grimm No 96: Die drei Vugelkens Delarue: L'oiseau de vérité Οι τρεις κόρες

Μια φορά κι έναν καιρό ένας γέρος είχε τρεις κόρες και εργαζόσαντε. Και ο βασι-λιάς επρόσταξε να μη φαίνεται φως σε κανένα σπίτι. Αυτές εργαζόσαντε την ημέρα έξω και την νύχτα εργαζόσαντε με το φως. Επηγαίνανε στο υπόγειο κλείνανε το πα-ράθυρο για να μη φαίνεται το φως. Κι ένας σκοπός του βασιλιά πέρναγε την νύχτα για να ιδεί αν υπάρχει φως. Εκεί τα κορίτσια του γέρου ελέγανε αστεία. Και άκουσε ο σκοπός. «Αχ! αν με παντρευότανε ο βασιλιάς θα έκανα ένα χαλί να πατάει ο στρα-τός», είπε η μεγάλη. Η άλλη: «Αχ! αν με παντρευότανε ο βασιλιάς θα τούκανα μια πίτα να φάει ο στρατός». Και η άλλη: «Αχ! αν με παντρευότανε ο βασιλιάς θα τούκα-να σαράντα παιδιά». Ο σκοπός τάκουσε και τάπε στο βασιλιά. Κι ο βασιλιάς παρήγ-γειλε να έρθουν οι κόρες μαζί με τη μάνα τους. Οι κόρες πήγανε και ο βασιλιάς ερώτα-γε να μάθει τι λέγανε. «Εμείς δεν είπαμε τίποτα» είπανε τα κορίτσια φοβισμένα. «Θέλω αυτή πούπε ότι θάκανε σαράντα παιδιά», απήντησε ο βασιλιάς. Τότε φανερώθηκε η κόρη και την παντρεύτηκε ο βασιλιάς. Και μια φορά εγίνηκεν πόλεμος και επήγε ο βασιλιάς. Αφησε την γυναίκα του μαζί με την μάνα του. Η γυναίκα του βασιλιά γέννησε τα σαράντα παιδιά. Η μάνα του από κακία τα επήρε και της έβαλε σαράντα κουτάβια. Και την νύφη την έχτισε στο νεροχύτη και εφαινότανε το κεφάλι της. Τα παιδιά τάθαψε στην αυλή. Και κει γίνανε τριανταφυλλιές και εμύριζε όλος ο κόσμος. Εγύρισε κάνα καιρό ο βασιλιάς και ρώτησε πού είναι τα παιδιά του. Παιδιά ή κουτά-βια είπες, του λέει η βασίλισσα. Ο βασιλιάς είδε την τριανταφυλλιά και μυρίζεται. Στη μάνα του λέγει: «Ωραία τριαντάφυλλα». «Να μη ματαμυριστείς, να τα πετάξεις στα βουνά», λέγει η μάνα του. Ο βασιλιάς τα πέταξε στα βουνά και κείνα γινήκανε κυπαρίσσια. Μια φορά κάποτε επήγε για κυνήγι. Εκεί τούρθε νύστα. « Αστε σεις και θα πέσω», είπε στους φρουρούς του. Εκεί τον επήρε ο ύπνος. «Βρε τον πατέρα μας, ίσκιο θα του δώσου», είπανε τα κυπαρίσσια. Ο βασιλιάς τάκουσε και τάπε στη μάνα του. Η μάνα του τούπε: «Να τα πάρεις και να τα πετάξεις στη θάλασσα». «Γιατί

Page 84: IAEN 23 Tale Types 1994

τί;» την ρώτησε ο βασιλιάς. «Τίποτα, είναι κακό για σένα», του λέει η μάνα του. Ο βασιλιάς ετότε τα επήρε και τα πέταξε στην θάλασσα. Και κει γίνηκε παλάτι μεγά-λο. Θάμμα έγινε. Μια μέρα ο βασιλιάς βγαίνει περίπατο και είδε και το παλάτι. Το λέει στην μάνα του. Η βασίλισσα του είπε: «Εσύ να μην πας εκεί. Ο,τι θέλει ας είναι, είναι κακό για σένανε». Ο βασιλιάς δεν άκουσε. Και μια μέρα πήγε. Και κει τον δεχτήκανε σαράντα παλληκάρια. Τι καρτερέματα του κάνανε! Τι ετοιμασίες είχανε! «Πια βρε παιδιά σας ευχαριστώ, αλλά θα σας καλέσω και γω στο σπίτι μου».

Και ο βασιλιάς υποδοχή κάνει για να καλέσει. Και τα κάλεσε. Είχε ετοιμασία και καθίσανε να φάνε. Ετότες επεταχτήκανε τα παλληκάρια και είπανε: «Η μάνα μας είναι στον νεροχύτη. Πάρτε την από κει». Την ξεσταίνουν από τον νεροχύτη. Τη φέρ-νουνε στο τραπέζι και φάγανε όλοι. Η μάνα του βασιλιά γίνηκε μπαρούτι. Και ζήσανε καλά και μεις καλύτερα.

ΛΦ 1872: Παραλλαγή που συλλέχτηκε από τη Χρυσανθακοποΰλου Βέλλη, το 1960, στα Τρόπαια Γορτυνίας.

Page 85: IAEN 23 Tale Types 1994

ΣΥΝΘΕΤΙΚΗ ΠΑΡΑΛΛΑΓΗ

Ι. Οι τρεις αδελφές συζητούν

α: Ένας βασιλιάς απαγορεύει στους υπηκόους του να ανάβουν φως τη νύχτα· α1 : ο βασιλιάς τριγυρνάει σε όλο του το βασίλειο· α2: βάζει στρατιώτες να παρακολου-θούν αν τηρείται η απαγόρευση.

β: Τρεις αδελφές συζητούν- β1 : και ανάβουν κρυφά φως· β2: και γνέθουν β3: είναι φτωχές και πρέπει να δουλεύουν συνέχεια· β4: οι δύο μεγάλες θέλουν να παντρευτούν κάποιον από το περιβάλλον του βασιλιά- β5: τον φούρναρη· β6: τον χασάπη· β7: άλλον· β8: θέλουν να παντρευτούν τον ίδιο τον βασιλιά και να του προσφέρουν διάφο-ρες υπηρεσίες- β9: η μια να του χορτάσει τον στρατό με λίγο ψωμί- β10: η άλλη να του ντύσει τον στρατό με ένα κουβάρι νήμα- β11: για να μην πεινάνε- β12: ημικρό-τερη θέλει να πάρει τον βασιλιά- β13: και να του κάνει υπέροχα παιδιά.

γ: Ο βασιλιάς- γ1: που έχει δει το φως και πλησίασε- γ2: που έχει πάει κυνήγι και τις συνάντησε· γ3: κρυφακούει τη συζήτηση· γ4: αφού κάποιος άλλος του αναφέ-ρει τη συζήτηση των κοριτσιών γ5: εκπληρώνει τις επιθυμίες των δύο μεγαλύτερων γ6: παντρεύεται τη μικρότερη· γ7: και παίρνει τις αδελφές στο παλάτι.

II. Η συκοφαντημένη σύζυγος

α: Το βασιλόπουλο φεύγει για τον πόλεμο κάθε φορά που η γυναίκα του γεννάει· α1: η πεθερά ζηλεύει τη νύφη.

β: Η κοπέλα γεννάει όπως το είχε υποσχεθεί· β1 : σε τρεις διαδοχικές γέννες- β2: αλλιώς· β3: δύο αγόρια· β4: και ένα κορίτσι- β5: τρία αγόρια- β6: με διάφορα χρυσά χαρακτηριστικά- β7: με ονόματα και λάμψη αστεριών β8: Ήλιος· β9: Φεγγάρι·

β10: Αυγερινός· β11: Πούλια· β12: Αστρο.

γ: Η πεθερά· γ1 : (και) οι αδελφές· γ2: με τη βοήθεια της μαμής· γ3: και άλλου προσώπου· γ4: αλλάζουν τα νεογέννητα- γ5: με διάφορα ζώα· γ6: σκύλο· γ7: γάτα· γ8: φίδι· γ9: χελώνα· γ10: περιστέρι· γ11 : άλλο· γ12: ή λένε ότι γεννήθηκαν πεθα-μένα- γ13: και ειδοποιούν το βασιλόπουλο.

δ: Τα παιδιά πετιούνται- δ1: στο νερό (θάλασσα, ποτάμι, λίμνη) μέσα σε ένα κα-σόνι - καλάθι ή μπαούλο- δ2: αλλού- δ3: τα παιδιά θάβονται- δ4: στον τάφο τους φυτρώνουν δέντρα.

ε: Το βασιλόπουλο συγχωρεί τη γυναίκα του στην αρχή - αλλά την τελευταία φορά· ε1: η κοπέλα φυλακίζεται- ε2: χτίζεται στο νεροχύτη και τρέφεται με τα βρώμικα

νερά και τα αποφάγια- ε3: τη βάζουν να βόσκει γαλιά- ε4: τη διώχνουν - ε5: άλλο.

Page 86: IAEN 23 Tale Types 1994

III. Οι περιπέτειες των παιδιών

α: Τα παιδιά τα μαζεύει και τα μεγαλώνει· α1: ένα πρόσωπο· α2: ένα ζώο· α3: τα ονόματα τους είναι ανάλογα με τις πόλεις όπου έλειπε ο βασιλιάς στον πόλεμο · α4: τα δέντρα που έχουν φυτρώσει στον τάφο των παιδιών α5: χαιρετάνε στο πέρα-σμα του βασιλιά· α6: η πεθερά δίνει διαταγή· α7: να τα κάνουν σανίδες για κρεβάτι· α8: που μετά δεν την αφήνουν να κοιμηθεί- α9: να τα κάψουν α10: οι σπίθες που ξεφεύγουν από τη φωτιά μεταμορφώνονται σε παιδιά- α11 : ο καλόγερος — ερημίτης θρέφει τα παιδιά με ισάριθμους καρπούς που του στέλνει ο Θεός- α12: τους χαρίζει μαγικά δώρα* α13: με ένα από αυτά χτίζουν παλάτι.

β: Τα παιδιά μένουν κοντά στο βασιλικό παλάτι· β1 : ο βασιλιάς τα συναντάει και του τραβούν την προσοχή· β2: στο κυνήγι· β3: τα προσκαλεί στο παλάτι· β4: το λέει στη μητέρα του.

γ: Εμφανίζεται μια γριά και πείθει την αδελφή ότι αν δεν αποκτήσει ορισμένα μα-γικά αντικείμενα δεν μπορεί να είναι ευτυχισμένη· γ1 : το αηδόνι ή άλλο πουλί· γ2: την Πεντάμορφη· γ3: άλλο- γ4: η γριά είναι η γυναίκα που ζηλεύει τα παιδιά- γ5: ή μια απεσταλμένη της- γ6: και ελπίζει ότι τα παιδιά θα χαθούν ψάχνοντας τα μαγικά αντικείμενα.

δ: Οι αναζητήσεις των αντικειμένων γίνονται διαδοχικά· δ1: τα αδέλφια ξεκινούν το ένα μετά το άλλο- δ2: έχοντας αφήσει στους άλλους ένα σημάδι ζωής.

ε: Συναντούν ένα πρόσωπο που τους δίνει οδηγίες· ε1: ένα γέρο· ε2: μια γριά· ε3: άλλον ε4: για το πως θα αντιμετωπίσουν τις δυσκολίες του ταξιδιού και της κατά-κτησης των αντικειμένων ε5: πρέπει να βοηθήσουν τη Λάμια που φουρνίζει με τα στήθη της· ε6: πρέπει να επαινέσουν τα ποτάμια (ή τις βρύσες)' ε7: να μην κοιτάξουν προς μια κατεύθυνση· ε8: να μην ξυπνήσουν τον φύλακα των αντικειμένων (που συνή-θως κοιμάται με ανοιχτά μάτια) · ε9: να δείρουν τον φύλακα των αντικειμένων ε10: να προλάβουν να πιάσουν το μαγικό πουλί· ε11 : να μοιράσουν σωστά κρέας και σανό ανάμεσα σε δύο ζώα- ε12: άλλο.

στ: Χάρη στις οδηγίες ο αδελφός (τα αδέλφια) πετυχαίνει(ουν) τον σκοπό του(ς) στην αρχή - στ1: την τελευταία φορά αποτυγχάνει(ουν) · στ2: μαρμαρώνει (ουν).

ζ: Η αδελφή ξεκινάει κι αυτή- ζ1 : ακολουθεί πιστά τις οδηγίες- ζ2: αποκτά το αντι-κείμενο (ή πρόσωπο)- ζ3: ξεμαρμαρώνει τα αδέλφια της· ζ4: και άλλους μαρμαρω-μένους· ζ5: ραίνοντάς τους με αθάνατο νερό· ζ6: ή με άλλο τρόπο.

η: Η Πεντάμορφη ακολουθεί τα αδέλφια· η1: παντρεύεται το μεγαλύτερο.

IV. Η αναγνώριση των παιδιών

α: Ο βασιλιάς προσκαλεί τα παιδιά στο παλάτι. β: Τα παιδιά μαθαίνουν την ιστορία τους· β1: από τον θετό γονιό τους· β2: από

Page 87: IAEN 23 Tale Types 1994

άλλον' β3: που τους συμβουλεύει πώς να συμπεριφερθούν στο παλάτι.

γ: Τα παιδιά στο παλάτι- γ1 : ζητούν να παρευρεθούν όλοι οι κάτοικοι του παλα-τιού ακόμη και η φυλακισμένη- γ2: η πεθερά θέλει να τα φαρμακώσει- γ3: αλλά δί-νουν πρώτα σε ζώα το φαί'· γ4: που ψοφούν ή αρνούνται να φάνε· γ5: τα παιδιά αρ-νούνται να καθήσουν στο τραπέζι αν δεν έρθει και η μητέρα τους να φάει· γ6: δίνουν στο βασιλιά να φάει κάτι που δεν τρώγεται και στην ερώτηση του «πώς είναι δυνατόν» τον ρωτούν πώς μπορεί μια γυναίκα να γεννά γατιά.

δ: Αναγνώριση- δ1 : διήγηση της ιστορίας των παιδιών (σαν παραμύθι με τις πόρ-τες κλειστές και να ακούν όλοι υποχρεωτικά)' δ2: αποκατάσταση της μητέρας· δ3: σκοτώνουν· δ4: την πεθερά· δ5: τη μαμή· δ6: τις αδελφές- δ7: αλογοσέρνουν· δ8: σκάει από το κακό της· δ9: τη διώχνουν.

Page 88: IAEN 23 Tale Types 1994

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΠΑΡΑΛΛΑΓΩΝ

ΗΠΕΙΡΟΣ

1. ΙΛ 857, 167-173, Δράγανη Θεσπρωτίας, «Διαταγή βασιλιά». I: β, β1, β2, β4, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β1 (ένα αγόρι και δύο κορίτσια), β6 (αγόρι με άστρο στο μέτωπο, κορίτσια με μισοφέγγαρο), γ, γ2, γ4, γ5, δ, δ2 (μέσα σε ένα θάμνο). III: α, α1 (ένας βλάχος), β1. IV: α, γ, γ2 (η κόρη του βλάχου που είναι μάγισσα δεν αφήνει να φάνε το φαρμακωμένο φαΐ), δ1 (η μάγισσα), δ2, δ3, δ4, δ5.

2. ΛΑ 510 Α, 13, Κόνιτσα, «Οι τρεις ορφανές». I: Αρχή το AT 510Α. II: α, α1, β, γ1, γ4, γ5, δ, δ2 (πετούν τα παιδιά από το παράθυρο), ε, ε4. III: α,

α1 (μια γριά που τα μεγαλώνει με το γάλα μιας γίδας). Η διωγμένη μητέρα καταφεύγει κι αυτή στη γριά· β2 (ο βασιλιάς αναγνωρίζει τα παιδιά του επειδή του μοιάζουν).

3. ΛΑ 510 Α, 21, Λεσινίτσα Ιωαννίνων, άτιτλο. I: Αρχή το AT 510Α. II: α, α1, β, γ1, γ4, γ5, δ, δ2 (σε ένα κούτσουρο), ε, ε4 (ντυμένη με τα ρούχα ενός

βοσκού και σώζει μόνη της το παιδί της). IV: Όταν μεγαλώνει το παιδί η μητέ-ρα το στέλνει στον πατέρα του που το αναγνωρίζει γιατί του μοιάζει· δ1, δ2.

4. ΛΑ 707, 5, Θεσπρωτία, «Τα ρηγμένα στο ποτάμι αδέλφια». I: β, β2, β4, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, β, β6 (το κορίτσι με τον ήλιο στο πρόσωπο, το αγόρι με το φεγγάρι στο μέτωπο), γ1, γ4, γ5, δ, δ1 (στο ποτάμι). III: α,

α1 (ασκητής). Οι κακές αδελφές βάζουν το κορίτσι να στείλει τον αδελφό της στου Τζιμ-Τζιμ τα βουνά να βρει γυναίκα. Με τις συμβουλές του αλόγου του περνά από την αλμυρή και την ξυνή βρύση που βουλιάζουνε και φτάνει στη γλυ-κειά βρύση και του Τζιμ-Τζιμ τα βουνά. Εκεί οι ξωτικές τον μαγεύουν και τον παίρνουν στο σπίτι τους, αλλά το άλογο ειδοποιεί την αδελφή. Αυτή παίρνοντας πρυόβολο και στερνάρι πηγαίνει και «τσακμακίζαντας και βγάζοντας φωτιές» φοβερίζει τις ξωτικές πως θα τις κάψει αν δεν της δώσουν πίσω τον αδελφό. Εκείνος πιάνεται από το φόρεμα της ξωτικιάς και την αναγκάζει να τον ακολου-θήσει. Με έναν λόγο της στρώνεται η καλύβα, έρχονται φαγητά και κάνουν το τραπέζι στο βασιλιά. Η ξωτικιά κλέβει το φόρεμά της και χάνεται από μπροστά τους. Την ξαναφέρνουν με το ζόρι πίσω· γ, γ1 (από το δέντρο που στη ρίζα του ανοιγοκλείνουν μαχαίρια), γ3 (και τον Τσίλι-Ντερελί). Με τη βοήθεια της ξωτικιάς το αγόρι τα καταφέρνει. IV: α, γ, δ1.

5. ΛΑ 707, 25, Δίβρη Ριζών Ιωαννίνων, άτιτλο. I: β, β2, β4, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β1, β7, β8, β9, β10, γ, γ4, γ5, γ6, γ7, γ11 (ποντίκι), δ, δ2 (σε κουφάλα δέντρου), ε, ε1. III: α, α1 (ο Θεός), β1 (τα παιδιά του διη-

Page 89: IAEN 23 Tale Types 1994

διηγούνται την ιστορία τους). IV: α (δοκιμάζουν τη μάνα αν αναγνωρίζει τα παιδιά της. Αυτά της φιλούν το χέρι), δ4 (στον φούρνο).

6. ΛΑ 1262, (ΣΜ 92), 27, Κόνιτσα, «Η κακιά γιαγιά». I: β, β2, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, γ, γ4, γ5, δ3 (στην κοπριά), δ4. III: α4, α5, α6, α9, α10 (αγγελούδια), β (στο δάσος), β1. /V: α, γ, γ2, γ3, γ4, δ, δ4, δ7.

7. ΛΑ 1263, (ΣΜ 93), δ5-δ8, Κόνιτσα, άτιτλο. I: β, β2, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, γ, γ4, γ5, γ6, δ, δ1, ε, ε5 (ρίχνουν την κοπέλα στο θηρίο που δεν την αγγίζει γιατί είναι αθώα). III: α, α1 (μυλωνάς), β1. IV: α, γ, γ2 (ο μυλωνάς φανερώνει τους σκοπούς της πεθεράς), δ1, δ2.

8. ΛΑ 1265, (ΣΜ 95), 21-22, Κόνιτσα, «Ο ήλιος και το φεγγάρι».Ι: β, β2, β4, β12, β13, γ, γ3, γ6, γ7. II: α, β, γ1, γ4, γ5, γ6, δ, δ1, ε, t l . III: α,

α1 (γέρος), β1. IV: α, γ, δ1.

9. ΛΑ 1293, (ΣΜ 123), 212-213, Ζαγόρι, «Οι τρεις αδελφές». I: Αδελφές φθο-νερές γιατί η μικρότερη παντρεύτηκε το βασιλόπουλο· β, γ1, γ4, γ5, γ6. III: α, α1 (βοσκός), β1. IV: α, γ, δ1, δ6, δ7.

10. ΛΑ 1295, (ΣΜ 125), 384-387, Ζαγόρι «Ο Κιτιρλέμης». I: β, β2, β3, β8 (να του φτιάξει μια σέλλα που να λάμπει, μια κασέλα να λάμπει), β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, β, β6, γ3 (κακιά υπηρέτρια), γ4, γ5, γ6, δ, δ1 (στη λίμνη), ε, ε1. III: α, α1 (ψαράς), γ, γ1, γ3 (τη μηλιά, τη βρύση και τον Κιτιρλέμη), γ4, γ6, ε, ε3 (άλογο-νοητάκι), ε4, ε12 (να κτυπήσει το μονόφθαλμο φίδι), στ. IV: α, γ, δ1 (ο Κιτιρλέμης).

11. ΛΑ 1296, (ΣΜ 126), 422-427, Μέτσοβο, «Τα τρία αστέρια». I: β, β2, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β10, β12, γ, γ4, γ5, γ6, γ7. III: Τα παιδιά τα σώζει η μαμμή· α3 (Πολίτης, Σμυρνιώτης, Βαβυλωνία), β1. IV: α, γ (ο βασιλιάς αναγνωρίζει τα παιδιά από τα ονόματά τους), δ2, δ4, δ8.

12. ΛΑ 1297, (ΣΜ 127), 508, Ζαγόρι, άτιτλο. I: β, β12, β13, γ, γ3, γ6, γ7. II: α, β, β7, β8, β12, γ1, γ4, γ6, γ7, 8. III: α, α1 (τσοπάνης), β1. IV: α, γ. γ2, γ3, γ4, δ.

13. ΛΑ 1306, (ΣΜ 136), 155-157, Λάιστα Ζαγόρι, άτιτλο. I: β, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, β, β7, β8, β9, β10, γ, γ4, γ6, δ3 (στην κοπριά), δ4. III: α4, α5, α6, α7, α8 (οι σανίδες του κρεβατιού μιλούν μεταξύ τους — σε πονεί αδελ-φέ; όχι γιατί κοιμάται επάνω μου ο πατέρας — σε πονεί αδελφή; ναι, γιατί κοιμάται η στρίγγλα η γιαγιά), α9, α10. Τα παιδιά κρύβονται σε μια κουφάλα δέντρου και τρώνε από τα στάχυα του βασιλιά. Ψάχνοντας τον κλέφτη βρίσκει τα παιδιά του. IV: δ, δ2, δ3, δ4.

14. ΛΑ 1308, (ΣΜ 138), 194-200, Ζαγόρι, «Η κακιά πεθερά». I: β, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, β, γ4, γ6, γ7, γ8, δ, δ1, ε, ε1. III: α, α1 (ψαράς), β1, β4, γ, γ1 (το χρυσό κλωνί με το πουλί που τραγουδάει ανθρώπινα), γ4, γ6,

Page 90: IAEN 23 Tale Types 1994

δ, δ1, ε, ε1, ε4, ε12 (να μην αντιμιλήσουν στις βρισιές των δράκων), στ2, ζ, ζ1 (βουλώνει τα αυτιά της με μπαμπάκι όπως τη συμβούλεψε η Οχιά), ζ2,

ζ3, ζ5. IV: α, γ, δ1 (το πουλί), δ2, δ4 (τη φυλακίζουν).

15. ΛΑ 2277Β', δ3-93, Ν. Ιωαννίνων, Κουτσόβλαχοι, άτιτλο. I: β, β2, β4, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β1, β6 (μ' άστρα στο μέτωπο και μισοφέγγαρο), γ, γ4, γ5, δ, δ2 (στο δάσος), ε, ε5 (τη θάβουν μέχρι τη μέση σε ένα σταυροδρό-μι και τη φτύνουν οι περαστικοί). III: α, α1 (ένας βλάχος), β, γ, γ2, γ3 (τον αργαλειό και τη μηλιά της Πεντάμορφης), γ4, γ6, δ, ε, ε2, ε4, ε12 (να βουλώ-σουν τα κυπρία (κουδούνια) της Πεντάμορφης), στ, η. IV: α, γ, γ2, γ3, δ1,

δ2, δ3, δ4, δ5.

16. ΛΑ 2302, 359-364, Δωδώνη, άτιτλο. I: β, β2, β4, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β1, β3, β4, β7, β8, β9, β11, γ, γ4, γ5, γ6, γ11 (γουρούνι), δ, ε, ε1. III: α, α1 (μυλωνάς), β1. IV: α, γ, δ (η μάνα αναγνωρίζει τα παιδιά της), δ1 (ο μυλωνάς), δ3, δ4.

17. ΛΦ 12, 56-64, Δωδώνη, άτιτλο. I: Τρία κορίτσια διώχνονται από την κακιά μητριά τους. Στην ερημιά παρουσιάζεται άγγελος και τους δίνει σπίτι να μεί-νουν β, β4, β7 (υπηρέτη, υπασπιστή), β12, β13, γ, γ4, γ5, γ6. II: α, β,

β1, β7, β8, β9, β12, γ (η κακιά μητριά ντύνεται μαμμή), γ4, γ5, γ6, δ, ε, ε1. III: α, α1 (καλόγερος), β1. IV: α, γ, γ1, δ1, δ2, δ3, δ4 (μητριά).

18. ΛΦ 15, 1-16, Δωδώνη, άτιτλο. I: β, β2, β4, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β7, β8, β9, γ3 (κακοί άνθρωποι), γ4, γ5, δ, δ1 (θάλασσα), ε, ε1. III:

α, α1 (μάγος), α12 (βέργα που τη χτυπούν τρεις φορές στο μνήμα του και τους δίνει συμβουλές, τρίχα που την καίνε και έρχεται άλογο φτερωτό), α13 (με χρήματα που τους δίνει ο μάγος), β, β1, γ, γ1 (καρδερίνα), γ2, γ3 (στον αρ-γαλειό της), γ4, γ6, ε, ε2, ε4, ε12 (τρώει τρεις μέρες μόνο βραστά αυγά και έτσι δεν μαρμαρώνει), στ, η. IV: α, γ, δ1, δ2 (τιμωρία των κακών).

19. ΛΦ 191, 5-7, Μεσούντα Τζουμέρκας, «Οι τρεις αδελφές». I: Οι δύο μεγάλες αδελφές ρωτούν τον ήλιο ποια είναι η ομορφότερη και εκείνος απαντά: «η πιο μικρή». Την ζηλεύουν. Το βασιλόπουλο θέλει να την παντρευτεί αλλά ντύνουν τη δεύτερη νύφη. Το καταλαβαίνει αργότερα και παίρνει τη μικρή. Η πεθερά τη μισεί. II: α, α1, β, β3, β4, β7, β9, β10, β11, γ, γ4, γ6, γ11 (αρκουδίτσα, γουρουνάκι), δ, δ2 (στην κουφάλα ενός δέντρου). Το βασιλόπουλο παρόλα αυ-τά δεν διώχνει τη γυναίκα του γιατί την αγαπάει. III: α, α1 (γέρος που τους πηγαίνει τροφή). Κυνηγοί βρίσκουν τα όμορφα παιδιά στο δάσος και τα καλούν σε έναν γάμο στο χωριό. IV: δ, δ1, δ2, δ3 (το βασιλόπουλο με ένα τσεκούρι «κόβει κομμάτια τη μητέρα του και την στήνει στα παλούκια»).

20. ΛΦ 217, 1-2, Τζουμέρκα, άτιτλο. I: β, β4 (πλούσιο, όμορφο), β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β1, β7, β8, β9, β11, γ, γ4, γ5, γ6, γ7, γ11 (γουρουνά-κι), δ, δ1, ε, ε2. III: α, α1 (γριούλα), β1. IV: α, γ, δ, δ1, δ2, δ3, δ4.

Page 91: IAEN 23 Tale Types 1994

21. ΛΦ 557, 1 -2, Βίγλα Τζουμέρκας, «Ο βασιλιάς και τα τρία κορίτσια». I: Ήταν ένα βασιλόπουλο που το αγάπαγαν όλες οι κοπέλες· β, β8, β12, β13,γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β1, β6 (τρία παιδιά «με τ' αστέρι στα μαλλιά»), γ, γ4, γ5, δ, δ2, (κουφάλα δέντρου), ε, ε4, (τη χωρίζει). III: α, α1 (τα ταΐζει ο θεός, τα μαζεύει η γριούλα), β1. IV: α, β, β2 (από τη μοίρα τους), β3, γ, γ2 (τα παιδιά τρώνε μόνο από το πιάτο του βασιλιά), δ, δ1, δ2, δ3, δ5.

22. ΛΦ 786, 39-41, Τζουμέρκα, άτιτλο. I: β, β2, β8, β9, β10, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β1, β3, β4, β7, β8, β10, β11, γ, γ4, γ5, γ6, γ7, γ8, δ, δ2 (κουφάλα δέντρου), ε, ε5 (τη θάβουν ζωντανή). III: α, α2 (ελαφίνα τα βυζαίνει), β1, β2. IV: Περνάνε όλοι μαζί από το νεκροταφείο και το μαγικό πουλί το Μπερμπιλαηδόνι κάθησε στον τάφο της μάνας τους και τραγουδούσε: «βίρι-βίρι βασιλιά, κάπου εδώ είν' η μάνα σας παιδιά». Την ξεθάβουν και αυτή αναγνώρισε τα παιδιά της· δ3, δ4 (την αλέθουν στον μύλο και φτιάχνουν κόκκι-νο πιπέρι).

23. ΛΦ 789, 19-22, Δωδώνη, «Ο βασιλιάς και τα τρία κορίτσια». Ι: Ένας βασι-λιάς φτωχός δεν έχει να προικίσει τα κορίτσια του. Τους χτίζει από έναν πύργο. Περνάει ένα βασιλόπουλο που ψάχνει για νύφη και ακούει τις προτάσεις τους· β9, β10, β12, β13, γ, γ6. II: α, α1, β, β1, β3, β4, β7, β8, β9, β11, γ, γ4, γ5, γ6, γ7, δ, ε, ε1. III: α, α2 (αετός πούχει τη φωλιά του σε ένα στύλο με φως στην ακροθαλασσιά. Από κει τα παίρνει ένας ψαράς), β1. IV: α, γ, γ1, γ2, γ3, γ4, δ («αν είσαι μάνα μας να ξεμαλλιάσεις», γιατί στη φυλακή είχε γίνει μαλλιαρή), δ2, δ3, δ4.

24. ΛΦ 897, 7-10, Αρτα, «Η κακιά πεθερά». Ι: Ένα βασιλόπουλο στο κυνήγι ακούει γυναικείο τραγούδι. Η κοπέλα που τραγουδά λέει πως θα γεννήσει θαυ-μαστά παιδιά. Την παντρεύεται. II: α, α1, β, β1, β7, β8, β9, β12, γ, γ4, γ5, δ, δ1, ε, ε5 (με τα σκυλιά). III: α, α1 (η Χάρις), β1, β2. IV: α, β, β1, β3, γ, γ2, γ3, γ5 , 8 , δ1, δ2 , δ3 , δ4.

25. ΛΦ 1023, 1-2, Μέτσοβο, «Το βασιλόπουλο και η έμορφη ορφανή». I: Mια όμορφη ορφανή υφαίνει τα προικιά της. Περνάει ένα βασιλόπουλο χωρίς να της δώσει σημασία και αυτή θυμωμένη στέλνει το μαγικό βελόνι της να τον φέρει πίσω. Με τη σαΐτα της στολίζει τον πύργο της· γ6. II: α, α1, β (ένα αγόρι και ένα κορίτσι με ένα αστέρι στο μέτωπο), δ, δ1, ε, ε1. III: α, α1 (ψαράς), β, β1, γ, γ2, γ3 (μήλο, χρυσοπράσινο άλογο), γ6, δ· το άλογο βοηθάει στην κατάκτηση των ζητούμενων· η. IV: α, γ, δ, δ2.

26. ΛΦ 1493, 1-3, Μαργαρίτι Θεσπρωτίας, άτιτλο. II: α, α1, β, β6, γ, γ2, γ4, γ7, δ, δ2 (σε μια χαράδρα), ε, ε5 (τη δένουν σε έναν στύλο και τη φτύνουν). II: α, α1 (βοσκός, τα βυζαίνει γίδα). Όλοι καλοτυχίζουν το βοσκό για τα όμορφα παιδιά. Το μαθαίνει και ο βασιλιάς, ζηλεύει και θέλει να τα σκοτώσει. IV: α, β, β2 (από ένα περιστέρι), β3, γ, γ2 (ο πατέρας τους), γ3 (τρώνε από το πιάτο του), γ1, δ1, δ2.

Page 92: IAEN 23 Tale Types 1994

27. Dozon, 7-15, 2, Ιωάννινα, «Οι ζηλιάρες αδελφές». I: β, β8, β9, β10, β12, β13, γ, γ3, γ6, γ7. II: α, β, β2, β7 (με άστρα στο μέτωπο και το φεγγάρι στους ώμους), γ1, γ4, γ5, δ, δ1. III: α, α1 (μυλωνάς), α12 (χαλινάρι που εκτελεί κάθε επιθυμία, δύο άλογα), β (ανοίγουν καφενείο κοντά στο παλάτι),

β1, γ, γ2, γ3 (μαντήλι, λουλούδι πεντάμορφης), ε, ε3 (τρεις λάμιες), ε4, ε8, ε11, ε12, η. IV: α, γ, γ2, γ3, γ4, δ1, δ2, δ6, δ7.

28. Hahn,2, 287, αρ. 69, Ιωάννινα, «Αυγερινός και Πούλια». I: β, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, γ, γ4, γ5, δ, ε, ε2 (τοίχο). III: α, α1 (τα μεγαλώνουν δράκοι και μετά μια γριά). Μια χούφτα φλουριά βγαίνουν κάθε πρωί από το προσκέφαλο τους· γ, γ2, γ3 (το φτερωτό άλογο), γ4, γ6, στ, η. IV: α, γ,

δ1 (από την Πεντάμορφη), δ2.

29. Χρηστοβασίλης, 58-68, άτιτλο. I: β, β2, β4, β12, β13, γ, γ3, γ6, γ7. II: α, β, β1, β3, β4, β6, γ1, γ4, γ5, δ, δ1, ε, ε1. III: α, α1 (μυλωνάς), α12 (χαλινάρι), α13, β, β1, γ, γ2, γ3 (μαντήλι, λουλούδι Πεντάμορφης), γ4, γ6, δ, δ1, ε (με τη βοήθεια του αλόγου), ε3 (τρεις λάμιες), ε8, ε11, η. IV: α, γ, δ1, δ2.

30. Ηπειρ. Εστία, Δ', 1955, 41-42, Ζαγόρι, «Η χηνοβοσκού». I: β, β2, β4, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β7, β10, β11, β12, γ, γ4, γ5, γ6, γ7, γ8, δ3,

δ4, ε, ε3. III: α4, α6 (να τα κόψουν, πετάγονται σταλαγματιές αίμα μέχρι το βουνό και γίνονται παιδιά. Ο Θεός τους χτίζει παλάτι), β1, β2. IV: α, γ, γ2, γ3, δ1 (από τη χηνοβοσκού), δ2.

ΘΕΣΣΑΛΙΑ

31. ΛΑ 2301, 178-182, Καρδίτσα, άτιτλο. I: β, β4, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β1, β8, β9, β10, γ, γ4, γ5, γ6, γ7, γ11 (γουρουνάκι), δ3 (στην κοπριά), δ4, ε, ε2. III: α, α6, α7, α8, α9, α10, β1. IV: α, γ, γ1, δ1, δ2,

δ3, δ4.

32. ΛΑ 2301, 285-294, Καρδίτσα, «Το χρυσόν το δέντρον». I: β, β4, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β2 (39 αγόρια και ένα κορίτσι με μια γέννα), γ, γ2, δ, δ1 (μέσα σ' ένα καλάθι στη θάλασσα), ε3. III: Τα παιδιά μεγαλώνουν αγα-πημένα και διασκεδάζουν με τους χορούς και τα τραγούδια τους την πόλη· β1, β4, γ, γ1, γ3 (στη Λάμια που τραγουδάει και τρέμει η γη, το χρυσό δέντρο που τα φύλλα του χορεύουν), γ4, γ6, δ, ε, ε1, ε4, ε8, ε12 (να διαβάζουν βιβλίο ανάποδα για να τους υπακούσει η Λάμια, να της αρπάξουν τη σκούπα και την μπουκάλα και να τη σύρουν από τα μαλλιά). IV: α, γ, δ1 (το αηδόνι), δ2, δ4, δ9.

33. ΛΑ 2301, 444-448, Καρδίτσα, άτιτλο. I: Η φτωχοπούλα λέει στο βασιλιά πως θα του κάνει θαυμαστά παιδιά. II: α, α1, β, β7, β10, β11, γ, γ2, γ4,

Page 93: IAEN 23 Tale Types 1994

γ5, δ, ε, ε2. III: α, α1 (δράκος, μετά χρυσικός υιοθετεί τον Αυγερινό), β1 (και του βάζει ζητήματα), γ2, γ3 (σκοτώνει τον ανίκητο Αράπη), ε, ε3 (δρά-κο) , ε4 (με τη βοήθεια του αλόγου), στ, ζ3 (ξεμαρμαρώνει ένα στρατό βασιλό-πουλα) , η. IV: α, γ, γ1, γ2, γ3, δ (βγάζουν τα μαντήλια από το μέτωπό τους και φανερώνεται η λάμψη τους) δ2, δ3, δ4, δ5.

34. ΛΑ 2780, 161-165, Μαυρομάτι Καρδίτσας, άτιτλο. I: β,·β2, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β1, β7, β8, β10, β11, γ, γ2, γ4, γ5, γ6, γ7, γ11 (γου-ρούνι), δ, δ1 (θάλασσα), ε, ε2. III: α, α1 (γέρος), β1. IV: Ο βασιλιάς τυχαία μαθαίνει την ιστορία των παιδιών και καταλαβαίνει την αλήθεια· δ3, δ4, δ5.

35. ΛΦ 133, 1-7, άτιτλο. I: α1, α2, β, β3, β4, β5, β6, β11, β12, β13, γ, γ1, γ3, γ5, γ6, γ7. II: α, β, β6, γ1, γ4, γ5, γ6, γ7, γ11 (ποντικάκι), δ, ε, ε5 (τη βάζει σε κλουβί και τη φτύνουν). III: α, α1 (ο κηπουρός του βασιλιά), γ, γ3 (το ασημένιο νερό, το πουλί που μιλάει, το δέντρο που παίζει μουσική), γ4, γ6, δ, δ1, δ2 (μαχαίρι που στάζει αίμα, περιδέραιο με χάντρες), ε, ε1, ε4, ε7, στ2, ζ (συναντάει και η κόρη, ντυμένη αντρικά, τον γέρο και του κόβει τα γένια για να μπορεί να μιλήσει. Της εξηγεί πώς μαρμάρωσαν τα αδέλφια της και εκείνη βρίσκει τη λύση να βουλώσει τα αυτιά της με κερί για να μην ακούει τις φοβερές φωνές. Ο γέρος καταλαβαίνει πως είναι γυναίκα γιατί άν-δρας δεν έχει μπορέσει να σκεφτεί τόσο^έξυπνη λύση), ζ1, ζ2, ζ3, ζ4, ζ5 (φυτεύει μετά στον κήπο της το κλωνί από το δέντρο και φτιάχνει συντριβάνι με το αση-μένιο νερό). IV: Καλούν τον βασιλιά στο σπίτι τους που μαγεύεται από όλα αυτά. Το πουλί που μιλάει λέει στην κόρη να ετοιμάσει αγγουράκια γεμιστά με μαργαριτάρια φαγητό για τον βασιλιά· γ6, δ, δ2, δ4, δ7.

36. ΛΦ 163, 1-4, Αγιά, άτιτλο. I: α2, β, β2, β3, β9, β10, β12, βΙ3, γ, γ4, γ5 (παντρεύεται με τη σειρά τις δύο μεγάλες και τις χωρίζει γιατί είπαν ψέματα), γ6, γ7. II: α, β, β7, β8, β9, γ1, γ4, γ5, γ6, γ7, δ, δ3 (θάβονται ζωντανά), δ4, ε, ε3 (και παντρεύεται πάλι τη μεγάλη αδελφή). III: α4, α5, α6, α7, α8, α9, α10 (μένουν δύο κάρβουνα που δεν σβήνουν τα πετούν στο ποτάμι σε μια κάσα και τα βρίσκει ένας ψαράς), α13, β. IV: Ο γιός πηγαίνει και βρίσκει τον πατέρα του· γ1, δ2, δ3, δ6.

37. ΛΦ 371, 12-15, Πήλιο, «Η Σταχτομάρω». I: Αρχή όπως AT 510Α. II: α, β, β1, β3, β4, β7, β8, β9, β12, γ1, γ4, γ5, γ6, γ7, γ8, δ, δ1, ε, ε1. III: α, α1 (γέρος), β1. IV: α (το καλεί στον γάμο του), γ, δ, δ1, δ2, δ6, δ7.

38. ΛΦ454,12-15, Παραπόταμος Τρικάλων, «Οι ορφανές κόρες». I: Ένα αντρό-γυνο είχε τρεις κόρες και ήθελε πολύ να αποκτήσει αγόρι. Μετά από χρόνια απελπισίας οι γονείς έπεσαν και πνίγηκαν και άφησαν τα τρία κορίτσια ορφανά να ξενοδουλεύουν για να ζήσουν· β, β4, β5, β7 (ξενοδόχο), β11, β12 (τον ομορ-φότερο άνδρα του κόσμου), β13. Ένας φούρναρης, ένας ξενοδόχος και ο ωραιό-τερος άντρας του κόσμου έτυχε να περνάνε εκείνη την στιγμή απέξω άκουσαν

Page 94: IAEN 23 Tale Types 1994

τις ευχές των κοριτσών και τις παντρεύτηκαν. II: β, β3, β6, γ, γ4, γ5, δ, δ1, ε, ε5 (τη δένει στον παραστάτη της εξώπορτας). III: α, α1 (καραβοκύρης). IV: β, β1 (και ξεκινούν να βρουν τους γονείς τους. Βρίσκουν τη μάνα τους δεμέ-νη στην πόρτα και τα αναγνωρίζει), δ1, δ3, δ4.

39. ΛΦ 715, 53-56, Αργιθέα Καρδίτσας, «Ο ήλιος, το Φεγγάρι, η Πούλια». I: AT 883Α. Ένας δράκος, μια βασιλοπούλα. Εκείνη καταφέρνει να το σκοτώσει και να γυρίσει στο σπίτι της αλλά ο πατέρας της δεν τη θέλει ατιμασμένη και βάζει τον αδελφό της να τη σκοτώσει και να του φέρει ένα ποτήρι με αίμα της να το πιεί. Ο αδελφός τη λυπάται της κόβει μόνο ένα δάχτυλο και την αφήνει στο δάσος. Η κοπέλα αγριεύει και βγάζει παντού τρίχες, έως ότου τη βρίσκει ένα βασιλόπουλο και την παίρνει σπίτι του την περιποιείται και όταν ξανά ομορ-φαίνει την παντρεύεται. II: α, α1, β, β1, β3, β4, β7, β8, β9, β11, γ, γ4, γ5, δ, δ1. III: α, α1 (παπάς που τα τρέφει με το γάλα της γίδας του). IV: Ο μεγά-λος γιός γίνεται ξακουστός κιθαρίστας· α, γ, δ1 (η μάνα των παιδιών κλείνει όλες τις πόρτες για να μην φύγει κανείς και διηγείται την ιστορία της), δ2, δ3, δ4.

40. ΛΦ 715, 57-62, Καρδίτσα, «Η Πεντάμορφη». I: α2, β, β1, β2, β3. Και οι τρεις θέλουν να του κάνουν υπέροχα παιδιά. Παντρεύεται την πρώτη. II: α,

α1, β, β7, β8, γ, γ4, γ5, γ6, δ (το στέλνει σ' ένα νησί), ε, ε1. III: Το παιδί μεγαλώνει κι έρχεται στην πολιτεία. Η γιαγιά του η βασίλισσα το στέλνει να φέρει· γ2, γ3 (ένα άγριο άλογο). Τα καταφέρνει. IV: γ, δ, δ1, δ2, δ3, δ4.

41. ΛΦ 666, 23-25, Μαυρομάτι Καρδίτσας, «Η νύφη και η κακιά πεθερά της». I: α, α1, β, β1, β2, β3, β4, β5, β7 (μπακάλη), β11, β12, β13, γ, γ1, γ3, γ6. II: α, α1, β, β1, β7, β9, β10, β11, γ, γ4, γ5, γ6, γ7, γ8, δ, δ1, ε, ε5 (τη θάβουν ζωντανή, με το κεφάλι της έξω και όλοι τη φτύνουν). III: α, α1 (ψαράς με τη γυναίκα του). IV: γ (αρνιούνται να φτύσουν τη μητέρα τους), δ, δ1, δ2, δ4 (την αλέθουν ζωντανή στο μύλο).

42. ΛΦ666, 5-7, Μαυρομάτι Καρδίτσας, «Ο βασιλιάς». Συμφυρμός με AT 403Β. Ένας χήρος βασιλιάς με μια κόρη ξαναπαντρεύεται και κάνει άλλο ένα κορίτσι. Οι δύο «μηλαδελφές» δεν αγαπιούνται. Η πρώτη παντρεύεται ένα βασιλόπου-λο. II: α, β, β7, β8, β10, β11, γ2, γ4, γ5, δ, δ1 (ποτάμι). Η μηλαδελφή της βασίλισσας μεταμφιεσμένη σε ζητιάνα μπήγει μια βελόνα στο κεφάλι της λεχώνας και την κάνει πουλί. Παίρνει τη θέση της. Το πουλί φωνάζει τα παιδιά του, το σφάζει και από τα κόκκαλά του φυτρώνει μια ροδιά που χαϊδεύει τον βασιλιά. Την κόβουν. Τα ξύλα τα παίρνει η γριά πούχει πάρει τα παιδιά σπίτι της. Με την πρώτη τσεκουριά βγαίνει η βασίλισσα. Ο βασιλιάς τους συναντά και τους αναγνωρίζει.

43. ΛΦ 1022, 1-4, Αμπελάκια, «Η Πούλια, ο Αυγερινός και το Φεγγάρι». II: α, α1, β, β1, β7, β9, β10, β11, γ, γ2, γ4, γ5, ε, ε2 (στο τέλος τη διώχνουν). III: α, α1 (η μαμμή που τα λυπήθηκε τα εμπιστεύτηκε σε μια μάγισσα). Η

Page 95: IAEN 23 Tale Types 1994

διωγμένη μητέρα τους φτάνει στον πύργο της Ντιζέλ-Ντουνιά και μεταμορφώ-νεται, το ίδιο και ο βασιλιάς που μαθαίνει από τα παιδιά του την αλήθεια πάει να τη σώσει. Ακολουθούν τα δύο αγόρια και τέλος η Πούλια καταφέρνει να ξε-μαρμαρώσει όλη της την οικογένεια.

44. ΛΦ 1030, 1-5, Καρδίτσα, «Η μηλιά της οποίας τραγούδαγαν τα φύλλα και χόρευαν τα μήλα». Ι: α, β, β1, β2, β3, β4, β5, β6, β11, β12, β13, γ, γ4, γ5, γ13, δ, δ2 (κουφάλα δέντρου), ε, ε1. III: α, α1 (γέρος «προφανώς ο Χρι-στός»). Ο βασιλιάς ξαναπαντρεύεται και καλεί όλο τον κόσμο. Πάνε και τα τρία παιδιά. Η γιαγιά τους τάχα άρρωστη τα στέλνει να φέρουν τη μηλιά τη μαγική· δ, δ1, ε, ε1, ε4, ε8, στ2, ζ, ζ1, ζ2, ζ3, ζ5. IV: γ, δ1 (από πουλάκι με ανθρώπινη λαλιά), δ2, δ3, δ4, δ5.

45. ΛΦ 1263, 21-26, Βολκάνο Τρικάλων, άτιτλο. I: β, β2, β4, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β7, β9, γ, γ4, γ5, γ6, γ7, δ, δ1 (στη ρεματιά), ε, ε5 (τη σκοτώνει). III: α, α1 (γέρος, γριά), α2 (γίδα), γ, γ3 (τ' αθάνατο νερό, του Ήλιου το γάλα), γ4, γ6, ε, ε1, ε4, ε5, ε6, στ. IV: α, γ, δ1. Με το αθάνατο νερό ανασταίνουν τη μητέρα τους.

46. ΛΦ 1412, 1-2, Τρίκαλα, «Ο Τσαμ-Καρακλής». I: Ένας βασιλιάς συναντά τη Φωτούλα στο δάσος και της ζητάει να τον παντρευτεί. II: α, α1, β, β1, β7, β8, β9, β12, γ, γ3 (της αραπίνας υπηρέτριας Χαμπεμπέ), γ4, γ5, δ, δ2 (στη φωλιά του αετού), ε, ε1. III: α, α2 (ο αετός ο Τσαμ-Καρακλής). IV: Η Χαμ-πεμπέ η υπηρέτρια ομολόγησε στον βασιλιά τι είχε κάνει και πήγαν στη φωλιά του αετού και βρήκαν τα παιδιά. Ο Τσαμ-Καρακλής πήγε κι αυτός στο παλάτι γιατί δεν ήθελε να τα αποχωριστεί - δ3, δ4.

47. ΛΦ 1630, 10-11, Καρδίτσα, «Ο Αυγερινός και η Πούλια». I: α, α1, β, β1, β2, β3, β8, β10. β11, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β7, β10, β11, γ, γ4, γ5, δ, δ1, ε, ε1 . III: α, α1 (μυλωνάς), β1. IV: α, γ, δ1 (μια μάγισσα), δ2.

48. ΛΦ 1682, 14, Αργιθέα Καρδίτσας, «Η θεμελιωμένη». I: α1, β, β3, β8, β9, β10, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β1, β7, β8, β9, β10, γ, γ4, γ5, δ,

δ1 (στο βουνό), ε, ε2. III: β1. IV: α, γ, γ2 (αρνούνται να φτύσουν τη μάνα τους), δ1, δ2, δ3, δ4.

49. ΣΠ 65, 41-43, Τρίκαλα, άτιτλο. Ι: β, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, γ, γ4, γ5, δ3, δ4. III: α4, α6, α9, α10, α13, β1. IV: α, γ, γ2, γ3, δ, δ1 (η μάνα), δ2, δ3, δ4.

50. ΣΠ 65, 61-64, Τρίκαλα, άτιτλο. I: β, β12, β13, γ, γ2, γ6. II: α, α1, β, β6 (τον ήλιο πρόσωπο και το φεγγάρι αστήθι), γ, γ4, γ5, δ, δ1 (θάλασσα). III: α, α1 (ασκητής), α2 (λαφίνα τα βυζαίνει), γ, γ1 (Πιρπίλ Χελιδόνι), γ4, γ6, δ1, δ2 (δαχτυλίδι που μαυρίζει), στ2, ζ, ζ1 (πετάει τα μήλα και πετυχαίνει το χελιδόνι), ζ2, ζ3. IV: α, γ, δ1 (το Πιρπίλ), δ2.

Page 96: IAEN 23 Tale Types 1994

51. ΣΠ 74,9-10, Πρόπαντο Πηλίου, «Τα τρία κορίτσια». I: β, β2, β4, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β7, β8, β9, β10, γ, γ4, γ5, δ, ε, ε3. III: α, α2 (ένας αητός τα παίρνει και τα πάει πάνω σ' έναν πλάτανο και λάμπει ο κόσμος). Ο βασιλιάς τα κατεβάζει με τη βοήθεια μιας γριάς που κάνει πως δεν μπορεί να κοσκινισει σωστά το αλεύρι της. IV: α, γ. Τα παιδιά ρίχνουν χρυσά μήλα και σ' όποιον πάνε είναι η μάνα τους και ο πατέρας τους. Πέφτουν στα πόδια της χηνούς και του βασιλιά· δ4, δ7.

ΘΡΑΚΗ

52. ΛΑ 707, 7, Σκοπός 40 Εκκλησιών, άτιτλο. I: β, β2, β4, β12, β13, γ, γ3, γ6, γ7. II: α, β, β1, β6, γ1, γ4, γ5, γ6, δ, δ2 (δάσος), ε, ε2. III: α, α1 (μάγισσα), α2 (τα βυζαίνει ελαφίνα), β1. IV: α, β, β1 (από τη μάγισσα), γ, Tl. Τ2·

53. ΛΑ 707, δ, Γέννα 40 Εκκλησιών, «Η Γκιουζέλ Ντουνιά». I: β, β2, β4, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β1, β7, β8, β9, β10, γ, γ4, γ5, δ, δ2 (βουνό), ε, ε1 .III: α, α1 (τσομπάνης), α13, β, β1, β4, γ, γ2, γ3 (φίλντισι για το παλά-τι τους, τρία μήλα χρυσά), γ4, γ5, γ6, ε, ε4, στ, η. IV: α, β, β1 (από μια μάγισσα), γ, δ (η Γκιουζέλ Ντουνιά συμβουλεύει τα παιδιά να ρίξουν τα χρυσό-μηλα στην ποδιά της γυναίκας που είναι δεμένη κάτω από τη σκάλα), δ1, δ2,

δ3, δ4.

54. ΛΑ 707, 9, Αίνος, «Τ' αγιόματα παιδιά». I: β, β2, β4, β12, β13, γ, γ3, γ6, γ7. II: α, β, β1, β6 (αγιόματα, αγιόφρυδα, αγιοκωνσταντινάτα παιδιά),

γ1, γ4, γ5, δ, δ1 (ποτάμι), ε, ε3 (χήνες). III: α, α1 (ασκητής), α3 (ο ασκη-τής τα ονομάζει «Ποτάμη» και «Ποταμιάς» από το μέρος όπου τα βρήκε), β, γ, γ1 (βενέτικος καθρέφτης που κρεμότανε στη χρυσή μηλιά με τ' αηδόνια), γ3 (τη χρυσή μηλιά, τον Τινελερώνη τον δράκο που τα φύλαγε τη μηλιά και τη γυναίκα του την Κυρά Καζιλαρή), γ6, ε (τον ασκητή), ε4, στ. IV: α, γ,

δ1 (από την κυρά Καζιλαρή), δ2, δ3, δ6.

55. ΛΑ 707, 24, Σουφλί, «Οι τρεις αδελφές». I: β, β2, β3, β4, β5 (μάγειρα), β7 (ράφτη), β9, β10, β12, β13, γ, γ3, γ5, γ6, γ7. II: α, β, β1, β6 (τα παιδιά όταν γελούν πέφτουν τριαντάφυλλα, όταν κλαίνε μαργαριτάρια) γ1, γ4, γ5, γ6, γ8, δ, δ2 (από το παράθυρο μέσα σε μια κάσα), ε, ε5 (την κλείνουν σε μια κάσα). Ο βασιλιάς παντρεύεται την αδελφή της γυναίκας του. III: α, α1 (μια γριά), α12 (άλογο - σύμβουλο), γ, γ1, γ2 (την Ζιλφίσια), γ3 (το ασύν-τυχο νερό, το δέντρο που κυματίζει, τον καθρέφτη της Ζιλφίσιας), γ4, γ6, δ,

δ1, δ2, ε, ε3 (το άλογο), ε4, ε6 (το στραβό ρεματάνι, τη στραβή πόρτα, το αγκάθι να το πουν τριαντάφυλλο), στ, στ1, στ2, ζ, ζ1, ζ2, ζ3, ζ4, ζ5, η. IV: α, γ, γ2, γ3, δ1 (η Ζιλφίσια), δ2, δ3, δ6.

Page 97: IAEN 23 Tale Types 1994

56. ΛΑ 707, 26, Σουφλί, «Ο ήλιος και το φεγγάρι». I: β, β2, β8, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, β, β7, β8, β9, γ2, γ4, γ5, γ6, γ7, δ, ε, ε5 (την πετούν σε έναν λάκκο). III: α, α1 (σιδεράς), β1. IV: α, γ. Ρίχνουν τριαντάφυλλα αντί πέτρες στον λάκκο που είναι η μητέρα τους· δ, δ1, δ2.

57. ΛΑ 1249, (ΣΜ 79), 17-18, Αλεξανδρούπολη, «Ο ήλιος και το φεγγάρι». I: β, β2, β3, β4, β12, β13, γ, γ5, γ6. II: α, β, β7, β8, β9, γ, γ4, γ5, δ, δ2 (στον τενεκέ των σκουπιδιών), ε, ε1. III: α, α1 (τσομπάνης), β1. IV: α, γ,

δ1 (ο τσομπάνης), δ2.

58. ΛΑ 2343,441 -446, Μάκρη Αλεξανδρουπόλεως, «Ο βασιλιάς και τα τρία κορί-τσια ». I: β, β2, β3, β4, β5, β7 (αμαξά), β11, β12, β13, γ, γ3, γ5, ε, ε1. III: α, α1 (δράκος), β, β1. IV: α, γ, γ2, γ3, δ1 (από το κορίτσι), δ2, δ6, δ7.

59. ΛΦ 1249, 31-33, Ορεστιάδα, «Οι ζηλιάρες αδελφές». I: Εναν καιρό ένας βα-σιλιάς πήρε τρεις αδελφές. Τη μια τόσο την αγάπησε που την πήρε γυναίκα. II: β, γ1, γ4, γ5, γ6, δ, δ1 (μέσα σε μια κοπανούδα στη θάλασσα). III: α,

α1 (γέρος). Το αγόρι ξεκινάει μόνο του για περιπέτειες. Ψάχνει να βρει· γ1, γ3 (χρυσό μήλο), δ1, ε, ε1, ε7, στ2, ζ, ζ1, ζ2, ζ3. IV: Ο βασιλιάς πάει στο σπίτι των παιδιών και το πουλί φωνάζει «κρα κρα αυτά είν' τα πιδιά σ' βασιλιά που τάρριξαν αυτές μέσ' την θάλασσα»· δ, δ1, δ2.

60. ΛΦ 1292, 3-6, Ηράκλεια, «Το αίμα νερό δεν γίνεται». I: Ένας βασιλιάς που όσες γυναίκες κι αν έπαιρνε δεν μπορούσε να αποκτήσει διάδοχο· α2 (μια κοπέ-λα λέει πως θα του κάνει δίδυμα αγόρια), γ6. II: α, α1, β, γ, γ4, γ5, γ6, δ, δ2 (δάσος, μέσα σ' ένα χράμι), ε, ε1 (στο υπόγειο με τα σκυλάκια). III: α, α1 (βοσκός). Ο βασιλιάς γυρνάει από τον πόλεμο και αποφασίζει να κρεμά-σει τη γυναίκα του. Τα παιδιά πάνε και την περιποιούνται. Ο βοσκός φέρνει το χράμι με τη βασιλική σφραγίδα· δ, δ1, δ2.

61. Αρχείο Θρ. Θησ., Ε΄, 171-174, Σκοπός 40 Εκκλησιών, «Η φτωχοκόρη που έγινε βασίλισσα». I: α1, β, β2, β3, β4, β7 (βεζύρη, πασά), β12, β13, γ, γ3, γ5, γ6. II: α, α1, β, β7, β8, β9, β12, γ, γ4, γ5, γ6, γ7, γ8, δ. III: α, α1, γ, γ1 (το πουλί που χωρατεύει), γ4, γ6, δ1, ε, ε1, ε4, ε7, στ2, ζ (επανεί τις ψείρες του γέρο-νάνου και της δίνει συμβουλές), ζ1, ζ2, ζ3. IV: α, γ, δ, δ2.

62. Αρχείο Θρ. Θησ., ΣΤ' , 258-260, Βαβά Εσκί40 Εκκλησιών, «Το φτωχοκόρι-τσο που έγινε βασίλισσα». Ι: Το φτωχοκόριτσο υπόσχεται στο βασιλιά θαυμα-στά παιδιά· γ6. II: α, α1, β, β6 (δίδυμα κοριτσάκια με τον ήλιο στο μέτωπο), γ, γ4, γ5, δ, δ1, ε, ε1. III: α, α1 (γέρος). IV: α (ο βασιλιάς ξαναπαντρεύεται και καλούν τα κορίτσια στον γάμο), β, β2 (από τον Θεό), γ, γ1, δ, δ1, δ2.

63. Θρακικά, ΙΣΤ΄, 95-99, Ηράκλεια, « Ο Σταχτοπέπελης». I: Αρχή το AT 51 OA. II: α, α1, β, γ1, γ4, γ5, δ, ε, ε1. IV: α, γ, δ, δ1, δ2.

64. Θρακικά, ΙΣΤ ΄, 185-189, αρ. 36, Φανάρι Σηλυμβρίας, «Ο Χρυσόμαλλος».

Page 98: IAEN 23 Tale Types 1994

I: β, β2, β4, β12, β13, γ, γ5, γ6. II: α, β, β6 (δύο χρυσά παιδιά), γ, γ4, γ5, γ6, δ, ε, ei. III: α, α1, γ, γ3 (τον καθρέφτη, το Χρυσόμαλλο), γ4, γ6, ε, ε4, ε5 (βυζαίνει τη δράκισσα), ε6, ε11, ε12 (τυλίγει τα μαλλιά του Χρυσό-μαλλου στο χέρι του και τον υποτάσσει), στ. IV: α, γ, δ1 (ο Χρυσόμαλλος), δ2.

ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ

65. ΛΑ 707, 6, Χαλκιδική, άτιτλο. I: β, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, γ (η πεθερά σκοτώνει τα παιδιά), γ4, γ5, γ6, γ7, γ8, δ3, δ4, ε, ε3 (χήνες). III: α4, α5, α6, α9 (και να ρίξουν τις στάχτες στη θάλασσα). Βγαίνουν στο ακρογιάλι τρία παιδιά. IV: α, γ, γ1, γ2, δ, δ2.

66. ΛΑ 707, 18, Σιάτιστα, «Του βασιλόπουλου». I: β, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β6 (τρία παιδιά με τ' άστρο στο μέτωπο, με το φεγγάρι στα στήθια), γ, γ4, γ5, γ6, γ7, γ8, δ3,δ4, ε, ε3. III: α4, α5, α6, α9. IV: α, γ, γ1, γ2, δ, δ2.

67. ΛΑ 1180, (ΣΜ 10), 25-27, Μεσημέρι Θεσσαλονίκης, «Η κακιά πεθερά». I: β, β2, β3, β8, β9 (μ' ένα κλίμα και ένα σταφύλι), β10, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β1, β7, β9, β10. β11, γ, γ4, γ5, δ, ε, ε1. III: α, α1 (ένας άγγε-λος), α13 (τα βάζει να ζήσουν σ' ένα παλάτι στο βουνό), β1, β2. IV: α, β,

β1 (από τον άγγελο), β3, γ, γ2, γ3, γ4, δ, δ2, δ4, δ7.

68. ΛΑ 2154 Α", 101-124, Αυγερινός Βοΐου, άτιτλο. I: β, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β7, β8, β9, γ, γ4, γ5, γ6, γ7, δ, δ1, ε, ε2. III: α, α1 (ψαράς), β, γ (πρώτα προσπαθεί να τα φαρμακώσει), γ1, γ3 (τον καθρέφτη να βλέπει ό,τι θέλει), γ4, γ5, γ6, ε, ε2 (κόβει τα τσίνορα της γριάς για να δει κι εκείνη του δίνει οδηγίες), ε4, ε6 (να καθαρίσουν τη βρύση), ε8 (δράκοι που όταν κυνη-γούν τα παιδιά η βρύση γίνεται θάλασσα και δεν τους αφήνει να περάσουν). IV: α, γ, γ2 (το πουλί προειδοποιεί), δ, δ1, δ2.

69. ΛΑ 2763, 107-110, Σιτοχώρι Νιγρίτας, άτιτλο. I: Αρχή όπως AT 884C. II: α, α1, β, β6, γ, γ4, γ5, δ3, δ4. Η γυναίκα μαρτυράει την αλήθεια στον βασιλιά

και σκάβοντας βρίσκουν τα νεκρά παιδιά που ανασταίνονται. Ο βασιλιάς σκο-τώνει τη μάνα του.

70. ΛΦ 1681, 1-4, Κοζάνη, «Οι δύο ορφανές». I: α, β (δύο), β1, β2, β3, β8 (θα του δώσει μια ολοκέντητη στολή), β12, β 13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β6, γ, γ2, γ4, γ5, γ6, δ, δ1, ε, ε3. III: α, α1 (δράκος που δεν τα τρώει γιατί είναι όμορφα). Οταν μεγάλωσαν τα παιδιά έφυγαν και πήγαν στην πόλη παραγιοί σ' έναν ράφτη, που τα υιοθέτησε), β1, γ, γ2, γ4, γ6, ε, ε1, ε4, ε12 (να φωνάξει δυνατά ώστε να ακούσει η Πεντάμορφη που κοιμάται), στ, η. IV: α, γ, γ1,

δ1, δ2, δ3, δ4, δ5.

Page 99: IAEN 23 Tale Types 1994

ΝΗΣΙΑ ΑΙΓΑΙΟΥ

α. Ανατολικό Αιγαίο 71. ΙΛ 837, 173-195, Λήμνος, άτιτλο. I: Αρχή όπως το AT 510Α. II: α, β, β7,

β8, β9, γ1, γ4, γ5, γ6, γ7, δ, δ1, ε, ε5 (τη ρίχνουν σε μια τρύπα). II: α, α1 (ασκητής). Όταν μεγαλώνουν πηγαίνει το Φεγγάρι στην πόλη και μοιράζει

στους φτωχούς λίρες. IV: α, γ, γ1, δ1, δ2, δ6, δ7.

72. ΛΑ 707, 10, Καρδάμυλλα Χίου, «Ο ήλιος και το φεγγάρι». I: β, β12, β 13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β6, β7, β8, β9, γ, γ4, γ5, δ, δ2 (στο δάσος), ε, ε1. III: α, α1 (τσομπάνης), β1, β2. Ο βασιλιάς αναγνωρίζει αμέσως τα παιδιά του και επανορθώνει.

73. ΛΑ 2457, 222-235, Μεστά Χίου, άτιτλο. I: β, β4, β5, β7 (η τρίτη θέλει μόνο το πάπλωμα του βασιλιά με τα γατάκια), β12, β 13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β,

β1, β3, β4, β6 (τα αγόρια με χρυσούς αστραγάλους και το κορίτσι με το φεγγά-ρι στο κούτελο), γ, γ4, γ5, γ6, γ7, γ11 (ποντίκι), δ, δ2 (δάσος), ε, ε2. III: α, α1 (τσομπάνης). Η πεθερά δίνει στην αδελφή μια χτένα για τα μαλλιά και τη σκοτώνει. Τ ' αδέλφια της τη βγάζουν και ανασταίνεται (μοτίβο από το AT 709) · γ, γ1 (το βέρι-βέρι το πουλί), γ3 (το δαχτυλίδι του δράκου, τον καθρέ-φτη, το δέντρο), γ4, γ6, δ, δ1, δ2, ε, ε2, ε4, ε6, ε7, ε11, στ, στ2, ζ, ζ1, ζ2, ζ3, ζ5. IV: α, γ, γ2, δ1 (από το πουλί), δ2 (η πεθερά στη θέση της νύφης).

74. ΛΦ 522, 1-δ, Σάμος, «Οι τρεις ορφανές». I: α, α2, β, β1, β2, β3, β4, β5, β7 (αξιωματικό), β12, β13, γ, γ4, γ5, γ6. II: α (ένας αξιωματικός αγάπησε τη βασίλισσα και ήθελε να την κάνει δική του. Εκείνη τον απέκρουσε και αυτός αποφάσισε να την εκδικηθεί), β, β1, β7, β8, β9, β10, γ (ο αξιωματικός), γ2, γ4, γ5, γ6, γ7, γ11 (βάτραχο), δ, δ1, ε, ε5 (με τα ζώα στον στάβλο). III: α, α1 (ένας πλούσιος με τη γυναίκα του), β1, β2. IV: δ1 (ο βασιλιάς κάνει διάφορες ανακρίσεις και καταλαβαίνει την αλήθεια), δ3, δ5 (και τον κακό αξιω-ματικό) .

75. ΛΦ 1264, 30-37, Αγιάσος Λέσβου, «Το σαρανταδίγλωσσο πουλί». I: α, α1, β, β1, β2, β3, β4 (η μια θέλει νάναι στο μαγειριό του βασιλιά, η άλλη στο ταμείο του), β11, β12, β13, γ, γ1, γ3, γ5, γ6. II: α, α1, β, β1, β6 (τρία παιδιά χρυσοσταγάλατα), γ, γ2, γ4, γ5, γ6, γ7, γ11 (μαϊμουδάκι), δ, δ2 (βατσινιά), ε, ε1. III: α, α1 (τσοπάνης), β1 (στην εκκλησία), β4, γ, γ1 (το σαρανταδίγλωσσο πουλί), γ4, γ5, γ6, δ, δ1, δ2 (δαχτυλίδι), ε, ε3 (δράκο που του κόβει τα τσίνορα και βλέπει, κι εκείνο τη βοηθάει), ε4, ε12 (πρέπει να πει 42 φορές το όνομα του πουλιού), στ2, ζ, ζ1, ζ2, ζ3, ζ5. IV: α, γ, γ1, γ2, δ1, δ2, δ4, δ5, δ7.

76. ΣΠ δ1, 1-4, Λέσβος, άτιτλο. Ι: β, β4, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β1, γ, γ4, γ5, δ, δ1, ε, ε2. III: β1. IV: α, β, β2 (αραπίνα στο δρόμο), β3,

γ, γ2, δ1 (από του αγγελοστάτου το πουλί), δ2.

Page 100: IAEN 23 Tale Types 1994

77. Argenti, 492-496, αρ. 19, Χίος, «Ο ήλιος και το φεγγάρι». I: β, β2, β3, β4, β5, β6, β11, β12, β13, γ, γ4, γ5, γ6. II: α, β, β7, β8, β9, γ1, γ4, γ5, δ, ε, ε2 (στον βόθρο). III: α, α1 (βοσκός), α2 (κατσίκα), β1, β2 (βλέπει ένα λαμπερό φως στην καλύβα του βοσκού). Αναγνωρίζει τα παιδιά του.

78. Pernot, 252-258, Πυργί Χίου, «Ο Ήλιος, το Φεγγάρι και ο Αυγερινός». I: β, β2, β4, β5, β7 (δούλο), β11, β12, β13, γ, γ3, γ5, γ6. II: α, α1, β, β1, β6, γ, γ4, γ5, γ6, γ7, γ11 (γουρουνάκι), δ, δ2 (δάσος), ε, ε2. III: α, α1 (βοσκός), γ, γ1 (το πουλί του Βέρη-Βέρη), γ3 (τον καθρέφτη της Ντεζούλα-κας), γ4, γ6, δ, δ1, δ2, ε, ε3 (φίδι), ε4, ε7, ε11, στ, στ2, ζ, ζ1, ζ2, ζ3, ζ5. IV: α, γ, γ1, γ2, δ1, δ2, δ4, δ7.

79. Pernot, 259-265, αρ. 35, Πυργί Χίου, «Ήλιος και Φεγγάρι». I: β, β2, β4, β5, β7, β11, β12, β 13, γ, γ3, γ5, γ6. II: α, α1, β, β1, β7, β8, β9, γ, γ4, γ5, γ6, γ7, δ, ε, ε1. III: α, α1 (βοσκός), γ, γ1 (το πουλί του Βέρη-Βέρη), γ3 (τον καθρέφτη), γ4, γ6, δ, δ1, δ2 (βασιλικός που μαραίνεται), ε, ε3 (δρά-καινα που πάνιζε με τα βυζιά της), ε4, ε7, στ, στ2, ζ, ζ1, ζ2, ζ3, ζ5. IV: α, γ, γ1, γ2, δ, δ2, δ3, δ4.

80. Folk-lore, Χ, 499-500, Λέσβος, «Τα τρία ουράνια παιδιά». I: β, β2, β4, β5, β11, β12, β13, γ, γ3, γ5, γ6. II: α, α1, β, β1, β6, β7, β8, β12, γ, γ2, γ4,

γ5, γ6, γ7, γ11 (προβατάκι), δ, ε, ε2. III: α, α1 (βοσκός), β1, β2. IV: Ο βασιλιάς ακούει τυχαία τα παιδιά να λένε την ιστορία τους· α, γ, δ1 (ο ίδιος ο βασιλιάς), δ2, δ4, δ7.

β. Δωδεκάνησα δ1. ΙΑ 534, 449-450, Ρόδος, «Οι τρεις ορφανές». I: β, β4, β12, β13, γ, γ3, γ6.

II: α, α1, β, β1, β6 (χρυσά μαλλιά), β7, β8, β9, γ, γ4, γ5, γ6, γ7, γ8, δ, ε, ε1. III: α, α1 (καλόγερος), β. IV: Ο καλόγερος κάνει το τραπέζι στον βασι-λιά· γ6 (μάρμαρο για τυρί, σανίδα για ψάρι), δ2, δ3, δ4, δ5.

δ2. ΛΑ 707, 23, Μάσαρη Ρόδου, «Οι τρεις ορφανές». I: β, β3, β4, β5, β7 (μάγει-ρα), β12, β13, γ, γ3, γ5, γ6. II: α, α1, β, β1, β3, β4, β6 (χρυσά μαλλιά), β7, β8, β9, γ1, γ2, γ4, γ5, γ7, γ8, γ11 (κουλούκι), δ, δ1, ε, ε1 (γκιόλα). III: α, α1 (καλόγερος), β1, β2. IV: α, γ, γ2, γ3, γ4, γ6 (μάρμαρο για τυρί, σανίδα για ψάρι), δ.

δ3. ΛΑ 2193 Β', 383-387, Τήλος, άτιτλο. I: α, β, β1, β2, β8 (η πρώτη θα σβήσει κι αυτή το φως, η δεύτερη θα του κάνει παιδί σαν τον ήλιο, η τρίτη σαν το φεγγά-ρι), γ, γ1, γ3 (παίρνει τη δεύτερη). II: Κακιά δούλα παίρνει τον Ήλιο και βάζει το δικό της παιδί. Φανερώνεται η απάτη της και την κομματιάζουν. Ελλι-πές.

δ4. ΛΑ 2248, 313-318, Αστυπάλαια, «Το Σταχτοπιτθαρούδικο». I: β, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β1, β6 (άστρα στο κούτελο), β7, β8, β9, β11, γ,

Page 101: IAEN 23 Tale Types 1994

γ2, γ4, γ5, δ, ε, ε1. III: α, α1 (μια γυναίκα). IV: α, β, β1, γ1, δ, δ1, 52, δ4, δ5, δ7.

δ5. ΛΑ 2279, 431-443, Λέρος, άτιτλο. I: α, β, β1, β2 (μέσα σε μια στέρνα), β4, β7 (μάγειρα, αμαξά), β9, β10 (θα του κεντήσει ζώνη αστραφτερή), β12, βl3, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β7, β8, β9, γ, γ4, γ5, δ. III: α, α1 (γέρος και γριά), α12 (άλογο), γ, γ3 (αθάνατο νερό, αθάνατο καρπούζι, 40 δράκους και δού-λος), γ4, γ6, δ, ε, ε3 (την Πεντάμορφη), ε4· με το άλογο περνάει τα βουνά που ανοιγοκλείνουν ε8, ε11 (καίει μια τρίχα της Πεντάμορφης και φέρνει δού-λους τους δράκους), η. IV: α, γ, δ1 (Πεντάμορφη), δ2, δ3, δ4.

δ6. ΛΦ 945, 1-3, Κάλυμνος, «Η κακιά πεθερά». I: β, β8, β12, β13, γ, γ2, γ3, γ6. II: α, α1, β, β1, β6, β7, β8, β9, β10, γ, γ4, γ5, γ6, γ7, γ8, δ, δ2 (τα δίνει ο δούλος σε μια μαυροφόρα). III: α, α1 (η Μοίρα της μάνας τους και τα μεγαλώνει σ' ένα μοναστήρι), β1, β2. IV: α, β, β1, β3, γ, γ1, γ5, δ1, δ2, δ3, δ4.

δ7. ΛΦ 1270, 25-30, Σύμη, «Τα δύο βασιλόπουλα με τον ήλιο και το φεγγάρι στο κούτελλο». I: Μια κόρη ορφανή και μόνη, την τυραννάει το βασιλόπουλο γιατί είναι πολύ όμορφη. Του υπόσχεται υπέροχα παιδιά και την παντρεύεται. II: α, α1, β, β2 (ένα αγόρι — ένα κορίτσι), β6 (στο κούτελλο τον Ήλιο και το Φεγγάρι), γ, γ2, γ4, γ5, γ6, γ7, δ, δ1 (σε κάσα με το σήμα του παλατιού), ε, ε1. III: α, α1 (σ' ένα νησί ασκητής, που τους κρύβει τα σημάδια στο κούτε-λο), α11, β1 (βλέπει τα σημάδια και τα κασάκια με το σήμα του παλατιού και τα παιδιά του διηγούνται την ιστορία τους). IV: α, β, β1, γ, δ1 (ο βασι-λιάς), δ2, δ3, δ4. δ5.

δ8. Ζωγρ. Αγών, 1, 425, αρ. 10, Νίσυρος, άτιτλο. I: α, α2, β, β1, β2 (πλουμί-ζουν), β4 (ψαρά, χασάπη), β11, β12, β13, γ, γ4, γ5, γ6. II: α, α1, β, β7, β8, β9, γ, γ2, γ4, γ5, γ6, γ7, δ, δ1, ε, ε5 (στην πόρτα να τη φτύνουν). III: α, α1 (ψαράς)· τα παιδιά φεύγουν και μένουν σε έναν πύργο που τους έδωσε ένα μαγικό άλογο· β1, β4, γ, γ1, γ2, γ6, δ, ε, ε3 (το άλογο), δ4 ε8, στ, η. IV: α, γ1 (δεν φτύνουν τη μητέρα τους), γ2, γ3, γ4, γ6 (μια κότα με φτε-ρά), δ2, δ3, δ4, δ5, δ7.

δ9. Λαογρ., ΙΣΤ', 174-178, αρ. 25, Πάτμος, «Η τσ'ερά Λακκού». Ι: β, β4, β5, β7 (ταμία), β12, β13, γ, γ3, γ5, γ6 (με τον ήλιο στο πρόσωπο, φεγγάρι στα στήθια, κάμπο με λουλούδια). Τα παιδιά γεννιούνται κάθε φορά τ' αρπάζει ένα χέρι και με ένα σφουγγάρι γεμίζει το στόμα της μάνας με αίματα. Η πεθερά πιστεύει ότι τα έφαγε η μάνα γιατί πεινούσε- ε, ε2 (στο λάκκο). III: α, α1 (μάγισσα), α3 (πολίτης, Βενετσάνος, Αθηνά), β1 (τα αναγνωρίζει από τα ονό-ματά τους). Τη μητέρα τη φωνάζουν Κυρά-Λακκού.

90. Μοσκόβη, 116-124, Σύμη, «Η κακιά πεθερά». I: α1, β, β4, β5, β7 (μάγει-ρα), β11, β12, γ, γ3, γ5, γ6. II: α, β, β1, β3, β4, β6 (τον ήλιο και το φεγγάρι

Page 102: IAEN 23 Tale Types 1994

στο κούτελο και χρυσά μαλλιά το κορίτσι), γ, γ2, γ4, γ5, γ6, γ7, γ11 (γου-ρούνι), δ, δ1, ε, ε2. III: α, α1 (βοσκός), β, β1 (βγάζει τους σκούφους των παιδιών και αναγνωρίζει τα σημάδια). IV: α, γ, γ1, δ 1, 32, δ4, 57.

91. Νουάρος, 287-291, Κάρπαθος, «Η καπανία». I: α, α2, β, β1, β2, β3, β4, β5, β7 (μάγειρα), β12, γ, γ4, γ5, γ6. Περιμένει να του κάνει παιδί χρυσομή-λιγγο, χρυσοστράγαλο και με φεγγάρι στο κούτελο μα αυτή δεν μπορεί. Υπο-κρίνεται πως το περιμένει. Ντύνει έναν κόπανο σαν μωρό που μεταμορφώνεται ξαφνικά σε αληθινό παιδί.

γ. Εύβοια — Bop. Σποράδες 92. ΛΑ 2744, 195-202, Γιάλτρα Ιστιαίας, άτιτλο. I: β, β2, β4, β12, β13, γ, γ3,

γ6, γ7. II: α, α1, β, β1, β3, β4, β7, β8, β9, β11, γ1, γ2, γ4, γ5, γ6, γ7, γ8, δ, δ1, ε, ε2. III: α, α1, β, β1. IV: α, β (από τη μάνα τους που τη βλέπουν θαμμένη και την ξεχτίζουν), δ2, δ3, δ6.

93. ΑΦ 1,17-20, Σκιάθος, «Βενέτης, Πολίτης, Βαβυλωνίτσα».Ι: β, β2, β4, β12, β 13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β1, β3, β4, β6 (χρυσά, χρυσομελιγγάτα και στη μορφή αστεράτα), γ, γ4, γ5, γ6, γ7, γ8, δ, δ1, ε, ti. III: α, α1 (τσομπά-νος), α3 (Βενέτης, Πολίτης, Βαβυλωνίτσα), β, β1, β3. IV: β, β1, β3, γ, γ1, γ2, γ3, γ4, δ1 (ο Βενέτης), δ2.

94. ΛΦ 888, 7-δ, Κάρυστος, «Οι τρεις φτωχές». I: α, α2, β, β1, β3 (η μία θέλει χρυσάφι, η άλλη φαΐ από το τραπέζι του βασιλιά), β12, β 13, γ, γ4, γ5, γ6, γ7, γ8, δ, δ1, ε, ε1 (στον στάβλο). II: α, α1 (τσομπάνης), β1, β2 (γιατί λάμ-πει η στάνη). IV: Ο βασιλιάς κάνει τραπέζι και καλεί και τη γυναίκα του που τρώει 3 πιάτα φαΐ, γιατί όπως εξηγεί έκανε 3 χρυσάστερα παιδιά. Ο βασιλιάς καταλαβαίνει· δ2, δ4, δ7.

95. ΛΦ 1025, 7-10 Αμάρυνθος Χαλκίδας, «Ο Αυγερινός κι η Πούλια». I: α, α2, β, β1, β2, β3, β8 (η μία θα του κένταγε τον ουρανό με τ' άστρα (Αυγερινό και Πούλια), η άλλη θα του ύφαινε ένα χαλί, η τρίτη θα του έραβε ένα κοστού-μι), γ, γ4, γ6. II: α, α1, β, β7, β10, β11, γ, γ2, γ4, γ5, γ7, δ, δ1, ε1 (τη φτύνουν). III: α, α1 (γέρος και γριά μάγισσα), β1, β2, β3. IV: α, β, β1, β3, γ (σκουπίζουν το φτυσμένο πρόσωπο της μητέρας τους), γ2 (τρώνε από το πιά-το του βασιλιά), δ1 (από τον βοσκό), δ2, δ3, δ4, δ5.

96. ΣΠ 53, 1-12, Σκόπελος, άτιτλο. I: β, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, β, β7, β8, β9, γ4, γ5, ε, ε2 (στον τοίχο). III: α, α1, γ, γ1 (το πουλί το Τζιμτσιλαφέτ από τον γυαλένιο πύργο), γ3 (τον καθρέφτη που βλέπει τα πάντα), ε, ε3, ε8,

ε11, στ. IV: α, δ (η μητέρα αναγνωρίζει τα παιδιά της) · τιμωρία των γυναικών του παλατιού.

97. Ρήγας, 2, 10-13, αρ. 2, Σκιάθος, «Τα' ξα κι ξουμελ' γατα». I: β, β2, β3, β4 (η μία θέλει φλουριά, η άλλη φαγιά), β12, β13, γ, γ3, γ5, γ6. II: α, α1,

Page 103: IAEN 23 Tale Types 1994

β, β1, β3, β4, β6 (χρυσά με χρυσά μελίγγια και άστρα στην κορφή), γ, γ2, γ4, γ6, γ7, γ8, δ, δ3 (στην κοπριά μαζί με τη μάνα τους). III: Τους σώζει ένας άγιος και τους μεταφέρει σε μια σπηλιά- β1, β2, β3. IV: γ, γ2, γ3, γ4, δ, δ1, δ2, δ3, δ4, δ5 (σε σακκιά με καρύδια στον γκρεμό).

δ. Κρήτη 98. ΛΑ 510 Α, 1, «Η Αθοπουτάλα». I: Αρχή όπως το AT 510Α. II: α, α1, β,

β6, γ, γ1, γ4, γ5, γ7, γ11 (ποντικό), δ, ε, ε5 (τη θάβει ως το λαιμό). III: α, α1 (μυλωνάς), α12 (βίτσα), α13, β, β1. IV: α, γ. Μόλις η πεθερά βλέπει τα παιδιά σκάει από το κακό της.

99. ΛΑ 707, 27, Σέλινο, άτιτλο. I: β, β4, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β1, β3, β4, β6, γ, γ4, γ5, γ6, γ7, δ, δ1, ε, ε2. III: α, α1 (ψαράς), β1, γ,

γ1 (χρυσά κλαδιά μ' όλα επάνω τα πουλιά), γ2 (Εννιαγκουζελή), γ3 (άλογο καραντζαϊντάνι), γ6, δ, ε, ε2 (τη μοίρα τους), ε4, ε11 (μυρίζει μπαχαρικό που τ' έδωσε ο ψαράς και δεν λιγοθυμάει, ορκίζεται τ' άλογο στ' όνομά του και δεν θα τον φάει, με μαγικό χαρτί εμποδίζει την Εννιαγκουζελή να τον λιθώ-σει), στ, η. IV: α, β, β2 (την Ε), β3, γ, γ2, γ3, γ4, γ6 (3 χαλίκια), δ, δ1, δ2.

100. ΛΑ 2186, 33-37, Βιάννος, «Ο χρυσός αετός». I: β, β4, β11, β12, β13, γ, γ6. II: α, α1, β, β1, β5, β6 (με χρυσό αετό στο κούτελο), γ, γ4, γ5, γ6, γ7, γ8, δ, δ1, ε, ε3. III: β, β2. IV: α (το μεγάλο παιδί είναι καρδιογνώστης), γ, γ1, γ2, γ3, γ4. Με χρυσό ραβδί φέρνουν χρυσό τραπέζι τα φαγιά· δ1, δ2,

δ4, δ7.

101. ΛΑ 2859, 31-33, Ηράκλειο, «Οι 3 αδελφάδες». I: β, β8, β9, β10, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, β, β1, β3, β4, β6, γ3 (κακίες δούλες), γ4, γ5, γ6, γ7, γ11 (ποντικούς), δ, δ1, ε, ε2. III: α, α1 (ψαράς), β1, β2 (βρίσκουν τον βασιλιά στο κυνήγι και του φανερώνουν την αλήθεια). IV: β, β1, γ, γ2 (δούλες), γ3, γ4, δ1, δ2, δ3, δ6 (τις δούλες).

102. ΛΦ 54, 13-17, Περιβόλια Χανίων, «Η σαρανταπλεξουδάτη». I: β, β2, β3, β4, β5, β7 (μάγειρα), β11, β12, β13, γ, γ4, γ5, γ6, γ7. II: α (η γριά και οι αδελφές ζηλεύουν), β, β2 (δύο γέννες), β7, γ1, γ2, γ4, γ5, γ6, γ7, δ, δ1, ε, ε2. III: α, α1 (μυλωνάς τους λέει το μυστικό), β1, β2, β4, γ, γ1, γ2 (Σα-ρανταπλεξουδάτη), γ3 (το μήλο της), γ4, γ6, δ, ε, ε1, ε4, ε6 (γούρνα), ε10 (να βάλει το πουλί στο σκουριασμένο κλουβί), ε11, ε9 (τη δέρνει με τις πλεξού-δες της), στ, η. IV: Πάνε όλοι να δουν τη Σαρανταπλεξουδάτη. Εκείνη σκίζει έναν κόκκορα στη μέση και λέει έτσι να σκίσετε τη γριά· δ1, δ2, δ3, δ4.

103. ΛΦ 236, 41-44, Ζυγαριές, «Ο Κεντή-Δηλαράς». I: α, α2, β, β1, β2 (μοδί-στρες), β4, β7 (γραμματέα, βεζύρη), β12, β13, γ, γ4, γ6. II: α, α1, β, β1, β3, β4, β6 (χρυσοπήγουνα, χρυσόστομα με χρυσό σταυρό στο μέτωπο), γ, γ2, γ4, γ5, γ6, γ7, γ8, δ, δ1 (σε φλούδες), ε, ε1. III: α, α1 (γέρος), α11, α12

Page 104: IAEN 23 Tale Types 1994

(μαγγούρα), α13, β, β1, γ, γ3 (τη χρυσή γλάστρα με τα χρυσά πουλιά του Κεντή-Δηλαρά-θηρίου), γ5 (μάγισσα), γ6, δ, δ1, δ2 (δαχτυλίδι που μαυρί-ζει), ε, ε2, ε4, ε8, στ2. Παρουσιάζεται ο γέρος (η μοίρα) και δέρνει το θηρίο και το αναγκάζει να τους ξεμαρμαρώσει. Το θηρίο τους ακολουθεί. IV: α, β, β2 (θηρίο), β3, γ, γ1, γ2, γ3, γ4, δ1, δ2, δ4, δ7.

104. ΛΦ 331, 4-6, Μυριοκέφαλα Ρεθύμνου, «Οι τρεις φτωχούλες». I: α, α2, β, β1, β2, β3, β4 (να δουλέψουν στο βασιλικό παλάτι), β11, β12, β13, γ, γ4,

γ6. II: α, α1, β, β1, β3, β4, β7, β8, β9, β11, γ, γ4, γ5, γ6, γ7, γ11 (σαύρα), δ, δ1, ε, ε2. III: α, α1 (ψαράς), β1. IV: α, β, β1, γ, γ2, γ3, γ4, δ1, δ2.

105. ΛΦ 390, 3-7, Χανιά, «Το κεριμπελί αηδόνι». I: β, β4, β12, β13, γ, γ6. II: α, α1, β, β1, β5, β7, β8, β9, β10, γ, γ5 (κακιά δούλα), γ4, γ5, δ, hl. III: α, α1 (καλόγεροι), β, β1, γ (η υπηρέτρια βάζει τον βασιλιά να ζητήσει για το περιβόλι του), γ1 (κιμπεριλί), γ3 (μια βρύση), γ6, δ, δ1, ε, ε2 (τη μοίρα τους), ε4, ε8, ε9 (να τον σκοτώσουν), στ, στ1, στ2, ζ (ο 3ος αδελφός), ζ1, ζ2, ζ3, ζ5. IV: α, γ, γ2, γ3, γ4, δ, δ1, δ4, δ5, δ7.

106. ΛΦ 638, 7-δ, Ηράκλειο, άτιτλο. II: α, α1, β, β6 (ένα παιδί), γ, γ4, γ5, γ6, δ, δ2 (στο δάσος). III: α, α2 (αγριοελαφίνα). Η πεθερά μπήγει μια σακοράφα

στο αυτί της βασίλισσας και τη μεταμορφώνει σε περιστέρι (AT 403 Β). Ο βα-σιλιάς ακούει το τραγούδι του «όλες βρύσες ξεραθήτε και δέντρα ξεπατωθήτε και συ δέντρο πούμαι πάνω ξεπατώσου και συ να πας χάμω». Κι όλα ξεραίνον-ται. Βρίσκει τη σακοράφα και τη βγάζει, η βασίλισσα ξεμαγεύεται. Βρίσκουν το παιδί τους που έχει αγριέψει στο δάσος. Σκοτώνουν την πεθερά.

107. ΛΦ 663, 4-7, Ρέθυμνο, άτιτλο. I: Αρχή όπως AT 510Α. II: α, α1, β1, β3, β4, β7, β8, β10, β11, γ, γ2, γ4, γ5, γ6, γ7, γ8, δ (τα μεγαλώνει ένας υπηρέ-της κρυφά στο στάβλο-σπηλιά), ε, ε2. III: β1. IV: α, γ, γ1, γ2, γ3, γ4, δ,

δ1, δ2, δ4, δ5, δ7.

108. ΛΦ 900, 1-5, Ρέθυμνο, «Το παραμύθι της Γκιαουσερήμ». Ι: α, α2, β, β1, β2, β3, β11 (η μια να πάει λίγο από την κουζίνα του βασιλιά, η άλλη να πάρει λίγες λίρες), β12, β13, γ, γ4, γ5, γ6. II: α, α1 (είναι ήδη παντρεμένος αλλά η γυναίκα του δεν μπορεί να κάνει παιδιά), β, β1, β3, β4, β6, γ (η γυναίκα), γ4, γ5, γ6, γ7, γ8, δ, δ2 (σε μια σπηλιά), ε, ε3. III: α, α2 (μια κατσίκα), β, β2, β4, γ, γ3 (το χρυσό τασάκι της Γκιαουσερήμ που μαρμαρώνει όποιον της ζητήσει), γ5, γ6, δ, δ1, ε, ε2 (τη μοίρα τους), ε4, ε11 (ν' αρπάξει την Γκιαουσερήμ από τις κοτσίδες και να τη σβουρίξει), στ2, ζ, ζ1, ζ2, ζ3, ζ5. IV: α, β, β2 (τη μοίρα τους), β3, γ, γ2, γ3, γ4, δ1, δ2, 04 (γυναίκα), δ9.

109. ΛΦ 954, 3-7, Κίσσαμος, άτιτλο. I: β (φίλες), β8, β9, β10 (να του κεντήσει τον ουρανό με τ' άστρα), β12, β13, γ, γ2, γ3, γ6, γ7. II: α, β, β1, β3, β4, β7, β8, β9, β10, γ1 (φίλες), γ3 (υπηρέτη), γ4, γ5, γ6, γ7, γ8, δ, δ2 (τα

Page 105: IAEN 23 Tale Types 1994

πάει ο υπηρέτης και τα δίνει σε βοσκό), ε, ε3. III: α, α1 (βοσκός), β1, β2. IV : α, γ, γ1, γ2, γ3, δ, δ1 (ο βοσκός), δ2, δ6 (φίλες), δ7.

110. ΛΦ 1060, 1-5, Ρέθυμνο, «Το χρυσοπήγουνο, χρυσομάγουλο, χρυσό σταυρό στο κούτελο». I: α (γιατί πέθανε η μοναχοκόρη του), α2, β, β1, β2, β3, β4, β7 (φούρναρη, ράφτη), β11, β12, β13, γ, γ4, γ5, γ6, δ, δ1 (θάλασσα), ε, ε2 (στον τοίχο). III: α, α1 (ψαράς)· τα παιδιά γελάνε χρυσά τριαντάφυλλα και κλαίνε μαργαριτάρια. Ο ψαράς τα πουλάει- β1, β3. IV: α, γ, δ (βασιλιάς τα αναγνωρίζει), δ1, δ2, δ4, δ7.

111. ΛΦ 1119, 9-5, Βώροι Ηρακλείου, «Τα 3 αδέλφια». I: α, α2, β, β1, β2, β3, β8, β9, β10, β11, β12, β13, γ, γ4, γ6, γ7. II: α, β, β1, β5, γ1, γ4, γ5, γ6, γ7, δ, δ1, ε, ε1. III: α, α1 (ερημίτης), α11. IV: Τα 3 παιδιά πάνε στους βασιλικούς αγώνες και κάθονται δίπλα στον βασιλιά που αμέσως τα αναγνωρί-ζει· δ1, 52, δ3, δ6.

112. ΛΦ 1217, 4-δ, Ρέθυμνο, «Τα χρυσόμαλλα παιδιά». I: α, β, β1, β2, β3, β8, β9, β10, β12, β13, γ, γ1, γ3, γ6. II: α, α2, β, β2 (δυό παιδιά), β6, γ, γ4, γ5, γ6, δ, δ1, ε, ε2 (σ' έναν τοίχο). III: α, α1 (μυλωνάς), β1, β2, β4, γ,

γ1 (τζιμ περιστέρι), γ2 (Ντενιά του Ζελί), γ5, γ6, δ, ε, ε2 (η μοίρα τους), ε4, ε7, ε9 (με βέργες με αγκάθια), στ, η. IV: α, β, β2 (από την Ντενιά), β3, γ, γ1, γ2, γ3, γ4, δ, δ1, δ2, δ3, δ4.

113. ΛΦ 1473, 7-10, Κυδωνία, «Η Σαρανταπλεξουδού». I: α, α2, β, β1, β3, β8 (να του κεντήσουν τον ουρανό με τ' άστρα, θάλασσα με τα ψάρια), β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β1, β3, β4, β7, β8, β9 (και τη Ροδομαγουλιά), γ, γ2, γ4, γ5, δ, δ1, ε, ε2. III: α, α1 (βοσκός), «12 (ράβδο), α13, β, β1, β4, γ, γ2 (Σαρανταπλεξουδού), γ4, γ5, γ6, ε, ε2, ε4, ε8 (πύργος με τα κεφάλια των αποτυχόντων), ε11 (να την αρπάξουν από τα μαλλιά), στ, η, η1. IV: α, β, β2 (Σαρανταπλέξουδη), β3, γ, γ1, δ, δ1, δ2, δ4, δ7.

114. ΛΦ 1525, 1-4, Ηράκλειο, «Ο ήλιος και το φεγγάρι και ο Αυγερινός». I: α1 (μαθαίνει τι λένε γι' αυτόν οι κοπέλες γιατί θέλει να παντρευτεί), β (φίλες), β8, β9, β10, β12, β 13, γ, γ3, γ6, γ7. II: Η φίλη κλείνεται με την ετοιμόγεννη σ' ένα δωμάτιο· β, β1, β7, β8, β9, β10, γ1 (η φίλη), γ4, γ5, γ6, γ7, γ8,

δ, δ1, ε, ε3. III: α, α1 (η μοίρα τους), β1, β2. IV: α, β, β1, β3, γ, γ1, γ2, γ3, γ4, δ1, δ2. δ6 (τη φίλη), δ9.

115. ΛΦ 1651, 1-4, Λίμνες Μεραμβέλλου, άτιτλο. I: β, β8, β9, β10, β12, β13, γ, γ3, γ6, γ7. II: α, β, β1, β5, β7, γ1, γ4, γ5, γ6, γ7, γ8, δ, δ1, ε, ε3. III: β1, β2. IV: α, γ, γ1, γ2, γ3, γ4, γ5 (που τους έχει μαγειρέψει), δ1, δ2,

δ3, δ6.

116. ΛΦ 1736, 7-10, άτιτλο. I: β, β3, β8, β9, β10, β12, β13, γ, γ3, γ5 (που αποτυχαίνουν), γ6. II: α, α1, β, β1, β6 (χρυσόστομα, με χρυσό σταυρό στο

Page 106: IAEN 23 Tale Types 1994

πρόσωπο), γ, γ4, γ5, γ6, γ7, γ8, δ, δ2 (δάσος), ε, ε3. III: α, α1 (βοσκός), β1, β2, β3, β4. IV: β, β1, β3, γ, γ1, γ2, γ3, γ4, γ5, δ, δ1 (ο βοσκός), δ2, δ3, δ4.

117. Συλλογή Λιουδάκη, I, 208-214, Λατσίδα Μεραμβέλλου, «Οι τρεις φτωχο-πούλες». I: β, β2, β4, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β3, β7, β8, β9, γ, γ2, γ4, γ5, γ6, γ7, δ, δ2 (δάσος), ε, ε2. III: α, α1 (γριά), α2 (αετός), γ. Ακούγεται η φωνή μιας γριάς που λέει στον μεγάλο να πάρει την Πεντάμορ-φη γυναίκα του, αρπάζοντας το χαλινάρι του αλόγου της. Την κατακτά. IV: Ο βασιλιάς διηγείται στα παιδιά τον πόνο του· δ1, δ2, δ4, δ7.

118. Συλλογή Λιουδάκη, III, σ. 31-42, «Το πουλί τ' αηδόνι». II: Η κακιά μητριά κατηγορεί την προγονή της, που παντρεύτηκε τον βασιλιά, πως γέννησε πεθα-μένα τα παιδιά της· δ, δ2 (στο δάσος). III: α, α1 (δράκος), α2 (τα βυζαίνει ελαφίνα), α12 (ο δράκος 3 τρίχες απ' τα μαλλιά του πριν πεθάνει — κάψιμο — έρχεται άλογο, κάνει το αγόρι καρδιογνώστη δίνοντας του την καρδιά ενός περι-στεριού, μαγική βέργα), α13, β1, γ, γ1, γ2, γ4, γ6, ε. Το άλογο τον στέλνει στη μοίρα του που του παρουσιάζεται 3 φορές μέσα σε τσόφλι φουντουκιού, μύ-γδαλου, καρυδιού- ε4, ε6 (και την ακαλλιέργητη συκιά), ε11, ε12 (ν' αρπάξει απ' τα μαλλιά την Όμορφη), στ, η, η1. IV: α, γ, δ1 (η Όμορφη), δ2, δ4, δ9.

119. Επετηρίς Κρητικών Σπουδών, 3, 317-319, Περιβόλια, «Οι τρεις αδελφές». I: β, β4, β12, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β2 (ένα αγόρι κι ένα κορίτσι), β7, β8, β9, γ, γ4, γ5, γ6, γ7, δ, δ2 (στον κήπο), ε, ε1 (λάκκο). III: α, α1 (περι-βολάρης) , β1, γ, γ1, γ4, γ6, δ, δ1, δ2 (μπουκάλι με αίμα), ε, ε3 (δράκισσα), ε4, ε11 (να κρατάει ένα ξερό κλαρί), στ2 (τον χαστουκίζει το πουλί), ζ, ζ1, ζ2, ζ3, ζ5.

120. Επετηρίς Κρητικών Σπουδών, 4, 200-210, Περιβόλια, «Οι τρεις αδελφές και το βασιλόπουλο». I: β, β2, β4, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, β, β1, β3, β4, β6 (χρυσοπήγουνο, χρυσόστομο, χρυσό σταυρό στο κούτελο), γ, γ4, γ5, γ6, γ7, γ8, δ, ε, ε3. III: β, β1, β2. IV: α, γ, γ1, γ2, γ3, δ1, δ2.

ε. Κυκλάδες 121. ΛΑ 707, 28. Τήνος, άτιτλο. I: β, β2, β3, β4 (λεφτά, φαγιά), β12, β13, γ,

γ3, γ5, γ6, γ7. II: α, β, β1, β3, β4, β7, β8, β10, β11, γ, γ4, γ5, γ6, γ7, γ11 (αρνί), δ, δ1, ε, ε2. III: α, α1 (τσομπάνη), β1, β2, β3. IV: γ, γ1 (δεν

φτύνουν τη μάνα τους, της δίνουν λουλούδια), δ, δ2, δ6, δ7. 122. ΛΑ 707, 29, Τήνος, άτιτλο. I: β, β1, β2, β4, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α,

α1, β, β1, β3, β4, β7, β8 ; β9, β12, γ, γ2, γ4, γ5, γ6, γ7, γ11 (σκούλα;), δ, ε, ε1. III: α, α2 (κατσίκα), γ, γ1, γ3 (μαλαματένιο καθρέφτη), γ4, γ5, γ6, δ, δ1, δ2 (σκουριασμένα ντουφέκια, θαμπές λαμπάδες), ε, ε2 (δράκαινα), ε4, ε6, ε10, στ, στ1, στ2, ζ, ζ1, ζ2 (πουλί), ζ3. IV: α, γ, γ1, δ, δ1, δ2, δ4, δ5, δ7.

Page 107: IAEN 23 Tale Types 1994

123. ΛΑ 707, 30, Τήνος, άτιτλο. I: β, β2, β4 (φλουριά, φαγιά), β12, β13, γ, γ3, γ5, γ6. II: α, α1, β, β1, β3, β4, β7, β8, β9, β10, γ, γ4, γ5, δ, ε, ε2. III: α, α1 (βοσκός), β1, (32, β3. IV: γ, γ1, δ1 (από τον βοσκό), δ2, δ4, δ7.

124. ΛΑ 707, 31, Τήνος, «Το πουλί το ντιλαμέζο». I: β, β2, β3, β4 (τα φλουριά του βασιλιά, τα μπαμπάκια), β12, β13, γ, γ5, γ6. II: α, α1, β, β1, β3, β4, β7, β8, β9, β10, γ, γ2, γ4, γ5, γ6, γ7, γ11 (ποντίκι), δ, δ1, ε, ε1. III: α,

α1 (τσοπάνος), β1, β2, β4, γ, γ1 (ντιλαμέζο), γ3 (ατίμητο καθρέφτη), γ4, γ6, δ, δ1, δ2 (σκουριασμένα ντουφέκια), ε, ε1 (καλόγερο), ε4, ε7, ε12 (να πουν στο πουλί μαγικά λόγια), στ (με τον καθρέφτη βλέπουν τα βάσανα της μάνας τους), στ1, ζ, ζ1, ζ2, ζ3, ζ5. IV: α, γ, γ1, δ1, δ2, δ3, δ4, δ5.

125. ΛΑ 1684 Β', 38-40, Χώρα Αμοργού, «Η κακιά πεθερά». I: β, β2, β3, β4 (η μια θάθελε τ' αποφάγια του βασιλιά, η άλλη τα ρούχα του), β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, β, β1, β3, β4, β7, β8, β9, β10, γ, γ2, γ4, γ5, γ6, γ7, γ11 (γουρουνάκι). III: γ, γ1, γ4, γ5, γ6, δ, δ1, ε, ε3 (δράκαινα, που την είπε «Κυρά»), ε4, ε11 (να πιάσει το πουλί κρατώντας τα μάτια κλειστά), στ2, ζ (ο αδελφός), ζ1, ζ2, ζ3, ζ6 (βάζει το πουλί να φτύσει στη χούφτα του, και αλεί-φει τον αδελφό του με το σάλιο). Ατελές.

126. ΛΑ 2340, σ. 74-95, Κέα, «Ο ήλιος και το φεγγάρι». II: α, β, β3, β7, β8, β9, γ, γ4, γ5, δ, δ1, ε, ε1. III: Βρίσκει τα παιδιά ένας δράκος που θέλει να τα φάει, αλλά περνούν το ποτάμι και γλυτώνουν, τα υιοθετεί ένας φίλος του βασιλιά· γ (τον Ήλιο), γ1, γ2, γ3 (να παλαίψει με τον Αράπη, να φέρει το αθάνατο άλογο), γ4, γ6, δ, ε11 (σκοτώνει τον Αράπη, υποτάσσει το άλογο εμποδίζοντάς το να πιεί νερό από μια πηγή, η Πεντάμορφη τον ερωτεύεται και τον βοηθά να ξεφύγει από τα λιοντάρια, πετώντας τους ένα αρνί), η, η1. IV: α, γ, δ1 (από την Πεντάμορφη), δ2 (με το αθάνατο νερό της ανασταίνει τη μητέρα), δ3, δ4, δ5.

127. ΛΑ 2342, 178-179, Νάξος, άτιτλο. I: β, β2, β4, β12, β13, γ, γ3, γ7. II: α, α1, β, β1, β5, β7, β8, β9, β10, γ, γ4, γ5, γ6, γ7, γ11 (ελαφάκι), δ, δ2 (βουνό), ε5 (η πεθερά με μάγια φυλακίζει την κοπέλα μέσα σ' ένα κυπαρίσσι). III: α, α1 (βοσκός), β1, β2. IV: α, γ, γ2, δ1 (από το κυπαρίσσι ακούγονται τα λόγια της μάνας, το κόβουν και ελευθερώνεται), δ4, δ7.

128. ΛΦ 56, 1-7, Νάουσα Πάρου, άτιτλο. I: α, α2, β, β1, β2, β3, β4, β5, β7 (μά-γειρα), β11, β12, β13, γ, γ4, γ5, γ6, γ7. II: α, β, β1, β3, β4, β7, β8, β9,

β11, γ1, γ4, γ5, γ6, γ7, γ8, δ, δ2 (στου διπλανού τον κήπο), ε, ε2 (στη σκάλα να τη φτύνουν). III: α, α1 (ο διπλανός βασιλιάς), γ, γ1, γ3 (το μήλο και τ' οργανάκι που παίζει ο αράπης), γ4, γ6, δ, ε, ε2, ε4, ε8, ε12 (τους χαρίζει μια βίτσα, η οποία γίνεται άλογο και φεύγουν όταν επικαλεστούν την ευχή της μάνας τους), στ. IV: α, β, β2 (από το πουλάκι), β3, γ (ρίχνουν ένα μαύρο πέπλο στο πρόσωπο της μάνας τους για να μην τη φτύνουν), γ2 (αδελφές), δ, δ1 (το πουλί), δ2, δ6, δ7.

Page 108: IAEN 23 Tale Types 1994

129. ΛΦ 836, 4-5, Νάξος, άτιτλο. Ι: α, β, β1, β2, β3, β4, β5, β7 (μάγειρα), β11, β12, β13, γ, γ1, γ3, γ5, γ6. II: α, α1, β, β1, β3, β4, β7, β8, β9, β11, γ, γ3 (έμπιστο υπηρέτη), γ4, γ5, γ6, γ7, γ11 (μαϊμού), δ, δ2 (στο βουνό), ε, ε2. III: α, α1 (βοσκός), β1, β2. Ο βοσκός κρύβει τα παιδιά σε κοφίνια, αλλά ο βασιλιάς τα βρίσκει. IV: δ, δ1, δ2, δ4, δ7.

130. ΛΦ 1765, 1-4, Νάξος, «Η άτυχη Βασιλοπούλα». Αρχή όπως AT 709. Κακιά μητριά ρωτάει τον Ήλιο ποια είναι η πιο όμορφη. Βάζει τους δούλους να σκο-τώσουν την προγονή της και να της φέρουν μπουκαλάκι από το αίμα της. Οι δούλοι τη λυπούνται και κόβουν το δαχτυλάκι της. I: Η κοπέλα καταφεύγει στο σπίτι μιας γριάς στο δάσος. Εκεί τη βλέπει το βασιλόπουλο και την παίρνει γυναίκα του. Του υπόσχεται υπέροχα παιδιά. II: α, α1, β, β2 (2 γέννες), β5, β7, β8, β10, γ, γ2, γ4, γ5, γ6 (2 σκύλους), γ7, γ13, δ, δ2 (στον μύλο για να το αλέσει), ε, ε1 (στο κοτέτσι). III: α, α1 (μυλωνάς), β, β1. IV: α, β, β2 (από μια μάγισσα), β3 (τους δίνει μια χτένα με την οποία θα χτενίσουν τη φυλακισμένη μητέρα τους), γ, γ1 (για να τη χτενίσουν), δ, δ1 (και βλέπουν στον μαγικό καθρέφτη της μάγισσας την ιστορία τους). Φτάνει ο πατέρας της βασιλοπούλας που την έψαχνε χρόνια· δ4 (και τη μητριά), δ7.

131. ΛΦ 1765, 4-10, Νάξος, «Το πουλι-πουλί τ' αηδόνι και το πετροχελιδόνη». III: Δύο αδέλφια αγόρι-κορίτσι αγαπημένα μένουν μαζί μετά τον θάνατο του βασιλιά πατέρα τους· γ, γ3 (τα όργανα τα τούμπανα, τον καθρέφτη), γ1, γ6, δ, δ1, ε, ε1, ε4. ε6, ε7, ε8, ε10, ε11 (να δώσει τα παιδιά τους στη γουρούνα και τη σκύλα που η μια θηλάζει τα παιδιά της άλλης), στ, στ1, στ2, ζ, ζ1, ζ2, ζ3, ζ4, ζ6 (μ' ένα κλαρί του δέντρου που κάθονταν το πουλί).

132. Hahn 2, 40, αρ. 69, Σύρος, «Ήλιος, Φεγγάρι κι Αυγερινός». I: β, β4, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β1, β7, β8, β9, β10, γ, γ2, γ4, γ5, γ6, γ7,

γ11 (ποντίκι), δ, δ2 (δάσος), ε, ε5 (στο κοτέτσι). III: α, α2 (μια γίδα), β, γ, γ1 (που λέει ό,τι ζητήσεις), γ3 (καθρέφτη, χρυσό κλωνάρι), γ5, γ6, δ, δ1, δ2 (πουκάμισα που μαυρίζουν), ε, ε3 (καλόγερο), ε4, στ, στ1, στ2, ζ, ζ1 (προ-χωράει στο δάσος γυμνή και ανάστροφα, πιάνει το πουλί, περνάει τα βουνά που ανοιγοκλείνουν), ζ2, ζ3, ζ4. IV: α, γ, δ1 (το πουλί), δ2, 53, δ4, δ5.

133. Νέα 1, 17, αρ. 14, Μήλος, «Η τζιτζίναινα». Ι: β, β2, β4, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β1, β7, β8, β9, β12, γ, γ2, γ4, γ5, δ, δ1, ε, ε2 (τη χτίζει μέσα στο «αναγκαίο»). III: α, α1 (καλόγερος), α11 (ψάρια). Ο μεγάλος αγο-ράζει από έναν Εβραίο το κασελάκι, που όποιος το πάρει το μετανοιώνει κι όποιος δεν το πάρει πάλι το μετανοιώνει. Βρίσκει μέσα ένα πράσινο φτερωτό άλογο' γ, γ1 (το ολόχρυσο κλαρί που μαζεύονται όλου του κόσμου τα πουλιά και κε-λαηδούν), γ2 (την Τζιτζίναινα), γ3 (το μήλο το χρυσό), γ4, γ6, ε, ε3 (το άλογο). Η Τζιτζίναινα θέλει να μαρμαρώσει το παιδί, εκείνο καίει μια τρίχα, έρχεται ο καλόγερος και τη διατάζει να βοηθήσει το παιδί· η. IV: α, β, β1 (από

Page 109: IAEN 23 Tale Types 1994

την Τζιτζίναινα που ξέρει τις γλώσσες όλων των πουλιών), γ, δ1, δ2, δ4, δ5, δ7.

ΝΗΣΙΑ ΙΟΝΙΟΥ

134. ΙΛ 805α, 78-69, Οθωνοί, «Η νύφη με την κακιά πεθερά». II: Ανδρας ξενητε-μένος- γ, γ4, γ5, γ6, γ7, δ, δ2 (στο βουνό)· και διώχνει τη νύφη της. IV: Ο άνδρας συναντάει τη διωγμένη του γυναίκα. Μαθαίνει την αλήθεια και την παίρνει πίσω.

135. ΛΑ 2067 Α', 5-12, Κεφαλλονιά, «Η κακιά πεθερά». I: β, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β1, β3, β4, β6 (χρυσομελιγκάτο, χρυσοστραγαλάτο, κόρη που να πετάει διαμάντι απ' το στόμα της), γ, γ4, δ3, δ4. III: α4, α5, α6, α7 (δοκάρια), α9, α10 (φτιάχνουν παλάτι), β1, β2, β3. IV: γ, γ1, δ1, δ2,

δ4, δ7.

136. ΛΑ 2067 Γ', 12-20, Κεφαλλονιά, άτιτλο. I: β, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β1, 3, β4, β6 (με τον ήλιο και το φεγγάρι στο κούτελο, και κόρη που

όταν κλαίει πέφτουν μαργαριτάρια), γ, γ4, γ5, γ6, γ7, δ, δ1. III: α, α1 (τσομ-πάνος), β1, β2, β4, γ, γ3 (χρυσό μήλο), γ4, γ6, δ, δ1, ε, ε7, στ2, ζ, ζ1, ζ2, ζ3, ζ5. IV: α, γ, γ1, δ1, δ2, δ4, δ7.

137. ΛΦ 271, 1-2, Σπανοχώρι Λευκάδας, «Οι 3 αδελφάδες». I: β (για παντρειά), β4, β5, β6, β11, β12, β13, γ, γ3, γ5, γ6. II: α, α1, β, β2 (ένα αγόρι), β6 (ξομπογνάτο, ξαστεράτο, με το ξόμηλο στο χέρι), γ, γ4, γ5, γ6, δ, δ2 (σε κουφάλα ελιάς). III: α, α2 (ελαφίνα), β1, β2. IV: δ, δ1, δ2, δ3, δ4.

138. ΛΦ 389, 1-2, Λευκάδα, «Οι τρεις αδελφές». I: β, β12, β13, γ, γ4, γ6. II: α, α1, β, β1, β6 (ξομπογνάτα, ξαστεράτα, με το ξόμηλο στο χέρι), γ, γ3, δ,

δ2 (σε κουφάλα δέντρου). III: α, α2 (ελαφίνα), β1, β2, β3. IV: γ, δ, δ1, δ2, δ3, δ4.

139. ΛΦ 408, 9-13, Κέρκυρα, «Τα τρία παιδιά με το χρυσό αστέρι στο μέτωπο». I: β (μαζεύουν ελιές και καταφεύγουν κάτω από μια γέφυρα όταν πιάνει βρο-χή), β8, β9, β10, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β1, β3, β4, β6 (χρυσό αστέρι στο μέτωπο), γ1, γ2, γ4, γ5, γ8 (οχιά), γ11 (σκατζόχοιρο, μαϊμού), δ, δ1, ε, ε1. III: α, α1 (ζευγάρι γερόντων), β1, β2, β3. IV: γ (με το σκυλάκι τους), γ2, γ3, γ4, δ, δ1, δ2, δ4, δ9.

140. ΛΦ 473, 5-6, Ζάκυνθος, «Τα τρία βασιλόπουλα». I: Το βασιλόπουλο παίρνει για γυναίκα του την πιο όμορφη από τις 3 αδελφές. II: α, α1, β, β1, β3, β4, β7, β8, β9, β11, γ, γ4, γ6, γ7, ε, ε1. III: α, α1 (γριά). IV: α, γ, γ1, γ5, δ, δ1, δ2, δ4 (φυλακή).

141. ΛΦ 1385, 9-13, Ζάκυνθος, «Ο βασιλιάς και τα 101 παιδιά του». I: α, β, β1 (κρυμμένες σ' ένα πηγάδι), β3, β4, β5, β7 (καμαριέρη), β11, β12, β13, γ, γ4, γ5, γ6. II: α, α1, β, β2 (με μια γέννα 100 αγόρια κι ένα κορίτσι), γ,

Page 110: IAEN 23 Tale Types 1994

γ2, γ4, γ5, γ11 (μαμούνια, σκουρκουρίτσες, σκουλήκια), δ1, δ2 (στηνκορυφή του βουνού), ε1 (από την πεθερά). III: β1, β2, β4, γ, γ1, γ3 (και το αθάνατο νερό), γ4, γ6, ε, ε1, ε8, στ2, ζ, ζ1, ζ2, ζ3, ζ5. IV: Ο βασιλιάς καταλαβαίνει ότι αυτά είναι τα παιδιά του· δ2, δ3, δ4.

142. Λαογρ. 1,381-386, αρ. 1, Καταστάρι Ζακύνθου, «Τα τρία παιδιά με τ' άστρα». I: α, β, β1, β2, β3, β4, β7 (μάγειρα, καμαριέρη), β11, β12, β14, γ, γ1, γ3, γ5, γ6. II: α, α1, β, β1, β7, β10, β11, β12 (Αποσπερίτης), γ, γ2, γ3, γ5, γ6, γ7, γ8, γ13, δ, δ2 (στο δάσος), ε, ε3. III: α, α1 (καλόγερος), α11, β1, β2. IV: α, β (ο μεγάλος γιος είναι καρδιογνώστης), β3, γ1, γ2, γ3, γ4, δ1,

δ2, δ4 (τη βάζουν να βόσκει τις κότες).

143. Λαογρ. ΙΑ, 427-431, αρ. 5, Πεισινώντα Ζακύνθου, «Ο Ήλιος, το Φεγγάρι και η Χρυσομαλλούσα». I: α2, β, β3 (και θέλουν να φάνε από τα βασιλικά φαγητά και γλυκά), β12, β13, γ, γ4, γ5, γ6. II: α, α1, β, β1, β3, β4, β7, β8, β9 (και τη Χρυσομαλούσα), γ, γ2, γ4, γ5, γ6, γ7, γ11 (μόμολα), δ,

δ2 (στην ακρογιαλιά), ε, ε1 (στον τοίχο). III: α, α1 (ψαράς). Ο ψαράς στέλνει στο παλάτι τον Ήλιο να πουλήσει ένα μεγάλο ψάρι και ο βασιλιάς που κάτι υποψιάζεται τους καλεί όλους σε γεύμα. IV: γ, γ1, γ2, γ3, δ1 (από το κορίτσι που είναι μάντης), δ2, δ4 (την πεθερά τη χτίζουν στον τοίχο).

ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ

144. ΛΑ 707, 4, Καλάβρυτα, άτιτλο. Ι: β, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, β, β7, β10, β11, γ, γ4, γ5, δ, δ2 (στο δάσος), ε, ε5 (στα κατράμια και στη φυλακή). III:

α, α2 (μια αρκούδα τα βρίσκει σε μια κουφάλα δέντρου και τα βυζαίνει), β1, β2. Τα παιδιά καταλαβαίνουν ποιος είναι ο πατέρας τους.

145. ΛΑ 707, 22, Κορώνη, «Το πουλί τ' αηδόνι». I: β, β4, β5, β7 (ράφτη), β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β2 (σε μια γέννα 9 αγόρια και 1 κορίτσι), β6 (με χρυσά μαλλιά και κούτελα), γ, γ4, γ5, γ6 (9 κουτάβια), γ7, δ, δ1 (ποτά-μι), ε, ε3. III: α, α1 (μυλωνάς), β, β1, β4, γ, γ1, γ4, γ6, δ, δ1, ε, ε2, ε7 (ο τελευταίος αδελφός), ζ1, ζ2, ζ3, ζ5 (από τη ρίζα του δέντρου που καθόταν το πουλί). IV: α, γ, δ1 (τ' αηδόνι), δ2, δ4, δ7.

146. ΛΑ 1186, (ΣΜ 16), 211-212, Ηλεία, «Η Πεντάμορφη». I: β12 (η Πεντά-μορφη), β13, γ, γ3, γ6. II: α, β, β2 (2 γέννες), β6, γ2, γ3 (γιατρός), γ4, γ5, γ6, γ8, δ, δ1 (κασόνι στη θάλασσα), ε, ε2 (στην κοπριά). III: α, α1 (βο-σκός), β1. IV: δ (ο βασιλιάς αναγνωρίζει τα παιδιά του), δ2.

147. ΛΑ 1188, (ΣΜ 18), 5-7, Ηλεία «Ο ήλιος, το φεγγάρι και το άστρο». I: β, β8, β9, β10 (μ' ένα ζεύγος κάλτσες θα ενώσει τον στρατό), β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β1, β5, β7, β8, β9, β12, γ, γ4, γ5, γ6, γ7, γ11 (γουρουνάκι)

Page 111: IAEN 23 Tale Types 1994

κι), δ, δ1 (στο ποτάμι με καλάθι), ε, ε2 (σε λάκκο). IV: δ1 (από τον μυλωνά), δ2, δ3, δ4.

148. ΛΑ 1188, (ΣΜ 18), 45-47, Ηλεία, «Τα τρία χρυσά παιδιά». I: β, β1 β2, β4, β12, β13, γ, γ3, γ5, γ6. II: α, α1, β, β1, β3, β4, β7, β10, β11, β12, γ, γ4, γ5, γ7, γ8, γ11 (λυκόπουλα), δ, δ1 (ποτάμι), ε, ε1 (στέρνα). III: α, α1 (γέρος), β· (χτίζουν παλάτι δίπλα στου βασιλιά). IV: α, β (από μια μάγισσα), γ, γ1, δ1, δ2, δ3, δ4.

149. ΛΑ 1189, (ΣΜ 19), 74-75, Ηλεία «Αι τρεις αδελφαί». I: β, β4, β12, β13, γ, γ3, γ5, γ6. II: α, α1, β, β1, β3, β4, β7, β10, β11, β12, γ, γ4, γ5, γ6, γ7, γ8, δ, δ2 (στον βάτο), ε, ε1. III: α, α1 (καλόγεροι), β1. IV: α, δ1 (οι καλόγεροι στον βασιλιά). Τα παιδιά λένε στην κακοπαθημένη μάνα τους: «αν είσαι συ η μάνα μας να βγη μαλλίδα και η προσωπίδα σου να φτάσουν ώς κά-τω». Ομορφαίνει η μάνα τους· δ2, δ3, δ4.

150. ΛΑ 1192, (ΣΜ 22), 19-20, Βελίτσα Ολυμπίας, άτιτλο. Ι: β, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β1, β5, β6 (χρυσοστράγαλο, χρυσοπήγουνο, με τον αετό στο κούτελο), γ, γ12, δ3, δ4 (3 κυπαρίσσια), ε, ε3. III: α4, α6, α9, α10. IV: α, γ, γ1, δ1, 02.

151. ΛΑ 1277, (ΣΜ 107), 33-34, Βυζίκι Γορτυνίας, άτιτλο. I: β, β4, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, γ, γ4, δ. III: α, α1 (αράπης), β, γ, γ1 (το πουλί που κλαίει και γελάει), γ2 (την Πεντάμορφη που κοιμόταν χρόνια), γ3 (το γριβάλογο), δ, ε, ε3 (ο αράπης τους βοηθάει να τα αποκτήσουν). /V: α, γ,

δ1, δ2, δ3, δ4. 152. ΛΑ 1279, (ΣΜ 109), 43-45, Μονεμβασία, άτιτλο. I: β, β12, β13, γ, γ3,

γ6. II: α, α1, β, β1, β3, β4, β7, β8, β9, β11, γ, γ3, γ4, γ5, γ6, γ7, γ11 (κουνελάκι), δ3, δ4 (κυπαρίσσια). III: α4, α5, α6, α9, α10, β (χτίζουν παλά-τι καλύτερο απ' του βασιλιά), β1, β4. Ο Ήλιος είναι καρδιογνώστης. Η πεθε-ρά δίνει στην Πούλια φαρμακωμένο δαχτυλίδι (AT 709) και αυτή πεθαίνει. Τ' αδέλφια της της το βγάζουν και ζωντανεύει. IV: α, γ, γ1, γ2, γ3, γ4, δ,

δ1, δ2. 153. ΛΑ 1281, (ΣΜ 111), 268-274, Κυπαρισσία, «Το κυνήγημα του βασιλιά».

I: β, β8 (θα γεμίσει το παλάτι μπαμπάκι, θα ράβει για όλο το στρατό), β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β1, β3, β4, β7, β8, β10, β11, γ, γ4, γ5, γ6, γ7, γ8, δ, ε, ε1 (σε λάκκο). III: α, α1 (βοσκός) · τα παιδιά όταν περνούν μπρο-στά από τη θαμμένη μητέρα τους κλαίνε. IV: α, γ, γ1, δ, δ1, δ2, δ4 (χώνει την πεθερά στον λάκκο).

154. ΛΑ 1332, (ΣΜ 145), δ5, Σιμιάδες Αρκαδίας, άτιτλο. I: β, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β3, β7, β8, β9, γ, γ4, δ, δ1 (σε κουτί στη θάλασσα), ε, ε3. III: α, α1 (τσομπάνης), α2 (τα θηλάζει γίδα), β1, β2, β3. IV: α, γ, δ,

δ2, δ3, δ4.

Page 112: IAEN 23 Tale Types 1994

155. ΛΑ 2328, 15, Μάνη, «Η Σταχτομπούτα». I: β, β2, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, β, β1, β3, β4, β7, β9, β10, β11, γ, δ3, δ4 (3 κυπαρίσσια). III: α4, α6, α9, α10, β1. IV: α, β, β1, γ, γ1, δ1, δ2, δ4, δ7.

156. ΛΑ 2328, 16-17, Μάνη, «Το βασιλόπουλο και οι 3 κοπέλες». II: α, β, γ, γ4, γ5, γ8, γ11 (νυφίτσα). III: β (σε γυάλινο πύργο), β1, γ. IV: α, γ, γ1,

δ1, δ2, δ4, δ7.

157. ΛΑ 2934, 127-134, Νησί Μεσσήνης, «Οι τρεις αδελφές». I: β, β12, β13, γ, γ2, γ3, γ6. II: α, α1, β, β1, β3, β4, β7, β8, β9, β11, γ, γ 3 (θείας), γ4, γ5, γ6, γ7, δ, δ1, ε, ε1. III: α, α1 (βοσκός), β1, β2, β4, γ, γ1 (κλάρα με τον καθρέφτη που μαζεύονται όλα τα πουλιά), γ3 (το άγαλμα), γ4, γ6, ε, ε3 (μάγισσα), ε4, ε6, ε 11, ε 12 (να πάρουν το άγαλμα όταν το ραβδί είναι κατε-βασμένο. Το άγαλμα στο σπίτι ξεμαγεύεται και γίνεται η θεά Αθηνά). IV: α, γ (με τη θεά), γ1, γ2, γ3, δ1 (από τη θεά), δ2.

158. ΛΑ 2934, 228-231, Αποστόματος Μεσσήνης, «Οι τρεις ορφανές». I: β, β2, β4, β 12, β13, γ, γ2, γ6. II: α, α1, β, β1, β3, β4, β7, β8, β9, β12, γ, γ4, γ5, γ6, γ7, γ11 (γουρούνι), δ, δ2 (δάσος), ε, ε3. III: α, α1 (δράκος). IV: α, β, β1, β3, γ, γ1, δ1 (λένε παραμύθι), δ2, δ3, δ4.

159. ΛΑ 2934, 248-251, Μεσσήνη, «Η κοτσιλού». I: β, β4, β12, β13, γ, γ2, γ6. II: α, α1, β, β1, β3, β4, β7, β9, β10. β11, γ, γ4, γ5, δ, δ1, ε, ε3. III: α,

α1 (βοσκός), γ, γ1 (καναρίνι), γ3 (αθάνατο νερό), γ4, γ6, δ, δ1, ε, ε2 (3 γριές που ζυμώνουν με τη γλώσσα), ε4, ε11 (να φωνάξουν στη μάγισσα: «Μερ-γέ μου, νενέ να λιθώσεις ως τα γόνατα»), στ, στ1, γ, γ1, γ2, γ3, γ5. IV: α, γ, γ1, δ1, δ2, δ3, δ5.

160. ΛΦ 200, 11-14, Ασέα Αρκαδίας, «Το βασιλόπουλο». I: α, β, (κρυμμένες σε ξεροπήγαδο), β1, β2, β3, β4, β7 (μυλωνά, υπουργό), β12, β13, γ, γ1, γ3, γ6. II: α, β, β1, β3, β4, β7, β8, β10, β11, γ, γ1, β4, β7, β8, β10, β11, γ, γ4, β3, γ6, γ7, γ11 (ποντίκι), δ, δ1 (σε κασέλα στο ποτάμι), ε, ε1 (τη γδύνουν και τη βάζουν με τις κότες και όποιος περνάει τη φτύνει γιατί έκανε σημαδιακά παιδιά). III: α, α1 (καλόγερος), β1, β2. IV: α, γ, γ1, γ2, γ3, γ4, γ5, δ, δ1, δ2, δ4, δ7.

161. ΛΦ 247, 97-100, Μάνη, «Ο ήλιος, το φεγγάρι και η πούλια». I: β, β3, β8, β9, β10, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β1, β3, β4, β7, β8, β9, β11, γ, γ4, γ5, γ6, γ7, γ9, δ3, δ4, ε, ε3. III: α4, α5, α6, α7, α8, α9, α10. IV: α (πιάνουν κι ένα πουλί που κελαηδάει. Ο βασιλιάς ξαναπαντρεύεται και καλεί τα παιδιά με το πουλί στο γάμο του), γ1 (το πουλί δεν κελαηδάει γιατί κάποιος λείπει), δ, δ1 (η γυναίκα εξηγεί τι έγινε), δ2, δ4, δ7.

162. ΛΦ 368, 1-4, Μονεμβασία, «Η βασιλοπούλα». I: Η κοπέλα παίζοντας με μή-λο· β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, β, β1, β3, β4, β6 (χρυσόστομα, χρυσόδοντα,

Page 113: IAEN 23 Tale Types 1994

χρυσό σταυρό στο κούτελο), γ, γ2, γ4, γ5, γ6, γ7, γ11 (ποντίκι), δ3 (τους κόβουν το κεφάλι), δ4 (2 κυπαρίσσια και 1 μηλιά), ε, ε3. III: α4, α5, α6, α9, α10 (οι σπίθες χτίζουν παλάτι στην ακροθαλασσιά), β1, β2. IV: α, β (κα-ταλαβαίνουν μόνα τους ποιος είναι ο πατέρας τους), γ, γ1, δ1 (η πεθερά και η μαμή κατηγοριούνται και χέζονται για να βγουν από το δωμάτιο), δ2, δ4, δ5, δ7.

163. ΛΦ 382, 1-4, Πύργος, «Το βασιλόπουλο και η μάνα με τις 3 δυχατέρες». I: Μια μάνα ρωτάει τις κόρες της τι θέλουν να πετύχουν στη ζωή τους· β (η πρώτη θέλει ένα καρβέλι ψωμί να χορτάσει όλον τον κόσμο, η δεύτερη ένα κουβάρι κλωστή να δέσει όλον τον κόσμο), β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β1, β3, β4, β7, β8, β9, β11, γ, γ4, γ5, γ6, γ7, γ11 (μοσχαράκι), γ13, δ, δ2 (σ' ένα ρέμα), ε, ε2 (σ' ένα σταυροδρόμι μέχρι τον λαιμό, και τη φτύνει όποιος περνά-ει). III: α, α1 (βοσκός), β1, β2, β3. IV: β, β1, β3, γ, γ1, γ2, γ3, γ4, δ,

δ1 (ο βοσκός), δ2, δ4 (την έδιωξε από το παλάτι).

164. ΛΦ 501, 25-26, Αίγιο, «Ο ήλιος, το φεγγάρι και η Πούλια». I: β, β2, β4, β11, β12, β13, γ, γ3, γ5, γ6. II: α, α1, β, β1, β3, β4, β7, β8, β9, β11,

γ, γ4, γ5, γ6, γ7, δ, δ1 (θάλασσα), ε, ε4. III: α, α1 (ψαράς), β1. IV: δ, δ1, δ2 (βρίσκει τη διωγμένη με ντελάλη), δ3, δ4.

165. ΛΦ 551, 6-10, Ναυπλία, «Του Νταραβέρι το πουλί». I: Ένας βασιλιάς την ημέρα της γιορτής του απαγορεύει κάθε εργασία· β, β 2, β3, β4, β5, β7 (μάγει-ρα), β11, β12, β13, γ, γ4, γ5, γ6. II: α, β, β1, β2, β3, β4, β7, β10, β11, β12, γ, γ4, γ5, γ6, γ7, γ11 (κουνέλι), δ, δ2 (στο δάσος), ε, ε1. III: α, α1 (τσομπάνος), β1, β2, β4, γ, γ1 (του Νταραβέρι το πουλί), γ4, γ6, δ, δ1, ε, ε3 (δράκισσα), ε4, ε11 (να πιάσουν το πουλί μ' ανοιχτά τα μάτια), στ2, ζ, ζ1, ζ2, ζ3, ζ5. IV: α, β, β2 (το πουλί), β3 (τους δίνει ένα φτερό του), γ, γ2 (καίνε το φτερό και εμφανίζονται νέα φαγητά), δ, δ2, S3, δ4.

166. ΛΦ 573, 9-17, Ιθώμη Μεσσήνης, «Η χιλιοπικραμένη». I: Ένας βασιλιάς που θέλει να παντρευτεί μαζεύει όλες τις κοπέλες του βασιλείου του και διαλέγει τις τρεις πιο όμορφες. Η πρώτη θα του δώσει δόξα. Η δεύτερη χρυσάφι και η τρίτη υπέροχα παιδιά. Παντρεύεται την τρίτη. II: α, α1, β, β1, β3, β4, β8, β9, β12, γ, γ3 (δούλα), γ4, γ5, γ7, γ8, δ3, δ4 (μήλα, κυπαρίσσι, λεύκα). Παρόλα αυτά ο βασιλιάς δεν τη διώχνει. Η πεθερά χύνει τα κρασιά, έπειτα τα λάδια του παλατιού, τέλος σφάζει και ψήνει τα 3 ζώα και τα δίνει στον βασι-λιά να τα φάει κατηγορώντας πάντα τη νύφη της. Ο βασιλιάς διατάζει να σκο-τώσουν τη γυναίκα του, ο υπηρέτης της κόβει μόνο το δάχτυλο (AT 883C*). Ο βασιλιάς πίνει το αίμα της, και του φυτρώνουν στο κούτελο τα 3 δέντρα. Η γυναίκα γίνεται χηνοβοσκού σ' άλλον βασιλιά, και ζητάει για δώρο το μαχαίρι της σφαγής, την τριχιά του πνιγμού και την πέτρα της υπομονής (AT 425G). Τη σώζει ο ξένος βασιλιάς. Η γυναίκα γιατρεύει τον άντρα της από τα 3 δέντρα,

Page 114: IAEN 23 Tale Types 1994

αλλά η πεθερά της τη συκοφανεί για μάγισσα και τη φυλακίζουν στον στάβλο-

ε1. III: α4 (από τα δέντρα τα παιδιά έχουν μεταφερθεί από τη μοίρα τους σ' ένα παλάτι στην έρημο), β1, β3, β4, γ (τον αδελφό), γ3 (τη μάνα τους που είναι τάχα ζωντανή και την κρατάει μια μάγισσα), γ6, δ1 (τα δύο αδέλφια μαρμαρώνουν), ζ, ζ3, ζ4, ζ6. IV: β, β2 (γέρο), β3, γ, γ1, γ5, δ, δ1 (από τη μάνα), δ2, δ4 (την αναγκάζουν να φάει το φαρμακωμένο φαΐ).

167. ΛΦ 576, 1-10, Μεθώνη, «Το τριτσιγγέλι το δέντρινο». I: α, α1, β, β1, β2, β12, β13, γ, γ1, γ3, γ6. II: α, α1 (κι άλλες γριές στο παλάτι), β, β7, β8, β9, γ, γ3 (γριές), γ4, γ5, γ6, γ7, δ, δ2 (στα χωράφια σε κουτί), ε, ε1 (στον στάβλο). III: α, α1 (καλόγερος), α12 (καπέλο), β, γ, γ3 (άρρωστο άλογο που το κάνει καλά ο καλόγερος), γ1 (το τσιτσιγγέλι το δέντρινο), γ4, γ6, δ, ε (ο καλόγερος από το καπέλο), ε4, ε5 (με τη γλώσσα της), ε6, ε11, στ. IV: α, β, β1, β3, γ, γ1, γ2, γ5, δ (φαίνονται τα χρυσά σημάδια των παιδιών),

δ1, δ2, δ4 (και τις γριές), δ7.

168. ΛΦ 624, 1-5, Ιθώμη Μεσσήνης, «Ο ήλιος και η Πούλια». I: α2, β, β2, β3, β8, β9 (όλο τον κόσμο), β10, β12, β13, γ4, γ6. II: α, α1, β, β2, (ένα αγόρι, ένα κορίτσι), β7, β8, β9, γ, γ2, γ3 (δούλοι), γ4, γ5, γ6, γ7, δ, δ2 (στο στά-βλο του μοναστηριού. Έπειτα οι δούλοι «ζουπώνουν» χελώνες και πάνε αίμα τους στην πεθερά να το πιεί, νομίζοντας ότι είναι των παιδιών), ε, ε2 (στην κολώνα να τη φτύνουν). III: α, α1 (καλόγεροι), β, γ, γ2, γ4, γ6, δ1, δ2, ε, ε2, ε4, ε11, στ2, ζ, ζ1, ζ2 (τη βοηθάνε λελέκια που τα γλύτωσε από το θη-ρίο), ζ3, ζ4, η, η1. IV: α, γ (με την Πεντάμορφη), γ1, γ2, γ3, γ4, δ1, δ2,

δ4, δ5, δ7 (πίσω από το άρμα του ήλιου).

169. ΛΦ 657, 8-11, Κορινθία, άτιτλο. II: α, α1, β, β1, β3, β4, β7, β8, β12, γ, γ2, γ4, γ5, γ8, γ9, γ11 (γκουστέρα), δ, δ1, ε, ε2. III: α, α1, α11, α12 (καρ-διογνώστης, μαυρομάνικο μαχαίρι, λύσιμο μαλλιών), β, β1, γ (ο βασιλιάς πεί-θεται από τη μάνα του να ζητήσει από τα παιδιά να του φέρουν την Πεντάμορφη και το αθάνατο νερό), γ6, δ, δ1, δ2 (το μαχαίρι καρφώνεται στο ταβάνι), ε5,

ε11, στ2, ζ, ζ1 (με λυμένα μαλλιά), ζ2, ζ3, ζ4, ζ5, η, η1. IV: α, β (ο καρδιο-γνώστης ξέρει την αλήθεια), γ, γ2 (αλλάζουν τα πιάτα), γ3, γ4, δ1, δ2, δ4 (στη θέση της νύφης).

170. ΛΦ 672, 6-δ, Αγ. Νικόλαος Κυνουρίας, άτιτλο. I: β, β2, β3, β8, β12, γ, γ1, γ3, γ6. II: α (κυνήγι), α1, β, β2 (μια γέννα), β7 (τον ήλιο πρόσωπο

και το φεγγάρι αστήθι), γ, γ4, γ5, γ7, δ (το παιδί), δ1 (στη θάλασσα), ε (τη φτύνουν όλοι στην πόρτα). III: α, α1 (τσομπάνος), β1, β2. IV: α, γ, γ1 (τα παιδιά αρνούνται να φτύσουν τη γυναίκα στην πόρτα), δ, δ1 (η πεθερά ομο-λογεί), δ2, δ4, δ7.

171. ΛΦ 710, 7-12, Πυλία, «Η κακιά πεθερά». I: α2, β, β8, β9, β10, β12, β13, γ, γ4, γ6. II: α, α1, β, β2 (με μια κοιλιά 9 αγόρια και μια κόρη), γ, γ3 (μια

Page 115: IAEN 23 Tale Types 1994

μάγισσα), γ4, γ5, γ11 (μπάσκιες = βατράχια), δ3, δ4 (10 κυπαρίσσια), ε3. III: α4, α5, α6, α7 (τα κάνουν δοκάρια για τη στέγη που κατεβαίνει ως κάτω και χαιρετάει τον βασιλιά), α9, α10, β1, β2, β3, β4 (η μάγισσα δίνει 9 μαντή-λια στην κοπέλα για τα αδέλφια και τα παιδιά εξαφανίζονται). Ξεκινάει να τα βρει· ε (βοηθάει τρεις δράκισσες: η πρώτη σκουπίζει το παιδί της με την γλώσ-σα, η δεύτερη πανίζει τον φούρνο με το στήθος, η τρίτη δεν βλέπει), ε3, ε4,

ζ1, ζ3, ζ4 (και ένα καρδιογνώστη), ζ6 (με το χρυσό φτερό ενός πουλιού). IV: α (ο καρδιογνώστης ξέρει την ιστορία των παιδιών και κάνει τη μάγισσα κού-τσουρο), γ, γ1, δ1, δ2, δ4, 55, 57 (τη σέρνουν με μουλάρια και την κάνουν τέσσερα κομμάτια).

172. ΛΦ 743, 10-12, Κυνουρία Αρκαδίας, «Ο ήλιος, το φεγγάρι, η Πούλια». I: α1 (στρατιώτες κρυφακούνε στις πόρτες), β, β8, β9, β10, β12, β13, γ, γ4,

γ6. II: α, α1, β, β1, β3, β4, β7, β8, β9, β11, γ, γ2, γ4, γ5, γ6, γ7, δ, δ2 (σε μια κουφάλα). Το τρίτο παιδί γεννιέται μπροστά στο βασιλιά. III: α, α1 (ψαράς). Μια μέρα που ο βασιλιάς, η βασίλισσα, η Πούλια, το σκυλάκι και το γατάκι πάνε περίπατο, συναντάνε τον ψαρά με άλλα παιδιά. IV: δ, δ1, δ4, δ7.

173. ΛΦ 841, 1-3, Ηλεία, «Τα εκατό παιδιά». I: β, β3, β4, β11, β12, β13 (100 παιδιά), γ, γ4, γ5, γ6. II: α, β, β2 (100 παιδιά, 99 αγόρια και 1 κορίτσι σε μια γέννα), γ, γ4, γ5 (με 100 γατιά και σκυλιά), δ, 53, δ4 (99 κυπαρίσσια και μια μηλιά), ε1. III: α4 (από τα 100 δέντρα χτίζει η πεθερά έναν πύργο, αλλά επειδή ο πύργος μιλάει τον καίει. Από τις στάχτες του φυτρώνει μια μα-ρουλιά που την τρώει ένα άλογο ενός φτωχού και γεννάει 99 αγόρια και τη Μα-ρουλιά), β, β1. IV: α, γ, γ1, δ (δίνουν στη μάνα τους 100 πιάτα φαί), δ1, δ2, δ4, δ7 (και γίνεται 1000 κομμάτια).

174. ΛΦ 876, 515, Τρίπολη, «Ο Ντεληψαρής». Ι: α1 (για να μαθαίνει τα βάσανα του λαού), β, β8, β9, β10, β11, β12, γ, γ3 (πάει σπίτι των κοριτσιών, η μικρό-τερη κρύβεται κάτω από ένα σαμάρι και τον τσιμπάει). II: β, β7 (με χρυσά μαλλιά), β8, β9, γ, γ2 (πονόψυχη μαμμή), γ4, γ5, γ6, γ7, δ, δ1 (αφού τα κρύβει η μαμμή σπίτι της ή στη θάλασσα), ε, ε3 (γαλιά). III: α, α1 (ένα ζευγά-ρι άτεκνων σ' ένα νησί δρακόντων — ο δράκος τα είδε σαν μεζέ στην αρχή) · τα παιδιά φεύγουν κολυμπώντας και φτάνουν στην πολιτεία του πατέρα τους· γ, γ1 (Μπιρμπίλι), γ2, γ3 (του Ντεληψαρή), δ, ε, ε3 (τον ψυχοπατέρα του), ε4, ε11 (να φωνάζει πολύ δυνατά). Το παιδί τα καταφέρνει και τις 3 φορές. Η Πεντάμορφη, τα παιδιά δείχνουν τα χρυσά τους μαλλιά' δ3, δ8.

175. ΛΦ 962, 1-3, Μαντινεία, «Ο ήλιος, το φεγγάρι και η Πούλια». I: Ένας βασι-λιάς στο κυνήγι αγάπησε μια τσομπανοπούλα που του υποσχέθηκε 3 υπέροχα παιδιά· γ6. II: α (την τρίτη φορά μένει να δει τη γέννα αλλά τον ξεγελάει η μάνα του), α1, β, β1, β3, β4, β7, β8, β9, β11, γ, γ3 (υπηρέτη), γ4, γ5,

Page 116: IAEN 23 Tale Types 1994

γ6, γ7, γ9, δ, ε, ε2. III: α, α1 (τσομπάνος), β1, β2. IV: δ, δ1 (ο τσομπάνος), 52, δ3, δ4.

176. ΛΦ 1043, 1-5, Μεσσηνία, άτιτλο. I: Μια φορά ένα βασιλόπουλο είχε παντρευ-τεί μια όμορφη, αλλά φτωχιά κοπέλα. II: α, α1, β, β1, β3, β4, γ, γ2, γ4, γ5, γ9, γ11 (βάτραχο), δ, δ1, ε, ε3. III: α, α1 (μάγος ασκητής τα στέλνει στην πολιτεία), β1, β4, γ, γ1 (το πιο σπάνιο πουλί του κόσμου), γ5, γ6, δ1, στ2, ζ (στην απελπισία της αρχίζει να τραβάει τα μαλλιά της, αλλά αυτό σκο-τώνει τον δράκοντα που μαρμαρώνει), ζ2, ζ3, ζ4, ζ5. IV: α, β, β1, γ, γ1, δ1, δ2, δ4, δ5, δ7.

177. ΛΦ 1091, 10-16, Μεσσηνία, άτιτλο. I: α, α1, β, β1, β2, β4, β5, β6 (ζαχαρο-πλάστη), ζ11, β12, β13, γ, γ4, γ5, γ6. II: α, α1, β, β1, β3, β4, β7, β8, β9, β12, γ, γ2, γ4, γ5, γ6 (3 σκυλάκια), δ, δ1 (σε λουκουμόκασα), ε, ε2 (σ' ένα τοίχο με το κεφάλι έξω). III: α, α1 (μυλωνάς), β, β1, β3, β4. IV: α, γ (με ένα πουλάκι), γ1, γ2, γ3, γ4, δ1 (από το πουλί), δ2, δ3, δ4, δ5.

178. ΛΦ 1117, 1-7, Μεσσηνία, άτιτλο. I: β, β2, β3, β4, β5, β7 (μανάβη), β11, β12, β13, γ, γ2, γ3, γ5, γ6. II: α, β, β2 (δύο μαζί), β6 (χρυσόλαμπρα, χρυ-σόσταυρο, χρυσό σταυρό στο κούτελο), γ, γ4, γ5, γ11 (βατράχια), γ13, δ,

δ1, ε3. III: α, α1 (καλόγερος), α12 (βεργούλια), α13, β1, β4, γ, γ1, γ4, γ6, δ1, ε, ε2 (μάγισσα), ε4, ε5, ε10, στ2, ζ, ζ1, ζ2, ζ3. IV: α, β, β2 (από το μαγικό πουλί), β3, γ, γ1, γ2, γ3, γ4, δ1, δ2, δ4, δ7.

179. ΛΦ 1139, 1-δ, Πυλία «Το πεντάμορφο πουλί». I: β, β2, β8, β9, β10, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, β, β1, β3, β4, β7, β8, β9, β11, γ, γ4, γ5, γ6, γ7,

γ11 (ποντίκι), γ13, δ, δ1 (στο ποτάμι του μύλου), ε (την κρεμάει από τα μαλ-λιά στον νεροχύτη). III: α, α1 (μυλωνάς και μια παραμάνα), β, β1, γ, γ1, γ4, γ6, δ δ1, δ2 (ένα δαχτυλίδι που σφίγγει το δάχτυλο, ένα τριαντάφυλλο που μαραίνεται), ε, ε2, ε4, ε11 (πρέπει να προλάβουν να πιάσουν το πουλί μό-λις μιλήσει), ο πρώτος αδελφός λιθώνεται ο δεύτερος· ζ1, ζ2, ζ3, ζ4, ζ5 (με το αθάνατο νερό κάτω από τη φτερούγα του πουλιού). IV: α, β, β2 (από το πουλί), γ, γ1, δ1 (το πουλί), δ2, δ4, δ7.

180. ΛΦ 1153, 1 -4, Μονεμβασία, άτιτλο. Ι: α1 (και αφουγκράζεται σε κάθε σπίτι), β, β8, β9, β10, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β1, β3, β4, β7, β8, β9,

β11, γ, γ2, γ4, γ5, γ6, γ11 (κουκουβάγια), γ3, δ, δ1, ε, ε3. III: α, α1 (γέ-ρος) , α2 (τα βυζαίνει ελαφίνα), β1, β2 (κυνηγώντας την ελαφίνα). Ο βασιλιάς στέλνει συνοικέσιο στην κόρη του. IV: α, γ, γ1, γ2, γ3, γ4, δ1 (από την Πού-λια), δ2.

181. ΛΦ 1188, 4-6, Μεγαλόπολη Αρκαδίας «Η Πούλια, ο Αυγερινός και το Φεγ-γάρι». Ι: α1, β, β2, β5, β6, β11, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β1, β3, β4, β7, β9, β10, β11, γ, γ4, γ5, γ6, γ7, γ11 (ποντικάκι), δ, δ2 (στο δάσος), ε, ε2 (στον νεροχύτη). III: β, β2. Σε μια λίμνη τα παιδιά έπαιζαν μ' ένα χρυσό

Page 117: IAEN 23 Tale Types 1994

μήλο. Ο βασιλιάς τα ακολουθεί σ' ένα γυάλινο πύργο. Τον περιποιούνται. IV: α, γ, γ1, δ, δ1, δ2, δ4· τη σέρνουν μ' ένα κάρο στην πόλη. Για δώρο η νύφη παίρνει το πτώμα της πεθεράς της το πλένει, το στολίζει και το θάβει με τιμές.

182. ΛΦ 1298, 19-23, Γορτυνία, «Ο Ήλιος και η Πούλια». I: β, β8, β9, β10 (θα έζωνε με μια ζώνη τον στρατό), β12, β13, γ, γ2, γ3, γ5 (παντρεύεται τις δύο πρώτες, τις χωρίζει γιατί είπαν ψέμματα), γ6. II: α, α1, β, β7, β8, β11, γ, γ4, γ5, γ6, γ7, γ13, δ, δ1 (σε κουτί στο ποτάμι), ε, ε3 (γαλιά). III: α, α12 (μυλωνάς που η μηλιά του τη μέρα που βρήκε τα παιδιά αρχίζει να κάνει μήλα), β1, β2, β4, γ, γ2, γ3 (τον βασιλικό που μυρίζει 40 μέρες), γ4, γ6, δ, ε, ε2, ε4, ε8 (ο Ήλιος τα καταφέρνει και τις δύο φορές), η. IV: α, γ (με την Πεντά-μορφη), γ1, δ1 (η Πεντάμορφη), δ2, δ3, δ4.

183. ΛΦ 1349, 11-16, Πύργος, «Τα χαμένα βασιλόπουλα». I: β (στη βρύση), β8, β9, β10 (μ' ένα καρύδι), β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β1, β3, β4, β7, β8, β9, β11, γ, γ2, γ4, γ5, γ6, γ7, γ11 (γαϊδουρογουστέρα), δ, δ1 (αυλάκι του μύλου), ε, ε3 (στην άκρη του βασιλείου). III: α, α1 (μυλωνάς)' βρίσκουν ένα πύργο έρημο και μένουν· β1, β2, β4, γ, γ1, γ4, γ6, δ (τα δύο αδέλφια φεύγουν μαζί), δ2 (δύο ποτήρια νερό που γίνονται αίμα) στ2, ζ, ε, ε1, ε4, ε7,

ε11 (να ανοίξει τον κόρφο της και να ψυλλίζεται και το πουλί μόνο του θα μπει στον κόρφο της), ζ2, ζ3, ζ4. IV: α, β, β1, β3, γ, γ1, δ1 (ο μυλωνάς), δ2, δ4, δ5, δ7.

184. ΛΦ 1357, 5-7, Αίγιο, «Η κακιά γριά». II: α, «1, β, β1, β3, β4, β7, β8, β9, β11, γ, γ4, γ5, γ6, γ7, γ8, δ, δ1 (θάλασσα), ε, ε2, (σε τοίχο). III: α (τα

παιδιά τα μαζεύουν ναύτες και τα βγάζουν στη στεριά. Συναντούν μια μάγισσα που τα πάει στον πατέρα τους). IV: β, β2 (από τη μάγισσα), β3, γ, γ1, γ2, γ3, γ4, δ1 (η μάγισσα), δ2, δ3, δ4.

185. ΛΦ 1383, 1-4, Μεγαλόπολη, «Το βασιλόπουλο». I: α, β, β1 (σε ξεροπήγα-δο), β2, β3, β4, β7 (μυλωνά, υπουργό), β12, β13, γ, γ1, γ3, γ6. II: α, β,

β1, β3, β4, β7, β9, β10, β11, γ, γ4, γ5, γ6, γ7, γ11 (ποντικάκι), δ, δ1 (με σακούλα στο ποτάμι), ε, ε1 (τη γδύνουν και τη βάζουν με τις κότες κι όποιος περνάει τη φτύνει, γιατί έκανε «σημαδιακά παιδιά»). III: α, α1 (καλόγερος),

β1, β2. IV: α, γ, γ1, γ2, γ3, γ4, δ, .δ1, δ2, δ4, δ7. 186. ΛΦ 1529, 28-31, Πυλία, «Ο Αυγερινός, η Πούλια και το Φεγγάρι». I: β,

β2, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β1, β3, β4, β7, β9, β10, β11, γ, γ4, γ5, γ6, γ7, γ11 (μπράσκα = βάτραχο), γ13, δ, δ1 (μυλαύλακο), ε, ε3. III: α, α1 (μυλωνάς και μια μάγισσα), β1, β2. IV: α, γ (με τη μάγισσα), γ1, γ2, γ3, γ4, δ1, δ2, δ4, δ7.

187. ΛΦ 1537, 1-δ, Πύργος, άτιτλο. I: β, β2, β4 (οι δύο μικρές), β5, β7 (μάγει-ρα), β11, β 12 (η μεγαλύτερη), β13, γ, γ2, γ3, γ6. II: α, α1, β, β2 (5 γέν-νες), β7, β8, β9, β10, β11, β12, γ, γ3 (μάγισσα), γ4, γ5, γ8 (4 φορές),

Page 118: IAEN 23 Tale Types 1994

γ9, δ, δ2 (ένα δέντρο), ε, ε1. III: α, α2 (τα βυζαίνει μια λύκαινα), β1, β2, β4, γ, γ3 (ζώνη στη μέση της, πουλάκια στον ώμο της), γ5, γ6, δ, ε, (μια πέτρα), ε5, ε6, ε8, στ2, ζ1, ζ2, ζ3, ζ4, ζ5. IV: α, β3 (τα πουλάκια), γ, γ1, γ2, γ3, γ4, δ, δ2, δ3, δ4, δ5.

188. ΛΦ 1555, 9-14, Γορτυνία, «Το φέρη-φέρη το πουλί η καρδιά του κόσμου». I: β, β4, β5, β7 (ράφτη), β12, β13, γ, γ6. II: α, α1, β, β3, β4, β6 (με σημά-δια στο κούτελο), β7, β8, β10, β11, γ, γ4, γ5, γ6, γ7, γ8, δ, δ1 (το ποτάμι), ε, ε2. III: α, α1 (ένα ζεύγος ζευγάρι άτεκνων γέρων). Φεύγουν να βρουν τους γονείς τους. Φορούν κορδέλες στο μέτωπο και δεν φαίνονται τα χρυσά σημάδια· γ, γ1 (το φέρη-φέρη το πουλί καρδιά του κόσμου), γ4, γ6, δ, δ1, δ2 (μαχαίρι που στάζει αίμα, μαντήλι που ιδρώνει), ε, ε3 (μάγισσα), ε4, ε11, στ2 (παγώ-νουν και τα δύο αδέλφια), ζ, ζ1, ζ2, ζ3, ζ5 (από τη χρυσή βέργα της μάγισσας βγαίνει νερό). IV: α, β, β2 (από το πουλί), β3, γ, γ1, γ2, γ3, η4, δ1 (το πουλί), δ2, δ4, δ7.

189. ΛΦ 1669, 6-9, Αίγιο, άτιτλο. I: α, β, β1, β2, β3 (οι δύο μεγάλες εύχονται να τους δώσει ο βασιλιάς φαγιά και φλουριά), β12, β13, γ, γ1, γ3, γ5, γ6. II: α, β, β2 (σε 2 γέννες, 1 αγόρι και 1 κορίτσι), β6 (με πρόσωπο σαν τον ήλιο, σαν φεγγάρι), γ1 (οι αδελφές του βασιλόπουλου), γ4, γ5, γ6, γ7, δ, ε, ε2 (σε λάκκο μέχρι τη μέση να τη φτύνουν). III: α, α1 (τσομπάνος). IV: β, β2 (από μια καλή μάγισσα που τα οδηγεί στη μισοπεθαμένη μητέρα τους), δ, δ1 (η μάγισσα), δ2, (διώχνουν τις αδελφές).

190. ΛΦ 1728, 6-9, Μεσσηνία, «Ο Ήλιος, ο Αυγερινός κι η Πούλια». I: α, β, β1, β2, β3, β7 (η μιά θέλει το φαΐ της βασίλισσας το Πάσχα, η άλλη τα ρούχα

της), β12, β13, γ, γ1, γ3, γ5, γ6. II: α, β, β1, β3, β4, β7, β8, β10, β11, γ, γ3 (κι ο πεθερός), γ4, γ5, γ6, γ7, γ11 (μπράσια), γ13, δ, δ1, ε, ε3. III: α, α1 (καλόγερος), β1, β2, β, β3, β4. IV: α, β, β1, β3, γ, γ2 (αλλάζουν τα πιάτα), δ1, δ2, δ4 (και τον πεθερό), δ7.

191. ΛΦ 1872, 5-7, Τρόπαια Γορτυνίας, «Οι τρεις κόρες». I: α, β, β1, β2, β3, β8, β9, β10 (χαλί να πατάει ο στρατός), β12, β13 (40 παιδιά), γ, γ4, γ6. II: α, β, β2 (40 παιδιά), γ, γ4, γ5, γ11 (με 40 κουτάβια), δ3, δ4 (τριαντα-φυλλιές μυρωδάτες), ε2. III: α4 (τις τριανταφυλλιές τις πετάνε στο βουνό, φυ-τρώνουν κυπαρίσσια, που μιλάνε στον βασιλιά, τα ρίχνουν στη θάλασσα γίνεται παλάτι με 40 παλληκάρια). IV: α, γ, γ1, δ2, δ4 (η πεθερά γίνηκε μπαρούτι).

192. ΣΠ 6, 15-20, Κορινθία, άτιτλο. I: β, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β1, β3, β4, β7, β8, β9, β12, γ, γ4, γ5, δ, δ2 (στο πηγάδι), δ4, ε, ε3. III: Μια γίδα τρώει τα κυπαρίσσια και γεννάει στην ερημιά τρία παιδιά. Ζουν σε γυάλινο σπίτι· γ, γ3 (το στοιχειό της θάλασσας), δ, δ1, δ2 (το σπίτι μαυρίζει), ε, ε2, ε4, ε12 (να χτενίσει το στοιχειό), στ2, ζ, ζ1, ζ2. IV: α, γ, γ2, δ, δ2 (η μάνα τους η Πιπινού που έβοσκε γάλους).

Page 119: IAEN 23 Tale Types 1994

193. ΣΠ 21, 17-22, Αίγιο, «Οι τρεις αδελφές». I: β, β12, β13, γ, γ3, γ6, γ7. II: α, β, β2, β6 (τον ήλιο πρόσωπο και το φεγγάρι μύτη), γ1, γ4, γ5, γ6, γ7, ε, ε5 (τη σκοτώνουν και τη βαλσαμώνουν). III: α, α1 (ψαράς), α12 (κα-ρατσανάκι — πιάτο), α13, β, γ, γ2 (που τη φυλάν λιοντάρια), γ6, ε, ε2, ε4,

ε11 (να ταΐσει τα λιοντάρια «κρέας του ύπνου». Μαγικό άλογο από το πιάτο φέρνει χρυσόμηλο, αθάνατο νερό), η. IV: α, γ, γ6 (δίνουν στον κόκκορα κε-χριμπάρι). Ζωντανεύουν τη μάνα με τ' αθάνατο νερό.

194. ΣΠ 41, 9-10, Δημητσάνα, άτιτλο. I: β, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β1, β7, β9, β11, β12, γ, γ4, γ5, δ. III: α, α1 (καλόγερος), β1. IV: Ο βασι-

λιάς μαθαίνει την αλήθεια· δ4, δ7.

195. ΣΠ 42, 1-21, Αγ. Νικόλαος Κυνουρίας, άτιτλο. I: β, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β1, β6, β7, β8, β9, β11, γ, γ4, γ5, δ, ε, ε3 (κότες). III: α,

α1 (καλόγερος), α12 (ραβδί), α13, β, β1 (η γριά τους στέλνει γλυκά που αν τα φάνε θα πετάξουν στον αέρα, ο Ηλιος καρδιογνώστης τα πετάει. Μια μάγισ-σα τον στέλνει να φέρει τη μηλιά που όσα φύλλα έχει τόσα και παιχνίδια, που παίζουν όλα μαζί όταν φυσάει), γ2 (Ντεζέλ Ντουνιά), γ6, δ, δ1, δ2, (3 τρίχες από το κεφάλι σ' ένα γυαλί), ε (κόβει τα τσίνορα των ματιών ενός δράκου και τον κάνει ν' αναβλέψει κι εκείνος τον βοηθάει), ε4, ε8 (κάνει σκλάβο του τον φύλακα της μηλιάς), στ, στ1, στ2, ζ (λύνει τα μαλλιά της και πέφτει χαρτί με την ευχή του καλόγερου), ζ3, η. IV: α, γ, γ1, γ2, γ3, γ4 (σε σκύλο που γίνεται πουλί και πετάει), δ, δ2, δ3, δ4, δ5 (την πεθερά την κτίζουν στον τοί-χο)·

196. ΣΠ 44, 99-102, Κυπαρισσία, άτιτλο.Ι: β, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, β, β1, β7, β8, β9, β10, γ, γ4, δ, δ1. III: α, α1 (καλόγερος), β1. IV: Ο βασιλιάς

ρωτώντας τον καλόγερο πότε βρήκε τα παιδιά μέσα στην κάσα καταλαβαίνει την αλήθεια· δ4, δ7.

197. ΣΠ 745 στ, Κόρινθος, άτιτλο. I: β, β4, β7 (αρχοντόπουλο, τσέλιγκα), β12, β13, γ, γ3, γ5, γ6. II: α, α1, β, β1, β3, β4, β7, β8, β9, β12, γ, γ4, γ5, γ6, γ11 (γουρουνάκι), δ3 (στην κοπριά), δ4 (μοσχομηλιά, νερατζιά, κυπα-ρίσσι), ε, ε3 (χηνοβοσκού). III: α4, α6, α7, α8, α9. Βρίσκουν την Όμορφη της Γης, με τη βοήθεια της Μοίρας τους, που τους δίνει μαγικό ξυράφι και χτένι για βοηθούς. Με την ευχή της Ομορφης παλάτι δίπλα στου βασιλιά. IV: α, γ, δ1, δ2, δ3, δ4.

198. Λουκάτος, 132-136, αρ. 20, Κορώνη Πυλίας, «Το πουλί τ' αηδόνι». I: β, β4, β5, β7 (ράφτη), β12, β13, γ, γ6. II: α, α1, β, β2 (9 αγόρια κι ένα κορίτσι με μια γέννα), β6 (χρυσά μαλλιά και κούτελα), γ, γ4, γ5, γ6 (9 σκύλους), γ7, ε3. III: γ, γ1, γ4, γ6, δ, δ1.

Page 120: IAEN 23 Tale Types 1994

ΣΤΕΡΕΑ ΕΛΛΑΔΑ

199. ΛΑ 707, 1, Μέγαρα, «Ο ουρανός με τ' άστρα». I: β, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β12 (ένα παιδί), γ, γ2, γ4, γ5, δ, δ1 (κασόνι), ε3. III: α, α1 (καλόγερος), α12 (μπαστούνι που ό,τι του γυρέψει κάνει), α13 (γυάλινο πα-λάτι βασιλιά), β1. IV: α, β, β1, δ (η γαλοβοσκού γνωρίζει το παιδί της)· η μαμμή ομολογεί.

200. ΛΑ 707, 2, Αγραφα, «Ου ήλιους, το Φιγγάρ' κι ου Αυγερινός». I: β, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β1, β7, β8, β9, β10, γ, γ4, δ, δ2 (σε κουφάλα δέντρου), ε, ε2 (στον τοίχο της αυλής). III: Μια ζαρκάδα βυζαίνει τα παιδιά-

β1, β2, β3. 201. ΛΑ 707, 3, Αγραφα, «Ου Ήλιους, του Φιγγάρ' κι ου Αυγερινός». I: β, β12,

β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β1, γ, γ4, δ, δ3 (στην κοπριά), δ4 ε, ε2. III: α4, α6, α9 (τα πετούν στην άκρη της θάλασσας, όπου τα συμμαζεύει ένας δρά-κος και τα ανατρέφει), β1. IV: α, γ, γ2.

202. ΛΑ 707, 14, Αιτωλία, άτιτλο. I: Ο βασιλιάς κάνει νύφη στον γιό τους τη χω-ριατοπούλα που φέρνει πρώτη ξύλα στην πόλη. II: α, α1, β, β2 (ένα αγόρι κι ένα κορίτσι), γ, γ4, γ6, γ7, δ, ε, ε4. III: α, α1 (ψαράς). IV: Η μάνα διωγ-μένη βρίσκει τα παιδιά της. Συναντώνται με τον πατέρα στο βουνό.

203. ΛΑ 707, 15, Αιτωλία, «Έντζα, έντζα, βιλιτζένια ρόκα». I: β, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β1, β3, β4, β7, β8, β9, β11, γ, γ4, δ, δ1, ε, ε2. III: α, α1 (καλόγερος), γ, γ3 (την «έντζα, έντζα βιλιτζένια ρόκα»), γ5, γ6, δ,

δ1, δ2, ε, ε4, ε12 (να δέσουν τα πεσμένα μαλλιά της έντζας), στ2, ζ, ζ1, ζ3, ζ6. Ελλιπές.

204. ΛΑ 707, 16, Ευρυτανία, «Το παραμύθι της Γατσούλους». I: β, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β1, β3, β4, β7, β9, β10, β11, γ, γ4, δ, δ1. III: α, α1 (καραβοκύρης), γ, γ2, γ6, δ, δ1, ε, ε1, ε9 (με το σπαθί του πατέρα τους), στ2, ζ, ζ1, ζ3, ζ5, η. IV: α, β, β2 (από την Πεντάμορφη), β3, γ, γ2, δ1, δ3,

δ4 (την κρεμούν από τις κορφές δύο κυπαρισσιών).

205. ΛΑ 707, 17, Βετολίτσα Αιτωλίας, «Οι τρεις αδελφάδες». I: β, β12, β 13, γ, γ3, γ6, γ7. II: α, α1, β, β2 (ένα αγόρι), β4, β6 (χρυσά μαλλιά, χρυσά δόν-τια), γ1, γ4, δ, δ1, ε, ε1, ε2 (σε τοίχο). III: α, α1 (ασκητής), α11 (ψωμιά), α12 (πετράδι, άλογο), α13, β, β1, β3, γ, γ1, γ2 (Λεβεντζινιά, και τον Τρι-σαπθαμίτη), η. IV: α, γ, δ1, δ2, δ6, δ7.

206. ΛΑ 1171, (ΣΜ 28), δ3-δ4, Βάλτος Ακαρνανίας, «Η Πούλια, το φεγγάρι και ο αυγερινός». I: α, β, β4, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, β, β1, β3, β4, β7, β9,

β10, β11, γ, γ4, γ5, γ6, γ7, γ8, δ, δ1 (θάλασσα). Ατελές: ο βασιλιάς από τον θυμό του σφάζει τη γυναίκα του. Δεν αναφέρεται τι απέγιναν τα παιδιά.

207. ΛΑ 1320, (ΣΜ 133), 7-δ, Αγγελόκαστρο Αιτωλίας, άτιτλο. I: β, β4, β12,

Page 121: IAEN 23 Tale Types 1994

β13, γ, γ3, γ6. II: α, β, β1, β3, β4, β6 (χρυσομίληγκο, χρυσοστόγαλο, στο κούτελο φεγγάρι), γ, γ4, γ5, δ, ε, ε1. III: α, α1 (γέρος), β, β1, β3. Τα ανα-γνωρίζει από τη συνομιλία τους. IV: γ, γ2, γ3, δ, δ 1, δ2,'δ4, δ7.

208. ΛΦ 6, 14-18, Φωκίδα, «Οι τρεις αδελφές». I: Τρεις αδελφές, η μια πλέκει, η άλλη γνέθει, η μικρότερη φτιάχνει πίτα- γ, γ2 (ρωτάει τις δύο πρώτες αν μπορούν να ντύσουν όλον τον κόσμο, απαντούν πως δεν μπορούν, η τρίτη του υπόσχεται χρυσά παιδιά), γ6, γ7. II: α, β, β1 (2 γέννες), β3, β4, β6, γ1, γ4, γ7, γ13, δ (σ' ένα καλύβι), ε, ε2 (στον τοίχο κάτω από τον νεροχύτη, όπου έπινε τα νερά κι έτρωγε τ' αποφάγια). III: Οι αδελφές επιβλέπουν τα παιδιά στο καλύβι· β1, β2, β3, γ, γ2 (μάγισσα), γ3 (τον καθρέφτη της μάγισ-σας), γ4, γ6, δ, δ 1, ε, ε2 (που της κόβει τα ματοτσίνορα για να βλέπει), ε4, ε6, στ, στ1, στ2, ζ, ζ1, ζ2 (στη μάγισσα), ζ3, ζ4, ζ5, η, η1. IV: β1 (η μάγισ-σα), γ, γ1, δ, δ1, δ2, δ3, δ6.

209. ΛΦ 18, 5-12, Σταμνά Αιτωλίας, «Η Πούλια, ο Αυγερινός και τ' άστρο». I: α, β, β1, β2, β8, β9, β10, β12, β13, γ, γ4, γ6. II: α, α1, β, β1, β3, β4, β7, β10, β11, β12, γ, γ2, γ4, γ5, γ7, γ8, γ9, δ, δ1 (στη θάλασσα μέσα σε βαρέλι με γλυκίσματα και παιχνίδια). III: α, α1, α11, α12 (άλογο, βέργα, χαρτί), β, β1, γ1 (μπιρμπιλαηδόνι), γ2 (βασίλισσα Κιζαλντονιά), γ3 (χρυσο-μηλιά), γ4, γ6, δ, δ 1, 02 (βέργα που στάζει αίμα), ε, ε2, ε4, ε8, στ, στ1, στ2, ζ, ζ1 (με το μαγικό χαρτί του ασκητή), ζ2, ζ3, ζ4, η. IV: α, γ (με την Κιζαλντονιά), γ, γ2, γ3 (το σκυλάκι), γ4, δ1 (η χηναρού λέει μια ιστορία),

δ2, δ3, δ4, δ5.

210. ΛΦ 55, 1-δ, Ευρυτανία, «Οι τρεις φτωχούλες αδελφές». I: β, β2, β3, β4, β7 (τον πρόεδρο και τον γραμματέα της κοινότητας), β11, β12, β13, γ, γ3, γ5, γ6. II: α, α1, β, β1, β3, β4, β7, β9, β10, β11, γ, γ4, γ5, γ6, γ7, γ9, δ, δ2 (σε κουφάλα στο δάσος), ε, ε2 (τη χώνει στη γη μέχρι το κεφάλι). III: α, α2 (ελαφίνα), β1, β2. (Συμφυρμός με μοτίβο του AT 709: δίνουν στην Πού-λια ένα δαχτυλίδι και πεθαίνει, της το βγάζουν και ανασταίνεται), γ, γ1, γ2, γ3 (χρυσό σπαθί), γ5, γ6, δ, δ1, δ2, ε, ε1, ε4, ε6, ε8, ε11, στ, στ1, στ2, ζ, ζ1 (την Πεντάμορφη απ' τα μαλλιά που ήταν η δύναμή της), ζ3, ζ4, η, ζ1. IV: α, γ, γ2, γ3, δ1, δ2, δ3, δ4, δ5.

211. ΛΦ 216, 23-25, Νεοχώρι Φθιώτιδας, «Η Χηναρού». I: β, β2, β8, β12, β13, γ, γ2, γ3, γ6. II: α, α1, β, β1, β3, β4, β7, β8, β9, β11, γ, γ3, γ4, γ5, γ6, γ7, γ11, δ (από ένα βράχο), ε, ε3 (χηναρού). III: α, α1 (ένας γέρος στο βου-νό), β1, β2. IV: α, γ (μαζί με τον γέρο κι ένα έξυπνο σκυλάκι), γ2, γ4, δ,

δ1, δ2, δ3, δ4.

212. ΛΦ 220, 33-34, Ιτέα, «Γενοβέφα». I: Ήταν ένας βασιλιάς και παντρεύτηκε. II: α, α1, γ, γ4, γ5, γ6, γ7, δ, δ2 (στην έρημο), ε, ε1. III: α, α1 (ένας βο-σκός) , β, β2. IV: δ1 (ο βοσκός εξηγεί στον βασιλιά τι έχει γίνει), δ2, δ4 (χτί-ζουν την πεθερά στη θέση της νύφης).

Page 122: IAEN 23 Tale Types 1994

213. ΛΦ 442, 7-δ, Αιτωλία, «Ο Ήλιος και το Φεγγάρι». I: α1, β, β2, β8, β9, β10 (χαλί για όλο το βασίλειο), β12, β13, γ, γ3, γ4. Παντρεύτηκε με τη σειρά

τις 2 μεγάλες αδελφές που δεν μπορούν να κρατήσουν τις υποσχέσεις τους και τις διώχνει· γ6. II: α, β, β1 (2 γέννες), β3, β7, β8, β9, γ1, γ2, γ4, γ5, γ6, γ7, δ, δ2 (από το παράθυρο), ε, ε1. III: α, α1 (βοσκός), β1, β2 (βλέπει τη νύχτα μια καλύβα που έλαμπε). IV: δ1 (ο βοσκός διηγείται πως βρήκε τα παι-διά), δ2, δ3, δ6.

214. ΛΦ 531, 3-6, Γιαννιτσού Φθιώτιδας, «Το πουλί με την ανθρώπινη φωνή». I: α, β, β1, β2, β3, β4, β5, β7 (ράφτη), β11, β12, β13 (9 γιούς και μια κόρη χρυσομαλλούσα), γ, γ1, γ3, γ5, γ6. II: α, β, β2 (τα 10 παιδιά μαζί), γ, γ2, γ4, γ5, γ11 (10 κουτάβια), δ, δ1 (στο ποτάμι), ε3 (γαλοβοσκού). III: α,

α1 (μυλωνάς), γ (μαγεύει την κοπέλα που αρρωσταίνει), γ1, γ4, γ6, δ (τα 8 αδέλφια ξεκινούν και χάνονται), ε, ε2, ε4, ε8, στ2, ζ (ο τελευταίος αδελφός),

ζ1, ζ2, ζ3, ζ5. IV: β, β2 (από το αηδόνι), γ (πάνε μόνα τους), γ1, δ1 (το αηδόνι), δ2, δ4, δ5, δ8.

215. ΛΦ 633, 15, Ξηρόμερο Ακαρνανίας, «Το Μπιρμπίλι Αηδόνι». I: β, β8, β9 (την οικογένεια), β10 (την οικογένεια), β12, β13, γ, γ2, γ3, γ6. II: α, β,

β1, β3, β4, β6 (ολόασπρα και φεγγαράτα), γ, γ4, γ5, γ6, γ7, γ8, γ13, δ, δ2 (ρέμα), ε, ε4. II: α, α2 (ελαφίνα), γ, γ1 (Μπιρμπίλι), γ4, γ6, δ, δ2, ε, ε1, ε4, ε7, στ, στ2, ζ, ζ1, ζ2, ζ3, ζ5. IV: α (είναι λυπημένος και του φέρνουν το Μπιρμπίλι Αηδόνι να του φτιάξει το κέφι), δ1 (το Αηδόνι), δ2, δ4 (στη φυλακή).

216. ΛΦ 725, 14-18, Αγραφα, «Η Σταχτομάρω». Αρχή όπως AT 510Α. II: α, α1, β, β1 (2 γέννες, ένα αγόρι, ένα κορίτσι), γ, γ2, γ4, γ5, γ6, γ7, γ13,

δ, δ1, ε, ε2 (στο σταυροδρόμι να τη φτύνει όποιος περνάει). III: α, α1 (μυλω-νάς) , β1 (γιατί μοιάζουν σ' αυτόν και στη γυναίκα του), β2. IV: δ1 (ο μυλωνάς εξηγεί πως βρήκε τα παιδιά). Υποχρεώνεται η μαμμή να ομολογήσει· δ2, δ4 (στη θέση της νύφης).

217. ΛΦ 1074, 1-3, Βάλτος Ακαρνανίας, «Το βασιλόπαιδο». I: β (τρεις υπηρέτριες στο ανάκτορο του βασιλιά κεντούν και συζητούν), β8, β9, βl0, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β1, β3, β4, β8, β9, β11, γ, γ3 (τις υπηρέτριες), γ4, γ5, γ6, γ8, δ, δ2 (σε κουφάλα δέντρου), ε, ε2 (μέχρι τη μέση σ' έναν τοίχο). III: α, α2 (ελαφίνα), β1, β2. IV: α, γ, γ1, γ2, γ3 (το καταλαβαίνουν και αρνούνται να φάνε), δ (πουλάκια πετούν πάνω από τα κεφάλια τους και λένε «αυτή είναι η μαμά σας παιδιά»), δ1, δ2, δ3, δ4.

218. ΛΦ 1081, 63-66, Ναυπακτία Αιτωλίας, «Η πιο όμορφη του κόσμου». I: α1, β, β2, β8, β9, β10 (θα σώζει τον στρατό), β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β1 (2 γέννες), β3, β4, β7, β10, β11, γ, γ2, γ4, γ5, γ6, γ7, δ, δ2 (δίνουν τα παιδιά σ' ένα δράκο να τα φάει, αυτός όμως τα λυπάται και τα πετάει σε

Page 123: IAEN 23 Tale Types 1994

καλάθι στη θάλασσα), ε, ε2. III: α, α1 (ψαράς). Ο Αυγερινός γίνεται ξακου-στός για την παλληκαριά του. Του ζητούν από το παλάτι να βρει την πιο όμορφη του κόσμου· ε, ε3 (ο ψαράς), ε4 (βρίσκει το πιο ξακουστό άλογο, πηγαίνει στο μαρμαρωμένο παλάτι και φωνάζει τόσο δυνατά που ξεμαρμαρώνουν όλα), η. IV: γ (ο βασιλιάς θέλει να παντρέψει τον Αυγερινό με την Ομορφη του Κόσμου που του απαντάει: όχι πριν λύσεις τη γυναίκα σου από τον νεροχύτη και γεννηθεί και το τρίτο σου παιδί, ο αδελφός του Αυγερινού), δ1, δ2, δ3, δ4, δ5.

219. ΛΦ 1724, 1-7, Θήβα, «Οι 3 αδελφές». I: α, β, β1, β2, β3, β4, β5, β7 (μάγει-ρα), β12, β13, γ, γ1, γ3, γ5, γ6. II: α, β, β1, β3, β4, β7, β10, β11, β12, γ, γ4, γ5, γ6, γ7, γ8, δ, ε, ε1 (μαζί με τις χήνες). III: α, α2 (ελαφίνα), β, β2 (ο βασιλιάς ακολουθεί την ελαφίνα στο κυνήγι), γ, γ1, γ3 (χρυσή κλώσ-σα με 40 πουλιά, χρυσό μήλο), γ4, γ6, δ, δ1, δ2 (θολώνει το νερό της βρύσης), ε, ε3 (έναν γνωστό τους), ε4, ε7, ε8, στ, στ2, ζ, ζ1, ζ2, ζ3, ζ4, ζ6 (μ' ένα φτερό του πουλιού). IV: α, β, β1 (ελαφίνα), β3, γ, γ1, δ1 (λένε ένα παραμύ-θι), δ2, δ3, δ4.

220. ΛΦ 1897, 6-δ, Αμφίκλεια Φθιώτιδας, «Ο βασιλιάς, η βασίλισσα και οι αδελ-φές της». I: Γίνεται πόλεμος κι αδειάζει η χώρα. Μένουν μόνο 3 αδελφές· β,

β1, β2, β3, β8, β9, β10, β12, β13, γ, γ1, γ3, γ6, γ7 (για να του προσφέρουν τις υπηρεσίες που υποσχέθηκαν). II: α, β, β1, β5, β7, β8, β9, β11 (και η Πού-λια αγόρι), γ1, γ2, γ4, γ5, γ6, γ7, γ9, γ13, δ, δ1 (ποτάμι), ε, ε1. III: α,

α1 (τσομπάνος), α2 (και τα βυζαίνει γίδα), β1 (επειδή τραγουδούσαν πολύ όμορφα), β2, β3, γ (για δώρο στον βασιλιά), γ3 (τριανταφυλλιά που τη φυλά-ει θηρίο), δ1, στ2, ζ (τρίτος αδελφός), ζ1 (τινάζει τα μαλλιά της, έγινε κορίτσι στο μεταξύ), ζ2, ζ3. IV: γ, δ1, δ2, δ3, δ5.

221. «Αθηνά», 45, δ9-95, αρ. 2, Λιόπεσι, «Η χήρα με τα κορίτσια». I: β, β8, β9, β10 (πλένει), β12, β13 (9 παιδιά μονογγάστρι), γ, γ3, γ6. II: α, β, γ, γ2,

γ12, δ, δ1 (θάλασσα), ε1. III: α, α1 (δύο άκληροι γέροι), β1. IV: α, δ1, δ2, δ3, δ5.

222. Δ.I.E., Τ.1, 687-693, Αττική, «Η καλή Μοίρα». I: β, β8, β12 (γιατί ξέρει από τη Μοίρα της), γ, γ2, γ3, γ6. II: α, α1, β, β1, β3, β4, β6 (χρυσομάλλικο, χρυσοστράγαλο, με το χρυσό αστεράκι στο βλέφαρο), γ, γ2, γ3 (ένας δούλος), γ4, γ5, γ8, γ12, δ, ε, ε1 (σε μπουντρούμι που πέφτουν τα θολάσταχτα). III: α, α1 (η Μοίρα της μάνας τους), α3 (Λαγγουβέρτιος, Σαρατζηνό, Βενετσά-να), β1, β2. IV: α, β, β1, β3, γ, γ1, γ5, δ, δ1 (η Μοίρα), δ2, δ4, δ8.

223. Λαογρ., Β΄, σ. 388-392, Αιτωλία, «Ου Ήλιους κι του Φιγγάρ». I: Μια γυναί-κα πούχε δύο κόρες είπε θα κάνει τον Ήλιο η μια κι άλλη το Φεγγάρι. II: Η πρώτη έκανε τον Ήλιο και οι άλλες ζηλέψαν· γ4, γ6, γ7, δ, δ1 (στο ποτάμι), ε3 (στον τοίχο). III: α, α2 (ένας Όφιους)· το παιδί γυρνάει μόνο εκεί όπου το πέταξαν, οι γυναίκες το γνωρίζουν και το στέλνουν να βρει το άλογο (Ντελή

Page 124: IAEN 23 Tale Types 1994

Γριβιά) που βόσκει σε 50 λιβάδια. Το καβαλικεύει, πηδάει σταυρωτά τον πλά-τανο, και τη μηλιά — παίρνει τον σταυρό των μήλων. Τον στέλνουν κατόπιν στο ψηλό βουνό με μια τσίτσα κρασί να χουγιάξει για να σκιστεί ο βράχος να πάει στον κάτω κόσμο. Βρίσκει 3 βεργούλες, παίρνει τη μικρότερη κι όχι τη μεγαλύτερη. Του παρουσιάζεται μια κοπέλα την παίρνει μαζί του στον πάνω κόσμο. Βρίσκουν τις γυναίκες να τρώνε κι ελευθερώνουν τη μάνα από τον τοίχο να φάει κι αυτή. Χτίζουν τις κακιές.

224. Λαογρ., IH , 545-548, Αθήνα, άτιτλο. I: α, β, β1, β4, β5, β6, β11, β12, β13, γ, γ1, γ3, γ5, γ6. II: α, β, β1, β3, β4, β7, β8, β9, β11, γ, γ2, γ4, γ5, γ6, γ7, γ10, δ, δ1 (στον γιαλό), ε, ε1 (σε μικρή κάμαρη). III: α, α1, γ, γ1 (αητό διτσοκρίτη), γ3 (το μήλο το πετούμενο), γ4, γ6, δ, δ1, ε, ε1, ε4, ε5, ε9 (να δείρουν την Ντερμπεχάη με ξύλινο σπαθί), στ, στ1, στ2, ζ (ντυ-μένη αντρικά), ζ2, ζ3, ζ5. IV: α (καθότι τα παιδιά είναι πια γνωστά σ' όλη τη χώρα), β, β2 (από τον αητό), β3, γ, γ1, γ2, γ3 (στον σκύλο, περιστέρι, γάτα), γ4, δ1 (ο αητός), δ2.

ΜΙΚΡΑ ΑΣΙΑ

225. ΙΛ 638, 1-22, Νίγδη Καππαδοκίας, «Τα παιδιά με τα τριαντάφυλλα και τα μαργαριτάρια». I: β, β2, β3, β8, β9 (να έφτιαχνε χαλί στο μισό να κάθεται ο στρατός του βασιλιά και το μισό να σέρνεται), β10 (να έφτιαχνε προσόψι, στο μισό να σκουπίζεται ο στρατός, το άλλο μισό να σέρνεται), β12, β13, γ, γ3, γ5, γ6, γ7. II: α, β, β6 (όταν γελάει το αγόρι τριαντάφυλλα, όταν κλαίει το κορίτσι μαργαριτάρια), γ1, γ4, γ5, δ, δ1, ε, ε1. III: α, α1 (μυλωνάς). Το αγόρι κλέβει το κυνήγι του βασιλιά και του αφήνει ένα τριαντάφυλλο· β4, γ, γ3 (το όργανο που παίζει το μήλο και κουνιέται το φύλλο), γ2 (την Τριαντα-φυλλιά), γ4, γ5, γ6, δ, ε, ε1, ε4, ε5 (πρέπει να πιάσει τη δράκαινα από το βυζί κι αυτή θα βάλει τα παιδιά της που τα μισά πετούσαν, τα μισά έτρεχαν, να τον πάνε όπου θέλει), ε6, ε12 (να μην μιλήσει στην Τριανταφυλλιά), στ, στ2 (τον ξεμαρμαρώνει η ίδια), η, η1 . IV: α, γ, γ1, γ2, γ3, γ4, δ1 (η Τριαντα-φυλλιά), δ6, δ7.

226. ΛΑ 707, 11, Ανω Αμισός Πόντου, άτιτλο. I: β, β2, β12, β13, γ, γ3, γ6, γ7. II: α, β, β7, β8, β9, γ1, γ4, γ5, δ, ε, ε1. III: α, α1 (ο Αη-Γιώργης),

β1. IV: α, γ, δ1 (ο Αη-Γιώργης), δ2. 227. ΛΑ 707, 12, Αλθανιτοχώρι Βιθυνίας, «Του πύργου το βασιλόπουλο». I: β,

β12, β13, γ, γ3, γ6, γ7. II: α, β, β7, β8, β9, γ1, γ4, γ5, δ, ε, ε1. III: α, α1 (δερβίσης), α12 (καμτσίκι με το οποίο σκίζουν τη θάλασσα και περνάνε στην

πόλη), β, γ, γ1, γ2 (Ντουζέλ Ντουνιά), γ3 (δέντρο), γ4, γ6, ε, ε3 (άλογο), ε4, ε6, ε12 (να σκουπίσει ασκούπιστη αυλή), στ, στ2 (αλλά επεμβαίνει ο δερβί-σης), η. IV: α, γ, δ1, δ2.

Page 125: IAEN 23 Tale Types 1994

228. ΛΑ 707, 13, Νικόπολις Πόντου, «Η μάνα και η παραμάνα». I: Αρχή όπως στο AT 403 ή 480. Η προγονή λέει καλό λόγο, ο Χριστός την κάνει χρυσή. Η κόρη κακό λόγο, της δίνει κακά σημάδια. Η προγονή παντρεύεται το βασιλό-πουλο. II: α, β, γ1 (η μητριά μεταμφιέζεται σε μαμμή), γ4, γ5, γ6, γ7, γ8,

γ11 (δράκο), δ3 (στο κατώφλι). Η μητριά παίρνει τη θέση της βασίλισσας. III: α, α5, α6, α9, α10 (από τη στάχτη που ρίχνεται στον κήπο φυτρώνει τρί-κλωνο λάχανο που το τρώει μια γίδα και γεννάει στο βουνό τρία ολόχρυσα αγό-ρια) . IV: Τα βρίσκει ένας τσομπάνος και τα πηγαίνει στο βασιλιά. Έρχεται η μάνα τους που κρυβόταν φορώντας βοϊδοτόμαρο· δ, δ2.

229. ΛΦ 420, 21-24, Καππαδοκία, «Οι τρεις αδελφές». I: α, α1, β, β1, β2, β3, β8, β9, β10. β12, β13, γ, γ1, γ3, γ6. II: β, β6 (αγόρι που όταν γελάει θα ανοίγουν λουλούδια, κορίτσι που όταν κλαίει πέφτουν φλουριά), γ1, γ4, γ5, δ, δ1, ε, ε5 (στο νερό). III: α, α1 (μυλωνάς), β1, β2. IV: α, β, β2 (μάγισσα), γ, γ2, γ3, γ4, δ, δ1, δ2, δ3, δ6.

230. ΛΦ 738, 1-4, Β.Δ. Μικρά Ασία, «Ο ήλιος, το φεγγάρι και τ' άστρο». I: α, α1, β, β1 (μέσα σ' ένα βαρέλι), β2, β3, β4 (η μία να βρεθεί στο παλάτι και

να τρώει συνέχεια και η άλλη να ντυθεί), β12, β13, γ, γ4, γ5, γ6. II: α, α1, β, β1, β7, β8, β9, β12, γ, γ4, γ5, γ6, γ7, γ8, δ, δ1, ε, ε5 (μνήμα στο νεκροτα-φείο, θαμμένη μέχρι τη μέση). III: α, 1 (τσομπάνος), α2 (λαφίνα τα βυζαί-νει), β1, β2. IV: Η λαφίνα εξηγεί στο βασιλιά την αλήθεια.

231. ΛΦ 1240, 1-6, Τραπεζούντα Πόντου, «Η Σαχταρίτσα-Μαρίτσα». I: Αρχή όπως το AT 510Α. II: α, β, β1, γ, γ4, γ5, δ3, δ4 (φυτρώνουν 3 λάχανα), ε, ε2. III: Μια κατσίκα τρώει τα λάχανα και γεννάει τρία παιδιά που τα μεγα-λώνει με το γάλα της· β3, β2. IV: Ο βασιλιάς ρωτάει όλες τις γυναίκες για να βρει ποιανής είναι τα όμορφα παιδιά. Ρωτάει και τη γυναίκα του που την έχει χτισμένη στο νεροχύτη και του λέει πως είναι δικά της- δ2, δ6, δ7.

232. ΛΦ 1243, 1-10, Δυτική Μ. Ασία, «Οι τρεις ορφανές». I: α, α1, β, β1, β2, β3, β8, β12, β13, γ, γ1, γ3, γ6. II: α, α1, β, β1, β7, β8, β9, β12, γ, γ4, γ5, γ6, γ7, γ11 (ψαράκι), γ13, δ. Ο βασιλιάς φωνάζει τη γυναίκα του κοντά του, αλλά ένας κακός αξιωματικός βαλτός από την πεθερά προσπαθεί να τη βιά-σει. Εκείνη το σκάει και δουλεύει ντυμένη τσομπανόπουλο πουλώντας γάλα στην πολιτεία. Τα παιδιά τα μεγαλώνει μια πλύστρα. Ο βασιλιάς περνάει τις μέρες του στο καπηλειό πίνοντας κρασί και ζητώντας από τους περαστικούς να του πουν μια ιστορία. Το τσομπανόπουλο του λέει τη δικιά τους· δ3, δ4.

233. ΛΦ 1366, 1-6, Δυτική Μ. Ασία, άτιτλο. I: Τρία βασιλόπουλα παντρεύονται τρεις κοπέλες· β12, β13. II: β, β1, β6, γ1, γ2, γ4, γ5, γ6, γ7, δ, δ1, ε, ε5 (τη θάβουν μέχρι τη μέση). III: α, α1 (μυλωνάς), β, β2 (ο γιός του του κλέβει τα πουλιά). IV: α, β, β2 (μια μάγισσα), β3, γ, γ2, γ4, γ6 (κριθάρι να φάει το μαγειρεμένο πουλί), δ, δ1, δ2, δ6, δ9.

Page 126: IAEN 23 Tale Types 1994

234. ΣΠ 92, 15-19, Σμύρνη, άτιτλο. I: β, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, β, β7, β8, β9, γ1, γ4, γ5, δ, ε, ε2. III: α, α1 (τσομπάνης τα δίνει σ' ένα παπά). IV: Ο παπάς αποκαλύπτει στον βασιλιά το τι έγινε· α, γ, γ2, γ3, δ, δ1, δ2.

235. Dawkins 317, Ντελμεσό Νίγδης Καππαδοκίας, άτιτλο. I: β, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, β, β6 (ένα αγόρι κι ένα κορίτσι που κλαίνε μαργαριτάρια και γελάνε τριαντάφυλλα), γ, γ4, γ5, δ, ε, ε5 (σε λάκκο ως τη μέση). III: γ, γ2 (ξωτι-κιά), γ3 (καθρέφτη, συντρόφισσα για την αδελφή του), γ4, γ6, ε, ε3 (άλογο), ε4, ε6 (τα λιβάδια με τα ξυράφια και τα μαχαίρια, το πηγάδι με το αίμα),

ε11, στ, ζ2, η. IV: β (κοιτώντας μέσα στον καθρέφτη), γ (για να περιποιηθεί τη μάνα του), δ, δ1, δ2.

236. Νεοελλ. Γραμμ., αρ. 4, 127, σ. 2, Κοτύωρα Πόντου, «Η Σαχταρούτσα». Ενω-μένο με AT 51 OA και AT 709, ή: Ακογλου, 397-401.

237. Αρχ. Πόντου, Η", 184-191, αρ. 2, Ιμέρα Πόντου, «Σαχταρίτσα η Μαρίτσα». I: Αρχή όπως το AT 510Α. II: β, β1, β6 (τρία ολόχρυσα παιδιά), γ1, γ4, γ5, γ6, γ8, γ11 (κοτόπουλο), δ3, δ4, ε, ε5 (τη Μαρίτσα τη θάβουν στην κο-πριά). Η κακιά αδελφή παίρνει τη θέση της Μαρίτσας. III: α4, α5, α6, α7, α8 (μιλάνε: ποιος είδε τον πατέρα του να φυλάει την κακιά του θεία; ), α9, α 10 (από ένα ξυλαράκι φυτρώνουν 3 λάχανα που τα τρώει μια γίδα και γεννάει 3 χρυσά παιδιά). IV: Η φήμη των παιδιών απλώνεται· α, γ, δ1 (η Μαρίτσα),

δ2, δ6, δ7.

238. ΚΜΣ, Αϊβαλί 7, 1-9, «Ο Ήλιος και το φεγγάρι». Ι: β, β2, β3, β4, β5, β7 (υπάλληλοι), β12, β13, γ, γ3, γ5, γ6. II: α, α1, β, β7, β8, β9, γ, γ4, γ5, δ, ε, ε2. III: α, α1 (γέρος). IV: Οταν γυρίζει από τον πόλεμο ο βασιλιάς ο γέρος του διηγείται τι συνέβη· δ1, δ2.

239. ΚΜΣ, Ανακού 2, 1, Σύλατα Νίγδης, άτιτλο. I: β, β2, β3, β8 (λάτρα του σπιτιού, ό,τι έρθει από τον Θεό), β 12 (η μεγαλύτερη), β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β7 (δύο παιδιά με το φεγγάρι και το άστρο στο μέτωπο). Η πεθερά σκοτώνει τα παιδιά. Ατελές.

240. ΚΜΣ, Αργυρούπολις 4, 1-6, Βαρενού Χαλδείας, Πόντος, «Τα ολόχρυσα αγό-ρια» . I: Ο βασιλιάς δίνει μια κοπέλα που ελευθέρωσε από έναν δράκο στον υπα-σπιστή του. II: β, β6, γ1, γ4, γ5, δ3, δ4 (λάχανα), ε, ε1 (στο υπόγειο). III: Μια γελάδα τρώει λάχανα και γεννάει παιδιά. Τα παιδιά είναι ολόχρυσα που φορούν στο λαιμό μαργαριτάρια, όπου είναι γραμμένο ότι όποια γυναίκα τα μετρήσει και λυθούν αυτή θάναι η μάνα των παιδιών. IV: Η φυλακισμένη τα λύνει· δ2, δ6, δ7.

241. ΚΜΣ, Κερασούντα 12, 1-24, Γάραλη Κερασούντας, Πόντος, «Ο βασιλιάς και τα χρυσά παιδιά». I: β, β2, β3, β8, β9, β10, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: β, β6, γ2 (μάγισσα — μαμμή), γ4, γ5, γ11 (κοτόπουλα), δ, δ2. III: α, α1 (μυλω-

Page 127: IAEN 23 Tale Types 1994

μυλωνάς), α12, β1, γ, γ1, γ3 (χτένι), γ4, γ6, δ, ε, ε1, ε4, ε7, ε11, στ, στ2, ζ, ζ1, ζ3. IV: α, γ, δ1, δ2.

242. ΚΜΣ, Σίλλη 1, 1-17, Δυτική Μ. Ασία, «Ο βασιλιάς και οι τρεις γυναίκες του». I: β, β8 (χαλί, μαντήλα), β12, β13, γ, γ3, γ5 (παντρεύεται με τη σειρά τις 2 πρώτες που αποτυχαίνουν), γ6. II: β, β6 (δύο παιδιά με μαλλί σαν το φλουρί), γ, γ2, δ, δ1. III: α, α1 (πλούσιος), β1, β4, γ, γ1, γ2, γ3 (καθρέ-φτη), γ4, γ6, δ, δ1, ε, ε2, ε4, ε7, ε9, ε11, στ, στ2, ζ, ζ1, ζ2, ζ3, ζ5, η. IV: α, γ, δ1, δ2, δ6, δ7.

243. ΚΜΣ, Σίλλη 4, 1-11, Δυτική Μ. Ασία, άτιτλο. I: β, β8, β9, β10, β12, β13, γ, γ3, γ5 (παντρεύεται τις δύο πρώτες που αποτυχαίνουν), γ6. II: β, β6 (ένα παιδί με χρυσά μαλλιά, γένια, μουστάκια), γ1, γ4, γ5, γ6, δ, δ1, ε, ε2. III: α, α2 (το παιδί το μεγαλώνουν τα ψάρια στη θάλασσα, μετά το παίρνει ένας ξυλάς και το μεγαλώνει με την κόρη του), β1, β2, β4, γ, γ3 (το φύλλο από το φρουτόδενδρο που άμα το φυτέψει θα έχει όλα τα φρούτα του κόσμου), γ4, γ6, ε, ε1 (γέρος με ευαγγέλιο). Ατελές.

244. ΚΜΣ, Τρίπολις 56, 1-10, Σίμικλι Πόντου, «Η Σαχταρούτσα». I: Αρχή όπως το AT 510Α. II: β, β6 (χρυσά μωρά), γ1, γ2, γ4, γ5, γ7, γ8, δ, δ1, ε, ε5 (στο χώμα). III: α, α1 (μυλωνάς). Πάνε να δούνε τη μάνα τους. IV: δ, δ1,

δ2, δ6, δ7.

245. Μικρ. Χρον., Δ', 287-289, Σιγή Μουδανιών, «Τα χρυσομέλικα και χρυσο-τσάκανα κορίτσια». I: β, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: β, β6 (τρία χρυσομέλικα και χρυσοτσάκανα κορίτσια), γ, γ4, γ5, γ6, γ7, δ, δ1, ε, ε3 (χήνες). III: α, α1 (παππούς), β1. IV: α, γ, δ, δ2.

246. Ποντιακή Εστία, 1950, τ. 2, 154-156, Πόντος, «Ο Ήλον και το Φέγγον». I: β, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: β, β7, β8, β9, γ, γ4, γ 5 , γ7, 8 (σε ένα σεντούκι), ε, ε1. III: α, α12 (γέρος και γριά), γ, γ2, γ3, γ4, γ6, ε, ε3 (χωριάτη που του δίνει ένα ταζπίχ = κομπολόι), ε4, στ, η. IV: α, γ, γ2, γ3, γ4, δ, δ1, δ2,

δ6, δ7.

247. Ποντ. Φύλλα Β', τ. 15,157-160, Σταυρίν Πόντου, «Η Σαχταρίτσα». 7: Αρχή όπως το AT 510Α. II: β, β6 (τρία ολόχρυσα αγόρια), γ1, γ4, γ5, δ3, δ4. III: α4, α5, α6, α9, α10 (από τη στάχτη τρία λάχανα που τρώει η γίδα και κάνει τρία παιδιά και τα βυζαίνει). Τα παίρνει ο Ήλιος κοντά του έχοντάς τα βρέξει με νερό για να μην καούν. Οταν μεγαλώσαν η μάνα του Ήλιου τους δίνει ένα φέσι από μαργαριτάρια και τα στέλνει πίσω στο μέρος όπου γεννήθη-καν. Όποια γυναίκα μετρήσει τα μαργαριτάρια είναι η μάνα τους. IV: δ, δ1,

δ2, δ6, δ7.

Page 128: IAEN 23 Tale Types 1994

ΚΥΠΡΟΣ

248. ΛΦ 393, 9-17, Τρίκωμο Μεσσαριάς, άτιτλο. I: α, α1, β, β1, β2, β3, β4, β7 (υπασπιστή, βεζύρη), β12, β13, γ, γ3, γ5, γ6. II: α, α1, β, β1, β6 (αστρο-μέτωπο, φεγγαροπρόσωπο, χρυσομαλλού), γ, γ4, γ5, γ6, γ7, δ, δ2 (δάσος), ε, ε5 (στον λάκκο). III: α, α1 (βοσκός που τα βάζει σε σπηλιά), β1, β2, α, γ, γ1. Η μάνα τους ζητάει από τον βασιλιά το πενταφύτιλο λυχνάρι, το μαχαίρι της σφαγής, την πέτρα της υπομονής. Κρυφακούγοντας ο βασιλιάς ακούει την ιστορία την προλαβαίνει να μην μαχαιρωθεί - δ2, δ3, δ4.

249. ΛΦ 686, 2-19, Ριζοκάρπασο Καρπασίας, «Το Καραπιπέρι». I: β, β2, β3, β4, β5, β6, β11, β12, β13, γ, γ4, γ5, γ6. II: α, α1, β, β1, β6 (αστροπρόσωπο, Φεγγαροπρόσωπο, Χρυσομαλλούσα), γ, γ4, γ5, δ, δ2 (σε σπηλιά). III: α,

α1 (βοσκός). Η Χρυσομαλλούσα χτενίζεται και πέφτουν λίρες- α13, β, β1, γ, γ1 (το πουλί Καραπιπέρι), γ2 (τη μάγισσα), γ3 (το τεπεφίσι — κυπαρίσσι

του πουλιού), γ4, γ6, δ, ε, ε1, ε3 (τρεις δράκαινες που τις βυζαίνει για να μην τον φάνε- αυτές τον βοηθάνε), ε4, ε6, ε11, στ, η. IV: α, γ, δ1, δ2, 56, δ7.

250. ΛΦ 760, 1-4, Λευκωσία, «Η αγκόνισσα της κοτσιάκαρης τζι ο βασιλέας». I: Ο βασιλιάς ακούει τα λόγια της όμορφης φτωχής — βούνου, βούνου δουλαπάτζ μου, ψιλόν χοντρόν κατέβαινε τζ' εσύ ροδάνι γέμωνε βασιλέαν άντρα εν τα πά-ρω τζαι βασίλισσα εν να γένω — και την παντρεύεται. II: α, α1, β, β7, β8 (Ηλιοπρόσωπο), β9 (Φεγγαροπρόσωπο), γ, γ4, γ5, δ, δ1. III: α, α1 (μυλω-νάς), β1. IV: δ1 (ο μυλωνάς), δ2, δ4. δ7.

251. ΛΦ 769, 5-11, «Τα τρία αδέλφια». I: β, β2, β3, β12, β13, γ, γ4, γ6. II: α, α1, β, β1, β6, γ, γ2, γ4, γ5, δ, δ1, ε, ε5 (στον λάκκο). III: α, α1 (βοσκός),

β1, β2, γ, γ3 (τη μάνα των πουλιών), γ4, γ6, ε, ε1, ε4, ε6, ε11, στ, η. /V: α, β, β2 (τη μάνα των πουλιών), β3, γ, γ2, γ3, δ1, δ2, δ3, δ4.

252. ΛΦ 950, 5-9, Αμμόχωστος, «Ο Ηλιοπρόσωπος και η Φεγγαροπρόσωπη». I: α, α1, β, β1, β2, β3, β8, β9, β10, β11, β12, β13, γ, γ1, γ3, γ6. II: α, α1, β, β6, γ, γ4, γ5, δ. III: α, α1 (περβολάρης), γ, γ1, γ2 (Ντουνιά Γκιουζέλα), γ3 (καθρέφτης), γ4, γ6, ε, ε4, ε5, ε6, ε11, στ, η. IV: α, γ, δ, δ1, δ2, δ4, δ7.

253. ΛΦ 1114, 4-9, «Το παραμύθι της Χρυσομαλλούσας».Ι: α, α2, β, β1, β2, β3, β4, β7 (βεζύρη, δικαστή), β11, β12, β13, γ, γ1, γ3, γ5, γ6. II: α, α1, β, β1, β6, γ, γ4, γ5, δ, δ2 (λάκκο), ε, ε2 (στο υπόγειο). III: α, α1 (γέρος), β, γ, γ1, γ3 (το χτένι της θεάς Αφροδίτης), γ4, γ6, δ, δ1, ε, ε1, ε4, ε6, ε8,

ε11, στ, στ2, ζ, ζ1, ζ2, ζ3, ζ5. IV: α, γ, δ1 (ο γέρος), 52, δ4, δ7.

254. ΛΦ 1287, 15-20, Μεσσαριά, «Η Χρυσομαλλού». I: α, α1, β, β1, β2, β3, β4, β5, β7, β11, β12, β13, γ, γ1, γ3, γ5, γ6. II: α, α1, β, β1, β6, γ, γ2, γ4, γ5, γ6, γ7, γ11 (αλεπού), δ, δ1, ε, ε5 (στον λάκκο). III: α, α1 (ψαράς). Η Χρυσομαλλού βάζει τα πόδια σ' ένα λάκκο με νερό και γίνεται χρυσαφί. Χτί-

Page 129: IAEN 23 Tale Types 1994

Χτίζουν παλάτι· β1, β2, β4, γ, γ2, γ4, γ6. Η Πεντάμορφη μαρμαρώνει το παιδί, αλλά για το χατήρι της μάνας του το ξεμαρμαρώνει· η. IV: α, γ, γ2, γ3, γ4,

δ1, δ2.

255. ΛΦ 1335, 1-10, «Η Ντουνιάκιουζελ». I: α, α1, β, β1, β2, β3, β4, β5, β6, β11, β12, β13, γ, γ1, γ3, γ5, γ6. II: β, β6, γ1, γ2, γ4, γ5, δ, δ1, ε, ε5

(τη θάβουν με το κεφάλι απέξω). III: α, α1 (βοσκός), γ, γ3 (τριαντάφυλλο που να ανοιγοκλείνει 40 φορές την ημέρα), γ1 (καναρίνι), γ2 (Ντουνιάκιου-ζελ) , ε, ε1, ε4, ε8, στ, η. IV: α, γ, γ6 (να φάει πέτρες), δ1 (με κλειστές πόρ-τες), δ2.

256. ΛΦ 1430, 9-14, Αρμίνου Νέας Πάφου, «Η αναφαντάρκα» (η ανυφάντρα). I: Μια υφάντρα εύχεται να πάρει το βασιλόπουλο· β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β6 (εκατό και ένα παιδιά), γ, γ2, δ3, δ4 (100 κυπαρίσσια και ένας πλάτα-νος), ε, ε5 (τη θάβουν στο λάκκο). III: α4, α5, α6, α7 (για τον μύλο), α9,

α10 (φυτρώνουν λουλούδια που τα τρώει μια γίδα και γεννάει 101 παιδιά), γ, γ3 (το μήλον του λαλόντα — το νερόν του πιτειαλόντα, το γυαλί του πάνω κόσμου), γ4, γ6, ε, ε1, ε4, ε6, ε7, ε8, ε11. IV: α, β (από το μαγικό γυαλί), γ, δ, δ2, δ4, δ5, δ7.

257. ΛΦ 1430, 21-29, Αρμίνου Νέας Πάφου, «Ο ήλιος, η Χρυσομαλλού τζαι το φεγγάρι». Ι: β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β1, β7, β8, β9 (Χρυσομαλλού-σα), γ, γ2, γ4, γ5, γ6, γ7, γ8, δ, ε, ε5 (λάκκο). III: β, β1, β4, γ, γ1 (το πουλί του Νώε), γ3 (το γυαλί του κόσμου), γ4, γ6, δ, ε, ε1, ε6, ε11, στ, στ2, ζ, ζ1, ζ2, ζ3. IV: α, γ, δ1, δ2.

258. ΛΦ 1619, 19-21, Ριζοκάρπασο Καρπασίας, «Ο Φεγγαροπρόσωπος, ο Ηλιο-πρόσωπος και η Χρυσομαλλούσα». I: β, β2, β3, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α,

α1, β, β6, γ, γ4, γ5, γ6, γ7, γ11 (μαϊμού), δ1, δ2 (σπηλιά), ε, ε5 (σπηλιά). III: α, α2 (μια κατσίκα τα ταΐζει), α1 (τα βρίσκει τσομπάνης και τα ημερεύει σιγά-σιγά), β1, β3. IV: δ, δ1 (ο βοσκός), δ2, δ3, δ4, δ5.

259. ΛΦ 1827, 15, «Τα τρία χρυσοπίκουνα». I: β, β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β6, γ, γ4, γ5, γ6, δ, δ1, ε, ε1. III: α, α1, α12 (τρεις τρίχες), α13,

γ, γ3 (μαγικό καθρέφτη που όποιος τον δει πεθαίνει). Τα αδέλφια πεθαίνουν αλλά με τις τρεις τρίχες τους ανασταίνει η αδελφή. IV: α, γ, δ, δ1, δ2, δ4, δ9.

260. Κληρίδης, ΙΙΙ, 90-94, αρ. 22, Δάλι, «Η Πεντάμορφη και η γρουσομαλλούσα». I: β, β2, β3, β4 β5, β7 (βεζύρη), β11, β12, β13, γ, γ3, γ5, γ6. II: α, β, β6, γ1, γ4, γ5, δ, δ2 (σπηλιά), ε, ε3. III: α, α1 (βοσκός), α2 (κατσίκα), γ, γ2 (Τουνιάκουζελ), γ3 (μαγικό γυαλί), γ4, γ6, δ, δ1, δ2, ε, ε1, ε4, στ, στ2, ζ, ζ1, ζ2, ζ3, η. IV: α, γ, δ, δ1, δ2, δ6, δ7.

261. Κυπρ. Χρον., IB', 224-243, «Η Πούπαννε». I: β12, β13, γ, γ3, γ6. II: α, α1, β, β6, γ, γ4, γ5, δ, ε, ε1. III: γ, γ1 (την Πούπαννε, ένα πουλάκι που

φανερώνει την αλήθεια), γ3 (το μήλον το λαλόν), στ. IV: α, γ, δ1, δ2.

Page 130: IAEN 23 Tale Types 1994

262. Λαογρ., Δ', 716-726, Συρύχου, «Η κούπα του Μουχάννεφη». I: Μια βασίλισ-σα εύχεται στον Θεό να της δώσει 40 αγόρια κι ένα κορίτσι. II: α, α1, β, β1, γ, γ2, γ4, γ5, γ6, δ, δ2 (στην κουφάλα μιας ελιάς), ε, ε1 (στη φυλακή του χαμού). III: α, α1 (τσοπάνης), α2 (γίδα), β1, β2, β4, γ, γ3 (το μήλο του Λαλόντα, το νερό του Πισκαλόντα, την κούπα του Μουχάννεφη), γ4, γ6, δ,

δ1, δ2 (δαχτυλίδι που σφίγγει), ε, ε3 (δράκισσες), ε6, ε11, στ, στ2, ζ, ζ1, ζ2, ζ3. IV: α, γ, γ2, γ 3 , γ4, δ, δ1, δ2.

ΙΤΑΛΙΑ

263. Taibbi, 114-120, αρ. 18, Rocca Forte, Καλαβρία, «Οι τρείσε λεντάντεσε» (οι τρεις αδελφές). I: β, β2, β3, β4, β5, β7 (τον αμαξά και θα έκανε πίτα από 10 σπειριά στάρι), β12, β13, γ, γ3, γ5, γ6. II: α, α1, β, β6 (100 αρσενικά με χρυσό μήλο στο χέρι και ένα θηλυκό με άστρο στο μέτωπο), γ, γ4, γ5, γ7,

δ3, δ4 (101 πορτοκαλιές), ε, ε5 (σε λάκκο στην πλατεία). III: α4, α5, α6, α7 (για σπίτι), α8 (του μιλάνε), α9, α10 (από τις στάχτες φυτρώνουν 100 πιπεριές και μια μελιτζανιά που τις τρώει μια γίδα και γεννάει παιδιά). IV: Ο βασιλιάς απορεί· δ, δ1, δ2, δ4 (σε αναμμένο φούρνο).

Page 131: IAEN 23 Tale Types 1994

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

Αυτός ο τύπος ανήκει στον κύκλο των παραμυθιών με κύριο θέμα την κυνηγημένη σύζυγο ή κοπέλα. Ο St. Thompson1 αναφέρει ότι είναι μια από τις οκτώ με δέκα πιο διαδεδομένες πλοκές στον κόσμο. Δεν υπάρχει συλλογή παραμυθιών σε όλη την Ευρώπη που να μην το περιλαμβάνει. Παρόλα αυτά, δεν του έχει αφιερωθεί ακόμα μιας ανάλογης σημασίας μελέτη^. Παραλλαγές του συναντώνται σε όλη την Ευρώ-πη, την Ασία, την Εγγύς Ανατολή, την Αφρική. Πέρασε μέσω των Γάλλων στον Καναδά και στους Ινδιάνους της Βόρειας Αμερικής, μέσω των Πορτογάλων στη Βρα-ζιλία, των Ισπανών στο Μεξικό και τη Χιλή.

Η παλιότερη γνωστή γραπτή παραλλαγή του σύμφωνα με τους Bolte-Polivka3 εί-ναι αυτή του Straparola του 16ου αιώνα. Στα τέλη του 17ου αιώνα και αρχές του 18ου, το δημοσίευσαν η Mme d'Aulnoy και ο Gallant στη γαλλική του μετάφραση των 1001 Νυχτών.

Ο Thompson θεωρεί ότι τα «Τρία χρυσά παιδιά» ανήκουν σχεδόν αποκλειστικά στην προφορική παράδοση, κρίνοντας δε από τη διάδοση του παραμυθιού, πιστεύει ότι πρέπει να είναι ευρωπαϊκής καταγωγής.

Η πλοκή του παραμυθιού παρουσιάζει μια σημαντική παγκόσμια ομοιομορφία. Στην Ελλάδα το παραμύθι των χρυσών παιδιών εμφανίζεται με μια εντυπωσιακή

συχνότητα (265 παραλλαγές). Είναι δηλαδή από τα πιο διαδεδομένα παραμύθια μα-ζί με την Σταχτοπούτα (τύπος 510Α, 300 περίπου παραλλαγές), η οποία εξάλλου συχνά αποτελεί την εισαγωγή για το 707. Η σύνδεση των δύο τύπων, το πέρασμα της ηρωίδας από τον ένα τύπο στον άλλο, ίσως να διευκολύνεται από το γεγονός ότι και τα δύο αυτά παραμύθια έχουν κοινό εισαγωγικό μοτίβο — τα τρία κορίτσια που γνέθουν και συζητούν. Το περιεχόμενο της συζήτησής τους εισάγει δύο διαφορετικές πλοκές (στο 510A βάζουν στοίχημα να φάνε όποιαν της κοπεί η κλωστή, στο 707 εύχονται να παντρευτούν τον βασιλιά και να του προσφέρουν θαυμαστά πράγματα ή παιδιά).

Στο 707 τα βάσανα της ηρωίδας αρχίζουν με τον γάμο της με τον πρίγκηπα, εκεί ακριβώς όπου τελειώνουν στα άλλα παραμύθια. Ο γάμος δηλαδή εδώ δεν είναι το καλό τέλος, αλλά η κακιά αρχή, η οποία συνεπάγεται μιαν ακολουθία δοκιμασιών και εξευτελισμών, που περνά η κοπέλλα ως παντρεμένη γυναίκα και νεαρή μητέρα από την πεθερά της. Ένα παραμύθι πιο κοντά στην πραγματικότητα, που ίσως γι' αυτόν τον λόγο να είναι τόσο δημοφιλές.

Στις περισσότερες ελληνικές παραλλαγές την ηρωίδα την κατατρέχει η πεθερά της με μία αναλογία 4 προς 1, σε σχέση με τις παραλλαγές όπου την κατατρέχουν οι

1. St. Thompson, ό.π., 120-122. 2. Ibid. 3. Β.P., 2, 391.

Page 132: IAEN 23 Tale Types 1994

ζηλιάρες αδελφές της. Όταν το 707 είναι συνδεδεμένο με το 510Α, πάντα οι διώ-κτριες είναι οι αδελφές.

Τα χρυσά παιδιά, ενώ γεννιούνται, αντικαθίστανται με διάφορα ζώα, πιο συχνά με σκυλάκια και γατάκια, αλλά υπάρχουν και εντυπωσιακές εξαιρέσεις. Όταν η γυ-ναίκα γεννάει δέκα ή σαράντα ή εκατό χρυσά παιδιά μαζί, τα ζώα που τα αντικαθι-στούν γίνονται όλο και πιο «ατελή» όντα: βατράχια, φίδια, σκουλήκια, μαμούνια, «σκουρκουρίτσες».

Από τα πλέον εντυπωσιακά στοιχεία αυτού του παραμυθιού είναι, πιστεύουμε, η τιμωρία, η διαπόμπευση που επιφυλλάσσεται στη συκοφαντημένη ηρωίδα, στη μητέ-ρα που γέννησε «σημαδιακά παιδιά», ενώ είχε υποσχεθεί τον «Ήλιο και το Φεγγά-ρι». Τη βάζουν να βόσκει τις χήνες και να ζει στο κοτέτσι, τη φυλακίζουν: από τις πιο ανώδυνες τιμωρίες. Τη θάβουν ως το λαιμό σε ένα λάκκο και οι περαστικοί τη φτύνουν για χρόνια. Τη χτίζουν κάτω από το αποχωρητήριο ή το νεροχύτη, να τρέφε-ται με τα αποπλύματα. Σε λίγες μόνο παραλλαγές περιγράφεται διεξοδικά η προσπά-θεια να την ξανακάνουν άνθρωπο μετά από αυτή τη δοκιμασία και πάντα με τη βοή-θεια αθάνατου νερού.

Χαρακτηριστικό επίσης της ελληνικής μορφής του παραμυθιού είναι η απουσία από τις μισές περίπου παραλλαγές του τρίτου μεγάλου επεισοδίου, όπου η αδελφή αναθέ-τει στα αδέλφια της (μετά από παρακίνηση του διώκτη τους), τα δύσκολα ζητήματα. Αξιοσημείωτο είναι ότι παρόλη την παράλειψη αυτού του επεισοδίου δεν δημιουργεί-ται κενό στην αφήγηση, αν και τα «ζητήματα», που είναι συνήθως η απαγωγή του μαγικού πουλιού ή της Πεντάμορφης, δένουν λειτουργικά με το τελευταίο επεισόδιο της αναγνώρισης. Το μαγικό πουλί και η Πεντάμορφη, είναι τα πρόσωπα — παντο-γνώστες, που θα αποκαλύψουν την αλήθεια στο τέλος. Το πρόσωπο που φθονεί τα παιδιά τα στέλνει στην ουσία να φέρουν (με την ελπίδα ότι θα χαθούν) την ίδια του την τιμωρία. Όταν λείπουν τα «ζητήματα», η αναγνώριση γίνεται «δια της ευθείας οδού», δηλαδή ο πατέρας αναγνωρίζει τα παιδιά επειδή του «μοιάζουν», η μητέρα αναγνωρίζει τα παιδιά, επειδή είναι χρυσά, ο θετός γονιός δείχνει τα σημάδια της γέννησης κ.λπ. Τα χρυσά χαρακτηριστικά των παιδιών αποκτούν σε αυτή την περί-πτωση ένα λειτουργικό ρόλο στη διήγηση: χρησιμεύουν στην αναγνώριση.

Page 133: IAEN 23 Tale Types 1994

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 709

Page 134: IAEN 23 Tale Types 1994
Page 135: IAEN 23 Tale Types 1994

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 709

Χιονάτη

AT: Snow-White Grimm: Sneewittchen Delarue: Blanche — Neige Παραλλαγή πρώτη: Η Σταχτομπούτα

Μια φορά κι έναν καιρό ήταν τρεις αδελφές. Η μια απ' αυτές ήταν πάρα πολύ όμορ-φη και οι άλλες δύο τη ζήλευαν πολύ. Την κακομεταχειρίζονταν, την έντυναν άσχημα και τον χειμώνα την άφηναν να κρυώνει. Αυτή για να ζεσταίνεται, πήγαινε κοντά στις στάχτες, γι' αυτό την έλεγαν Σταχτομπούτα. Αυτές οι αδελφές είχαν ένα μαγικό καθρέφτη, που τον έλεγαν Ήλιο. Πήγαιναν λοιπόν μπροστά σ' αυτόν κάθε πρωί και οι τρεις, αφού οι δυό στολίζονταν πάρα πολύ και φορούσαν ωραία φορέματα και φαν-ταχτερά βραχιόλια, και τον ρωτούσαν: «Ήλιε μου, ήλιε μου, ποια είναι η ομορφότε-ρη απ' όλες;» «Η τρίτη, η Σταχτομπούτα», απαντούσε κάθε φορά ο ήλιος. Αυτό λοιπόν δεν μπορούσαν να το χωνέψουν ot αδελφές οι δυό για πολύ, γι' αυτό μια μέρα έδιωξαν κακοντυμένη τη Σταχτομπούτα, για να χαθεί και να μην ξαναφανεί στα μά-τια τους. Αυτή κλαίγοντας έφυγε και πήγαινε όπου τη βγάλει ο δρόμος. Τη νύχτα κοιμότανε στις κουφάλες των δέντρων και την ημέρα περιπλανιόταν. Ώσπου, μια μέρα, βρήκε ένα ωραίο σπίτι, ανοιχτό και μόνο του. Μπήκε μέσα δειλά και βεβαιώ-θηκε ότι δεν είναι κανείς. Παρατήρησ' εκεί μέσα ότι υπήρχαν όλα τα είδη από σαράν-τα (σαράντα πιάτα, σαράντα πηρούνια, σαράντα παπούτσια κ.λπ.). Υπήρχε όμως μεγάλη ακαταστασία. Κάθησε λοιπόν, έπλυνε τα πιάτα, σκούπισε, συγύρισε, άφησε τα πάντα καθαρά κι όταν πλησίαζε να βραδιάζει, κρύφτηκε έξω κάπου εκεί κοντά. Είδε λοιπόν το βράδυ να 'ρχονται σαράντα παλικάρια. Γύριζαν από τη δουλειά τους. Όταν βρήκαν αυτά όλα περιποιημένα, απόρησαν ποιος τα είχε κάνει. Κάθε μέρα λοι-πόν, όταν γύριζαν, έβρισκαν πάντα το ίδιο: καθαρά, μαγειρεμένα, τα πάντα έτοιμα. Σκέφτηκαν τότε να μείνει ένας κρυμμένος κάπου μέσα στο σπίτι. Όταν λοιπόν πήγε η κόρη-Σταχτομπούτα να συγυρίσει το σπίτι, αυτός φανερώθηκε. Κείνη τρόμαξε, αλ-λά το παλικάρι την ευχαρίστησε που ερχότανε και τους έκανε τις δουλειές και της είπε να μείνει στο σπίτι τους κι αυτοί δεν θα την αφήσουνε να χαθεί. Την άλλη μέρα,

Page 136: IAEN 23 Tale Types 1994

τα σαράντα παλικάρια της αγόρασαν πολλά δώρα: σαράντα βραχιόλια, σαράντα σκου-λαρίκια, σαράντα φορέματα, όλ' από σαράντα. Της έφεραν όλα τ' αγαθά και ζούσε σα βασίλισσα.

Οι δύο αδελφές της τότε, που τη νόμιζαν χαμένη, πήγαν μπροστά στον καθρέφτη κι άρχισαν να ρωτούν: «Ήλιε μου, ήλιε μου, ποια είναι η πιο όμορφη απ' όλες;» «Η Σταχτομπούτα», απάντησε ο ήλιος. «Μα, η Σταχτομπούτα ζει;» ρώτησαν αυ-τές. Κι ο ήλιος απάντησε: «Ζει και βασιλεύει και βασίλισσα ηγένει». Τότε αυτές, πήγαν να σκάσουν από το κακό τους. Σκέφτηκε λοιπόν η μια να ντυθεί φτωχή πωλή-τρια και να πάει να βρει το σπίτι που έμενε η αδελφή της, για να της κάνει κακό. Πράγματι λοιπόν. Αφού ντύθηκε φτωχικά, πήρε μερικά βραχιόλια και δαχτυλίδια και άλλα κοσμήματα και βγήκε στο δρόμο με μόνο σκοπό να βρει πού έμενε η αδελφή της. Ανάμεσα στα κοσμήματα, είχε κι ένα μαγικό δαχτυλίδι. Εκεί λοιπόν που περι-πλανιόταν, βρέθηκε ξάφνου κάτω από ένα ωραίο σπίτι, που στο παράθυρο του καθό-ταν μια πανέμορφη κοπέλλα, βουτηγμένη στα στολίδια και στη δροσιά της νιότης. Στο πρόσωπό της αναγνώρισε την ωραία αδελφή της, τη Σταχτομπούτα. Αμέσως αισθάνθηκε το μίσος να την κυριεύει, τη ζήλεια να την κατατρώγει. Εκανε λοιπόν τη θλιμμένη φτωχειά και πήγε κάτω από το παράθυρο της και την παρακάλεσε να αγοράσει κι από τα δικά της κοσμήματα. «Μα καλή μου κυρούλα, δε βλέπεις πόσα έχω; Τι να τα κάνω; » Αλλά επειδή τη λυπήθηκε, θέλησε ν' αγοράσει ένα δαχτυλίδι, περισσότερο για να τη βοηθήσει, αφού είδε ότι επέμενε πολύ. Τότε αυτή της έδωσε το μαγικό δαχτυλίδι κι έφυγε. Η κοπέλλα πρόσθεσε στα σαράντα δαχτυλίδια που φορούσε κι αυτό. Αλλά, επειδή ήταν μαγικό, μόλις το φόρεσε, πέθανε. Ήλθαν το βράδυ τα σαράντα παλικάρια και ξαφνιάστηκαν που τη βρήκαν πεθαμένη. Δεν ήξεραν τότε τι να υποθέσουν. Ενας απ' αυτούς τότε, εκεί που καθότανε, μετρούσε τα σαράν-τα δαχτυλίδια. Τα βρήκε σαρανταένα. Αμέσως σηκώνεται και βγάζει το περίσσιο δαχτυλίδι. Ευθύς τότε η κόρη ανεστήθη. Αμέσως άρχισαν να τη ρωτούν, πού βρήκε αυτό το δαχτυλίδι, που το φόρεσε και πέθανε. Κι αυτή τους διηγήθηκε όλη την ιστο-ρία, πώς έγινε. Χαρούμενα τα παλικάρια που την ξανάβλεπαν και πάλι ζωντανή, της αφήκαν εντολή να μην ξαναγοράσει τίποτε ξένο από τις κακές μάγισσες, αφού όλα της τα είχαν αυτοί τόσο πλούσια.

Στο μεταξύ, ευχαριστημένη η κακιά αδελφή που κατόρθωσε κι έκανε τη δουλειά της, πήγε γρήγορα-γρήγορα στον καθρέφτη και ρώτησε τα ίδια. Και ο μαγικός ήλιος και πάλι απαντά: «Η Σταχτομπούτα είναι πιο όμορφη απ' όλες, ζει και βασιλεύει και βασίλισσα ηγένει». Σκέφτηκε τότε η κακιά αδελφή πως ίσως η κόρη δεν εφόρεσε το δαχτυλίδι, γι' αυτό ξαναεπανέλαβε το ίδιο, αλλά αυτή τη φορά με σκουλαρίκι. Πάλι πέθανε η Σταχτομπούτα, πάλι τα παλικάρια μέτρησαν τα στολίδια και πάλι αναστήθηκε. Αυτήν τη φορά, τη συμβούλεψαν ότι δεν θα ξαναγόραζε στολίδια.

Πάλι οι αδελφές ρώτησαν τον καθρέφτη, πάλι ο καθρέφτης τα ίδια τους ξανάπε. Αποφάσισαν τότε να της κάνουν κακό που να μην μπορεί να διορθωθεί. Μεταμορφώ-θηκε λοιπόν σε άντρα και πήρε ένα δηλητηριασμένο μήλο και πήγε κάτω από τα πα-ράθυρα της αδελφής και διαλαλούσε το εμπόρευμά του. «Πάρτε ωραία κόρη, φρέσκα

Page 137: IAEN 23 Tale Types 1994

μήλα», παρακάλεσε και της πρόσφερε αμέσως το μαγικό μήλο. Μη βάζοντας κακό στο νου της εκείνη, πήρε το πραγματικά στη φιγούρα ωραίο μήλο. Δεν αντιστάθηκε στον πειρασμό και το έφαγε. Αμέσως όμως έπεσε κάτω νεκρή. Τα παλικάρια επιστρέ-φοντας και βλέποντάς την πάλι πεθαμένη, άρχισαν — συνηθισμένα όπως ήταν — να μετρούν τα βραχιόλια, τα δαχτυλίδια κ.λπ. Τα βρήκαν όμως όλα σωστά. Αφού είδα-νε ότι τίποτε δεν μπορεί να την ξαναφέρει στη ζωή, τη στόλισαν νεκρικά και άρχισαν να θρηνούν. Απ' έξω περνούσ' ένας γέροντας, που άκουσε το θρήνο των παλικαριών και μπήκε μέσα, ρωτώντας τι συμβαίνει. Εκεί, δείχνοντας τη νεκρή κόρη, διηγήθη-καν όλα όσα είχαν συμβεί. Τότε ο γέρος πλησίασε στο φέρετρο κι έδωσε τρία σκαμπί-λια στην πεθαμένη. Αμέσως βγήκε το μήλο από το στόμα και η πανώρια κόρη ανα-στήθηκε. Περίεργοι όλοι, άκουσαν τι της είχε συμβεί. Μη αντέχοντας άλλο, την εξα-νάγκασαν να πει ποιον υποπτεύεται ότι τα κάνει όλ' αυτά. Η κόρη ήταν πια βέβαιη ότι μόνον οι κακές αδελφές της θα μπορούσαν να κάνουν κάτι τέτοιο. Μα, σαν μεγα-λόψυχη που ήταν, δεν ήθελε να ομολογήσει την αλήθεια. Αλλά με την επιμονή των παλικαριών τους φανέρωσε, με μια μόνο προϋπόθεση, ότι πρέπει να τις συγχωρή-σουν, ότι, αν και της έκαναν τόσο κακό, αυτή δεν ήθελε να το ανταποδώσει. Έτσι οι αδελφές εκείνες δεν τιμωρήθηκαν αλλά χάρη στην καλή τους αδελφή, έμαθαν να μη ζηλεύουν τον άλλο για τα χαρίσματα του και ν' αγαπούν την καλοσύνη της ψυχής.

ΛΦ 968: Συλλογή τη; Ελένης Μελά στις 2 7 - 4 - 1 9 6 0 .

Page 138: IAEN 23 Tale Types 1994

Παραλλαγή δεύτερη: Το Χρυσοφεγγαράκι

Μια φορά κι έναν καιρό ήτανε τρεις αδελφές. Τη μια τη λέγαν Μήλω, την άλλη Ρόιδω και την τρίτη Χρυσοφεγγαράκι. Αυτά τ' αδέλφια πλένονταν κάθε μέρα και κοίταζαν στον καθρέφτη. Μέσα στον καθρέφτη έβλεπαν τον ήλιο και ρωτούσαν: « Ήλιε, προσήλιε, ποιά είναι η καλύτερη από μας; Η Μήλω, η Ρόιδω ή το Χρυσοφεγγαρά-κι; » Κι ο ήλιος έλεγε: «Καλά είστε όλα, αλλά καλύτερο είναι το Χρυσοφεγγαράκι».

Την άλλη μέρα το πρωί ξαναρωτούσαν τον ήλιο. Ο ήλιος όμως πάντοτε έλεγε ότι καλύτερο απ' όλα είναι το Χρυσοφεγγαράκι. Γι' αυτό η Μήλω και η Ρόιδω θύμωσαν και σκέφτηκαν να σκοτώσουν το Χρυσοφεγγαράκι.

Μια μέρα έκαμαν μια κουλούρα στο σπίτι κρυφά και πήγαν στο δάσος να κόψουν κλαρί. Αφού έκαμαν όλα τα δεμάτια τους, έβγαλαν την κουλούρα και κάθησαν να φάνε λίγο και να ξεκουραστούν. Εκεί όμως που πήραν να κόψουν την κουλούρα, την κύλησαν κάτω μακριά στο γκρεμό, χωρίς να καταλάβει το Χρυσοφεγγαράκι. Τότε λένε: «Ποιος θα πάει να πάρει την κουλούρα; Θα πάς εσύ Μήλω;» «Όχι», λέει η Μήλω. «Θα πας εσύ, Ρόιδω;» «Όχι», λέει η Ρόιδω. «Θα πάς εσύ, Χρυσοφεγγαρά-κι;» «Θα πάω», λέει και ξεκίνησε και πήγε.

Ήταν όμως πολύ μεγάλος ο γκρεμός και νύχτωσε χωρίς να μπορέσει να βγει στην κορυφή. Καθώς προχωρούσε όμως το Χρυσοφεγγαράκι προς τα επάνω, βρήκε μια καλύβα που έμεναν σαράντα δράκοι. Μπήκε στην καλύβα το Χρυσοφεγγαράκι και κρύφτηκε κάτω από μια κοπάνα για να μην το ιδούν οι δράκοι και το φάνε. Όταν έφυγαν το πρωί, το Χρυσοφεγγαράκι βγήκε από τη σκάφη κι έκαμε όλες τις δουλειές· συγύρισε την καλύβα και το βράδυ που θα γύριζαν, ξανατρύπωσε κάτω από τη σκάφη. Ήλθαν οι δράκοι από τη δουλειά τους και τα βρήκαν όλα έτοιμα· βρήκαν και το φαγη-τό και έφαγαν. Μόλις μπήκαν όμως στην καλύβα κατάλαβαν ότι εκεί μέσα ήταν άν-θρωπος και είπε ένας απ' αυτούς: «Ανθρώπινο κρέας μου μυρίζει». Οι δράκοι τότε θέλησαν να βρουν τον άνθρωπο και γι' αυτό την άλλη μέρα είπαν ότι θ' αφήσουμε έναν εδώ να ιδεί, ποιος είναι κρυμμένος. Έφυγαν το πρωί όλοι κι άφησαν τον τυφλό στην καλύβα. Το Χρυσοφεγγαράκι βγήκε πάλι κι έκαμε όλες τις δουλειές, χωρίς να την ιδεί ο δράκος, που ήταν τυφλός, κι όταν βράδιασε, ξανακρύφτηκε στην κοπάνα.

Γύρισαν το βράδυ οι δράκοι και τα βρήκαν όλα έτοιμα και είπαν πάλι: «Ανθρώπινο κρέας μυρίζει». Ρώτησαν τότε τον τυφλό το δράκο ποιον είδε κι εκείνος είπε: «Δεν είδα κανέναν». Την άλλη μέρα άφησαν τον κουτσό στην καλύβα. Έφυγαν το πρωί οι δράκοι κι ο κουτσός βγήκε στην αυλή να ηλιαστεί. Το Χρυσοφεγγαράκι βγήκε πάλι κι έκαμε τις δουλειές. Ο κουτσός όμως απ' έξω το είδε και μπήκε μέσα. Το Χρυσο-φεγγαράκι φοβήθηκε πολύ. Αλλά ο δράκος πήγε κοντά του, το καλοπήρε, το πήρε στην αγκαλιά του και του είπε: «Πώς βρέθηκες εδώ μέσα;»

Page 139: IAEN 23 Tale Types 1994

Τότε το Χρυσοφεγγαράκι τα διηγήθηκε όλα». «Καλά», είπε ο κουτσός, «το βράδυ θα έλθουν όλα τ' αδέλφια μου· αλλά εσύ μην φοβηθείς· να πας να τους φιλήσεις όλους το χέρι. Τελευταία να πας στο μεγάλο δράκο, που θα κάθεται στη γωνιά. Αυτός θα σε πάρει στην αγκαλιά του και θα σε ρωτήσει πώς ήλθες εδώ. «Καλά», είπε το Χρυ-σοφεγγαράκι.

Ήλθαν το βράδυ οι δράκοι και κάθησαν γύρω-γύρω. Πήγε τότε το Χρυσοφεγγα-ράκι και τους φίλησε το χέρι. Τελευταία πήγε στο μεγάλο δράκο, που ήταν στη γω-νιά. Αυτός το πήρε στην αγκαλιά του και το ρώτησε: «Πώς βρέθηκες εδώ μέσα;» Το Χρυσοφεγγαράκι είπε τότε όλη την ιστορία. Ότι πήγε με τ' αδέλφια του στο δά-σος να κόψουν κλαρί και κει που κάθησαν να φάνε, κυλίστηκε η κουλούρα και κατέβη-κε αυτό να την πάρει και ότι τ' αδέλφια του έφυγαν, χωρίς να ξέρει πού πήγαν και βαδίζοντας στο γκρεμό, έφτασε στο σπίτι τους. «Καλά», είπε ο μεγάλος δράκος, «τώρα θα καθήσεις εδώ να μας κάνεις τις δουλειές κι εμείς θα σε παντρέψουμε και θα σου δώσουμε πολλά λεφτά».

Οι αδελφές του όμως καθρεφτίζονταν πάλι και ρωτούσαν τον ήλιο: « Ήλιε, προσή-λιε, ποιά είναι η καλύτερη από μας;» Κι ο ήλιος έλεγε: «Καλά είστε όλα, αλλά καλύ-τερο είναι το Χρυσοφεγγαράκι, που βρίσκεται στου δράκου την καλύβα». Σκέφτηκαν τότε η Μήλω κι η Ρόιδω, να πάνε να βρουν το Χρυσοφεγγαράκι και να του κάνουν κακό. Φόρεσαν άλλα ρούχα, πήραν μαζί και διάφορα πράματα, βραχιόλια, σκουλα-ρίκια, καρφίτσες, να τα πουλήσουν, και ξεκίνησαν να βρουν το Χρυσοφεγγαράκι. Βά-δισαν, βάδισαν πολύ. Κάποτε έφτασαν στου δράκου την καλύβα και φώναξαν: «Κυρά —κυρά!» «Ορίστε», λέει το Χρυσοφεγγαράκι. «Έβγα να σε ιδούμε». « Οχι, δε βγαίνω», λέει το Χρυσοφεγγαράκι. «Έλα να ιδείς, έχουμε ωραία πράματα». Τό-τε βγήκε το Χρυσοφεγγαράκι στο παράθυρο και κοίταξε. Εκεί καθώς μιλούσε κι είχε το στόμα του ανοιχτό, του πετούν τ' αδέλφια του ένα δαχτυλίδι στο στόμα. Το Χρυ-σοφεγγαράκι πέθανε αμέσως και τ' αδέλφια του έφυγαν.

Όταν γύρισαν το βράδυ οι δράκοι στην καλύβα, βρήκαν το Χρυσοφεγγαράκι πεθα-μένο. Του έκαμαν τότε ένα χρυσό κουτί και το έβαλαν μέσα· κι αυτό το κουτί, το κρέμασαν επάνω σ' ένα δέντρο, έξω από την καλύβα τους.

Ο γιος του βασιλιά πήγαινε κυνήγι και μια μέρα έφτασε ώς εκεί και είδε το χρυσό κουτί που ήταν επάνω στο δέντρο. Ανέβηκε τότε ψηλά επάνω. Το δέντρο όμως κουνή-θηκε κι έπεσε κάτω το κουτί. Όπως έπεσε, ταράχτηκε και βγήκε το δαχτυλίδι από το στόμα και το Χρυσοφεγγαράκι ξαναζωντάνεψε. Μόλις το είδε το βασιλόπουλο, του άρεσε πολύ και του είπε ότι θα το πάρει γυναίκα του. Όταν το βράδυ ήλθαν οι δράκοι, βρήκαν το Χρυσοφεγγαράκι ζωντανό και το ρώτησαν: «Πώς ξαναζωντάνε-ψες;» Είπε το Χρυσοφεγγαράκι πως ήλθε ο γιος του βασιλιά, πως αναστήθηκε και πως του είπε ότι θα το πάρει γυναίκα του. Ήλθε αργότερα το βασιλόπουλο, έκανε αρραβώνες με το Χρυσοφεγγαράκι, παντρεύτηκαν και το πήρε στο παλάτι του.

Τ ' αδέλφια του ρωτούσαν πάλι τον ήλιο ποια είναι η καλύτερη κι ο ήλιος έλεγε: «Καλά είστε όλα, αλλά καλύτερο είναι το Χρυσοφεγγαράκι, που είναι στου βασιλιά το σπίτι».

Page 140: IAEN 23 Tale Types 1994

Τότε ξαναφόρεσαν άλλα ρούχα, πήραν διάφορα πράγματα όπως πρώτα, και πήγαν στο παλάτι. Όταν έφτασαν εκεί, φώναξαν: «Κυρά, έ κυρά, έβγανα σε ιδούμε, έχου-με ωραία πράγματα». Βγήκε πάλι το Χρυσοφεγγαράκι από το παράθυρο και κοίταζε. Εκεί που μιλούσε, του πέταξαν μια βελόνα στο στόμα οι αδελφές του και το Χρυσο-φεγγαράκι έγινε μηλιά στον κήπο. Οι αδελφές της έφυγαν. Όταν πήγαινε το παιδί της να κόψει μήλα, η μηλιά χαμήλωνε τα κλωνάρια της για να τα φτάσει· όταν πή-γαινε ο βασιλιάς, πάλι χαμήλωνε η μηλιά. Όταν όμως πήγαινε η αδελφή του, που ζήλευε και μάλλωνε το Χρυσοφεγγαράκι, τότε ψήλωνε πολύ η μηλιά τα κλαριά της και δεν την άφηνε να κόψει μήλα. Γι' αυτό λέει μια μέρα η αδελφή του βασιλιά: «Θα την κόψω αυτή τη μηλιά». «Όχι», λέει ο βασιλιάς, που κατάλαβε ότι αυτή ήταν η γυναίκα του, «δε θα την κόψεις». «Θα την κόψω», λέει η αδελφή του. Και μια μέρα πήρε το τσεκούρι κι άρχισε να την κόβει. Εκείνη την ώρα πέρασε μια γριά και ζήτησε ένα ξύλο. Κι ο βασιλιάς, που ήταν κι αυτός εκεί, της τόδωσε. Το πήρε η γριά και πήγε σπίτι της. Εκεί, έβαλε το κρέας πάνω στο ξύλο και το κοπανούσε να το κάνει ψιλό. Όπως όμως κοπανούσε το κρέας άκουσε μια φωνή που έλεγε: «Μη με χτυπάς εδώ, γιαγιά, είν' το χεράκι μου». Τότε η γιαγιά, άνοιξε με προσοχή το ξύλο και βγήκε από μέσα μια ωραία κοπέλλα με χρυσά φορέματα, που έλαμψε όλο το δωμά-τιο.

Ο βασιλιάς όμως, όταν έδωσε το ξύλο, πήγε κοντά στη γριά και κοίταζε από την πόρτα κρυφά· τα είδε όλα αυτά. Κάποια άλλη μέρα, περνούσε η γριά έξω από το παλάτι· την είδ' ο βασιλιάς και της λέει: «Γιαγιά, θέλω να με φιλέψεις στο σπίτι σου». «Α», λέει η γριά, «δεν έχω τίποτε, τι να σε φιλέψω;» «Ό,τι έχεις, θα φάω κι εγώ». Από τα πολλά δέχτηκε η γριά να τον φιλέψει- πήγε ο βασιλιάς στο σπίτι της. Μόλις είδε το Χρυσοφεγγαράκι, αμέσως τη γνώρισε, που ήταν η γυναίκα του κι ήθελε να την πάρει. Η γριά όμως δεν την άφηνε. Ήθελε να την κρατήσει σπίτι της.

Στο τέλος όμως την πήρε ο βασιλιάς και την πήγε στο παλάτι του. Κι από τότε, έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα.

ΛΦ 1753: Παραλλαγή που συλλέχτηκε στην Καρδίτσα Θεσσαλίας από τη Φιλίππου Αθηνά καθ' υπα-γόρευση της Φιλίππου Αγλαΐας, εβδομηνταένα χρονών το 1958. Η αφηγήτρια είναι εντελώς αγράμματη.

Page 141: IAEN 23 Tale Types 1994

ΣΥΝΘΕΤΙΚΗ ΠΑΡΑΛΛΑΓΗ

I. Η γέννηση της ηρωίδας

α: Μια στείρα βασίλισσα εύχεται ν' αποκτήσει κόρη· άσπρη σαν το χιόνι, κόκκινη σαν το αίμα- α2: άσπρη σαν το χαρτί, κόκκινη σαν το αίμα που δακρύζει· α3: άσπρη σαν το γάλα, σαν το άστρι τον Αυγερινό· α4: κόκκινη σαν το μήλο· α5: άσπρη σαν το πανί, κόκκινη σαν το αίμα και μαύρη σαν κοράκι- α6: διάφορα.

β: Η ηρωίδα εγκαταλείπεται μωρό σε μια χαράδρα γιατί είναι κορίτσι.

II. Η καταδιωγμένη ηρωίδα

α: Η ηρωίδα σκοτώνει τη μητέρα της για να παντρευτεί ο πατέρας της τη δασκάλα του χωριού. Μόλις η δασκάλα γίνεται μητριά της, την καταδιώκει.

β: Η ηρωίδα ζει με- β1 : τη μητριά της· β2: τη μητέρα της· β3: τη δασκάλα της· β4: τις αδελφές της· β5: τη μητέρα και τις αδελφές της· β6: τ' αδέλφια της· β7: τον θείο της, που προσπαθεί να την κατακτήσει- β8: διάφορα.

γ: Η μητριά (οι αδελφές), ρωτά(ούν) ποιά είναι ανάμεσα τους η ομορφότερη- γ1: τον καθρέφτη- γ2: τον ήλιο- γ3: τον ήλιο μέσα από τον καθρέφτη- γ4: τον πατέρα τους- γ5: διάφορα.

δ: Η μητριά διατάζει έναν υπηρέτη (διάφορα)· δ1: να σκοτώσει την ηρωίδα- δ2: να τη στείλει να πιάσει ένα ψωμί που κατρακύλησε στη χαράδρα - δ3 : να τη σακατέψει φέρνοντάς την πίσω- δ4: το πόδι της- δ5: το δάχτυλο της- δ6: τα μάτια της- δ7: εκείνος όμως σκοτώνει- δ8: σακατεύει- δ9: ένα ζώο (διάφορα) στη θέση της ηρωίδας'

δ10: της χαρίζει τη ζωή. ε: Η ηρωίδα πετιέται- ε1: σε μια τρύπα- ε2: σ' ένα γκρεμό- ε3: σ' ένα πηγάδι-

ε4: διάφορα- ε5: σε μια ερημιά· ε6: τυφλωμένη. στ: Η ηρωίδα βρίσκεται εγκαταλειμένη από έναν συγγενή της (εκτός από τον πατέ-

ρα της) - στ1: στο δάσος- στ2: στο ποτάμι, τη νύχτα για ν' ασπρίσει τα ρούχα- στ3: στο βουνό- στ4: στην ερημιά- στ5: στον τάφο της μάνας της τη νύχτα - στ6: διάφορα.

ζ: Η ηρωίδα οδηγείται σε σίγουρο μέρος από τ' αδέλφια της· ζ1: σ' έναν πύργο· ζ2: στον πύργο των δράκων, αφού σκοτώσουν τους δράκους· ζ3: σ' ένα γυάλινο πύργο.

η: Η ηρωίδα φεύγει· η1: με τον(τους) αδελφό(ούς) της.

θ: Η ηρωίδα εγκαθίσταται στο σπίτι που ζουν θ1 : τ' αδέλφια της- θ2: οι σαράντα δράκοι- θ3: οι επτά νάνοι- θ4: οι δώδεκα μήνες· θ5: ο δράκος, που την παντρεύεται·

θ6: διάφορα- θ7: τα ξωτικά- θ8: που της έσωσαν τη ζωή.

Page 142: IAEN 23 Tale Types 1994

ι: Τη συναντά ο βασιλιάς και την παντρεύεται.

ια: Τη συναντά ο πατέρας της· tal: και τιμωρεί τη γυναίκα του, όταν μαθαίνει την αλήθεια.

III. Το φαρμάκωμα της ηρωίδας

α: Η μητριά (διάφορα) μαθαίνει(ουν) πως η ηρωίδα ζει και της προσφέρει ένα δηλητηριασμένο αντικείμενο- α1: μια χτένα· α2: μια ζώνη· α3: ένα δαχτυλίδι· α4: ένα γαϊτάνι· α5: μια κουλούρα· α6: ένα σταφύλι· α7: ένα σκουλαρίκι· α8: ένα μήλο· α9: διάφορα.

β: Ένα από τα ζώα του σπιτιού δοκιμάζει και πεθαίνει, σώζοντας τη ζωή της ηρωίδας.

γ: Η ηρωίδα δοκιμάζει (ή φοράει) · γ1 : και πέφτει κάτω αναίσθητη· γ2: οι φυλα-κές της τη συνεφέρνουν.

δ: Τη δεύτερη(τρίτη) φορά οι φύλακές της δεν μπορούν πια να τη συνεφέρουν κι έτσι πεθαίνει από το δηλητήριο- δ1 : του δαχτυλιδιού· δ2: του μήλου- δ3: του σταφυ-λιού· δ4: άλλου αντικειμένου.

ε: Οι φύλακές της τη βάζουν σ' ένα γυάλινο (χρυσό) φέρετρο, που· ε1: το δίνουν στο βασιλόπουλο- ε2: το βρίσκει το βασιλόπουλο· ε3: το πετούν στη θάλασσα και το βρίσκει το βασιλόπουλο· ε4: πετούν τα κλειδιά του στη θάλασσα και τα βρίσκει το βασιλόπουλο- ε5: διάφορα- ε6: κι οι φύλακές της φεύγουν- ε7: στο Αγιο Όρος' ε8: πνίγονται στη θάλασσα.

στ: Μια δούλα μαρτυρά την αλήθεια στον πατέρα της ηρωίδας, που την ξαναβρίσκει.

IV. Η ανάσταση της ηρωίδας

α: Την ηρωίδα συνεφέρει- α1: ο πρίγκηπας- α2: η μητέρα του- α3: άλλο πρόσωπο' α4: που την κουνάει κι έτσι πέφτει το δηλητηριασμένο φρούτο- α5: που της βγάζει το δαχτυλίδι - α6: τη χαστουκίζει - α7: τη ρίχνει από το παράθυρο κι έτσι τη βρίσκει μια γριά και την υιοθετεί- α8: τη ρίχνει από το δέντρο όπου την είχαν κρεμάσει- α9: η ηρωίδα χάνει βάρος και της πέφτει το δαχτυλίδι από το δάχτυλο.

β: Την ηρωίδα παντρεύεται το βασιλόπουλο- β1: και προσκαλεί τ' αδέλφια της στο γάμο- β2: διάφορα.

γ: Στο τραπέζι, η ηρωίδα διηγείται την ιστορία της κι αναγνωρίζεται από τους δικούς της.

V. Η αναζωπύρωση της ζήλειας

(Ο παραμυθιακός τύπος 709 ενώνεται ή με τον τύπο 403Β ή με τον τύπο 706C).

Page 143: IAEN 23 Tale Types 1994

Παραμυθιακός τύπος 403Β

α: Η μητριά(μια αδελφή) σκοτώνει το παιδί της ηρωίδας και τη μεταμορφώνει σε πουλί, μπήγοντάς της μια καρφίτσα στο κεφάλι' ύστερα προσποιείται ότι εκείνη είναι η ηρωίδα και παίρνει τη θέση της δίπλα στο βασιλιά, που ξεγελιέται' α1 : διατά-ζει να σκοτώσουν το πουλί· α2: από το αίμα του πουλιού φυτρώνει ένα δένδρο· α3: διατάζει να κόψουν το δένδρο· α4: η ηρωίδα βγαίνει μέσα από το κομμένο κούτσουρο· α5: την υιοθετεί ένας γέρος· ο βασιλιάς αναγνωρίζει το δαχτυλίδι της γυναίκας του μέσα σ' ένα γλυκό που του στέλνει η ηρωίδα.

β: Το πουλί(δέντρο) διηγείται την ιστορία του· β1: ξεραίνοντας το περιβόλι του βασιλιά στο πέταγμά του- β2: ο βασιλιάς το παίρνει στα χέρια του, βγάζει από το κεφάλι του την καρφίτσα κι η ηρωίδα ξεμαγεύεται.

Παραμυθιακός τύπος 706C

α: Η μητριά (άλλο πρόσωπο) σκοτώνει το παιδί της ηρωίδας και την κατηγορεί για παιδοκτονία βάζοντας το μαχαίρι κάτω από το μαξιλάρι της· α1 : σκοτώνει μαζί και την ηρωίδα· α2: η ηρωίδα διώχνεται από το παλάτι γιατί ο βασιλιάς πιστεύει την κατηγορία- α3: οι στρατιώτες της χαρίζουν τη ζωή, αλλά την τυφλώνουν.

β: Ενας γέρος ανασταίνει το παιδί· β1: και τη μητέρα· β2: που ξαναβρίσκει το φως της.

γ: Η ηρωίδα ζει με το παιδί της σ' ένα μαγικό πύργο· γ1 : σ' ένα εστιατόριο (πανδο-χείο) · γ2: ο βασιλιάς τυχαία περνάει από κει. Μετά το γεύμα ο γιος του βάζει στην τσέπη του ένα κουταλάκι κι η γυναίκα του τον κατηγορεί για κλοπή. Οταν διαμαρτύ-ρεται ο βασιλιάς για την αδικία, διαμαρτύρεται κι ο γιος για την μεγάλη αδικία που έγινε στη μάνα του. Αναγνώριση.

δ: Η μητριά θανατώνεται· δ1: διώχνεται· δ2: πεθαίνει από το κακό της· δ3: οι αδελφές πεθαίνουν από το φόβο τους ακούγοντας τη φωνή της πεθαμένης ηρωίδας· δ4: συγχωρούνται' δ5: λαμβάνονται άλλα μέτρα· δ6: σε μια νέα απόπειρα κατά της ηρωίδας.

Page 144: IAEN 23 Tale Types 1994

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΠΑΡΑΛΛΑΓΩΝ

ΗΠΕΙΡΟΣ

1. ΛΑ 1296, (ΣΜ 126), 403-406, Μέτσοβο, «Τα τρία κορίτσια». II: β4, γ1, στ1, ι.

2. ΛΑ 1296, (ΣΜ 126), 434-435, Μέτσοβο, «Η Πεντάμορφη». II: β (περαστι-κοί της σώζουν τη ζωή· τη βάζουν σ' ένα γυάλινο πύργο), γ2. III: α9 (παντό-φλες, κάλτσες), γ2, δ3. IV: α3 (μια γριά), β. V: AT 403Β.

3. ΛΑ 1302, (ΣΜ 132), 46-49, Ζαγόρια, «Η Πεντάμορφη». I: α1, II: β1, γ1, δ7, δ9 (ζει πάνω σ' ένα δένδρο- μια γριά την κατεβάζει ξεγελώντας την). IV: β. V: Συμφυρμός με τον παραμυθιακό τύπο 707: η μητριά σκοτώνει τα παιδιά· ένας Σκυλοκέφαλος τα βρίσκει και τ' ανασταίνει· ζουν μαζί του.

4. Χρηστοβασίλης, 108-115, Γιάννενα, «Η Πανώρια». II: β4, γ2, στ6 (με τους σαράντα κλέφτες). III: α2, α9 (φλουριά), γ2, δ1, ε1. IV: α1, β, στ1.

5. ΛΦ 582, 5-9, Δωδώνη, «Οι τρεις αδελφές». II: β4, γ1, θ6 (δώδεκα παλικά-ρια). III: α5, β, δ1, ε1. IV: α1, β.

6. ΛΦ 1749, 17-19, Δωδώνη, «Η Χρυσομαλλούσα». II: β4, γ2, στ2, θ1. III: α1, γ2, ε1. IV: α2, α7.

ΘΕΣΣΑΛΙΑ

7. ΛΦ 2301, 64-65, Καρδίτσα, «Το Ροϊδάκ'». II: β, δ2, θ6. III: δ1. IV: α3 (οι βοσκοί), β. V: Ενωμένο με το AT 493Β: α, β2, στ.

8. ΛΦ 1267, 1-2, Καρδίτσα, άτιτλο. II: β4, γ2, ε1, ι. IV: β.

9. ΛΦ 1753, 1-6, Καρδίτσα, «Χρυσοφεγγαράκι». II: β4, γ3, δ2, θ2. III: δ1, ε1. IV: α1, α8, β.

ΘΡΑΚΗ

10. ΣΠ 77, 3-5, Αίνος, «Ο βασιλές με τες τρεις κόρες» (BP I 453, CDE). II: β4, γ2, στ2, θ2. III: α9 (μπισκότα), α7, γ2, δ4 (μαστίχι), ε3. IV: α1, β. V: στ.

11. Σταμούλη — Σαράντη, 165-174, Τζετώ 40 Εκκλησιών, «Η μητρυιά κ' η πα-ραπαίδα». II: β3 (μητριά είναι η δασκάλα της ηρωίδας), γ1, η, θ1. III: δ1,

ε1. IV: α1, α4, β. V: Ενωμένο με τον τύπο 706C: γ (ο υστερότοκος αδελφός επαναφέρει την τάξη), στ.

Page 145: IAEN 23 Tale Types 1994

12. Σταμούλη — Σαράντη, 174-175, Σηλυμβρία, «Η Πεντάμορφη». II: β1, στ6 (αποκοιμήθηκε φορώντας μαγεμένες κάλτσες). III: δ2. IV: α1. V: στ2.

13. Σταμούλη — Σαράντη, 176-177, Ηράκλεια, «Η μητρυιά βασίλισσα». II: β1, δ7, δ9, θ1. III: α9 (κορδέλλες φαρμακωμένες), γ2 (ο δούλος φανερώνει την ιστορία της βασιλοπούλας· τη βρίσκει ο πατέρας της). V: στ.

ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ

14. ΛΑ 1268, (ΣΜ 98), Έδεσσα, «Η Μυρσίνα». II: β4, γ2, στ5, θ1. III: δ1, ε1. IV: α1, β.

15. ΛΑ 1282, 172-175, άτιτλο. II: β4, γ2, στ4, θ6 (σαράντα ληστές). III: α, ε4. IV: α1, β. V: Ενωμένος με τον τύπο 403Β: α, β, β2, στ.

16. ΛΑ 2154 Γ', 70-76, Ανασελίτσα (περιοχή Σιάτιστας), άτιτλο (αποκλίνουσα παραλλαγή). II: β4, γ2, ε4 (κλεισμένη σε βαρέλι· την αφήνει ο άντρας της γιατί είναι τεμπέλα), θ6· ζει μόνη της σ' ένα σπίτι στο δάσος, ο άντρας της ζητάει φιλοξενία (δεν τη γνωρίζει). Την αναγνωρίζει από το τραγούδι της· οι κακές συννυφάδες ξυλοφορτώνονται.

17. ΛΑ 2213, (ΙΑ 615 4-9), Κοζάνη, «Η βασιλοπούλα». I: α4. II: β1, γ1, δ7, δ9, θ2. III: α8, α9 (γκιορντάνι, περιδέραιο), γ2, δ4 (βελόνα). IV: α1, β. V:

στ.

18. ΛΦ 523, 1, Κοζάνη, «Η Πεντάμορφη». II: β1, ζ1, Θ1. III: δ1, ε4. IV: α2, β. V: Ενωμένο με τον τύπο 706C: γ.

19. ΛΦ 715,68-70, Λαγκαδάς, «Ρόδο, Μήλο, Χρυσοφεγγαρού». II: β4, γ2, στ6 (παλικάρια). III: δ1. V: στ3.

20. Μέγας, 57-65, «Μυρσίνα» (συλλογή I. Πρώιου). II: β4, γ2, στ5 (κυλά την κουλούρα και σταματάει όπου σταματήσει), θ4. III: α9 (κουλούρα), γ2, δ1,

ε1. IV: α1, β. V: στ, στ6.

ΝΗΣΙΑ ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ

α. Ανατολικό Αιγαίο 21. Georgakis—Pineau, 57-67, Μυτιλήνη, «Le miroir de la magicienne». II: β1,

γ1, η, θ1. III: δ1, ε1. IV: α2, β. V: Συμφυρμός με τον τύπο 403Β: τ' αδέλφια της αποκαθιστούν την τάξη· στ.

22. ΛΦ 1173, 1-2, Ερεσσός Λέσβου, «Η μητρυιά». II: β1, γ2, δ7, στ2. III: α1, α9 (δαχτυλήθρα), γ2, δ3. IV: α (κάνοντας να τη βάλουν οι δράκοι στο σεντού-κι, σκοντάφτει και βγάζει το σταφύλι).

Page 146: IAEN 23 Tale Types 1994

23. ΛΦ 5, 6-11, Σάμος, άτιτλο. II: β1, στ2, ε2, στ6 (σαράντα παλικάρια). III: δ2, ε1. IV: α1, β, β1, β2 (πατέρας, μητριά, σαράντα αδέλφια), γ. V: στ.

24. ΛΦ 14, 1 -6, Σάμος, άτιτλο. I: α1. II: β (την ηρωίδα μόλις γεννήθηκε, αφήνει στο βουνό η μητριά της βάζοντας στη θέση του μωρού ένα γατί), στ2 (τη σώζουν οι σαράντα δράκοι). III: α1, γ2, δ2, ε1. IV: α1, α4, β, γ. V: στ.

25. Σταματιάδης, 5, No 14, 580-587, Σάμος, άτιτλο. II: β1, ε3, στ2. III: α6, γ2, δ1, ε5 (τη νεκρή κρεμούν σε μια κούνια- τη βρίσκει το βασιλόπουλο). IV:

α1, β. V: στ4. β. Δωδεκάνησα

26. ΛΑ 2279, 461-472, Λέρος, «Η Θεοχάρη». II: α8 (η θεία της), γ2, γ1, στ1. III: δ1, ε1. IV: α2, β. V: Συμφυρμός με τον τύπο 706C: τ' αδέλφια της σκοτώ-νουν τη θεία- στ.

27. Βαρίκα — Μοσκόβη, 36-43, Σύμη, «Η Πεντάμορφη κι η κακούργα μάνα της». II: β2, γ2, η (καταφεύγει στο δάσος), στ6: (δώδεκα παλικάρια). III: δ1, ε4. IV: α1, β. V: στ2.

28. ΛΦ 1026, 1, Σύμη, «Η κακή μητρυιά». II: β1, ζ1, στ1. III: δ1, ε2 (ο καπετά-νιος βρίσκει τα κλειδιά της κάσας, μπαίνει στον πύργο και παίρνει μαζί του την Πεντάμορφη). IV: α2, β. V: Συμφυρμός με τον τύπο 706C: γ, γ2, δ.

γ. Εύβοια — Σποράδες 29. ΛΑ 2744, 165-169, Ιστιαία, άτιτλο. II: β4, γ2, στ1, θ2. III: δ1, ε3. IV: α2, β.

30. ΛΦ 245, 3-6, Κύμη, «Η Πεντάμορφη». II: β3 (μητριά η δασκάλα της), δ7 (στον πατέρα), δ9, στ1. III: α3, α9 (βραχιόλι), δ2. IV: α1 (ο πρίγκηπας τη συνεφέρει τυχαία), β.

31. ΛΦ 1604, 5-δ, Κύμη, «Η Χιονούλα». II: β1, γ1, δ7, δ9, στ4. III: α2, γ2, δ2, ε1. IV: α1, α4, β. V: στ2.

δ. Κρήτη 32. Επ. Κρητ. Σπ., Γ', (1940) 310-313, Κυδωνιά, «Η Αριστοφάνη». I: α1. II:

β2, γ2, στ4. III: α9 (καρφίτσα), γ2, δ3, ε2. IV: ε1, β. V: Ενωμένο με 403Β: «, β2.

33. Λιουδάκη, Στης Γιαγιάς..., 63-71, Ιεράπετρα, «Η πεντάμορφη Θεοφάνη». II: β2, γ2, ζ2. III: α3, γ2, δ2, ε1. IV: α1, α4 (κάνει εμετό), β (βάζουν τη φωτογραφία της σ' όλες τις βρύσες της χώρας, τ' αδέλφια της τη γνωρίζουν και πηγαίνουν στον γάμο. Αναγνώριση).

34. ΛΦ 629, 1-3, Νεάπολις, «Η Πεντάμορφη». II: β1, γ2, στ1, θ1. III: α3, γ2, δ2, ε1. IV: α1, α4, β. V: στ.

35. ΛΦ 1145, 7-11, Χανιά, άτιτλο. II: β1, γ2, στ4, θ1. III: α1, α3, γ2, δ2.

Page 147: IAEN 23 Tale Types 1994

IV: α3 (ο πρίγκηπας βρίσκει τα κλειδιά του παλατιού κι οι δούλοι του τη συνε-φέρνουν), β, β1. V: στ.

36. ΛΦ 1839, 2-5, Μονοφάτσι Ηρακλείου, άτιτλο. II: β8 (την αδελφή της), γ1, στ4, ι. V: Ενωμένο με 403β: α (η κακή αδελφή έρχεται ντυμένη γιατρός στη γέννα), β2.

37. ΛΑ 709, 10, Νεάπολις, «Λάμψε ήλιε, για να λάμψω». II: β2, γ2, ζ2. III: δ1, ε1. IV: α1, β. V: Ενωμένο με 706C: η μητέρα της γίνεται παραμάνα του

παιδιού και το σκοτώνει.

ε. Κυκλάδες 38. ΛΦ 232, 25-30, Κύθνος, «Τα εννιά αδέλφια και η μια αδελφή». Παραλλαγή

επηρεασμένη από τον παραμυθιακό τύπο 451 (the maiden who seeks her bro-thers, η κόρη που αναζητά τ' αδέλφια της). Η ηρωίδα γεννιέται μετά από εννιά αγόρια, που φεύγουν — από λάθος της μαμμής — σε άλλη χώρα. II: η (η ηρωί-δα φεύγει για να βρει τ ' αδέλφια της), στ1. III: α8, α1, γ2, 53, ε4. IV: α3 (από έναν ψαρά), β (βρίσκει τ' αδέλφια της).

39. ΛΦ 351, 4-10, Νάξος, «Η κακιά δασκάλα». II: β3, ζ3, στ1. III: δ1, ε4. IV: α2, β. V: Ενωμένο με το 706C- τη δασκάλα ξεσκίζουν τα ζώα των αδελφών της ηρωίδας.

40. ΛΑ 1394, 201-210, Νάξος, άτιτλο. II: β4, γ5 (ο μάγος λέει να διώξουν τη μικρή για να παντρευτούν οι δύο μεγαλύτερες), στ6 (πλοίο), θ6 (τρεις κυνη-γοί) . III: α2, α9 (πουκάμισο), γ2, δ2, ε1. IV: α1, β. V: Ενωμένο με το 403β· α, β2, στ.

41. ΙΛ, 159-173, Πάρος, άτιτλο. II: β2, β4, γ1, στ4, θ2. III: α8, α1, γ2, δ1, ε2. IV: α2, β, στ5 (εξορίζονται).

42. ΛΑ 1394, 177-180, Τήνος, «Η Πεντάμορφη του κόσμου». II: β4, γ2, στ3, θ6 (εφτά δράκοι). III: δ2, ε1. IV: α1, α4, β (ο ήλιος 8εν απαντάει πια), β2

(η μάνα, σκοτώνουν τις αδελφές). V: στ.

43. ΛΑ 1394, 181-190, Τήνος, άτιτλο. II: β4, γ2, ε6, στ4, θ6 (ζει με τους βο-σκούς που της βάζουν τα μάτια μιας κατσίκας). III: α3, γ2, δ3, ε1. IV: α1, β. V: στ.

44. ΛΦ 823, 10-14, Τήνος, «Τ' αμύγδαλο». II: β4, γ2, στ1 (δυο φορές την εγκα-ταλείπουν), ι. V: Ενωμένο με 706C: γ, γ1.

45. ΛΑ 279, 361-472, Λέρος, «Θεοχάρη». II: α8 (θεία), γ2, ζ1, στ1. III: δ1, ε1. IV: α2, β. V: Ενωμένο με το 706C: τ' αδέλφια της σκοτώνουν τη θεία της·

στ.

Page 148: IAEN 23 Tale Types 1994

ΝΗΣΙΑ ΙΟΝΙΟΥ

46. Boulanger, δ7-97, Κέρκυρα, «Le miroir». II: β2, ε4, στ1. III: α3, γ2, δ3, ε5 (την παίρνει πρώτα ένα βασιλόπουλο, ύστερα ένα άλλο). IV: α1, α4, β. V: Ενωμένο με 403β: α, β2, στ.

47. Boulanger, 61-63, Κέρκυρα, «Les trois fenêtres». II: β4 (τρία κορίτσια, ο πατέρας τους χαρίζει τρία παράθυρα — χρυσό, ασημένιο, μολυβένιο - στην ηρω-ίδα) , γ5 (το βασιλόπουλο χαιρετάει την ηρωίδα σ' όποιο παράθυρο κι αν βρί-σκεται), ε6 (τυφλή, την παίρνει ο πρίγκηπας, ο πρίγκηπας στέλνει τη γάτα του να δαγκώσει τις αδελφές για να επιστρέψουν στην ηρωίδα τα μάτια της). IV: β.

48. ΛΑ 1067, 47-53, Κεφαλλονιά, άτιτλο. II: β4, γ2, στ4 (μ' ένα καλάθι κόλλυ-βα), θ6. III: α9 (φαγητό), β, δ1, ε1. IV: α1, β.

49. ΛΦ 587, δ7-90, Κεφαλλονιά, «Η κακή μητρυιά». II: β1, γ2, θ6 (την ηρωίδα στέλνουν ν' ανάψει φωτιά πάνω στο βουνό κι ο άνεμος τη μεταφέρει στη σπηλιά των δράκων), στ2. III: δ1, ε1. IV: α1, β. V: Ενωμένο με το 403Β: α.

50. ΛΦ 974, 1-4, Κεφαλλονιά, «Η Πεντάμορφη». I: α1. II: β1, γ1, δ1, δ9, στ6 (δώδεκα παλικάρια). III: α4, α1, γ2, δ2, ε1. IV: α2, β. V: στ.

51. ΛΑ 2276, 228, Λευκάδα, «Η Ροϊδομάγουλη». II: β4, γ2, ε3 (από μια τρύπα βγαίνει σ' ένα δάσος), θ6 (με σαράντα κυνηγούς). III: α9 (βελόνα), γ2, δ4 (δηλητήριο), ε3. IV: α1, β. V: στ.

52. ΛΑ 3035, 318-320, Παξοί, «Πεντάμορφη». II: β1, δ7, δ8, δ9. V: στ (ο πατέ-ρας σκοτώνει τη γυναίκα του και ζει με την κόρη του).

53. Μινώτου, 11, 441-444, Ζάκυνθος, «Η κακή μάνα κι η όμορφη Θεοχάρη». II: β1, γ2, η, η1, στ1. III: α2, γ2, δ2, ε5 (ο πρίγκηπας βρίσκει το κρεμασμένο φέρετρο). IV: α1, α4, β. V; Ενωμένο με το 706C: γ, γ2, στ.

54. Schmidt, 110-112, No 17, Ζάκυνθος, «Maroula und die Mutter des Erotas». II: β8 (η ηρωίδα ζει με τον πατέρα της, τον βασιλιά), γ2 (η μάνα του Έρωτα ζηλεύει), ε4 (η ηρωίδα κλειδώνεται στο σπίτι των αδελφών της για να είναι ασφαλής), θ1. III: α8, γ2, δ1, ti. IV: α1, β. V: Ενωμένο με το 403Β: α (ο φύλακας άγγελος της ηρωίδας επαναφέρει την τάξη. Η μάνα του Έρωτα είναι δυστυχισμένη).

ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ

55. ΣΠ 15, (ΛΑ 709, 2), «Η Καρυανή». II: β1, δ2 (η δασκάλα τη συμβουλεύει «να τρέχει πίσω στην πίτα που κυλά»), στ4. III: Ενωμένο με το 403Β: α, β2.

56. ΣΠ 27, 15-20, Ολυμπία, άτιτλο. II: β2, στ4, θ6 (με τις νεράιδες). III: α3, γ2,

Page 149: IAEN 23 Tale Types 1994

δ4 (καρφίτσα). V: Ενωμένο με το 403Β: α, α1, α2, α3, β, β2.

57. ΣΠ 33, 3-5, Καλάβρυτα, άτιτλο. II: β2, ε2, στ6 (με τα λιοντάρια), κ.

58. ΣΠ 44, 189-191, Κυπαρισσία, άτιτλο. II: β2, η, η1, στ2. III: δ1, ε4. IV: α2, β.

59. ΣΠ 44, 208-212, Κυπαρισσία, άτιτλο. II: β1, η, η1, στ2. III: δ1, ε4. IV: α2, β.

60. ΛΑ 709, 7, Αγιος Πέτρος Κυνουρίας, «Η ζήλεια». II: β2, γ2, ε4 (την κλεί-νουν στην κουφάλα ενός δένδρου), στ1. III: δ1, ε1. IV: α3 (τη συνεφέρνει μια δούλα), β. V: Ενωμένο με το AT 403Β: α, α1, α2, β, β2, στ.

61. ΛΑ 709, δ, Αρεόπολη, «Οι σαράντα δράκοι». II: α (η δασκάλα παντρεύεται τον πατέρα της ηρωίδας), στ3, θ2. III: α1, α3, γ2, α4 (κάλτσες). IV: α1, β. V: Ενωμένο, με το AT 403Β: α, β, β1, β2, στ.

62. ΛΑ 709, 11, Μανιάκι Μεσσηνίας, «Η Πεντάμορφη». II: β1, γ2, γ3, στ1. III: δ4 (καρφίτσα), ε1. IV: α3 (μια δούλα), β. V: στ, στ6.

63. Rötticher Α., Deutsche Rundschau, 1881, Band, 28, 129-133, «Rodia». II: β4, γ2, στ, θ6 (με τη θεά της νύχτας, που την υιοθετεί). III: α11 (ένα μαντή-

λι), δ4 (γλυκά), ε. IV: α2, α6, β. V: Ενωμένο με το 403Β: α, β, β1, β2.

64. Deffner, Λαογραφία, δ, 159-180, Καστανίτσα Κυνουρίας, «Η Πεντάμορφη του κόσμου»(;). II: θ6 (με τους τζουτζέδες). III: 52, ε1. IV: α1, α4, β. V: στ5.

65. Estournelles de Constant, La vie de province en Grèce, Paris, 1878, 260-273. «Les trois soeurs». Π: β4, γ5 (οι τρεις μοίρες λένε ότι θα παντρευτεί το βασιλό-πουλο) , ε, ε2, θ6 (με μια νεράιδα). III: α11 (με μια καρφίτσα μπηγμένη στο κεφάλι), γ2, 53, ε3. IV: Οταν το φέρετρο βρίσκεται μέσα στο νερό, η κόρη συνέρχεται· ο πρίγκηπας την παίρνει ωστόσο κοιμισμένη μαζί του και την αφή-νει στην κουζίνα του παλατιού· η κόρη σηκώνεται τις νύχτες και τρώει, ώσπου κάποτε τη βλέπει. V: Ενωμένο με το AT 403Β: α, 1, α2, α4, α5, στ.

66. Μεσσηνιακό έτος, 1, 150-151, Πυλία, «Οι τζουτζέκηδες». II: β1, γ1, 57, δ9, θ6 (με τους επτά τζουτζέκηδες). III: α2, γ2, 52, ε1. /V.· α1, α4, β. V: στ5.

67. Hahn, 2, no 103, 134-135, Πόρος, «Schneewittchen». II: α, γ2, 52 (οι τρεις μοίρες περνούν μπροστά από το δέντρο όπου είναι κρυμμένη η ηρωίδα και τη στέλνουν: να πλύνει ένα μωρό στο ποτάμι, να πλύνει μια γριά, να πάει στους σαράντα δράκους), στ2. III: 511 (η μητριά στέλνει τον πατέρα της ηρωίδας στο παλάτι των σαράντα δράκων (ντυμένο Εβραίο) · της πουλάει τσιμπιδάκια για τα μαλλιά), γ2, δ1, ε1. IV: α3 (η δούλα της μητέρας του πρίγκηπα της αφαιρεί το φαρμακωμένο δαχτυλίδι), β.

68. ΛΑ 1118, Ζαχάρω Ηλείας, «Μυρσίνα». II: β4, γ2, στ5, θ6 (με τα επτά παλι-κάρια). III: α9 (περιδέραιο της νεκρής μάνας), α5, ε1. IV: α1, β. V: στ.

Page 150: IAEN 23 Tale Types 1994

69. ΛΑ 1186, (ΣΜ 16), 55-56, Πύργος, «Νεραντζιά». II: β2, β4, γ2, δ7, δ9, στ2. Ημιτελής παραλλαγή.

70. ΛΑ 1186, (ΣΜ 16), 212-216, Πύργος, «Η Θεοχαρίστη». II: β1, γ2, ε1, η1, στ1. III: δ1, ε2. IV: α1, β. V: Ενωμένο με το 706C: γ, δ, ε, ε1.

71. ΛΑ 1186, (ΣΜ), 219-220, Πύργος, «Ο πατέρας κι η κόρη του». II: β1, στ4, ζ (ένας δράκος θέλει να τη σκοτώσει· τ' αδέλφια της την κρύβουν σ' ένα πηγά-δι). III: δ4 (ο δράκος τη σκοτώνει με μιά καρφίτσα), ε.

72. ΛΑ 1192, (ΣΜ 22), 127-128, Βελίτσα Ολυμπίας, «Η Πεντάμορφη». II: β1, γ1, στ4, θ6 (παλικάρια). III: δ2, ε5 (τη βρίσκει ο πατέρας της). IV: α1, α4.

73. ΛΑ 1193, (ΣΜ 23), 31-52, Βελίτσα Ολυμπίας, «Η Χιόνα». I: α1, β1, γ1, δ7, δ9, στ2. III: δ2, ε1. IV: α1, α4, β, β2 (η μητριά πηγαίνει στον γάμο και

φυλάει τη νύφη· σύμφωνα με την κατάρα της πεθαμένης μάνας θα καιγόταν όποια έκανε κακό στη Χιόνα κι έτσι, η μητριά καίγεται την ώρα που τη φιλάει).

74. ΛΑ 1276, (ΣΜ 106), 7-9, Αργολίδα, «Η Θεοχάρη». I: α6 (γεννήθηκε από τα πολλά παρακάλια στο Θεό [Θεού χάρη]). II: β1, γ2, θ1. III: α2, γ2, δ1,

ε1. IV: α2, β (ζει με τ' αδέλφια της).

75. ΛΑ 1276, 31-33, Αργολίδα, «Μερσίνα». II: β4, γ2, στ5, θ4. III: α5, γ2, δ1, ε1. IV: α1, β.

76. ΛΑ 1281, (ΣΜ 111), 334-338, Κυπαρισσία, «Οι τρεις αδελφές». II: β4, γ2, στ3, ζ1. III: α9 (ψωμί), β, δ1, ε1. IV: α1, β. V: στ.

77. ΛΑ 1282, 1 -3, Κυπαρισσία, άτιτλο. II: β4, γ3, θ6 (με σαράντα ληστές). III: α, ε4. IV: α1, α4, β. V: Ενωμένο με το AT 403Β: α, β2.

78. ΛΑ 1282, 159-163, Κυπαρισσία, άτιτλο. II: β4, γ2, στ5, θ4. III: δ1, ε1. IV: α1, β. V: στ1.

79. ΛΑ 1332, 51-56, Σιμιάδες Αρκαδίας, «Βασιλιάς και βασίλισσα». II: β1, γ1, δ7, δ9, θ6 (με τους εργάτες σαν αφεντικά). III: α1, α9 (κορδέλλα), γ2, δ2. IV: α3 (κατά τη διάρκεια της ταφής τη ρίχνουν κάτω και πέφτει το μήλο). V: στ2.

80. ΛΑ 2211, (ΙΑ 595), 15-19, Τρίπολη, άτιτλο. II: β1, στ2, ζ6 (με τα φίδια). III: δ1, ε1. IV: α1, β.

δ1. ΛΑ 2934, 169-170, Μεσσήνη, «Οι σαράντα δράκοι». II: β4, γ2, στ, θ2. III: δ1. IV: α3 (ο μικρότερος δράκος της αφαιρεί το δαχτυλίδι και τη συνεφέρει).

δ2. ΛΦ 14, 1-6, Μολάοι Λακωνίας, «Η Πεντάμορφη». I: α5. II: β1, γ1, δ7, δ9, θ6 (με τους δώδεκα δράκους). III: δ2, ε1. IV: α1, α4, β. V: Ενωμένο

με το AT 403Β: α, β, β2. δ3. ΛΦ 353, 3-4, Μεσσήνη, «Το χρυσό δαχτυλίδι». II: β1, γ1, δ2, στ6 (με τους

Page 151: IAEN 23 Tale Types 1994

Σκυλοκέφαλους). III: α3, γ2, δ4 (ποδιά), ε1. IV: α2, β.

δ4. ΛΦ 360, 10-11, Μεσσήνη, «Η κακή μητρυιά». II: β1, γ1, ε4 (στους σαράντα δράκους για να τη φάνε), θ2. III: α9 (πορτοκάλι), γ2, δ1, ε1. IV: α2, β. V: στ2.

δ5. ΛΦ 403, 8-13, Χαβάρι Ηλείας, «Η Κικιώ». Στην αρχή συμφυρμός με το AT 403Β. II: θ2 (η καλή προγονή ανταμείβεται από τα κοράκια, την τριανταφυλ-λιά και τη γριά που ψειρίζει: της δίνουν φρύδια μαύρα σαν κοράκου, λυγερό κορμί σαν κυπαρίσσι, μάγουλα σαν τριαντάφυλλα, λίρες να πέφτουν από το στό-μα της- η κακή κόρη της μητριάς τιμωρείται κι ασχημαίνει αντίστοιχα), δ7, δ9, στ6 (δώδεκα παλικάρια). III: α1, α3, γ2, δ2, ε5 (ο πατέρας της βρίσκει το φέρετρο). IV: α3, β. V: στ.

δ6. ΛΦ 501, 13-14, Αίγιο, «Η τύχη της Χιονάτης». II: β1, γ1, θ4, ζ3. III: α2, α9 (καρφίτσα), γ2, δ2, ε1. IV: α1, α4, β. V: στ2.

δ7. ΛΦ 570, 15-18, Ηλεία, άτιτλο. II: β4, γ2, θ5, ζ4. III: α5, β, δ1, ε1. IV: α1, β. V: στ1, στ6.

δ8. ΛΦ 571, 1-3, Αχαΐα, «Η Πεντάμορφη». II: β1, γ2, στ1, θ6 (ληστές). III: α9 (ψωμί), γ2, δ1. IV: α1, β. V: Ενωμένο με το AT 403Β: α, β, β2, στ (ο βασιλιάς τιμωρεί τη μητριά φορώντας της το φαρμακωμένο δαχτυλίδι της ηρω-ίδας) .

δ9. ΛΦ 589, 13-27, Τριφύλλια, «Η Πεντάμορφη». II: β1, γ1, δ7, δ9, θ2. III: α8, α1, γ2, δ1, ε1. IV: α1, β. V: στ.

90. ΛΦ 717, 7-11, Μεσσήνη, «Οι δυό γίγαντες». II: β1, γ1, στ4, θ6 (με δυό γίγαντες, ζουν σαν αδέλφια). III: α3, α9 (κορδέλλα), γ2, δ4 (μαγική τρίχα),

ε1. IV: α2, β.

91. ΛΦ 737, 1-3, Λεχαινά Ηλείας, «Η Θεοχάρη». II: β1, γ2, δ7, δ9, θ6 (ζει μόνη της πάνω στα δένδρα), ι. V: στ2.

92. ΛΦ 795, 5-7, Κανδήλα Αρκαδίας, «Οι δώδεκα σκυλοκέφαλοι». II: β1, στ4, θ6 (ζει με τους Σκυλοκέφαλους). III: α2, γ2, δ1, ε1. IV: α1, β. V: Ενωμένο

με το AT 403Β: α, β2.

93. ΛΦ 805, 10-12, Γύθειο, «Θεοχάρη». II: β2, γ2, στ1, θ1. III: α3, α1, γ2, δ4 (ψάρια), ε4. IV: α2 (με εμετό), β. V: στ1, στ6.

94. ΛΦ 809, 11-13, «Η Πεντάμορφη Μυρσίνα». II: β8 (τα ξαδέλφια της), γ2, στ5, θ4. III: δ1, ε1, α1, β.

95. ΛΦ 819, 1-4, «Τα σαράντα αδέλφια». II: β4, στ1, θ2. III: δ4 (χτένα), ε1. IV: α1, β.

Page 152: IAEN 23 Tale Types 1994

96. ΛΦ 968, 11-16, Ναυπλία, «Η Σταχτομπούτα». II: β4, γ1, στ16 (στο κρύο· η ηρωίδα επιβιώνει· την εγκαταλείπουν και πάλι), θ1. III: α3, α7, γ2, δ2. IV: α3 (ένας γέρος που περνούσε από κει τη χαστουκίζει και τη συνεφέρει). V: στ 4.

97. ΛΦ 1008, 4-9, Μονεμβασία, «Ο βασιλιάς κι η βασίλισσα». I: ai. II: β1, γ2, δ7, δ9, θ (ζει με 18 παλικάρια σ' ένα γυάλινο παλάτι). III: δ1, ε1. IV: α1,

β. V: στ, στ6.

98. ΛΦ 1015, 11-15, Πυλία, «Η Πεντάμορφη». I: α1.II: β1,γ1, στ4, θ6 (επτά δράκοι). III: α2, α9 (στέκα), γ2, δ2, ε1. IV: α1, β.

99. ΛΦ 1042, 10-11, Ηλεία, άτιτλο. II: β1, στ1, θ2. III: α9 (η μητριά σαν διακο-νιάρα βάζει ένα κόκκαλο στην πόρτα και κάνοντας την όμορφη προγονή να το πατήσει, πεθαίνει), ε1. IV: α1. V: Ενωμένο με το AT 403Β: α, β2, στ.

100. ΛΦ 1070, 1-δ, «Η βασιλοπούλα κι οι σαράντα δράκοι». II: β2 (η κακιά μάνα τα φτιάχνει με τον Αράπη υπηρέτη κι επειδή την ανακαλύπτει η κόρη, ζητάει από τον βασιλιά να πιεί το αίμα της για να γίνει τάχα καλά), δ7, δ9, θ2. III:

α1, γ2 (το βασιλόπουλο τη φέρνει στον πατέρα της όπου διηγείται την αλή-θεια) . IV: β. V: στ (η κακιά μάνα κι ο Αράπης αλογοσέρνονται).

101. ΛΦ 1198, 4-7, Πύλος, άτιτλο. II: β4, γ2, στ3, θ6 (μ' ένα κυνηγό). III: δ4 (με κάλτσα· ο κυνηγός τη σκοτώνει). IV: α2 (ο βασιλιάς την παίρνει μαζί του, η μητέρα του τη συνεφέρει), β.

102. ΛΦ 1339, 1-5, Μονεμβασία, «Η ξανθομαλλούσα». II: β4, γ2, στ4, θ6 (ζει με τη Λάμια, που την υιοθετεί). III: α3, γ2, δ4 (της μπήγει τρεις καρφίτσες στο κεφάλι), ε1. IV: α3 (μια σκλάβα), β. V: Ενωμένο με το AT 403Β: α, β, β1, β2, στ.

103. ΛΦ 1350, 1-9, Λεοντάρι Αρκαδίας, « Αννα η Κασιάννα». I: α1. II: β1, γ1, στ4, θ2. III: δ4 (ζαχαρωτά), ε1. IV: α2, β. V: Ενωμένο με το AT 403Β: α, β2.

104. ΛΦ 1537, 1-3, Πύργος, άτιτλο. II: β4, γ2, στ4, θ6 (ζει με τους σαράντα Αρά-πηδες). III: α1, α2, γ2, δ1, ε1. IV: α1, β. V: Ενωμένο με το AT 403Β: α, β2, στ.

105. ΛΦ 1624, 1-5, Βελίτσα Ολυμπίας, άτιτλο. II: β1, γ2, στ6 (τη σώζει ένα βόδι· νέα εγκατάλειψη), θ2. III: δ1, ε2. IV: α1, β.

106. Μεσσηνιακό Ετος, 1, 1938, 154-155, «Η Πεντάμορφη του κόσμου». I: α2. II: β8 (ζει με την ξαδέλφη της), γ2, στ2, θ2. III: α2, γ2, δ2, ε1. IV: α1, α4, β. V: στ2.

107. ΙΛ 530, 225-228, Μεσσήνη, «Η Πεντάμορφη του κόσμου». Ι: α2. II: β1, β3, δ7, δ9, ι (διωγμένη από τη μητριά, συναντά τον πρίγκηπα). IV: β.

Page 153: IAEN 23 Tale Types 1994

ΣΤΕΡΕΑ ΕΛΛΑΔΑ

108. ΛΑ 709, 5, Αιτωλία, άτιτλο. II: β1, γ1, ζ2. III: α (τη δηλητηριάζει μια γριά σταλμένη από τη μητριά της), ε4. IV: α1, β.

109. ΛΑ 1171, 39-41, Βάλτος Ακαρνανίας, «Ο βασιλιάς κι η βασιλοπούλα». II: β2, στ1, θ2. III: δ4 (καρφίτσα). IV: α3 (τη συνεφέρει ο σκύλος των δύο βασι-λιάδων, που την παίρνουν μαζί τους).

110. ΛΑ 1193, 25-30, Φωκίδα, «Φαρφουρένια». II: β4, γ2, στ1, θ6 (δώδεκα κυ-νηγοί). III: δ1, ε1. IV: α2, α4, β. V: στ.

111. ΛΦ 16, 1-5, Θήβα, «Λενίτσα η Πεντάμορφη». II: β1, γ1, δ7, δ9, θ3. III: α1, γ2, δ2, ε1. IV: α4, β.

112. ΛΦ 55, 25-28, Αγραφα Ευρυτανίας, «Η Μήλω, η Ρόιδω κι η Χρυσοφεγγα-ρούσω». II: β4, γ2, ε2, ι. V: Ενωμένο με το AT 403Β: α, β, β2, στ.

113. ΛΦ 220, 16-19, Λαμία, «Πεντάμορφη». II: β1, γ1, δ7, δ9, θ6 (ζει σε μια σπηλιά με δώδεκα δράκους). III: α2. Ατελής παραλλαγή.

114. ΛΦ 476, 45-46, Ανάληψη Τριχωνίας, άτιτλο. II: β1, γ1, ε6, θ2. III: α8, γ2, δ4 (χτένα), ε1. IV: α1, β.

115. ΛΦ 1044, 25-29, Φωκίδα, «Η Πεντάμορφη κι η κακιά βασίλισσα». I: α1. II: β1, δ7, δ9, θ1. III: α2, γ2, δ2, ε1. IV: α1, α4, β. στ2.

116. ΛΦ 1137, 16-19, Λαμία, «Η Πεντάμορφη». II: β1, γ2, δ7, δ9, θ2. III: α9 (βραχιόλι), γ2, δ2, ε1. IV: α1, α4, β.

117. ΛΦ 1253, 1-6, Λαμία, «Ροδούλα». II: β8 (με τη μάνα της που είναι γριά), γ5 (ο βασιλιάς την παίρνει μαζί του), δ7, δ9, θ6 (δέκα τρεις δράκοι). III: δ4 (βραχιόλι), ε5 (η συνοδεία περνάει μπροστά από το σπίτι της μάνας της). IV: α2. V: στ1.

118. ΛΦ 1258, 16-19, Δομοκός, «Η Τρισεύγενη». II: β8 (τρεις αδελφές ζουν με τη μάνα τους), γ1, ε2, ι. III: α3, γ2, δ4 (χτένα). IV: α1, στ.

119. ΛΦ 1562, 15-20, Θερμό Τριχωνίας, «Ρόιδω». II: β8 (με την αδελφή της), γ2, δ2, στ2. III: δ1, ε4. IV: α1, β. V: Ενωμένο με το AT 403Β: α, β2, στ.

ΜΙΚΡΑ ΑΣΙΑ

120. Dawkins, MG in Asia Minor, 441-444, Σύλατα, άτιτλο. I: α1. II: β1, γ1, δ7, δ9, θ6 (σε μια σπηλιά μ' επτά παλικάρια). III: α2, α3, α8, γ2 (συναντά

τον βασιλιά), β.

121. Μικρ. Χρον., 4, 296-299, Προύσσα, «Η Χιονίστρα». I: α1. II: β1, γ1, δ7, δ9, θ2. III: α1, γ2, δ2, ε1. IV: α4, β. V: στ2.

Page 154: IAEN 23 Tale Types 1994

122. ΣΠ 3, 41-44, Σμύρνη, άτιτλο. II: β2, η, θ1. III: α3, γ2, δ3, ε4. IV: α1, β.

123. ΛΦ 429, 1-14, Αλικαρνασσός, «Η κόρη με τα τρία αδέλφια και η μητριά». II: β1, ζ1, δ1. III: δ1, ε3. IV: α2, β. V: στ.

124. ΛΦ 1453, 23-28, Πέργαμος, «Η μητρυιά». I: α1. II: β1, γ2, δ7, δ9, θ2. III: α1, α3, γ2, δ3. IV: α3 (πέφτοντας από τη σκάλα τη ζωντανεύουν οι δρά-κοι) .

125. ΛΑ 709, 9, Βιθυνία, «Μαριγάκι». II: β8 (με τρεις αδελφές και τον πατέρα), γ4, στ3, θ2. III: α9 (μαστίχα), γ2, δ1, ε5 (τη βάζουν σε κάσα που πετούν στη θάλασσα και βρίσκει μια κόρη). IV: α1, β. V: Ενωμένο με το AT 403Β: α, β2.

ΚΥΠΡΟΣ

126. Κληρίδης, II, 13-17, αρ. 7, Κυρήνεια, «Η βασιλοπούλα τ ζ' οι μάισσες». II: β4, γ5, ε6, θ6 (με μια γριά που της ξαναδίνει το φως της). III: α9 (καρφίτσα), γ2, δ2, ε2. IV: α1 (τυχαία). V: Ενωμένο με το AT 403Β: α, β2, στ.

127. ΛΦ 101, 1-5, «Χιονάτη». I: α6 (άσπρη σαν το χιόνι, κόκκινη σαν το ρόδι και πράσινα μάτια σαν το παραθύρι). II: β1, γ1, δ7, δ9, θ3. III: α4, γ2, δ2, ε1. IV: α1, β. V: στ2.

128. ΛΦ 804, 1-12, Καρπασία, «Η όμορφη πριγκήπισσα κι η κακή θεία». II: β2, γ1, δ7, δ9, θ2. III: δ1, ε5 (πετούν τα κλειδιά της κάσας στη θάλασσα και τα

καταπίνει ένα ψάρι, που το πηγαίνουν στον βασιλιά). V: α1, β, β2 (ο πατέρας της). V: στ.

129. ΛΦ 1159, 16-19, Κυθρέα, «Η κατσή μάνα». II: β2, γ2, ι. IV: β (η μάνα μαθαίνει από το γυαλί πως έγινε βασίλισσα και πάει να τη φαρμακώσει, αλλά η κόρη τη γνωρίζει και πάει στο βασιλιά). V: στ.

130. ΛΦ 1855, 16-19, Λευκωσία, «Η βασίλισσα των δρακόντων». II: β4, ε5, θ5. III: α6, γ2 (με το σκαμπίλι του δράκου), δ, ε, ε3. IV: α1, β.

131. LF 1867, 10-17, «Η Πεντάμορφη τζαι οι σαράντα δράκοι». II: β5, στ1, θ2. III: α9 (χρυσή μπούκλα), γ2, α3, δ, ε5 (στην ακροθαλασσιά τη βρίσκει το βασιλόπουλο). IV: α1, β.

ΚΑΤΩ ΙΤΑΛΙΑ

132. Taibbi-Car. 208-213, αρ. 34, Rocca Forte, «Ta leddidya και η ανεψιά του πρεσβυτέρου». II: β7, η, θ6 (βλέπει δεκατέσσερα παλικάρια να σηκώνουν μια πλάκα, να μπαίνουν κάτω από τη γη και γίνεται αδελφή τους). III: α3, δ4 (σκαρπίνια, περιδέραιο). IV: α3 (μια δούλα), β.

Page 155: IAEN 23 Tale Types 1994

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

Το παραμύθι αυτό, διάσημο χάρη στους Grimm και στον Walt Disney είναι από τα πιο διαδεδομένα στην Ελλάδα. Ανήκει στον κύκλο της καταδιωγμένης πριγκήπισ-σας, μαζί με την «άντζα μάνα» (AT 705), την «κόρη χωρίς χέρια» (AT 706), τα «τρία χρυσά παιδιά» (AT 707), το «παιδί της Παναγίας» (AT 710) κ.ά. Το θέμα της καταδίωξης αποτελεί, σύμφωνα με τη Marie-Louise Tenèze, τον κυριότερο λόγο για τον οποίο το παραμύθι αυτό ενώνεται συχνά με άλλα, στα οποία η ηρωίδα είναι επίσης καταδιωγμένη. Έτσι έχουμε συχνούς συμφυρμούς με το AT 403Β, «η μαύρη κι η άσπρη νύφη» (ή «η διωγμένη αρραβωνιαστικά») καθώς και με το AT 480, «οι γνέστρες στο πηγάδι· το καλό και το κακό κορίτσι». Οι δυό αυτές αφηγήσεις έχουν ως θέμα την αδελφική ή τη γυναικεία αντιζηλία. Η συγγραφέας του γαλλικού κατα-λόγου τονίζει επίσης ότι η ιστορία της Χιονάτης συμφύρεται συχνά με την ιστορία της Σταχτοπούτας, χαρακτηριστικό παραμυθιακό τύπο με θέμα τη ζηλόφθονη μη-τριά, κι αποδίδει το συμφυρμό στη θεματική προσέγγιση. Πιστεύει δηλαδή ότι ο θε-ματικός πυρήνας της γυναικείας αντιζηλίας επηρεάζει την πλοκή του παραμυθιού της Χιονάτης, που ενώνεται με αφηγήσεις που έχουν ανάλογο θέμα.

Η Χιονάτη είναι μια νεαρή κόρη που καταδιώκεται από τη μητριά ή και τις αδελφές της· για να ξεφύγει διασχίζει την άγρια νύχτα και καταλήγει σ' έναν άλλο κόσμο, όπου συναντάει τ' άγνωστα και παράξενα «αδέλφια της» (τους δώδεκα μήνες, τους Σκυλοκέφαλους, τα σαράντα παλικάρια κ.λπ.). Ζει ευτυχισμένη κοντά τους, ώσπου την ανακαλύπτει η μητριά της και τη φαρμακώνει τρεις φορές, μέχρι να την εξοντώ-σει. Το φέρετρο της φτάνει στα χέρια του πρίγκηπα, που την ανασταίνει και την παν-τρεύεται. Στην Ελλάδα (και αλλού) η ιστορία δε σταματάει εδώ: η μητριά της την επισκέπτεται όταν γεννήσει το πρώτο της παιδί και τη μεταμορφώνει σε πουλί, μπή-γοντάς της μια καρφίτσα στο κεφάλι. Το πουλί κελαηδάει γλυκά στον βασιλιά κι η μητριά, που έχει πάρει τη θέση της Χιονάτης δίπλα του, ξεγελώντας τον, απαιτεί να σκοτώσουν το πουλί. Το σκοτώνουν. Από το αίμα του φυτρώνει ένα δέντρο, που το κόβουν, όταν το ζητήσει η μητριά. Τέλος, από ένα κούτσουρο του κορμού αυτού, που το παίρνει μια γριά, ξαναβγαίνει ανέπαφη η Χιονάτη. Αυτές οι αλλεπάλληλες μεταμορφώσεις είναι χαρακτηριστικές του τύπου AT 403Β, που αποτελεί συχνή κα-τάληξη όλων των παραμυθιών του κύκλου της καταδιωγμένης γυναίκας.

Ας δούμε τώρα την ειδικότερη κατανομή του παραμυθιού στην Ελλάδα- στον κατά-λογο του Μέγα έχουμε 131 παραλλαγές απ' όλη την ελληνική επικράτεια, τη Μικρά Ασία και την Κύπρο. Απ' αυτές περίπου δέκα ακολουθούν το αφηγηματικό σχήμα των Grimm, άλλες δέκα παραλλαγές περίπου είναι ενωμένες με το AT 480 στην αρχή τους («το καλό και το κακό κορίτσι»)· πενήντα πέντε παραλλαγές ενώνονται στο τέλος τους με το AT 403Β («η διωγμένη αρραβωνιαστικιά»). Τέλος, σαράντα δύο παραλλαγές ακολουθούν ένα διαφορετικό σενάριο, που τείνει να αντικαταστήσει στην

Page 156: IAEN 23 Tale Types 1994

Ελλάδα την ιστορία των αδελφών Grimm, δηλαδή την υπόθεση της Χιονάτης, όπως την ξέρουμε στη Δυτική Ευρώπη:

Τρεις αδελφές ρωτούν τον ήλιο ποια είναι η ομορφότερη. Ο ήλιος προτιμάει τη μικρότερη- οι δύο μεγαλύτερες την εγκαταλείπουν στον τάφο της μάνας τους. Αφή-νοντας την κουλούρα (το πρόσφορο) να κατρακυλήσει στον γκρεμό, η Μυρσίνα φτάνει μακριά, στο σπίτι των δώδεκα μηνών, που την κρατούν κοντά τους. Ο ήλιος λέει στις αδελφές ότι η Μυρσίνα είναι ζωντανή κι αυτές τη φαρμακώνουν. Η ιστορία εξε-λίσσεται με τον γνωστό τρόπο.

Στην Ελλάδα ο ήλιος τείνει ν' αντικαταστήσει τον καθρέφτη της μητριάς· η παραλ-λαγή που δίνουμε in extenso συνδυάζει τον καθρέφτη και τον ήλιο, που γίνεται κριτής της ομορφιάς της ηρωίδας. Η παράξενη και τρομακτική ταυτόχρονα φυσιογνωμία της Χιονάτης απασχόλησε πολλούς ερευνητές· πιο συγκεκριμένα, ο Paul Delarue στο βιβλίο του L 'Amour des trois oranges1 τόνισε το κυριότερο χαρακτηριστικό της Χιο-νάτης, τα τρία χρώματα που την κάνουν τόσο εξαιρετικά όμορφη: άσπρο (σαν το χιό-νι), κόκκινο (σαν το αίμα) και μαύρο (σαν τον έβεννο). Ο συγγραφέας θυμίζει τη χρησιμοποίηση του θέματος από τον Shakespeare, στο Cymbeline. Επίσης, ο Gaston Paris αναφέρει ένα θρύλο, που συσχετίζει με το θέμα της Χιονάτης, σύμφωνα με τον οποίο ο Καρλομάγνος κράτησε για πάντα κοντά του το πτώμα της αγαπημένης του Φαστράντα^.

Ο συνδυασμός των τριών μυθικών χρωμάτων που φέρει η Χιονάτη, σαν σημάδι της καταγωγής της (ήδη από τη στιγμή που η μητέρα της ευχήθηκε ν' αποκτήσει κόρη) στην Ελλάδα αντικαθίσταται συχνά από την έκφραση «λάμπει σαν τον ήλιο».

Ο Ernst Böklen3 έγραψε το 1910 μια εκτενέστατη μελέτη για τη Χιονάτη, της οποίας τα συμπεράσματα αμφισβητεί ο Stith Thompson4. Το παραμύθι αυτό πρέπει να πούμε ότι έχει τεράστια διάδοση, από την Ιρλανδία και τη Μικρά Ασία μέχρι την Κεντρική Αφρική. Μαζί με τη Σταχτοπούτα, κατέχει κεντρική θέση στο στερέωμα του παραμυθιακού κόσμου. Οι δύο διάσημες ηρωίδες είναι πρόσωπα υπαρκτά στη φαν-τασία μικρών και μεγάλων, σημαντικά στην αποκρυστάλλωση μιας νεότερης μυθολο-γίας, που αντλεί τις εικόνες της ωστόσο από την προφορική παράδοση.

1. P. Delarue. L'amour des trois oranges, Paris 1947, σ. 42-43. 2. Gaston Paris, "L'anneau de la morte", Journal des Savants, nov. 1896. 3. Ernst Böklen, "Sneewittchenstudien ". Mythologische Bibliothek III, IV, Leipzig 1910 και 1915. 4. S. Thompson, The Folktale, σ. 124.

Page 157: IAEN 23 Tale Types 1994

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 710

Page 158: IAEN 23 Tale Types 1994
Page 159: IAEN 23 Tale Types 1994

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 710

Το παιδί της Παναγίας

AT: Our Lady's Child Grimm no 3: Das Marienkind Delarue: L'enfant de Marie Ου καημός

Μιά φουρά κι έναν καιρό ήταν ένας βασιλέας κι μια βασίλ'σσα. Είχανι ένα κουρίτσ' κι ένα παλικάρ'. Είχανι κι μια υπηρέτρια, κι έλεγι σι ό,τ' πράμα να ήτανι: «Ωχ! καημός!» «Μην αρουτάς γιά τουν καημό, να τούνι μάθ'ς. Α! παπά! πιδάκι μ'!», λέει η υπηρέτρια.

Σύμπτουσ' αυτήν τν ώρα απ'τα λέγανι, πιρνάει ένας απόξου κι φώναζι: «Πλιώ καημό! Πλιώ καυμό!» «θα πάου όξ' να πάρου», λέει η βασιλοπούλα. Πάει όξου σ' αυτόνι: «Που είνι ου καημός, απ' π'λείς;» Αυτός τουν είχι μέσ σ' ένα κουτάκ'. Τούνι πήρι η βασιλοπούλα. Μες στου κουτάκ' ήταν ένα σκ'λήκ'. Το 'θριφτι, το 'θρι-φτι η βασιλοπούλα του σκλήκ', μιγάλουσι, γίν'κι θηρίου. Έφα'ι τη μάνα τς, έφαϊ τουν πατέρα τς, έφαϊ τουν αδιφλό τς, τρώει ούλου του χουριό. Ρήμαξι του χουριό. Αυτήν όμους δεν την έτρουϊ.

Σα ρήμαξι του χουριό, παίρν' κι αυτήν τότις τα μάτια τς κι σκώθκι κι έφκι. Πήι σ' ένα μέρους κι ανέφκι απάν' σ' ένα δέντρου. Κει απουκάτ' απ' του δέντρου ήτανι μια βρύσ'. Πήι ένας βασιλέας σ' αυτήν τη βρύσ', να πουτίσ' τ' άλουγό τ' . Πάινι να πχει τ' άλουγου κι σκιαζέτανι. Ακ'ταζ σαμπάν'ου βασιλέας κι βλέπ' μια κουπέλλα όμουρφ'. Τς λέει: «Ανθρουπους είσι για φάντασμα;» «Ανθρουπους του Θιού, όπους είσι κι συ», λέει. «Κατέβα κάτ'», λέει, «κι θα σι πάρου γ'ναίκα». Κατέφκι κείν'νι πήρι, νι πήι σπίτ'.

Το παραμύθι αυτό έχει μόνο δύο καταγραμμένες παραλλαγές στην Ελλάδα. Γι' αυτό αρκούμαστε στην περίληψη της καθεμιάς, χωρίς να δώσουμε τη συνθετική παραλλαγή, όπως στις περιπτώσεις που υπάρχει πλούσιο υλικό. Παρουσιάζουμε εδώ μιαν αποκλίνουσα παραλλαγή, δημοσιευμένη από τον Γε-ώργιο Ρήγα, Β', δ1-δ3. Πιστεύουμε ότι αυτή η παραλλαγή είναι ένα ενδιαφέρον παράδειγμα ανάπλασης ενός διαφορετικού παραμυθιού με αφετηρία μια ήδη γνωστή πλοκή.

Page 160: IAEN 23 Tale Types 1994

«Τι είν' αυτήν απού 'φιρις; Μην είνι καμιά άγρια», τ' λέει η μάνα τ' . « Οχ'», λέει, « είνι καλή κι θα νι στεφανουθώ».

Νιστιφανώθ'κι,νιπήρι γ'ναίκα. Κίν'σι γκαστρουμέν'. Αυνούτου 'ρθιτου μήν'μα να πάει στου μπόλιμου (πόλεμο]. Λέει τς μάνας τ': «Μάνα», λέει, «τη γ'ναίκα μ' κι τα μάτια σ'. Να γιννήσ' να νι περιποιηθείς». «Καλά», λέει, «πιδάκι μ'».

Έφκι αυτός. Ήρθι κιρός να γιννήσ', γένν'σι αυτήν έκαμε παλ'κάρ'. Τσ τρεις μέρις του κουλ'μπήσανι, του βουλέψανι. Πάει τ' νύχτα του θηριό κι τς λέει: «Πείνασα». «Να, είμι, κι φάι μι». Αρπάχνει του πιδίτς κι του τρώει. Σι λίγου τς λέει η πιθιρά τς: «Τι κάν' του πιδί; Δεν τ' ακούου να κλαίει». «Πείνασα», λέει αυτήν, «κι το 'φα-γα». «Α! παπά! πιδάκι μ'! Του πιδίσ' έφαϊς;» «Ε, να!» λέει, «το 'φαγα».

Μι κιρό ήρθι ου άντρα τς. «Τι χαμπάρια, μάνα; Τι κάν' η γ'ναίκα μ'; Γένν'σι;» «Γένν'σι», λέει, «κι πέθανι του πιδί». «Ε! καλά», λέει. «Αυτήν να 'vat καλά».

Κίν'σι πάλι γκαστρουμέν'. Αυνού πάλι του 'ρθι του μήν'μα να πάει στου σιφέρ'. Έφκι πάλι, λέει τς μάνας τ ' : «Μάνα, τη γ'ναίκα μ' κι τα μάτια σ'. Του πιδί, λέει, να κ'τάξτι τώρα να του διασώστι». Γένν'σι πάλι αυτήν, καν' παλλ'κάρ', τς τρεις μέρις ήρθι του θηριό. «Ου, ου, ου, ου!» τ'άκ'γι αυτήν κι ηρχόντανι. «Ωχ! καημός»! λέει. «Ήρθις πάλι;» «Πείνασα», λέει, «θέλου να φάου». «Να, είμι», λέει, «κι φάι μι». Αρπάχνει πάλι του πιδί, του τρώει. Υστιρα τς λέει πάλι η πιθιρά τς· «Δε ντ' ακούου», λέει, «του πιδί να κλαίει. Μη μπάει κι έκαμις τίπουτα πάλι;» «Να», λέει, «πείνασα, κι το 'φαγα πάλι». «Μ' δε μόλιγις να σ' φέρου ψουμιά, φα'ϊά να φας;» «Ε! να, το 'χου αυτό του κακό». «Μ'τώρα, τι να πούμι τΑντρού σ';»

Γύρ'σι ου άντρα τς πάλι. Αρουτάει τ' μάνα τ': «Τι χαμπάρια, μάνα; Τι κάν' η γυναίκα μ';» Γένν'σι πάλι παλλ'κάρ', πιδάκι μ, κι πέθανι». «Πέθανι πάλι;» λέει. «Ε! τι να κάνουμι, πιδάκι μ; Έτσ' ήτανι τυχηρό μας».

Κίν'σι πάλι γκαστρουμέν'. Του 'ρθι του μήν'μα να πάει στου σιφέρ'. Ειπι πάλι: «Τα μάτια σας τέσσιρα τώρα. Να κ'τάξτι καλά για του πιδί». Γιννάει πάλι, κάν' κουρίτσ'. Τζ' βάιν' φαϊά η γριά, τζ' βάιν' σφαχτά αλάκιρα, μην τύχ' κι του φάει αυτό. Τ ' νύχτα πάλι, ακούει αυτήν του θηρίο κι πάει. «Ωχ! καημός! Ήρθις πάλι;» «Πείνασα», λέει: «Να, είμι, λέει, κι φάι μι». Αρπάχνει πάλι του πιδί κι του τρώει. Υστερα λέει η πιθιρά τσ: «Πιδάκι μ', δε ντ' ακούου να κλαίει του πιδί. Μην έκαμις

πάλι τίπουτα;» «Πείνασα», λέει, «κι το 'φαγα». «Εμ! τώρα θα του μαρτυρήσου, άμα 'ρθει ου άντρας σ'. Κρύψαμι του πρώτου, κρύψαμι του δεύτερου. Σ ' αυτό θα σι μαρτυρήσου». «Ό,τι θελ'ς κάμι» τς λέει αυτήν.

Ήρθι ου άντρα τς πάλι. «Τι χαμπάρια, μάνα;» «Τι να σ' πω, πιδάκι μ'; Τώρα θα σ' τα μαρτυρήσου. Τα πιδιά δε μπιθάνανι, μουναχά τα 'τρουϊ αυτήν'. Δω απ'ν' ηύρις, θαν ήτανι άγρια». Τότις λέει αυτός: «Δεν έχ' άλλου. Θα νι διώξουμι». Πάει κι τς λέει: «Αφού έφαϊς τα πιδιά σ', να σκουθείς να φύγ'ς, να πας απουκεί απού 'ρθις. Δε σι θέλου για γ'ναίκα».

Σκώθκι αυτήν η κακομοίρα κι πήρι τα μάτια τς κι έφκι. Πήι στου β'νο. Σα μπήει στου β'νο, να κι του θηριό κι παρουσιάσκι. «Ωχ! καημός!» λέει. «Ήρθες πάλι; Να, είμι κι φάι μι, να λείψου απ' τα βάσανα». «Δε σι τρώου», λέει. «Μοναχά τώρα θα

Page 161: IAEN 23 Tale Types 1994

σ' βγάνου κι τα πιδιάσ', γιατί τόσα κι τόσα κι τόσα απ' σο' καμα, δε μι μαρτύρ'σις». Γκλου! καν', κι τα ξιρνάει κι τα τρία τα πιδιά τς. Υστιρα λέει: «Ημένα», λέει,

«θα σκιστεί η γης σαράντα ουργυιές κι θα μι καταπχει κι δε θα ξαναβγώ άλλ' φουρά. Κι συ, να παρς τα πιδιά σ' κι να πας στουν άντρα σ' να ζήσιτι καλά τώρα».

Παίρν' αυτήν τα πιδιά τς κι πάει στουν άντρα τς κι κάθιτι κι τ' λέει ούλ' ν' ιστουρία τς απ' ν' αρχή ίσαμι του τέλους. Γιατί όταν 'ν' ηύρι στου δέντρου, δε ντου 'χει πει τίποτα, ποια ήτανι κι πώς βρέθ'κι κει. Κι ζήσανι καλά κι ζούνι ίσαμι τα σήμιρα. Ούτι 'γω ήμομι κειδά, ούτι συ να του πιστέψεις.

Page 162: IAEN 23 Tale Types 1994

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΠΑΡΑΛΛΑΓΩΝ

ΛΑ 1175, (ΣΜ 93-95), Καστοριά, «Τι κάνει το ψέμμα». Το κοριτσάκι ενός φτωχού ανθρώπου αγοράζει η Παναγία. Την παίρνει στο πα-λάτι με τα σαράντα δωμάτια και της απαγορεύει να μπει στο τελευταίο. Η Μαρία παρακούει και βάζοντας το χέρι της μέσα στην απαγορευμένη κάμαρα, της χρυ-σώνεται ο καρπός. Τον δένει μ' έναν επίδεσμο, προσποιείται πως χτύπησε και δεν ομολογεί την αλήθεια στην Παναγία, που θυμώνει και την εγκαταλείπει στο δάσος. Εκεί τη συναντά ένας βασιλιάς και την παντρεύεται. Η Παναγία εμφανί-ζεται σε τακτά διαστήματα και της ζητά να ομολογήσει· επειδή η Μαρία αρνείται της παίρνει τα παιδιά της ένα-ένα. Αποφασίζεται να καεί στην πυρά σα μάγισσα η ηρωίδα, που την τελευταία στιγμή ομολογεί την αλήθεια. Η Παναγία της δίνει πίσω τα παιδιά της και τη συγχωρεί.

ΛΦ 1357, 29-30, Αίγιο, «Η Αυγούλα και η νεράιδα». Μια νεράιδα παίρνει την Αυγούλα στο παλάτι με τις σαράντα κάμαρες. Απαγο-ρευμένη κάμαρα: την ανοίγει η Αυγούλα και βλέπει νεράιδα χρυσή. Αγγίζοντάς την, το δαχτυλάκι της χρυσώνεται. Το βλέπει η νεράιδα και τη ρωτάει αν μπήκε στην απαγορευμένη κάμαρα, αλλά η Αυγούλα αρνείται. Την αφήνει στην ερη-μιά. Τη βλέπει ο βασιλιάς, την ερωτεύεται και την παίρνει γυναίκα του. Η νεράι-δα της παίρνει το παιδί και τη μιλιά. Στο δικαστήριο όπου κρίνουν τη βασίλισσα, παρουσιάζεται η νεράιδα και τη ρωτάει αν μπήκε στο απαγορευμένο δωμάτιο. Η βασίλισσα ομολογεί, ξεβουβαίνεται και παίρνει πίσω το παιδί της.

Page 163: IAEN 23 Tale Types 1994

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 712

Page 164: IAEN 23 Tale Types 1994
Page 165: IAEN 23 Tale Types 1994

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 712

Η τίμια γυναίκα

AT: Crescentia Η καλή γυναίκα

Ήταν ένας πραματευτής κ' είχε δυό παιδιά, το ένα φρόνιμο και το άλλο μπαντίδο. Σαν απέθαν' ο πατέρας, τα δυό παιδιά εμοίρασαν το βιο. Ο μέγας, ο φρονιμώτερος, τον κυβέρνησε το βιο του καλά και τον έκαμε μεγάλο. Ο μικρότερος πήγαινε όλο σε γυναίκες και το έφαγε όλο. Τότες πήγε στον μέγαν τον αδελφό του κλαίγοντας, και του λέει: «Αδερφέ μου, κάνω πραμάτειες και χάνω». Λοιπόν ο αδερφός του τον εσπλαχνίστηκε, κ'εβγάζει και του δίνει δέκα χιλιάδες. Αυτός πάλι τα έφαγε σ'τα ίδια. Πήγε πάλι σ'τον αδερφό του- του διηγήθηκε, πως εζημιώθηκε πολλά, κι ο αδερφός του του λέγει: «Αδερφέ, εσύ δεν έχεις τύχη· όμως κάτσε με την γυναίκα μου εδώ και με το σπίτι μου, και πάω εγώ σ'το ταξίδι, και βάνω κάμποσα χρήματα για λόγο μου και κάμποσα για σένα· γλέπω την τύχη σου». Κίνησε ο αδελφός του και πάει στα ξένα με την πραμάτεια, κι άφηκε τον αδερφό του τέλειο νοικοκύρη σ'το σπίτι. Αυτός σαν μπαντίδος σε τρεις μέρες ύστερα που έφυγε ο αδερφός του, εζητούσε τη γυναίκα του να τον απατήσει. Αυτή σαν όμορφη δέσποινα ήταν από γένος καλό και φρόνιμη, και δεν τον εδέχτηκε και του είπε: «Εγώ σ' έχω στον τόπο του αδερφού σου κι 'συ θέλεις να μου κάνεις πράμα σε μένα;» Τι να κάνει αυτός για να κερδίσει τον σκοπό σου; Πηγαίνει στο νεχκεμέ* και λέει: «Έφυγ' ο αδερφός μου, κ' η νύφη μου γίνηκε άτιμη και δεν το δέχομαι». Ο νεχκεμές, που ήξερε την κόρη, τον έβρισε και τον έδιωξε. Αυτός φεύγει από κει, και για να κερδέσει το σκοπό του πάλι, παίρνει στα μεσάνυχτα ένα μεθυσμένο σύντροφο του και τον εμβάζει στο σπίτι της νύφης, κ' έτρεξε σ'τον καδή, κ' είπε: «Δόσ' μου δυό καβάζηδες**, να βρω τους αγαπητικούς της νύφης μου μέσα». Ευτύς πήγαν οι καβάζηδες και βαρούσαν την πόρτα. Αυτή δεν ήθελε να τους ανοίξει, και τους έλεγε: «Εγώ δεν έχω κανένα τεκλίφι!*** Πείτε μου πρώτα ποιοι είστε και να σας ανοίξω». Λοιπόν μετά βίας κατέβηκαν οι δούλες και ανοίξαν. Και τους λέει: «Τι ζητάτε από μένα;» Οι καβάζηδες μ'βήκαν μέσα και ηύ-

* νεχκεμές: δικαστικός * * καβάσηδες: δικαστικούς κλητήρες *** τεκλίφι: εντολή, πρόταση

Page 166: IAEN 23 Tale Types 1994

ηύραν τον μεθυσμένο, και της λέουν: «Τι είνε τούτος;» Αυτή αποκρίθηκε: «Δεν ξέρω τίποτες». Την πήγαν στο κριτήριο, και το έδωκε η κρίσις, να πααίνουν να τη σκοτώ-σουν. Την πήραν δυό παλικάρια και την πήγαν σ' ένα λόγγο, κι απ' την ομορφιά της και γνώμη της δεν την σκότωσαν, μόν' έσκαψαν τη γης, και την έβαλαν μέσα ως τον λαιμό, και την αφήκαν και έφυγαν. Το βράδυ διαβαίνει ένας Αράπης κλέφτης με τα παλικάρια του. Ακούοντας αυτή τα χρεμετίσματα τ' αλόγου, φώναξε με μεγά-λη φωνή: «Αν είναι Τούρκος ή Ρωμηός, νάρθει να με λευτερώσει! » Ακούοντας ο Αρά-πης έτρεξε, και την έβγαλε από τη γης και την έρριξε πισωκάπ'λα, και την πάνει σ'το σπίτι του, και της έφτιαξε ένα καλύβι και κάθονταν, κι όλοι την αγαπούσαν πολ-λά για την φρονιμάδα της. Ένα πρωτοπαλίκαρο του καπετάνιου την ερωτεύτηκε, κ' ήθελε να την πατήσει. Αυτή δεν τον δέχτηκε, και του είπε: «Θελά να το πω του καπετάνιου». Αυτός φοβήθηκε και σφάζει το παιδί του καπετάνιου και πήρε αίμα και έσταξε ως εκεί, όπου εκαθότανε αυτή, κ' έβαλε το μαχαίρι αποκάτου απ' το προσκέ-φαλο της. Το πωρνό σηκώθηκε η Αράπισσα, γλέπει το παιδί της σφαγμένο, σκούζει δυνατά και φωνάζει: «Ποιος μου έκανε αυτό το κακό;» Κι αυτός ο πειρασμός της είπε: «Να ιδούμε που πααίνει ο τορός από το αίμα». Και πήγαν και το ηύραν, και σ' αυτήν πάαινε· ηύραν και το μαχαίρι αποκάτου σ'το προσκέφαλο. Ο Αράπης δεν πίστεψε, πως το έκανε αυτή. Μόν' της είπαν να φύγει και της έδωκαν ένα τροβά φλου-ρί και την έβγαλαν σ' ένα κασαμπά*. Τότες πήγε αυτή και τσουκάνισε μια πορτοπού-λα, κι ήταν μια γριά, όπου καθόταν μέσα, και της είπε: «Να ξενυχτίσω κι εγώ 'δω μέσα». Και της είπε η γριά: «Κάτσε και κοιμήσου!» Το πωρνό σηκώθηκε η γριά και γίνηκε χαζίρι να πααίνει στο χαμάμι. Της λέει η τσούπρα: «Ναρθώ κι εγώ στο χαμάμι». «Έλα», της λέει. Κίνησαν κι δυο να πααίνουν, και στον δρόμο όπου πάαι-ναν, είδαν έναν όπου επάαιναν να τον κρεμάσουν για πεντακόσια γρόσια. Λέει αυτή: «Τι είν' αυτό;» Και τότες της λέγουν, πως χρωστάει πεντακόσια γρόσια, και πως πααίνουν να τον κρεμάσουν. Λέει αυτή: «Πέστε του ναρθεί να του δώσω τα γρόσια, και να μην τον κρεμάσουν». Εδωκε λοιπόν τα γρόσια και έφυγε. Λέει αυτός που τον λευτέρωσε: «Ποιος μου 'κανε τούτο το καλό;» Του είπαν: «Μια γυναίκα κι έφυγε». Κοσσεύει αυτός να την βρει, να της δώσει την ευχαρίστηση, που του έκανε εκείνο το καλό· την ηύρε, κι αμέσως ευρίσκει έναν καραβοκύρη, και την πουλάει σκλάβα.

Την πήρ' ο καραβοκύρης και την έβαλε σ'το καράβι, και κίνησε να φύγει. Ο καρα-βοκύρης θέλησε να την πατήσει, μόν' ο θεός είδε το κακό τούτο, και σηκώνει μια φουρτούνα, και τσακίζεται το καράβι, και την έβγαλε αυτή μια σανίδα σ' ένα βασιλικό σαράγι. Τότες πήγε και στάθηκε σε μια βρύση της βασίλισσας. Η βάγια πήγε να πάρει νερό, και της λέει: «Τι είσαι συ αυτού;» «Ανθρωπος είμαι», λέει αυτή, «και πες της βασίλισσας, αν θέλει να με πάρει κοπέλα χωρίς ρόγα**». Πάει ευτύς η βάγια και λέει της βασίλισσας· κι έστειλε και την πήρε, και σαν την είδε φρόνιμη, την έκανε

* κασαμπάς: κωμόπολη, προάστειο ** ρόγα: μισθός

Page 167: IAEN 23 Tale Types 1994

τέλεια νοικοκυρά σ' όλο το βασίλειο. Με καιρό ήρθε η ώρα, να πεθάνει η βασίλισσα. Έκραξε τη δωδεκάδα της και παράγγειλε, ότι: «Εγώ πεθαίνω και βάνω στον τόπο μου τούτην βασίλισσα». Κατά παραγγελίαν της, την έβαλαν βασίλισσα- μόν' τα χεί-λη της ποτέ δεν γελούσαν πάντα χολιασμένη και μαραμένη στεκόταν. Τότες της λέει μια γριά: «Εσύ ήσουν πικραμένη μια φτωχή· τώρα γίνηκες βασίλισσα· γιατί δεν γε-λάς; Ό,τι έχεις, πες μου το εμένα, κι εγώ ξέρω μάγιαις να σου σιάσω την καρδιά». Έκατσε κι αυτή και της τα διηγήθηκε όλα της γριάς. Τότες η γριά της είπε, ότι: «Σε τρεις μέρες σου δίνω τσουάπι*». Έκανε η γριά τις μάγιαις, και τα ηύρε όλα, και πάει στην βασίλισσα με χαρά μεγάλη και της λέει: «Να φκειάσεις ένα σπίτι στη μέση στον οβορό** μεγάλο, να βάλεις ντελάλη σ' όλον τον κόσμο, γκαβός, τυφλός, λεπριασμένοι ναρθούν στην βασίλισσα να γιατρευτούν». Ακουσε ο άντρας της, που είχε τον αδελφό του γκαβό. Το παλικάρι του Αράπη, που γύρευε να την πατήσει είχε λέπρα. Κι ο καραβοκύρης είχε μαζωθεί. Ακούοντας τον ντελάλη πήγαν στο βασίλειο. Η βασίλισσα φώναξε πρώτα τα δύο αδέρφια ψηλά. Της λέει Ο αδερφός ο μεγαλύτε-ρος: «Κυρά μου! ο αδερφός μου γκαβώθηκε». Του λέει η βασίλισσα: «Να ειπεί τα όσα έκανε στη ζωή του, και ιατρεύεται». Τα είπε αυτός όλα, μόνε για την νύφη του δεν είπε τίποτε, γιατί είχε κοντά τον αδερφό του κ' εφοβόταν· μόν' είδε το βαρύ κ' είπε κι αυτό. Εβάρεσε η βασίλισσα τα χέρια, και του ήφεραν νερό και ιατρεύτηκε, και τους κατήβασαν κάτω στο σπίτι. Ανήβασαν τον Αράπη με το παλικάρι. Το ίδιο είπε κι αυτουνού, να ειπεί τα όσα έκανε, και να ιατρευτεί. Ολα τα είπε- το σκότωμα μόνο του παιδιού του αφεντός του δεν το είπε, γιατί εφοβόταν. Είδε το πολύ κακό, το μαρτύρησε κι αυτό, κι είπε: «Ας με σκοτώσει ο αφέντης μου! » Παρόμοια κι αυτός εγέρεψε***. Εφώναξαν τον καραβοκύρη με το κοπέλι του. Του είπε κι αυτουνού τα ίδια, να μαρτυρήσει τα όσα έκαμε. Όλα τα είπε- το πως πούλησε την γυναίκα δεν το είπε. Μον' ύστερα κι αυτό το μαρτύρησε και εγέρεψε. Εφώναξε τον Αράπη, και του έδωκε χαρίσματα πολλά, «και μη σκοτώσεις το παλικάρι σου», του είπε. Το ίδιο και του καραβοκύρη, κι έφυγαν. Την άλλη μέρα εφώναξε τον άνδρα της ψηλά και του είπε: «Τι άνδρας ήσουν εσύ, που άφηκες τη γυναίκα σου στα χέρια το αδερφού σου, να τραβήξει τούτα όλα που ήκουσες; Αν έγλεπες τη γυναίκα σου, θα τη γνώρι-ζες;» Κι αυτός της είπε: «Η γυναίκα μου απέθανε εδώ και δέκα χρόνια!» Πάλε του ξανάπε: «Αν την δεις, τη γνωρίζεις;» Αυτός είπε: «Τη γυναίκα μου δεν γνωρίζω;» Τότες αυτή ξεμπουλώθηκε και του λέει: «Εγώ είμαι η γυναίκα σου, κι όσα ήκουσες, όλα εγώ τα τράβηξα!» Και σηκώθηκε και τον εφίλησε, κ' εζούσαν καλά.

Παραλλαγή από την Ήπειρο, Pio, 21, 66-69. * τσουάπι: συμβουλή ** οβορός: ξέφωτο *** εγέρεψε: έγινε γερός

Page 168: IAEN 23 Tale Types 1994

ΣΥΝΘΕΤΙΚΗ ΠΑΡΑΛΛΑΓΗ

I. Η τίμια γυναίκα

α: Μια πλούσια γυναίκα προκαλεί τον φθόνο των συννυφάδων της· α1: που της σκοτώνουν το παιδί και κατηγορούν την ίδια· α2: που την κρύβουν μέσα στο βαρέλι για να την εμποδίσουν να προϋπαντήσει τον άντρα της· α3: που την κατηγορούν ότι τρώει ψείρες και τσιπουροκόκκαλα· α4: επειδή βρήκε ένα θησαυρό κάτω από κάτι λάχανα πήρε στον άντρα της ένα σπίτι κι ένα αμπέλι· α5: επειδή βρήκε με τον αδελφό της μια κότα που γεννούσε χρυσά αυγά, τον βοήθησε να γίνει πλούσιος και να παν-τρευτεί.

β: Μια τίμια γυναίκα αποκρούει τις προτάσεις που της κάνουν τρεις άντρες (ή πε-ρισσότεροι) διαδοχικά, ενώ λείπει ο άντρας της, και παρόλα αυτά, την κατηγορούν για μοιχεία· β1: ο πεθερός της ηρωίδας υπόσχεται ένα σφοντύλι σε όποια από τις νύφες του κοιμηθεί μαζί του, και η ηρωίδα πετάει το σφοντύλι μαζί με τα τσιπουρο-κόκκαλα· β2: η ηρωίδα αποκρούει τις προτάσεις ενός ανθρώπου που τον έσωσε από την κρεμάλα, και αυτός την πουλάει σκλάβα- β3: στο πλοίο αποκρούει τον καπετά-νιο· β4: στο δάσος αποκρούει τον Αράπη ή το πρωτοπαλλήκαρό του.

II. Η διωγμένη γυναίκα

α: Η ηρωίδα διώχνεται μέσα στο δάσος· α1: κουβαλώντας το νεκρό παιδί της· α2: με κομμένα χέρια, από τον αδελφό της ή τον άντρα της, τον οποίο καταριέται να κουτσαθεί ή να τυφλωθεί- α3: ο άντρας της την πετά σε ένα βάραθρο- α4: πρέπει να ακολουθήσει μια κουλούρα που της πετάει ο άντρας της. Η κουλούρα σταματά μπροστά σε μια οξυά.

β: Ανασταίνει το παιδί της- β1: με ένα μαγικό βοτάνι- β2: κρυφακούγοντας τη συνομιλία των διαβόλων, βρίσκει το μαγεμένο νερό- β3: ακούγοντας τη συνομιλία των πουλιών, βρίσκει το μαγικό βοτάνι.

γ: Ξαναβρίσκει τα χέρια της χάρη σε ένα γέροντα που της μεταδίδει τη θεραπευτική του δύναμη.

δ: Αποκτάει μαγικό παλάτι- δ1: προσευχόμενη στο Θεό- δ2: πραγματοποιεί όλες της τις επιθυμίες με τη βοήθεια μαγικού καρπού, που της έδωσε ο ερημίτης- δ3: παρα-καλεί την οξυά να της ανοίξει να μπει κι εκείνη μεταμορφώνεται σε παλάτι · δ4 : φτάνει στους σαράντα δράκους ντυμένη άντρας και της χαρίζουν το βασίλειο.

ε: Αποκτά το χάρισμα να θεραπεύει όλες τις ανθρώπινες αρρώστιες- ε1: γίνεται καλόγρια και γιατρεύει όλους τους προσκυνητές του μοναστηριού που χτίζει - ε2: ένα πουλί κάθεται στον ώμο της και αλλάζει φύλο, χτίζει μοναστήρι και, ως μοναχός,

Page 169: IAEN 23 Tale Types 1994

γιατρεύει όλους τους αρρώστους που ομολογούν τα κρίματά τους· ε3: γιατρεύει τον αδελφό της, που είχε κουτσαθεί από τη δική της κατάρα, αγγίζοντάς τον με τα γιατρε-μένα της χέρια.

III. Λύση και αναγνώριση

α: Ο άντρας (ή ο αδελφός) επισκέπτεται το παλάτι(το μοναστήρι) · α1 : στο τραπέ-ζι τον κατηγορούν ότι έκλεψε ένα κουταλάκι, που ο γιος του κρύβει μέσα στα ρούχα του. Αναγνώριση· α2: και η ηρωίδα διηγείται την ιστορία της στο τραπέζι. Αναγνώ-ριση· α3: η ηρωίδα διηγείται την ιστορία στη ρόκα της και την ακούει. Αναγνώριση· α4: τα αδέλφια της και η μάνα της την αναγνωρίζουν στη φωτογραφία του βασιλιά των σαράντα δράκων πάνω στη βρύση· α5: ο άντρας της βρίσκει την όρασή του, μόλις η καλόγρια τον κοιτάξει.

β: Η νύφη(οι νύφες) ή η πεθερά σκοτώνονται.

γ: Το παλάτι μεταφέρεται με μαγικό τρόπο στο χωριό του.

Page 170: IAEN 23 Tale Types 1994

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΠΑΡΑΛΛΑΓΩΝ

ΗΠΕΙΡΟΣ

1. ΛΑ 881, 1, Πάργα Θεσπρωτίας, «Οι δύο σύντροφοι». II: α, β2 (γιατρεύει τον βασιλιά που τυφλώθηκε και αυτός της χτίζει παλάτι). III: α4 (το παλάτι στο μέρος που ο άντρας φύλαγε τα γελάδια).

2. ΛΑ 1259, (ΣΜ δ9), 21-22, Κόνιτσα, «Τα τρία αδέλφια». I: α, α3. II: α, δ3. III: α, α2, β.

3. ΛΑ 1297, (ΣΜ 127), 460-461, Ζαγόρι, «Η άτυχη νύφη». Ι: α, α2. II: α3, δ, δ1. III: α, α1, α3, γ.

4. ΛΑ 1309, (ΣΜ 139), 244-246, Κόνιτσα, «Ο κακός πεθερός». I: β1. II: α, α4, δ3. III: α, α1, α3.

5. Pio, 21, 66-69, ίδιο και Hahn,l, 140, Δωδώνη, «Η καλή γυναίκα». I: β, β2, β3, β4. II: Γίνεται βασίλισσα λόγω της φρονιμάδας της, αλλά δεν γελάει ποτέ. Μια γριά τη συμβουλεύει να δέχεται και να γιατρεύει όλους τους αρρώστους· ε2 (έρχονται όλοι όσοι την έχουν αδικήσει).

ΘΡΑΚΗ

6. Αρχείο Θρακ. Θησ., Ζ, 204-206, αρ. 2, Κομοτηνή, «Η τίμια πόγινε βασίλισ-σα». Ι: β, β2, β3, β4. II: ε2 (γιατρεύει τον τυφλό αδελφό του άντρα της). III: α, α2.

7. Θρακικά, 17, 180-182, Φανάρι, «Η Μυρσίνα». I: β, β2, β3, β4. II: ε, ε1. III: α5.

ΝΗΣΙΑ ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ

Κρήτη 8. ΛΑ 709, 10, Νεάπολη Μεραμβέλλου, «Λάμψε ήλιε για να λάμψω». Αρχή όπως

AT 709.1: Η μητριά· α1. II: α, α1, α2 (της βγάζει και τα μάτια), β, β3, δ4. III: α4.

ΝΗΣΙΑ ΤΟΥ ΙΟΝΙΟΥ

9. Boulanger, 115-123, Κέρκυρα, «La fortune dans les legumes». I: α, α1, α4.

Page 171: IAEN 23 Tale Types 1994

II: α, α1 (με το βοτάνι που ζωντάνεψε το φίδι κολλάει το κεφάλι του παιδιού), δ2. III: α, α1, β.

ΚΥΠΡΟΣ

10. Κληρίδης, II, 43-45, αρ. 19, Ποταμιά, «Νύφη τζ'αντραέρφισσα». I: α, α1, α5. II: α, α1, α2 (τον καταριέται να μείνει κουτσός ώσπου να τον πιάσει με τα δυό της χέρια), γ, ε3. III: β (αλογοσέρνεται).

Page 172: IAEN 23 Tale Types 1994

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ, βλ. σ. 76.

Page 173: IAEN 23 Tale Types 1994

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 715

Page 174: IAEN 23 Tale Types 1994
Page 175: IAEN 23 Tale Types 1994

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 7

Ο Μισοκοκκοράκος

AT: Demi-coq Delarue: Moitié de coq Ο Πετεινός

Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας γέρος και μια γριά· σα δεν ήτανε πια άξιος να κάνει τίποτις ο γέρος, λέ' η γριά: «Να χωρίσωμενε· άντε στο σπίτι σου εμένα V αυτό δικό μου κι ό,τι άλλο έχομενε να το μοιράσωμενε». Όλο όλο είχανε μια όρνιθα κι έναν πετεινό· λέει: «Εσύ 'σαι άντρας πάρε τον πετεινό κι εγώ την όρνιθα». Τόνε βγάν' από το σπίτι, κρατίζει και την όρνιθα, πονηρή εκείνη, για να τση κάνει και τ' αυγό. Φεύγ' ο γέρος με τον πετεινό, χτίζει μιαν καλύβα κι ηκατοίκανε μέσα. Να δήτε το μελλικό (πεπρωμένο] τ' ανθρώπου είν τάνε (τι είναι]. Ηθάρειεν (εθάρρει, νόμιζε] η γριά πως με την όρνιθα θα 'βγει κερδισμένη. Μια φορά πά' ο γέρος στην πόρταν τση και τση λέει: «Γριά, δε θυμάσαι πως ηφάα'εν άναν καιρό ψωμί κι αλάτι·, μαζί; Δος μου κι εμένα του κακομοίρη έν' αυγουλάκι να το ψήσω να φάω». «Φύ' από δω, παλιόερε». Σε λί'ες μέρες ξεπορτίζει ο πετεινός του γέρου και πάει από κατ' από το παλάτι (εκείνο τον καιρό ημιλούσανε και τα ζα) και φωνάζει: «Κικίκι του βασιλιά την κόρη φιλώ· τη μια τση δυό και τση τρεις απανωτό, κικίκι του βασιλιά την κόρη φιλώ, τη μια τση δυό και τση τρεις απάν' απανωτό». Ν' ακούσει ο βασιλιάς από πάνω, «μωρέ το μασκαρά τον πετεινό»· προστάζει και τον ρίχνουνε μέσα σε μια λίμνη που 'ταν από κάτω πώς θα πνιεί- ως καθώς τον ερρίξανε ήλεεν αυτός: «Ρούφν. κώλο μου νερό, ρούφα κώλο μου νερό» και βγαίνει όξω και ξαναφωνάζει: «Κικίκι του βασιλιά την κόρη φιλώ, τη μια τση δυό και τση τρεις απανωτό, κικίκι του βασιλιά την κόρη φιλώ, τη μια τση δυό και τση τρεις απανωτό, κικίκι του βασιλιά την κόρη φιλώ, τη μια τση δυό και τση τρεις απάν' απανωτό». Ο βασιλιάς πάλι να τ' ακούσει λέει: «Μωρέ το μασκαρά ρίξετέ τόνε στο φούρνο, να ψηθεί ζωντανός». Σαν τον ερρί-ξανε μέσα, ήκανε: «Βγάλε κώλο μου νερό, βγάλε κώλο μου νερό, βγάλε κώλο μου νερό» βγάνει όλο το νερό που 'χενε ρουφημένο μεσ' στη λίμνη, μωλυμάρει το φούρνο, σβήν' η φωτιά, κι ηξυνίσανε τα ψωμιά που 'τανε για το παλάτι και δε μπορούσανε να ψηθούνε, έχυσε θες τόσο νερό- τα πετάξανε. Εκείνος ηβγήκενε πριχού και πάει πάλι απόξ' από το παλάτι και φωνάζει: «Κικίκι του βασιλιά την κόρη φιλώ, τη μια

Page 176: IAEN 23 Tale Types 1994

τση δυό και τση τρεις απανωτό, κικίκι του βασιλιά την κόρη φιλώ, τη μια τση δυό και τση τρεις απανωτό, κικίκι του βασιλιά την κόρη φιλώ, τη μια τση δυό και τση τρεις απάν' απανωτό». Ο βασιλιάς πγια να δει και τα ψωμιά ξυνισμένα λέει: «Μπρε αυτός μας τό 'βαλε καπότο- ρίξετέ τονε στις σφήγκες να τόνε τσιμπίσουνε να πρηστεί να ψοφήσει». Τόνε ρίχτουν απόξ' από μιά σφηγκιά, λέει αυτός: «Ρούφα κώλο μου σφήγκες, ρούφα κώλο μου σφήγκες, ρούφα κώλο μου σφήγκες», ηγέμισενε μέσα βίος [πλήθος] σφήγκες· και πάει πάλι απ' όξ' από το παλάτι και κράζει: «Κικίκι του βασι-λιά την κόρη φιλώ, τη μια τση δυό και τση τρεις απανωτό, κικίκι του βασιλιά την κόρη φιλώ, τη μια τση δυό και τση τρεις απανωτό, κικίκι του βασιλιά την κόρη φιλώ, τη μια τση δυό και τση τρεις απάν' απανωτό». Θυμών' ο βασιλιάς, τόνε πιάνει και τόνε βάνει μες στο βρακίν του λέει: «Καλά θα σ' έχω δω τώρα να σκάσεις». Αυτός ήκαμεν από μέσα: «Βγάλε, κώλο μου σφήγκες, βγάλε, κώλο μου σφήγκες, βγάλε, κώλο μου σφήγκες»· βγαίνουνε το βίος οι σφήγκες, κεντούνε του βασιλιά τον κώλο και τόνε πρήσκουνε που 'καμεν ένα χρόνο να κάτσει κι ηπλάγιαζε το βράδυ στο κρεβά-τι μπρούμυτα ο βασιλιάς, ωχ, ωχ, από τσοι πόνοι, τον αρπά και τόνε ρίχτει μέσα σε μιαν κασέλα και τόνε κλειδώνει. Ηβρεθήκενε, σαν τα φέρ'η τύχη, τα φέρνει, να 'χει μέσα φλουριά η κασέλα· λέει: «Ρούφα κώλο μου φλουριά, ρούφα κώλο μου φλου-ριά, ρούφα κώλο μου φλουριά», μπαίνουνε μέσαν του όλες οι λίρες τση κασέλας, ξε-κλειδών' αυτός, φεύγει και πάει στην καλύβα του γέρου. Ο γέρος τον είχενε χαμένο δυο τρεις μέρες και σαν τον είδενε, ηθάριενε πως ηπιάσενε τον παπά 'πο τα γένεια: «Καλώς τον πετεινό μου». Είχεν απλωμένο χάμω ένα πανί ο γέρος κι ακουμπισμένο το ψωμίν του κι ήτρωένε· πάει κι ο πετεινός από πάνω: «Βγάλε, κώλο μου φλουριά, βγάλε κώλο μου φλουριά, βγάλε κώλο μου φλουριά», γεμίζει το πανί. Ο καημένος ο γέρος πγια με την χαρά του· παραντά το φαΐ και πάει κι αγοράζει σπίτι μομπιλάτο, ρούχα καλά, χωράφια, κι ηγένηκε ένας πρώτος νοικοκύρης του χωριού με καλά φα-γιά, κι ήχενε πγια τον πετεινό σα θεός του. Σαν το 'μαθεν η γριά ηζήλεψενε- είχενε χαμένη κι εκείνη την κόταν τση· απλώνει ένα πεύκι καθώς τήνε βλέπει: «Καλώς τήνε την κότα μου, καλώς τήνε την κότα μου», πάει κι ευτή από πάνω και κάνει το πεύκι όλο κουτσουλιές. Τήνε βροντά κάτω η γριά και τήνε σκοτώνει κι ύστερα μηδέ αυγό είχενε, μηδέ τίοτις. Ετότες ήστελενε προξενειά στο γέρο να κάτσουνε πάλι μαζί, μα δεν ήθελε πγια κι ευτός, μόνον τση μήναε: «Όντας σε παρακαλούσα μην ηγένουσαν χαδούσα, τώρα που παρακαλείς, δεν σε θέλει πγια κανείς». Πα' η ίδια, λέει: «Δος μου μάγκους μου ένα φλουρί». «Θυμήσου όντα σου ζήτουμουν εγώ τ' αυγουλάκι».

Νάξος, ΝΕΑ,2, 33-35 αρ. 18. Ο Μ. Κρίσπης, κάτοχος του υλικού αυτοΰ του φυλλαδίου, σημειώνει: «μετέβαλον το ρήμα "φιλώ" ευσχημοσΰνης χάριν».

Page 177: IAEN 23 Tale Types 1994

ΣΥΝΘΕΤΙΚΗ ΠΑΡΑΛΛΑΓΗ

I. Ο γέρος, η γριά κι ο κοκκοράκος

α: Ο ήρωας είναι κόκκορας· α1 : ένας γέρος και μια γριά χωρίζουν και στη μοιρασιά παίρνει ο γέρος τον κόκκορα κι η γριά την κότα (ή αντιστρόφως) · α2: η(ο) γριά(γέ-ρος) απειλεί (ότι θα σφάξει) τον κόκκορα, επειδή δεν κάνει αυγά· α3: ο γέρος παρα-πονιέται στον ήρωα, γιατί η γριά καμαρώνει για τ' αυγά της κότας της και τα κρατάει για τον εαυτό της· α4: ο κόκκορας γεννάει χρυσά αυγά, επειδή τον κορόιδεψε η γριά· α5: ο κόκκορας είναι γιος της γριάς και βρίσκει στο δρόμο του ένα χρυσό φλουρί· α6: γεννιέται κόκκορας γιατί από απροσεξία η στείρα μάνα του ευχήθηκε ν' αποκτή-σει παιδί «κι ας είναι και κοκκοράκι»· α7: είναι γιος μιας στείρας γυναίκας και του ήλιου· α8: όταν η γριά αρνείται να δώσει αυγά στο γέρο, ο ήρωας ζητάει να τον πετά-ξουν στην κοπριά· α9: η γριά τον διώχνει, γιατί δεν της προσφέρει τίποτα· α10: ο ήρωας πάει να βρει την τύχη του· α11 : πάει να βρει λεφτά για τη(τον) γριά(γέρο)· α12: φεύγει μαζί με τη σκυλίτσα για να βρει τροφή· φτάνοντας στην όχθη του ποτα-μού, η σκυλίτσα τον αφήνει μόνο του, γιατί δε μπορεί να περάσει απέναντι.

β: Ο ήρωας είναι μισός κόκκορας (μισοκοκκοράκος) · β1: μια γριά σφάζει έναν κόκκορα και τρώει τον μισό· το άλλο μισό κομμάτι που έμεινε, φεύγει κρυφά για να γλιτώσει· β2: όταν ο γέρος πάει να το πάρει· β3: ο μισοκοκκοράκος γίνεται πολύ δυνατός, επειδή έφαγε ένα σκουλήκι· β4: ο μισοκοκκοράκος παρακαλεί τη γριά να του χαρίσει τη ζωή, κι υπόσχεται να την κάνει πλούσια.

γ: Ο ήρωας είναι ένας κόκκορας κουτσός· γ1: ο γέρος κι η γριά χωρίζουν· η γριά παίρνει τη σκυλίτσα κι ο γέρος τον κόκκορα· τον δέρνει με το μπαστούνι και του σπάει το πόδι· γ2: η γριά σπάει το φτερό του κόκκορα, γιατί κάνει φασαρία· ο κόκκορας πάει να βρει λεφτά- γ3: ο γέρος σπάει το πόδι του ήρωα, επειδή η γριά του είπε ότι οι δικές της κότες κάνουν αυγά, ενώ ο κοκκοράκος του κάνει μόνο ακαθαρσίες.

II. Οι περιπέτειες του κόκκορα

α: Βρίσκει τυχαία ένα φλουρί· α1 : που ο βασιλιάς του το παίρνει· α2: η δούλα του.

β: Στο δρόμο βρίσκει συντρόφους· β1 : τον λύκο- β2: την αλεπού- β3: τις μέλισσες-

β4: τους κουβαλάει στην πλάτη του- β5: όταν κουράζονται, τους καταπίνει- β6: κα-ταπίνει το ποτάμι, όταν δε μπορεί να το περάσει.

γ: Ο ήρωας βρίζει τον βασιλιά- γ1: και τις κόρες του- γ2: και τη βασίλισσα- γ3: καταστρέφοντας το βασιλικό περιβόλι' γ4: ζητώντας πίσω το φλουρί του.

δ: Τον ρίχνουν- δ1 : στον φούρνο- δ2: στο ποτάμι(λίμνη, αλλού)- δ3: στο θησαυρο-φυλάκιο- δ4: στο κοτέτσι- δ5: στους σκύλους- δ6: στ' άλογα- δ7: αλλού.

Page 178: IAEN 23 Tale Types 1994

ε: Γλιτώνει φτύνοντας (καταπίνοντας) τα ζώα(διάφορα) που είχε καταπιεί(φτύ-σει) · ε1 : στο φούρνο φτύνει το νερό· ε2: στο ποτάμι, καταπίνει το νερό- ε3: στο κοτέ-τσι, αμολάει την αλεπού· ε4: στο θησαυροφυλάκιο, καταπίνει τα φλουριά και κάνει τον ψόφιο· ε5: καταπίνει τις μέλισσες που επιτίθενται στον βασιλιά, που του δίνει πολλά φλουριά- ε6: ξερνάει τις μέλισσες, όταν του επιτίθενται άλογα· ε7: ξερνάει τον λύκο (λιοντάρι) όταν του επιτίθενται άλογα (μουλάρια, πρόβατα).

III. Η επιστροφή στο σπίτι

α: Ζητά από τη(τον) γριά(γέρο) να τον γυρίσει ανάποδα και να τον βαρέσει μ' ένα μπαστούνι στον κώλο για να πέσουν τα φλουριά· α1 : ο κόκκορας(άλλο ζώο) πε-θαίνει από τα χτυπήματα.

β: Ο γέρος κι η γριά μοιράζονται τα φλουριά- β1: δέρνονται κι ο γέρος σκοτώνει τη γριά· β2: συμφιλιώνονται.

γ: Ο(Η) γέρος(γριά) ζηλεύει και στέλνει την κότα (σκυλίτσα, γάτα) της να θη-σαυρίσει- εκείνη με τη σειρά της καταπίνει ακαθαρσίες (διάφορα) και τΑμολάει μόλις επιστρέψει- γ1 : τα φίδια σκοτώνουν τη γριά- γ2: ο γέρος θριαμβολογεί λέγοντας ότι ο κόκκορας δεν κάνει αυγά, αλλά κι η κότα δεν κάνει φλουριά- γ3: η γάτα (άλλο ζώο) ψοφάει- γ4: ο σκύλος της γριάς επιστρέφει μ' ένα παπούτσι, μιά βελόνα, μια δεκάρα- η γριά σκοτώνει τον κόκκορα και τον σκύλο, τους μαγειρεύει και τους σερβί-ρει στον γέρο· γ5: η γριά σκάει από το κακό της, όταν πλουτίζει ο γέρος· γ6: την κότα της γριάς, που πάει να πλουτίσει, τρώει η αλεπού· γ7: διάφορα.

Page 179: IAEN 23 Tale Types 1994

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΠΑΡΑΛΛΑΓΩΝ

ΗΠΕΙΡΟΣ

1. ΛΦ 786, 31-33, Αρτα, άτιτλο. I: α9. II: β6, γ, δ1, δ3, ε1, ε4. III: α, γ.

2. ΛΦ 789, 27-28, Μέτσοβο, «Ο γέρος κι η γριά». I: α11, γ, γ2, δ3. III: α, γ, γ1.

3. ΛΦ 830, 4-5, Βλαχώρι Θεσπρωτίας, «Το έξυπνο πετειναράκι». I: α10, β2, β1, β6, α, α2, δ4, ε3, ε1, ε7.

4. ΛΦ 1266, 1-4, Δολιανά Δωδώνης, «Ο γέρος και η γριά με τον κόκκορα και την κότα». I: α1, α2, γ, γ2. II: δ3, ε4. III: γ, γ1.

5. ΛΑ 1259, (ΣΜ δ9), 29-31, Κόνιτσα, «Ο πετεινός με τις λίρες κι η κότα». I: α3. II: γ, γ2, δ1, δ3, ε1, ε4. III: α, γ.

6. ΛΑ 1261, (ΣΜ 91), 9-10, Κόνιτσα, «Ο πάπος και η μπάμπω». I: α11. II: β1, β2, δ1, ε1, δ7, ε4. III: α, γ.

7. ΛΑ 1278, (ΣΜ 108), 17-18, Φιλιάτες, «Η γριά με τον πετεινό της». I: α9. II: γ, γ1, δ4, ε3, δ1, ε1, ε7, ε4.

8. ΛΑ 1293, (ΣΜ 123), 244, Ζαγόρι, «Οι γέροι με τον κόκκορα και την κότα». II: γ, γ2, δ3, ε4. III: α, γ.

9. ΛΑ 1296, (ΛΑ 126), 401-403, Αρτα, «Ο κόκκορας με το φλωρί». II: δ1, δ3, ε1, ε4. III: γ3.

10. ΛΑ 1299, (ΣΜ 129), 564-565, Ζαγόρι, «Ο γέρος με τον κόκκουτο κι η γριά με την κότα». Ι: α3, α11, γ2, δ3, ε4. III: α, γ.

11. ΛΑ 2032, 20-21, Συρράκο Δωδώνης, «Ο γέροντας κι η γριά, ο πετεινός κι η κότα». I: α3, α11. II: γ, γ3, δ3, ε4. III: α, γ, γ3.

12. ΛΑ 2233, (ΙΑ 652), 94-96, Ζαγόρι, «Ου γέρους κι η γριά». I: α3, α11. II: δ7 (στο πηγάδι), δ1, δ3, ε1, ε4. Ill: α.

13. ΙΛ 857, 248-256, Σούλι, άτιτλο. I: α3, γ3. II: β1, β6, γ, γ2, ε7, ε1, ε4. III: α, γ, β2.

14. ΛΦ 883, 1-3, Κόνιτσα, «Ο γέρος και η γριά». Ι: α3, α11. II: β2, β6, γ, γ2, δ, ε3, ε4. III: β2.

15. Hahn,2, δ5, Ζίτσα, «Ο γέρος με τον κουτσοπετεινό κι η γριά με την κότα».

16. Hoëg, αρ. 10, 50-51, Σαρακατσάνοι Ηπείρου, «Le coq du vieillard». I: γ3. II: ε1, ε3, ε4.

17. Χρηστοβασίλης, 32-35, «Ο πετεινός κι η κότα». I: α2. II: ε4. III: α, γ.

Page 180: IAEN 23 Tale Types 1994

ΘΕΣΣΑΛΙΑ

18. ΛΑ 1268, (ΣΜ 98) 95-96, Καρδίτσα, «Ο Μισοκοκοτάκος». II: β1, β2, β6, ε1, ε3, ε6. III: α.

19. ΛΑ 1269, (ΣΜ 99), 49-50, Λάρισα, «Οι κότες και οι γέροι». II: β1, β2, β3. III: ε, ε1, ε2, ε3, ε4, ε5. III: α, γ.

20. ΛΑ 2746, 268-270, Ροδιά Τύρναβου, άτιτλο. I: α11. II: β6, β2, γ, γ1, δ1, ε1, ε3, ε4. III: α, γ7 (βρίσκει στην κοπριά ένα κουμπί, μια κόπιτσα και μια

πινέζα κι αντί λίρες φέρνει αυτά στη γριά).

21. ΛΑ 2780, 167-172, Καρδίτσα, άτιτλο. I: α1. II: α, α1, β1, β2, β3, β4, ε6, ε3, ε4. III: γ, γ1.

22. ΛΦ 152, 5-7, Τρίκαλα, «Ο κουτσοκόκκορας». I: ζει με την γριά- II: α, α1, β1, β2, β6, ε7, ε3, ε1.

23. ΛΦ 486, 3-6, Καρδίτσα, «Ο κοτσοκόκκοτας». II: ε1, ε2, ε3, ε4, ε5. III: α, γ.

24. ΛΦ 1550, 17-23, Καρδίτσα, «Η κουτσοκούκουτας». I: α1. II: α1, β1, β2, β3, β6, ε1, ε2, ε3, ε6, ε4. III: γ1, γ3.

ΘΡΑΚΗ

25. ΛΦ 946, 11-12, Σουφλί, «Ο πετεινός». II: α11, β2, β1, β6, ε3, ε7, ε1, ε4.

ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ

26. ΛΦ641, 4-5, Καισάρεια Κοζάνης, «Αούσλο σε Μουάσια (ο γέρος και η γριά)». I: α1. II: α. III: α (δανείζεται ο γέρος από τη γριά το ταγάρι να μετρήσουν τα φλουριά· ένα κολλάει στο κατραμωμένο ταγάρι)· III: β, β1.

27. ΛΦ 792, 32-33, Δίλοφο Κοζάνης, «Ου παππάς κι η μπαμπού». I: α11. II: γ, γ3, γ4. III: α, γ.

28. ΛΦ 1643, 6, «Το έξυπνο πετεινάρι». I: α1, α11, β1, β2, β3, ε1, ε3, ε7, ε4. Ill: α.

29. ΛΑ 1176, (ΣΜ 6), 3-4, Ημαθία, «Ο Μισοκοκκοτάκος». I: β, β1, β3. II: ε1, ε3, ε5, ε7, ε4. III: α, γ.

30. ΛΑ 1181, (ΣΜ 11), 167-168, Κοζάνη, «Ου κουτσοπέτ'νους». Ι: α11, β6, ε1, γ, γ1, ε4. III: α, γ.

31. ΛΑ 1248, (ΣΜ 78), 3, Παγγαίο, άτιτλο. II: α, α1, α3, ε7, ε1, ε4.

Page 181: IAEN 23 Tale Types 1994

32. ΛΑ 1269, (ΣΜ 99), 17-20, Δράμα, «Ο πετεινός και η κότα». II: ε4. III: α, γ. γ1·

33. ΛΑ 1326, (ΣΜ 139), 15, Γιαννιτσά, «Ο κόκκορας». II: α, α1, ε2, ε1, ε4.

ΝΗΣΙΑ ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ

α. Ανατολικό Αιγαίο 34. ΛΑ 2452,143-147, Βροντάδος Χίου, «Το πετειναράκι». II: γ (αμολάει τη σφή-

κα που τσιμπάει τον πισινό του βασιλιά), ε7, ε1, ε4. III: α. 35. Argenti-Rose, I, 539-541, αρ. 27, Καρδάμυλα Χίου, «Ο πετεινός». II: ε7, ε1,

ε4. III: γ. β. Δωδεκάνησα 36. Hallgarten, 54-55, Ρόδος, «Der Hahn». II: α, α1, γ, e2, ε1, ε6, ε4. γ. Εύβοια — Βόρειες Σποράδες 37. Ρήγας,2, 94-95, αρ. 29, Σκιάθος, «Ου πετ'νός κι του φλουράκ'». II: α, α1,

ε2, ε1, ε4. III: α. δ. Κυκλάδες 38. ΛΑ 2304, 429-435, Μήλος, ενωμένο με το AT 312Δ, άτιτλο. II: ε5, ε6, ε1. 39. ΛΑ 715, δ, (ΛΑ 1396, 319-320, αρ. δ4), Τήνος, «Ο Πετνός και ο γάτς».

I: α6. II: γ, γ1, δ1, ε1, e5. III: α, γ3. 40. ΛΑ 715Β, 1, (χφ ΛΑ 1390, 91-98, αρ. 11), Τήνος, «Ο Μισόκωλος», Το βι-

βλίο που διαβάζουν τα τρία βασιλόπουλα γίνεται ωραία κοπέλα· την αναζητούν· για να την πάρουν πρέπει να φάνε όλα τα ψωμιά ενός φούρναρη, όλο το ξυνόγαλα, όλο το νερό ενός ποταμού, τα σταφύλια ενός κάμπου. Οι δύο πρώτοι δεν μπο-ρούν· μαρμαρώνονται από τις μάγισσες που έχουν την ωραία. Μόνο ο τρίτος — ο Μισόκωλος— τα καταφέρνει: «ρούφα κώλο τα ψωμιά», «ρούφα κώλο το ξυνό-γαλα» κ.λπ. Παίρνει την ωραία και τ' αθάνατο νερό και ξεμαρμαρώνει τ' αδέλ-φια του, αλλ' αυτά τον φθονούν και τον ρίχνουν σε λαγκάδι να τον φάνε τα θηρία. Ξερνάει ο Μισόκωλος το γάλα, το νερό, τα σταφύλια. Πηγαίνει στο βασιλικό τραπέζι· διηγείται την ιστορία του. Ο βασιλιάς διώχνει τ' αδέλφια του και του δίνει τη βασιλοπούλα.

41. ΝΕΑ2, 33-35, αρ. 18, Νάξος, «Ο πετεινός». I: α, α1. II: γ, γ1, δ2, δ7 (σφήγ-κες), ε2, ε1, ε5, ε4. III: α, γ, γ7 (η γριά σκοτώνει την κότα της και δεν έχει πια αυγά) · ζητά να συμφιλιωθεί με τον γέρο, αλλά αυτός αρνείται.

ΝΗΣΙΑ ΤΟΥ ΙΟΝΙΟΥ

42. ΛΑ 1211, (ΣΜ 41), 21-22, Κεφαλλονιά, «Το κουτσοκοκκοράκι που φέρνει τσε-

Page 182: IAEN 23 Tale Types 1994

τσεκίνια». Ι: α (ο γέρος κράτησε το άλογο κι η γριά το κουτσοκοκκοράκι, που πάει στο παλάτι του βασιλιά καβάλα στο άλογο). II: α, α1, ε4. III: α.

43. ΛΑ 1215, (ΣΜ 45), 3-6, Ζάκυνθος, «Το κοκκοράκι και η γάτα». I: α10. II: β2, β4, β6, δ, δ1, δ4, δ3, ε1, ε3, e4. III: γ.

44. ΛΑ 1215, (ΣΜ 45), 39, Ζάκυνθος, «Κόκκορος και γριά». II: e4. III: α.

ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ

45. ΛΑ 1126, (ΣΜ 16), 172, Ηλεία, «Το μισοκοκκοράκι». II: γ, γ1 (ο βασιλιάς βάζει να σφάξουν τον κόκκορα της γριάς γιατί φώναζε: «και τη μια και την άλλη και τις τρεις τ' απανωτάρι». Η γριά πηγαίνει στο μαγερειό και ζητάει να της δώσουν έστω και τον μισό. Αυτός ζωντανεύει κι αρχίζει πάλι τα ίδια, ο βασιλιάς τη γεμίζει φλουριά για να τον πάρει να φύγει).

46. ΛΑ 1189, (ΣΜ 19), δ2-δ3, Σαβάλια Ηλείας, «Ο γέρος κι η γριά». I: γ2 (καίει το φτερό του η γριά για να ταΐσει τους ξένους της), α11. II: β1, β2, β3, β5, ε2, ε3, ε1, ε4. III: α, γ (τον γεμίζει τυρόγαλα).

47. ΛΑ 1202, (ΣΜ 32), 166-167, Πουλίτσα Κορινθίας, «Το μισοκοκκοράκι». I: β4. II: ε3, ε1, ε4. Ill: α.

48. ΛΑ 1202, (ΣΜ 32), 1-3, Πύργος, «Γριά - γέρος - πετεινός - σκύλα». I: α11. II: β, β1, β2, γ, γ1, ε3, ε1, ε4. III: α, γ.

49. ΛΑ 1221, (ΣΜ 51), 62-63, Μελιγαλάς Μεσσηνίας, «Ο κουτσοκοκκοράκος». II: ε1, ε3, ε6, ε4. III: α, γ.

50. ΛΑ 1222, (ΣΜ 52), 207-210, Μελιγαλάς Μεσσηνίας, «Ο κουτσοκοκκοράκος». Παραλλαγή ταυτόσημη με την προηγούμενη.

51. ΛΑ 1223, (ΣΜ 53), 199-206, Μελιγαλάς Μεσσηνίας, «Ο κουτσοκοκκοράκος». Παραλλαγή ταυτόσημη.

52. ΛΑ 1281, (ΣΜ 111), 79-δ1, Κυπαρισσία, άτιτλο. I: α11 . I I : ε7, ε3, ε1, ε4. III: α, γ.

53. ΛΦ 196, 1-2, Κυνουρία, «Το μισοκοκκοράκι». I: β1, β4. II: ε3, ε7, ε1, ε4. III: γυρνάει στον γέρο και τη γριά.

54. ΛΦ 200, 6-7, Μαντινεία Αρκαδίας, «Η γιαγιά, ο σκύλος κι ο κόκκορας». II: γ, γ1, ε4. Ill: α.

55. ΛΦ 1013, 3-5, Μαντινεία Αρκαδίας, «Ο μισοκόκκορας με τα φλωριά». I: α11. II: γ, γ1, γ3, ε2, ε1, ε4. III: α, γ.

56. ΛΦ 1383, 7-δ, Μεγαλόπολις, «Η γιαγιά, ο κόκκορας κι ο σκύλος». I: α11. II: γ1, ε4. III: α, γ.

Page 183: IAEN 23 Tale Types 1994

57. ΛΦ 1861 3-5, Καλαμάτα, «Ο κουτσοκοκκοράκος». I: γ1, II, β1, β2, β5, β6, γ, ε3, ε7, ε1, ε4. III: α, γ.

58. Ταρσούλη, Τα πρώτα παραμύθια, 1-12, Κορώνη, «Ο μισοκοκκοράκος». I: α9. II: β2, β1, β6 (βάζουν στοίχημα, ποιος θα τρέξει πιο γρήγορα, κερδίζει ο Μισο-κοκκοράκος και τους ρουφάει), α, α2, ε3, ε7, ε1, ε4. III: α.

ΣΤΕΡΕΑ ΕΛΛΑΔΑ

59. ΛΦ 261, 1-2, Σπερχειάς, «Ο κουτσοκοκοτάκος». II: α, α1, β1, β2, β6, ε3, ε7, ε1, ε4. III: γ, γ7 (κρεμάει η γριά την κότα· πεθαίνει).

60. ΛΦ 365, 1-2, Θήβα, «Το μισοκοκκοράκι». II: γ, γ1, ε3, ε7, ε1, ε4.

61. ΛΦ 1096, 1, Λαμία, «Κουτσοκόκουτας». Ι: α, α1, ε7, ε3, ε8 (στις τσουκνίδες βρίσκει το φλουρί του και γυρνάει πίσω).

62. ΛΦ 1804, 3-7, Ναυπακτία, «Ο Κουτσοκοκκοτάκης». I: α1, α11. II: β1, β2, β3, β5, β6, γ, γ1, ε3, ε7, ε1, ε8 (στο βρακί του γέρου, αμολάει το μελίσσι), ε4. III: α, γ, β1.

63. ΛΑ 1205, (ΣΜ 35), 103-104, Ναύπακτος, «Σκύλα και κόκκοτος». I: α12. II: β6, ε4, ε1. III: α, γ, γ4.

64. ΛΑ 1216, (ΣΜ 46), 185-187, Μεσολόγγι, «Κόκκορας και σκύλος». I: α1. II: ε3, ε1, ε4. III: α, γ.

65. ΛΑ 1246, (ΣΜ 76), 6, Έξαρχος Βοιωτίας, «Ο κόκκορας». II: ε3, ε7, ε4.

66. ΛΑ 1255, (ΣΜ δ5), 19-21, Αγραφα, «Για έναν κουτσόν κόκκορα». II: α1, ε7, ε1, ε8 (στα ρούχα ενός για να σκάσει, τον τσιμπάει το μελίσσι), ε4.

67. ΛΑ 1320, (ΣΜ 133), 51-53, Μεσολόγγι, άτιτλο. II: α1, ε8 (θηρία), ε1, ε4. III: γ.

68. ΛΑ 2223, (ΙΛ 624), 108-111, Μέγαρα, «Το κοκκοράτσι». I: α7. II: β1, β2, β5, βό, γ, γ1, ε1, ε3, ε7, ε4. III: α, γ, γ3.

69. Αθηνά, 45, αρ. 4, 99-101, Κορωπί, «Ο κόκκορας που 'κανε λίρες». Ελλειπές. Η γριά έχει κότες, ο γέρος κόκκορα, που κάποτε αρχίζει και γεννάει λίρες. Πέ-φτει σ' ένα ποταμό και τον μαγεύει ένας βασιλιάς, που τον ρίχνει στο κοτέτσι με τις κότες. Κάνει τον ψόφιο και τον πετούν. Ζωντανεύει και γυρνάει σπίτι του.

ΠΟΝΤΟΣ

70. ΛΦ 798, 4-5, Πόντος, «Ο γέρος με τον κόκκορα κι η γριά με την κότα». I: α3. II: τάχα ψόφιος ο πετεινός, οδηγείται στο παλάτι· γ (για να τον πιάσουν ξεριζώνουν όλα τα λουλούδια), ε4. III: γ.

Page 184: IAEN 23 Tale Types 1994

ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑ

71. Dawkins, 401, Αξό Νίγδης, Καππαδοκία, «Ο πετεινός κι η παρέα του».

ΚΥΠΡΟΣ

72. ΛΦ 1097, 16-21, Λευκωσία, «Ο μισός». Συμφυρμός με τον τύπο AT 650 («Ο πανίσχυρος»).

ΑΔΗΛΟΥ ΤΟΠΟΥ

73. Νέα Παραμύθια, 11-14, «Ο κόκκορας κι η κότα». I: α3. II: γ, ε4. III: α, γ, γ1.

74. Αινεία, Παραμύθια, 14, «Ο Μπιτσικοκκοράκος». I: α11. II: γ1, ε1, ε3, ε7, ε4. III: α, γ.

Page 185: IAEN 23 Tale Types 1994

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

Το παραμύθι αυτό φαίνεται να έχει απασχολήσει ιδιαίτερα τους ερευνητές, αρχί-ζοντας από τον Paul Delarue1, που το θεωρούσε σαν κατ' εξοχήν γαλλικό παραμύθι· πίστευε ότι πέρα από τη Γαλλία, υπάρχουν μόνο ελάχιστες σκόρπιες παραλλαγές του σ' άλλες χώρες. Η άποψη αυτή αντικρούστηκε από τον Ljungman^, που δείχνει την πλατιά εξάπλωση του παραμυθιού σ' όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, εκτός από τη Γερ-μανία. Υπάρχει επίσης και η μονογραφία του Ralph S. Boggs3, που πιστεύει ότι κοι-τίδα του παραμυθιού αυτού είναι η Καστίλλη· από κει διαδόθηκε στη Γαλλία και στη συνέχεια πέρασε στη Νότια Αμερική (Βραζιλιά, Χιλή, Αργεντινή) με τους Ισπα-νούς και Πορτογάλους αποίκους. Ο Boggs εξετάζει αναλυτικά όλα τα επιμέρους πα-ραμυθιακά μοτίβα του τύπου, τη διάδοσή τους, καθώς και την προέλευση του ονόμα-τος του ήρωα (ήταν αρχικά μισός στην κυριολεξία; ή πρόκειται για σχήμα λόγου κ.λπ. ).

Στη λογοτεχνία του 18ου και 19ου αιώνα το παραμύθι αυτό εμφανίζεται δύο φο-ρές, μιά στη Γαλλία και μιά στην Ισπανία· αναφέρεται σ' ένα θεατρικό έργο που δη-μοσιεύτηκε στη Γαλλία το 1759. Ο Boggs πιστεύει ότι το ισπανικό παραμύθι στη λογοτεχνική προσαρμογή του Fernan Caballero στις αρχές του 19ου αιώνα, υπήρξε πολύ σημαντικό για την ανάπτυξη της ιστορίας του Μισοκοκκοράκου στη νοτιοδυτική Ευρώπη4.

Στην Ελλάδα ο παραμυθιακός αυτός τύπος έχει τεράστια διάδοση, ιδιαίτερα, όπως φαίνεται από το αρχείο Μέγα, στην Πελοπόννησο, όπου όμως ο χαρακτήρας των περισσότερων παραλλαγών είναι ιδιαίτερα επαναληπτικός· πολλές είναι σχεδόν ταυ-τόσημες, ούτως ώστε αναγκαστήκαμε να κάνουμε κάποια επιλογή στην παρουσίαση μας. Ο ήρωας είναι πότε ολόκληρος, πότε μισός και πότε ανάπηρος. Η πλειοψηφία των παραλλαγών (60%) παρουσιάζει τον κόκκορα ολόκληρο· περίπου το 20% μι-λάει για ένα καχεκτικό κοκκοράκι, κουτσό ή με σπασμένο το φτερό από το μπαστούνι της γριάς ή του γέρου, ενώ το ίδιο περίπου ποσοστό παραλλαγών μας δίνει ένα παρά-δοξο μοτίβο σαν αιτιολογία για την περίεργη φύση του ήρωα: μια γριά σφάζει μισόν κόκκορα, συχνά μαγειρεύει και τρώει αυτό το μισό κομμάτι, ενώ το άλλο μισό (ο ήρωας) σηκώνεται και φεύγει. Αλλοτε την παρακαλάει να του χαρίσει τη ζωή για να την κάνει πλούσια. Σε μια μόνο παραλλαγή εξηγείται ορθολογικά η δύναμή του: ο κόκκορας τρώει ένα σκουλήκι και γίνεται έτσι πολύ δυνατός· σ' όλες τις άλλες, η υπερφυσική του δύναμη φαίνεται άρρηκτα συνδεδεμένη με τη φυσική του υπόσταση:

1. Paul Delarue, Almanach populaire comptois, 1950, 346 . 2. W. Ljungman, Die Schwerdischen Volksmärchen, Herkunft und Geschichte, Berlin, Akademie-Verlag,

1961, 206. 3. Ralph S. Boggs. The Halphchick Tale in Spain and France. Helsinki 1933. KFC. no 111, 40. 4. Stith Thompson, The Folktale, Berkeley and California Press, Berkeley and Los Angeles, California

1977. 78.

Page 186: IAEN 23 Tale Types 1994

ο καχεκτικός ή άχρηστος ή μισός ήρωας φαίνεται σ' αυτό το παραμύθι το ίδιο ακατα-μάχητος με το διπλογεννημένο ήρωα (AT 650) · την υπόθεση μας αυτή ενισχύει εξάλλου κι ο συμφυρμός, σε μιά κυπριακή παραλλαγή (αρ. 73), των δύο τύπων: του AT 650 («Ο πανίσχυρος») και του AT 715. Ο πανίσχυρος ήρωας σχετίζεται, σύμφωνα με την κατάταξη του οικότυπου από τον Μέγα, με τον Δακρυγιάννη, τον Αρκουδογιάννη κ.λπ. (πότε κατατάσσονται ως AT 650 και πότε ως AT 301Β), κατεξοχήν παρα-δείγματα διπλογεννημένων ηρώων, που τους νικάει ενίοτε ένας μισός άνθρωπος.

Στις ελληνικές παραλλαγές ο μισοκοκκοράκος είναι αθυρόστομος- φαίνεται, παρά την κάποια λογοκρισία, ότι το παραμύθι γινόταν πολύ αστείο στην αφήγηση, με τις κινήσεις που φανταζόμαστε ότι συνόδευαν όλες αυτές τις αθυρόστομες εκφράσεις («ρούφα κώλο το ποτάμι, να χέσω το μουστάκι του βασιλιά και τη ρόκα της βασίλισσας» κλπ. ) κι ότι είχε έντονο σεξουαλικό συμβολισμό.

Page 187: IAEN 23 Tale Types 1994

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 720

Page 188: IAEN 23 Tale Types 1994
Page 189: IAEN 23 Tale Types 1994

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 720

Η μάνα μου με σκότωσε, ο πατέρας μου μ' έφαγε

AT: My Mother slew me; my Father ate me. The Juniper Tree Delarue: Ma mère m'a tué, mon père m'a mangé Grimm No 47: Von dem Machandelboom H κακιά δασκάλα

Μιά φορά κι έναν καιρό ήταν ένας πατέρας και μια μάνα και ειχένασι κι ένα γιό, πολύ καλό και πολύ έξυπνο. Τον λέγανε Γιάννη· κάθε μέρα, επήγαμε στο σχολείο με χαρά γιατί αγαπούσε πολύ τα γράμματα.

Η δασκάλα του του έκανε πολλά δώρα· και του 'δινε καραμέλλες. Ο Γιαννάκης την αγαπούσε πολύ. Του έλεγε συχνά κοντά: «Ξέρεις, θα ήθελα να 'χα ένα γιό σαν κι εσένα. Αλλά δυστυχώς, αυτό δε γίνεται», κι έκλαιγε. Το παιδάκι στενοχωριότανε πολύ μ' αυτά τα λόγια και το βράδυ διηγότανε στη μάνα του πώς πέρασε στο σχολείο, τι καλή που ήταν μαζί του η δασκάλα και πως στενοχωριόταν που δεν είχε ένα παιδάκι σαν κι εκείνονε.

Περνούσε λοιπόν ο καιρός... Μια μέρα, λέει η δασκάλα στο Γιαννάκη: «Εμείς οι δυο τα πάμε πολύ καλά. Θα 'θελες να είχες μια μάνα σαν κι εμένα; Αμα θες, μπορείς να με βοηθήσεις να σκοτώσω τη μάνα σου, για να παντρευτώ τον πατέρα σου και να γίνεις παιδί μου». (Βέβαια, καταλαβαίνετε πως ήθελε τον πατέρα, όχι το παιδί). Ο Γιαννάκης λοιπόν ήτανε πολύ λυπημένος. Σκεφτότανε: «Δε μπορώ να σκοτώσω τη μάνα μου, γιατί την αγαπάω. Αλλά τι να κάνω; Αφού αγαπώ και τη δασκάλα μου πολύ».

Πέρασε καιρός. Μιά μέρα, η δασκάλα του λέει: «Λοιπόν, Γιαννάκη, τι αποφάσι-σες;» Ο Γιαννάκης, πολύ ταραγμένος, ψιθυρίζει: «Εγώ θέλω, αλλά τι να κάνω;» Η δασκάλα, ολόχαρη, του απαντάει: «Μα, είναι πανεύκολο· θα της πεις: πρέπει να μου βρεις τη σημαία, που είναι στον πάτο της κασέλας, γιατί την Κυριακή έχουμε γιορτή στο σχολείο· κι όταν θα 'χει σκύψει καλά-καλά μες στην κασέλα, θα κατεβά-σεις το καπάκι πάνω στο κεφάλι της, κι έτσι, κανείς δεν θα καταλάβει ότι φταις εσύ: θα νομίσουν ότι το καπάκι έπεσε μόνο του».

Το Σάββατο πρωί, ο Γιάννης λέει στη μάνα του: «Μάνα, πρέπει να πάω στο σχο-λείο τη σημαία που έχεις στον πάτο της μεγάλης κασέλας για τη γιορτή που έχουμε

Page 190: IAEN 23 Tale Types 1994

την Κυριακή». Η μάνα πάει να ψάξει τη σημαία στην κασέλα και λέει στο γ10 της: «Κράτα καλά το καπάκι, μη μου πέσει στο κεφάλι». Και μόλις σκύψει για τα καλά η μάνα μέσα, αφήνει ο Γιάννης το καπάκι κι εκείνο πέφτει απότομα και κόβει το κεφά-λι της δόλιας μάνας.

Ο πατέρας είναι απελπισμένος κι ο Γιάννης απαρηγόρητος, γιατί κατάλαβε πια τι έκανε· μα δε λέει κουβέντα. Συνεχίζει βέβαια να πηγαίνει σχολείο κι η δασκάλα τώρα πια είναι διπλά καλή μαζί του.

Μια ωραία μέρα, του λέει η δασκάλα: «Άκου, τώρα πρέπει να πεις στον πατέρα σου πως χρειάζεται μια μάνα, πως εγώ σ' αγαπώ πολύ, και πως θα 'τανε καλό και για κείνον και για σένα να με παντρευτεί- θα σε προσέχω πολύ».

Το ίδιο βράδυ, ο Γιάννης αρχίζει να μιλάει στον πατέρα του. Αυτός δε θέλει ν' ακούσει κουβέντα στην αρχή, γιατί αγαπούσε πολύ τη γυναίκα του. Αλλά οι μήνες περνούνε, κι ο γιός του τον παρακαλάει ασταμάτητα. Περνάει ένας χρόνος, κι ο πατέ-ρας αποφασίζει να ξαναπαντρευτεί με τη δασκάλα.

Για κάμποσο καιρό, όλα πάνε καλά. Αλλά, μια μέρα που ο πατέρας είναι στο κυνή-γι, λέει η μητριά στο Γιαννάκη: «Έλα δώ να κατεβούμε στο υπόγειο, σου 'χω μια έκπληξη». Το αγοράκι την ακολουθεί, όλο χαρά και χωρίς να υποψιάζεται, γιατί η καινούργια μάνα συνέχιζε να του κάνει πολλά δώρα. «Κοίτα, Γιάννη, μέσα στο σωρό το στάρι, σου έχω κρυμμένο κάτι, που θα σ' αρέσει πολύ». Ο Γιάννης αρχίζει να ψάχνει χώνοντας τα χέρια του μές στο σιτάρι. Και νά που η κακιά μητριά, παίρνει μια μαχαίρα και του κόβει το κεφάλι. Ύστερα, του βγάνει το συκώτι και το καθαρίζει καλά-καλά, και το τηγανίζει.

Καλά για καλά βράδιασμα, καταφτάνει ο πατέρας και ρωτά, πού είναι ο Γιάννης. «Δεν θΑργήσει, με παρακάλεσε να μείνει να παίξει λίγο ακόμα με τ' άλλα παιδιά. Κάτσε, να ξεκουραστείς και να φας». Του βάζει να φάει το φαΐ του, σα να μη συμβαί-νει τίποτε. Παίρνει ο πατέρας ένα κομμάτι κρέας, αλλά μόλις πάει να το βάλει στο στόμα του, το συκώτι μιλάει: «Αν είσαι Τούρκος φάε με, Οβριός κατάπιέ με, κι αν είσαι ο πατέρας μου, σκύψε και φίλησέ με».

Ο πατέρας δεν πιστεύει στ' αυτιά του: «Δεν ακούς τίποτα, εσύ; Αυτό το συκώτι μιλάει! Δεν καταλαβαίνεις τι λέει;» Η κακιά γυναίκα απαντάει: « Οχι, δεν ακούω τίποτα, είσαι φαίνεται κουρασμένος, ακούς φωνές! Μήπως είσαι άρρωστος, μήπως έχεις πυρετό; » Ο πατέρας, που νιώθει μια χαρά, αναρωτιέται τι συμβαίνει. Ξαναχώ-νει το πηρούνι του στο συκώτι, για να ξαναπάρει ένα κομμάτι. Το συκώτι ξαναλέει με σπαρακτική φωνή: «Αν είσαι Τούρκος φάε με, Οβριός κατάπιέ με, κι αν είσαι ο πατέρας μου, σκύψε και φίλησέ με. Πατέρα, εγώ είμαι, ο Γιάννης, εγώ είμαι, μη με φας, εγώ είμαι, ο Γιάννης ο γιός σου!»

Τότε ο άνθρωπος τα κατάλαβε όλα· σηκώνεται, αρπάζει την κακιά γυναίκα του από τα μαλλιά και της χτυπάει το κεφάλι στον τοίχο... δυνατά, δυνατά και τη σκοτώ-νει.

Και ποτέ πια κανείς δεν ευτύχησε στο σπίτι του Γιαννάκη. Ποτέ πια ούτε γιορτή ούτε γέλια.

Ευγενική παραχώρηση Μαργαρίτας Ξανθάκου, που κατέγραψε την παραλλαγή αυτή στη Μάνη, το 1983.

Page 191: IAEN 23 Tale Types 1994

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΠΑΡΑΛΛΑΓΩΝ

Dawkins, 437, 6, Ανακού Καππαδοκίας.

Page 192: IAEN 23 Tale Types 1994

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

Το παραμύθι αυτό, γνωστό σε πολλές χώρες της Ευρώπης, παρουσιάζει μεγάλη πυκνότητα κατανομής σε τρεις ειδικά περιοχές, τη Γαλλία, τις γερμανόφωνες χώρες, τη Φιλλανδία και την Εσθονία, σύμφωνα με τη μονογραφία του Belgrader Μ., Das Märchen von dem Machandelboom (KHM 47). Der Märchentypus AT 720, 1980 Frankfurt α. M., Bern, Verlag Peter D. Lang (Artes populäres, 4). Τις γαλλικές παραλλαγές μελέτησε η Ν. Belmont στο άρθρο της "Conte et enfance. α propos du conte: Ma mère m' α tué, mon père m'α mangé (T 720), Cahiers de Littérature Orale, No 33, INALCO, 1993.

Στην Ελλάδα το αφηγηματικό αυτό θέμα είναι διαδεδομένο με τη μορφή τραγου-διού, παραλογής, γνωστής με τον τίτλο «Η μάνα η φόνισσα». Η παραλλαγή της Ξαν-θάκου από τη Μάνη δανείζεται τη γνωστή εισαγωγή του παραμυθιού, όπου το παιδί πείθεται από τη δασκάλα του και μέλλουσα μητριά του, να σκοτώσει τη μητέρα του. Η παραλλαγή του Dawkins από την Καππαδοκία παρουσιάζει την ίδια ακριβώς πλο-κή με το τραγούδι και στις δύο απουσιάζουν εντελώς τα παραμυθιακά ή μαγικά στοι-χεία που συνθέτουν το παραμύθι στην υπόλοιπη Ευρώπη.

Page 193: IAEN 23 Tale Types 1994

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 725

Page 194: IAEN 23 Tale Types 1994
Page 195: IAEN 23 Tale Types 1994

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 725

Το όνειρο

AT: The Dream Delarue: Le rêve Παραλλαγή πρώτη: Το όνειρο

Μια φορά κι έναν καιρό ήτανε μια οικογένεια που είχε τέσσερα παιδιά. Ένα βράδυ ο πατέρας είπε στα παιδιά του να κάνουν την προσευχή τους και να πέσουνε να κοιμη-θούνε για να ιδούνε τι όνειρο θα έβλεπε ο καθένας τους. Το πρωί σηκωθήκανε τα παιδιά από τον ύπνο και το καθένα έλεγε τι είδε την νύχτα.

Ήρθε και η σειρά του τελευταίου γιου να πει το όνειρο του. «Εγώ», είπε το παιδί, «πατέρα, είδα απόψε στον ύπνο μου ότι ήμουνα πλούσιος, και εσύ πατέρα μου έρρι-χνες νερό να πλυθώ και η μάνα μου μου κράταγε την πετσέτα για σκουπιστώ». Ο πατέρας τότε θύμωσε και φώναξε: «Πιάστε τον να τον σφάξετε και να μου δώσετε το αίμα του να το πιώ». Το παιδί άρχισε να τρέχει όσο μπορούσε πιο γρήγορα για να μην τον πιάσουνε, κουράστηκε όμως και τον φτάσανε τα άλλα του αδέλφια. Τότε αυτός τους λέει: «Αφήστε με, μη με σκοτώνετε, αν με λυπόσαστε και κόψτε μου μόνο το μικρό μου δάχτυλο για να τρέξει αίμα και να το πάτε του πατέρα μέσα σε ένα μπουκάλι». Τότε τα αδέλφια τον λυπηθήκανε και κάνανε όπως τους είπε. Αφού γεμί-σανε το μπουκάλι με αίμα γυρίσανε σπίτι και το πήγανε του πατέρα, που νόμισε ότι σφάξανε το παιδί του.

Το παιδί περπάτησε, περπάτησε και έφτασε σε ένα μέρος που ήτανε ένας γέρος και είχε μερικά πρόβατα σε ένα μαντρί. «Καλησπέρα παπούλη», του είπε, «με θέλεις κι εμένα εδώ να σου φυλάω τα πρόβατα;» «Σε θέλω παιδί μου», είπε ο γέρος που ήτανε και τυφλός, γιατί τα μάτια του του τα είχανε πάρει οι νεράιδες. Κάθησε λοιπόν το παιδί και κάθε μέρα πήγαινε στη βοσκή τα πρόβατα του Aï-Νικόλα, γιατί αυτός ήτανε ο γέρος.

Μια ημέρα ο γέρος περίμενε-περίμενε να γυρίσει ο πιστικός του από τη βοσκή, αυτός όμως ούτε φαινότανε καθόλου. Αρχισε τότε αυτός σιγά-σιγά να αρμέγει τα πρό-βατα, στεναχωρημένος όπως ήτανε δεν μπορούσε να κάνει τίποτα.

Το παιδί, καθώς γύριζε στο μαντρί με το κοπάδι, του παρουσιάστηκαν τρεις όμορφες

Page 196: IAEN 23 Tale Types 1994

φες κοπέλες σαν το κρύο το νερό, ροδοκόκκινες σαν την καλοκαιριάτικη αυγή. « Παλι-κάρι, ξέρεις τι θέλουμε εμείς από σένα;» του λένε. «Και πού θέλετε να ξέρω εγώ τι θέλετε», τους λέει αυτός. «Να, εσύ να παίξεις το καλάμι σου και εμείς να χορεύουμε. Και σα κουραστούμε να μας κάνεις ό,τι θέλεις, και σα κουραστείς εσύ, να σου κάνουμε εμείς ό,τι θέλουμε». «Καλά», τους λέει το παιδί και άρχισε να παίζει το καλάμι. Έπαιζε-έπαιζε και αυτές χορεύανε. Αρχισε να πέφτει ο ήλιος και αυτές ακόμη χο-ρεύανε. Όσο στο τέλος κουραστήκανε. «Πές μας τώρα τι θέλεις», του λένε αυτές. «Θέλω να μου δώσετε τα μάτια του παπού», είπε. Τότε αυτές του δώσανε δύο μήλα. Και του είπανε αυτά είναι τα μάτια. Τα πήρε το παιδί και ήρθε γιομάτος χαρά στο μαντρί. Ο γέρος ακόμη άρμεγε τα πρόβατα. «Να, παπούλη», του λέει, «φάγε αυτό το μήλο. Μήπως βλέπεις λιγουλάκι;» «Ναι, άρχισα λίγο». «Να, φάγε και αυτό, μήπως ακόμη πιο πολύ;» «Βλέπω καλά» του λέει. «Και τώρα, τι καλό θέλεις από μένα να σου κάνω;» «Να με στείλεις πίσω σπίτι μου». Του ετοιμάζει ο γέρος ένα άλογο και του 'δωσε και πολλά, μα πάρα πολλά λεφτά.

Καβαλίκεψε το παιδί και γύρισε στο σπίτι του. Εκεί δεν το γνώρισε κανείς. Ο πατέ-ρας και η μάνα του τον νομίσανε για κανένα πλούσιο άρχοντα και άρχισαν να τον περιποιούνται, ο πατέρας του έρριξε νερό και η μάνα του του κράταγε την πετσέτα να σκουπιστεί. Αφού τον είδανε έτσι πλούσιο, αποφασίσανε να τον κάνουνε και γαμ-πρό στην κόρη τους.

«Καλά», είπε αυτός, «δέχουμε να πάρω την κόρη σας». Το βράδυ όμως όταν πέ-σανε να κοιμηθούνε, αυτός έβαλε ανάμεσά τους ένα δίκοπο μαχαίρι. «Αν κουνηθείς εσύ» της είπε, «να σε κόψει και αν κουνηθώ εγώ να με κόψει εμένα». Πέρασε η νύχτα και το πρωί η νύφη το είπε στους γονείς της αυτό που έγινε. Τότε αυτοί τον ρωτήσανε γιατί το έκανε αυτό. Τότε αυτός τους έδειξε το κομμένο δάχτυλο και έτσι φανερώθηκε ποιός ήτανε.

ΛΦ 1462: Παραλλαγή που συλλέχτηκε από τη Μαρία Σαμπάνη στη Στεφάνη Θηβών. Ο αφηγητής 82 ετών.

Page 197: IAEN 23 Tale Types 1994

Παραλλαγή δεύτερη: Η καλή βασίλισσα

Μια φορά και ένα καιρό ήτανε ένας βασιλιάς και είχε δύο παιδιά, ένα αγόρι κι ένα κορίτσι. Αρρώστησε όμως κάποτε ο βασιλιάς και κατάλαβε το θάνατο του. Γι' αυτό εκάλεσε τα παιδιά κοντά του και τους λέει: «Παιδιά μου, εγώ θα πεθάνω. Σας αφήνω την ευχή μου να ήσαστε πάντοτε αγαπημένα».

Ετσι ο βασιλιάς πέθανε και τον κηδέψανε και εμείνανε τα παιδιά μοναχά τους. Εζούσανε πάντοτε αγαπημένα και κάθε φορά που έφευγε ο αδελφός πάντοτε φιλούσε την αδελφή του. Μια βραδιά η κόρη είδε στον ύπνο της, ότι εσπάσαν τα ξύλα της σκεπής και την επροσκυνούσανε. Το πρωί που ξύπνησε, το είπε στον αδελφό της. Αυ-τός εσκέφτηκε πως ίσως η αδελφή του θα παντρευτεί και θα πάρει κανένα πιο πλούσιο από αυτόν και την εφθόνησε. Εσκέφτηκε λοιπόν να την κλείσει στα πιο σκοτεινά μέρη του παλατιού και διέταξε να της δίνουνε κάθε εικοστέσσερες ώρες λίγο νερό και λίγο ψωμί, για να πεθάνει. Επέρασε καιρός και αυτός επαντρεύτηκε και έδωσε στην γυναί-κα του όλα τα κλειδιά του παλατιού. Αυτή άνοιξε όλες τις πόρτες αλλά εκείνη που ήτανε η βασιλοπούλα δεν την άνοιξε, γιατί δεν της είχε δώσει το κλειδί. Αλλά εκείνη είπε: «Γιατί δεν μου έδωσε το κλειδί αυτηνής της πόρτας, αφού μου έδωσε όλα τα άλλα». Δεν είπε όμως τίποτα αλλά σκέφτηκε να ψάξει όλες τις τσέπες του ανδρός της. Το βράδυ λοιπόν, που έπεσε αυτός να κοιμηθεί, του έψαξε τις τσέπες και βρήκε το κλειδί. Την άλλη μέρα το πρωί, μόλις έφυγε ο βασιλιάς, επήγε και άνοιξε την πόρτα και ευρήκε μια πεντάμορφη κόρη, ίσα που ανάπνεε με κάτι κουρελιασμένα ρού-χα. Χωρίς να πει σε κανένα τίποτα την εσυνέφερε, της έδωσε ρούχα να ντυθεί και της λέει: «Κόρη μου, γιατί είσαι εδώ μέσα; » «Αχ, της λέει αυτή, και πού να ήξερες». «Πές μου όλα τα μυστικά σου και εγώ είμαι για σένα», της απαντά η βασίλισσα. Κάθεται λοιπόν αυτή και της λέει την ιστορία της.

Εξακολούθησε μετά η βασίλισσα να την περιποιείται χωρίς να ξέρει κανείς τίποτα. Κάποτε έκανε τραπέζι ο βασιλιάς του κάτω κόσμου. Λέει τότε η βασίλισσα στην κόρη. «Θα σε ετοιμάσω και θα πας στο τραπέζι που κάνει ο βασιλιάς του κάτω κόσμου». Της έφτιαξε στολή βασιλικιά και της έδωσε και το καλύτερο άλογο του αδελφού της και της είπε: «Να πας να καθήσεις στο τραπέζι, αλλά την τάδε ώρα να έρθεις, θα σε περιμένω στο παράθυρο, για να μην ξυπνήσει ο αδελφός σου, που τον έχω κοιμή-σει». Επήγε αυτή στο τραπέζι και εγύρισε στην ώρα της και μετά την κλείδωσε πάλι στο δωμάτιό της η βασίλισσα και πήγε ύστερα και κοιμήθηκε δίπλα στον βασιλιά. Ο βασιλιάς ήτανε φίλος του βασιλιά του κάτω κόσμου και του λέει ο βασιλιάς του κάτω κόσμου ο φίλος του: «Ήρθε μια νέα, που αν δεν την πάρω για γυναίκα μου, θα τρελλαθώ. Και ήρθε μόνη της και έφυγε μόνη της». Του λέει τότε ο βασιλιάς: «Όταν έρθει, να την κρατήσεις να κοιμηθείτε μαζί». Έπειτα από λίγες μέρες, έκαμε

Page 198: IAEN 23 Tale Types 1994

πάλι τραπέζι ο βασιλιάς του κάτω κόσμου. Λέει τότε η βασίλισσα στη βασιλοπούλα: «Σου έφτιαξα ένα νυχτικό από πάνω έως κάτω με κουμπιά. Θα πας λοιπόν στο τρα-πέζι και αν σου πει ο βασιλιάς του κάτω κόσμου να κάτσεις να κοιμηθείτε, να κάτσεις και όταν αποκοιμηθεί αυτός, εσύ να ξεκουμπώσεις τα κουμπιά και να αφήσεις το νυ-χτικό και να φύγεις». Επήγε αυτή στο τραπέζι, όπου ο βασιλιάς της χάρισε το δαχτυ-λίδι του, εκοιμήθηκαν μαζί και, όταν αποκοιμήθηκε ο βασιλιάς, αυτή άφησε το νυχτι-κό της και έφυγε και επήγε στο δωμάτιο της στο παλάτι και έμεινε έγκυος. Επέρασε σιγά σιγά ο καιρός και μαζί μ' αυτόν και οι εννέα μήνες για να γεννήσει. Επειδή όμως εφώναζε και βογγούσε, για να μην ακούγεται, διάταξε η βασίλισσα και έφεραν ένα φόρτωμα σπάρτα, ανάβει το φούρνο και τα πετάει μέσα. Έτσι λοιπόν, έσκαγαν τα σπάρτα και εσκέπαζαν τις φωνές της βασιλοπούλας, ώσπου γέννησε ένα χαριτωμέ-νο αγοράκι. Η βασίλισσα ετοίμασε το παιδί μέσα σε μια κόφα με άνθη, έβαλε επάνω το δακτυλίδι και το έστειλε στο βασιλιά του κάτω κόσμου. Βλέποντάς το αυτός είπε αμέσως: «Α! το παιδάκι μου». Και αμέσως κάλεσε τις γυναίκες να το θηλάσουν αλλά όμως σε καμιά δεν έπιανε. Λέει τότε ο βασιλιάς του κάτω κόσμου: «Σε όποιαν πιάσει και θηλάσει θα την πάρω γυναίκα μου». Ο βασιλιάς τότε λέει στη γυναίκα του τη βασίλισσα: «Να ιδείς τι γίνεται στο παλάτι του κάτω κόσμου. Πάμε και εμείς να ιδούμε;» «Πάμε», του είπε αυτή. Είχε φτιάξει όμως στη βασιλοπούλα στολή βασιλι-κιά πάρα πολύ πιο καλύτερη από την πρώτη και της λέει: «Θα πας στο βασιλιά του κάτω κόσμου που στείλαμε το παιδί. Θα πάρεις το καλύτερο άλογο του αδελφού σου και την καλύτερη στολή και θα έρθεις. Εσύ μόλις πάρεις το παιδί στα χέρια σου, γιατί αυτό έκλαιγε συνέχεια και δε σταματούσε, θα του ειπείς:

«Νάνι νάνι νάνι σου στα σπάρτα γεννημένο

στα ρόδα στα τριαντάφυλλα στου βασιλιά στελμένο».

Επήγε πρώτα ο βασιλιάς και η βασίλισσα και μετά ήρθε και αυτή στο άλογο καβά-λα και ο πρώτος που βγήκε να την υποδεχτεί ήταν ο αδελφός της. Την επροσκύνησε και της έδωσε το χέρι για να κατέβει από άλογο και έτσι ξεδιάλυνε το όνειρο της βασιλοπούλας. Επήρε αυτή το παιδί στα χέρια της και το νανούρισε και αυτό σταμά-τησε να κλαίει. Έπειτα το έβαλε στο στήθος της και έπιασε, και τότε ο βασιλιάς του κάτω κόσμου είπε: «Αυτή είναι η γυναίκα μου». Αρχινήσανε τότε διασκεδάσεις, όρ-γανα και χοροί και μετά έγινε τραπέζι. Και όπως διασκεδάζανε, η βασίλισσα είπε να πει ο καθένας τι του συνέβηκε στη ζωή. Αυτή πρώτη έκαμε την αρχή και είπε όλη την ιστορία αυτή και τελειώνοντας λέει: «Τι να κάνουμε αυτουνού που καταδίκασε την αδελφή μου», και έδειξε τον άντρα της τον βασιλιά. «Θάνατος! Θάνατος!» όλοι εφώναξαν. Αλλά ο βασιλιάς του κάτω κόσμου, που ήτανε φίλος του, είπε: «Ας του χαρίσουμε τη ζωή και ας τον στείλουμε εξόριστο». Και τον στείλανε εξόριστο σε άλλο μακρινό νησί και ζήσανε αυτοί καλά και εμείς καλύτερα.

ΛΦ 890: Παραλλαγή που συλλέχτηκε από τον Μακεδόνα Κωνσταντίνο στην Πάτρα. Αφηγητής Μ. Παρασκευόπουλος, ετών 60, το 1960.

Page 199: IAEN 23 Tale Types 1994

ΣΥΝΘΕΤΙΚΗ ΠΑΡΑΛΛΑΓΗ

I. Το όνειρο

α: Ο ήρωας· α1 : η ηρωίδα- α2: είναι το μικρότερο παιδί- α3: από τα τρία αγόρια· α4: από τα τρία κορίτσια· α5: από τα παιδιά· α6: του πατέρα τους· α7: του βασιλιά-α8: που ζητάει από τα παιδιά του να του διηγηθούν το όνειρό τους- α9: προκειμένου να τα παντρέψει- α10: η ηρωίδα ζει με τον αδελφό της, ο πατέρας τους πριν πεθάνει τους έχει δώσει εντολή νάναι πάντα αγαπημένοι.

β: Ενώ τα άλλα παιδιά χαροποιούν τον πατέρα τους με τα όνειρά τους- β1: βλέ-πουν τις κατάλληλες γυναίκες ή άντρες για γάμο — ή λένε ψέμματα- β2: βλέπουν τον πατέρα τους να δοξάζεται- β3: άλλο- β4: ο ήρωας(ηρωίδα)- β5: αρνείται να διη-γηθεί το όνειρό του και τον πιέζουν β6: βλέπει τον πατέρα του (της) · β7: τον αδελφό της- β8: να του(της) ρίχνει νερό για να πλυθεί- β9: να τον(τη) προσκυνάει- β10: την μητέρα να τον(την) σκουπίζει- β11 : να ανεβαίνει στο θρόνο του πατέρα του- β12: να στέκει με τον ήλιο δεξιά και το φεγγάρι αριστερά του και το αστέρι στο μέτωπο' β 13: να την προσκυνάνε πολλοί βασιλιάδες- β14: τα δοκάρια της στέγης να σκύβουν και να προσκυνούν- β 15: να καβαλάει χρυσό άλογο και ο πατέρας να μαζεύει τις χρυ-σές κοπριές- β16: να παντρεύεται την αδελφή του- β 17: κάποιος προφητεύει ότι ο βασιλιάς θα σκοτωθεί από έναν εγγονό του- β18: άλλο.

γ: Ο πατέρας- γ1: ο αδελφός- γ2: θυμώνει πάρα πολύ και διατάζει- γ3: τα άλλα παιδιά του- γ4: τον δήμιο- γ5: τους υπηρέτες- γ6: να τον(την) σκοτώσουν- γ7: και να του φέρουν για απόδειξη το δάχτυλο του (της) - γ8: ένα μπουκαλάκι αίμα- γ9: άλλο- γ10: να τον πετάξουν στην θάλασσα μέσα σε ένα σεντούκι- γ11: να τον (την) βάλουν φυλακή- γ12: όμως την τελευταία στιγμή τον λυπούνται και του κόβουν μόνο το δάχτυλο - γ13: ο ήρωας το σκάει- γ14: φεύγει μόνος του όταν ονειρεύεται ότι θα παντρευτεί την αδελφή του- γ15: άλλο.

II. Οι περιπέτειες του ήρωα / της ηρωίδας

α: Ο ήρωας- α1: καταφεύγει στο σπίτι (σπηλιά) - α2: ενός βοσκού- α3: ενός δρά-κου- α4: μιας δράκισσας ή μιας Λάμιας· α5: ενός γέρου και μιας γριάς· α6: τυφλού(ών)· α7: που τον ξεγελάει ότι μόλις τον(τη) γέννησε με μια πορδή ή ένα φτέρνισμα· α8: ο νέος γονιός δοκιμάζει την αντοχή του παιδιού χτυπώντας το δυνατά· α9: αλλά ο ήρωας και πάλι τον ξεγελάει αφήνοντάς τον να χτυπάει ένα αντικείμενο.

β: Παρά τις συμβουλές του θετού γονιού ο ήρωας βόσκει τα πρόβατα στο απαγο-ρευμένο μέρος, που ανήκει- β1: στο θηρίο- β2: στις νεράιδες- β3: έχοντας μαζί του τα μαγικά δώρα του γονιού του (σουραύλι, γκλίτσα, σκοινί, μαχαίρι) · β4: σκοτώνει

Page 200: IAEN 23 Tale Types 1994

το θηρίο· β5: εξουθενώνει τις νεράιδες στον χορό, παίζοντας όλη τη μέρα το σουραύλι-

β6: και τις κρεμάει από τα μαλλιά από ένα δέντρο- β7: κατορθώνει να πάρει πίσω τα μάτια του γονιού του- β8: κρυμμένα μέσα σε μήλα που τα δίνει στο γονιό να τα φάει- β9: αλλού- β10: οι γέροι υιοθετούν τον ήρωα και τον αγαπάνε πολύ.

γ: Ο θετός γονιός δίνει στον ήρωα τα κλειδιά από όλα τα δωμάτια του σπιτιού και του απαγορεύει να μπει στο τελευταίο δωμάτιο- γ1: ο ήρωας βρίσκει μόνος του το κλειδί του δωματίου και το επισκέπτεται κρυφά- γ2: βρίσκει το κλειδί ψειρίζοντας το κεφάλι του γονιού- γ3: μέσα στο δωμάτιο βρίσκει- γ4: ένα μαγικό άλογο- γ5: ένα χρυσό συντριβάνι, όπου μπαίνει και χρυσώνεται και αυτός και το άλογο· γ6: ένα παράθυρο που βγάζει στον κήπο του βασιλόπουλου- γ7: το βασιλόπουλο τη βλέπει, την ερωτεύεται και την ζητάει σε γάμο.

δ: Το άλογο συμβουλεύει τον ήρωα να φύγουν - δ1 : ο θετός γονιός του τους κυνηγά-ει. Μαγική φυγή. Του πετούν χτένα, σαπούνι κ.λπ., που γίνονται εμπόδια για τον διώκτη- δ2: καταφέρνουν να το σκάσουν και φτάνουν στο βασίλειο του πατέρα του ήρωα.

ε: Ο θετός γονιός δίνει πλούτη στον ήρωα.

στ: Η γυναίκα του αδελφού βρίσκει τη φυλακισμένη αδελφή στο απαγορευμένο δω-μάτιο του παλατιού- στ1: τη φροντίζει- στ2: τη στέλνει στο γλέντι του βασιλιά του Κάτω Κόσμου· στ3: που είναι φίλος του αδελφού- στ4: τη συμβουλεύει να περάσει τη νύχτα μαζί του και μετά να φύγει- στ5: η ηρωίδα μένει έγκυος και η νύφη της τη βοηθάει να γεννήσει κρυφά μέσα στο παλάτι χωρίς να ακουστεί.

III. Η εκπλήρωση του ονείρου

α: Ο ήρωας φτάνει στο βασίλειο του πατέρα του· α1 : ντυμένος με το κουφάρι ενός γέρου που έχει σκοτώσει στο δρόμο, το άλογό του ντυμένο επίσης με το κουφάρι της παλιαλογίνας του γέρου· α2: ντυμένος γερο-ζητιάνος· α3: κασίδης· α4: χρυσός, με χρυσό άλογο και χρυσό σκύλο και τον παίρνουν για τον Χριστό- α6: άλλο.

β: Παίρνει μέρος στους αγώνες πηδήματος, όπου, όποιος πηδήξει το πιο μεγάλο χαντάκι (ποτάμι), θα πάρει το βασίλειο· β1 : τη βασιλοπούλα- β2: γίνεται πόλεμος, παίρνει μέρος, νικάει και σώζει τον πατέρα του από την καταστροφή- β3: πληγώνε-ται· β4: και του δένουν την πληγή με χρυσό μαντήλι- β5: νικάει στους αγώνες και του δίνουν το βασίλειο- β6: τη βασιλοπούλα — αδελφή του γυναίκα- β7: το βράδυ στο κρεβάτι βάζει ανάμεσά τους ένα σπαθί για να μην ακουμπήσουν ο ένας τον άλλον· β8: άλλο· β9: ο βασιλιάς πηγαίνει να ελεηθεί στην πλούσια βασίλισσα, που είναι η κόρη του, γιατί από τότε που την έδιωξε καταστράφηκε.

γ: Ο βασιλιάς· γ1: σκύβει και περιποιείται την πληγή του ήρωα· γ2: σκύβει και του χύνει νερό να πλυθεί· γ3: προσκυνάει την πλούσια βασίλισσα· γ4: μαζεύει τις χρυσές κοπριές.

Page 201: IAEN 23 Tale Types 1994

δ: Αποκάλυψη — αναγνώριση από το κομμένο δάχτυλο· δ1 : αρνείται να παντρευ-τεί την αδελφή του· δ2: φεύγει και παντρεύεται την ανηψιά του δράκου· δ3: ο βασι-λιάς μετανιωμένος του ζητάει συγχώρεση· δ4: το σπαθί πετάγεται και σκοτώνει τον βασιλιά- δ5: ο ήρωας γίνεται βασιλιάς.

ε: Στέλνουν το νεογέννητο στον βασιλιά του Κάτω Κόσμου· ε1: με το δαχτυλίδι του επάνω στο καλάθι- ε2: εκείνος το αναγνωρίζει για παιδί του, μόλις βλέπει το δαχτυλίδι· ε3: εμφανίζεται η φυλακισμένη αδελφή και θηλάζει το παιδί· ε4: γάμοι, όπου κουμπάρος είναι ο αδελφός· ε5: που σκύβει και χύνει νερό να πλυθεί η νύφη.

Page 202: IAEN 23 Tale Types 1994

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΠΑΡΑΛΛΑΓΩΝ

ΗΠΕΙΡΟΣ

1. ΛΑ 2753, 190-198, Τσεπέλοβο Ζαγορίου, άτιτλο. Ενωμένο με AT 314 και 321. Ι: α, α2, α6, α8, β, β4, β5 (πριν ανεβεί σε ένα άλογο, διαλέγει το πιο κοκκαλιάρικο), β6, β15, γ, γ2, γ6, γ13. II: α, α1, α3, γ, γ1, γ5, δ, δ1, δ2. III: α, α5, γ4, δ, δ3.

2. Hahn, 2, 114, αρ. 98, Πρεμετή, άτιτλο. Ενωμένο με AT 300. I: α, α2, α3, β17, γ (ο παππούς), γ2, γ5, γ10 (όλα τα εγγόνια), γ15 (γλυτώνει μόνο το μικρότερο). II: α, α1, α2. Γλυτώνει τη θυγατέρα του βασιλιά από το θηρίο που κρατάει το νερό (AT 300) γίνεται γαμπρός του. Ρίχνοντας κατά λάθος το το-πούζι του σκοτώνει τον βασιλιά παππού του. Έτσι πραγματοποιείται η προφη-τεία.

3. Hahn, 1, 258, αρ. 45, Ζαγόρι, «Το όνειρο του βασιλόπουλου». I: α, α2, α3, α6, «7, α8, β, β4, β5, β11, γ, γ2, γ4, γ6, γ12. II: α, α1, α3, «7, γ, γ1, γ3, γ4 (κι ένα σκύλο και τους μοιράζει σωστά την τροφή τους), δ, δ1, δ2. III: α,

α1, β, β5, δ.

ΘΕΣΣΑΛΙΑ

4. ΛΑ2746, 186-193, ΡοδιάΤυρνάβου, άτιτλο. I: α, α2, α3, α6, α7 (άρρωστος), α8, β, β2, β4, β5, β11, γ, γ2, γ3, γ6, γ8, γ12. II: α, α1, «4, γ, γ1, γ3, γ4, δ, δ1 (χτένια, πλεξούδες της Λάμιας, ακόνι, που γίνονται δάσος, ποτάμι βρά-χια). III: α, α1, β, β1, β5, β6, δ, δ1, δ5.

5. ΣΠ 101, 61-63, Πήλιο, άτιτλο. I: α, α2, α3, α6, α7, α8, β, β4, β5, β6, β8, β16, γ, γ2, γ3, γ6, γ12. II: α, α1, α3 (Έλληνα), α6, α7 (πορδομπαμπάς), α8, α9, β, β2 (ξωθκιές), β3, β5, β6, β7, δ, δ1 (ξυράφι, λαδικό που γίνονται πέτρες κοφτερές, θάλασσα), δ2. III: α, α1, β, β1, β5, β7, δ, δ1, δ4.

ΘΡΑΚΗ

6. ΛΑ 513Α, 1, Αίνος, «Το όνειρο». I: α, α2, α6, α8, β, β5 (ούτε και στον βασι-λιά) , γ (ο βασιλιάς), γ2, γ9 (τον φυλακίζει και έτσι βγαίνει το όνειρο αληθινό). Τρυπάει τον τοίχο της φυλακής και χώνεται στης βασιλοπούλας, και με διάφορα κατορθώματα γίνεται γαμπρός του βασιλιά.

7. ΛΑ 725, 1, Αδριανούπολη, «Ο μικρός γιος του βασιλέα». Ι: α, α2, α3, α6,

Page 203: IAEN 23 Tale Types 1994

α7, α8, β, β4, β5, β8, γ, γ2, γ4, γ6, γ12. II: α, α1, α5, α6, β, β1, β4, β7, β10, γ, γ1, γ3, γ4, δ, δ1 (ο γέρος καβάλα σε μια κατσίκα τους κυνηγάει). III:

α, α3, β, β1, β5, β6, γ, γ2, δ.

8. Θρακικά, 17, 154-157, 72, Φανάρι Σηλυμβριας, «Θα γίνω βασιλιάς». Ενωμέ-νο με AT 667.

ΝΗΣΙΑ ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ

α. Δωδεκάνησα 9. ΡΙΟ, 159, αρ. 10, Αστυπάλαια, «Ο κασίδης». I: α, α2, α5 (τρία αγόρια κι

ένα κορίτσι), α6, α7, α8, α9 (για να δει τη μοίρα τους), β, β3 (πως παίρνουν το αδελφομοίρι τους), β4, β5, β6, β8, γ, γ2, γ4, γ6, γ7, γ9 (και το ματωμένο του πουκάμισο). II: α, α1, α3, α6, α7 (γίνεται «κωλοπαίδι» του), α8, α9, β, β2, β3, β5, β6 (ακολουθώντας ανάποδα τις συμβουλές των νεράιδων καίει τα παιδιά τους), β7, β8, γ, γ1, γ3, γ4 (που μιλάει), δ, δ1, δ2. III: α, α1, α3, α4, β, β1, β5, β7, β2, β3, γ, γ1, γ2, δ, δ1, δ3.

10. Ζωγρ. Αγών, 1, 421, αρ. δ, Νίσυρος, άτιτλο. Ι: α1, α2, α4, α6, α7, α8 (αφού τους έχει χτίσει από ένα παλάτι), β, β2, β4, β18 (ότι έπιασε το φεγγάρι κι έγειρε του άστρου να πλυθεί), γ, γ2, γ5, γ9 (να την παρατήσουν στην ερημιά να τη φάνε τα θηρία). II: α, α1, α3, β10 (γιατί είναι καλή και του κάνει όλες τις δου-λειές) , γ, γ2, γ3, γ6 (κι έρχονται τα πουλιά και της λένε πως θα τη φάει ο δράκος και τους απαντάει πως αυτά θα φαγωθούν στους γάμους της), γ7 (στέλνει προξε-νιά τη μάνα του και η βασιλοπούλα κάνει τη δύσκολη μέχρι που δέχεται το γάμο στο τέλος), ε (ο δράκος δίνει συμβουλή όταν τον πιάσει σελήνιο να του κόψουν το κεφάλι, να το θάψουν και θα βγει δέντρο που θα βγάζει μαργαριτάρι νάρχονται οι φτωχοί να παίρνουν και να την πολυχρονίζουν). III: β9 (που στο μεταξύ έχει φτωχύνει), γ2, γ3, δ.

β. Κρήτη 11. ΛΑ 725, 5, Ιεράπετρα, «Το πεδουλάκι». I: α, α2, α3, α7, α8, β, β4, β5, β6,

β8, γ, γ2, γ5, γ6, γ9 (το συκώτι του), γ12 (το συκώτι ενός σκύλου). II: α, α1, α3, α6, α7, α8, γ, γ2, γ3, γ4, δ. III: α, β2, β3, γ, γ1, δ.

γ. Κυκλάδες 12. ΛΑ 725, 7, Τήνος, άτιτλο. I: α, α2, α3, α7, α8, β, β1, β4, β5 (ούτε στο δάσκα-

λο, ούτε στις δύο βασιλοπούλες), β12, γ9 (τον θάβουν σε έναν λάκκο από όπου λύνει διάφορα στοιχήματα που βάζουν ανάμεσά τους οι δύο βασιλοπούλες). Τον κάνουν γαμπρό τους οι δύο βασιλιάδες. Επαληθεύεται το όνειρο.

Page 204: IAEN 23 Tale Types 1994

ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ

13. ΛΑ 725, 4, Κορώνη, άτιτλο. J: α, α2, α3, α7, α8, β, β4, β5, β15 (να μαζεύει τα φλουριά που θα πέφτουν από τον κώλο του αλόγου), γ, γ2, γ5, γ6, γ7, γ12. II: α, α1, α3, α6, α7, α8, β, β2, β5, β6 (κατεβαίνει στο υπόγειο παλάτι της και γνωρίζει τις κόρες της), β7, γ, γ2, γ3 (φοράδες που βγάζουν φλουριά). III: α, γ4, δ, δ2 (γυρνάει στις κόρες της Νεράιδας).

14. ΛΑ 1188, (ΣΜ 18), 63-66, Γαστούνη Ηλείας, άτιτλο. I: α10, β4, β7, β8, γ1, γ2, γ11. II: στ, στ1, στ2, στ3 (και είναι καταραμένος να ζει στον κάτω

κόσμο έως ότου τον επισκεφθεί μια γυναίκα), στ4 (φεύγει κόβοντας την πλεξού-δα της που αυτός την κρατάει στο χέρι), στ5. III: ε, ε2 (ακούει το τραγούδι της κοπέλας: «Παιδάκι μου, για σε έχασα την νιότη μου, για σε την λεβεντιά μου, για σε την πλεξούδα μου στου βασιλιά τα χέρια»), ε3, ε4, ε5.

15. ΛΦ 287, 7-δ, Τρίπολη, άτιτλο. I: α1, α2, α4, α7, α8, β, β4, β5, β6, β8, γ, γ2, γ4, γ6, γ12. II: Στην ερημιά η βασιλοπούλα συναντάει ένα κριάρι με χρυσά κέρατα και ανθρώπινη λαλιά (μαγεμένο βασιλόπουλο), που την κάνει γυναίκα του. III: Πλουσιοντυμένη έρχεται δυό φορές στο παλάτι του πατέρα της για τους γάμους των αδελφών της. Την αναγνωρίζουν στο τέλος. Ο πατέρας κόβει τα κέ-ρατα του κριαριού και το ξεμαγεύει. Χαρίζει στην κόρη του την βασιλεία.

16. ΛΦ 890, 1-4, Πάτρα, «Η κακή βασίλισσα». Ι: α10, β4, β7, β14, γ1, γ2, γ11. II: στ (κλέβει το κλειδί από την τσέπη του άντρα της), στ1, στ2, στ3, στ4 (της φτιάχνει ένα νυχτικό με πολλά κουμπιά που του το αφήνει στο προσκέφαλο του όταν αυτός αποκοιμιέται), στ5 (για να μην ακούγονται οι φωνές της την ώρα που γεννάει η βασίλισσα καίει σπάρτα που σκάνε με θόρυβο). III: ε (μέσα σε ένα καλάθι με λουλούδια), ε1, ε2, ε3 (γιατί καμιά γυναίκα δεν μπορεί να το ησυχάσει και να το θηλάσει το παιδί), ε5 (ο αδελφός σκύβει και τη βοηθάει να πεζέψει), δ (διώχνουν τον κακό αδελφό).

17. ΛΦ 1083, 5-7, Σπέτσες, άτιτλο. I: α, α2, α3, α7, α8, β, β2, β4, β6, β8, γ, γ2, γ4, γ6, γ7, γ12. II: α, α1, α5, α6, β, β2, β5 (τις ψειρίζει), β6, β7, β10, δ. III: α, β, β1, β5, β6, γ, γ2, δ, δ1, δ3.

18. ΛΦ 1785, 1-5, Ανυφή Αργολίδας, «Το όνειρον». Ενωμένο με AT 321 και AT 314. Ι: α, α2, α3, α7, β4, β6, β9 (ενώ αυτός θα είναι καβάλα πάνω σε ένα κόκκινο άλογο), γ, γ2, γ3, γ6, γ7, γ8, γ12, α, α1, α3 (αράπη), α6, β, β2, β3, β5, β6, β7, β8, γ, γ1, γ3, δ, δ1, δ2. III: α, β, β5, γ, γ5 (έπεσε και τον προσκύνησε), δ, δ3.

ΣΤΕΡΕΑ ΕΛΛΑΔΑ

19. ΛΦ 1462, 10-12 Θήβα, «Το όνειρο». I: α, α2, α5 (τέσσερα), α6, α8, β, β4,

Page 205: IAEN 23 Tale Types 1994

β6, β8, β10, γ, γ2, γ3, γ6, γ8, γ12. II: α, α1, α2, α6 (του Αγίου Νικόλα), β, β2, β3, β5, β7, β10 (του δίνει ένα άλογο να γυρίσει πίσω). III: α (σαν πολύ πλούσιος), α6 (και τον περιποιούνται, τον πλένουν, τον σκουπίζουν, του προσφέ-ρουν την κόρη τους σε γάμο), β6, β7, δ.

ΜΙΚΡΑ ΑΣΙΑ

20. ΛΑ 725, 2, Ανω Αμισός Πόντου, «Το όραμα του βασιλόπαιδου». Ίδιο με Λια-νίδη, 14-25. I: α, α2, α3, α7, α8, α9, β, β1, β4, β5, β6, β7, γ, γ2, γ3, γ9 (να τον διώξουν). II: α, α1, α5, α6, β, β1, β4, β7, β9 (σε δύο κόκκαλα κάτω από τη σκάλα του σπιτιού), β10, γ, γ3, γ4, γ5, δ (ο ήρωας θέλει να γυρίσει πίσω). III: α, α5, γ, γ2, δ, S3, δ5 (και φέρνει στο παλάτι τους θετούς γονιούς του).

21. ΚΜΣ, Αρντάσα 11, Άδισα Πόντου, «Ένα παραμύθι». I: α, α2, α7, α8, β4, β6, β8, γ, γ2, γ3, γ15 (τον διώχνουν). III: α, α6 (πλούσιος και αγνώριστος), γ, γ2, δ.

22. Carnoy-Nicolaides, 43-56, Ιντζέσκου Καισαρείας, Καππαδοκία, «Le fils du laboureur et ses six compagnons». Ενωμένο με AT 513A.

23. Dawkins, M.G.F., 348-354, αρ. 53, Φάρασα Καππαδοκίας, «The boy's dre-am». Το παιδί είναι μοναχοπαίδι. Αρνείται να πει στους γονείς του το όνειρο του. Το διώχνουν. Αρνείται να το πει και στον βασιλιά. Διατάζει να του κόψουν το κεφάλι, τον σώζει η κόρη του βασιλιά. Λύνει τα αινίγματα που βάζει ο εχθρός του βασιλιά. Παντρεύεται τις κόρες των δύο βασιλιάδων. Αποκτά κόρη. Το πε-ριεχόμενο του ονείρου ήταν ότι κρατούσε τρία τριαντάφυλλα: ένα ανοιχτό, ένα έτοιμο ν' ανοίξει και ένα μπουμπούκι. Τα τριαντάφυλλα αυτά ήταν οι δύο γυναί-κες και η κόρη.

24. Dawkins 359, Νίγδη Καππαδοκίας, «Το όνειρο». I: α, α2, α3, α7, α8, β4, β6, β8, β10, γ, γ2, γ10. II: Βγαίνοντας στην άλλη άκρη εξηγεί στον βασιλιά ένα αίνιγμα: γιατί τα δύο σπουργίτια στην αυλή του μαλώνουν; γιατί είναι γονιοί και έχασαν το παιδί τους. Ο βασιλιάς τον κάνει γαμπρό του. III: γ, γ2, δ.

25. Dawkins 537, Φάρασα Καππαδοκίας, άτιτλο. I: α, α2, β5, β12, β18 (δεν το λέει ούτε στον βασιλιά), γ, γ2, γ11. II: Δείχνοντας δείγματα της εξυπνάδας του γίνεται γαμπρός του βασιλιά. Παντρεύεται και άλλη μια βασιλοπούλα και το όνειρο βγαίνει αληθινό.

26. Επιφανείου — Πετράκη, 69-δ9, Σμύρνη, «Η νεράιδα Παριμπανού». I: α, α2, α3, α7, α8, β, β1, β4, β6, β8, β9, γ, γ2, γ3, γ6, γ7, γ12. II: Συναντά βρώμικη και κουρελού κοπέλα, την περιποιείται και γίνεται πάλι όμορφη νεράιδα που η μάνα της την είχε καταραστεί. Τον κάνει άντρα της και τον οδηγεί στο υπόγειο

Page 206: IAEN 23 Tale Types 1994

παλάτι της. III: Όταν το βασιλόπουλο πεθυμάει τους δικούς του, του δίνει μαγι-κό φτερό που το φυσάει και ό,τι θέλει γίνεται. Διάφορα κατορθώματα· α, β2, Υ, γ2, δ, δ3.

ΚΥΠΡΟΣ

27. ΛΦ 686, 35-43, Ριζοκάρπασο, άτιτλο. I: α, α2, α3, α6, α7, α8, α9, β, β1 (βεζυροπούλα, κόρη του αρμοστή), β4, β16, γ, γ2, γ9 (να τον διώξουν). II: α, α1 (ανασηκώνει μια πλάκα και κατεβαίνει στο υπόγειο παλάτι), α3, α6, α7 (φτάρνισμα), α8, α9, β, β2, β3, β5, β7, β8, γ, γ1, γ3, γ4, γ5. Ο δράκος πεθαί-νει. III: α, α1, β, β1, β5, β2 (εμφανίζεται χρυσός με άλογο χρυσό, και κανείς δεν αναγνωρίζει τον γέρο που έχει παντρευτεί τη βασιλοπούλα), γ, γ2, δ, δ1, δ3.

28. ΛΦ 1159, 21-26, Λευκόνοικο Μεσαριάς, «Ο Κουτσουλλόδρακος». I: Στον άκληρο βασιλιά δίνει ο μάγος τρία μήλα για να κάνει τέσσερις κόρες και ένα γ10. Προλέ-γει όμως ότι ο γιος θα παντρευτεί τη μικρότερη αδελφή του. Μαθαίνοντάς το ο γιος φεύγει. II: α, α1, α3, α6, α7, α8, α9, β, β2, β3 (πουλάει αρνιά στο Βορ-ρά, Νότο, Ανατολή, Δύση και αγοράζει τα μαγικά αντικείμενα), β5, β6, β7, β8, γ, γ1, γ3, γ4 (φτερωτό). III: α, β, β1, β5, δ, δ1, δ2.

29. ΛΦ 1287, 10-14, Μεσσαριά, «Η Δρακούνα». I: α1, α2, α4, α7 (που πιστεύει ότι η ηρωίδα είναι κακότυχη, γιατί όταν γεννήθηκε έχασε στον πόλεμο, και συνέ-χεια με διάφορες δοκιμασίες προσπαθεί να αποδείξει την κακοτυχία της), α8, α9, β, β1 (φούρναρη, μάγειρα), β4, β13, γ, γ2, γ5, γ6, γ9 (τα μάτια της), γ12 (πηγαίνουν στον βασιλιά τα μάτια ενός σκυλιού). II: α, α1, α4 (μιας γερο-δρακούνας), α6, α7 (της ρίχνει πιπέρι στη μύτη και αυτή φταρνίζεται δυνατά), α8, α9 (φοράει στο κεφάλι της ένα τάσι και αντέχει τα χτυπήματα), γ, γ3, γ6 (κι έρχονται τα πουλιά και της λέει πως θα τη φάει η δρακούνα και αυτή πως εσείς θα πεθάνετε. Το βασιλόπουλο έρχεται να δει γιατί ψοφάνε τα πουλιά και τα κουνέλια του), γ7, ε (η Δρακούνα της δίνει ένα δαχτυλίδι που την ειδοποιεί ότι πέθανε. Τη θάβουν και από το σώμα της βγαίνουν δέντρα με φύλλα πολύχρω-μα). III: Όλοι οι βασιλιάδες πηγαίνουν να δουν τα θαυμάσια δέντρα και προ-σκυνούν τη βασίλισσα που τα έχει - β9, γ3 (σκύβει και αυτή και του φιλά το χέρι), δ, δ3.

30. ΛΦ 1615, 1-7, Καϊμακλί Λευκωσίας, άτιτλο. I: α, α2, α5 (δύο κορίτσια και ένα αγόρι), α7, α8, β, β2, β4, β5, β6, β8, γ, γ2, γ4, γ6, γ7 (το συκώτι του), γ12 (και το συκώτι ενός προβάτου). Ο βασιλιάς χαρούμενος που ξεφορτώθηκε τον γ10 του βάζει τον μάγειρα και μαγειρεύει το συκώτι και το προσφέρει στη γυναίκα του και στις κόρες του, που όταν μαθαίνουν την αλήθεια αρρωσταίνουν. II: α, α1, α3, α6, β, β2, β3 (τα μαγικά δώρα του δίνει ο Χριστός παίρνοντας σε αντάλλαγμα αρνιά), β5, β6, β7, β8. Ο δράκος φεύγει και το βασιλόπουλο

Page 207: IAEN 23 Tale Types 1994

μαζεύει κόσμο και κάνει την πόλη να ανθίσει. III: α, β, β1, β5, β6, δ. Βάζει τον πατέρα του φυλακή και νικάει αυτούς που έρχονται να τον ελευθερώσουν.

ΑΔΗΛΟΥ ΤΟΠΟΥ

31. Misotakis, 71-δ9, «Der geprüfte Prinz». I: α, α2, α3, α7, α8, β, β4, β5, β6, β8, γ, γ2, γ5, γ6, γ7, γ12. II: α, α1, α3, α6, α7, β, β2, β3, β5, β6 (εξοντώνει τα παιδιά τους ακολουθώντας ανάποδα τις οδηγίες που του δόθηκαν), β7, β8, γ, γ3, γ4 (και ένα σπαθί), δ, δ1, δ2. III: α (σε ένα πηγάδι το άλογο χρυσώνεται και ασημώνεται), β2, γ, γ2, δ, δ3. Τον υπηρέτη που δεν τον σκότωσε τον αντα-μείβει βάζοντάς τον πάντα στα δεξιά του.

Page 208: IAEN 23 Tale Types 1994

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

Το παραμύθι αυτό μαζί με τους τύπους 517 και 671 ανήκει, σύμφωνα με τον Paul Delarue', στον κύκλο των παραμυθιών με θέμα την εκπλήρωση της προφητείας. Στο 517, το παιδί μαθαίνει ανάμεσα σε πολλά άλλα και τη γλώσσα των ζώων, μέσω της οποίας του αποκαλύπτεται η μελλοντική του δόξα. Το ίδιο συμβαίνει και στο 671. Στο 725, ο ήρωας βλέπει στο όνειρό του ότι οι γονείς του θα τον προσκυνήσουν και αυτό προκαλεί την οργή του πατέρα του, που τον διώχνει από το σπίτι, ή διατάζει να τον σκοτώσουν.

Ο St. Thompson2 θεωρεί ότι αυτά τα παραμύθια, που συναντώνται κυρίως στην Ευρώπη, πρέπει να έχουν λογοτεχνική προέλευση, καθώς υπάρχουν πολλές γραπτές τους παραλλαγές από τον Μεσαίωνα, όπως π.χ, οι διηγήσεις της ζωής του Πάπα Συλβέστρου του Πίου και του Πάπα Ιννοκέντιου του ΙΙΙου (ο ήρωας γίνεται Πάπας και οι γονείς του έρχονται γονατιστοί να πάρουν την ευλογία του, οπότε η προφητεία εκπληρώνεται).

Το 725 θυμίζει βέβαια τη βιβλική ιστορία του Ιωσήφ: «Ιδού ενυπνιασάμην ενύ-πνιον έτερον, ώσπερ ο ήλιος και η σελήνη και ένδεκα αστέρες προσεκύνουν με». Και επετίμησεν αυτόν ο πατήρ αυτού και είπεν αυτώ: «Τι το ενύπνιον τούτο, ο ενυπνιά-σθης; άρά γε ελθόντες ελευσόμεθα εγώ τε και η μήτηρ σου και οι αδελφοί σου προσκυ-νήσαι σοι επί την γην;» (Γένεση 37). Θα ήταν παράλειψη να μην αναφέραμε εδώ την πολύ ενδιαφέρουσα αντιστροφή που συμβαίνει κατά το πέρασμα του θέματος από τη βιβλική διήγηση στο λαϊκό παραμύθι, τουλάχιστον στις ελληνικές παραλλαγές. Παρατηρούμε λοιπόν, ότι ενώ στην ιστορία του Ιωσήφ το όνειρο, που αφορά εξάλλου όλη την οικογένεια, εξοργίζει τους αδελφούς του και όχι τον πατέρα του: («εζήλωσαν δε αυτόν οι αδελφοί αυτού, ο δε πατήρ αυτού διετήρησεν το ρήμα»), στο παραμύθι η σύγκρουση γίνεται ανάμεσα στον γ10 και τον πατέρα — και μάλιστα με μεγάλη σφοδρότητα, ενώ οι αδελφοί σπλαχνίζονται τον αδελφό τους και, παρόλη τη διαταγή του πατέρα τους, δεν τον σκοτώνουν, για να ξαναγυρίσουν στο βιβλικό μοτίβο του ξεγελάσματος του πατέρα με το ματωμένο πουκάμισο του μικρού, (μιας που φόνος δε γίνεται τελικά σε καμιά περίπτωση μέσα στην οικογένεια), αποδεικτικό στοιχείο που στην πρώτη περίπτωση θα ρίξει τον Ιακώβ σε μαύρο πένθος, στη δεύτερη θα εφη-συχάσει τον κακό πατέρα. Στις ελληνικές παραλλαγές έχουμε σύγκρουση οριζόντια μέσα στην ίδια γενεά, μόνον όταν τα αδέλφια είναι διαφορετικού φύλου και... ορφανά. Και κάπως λογικά θα λέγαμε, ο καταδιωκόμενος είναι γυναίκα και ο απειλούμενος άντρας.

Το 725 λοιπόν, εμφανίζεται με δύο κυρίως μορφές, μία με αρσενικό ήρωα (25

1. Delarue. ό.π., 709. 2. St. Thompson, ό.π., 138.

Page 209: IAEN 23 Tale Types 1994

παραλλαγές) και μία με θηλυκό (5 παραλλαγές). Η M. L. Ténèze3 που παραθέτει δύο κορσικανικές παραλλαγές του 725, λέει ότι ο καθηγητής Pertev Boratav που έχει συντάξει τον κατάλογο των τουρκικών παραμυθιών, της ανέφερε ότι αυτές οι παραλ-λαγές (και οι δύο με ηρωίδα, σε αντίθεση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές) είναι ίδιες με τις τουρκικές ως και τις πιο μικρές λεπτομέρειες. Οι ελληνικές παραλλαγές No 10 από τη Νίσυρο και Νο39 από τη Μεσσαριά της Κρήτης είναι πανομοιότυπες με τις τουρκικές και τις κορσικανικές. Οσο για την παραλλαγή Νο15 (κριάρι με χρυσά κέρατα) από την Τρίπολη είναι σε γενικές γραμμές ίδια με τη γαλλική παραλλαγή της Madame d'Aulnoy «Le mouton» (που το βρίσκουμε επίσης και ανάμεσα στις πα-ραλλαγές του 425, λόγω της παρουσίας του υπερφυσικού συζύγου)4. Θα μπορούσα-με επίσης να παρατηρήσουμε ότι οι «θηλυκές» παραλλαγές αυτής της μορφής παρου-σιάζουν μια πλοκή σχετική με αυτήν του βασιλιά Ληρ, όπου η μικρότερη κόρη διώ-χνεται από τον πατέρα της, γιατί η απάντησή της στο ερώτημα πόσο τον αγαπάει δεν τον ικανοποιεί^.

Οι δύο άλλες «θηλυκιές» παραλλαγές του 725 (Νο16 από την Πάτρα και Νο14 από τη Γαστούνη), δεν έχουν στην πραγματικότητα καμιά σχέση με τον τύπο, εκτός από το στοιχείο της εκπλήρωσης του ονείρου.

Οι «αρσενικές» τώρα ελληνικές παραλλαγές του 725 είναι διαφορετικές από τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές, από όπου λείπουν όλες οι πρώτες περιπέτειες του ήρωα. Από τις ευρωπαϊκές λείπει δηλαδή όλο το δεύτερο επεισόδιο, όπου ο ήρωας αποκτά τον θετό γονιό του με το θαυμαστό κόλπο της πορδής ή του φταρνίσματος (που υπάρχει και στις «θηλυκές» παραλλαγές), η ανάκτηση των ματιών του θετού γονιού από τις νεράιδες, το απαγορευμένο δωμάτιο, η μαγική φυγή με το άλογο.

Επίσης διαφέρουν από τις ευρωπαϊκές ως προς το γεγονός ότι ο ήρωας γυρνάει αγνώριστος στο βασίλειο του πατέρα του, νικά τους εχθρούς του πατέρα του, κερδίζει δε το χέρι της αδελφής του (μέρος του προφητικού ονείρου που το κάνει πιο απειλητι-κό) , στις ιπποδρομίες. Εδώ έχουμε προφανώς έναν συμφυρμό με το 314, όπου ο ήρω-ας, ολόχρυσος, με βοηθό το άλογο, νικάει τους πάντες και κερδίζει το χέρι της βασι-λοπούλας. Είναι πολυ ενδιαφέρουσα η ανάπλαση του 314, που γίνεται μέσα από το 725, και κυρίως ο γάμος του αδελφού με την αδελφή, όπου επιβάλλεται λογικά η επαναχρησιμοποίηση του πανάρχαιου μοτίβου του γυμνού σπαθιού ανάμεσα στους δυό κοιμώμενους νεόνυμφους, που όμως δεν πρέπει να αγγιχτούν. Αυτό το μοτίβο (AT 351, the sword of chastity) συναντάται συνήθως στο AT 303, όπου ο δίδυμος αδελφός βάζει το σπαθί του ανάμεσα σε αυτόν και τη γυναίκα του αδελφού του, που δεν έχει καταλάβει την αλλαγή των προσώπων.

Πιστεύουμε ότι οι ελληνικές παραλλαγές του τύπου 725 αποτελούν ένα ενδιαφέρον παράδειγμα του τρόπου με τον οποίο πάνω στον κορμό μιας λογοτεχνικής θρησκευτι-κής διήγησης (Ιωσήφ, Βίοι Αγίων, Παπών), η προφορική παράδοση έχει αναπτύξει μιαν αφήγηση που συνδυάζει με γοητευτικό τρόπο στοιχεία από πολλά δημοφιλή πα-ραμύθια.

3. Delarue, II, ό.π., 709. 4. Delarue, II, ό.π., 92. 5. Παραμυθιακός τύπος AT 923.

Page 210: IAEN 23 Tale Types 1994
Page 211: IAEN 23 Tale Types 1994

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 729

Page 212: IAEN 23 Tale Types 1994
Page 213: IAEN 23 Tale Types 1994

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ 7

Το τσεκούρι που έπεσε στο ποτάμι

AT: The Axe falls into the Stream Περίληψη

Ο Χριστός ανταμείβει το τίμιο παιδί που χάνει το τσεκούρι του στο ποτάμι, δίνον-τάς του πίσω και ένα χρυσό. Στον ψεύτη δεν δίνει τίποτα.

ΠΑΡΑΛΛΑΓΗ

ΛΑ 1273, (ΣΜ 103), 67-69, Θίσβη Βοιωτίας, «Το παιδί με το τσεκούρι».

Page 214: IAEN 23 Tale Types 1994
Page 215: IAEN 23 Tale Types 1994

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 735

Page 216: IAEN 23 Tale Types 1994
Page 217: IAEN 23 Tale Types 1994

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 735

Τα δύο αδέλφια Οδοιπορία προς την τύχη

AT: The Rich Man's and the Poor Man's Fortune Τα δύο αδέλφια

Μια φορά κι έναν καιρό ήταν δύο αδέλφια. Ο ένας ήταν πλούσιος και ο άλλος φτω-χός. Ο φτωχός ήταν δυστυχής και δούλευε στα κτήματα του αδελφού του. Είχε δύο αγόρια και ο πλούσιος είχε ένα. Το παιδί του πλούσιου πήγαινε κάθε μέρα στο σπίτι των φτωχών παιδιών και η θεία του του έδινε και έτρωγε. Οταν γύριζε στο σπίτι, η μητέρα του του έδινε φαγητό, αλλά αυτό ήταν χορτάτο και δεν έτρωγε. Μια μέρα, ο φτωχός πήγε στον αδελφό του και του ζήτησε δουλειά. Επειδή όμως πήγαινε πολ-λές φορές, ο πλούσιος του αγόρασε ένα κτήμα και έτσι τον ξεφορτώθηκε.

Ο φτωχός όμως ήταν πολύ εργατικός και περιποιόταν το κτήμα. Μια μέρα, σκά-βοντας, βρήκε ένα κιούπι με φλουριά. Δεν μπόρεσε να τα κρατήσει και τα πήγε στον αδελφό του, επειδή του τόχε χαρίσει το κτήμα. Ο πλούσιος όμως δεν το δεχόταν εφό-σον ήταν εύρημα του αδελφού του. Και ο φτωχός με κανένα τρόπο δεν ήθελε να τα κρατήσει τα φλουριά.

Αποφασίζει να αποχωρήσει από το κτήμα και πηγαίνει μόνος του να βρει την τύχη του. Εκεί που βάδιζε μια μέρα μέσα στο δάσος, βρήκε έναν βοσκό. Ο βοσκός του είπε: «Πού πας από δω άνθρωπε μου;» «Πάω να βρω την τύχη μου», αποκρίθηκε ο φτω-χός. Ο βοσκός τότε τον συμβουλεύει ότι για να βρει την τύχη του πρέπει να βαδίσει πολύ μακριά.

Ξαναπαίρνει ο φτωχός το δρόμο του και βρίσκει μια γριά σε μια φτωχή καλύβα. Η γριά του λέει πως για να βρει την τύχη του, πρέπει να φτάσει σ' έναν πύργο όπου βρίσκονται πολλά λεοντάρια, αλλά να μη φοβηθεί. Προχωρώντας στο δρόμο θα βρει μια σιδερένια πόρτα, θα την ανοίξει και θα μπει μέσα και θα βρει μια μικρή λίμνη, όπου θα κάθεται μια πεντάμορφη και για καθρέφτη θα χρησιμοποιεί τη λίμνη. Εάν η κοπέλα του μιλήσει, να μην την πιστέψει. Να την πιάσει από τα μαλλιά και να της βουτήξει δυο φορές στη λίμνη το κεφάλι. Εάν τον ρωτήσει η πεντάμορφη, τι θέλει, να της πει ότι έρχεται από μακριά για να βρει την τύχη του. Θα την παρακαλέσει να τον βοηθήσει. Πράγματι, έτσι και έγινε. Προχώρησε ο φτωχός και του συνέβησαν

Page 218: IAEN 23 Tale Types 1994

τα πράγματα όπως τα είπε η γριά. Ο φτωχός όμως, αντί να βουτήξει δύο φορές την πεντάμορφη όπως του είπε η γριά, τη βούτηξε τρεις φορές στη λίμνη. Η κοπέλα κου-ράστηκε και αναγκάστηκε να δώσει το θησαυρό που είχε στη λίμνη. Γυρίζει τότε ο φτωχός ευχαριστημένος με το χρυσάφι. Περνώντας για το σπίτι του, δίνει στη γριά μερικά φλουριά. Στο δρόμο βρίσκει και το βοσκό και δίνει και σε τούτον μερικά.

Όταν έφτασε στο σπίτι του, η οικογένειά του χάρηκε και με τα φλουριά μπόρεσε να χτίσει ένα σπίτι.

Μια μέρα ο πλούσιος πήγε να επισκεφθεί τον αδελφό του και τον ρωτά πώς έγινε τόσο πλούσιος. Ο αδελφός του τού τα εξήγησε όλα. Ο πρώην φτωχός επιστρέφει όλα τα λεπτά που είχε πάρει από τον αδελφό του και έτσι έζησαν καλά και...

ΛΦ 1711 : Παραλλαγή που συλλέχτηκε από τη Φωτεινή Τσιούφη το 1956 σε ένα χωριό της Θεσσα-λίας. Αφηγήτρια μια γυναίκα 85 περίπου χρονών.

Page 219: IAEN 23 Tale Types 1994

ΣΥΝΘΕΤΙΚΗ ΠΑΡΑΛΛΑΓΗ

I. Ο φτωχός και ο πλούσιος

α: Ένας φτωχός· α1 : κι ένας πλούσιος· α2: δύο αδέλφια· α3: γείτονες· α4: ο ένας προκομένος· α5: ο άλλος τεμπέλης· α6: ο πρώτος δουλεύει πολύ και όλα του πάνε στραβά- α7: ο δεύτερος όλη τη μέρα κάθεται και πλουτίζει χωρίς κόπο.

β: Ο πλούσιος δίνει στον φτωχό· β1 : ένα κτήμα· β2: διάφορα αγαθά που καταστρέ-φονται αμέσως· β3: ο φτωχός έχει ένα κτήμα· β4: που το φροντίζει πολύ" β5: μια μέρα, οργώνοντας, βρίσκει ένα κιούπι με φλουριά· β6: ο πλούσιος οργώνοντας μια φορά το κτήμα του φτωχού βρίσκει ένα κιούπι με φλουριά- β7: ο φτωχός τα δίνει στον πλούσιο θεωρώντας ότι δικαιωματικά του ανήκουν.

γ: Ο φτωχός αποφασίζει να πάει να βρει την τύχη του- γ1: ο αδελφός του του δίνει ένα ζευγάρι παπούτσια γιατί είναι ξυπόλητος.

II. Συνάντηση με την τύχη

α: Στον δρόμο συναντά ένα πρόσωπο που του δίνει συμβουλές για το πού θα βρει την τύχη του και πώς να της φερθεί· α1 : μια γριά· α2: έναν βοσκό· α3: έναν ερημίτη.

β: Συναντά την τύχη του πλούσιου που είναι· β1 : μια γεροδεμένη γυναίκα που κόβει ξύλα- β2: ένας αράπης που σκάβει νύχτα-μέρα - β3: μια όμορφη κοπέλα που γνέθει και φυλάει πρόβατα- β4: μια γυναίκα που δουλεύει- β5: μια όμορφη γυναίκα μπλεγμένη στα αγκάθια· β6: ένας ζευγάς που οργώνει χωρίς σταματημό.

γ: Στη συνέχεια συναντά τη δικιά του τύχη που είναι· γ1: μια πεντάμορφη· γ2: που καθρεφτίζεται μέσα σε μια λίμνη· γ3: μια κυρά με μεταξωτά και πλούτη· γ4: μια γυναίκα που κάθεται και γλεντάει με μουσικές και τραγούδια· γ5: μια γριά που κοιμάται στη ρίζα ενός δέντρου· γ6: μια γυναίκα που λούζεται και πλένεται· γ7: ένας άντρας που κάθεται και παίζει λύρα.

δ: Ακολουθώντας τις συμβουλές που του έχουν δώσει- δ1 : την αρπάζει από τα μαλ-λιά και της βουτάει το κεφάλι μέσα στο νερό- δ2: τη δέρνει- δ3: βγάζει το μαχαίρι του να τη σφάξει- δ4: της σπάει τη λύρα στο κεφάλι και από μέσα πέφτει ένας παράς-

δ5: η τύχη για να γλυτώσει υπόσχεται να τον βοηθήσει και του δίνει- δ6: τον θησαυρό της λίμνης- δ7: τη μαύρη όρνιθα- δ8: το μαγικό δαχτυλίδι - δ9: άλλο- δ10: την ξυπνά-ει και εκείνη του λέει πως αν ήταν ξύπνια ούτε τα παπούτσια που φοράει δεν θα είχε-

δ11: η τύχη του δεν μπορεί να τον βοηθήσει.

III. Γυρισμός στο σπίτι

α: Ο φτωχός παίρνει τον δρόμο του γυρισμού- α1 : συναντά και ανταμοίβει όσους τον βοήθησαν· α2: επιστρέφει στον πλούσιο ό,τι του χρωστούσε· α3: ζει ευτυχισμένος.

Page 220: IAEN 23 Tale Types 1994

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΠΑΡΑΛΛΑΓΩΝ

ΘΕΣΣΑΛΙΑ

1. ΛΦ 1711, 8-10, «Τα δύο αδέλφια». Ι: α, α1, α2, α6, α7, β, β1, β4, β5, β7, γ. II: α, α1, α2 (που τον συμβουλεύουν να περάσει από τον πύργο με τα λεοντά-ρια και να μην φοβηθεί), γ, γ1, γ2, δ, δ1, δ5, δ6. III: α, α1, α2, α3.

ΝΗΣΙΑ ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ

α. Ανατολικό Αιγαίο 2. Argenti, 544-545, αρ. 31, Χίος, «Η Μοίρα της δούλας και η Μοίρα της Κυ-

ρίας» . Μια φτωχιά αλλά όμορφη δούλα παραπονιέται γιατί η κυρά της που είναι πολύ άσκημη, έχει πλούτη και κάθεται όλη τη μέρα, ενώ η ίδια δουλεύει μέρα νύχτα. Το ακούει η κυρά της και της λέει να ανέβουν στη στέγη τα μεσάνυχτα και να καλέσουν τις μοίρες τους. Πρώτη έρχεται η μοίρα της κυράς ντυμένη στα χρυσάφια, ωραία και γεμάτη υγεία. Καλούν και της δούλας που παρουσιάζεται γριά ρακένδυτη και άσκημη. Το παίρνει απόφαση η δούλα και δεν ξαναπαραπο-νιέται.

β. Κρήτη 3. ΛΦ 726, 3-δ, Κρύα Σητείας, «Οδοιπορία προς την τύχη». I: α, α1, α2, α6,

α7, β3, β4 (τόκανε σαράντα αλέτρια), β6, β7. Εδώ ενωμένο με το AT 947Α: Ο πλούσιος αφήνει ένα κομπόδεμα με λίρες στη γέφυρα από όπου περνάει ο φτω-χός, αλλά εκείνος περνώντας τη γέφυρα βάζει στοίχημα να την περάσει με κλει-στά μάτια και έτσι δεν βρίσκει τις λίρες. II: β, β2, γ, γ3, δ, δ2, δ5, δ7. Εδώ ενωμένο με AT 567: η όρνιθα γεννάει χρυσά αυγά και όποιος φάει το κεφάλι της γίνεται βασιλιάς, όποιος την καρδιά καρδιογνώστης, όποιος το συκώτι γεμί-ζει τον τόπο φλουριά. Τα τρώνε τα παιδιά του.

4. ΛΦ 1118, 1-6, «Η Μηλίτσα». I: α2, α4, α5, α6, α7 (αφού έχουν μοιράσει την περιουσία τους). Ο φτωχός πάει να δει τι κάνει ο αδελφός του· γ, γ1. II: β, β3, γ, γ5, δ10, δ11 (και τον συμβουλεύει να πάει να βρει την Τύχη). Εδώ ενωμένο με το AT 947Β* : Πηγαίνει στο σπίτι της Τύχης και βλέπει πως μοιραί-νει τους ανθρώπους που γεννιούνται κάθε μέρα. Η Τύχη τον συμβουλεύει να πά-ρει την κόρη του αδελφού του, τη Μηλίτσα, στο σπίτι του, γιατί αυτή γεννήθηκε τυχερή μέρα, και ό,τι κάνει να το κάνει για εκείνη. Έτσι κάνει και πλουτίζει (AT 737Β*).

5. ΛΦ 1525, 33-36, Βραχάσι Μεραμβέλλου, «Τα δύο αδέλφια». I: α, α1, α2, α6, α7. Εδώ ενωμένο με AT 947Α· γ. II: α, α3, β, β6, γ, γ7, δ, δ4. III: Με

Page 221: IAEN 23 Tale Types 1994

τον παρά παίρνει τρία καρύδια και με τα καρύδια μια πέτρα που είναι ατόφιο χρυσάφι χωρίς αυτός να το ξέρει. Ο αδελφός του το καταλαβαίνει και ζητά να την αγοράσει. Του ζητάει «όσο αξίζει» και παίρνει πολλά λεφτά. Ο αδελφός σκά-ει από το κακό του και τον κληρονομεί.

ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ

6. ΛΑ 735, 1, Κορώνη, άτιτλο. I: α, α1, α2, α6, α7, γ. II: β, β1, γ, γ7. Την κυνηγάει να την πιάσει, μα εκείνη φεύγει.

7. ΛΦ 722, 12-17, Πάτρα, «Η κότα και το χρυσό αυγό». I: α, α1, α2, α6, α7, β, β1, β2 (το κρασί ξυνίζει, το μπακάλικο καίγεται), β6, β7, γ. II: β, β5, γ, γ3, δ (η τύχη του αδελφού του), δ1, δ5, δ7. Συνέχεια όπως το AT 567.

8. ΛΦ 1670, 10-16, Γύθειο, «Το μαγικό δαχτυλίδι». I: α, α1, α3, α4, α5, α6, α7, γ. II: β, β1, γ, γ4, δ3, δ5, δ8. Εδώ ενωμένο με το AT 569: το δαχτυλίδι φέρνει ό,τι φαΐ ζητήσει. Αποκτά και τη μαγική γκλίτσα που φέρνει φουστανελο-φόρους και το μαγικό τσιμπούκι που φέρνει αράπηδες. Νικάει τον βασιλιά και παίρνει τη θέση του.

9. ΛΦ 1831, 19-22, Βαμβακού Λακωνίας, «Οι τύχες». I: α, α1, α2, α4, α5, β, β2 (βόδια που ψοφάνε, μαγαζί με εμπόρευμα που το κλέβουν), γ. Οπως στο AT 460Β. Στο δρόμο τον ρωτάει μια γουρούνα γιατί είναι αδύνατη, αφού τρώει όλα τα σύκα της συκιάς. II: β, β4, γ, γ4, δ11. Του απαντάει στο ερώτημα της γουρούνας: να φάει άνθρωπο. III: Το λέει στη γουρούνα και τον τρώει αυτόν.

ΣΤΕΡΕΑ ΕΛΛΑΔΑ

10. Σταυρόπουλος, ίδιο και Λαογρ. 15, 35, Ναυπακτία, άτιτλο. I: α, α1, α2. Ο πλούσιος στέλνει στο βουνό τον φτωχό να του φέρει άλογα και θα του δώσει ένα πουλαράκι· γ1. II: β, β4 (που μαζεύει άλογα), γ, γ5, 810, 811.

ΙΤΑΛΙΑ

11. Taibbi, II, 33-34, Rocca Forte, Καλαβρία, «Οι δύο sorte». I: α, α1 (παπάς), α2, β3, β4, β6, β7, γ. II: β, β4, γ, γ4, δ2, δ5, δ9 (του δίνει μια πεταλούδα που όταν κάθεται στο προσκέφαλο του αρρώστου είναι σημάδι πως ο άρρωστος θα πεθάνει, όταν στα πόδια θα ζήσει). Συνέχεια όπως το AT 332. Πλουτίζει.

Page 222: IAEN 23 Tale Types 1994

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ, βλ. σ. 246.

Page 223: IAEN 23 Tale Types 1994

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 735Α

Page 224: IAEN 23 Tale Types 1994
Page 225: IAEN 23 Tale Types 1994

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 735

Πώς ο Μάρτης έκανε πλούσιο έναν φτωχό

AT: Bad Luck Imprisoned Πώς ο Μάρτης έκανε πλούσιο έναν φτωχό

Σ' ένα χωριό ζούσε ένας άνθρωπος που τον έλεγαν μπάρμπα Ηλία. Ήταν πολύ φτωχός και άτυχος άνθρωπος. Η τύχη του δεν τον άφηνε να δημιουργήσει τίποτα. Τον κατέτρεχε η τύχη του πολύ. Αν αγόραζε ζώα θα του ψοφούσαν. Αν έπαιρνε τίποτε άλλα πράγματα θα χαλούσανε. Και πάντα θα εύρισκε ένα εμπόδιο για να μην μπορέ-σει να προοδεύσει. Ενα βραδάκι που καθότανε στο σπίτι του μόνος, του ήρθε μια ιδέα στο μυαλό του. «Όλος ο κόσμος», είπε, «κατηγοράει το μήνα Μάρτη. Εγώ θα κάμω το αντίθετο, θα κάνω λειτουργιά, θα τον υψώσω και θα τον τιμήσω τον Μάρτη. Ισως κι αυτός να με βοηθήσει». Αμέσως πήγε στην αγορά κι αγόρασε κερί, λιβάνι, άναμμα και λειτουργίες. Ξημερώνοντας η μέρα πρώτη του Μάρτη μαζί με την οικογένειά του επήγε στην εκκλησία, έκανε λειτουργία και ύψωσε τον Μάρτη. Μετά γύρισε στο σπίτι του με την οικογένειά του. Το βράδυ που κοιμήθηκε, είδε τη νύχτα ένα όνειρο. Παρουσιάστηκε ο Μάρτης και του είπε: «Πώς μου έκανες αυτή τη μεγάλη τιμή σε μένα που όλος ο κόσμος με κατηγορεί;» και αυτός είπε: «Εγώ δεν κατηγορώ κανέναν, αυτή τη στιγμή μου ήρθε η ιδέα να σε τιμήσω». «Αφού με τίμησες κι εγώ θα σε βοηθήσω να αποκτήσεις πολλά πλούτη. Το ξέρω πως η τύχη σου δεν σ' αφήνει, σε κατατρέχει πολύ, μα εγώ θα σ' ορμηνέψω τι να κάνεις. Όλο το καλοκαίρι θα μαζεύεις πολλές ζωοτροφές. Θα τις μαζεύεις στις αποθήκες και τον χειμώνα δεν θα πουλήσεις από αυτές καθόλου. Θα περάσει ο χειμώνας, θα μπω εγώ στην εξουσία και όλες μου τις μέρες θα κάνω κακοκαιρία. Τις τρεις τελευταίες μου μέρες θα ρίξω τόσα χιόνια και θα κάνω τόση κακοκαιρία, που όλοι οι άνθρωποι δεν θα ξέρουν τι να κάνουν για τα ζώα τους. Τότε θα πουλήσεις τις ζωοτροφές και θα κερδίσεις».

Ο κυρ Ηλίας έκανε όπως του είπε ο Μάρτης. Μάζεψε πολλές ζωοτροφές στις απο-θήκες του. Οι χωριανοί του τον κορόιδευαν. «Τι κάθεσαι και παιδεύεσαι; Αφού ζώα δεν έχεις γιατί να κουράζεσαι; » Πέρασε ο χειμώνας όλος χωρίς να πουλήσει καθόλου ζωοτροφές ο κυρ Ηλίας. Ήρθε ο Μάρτης κι έκανε κακοκαιρία. Οι χωριανοί άρχισαν να οργώνουν τα χωράφια που χορτάριαζαν. «Κοίτα χαζός ο κυρ Ηλίας», έλεγαν οι

Page 226: IAEN 23 Tale Types 1994

χαμένες». «Ας πάνε χαμένες», έλεγε ο κυρ Ηλίας και χαμογελούσε. Επιτέλους έφθα-σαν οι τελευταίες μέρες του Μάρτη. Ξημέρωσε κακοκαιρία με χιονοθύελλα. Τότε όλοι οι χωρικοί έτρεξαν στον κυρ Ηλία. «Σώσε μας κυρ Ηλία. Τα ζώα μας ψοφούνε. Δώσε μας τροφές».

Ο κυρ Ηλίας τότε έλεγε: «Πόσα ζώα έχεις εσύ;» Ο ένας έλεγε: « Εχω 20». Τότε ο κυρ Ηλίας έλεγε: «Δος μου εμένα τα 10 να σου δώσω ζωοτροφές». Θέλοντας και μη ο άλλος τα έδωνε. Εκεί που θα ψοφήσουν όλα από την πείνα, ας πάρει αυτός τα δέκα να γλυτώσω εγώ τα άλλα δέκα, έλεγε καθένας με τον εαυτό του. Και για να μην τα πολυλογούμε, ο κυρ Ηλίας με τον τρόπο αυτό απέκτησε τα περισσότερα ζώα από όλους στο χωριό. Σαν είδε η τύχη του πως έγινε πλουσιότερος σε ζώα από όλους τους χωριανούς, είπε στο Μάρτη: «Βάστα και να δει πως θα ψοφήσουν όλα. Θα πάω στην Ευρώπη, θα φέρω αρρώστιες, να κολλήσουν τα ζώα και να του ψοφήσουν όλα». Ο Μάρτης παρουσιάζεται στον ύπνο του και του λέγει: «Η τύχη σου αναχώρησε για την Ευρώπη, να φέρει αρρώστιες για τα ζώα σου, να σου ψοφήσουν όλα. Πήγαινε τα ζώα σου αμέσως στο παζάρι. Πούλησέ τα όλα και βάλε τα λεφτά στην τσέπη. Κανένα μην γυρίσει πίσω». Ο κυρ Ηλίας έκανε όπως του είπε ο Μάρτης.

Μετά από μια εβδομάδα ήρθε η τύχη του με τις αρρώστιες. Μα δε βρήκε ζώο στον κυρ Ηλία. Οι αρρώστιες τα βάλανε με την τύχη, γιατί οι αρρώστιες έπρεπε να κάνουν το καθήκον τους. Κακήν κακώς είδε κι έπαθε να τις διώξει. «Βρε», έλεγε η τύχη, «βρε τον αφιλότιμο τι μου έχει κάνει».

«Τι θα του κάνεις τώρα;» ρώτησε ο Μάρτης την τύχη. «Τώρα θα τον κάνω να χάσει όλα τα χρήματα που έχει». «Πώς όμως θα τα χάσει;» «Εγώ θα γίνω λαγός», λέει η τύχη. «Το καλοκαίρι που θα θερίζει τα σιτάρια του, θα τρέξω γρήγορα και θα περάσω ανάμεσα στα πόδια του. Αυτός με δρεπάνι θα κάνει να χτυπήσει τον λαγό και θα κόψει το πόδι του, θα πάθει δηλητηρίαση και θα ξοδέψει τα χρήματα στους γιατρούς. Αμέ».

Αμέσως ο Μάρτης παρουσιάστηκε πάλι στον ύπνο του και του είπε: «Η τύχη σου πάλι σε κατατρέχει. Είπε πως θα γίνει λαγός και όταν θα θερίζεις θα τρέξει ανάμεσα από τα πόδια σου και θα φύγει. Εσύ με το δρεπάνι θα κάνεις να χτυπήσεις το λαγό και θα κόψεις το πόδι σου. Ακουσε λοιπόν Tt θα κάνεις. Θα δέσεις ανάμεσα στα πόδια σου ένα ανοιχτό δερμάτινο σακί και θα θερίζεις. Οταν αυτή θα τρέξει ανάμεσα στα πόδια σου, αμέσως να κλείσεις τα πόδια σου και να μείνει μέσα στο σακί. Επειτα να δέσεις το σακί γερά και να το πάρεις σπίτι σου».

Ήρθε το καλοκαίρι και άρχισε ο θερισμός. Ο κυρ Ηλίας πήρε το σακί, το έβαλε ανοιχτό ανάμεσα στα πόδια του, και άρχισε τη δουλειά του. Πέρασε μια μέρα και ο λαγός δε φάνηκε. Πέρασε δεύτερη τίποτα. Την τρίτη όμως μέρα κατά το απόγευμα ακούστηκε από μακριά από τις άλλες παρέες που θέριζαν: «λαγός, λαγός, λαγός». Και κατευθύνθηκε ο λαγός τροχάδην ανάμεσα στα πόδια του κυρ Ηλία. Αυτός έκλεισε τα πόδια του, έσφιξε γερά με τα δύο του χέρια και έδεσε το σακί και εξακολούθησε τη δουλειά του ως το βράδυ. Το βράδυ το πήρε σπίτι του. Το κρέμασε στην κουζίνα δεμένο το σακί, εκεί που κάπνιζε κάθε μέρα ο καπνός της φωτιάς. Και έδωσε εντολή

Page 227: IAEN 23 Tale Types 1994

στη γυναίκα του και τα παιδιά του να μην πειράξει κανείς το σακί. Πέρασαν τρία ολόκληρα χρόνια χωρίς κανείς να πειράξει το σακί. Οταν καμιά φορά έβαζε πολύ καπνό στη φωτιά η γυναίκα του, αυτή φτερνίζουνταν μέσα και έκανε «μπρουφ! μπρουφ! ». Στο διάστημα που η τύχη του ήταν κλεισμένη στο σακί όλες οι δουλειές του πήγαιναν καλά. Είχε κερδίσει πολλά λεφτά. Κάποια μέρα ήρθε στο σπίτι του ο κουνιάδος του. Πηγαίνοντας στην κουζίνα είδε το σακί κρεμασμένο και είπε στην αδελφή του: «Τι έχει εκεί μέσα αυτό το σακί και είναι έτσι καπνισμένο;» «Δεν ξέρω τι έχει αυτού ο κυρ Ηλίας. Το έχει κρεμασμένο τρία χρόνια και έδωσε εντολή να μην το πειράζει κανένας». Μα φεύγοντας όμως η αδελφή του από την κουζίνα, αυτός από περιέργεια ξεκρέμασε το σακί και πήγε κατά το παράθυρο να δει τι έχει μέσα. Μόλις το έλυσε ακούστηκε έ μπρουφφφφ! και αυτός δεν είδε τίποτα. Ο λαγός είχε εξαφανιστεί προτού προφθάσει να τον δει. Μόλις ήρθε μέσα η αδελφή του, είδε να κρατάει στα χέρια του το σακί και να είναι με το στόμα ανοιχτό. «Μα τί είχε μέσα αυτό το σακί», ρωτάει περίεργος. «Μήπως ξέρω τι είχε;» απαντά εκείνη. «Μα γιατί όμως εσύ το άνοιξες; Τώρα δεν θα φύγεις, θα καθήσεις να έρθει ο κυρ Ηλίας να λύσει τις διαφορές. Αλλιώς εγώ είμαι χαμένη». Σαν ήρθε ο κυρ Ηλίας, έμεινε σαν να τον χτύπησε κεραυνός στο κεφάλι. «Δεν έπρεπε να το λύσεις, ό,τι είχα εγώ μέσα, είχα. Μα εσύ δεν έπρεπε να το λύσεις, τώρα είμαστε χαμένοι πιά».

Τώρα η τύχη φεύγοντας από το σακί, αντάμωσε τον Μάρτη. «Καλώς την φιλενά-δα», είπε ο Μάρτης. «Πού ήσουνε τόσον καιρό; Τι έγινες τόσα χρόνια;» «Αχ τον παλιάνθρωπο, τον κυρ Ηλία, τι μου έχει δουλέψει. Όταν θέριζε και πήγα για να τον κάνω να κόψει το πόδι του, με έπιασε σε ένα σακί και με κρέμασε στον καπνό της κουζίνας τρία χρόνια. Ευτυχώς που ήρθε μια μέρα ο κουνιάδος του και έλυσε το σακί και έφυγα. Αλλιώς εκεί θα έμενα για πάντα». «Τώρα τι θα του κάνεις; » ρώτησε ο Μάρτης. «Τώρα θα τον αφήσω. Δεν τον πειράζω πλέον. Ας φτιάξει κι ας κάμει ό,τι θέλει και ό,τι μπορεί».

Και έτσι ησύχασε ο κυρ Ηλίας από την τύχη του, έγινε πάμπλουτος και έζησε αυτός καλά κι εμείς ακόμα καλύτερα.

ΛΦ 325: Παραλλαγή που συλλέχθηκε από τον Ελευθέριο Δημητρακόπουλο στην Κρυοπηγή του νο-μού Καρδίτσας.

Page 228: IAEN 23 Tale Types 1994

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ, βλ. σ. 246.

Page 229: IAEN 23 Tale Types 1994

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT *735Ε

Page 230: IAEN 23 Tale Types 1994
Page 231: IAEN 23 Tale Types 1994

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT *735Ε

Η άτυχη

Το Δεσποινί

Τα παλιά εκείνα χρόνια, τον παλιό εκείνο καιρό, είχε ένα γονιό που είχε οκτώ παιδιά και βιος πολύ, ζώα πολλά, αγελάδες και γίδια και πρόβατα. Το όγδοο παιδί ήταν ένα κοριτσάκι και το 'λέγαν Δεσποινί. Τ' άλλα ήταν αρσενικά. Κάθε πρωί που ξημέρωνε, έβρισκε τα ζώα του ψόφια! Εκεί που καθόταν συλλογισμένος, ήρθε ένας γέρος και του είπε τα βάσανά του. Του λέει ο γέρος: «Το βράδυ, όταν τα παιδιά σου κοιμούνται, να σηκώσεις το πάπλωμα, κι όποιο σου παιδί έχει τα χέρια του μέσα στα σκέλη του, να το ξεκάμεις από το σπίτι, γιατί είναι γρουσούζικο».

Ο πατέρας το βράδυ βλέπει, μα τι να δει; Το Δεσποινί, το κανακάρικο, είχε τα χέρια του στα σκέλη του! Οταν ξημέρωσε, με μεγάλο καημό, που θα διώξει το παιδί του, είπε στον παραγιό του να πάει στα ξύλα, να πάρει και το Δεσποινί και ψωμί και νερό και να το αφήσει και να 'ρτει μοναχός του πίσω. Πήγε ο παραγιός σ' ένα έρημο μέρος στο βουνό, κρέμασε την κολοκύθα με το νερό σ' ένα χαμηλό πεύκο και το σακούλι με το ψωμί και του είπε: «Κάθισε συ εδώ, και εγώ θα πάω να κόψω ξύλα και θα 'ρτω να σε πάρω, κι όταν πεινάς, να τρως ψωμί, κι όταν διψάς να πίνεις νε-ρό... ». Κι έφυγε. Ο ήλιος εκατέβαινε και ο παραγιός ούτε ήρθε, ούτε εφάνη. Ο αέρας φυσούσε και η κολοκύθα, που είχε το νερό χτυπούσε και λαλούσε και το κοριτσάκι θαρρούσε πως ήταν ο παραγιός με τον μπαλτά κι έκοβε τα ξύλα. Έκλαιε κι έλεγε: «Ε! παραγιέ μας, που κόβεις τα ξύλα... Ε! παραγιέ μας, που κόβεις τα ξύλα... Ε! παραγιέ μας που κόβεις τα ξύλα... ». Κι έκλαιγε κι έβαζε τις φωνές ως τα μεσάνυχτα. Όλη τη νύχτα έτρεχε μέσα στο δάσος, κι όταν ξημέρωσε, είδε ένα χωριό και κατέβη-κε στο χωριό.

Στο πρώτο σπίτι που την είδαν, είπαν πως θα είναι παιδί από καλό σπίτι και χάθη-κε και το κράτησαν και το έβαλαν να πλαγιάσει και το πρωί, σαν ξύπνησαν, είδαν όλα τα ζώα τους ψόφια! Είπαν: «Τούτο δω είναι γρουσούζικο και άντε να γκρεμιστεί να φύγει από δω!», και το έδιωξαν. Πήγε παρακάτω, βρέθηκε άλλο σπίτι. «Δεν έρ-χομαι, λέγει το κοριτσάκι, γιατί θα ψοφήσουν τα ζώα σας», και με τα πολλά πήγε. Το πρωί ξύπνησαν και εκεί, βρήκαν όλα τα ζώα ψόφια! Όταν είδαν πως και εκεί

Page 232: IAEN 23 Tale Types 1994

μένη γυναίκα το λυπήθηκε, που έκλαιε, και το φώναξε. Εκείνο δεν ήθελε να πάει, με τα πολλά πήγε και την άλλη μέρα ψόφησαν όλα της τα ζώα, όμως δεν το έδιωξε και το κράτησε. «Να σου ψήσω ένα πανεράκι κουλούρια και γλυκούδια και να τα πας στη μοίρα σου, και να σου βάλουν την τύχη σου μέσα. Εκεί που θα πας, είναι ένας πύργος έξω από το χωριό, θα σταθείς έξω από την πόρτα και θα βάζεις φωνές και θα λες και θα ξαναλές: "Ε! μοίρα των μοιρών και μοίρα δική μου! Ε! μέρα των μερών και μέρα δική μου!" Εκείνες θα σε διώχνουν και να μην φεύγεις, ώσπου να σου αδειάσουν το πανεράκι σου και να σε βάλουν μέσα την τύχη σου».

Το βράδυ πήγε το κοριτσάκι, με το πανεράκι στον πύργο και στάθηκε έξω από την πόρτα και φώναξε: «Ε! μοίρα των μοιρών και μοίρα δική μου! Ε! μέρα των μερών και μέρα δική μου! Ε! μοίρα...». Εκείνες την έδιωχναν και, όταν νύχτωσε, βαρέθη-καν και άδειασαν το πανέρι της και το γέμισαν καβαλίνες. Το κοριτσάκι πήγε στη θειά του και της λέει: «Κοίταξε μαρ' θειά, τι μ' έβαλαν μέσα!» Την άλλη μέρα της γέμισε πάλι το πανεράκι και την έστειλε πάλι να πάει να φωνάζει απ' έξω απ' το κατώφλι που ήταν οι μοίρες, κι αυτή τη φορά της το άδειασαν και το γέμισαν με καβα-λίνες. Την τρίτη τη φορά βρήκε τη μοίρα κι έκλωθε μετάξι κι άδειασε το πανεράκι και της έβαλε μια χεριά μετάξι. Πήγε στη θειά της με το μετάξι και της είπε η θειά της να το κρύψει.

Μια μέρα, γινόταν γάμος και την έντυσε και πήγαν στο γάμο. Είχαν έθιμο να δένουν τα στέφανα με μετάξι και δεν είχαν μετάξι. Η θειά είπε: « Εχει το Δεσποινί πέντ' έξι κλωστές κι ας πάει να σας το φέρει και δώστε της και σεις κάτι να χαρεί». Πήγε και τό 'φερε και ρώτησαν τον γαμπρό: «Τι να σου δώσουν;» Και ο γαμπρός τους είπε: «Βάλτε το μετάξι σε μια ζυγαριά και ζυγίστε το με χρυσάφι». Έβαζαν χρυσάφι, έβαζαν χρυσάφι, το μετάξι δε σηκωνόταν. Κι έφεραν μεγάλη ζυγαριά και δε σηκωνόταν το μετάξι. Τότε ο γαμπρός μπήκε σε μεγάλη συλλογή και αμέσως μπή-κε ο ίδιος στη ζυγαριά, και τότε σηκώθηκε το μετάξι και ήρθαν ίσα ίσα, κι άφησε τη νύφη και πήρε το Δεσποινί και την έκαμε γυναίκα του. Μια μέρα που έτρωγαν και διασκέδαζαν περνούσε ο πατέρας της και την είδε στο παράθυρο και κάθισε και περίμενε να βγει, να την ξαναδεί, που έμοιαζε το Δεσποινί του. Βγήκαν οι δούλοι και του είπαν: «Τι θέλεις και κάθεσαι αυτού;» Λέει: «Είδα ένα κοριτσάκι, που μοιάζει με την κόρη μου, που την έστειλα στα ξύλα με τον παραγιό μου και την έχασα». Τον βάλαν μέσα και αναγνωρίστηκαν κι έκαμαν πάλι γάμους και χαρές και καλά ξεφαντώματα. Μήτε εγώ ήμουν εκεί, μήτε σεις να το πιστέψετε.

Παραλλαγή από το Λιβίσι της Μ. Ασίας. Από το βιβλίο της Καλλιόπης Μουσαίου Μπουγιούκου, Παραμύθια του Λιβισιού και της Μάκρης, Εκδόσεις ΚΜΣ, Αθήνα 1976, 84-87.

Page 233: IAEN 23 Tale Types 1994

ΣΥΝΘΕΤΙΚΗ ΠΑΡΑΛΛΑΓΗ

I. Η κακότυχη ηρωίδα διώχνεται.

α: Ένας βασιλιάς· α1: και μια βασίλισσα· α2: ένας πλούσιος· α3: μια μάνα· α4: έχει(ουν) τρεις κόρες· α5: και ανησυχούν γιατί δεν μπορούν να τις παντρέψουν· α6: καμιά του δουλειά δεν πάει καλά.

β: Μια ζητιάνα- β1: μια μάγισσα- β2: μια γριά- β3: ένας μάγος- β4: ένας διακο-νιάρης- β5: άλλος- β6: λέει πως μια από τις κόρες είναι κακότυχη και εμποδίζει και την τύχη των άλλων- β7: τις παρακολουθούν πώς κοιμούνται το βράδυ για να ανακα-λύψουν την κακότυχη - β8: η κακότυχη κοιμάται- β9: με τα χέρια ανάμεσα στα σκέ-λια- β10: με τα χέρια σταυρωτά- β11: μ' ανοιχτά τα χέρια και σκεπάζει τις άλλες· β12: σηκώνεται και σβήνει το βράδυ τις λαμπάδες των άλλων- β13: έχει τα χέρια και τα πόδια έξω από το κρεβάτι- β 14: είναι η μικρότερη- β15: η μεγαλύτερη.

γ: Ο πατέρας/βασιλιάς- γ1: διώχνει την κακότυχη - γ2: την παίρνει μαζί του και την αφήνει στην ερημιά- γ3: της δίνει μαζί της χρήματα· γ4: η ίδια φεύγει μόνη της· γ5: πάει να βρει την μοίρα της- γ6: οι αδελφές της παντρεύονται αμέσως.

II. Περιπέτειες της ηρωίδας — συνάντηση με την μοίρα

α: Η μοίρα κατατρέχει την ηρωίδα όπου κι αν πάει- α1 : να περάσει τη νύχτα· α2: ή να πιάσει δουλειά- α3: στην ταβέρνα χύνει τα κρασιά· α4: στου λαδά χύνει τα λά-δια· α5: στης γριάς καίγονται τα ρούχα της τα καλά· α6: στου τσουκαλά σπάει τα τσουκάλια· α7: στου έμπορα βάζει φωτιά- α8: στη μάντρα των βοσκών σφάζει τα κοπάδια- α9: και βάζει το ματωμένο μαχαίρι κάτω από το προσκέφαλο της βασιλο-πούλας.

β: Η ηρωίδα βρίσκει τελικά καταφύγιο- β1 : στο παλάτι (όπου όλα είναι χρυσά) · β2: μιας βασίλισσας· β3: μιας άσχημης· β4: αραπίνας- β5: δράκαινας- β6: εμπόρισ-σας- β7: μιας βοσκοπούλας- β8: σε μια γριά- β9: που τη συμπαθεί- β10: ακόμα κι όταν η ηρωίδα τη φτύνει στα μούτρα λέγοντας «έτσι που όλα είναι χρυσά εδώ μέσα, έφτυσα στο πιο βρώμικο μέρος» · β11 : η κυρά καταλαβαίνει ότι η μοίρα της την έκανε να τη φτύσει· β12: η ηρωίδα βρίσκει στο ποτάμι μαζεμένες όλες τις μοίρες.

γ: Ακολουθώντας τη συμβουλή της προστάτιδάς της η ηρωίδα· γ1 : πάει να βρει τη μοίρα της· γ2: στην κορφή του βουνού· γ3: σε ένα πράσινο τσαντήρι όπου όλη τη μέρα παίζει το μπουλγκαρί και το βράδυ την κατατρέχει- γ4: στα δύο βουνά που ανοιγοκλείνουν γ5: πάνω σε ένα χρυσό θρόνο- γ6: σε έναν πύργο (μαζί με τη μοίρα της προστάτιδάς της).

δ: Βρίσκει τη μοίρα της· δ1 : και της προσφέρει όπως την έχει συμβουλέψει η προ-

Page 234: IAEN 23 Tale Types 1994

προστάτιδά της· δ2: ψωμί- δ3: δίσκο με γλυκίσματα· δ4: πίτες· δ5: η μία με νερό και αλάτι (για τη μοίρα της κυράς της)· δ6: η άλλη με βούτυρο, αυγά, νόστιμη· δ7: και αρχίζει να τη δέρνει αλύπητα- δ8: την καβαλικεύει στο σβέρκο και απειλεί να την πνίξει· δ9: την τραβάει από τα μαλλιά που είναι η δύναμή της· δ10: η μοίρα αναγκάζεται να της δώσει· δ11: το κουβαράκι με το σύρμα· δ 12: το χρυσό κουβάρι το μετάξι· δ13: που είχε στο στόμα κάτω από τη γλώσσα- δ14: στην τσέπη της, στον κόρφο της- δ15: σε ένα ντουλάπι στον τοίχο, σε μιά κασέλα- δ16: κόκκινο μετάξι από αυτό που έστριβε.

III. Η μοίρα αλλάζει — η ηρωίδα παντρεύεται

α: Η ηρωίδα με το κουβαράκι- α1 : γυρνά στην προστάτιδά της- α2: πηγαίνει στην πολιτεία παρακόρη σε μια γριά.

β: Το βασιλόπουλο της πολιτείας παντρεύεται και ζητούν παντού χρυσή κλωστή να τελειώσουν το φόρεμα της νύφης- β1 : η ηρωίδα προσφέρει το κουβαράκι της (που είναι το μόνο που ταιριάζει) με τη συμφωνία να το ζυγίσουν στη ζυγαριά κι όσα φλου-ριά σηκώσει- β2: ισορροπεί μόνον όταν ανεβαίνει στη ζυγαριά το ίδιο το βασιλόπουλο-

β3: το βασιλόπουλο αφήνει την αρραβωνιαστικιά του και παντρεύεται την ηρωίδα.

γ: Η βασιλοπούλα επισκέπτεται τον πατέρα της και ξεριζώνει μια καρυδιά που του είχε φυτρώσει στο αυτί από δική της κατάρα- γ1 : περνά ο πατέρας της και την αναγνωρίζει και κάναν μεγάλες χαρές.

Page 235: IAEN 23 Tale Types 1994

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΠΑΡΑΛΛΑΓΩΝ

ΘΡΑΚΗ

1. ΛΑ 186, 217-227, 25, Χατζηγύριο Κεσάνης, ίδιο με Λαογρ. 15, 1953, 20-22, «Η κακομοίρα η βασιλοπούλα». I: α, α4, α6, β1, β6, β7, β8, β9, β15, γ, γ2. II: α, α1, α3, α4, α5, β, β1, β3, β5, β9, β10, β11 (και δεν την τρώει), γ,

γ1, γ2, δ7, 810, 811, δ13. III: α, α2, β, β1, β2, β3, γ.

2. Θρακικά, 17, 1942, 149, ίδιο με Λαογρ. 15, 1953, 22, Ηράκλεια, άτιτλο. I: α, α4, α6, β1, β6, β7, β8, β9, β15, γ, γ2. II: α, α3, β, β1 (όπου μπαίνει δούλα και από τότε όλα τους πάνε στραβά), β2, β9, γ. Ζυμώνει πολλά ψωμιά και η βασίλισσα φωνάζει τις μοίρες ναρθούνε να φάνε· δ10, δ11. III: α, α1 (παραμέ-νει), β, β1, β3.

ΝΗΣΙΑ ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ

α. Ανατολικό Αιγαίο 3. Folk-Lore, Χ, 1899, 498, ίδιο με Cosquin Ε., Contes indiens, 128, ίδιο με Λα-

ογρ. 15, 1953, 22-23, Λέσβος, άτιτλο. I: α, α4, α6, β1, β6, β7, β8, β9, β15, γ, γ2. II: β, β1, β5, β9, γ, γ1, δ, δ1, δ3, 810, 811. III: Η ηρωίδα παντρεύεται το γιό της δράκαινας κι όλα πάνε καλά, έως ότου κλέβει η μοίρα το κουβαράκι. Ο άντρας της πείθει τη δική του μοίρα να ζητήσει το κουβαράκι από την άλλη. Φεύγουν μακριά για να μην τους βρει και τους το πάρει πάλι.

β. Δωδεκάνησα 4. Συλλ. Παν. Κρητικού, ίδιο με Λαογρ. 15, 1953, 26-27, Πάτμος, «Η βοσκο-

πούλα». I: α, α4, β1, β6, β7, β8, β14, γ4. II: β, β7, β9, γ, γ1 (πάνε μαζί), δ, δ1 (η βοσκοπούλα), δ4, δ5, δ6. Της δίνουν πρώτα την άσκημη πίτα και μετά την όμορφη· δ10, δ16. III: α, α1, β, β1, β2, β3.

γ. Κρήτη 5. Λιουδάκη, 66-74, ίδιο με Λαογρ. 15, 1953, 28-29, Ιεράπετρα, «Η άτυχη βασι-

λοπούλα». I: α, α4, α5, β4, β6, γ, γ1. II: α, α8, α9, β, β8, β9, γ, γ1 (που είναι αβαρεσαρού — τεμπέλα κι ενώ όλων των άλλων οι Μοίρες δουλεύουν, αυτή κάθεται και παίζει με ένα χρυσό μήλο), δ (τις άλλες), δ1 (σε όλες δίνει κουλού-ρια, μόνο η δική της δεν σηκώνεται να πάρει το κουλούρι της), δ10, δ12. III: α, α2, β, β1, β2, β3.

6. Παρνασσός, δ, 1884, 714 κ. εξ., ίδιο με Λαογρ. 15, 1953, 27-28, Κρήτη, «Το Ρόδο». I: α2, α4, α5, β, β6, β7, β8, β12, β15 (το Ρόδο, η καλύτερη κόρη),

Page 236: IAEN 23 Tale Types 1994

γ, γ2. II: α, α1, α8, α9, β12, δ, δ7, δ10, 811, 814. III: α, α2, β, β1, β2, β3. Συνεχίζεται με το επεισόδιο της νύφης που κακοτύχησε. Γυρνάει στη μάνα της, την αναγνωρίζουν και πεθαίνουν όλοι μαζί.

δ. Κυκλάδες 7. ΛΑ 1387, 465-472, 58, συλλ. Αδαμαντίου, ίδιο με Λαογρ. 15, 1953, 23-24,

Τήνος, «Η άτυχη». I: α, α4, α5, β3, β6, β14, γ4 (ντυμένη καλόγρια), γ6. II: α, α1, α3, «7, β, β3, β6, β9, β10, β11, γ, γ1, γ4, δ, δ1, δ4, δ5, δ6, δ8, δίο, 811. III: α, α2, β, β1, β2, β3.

8. ΛΑ 1388, δ3-110, δ, συλλ. Αδαμαντίου, ίδιο με Λαογρ. 15, 1953, 24-25, Τή-νος, «Η Τύχη». I: α, «4, α5, β1, β6, β7, β8, β11, β15, γ4, γ5. II: α, α1, α3, α7, β, β1, β3, β9, β10. β11, β12 (τρεις μοίρες της προστάτιδάς της που φουρνίζουν), γ (των μοιρών), γ1, γ6, δ, δ1, δ4 (και ψημένη πέρδικα και κνικά-το κρασί), δ9, δ10, δ11, δ14. III: α, α2, β, β1, β2, β3.

9. Ταρσούλη Α., 1925, 142-7, ίδιο με Λαογρ. 15, 1953, 26, Τήνος, «Η άμοιρη». Ι: Ένας γέρος έχει τρεις κόρες και το βασιλόπουλο θέλει να παντρευτεί τη μικρό-

τερη, αλλά κάθε φορά που της δοκιμάζουν ένα φουστάνι, εύρισκαν λάθος- β5 (το βασιλόπουλο), β6, β7, β8, β13, β14, γ, yi.II: α, α1, α3, α6, β, β1, β3, β4, β9, β10. β11, γ, γ1, γ2, γ6, δ, δ1, δ4, δ5, δ6, δ9, δ10, δ11, δ15. III: α,

α1, β, β1, β2, β3.

ΝΗΣΙΑ ΤΟΥ ΙΟΝΙΟΥ

10. ΛΦ 141, 1-2, Κεφαλλονιά, «Η μάνα με τις τρεις θυγατέρες». I: α3, α4, α5. Τις παρακολουθεί συνέχεια και βλέπει ότι δεν κοιμούνται όλες «με το ίδιο σύστη-μα»· β1, β6 (αυτή που κοιμάται με τα χέρια στο κεφάλι θα γίνει βασίλισσα, η άλλη με τα χέρια στο λαγκόνι θα πάει καλά, αλλά η τρίτη με τα χέρια μέσα στα πόδια, πρέπει να φύγει να πάει να βρει τη μοίρα της), γ4, γ5. II: γ (της μάγισσας), δ, δ10 (χωρίς βία), δ11. III: Από το κουβαράκι βγαίνουν: χρυσή τουαλέτα, καθρέφτης, βασιλόπουλο, άμαξα. Πηγαίνουν στον πατέρα του βασι-λόπουλου που δεν γνωρίζει το γιό του και τους σκοτώνει και τους δύο.

11. ΛΦ 1213,18-22, Βαλσαμάτα Κεφαλλονιάς, άτιτλο. Μόνο η εισαγωγή AT *735Ε. I: α, α4, α5, β (τσιγγάνα), β6, β7, β8, β9, β15. Ο πατέρας φτιάχνει χρυσή κιβωτό, βάζει το κορίτσι του μέσα και το πετάει στη θάλασσα. Συνέχεια όπως σε μερικές παραλλαγές του AT 510Β. Το κιβώτιο στο δωμάτιο του πρίγκηπα. Του τρώει το φαΐ το βράδυ κ.λπ.

ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ

12. ΛΦ 588, 2-4, Λεχαινά Ηλείας, «Η κακότυχη βασιλοπούλα». Ι: α, α1, α4, α5,

Page 237: IAEN 23 Tale Types 1994

β, β6, β7, β8, β10, γ, γ1, γ3. II: α, α1, α8 (τους πληρώνει τις ζημιές, γίδια, βόδια, γελάδια). Στη συνέχεια ενωμένο με AT 883C. Παντρεύεται γουρουνολό-γο, κάνει τρία παιδιά και τα ονομάζει «Πώς ήμουνα», «Πώς είμαι» και «Πώς θέλει καταντήσω». Την αναγνωρίζει ο πατέρας της.

Μ. ΑΣΙΑ

13. Μουσαίου — Μπουγιούκου, 10, δ4-δ7, Λιβίσι — Μάκρη, «Το Δεσποινί». I: Ένας γονιός έχει οκτώ παιδιά και το τελευταίο είναι κορίτσι, το Δεσποινί- α6, β5 (ένας γέρος), β6, β7, β9, γ, γ2. II: α, α1, α8. Τη διώχνουν όλοι· β, β8 (χήρα), β9, γ, γ1, γ6, δ, δ1, δ3 (πανέρι με κουλούρια και γλυκούδια που οι μοίρες το αδειάζουν και της βάζουν καβαλίνες τις δυό πρώτες φορές), δ10, δ12. III: α, α1. Στο χωριό γίνεται γάμος και δεν έχουν μετάξι να δέσουν τα στέφανα-

β1, β2 (ο γαμπρός), β3, γ1.

14. ΛΦ 1558, 31-34.1: Ένα κορίτσι μένει ορφανό, β, β1, β3, β4, β9 (και την έχει σαν αδελφή της), β10, β11, γ, γ1, δ, δ1, δ4, δ5, δ6, δ10 (της το κλέβει), δ12. III: α, α1, β, β1, β2, β3.

Page 238: IAEN 23 Tale Types 1994

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ, βλ. σ. 246.

Page 239: IAEN 23 Tale Types 1994

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 737Β*

Page 240: IAEN 23 Tale Types 1994
Page 241: IAEN 23 Tale Types 1994

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 737Β*

Τυχερός από την τύχη της γυναίκας του

AT: The Lucky Wife Περίληψη

Ένας άτυχος άνθρωπος φεύγει από το χωριό του, ή τον διώχνουν και πάει να βρει τη μοίρα του. Συναντάει κάποιο πρόσωπο, που τον διαβεβαιώνει ότι η δική του μοίρα δεν μπορεί να αλλάξει και ότι ο μόνος τρόπος για να ευτυχήσει είναι να παντρευτεί μια άσχημη αλλά τυχερή γυναίκα και να θυμάται πάντα ότι ό,τι έχει ανήκει σε εκείνη. Ακολουθεί τη συμβουλή και πραγματικά πλουτίζει. Κάποια στιγμή ξεχνιέται και καυ-χιέται ότι τα πλούτη είναι δικά του και τα βλέπει όλα να καταστρέφονται. Τρομαγμέ-νος παραδέχεται ότι ανήκουν στη γυναίκα του και τα γλυτώνει.

Page 242: IAEN 23 Tale Types 1994

ΣΥΝΘΕΤΙΚΗ ΠΑΡΑΛΛΑΓΗ

I. Ο άτυχος

α: Ενα παιδί κατατρέχεται από την κακιά του τύχη· α1: γιατί κοιμάται με τα πόδια λυγισμένα και φεύγει από το κρεβάτι του- α2: κάθε φορά που μπαρκάρει σε καράβι αυτό βουλιάζει· α3: χάνει όλη του την περιουσία· α4: ο πατέρας του τον εγκα-ταλείπει στο δάσος.

β: Συναντάει κάποιον που τον συμβουλεύει· β1 : τον Χριστό· β2: τον Αη-Νικόλα-

β3: την τύχη του· β4: τις μοίρες· β5: να παντρευτεί μια φτωχή γυναίκα· β6: μια κουτσή· β7: μια άσχημη· β8: την 13η κόρη του παπά· β9: που είναι όμως τυχερή.

II. Ο τυχερός γάμος

α: Ο ήρωας παντρεύεται την τυχερή γυναίκα- α1: γίνεται πλούσιος- α2: βρίσκει έναν θησαυρό· α3: χτίζει ένα παλάτι πιο όμορφο από του βασιλιά- α4: τα χωράφια του δίνουν πλούσιες σοδιές.

β: Μόλις λέει σε κάποιον ότι τα πλούτη είναι δικά του (τα χωράφια), αυτά κατα-στρέφονται αμέσως- β1 : για να σωθεί παραδέχεται ότι ανήκουν όλα στη γυναίκα του.

Page 243: IAEN 23 Tale Types 1994

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΠΑΡΑΛΛΑΓΩΝ

ΗΠΕΙΡΟΣ

1. ΛΑ 1307, (ΣΜ 139), 184-193, Ζαγόρι, «Πατήρ με 9 τέκνα». Αρχή όπως AT *735.I: α, α1. Φεύγει μόνος του. Ενας μυλωνάς που επιμένει να τον προσλάβει υπηρέτη, παθαίνει ζημιές· β, β3 (ένας γέρος), β5, β6, β9. II: α, α1, α4, β, β1.

ΘΕΣΣΑΛΙΑ

2. ΛΑ 2766, 76-79, Ελασσώνα, άτιτλο. Η αρχή όπως AT 947Β*. I: α, β, β4 (τον αρχηγό των μοιρών), β5 (την κόρη του γύφτου), β9. II: α, α1.

ΘΡΑΚΗ

3. ΣΛ I, 363-368, «Ο άγιος Νικόλαος». I: α, α2, β, β2, β5, β7, β9. I: α, α2 (κόβοντας ξύλα βρίσκει φλουριά), α3 (βγαίνει αράπης και τους δίνει το κλειδί του θησαυρού).

ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ

4. ΛΑ *735D, 5, Βέροια, «Η παπούς κι οι τύχις». Αρχή όπως στο AT *735D. I: οι, β, β5. II: α, α1, α2.

5. ΛΑ 2959, 473-483, Θυμαριά Κοζάνης, «Η Τύχη». I: α, β, β1, β5, β8. II: α, α1.

6. ΛΦ 388, 3-6, Μοναστήρι, άτιτλο. Ενωμένο με AT 947Β*. I: α, β, β5 (βασιλο-πούλα), β9. II: α, α1, α2 (η γυναίκα του).

ΝΗΣΙΑ ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ

α. Ανατολικό Αιγαίο 7. ΛΦ 1664, 1-4, Βουρλιώτες Σάμου, «Το ριζικό». I: α, α4, β, β3, β5, β8, β9.

II: Μπαίνει παραγιός στου παπά και- α, α1 (ο παπάς νομίζει ότι ο παραγιός είναι ο τυχερός).

β. Δωδεκάνησα 8. ΛΦ 1270, 11-14, Σύμη, «Η Μοίρα». Ενωμένο με AT 947*. I: α, α3, β, β3,

Page 244: IAEN 23 Tale Types 1994

β5 (την κόρη του μυλωνά που γεννήθηκε τυχερή μέρα), β9. II: α, α1, α2.

9. ΛΦ 1300, 1-6, Ρόδος, «Το Ριζικό και οι Μοίρες». Ενωμένο με AT 947*. I: α, β, β3, β5 (την κόρη του μυλωνά που γεννήθηκε τυχερή μέρα), β9. II: α, α1.

10. Dawkins, 45 Stories, 364-366, Καρδάμενα Κω, «The man and his luck». Ενω-μένο με AT *735D. I: α, a3, β, β5 (την ψυχοκόρη του αδελφού του), β9. II: α, α1, α4.

γ. Εύβοια — Bop. Σποράδες 11. ΛΦ 1580, 3-4, Κοκκινομηλιά Ιστιαίας, «Το παραμύθι της Κουτσής». Ι: α, β,

β3, β5, β6, β9. II: α, α1, α4, β (τα χωράφια παίρνουν φωτιά), β1.

δ. Κρήτη 12. ΛΦ 887, 5-δ, Ιεράπετρα, άτιτλο. Αρχή όπως AT *947Β. I: α, α2, α3, β, β3

(η μοίρα του του λέει ότι δεν μπόρεσε να τον μοιράνει γιατί, όταν γεννήθηκε, εκείνη φούρνιζε), β5, β9. II: α, α1.

13. ΛΦ 1118, 1-6, «Η Μηλίτσα». Βλέπε στο AT 735, παραλλαγή Νο4.

ε. Κυκλάδες 14. ΛΦ 941, 4-7, Μύκονος, «Η Μοίρα». Αρχή όπως AT 947Β*. I: α, β, β3, β5

(το κορίτσι του μπαλωματή), β9. II: α, α1, α4, β, β1.

ΣΤΕΡΕΑ ΕΛΛΑΔΑ

15. ΛΑ *735D, 6, Κεφαλόβρυσο Αιτωλίας, «Οι Τύχις κ' η Κασσιδιάρα». Ι: α, α3, β, β3, β5 (την κασσιδιάρα του μυλωνά), β9. II: α, α1, α2, α4, β, β1.

16. ΛΑ 1271, (ΣΜ 101), 15-16, Κριεκούκι Βοιωτίας, «Ο βασιλιάς». I: α, α4, β, β3, β5 (την κόρη του χοιροβοσκού όπου θα μπει παραγιός), β9. II: α, α1, α2, α3. Συμφιλιώνεται με τον πατέρα του.

ΜΙΚΡΑ ΑΣΙΑ

17. ΛΦ 1558, 34-36, Δυτ. Μ. Ασία, άτιτλο.Ι: α, β, β3, β5, β9. II: α, α1, α2 (βρίσκει έναν αράπη που δίνει στη γυναίκα του θησαυρό). Αγοράζει πολιτείες και γίνεται αυτοκράτορας.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ, βλ. σ. 246.

Page 245: IAEN 23 Tale Types 1994

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 739*

Page 246: IAEN 23 Tale Types 1994
Page 247: IAEN 23 Tale Types 1994

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 739*

Ο άτυχος γιος και ο μάγος πατέρας

AT: The Luckless son and his Wizard Father Περίληψη

Ο μάγος πατέρας που ξέρει πως ο μικρότερος του γιος είναι άτυχος, τον στέλνει να βρει την Τύχη του. Το παιδί στον δρόμο βρίσκει ένα σκυλάκι και το παίρνει μαζί του. Από εκείνη τη στιγμή γίνεται τυχερός και πλουτίζει, γιατί το σκυλάκι είναι η ίδια του η Τύχη. Ο μάγος πατέρας τον συμβουλεύει να σφάξει το σκυλάκι και να το φάει, γιατί όταν αυτό ψοφήσει θα χάσει πάλι την Τύχη του. Πράγματι, το σφάζουν και το τρώει όλη η οικογένεια, άντρας, γυναίκα, παιδιά. Γίνονται όλοι τυχεροί για πάντα.

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΠΑΡΑΛΛΑΓΩΝ

ΘΡΑΚΗ

1. ΛΦ 655, 14, «Το άτυχο παιδί».

Page 248: IAEN 23 Tale Types 1994

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΣΤΟΥΣ ΤΥΠΟΥΣ AT 735, 735Α, *735Ε, 737Β*, 739*

Οι Aarne - Thompson στο τελευταίο μέρος των μαγικών παραμυθιών με τον τί-τλο Other Tales of the Supernatural, έχουν εντάξει και μερικά παραμύθια με θέμα την τύχη (luck - fortune). Παραμύθια με το ίδιο θέμα συναντάμε και σε άλλα σημεία του καταλόγου. Για παράδειγμα στο κεφάλαιο Supernatural Tasks: 460-462 Questions (ο φτωχός ρωτάει τη μοίρα του γιατί είναι άτυχος, καθώς και διάφορες άλλες ερωτή-σεις εκ μέρους άλλων άτυχων που έχει συναντήσει κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του), ή στο κεφάλαιο Tales of Fate (τύποι 930-949), όπου συγκεντρώνονται διηγήσεις με θέμα τις προφητείες που προδιαγράφουν την ανθρώπινη μοίρα, όπως η ιστορία του Οιδίποδα (AT 931 ), ή η νεότερή της παραλλαγή προφορικής παράδοσης με την ιστο-ρία του Ιούδα.

Η τόσο πολύπλοκη και μάλλον εμπειρική κατανομή των παραμυθιών της τύχης μέσα στον διεθνή κατάλογο δημιουργεί πολλά προβλήματα στην προσπάθεια κατάτα-ξης των ελληνικών παραλλαγών, οι οποίες είναι αρκετά σύνθετες.

Ο Γ. Μέγας στο άρθρο του «Ο Λόγος παρηγορητικός περί δυστυχίας και ευτυχίας και τα παραμύθια της προς την τύχην οδοιπορίας»1 παρουσιάζει ορισμένες ελληνικές παραλλαγές με θέμα την αναζήτηση της τύχης. Σημειώνει:2 «Είναι δε και καθόλου η έρευνα αυτών ενδιαφέρουσα, διότι πρόκειται περί παραμυθιών ευρύτατα διαδεδομέ-νων εις την Ασίαν και την Ευρώπην, η δ' Ελλάς, ως φαίνεται, εχρησίμευσε και εν τούτω ως μεσάζουσα μεταξύ Ανατολής και Δύσεως. Προς τούτοις εις τα παραμύθια αυτά, ως παρετήρησε ήδη ο R. Μ. Dawkins3, δυνάμεθα να ίδωμεν κατά τρόπον απλούν και χωρίς συμβολισμούς την ελληνικήν στάσιν απέναντι των προβλημάτων της αν-θρώπινης ζωής, των σχετικών με τη μοίραν, την τύχην και την αξίαν του ανθρώπου».

Ο Μέγας παρουσιάζει 17 παραλλαγές χωρισμένες σε δύο ομάδες. Στην πρώτη ομάδα ανήκουν παραμύθια που συνδυάζουν το θέμα της οδοιπορίας προς την τύχη, με αυτό των ερωτημάτων, ανήκουν δηλαδή στο AT 460Β, όπως λέει και ο ίδιος στην αρχή του άρθρου. Στη δεύτερη ομάδα το μόνο θέμα είναι η αναζήτηση της τύχης. Εδώ ο Μέγας δεν προτείνει σε ποιον παραμυθιακό τύπο κατατάσσονται αυτά τα πα-ραμύθια, αλλά δεν θα έπρεπε να θεωρηθεί ότι ανήκουν και αυτά στο 460Β. Αργότερα ο ίδιος θα πρέπει να αποφάσισε ότι ανήκουν στο AT *735Ε, όπως και κατατάσσει ανάλογα παραμύθια του ΛΦ. Εδώ παρουσιάζουμε 14 παραλλαγές αυτού του παρα-μυθιού. Μια από τις κόρες του βασιλιά είναι κακότυχη, και την καταλαβαίνουν γιατί κοιμάται με τα χέρια ανάμεσα στα πόδια. Εμποδίζει δε και την τύχη των άλλων.

1. Γεώργιος Μέγας, «Ο Λόγος παρηγορητικός περί δυστυχίας και ευτυχίας και τα παραμυθία της προς την τυχην οδοιπορίας», Λαογραφία 15, 1953, 3-43.

2. Μέγας, ό.π., 5. 3. R. Μ. Dawkins. «The meaning of folktales», Folk-Lore. LXΙI. 1951. 422. Πάνω σε αυτό το θέμα

βλέπε επίσης του ιδίου, 45 Stories from the Dodekanese, Cambridge 1950, 35. 358-368.

Page 249: IAEN 23 Tale Types 1994

Τη διώχνουν και μετά από πολλές περιπέτειες, όπου η μοίρα της την κατατρέχει, καταφέρνει να πάρει τη «μοίρα στα χέρια της», με τη μορφή ενός χρυσού κουβαριού και να παντρευτεί ένα βασιλόπουλο.

Οι ελληνικές παραλλαγές, όπως παρατηρεί ο Μέγας4, παρουσιάζουν μεγάλες ομοιό-τητες με τις σικελικές. Ο Μ. Μερακλής5 σημειώνει ότι η εξάπλωση του παραμυθιού συνηγορεί για την προέλευση του από την Ιταλία (βλέπε *735Β τον κατάλογο των παραλλαγών).

Από τα παραμύθια με θέμα την τύχη, εδώ παρουσιάζουμε πέντε τύπους, με πολλά κοινά στοιχεία μεταξύ τους: 735: η τύχη του φτωχού και του πλούσιου 735Α: η κακιά τύχη με μορφή λαγού φυλακίζεται με τη βοήθεια του μήνα Μάρτη *735Ε: η κακότυχη κοπέλλα και η μοίρα της 737Β*: ο άτυχος που παντρεύεται τυχερή γυναίκα 739* : ο άτυχος γιος και ο μάγος πατέρας του, που τον βάζει να φάει τον σκύλο, που είναι η τύχη του κι έτσι γίνεται τυχερός για πάντα.

Σε όλα αυτά τα παραμύθια διακρίνουμε μια αποφασιστική θα λέγαμε διάθεση απέ-ναντι στη μοίρα, η οποία θεωρείται προσωπική μοίρα του καθενός. Ο άνθρωπος δεν υπομένει τη μοίρα του, δεν την αντιλαμβάνεται ως κάτι το δεδομένο, το αμετάβλητο, αλλά ξεκινά οργισμένος ή απελπισμένος να τη βρει, να την πιάσει από τα μαλλιά ή να την καλοπιάσει με λιχουδιές και να την αναγκάσει να αλλάξει.

4. Μέγας, ό.π., 32-34. 5. Μ. Μερακλής, Σχόλια στα παραμύθια του Λιβισιού και Μάκρης της Καλλιόπης Μουσαίου — Μπου-γιούκου, έκδ. ΚΜΣ, Αθήνα 1976, 258.

Page 250: IAEN 23 Tale Types 1994
Page 251: IAEN 23 Tale Types 1994

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT *742

Page 252: IAEN 23 Tale Types 1994
Page 253: IAEN 23 Tale Types 1994

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT *742

Μυαλό έχω παράδες δεν έχω

Περίληψη

Ένας φτωχός καυχιέται στον βασιλιά πως είναι πολύ έξυπνος (μυαλό έχω, παρά-δες δεν έχω) και ο βασιλιάς του δανείζει όσα χρήματα θέλει. Ο φτωχός αγοράζει ψάθες, ντενεκέδες, σκούπες και μπαρκάρει. Φτάνει σ' ένα έρημο νησί, καίει τις ψάθες. Πουλιά που στις φτερούγες τους έχουν διαμάντια έρχονται να τριφτούν στις στάχτες. Ο έξυπνος φτωχός μαζεύει με τις σκούπες τα διαμάντια που πέφτουν, καθώς και τη στάχτη και κάνει τούβλα που τα βάζει στους ντενεκέδες. Κάνει και χίλια χωρίς δια-μάντια. Στην τρικυμία τα πετάει στη θάλασσα ο καπετάνιος και υπόσχεται να πληρώ-σει την αξία τους. Του δείχνει τα άλλα με τα διαμάντια. Γίνεται πλούσιος.

Page 254: IAEN 23 Tale Types 1994

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΠΑΡΑΛΛΑΓΩΝ

ΘΡΑΚΗ

1. ΛΑ 736*, I, Αδριανούπολη, «Γνώση έχω, παράδες δεν έχω».

2. Πασχαλίδου, 27-33, Κωνσταντινούπολη, «Ο άη Νικόλας». Ενωμένο με AT 611 και AT 879Α.

ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ

3. ΛΦ 1719, 6-7, Εμμ. Παππάς Σερρών, «Ο τετραπέρατος φτωχός».

4. Ηπειρ. Εστία, Θ', 727-730, Επαρχία Βοΐου, «Μυαλό έχω παράδες δεν έχω».

ΚΥΠΡΟΣ

5. Κυπρ. Χρον., ΙΓ', 157-160, « Εχω νουν μα παράες εν έχω». Καίει τις ψάθες και βγαίνουν μυρμήγκια να λιάσουν τα διαμάντια τους.

Page 255: IAEN 23 Tale Types 1994

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 745Α

Page 256: IAEN 23 Tale Types 1994
Page 257: IAEN 23 Tale Types 1994

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 745Α

Ό,τι γράφει δεν ξεγράφει

AT: The Predestined Treasure Περίληψη

Ένας πλούσιος δίνει σε έναν φτωχό το κλειδί ενός μπαούλου να πάρει λεφτά. Από το μπαούλο βγαίνει μια φωνή που λέει ότι οι λίρες ανήκουν σε έναν χασάπη, ή σε έναν χαλβατζή. Ο πλούσιος βάζει το μπαούλο μέσα σε έναν κορμό και το πετάει στη θάλασσα. Ψαράδες το βρίσκουν και το πηγαίνουν στον χασάπη ή τον χαλβατζή που αγνοεί τι περιέχει το μπαούλο. Ο πρώτος ιδιοκτήτης γίνεται βοηθός του χασάπη (του χαλβατζή). Εκείνος βάζει μερικά φλουριά σε μια πίτα και τη δίνει στη γυναίκα του πρώτου κι εκείνη τη δίνει στους ψαράδες που τη φέρνουν πάλι σε αυτόν. Ο θησαυρός μένει στον πραγματικό ιδιοκτήτη, κανείς άλλος δεν μπορεί να τον αποκτήσει.

Page 258: IAEN 23 Tale Types 1994

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΠΑΡΑΛΛΑΓΩΝ

ΗΠΕΙΡΟΣ

1. ΛΑ 841, 1, Θεσπρωτία, «Ο λεημονιάρης». Ο φιλάργυρος πετάει τα λεφτά του στη θάλασσα, για να μην τα πάρει ο ελεήμονας, μέσα σε ένα κούτσουρο. Η θά-λασσα το βγάζει στου ελεήμονα.

ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ

2. ΛΑ 2959, 473-483, Θυμαριά Κοζάνης, «Η Τύχη».

ΝΗΣΙΑ ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ

α. Ανατολικό Αιγαίο 3. ΛΦ 1511, 6-δ, «Ο πλούσιος, το μπαούλο το χρυσό και ο χασάπης στην Αθήνα».

β. Κυκλάδες 4. ΛΑ 2304, 373-376, Μήλος, άτιτλο.

ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ

5. ΛΑ 2328, 18-19, Μάνη, «Ο,τι γράφει δεν ξεγράφει».

ΜΙΚΡΑ ΑΣΙΑ

6. Επιφανίου — Πετράκη Γ', 200-211, «Οι Καρμήρηδες».

Page 259: IAEN 23 Tale Types 1994

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΠΗΓΩΝ ΚΑΙ ΒΡΑΧΥΓΡΑΦΙΕΣ (η σειρά κατά το λατινικό αλφάβητο)

Α ΠΗΓΕΣ ΑΔΗΜΟΣΙΕΥΤΕΣ

ΙΛ: Ιστορικό Λεξικό της Ακαδημίας Αθηνών ΚΜΣ: Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών ΛΑ: Λαογραφικό Αρχείο του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της

Ακαδημίας Αθηνών ΛΦ: Λαογραφικό Φροντιστήριο καθηγητού Γ.Α. Μέγα, Αρχείο της Ελληνικής

Λαογραφικής Εταιρείας ΣΛ: Συλλογή Μαρίας Λιουδάκη ΣΠ: Συλλογή Ν.Γ. Πολίτου των ετών 1887 κ.ε. κατατεθειμένη στο ΛΑ

Β' ΠΗΓΕΣ

α' Σε περιοδικά

Ανατ. Επιθεώρησις: Ανατολική Επιθεώρησις. Σύγγραμμα περιοδικόν της Σμύρνης, τ. Α" (1873).

Ανδρ. Ημερ.: Ανδριακόν Ημερολόγιον, τ. Α' - Ε' (1925-1929). Αρχ. Ευβ. Μελ.: Αρχείον Ευβοϊκών Μελετών, τ. Η' (1961), Αθήναι. Αρχ. νεωτ. ελλ. γλ. : Αρχείον της νεωτέρας ελληνικής γλώσσης εκδιδόμενον υπό του Συλ-

λόγου Κοραής, τ. Β' (1892), Αθήναι. Αρχ. Θρ. Θησ. : Αρχείον του θρακικού Λαογραφικού και Γλωσσικού Θησαυρού, Διευθ.

Πολύδ. Παπαχριστοπούλου, τ. Α' - ΚΕ' (1934-1948), Εν Αθήναις. Αρχ. Πόντου: Αρχείον Πόντου. Σύγγραμμα περιοδικόν εκδιδόμενον υπό της επιτροπής

Ποντιακών Μελετών, τ. Α' - ΚΖ (1928-1967), Εν Αθήναις. Αρχ. Σάμου: Αρχείον Σάμου. Σύγγραμμα περιοδικόν εκδιδόμενον υπό Ν. Ζαφειρίου,

Α' (1946), Αθήναι. Arch. f. Litter.: Archiv für Litteraturgeschichte, XII (1884), Leipzig. Archivio trad, pop.: Archivio per lo studio delle tradizioni popolari, 1887, Palermo. Αστήρ Πόντου: Αστήρ του Πόντου, περιοδικόν σύγγραμμα εκδιδόμενον υπό Θ. Γραμματι-

κοπούλου, τ. Α' (1885), Εν Τραπεζούντι. Αθηνά: Σύγγραμμα περιοδικόν της εν Αθήναις Επιστημονικής Εταιρείας, τ. 3 (1891),

97, τ. 45 (1933), 54-137.

Page 260: IAEN 23 Tale Types 1994

Atlantis: Schweizer Peitsch. Ostern 1963, 209-212. Ausland: Das Ausland, 1832, No 56, 57. BCH: Bulletin de Correspodance Hellénique, τ. 33 (1909).

BP: Boite Johannes, und Polivka Georg, Anmeerkungen zu den Kinder und Hansmärchen der Brüder Grimm, Leipzig 1915-1932.

Βύρων: Βύρων, τ. α' (1874), τ. Β' (1876). Calabria: La Calabria, Rivista di litteratura popolara diretta da L. Bruzzano, Monteleone,

1888-1898. Χιακά Χρον.: Χιακά Χρονικά, εκδιδ. επιμελεία Κ. Αμάντου, τεύχη Α' — Δ' (1911-1919),

Εν Αθήναις. Χρον. Χαλκιδ. : Χρονικά της Χαλκιδικής. Περιοδική έκδοσις Ιστορικής και Λαογραφικής

Εταιρείας Χαλκιδικής, τ. 2 (1961), 240-242, Θεσσαλονίκη. Χρον. Πόντου: Χρονικά του Πόντου. Μηνιαίο λαογραφικό περιοδικό. Όργανο του συλ-

λόγου «Αργοναύται Κομνηνοί», Α' — Β' (1943-1946), Αθήνα. ΔΙΕ: Δελτίον της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας της Ελλάδος, Α' — Ε"

(1883-1900), Αθήναι. Δωδ. Αρχ.: Δωδεκανησιακόν Αρχείον, Α' — Γ' (1955-1958), Αθήναι. Δρήρος: Μηνιαίο λαογραφικό — ιστορικό — λογοτεχνικό περιοδικό, έτος Β' και Γ' (1939),

Νεάπολις Κρήτης. Εβδομάς: Περιοδικόν σύγγραμμα, τ. Α' (1884), Αθήναι. Επ. Κρητ. Σπ.: Επετηρίς Εταιρείας Κρητικών Σπουδών, Α' — Δ' (1938-1941), Αθήναι. Επ. ΛΑ: Επετηρίς του Λαογραφικού Αρχείου (Ακαδημίας Αθηνών), 1939-1972. Επ. Φιλοσοφ. Σχ. Αθ.: Επιστημονική Επετηρίς της Φιλοσοφικής Σχολής Πανεπιστη-

μίου Αθηνών, 1955-1956, 528. Επ. Φιλοσ. Σχ. Θεσ.: Επιστημονική Επετηρίς της Φιλοσοφικής Σχολής Θεσσαλονίκης,

9 (1965), 5-10. Ηλειακά: Τριμηνιαίο ιστορικό — λαογραφικό — γλωσσικό περιοδικό, Α' — Β"

(1951-1956), Λεχαινά. Ημερ. Δυτ. Μακ. : Ημερολόγιον Δυτ. Μακεδονίας, έτη: 1936, 1937, Θεσσαλονίκη. Ημερ. Ιθάκης: Ημερολόγιον Ιθάκης, έτ. Β' (1929), έτ. Γ' (1930), Εν Αθήναις. Ηπειρ. Εστ.: Ηπειρωτική Εστία. Μηνιαία Επιθεώρησις εν Ιωαννίνοις, Β' — Γ

(1953-1961). Ηπειρ. Χρον.: Ηπειρωτικά Χρονικά, έτ. Α' (1926), Ιωάννινα. Fabula: Zeitschrift für Erzählforschung, hrsg. von. Kurt Ranke, Berlin. Folklore: Α quarterly Review of myth, tradition, institution and custom of the Folklore

Society, Vol. VII (1896), X-XII (1899-1901), London.

Page 261: IAEN 23 Tale Types 1994

Ικαριακά: Ικαριακά Γράμματα, 1 (1959). Jahrb. rom. Litt.: Jahrbuch für romanische Litteratur, XI. Jahresgabe: Jahresgabe der Gesellschaft zur Pflege des Märchengutes der europäischen

Völker, 1957-1965. Journ. Amer. FL: Journal of American Folklore, t. 60 (1947), 163-167. Journ. Hell. St.: Journal of Hellenic Studies, vol. 30 (1910), 128. Κήρυξ Αιγ.: Κήρυξ της Αιγίνης, Γ' (1949), αρ. φ. 31. Κρητ. Χρον.: Κρητικά Χρονικά. Τετραμηνιαία επιστημονική έκδοσις. Εκδότης: Ανδρέ-

ας Καλοκαιρινός, τ. 15-16 (1961-1962), 298-301, Ηράκλειον Κρήτης. Κρητ. Σελίδες: Κρητικαί Σελίδες, έτ. Α' (1936-1937). Κρητ. Επιθεώρ.: Κρητική Επιθεώρησις, Ρέθυμνον 1951. Κρητ. Εφημ.: Κρητική Εφημερίς, Ρέθυμνον 1951. Κρητ. Εστία: Κρητική Εστία, τομ. Α' (1949). Κρητ. Στοά: Κρητική Στοά. Περιοδικόν εν Ηρακλείω Κρήτης, τ. 1-3 (1908-1911). Κρητ. Αστήρ: Κρητικός Αστήρ, 15ήμερον εικονογραφημένον περιοδικόν, έτη α' — ε

(1906-1911), Χανιά. Κρητ. Λαός: Κρητικός Λαός, περιοδικόν εν Ηρακλείω Κρήτης, Α' (1909). Κυπρ. Χρον.: Κυπριακά Χρονικά, Α' — ΙΓ' (1923-1937), Εν Λάρνακι. Κυπρ. Γραμμ.: Κυπριακά Γράμματα. Μηνιαίο περιοδικόν μελέτης και τέχνης. Διευθ.

Νίκος Κρανιδιώτης, Α' — IH' (1935-1953), Λευκωσία. Κυπρ. Λεύκωμα: Κυπριακόν Λεύκωμα Πολυξένης Λοϊζιάδος, Λεμεσός Κύπρου 1924. Κυπρ. Σπουδαί: Κυπριακαί Σπουδαί. Δελτίον της Εταιρείας Κυπριακών Σπουδών, Α'

— ΛΘ' (1937-1975), Λαογραφικόν Παράρτημα, Λευκωσία. Κυπριόπουλο, τ. Ε' (1949) αρ. 1-3. Λαογρ.: Λαογραφία. Δελτίον της Ελληνικής Λαογραφικής Εταιρείας, 1909-1984, Εν

Αθήναις. Λαογρ. Κύπρος: Λαογραφική Κύπρος, Τετραμηνιαίον λαογραφικό περιοδικό, Χρονιά Β'

(1972) τεύχ. 4-5, σ. 31-33, τευχ. 6, σ. 101-107, Λευκωσία. Legrand Coll.: Legrand Ε., Collection des monuments de la langue neo-hellénique, I. Legrand rec.: Legrand E., Recueil de contes populaires grecs, Paris 1881. Λεσβιακά. Δελτίον της Εταιρείας Λεσβιακών Μελετών, Μυτιλήνη. Μακεδονικά: Σύγγραμμα περιοδικόν της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, 1-14

(1940-1974). Μαθητ. Εστία: Μαθητική Εστία, Εκφραστικόν όργανον των μαθητών..., έτ. ΚΑ' —

ΚΓ' (1970-1973), Λευκωσία.

Page 262: IAEN 23 Tale Types 1994

Μεσσην. Έτος: Μεσσηνιακόν Έτος, Σύλλογος προς διάδοσιν των γραμμάτων, Καλα-μάτα, τ. Α' (1938).

Μικρασ. Χρον.: Μικρασιατικά Χρονικά. Σύγγραμμα περιοδικόν, Α' — ΙΓ' (1938-1967), Αθήνα.

Μυκον. Χρον.: Μυκονιάτικα Χρονικά, Αθήναι (1933-1935). Μύσων: Ιστορικόν και λαογραφικόν περιοδικόν, Διευθυντής Μ. Γ. Καταπότης, Αθήναι. Νέα Εστία: έτ. Α' (1927) κ.ε., Αθήναι. Νεοελλ. Γράμμ. : Νεοελληνικά Γράμματα, εβδομαδιαία φιλολογική εφημερίς, Περίοδος

Β" (1938), Αθήναι. ΝΕΑ: Νεοελληνικά Ανάλεκτα, περιοδικώς εκδιδ. υπό του Φιλολογικού Συλλόγου Παρ-

νασσού, Εν Αθήναις 1870-1972, 1874. Νισυρ. Χρον.: Νισυριακά Χρονικά, Έκδ. Εταιρείας Νισυριακών Μελετών, 1-4

(1963-1972). Παναθήναια, εικονογραφημένο 15ήμερον περιοδικόν, τ. 19, σ. 189, Αθήνα. Πανδώρα: Σύγγραμμα περιοδικόν, 11 (1861), φ. 259. Πάφος: Παγκύπριο λογοτεχνικό περιοδικό, 1-4 (1935-1939), Πάφος. Παρνασσός: Επετηρίς Φιλολογικού Συλλόγου Παρνασσός, τ. 4-10 (1880-1886), Νέα

σειρά, Α' (1959) κ.ε., Αθήναι. Πελοποννησιακά: Δημοσιεύματα της εν Αθήναις Εταιρείας Πελοποννησιακών Σπουδών,

1956 κ.ε. Αθήναι. Πελοπ. Εστία: Πελοποννησιακή Εστία, Α' (1953). Πελοπ. Πρωτοχρονιά: Πελοποννησιακή Πρωτοχρονιά, 1959, 1961, 1962. Ποντ. Εστία: Ποντιακή Εστία, Μηνιαίον λαογραφικόν περιοδικόν, 1950 κ.ε., Θεσσα-

λονίκη. Ποντ. Φύλλα: Ποντιακά Φύλλα, Διευθ. Ν. Καπνάς, Α' - Γ' (1936-1938), Αθήνα. Προμηθεύς: Προμηθεύς ο Πυρφόρος, 15ήμερον εκπαιδευτικόν περιοδικόν, 1925 κ.ε., εν

Ρεθύμνη. Race. Roccaf.: Racconti greci di Roccaforte, diretti da E. Capialbi e L. Bruzzano,

Monteleone 1885-1886. RHR: Revue de l'histoire des religions, t. 10 (1884). Riv. trad. pop. ita!.: Rivista delle tradizioni popolari italiane, 1-2, Roma 1893-1894. Σ. ΚΠ.: Ο εν Κωνσταντινουπόλει Ελληνικός Φιλολογικός Σύλλογος, Σύγγραμμα πε-

ριοδικόν, τ. 8-31 (1874-1908), Εν Κωνσταντινουπόλει. Συμαϊκά: Τα Συμαϊκά. Έκδοσις Επιτροπής Συμαϊκών Εκδόσεων, Α' (1972), Εν Αθήναις.

Page 263: IAEN 23 Tale Types 1994

Θρακικά: Τριμηνιαίον επιστημονικόν σύγγραμμα, τ. 1-33 (1928-1960), Αθήναι. Θρακ. Επετ.: Θρακική Επετηρίς, 1897, Εν Αθήναις. Ζ. Αγ.: Ζωγράφειος Αγών, ήτοι Μνημεία της Ελληνικής αρχαιότητος ζώντα εν τω νυν

ελληνικώ λαώ, τομ. Α' (1891), Εν Κωνσταντινουπόλει. β' Σε βιβλία

Abbott G. F., Macedonian Folklore, Cambridge 1903, ανατύπωση Θεσσαλονίκη 1974. Άκογλου Ξεν., Λαογραφικά Κοτυώρων, Αθήναι 1939.

Αναγνώστου Σπ., Λεσβιακά ήτοι συλλογή λαογραφικών περί Λέσβου πραγματειών, εν Αθήναις 1903.

Αντωνίου — Αντωνάκου Ελένη, Παραμύθια της Στερεάς Ελλάδος, Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 1986.

Argenti-Rose: Argenti, Philip and Rose, Η. J., The Folklore of Chios, 2, Cambridge 1949. Αθανασούλα Ευδοκία, Ήταν και δεν ήταν. Λαϊκά παραμύθια για παιδιά, διαλεγμένα

από ανέκδοτο υλικό του Λαογραφικού Αρχείου, Αθήνα 1929. Βάος Ζαφείρης, Παραμύθια της Μήλου, ανάτυπο από τον β/1985 τόμο των Μηλιακών. Boulanger Jacques, Les contes de ma cuisinière, 2e édition, Paris 1935. Buchon J. Α., La Grèce continentale et la Morée, Paris 1843. Carnoy — Nicol.: Carnoy E. H. — Nicolaides J., Traditions populaires de l'Asie Mineure,

Paris 1889. Χρηστοβασίλης Χρ., Ηπειρωτικά παραμύθια, Ιωάννινα 1963. Χριστοδουλόπουλος Ιω., Τα παραμύθια του νέου σχολείου, Αθήνα 1939. Δαμιανού Δέσποινα, Παραμύθια της Χίου, Έκδοση Ομήρειου Πνευματικού Κέντρου Δήμου

Χίου, Χίος 1994. Dawkins MG in AM: Dawkins R. M., Modem Greek in Asia Minor, Cambridge 1916. Dawkins MGF: Dawlins R.M., Modern Greek Folktales, Chosen and translated by Oxford

1953. Dawkins 45 Stor.: Dawlins R.M., Forty-five stories from the Dodecanese, Cambridge

1950. Dawkins, More G. F.: Dawlins R.M., More Greek Folktales, Oxford 1955. Deffner Mich., Archiv für mittel-und neugriechische Philologie, Athen 1880. Dieterich Karl, Sprache und Volksüberlieferungen der südl. Sporaden, Wien 1908. Δουνδουλάκη — Ουσταμανωλάκη Ελένη, Κρητικά παραμύθια, πρώτος τόμος, εκδόσεις

Πατάκη, Αθήνα 1986. Dozon Α., Contes albanais, Paris 1881. Επιφανίου — Πετρ.: Επκρανίου — Πετράκη Στέλλα, Λαογραφικά της Σμύρνης, Βιβλίο

Page 264: IAEN 23 Tale Types 1994

β', Παραμύθια και άλλα, 1966, Βιβλίο γ', 1967, Βιβλίο δ", 1969. Garnett - Glennie: Garnett L. M. and Glennie St. J. S., Greek Folk Poetry, t. 1-2, London

1896. Geldart Ε. M., Modern Greek Folklore, The Tales of the People, London 1884. Georgakis — Pineau: Georgakis G. et Pineau L., Le folklore de Lesbos, Paris 1894. Hahn: Hahn J. G. v., Griechische und albanesische Märchen, München 1918. Höeg Carsten, Les Saracatsanes. Une tribu nomade grecque. Bd. II: textes, Paris,

Copenhague 1926. Ιωάννου Γ., Παραμύθια του λαού μας, Ερμής, Αθήνα 1974. Καφαντάρης Κώστας, Ελληνικά λαϊκά παραμύθια, 2 τόμοι, Ο Φεγγαράς, Το Φιδόδεν-

τρο, εκδόσεις Οδυσσέας, Αθήνα 1988. Κάσσης Κ., 125 Λαϊκά παραμύθια από τη Μάνη, Αθήνα 1983. Κλιάφα Μ., Παραμύθια της Θεσσαλίας, Κέδρος, Αθήνα 1977. Κουκουλές Φ., Οινουντιακά, Εν Χανίοις 1908. Kretschmer LF.: Kretschmer Paul, Der heutige Lesbische Dialekt, Wien 1905. Kretschmer NM: Kretschmer P., Neugriechische Märchen, Jena 1917. Legr. Ree.: Legrand, Louis Jean, Recueil de contes populaires grecs, Paris 1881. Λελέκος Ανθολ.: Λελέκος Μ., Δημοτική ανθολογία, Αθήνα 1868. Λελέκος Επιδόρπ.: Λελέκος Μ., Επιδόρπιον, Τόμ. Α', Αθήνα 1888. Λιανίδης Σίμος, Τα παραμύθια του Ποντιακού Λαού, Εκλογή, κείμενα, νεοελληνική με-

τάφραση, κατάταξη, Αθήνα 1962, (Παράρτημα Αρχείου Πόντου, αρ. 5). Λιουδάκη Μαρία, Στης γιαγιάς τα γόνατα, Αθήναι 1932. Λιουδάκη Μαρία, Σ του παππού τα γόνατα, Αθήναι 1947. Λουκάτος Δημ., Νεοελληνικά λαογραφικά κείμενα, (Βασική βιβλιοθήκη Αετού, αρ. 48),

Αθήνα 1957. Λουκόπουλος Ν., Νεοελληνική μυθολογία, Ζώα, φυτά, (Σύλλογος προς διάδοσιν ωφε-

λίμων βιβλίων) 76, Αθήνα 1940. Μέγας Γ., Ελληνικά παραμύθια, Σειρά Α", Αθήναι 1962. Μέγας Γ., Ελληνικά παραμύθια, Σειρά Β", Αθήναι, 1963. Megas G., Griechische Volksmärchen gesammelt und hrsg von Georgios Megas.

Ubertragen von Inez Diller. Eugen Diederichs Berlag., Düsseldorf-Kölkn 1965. Megas G., Begegnung der Völker im Märchen. Bd 3: Griechenland — Deutschland.

Gesellschaft zur Pflege des Märchengutes der europäischen Völker. Zusammenstellung und Bearbeitung von G. Α. Megas. Ubertragen von Hedwig Bertos. Aschendorff, Münster Westf. 1968.

Page 265: IAEN 23 Tale Types 1994

Megas G., Folktales of Greece, Edited by G. Megas, translated by Helen Colaclides. Folktales of the World. General editor: Richard M. Dorson, The University of Chicago Press, Chicago and London 1970.

Μηλιόπουλος, Κότσυφας: Μηλιόπουλος Π., Ο κότσυφας, ο κυρ Κώστας και άλλα μακε-δόνικα, Θεσσαλονίκη 1952.

Μηλιόπουλος ΜΠ: Μηλιόπουλος Π., Μακεδονικά παραμύθια, Θεσσαλονίκη 1950. Μιχαηλίδης — Νουάρος Μ., Λαογραφικά Σύμμεικτα Καρπάθου, τ. Α", Αθήναι 1932. Misotakis J., Ausgewählte griechische Folksmärchen, Berlin 1882. Μοσκόβη Elp., Τα παραμύθια της πατρίδας μου, (Σύμης), Αθήνα 1953. Μουσαίου — Μπουγιούκου Καλλιόπη, Παραμύθια του Λιβισιού και της Μάκρης. Πρό-

λογος Γ.Α. Μέγα, σχόλια Μ. Μερακλή, μετάφραση σχολίων Ο. Μερλιέ, Αθήνα 1976. Nicolaides Jean, Contes licencieux de Constantinople et de l'Asie Mineure, (Contribution

au Folklore érotique, contes, chansons, usages, etc, recueillis aux sources orales), tome 1er, Kleinbronn, Paris 1906).

Nicolaides Jean, Νεοελληνικά παραμύθια, Αθήνα 1899. Παπαγεωργίου Μαρία, Παραμύθια από μύθους αρχαίων ελληνικών ποιητικών έργων που

χάθηκαν, και άλλα παραμύθια του βλαχόφωνου χωριού Σκρα (Λιούμνιτσα), τ. Α' καί Β΄, Θεσσαλονίκη 1984.

Παπατρέχας Γεράσιμος, Ακαρνανικά παραμύθια, Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 1986. Πέρδικα Νίκη, Σκύρος. Μνημεία του λόγου του λαού, τ. II, Αθήνα 1943. Pernot Η., Etudes de linguistique néohellénique, I, 1907, III 1940, Paris. Φιλιππίδου Μαρίκα, Τα παραμύθια της μάνας μου, Εν Αθήναις 1926. Φραγκάκη Ευαγγελία, Το κρητικό παραμύθι. Μελέτη και συλλογή, Αθήνα 1952. Pio Jean, Νεοελληνικά παραμύθια, Contes populaires grecs publiés d'après les ms. du

Dr. J. G. de Hahn, et annotés par —, Copenhague 1879, Ανατύπωση από τη Βιβλιο-θήκη Ιστορικών Μελετών, αρ. 17.

Ρήγας Γ., Σκιάθου λαϊκός πολιτισμός, Τεύχ. Β ,́ Δημώδεις διηγήσεις, Θεσσαλονίκη 1962. Roussel Louis, Contes de Mycono, Leopol 1929. Σακελλάριος Α., Τα Κυπριακά, τ. Β', 1891, τ. Γ', 1898, Αθήνα. Schmidt Β., Griechische Märchen, Sagen und Volkslieder, Leipzig 1877. Σπυροπούλου — Παπαδημητρίου Ζωή, Παραμύθια της Πελοποννήσου, Εκδόσεις Πατά-

κη, Αθήνα 1989.

Σημείωση: Η βιβλιογραφία αυτή συγκροτήθηκε με βάση τη δημοσιευμένη από τον Γ. Μέγα βιβλιογρα-φία στον πρώτο τόμο του Καταλόγου του, «Μύθοι Ζώων», ενημερωμένη κατά το δυνατό με τις νεότερες εκδόσεις συλλογών παραμυθιών.

Page 266: IAEN 23 Tale Types 1994
Page 267: IAEN 23 Tale Types 1994

RÉSUMÉ

Ce volume du "Catalogue raisonné des contes grecs", établi par Georges Mégas et élaboré par Anna Angélopoulou et Aigli Brouskou, représente la seule somme existante de contes merveilleux grecs de tradition orale. L'ouvrage publié aujourd'hui vient à la suite du travail de G. Mégas, Mythes d'Animaux, édité par l'Académie d'Athènes en 1978 et constitue de ce fait un pas vers la publication progressive de l'ensemble du corpus grec.

Il existe en effet, à côté de la classification internationale bien connue d'Aarne et Thompson, des catalogues nationaux de contes (France, Angleterre, Espagne, Italie, Irlande, Turquie, etc); ainsi, la publication du catalogue grec dans son ensemble viendrait à point nommé combler une lacune importante en ce domaine.

Le nouvel ouvrage comporte pour chaque conte étudié une version grecque in-extenso, le schéma des diverses variantes attestées, la liste des versions publiées et inédites et une petite monographie sur chaque conte-type. Sa présentation bilingue notamment — le deuxième volume, en français paraîtra au courant de l'année 1995 — en fait un outil de travail indispensable à la recherche scientifique, française ou européenne, que celle-ci relève de l'Ethnologie, de l'Histoire, de la Littérature Comparée, de la Linguistique ou de la Psychologie.

Les contes, selon Aarne et Thompson, sont classés dans les catégories suivantes: I. Contes d'animaux (Animal taies): Nos 1-299, II. Contes proprement dits (Ordinary Tales): Nos 300-1199, dont les contes

merveilleux font également partie (Tales of Magic: Nos 300-749). III. Conte facétieux (Jokes and anecdotes): Nos 1200-1999. IV. Contes énumératifs (Formula Tales): Nos 2000-2399. Nous avons choisi de présenter la dernière partie des contes merveilleux, les types

AT 700-749 (autres contes du Surnaturel), qui, par ailleurs ont attiré essentiellement notre attention:

Tout d'abord, il s'agit de contes aux sujets divers, ce qui apporte à notre exemple une richesse thématique importante; certains de ces types sont très répandus en Grèce, — il existe environ 260 versions du AT707 (les trois fils d'or), 160 versions du AT709 (Blanche-Neige) - tandis que d'autres sont rarissimes (deux versions du AT 710 (l'enfant de Marie). Nous obtenons ainsi la possibilité d'appliquer la même méthode d'analyse à des mesures différentes et d'examiner des difficultés propres à chacun des cas.

À l'origine de cette édition, comme nous l'avons déjà dit, se trouvent les fichiers

Page 268: IAEN 23 Tale Types 1994

des archives G. Mégas; nous avons cependant choisi comme exemple d'analyse et de présentation de ce corpus le catalogue du conte populaire français de P. Delarue et M.L. Tenèze, lequel présente non seulement une organisation détaillée et minutieuse du matériel, mais aussi l'avantage d'être agréable à la lecture.

La présentation de notre corpus est donc la suivante: Chaque conte-type porte le numéro de la classification internationale d'Aarne et Thompson. Nous citons le titre grec, qui peut être différent du titre international; nous citons également le titre français selon Delarue-Tenèze et le titre allemand selon les Grimm. Par la suite, nous exposons une version in extenso du conte présenté; nous avons essayé de choisir des versions représentatives de chaque conte-type, mettant en relief les caractéristiques du type grec. Nous ajoutons une deuxième version in extenso, dans le cas où le conte développe deux tendances narratives différentes. Nous présentons un résumé lorsqu'il n'existe qu'un nombre limité de versions semblables d'un conte-type.

Nous passons ensuite à l'analyse des éléments du conte, lequel est découpé en trois ou quatre épisodes (toujours suivant la classification internationale), numérotés en chiffres romains. Exemple: I. L'éloignement de l'héroïne, α.: elle est perdue dans la forêt; α1: elle rencontre; a2: un hermite; a3: un berger; a4: qui lui donne un bâton magique; a5: avec lequel elle fait construire un palais, b: un jour arrive au palais; b l : un ogre; b2: un nègre, b5: autre.

Il s'agit de l'étape la plus importante de ce découpage, car c'est l'accumulation des détails, dans l'exposé des éléments du conte-type, qui facilite ensuite l'analyse de chacune des versions;

Nous présentons ensuite la liste des versions, codifiées selon l'exposé des éléments du conte-type. Cette liste suit la répartition géographique des versions, par région et par ordre alphabétique (en grec): Epire, Thessalie, Thrace, Macédoine, Iles de la Mer Egée, Ile de la Mer Ionnienne, Péloponnèse, Grèce continentale; ensuite nous citons les régions héllénophones, l'Asie Mineure, Chypre, et le Sud de l'Italie.

À la fin de chaque présentation se trouve une brève notice sur la répartition internationale du conte-type, sa présence dans la littérature et les particularités éventuelles que ce conte présente en Grèce.

Notre but fut la présentation d'une partie des archives Mégas aux spécialistes; notre souhait, la contribution — par l'intermédiaire de ce volume - à la publication intégrale du Catalogue du Conte grec à venir un jour.

Page 269: IAEN 23 Tale Types 1994

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ Μ. Γ. ΜΕΡΑΚΛΗ

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 700 Κοντορεβιθούλης 21-3

Παραλλαγή 2 Συνθετική παραλλαγή 2 Κατάλογος παραλλαγών 2

Σημειώσεις 3

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 703* Το τεχνητό παιδί 37-3

Κατάλογος παραλλαγών 3

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 705 Άντζα μάνα 41-5

Παραλλαγή 4 Συνθετική παραλλαγή 4 Κατάλογος παραλλαγών 4 Σημειώσεις 5

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 706 Η Κουλοχέρα ή η κακιά μητριά 53 &

Παραλλαγή πρώτη 5 Παραλλαγή δεύτερη 5 Συνθετική παραλλαγή 5 Κατάλογος παραλλαγών 6 Σημειώσεις 7

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 706C Ο βασιλιάς χι η κόρη του 67-

Παραλλαγή Συνθετική παραλλαγή Κατάλογος παραλλαγών Σημειώσεις στους τύπους AT 706 - AT 706C - AT 712

Page 270: IAEN 23 Tale Types 1994

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 707 Τα τρία χρυσά παιδιά 79-130

Παραλλαγή δ1

Συνθετική παραλλαγή δ3 Κατάλογος παραλλαγών δ6 Σημειώσεις 129

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 709 Χιονάτη 131-154

Παραλλαγή πρώτη 133

Παραλλαγή δεύτερη 136 Συνθετική παραλλαγή 139 Κατάλογος παραλλαγών 142

Σημειώσεις 153

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 710 Το παιδί της Παναγίας 155-159 Παραλλαγή 157

Κατάλογος παραλλαγών 160

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 712 Η τίμια γυναίκα 161-170

Παραλλαγή 163 Συνθετική παραλλαγή 166

Κατάλογος παραλλαγών 168

Σημειώσεις 76

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 715 Ο Μισοκοκοράκος 171-184

Παραλλαγή 173 Συνθετική παραλλαγή 175

Κατάλογος παραλλαγών 177 Σημειώσεις ! δ3

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 720 Η μάνα μου με σκότωσε, ο πατέρας μου μ' έφαγε 185-189

Παραλλαγή 187 Κατάλογος παραλλαγών 189 Σημειώσεις 190

Page 271: IAEN 23 Tale Types 1994

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 725 Το όνειρο 191-207

Παραλλαγή πρώτη 193 Παραλλαγή δεύτερη 195 Συνθετική παραλλαγή 197 Κατάλογος παραλλαγών 200

Σημειώσεις 206

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 729 Το τσεκούρι που έπεσε στο ποτάμι 209-211

Περίληψη 211 Κατάλογος παραλλαγών 211

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 735 Γα δύο αδέλφια. Οδοιπορία προς την

τύχη 213-220

Παραλλαγή 215 Συνθετική παραλλαγή 217

Κατάλογος παραλλαγών 218 Σημειώσεις 216

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 735Α Πώς ο Μάρτης έκανε πλούσιο έναν

φτωχό 221-226

Παραλλαγή 223 Σημειώσεις 216

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT *735Ε Η άτυχη 227-236

Παραλλαγή 229

Συνθετική παραλλαγή 231 Κατάλογος παραλλαγών . 233 Σημειώσεις 246

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 737Β* Τυχερός από την τύχη της γυναίκας του 237-242

Περίληψη 239 Συνθετική παραλλαγή 240 Κατάλογος παραλλαγών 241

Σημειώσεις 246

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 739* Ο άτυχος γιος και ο μάγος πατέρας 243-217

Page 272: IAEN 23 Tale Types 1994

Περίληψη 245 Κατάλογος Παραλλαγών 245 Σημειώσεις στους τύπους AT 735, 735Α, *735Ε, 737Β*, 739* 246

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT *742 Μυαλό έχω παράδες δεν έχω 249-252

Περίληψη 251 Κατάλογος παραλλαγών 252

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT 745Α Ό,τι γράφει δεν ξεγράφει 253-256

Περίληψη 255 Κατάλογος παραλλαγών 256

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΠΗΓΩΝ ΚΑΙ ΒΡΑΧΥΓΡΑΦΙΕΣ 257

RÉSUMÉ 265

Page 273: IAEN 23 Tale Types 1994

Τ Ο Β Ι Β Λ Ι Ο

Τ Η Σ Α Ν Ν Α Σ Α Γ Γ Ε Λ Ο Π Ο Υ Λ Ο Υ ΚΑΙ Τ Η Σ Α Ι Γ Λ Η Σ Μ Π Ρ Ο Υ Σ Κ Ο Υ

ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΩΝ ΤΥΠΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΛΛΑΓΩΝ Α Τ 700-749

(ΓΕΩΡΓΙΟΥ Α. ΜΕΓΑ, ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΠΑΡΑΜΥΘΙΩΝ - 2) Ε Ι Κ Ο Σ Τ Ο Τ Ρ Ι Τ Ο Δ Η Μ Ο Σ Ι Ε Υ Μ Α Τ Ο Υ

ΙΣΤΟΡΙΚΟΥ ΑΡΧΕΙΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΝΕΟΛΑΙΑΣ Σ Τ Ο Ι Χ Ε Ι Ο Θ Ε Τ Η Θ Η Κ Ε , Σ Ε Λ Ι Δ Ο Π Ο Ι Η Θ Η Κ Ε ΚΑΙ Φ Ω Τ Ο Γ Ρ Α Φ Η Θ Η Κ Ε

Σ Τ Ο Α Τ Ε Λ Ι Ε Γ Ρ Α Φ Ι Κ Ω Ν Τ Ε Χ Ν Ω Ν « Α Κ Ι Δ Α O . E . »

Ε Λ . Β Ε Ν Ι Ζ Ε Λ Ο Υ 2 - Ν . Ι Ω Ν Ι Α - Τ Η Λ . 2871.184

ΚΑΙ Τ Υ Π Ω Θ Η Κ Ε Σ Τ Ο Λ Ι Θ Ο Γ Ρ Α Φ Ε Ι Ο Τ Ο Υ Π . Μ Π Α Λ Λ Ι Δ Η & Σ Ι Α O . E .

Χ Λ Ο Η Σ 59 Μ Ε Τ Α Μ Ο Ρ Φ Ω Σ Η - Τ Η Λ . 2845.660

Μ Ε Δ Ι Ο Ρ Θ Ω Σ Ε Ι Σ Τ Ο Υ Δ Η Μ Η Τ Ρ Η Δ Η Μ Η Τ Ρ Ο Π Ο Υ Λ Ο Υ

Τ Ο Δ Ε Κ Ε Μ Β Ρ Ι Ο 1994

Γ Ι Α Λ Ο Γ Α Ρ Ι Α Σ Μ Ο Τ Η Σ

Γ Ε Ν Ι Κ Η Σ Γ Ρ Α Μ Μ Α Τ Ε Ι Α Σ Ν Ε Α Σ Γ Ε Ν Ι Α Σ

Page 274: IAEN 23 Tale Types 1994
Page 275: IAEN 23 Tale Types 1994
Page 276: IAEN 23 Tale Types 1994