ΕΣΕΝΑ ΖΗΤΑΜΕ, ΚΥΡΙΕ · 122 ΚΥΡΙμΕπρὶν 2013 Τὸ «Ψαλτήριο»,...

12
121 Δεκέμβριος 2013 Κ ΥΡΙΕ πρὶν ἔλθεις στὴ γῆ μας ἤσουν ὁ μεγάλος Ἀναμενόμενος. Μιὰ πονεμένη καὶ ταλαιπωρη- μένη ἀνθρωπότης, πληγωμένη θανάσιμα ἀπὸ τὰ πυ- ρωμένα βέλη τῆς ἁμαρτίας, περίμενε ἐναγώνια τὴν ἐξ ὕψους ἐπίσκεψή Σου. Καὶ ὅταν «ἦλθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου» (Γαλάτ. δ´4), ἦλθες, Σὺ ὁ παντοδύναμος Θεός, ἀνάμεσα στοὺς μικροὺς ἀνθρώπους τῆς γῆς. Τὴ νύχτα τῆς Γεννήσεώς Σου, Σὲ ἀνύμνησαν στρα- τιὲς ἀγγελικὲς μὲ οὐράνιους ὕμνους καὶ ὑπερκόσμιες ἁρμονίες (Λουκᾶ β´ 13). Ἔπειτα Σὲ εἶδαν, Σὲ ἄκουσαν, Σὲ ψηλάφησαν οἱ ἁπλοὶ καὶ φτωχοὶ ψαράδες τῆς Γα- λιλαίας (Α´ Ἰωάν. α´1-3). Καὶ ὁμολόγησαν ὅτι ἤσουν πραγματικὰ «ὃν ἔγραψε Μωϋσῆς ἐν τῷ νόμῳ καὶ οἱ Προφῆται» (Ἰωάν. α´ 46). Καὶ ἀφοῦ Σὲ βρῆκαν, τὰ ἐγκατέλειψαν ὅλα καὶ ἦλθαν κοντά Σου. Ὁ λαὸς ποὺ Σὲ ἄκουγε, κρεμόταν ἀπὸ τὰ χείλη Σου γοητευμένος (Λουκᾶ ιθ´ 48). Οἱ ἐχθροί Σου ἔπεφταν θαμπωμένοι στὴ γῆ. Οἱ ἁμαρτωλοὶ κοντά Σου γίνονταν ἅγιοι. Οἱ διῶκτες Σου φλογεροὶ μαθηταί Σου. Ἡ παρουσία Σου σταματοῦσε ὄχι μόνο τὶς φυσικὲς θύελλες, ἀλλὰ καὶ τὶς πνευματικὲς τρικυμίες. Ὁ παντοδύναμος λόγος Σου ἀνάσταινε νεκροὺς καὶ νεκρωμένες ψυχές. Ἤσουν πραγματικὰ ὅπως Σὲ περιμέναμε. Κραταιὸς καὶ Δυ- νατός, Σωτήρας καὶ Λυτρωτὴς τῶν ἀνθρώπων. Καὶ σήμερα, Κύριε, εἴκοσι αἰῶνες μετὰ τὸν ἐρχομό Σου, Σὲ ἀναζητοῦμε μὲ τὴν ἴδια λαχτάρα καὶ τὸν ἴδιο πόθο, γιὰ νὰ μᾶς σώσεις καὶ νὰ μᾶς κυβερνήσεις. Εἶσαι ὁ μεγάλος μας Ἀναζητούμενος. Δὲν τὸ λέμε πάντοτε. Ὅμως ἡ ἀναζήτησή Σου εἶναι κρυμμένη στὸ βάθος τῆς ψυχῆς μας. Πρὶν ἔλθεις οἱ ἄνθρωποι ἔφτιαχναν ἀγάλματα, βωμοὺς καὶ εἴδωλα «ζητεῖν τὸν Κύριον, εἰ ἄρα γε ψηλαφήσειαν αὐτὸν καὶ εὕροιεν» (Πράξ. ιζ´ 27). Σήμερα φτιάχνουμε πυραύλους καὶ διαστη- μόπλοια ποὺ διασχίζουν τὸ στερέωμα. Δὲν βλέπεις, Κύριε, καὶ σ’ αὐτὰ τὰ ἔργα τῶν χειρῶν μας τὸν πόθο τῆς ψυχῆς μας νὰ Σὲ βρεῖ καὶ νὰ Σὲ ψηλαφήσει; Ἐσένα ζητᾶμε, Κύριε, γιατὶ εἴμαστε πονεμένοι καὶ δυστυχισμένοι μέσα στὰ πλούτη καὶ στὴ δύναμή μας. Ἐσένα ποθοῦμε οἱ ἄνθρωποι σήμερα ὅσο ποτὲ ἄλλοτε. Γιατὶ οἱ φόβοι μᾶς ἔχουν ζώσει ἀπὸ παντοῦ. Οἱ ἀγωνίες μᾶς δηλητηριάζουν καθημερινά. Τὰ μο- λυσμένα νέφη καὶ τὰ τοξικὰ ἀπόβλητα τῆς ἀπληστίας μᾶς τοξινώνουν ἀπειλητικά. Τὸ ἄγχος κοντεύει νὰ γίνει ὁ μόνιμος σύντροφος τῆς ζωῆς μας. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ὅσοι Σὲ πιστεύουμε Σὲ ἀναζητᾶμε μὲ μεγαλύτερο πόθο. Θέλουμε νὰ δοῦμε τὴ γαλήνια μορφή Σου, γιὰ νὰ εἰρηνεύσουμε. Ποθοῦμε νὰ ἀκούσουμε τὸν λόγο Σου τὸν ὁδηγητικό, γιὰ νὰ βροῦμε τὸν δρόμο τῆς ἀγάπης. Ζητᾶμε τὴ χάρη Σου, γιὰ νὰ λυτρω- θοῦμε. Ποῦ θὰ σὲ βροῦμε, λατρευτέ μας Κύριε; «Διέλ- θετε ἕως Βηθλεὲμ καὶ εὑρήσετε βρέ- φος ἐσπαργανω- μένον κείμενον ἐν φάτνῃ... ὅς ἐστι Χριστὸς Κύ- ριος» (Λουκᾶ β´ 11). Ὁ Σωτήρας καὶ Κυβερνήτης μας «βρέφος ἐσπαρ- γανωμένον»! Καὶ ὅμως σ᾽ αὐτὴ τὴν «ἀδυναμία» κρύβε- ται ἡ θεϊκὴ παντο- δυναμία. Τί κι ἂν ὁ ἐπηρμένος ἄνθρω- πος δὲν μπορεῖ νὰ φαντασθεῖ τὸν Κυβερνήτη καὶ Θεὸ μέσα σὲ μιὰ φτωχικὴ φάτνη. Ἕνα μικρὸ καὶ ἀδύνατο νήπιο θὰ μπορέσει νὰ ἁπαλύνει τοὺς πόνους μας, νὰ στεγνώσει τὰ δάκρυά μας, νὰ ἐξαλείψει τὶς ἀδικίες, νὰ ξεριζώσει τὰ πάθη μας; Ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι, οἱ τεχνο- κράτες τῆς αὐγῆς τοῦ 21ου αἰῶνα, ζητᾶμε Κυβερνήτη στὰ μέτρα μας. Ἕνα μικρὸ νήπιο τί μπορεῖ νὰ κάνει; Καὶ ὅμως Ἐσύ, τὸ θεῖο Βρέφος τῆς Βηθλεὲμ εἶσαι ὁ παντοδύναμος Θεός. Ὁ μόνος ἱκανὸς νὰ κυβερνή- σει τὸν σημερινό μας κόσμο. Ὁ μόνος ποὺ μπορεῖ νὰ κατακτήσει τὶς καρδιὲς καὶ νὰ τὶς μεταβάλει ἀπὸ πέτρινες σὲ σάρκινες. Ὁ μόνος ποὺ μπορεῖ νὰ εἰρη- νεύσει τοὺς ἀνθρώπους καὶ νὰ φέρει τὴν εἰρήνη στὴν σπαρασσόμενη γῆ μας. Κυβέρνησέ μας ἐσύ, θεῖο Βρέφος τῆς Βηθλεέμ, γιὰ νὰ μὴ μᾶς κυβερνήσει ἡ τυραννία, ἡ βία, τὸ ἔγκλημα, τὸ χάος. Ἐσὺ ὁ παντοδύναμος Θεὸς τῆς εἰρήνης, τῆς ἀγάπης, τῆς δικαιοσύνης καὶ τῆς χαρᾶς. Ἐσύ, τὸ θεῖο Βρέφος τῆς Βηθλεὲμ εἶσαι ὁ παντοδύναμος Θεός. Ὁ μόνος ἱκανὸς νὰ κυ- βερνήσει τὸν σημερινό μας κόσμο. Ὁ μόνος ποὺ μπορεῖ νὰ κατα- κτήσει τὶς καρδιὲς καὶ νὰ τὶς μεταβάλει ἀπὸ πέτρινες σὲ σάρκινες. Ὁ μόνος ποὺ μπορεῖ νὰ εἰρηνεύσει τοὺς ἀνθρώπους καὶ νὰ φέρει τὴν εἰρήνη στὴν σπαρασσόμενη γῆ μας. Ἔτος 103ον | Δεκέμβριος 2013 | 4274 ΕΣΕΝΑ ΖΗΤΑΜΕ, ΚΥΡΙΕ

Upload: others

Post on 29-Nov-2019

5 views

Category:

Documents


0 download

TRANSCRIPT

  • 121

    Δεκ

    έμβρ

    ιος

    2013

    ΚΥΡΙΕ πρὶν ἔλθεις στὴ γῆ μας ἤσουν ὁ μεγάλος Ἀναμενόμενος. Μιὰ πονεμένη καὶ ταλαιπωρη-μένη ἀνθρωπότης, πληγωμένη θανάσιμα ἀπὸ τὰ πυ-ρωμένα βέλη τῆς ἁμαρτίας, περίμενε ἐναγώνια τὴν ἐξ ὕψους ἐπίσκεψή Σου. Καὶ ὅταν «ἦλθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου» (Γαλάτ. δ´4), ἦλθες, Σὺ ὁ παντοδύναμος Θεός, ἀνάμεσα στοὺς μικροὺς ἀνθρώπους τῆς γῆς.

    Τὴ νύχτα τῆς Γεννήσεώς Σου, Σὲ ἀνύμνησαν στρα-τιὲς ἀγγελικὲς μὲ οὐράνιους ὕμνους καὶ ὑπερκόσμιες ἁρμονίες (Λουκᾶ β´ 13). Ἔπειτα Σὲ εἶδαν, Σὲ ἄκουσαν, Σὲ ψηλάφησαν οἱ ἁπλοὶ καὶ φτωχοὶ ψαράδες τῆς Γα-λιλαίας (Α´ Ἰωάν. α´1-3). Καὶ ὁμολόγησαν ὅτι ἤσουν πραγματικὰ «ὃν ἔγραψε Μωϋσῆς ἐν τῷ νόμῳ καὶ οἱ Προφῆται» (Ἰωάν. α´ 46). Καὶ ἀφοῦ Σὲ βρῆκαν, τὰ ἐγκατέλειψαν ὅλα καὶ ἦλθαν κοντά Σου. Ὁ λαὸς ποὺ Σὲ ἄκουγε, κρεμόταν ἀπὸ τὰ χείλη Σου γοητευμένος (Λουκᾶ ιθ´ 48). Οἱ ἐχθροί Σου ἔπεφταν θαμπωμένοι στὴ γῆ. Οἱ ἁμαρτωλοὶ κοντά Σου γίνον ταν ἅγιοι. Οἱ διῶκτες Σου φλογεροὶ μαθηταί Σου. Ἡ παρουσία Σου σταματοῦσε ὄχι μόνο τὶς φυσικὲς θύελλες, ἀλλὰ καὶ τὶς πνευματικὲς τρικυμίες. Ὁ παντοδύναμος λόγος Σου ἀνάσταινε νεκροὺς καὶ νεκρωμένες ψυχές. Ἤσουν πραγματικὰ ὅπως Σὲ περιμέναμε. Κραταιὸς καὶ Δυ-νατός, Σωτήρας καὶ Λυτρωτὴς τῶν ἀνθρώπων.

    Καὶ σήμερα, Κύριε, εἴκοσι αἰῶνες μετὰ τὸν ἐρχομό Σου, Σὲ ἀναζητοῦμε μὲ τὴν ἴδια λαχτάρα καὶ τὸν ἴδιο πόθο, γιὰ νὰ μᾶς σώσεις καὶ νὰ μᾶς κυβερνήσεις. Εἶσαι ὁ μεγάλος μας Ἀναζητούμενος. Δὲν τὸ λέμε πάντοτε. Ὅμως ἡ ἀναζήτησή Σου εἶναι κρυμμένη στὸ βάθος τῆς ψυχῆς μας. Πρὶν ἔλθεις οἱ ἄνθρωποι ἔφτιαχναν ἀγάλματα, βωμοὺς καὶ εἴδωλα «ζητεῖν τὸν Κύριον, εἰ ἄρα γε ψηλαφήσειαν αὐτὸν καὶ εὕροιεν» (Πράξ. ιζ´ 27). Σήμερα φτιάχνουμε πυραύλους καὶ διαστη-μόπλοια ποὺ διασχίζουν τὸ στερέωμα. Δὲν βλέπεις, Κύριε, καὶ σ’ αὐτὰ τὰ ἔργα τῶν χειρῶν μας τὸν πόθο τῆς ψυχῆς μας νὰ Σὲ βρεῖ καὶ νὰ Σὲ ψηλαφήσει;

    Ἐσένα ζητᾶμε, Κύριε, γιατὶ εἴμαστε πονεμένοι καὶ δυστυχισμένοι μέσα στὰ πλούτη καὶ στὴ δύναμή μας. Ἐσένα ποθοῦμε οἱ ἄνθρωποι σήμερα ὅσο ποτὲ ἄλλοτε. Γιατὶ οἱ φόβοι μᾶς ἔχουν ζώσει ἀπὸ παντοῦ. Οἱ ἀγωνίες μᾶς δηλητηριάζουν καθημερινά. Τὰ μο-λυσμένα νέφη καὶ τὰ τοξικὰ ἀπόβλητα τῆς ἀπληστίας μᾶς τοξινώνουν ἀπειλητικά. Τὸ ἄγχος κοντεύει νὰ γίνει ὁ μόνιμος σύντροφος τῆς ζωῆς μας. Γι᾽ αὐτὸ

    καὶ ὅσοι Σὲ πιστεύουμε Σὲ ἀναζητᾶμε μὲ μεγαλύτερο πόθο. Θέλουμε νὰ δοῦμε τὴ γαλήνια μορφή Σου, γιὰ νὰ εἰρηνεύσουμε. Ποθοῦμε νὰ ἀκούσουμε τὸν λόγο Σου τὸν ὁδηγητικό, γιὰ νὰ βροῦμε τὸν δρόμο τῆς ἀγάπης. Ζητᾶμε τὴ χάρη Σου, γιὰ νὰ λυτρω-θοῦμε. Ποῦ θὰ σὲ βροῦμε, λατρευτέ μας Κύριε; «Διέλ-θετε ἕως Βηθλεὲμ καὶ εὑρήσετε βρέ-φος ἐσπαργανω-μένον κείμενον ἐν φάτνῃ... ὅς ἐστι Χριστὸς Κύ-ριος» (Λουκᾶ β´ 11).

    Ὁ Σωτήρας καὶ Κυβερνήτης μας «βρέφος ἐσπαρ-γανωμένον»! Καὶ ὅμως σ᾽ αὐτὴ τὴν «ἀδυναμία» κρύβε-ται ἡ θεϊκὴ παντο-δυναμία. Τί κι ἂν ὁ ἐπηρμένος ἄνθρω-πος δὲν μπορεῖ νὰ φαντασθεῖ τὸν Κυβερνήτη καὶ Θεὸ μέσα σὲ μιὰ φτωχικὴ φάτνη. Ἕνα μικρὸ καὶ ἀδύνατο νήπιο θὰ μπορέσει νὰ ἁπαλύνει τοὺς πόνους μας, νὰ στεγνώσει τὰ δάκρυά μας, νὰ ἐξαλείψει τὶς ἀδικίες, νὰ ξεριζώσει τὰ πάθη μας; Ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι, οἱ τεχνο-κράτες τῆς αὐγῆς τοῦ 21ου αἰῶνα, ζητᾶμε Κυβερνήτη στὰ μέτρα μας. Ἕνα μικρὸ νήπιο τί μπορεῖ νὰ κάνει;

    Καὶ ὅμως Ἐσύ, τὸ θεῖο Βρέφος τῆς Βηθλεὲμ εἶσαι ὁ παντοδύναμος Θεός. Ὁ μόνος ἱκανὸς νὰ κυβερνή-σει τὸν σημερινό μας κόσμο. Ὁ μόνος ποὺ μπορεῖ νὰ κατακτήσει τὶς καρδιὲς καὶ νὰ τὶς μεταβάλει ἀπὸ πέτρινες σὲ σάρκινες. Ὁ μόνος ποὺ μπορεῖ νὰ εἰρη-νεύσει τοὺς ἀνθρώπους καὶ νὰ φέρει τὴν εἰρήνη στὴν σπαρασσόμενη γῆ μας.

    Κυβέρνησέ μας ἐσύ, θεῖο Βρέφος τῆς Βηθλεέμ, γιὰ νὰ μὴ μᾶς κυβερνήσει ἡ τυραννία, ἡ βία, τὸ ἔγκλημα, τὸ χάος. Ἐσὺ ὁ παντοδύναμος Θεὸς τῆς εἰρήνης, τῆς ἀγάπης, τῆς δικαιοσύνης καὶ τῆς χαρᾶς.

    Ἐσύ, τὸ θεῖο Βρέφος τῆς Βηθλεὲμ εἶσαι ὁ

    παντοδύναμος Θεός. Ὁ μόνος ἱκανὸς νὰ κυ-

    βερνήσει τὸν σημερινό μας κόσμο. Ὁ μόνος ποὺ μπορεῖ νὰ κατα-

    κτήσει τὶς καρδιὲς καὶ νὰ τὶς μεταβάλει ἀπὸ

    πέτρινες σὲ σάρκινες. Ὁ μόνος ποὺ μπορεῖ

    νὰ εἰρηνεύσει τοὺς ἀνθρώπους καὶ νὰ

    φέρει τὴν εἰρήνη στὴν σπαρασσόμενη γῆ μας.

    Ἔτος 103ον | Δεκέμβριος 2013 | 4274

    ΕΣΕΝΑ ΖΗΤΑΜΕ, ΚΥΡΙΕ

  • 122

    Δεκ

    έμβρ

    ιος

    2013

    Τὸ «Ψαλτήριο», τὸ βιβλίο τῶν προσευχῶν καὶ τῆς λατρείας, περιέχει παλμοὺς ἀνθρώπινους καὶ δό-γματα θεῖα. Ἡ ἀνθρώπινη ἀγωνία, ἡ ἀπογοήτευση, ὁ φόβος, ὁ πόνος, ἡ νοσταλγία τοῦ Μεσσία, ἡ χαρὰ καὶ ὅλα τὰ προβλήματα καὶ τὰ αἰσθήματα, ἀπὸ τὰ ὁποῖα διαδοχικὰ περνάει ἡ ἀνθρώπινη ὕπαρξη, ξεδιπλώνονται στὶς σελίδες του μὲ εἰλικρίνεια καὶ φυσικότητα. Καὶ ἀπὸ τὸ ἄλλο μέρος ἡ παρουσία τοῦ Θεοῦ, ἡ χειραγωγία, ἡ εὐλογία, παρουσιάζον ται μὲ ἕνα τρόπο ζωντανὸ καὶ προσιτό. Ὅλα δὲ αὐτὰ μέσα στὴν ἀτμόσφαιρα τῆς προσευχῆς καὶ μὲ τὸν στίχο τὸν γεμάτο μουσικότητα καὶ δύναμη. Τὸ Ψαλτήρι εἶναι ταυτόχρονα ποιητικὴ δημιουργία καὶ ἐξομο-λόγηση καὶ ἀποκάλυψη.

    * * *Μὲ ὅλο αὐτὸ τὸν πλοῦτο τὸ Ψαλτήρι ἔχει μπεῖ

    στὴ λατρεία μας. Ἡ πρώτη Ἐκκλησία, ζωντανὴ ἀπὸ τὴν παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πῆρε τὴ συ-νήθεια τῆς ἀναγνώσεως τοῦ ἱεροῦ αὐτοῦ βιβλίου ἀπὸ τὶς προσευχὲς καὶ τὶς λατρευτικὲς συνάξεις τοῦ περιούσιου λαοῦ. Τὸ παρέλαβε σὰν μιὰ πολύτιμη κληρονομιὰ τοῦ λαοῦ, ποὺ ἔζησε μέσα στὴν ἔντονη ἀναζήτηση καὶ προσμονὴ τοῦ Μεσσία. Ἡ ποικιλία τῶν ψαλμῶν του μποροῦσε νὰ τροφοδοτήσει τὴν ὁποιαδήποτε ψυχικὴ κατάσταση τῶν μελῶν τῆς

    Ἐκκλησίας.Ὅπως σὲ κάθε

    ἀκολουθία, ἔτσι καὶ στὸν Ὄρθρο καὶ στὴ Λειτουργία ἔχει κεντρικὴ θέση τὸ Ψαλτήρι. Τὴν ὀρθρινὴ (πρωινή) μας ἀκολουθία, τὴν ἀρχίζουμε μὲ τὸν ἑξάψαλμο. Μὲ τὴν ἐξαίρετη αὐτὴ

    σύνθεση τῶν ἕξι ψαλμῶν, ποὺ μᾶς βοηθοῦν νὰ το-ποθετηθοῦμε, ἀπὸ τὴν ἀρχή, μπροστὰ στὸν Κύριο. «Ὁ Θεός, ὁ Θεός μου, πρὸς σὲ ὀρθρίζω. Ἐδί-ψησέ σε ἡ ψυχή μου, ποσαπλῶς σοι ἡ σάρξ μου, ἐν γῇ ἐρήμῳ καὶ ἀβάτῳ καὶ ἀνύδρῳ». Θεέ μου, ποὺ εἶσαι ὁ μόνος Θεός μου, πρωί-πρωί, σὲ σένα προσεύχομαι. Πολλὲς φορὲς σὲ δίψασε ἡ ψυχή μου. Ἀλλὰ καὶ πόσες φορὲς δὲν σὲ δίψασε ἡ σάρκα μου, στὴν χώρα τὴν ἔρημη καὶ τὴν ἄβατη καὶ τὴν ἄνυδρη, ποὺ ζῶ!

    Ἀργότερα, παίρνουμε στὰ χείλη μας ἄλλοτε αὐτούσια ψαλμικὰ κομμάτια καὶ ἄλλοτε μεμονω-μένους στίχους. Ἡ στιχολογία τοῦ Ἄμωμου, δηλαδὴ τοῦ ἑκατοστοῦ δεκάτου ὀγδόου ψαλμοῦ, τὰ εὐλογη-τάρια, οἱ ἀναβαθμοὶ εἶναι προσευχές, ποὺ μᾶς τὶς δάνεισε ἢ μᾶς τὶς ἐνέπνευσε τὸ Ψαλτήρι. Σὲ ὅλα αὐτὰ ἐπικρατεῖ ἡ ἔξαρση, ἡ καθαρὴ προσευχή, ἡ ζωντανὴ ἐπικοινωνία μὲ τὸν Θεό.

    Προχωρῶντας στὸν ὄρθρο παίρνουμε ὑπέροχα συνθήματα ἀπὸ τὸν 148ο καὶ τὸν 149ο ψαλμό. Μὲ αὐτοὺς τοὺς ψαλμοὺς ὁ ὑμνωδὸς καλεῖ ὁλόκληρη τὴ δημιουργία νὰ δοξολογήσει τὸν Θεό. «Πᾶσα πνοὴ αἰνεσάτω τὸν Κύριο. Αἰνεῖτε τὸν Κύριον ἐκ τῶν οὐρανῶν, αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν τοῖς ὑψίστοις... αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν ἤχῳ σάλπιγγος, αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν ψαλτηρίῳ καὶ κιθάρᾳ...»

    Ἕνας οἰκουμενικὸς συναγερμὸς στὴ θεία αἴνε-ση. Μιὰ ἑνοποίηση τοῦ σύμπαντος στὸ ἔργο τῆς δοξολογίας, ποὺ φτάνει στὸ κατακόρυφό της στὸ τέλος τοῦ ὄρθρου μὲ τὴν «Δοξολογία», ἡ ὁποία εἶναι κατάσπαρτη ἀπὸ ψαλμικὰ χωρία.

    Μετὰ μπαίνουμε στὴ θ. Λειτουργία. Καὶ ἐδῶ τὸ Ψαλτήρι κάνει τὴν παρουσία του μὲ τὰ «Ἀντίφω-να» καὶ μὲ τὸ «προκείμενον» τοῦ Ἀποστόλου. Πάλι προσευχόμαστε καὶ δοξολογοῦμε τὸν Κύριο μὲ τὴ γλώσσα τοῦ μεγάλου ὑμνωδοῦ.

    Μὰ καὶ στὶς ἱερώτατες στιγμὲς τῆς ἀναφορᾶς κάτι ἔχει νὰ μᾶς προσφέρει τὸ ἱερὸ βιβλίο τῶν προσ-ευχῶν, ὅπως τὸ: «Ἀγαπήσω σε, Κύριε, ἡ ἰσχύς μου...» καὶ ἀρκετὲς ἄλλες σύντομες ἱκεσίες. Ἔτσι πραγματοποιεῖται αὐτὸ ποὺ ἔχει γράψει ὁ ἅγιος Ἰω-άννης ὁ Χρυσόστομος: Στὴ λατρεία μας «καὶ πρῶτος καὶ μέσος καὶ ἔσχατος» ὁ Δαβὶδ παρουσιάζεται καὶ ὑμνεῖ τὸν Θεὸ καὶ προσφέρεται, γιὰ νὰ μᾶς διευ-κολύνει στὴν ὑμνωδία τοῦ Θεοῦ.

    * * *Τὸ Ψαλτήρι μᾶς μαθαίνει νὰ ἀναζητᾶμε τὸν

    Κύριο καὶ νὰ τὸν νοσταλγοῦμε. Νὰ χαιρόμαστε τὴ λυτρωτικὴ καὶ χαροποιὸ καὶ ἐνισχυτικὴ παρουσία τοῦ Μεσσία. Μᾶς κάνει νὰ προσανατολίζουμε τοὺς πόθους μας πρὸς τὸν Ἰησοῦ καὶ νὰ προσηλώνουμε τὴ σκέψη καὶ τὰ μάτια μας στὸ πιὸ μεγάλο γεγονὸς τῆς ζωῆς του, στὸ πάθος. Ὁ Δαβὶδ χίλια χρόνια πρὶν ἀπὸ τὴ σάρκωση τοῦ Κυρίου αἰσθάνθηκε τὴν παρουσία Του καὶ τὴν ἀπαθανάτισε στοὺς μεσσι-ανικοὺς ψαλμούς του. Κι ἐμεῖς, μὲ τὴ σκέψη καὶ τὸν παλμὸ τῶν ψαλμῶν μαθαίνουμε νὰ λαχταρᾶμε καὶ νὰ νοσταλγοῦμε τὴν παρουσία καὶ τὴ γλυκιὰ συντροφιὰ τοῦ Λυτρωτή μας.

    Μὰ ἀκόμα οἱ ψαλμοὶ μᾶς μαθαίνουν καὶ νὰ προσ ευχόμαστε. Βγαλμένοι απὸ μιὰ καρδιὰ ζωντα-νή, ἀνταποκρίνονται σ᾽ ὅλες τὶς ψυχικὲς καταστά-σεις, ἀπὸ τὶς ὁποῖες μπορεῖ νὰ περάσει ὁ ἄνθρωπος. Γι᾽ αὐτὸ καί, σ᾽ ὅποιαδήποτε ψυχικὴ κατάσταση κι ἂν βρισκόμαστε, θὰ ὑπάρχει κάποιος ψαλμός, ποὺ θὰ ταιριάζει στὰ χείλη μας.

    Ὅταν προσευχόμαστε μὲ τοὺς ψαλμούς, προσευ-χόμαστε μὲ τὶς προσευχὲς ἑνὸς γνήσιου ἀνθρώπου, ποὺ μπόρεσε νὰ μιλήσει στὸν Θεὸ σὰν ἀντιπρό-σωπός μας καὶ μποροῦμε νὰ ἐκφραστοῦμε σωστὰ καὶ εἰλικρινὰ χρησιμοποιῶντας τὰ λόγια του. Γι᾽ αὐτὸ ἀκριβῶς πῆραν τόσο σπουδαία θέση στὴ λα-τρεία μας.

    «Λατρεύωμεν εὐαρέστως τῷ Θεῷ»Β΄

    (῾Εβρ. ιβ´ 28)

    Τὸ Ψαλτήρι μᾶς μα-θαίνει νὰ ἀναζητᾶμε τὸν Κύριο καὶ νὰ τὸν νοσταλγοῦμε. Νὰ χαιρόμαστε τὴ λυτρω-τικὴ καὶ χαροποιὸ καὶ ἐνισχυτικὴ παρουσία τοῦ Μεσσία.

  • 123

    Δεκ

    έμβρ

    ιος

    2013

    Ὑπάρχουν μερικὰ γεγονότα, κάποιες ἀλήθειες, μπροστὰ στὰ ὁποία ὁ ἀνθρώπινος νοῦς σταματᾶ. Ἡ σκέψη ἀδυνατεῖ νὰ τὰ συλλάβει καὶ νὰ τὰ πα-ρακολουθήσει. Πολὺ περισσότερο εἶναι ἀνίκανος ὁ λόγος νὰ τὰ ἐκφράσει. Γιατὶ εἶναι «ὑπὲρ λόγον καὶ ἔννοιαν». Ξεπερνοῦν δηλαδὴ τὴν ἀνθρώπινη κατανόηση. Εἶναι μυστήρια ἀκατάληπτα.

    Ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ, ἂν ἦταν κατανοητὴ ἀπὸ τὸν πεπερασμένο νοῦ μας, τότε ἀσφαλῶς θὰ ἔπαυε νὰ εἶναι μυστήριο. Ἡ θεία Γέννησή Του θὰ ἦταν ἀποξενωμένη ἀπὸ κάθε ὑπερφυσικὸ στοι-χεῖο. Ὅμως δὲν εἶναι ἔτσι. Οἱ πραγματικὰ σοφοὶ μπροστὰ στὸ ἀνερμήνευτο αὐτὸ μυστήριο στά-θηκαν μὲ σεβασμὸ ἀλλὰ καὶ μὲ ἀπορία. Οἱ ἅγιοι προσπάθησαν νὰ τὸ αἰσθανθοῦν κάνοντας βίωμά τους τὸ θεῖο θέλημα. Καὶ οἱ πιστοί, αἰῶνες τώρα, προσφέρουν τὸ θαυμασμό τους καὶ ταπεινὰ Τὸν ὑμνοῦν:

    «Θαῦμα παράδοξον, ὁρᾶται σήμερον! Ὁ γὰρ Σωτὴρ ἡμῶν ἐν τῷ σπηλαίῳ σαρκί, ἐκ τῆς Παρ-θένου δι’ ἡμᾶς, τεχθῆναι νῦν ἐπείγεται... καὶ ἡμεῖς βοῶμεν· δόξα τῷ δι’ ἡμᾶς ἐνανθρωπήσαν-τι» (Κάθισμα ὄρθρου 21ης Δεκεμβρίου).

    * * *Ἀλλὰ τὸ παράδοξο πραγματικὰ καὶ ἀνεξιχνία-

    στο αὐτὸ μυστήριο, ἐκδηλώθηκε μέσα στὴν ἱστο-ρία. Ὁ πιστὸς στάθηκε μπροστά του μὲ δέος. Τὸ μόνο ποὺ τοῦ ἀπέμενε ἦταν νὰ ὁμολογεῖ:

    «Ὁ ἀχώρητος παντί, πῶς ἐχωρήθη ἐν γαστρί; ὁ ἐν κόλποις τοῦ Πατρὸς πῶς ἐν ἀγκάλαις τῆς μητρός; πάντως ὡς οἶδεν, ὡς ἠθέλησε καὶ ὡς ηὐδόκησεν· ἄσαρκος γὰρ ὤν, ἐσαρκώθη ἑκών· καὶ γέγονεν ὁ Ὤν, ὃ οὐκ ἦν δι’ ἡμᾶς· καὶ μὴ ἐκστὰς τῆς φύσεως, μετέσχε τοῦ ἡμετέρου φυ-ράματος. ∆ιπλοῦς ἐτέχθη Χριστός, τὸν ἄνω κό-σμον θέλων ἀναπληρῶσαι» (Κάθισμα ὄρθρου 25ης Δεκεμβρίου).

    Θὰ μποροῦσε νὰ πεῖ κανείς, πὼς στὸ τροπά-ριο αὐτό περικλείεται ὁλόκληρο τὸ δόγμα τῶν δύο φύσεων τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι ἀχώρητος στὸ σύμπαν, μὰ χώρεσε στὴν κοιλία τῆς Παρθένου. Βρίσκεται πάντοτε κοντὰ στὸν Θεὸ-Πατέρα, μὰ ὡς νήπιο κρα-τιέται τὴν ἴδια στιγμὴ στὴν ἀγκαλιὰ τῆς Θεοτόκου. Δὲν ἔχει ὡς Θεὸς ὑπόσταση ὑλική, πῆρε ὅμως τὴν ἀνθρώπινη μορφὴ καί σάρκα. Μένει καὶ μετὰ τὴ Γέννησή Του, ὅπως ἦταν, τέλειος Θεός, ἀλλὰ ἔγινε συγχρόνως καὶ τέλειος ἄνθρωπος. Πῶς ἔγιναν ὅλα αὐτά; Μιὰ ἀπάντηση εἶναι σίγουρη: Μόνον ὁ Θεὸς γνωρίζει! Ὅταν Αὐτὸς θελήσει, οἱ φυσικοὶ νόμοι ὑποχωροῦν. Αὐτὴ ἡ ἀλήθεια διατυπώνεται σ’ ἕναν ἄλλον ὕμνο. Θέλοντας νὰ καταλάβει κάτι περισσό-τερο ὁ ποιητὴς φαντάζεται τὸν ἑαυτό του σὲ ἕνα διάλογο μὲ τὴν Θεοτόκο. Μὰ σύντομα ἀντιλαμβά-νεται πὼς οἱ ἴδιες ἀπορίες ὑπάρχουν καί σ’ αὐτή:

    «Τί θαυμάζεις Μαριάμ; τί ἐκθαμβεῖσαι τῷ ἐν σοί; Ὅτι ἄχρονον Υἱόν, χρόνῳ ἐγέννησα φησί, τοῦ τικτομένου τὴν σύλληψιν μὴ διδαχθεῖσα. Ἄνανδρός εἰμι, καὶ πῶς τέξω Υἱόν; ἄσπορον γονὴν τίς ἑώρακεν; ὅπου Θεὸς γὰρ βούλεται, νικᾶται φύσεως τάξις ὡς γέγραπται. Χριστὸς ἐτέχθη ἐκ τῆς Παρθένου ἐν Βηθλεὲμ τῆς Ἰουδαί-ας» (Κάθισμα ὄρθρου 25ης Δεκεμβρίου).

    Στὴν καταβασία τῆς ἐνάτης ὡδῆς τῶν Χριστου-γέννων, ὁ ὑμνωδὸς μᾶς μεταφέρει ἁπλὰ σ’ αὐτὸ ποὺ βλέπει. Δὲν προσπαθεῖ νὰ τὸ καταλάβει, γιατὶ εἶναι «ξένον» καὶ «παράδοξον», ἀκατάληπτο δηλαδὴ μυστήριο. Πῶς νὰ τὸ ἐξηγήσει; Ἡ ἀπέριττη σπηλιὰ ἔγινε οὐρανός! Ἡ κόρη τῆς Ναζαρέτ, χερουβικὸς θρόνος τοῦ ἄπειρου Θεοῦ. Ἡ μικρὴ φάτνη, ἐπίγειο ἀνάκτορο. Κι ὅλα αὐτά, γιατὶ ἐκεῖ ἦλθε ὁ ἀχώρητος Θεός...

    «Μυστήριον ξένον, ὁρῶ καὶ παράδοξον· οὐρανὸν τὸ σπήλαιον· θρόνον χερουβικὸν τὴν Παρθένον· τὴν φάτνην χωρίον· ἐν ᾧ ἀνεκλίθη ὁ ἀχώρητος, Χριστὸς ὁ Θεός, ὃν ἀνυμνοῦντες μεγαλύνομεν».

    Εἶναι δυνατὸν νὰ συμβεῖ κάτι τέτοιο; Ὄχι, φω-νάζουν οἱ ὀρθολο-γιστές. Καὶ τοὺς ἀκολουθοῦν κι ὅσοι ἀρνήθηκαν στὴ ζωή τους τὸν Θεὸ καὶ τὸ θέλημά Του. Τὸ ἀδύνατο δὲν εἶναι βέβαια αὐτό. Εἶναι ἀκρά-δαντη ἡ βεβαιό-τητα τῶν πιστῶν, ὅτι «ὅπου Θεὸς βούλεται νικᾶται φύσεως τάξις». Αὐτὸς ὅμως ποὺ ζεῖ μακριὰ ἀπὸ τὸν Θεό, δὲν θὰ κατορθώσει ποτὲ νὰ ἐξηγήσει μὲ τὴν ψυχρὴ λογική, τὸ «ὑπὲρ λόγον». Γιὰ τὸν Θεὸ τὰ πάντα εἶναι δυνατά. «Οὐκ ἀδυνα-τήσει παρὰ τῷ Θεῷ πᾶν ρῆμα» (Λουκᾶ α΄ 37).

    Τὰ ἴδια ἰσχύουν καὶ γιὰ τὸ πῶς μπορεῖ νὰ σαρ-κωθεῖ ὁ Θεὸς καὶ ταυτόχρονα νὰ μὴν χωρισθεῖ ἀπὸ τὸν οὐράνιο Πατέρα Του. Εἶναι θαῦμα μοναδικὸ κι ἀνεπανάληπτο. Μὴν προσπαθήσουμε νὰ τὸ καταλάβουμε. Μονάχα μὲ τοὺς ἀγγέλους καὶ τοὺς ἁπλοὺς βοσκοὺς ἂς δοξολογήσουμε τὸν Κύριο:

    «Μέγα καὶ παράδοξον θαῦμα, τετέλεσται σή-μερον! Παρθένος τίκτει καὶ μήτρα οὐ φθείρεται· ὁ Λόγος σαρκοῦται, καὶ τοῦ Πατρὸς οὐ κεχώ-ρισται. Ἄγγελοι μετὰ ποιμένων δοξάζουσι καὶ ἡμεῖς σὺν αὐτοῖς ἐκβοῶμεν· δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ· καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη» (Τροπάριον ἀποστίχων ἑσπερινοῦ 25ης Δεκεμβρίου).

    Αὐτὸς ὅμως ποὺ ζεῖ μακριὰ ἀπὸ τὸν Θεό,

    δὲν θὰ κατορθώσει ποτὲ νὰ ἐξηγήσει μὲ

    τὴν ψυχρὴ λογική, τὸ «ὑπὲρ λόγον».

    Γιὰ τὸν Θεὸ τὰ πάντα εἶναι δυνατά.

    Ἀπὸ τὴν ὑμνολογία τῶν Χριστουγέννων

    «ΜΥΣΤΗΡΙΟΝ ΞΕΝΟΝ»

  • 124

    Δεκ

    έμβρ

    ιος

    2013

    Ἀδελφοί, Χριστός ἐστιν ἡ εἰρήνη ἡμῶν, ὁ ποιήσας τὰ ἀμφότερα ἓν καὶ τὸ μεσότοιχον τοῦ φραγμοῦ λύσας, τὴν ἔχθραν, ἐν τῇ σαρκὶ αὐτοῦ, τὸν νόμον τῶν ἐντολῶν ἐν δόγμασι καταργήσας, ἵνα τοὺς δύο κτίσῃ ἐν ἑαυτῷ εἰς ἕνα καινὸν ἄνθρωπον ποιῶν εἰρήνην, καὶ ἀποκαταλλάξῃ τοὺς ἀμφοτέρους ἐν ἑνὶ σώματι τῷ Θεῷ διὰ τοῦ σταυροῦ, ἀπο-κτείνας τὴν ἔχθραν ἐν αὐτῷ. Καὶ ἐλθὼν εὐηγ-γελίσατο εἰρήνην ὑμῖν τοῖς μακρὰν καὶ τοῖς

    ἐγγύς, ὅτι δι᾽ αὐτοῦ ἔχομεν τὴν προσα-γωγὴν οἱ ἀμφότεροι ἐν ἑνὶ Πνεύματι πρὸς τὸν Πατέρα. Ἄρα οὖν οὐκέτι

    ἐστὲ ξένοι καὶ πάροικοι, ἀλλὰ συμπολῖται τῶν ἁγίων καὶ οἰκεῖοι τοῦ Θεοῦ, ἐποικοδομηθέντες ἐπὶ τῷ θεμελίῳ τῶν ἀποστόλων καὶ προφητῶν, ὄντος ἀκρογωνιαίου αὐτοῦ ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ, ἐν ᾧ πᾶσα οἰκοδομὴ συναρμολογουμένη αὔξει εἰς ναὸν ἅγιον ἐν Κυρίῳ, ἐν ᾧ καὶ ὑμεῖς συνοικοδο-μεῖσθε εἰς κατοικητήριον τοῦ Θεοῦ ἐν Πνεύματι.

    ΚΥΡΙΑΚΗ 8 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥΙ΄ ΛΟΥΚΑ

    ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ Λουκᾶ ιγ΄ 10-17ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Ἐφεσ. β΄ 14-22

    Ἡ καταπάτηση τοῦ θείου θελήματος, ὁ συμβι-βασμὸς μὲ τὴν ἁμαρτία, οἱ ἐσωτερικὲς ἀγωνίες, οἱ τύψεις τῆς συνειδήσεως, ἀφαιροῦν ἀπὸ πολλοὺς ἀνθρώπους τὴν εἰρήνη. Ἀκόμα διώχνουν τὴν ἐσωτερικὴ εἰρήνη καὶ γαλήνη οἱ καθημερινὲς διαμάχες, οἱ διαφωνίες, οἱ διαπληκτισμοί. Καὶ τί νὰ πεῖ κανεὶς γιὰ τὶς συγκρούσεις ἀνάμεσα σὲ ἐθνότητες ἢ ἀνάμεσα σὲ λαούς, ἢ γιὰ τοὺς παγκόσμιους πολέμους;

    Κι ὅμως ὁ πόθος τῆς εἰρήνης φωλιάζει στὰ βάθη τῆς ψυχῆς τῶν ἀνθρώπων. Καὶ ζητοῦν μὲ πολλοὺς καὶ ποικίλους τρόπος νὰ κατορθώσουν νὰ ζοῦν εἰρηνικά. Καὶ τὸ ἐρώτημα: «Πόθεν πό-λεμοι καὶ μάχαι ἐν ὑμῖν;» ρωτάει ὁ ἀδελφόθε-ος Ἰάκωβος. «Οὐκ ἐντεῦθεν, ἐκ τῶν ἡδονῶν ὑμῶν τῶν στρατευομένων ἐν τοῖς μέλεσιν ὑμῶν;» (δ΄ 1). Πρὶν ἀπὸ τὶς πολεμικὲς στρατεῖες, στρατεύον ται οἱ ἁμαρτωλὲς ἐπιθυμίες καὶ ὀρέξεις. Ἡ ἐπιθυμία τῆς φιλαρχίας, τῆς ἐξουσίας, τῆς ἐκδι-κήσεως, τῆς ἡδονῆς, τοῦ ἀκόρεστου πλουτισμοῦ, προκαλοῦν τὶς φιλονικίες καὶ προετοιμάζουν τὶς πολεμικὲς συγκρούσεις. Ὅλα αὐτὰ βρίσκουν τὴν ἀπάντησή τους στὴν ἀγάπη ποὺ ἔφερε ὁ ἐναν-θρωπήσας Θεὸς στὴ γῆ μας.

    Πράγματι ἕνας μόνο μπορεῖ νὰ πραγματοποιή-σει αὐτὸν τὸν βαθὺ καὶ ἀνεκπλήρωτο μέχρι σήμε-ρα πόθο τῆς ἀνθρωπότητας. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος βροντοφωνεῖ στοὺς Ἐφεσίους: «Χριστός ἐστιν ἡ εἰρήνη ἡμῶν...» Ὁ Κύριος Ἰησοῦς εἶναι ὁ μόνος χορηγὸς τῆς ἀδιασάλευτης εἰρήνης. Καὶ ὁ ἴδιος ὁ Κύριος διαβεβαίωσε τοὺς Μαθητάς του: «Εἰρή-νην ἀφίημι ὑμῖν, εἰρήνην τὴν ἐμὴν δίδωμι ὑμῖν». Καὶ γιὰ νὰ μὴ μείνει οὔτε ἡ παραμικρὴ ἀμφιβολία, ὅτι ἡ εἰρήνη ποὺ δίνει ὁ Κύριος τῆς εἰρήνης, δὲν εἶναι ἴδια μὲ τὴν εἰρήνη ποὺ δίνει ὁ «κόσμος», προσθέτει ἀμέσως: «οὐ καθὼς ὁ κόσμος δίδωσιν, ἐγὼ δίδωμι ὑμῖν».

    Ἡ εἰρήνη ποὺ μᾶς χορηγεῖται ἀπὸ τὸν Θεό, μὲ προϋπόθεση τὴν πίστη μας στὸν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό, ἔχει τὸ ἑξῆς γνώρισμα: «Δὲν εἶναι εἰρήνη, γαλήνη, ποὺ προέρχεται ἀπὸ μία ἐξωτερικὴ διευθέτηση τῶν ὑποθέσεων μας, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν ἐσω-τερικὴ τακτοποίηση τῆς ψυχῆς».

    Ἡ τήρηση τῶν θείων ἐντολῶν, ἡ ἀγάπη, ἡ δι-

    καιοσύνη, ἡ πραότητα, ἡ ἐγκράτεια, ἡ ταπείνωση, ἡ ἀνεξικακία, αὐτὰ δίνουν τὴ γαλήνη καὶ τὴν εἰρήνη στὸν ἄνθρωπο. Μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς νὰ μὴν ἔχει πλούτη, δόξα, κοινωνικὲς θέσεις καὶ ἀξιώματα, ὅταν ὅμως κάνει τὸ καθῆκον του, ζεῖ τίμια, σκορπάει παντοῦ τὴν ἀγάπη, τότε αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος ζεῖ εἰρηνικά.

    Σπαράζουν οἰκογένειες, κοινωνικὲς τάξεις, ἔθνη, διότι λείπει ὁ μοναδικός, ὁ ἀναντικατάστα-τος θεῖος κρίκος: ὁ Κύριος Ἰησοῦς. Ὅπου λείπει ὁ Εἰρηνοποιὸς στήνει τὸν θρόνο της ἡ διχόνοια.

    Ἡ ἀσφαλέστερη ὁδὸς γιὰ νὰ εἰρηνεύσουν με-ταξύ τους οἱ καρδιές, ποὺ εἶναι ὡς τώρα ἀποξε-νωμένες καὶ ἀντιμάχονται, εἶναι νὰ πλησιάσουν τὸν Κύριο Ἰησοῦ. Ὅταν γεμίσουν οἱ καρδιές μὲ ἀγάπη πρὸς τὸν Λυτρωτή, τότε οἱ πάγοι λιώνουν, τὰ τείχη γκρεμίζονται. Ἀνέχεται ὁ ἀληθινὰ πιστὸς τὶς ἀδυναμίες τοῦ ἄλλου, συγχωρεῖ τὶς ἐλλείψεις του, ἀκόμα κι ἂν τὸν ἒχει βλάψει, καὶ ἔτσι ἀπο-φεύγονται οἱ διαιρέσεις, οἱ διαπληκτισμοί.

    Ἕνας, μοναδικός, ὁ συνδετικὸς κρίκος γιὰ τὶς οἰκογένειες, τοὺς συγγενεῖς, τοὺς φίλους, τοὺς συν-εργάτες, ὁ Χριστός. «Ὁ Χριστός ἐστιν ἡ εἰρήνη ἡμῶν...» Ἑπομένως ἂν θέλουμε νὰ εἰρηνεύσουν οἱ ἄνθρωποι δὲν ἔχουμε παρὰ νὰ τοὺς ὁδηγήσουμε κοντὰ στὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ. Κάτω ἀπὸ τὴ σκιά του μποροῦν νὰ λυθοῦν ὅλα τὰ ἀκανθώδη προ-βλήματα ποὺ χωρίζουν τοὺς ἀνθρώπους. Ἐκεῖ ἡ ἀπέραντη ἀγάπη συνάντησε τὸ πιὸ μεγάλο μίσος καὶ τὸ νίκησε. Ὁ σταυρωμένος Κύριος «ἥπλωσε τὰς παλάμας καὶ ἥνωσε τὰ τὸ πρὶν διεστῶτα».

    Ὅλοι, λίγο πολύ, ἔχουμε πεί ρα τῆς ἀλήθειας αὐτῆς. Ἐχθροὶ γιὰ χρόνια ἑνώθηκαν, ὅταν κυρι-άρχησε στὴν ψυχή τους ἡ εἰρήνη τοῦ Χριστοῦ. Διαιρέσεις καὶ μίση διαλύθηκαν, ὅταν ἔδωσαν τὰ χέρια μπροστὰ στὸν Σταυρὸ τοῦ Κυρίου.

    Ὁ μεγάλος Εἰρηνοποιὸς σκορπίζει τὸ θεῖο δῶρο τῆς εἰρήνης στὸν ταραγμένο μας κόσμο! Μᾶς συμφιλιώνει μὲ τοὺς συνανθρώπους μας, ἀφοῦ προηγουμένως μᾶς συμφιλιώσει μὲ τὸν ἑαυτό μας καὶ πρὸ πάντων μὲ τὸν Θεό. Χωρὶς εἰρήνη μὲ τὸν Θεὸ δὲ μποροῦμε νὰ ἔχουμε εἰρήνη μὲ τοὺς ἀνθρώπους.

    «ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΣΤΙΝ Η ΕΙΡΗΝΗ ΗΜΩΝ»

    ΑΠ

    ΟΣΤ

    ΟΛ

    ΟΣ

  • 125

    Δεκ

    έμβρ

    ιος

    2013

    Τέκνον Τιμόθεε, μὴ ἐπαισχυνθῇς τὸ μαρτύριον τοῦ Κυρίου ἡμῶν μηδὲ ἐμὲ τὸν δέσμιον αὐτοῦ, ἀλλὰ συγκακοπάθησον τῷ εὐαγ-γελίῳ κατὰ δύναμιν Θεοῦ, τοῦ σώσαντος ἡμᾶς καὶ καλέσαντος κλήσει ἁγίᾳ, οὐ κατὰ τὰ ἔργα ἡμῶν, ἀλλὰ κατ᾿ ἰδίαν πρόθεσιν καὶ χάριν, τὴν δοθεῖσαν ἡμῖν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ πρὸ χρόνων αἰωνίων, φανερωθεῖσαν δὲ νῦν διὰ τῆς ἐπιφανείας τοῦ σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, κα-ταργήσαντος μὲν τὸν θάνατον, φωτίσαντος δὲ ζωὴν καὶ ἀφθαρσίαν διὰ τοῦ εὐαγγελίου, εἰς ὃ ἐτέθην ἐγὼ κήρυξ καὶ ἀπόστολος καὶ διδάσκαλος ἐθνῶν. Δι᾿ ἣν αἰτίαν καὶ ταῦτα πάσχω, ἀλλ᾿ οὐκ ἐπαισχύνομαι· οἶδα γὰρ ᾧ πεπίστευκα, καὶ πέπεισμαι ὅτι δυ-

    νατός ἐστι τὴν παραθήκην μου φυλάξαι εἰς ἐκείνην τὴν ἡμέραν. Ὑποτύπωσιν ἔχε ὑγιαινόντων λόγων ὧν παρ᾿ ἐμοῦ ἤκουσας, ἐν πίστει καὶ ἀγάπῃ τῇ ἐν

    Χριστῷ Ἰησοῦ· τὴν καλὴν παραθήκην φύλαξον διὰ Πνεύματος Ἁγίου τοῦ ἐνοικοῦντος ἐν ἡμῖν. Οἶδας τοῦτο, ὅτι ἀπεστράφησάν με πάντες οἱ ἐν τῇ Ἀσίᾳ, ὧν ἐστι Φύγελλος καὶ Ἑρμογένης. Δῴη ἔλεος ὁ Κύριος τῷ Ὀνησιφόρου οἴκῳ, ὅτι πολλάκις με ἀνέψυξε καὶ τὴν ἅλυσίν μου οὐκ ἐπῃσχύνθη, ἀλλὰ γενόμενος ἐν Ρώμῃ σπουδαιότερον ἐζήτησέ με καὶ εὗρε· δῴη αὐτῷ ὁ Κύριος εὑρεῖν ἔλεος παρὰ Κυρίου ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ· καὶ ὅσα ἐν Ἐφέσῳ διηκόνησε, βέλτιον σὺ γινώσκεις.

    ΚΥΡΙΑΚΗ 15 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥΙΑ΄ ΛΟΥΚΑ

    ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ Λουκᾶ ιδ΄ 16-24ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Β΄ Τιμόθ. α΄ 8-18

    ΦΥΛΑΞΕ ΤΟΝ ΘΗΣΑΥΡΟ ΣΟΥ«Τὴν καλὴν παραθήκην φύλαξον

    διὰ Πνεύματος Ἁγίου τοῦ ἐνοικοῦντος ἐν ἡμῖν».

    Στὴν πρώτη του περιοδεία ὁ ἀπόστολος Παῦλος πέρασε καὶ ἀπὸ τὰ Λύστρα τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Ἐκεῖ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο τὸν κατευθύνει σὲ μιὰ σεμνὴ ἑβραϊκὴ οἰκογένεια. Ἡ γιαγιὰ Λωίδα καὶ ἡ κόρη της Εὐνίκη ζούσανε σύμφωνα μὲ τὸ Νόμο τοῦ Θεοῦ, μὲ τὸν μικρὸ Τιμόθεο. Ὁ πατέρας τοῦ Τιμόθεου ἦταν Ἕλληνας καὶ εἶχε πεθάνει. Μέσα σ’ αὐτὸ τὸ οἰκογενειακὸ περιβάλλον γα-λουχήθηκε ὁ Τιμόθεος, μὲ τὴ μελέτη τοῦ Νόμου καὶ τῶν Προφητῶν.

    Στὴ δεύτερη ἱεραποστολική του περιοδεία, ὁ Τιμόθεος ἦταν πιὰ ἕτοιμος νὰ στρατευθεῖ «τὴν καλὴν στρατείαν» (Α΄ Τιμ. α΄ 18). Ἔτσι μὲ ὅλη του τὴν καρδιὰ ἀκολούθησε τὸν ἀπόστολο Παῦλο καὶ ἔγινε ἐκλεκτὸς συνεργάτης του. Γι’ αὐτὸ καὶ ἐκεῖνος τὸν ἐγκατέστησε Ἐπίσκοπο τῆς μεγάλης Ἐκκλησίας τῶν Ἐφεσίων. Στὴ δευτέρα πρὸς Τιμό-θεον ἐπιστολή του, ποὺ ἕνα τμῆμα της ἀποτελεῖ τὸ σημερινὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα, τοῦ παραγ-γέλλει μεταξὺ ἄλλων:

    Ἀνόθευτη πίστη. «Τὴν καλὴν παραθήκην φύλαξον». Δηλαδὴ

    τὸν καλὸ καὶ ἀνεκτίμητο θησαυρὸ τῆς εὐαγγε-λικῆς διδασκαλίας, ποὺ σοῦ ἐμπιστεύτηκε ὁ Θεός, φύλαξέ τον ἀνόθευτο καὶ ἀκέραιο. Ὁ Τιμόθεος εἶχε κληρονομήσει ἀπὸ τὸν μεγάλο του Δάσκαλο, τὸν Παῦλο, ὄχι μόνο τὸ τέλειο ὑπόδειγμα πίστεως, ἀλλὰ καὶ ἁγίας ζωῆς. Τὸν εἶχε παρακολουθήσει ἀπὸ κοντά, πῶς δίδασκε καὶ τί δίδασκε στὰ δυ-νατὰ κηρύ γματά του. Ἔβλεπε μὲ θαυμασμὸ τὴν ἁγία του συμπεριφορὰ καὶ ἀναστροφὴ μὲ τοὺς ἀνθρώπους, τὶς ἁγνὲς διαθέσεις του, τὴν φωτι-σμένη καὶ ζωντανὴ πίστη του, τὴν μακροθυμία του, τὴν ὑπομονή του, τὴν ἀγάπη καὶ τὴν αὐτο-θυσία του καὶ τοὺς διωγμούς του.

    Αὐτὰ ὅλα ἦταν γιὰ τὸν Τιμόθεο ἕνας ἀνεκτί-μητος θησαυρός, μιὰ μεγάλη παρακαταθήκη. Τοῦ ἐφιστᾶ λοιπὸν τὴν προσοχή, νὰ φυλάξει τὸ μεγάλο κεφάλαιο, αὐτὴν τὴν «ὑγιαίνουσα διδασκαλία»

    ἀνόθευτη, γιατὶ εἶναι ἕνας μεγάλος θησαυρός.Ἀλλὰ καὶ στὶς μέρες μας ὑπάρχουν πολλοὶ

    ποὺ ἀπειλοῦν τὰ ἰδανικὰ τῆς πίστεως καὶ τῆς πατρίδος. Δὲν εἶναι μονάχα οἱ γνωστοὶ αἱρετικοί, Χιλιαστές. Γέμισε ὁ κόσμος ἀπὸ τὶς πιὸ ἀπίθανες αἱρέσεις, τὶς πιὸ παράδοξες μαγεῖες. Ἄνθρωποι, ὑποτίθεται, μορφωμένοι ἀκολουθοῦν συστήματα καὶ ὕποπτες διδασκαλίες, δοξασίες τῆς Ἀνατολῆς, σκοτεινὰ δόγματα, τὴν ἀστρολογία, σατανιστικὲς τελετές, ἀνάξιες καὶ γιὰ νηπιακὰ πνεύματα. Ἀπορ-ρίπτουν τὰ γερὰ θεμέλια τῆς πίστεως καὶ δίνουν τὴν ἐμπιστοσύνη τους στοὺς «βεβήλους καὶ γραώδεις μύθους» (Α΄ Τιμ. δ΄ 7) τῆς ἀγυρτείας. Καὶ δυστυχῶς ὑπάρχουν Χριστιανοὶ ἀδιαφώτι-στοι ποὺ εὔκολα παρασύρονται στὴν πλάνη καὶ στὴν αἵρεση. Δὲν ἔχουν ξεκαθαρισμένο τὸ ἔδαφος τῆς ψυχῆς τους γι’ αὐτὸ νοθεύουν τὴν πίστη τους, τὴν ὀρθόδοξη καὶ φεύγουν ἀπὸ τὸν Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία Του. Ἐπειδὴ ἔχουν ἐλλιπεῖς γνώσεις καὶ δὲν ἔχουν καλὴ καὶ ταπεινὴ διάθεση «περὶ τὴν ἀλήθειαν ἠστόχησαν». Δηλαδὴ ἐξέπεσαν καὶ ἐπλανήθησαν ἀπὸ τὴν ἀλήθεια.

    «Διὰ Πνεύματος Ἁγίου».Πῶς, λοιπόν, θὰ μπορέσουμε νὰ φυλάξουμε

    τὴν ἱερὴ αὐτὴ παρακαταθήκη ἀνόθευτη; Μόνο μὲ τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

    «Διὰ Πνεύματος Ἁγίου τοῦ ἐνοικοῦντος ἐν ἡμῖν», ἀπαντᾶ ὁ φωτισμένος Ἀπόστολος. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μπορεῖ νὰ μᾶς προφυλάξει, νὰ μᾶς φρουρήσει, νὰ μᾶς χαριτώσει, νὰ μᾶς φωτίσει, νὰ μᾶς καθοδηγήσει «εἰς πᾶσαν τὴν ἀλήθει-αν». Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μᾶς ἀγαπᾶ καὶ θέλει νὰ μᾶς διαφυλάξει ἀπὸ ὅλους αὐτοὺς τοὺς αἱρετικοὺς καὶ κακόδοξους ἐπηρεασμούς. Ἀρκεῖ καὶ μεῖς νὰ ἔχουμε καθαρότητα καὶ εὐθύτητα καὶ νὰ παρα-καλοῦμε θερμὰ τὸν Κύριό μας: «ἀνεπηρέαστον τὴν ζωὴν ἡμῶν διαφύλαξον ἐν τῇ σφραγίδι τοῦ Ἁγίου σου Πνεύματος» (Τρίτη εὐχὴ τοῦ Ὄρθρου).

    ΑΠ

    ΟΣΤ

    ΟΛ

    ΟΣ

  • 126

    Δεκ

    έμβρ

    ιος

    2013

    «... Τὸ ἐρώτημά μου εἶναι πόσο καιρὸ ἔκα-ναν οἱ μάγοι νὰ πᾶνε στὴ Βηθλεέμ, γιὰ νὰ προ-σκυνήσουν τὸ θεῖο Βρέφος; Ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς λέει, ὅτι οἱ ποιμένες βρῆκαν τὸν νεο-γέννητο Χριστὸ σπαργανωμένο στὴ φάτνη μὲ τὴν Παναγία καὶ τὸν Ἰωσήφ. Ὁ εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος γράφει, ὅτι οἱ μάγοι ἦλθαν ἀπὸ τὶς χῶρες τῆς Ἀνατολῆς στὰ Ἱεροσόλυμα καὶ βρῆκαν στὴν οἰκία τὸ παιδίον μὲ τὴ μητέρα του Μαρία. Καὶ ὁ Ἡρώδης, ὅταν εἶδε ὅτι οἱ μάγοι τὸν ξεγέλασαν, ὀργίσθηκε καὶ ἔστειλε τοὺς στρατιῶτες καὶ ἔσφαξε ὅλα τὰ παιδιά, ποὺ ἦταν στὴν Βηθλεὲμ καὶ στὰ περίχωρά της ἀπὸ δύο ἐτῶν καὶ κάτω, σύμφωνα μὲ τὸν χρόνο, τὸν ὁποῖο ἐξακρίβωσε ἀπὸ τοὺς μάγους».

    Εἶναι φανερό, ὅτι ὑπάρχει μεγάλη χρονικὴ ἀπόσταση ἀπὸ τὴν ἐπίσκεψη τῶν ποιμένων καὶ τὴν προσκύνηση τῶν μάγων. Δὲν συμπίπτει χρο-νικὰ ἡ μία ἐπίσκεψη μὲ τὴν ἄλλη, ὅπως συνήθως μᾶς τὶς παρουσιάζουν ὁρισμένες παραστάσεις. Οἱ ποιμένες ἦσαν ἐκεῖ κοντὰ καὶ μόλις πῆραν τὸ μή-νυμα ἀπὸ τὸν ἄγγελο «ἰδοὺ εὐαγγελίζομαι ὑμῖν χαρὰν μεγάλην, ἥτις ἔσται παντὶ τῷ λαῷ, ὅτι ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον σωτήρ...» ἀμέσως ἐπι-σκέφθηκαν τὸ θεῖο Βρέφος στὴ φάτνη. Οἱ μάγοι, ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ ἔλαβαν γνώση τοῦ γεγονότος τῆς Γεννήσεως, ἀπὸ τὴν ἐμφάνιση τοῦ θαυμα-στοῦ ἀστέρος, ἕως ὅτου φθάσουν στὴ Βηθλεέμ, χρειάστηκαν ἀρκετὸ χρόνο. Πόσος ἦταν ὁ χρόνος αὐτός, ἀκριβῶς δὲν γνωρίζουμε. Τὸ βέβαιο εἶναι, πὼς ἡ ἁγία Οἰκογένεια εἶχε πιὰ φύγει ἀπὸ τὴ φάτνη καὶ διέμενε σὲ σπίτι. Οἱ μάγοι «ἐλθόντες εἰς τὴν οἰκίαν εἶδον τὸ παιδίον μετὰ Μαρίας τῆς μητρὸς αὐτοῦ» (Ματθ. β´ 11).

    Σύμφωνα μὲ τὴ γνώμη τῶν ἑρμηνευτῶν ἡ θεία Γέννηση συμπίπτει μὲ τὴν ἐμφάνιση τοῦ ἀστέ-ρος. Μόλις οἱ μάγοι ἦλθαν στὰ Ἱεροσόλυμα εἶπαν: «Εἴδομεν αὐτοῦ τὸν ἀστέρα ἐν τῇ ἀνατολῇ καὶ ἤλθομεν προσκυνῆσαι αὐτῷ» (Ματθ. β´ 2). Μεγάλη ἡ διαδρομὴ μὲ τὰ μέσα τῆς ἐποχῆς ἐκείνης. Ὅταν ὁ Ἡρώδης κάλεσε κρυφὰ τοὺς μά-γους ἐξακρίβωσε ἀπὸ αὐτοὺς τὸν χρόνο ἀπὸ τότε ποὺ φάνηκε τὸ ἄστρο. Καὶ ὅπως παρατηρεῖ ὁ Χρυσόστομος «πρὸ πολλοῦ χρόνου δοκεῖ μοι (μοῦ φαίνεται) ὁ ἀστὴρ φανῆναι. Ἐπειδὴ πολὺν κατὰ τὴν ὁδοιπορίαν ἔμελλον ἀναλίσκειν οἱ μάγοι χρόνον». Πολὺ χρόνο ξόδεψαν στὴν ὁδοιπορία οἱ μάγοι.

    Τώρα γιατί ὁ Ἡρώδης, ὅταν εἶδε ὅτι οἱ μάγοι τὸν ξεγέλασαν, ἔστειλε τοὺς στρατιῶτες, γιὰ νὰ θανατώσουν ὅλα τὰ παιδιά, ποὺ ἦταν στὴ Βη-θλεὲμ καὶ στὰ περίχωρα ἀπὸ ἡλικία δύο ἐτῶν καὶ

    κάτω; Τὴν ἀπάντηση μᾶς τὴν δίνει τὸ ἱερὸ κεί-μενο: «Κατὰ τὸν χρόνον ὃν ἠκρίβωσε παρὰ τῶν μάγων». Δηλαδὴ σύμφωνα μὲ τὸν χρόνο, ποὺ ἐξακρίβωσε ἀπὸ τοὺς μάγους.

    Ὁπωσδήποτε ὁ χρόνος αὐτὸς δὲν ἦταν δύο χρόνια. Ὅμως ἡ κακουργία τοῦ Ἡρώδη καὶ ἡ καχυποψία του ἐπεξέτεινε τὰ ὅρια γιὰ νὰ εἶναι ἀσφαλὴς ἡ ἐξόντωση τοῦ θείου Βρέφους. Γράφει ὁ Ζιγαβηνός: «Εἰ ἀπὸ διετοῦς καὶ κατωτέρω τοὺς παῖδας ὁ Ἡρώδης ἀναιρεῖ (θανατώνει), μὴ θαυμάσεις. Ὑπώπτευσε γάρ, μὴ εὐθὺς ὁραθῆναι τὸν ἀστέρα τοῖς μάγοις, ἀλλ᾽ ἴσως προλαβεῖν, καὶ διὰ τοῦτο, ἀσφαλείας ἕνεκεν, ἐπλάτυνέ τε τὸν καιρόν, καὶ μέχρι τῶν ὁρίων τῆς Βηθλεὲμ τὸν φόνον ἐξέτεινεν, ἵνα συγκλείσῃ παν-ταχόθεν τὸ θήραμα, καὶ τῷ πλήθει τῶν ἀναιρουμένων συνανέλη καὶ τὸν Χριστόν».

    Ὅση ἀποστροφὴ μᾶς προκαλεῖ ἡ κακουργία τοῦ Ἡρώδη, τόσο θαυμασμὸ μᾶς δημιουργεῖ τὸ κοπιαστικὸ ταξίδι τῶν μάγων. Τί ψυχικὴ ἀντοχὴ χρειαζόταν! Νὰ διασχίζουν ἡμέρες καὶ μῆνες τὶς καυτερὲς ἐρημιές. Νὰ συναντοῦν τὸν κίνδυνο σὲ κάθε τους βῆμα. Νὰ ἀντιμετωπίζουν τὰ χαμόγε-λα τῆς εἰρωνείας, τὰ πικρόχολα λόγια πολλῶν. Καὶ οἱ δυσκολίες νὰ μὴν σταματοῦν. Τὸ ἀστέρι νὰ ἐξαφανίζεται στὴν πιὸ κρίσιμη στιγμή. Ἀλλὰ καὶ πάλι νὰ ἐμφανίζεται, χωρὶς καὶ νὰ ἐξαφανίζονται οἱ δυσκολίες, ὁ προβληματισμός.

    Ποῦ τοὺς ὁδηγεῖ τὸ ἀστέρι; Σ᾽ ἕνα φτωχικὸ κατάλυμα, ὅπου ἔκπληκτοι ἀτενίζουν μιὰ ταπεινή μητέρα μὲ τὸ θεῖο Παιδί. Τίποτε τὸ ἐντυπωσιακό, τὸ φανταχτερὸ ἐκεῖ μέσα. Λοιπόν, ἕνα τόσο μα-κρινὸ καὶ κοπιαστικὸ ταξίδι, γιὰ νὰ ἀντικρύσουν τὰ φτωχικὰ αὐτὰ σκηνικά;

    Ναί, γι᾽ αὐτὸ ἦλθαν. Οἱ μεγάλες ψυχὲς ξέρουν νὰ διακρίνουν πίσω ἀπὸ τὴν ἐξωτερικὴ ἀσημό-τητα τὶς ἀληθινὲς ἀξίες. Δὲν θαμπώνονται ἀπὸ τὸ φαινομενικό. Συγκλονίζονται ἀπὸ τὸ πραγματικὸ μεγαλεῖο. Ἐκεῖ ποὺ τὸ ἁλαζονικὸ μάτι σκανδαλίζε-ται, ἡ ταπεινὴ καρδιὰ γονατίζει μὲ δέος. Οἱ μάγοι «ἐλθόντες εἰς τὴν οἰκίαν, εἶδον τὸ παιδίον μετὰ Μαρίας τῆς μητρὸς αὐτοῦ, καὶ πεσόν-τες προσεκύνησαν αὐτῷ καὶ ἀνοίξαντες τοὺς θησαυροὺς αὐτῶν προσήνεγκαν αὐτῷ δῶρα, χρυσὸν καὶ λίβανον καὶ σμύρναν» (Ματθ. β´ 11). Οἱ σοφοὶ τῆς ἐποχῆς ἐκείνης γονατίζουν τα-πεινὰ μπροστὰ σ᾽ Εκεῖνον, ποὺ «ἐταπείνωσεν ἀταπεινώτως τὸ ἀταπείνωτόν Του ὕψος». Ἔτσι γίνεται πάντα μὲ τοὺς ἀληθινὰ μεγάλους. Ὑπηρε-τοῦν ταπεινά, παρὰ τὶς δυσκολίες καὶ τὰ ἐμπόδια, τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ καὶ δέχονται ὡς ἀνταμοιβὴ τὴν βαθιὰ ἱκανοποίηση νὰ συναντήσουν τὸν Σω-τήρα καὶ Λυτρωτή τους.

    Ἡ πορεία τῶν μάγων

    ΔΙΑΛΟΓΟΣ μὲ τοὺς ἀναγνῶστες μας

  • 127

    Δεκ

    έμβρ

    ιος

    2013

    Κάνουμε συχνὰ λόγο γιὰ τὴν τραγικότητα τοῦ σύγχρονου ἀνθρώπου, γιὰ τὸ ψυχικό του δράμα. Ἐνῶ δὲν πρόκειται παρὰ μονάχα γιὰ τὸν ἀντίκτυ-πο τῆς πρώτης μεγάλης πανανθρώπινης τραγω-δίας. Τῆς τραγωδίας ποὺ σημάδεψε βαθιὰ μέχρι σήμερα ὁλόκληρη τὴν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητας καὶ προκάλεσε τὴν ἐνανθρώπηση τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ.

    «Θέλεις νὰ μάθεις τὴν αἰτία ποὺ ὁ Θεὸς ἦλθε ἀνά-μεσα στοὺς ἀνθρώπους...» γράφει ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης. «Λοιπόν, ἂν χαρακτηριστικὸ γνώρισμα τῆς θείας φύσεως εἶναι ἡ φιλανθρωπία, ἔχεις τὴν αἰτία τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους. Διότι ἡ ἄρρωστη ἀνθρώπινη φύση χρειαζόταν τὸν ἰατρό. Ὁ πεσμένος ἄνθρωπος εἶχε ἀνάγκη ἀπὸ τὸν ἀνορθωτή... Χρειαζόταν τὸ φῶς ὁ βυθισμένος στὸ σκοτάδι. Ζητοῦσε τὸν λυτρωτὴ ὁ αἰχμάλωτος, τὸν συναγωνιστὴ ὁ δεσμώ-της, τὸν ἐλευθερωτὴ ὁ ὑπόδουλος...»

    * * *

    Δὲν μᾶς εἶναι ἄγνωστη αὐτὴ ἡ αἰτία τῆς ἐναν-θρωπήσεως τοῦ Χριστοῦ. Ἡ πτώση μὲ τὰ τρομερὰ ἐπακόλουθά της δὲν εἶναι ζήτημα ἁπλῆς γνώσεως. Ἀποτελεῖ τραγικὴ ἐμπειρία ὅλων μας. Νιώθουμε νὰ μᾶς σχίζει τὴν καρδιὰ καὶ νὰ φέρνει στὰ χείλη τὴν ἐναγώνια κραυγή: «Ταλαίπωρος ἐγὼ ἄνθρωπος! Τίς με ρύσεται ἐκ τοῦ σώματος τοῦ θανάτου τούτου;» (Ρωμ. ζ´ 24). «Τίς με ρύσεται»; Ποιὸς θὰ μὲ ἐλευθερώσει ἀπὸ τὴ φθορά, τὸν μαρασμό, τὸν θάνατο; Ποιὸς ἄλλος ἀπὸ Ἐκεῖνον ποὺ «ἔκλι-νεν οὐρανοὺς καὶ κατέβη» (Β´ Βασ. κβ´ 10).

    Ἂς εἴμαστε ρεαλιστές. Χωρὶς τὴν πτώση καὶ τὸ προπατορικὸ ἁμάρτημα ὁ ψυχικός μας κόσμος δὲν εἶναι ἁπλῶς μυστήριο ἀνεξήγητο. Εἶναι πρόβλημα χωρὶς λύση, αἴνιγμα χωρὶς ἀπάντηση, τραγωδία χωρὶς κάθαρση.

    Αὐτὴ ἡ τραγωδία τῆς πτώσεως ζητάει τὴν κάθαρση, τὴ λύτρωση. Ἡ ἀνθρώπινη φύση δὲν μπορεῖ νὰ ζήσει μὲ τὴν φθορὰ καὶ τὸ θάνατο. Λα-χταράει τὸν ἀνακαινισμό, τὸ ξεκαινούργωμα, τὸ σφρίγος, τὴ ζωή. Ἡ ἀνανέωση ἡ πνευματικὴ ἀπο-τελοῦσε καὶ ἀποτελεῖ πανανθρώπινο αἴτημα. Καὶ αὐτὸ ἀκριβῶς τὸ αἴτημα ἦλθε νὰ ἱκανοποιήσει ὁ Θεός, ποὺ ἔγινε ἄνθρωπος γιὰ τὸν ἄνθρωπο.

    Ὁ Κύριος κατῆλθε στὴ γῆ, γιὰ νὰ ἀνορθώσει τὸν πεσμένο ἄνθρωπο. Ἡ ἄκρα ταπείνωση τοῦ Θεοῦ μᾶς ἔδωσε τὸ κλειδὶ καὶ τὸ ὅπλο στὸν πνευματικό μας ἀγώνα. Χωρὶς θεμέλιο τὴν ταπείνωση δὲν ὑπάρχει πνευματικὴ ζωὴ οὔτε ἠθικὴ ἀναγέννηση. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ὁ προαιώνιος καὶ ἄναρχος Θεὸς συγ-καταβαίνει γιὰ χάρη τῶν δούλων Του, τῶν ἁμαρ-τωλῶν ἀνθρώπων, συγκατάβαση ἀσύλληπτη, τὸ «ἀταπείνωτον Αὐτοῦ ὕψος ἀταπεινώτως ταπεινώσας» (Ἰωάννης Δαμασκηνός). Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ μᾶς

    ἀφήνει μοναδικὸ παράδειγμα γιὰ τὴν θεραπεία τῆς ὑπερηφάνειάς μας, τὴν ταπείνωση. Ἡ ἔπαρση τῶν πρωτοπλάστων μᾶς ἔβγαλε ἀπὸ τὸν παράδεισο. Ἡ ταπείνωση τοῦ θείου Βρέφους μᾶς ἄνοιξε καὶ πάλι τὶς πύλες τοῦ οὐρανοῦ, μᾶς ἔδειξε τὸν δρόμο τῆς σωτηρίας καὶ τῆς λυτρώσεως.

    Τί φοβερό! Νὰ μὴ συνειδητοποιοῦμε τὴν βα-σικὴ σημασία της. Ἡ ταπείνωση δὲν εἶναι ἁπλῶς μία ἀρετή. Εἶναι ὁ συνεκτικὸς δεσμὸς ὅλων τῶν ἀρετῶν. Χωρὶς ταπείνωση δὲν ὑπάρχει καμιὰ ἀρετή οὔτε ἡ πιὸ σπουδαία, ἡ ἀγάπη. «Ὅπου ἡ ταπεινοφροσύνη ἐκεῖ καὶ ἡ ἀγάπη» λέει ὁ ἱερὸς Αὐγουστίνος.

    Ἡ ταπείνωση παραπάνω καὶ ἀπὸ τὴν ἀγάπη; Πολὺ σωστὰ ἐλέχθη ὅτι «ὁ Κύριος κατέβηκε στὴν γῆ ἀπὸ τὴν κορυφαία ἀρετή, τὴν ἀγάπη καὶ κατέλη-ξε στὴ βασικὴ καὶ θεμελιώδη ἀρετὴ τὴν ταπείνωση. Ἐμεῖς πρέπει νὰ ξεκινήσουμε ἀπὸ τὴν ταπείνωση, γιὰ νὰ φθάσουμε στὴν κορυφὴ τῆς ἀγάπης. Δὲν φθάνεις στὴν ὀροφὴ χωρὶς γερὸ θεμέλιο».

    Εἶπαν πὼς τὰ Χριστούγεννα εἶναι ἡ γιορτὴ τῶν παι-διῶν. Ναί, εἶναι ἡ γιορτὴ τῶν τα-πεινῶν, τῶν ἁπλῶν, τῶν ἄδολων, τῶν εἰλικρινῶν, τῶν ἀπονήρευτων. Δὲν εἶναι ἡ γιορτὴ τῶν μεγάλων. Αὐτῶν ποὺ θεωροῦν τὸν ἑαυτό τους μεγάλο καὶ τρανό, αὐτάρ-κη, ποὺ δὲν ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ κανένα. Τὰ Χριστού-γεννα, γιορτὴ γιὰ τὰ παιδιά, μόνο γιὰ τὰ παιδιά, γιὰ ὅσους ἔχουν παιδικὴ καρδιά.

    Γιορτάζουν οἱ ταπεινοί. Μόνο ὅσοι διατηροῦν τὴν παιδικὴ ἁπλότητα καὶ εὐθύτητα καὶ ἀπο-στρέφονται τὴν ὑποκρισία καὶ τὴν σκοπιμότητα, γιορτάζουν μόνον ὅσοι ἐμπνέονται ἀπὸ τὸ θεῖο Παιδὶ τὴν ἀνεξικακία καὶ λησμονοῦν εὐθιξίες καὶ παραμερίζουν πείσματα καὶ ἐγωισμούς. Ὅσοι στὰ ἀγωνιώδη καθημερινὰ προβλήματα ξέρουν μὲ παι-δικὴ ἐμπιστοσύνη νὰ ἐλπίζουν καὶ νὰ πιστεύουν στὴν πατρικὴ πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Ὅσοι διδάσκονται ἀπὸ τὸ θεῖο Βρέφος τὴν ταπείνωση, διότι τὸ θεῖο Βρέφος τῆς Βηθλεὲμ εἶναι ὁ προαιώνιος Θεός, ποὺ «δι᾽ ἡμᾶς ἐπτώχευσε πλούσιος ὢν, ἵνα ἡμεῖς τῇ ἐκείνου πτωχείᾳ πλουτήσωμεν» (Β´ Κορινθ. η´ 9).

    Ἡ ἀνθρώπινη φύση δὲν μπορεῖ νὰ ζήσει

    μὲ τὴν φθορὰ καὶ τὸ θάνατο. Λαχτα-ράει τὸν ἀνακαινισμό,

    τὸ ξεκαινούργωμα, τὸ σφρίγος, τὴ ζωή.

    Καὶ αὐτὸ ἀκριβῶς τὸ αἴτημα ἦλθε νὰ ἱκα-

    νοποιήσει ὁ Θεός, ποὺ ἔγινε ἄνθρωπος

    γιὰ τὸν ἄνθρωπο.

    Ἡ γιορτὴ τῶν ταπεινῶν

  • 128

    Δεκ

    έμβρ

    ιος

    2013

    Πίστει παρῴκησεν εἰς τὴν γῆν τῆς ἐπαγ-γελίας ὡς ἀλλοτρίαν, ἐν σκηναῖς κατοικήσας μετὰ Ἰσαὰκ καὶ Ἰακὼβ τῶν συγκληρονόμων τῆς ἐπαγγελίας τῆς αὐτῆς· ἐξεδέχετο γὰρ τὴν τοὺς θεμελίους ἔχουσαν πόλιν, ἧς τεχνίτης καὶ δημιουργὸς ὁ Θεός. Καὶ τί ἔτι λέγω; Ἐπιλείψει γάρ με διηγούμενον ὁ χρόνος περὶ Γεδεών, Βαράκ τε καὶ Σαμψὼν καὶ Ἰεφθάε, Δαυΐδ τε καὶ Σαμουὴλ καὶ τῶν προφητῶν, οἳ διὰ πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας, εἰργάσαν-το δικαιοσύνην, ἐπέτυχον ἐπαγγελιῶν, ἔφραξαν στόματα λεόντων, ἔσβεσαν δύναμιν πυρός, ἔφυ-γον στόματα μαχαίρας, ἐνεδυναμώθησαν ἀπὸ ἀσθενείας, ἐγενήθησαν ἰσχυροὶ ἐν πολέμῳ, πα-ρεμβολὰς ἔκλιναν ἀλλοτρίων· ἔλαβον γυναῖκες

    ἐξ ἀναστάσεως τοὺς νεκρούς αὐτῶν· ἄλλοι δὲ ἐτυμ πανίσθησαν, οὐ προσδεξάμενοι τὴν ἀπο-λύτρωσιν, ἵνα κρείττο-

    νος ἀναστάσεως τύχωσιν· ἕτεροι δὲ ἐμπαιγμῶν καὶ μαστίγων πεῖραν ἔλαβον, ἔτι δὲ δεσμῶν καὶ φυλακῆς· ἐλιθάσθησαν, ἐπρίσθησαν, ἐπειράσθη-σαν, ἐν φόνῳ μαχαίρας ἀπέθανον, περιῆλθον ἐν μηλωταῖς, ἐν αἰγείοις δέρμασιν, ὑστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι, ὧν οὐκ ἦν ἄξιος ὁ κόσμος, ἐν ἐρημίαις πλανώμενοι καὶ ὄρεσι καὶ σπηλαίοις καὶ ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς. Καὶ οὗτοι πάντες μαρτυρηθέντες διὰ τῆς πίστεως οὐκ ἐκο-μίσαντο τὴν ἐπαγγελίαν, τοῦ Θεοῦ περὶ ἡμῶν κρεῖττόν τι προβλεψαμένου, ἵνα μὴ χωρὶς ἡμῶν τελειωθῶσι.

    ΚΥΡΙΑΚΗ 22 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥΠΡΟ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ

    ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ Ματθ. α΄ 1-25ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Ἑβρ. ια΄ 9-10, 32-40

    Τί εἶναι ἀλήθεια, οἱ ἅγιοι; Μᾶς τὸ εἶπε σήμερα ὁ μέγας ἀπόστολος τῶν ἐθνῶν, ὁ Παῦλος.

    Οἱ ἅγιοι εἶναι ὁ θησαυρὸς τῆς γῆς.«Τιμιώτερός ἐστι λίθων πολυτελῶν» ἕνας

    ἅγιος. Γιατὶ οἱ ἅγιοι εἶναι ἑνωμένοι μὲ τὸν παν-άγαθο Θεό. Ἂς ἔχουν φύση φθαρτὴ καὶ γήινη. Ἔχουν ὅμως «τὸν Χριστὸν κατοικοῦντα ἐν ταῖς καρδίαις αὐτῶν». Γι’ αὐτὸ καὶ γίνονται οὐράνιοι ἄνθρωποι καὶ ἐπίγειοι ἄγγελοι. Εἶναι αἰχμαλωτι-σμένοι ἀπὸ τὰ θεῖα καὶ τὰ οὐράνια. Οἱ ψυχές τους ἔχουν συντονισθεῖ καὶ ζοῦν «ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι». Εἶναι χαριτωμένοι, ἤρεμοι. Ἀκτινοβολοῦν στοὺς γύρω τὴν εἰρήνη καὶ τὴ χαρά. Καὶ πολλοὶ βλέ-πουν τοὺς Ἁγίους καὶ ἐμπνέονται, φωτίζονται καὶ παίρνουν τὸν δρόμο πρὸς τὸ σπίτι τοῦ οὐράνιου Πατέρα καὶ σώζονται. Οἱ ψυχές μας κοντὰ στοὺς Ἁγίους πλουτίζονται, σκιρτοῦν, ὑψώνονται, ἀνεβαί-νουν ὅλο καὶ πιὸ ψηλά. Ὅποιος εἶχε τὴν εὐτυχία νὰ συναντήσει μιὰ τέτοια ἁγία ψυχή, γοητευμέ-νος ἀπὸ τὴ γλυκύτατη γεύση τῆς πνευματικῆς αὐτῆς ἐπικοινωνίας, ἴσως θὰ εἶπε: πραγματικὰ αὐτῶν «οὐκ ἦν ἄξιος ὁ κόσμος». Μὲ τοὺς ἁγίους αὐτοὺς δὲν μποροῦσε νὰ συγκριθεῖ ὁ κόσμος. Δὲν εἶναι ἄξιος νὰ σταθεῖ κοντά τους. Οἱ ἅγιοι εἶναι ὁ θησαυρός μας, πλουτίζουν τὴ γῆ μας. Ἀλλὰ καὶ

    Οἱ ἅγιοι ὀμορφαίνουν τὸν κόσμο.Οἱ ἅγιοι, οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ, ἐφ’ ὅσον ἔχουν

    ἁγνότητα καρδίας καὶ ἁπλότητα τρόπων καὶ συμ-περιφορᾶς, εἶναι κατὰ κάποιο τρόπο πάντοτε «ὡραῖοι». Γιατὶ ἡ ὀμορφιὰ εἶναι κυρίως κάτι τὸ ἐσωτερικό. Ἕνας ἅγιος ἄνθρωπος κάνει ὄμορφη τὴ συντροφιά του, λέει ὡραῖα λόγια, εἶναι πάντα γεμάτος πηγαία καὶ εἰλικρινῆ εὐγένεια. Ἀκόμα σκορπᾶ αἰσιοδοξία καὶ ἐλπίδα γύρω του καὶ ση-κώνει τὶς βαριὲς πλάκες τῆς ἀπογοητεύσεως καὶ τῆς ἀπογνώσεως ἀπὸ τὶς καρδιὲς τῶν συνανθρώ-

    πων του. Στὴν ἀτμόσφαιρα τῶν ἁγίων, ὁ κόσμος ξαναπαίρνει «τὸ ἀρχαῖον κάλλος» του. Κοντά τους μαθαίνει πῶς νὰ βλέπει τὴ ζωή, πῶς νὰ ἀξιολογεῖ τὰ πράγματα, πῶς νὰ χαίρεται τὸν κόσμο, χωρὶς νὰ τὸν ὑποδουλώνει «ὁ ἄρχων τοῦ κόσμου τού-του». Μᾶς μαθαίνουν πώς θὰ καταφέρουμε νὰ μὴν ὑποδουλωθοῦμε στὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ οὔτε νὰ γίνουν σκοπὸς τῆς ζωῆς μας. Ἐφαρμόζουμε ἔτσι τοὺς λόγους τοῦ Παύλου: «Χρώμενοι τῷ κόσμῳ τούτῳ ὡς μὴ καταχρώμενοι» (Α´ Κορ. ζ´ 31). Μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο δὲν θὰ μᾶς εἶναι βαρετὴ ἡ ζωή, ἂν δὲν μας προσφέρει ὅλα τὰ ἀγαθά της. Οἱ ἅγιοι μᾶς λένε ὅτι ἡ πραγματικὴ ἀπόλαυση θὰ γίνει στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.

    * * *Οἱ ἅγιοι πράγματι ἀξίζουν περισσότερο ἀπὸ

    τὸν κόσμο. Γιατὶ αὐτοὶ συντηροῦν τὸν κόσμο. Εἶναι τὸ φῶς τοῦ κόσμου καὶ τὸ ἁλάτι τῆς γῆς, τόνισε ὁ Κύριος. Ἀλίμονο στὸν κόσμο ἂν παύσει νὰ ἔχει τοὺς πολύτιμους αὐτοὺς θησαυρούς του. Τότε θὰ βουλιάξουμε, θὰ καταστραφοῦμε. Ὅπως καταστράφηκαν τὰ Σόδομα καὶ τὰ Γόμορα, ποὺ θὰ σώζονταν ἂν εἶχαν καὶ δέκα ἔστω ἁγίους. Τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ εἶναι ὁ ἁγιασμός μας. Ἡ ἐντολὴ τοῦ Κυρίου λέει καθαρά: «ἅγιοι γίνεσθε, ὅτι ἐγὼ ἅγιός εἰμι». Γι’ αὐτὸ τὸ λόγο γεννήθηκε ὁ Σωτή-ρας μας καὶ ἦλθε ἀνάμεσά μας ὁ Ἐμμανουήλ. «Ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο» γιὰ νὰ γίνουμε ἐμεῖς θεοὶ κατὰ χάριν. Ἂς ριχθοῦμε, λοιπόν, στὸν ὄμορφο καὶ τιμημένο πνευματικὸ ἀγώνα. Κάθε μέρα ἂς βάζου-με καὶ κάποιο λιθαράκι στὸ οἰκοδόμημα τῆς τε-λειοποιήσεώς μας. Τότε ὁ Κύριος θὰ ὁλοκληρώσει τὸ ἔργο τοῦ ἁγιασμοῦ μας. Χρειάζεται, λοιπόν, νὰ ἀποξενωθοῦμε ἀπὸ κάθετι ἁμαρτωλὸ καὶ ἀκάθαρτο ποὺ λερώνει τὴν ψυχή μας καὶ μολύνει τὴν καρδιά μας. Ἔτσι «κατὰ τὸν καλέσαντα» ἅγιο Κύριο, νὰ γίνουμε καὶ μεῖς «ἐν πάσῃ ἀναστροφῇ ἅγιοι» (Α΄ Πέτρ. α΄ 15).

    Η ΑΞΙΑ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ«...ὧν οὐκ ἦν ἄξιος ὁ κόσμος».

    ΑΠ

    ΟΣΤ

    ΟΛ

    ΟΣ

  • 129

    Δεκ

    έμβρ

    ιος

    2013

    Μὲ ἐνθουσιασμὸ καὶ ζῆλο θεϊκὸ γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στοὺς Χριστιανοὺς τῆς Γα-λατίας. Τοὺς πληροφορεῖ μὲ τὴν ἐπιστολή του ὅτι τὸ Εὐαγγέλιο ποὺ τοὺς κήρυξε δὲν ἐκφράζει σκέψεις ἀνθρώπων. Γιατὶ δὲν τὸ παρέλαβε ἀπὸ ἀνθρώπους, ἀλλὰ κατ’ εὐθείαν μὲ ἀποκαλύψεις ποὺ τοῦ ἔκαμε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Πρὶν δεχθεῖ αὐτὲς τὶς ἀποκαλύψεις ἔμενε πιστὸς στὴ θρη-σκεία τῶν προγόνων του καὶ ἀκολουθοῦσε ὅσα δίδασκε ὁ Ἰουδαϊσμός. Τότε κατεδίωκε μὲ πολὺ φανατισμὸ καὶ σκληρότητα τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ καὶ προσπαθοῦσε νὰ τὴν ἀφανίσει. Ὁ διώκτης Σαοὺλ εἶχε ζῆλο γιὰ τὶς πατροπαράδοτες παραδόσεις τῶν Ἑβραίων. Ἓνα ζῆλο «οὐ κατ’ ἐπίγνωσιν», ὅπως τὸν ὀνομάζει ἀλλοῦ. Καὶ μᾶς δίνει τὴν εὐκαιρία σήμερα, μὲ τὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα, νὰ μιλήσουμε γιὰ τὸ σπουδαῖο αὐτὸ θέμα καὶ γιὰ τὸν καλὸ «κατ’ ἐπίγνωσιν» ζῆλο. Δὲν ἀρκεῖ, δηλαδή, ὁ ζῆλος. Ζῆλος «πικρός», «οὐ κατ’ ἐπίγνωσιν» μπορεῖ νὰ δημιουργήσει διῶκτες. Ὁ ἅγιος καὶ «κατ’ ἐπίγνωσιν» δημι-ουργεῖ φλογεροὺς ἐργάτες τοῦ Εὐαγγελίου, ὅπως καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος.

    * * *

    Ζῆλος «κατ’ ἐπίγνωσιν».Ἀλλὰ τί σημαίνει ζῆλος; Ζῆλος εἶναι ἡ φλο-

    γερὴ καὶ ἀκατάπαυστη προσπάθεια τοῦ Χριστια-νοῦ γιὰ τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ καὶ τὴ σωτηρία τῶν ψυχῶν. Εἶναι ἡ φλόγα τῆς καρδιᾶς, ἡ πνοὴ τῆς Ἱεραποστολῆς, ὁ ἐνθουσιασμὸς τοῦ ἐργάτη τοῦ Εὐαγγελίου, ποὺ δὲν ὑπολογίζει κόπους, δυσκο-λίες, ξενύχτια καὶ θυσίες. Στρέφεται πάντοτε σ’ ὅ,τι εἶναι καλό, ὡραῖο καὶ θεάρεστο. Ἀποβλέπει σὲ κάτι τὸ ὑπερφυσικό, στὴ δόξα τοῦ Θεοῦ καὶ στὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ ἱερὸς Αὐγουστίνος γράφει «ἂν ἀγαπᾶς τὸν Θεό, προσπά-θησε νὰ τραβήξεις κοντά Του ὅλες τὶς ψυχές. Καὶ ἐπειδὴ αὐτὸ δὲν θὰ τὸ κατορθώσεις, τράβηξε τουλά-χιστον ὅσες ψυχὲς μπορεῖς μὲ τὰ λόγια σου, μὲ τὶς συμβουλές σου, μὲ τὴν πίστη σου, μὲ τὴν πραότητά

    σου καὶ τὴ γλυκύτητά σου».Αὐτὸς ὁ θεϊκὸς ζῆλος ὑπῆρχε μέσα στὶς ψυχὲς

    τῶν Ἀποστόλων. Αὐτὸς δυνάμωνε τὴν πίστη τῶν μαρτύρων. Αὐτὸς ἐνέπνεε τοὺς ὁσίους. Αὐτὸς καθοδηγοῦσε τοὺς ἁγίους καὶ θεοφόρους Πατέρες στοὺς ἀγῶνες τους γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία καὶ τὴ δια-ποίμανση τοῦ λογικοῦ ποιμνίου τῆς Ἐκκλησίας.

    Ὁ θεϊκὸς αὐτὸς ζῆλος ἐκδηλώνεται ὡς ἀφο-σίωση καὶ πιστότητα στὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου, στὴ θεότητά Του καὶ τὸ Εὐαγγέλιό Του. Ἐπίσης ἐκφράζεται ὡς ἀγωνιστικὸ φρόνημα καὶ ὡς ἐπι-δίωξη τῶν καλῶν ἔργων καὶ τῆς Ἱεραποστολῆς γιὰ τοὺς ἀδελφούς μας μέχρις αὐτοθυσίας. Τέτοιο ζῆλο θεϊκὸ «κατ’ ἐπίγνωσιν» ἀπέκτησε ὁ ἀπό-στολος Παῦλος, μετὰ τὸ ὅραμα τῆς Δαμασκοῦ.

    * * *

    Ζῆλος «πικρός».Ἀλλὰ ὑπάρχει καὶ ὁ ψεύτικος ζῆλος ποὺ παρα-

    κινεῖ τοὺς ἀνθρώπους νὰ ἐργάζονται ὄχι τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ καὶ τὸ καλὸ τοῦ πλησίον, ἀλλὰ γιὰ νὰ φανοῦν ἢ νὰ ἐπιδειχθοῦν.

    Ὁ ἀπόστολος Παῦλος γράφει πρὸς τοὺς Ρω-μαίους γιὰ τοὺς συμ πατριῶτες του Ἑβραίους: «Μαρτυρῶ γὰρ αὐτοῖς ὅτι ζῆλον Θεοῦ ἔχου-σιν, ἀλλ’ οὐ κατ’ ἐπίγνωσιν» (Ρωμ. ι΄ 2). Γνω-ρίζω πολὺ καλὰ καὶ δίνω μαρτυρία γι’ αὐτούς, ὅτι ἔχουν ζῆλο Θεοῦ, ἀλλ’ ὄχι μὲ φωτισμένη ψυχὴ ἀπὸ τὴ γνώση καὶ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἦταν ἕνας ζῆλος ἄκριτος καὶ γεμᾶτος ἐγωισμό.

    Ὁ ἀδελφόθεος Ἰάκωβος ἀποκαλεῖ τὸν ζῆλο αὐτὸ «πικρὸν» (γ΄ 14). Γιατὶ ὁ ἀρρωστημένος αὐτὸς ζῆλος κάνει τὸν ἄνθρωπο νὰ λέει λόγια πικρά. Τὸν ὁδηγεῖ σὲ φατριασμοὺς καὶ ἀντιθέσεις. Τὸ πνεῦμα του εἶναι ἐριστικὸ καὶ ἀλλαζονικό.

    Ἀλλὰ ἂν ὑπάρχει ὁ «οὐ κατ’ ἐπίγνωσιν» ζῆλος, ποὺ πολλὲς φορὲς κάνει μεγάλο κακό, ὑπάρχει καὶ ὁ συνετὸς καὶ θεϊκὸς ζῆλος, ποὺ πάν-τοτε τονώνει, οἰκοδομεῖ, ἐνισχύει τοὺς Χριστια-νοὺς στὰ καλὰ ἔργα. Αὐτὸς ὁ «κατ’ ἐπίγνωσιν» ζῆλος ταιριάζει σὲ κάθε ἀληθινὸ Χριστιανό.

    Ἀδελφοί, γνωρίζω ὑμῖν τὸ Εὐαγγέλιον τὸ εὐαγγελισθὲν ὑπ᾽ ἐμοῦ ὅτι οὐκ ἔστιν κατὰ ἄνθρωπον· οὐδὲ γὰρ ἐγὼ παρὰ ἀνθρώπου παρέλαβον αὐτό, οὔτε ἐδιδάχθην, ἀλλὰ δι᾽ ἀποκαλύψεως Ἰησοῦ Χρι-στοῦ. Ἠκούσατε γὰρ τὴν ἐμὴν ἀναστροφήν ποτε ἐν τῷ Ἰουδαϊσμῷ, ὅτι καθ᾽ ὑπερβολὴν ἐδίωκον τὴν ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ καὶ ἐπόρθουν αὐτήν, καὶ προέκοπτον ἐν τῷ Ἰουδαϊσμῷ ὑπὲρ πολλοὺς συνηλικιώτας ἐν τῷ γένει μου, πε-ρισσοτέρως ζηλωτὴς ὑπάρχων τῶν πατρικῶν μου παραδόσεων. Ὅτε δὲ εὐδόκησεν ὁ Θεὸς, ὁ

    ἀφορίσας με ἐκ κοιλίας μητρός μου καὶ καλέσας διὰ τῆς χάριτος αὐτοῦ ἀποκαλύψαι τὸν υἱὸν αὐτοῦ ἐν ἐμοὶ, ἵνα

    εὐαγγελίζωμαι αὐτὸν ἐν τοῖς ἔθνεσιν, εὐθέως οὐ προσανεθέμην σαρκὶ καὶ αἵματι, οὐδὲ ἀνῆλθον εἰς Ἱεροσόλυμα πρὸς τοὺς πρὸ ἐμοῦ ἀποστόλους, ἀλλὰ ἀπῆλθον εἰς Ἀραβίαν, καὶ πάλιν ὑπέστρεψα εἰς Δαμασκόν. ῎Επειτα μετὰ τρία ἔτη ἀνῆλθον εἰς Ἱεροσόλυμα ἱστορῆσαι Πέτρον, καὶ ἐπέμει-να πρὸς αὐτὸν ἡμέρας δεκαπέντε· ἕτερον δὲ τῶν ἀποστόλων οὐκ εἶδον, εἰ μὴ Ἰάκωβον τὸν ἀδελφὸν τοῦ Κυρίου.

    ΚΥΡΙΑΚΗ 29 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥΜΕΤΑ ΤΗΝ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΙΝ

    ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ Ματθ. β΄ 13-23ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Γαλ. α΄ 11-19

    ΖΗΛΩΤΗΣ ΚΑΛΩΝ ΕΡΓΩΝ ῎Η ΠΙΚΡΩΝ ΛΟΓΩΝ;«Περισσοτέρως ζηλωτὴς ὑπάρχων τῶν πατρικῶν μου παραδόσεων».

    ΑΠ

    ΟΣΤ

    ΟΛ

    ΟΣ

  • 130

    Δεκ

    έμβρ

    ιος

    2013

    Γίνεται λόγος γιὰ τὸν ἄνθρω-πο χωρὶς Θεό. Δηλαδή, ὅπως σωστὰ ἐλέχθη: «Ὁ κόσμος χωρὶς τὸν ἥλιο, ἡ νύχτα χωρὶς ἀστέρια, τὸ σῶμα χωρὶς ψυχή, ὁ ταξιδιώ-της χωρὶς σκοπό, μιὰ καρδιὰ χωρὶς εὐτυχία, νὰ τί εἶναι ὁ ἄνθρωπος χωρὶς Θεό». Αὐτὴ εἶναι ἡ πρα-γματικότητα, ἂν θέλουμε νὰ τὴν δοῦμε στὶς βαθύτερες πνευμα-τικές της διαστάσεις. Τὸ δράμα τοῦ σύγχρονου κόσμου, ἡ διά-σπαση καὶ ἡ δυσαρμονία ἀνά-μεσα στὸν ἄνθρωπο, τὸν ἑαυτό του καὶ τοὺς ἄλλους, ἔχουν τὴ γενεσιουργό τους αἰτία στὴ διά-σπαση καὶ διάσταση τοῦ ἀνθρώ-που μὲ τὸν Θεό. Ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ ὁ ἄνθρωπος ἐπαναστάτησε ἐναντίον τοῦ Θεοῦ τῆς ἀγάπης, στράφηκε χωρὶς νὰ τὸ καταλά-βει καὶ ἐναντίον τοῦ ἑαυτοῦ του, ἀλλὰ καὶ ἐναντίον τῶν ἄλλων.

    * * *Εὔκολα καὶ ἀνεύθυνα παρα-

    μερίζεται ἡ ἰδέα τοῦ Θεοῦ. Κα-ταργεῖται ὁ Θεὸς τῆς ἀγάπης καὶ τῆς εἰρήνης. Μετὰ ὅμως τί γίνε-ται; Δὲν χρειάζεται νὰ τὸ ποῦμε ἐμεῖς. Τὸ μαρτυροῦν τὰ γεγονό-τα. Καὶ εἶναι τόσο τραγικά.

    Συγκλονιστικὰ εἶναι πράγμα-τι τὰ στοιχεῖα γιὰ τὴ θεραπεία καὶ ἀντιμετώπιση ἑκατοντάδων χιλιάδων ψυχοπαθῶν σὲ ὅλο τὸν κόσμο, ποὺ ἔδωσε ὁ Παγκόσμιος Ὀργανισμὸς Ὑγείας. Σὲ ἔκθεσή του ἀποκαλύπτει ὅτι περὶ τὸ μισὸ δισεκατομμύριο ἄνθρωποι πάσχουν ἀπὸ ψυχικὰ νοσήμα-τα. Σοβαρὸ τὸ πρόβλημα καὶ ἀσφαλῶς ποικίλα τὰ αἴτια. Δὲν θὰ ἔπρεπε ὅμως νὰ ἀγνοηθεῖ καὶ ἡ ἐπισήμανση τοῦ Α.Μ. Henry: «Τὸ δράμα τοῦ σύγχρονου ἀθεϊ-σμοῦ δὲν εἶναι ἄσχετο μὲ τὴν ἀφθο-νία τῶν ψυχιατρικῶν κλινικῶν. Ἡ μεγάλη ποικιλία τους εἶναι τὸ χα-ρακτηριστικὸ τοῦ αἰῶνα μας... Γιατὶ στὸ βάθος τοῦ ἀθεϊσμοῦ ὑπάρχει ἡ ἀπελπισία τοῦ ξεριζωμένου, τοῦ ξεκουρδισμένου, τοῦ διαλελυμένου μὲ τὴν πρώτη ἔννοια τῆς λέξεως, ποὺ σημαίνει τὴν ἀπώλεια τῆς ἑνό-τητας καὶ τῆς ὑπάρξεως».

    Καὶ εἶναι ἑπόμενο. Ὅταν κα-

    ταργεῖται τὸ θεῖο, καταργεῖται καὶ τὸ ἄνθρώπινο. Ὅταν γκρε-μίζεται ἡ ἰδέα τοῦ Θεοῦ, στὴν οὐσία γκρεμίζεται ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος. Πολεμοῦνται οἱ ἰδέες καὶ οἱ ἀρετὲς ποὺ ἐκπροσωπεῖ τὸ θεῖο. Καταργεῖται ἡ ἀγάπη, ἡ δικαιοσύνη, ἡ ἐλευθερία, ὅ,τι στηρίζει τὸν ἄνθρωπο καὶ θεμε-λιώνει τὸν ἀνθρωπισμό. Χωρὶς τὴν ἔννοια τοῦ ἁγίου, τοῦ ἱεροῦ, ὁ ἄνθρωπος καταντάει ἀπάν-θρωπος, ἀποθηριώνεται.

    Καὶ δὲν εἶναι αὐθαίρετες θεολογικὲς ἐπισημάνσεις. Γιὰ τὴν «ἀθλιότητα τοῦ χωρὶς πίστη ἀνθρώπου» μιλοῦσε ὁ Πασκάλ. Καὶ ὁ Κίρκεγκααρντ ὑποστήρι-ζε, πὼς «ἡ βαθιὰ ἐσωτερικὴ κρίση τοῦ σύγχρονου ἀνθρώ-που ὀφείλεται στὸ γεγονός, ὅτι ἔχασε τὴν πίστη του στὸν Θεό». Ὁ ἀκαδημαϊκὸς Ἄγγ. Τερ-ζάκης ἔγραφε: «Ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ ὁ Νίτσε κήρυξε τὸν θάνατο τοῦ Θεοῦ, τὸ ἀνθρώπινο γένος ἔχει βγεῖ στοὺς δρόμους ξεκοιλιασμένο, μὲ τὰ σπλάχνα του στὰ χέρια καὶ ψάχνει γιὰ στέγη καὶ καταφυγή». Καὶ ἐπίσης ὁ ἀκαδημαϊκὸς Ι. Θε-οδωρακόπουλος πρόσθετε: «Τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ σύγχρονος ἄνθρω-πος εἶναι μεταφυσικῶς ἄστεγος καὶ κοσμοθεωριακῶς ἔρημος εἶναι ὁ κύριος λόγος τῆς ἐσωτερικῆς του ἀγωνίας καὶ ἀνασφάλειας ἢ, ὅπως ἕνας ἄλλος ὅρος λέει, εἶναι ὁ κύρι-ος λόγος τοῦ ἄγχους, ποὺ συνέχει σήμερα τὸν ἄνθρωπο».

    Καὶ εἶναι ἑπόμενο. Ὑπάρ-χουν μερικὰ πράγματα, μπροστὰ στὰ ὁποῖα ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ

    νὰ σταθεῖ ἀδιάφορος. Δὲν τοῦ κοστίζουν καὶ πολύ. Ἂν θέλω ἀσχολοῦμαι μὲ τὸν ἀθλητισμό, τὴν πολιτική, τὴν ἐπιστήμη, τὴν τέχνη. Ἡ ἀδιαφορία ὅμως αὐτή, ἢ ἔστω ἡ ἀπάθεια, δὲν μπορεῖ νὰ ἰσχύσει προκειμέ-νου γιὰ τὸν Θεό. Διότι ὁ Θεὸς δὲν εἶναι ἁπλῶς ἕνα ἐξάρτημα τῆς ζωῆς μας. Εἶναι ἡ ἀπόλυτη ἀναγκαιότητα γιὰ τὴν ὕπαρξή μας. Ἔτσι ὅσοι τὸν ἀπορρίπτουν ἢ βρίσκονται σὲ διάσταση μαζί του, ζοῦν συντροφιὰ μὲ τὴν πιὸ βαθιὰ ἀπελπισία, ὡς «ἐλπίδα μὴ ἔχοντες καὶ ἄθεοι ἐν τῷ κόσμῳ». Καὶ δὲν εἶναι εὔκολο νὰ βυθομετρήσει κανεὶς τὸ ἀβό-λιστο αὐτὸ πνευματικὸ κενό.

    Ἀπὸ τὶς πιὸ τρομερὲς ἀρρώ-στιες τῆς ψυχῆς ἡ ἀπελπισία. Εἶναι καὶ αὐτὴ ἕνας ἀπὸ τοὺς καρποὺς ποὺ παράγει τὸ σαπρό-φυτο τῆς ἀθεΐας. Νὰ ζεῖς χωρὶς ἐλπίδα. Νὰ πάσχεις ἀπὸ πνευ-ματικὴ αἱμορραγία τῆς ψυχῆς. Νὰ γιατί τὸ καθετὶ γίνεται γιὰ τὸν σύγχρονο ἄνθρωπο ἀφορμὴ ἀνησυχίας καὶ φόβου. Φόβοι πραγματικοὶ καὶ φόβοι φαντα-στικοὶ τὸν βασανίζουν. Προβάλ-λει ὁ φόβος τῆς ζωῆς, ἀλλὰ καὶ ὁ φόβος τοῦ θανάτου. Ὅμως ὁ ἀναγεννημένος ἀπὸ τὸν ἐναν-θρωπήσαντα Θεὸ ἄνθρωπος καὶ στὶς πιὸ δύσκολες στιγμὲς τῆς ζωῆς του δὲν φοβᾶται καὶ δὲν ἀπελπίζεται. Στήριγμά του ἔχει τὴν ἀγάπη καὶ τὴν παντο-δυναμία τοῦ Θεοῦ. Καὶ στὸν Θεὸ «δυνατὸν καὶ ἐξ ἀπόρων πόρον εὑρεῖν».

    Κυκλοφορεῖ κάθε μήνα.Ἐκδότης: Ἀδελφότης Θεολόγων ἡ «ΖΩΗ» Σ.Α., Ἱπποκράτους 189, 114 72 Ἀθῆναι.Τηλ.: 210 64 28 331, FAX: 210 64 63 606.Διευθυντὴς Συντάξεως: Γεώργιος Β. Μελέτης, Ἱπποκράτους 189, 114 72 Ἀθῆναι.Ἐκτύπωση: «Λυχνία Α.Ε.», Ἀνδραβίδας 7, 136 71 Χαμόμυλο Ἀχαρνῶν.Τηλ.: 210 3410436, FAX: 210 3425967, www.lyhnia.grΚΩΔΙΚΟΣ: 01 1290

    ΕΤΗΣΙΑ ΣΥΝΔΡΟΜΗ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ: 10 €Ἀποστέλεται μὲ ἐπιταγὴ ἢ εἰς γραμματόσημα εἰς τὸ Γραφεῖον τοῦ Περιοδικοῦ: Ἱπποκράτους 189, 114 72 ΑΘΗΝΑΙ ἢ καταβάλλεται εἰς τὰ Βιβλιοπωλεῖα μας.

    ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΥ (ΑΕΡΟΠΟΡΙΚΩΣ) Γιὰ ὅλες τὶς χῶρες: 25 €, Κύπρος: 15 €

    Ὀρθόδοξον Χριστιανικὸν Περιοδικόν.Ὄργανον Ἀδελφότητος Θεολόγων ἡ «ΖΩΗ»

    Τὸ δράμα τοῦ ἀθεϊσμοῦ

  • 131

    Δεκ

    έμβρ

    ιος

    2013

    ΠΡΩΤΑ ΑΡΘΡΑ: «Τῶν τοιούτων ἐστὶν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν», 1. Ὁ Θεὸς μακροθυμεῖ. Ἐμεῖς; 13. Ἡ «προστασία τῶν Χριστιανῶν», 25. Διὰ τῆς θυσίας ὁ θρίαμβος, 37. Μὲ τὴν ἐλπίδα τῆς Ἀναστάσεως, 49. Ὁ �