Η Δικαιοσύνη σε νέα δοκιμασία

23
Η Δικαιοσύνη σε νέα δοκιμασία Οι μισθοί των δικαστών αηό τη Δ' αναθεώρηση του συντάγματος στο «Μισθοδlκείο και στο Συνταγματικό Δικαστήριο και το Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώηου· «Δίκπ δ' υπέρ ύβριος ίσχει ές τέπος εξεΠθούσα ...2)) !ΑΡΘΡΑ - ΜΕΛΕΤΕΣ 1. Εισαγωγή Αποτελεί κοινό τόπο ότι, ο όρος ανθρώπινα δι- καιώματα, σημαίνει δικαιώματα που είναι ίδια για όλους τους ανθρώπους. Το Σύνταγμά μας και ο εν γένει νομικός πολιτισμός, κατοχυρώνει οιιο- τελεσματικά τα δικαιώματα του ανθρώπου. Στις θεμελιώδεις διατάξεις του ιωωοντοτ Συντάγμα· τος περιλαμβάνεται και η διάταξη του άρθρου 20 παρ. 1 του Συντάγματος, η οποία καθιερώνει το δικαίωμα του πολίτη να προσφύγει στη δικαστική • Εισήγηση στην Εηιστημονική ΗμερΓδα της Ένωσης Δι- καστών και Εισαγγελέων - Ένωσης Εισavvελέων Ελλάδος, στην Αθήνα 13.2.2007. 1. Ο όρος είναι αηΟλύτως στωσκ. . 2. Ησίοδος - Έργα και ημέραι, 217, -Η δικαιοσύνη όταν έλθει η ώρα τικ, θριαμβεύει ενάντια στην αδικία-. ΑΝΤΩΝΗΣ η. ΑΡΓΥΡΟΣ Δικπγόρος εξουσία και να ζητπσει την προστασία των δικαι- ωμάτων του. Χωρίς τη διάταξη του άρθρου 20 παρ. 1 του Συντάγματος, όλες οι διατάξεις προ- στασίας των ατομικών δικαιωμάτων που κατοχυ- ρώνουν το «κράτος δικαίου. 3 θα ήταν χωρίς αντι- κείμενο. Δεν μπορεί κανείς να αμφιβάλει ότι η Δικαιοσύνη δεν μπορεί να υπάρχει ως υψίστη λειτουργία του πολιτεύματος αν δεν είναι Ανε- ξάρτητη, ηράγμα ηου κατοχυρώνεται στο άρθρο 26 του Συντάγματος. Είναι ακόμη γνωστό ότι όλα τα Ελληνικά Συντάγματα, από την Επανάσταση του 1821 μέχρι σήμερα, υπηρέτησαν την ιδέα του Κράτους Δικαίου και η Δικαιοσύνη, θεμελιω- μένη στην αρχή του διάχυτου ελέγχου συνταγ- 3. Στ. ΜατθΓα, Η ευθύνη του δικαστή για την ηραγμά- τωσσ του κράτους δικαΓου, ΝοΒ 5212004. 553.

Upload: -

Post on 29-Jul-2015

482 views

Category:

Documents


3 download

DESCRIPTION

Αποτελεί κοινό τόπο ότι, ο όρος ανθρώπινα δικαιώματα, σημαίνει δικαιώματα που είναι ίδια για όλους τους ανθρώπους. Το Σύνταγμά μας και ο εν γένει νομικός πολιτισμός, κατοχυρώνει αποτελεσματικά τα δικαιώματα του ανθρώπου. Στις θεμελιώδεις διατάξεις του ισχύοντος Συντάγματος περιλαμβάνεται και η διάταξη του άρθρου 20 παρ. 1 του Συντάγματος, η οποία καθιερώνει το δικαίωμα του πολίτη να προσφύγει στην δικαστική εξουσία και να ζητήσει την προστασία των δικαιωμάτων του...

TRANSCRIPT

Page 1: Η Δικαιοσύνη σε νέα δοκιμασία

Η Δικαιοσύνη σε νέα δοκιμασίαΟι μισθοί των δικαστών αηό τη Δ' αναθεώρηση του συντάγματος

στο «Μισθοδlκείο 1» και στο Συνταγματικό Δικαστήριοκαι το Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώηου·

«Δίκπδ' υπέρ ύβριος ίσχει ές τέπος εξεΠθούσα ...2))

!ΑΡΘΡΑ - ΜΕΛΕΤΕΣ

1. Εισαγωγή

Αποτελεί κοινό τόπο ότι, ο όρος ανθρώπινα δι-καιώματα, σημαίνει δικαιώματα που είναι ίδια γιαόλους τους ανθρώπους. Το Σύνταγμά μας και οεν γένει νομικός πολιτισμός, κατοχυρώνει οιιο-τελεσματικά τα δικαιώματα του ανθρώπου. Στιςθεμελιώδεις διατάξεις του ιωωοντοτ Συντάγμα·τος περιλαμβάνεται και η διάταξη του άρθρου 20παρ. 1 του Συντάγματος, η οποία καθιερώνει τοδικαίωμα του πολίτη να προσφύγει στη δικαστική

• Εισήγηση στην Εηιστημονική ΗμερΓδα της Ένωσης Δι-καστών και Εισαγγελέων - Ένωσης Εισavvελέων Ελλάδος,στην Αθήνα 13.2.2007.

1. Ο όρος είναι αηΟλύτως στωσκ. .2. Ησίοδος - Έργα και ημέραι, 217, -Η δικαιοσύνη όταν

έλθει η ώρα τικ, θριαμβεύει ενάντια στην αδικία-.

ΑΝΤΩΝΗΣ η. ΑΡΓΥΡΟΣΔικπγόρος

εξουσία και να ζητπσει την προστασία των δικαι-ωμάτων του. Χωρίς τη διάταξη του άρθρου 20παρ. 1 του Συντάγματος, όλες οι διατάξεις προ-στασίας των ατομικών δικαιωμάτων που κατοχυ-ρώνουν το «κράτος δικαίου.3 θα ήταν χωρίς αντι-κείμενο. Δεν μπορεί κανείς να αμφιβάλει ότι ηΔικαιοσύνη δεν μπορεί να υπάρχει ως υψίστηλειτουργία του πολιτεύματος αν δεν είναι Ανε-ξάρτητη, ηράγμα ηου κατοχυρώνεται στο άρθρο26 του Συντάγματος. Είναι ακόμη γνωστό ότι όλατα Ελληνικά Συντάγματα, από την Επανάστασητου 1821 μέχρι σήμερα, υπηρέτησαν την ιδέατου Κράτους Δικαίου και η Δικαιοσύνη, θεμελιω-μένη στην αρχή του διάχυτου ελέγχου συνταγ-

3. Στ. ΜατθΓα, Η ευθύνη του δικαστή για την ηραγμά-τωσσ του κράτους δικαΓου, ΝοΒ 5212004. 553.

Page 2: Η Δικαιοσύνη σε νέα δοκιμασία

322 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΙΥΝΗ 48(2007)

ματικότπτας των νόμων, που καθιερώθηκε με τπν3/1897 Απόφασπ του Αρείου Πάγου και αποτελείπλέον συνταγματική παράδοσπ4, παρείχε μέχρισήμερα αποτελεσματική προστασία στα ατομικάκαι κοινωνικά δικαιώματα.

2. Το εφιαλτικό σήμερα5 της αηονομής δι-καιοσύνης στην Ελλάδα

Στπν Πατρίδα μας, n Δικαιοσύνπ λειτουργείμεν ικανοποιπτικά, ταυτόχρονα από πολλά έτπευρίσκεται στπ διαρκή, συνεχή και ανίατπ δοκι-μασία τπς καθπμερινότπτας6. Η βραδύτατπ καιμακρόχρονπ διαδικασία απονομής τπς δικαιοσύ-νπς7 καθιστά τπ δικαιοσύνπ αναποτελεσματική,έτσι ώστε να μπν ανταποκρίνεται επαρκώς στιςανάγκες τπς Ελλπνικής Κοινωνίας. Δεν είναι προςτιμήν τπς χώρας n καταδίκπ τπς για παραβιάσειςτων ανθρωπίνων δικαιωμάτων, λόγω τπς αδικαι-ολόγπτπς βραδύτπτας απονομής τπς Δικαιοσύ-νπςS.Απαιτούνται σπμαντικές και ριζικές μεταρ-ρυθμίσεις, με αξιοποίπσπ των τεχνολΟγιών τπς«κοινωνίας τπς πλπροφορίας9., για να καταστεί nΔικαιοσύνπ αξιόπιστπ και πιο αποτελεσματική.

Είναι γεγονός ονομφιοεητστο ότι, παρά τπν ε-πιστπμοσύνπ,τπν αφοσίωσπ και υπερπροσπάθειατπς συντριπτικής πλειοψπφίας των Ελλήνων Δι-καστών, n Ελλπνική Δικαιοσύνπ δεν ανταποκρί-

4. Που επικυρώθηκε με τη διάταξη του άρθρου 94 παρ.3 του Συντάγματος. Βλ. Α. Mανπάκn. στα Πρακτικά τικ εκ-δήλωσης του ΜΑ -Συνταγματικό Δικαστήριο. της30.3.2006, σελ. 7.

5. Αξίζει να μελετήσει με προσοχή κανείς τκ απόψειςτων εΚλεκτών ομιλητών που παρουσιάζονται ατο ανάτυπο-Αποτελεσματική δικαιοσύνη. τικ -Κίνησης Πολιτών γιαμια Ανοικτή Κοινωνία., Αθήνα 2002. από τον Δημόσιο Επι-στημονικό Διάλογο που έγινε στη Αρχαιολογική ΕταιρείαΑθηνών στκ 10.10.2001.

6. Μέσα στο ηλαίσιο αυτό, εμφανίσθηκε και συντηρεί-ται μέχρι σήμερα το ζήτημα του λεγομένου -παραδικαστι·κού κυΚλώματος. το οποίο ταλαν/ζει την πολιτική δικαιο-σύνη και η άμεση εκκαθάρισή του είναι απαραίτητη για ναεηέλθει ηρεμία στον ευαίσθητο αυτό χώρο.

7. Η καθυστέρηση αυτή θα αυξηθεί δραματικά. μέχριςασφυξίας. με τη δημιουργία Συνταγματικού Δικαστηρίου.

8. Βλ. ΕΔΔΑ. απόφασεις της 27.6.1997 στην υπόθεσηΦίλης κατά Ελλάδος, υκ 22.10.1997 στην υηόθεση Παπα·γεωρίου κστά Ελλάδος και της 28.03.2000 στην υπόθεσηΠρωτοπαπά, Μαραγκού κατά Ελλάδος.

9. Ο όρος αυτός εμφανίσθηκε στη Λευκή βίβλΟ τικ Ευ-ρωπαϊκής Επιτροηής για την Ανάπτυξη, την σντσνωνιστι-κότητο και την Απασχόληση IDeIor, 19931. Βλ. εκτενώς Λ.Mnrpou -Το δίκαιο στον κοινωνία της πληροφορίας-, εκ-δόσεις Σάκκουλα Αθήνα - θεσσαλονίκη, 2002.

νεται με επάρκεια και, κυρίως, τωωτπτα στις α-νάγκες των Πολιτών. Παράλλπλα, όλο και περισ-σότερο εμφανίζεται στον δπμόσιο διάλογο n τά-σπ τπς πολιτικής εξουσίας να «οριοεετάσει, δπ-λαδή στπν πραγματικότπτα να περιορίσει τονρόλο των δικαστικών λειτουργών.IΟ και ειδικότε-ρα να περιορίσει τα όριαll του συνταγματικού ε-λέγχου των νόμων.? Ακούγονται έντονες φωνέςδιαμαρτυρίας από τπν εσισσιμονισϊ κοινότπτακαι τους νομικούς φορεκ. τις Δικαστικές ενώσεις,τους Δικπγορικούς συλλόγους και τις περιβαλλο-ντικές οργανώσεις, ότι δπλαδή n συνταγματικήαναθεώρπσπ αποτελεί προσπάθεια περιορισμούτου δικαστικού ελέγχου σε κρίσιμα θέματα. Οιπερισσότεροι από τους ανωτέρω φορείς δέχονταιότι n δπμιουργία Συνταγματικού Δικαστπρίου έχειοροφσνϋ στόχο: α) τις μπ ορεστέο οιιοφάσεκ"του Συμβουλίου τπς Επικρατείας σε θέματα περι-βαλλοντΟλογικά14 και σχετικά με τπν πολιτικήγπς15κυρίως, β) τκ Αποφάσεις του Δικαστπρίουτου άρθρου 88 παρ. 2 του Συντάγματος,16 ανα-

. φορικά με τους μισθούς17 των Δικαστικών λει-τουργών, γ) ζπτήματα εφαρμογής τπς εργατικήςνομοθεσίας, όπως τπς επιδίκασπς αναδρομικώνεργατικών αξιώσεων. Οι άμεσετ και έμμεσες πα-ρεμβάσεις τπς εκάστοτε εξουσίας και των οικο-νομικών συμφερόντων στο έργο τπς Δικαιοσύ-

10. Βλ. Πρακτικά για την Αναθεώρηση του Συντάγματοςστη Επιτροπή Αναθεωρήσεως, Συνεδριάσεις 5, 14.9.2000και 10,11,12.10.2000.

11. Βλ. άρθρο του καθηγητή Στ. Τσακυράκπ -Δίνουν υ-περεξουσίες για να γλυτώσουν τον έλεγχο., φύλλΟ εφιι-μερίδας -Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία. υκ 27.3.2006.

12. Βλ Αν. Mανπάκn(', Κράτος δικαίου και δικαστικός έ-λεγχος της ουντονμσσκότατσο, εκσοσεκ Σάκκουλα, θεσ-σαλονίκη, 1994.

13. Βλ. φύλλα εφημερίδας σο Βήμο. της 22.1.2006,Φάκελος, και -Το Βήμα της Κυριακής- της 25.6.2006, όπουοι οκετικέτ δηλώσεις του Καθηγητή του Συνταγματικού Δι-καίου Ν. Αλιβιζάτου, βλ. επίσης το άρθρο του καθηγητή Α.Mανπάκn -Ιδρύεται για να κηδεμονεύσει την ίδια την δι-καστική εξουσία. στο φύλλο της εφημερίδας -Ελευθερο-τυπία· σκ 3.4.2006.

14. Βλ. αντιδράσεις περιβαλλοντικών οργανώσεων στοφύλλο της εφπμερίδας -ΕθΝΟΣ. της 29.9.2006.

15. Βλ. Ευ. Βενιζέfιος, -το Συνταγματικό Δικαστήριο.,φύλλο εφημερίδας -Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία. σκ29.1.2006.

16. Βλ. Απόφασπ Δ.Σ. ΜΑ τικ 15.11.2006.17. Βλ. Ομιλία του καθηγπτή Φ. Σπυράπουflου -Σκέψεις

για τπν ίδρυσπ Συνταγματικού Δικαστηρίου. στο Συνέδριοτου Ελληνικού Ινστιτούτου Διοικητικών Επιστημών19.12.2006.

Page 3: Η Δικαιοσύνη σε νέα δοκιμασία

48(2007) ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΙΥΝΗ 323νπς18έχουν δπμιουργήσει τπν εύλογπ δυσφορίατπς κοινής γνώμπς, n οποία όμως, σε κάθε περί-πτωσπ, διατπρεί ακόμπ εμπιστοσύνπ στπ Δικαιο-σύνπ και τους Λειτουργούς τικ.

Τπ Δικαιοσύνπ όλοι θεωρπτικά τιμούν και σέ-βονται, αλλό όταν οι Αποφάσεις τπς δεν είναι α-ρεστέτ. ξεχνούν αμέσως τκ διακπρύξεις τους καικαταγγέλλουν τις αποφάσεις αυτές, σαν -διατε-ταγμένες •.

Η δικαιοσύνπ πλήττεται καίρια με:Ι) Τπ νομοθέτηση διατάξεων19 με τκ οποίες ε-

πιχειρείται n μπ εφορμονη ή αλλοίωσπ των συ-νεπειών δικαστικών οηοφάσεων" όπως και π βί-αιπ ανατροπή τπς πάγιας νομολογίας ή ακόμπχειρότερο n επέμβασπ επί εκκρεμών δικών21,πράγμα που επιτυχώς n Δικαιοσύνπ μέχρι σήμεραέχει σαοκρουσει".

11) Τπ δυσμενή κριτική23,σε βάρος τπς δικαστι-κής λειτουργίας, από υΨπλούς παράγοντες τπςδπμόσιας ζωής, εη' ευκαιρία δυσμενών24 για ε-κείνους ή τα κόμματά τους δικαστικών αποφά-σεων.

111) Παρεμβάσεις τπς Εκτελεστικής Εξουσίαςστπν επιλογή τπς Ηγεσίας25τπς Δικαιοσύνπς26,ε-

18. Βλ Α. Μπακόπουιιος. Δ/Vη 1986. 9, Λ. Αυδπς, ΕΕργΔ1986. 99. Β. Παπάς, ΝοΒ 24/1976. 1134, Ε. KρoυσrαΙΙΙΙά-κης, Δ/Vη 1986. 36.

19. Και η θέσπιση Συνταγματικών διατάξεων, όπως ε-κείνης του άρθρου 88 παρ. 2 του Συντάγματος υκ δη-μιουργίας του -Μισθοδικείου-, με την οποία αφσιρέθηκεανεπιτρέπτως η αρμοδιότητα των τακτικών δικαστηρίωννα επιλύουν τα ζητήματα που αφορούν τοικ μισθούς τωνδικαστών.

20. 'οπως συνέβη με τον ν. 1400/83 ηου εηιχείρησε ναερμηνεύσει αυθεντικά τον ν. 1256/82 μετά τις ΣτΕ1935/83, 7450/83, βλ. φύλλο εφπμερίδας .Η Καθημερινή-τικ 26.8.83.

21. Στ. Mσr8ία, Νομοθετικές παρεμβάσεις επί εκκρεμώνδικών, ΕΕργΔ 6112002.319.

22. Βλ ΑΠ Ολ 40/1998, ΑΡμ 1999. 412, Δ/Vη 46/1999,Δίκη 1999. 230, ΕΕργΔ 1999. 694, ΝοΒ 47/1999. 752, ΤοΣ1999. 103.

23. Βλ. Δημόσιο διάλογο του τότε Υπουργού Δικαιοσύ-νικ με τον Αντιπρόεδρο του ΑΠ στα φύλλα εφημερίδας .ΗΚαθημερινή- της 17. 19.2.1998 και 12.12.1998.

24. Βλ. ΑΠ Ολ 9/1998, ΔΕΕ 1998. 180, ΝοΒ 46/1988.629, ΕπισκΕΔ 1998. 91, ΕΕΝ 1999. 560.

25. Βλ Σ. Χαραιιαμπίδης, .Η Δικαιοσύνη και οι κηδεμό-νες τιιο, Δ/Vη 1995. 752 και .Υηέρβασις τικ ύβρεως στηναπονομή δικαίου-, φύλλΟ της εφημερίδας -Κυριακάτικη Ε-λευθεΡOΤUπία., 29Π12001, σελ. 42.

26. Βλ Ε. Γιavvόπουflος, ΝοΒ 25/1977. 657

τσι ώστε να επιλέγονται οι εκάστοτε εκλεκτοίτικ. χωρίς να το επιτυγχάνει πάντοτε.

Μεταξύ άλλων, το ζήτπμα των αποδοχών τωνδικαστικών λειτουργών υπήρξε ένα μόνιμο σπ-μείο τριβής μεταξύ τπς εκτεεεστισκ και τπς Δι-καστικής λειτουργίας, εμφανίσθπκε με τπν ψήφι-σπ των πρώτων επαναστατικών συνταγμάτων καισυνεχi"ζεται μέχρι σήμερα και αποτελεί πρόβλπμαδυσλειτουργίας τικ Δικαιοσύνπς και ππγήδεινώνγια τον τόπο.

3_ Η προϊστορίαΜε το προσωρινό Πολίτευμα τπς Ελλάδος,

που ψπφίσθπκε στην Επίδαυρο την 1/1/1822,θεσμοθετήθηκε η Αρχή τπς διακρίσεως των Ε-ξουσιών. Με το άρθρο 87 του Συντάγματος του1844 οι τακτικοί δικαστές κατέστησαν ισόβιοι, ε-νώ με τη διάταξη του άρθρου 5 του Συντάγματοςτου 1927 ορίσθηκε ότι: -π Δικαστική Εξουσία α-σκείται υπό Δικαστπρίων ανεξαρτήτων - υποκει-μένων μόνον εις τους Νόμους-.

Η μετά τπν Εθνική μας Απελευθέρωση συστα-θείσα επιτροπή27προς αναθεώρπσπ του Συντάγ-ματος, έκρινε ότι το θέαμα τπς «ρακένδυτου δι-καιοσύνπς» έπρεπε να σταματήσει και ότι για ναστηραεεί το κύρος τικ. αλλά κυρίως n Ανεξαρ-τπσία τικ. είναι ανάγκπ να δοθούν στους Δικα-στές τα μέσα μιας ανέτου σχετικώς ζωής και ο-μοφώνως απεφάσισε και εισπγήθπκε όπως διασυνταγματικής διατάξεως καθορισθεί: -ότι τοσώμα των δικαστικών λειτουργών είναι ίδιον σώ-μα και δεν έχει καμμίαν σχέσιν με τα άλλα σώμα-τα των δπμοσίων υπαλλήλων και ότι απαγορεύε-ται οιαδήποτε διαβάθμισπ μισθολογική ή βαθμο-λογική και π εεομοίωοκ υπαλλήλων του κράτοικοιουδήποτε (Ιλλου κλάδου, προς τους δικαστι-κούς λειτουργούς- (βλ. πρακτικά τπς εηιτροιυκσνοεεωρτίσεωτ συντάγματος τπς Δ' Αναθεωρπτι-κής Βουλής σ. 1668 και επ. και ιδία τπν αγόρευσητου βουλευτή Γ. Μαύροω.

Υπό το πνεύμα των ανωτέρω απόψεων, στοΣύνταγμα του 1952 και με πλήρπ διακομματικήσυμφωνία προστέθπκε n διάταξη του άρθρου 87,n οποία για πρώτπ φορά όρΙζε ότι οι αποδοχέςτων δικαστικών λειτουργών πρέπει να είναι ανά-λογες προς το λειτούργημά τους και ότι τα θέμα-τα που αφορούν τπ βαθμολογική και μισθολογικήτους κατάστασπ προσδιορίζονται με ειδικούς νό-μους. Η μισθολογική αυτή -υπεροχή. των σικο-

27. Δυνάμει του ΞΗΊ1949 Ψηφίσματος.

Page 4: Η Δικαιοσύνη σε νέα δοκιμασία

324 ΕΜΗΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ 48(2007)

στικών λειτουργών έναντι των οργάνων τπς ε-κτελεστικής εεουσκκ που καθιερώθπκε με τοΣύνταγμα του 1952, άποτελεί ουσιώδες στοιχείοστον κορμό των Ελλπνικών Συνταγματικών ρυθ-μίσεων που αφορούν τπν απονομή τπς Δικαιοσύ-νπς και τους λειτουργούς τπς28.

Προπγήθπκε των συνταγματικών ρυθμίσεωντου 1952, n απόφασπ τπς Ολομελείας του ΣτΕ2080/1950 που έκρινε επί τπς μισθολογικής δια-φοράο μεταξύ δικαστικών λειτουργών και δπμο-σίων υπαλλήλων. Το δικαστήριο έκρινε ότι δενείναι νόμιμπ n εξίσωσπ μισθών των ανωτέρω κα-τπγοριών, και επειδή στο σύνταγμα του 1911 δενυπήρχε διάταξπ για τκ αποδοχές των δικαστικώνλειτουργών, βάσισε τπν κρίσπ του στπν υπεροχήτων δικαστικών λειτουργών έναντι των οργάνωντπς εκτεηεοτισκ λειτουργίας και στπν ιδιαίτερπκαι εξαιρετική φύαη του δικαστικού λειτουργή-ματος.

Όμως, n Πολιτεία, παρά ταύτα, δεν έστερξε ναρυθμίσει το ζήτημα, παρά τπ συνταγματική ρύθ-μισπ του 1952. Οι δικπγορικοί σύλλογοι της χώ-ρας στο Πανελλήνιο Συνέδριό τους που συνήλθεστην Πάτρα τον lούλιο του έτους 1956, επεαή-μαναν τους κινδύνους και ζήτησαν με ψήφισμάτους τπν άμεσπ ρύθμισπ του θέματος που σφοράστπν εύρυθμη λειτουργία τπς σικσιοσοντκ. Οι δι-κπγορικοί σύλλογοι δεν έτυχαν καμιάς απαντή-σεως στο αίτπμά τους και έτσι επακολούθησε σεένδειξπ διαμαρτυρίας καθολικΓί σσωσϊ από τακοεηκοντσ των δικηγόρων όλπς τπς Ελλάδος α-πό τα οικοστόρια. με αίτημα την αύξπσπ των α-ποδοχών των Δικαστών, στα πλαίσια του άρθρου87 του Συντάγματος του 195229.

Η κατάστασπ που προαναφέρθπκε συνεκίστη-κε και έτσι, τελικώς, η Ολομέλεια του Αρείου Πά-γου έλαβε τπν με αριθμό 40/18-9-1958 απόφα-

28. Είναι δεδομένο ότι, η διάταξη του άρθρου 88 ασρ.2α του ιωωοντοτ Συντάγματος, που καθορίζει το ύψοςτων αποδοχών των δικαστικών λειτουργών, αποτελεί, ό-πως κρίθηκε από την παγία νομολογία όλων των οικσσσι-ρίων, τη βάση υκ δικαστικής Ανεξαρτπσίας, άνευ της ο-ποίας δεν μπορεί να υφίσταται Δικαιοσύνη και είναι ανα-γκαίο και αναπόσπαστο συμπλήρωμα των άρθρων 20 παρ.1 και 26 του Συντάγμστος, ενώ είναι αμφίβΟλΟ αν μπορείνα αναθεωρπθεί.

29. Οι δικηγόροι συμπαρασταθήκαν πάντοτε μαχητικάστουτ δικαστές, με αίτπμα την αποκατάσταση αξιοπρεπώνμισθολογικών συνθηκών, σύμφωνα με τκ σχεΌκές συ-νταγματlκές ρυθμίσεις.

σπ3Ο; -Δια της διατάξεως τουτικ. ως προκύπτεικαι εκ των ενώπιον της επιτροπΓίς σνσεεωράσε-ως του Συντάγματος συζητπσεων, προβλέπεταιότι αι οηοοωωί των δικαστικών λειτουργών πρέ-πει να είναι ανώτεροι των υπαλλήλων τικ διοι-κάσεωτ και ότι δεν συγχωρείται βαθμΟλογική καιμισθολογικΓί εξίσωσις r'i εεομοϊωσκ των υπαλλή-λων τικ διοικπσεως προς τους δικαστικούς λει-τουργούς. Η τοιαύτη δια συντονμοτισκ διατάξε-ως πρόνοια τικ Πολιτείας υπέρ των δικαστικώνλειτουργών, αποτελούσα επί μέρους εφορμονηντικ περί ανεξαρτησίας τικ δικαστικπς λειτουργί-ας αρχπς του Συντάγματος, οφείλεται εκ την ι-διάζουσαν φύσιν του δικαστικού λειτουργπμα-τοτ. Ούτω, δια τους δικαστικούς λειτουργούς δενυπάρχει, ως διά τους άλλους υπαλλήλους, ωρά-ριον υποχρεωτικής εργασίας. Εργάζονται ούτοι,ως εκ της φύσεως τικ εργασίας των, και κατά ταςημέρας αργίας και κατά την νύκτα ... παρά ταύταουδεμία ελπφθη υπέρ των δικαστικών λειτουρ-γών πρόνοια, μη εκδοθέντος εισέτι του υπό τικάνω διατάξεως του Συν/τος προβλεπόμενου ει-δικού νόμου, ενώ άλλων υπαλλΓίλων τικ διοικΓί-σεως ή οργάνων του κράτους ηυξΓίθησαν, εν τισίδε περιπτώσεσι σπμαντικώς, αι οηοοοκσί είτε υ-πό τον τύπον αποζημιώσεως (ως επί παραδείγ-ματι των τεχνικών, εκπαιδευτικών, νομαρχών,βουλευτών). Το νενονότ ότι οι δικαστικοί λει-τουργοί δεν δύνανται να επιδιώξωσι διά μέσων,άτινα μετέρχονται οι άλλοι υπάλληλΟΙ, την βελ-τίωσιν των αποδοχών των, έδει να εκτίμπση ήΠολιτεία και να προέλθπ εις την επιβαλλομένηνκαι υπ' αυτής αναγνωρισθείσα δια τικ ως άνωδιατάξεως του Συνιtος μισθολογική κστστσεναυτών, ώστε να σορεκωντοι εις αυτούς, εν όψειτων κρατουσών οικονομικών συνθπκών, τα μέσααξιοπρεπούς διαβιώσεως.... Εν όψει των εκτεθέ-ντων n Ολομέλεια θεωρεί υποχρέωσίν τπς να ε-πισπμάνει τους δια τπν εύρυθμον λειτουργίαντπς Δικαιοσύνπς κινδύνους, εάν και εφ' όσον δενήθελε επιδειχθεί υπό τπς Πολιτείας το ανάλογονδι' αυτήν ενοιοφέρον.»

Η κρίσπ για το ζήτπμα των αΠΟδοχών51συνε-χίσθπκε αμείωτπ μέχρι τπν οριστική επίλυσπ του

30. ΝοΒ 6/1958. 1035 - 1036.31. Βλ ΑΠ Ολ 275/1959, ΝοΒ 7/1959. 953, επιστολή Δι·

κσσσϊ χ. Καθάρειου, ΝοΒ 7/1959. 929, επιστολή ΔικαστήΓ. Αρβανίτη, ΝοΒ 15/1967. 90, όπου διεκτραγωδείταl π μι-σθολογική κατάσταση των δικαστών σκ εποχής και γίνο-νται συγκρίσεις με άλλους κλάδους.

Page 5: Η Δικαιοσύνη σε νέα δοκιμασία

48(2007) ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΙΥΝΗ 325ζητήματος των μισθών των Δικαστών από τον τό-τε Πρωθυπουργό Γεώργιο Παπανδρέου το 1964.Μάλιστα, η αύξηση των αποδοχών των δικαστώντότε, εφεσοε ακόμη και στον διπλασιασμό τουςκαι ιδιαίτερης οημσσίσο υπήρξε η αιτιολόγησήτικ. αφού ο τότε Πρωθυπουργός θεώρησε σφε-νός μεν την Δικαιοσύνη -ωωρον τικ Δημοκρατί-σο. αφετέρου δε ότι οι Δικαστές δεν μπορούν ναπένονται. Είναι αξιοσημείωτο, ότι με αυτό τοντρόπο καλύφθηκε εηιτέλους η ανάγκη ουμμόρ-φωσικ τικ ΠΟλιτείας στκ συνταγματικές επιτα-γές για το μισθολόγιο των δικαστών32.

Η ανώμαλη κατάσταση33 που επακολούθησεκαι η ανατροπή της Συνταγματικής τάξεως επιδεί-νωσε το πρόβλημα, μέχρι του έτους 1974.

4. Το Σύνταγμα του 1975

Ο Συνταγμστικός Νομοθέτης του 1975 όρισεστο άρθρο 26 του Συντάγματος ότι: «1. Η νομο-θετική λειτουργία ασκείται σαό τη Βουλή και τονΠρόεδρο τικ Δημοκρστκκ. 2. Η εκτελεστική λει-τουργία ασκείται από τον Πρόεδρο τπς Δημοκρσ-τίας και την Κυβέρνηση. 3. Η δικαστική λειτουρ-γία ασκείται από τα δικαστήρια' οι αποφάσειςτους εκτελούνται στο όνομα του ελληνικού λα-ού•. περαιτέρω, το Σύνταγμα ορίζει στο μεν άρ-θρο 87 παράγραφος 1, ότι: «Ηδικαιοσύνη απονέ-μεται από δικαστήρια συγκροτούμενα από τοκτι-κούς δικαστές, που απολαμβάνουν λειτουργικήκαι προσωπική ανεξαρτησία3~, στο δε άρθρο 88παρ. 2 ότι: -Οι αποδοχές των δικαστικών λειτουρ-γών είναι ανάλογες35 με το λειτούργημά τοικ. Τα

32. Τον Γ. Παπανδρέου, εηεσκεφευσσν διαμαρτυρόμε·νοι καθηγητές πανεπιστημrου και ζήτησαν αύξηση στο δι-πλάσιο των αηοδοχών των, όπως και των δικαστών προ-κειμένου να εξισωθούν βαθμΟλογικά ,όπως συνέβαινε μέ-χρι τότε εκείνος απήντησε: -αλλά, ηώς να εξισωθεrτε προςτους δικαστάς κύριοι. Ξέρετε τι είναι αυτοί είναι θεοί! ...• ).

33. Με το β.δ. 269/1966, τον ν. 4507/1966, τα β.δ.955/1966, ν.δ. 4532/64 και 4548/1966, όλα όσα είχαν εαι-τειαεεί με ΌΊν αύξηση του 1965 εμειώθησαν (βλ. σομεκο-μα Κ/Π, ΝοΒ 15/1967. 90).

34. Βλ Κ. Xιώtιoς. -Η λειτουργική και προσωπική σνε-ξαρτησία των δικαστικών λειτουργών., ΑρχΝ 2002. 132.

35. Η νομολογία σχετικά με το τι ακριβώς α Συνταγμα·τικός νομοεευκ θεωρεί -ανάλογες σαοσοκεο είναι στα-θερή και χωρrς καμία απολύτως παρέΚΚλιση από το 1950.Βλ: OλΣtE 2080/1950, 2928/1986, ΣτΕ 1688/1991, 2030/1991, 3124/1991, 1145/1992, 1148/1992, 1148/1992,130/1992, 541/1992, 736/1992, 886/1992, 2458/1993,2591/1993, 2592/1993, 2681/1993, 1840/19~4, 4"70/

σχετικά με τη βαθμολογική και μισθολογική τουςεξέλιξη και με την κατάστασή τους γενικά καθο-ρίζονται με ειδικούς νόμουο.

5. Το επαΥΥελματlκό ασυμβίβαστο των δlκα·στών

Σύμφωνα με το άρθρο 89 του Συντάγματος:«1.Απαγορεύεται στους δικαστικούς λειτουργούςνα παρέχουν κάθε άλλη μισθωτή υπηρεσία κο-θώς και να ασκούν οποιοδήποτε επάγγελμα. 2.Κατ' εξαίρεση επιτρέπεται στους δικαστικούς λει-τουονουο να εκλέγονται μέλη τικ Ακαδημίας Α-θηνών ή του διδακτικού προσωπικού ανώτατωνεκπαιδευτικών ιδρυμάτων, καθώς και να μετέ-χουν σε συμβούλια ή επιτροπές που ασκούν σρ-μοδιότητες πειθαρχικού, ελεγκτικού ή οκσωσο-τικού κορακτϋοο και σε νομοπαρασκευαστικές ε-πιτροπές, εφόσον η συμμετοχή τους αυτή προ-βλέπεται ειδικά από το νόμο ... 3. Η ανάθεση διοι-κητικών καθηκόντων σε δικαστικούς λειτουργούςαπαγορεύεται. Καθήκοντα σχετικά με την εκπαί-δευση των δικαστικών λειτουργών θεωρούνταιδικαστικά. Επιτρέπεται η ανάθεση σε δικαστικούςλειτουργούς των καθηκόντων εκπροσώηηοτκτικ χώρας σε διεθνείς οργανισμούς. Η διενέργειαδιαιτησιών από δικαστικούς λειτουργούς επιτρέ-πεται μόνο στο πλαίσιο των υπηρεσιακών τουςκαθηκόντων, όπωςνόμοτ ορίζει».

Τέλος, το δεύτερο εδάφιο τικ παρ. 2 του άρ-θρου 23 του Συντάγμστος ορίζει ότι: -Απαγορεύ-εται η απεργία με οποιαδήποτε μορφή στους δι-καστικούς λειτουργούς και σ' ουτοικ που υπηρε-τούν στα σώματα οσφοεειοο.

Η φυσο του λειτουργήματος του δικαστικούλειτουργού και η απαγόρευση σσκάσεωτ ο-ποιουδήποτε άλλου έργου ή επαγγέλματος απο-τελεί σημαντική ιδιαιτερότητα έναντι των άλλωνδημοσίων λειτουργών36• θα ήθελα να επισημάνωότι ο Συνταγματικός νοροεευκ του 2001 έθεσεστο άρθρο 57 Σ απόλυτο επαγγελματικό σουμεί-

1996. 472/1996, 1651/1997, 3458/1997, 3925/1998,2381/1999,436/2006.

36. Υπάρχουν δημόσιοι λειτουργοί και υπάλληλοι οι ο-norOI λαμβάνουν, κατά παράβαση του Συντάγματος καιτων νόμων, συνολικές αποδοχές κατά πολύ πολλαπλάσιεςόχι μόνο του Πρωθυπουργού, του Προέδρου τικ Βουλήςαλλά και του Προέδρου του ΑΠ, ακόμη και του Προέδρουυκ Δημοκρατrας. Μάλιστα, Πρόεδρος Ανώτατου Δικσστιι-ρίου δήλωσε ότι λαμβάνει κατά πολύ Ολιγότερα από τηνΓραμματέα του δικαστηρίου ηου προεδρεύει, και χωρίςτον υπολογισμό των πλασματικών υπερωριών.

Page 6: Η Δικαιοσύνη σε νέα δοκιμασία

326 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ 48(2007)

βαστ037και για τους Έλληνες βουλευτές, φορέ-ων τικ ισότιμης νομοεετισκ λειτουργίας. Σήμε-ρα, όλοι ή σχεδόν όλοι συμφωνούν για την κα-τάργησή του. Η διάταξη του άρθρου 89 του Συ-ντάγματος εντάσσεται στκ ηροσωπικές εγγυή-σεις τικ δικαστικής ανεξαρτησίας και αποτελεί ε-νιαία συνέχεια με τη διάταξη του άρθρου 88 παρ.2 Σ. 'ομωτ; π ιδιαιτερότητα που οι δικαστές α-σκούν τα καθήκοντά τους και ιδίως η απαγόρευ-ση αοκάσεωτ άλλου έργου, συνάπτεται απολύ-τως με τη φύση των καθηκόντων τους και ιδίωςμε τη δικαστική Ανεξαρτησία. Ενόψει των ανωτέ-ρω, η διάταξη του άρθρου 88 παρ. 2 Σ, σύμφωναμε την οποία οι αΠΟδοχές των δικαστικών λει-τουργών είναι ανάλΟγες με το λειτούργημά τοικ.αποτελεί μέρος αδιάσπαστο τικ φύσεως του λει-τουρνηματότ τους, όπως αυτό αναφέρεται στηδιάταξη του άρθρου 26 παρ. 3 του Συντάγματος.

6_ Το μισθΟλογικό καθεστώς - Η πάγια νομο-λογία των δικαστηρίων

Το μισθΟλογικό καθεστώς των δικαστικών λει-τουργών αποτέλεσε σχεδόν πάντοτε στο παρελ-θόν αιτία μεγάλης αντιδικίας μεταξύ τικ δικαστι-κής εεουοκκ. από τη μια πλευρά και τικ νομοθε-τικής και εκτεεεστισκ εξουσίας από την άλλη,αλλά και πηγή εντονικ επιστημονικής συζήτησηςκαι αμφισβήτπσης. Η μη υλοποίηση τικ πρόβλε-ψης του άρθρου 88 σορ. 2 του Συντάγματος γιααποδοχές των δικαστικών λειτουργών ανάλΟγεςπρος το λειτούργπμά τους είχε ως αποτέλεσματην άσκπσπ και εν συνεχεία αποδοχπ από τα δι-καστήρια αγωγών για την αναγνώριση της υπο-χρέωσης του Δημοσίου να καταβάλει στους δι-καστές διαφορές αποδοχών σε σχέση με τις υ-ψηλότερες αΠΟδοχές που ελάμβαναν άλλες κα-τηγορίες κρατικών λειτουργών (καθηγητές ΑΕΙ,διευθυντές ιατροί ΕΣΥ)38.

Η επίκληση της συνταγματικής αρχής της ισό-τοτσε, της διατάξεως του άρθρου 4 του Συντάγ-ματος39,υπήρξε αφετιιρίο των εργατικών οιεκοι-

37. Βλ. ΑΕΔ 5/2006,12/2003.11/2003.38. Βλ. Κων. ΚσυσσύΙΙπς. Οι αποδοχές των Δικαστών ως

εγγύηση τπς Δικαστικής Ανεξαρτησίας και υκ Ποιόmτοςτου Δικαιοδοτικού Έργου. εΚδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα. 2004.

39. ΑΠ Ολ 21/2006. αναφορικά με την ισόmτα των φύ-λων σικ ερνσσισκέτ οκέσεκ (οικογενειακό επίδομα). ΣτΕΟλ 1986/2005. ΕΔΔΔΔ 2005.769. αναφορικά με mv πρόσ-λπψη συνοριακών φυλάκων και τη μη ίση κατανομή τωνθέσεων κατά φύλο. με m μορφή ποσοστώσεων εκ βάροςτων γυναικών.

κήσεων μέχρι σήμερα και αντικείμενο δικαστικήςέρευνας σε εκατοντάδες χιλιάδες υποθέσεις, μεχαρακτηριστική περίπτωση την, κατ' εφαρμογήτων διατάξεων των άρθρων 4 και 21 του Συντάγ-μοτοτ. χορήγηση και στους δύο συζύγους40τουοικογενειακού επιδόματος του άρθρου 11 του ν.1505/84 με την ΑΕΔ 3/2001. Έχει κριθεί παγίως,ότι η αρχή τικ ισότητας δεσμεύει όχι μόνο τονεφορμοστά του δικαίου αλλά και τον ίδιο τοννομοθέτη41 ως προς τις συνέπειες της κρίσης α-ντισυνταγματικότητας ως προς ορισμένη ρύθμι-ση. Έτσι, μετά τη διαπίστωση της αντισυνταγμα-τικότητας, είναι δυνατή η μη εφορμονή της δυ-σμενούς ρύθμισης, αλλά και ακόμη, είναι δυνατήη εφορμονά τικ εξαιρετικής ευνοϊκής ρύθμισηςυπέρ άλλων διοικουμένων. που δεν υπάγονταιστο πεδίο εφαρμογής της42. Η εφορμονη τπςδιαμορφωμένης πάγιας νομολογίας τπς διάταξηςτου άρθρου 4 παρ. 1 του Συντάγματος σε πάραΠΟλλές υποθέσεις (όχι μόνο των δικαστικών λει-τουργών αλλά και του συνόλου των Ελλήνων, ι-δία των εργαζομένων), επέτρεψε τπν επεκτατικήεφορμονη ευνοϊκών ρυθμίσεων σε ευρύτατο κύ-κλΟ προσώπων.

Όμως, η θεωρία είχε εντελώς αντίθετπ άποψηαπό τη νομολογ.ιΌ43,ότι δηλ. είναι δυνατή η ετιέ-κτασπ ευνοϊκών νομοθετικών ρυθμίσεων σε ε-φορμονη τικ αρχής τικ ισότστοτ και ειδικά ωςπρος το ζήτημα των μισθών των δικαστώνΜ.

7. Η νομολογία μέχρι το 2005 για τους μι-σθούς των δικαστών

Όπως δέχεται η πάγια νομΟλογία όλων τωνδικαστηρίων45, κατά τη συνταγματική διάταξη(του άρθρου 88 παρ. 21 που αντιμετωπίζει το μι-σθολόγιο των δικαστικών λειτουργών ως συ-μπλήρωμα και αυτονόητη ηροϋπόθεση τικ προ-σωπικής και λειτουργικής σνεεορτοοκκ τοικ. ο

40. Βλ Κ. Χιώ;Ισς. -Η ισόmτα των δύο φύλων •. ΑρχΝ2005. 850.

41. Βλ. Αν. Μανιτάκπς. -Η συνταγματική αρχή mc ισο-τσακ και η έννοια ταυ γενικού σοαφεροντοο. ΤοΣ 1978.433-440.

42. Βλ. ΑΠ 53/1983, ΝοΒ 31/1983. 1370 και ΣτΕ2495/2000. ΕΔΔΔΔ 2001. 462, ΝοΒ 49/2001. 1681.

43. Βλ. ΑΠ Ολ 53/1983. ΝοΒ 31/1983. 1370, με αγό·ρευσυ του Εισαγγελέα ΑΠ φσφοϋσι

44. ο Kαθηγnτής Φ. BεγΙΙεριiς στηλιτεύει την εφσομο-γή υκ -εηεκτστιοκ ισόττιτσο •. Βλ: ΤοΣ 1978. 202, ΤοΣ1981.4. ΤοΣ 1982.264. περιοδικό -Νέο Δικαιον. 1951.436.

45. ΣτΕ 1688/1991.

Page 7: Η Δικαιοσύνη σε νέα δοκιμασία

48(2007) ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΙΥΝΗ 327

νομοεέτητ όφειλε να ηροβεί στη ρύθμισή του, ε-νόψει του τιθέμενου κριτηρίου των αναλόγωνπρος το λειτούργημα τούτο αποδοχών. Η περαι-τέρω εξειδίκευση του πιο πάνω συνταγματικούκριτηρίου, που προκύπτει ευθέως από τον συν-δυασμό των ανωτέρω άρθρων 26, 87 παράγρα-φος 1 και 88 παράγραφος 2 του Συντάγματος, α-ναλύεται στκ ακόλουθες βασικές αρχές που κα-θιέρωσε η νομΟλογία από το 1975 μέχρι σήμερα:αl Η ρύθμιση του μισθΟλογίου πρέπει να διαφυ-λάσσει την ισοτιμία της Δικωοοϋντκ έναντι τωνάλλων λειτουργιών του Κρότους (Νομοθετικήςκαι εκτεεεστισκ). Η ισοτιμία αυτπ δεν είναι μό-νον ισοτιμία πράξεων, είναι και ισοτιμία λειτουρ-γών, αμέσων οργάνων του Κράτους. ΟΙ αποδοχέςτων επικεφαλΠς των τριών λειτουργιών του κοσ-τους (Νομοθετικπς, Δικαστικπς και εκτεεεστικησπρέπει να είναι ισότιμες (βλ. ΣτΕ 3670/1994,1693/1989, 2928/1986, 1688/19911 και πρέπεινα διαμορφώνονται σε παραΠλήσια επίπεδα καινα υπόκεινται σε παρόμοιο φορΟλογικό κοεε-στώς. Έτσι, η εξεύρεση της συνταγματικής ορο-φπς στο ειδικό μισθΟλόγιο των δικαστών επιτρέ-πει περαιτέρω την ορθή διαρρύθμισπ του στα κα-τώτερα κλιμάκια. βl -Ειδικό. μισθολόγιο των δι-καστών σημαίνει, πράγματι, αυξημένο μισθΟλό-γιο έναντι, όχι απλώς των διοικητικών υπαλλΠ-λων, αλλά έναντι όλων των άλλων αξιωματού-χων του Δημόσιου τομέα, ανεξάρτητα τόσο οηότη νομικπ σχέση τους προς το Δημόσιο όσο καιοσο τη νομικπ μορφή της υπηρεσίας τους ωςδιοικητικής, νομικού προσώπουδημοσίου δικαίουή νομικού προσώηου ιδιωτικού δlκαίου46 Κ.λη..Από αυτές δεν μπορούν να εξαιρεθούν οι δημό-σιοι λειτουργοί που στελεχώνουν τη διοίκηση47των ανεξαρτήτων αρχώv48ενόψει του γενικού ε-πιπέδου τικ οικονομικής αναπτύξεως τικ χώραςκαι των απολαβών που χορηγούνται με βάσπ τιςεκάστοτε σιομορφουμενεο συνθΠκες. Διατάξεις

46. Εwοούνται βεβαίως τα νομικά πρόσωπα που ανή-κουν στο Δημόσιο, με την έννοια του άρθρου 14 του ν.2190/94 και του νόμου που καθορ[ζει εκάστοτε τον δημό-σιο τομέα. Βεβαίως, π υπαγωγή σ' αυτά νομικών ηροσώ-πων που έχουν εξέλθει του δημοσίου τομέα δεν μπορείνα θεωρηθεί θεμιτιi.

47. Βλ 8. Κσράκωστας, -Οι κστά το σύνταγμα ανεξάρτη-τες σρκέο. ΝοΒ 5112003.2087.

48. Οι Ανεξάρτητες Αρχές αποτελούν όργανα της εκτε-λεστικής εξουσίας {ΣτΕ ΠΕ 58612002, ΣτΕ Τμ.Γ 312002, Τρι-μελούς Εηιτροπής, ΣτΕ τμ.Γ 4126/2005, 7μελούς συνθέ-σεως!.

νόμων, από τις οποίες προκύπτει αμέσως ότι οισυνολικές κοεορεο μηνιαίες αποδοχές ορισμέ-νων λειτουργών του δημόσιου τομέα είναι υψη-λότερες σηό εκείνες των Προέδρων των Ανωτά-των Δικαστηρίων, αποτελούν προσβολή του κϋ-ρους και τικ ανεξαρτησίας τικ δικαστικής λει-τουργίας, που κατοχυρώνεται από το Σύνταγμα(άρθρα 26 και 871. γΙ Απαγορεύεται από το Σύ-νταγμα, με oπoιαδr1πoτε μορφή και εάν επιχει-ρείται, η μισθΟλογική εξομοίωση λειτουργών τουδημοσίου τομέα προς τους δικαστές. Το ειδικόμισθΟλόγιο των δικαστών είναι αυτοτελές καιδεν επιτρέπεται να επεκτείνεται σε άλλους λει-τουργούς, αφού με τον τρόπο αυτό παύει να εί-ναι ειδικό και αυξημένο, όπως αξιώνει το Σύ-νταγμα (βλ. Πρακτικά Ολομέλειας Επιτροπής τικονσεεωράσεωτ του Συντάγματος 1975, σελ. 384,Πρακτικό Α' Υποεπιτροππς σελ. 203, βλ. ΣτΕ ο-λομέλειας 2080/1950 και 2928/19861. Έτσι, ηχορπγηση υπέρτερων αποδοχών σε άλλες κοτιι-γορίες εργαζομένων και μάλιστα στον χώρο τουδημόσιου τομέα, έναντι των δικαστικών λειτουρ-γών, με oπoιαδr1πoτε μορφή n ονομασία (Π.χ.πάγιες πραγματικές n πλασματικές υπερωρίες,πάσης φύσεως επιδόματα, εφσμερίετ. έξοδα πα-ραστάσεως, πάγιοι φορολογικοί συντελεστές, ΔΙ-ΒΕΤΚ.λπ.Ι αποτελεί αντισυνταγματικπ νομοθέτη-ση και συνιστά ανεπίτρεπτη ευθεία παραβίασητου Συντάγματος και ιδία των άρθρων 26, 87παρ. 1 και 88 ιισρ. 2 (Βλ. ΣτΕ 1693/1989, ΑΠ 0-λομ. 12/1988 και ΕΣΟλομ. 1432/881. Εξάλλου, ηπαραβίαση τικ ανωτέρω gυνταγματικής επιτα-γπς, συντελείται με τη χορπγηση από τον κοινόνομοθέτη συνολικών αποδοχών σε άλλες κσσι-γορίες εργαζομένων σε επίπεδο υψηλότερο ε-κείνου των αηοδοχών των δικαστικών λειτουρ-γών. Η διάταξη του άρθρου 88 παρ. 2, σε συν-δυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 26 και 87παρ. 1 του Συντάγματος, ως κανόνας ουσιαστι-κού δικαίου, επιτάσσει στην περίπτωση αυτή τηναναβάθμιση των αποδοχών των δικαστικών λει-τουργών στο ύψος εκείνο στο οποίο ανήλθαν, ωςσύνολο λαμβανόμενες, οι αποδοχές σκ άλληςκοτονορκκ εργαζομένων, με τις πάσης φύσεωςρυθμίσεις του κοινού νομοθέτη και δεν εκλείπει,εκ του λόγου αυτού, η από το Σύνταγμα επιβαλ-λόμενη υποχρέωση του κοινού νομοθέτη να κα-ταρτίσει το ειδικό μισθολόγιο των δικαστικώνλειτουργών, Εξ άλλου, από τη βασική για το δη-μοκρατικό πολίτευμα αρχπ τικ διακρίσεως τωνλειτουργιών, που καθιερώνεται με τα άρθρα 1,

Page 8: Η Δικαιοσύνη σε νέα δοκιμασία

328 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΙΥΝΗ 48(2007)

26. 73 επ.. 81 επ. και 87 επ. του Συντάγματος. α-πορρέει η ειδικότερη αρχή ότι. η νομοεευκά λει-τουργία. έχουσα ως έργο της τη θέσπιση σφηρη-μένων κανόνων δικαίου. δεν επιτρέπεται να ε-πεμβαίνει στα έργα τικ Δικαστικής. επιβάλλουσαλύση σε συγκεκριμένη διαφορά, που μόνη η τε-λευταία δικαιούται να επιλύει. Δεν δεσμεύεταιόμως η νομοθετική λειτουργία, να ρυθμίσει, μενέους κανόνες δικαίου, κατά τρόπο διαφορετικόέwομες σκέσεκ που έχουν γεwηθεί καθώς καιδικαιώματα που έχουν αποκτηθεί σύμφωνα μεδιατάξεις κανόνων δικαίου οι οποίοι ίσχυσαν στοπαρελθόν, έστω και αν οι έwομες σκέσεκ ή ταδικαιώματα αυτά κρίνονται ενώπιον των Δικα-στηρίων ή έχουν αναγνωριστεί δια τελεσιδίκωνή και αμετακλήτων δικαστικών αποφάσεων, υπότην προϋπόθεσπ ότι οι εν λόγω κανόνες έχουνγενικό χαρακτήρα και δεν ρυθμίζουν μεμονω-μένη σχέση, διότι, στπν περίπτωση αυτή. θαπαραβιαζόταν με τη νέα ρύθμιση και η καθιερω-μένη από το άρθρο 4 παρ: 1 του Συντάγματοςαρχή τικ ισότητοτ; των Ελλήνων ενώπιον τουΝόμου (ΑΠ Ολ. 2/1995, 7/1990. 4/1990. ΣτΕ436/2006).

Ηνομολογία έχει παγιοποιηθεί στην εφσρμονήτικ αρχής τικ ισότστοτ και της ϊσικ μεταχείρισηςσε όλες τις κατπγορίες των εργαζομένων. Είναιγνωστό ότι, στα πλαίσια τικ ερμηνείας και εφσρ-μογής των άρθρων 4 παρ. 1 και 22 παρ. 1 τουΣυντάγματος, εδώ και πολλά χρόνια και μετά απόκάποιες διακυμάνσεις ττκ νομΟλογίας, έχει πλέ-ον. με σειρά αποφάσεων των τμημάτων και τικΟλομελείας του Αρείου Πάγου. σταθεροποιηθεί ηάποψη ότι \ στπν περίπτωση που ο νομοεεττκ(κοινός ή συλλογικός) καθιερώνει ορισμένη ευ-νοϊκή μισθΟλογική παροχή για κατηγορία εργα-ζομένων, αγνοώντας αδικαιολόγητα μια άλλη γιατην οποία συντρέχει ο ίδιος λόγος κοειεοωσικτικ ευνοϊκή σορωσκ. επεκτείνεται η εφαρμογήτικ σχετικής διάταξης και σ' αυτούς που αγνοή-θηκαν (Βλ. ενδεικτικά Ολ. ΑΠ 9/2004. 7/1995.7/1993. 12 και 22/1992. 13/1991, 811990, 1111989, 76/1987. 1104/1986. Κ.λΠ.). Όταν, εξ άλ-λου, με διάταξπ εξαιρείται ειδικά ορισμένη κατη-γορία προσώπωναπό συγκεκριμένη παροχή ήδηπροβλεπόμενη για το σύνολο ομοειδών κατηγο-ριών, τότε δεν εφαρμόζεται ως αντισυνταγματικήη εισάγουσα την εξαίρεση διάταξη. αλλ' εκείνηπου καλύπτει το σύνολο των ομοειδών κατηγο-ριών (Ολ. ΑΠ 484/1975, ΕΕργΔ 34. 1109. ΑΠ

8/1990. ΕΕργΔ50. 466). Η σε κάθε. λοιπόν, περί-πτωσπεπεκτατική ή δημιουργική (ή και αναλογι-κή), όπως λέγεται, αυτή εφαρμονή της περιε-χούσης την ευμενή ρύθμιση διάταξης στηρίζεταιστο γεγονός ότι τα δικαστήρια. ασκώντας τον α-πό τα άρθρα 87. 93, 4 και 120 του Συντάγματοςέλεγχο στο έργο τικ νομοθετικής εξουσίας καιπρος αποκατάσταση της αρχής τικ ισότπτσο (δε-δομένης τικ οέομευσικ του νομοθέτη για την ι-σόνομη ρύθμιση των ομοίων), θα πρέπει να ε-φαρμόωυν σε όλη τικ την έκταση την εν λόγωαρχή και βάσει αυτής να καταλήγουν στην εφορ-μογή τικ ευνοϊκής ρύθμισης. χωρίς αυτό να ση-μαίνει ότι παραβιάζεται η συνταγματική αρχή τικδιάκρισης των εξουσιών. Και τούτο διότι, όπωςε-ξηγεί η νομΟλογία, εάν περιορίζοντο στην απλήδιάγνωση ττκ σντισυντονμστικοτστσο κι εντεύ-θεν απλώς και μόνο στη μη εφσρμονή υκ εμμέ-σως ειοσνοϋσικ την ως προς ορισμένουτ δυσμε-νή εξαίρεση διάταξης, χωρίς δηλαδή να μπορούννα επεκτείνουν τη με αυτήν ευθέως γενομένηευνοϊκή ρύθμιση και σε όσους εξαιρούνται, θα ε-στερείτο ουσιαστικού περιεχομένου η ανωτέρωπερί ισότητοτ συνταγματική πρόβλεψη και συνα-κόλουθα η δυνάμει αυτών ζητούμενη δικαστικήπροστασία. Ειδικά δε, προκειμένου για διάταξηπου προβλέπει μισθολογική παροχή (όπως τα οι-κογενειακά επιδόματα). το άρθρο 22 παρ. 1 τουΣυντάγματος είναι ακόμη πιο σαφές ότι θέλει τηνεπέκτασπ τικ διάταξης αυτής και σε όλους τικαυτής κατηγορίας στους οποίους δεν αναφέρε-ται, πράγμα που εξυπακούει τη διατήρηση τικδιάταξης και όχι την εξαφάνισή τικ με την «προςτα κάτω» ισοπεδωτική έννοια τικ ισότητσε πουυιοθετεί μικρό μέρος τικ νομολογίας, την οποίαδεν ακολουθούν οι ωετικετ αποφάσεις ΑΕΔ3/2001 και Ολ. ΑΠ 6/2001, ΕΕργΔ60. 399. Η μο-νομερώς ευνοϊκή διάταξη αναδεικνύει το πρό-βλημα ονισότοτοτ εξ επόψεως υποκειμένων τικρύεμισικ και αυτή η ανισότητα, μπορούμε ναπούμε, είναι που καταργείται με την κατ' άρθρο 4και 22 Σ. επεκτατική εφσρμονά και όχι η ευνοϊκήδιάταξη. αφού χωρίς την ύπαρξή τικ δεν μπορείνα λειτουργήσει η αρχή τικ ισότητοτ ως κανόναςεξίσωσπς και ιιορωοκ εwόμου προστασίας προςεκείνον που έχει μείνει έξω από την ευνοϊκήρύθμιση. Όμως. η δικαστική αναπροσαρμογή καιτων μισθών των δικαστικών λειτουργών σε ε-φαρμογή των διατάξεων του άρθρου 4 του Συ-ντάγματος και με αφορμή ευνοΤκές ρυεμίσεκ για

Page 9: Η Δικαιοσύνη σε νέα δοκιμασία

48(2007) ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΙΥΝΗ 329δημοσίους λειτουργούς και uπαλλΠλΟυς προκά-λεσε49 κρίση που διαρκεί μέχρι οημερσ.

Η νομολογία έχει κωδικοποιηθεί στις ακόλου-θες ορκέτ:

Οι αποδοχές των δικαστικών λειτουργών, συ-ναρτώμενες προς τη σπουδαιότπτα του λειτουρ-γπματος, την ιδιαίτερη κατάσταση, τκ υποχρεώ-σεις και τους περιορισμούς των λειτουργών αυ-τών σε' σχέση προς την ανάγκη της οοροοκοσσκαπονομπς τικ δικαιοσύνης, ως βασικπς λειτουρ-γίας του κροτοικ. από πρόσωπα που απολαμβά-νουν προσωπικπκαι λειτουργικπ ανεξαρτησία καικαλύπτονται από το θεσμό τικ ισοβιότπτος, πρέ-πει να είναι ανάλογες προς το κύρος της ανεξάρ-τηττκ δικαστικπς εεουοκκ. ως μιας από τις τρεκσυντεταγμένες εεοαοιετ. Προς εξασφάλιση υκανεξαρτπσίας τικ Δικαστικπς λειτουργίας, η ο-ποία αποτελεί και το κύριο στοιχείο που την κα-θιστά ισότιμη και ισοδύναμπ προς τις άλλες δύοεεουοϊετ, το Σύνταγμα αναγνωρίζει λειτουργικπκαι προσωπικπ ανεξαρτησία στους δικαστές καιεξαρτά την ανεξαρτησία5Ο τπς σικοιοοονικ απότην ανεξαρτησία των δικαστών. Εγγύηση προς ε-ξασφάλισπ τπς ανεξαρτησίας αυτπς, το Σύνταγμαθεωρεί και την Ιδιαίτερη μισθολογικπ μετωαίριοστων δικαστών, την οποία καθιερώνει ευθέως. Συ-νεπώς, οι αποδοχές αυτές πρέπει να είναι διακε-κριμένες, καθοριζόμενες από τη νομοθετικπ ε-ξουσία αυτοτελώς για τους δικαστικούς λειτουρ-γούς, σε επίπεδο σνωτερο έναντι όχι απλώς τωνδιοικπτικών υπαλλΠλων, αλλά έναντι όλων τωνάλλων λειτουργών και αξιωματούχων του δημο-σίου τομέα. Κατ' ακολουθία τούτων, πλην τηςκατά το άρθρο 100Α του Συντάγματος συνδέσε-ως των αποδοχών του κυρίου προσωπικού τουΝομικού Συμβουλίου του κρότοικ με τις αποδο-χές των δικαστικών λειτουργών, απαγορεύεταιαπό το Σύνταγμα η μισθολογικπ εξομοίωση λει-τουργών του δημοσίου τομέα, n άλλων προσώ-πων, μπ σχετιζομένων προς τπν οργανική σύνθε-ση των Δικαστηρίων, προς τους δικαστικούς λει-τουργούς. Το μισθολόγιο των δικαστικών λει-τουργών, π κατάρτιση του οποίου θεωρείται ζή-τημα τόσο σοβαρό, ώστε να αποτελεί αντικείμε-

49. Βλ θ. Φορισάκπς, -Νεότερες δικαστικές ρυθμΙσειςαποδοχών των δικαστικών λειτουργών., ΕΔΔΔ 1983. 3 επ.και Χ. Χρυσσνθάκπς, .Η Δικαιοσύνη στο αναθεωρπμένοΣύνταγμα 1975/1986/2001., ΝοΒ 50/2002. 69 (79).

50. Βλ. Μ. Πικραμένος .Κλασσικές εγγυήσεις και αθέα-τετ οψεκ τικ δικαστικής ανεξαρτησΙαςι, Δ!Vη 2005. 1611.

νο -ειδικού. οργανικού νόμου, σφορά αποκλει-στικώς και μόνο τους κατά την παρ. 1 του άρ-θρου 88 του Συντάγματος δικαστικούς λειτουρ-γούς, δηλαδΠ εκείνους που αποτελούν το δικα-στικό προσωπικότων κατά το Σύνταγμα οργανω-μένων Δικαστηρίων, και όχι. άλλες κστονοριε«προόώπων.Ως εκ τούτου, οποιαδήποτε μισθολΟ-γική εξομοίωση n καθ' οιονδπποτε τρόπο παρα-ηομππ ή αναφορά στις αποδοχές των δικαστικώνλειτουργών για τον καθορισμό των αποδοχώνδιοικητικών υπαλλΠλων, δημοσίων λειτουργών,ή άλλων προσώπωνασχέτων προς την οργανικήσύνθεση των δικαστηρίων, θεσπιζόμενπ υπό τοκράτος τικ ιωωοτ των ως άνω διατάξεων τουΣυντάγματος, είναι αντισυνταγματικπ και, για τολόγο αυτόν, ανίσχυρη (βλ. ΣτΕ 2080/1950, Ολομ.2928/1986, Ολομ. 4542/1986, 2477/1987, 1688/1991, 3122/1991, 3670/1994 Ολομ. 2199/1997,πρακτικό Ολομελείας ΣτΕ 17/1985, ΠΕ 135/1994,Ολομ. ΑΠ 12/1988 Ολομ. ΕΣ1432/19881.

8. Η κριτική στη νομΟλογία μέχρι το 200551 -Η κρίση

Η κρίση αναφορικά με τκ ευνοϊκές για τουςδικαστές αποφάσεις αναλύεται, όπως χαρακτηρι-στικά αναφέρει έγκυρος αρθOγρόφoςS2:-[άπο έ-χει προκαπέσεl π απόφσσπ του Μισθοδlκείου γιατις αποδοχές των δικαστικών πειτουργών μεπρωταγωνlστές τα ππεκτρονlκά μέσα και τα τπ-Πεπαράθυρα. Καιτι δεν έχει ακουστεί: από το ότιο μισθός του διοικπτού τπς Α νεξάρτπτπς Apxr'icδεν μπορεί να ππφθεί υπόψπ γιατί ο τεπευταίοςείναι μεrαKππτός (προσωρινός) δπμόσιος υπάπ-πππος και όχι μόνιμος. όπως ο δlκαστr'iς. μέχριτου ότι όταν οι δάσκαποl έχουν χαμππούς μι-σθούς. δεν μπορεί οι δικαστές να έχουν υψπ-Πούς. Η ταχύτπς τπς Enoxr'icαποτρέπει όχι μόνοντπν έρευνα. αππά ακόμα και τπν ερώτπσπ απότους κυρίους των τππεπαραθύρων σε κάποιονγνώστπ. Από το πρώτο έτος τπς Νομικr'iς,οι φοι-τπτές διδάσκονται πως το Σύνταγμά μας καθιε-ρώνει ευθέως τπν apxr'iτπς διακρίσεως των τρι-ών πειτουργιών (νομοθετικr'iς. εκτεπεστικr'iς καιδlκαστlκr'iς),τις οποίες θεωρεί ισοδύναμες και ι-σότιμες. Ακόμα, οι καθπγπτές διδάσκουν ότι μό-

51. Οπότε όρχισε να λειτουργεΙ το δικαστήριο του άρ-θρου 88 παρ, 2 Σ. Η Ιδια ΚΡΙΌκή επαναλαμβόνεται με πα-ραλλαγές και σήμερα.

52. Βλ. φύλλΟ εφπμερίδας σο Βήμα. σκ 12/11/2006,ΠΑΠΙΝΙΑΝΟΙ.

Page 10: Η Δικαιοσύνη σε νέα δοκιμασία

330 ΕΜΗΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΙΥΝΗ 48(2007)

νο διά τπς ισοδυναμίας και τπς ισοτιμίας των πει-τουργιών επιrυγχάνεται n πραγματικπ και αποτε-πεσματικπ διάκρισπ αυτών που αποτεπούν τοβάθρο τπς οργανώσεως και πειτουργίας τπς ε-νιαίας κρατικπς εξουσίας και του Κράτους Δικαί-ου. Για τπ δΙKασrΙKΠπειτουργία καθιερώνεται nανεξαρτπσία τπς και το Σύνταγμα αναγνωρίζειπειτουργικπ και προσωπικπ ανεξαρτπσία σroυςδΙKασrές. Το Συμβούπιο τπς EΠΙKρσrείας έχει δε-χτε( ότι προς διασφάπισπ τπς ανεξαρτπσίας αυ-τπς το Σύνταγμα επιτάσσει και τπν ιδιαίτερπ μι-σθοπογικπ μεταχείρισπ των δΙKασrών. Πρακτικάμπορούμε να καταππξουμε σro συμπέρασμα ότιπόγω τπς αναγνωρίσεως τπς ισοδυναμίας και τπςIoorII.ifat; των πειτουργιών, όποι οι υππρετούντεςσε αυτές πρέπει να αμείβονται ομοιόμορφα. Τοάρθρο 63 § 1 του Συντάγματος ορίζει ότι οι βου-πευτές δικαιούνται αποζπμίωσπ και δαπάνες καιτο ύψος τους καθορίζεται με απόφασπ τπς οπα-μέπειας τπς Boυf!rίς. Στις 22.12.1964 n Βουππ α-ποφασίζει (συνεδρίασπ ΚΔ' τπς 22.12.19641, ε-φαρμόζοντας το άρθρο 75 του Συντάγματος του1952, αντίσroιxo προς το άρθρο 63 του ισχύα-ντος Συντάγματος, ότι: "Η μπνιαία βουπευτικπ α-ποζπμίωσπ είναι ίσπ προς το σύνοπον των μπ-νιαίων αποδοχών (μετά του ανωτάτου ορίου τωνπάσπς φύσεως παρεχομένων επιδομάτων καιπροσαυξπσεων1 του Ανωτάτου δΙKασrΙKoύ πει-τουργού". Η απόφασπ αυτή διατπρπθπκε σε ισχύμε τπν § 1 του άρθρου 1 του Ζ,/1975 Ψπφίσμα-τοτ τπς ε AναθεωρπrιKπς Boυf!rίς (ΦΕΚ23/18.2.1975 r. ΑΊ και ισΧύει και κατά το ισχύον (άρθρ.111 § 21 Σύνταγμα. Κανένας δεν ασχοππθπκε μετπν πιο πάνω εξομοίωσπ βουπευτών με τους δι-Kασrές, δεχόμενος προφανώς το αυτονόπτο, π-τοι ότι έτσι είναι αφού έτσι επιτάσσει το Σύνταγ-μά μας. Εξάππου, τέτοιες εξομοιώσεις έγιναν καισro παρεπθόν και δεν ασχοπήθπκαν με αυτές ταμέσα ενπμέρωσπς. Το 1999 το Συμβούπιο τπς Ε-πικρατείας (5989/19991 δέχτπκε ότι το πμισυ τωναποδοχών του δΙKασrπ απαππάσσεται του φόρουεισOδrίματoς, όπως απαππάσσεται του φόρου τοπμισυ των αποδοχών του {30υπευτού και κατά τοάνω Ζ,/1975 ΨΠφισμα.

Εύπογα, ποιπόν, αναρωτιέται κανείς αν επιδ(.ωξπ μας είναι σroυς ανεφάρμoσroυς νόμους ναπρoσrεθεί και ένα ανεφάρμoσro Σύνταγμα, όπωςxαρακτπρισrΙKά έγραψε ο καθπγπτπς του Συ-νταγμαrιKOύ Δικαίου Ν. Κ. Απιβιζάτος αναφορικάμε το περί βασικού μετόχου άρθρο του Συντάγ-ματος (ΔιΜΜΕ2004, σεΠ. 161.•.

Η κριτική53σrις σχετικές δικαστικές αποφάσειςπροβάλλει μεταξύ άλλων και τκ ακόλουθες α-πόψεις:

α.- «Ο δικαστής δεν μπορεί να κρίνει, ούτε ά-μεσα, ούτε έμμεσα τπν ιδία αυτού υπόθεσnS4.,

και ότιβ.- «Οδικαστής δεν μπορεί να υποκαθιστά τον

νομοθέτπ και μάλιστα, σε βάρος των προβλέψε-ων του κρατικού προϋπολογισμού55'. Στπν κριτι-κή αυτή θα μπορούσαμε να πούμε:

α) Οι σχετικές δικαστικές αποφάσεις στις οποί-ες γίνεται π ανωτέρω κριτική, δεν μπορούσαν σεκαμιά αΠΟλύτως περίπτωση να επιτρέψουν ή ναανεχθούν τπν παραβίασπ από τον νομοθέτπ υ-περκείμενων κανόνων δικαίου (όπως του Συ-ντάγματος ή τικ Συμβάσεως Ανθρωπίνων Δικαιω-μάτων) σε βάρος των δικαιωμάτων των Ελλήνωνπολιτών. Η παραβίασπ αυτή, όπως παγίως έχεικριθεί για τκ υποθέσεις όλων των Ελλήνων πολι-τών, δπμιουργεί υποχρέωσπ αποζπμιώσεως κατ'άρθρο 105 ΕισΝΑΚ.Η επιλεκτική παραβίασπ τπςαρχής τικ ισότητας καθιστά τον νόμο αντισυ-νταγμστικό και εντεύθεν γεwά δικαίωμα αποζη-μιώσεως, από τπ βλάβη που υπέστπ ο θιγόμενος,εν όψει και των διατάξεων σκ ΕΣΔΑ56.Έτσι, ηνομοεέταοη διστάξεων σε αντίθεση με το άρθρο88 παρ. 2 του Συντάγματος γεwά δικαίωμα απο-ζπμιώσεως

β) Ως προς το θέμα της οαονόρεοσικ σνοτρο-πής του προϋΠΟλογισμού57με δικαστικές απο-φάσεκ. δηλαδή των αναδρομικών που επιδικά-ζονται από τα δικαστήρια, για όλους τους ερνσ-ζομένους και όΧΙμόνο για τους δικαστές, έχω τπνεντύπωσπ ότι τέτοια ρύθμισπ ή άποψη θα ήταν

53. Βλ. ι. Mσθιoυδάκnς, -Επέκτασπ ευνοϊκής ρύθμισηςγια λόγους ισοσιακ . τσσεκ δικαστικού ουτοηεριορι-σμοω. ΔιΔικ 15/2003. 852εη ..

54. Βλ. αγόρευση εισηγητή Πλειοψπφίας στο Πλαίσιοτικ επιτροπής αναθεώρπσης του Συντάγματος 2001 σεπρακτικά: σελ 443 - 444.

55. Με αυτή τη λογική καμιά διεκδίκηση οποιουδήποτεκαι με οποιαδήποτε ιδιότπτα δεν θα μπορούσε να ευδοκι-μήσει δικαστικά. με :την απλή επίκληση υκ αντοχής τουηροϋπολΟΥΙσμού. ενώ έτσι π εκτελεστική εξουσία ανέλε-γκτη θα χορηγούσε επιδόματα και αυξήσεις στους εκλε-κτούς της. Περαιτέρω. τα επιχειρήματα αυτά δεν μπορούννα αφορούν ευνομούμενες Πολιτείες στκ οποίες εφορμό-ζεται η ΕΣΔΑ.

56. Του άρθρου 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτο-κόλλου.

57. Βλ Ν. ΜπΠιώνπι:. -Η εηίδραση τικ νoμoλoγίaι: εηίτου κρατικού ηροϋπολογισμού-. ΕΔΔΔΔ 2005. 701.

Page 11: Η Δικαιοσύνη σε νέα δοκιμασία

48(2007) ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ 331

αντίθετη με την έννοια του -κροτοικ δικαίου»αλλά και με τη σύμβαση για τα ανθρώηινα δικαι-ώματα. Με το άρθρο 1 περ. 1 του Πρώτου Πρό-σθετου Πρωτοκόλλου τικ Ευρωπαϊκής Συμβάσε-ως για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Αν-θρώπου και των θεμελιωδών Ελευθεριών, πουκυρώθπκε μαζί με τπ σύμβαση με το ν.δ. 537/1974 και έχει, σύμφωνα με το άρθρο 28 παρ. 1του Συντάγματος, αυξημένη τυπική ισχύ έναντιτων κοινών νόμων, προστατεύεται η περιουσίατου ανθρώπου, στην οποία συμπερΙλαμβάνονταιτα περιουσιακά ενοχικά δικαιώματα και δη οι πε-ριουσιακού χαρακτήρα σσσιτάσεκ. είτε ανσννω-ριομενεο με δικαστική ή διαιτητική σοοφασο είτεαπλώς γεwπμένες κατά το εθνικό δίκαιο, εφ' ό-σον υπάρχει νόμιμη προσδοκία με βάση το ισχύ-ον πριν από την προσφυγή στο δικαστήριο νομο-θετικό καθεστώς ότι μπορούν να ικανοποιηθούνδικαστικά ΙΟλ. ΑΠ 40/1998).

Έτσι, η τήρηση των προβλέψεων του προϋ-ΠΟλογισμού58 δεν μπορεί ποτέ να ακυρώσει ή νααναστείλει την επιδίκαση των εύλογων αξιώσεωντων Πολιτών και πολύ περισσότερο δεν μπορεί ν'ακυρώσει δικαιώματα που έχουν διαγνωσθεί μεδικαστικές αποφάσεις και μάλιστα Ανωτάτων Δι-καστηρίων. παράλληλα, με τκ ίδιες σκεψεκ. α-ποδυναμώνεται πλήρως το επιχείρημα ότι ο δι-κσσσκ καθίσταται νομοεέτικ.

γ) Ενώ εμπιστευόμαστε τον δικαστή, ο οποίοςμπορεί να ασκεί δικαιοδοτικό έργο στο Δικαστή-ριο του άρθρου 86 Σ ακόμπ και για τους Υπουρ-γούς, και τον Πρόεδρο τπς Δσμοκοοτκκ; και τονΠρωθυπουργό, εμπιστευόμαστε το δικαστή ναδικάζει τους βουλευτές, αλλά και τους συνα-δέλφους του, νεότερους και ορκσιοτέροικ ακό-μη και τους Προϊσταμένους του, δεν τον εμπι-στευόμαστε να δικάζει τις μισθολογικές υποθέ-σεκ των συναδέλφων του59 κατά παγκόσμιαπρωτοτυπία.

Διερωτώμαι, όμως, γιατί με την ίδια λογική, ε-

58. Διερωτώμαι, δεν επιδρούν στον προϋπολογισμό οιχαριστικές και αμφίβολης νομιμότητος ρυθμίσεις και όφε-ση χρεών πολλών δισεκατομμυρίων με πράξεις τικ νομο-θετικής ή εκτελεστικής εξουσίας, υπέρ μεγαλοεπιχειρημα-τιών, υηέρ ΠΑΕ Κ.λη ..

59. Ο δικαστής καθημερινά επΙλαμβάνεται υποθέσεων,το αηοτέλεσμα των οπο(ων επιδρά άμεσα στη ζωή του,αλλά διερωτώμαι, τα μέλη του Συνταγμστlκού δικαστηρίουδεν θα δικάζουν υποθέσεις που θα σφορουν τους μισθούςτους και μάλιστα θα επηρεάζουν το σύνΟλΟ του μlσθολΟ'γίου των δικαστών;

μπιστευόμαατε τον βουλευτή να ψηφίζει το δικότου ειδικό μισθΟλόγιο και τα προνόμιά του ιστέ-λειες Κ.λΠ.).

Διερωτώμαι, εξάλλου, πώς η Διοίκησπ μπορείνα χαρίζει οφειλές πολλών δισεκατομμυρίων σεεσαεφϋσεκ και ΠΑΕ6Οκαι να ρυθμίζει αυθαίρετατο μισθολόγιο δημοσίων υπαλλήλων (χωρίς ναυπολογίζει τον προϋπολογισμό) και μάλιστα σεεπίπεδα, υπερβαίνοντα κατά πολύ τους μισθούςόλων των επικεφαλής των ανεξαρτήτων λει-τουργιών του Κράτους, όπως συνέβη με τπν χο-ρήγηση σε άγνωστο αρΙθμό δημοσίων υηαλλή-λων ειδικών επιδομάτων με υπουργικές αποφά-σεις που δεν δημοσιεύθπκαν κατά την έκδοσήτους στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και αφο-ρούν πρόσθετες αποδοχές, όπως ενδεικτικά α-ποδοχές από δικαιώματα βεβαίωσης και είσπρα-ξης εσόδων υπέρ τρίτων ΙΔΙΒΕΕΤΙ,που χορηγού-νται σε όλους τους υπαλλήλους του Υπουργείουοικονομικών και στους Γενικούς Διευθυντές τουΥπουργείου οικονομικών, του Ελεγκτικού Συνε-δρίου, του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους καιτου Μετοχικού Ταμείου Πολιτικών Υπαλλήλων.

9. Η Συνταγματική Αναθεώρηση του 2001 καιη δημιουργία του δικαστηρίου του άρθρου88 ηαρ. 2 συντάγματος

Το άρθρο 88 του Συντάγματος, όπως ισχύει α-πό 17.4.2001, μετά την αναθεώρησή του με τοΨήφισμα ττκ από 6.4.2001 r ΑναθεωρητικήςΒουλής των Ελλήνων ΙΑ' 84), ορίζει στην παρ. 2ότι: «2. Οι αποδοχές των δικαστικών λειτουργώνείναι ανάλΟγες με το λειτούργημά τοικ, Τα σχε-τικά με τη βαθμολογική και μισθΟλογική τους ε·ξέλιξη και με την κατάστασή τους γενικά καθορί-ζονται με ειδικούς νόμους, Κατά παρέκκλιση απότα άρθρα 94, 95 και 98, διαφορές σχετικά με τιςκάθε είδους αποδοχές και τις συντόεεκ των δι-καστικών λειτουργών και εφόσον η επίλυση τωνσχετικών νομικών ζητημάτων μπορεί να επηρεά-σει τη μισθολογική, συνταξιοδοτική ή φοοοεονι-κή κατάσταση ευρύτερου κύκλου προσώπων,εκδικάζονται από το ειδικό δικαστήριο του άρ-θρου 9961.Το δικαστήριο στις σερκιτωσεκ αυτές

60. Βλ. άρθρο 12 του Ν. 3479/2006, γΑ 1009260Π25·20/0016-20071.

61. Το δικαστήριο αγωγών Κακοδlκ(ας κατά δικαστικώνλειτουργών, το οποίο αποτελεί νομικό απολίθωμα μιαςάλλπς εποχής και έηρετιε να έχει κσταργηθε( από καιρό,αφού όπως φαίνεται από το σύνολο της αρνπτικής νομο-

Page 12: Η Δικαιοσύνη σε νέα δοκιμασία

332 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΙΥΝΗ 48(2007)

συγκροτείται με τη ουρμετωσί ενός εηιπλέον τα-κτικού καθηγητπ και ενός επιπλέον δικηγόρου,όπως νόμος ορίζει. Νόμος ορίζει τα σχετικά με τη

. συνέχιση τυχόν εκκρεμών δικών». Η τροποποίησητου άρθρου 99 Σ δεν είχε προταθεί στην προη-γουμένη τικ ονσεεωρησεωτ BOυλr'i62και υπάρχειη άποΨη63ότι η αναθεωρητική διαδικασία παρα-βιάσθηκε64. Σε εκτέλεση τικ διατάξεως του άρ-θρου 88 παρ. 2 Σ εκδόθηκε ακολούθως ο ν.3038/200265, -Για την επίλυση των διαφορών τουάρθρου 88 παρ. 2 του Συντάγματος και άλλεςδιατάξεις. (ΦΕΚΑ' 180, 7.8.2002), στο ΚεφάλαιοΑ' του οποίου (άρθρα 1-13) ρυθμίζονται τα θέμα-τα τικ ουνκροτάσεωτ και της δικαιοδοσίας τουανωτέρω ειδικού δικαστηρίου, της διαδικασίας ε-νώπιον αυτού και τικ ιωωοτκαι των συνεπειώντων αποφάσεών του. Ειδικότερα, στο μεν άρθρο4 του ν. 3038/2002 ορίζεται ότι: «Στο Ειδικό Δι-κσσσϊριο που προβλέπεται με το άρθρο 88 παρ.2 του Συντάγματος υπάγονται οι διαφορές πουαναφέρονται σε κάθε είδους αποδοχές και συ-ντάξεις των δικαστικών λειτουργών και του κύ-ριου προσωπικού του Νομικού Συμβουλίου τουΚράτους, εφόσον η επίλυση των σχετικών νομι-~ών ζητημάτων μπορεί να επηρεάσει τη ρισεο-λογικπ, συνταξιοδοτικπ ή φορολογική κατάστασηευρύτερου κύκλου προσώπων.. Στπ δε παρ. 1του άρθρου 5 του ν. 3038/2002 ορίζεται ότι: «1.Το Ειδικό Δικαστήριο εάν κρίνει ότι δεν έχει δι-καιοδοσία παραπέμπει την υπόθεσπ στο αρμόδιοτακτικό διοικητικό δικαστπριο ή το Ελεγκτικό Συ-νέδριο. Η παραπεμπτική οηόφσσσ είναι δεσμευ-τική για το δικαστήριο στο οποίο γίνεται η παρα-πομπή., ενώ στην παρ. 2 ίδιου άρθρου ορίζεται

λογίας του δεν βρήκε ποτέ ευθύνη, και πώς άραγε θα τοέκανε, αφού όπως opfζει το άρθρο 6 του ν 693/1977 -οιδικαστικοί λειτουργοί ευεϋνοντοι. .. ένεκα δόλου. βαρείαςαμελείας ή αρνησιδικίας, εφ όσον ηροέκυψε ζημία στον ε-νάγοντα-.

62. Σύμφωνα με την άποψη του καθηγητή Φ. ΣπυΡ6-nouflou. στο βΙβλίο του Εισαγωγή στο Συνταγματικό Δίκαι·ο. σελ. 428, η επέκταση της αρμοδιότητας του δικαστηρί-ου Κακοδικίας είναι αντισυνταγματική. αφού το άρθρο 99 Σδεν ηεριλαμβάνονταν μεταξύ των ονοεεωοοτεων διατά-ξεων.

63. Α. rfluκ6ς. -το ανίσχυρο του δευτέρου εδαφίου τηςπαραγράφου 2 του άρθρου 88 του Συντάγματοc>. ΔιΔικ2002.1134.

64. Υπόκειται σε δικαστικό έλεγχο. ως προς την OVΌσυ-νταγμοτικότητα, Σnuρ6nΟURσς.ό.Π .. σελ 155. παρ 59.

65. Ο Νόμος αυτός είναι ατελής και αποτελεί αιτία με-γάλων προβλημάτων ατπ λειτουργία του δικαατηρίου.

ότι: «2. Το τακτικό διοικητικό δικαστήριο Π το Ε-λεγκτικό Συνέδριο. εάν κρίνει ότι στη διαφοράπου έχει εισαχθεί απευθείας σε αυτό ανακύπτουννομικά ζητήματα η επίλυση των οποίων μπορείνα επηρεάσει τπ μισθολογική. συνταξιοδοτική ήφορολογική κστσστσοη ευρύτερου κύκλου σρο-σώπων. παραπέμπει τη διαφορά αυτή στο ΕιδικόΔικαστήριο. Το τακτικό διοικητικό δικαστήριο ή τοΕλεγκτικό Συνέδριο κρίνει το ζπτημα τικ παρα-πομπής σε κάθε στάση τικ δίκης και σε κάθεβαθμό δικαιοδοσίας. Η παραπεμπτική απόφασπ.όταν καταστεί αμετάκλητη. είναι δεσμευτική γιατο ειδικό δικαστήριο>. Στο άρθρο 9 του ν.3038/2002 ορίζεται ότι: -Κατά τη διαδικασία ε-νώπιον του Ειδικού Δικαστηρίου εφαρμόζονταιαναλόγως κατά τα λοιπά οι διατάξεις του ΚώδικαΔιοικητικπς Δικονομίας και συμπληρωματικά οιδιατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας •. Εξάλλου, με το άρθρο 13 του ν. 3038/2002 ορί-στηκε ότι: .Οι διατάξεις του Κεφαλαίου Α' τουνόμου αυτού εφαρμόζονται στα ένδικα βοηθή-ματα που ασκούνται μετά την έναρξη της ισχύοςτου •. Κατά την έννοια τικ διατάξεως αυτής. στηδικαιοδοσία του Ειδικού Δικαστηρίου του άρθρου99 του Συντάγματος (με διευρυμένη σύνθεσπ)υπάγονται οι σκετικέτ με κάθε είδους αηοδοχέςκαι συντάξεις των δικαστικών λειτουργών διαφο-ρές (και εφόσον η επίλυση των οικείων νομικώνζητημάτων μπορεί να επηρεάσει τη μισθΟλογική.συνταξιοδοτική ή φορολογικπ κατάσταση ευρύ-τερου κύκλου προσώπων),οι οποίες εισάγονταισ' αυτό με ένδικα βοηθπματα (εισαγωγικά δικό-νρσφο) μετά την έναρξη τικ ισχύος του ανωτέρωνόμου <7.8.2002), (βλ. ΣτΕ687/2003).

Η δημιουργία του Ειδικού αυτού Δικαστηρίου,όπως προκύπτει από τις σχετικές συζητήσεις (βλ.Πρακτικά Αναθεώρησης στκ σελίδες 443, 464.470. 474, 478), υπήρξε προϊόν τικ οαοσοκψσσϊ-ας μέρους της επιστημονικπς κοινότητος66 αλλάτου Συντακτικού νομοθέτη. στη μέχρι τότε παγίανομΟλογία των δικαστηρίων που αφορά στκ α-ποδοχές των δικαστικών λειτουργώγ67 και ιδίωςστην εφαρμονά τικ εαεκτοτισκ ισοτοτοο. Κρίθη-κε από τους δημιουργούς του, ότι το Δικαστήριοαυτό έπρεπε να μεταβάλει την μέχρι τότε πάγιανομΟλογία και να οδηγπσει τα πράγματα σε άλ-

66. Βλ θ. Φσρrσάκης .• Το ειδικό δικαστήριο του άρθρου88 παρ. 2 Σ-. ΝοΒ 50/2002. 84.

67, Με βασική αντίρρηση ότι οι ίδιοι δικάζουν τκ υπο-θέσεις τοικ.

Page 13: Η Δικαιοσύνη σε νέα δοκιμασία

48(2007) ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΙΥΝΗ 333

11

λΟυς δρόμους. Βεβαίως, υπήρξαν και έντονεςφωνέτ αποδοκιμασίας τπς δπμιουργίας του Δικα-στπρίου αυτού68.

Ο Υπουργός, βουλευτής και καθπγπτής τπςΝομικής Σχολής του ΕΚΠΑΠροκόππς Παυλόπου-λος είχε αναφέρει τα εξής στπ ΑναθεωρπτικήΒουλή: .Η δπμιουργ{α ειδικού δικαστπρ{ου για τιςαπΟδοχές των δικαστικών λειτουργών με βρ{ακειενrελώς ανr{θετo. Τπ θεωρώ μειωτικπ και για τοσυνrακrΙK6 νομοθέτπ και για τπν {δια τπ δικαιο-σύνπ. Ο δικαιοπογπτικ6ς π6γος είναι 6rι βρέθΠ-καν ορισμένες αποφάσεις δικαστπρίων -κακώς- οιοπο{ες στπν ουσ{α ρύθμισαν, κατ' ουσία, τα μι-σθοπογικά των δικαστικών πειτουργών. Και εξαυτού του π6γου, πρέπει να βάλουμε αυτπ τπ"δικλείδα-, n οπο{α ππγαίνει που; Στο 6τι αναθέ-τουμε σ' ένα ειδικ6 δικαστπριο, και δπ στο δικα-στπριο αγωγών καΚΟδικίας,αυτές τις διαφορές.Σπμειολογικά δεν ανrιλαμβαν6μαστε, πέραν τουθεσμού γενικ6τερα, 6τι το να αναθέτεις αυτά ταθέματα στο δικαστπριο αγωγών καΚΟδικίας,σπ-μαίνει 6τι κάθε φορά που θα μπορούσε ο δικα-στπς να διεκδικπσει κάτι τέτοιο, θα ισοδυναμεί μεένα ε{δος κακοδικίας, στπν οποία έχει υποπέσειμε το να θέλει αππώς και μ6νο να ζπτπσει δικα-στικπ προστασία; Απλά δεν είναι μ6νον αυτ6. Υ-πάρχει μια ανrίφασπ per se σε 6λπ αυτπν τπ δια-δικασία. Δεχ6μαστε 6τι για 6πα τα θέματα ο δι-καστπς και ιδίως οι οπομέπειες, 6πως προτείνεταιστο άρθρο 100, μπορεί να επέγχει τπ συνrαγμα-τικ6τπτα των ν6μων. Eκr6ς απ6 ένα θέμα, αυτ6που αφορά τα μισθΟλογικά του, γιατί δπθεν μεαυτ6ν τον rρ6πo ο δικαστπς ρυθμίζει κατά βού-ππσπ το μισθ6 του! Δπλαδπ, το σπουδαι6τεροθέμα συνrαγμαΤΙK6τπτας για το οποίο πρέπει ναφοβ6μαστε τπ δικαστικπ εξουσία είναι αυτ6;...Εσείς που δέχεσθε αυτπν τπν άποψπ πρέπει νααποδεχθείτε 6τι θα πρέπει να φτιάξουμε περίπουένα ειδικ6 δικαστπριο, το οποίο θα εκδικάζει 6-πες τις διαφορές των δικαστών, αφού οι δικα-στές, κατ' αρχπν, είναι εξ ορισμού ύποπτοι νακρίνουν θέματα που τους αφορούν. Αυτπ είναι nπογικπ τπς σχετικπς διάταξπς. Σας το λέω ευθέ-ως, το είχα πει και στπν επιrρoπΠ. Είναι πάθος.Είναι μεγάλΟ πάθος και δεν πρέπει να οδπγπ-θούμε προς αυτπν τπν κατεύθυνσπ. (ΠρακτικάΟλομ. Αναθ. Βουλής σ. 597).

Έχω τπ γνώμπ ότι υπήρξε προβλπματική n

ι1

68. Βλ. αγορεύσεις Α. Ανδρεουλάκου και Φ. Κουβέλη(Πρακτικά οεομ Αναθ. Βουλής σελ. 618, 587-81.

δπμιουργία του δικαστπρίου αυτού, διότι δπ-μιουργήθπκε με συγκεκριμένπ από τις συζπτή-σεκ κατεύθυνση και προοπτική και διότι από με-ρίδα των δικαστικών λειτουργών θεωρήθηκε ότιη δημιουργία του ήταν n πλέον σημαντική, επί-σπμπκαι έμπρακτη αμφισβήτηση του κύρους τικαμεΡΟληΨίας69τικ δικαιοσύνης και των λειτουρ-γών υκ. Ήδη, έχει εξαγγελθεί ότι με τη δη-μιουργία Συνταγματικού Δικαστηρίου, το Δικα-στήριο του άρθρου 88 παρ. 2 Σθα καταργπθεΡΟ.

Η Πολιτεία δεν θέλησε να λειτουργήσει qμαλότο Δικαστήριο του άρθρου 88 παρ. 2 του Συντάγ·ματος, ούτε το εξόπλισε με όλα εκείνα τα μέσα,ώστε να είναι δυνατή η υλοποίησπ ττκ αποστο-λής του: το Δικαστήριο αυτό, που λειτούργησεγια πρώτη φορά τον οκτωεριο του 2005, αντιμε-τωπίζει συνεχώς δυσχερή και σχεδόν αξεπέρα-στα προβλήματα και συγκεκριμένα:

1) Οι αποφάσεις του Δικαστπρίου του άρθρου88 παρ. 2 του Σ είναι αμετάκλητες και δεν υπόκει-νται στον έλεγχο άλλου δικαστηρίου, όμως δενπροβλέφθηκε παράλληλα να μπορεί να λειτουρ-γήσει το Δικαστήριο. σε Τμήμστα και σε Ολομέ-λεια71, με αποτέλεσμα να προκύψουν αξεπέρασταπροβλήματα στην ενότητα τπς νομολογίας του.

2) Υπάρχει αδυναμία λειτουργίας αντιστοίχουμηχανισμού του άρθρου 100 παρ. 5 του Συντάγ-ματος, όταν κρίνεται από το ίδιο το δικαστήριοδιάταξη τυπικού νόμου αντισυνταγματική, καθώςδεν υπάρχει δυνατότητα παραπομπής στη ολο-μέλεια του δικαστηρίου, σφοϋ δεν προβλέπεταιη λειτουργία τμήματος και ολομελείας.

69. Βλ. ΌΊν αηό 13·5-1999 πρότασπ τικ Εππροηής γιαμελέτπ των αναθεωρπτέων διατάξεων του Σ περί Δικαιο·σύνπς προς ΣτΕ σε: Ένωσπ Δικαστικών Λειτουργών τουΣτΕ, -Η αναθεώρησπ του Συντ. και το ΣτΕ. σελ. 90.

70. Βλ. φύλλο εφπμερίδας -Η Καθπμερινή. τπς14/12/2006: - ...0 υπουργός Δικαιοσύνπς δήλωσε ότι τοπρόβλπμα "θα αντιμετωπιστεί μέσα από την αναθεώρησητου Συντάγματος" και παρότρυνε τοικ δικαστικούς "ναμην προβάλλουν υπερβολικές οικονομικές αξιώσεις". Τηνπρόθεσπ ΌΊς κυβέρνησης να προτείνει συνταγματική ρύθ-μιση, που δεν θα επιτρέπει σε δικαατικές αποφάσεις να σ-νστρέπουν ΌΊν εισοδηματική πολΙΤική, επιβεβαίωσε και οεκπρόσωπός ΌΊς Κ. Ε. Αντώναρος, ενώ "εξωφρενική" κσ-ροκυϊρισε την απόφασπ του Μισθοδικείου ο υπουργός Α-λογοσκούφπς, τονίζοντας ότι θα κάνει "ό,ΤΙ περνάει απότο χέρι του" για να αποτραπεί η υλοποίπσή υιο.

71. Δεν προβλέφθηκε μηχανισμός ώστε ζητήματα μεί-ζονος οομσοκκ να επιλύονται από μείζονα Ολομέλεια, έ-τσι ώστε να μην εκδίδονται από διαφορετικές συνθέσειςαντίθετες αποφάσεις.

Page 14: Η Δικαιοσύνη σε νέα δοκιμασία

334 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΙΥΝΗ 48(2007)

3) Δεν προβλέπεται τρόπος αντιμετώπισπς τπςάρσικ των συγκρούσεων των αποφάσεων τωνάλλων Ανώτατων δικαστηρίων με το οικσστήριοαυτό, σε αντιστοιχία με το άρθρο 100 του Σ. Δη-μιουργούνται σημαντικά προβΜματα με την α-ντίθετη νομοεονισ των άλλων Ανωτάτων δικα-στηρίων και έτσι, για το ίδιο νομικό ζήτημα, προ-κύπτουν εντελώς διαμετρικά αντίθετες λύσεις72,χωρίς την παραμικρή δυνατότητα να επιλυθεί τοζΠτημα. Χαρακτηριστική περίπτωση, είναι το ζπ-ταμσ τικ τοκοδοσίας, της παραγραφπς αξιώσεωνέναντι του Δημοσίου, του εντόκου της αναγνω-ριστικπς αγωγπς, που για τα ζητπματα αυτά προ-κύπτουν αντίθετες αποφάσεις του δικαστηρίου73του ΣτΕ και του ΑΠ Κ.λπ.. Παράλληλα, τεράστιαπροβλήματα δημιουργούνται στη λειτουργία τουδικαστπρίου λόγω: α) της ετησκκ θητείας τωνμελών του, έτσι ώστε είναι αδύνατη η ολοκλή-ρωση του δικαστικού έργου μέσα σ' ένα δικαστικόέτος ισορμετωσϊ σε συνεδριάσεις, διασκέψεις, ει-σηγπσεις, συγγραφή αποφάσεων, θεώρηση Κ.λΠ.)αλλά και β) λόγω του τεράστιου όγκου των εκ-κρεμών δικογραφιών έτος (το έτος 2006 κατετέ-θησαν απευθείας στη γραμματεία του Δικαστηρί-ου 2.048 δικόγραφα, εκκρεμούν συνολικά περί τις4.000 δικογραφίες και προβλέπεται υπό τις πα-ρούσες συνεάκετ η εκδίκασπ 90 υηοεέσεων κστ'έτος, το πολύ, δπλαδΠ αναμένεται n εκδίκασηττκ σπμερινπς δικαστικπς εκκρεμοτητσο σε 44,5χρόνια!!!!!!!!).

Περαιτέρω, πέραν τπς εύλογπς δυσφορίας τωνδικαστικών λειτουργών που αναμένουν την επί-λυση της διαφοράς74τους, δημιουργείται και τε-ράστιος φόρτοτ εργασίας των μελών του δικα-στηρίου ηου καλούνται να διεκπεραιώσουν στπνπλειοψηφία τους τα μέλπ του δικαστηρίου με άλ-λα πολύ σοβαρά και επείγοντα κσεάκοντσ καιχωρίς την παραμικρπ αμοιβή. Έτσι, η κατάστασηπου έχει δημιουργηθεί στα μέλη του δικαστηρίουδεν είναι ούτε εωωοισσι. ούτε αποδοτικπ ή μάλ-

72. Δεν εΙναι δυνατόν για ζητήματα με[ζονος σημασΙαςνα μην μπορεί να δοθεΙ ενιαία και κοινή αποδεκτή λύση.όπως συμβαίνει με όλα τα Δικαατήρια. με το μηχανισμότου ΑΕΔ. σε όλες τκ άλλες πλην δικαατών οηοεέοεκ.

73. Βλ. 1/2005 Απόφαση του Ειδικού Δικαστηρίου τουάρθ. 88 Σ. ΕΕργΔ 64/2005. 1476. ΕφημΔΔ 1/2006. 28 καιΟλΑΠ 3/2006. Δ/Vη 47/2006. 412 για θέματα τοκοεοοκκΚ.λπ.. βλ. επίσης -τα Προνόμια του Δημοσ[ου εκ βάροςτου noRim- Νομικός Φάκελος. τεωωτ 14 σελ. 13.

74. n. Κυρίμπς. -Και οι δικαστές έχουν το δικαίωμα δί-κοκκ δ[κης-. ΔΦορΝ 2006. 647.

λον είναι αφόρητη75. Μέχρι σήμερα δεν έχει εκ-δοθεί n κοινή οηόφσοσ των Υπουργών Οικονομί-ας και Οικονομικών και Δικαιοσύνης, που προ-βλέηεται να εκδοθεί σύμφωνα με τη διάταξη τουάρθρου 11 ηορ. 3 του ν. 3038/2002 και έπρεπενα εκδοθεί μέσα σε δύο μήνες από την έναρξηισχύος του νόμου αυτού, με την οποία καθορίζε-ται η αποζημίωση που χορηγείται κατά συνεδρί-αση στα μέλη του Ειδικού Δικαστπρίου του άρ-θρου 99 του Συντάγματος για την εκδίκαση τωναγωγών κακοδικίας και με τη διευρυμένη σύνθε-σπ των διαφορών του άρθρου 88 του Συντάγμα-τοτ. καθώς και στον γραμματέα αυτού. Έτσι ταμέλη του Δικαστηρίου έχουν πΜρη δικαστηρια-κή απασχόλπση, όμως δεν λαμβάνουν αμοιβήούτε δικαιούνται να καλύψουν τα έξοδα μετακι-νήσεώς τοικ,

10. Η νομΟλΟΥία76 του Ειδικού δικαστηρίουτου άρθρου 88 § 2 του Συντάγματος

Σχεδόν στο σύνΟλό τους οι υποθέσεις που ε-πελήφθη77 το Δικσστήριο πσαν αγωγές αποζπ-μιώσεως του άρθρου 105 ΕισΝΑΚ σε βάρος τουδημοσίου, σύμφωνα με τις οποίες οι ενάγοντεςδικαστικοί λειτουργοί ισχυρίσθηκαν ότι, προκύ-πτει ευθύνπ προς αποζπμίωση του ΕλληνικούΔπμοσίου, από τπν εκ μέρους της Ελληνικής Πο-λιτείας νομοθέτηση με τα αρμόδια κατά το Σύ-νταγμά τικ όργανα, όταν η νομοθέτηση αυτή γί-νεται σε αντίθεση προς υπερκείμενους και ετη-κρατούντες κανόνες δικαίου ΙΣτΕ 3587/97.1141/99. 5/2001). Αηό τον συνδυασμό των δια-τάξεων των άρθρων 105 ΕισΝΑΚ. 914, 298 και937 ΑΚ, προκύπτει ότι, επί αδικοπραξίας, από τπνεκδήλωσπ του ζημιογόνου γεγονότος, γεν/ιέται,υπέρ εκείνου που ζημιώθηκε, αξίωση αποζημίω-σης. για όλη, και τπ μέλλουσα, προβλεπτπ, κατάτπ συνήθη πορεία των πραγμάτων ζημία (Α(Ί1921/1988, ΝοΒ 1989. 1035, ΑΠ 317/1958, ΝοΒ1958. 980, πρβλ. ΑΠ 316/1986, ΝοΒ 1987. 26).

75. Μάλιστα αξ[ζει να σναφέρω προς δόξα τικ ελευθε·ρίας ψήφου που το Σύνταγμα κατοχυρώνει ατο δικαστή.ότι οι δικηγόροι μέλη του δΙKaστηρ[oυ υπέστησαν και σ-κόμη υφ[στaνται σφόρητετ και άθλιες δημόσιες επιθέσειςγια την ψήφο τους από εκείνους που ήθελαν νο κατευθύ-νουν το δικαστήριο σε διαφορετική κατεύθυνση.

76. Βλ. Γ. Koυμάνroς. -αα τκ αποδοχές των Δικαστών-.φύλλο εφημερίδας -Η καθημερινή-. 26/11/2006.

77. Α) Κατά παραπομπή αηό τα λοιπά δικαστήρια. ΣτΕ1894/2006. 441/2006, Β) Με σαευεεκκ κατστεθέντα δι·κονρσφσ.

Page 15: Η Δικαιοσύνη σε νέα δοκιμασία

48(2007) ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ 335

προκειμένου περί αδικοπραξίας που δπμιουργείπαράνομη κατάστασπ, π διάρκεια της παράνομηςαυτής κοτόστσσικ δεν ανάγεται στους όρους υ-πό τους οποίους γεwιέται το δικαίωμα αποζημί-ωσικ. αλλά έχει σημασία μόνο για τον προσδιο-ρισμό του ποσού τικ αποζημίωσης, συνεπώς, υ-φίσταται μία και όχι περισσότερες κατ' εξακο-λούθηση (παράνομες) πράξεις (ΑΠ 317/1958). Ηθέσπιση κανόνων δικαίου που έρχονται σε αντί-θεση με υπερκειμένους, καθιερωμένους και επι-κρατούντες κανόνες δικαίου και ιδίως του άρ-θρου 88 παρ. 2 του Συντάγματος78όπως έχει ερ-μηνευθεί, ή των κανόνων δικαίου που έχουν αυ-ξημένη τυηική ισχύ έναντι των κοινών νόμων,δημιουργεί αντικειμενική ευθύνη προς αποζημί-ωση του Δημοσίου από τις διατάξεις του άρθρου105 ΕισΝΑΚ (Ολ. ΑΠ 13/1991, ΣτΕ 3587/1997,1141/1999). Ακολουθεί συνοπτική σνσφορά στκεκδοθείσες Αποφάσεις του Δικαστηρίου του άρ-θρου 88 παρ. 2 Σ:

1. ΟΙ αποφάΟΕις: 1/2005 και 36/200679 ΕΙδ.ΔΙΚ. άΡθ. 88 Σ

Ειδικό Δικαστήριο του άρθρου 88 του Σ. Αρμο-διότπτά του για την εκδίκαση διαφορών σχετικώνμε τις αποδοχές και ουντσεεκ των δικαστικώνλειτουργών. Αντισυνταγματική, κατ' άρθρο88παρ 2 Σ, η ευνοϊκότερη μισθολογική αντιμετώ-πιση των λειτουργών του ΝΣΚ έναντι των οργά-νων τικ δικαστικής λειτουργίας, εν όψει και τουάρθρου 100Α Σ. Αδικοπρακτική αποζημίωση δικα-στή λόγω ασράνομικ νομΟθέτησης80 κανόνα α-ντίθετου με τη διάταξη του άρθρου 88 παρ 2 Σκαι εντεύθεν κρίθηκε παράνομη νομοεετοσσ α-ποδοχών δικαστικού αντιπροσώπου ΝΣΚ,σε σκέ-σπ με τκ αποδοχές των δικαστικών λειτουργών.Αντικειμενική ευθύνη του Δημοσίου προς αποζη-μίωση από την εκ μέροικ τικ Πολιτείας νομοθέ-τηση ή μη διατάξεων αντικειμένων σε υπερκει-μένους κανόνες δικαίου81. Πενταετής82 παρα-

78. χωρίς την επίκληση του άρθ. 4 του Συντάγματος,με εξαίρεση την 1/2005 οσοφοσο.

79. Στην 36/2006 Απόφαση, μετά την επίλυση του νομι-κού ζητήματος από την 1/2005 απόφαση, η αγωγή παραπέ-μπεται προς περαιτέρω εΚδίκασπ στο αρμόδιο δικαστήριο.

80. Βλ. ΣτΕ 3587/1997, ΕΔΔΔ 1997. 543, ΔιοικΔ 1998.120, Δ/Vπ 2000. 1196, 1199, 1200, 1203, 1213, ΕΔΔΔΔ2000.121,132,143, ΔΔικ 2000. 488, 495, 501.

81. Βλ. ΣτΕ 3587/1997, ό.Π., 1141/1999, ΕΔΚΑ 1999.534, ΔΔικ 2000.163, Δ/Vπ 2000. 1125, 1199, ΕΔΔΔΔ 2000.311, ΝοΒ 48/2000.110.

γραφή83τικ αξίωσης κατά του Δημοσίου84.Υπο-χρέωση του Δημοσίου να καταβάλει τόκους υπε-ρτιμερκκ. το ύψος των οποίων ανέρχεται στον ε-κάστοτε ισχύοντα τόκο υπερημερίας85, από τηνεπίδοσπ αναγνωριστικής αγωγήςS6.Χρηματική J-κανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, εξαιτίας της α-παξίωσης από την εφορμονϋ σντιουντονροτισκδιάταξης (Μειοψηφία: οφείλονται τόκοι μόνον ε-πί κοτοψσφιστισκ αγωγής. Όλες οι αξιώσεις πουαφορούν δημ. υπαλλήλους υπόκεινται συλλή-βδην σε διετή ηορονροφό).

2. Η απόφαοπ 4/2006, 27/2006, 28/2006, 29/2006 ΕΙδ. lJ.IK.άρθ. 88 Σ

Ιδιαίτερη μισθολογική μεταχείριση των δικα-στών ως εγγύηση για την εξασφάλιση τικ σνε-ξαρτησίας τοικ. Αδικοπρακτική αΠΟζημίωση,κατ'άρθρο 105 ΕισΝΑΚ,δικαστή λόγω παράνομης νο-μοθέτησης. Η επέμβαση του κοινού νομοθέτηστο συνταξιοδοτικό καθεστώς του δικαστού είναιεπιτρεπτή, μόνον εφ' όσον διατηρείται μία στα-θερή αναλογία μεταξύ των συνταξίμων αποδο-χών και των αποδοχών ενεργείας αυτού. Κρίσηότι η παγία αποζημίωση λόγω των ειδικών συν-θηκών προσφοράς των υπηρεσιών των δικαστών(πολύωρη παραμονή στην έδρα, απασχόλησηχωρίς ωράριο εργασίας, Κ.λΠ.)του άρθρου 2 παρ.6 του Ν. 2521/1997, αποτελεί σημαντικό μέροοτων αποδοχών τους και ότι, κατά συνέπεια, ο μησυνυΠΟλογισμός της στκ συντάξιμες αποδοχέςαυτών, προσκρούει στις διατάξεις των' άρθρων 87παρ. 1 και 88 παρ. 2 του Σ. Η διάταξη του άρθρου10 παρ. 7 του Ν. 3075/2002, καθ' όσον απαγο-ρεύει την αναζήτηση ονσορομικων" ποσών απότους ενοισφερομένοικ. για το προ τικ 1.1.2003χρονικό διάστημα για το οποίο έχουν γεγεwημέ-νες αξιώσεις κστά του δημοσίου, αντίκειται στη

82. Βλ. ΣτΕ 1009/2005, αντίθετα οι ΑΠ 460/2905,55/2005 Δ/Vπ 2005.1447,1472.

83. Ε. Λεκlαc;, .Το κράτος και αναδρομικές οφειλέςτου-, ΔΦορΝ 2006. 966.

84. Βλ. Ε. Κατσσύρα, .Το ζήτημα της παραγραφής τωναπαιτήσεων του δπμοσίου-, ΕΔΚΑ ΜΖι2005. 881 επ..

85. Βλ. την αντίθετη ΑΠ Ολ 3/2006, Δ/Vπ 47/2006. 412αλλά και την ΑΠ 849/2005 ΕΕργΔ 2006. 347.

86. Βλ. ΣτΕ 2897/1995, Δ/Vπ 1997. 1178. ΕΔΚΑ 1996.20, Ολ ΑΠ 13/1994 Δ/Vη 1994. 1259, ΕΔΚΑ ΛΖ/1995. 106,ΝοΒ 44. 33, ΕΕΝ 1994. 390, ΑρχΝ 1994. 493, ΕΕργΔ 1995.737.

87. Βλ. Ν. Μnflιώvn, .Η περιορισμένπ αναδρομικότητακαταβΟλής τικ σοντσεαο. ΕΔΚΑ 2005. 801.

Page 16: Η Δικαιοσύνη σε νέα δοκιμασία

336 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ 48(2007)

διάταξη του άρθρου 1 του πρώτου ΠροσθέτουΠρωτοκόλλου τικ ΕΣΔΑ.Η αναγνωριστική αγωγήηου στρέφεται κατά του δημοσίου, έχουσα ισότι-μη ηροστασία με την κατά του αυτού ως άνωδιαδίκου ως η κστσψοφιστικσ αγωγή, ηαράγει,και αυτή, τόκους. Η διάταξη του άρθρου 21 τουδΙΤος τικ 26.6/10.7.1944 η οποία καθορίζει τονόμιμο και της υηερημερίας επιτόκιο σε ποσοστό6% ετησίωτ. αντίκειται στο Σύνταγμα και ειδικό·τερα στην αρχή τικ σνσεονκότσττκ. καθώς καιστο Διεθνές Σύμφωνο για τα ατομικά και τα πΟλι-τικά δικαιώματα. Δεν εφορμόζετσι στην αγωγήαποζημιώσεως η διάταξη τικ ηαραγράφου 5 τουάρθρου 66 του η.δ. 166/2000 «Κώδικας Πολιτι-κών και Στρατιωτικών Συντάξεων» δε μη τήρησητικ διαδικασίας δεν εηηρεάζει το παραδεκτό τηςαγωγής αηοζημιώσεως (Μειοψηφία: Η ένδικησισφορσ δεν υπάγεται στη δικαιοδοσία του Ειδι-κού Δικαστηρίου, παραπομπήστο ΕΣ).

3. Οι αποφάσεις 5/2006 και 7/2006 ΕΙδ. /JJK.άρ8. 88 Σ

Ειδικό Δικαστήριο άρθρου 88 Σ. Αγωγή αποζη-μίωσης συνταξιούχου δικαστή κατά άρθρο 105EισNAΚS8.Στις συντάξιμες89 αηΟδοχές από 1997έως 2002 δεν υηολογίστηκε η ηάγια αποζημίωσητου ν. 2521/97. Αρμοδιότητα. Προϋποθέσεις πα-ραδεκτού. Δεν απαιτείται η προηγούμενη προ-σβολή τικ πράξεως κανονισμού συντάξεως με τοοικείο ένδικο βοήθπμα και αναγνώριση τικ πα-ρανομίας σσό ΕΣ. Βάσιμη η αγωγή. Ευθύνη τουΔημοσίου, προς αποκατάστασπ ζημίας, ίσης με τοποσό που ο ίδιος θα ελάμβανε ως διαφορά συ-ντάξεως από 1.9.1997 έως 31.12.2002. Το όρε.10 παρ. 7 του ν. 3075/2002, που απαγορεύει τηναναζήτηση αναδρομικών για το προ της 1.1.2003χρονικό διάστημα, είναι αντίθετο στο άρθρο 1 τουΠρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ.Δια-κοπή παραγραφής. Άσκηση αναγνωριστικnς σνω-γής. Συνέπειες. Αποτελεί όχληση του οφειλέτη.οφείλονται τόκοι επιδικίας, από της επιδόσεωςστο Δημόσιο, κατά τον εκάστοτε ισχύοντα τόκο υ-περημερίας και όχι με 6%. Παραπέμπει στη διοίκη-ση για υπολογισμό οφειλομένων (Μειοψηφία: Αρ-μοδιότητα ΕΣγια ότι αφορά στο παρελθόν!.

4. Η απόφασπ 13/2006 ΕΙδ. /JJK. άΡ8. 88 Σ

Ιδιαίτερη μισθΟλογική μεταχείριση των δικα-

88. Βλ. Ολ ΕΣ 1506/2005, ΕΕργΔ 2005. 1069.89. Βλ. Ε. KaiIf!fτan, .01 σοντόεεκ των δlKOσtJKών λεl-

τουργών-, ΔΔικ 2004.1.

στών. Υποχρέωση τικ Πολιτείας προς καταβολήσε αυτούς, κατ' επιταγή του άρθρου 88 παΡ.2 Σ,αποδοχών όχι κατωτέρων από τις αποδοχές τωνάλλων οργάνων των δύο άλλων κρατικών λει-τουργιών (νομοθετικής και εκτεεεσωσκ). Κρίθη-κε ότι ο πρόεδρος ττκ Ε.Ε.Τ.Τ.,ο οποίος είναι α-νώτατος δημόσιος λειτουργός που προίσταταιΑρχής90ενταγμένης στο πλαίσιο της εκτελεστι-κής λειτουργίας91, ελάμβανε, υπό μορφϋ αποζη-μιώσεως, κατά πολύ ανώτερες αποδοχές έναντιτων προέδρων των τριών ανωτάτων δικαστηρίωντης χώρας, που είναι οι επί κεφαλής τικ τρίτηςπολιτειακής λειτουργίας. Το πραγματικό γεγονόςκαι μόνον, ότι με την ως άνω ρύθμιση, κατά τηνένδικη αεριοσο. οι αηοδοχές του προέδρου τικΕ.Ε.Τ.Τ.,ως σύνολο λαμβανόμενες, ανήλθαν σεύψος ανώτερο από αυτές των τριών προέδρωντων ανωτάτων δικαστηρίων, έχει ως συνέπειατην ευθύνη του Δημοσίου προς αποζημίωση, κατ'εφορμονη του άρθρου 105 του Εισαγωγικού Νό-μου του Αστικού Κώδικα, λόγω τικ α) κατά πα-ράβαση του άρθρου 88 παρ. 2 του Συντάγματοςνομοεεταοοτ των αποδοχών του ανωτέρω, αλλάκαι β) εκ τικ ηαραλείψεως των οργάνων τικ νο-μοεετικότ; εξουσίας να θεσπίσουν ρύθμιση μετην οποία οι ααοσοκέτ των τριών προέδρων τωνανωτάτων δικαστηρίων ανέρχονταν κατά το ένδι-κο χρονικό διάστημα, τουλάχιστον στο αυτό ύ-ψος με τις αποδοχές του προέδρου' της Ε.Ε.Τ.Τ.,οι δε αποδοχές των λοιηών δικαατικών λειτουρ-γών διαβαθμίζονταν αναλόγως. Εξ άλλου δεν υ-φίσταται αλλά και δεν απαιτείται να αναζητηθείοποιαδήποτε αντιστοιχία των προϋπΟθέσεων καιτων συνθηκών οσκασικ του λειτουργήματος τωνπροέδρων των ανωτάτων δικαστηρίων και τωνλοιπών δικαστικών λειτουργών με αυτό του αρο-έδρου τικ Ε.Ε.Τ.Τ.αφού αποτελεί όργανο ττκ ε-κτελεστικής λειτουργίας και η αμοιβή καθορί-σθηκε ανώτερη των οργάνων της δικαστικής λει-τουργίας κατά παράβαση τικ Συνταγματικής δια-τάξεως του άρθρου 88 παρ. 2 Σ. Είναι δε, εν όψειτων ανωτέρω, απορριπτέα τα προβαλλόμενα απότο Δημόσιο περί του ότι δεν μπορεί να γίνει σύ-γκριση των αηοδοχών του ηροέδρου υκ Ε.Ε.Τ.Τ.με αυτές των δικαατών γιατί, όπως προβάλλεται,οι αποδοχές στην Ε.Ε.Τ.Τ.αποτελούν κίνητρο γιατην προσέλκυση ικανών στελεχών από τον ιόιω-

90. Βλ. ΣτΕ ΠΕ 586/2002, ΣτΕ 4126/2005.91. Βλ. ΑΙΙ. Πσρσράς, .01 ανεξόρτnτες δlΟIΚΠΌκές Αρ·

χές-, ΕφημΔΔ 1/2006, 123επ ..

Page 17: Η Δικαιοσύνη σε νέα δοκιμασία

48(2007) ΕΜΗΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΙΥΝΗ 337τικό τομέα και ότι μετά τη λήξη ττκ θητείας τουο ηρόεδρος θα επιστρέψει στην ανασφάλεια τουιδιωτικού τομέα από τον οηοίο αποκόπτεται όσοδιάστημα υπηρετεί στην Ε.Ε.Τ.Τ.Οι αποδοχές τωντριών προέδρων των ανωτάτων δικαστηρίων,σύμφωνα και με τα προεκτΙθέμενα, αποτελούντην οροφη του ειδικού μισθολογίου των δικα-στών, προς εξασφάλιση δε τικ δικαστικής ανε-ξαρτησίας πρέπει πάντοτε να διατηρείται αναλο-γία με τις κατώτερες βαθμίδες τικ δικαστικής ιε-ραρχίας (ΣτΕ 1688/1991). Εξάλλου η παροχή πε-ραιτέρω ειδικών κινήτρων από την Πολιτεία γιατη στελέχωση των υπηρεσιών τικ εκτελεστικήςλειτουργίας, με τα κατάλληλα πρόσωπα ειδικώνπροσόντων και κύρους δεν μπορεί να οδηγεί ευ-θέως στην παραβίαση των διατάξεων του άρθρου88 παρ 2 του Συντάγματος, όπως αυτό έχει ερ-μηνευθεί από την παγία νομΟλογία των δικαστη-ρίων. Όπως ήδη έχει κριθεί, με την 1/2005 από-φσσο του Δικαστηρίου αυτού: Α) Οι αποδοχέςτων δικαστικών λειτουργών, κατά το άρθρο 88παρ. 2 του Συντάγματος, επιβάλλεται, πάντοτεκαι χωρίς καμιά απολύτως παρέκκλιση να είναι α-νάλογες με το λειτούργημά τους, με την έννοιαότι οι αποδοχές αυτών, ως φορέων υκ τρίτης α-νεεόρταττκ πολιτειακής εξουσίας, πρέπει να εί-ναι σαφώς, κατά το άρθρο 88 οαρ. 2 του Συντάγ-ματος, διακεκριμένες και αυξημένες έναντι όλωντων άλλων λειτουργών ή υπαλλήλων που παρέ-χουν τις υπηρεσίες τους στις άλλες δύο λειτουρ-γίες του ΠΟλιτεύματος, χωρίς καμιά αΠΟλύτως ε-ξαίρεση ή παρέΚΚλιση. Σε αντίθετη περίπτωση,δεν θα είχε κανένα νόημα η επιταγή του άρθρου88 παρ. 2 του Συντάγματος. Β) Η θέσπιση κανό-νων δικαίου, που έρχονται σε αντίθεση με υπερ-κειμένους κανόνες δικαίου, όπως διατάξεις τουιωωοντοτ Συντάγματος ή των κανόνων δικαίουηου έχουν αυξημένη τυπική ισχύ έναντι των κοι-νών νόμων, δημιουργεί αντικειμενική ευθύνηπρος αποζημίωση του Δημοσίου, κατά τκ διατά-ξεις του άρθρου 105 ΕισΝΑΚ. Παραπέμπει, κατάτα λοιπά, προς εκδίκαση, την υπό κρίσιν αγωγήστο τριμελές Διοικητικό πρωΤΟδικείοΑθηνών92•

5. Η απόφααπ 17/2006 Εlδ. ΔιΚ. άΡθ. ΒΒ Σ

Η επίλυση του σχετικού νομικού ζητήματοςμπορεί να επηρεάσει τη μισθΟλογική κατάστασηευρύτερου κύκλου προσώπων.ΤΟΔικαστήριο α-

92. Εξεδόθη η με αριθμό 1445/2007 Απόφαση του Τρι·μελούς Διοικητικού ηρωΤΟδικε(ου Αθπνών.

ποφαίνεται κυριορκικώτ για το νομικό ζήτημα, ανδηλαδή γεwιέται ευθύνη του Δημοσίου προς α-ποζημίωση, από το γεγονός ότι ο νομοεέτικ πα-ρέλειψε να καθορίσει ότι οι κορονοομενετ στονΠρόεδρο τικ Ε.Ε.Τ.Τ. αποδοχές καταβάλλονταικαι στους Προέδρους των Ανωτάτων Δικαστηρίωνκαι κατ' αναλογία και στους λοιπούς δικαστικούςλειτουργούς. Η αρχή της ισοτιμίας των συντε-ταγμένων εξουσιών, που καθιερώνεται με τα άρ-θρα 26, 87 παρ. 1 και 88 παρ. 2 του Συντάγματος,δεν έχει την έννοια ότι οι αποδοχές όλων όσωνασκούν, ως φορεκ ή όργανά τοικ. δημόσια λει-τουργήματα και αξιώματα, πρέπει να είναι κατ' α-νάγκη του αυτού ύψους. Οι αποδοχές καθενός·πρέπει να προσδιορίζονται όXJμόνο με βάση τηνΙδιότητά του ως οργάνου συντετσνμενικ εξουσί-ας αλλά και με βάση τις συνθήκες που είναισύμφυτες με την άσκηση κάθε λειτουργήματος ήαξιώματος. Οι απΟδοχέςτων δικαστικών λειτουρ·γών, κατά τη θέληση του συντακτικού νομοθέτη,πρέπει να είναι υπέρτερες από τις αποδοχές κά-θε άλλου δημόσιου λειτουργού ή υπαλλήλουπου κατέχει οργανική θέση και σταδιοδρομεί στοΔημόσιο, οποιαδήποτε θέση και αν ουτότ κοτέ-κει ΤΟΣύνταγμα όμως δεν εμΠΟδίζει το νομοθέ-τη ούτε την κανονιστικώς δρώσα διοίκηση να κα-θορίζουν οσοσοκεο δημόσιων λειτουργών ή υ-παλλήλων υψηλότερες κατά περίπτωση από τκαπΟδοχές των δικαστικών λειτουργών εφόσον οιπιο πάνω λειτουργοί ή υπάλληλοι τελούν σε κα-εεστωτ διαφορετικό από το κοεεστωο των δικα-στικών λειτουργών, χωρίς να είναι υποχρεωτικόνα καταβάλλονται στην περίπτωση αυτή οι υψη-λότερες αυτές αποδοχές και στους δικαστικούςλειτουργούς. Δεν υπάρχει υποχρέωση από τοΣύνταγμα να καταβληθούν στον Πρόεδρο του Α·ρείου Πάγου και κατ' αναλογία στους άλλους δι-καστές οι αποδοχές που, κατά τα ανωτέρω, χο-ρηγούνται στον πρόεδρο τικ Επιτροπής Τηλεπι-κοινωνιών και Ταχυδρομείων, ο οποίος καμιάσταδιΟδρομία δεν ακολουθεί στην ΑνεξάρτητηΔιοικητική Αρχή γιατί οι αποδοχές του Προέδρουτικ πιο πάνω Επιτροπήςσυνάπτονται προς τις ει-δικές συνθήκες οσκϋσεωτ του λειτουργήματόςτου. Οι αποδοχές φέρουν πρΟδήλως τον χαρα-κτήρα κινήτρου. Υπό τις Ιδιαίτερες αυτές συνθή-κετ. δεν εμποδίζεται ο νομοεετικ να προσδιορί-ζει κατά περίπτωση τις αμοιβές των Προέδρων Α·νεξάρτητων Αρχών ανάλογα με τις συνθήκες τικαγοράς εργασίας, δεδομένου ότι πρόκειται για α-μοιβές που ευθυγραμμίζονται με τις αηαιτήσεις

Page 18: Η Δικαιοσύνη σε νέα δοκιμασία

338 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΙΥΝΗ 48(2007)

της αγοράς αυτής και δεν σχετίζονται με την α-ξιολόγηση δημόσιου λειτουργήματος. Οι ανωτέ-ρω ειδικές συνθήκες και λόγοι που δικαιολογούντη χορήγηση αυξημένων αποδοχών στον Πρόε-δρο τπς Ε.Ε.Τ.Τ.δεν συντρέχουν για τους δικα-στικούς λειτουργούς. Επομένως, π υπό κρίση α-γωγή κστά τπν πρώτη βάση της πρέπει να απορ-ριφεεί ως αβάσιμη. Κατά τη γνώμπ υκ μειοψηφί-ας, από τις προεκτεθείσες διστάξεις των άρθρων26, 87 παρ. 1 και 88 παρ. 2 του Συντάγματος συ-νάγεται ότι το Σύνταγμα καθιερώνει ευθέως τηναρχή τικ διακρίσεως των τριών λειτουργιών ινο-μΟθετικής, εκτελεστικής και δικαστικής), τις ο-ποίες θεωρεί ισΟδύναμες και ισότιμες, αφού μό-νον δια τπς ισοδυναμίας και ισοτιμίας αυτών επι-τυγχάνεται η πραγματική και αποτελεσματικήδιάκριση αυτών, η οποία αποτελεί το βάθρο τπςοργανώσεως και λειτουργίας τικ ενιαίας κρατικήςεξουσίας και του Κράτους Δικαίου. Το Σύνταγμααναγνωρίζει λειτουργική και ηροσωπική ανεξαρ-τησία στους δικαστές που συγκροτούν τα δικα-στήρια και ταυτίζει τπν ανεξαρτησία σκ δικαιο-σύνης (και δι' αυτής την ισοτιμία τικ με τις άλλεςδύο λειτουργίες), με την ανεξαρτησία των δικα-στών. Εγγύηση για την εξασφάλιση της ανεξαρ-τησίας αυτής θεωρεί ο συνταγματικός νομΟθέτηςκαι την ιδιαίτερη μισθολογική μεταχείριση τωνδικαστών, την οποία καθιερώνει ευθέως, επιτάσ-σοντας τπ χορήγηση σε αυτούς αποδοχών ανά-λογων προς το λειτούργημά τους, ήτοι προς τηνάσκηση τικ δικαστικής λειτουργίας, ΚΟΙ, συνε-πώς, λόγω τικ ισοτιμίας τικ λειτουργίας αυτήςπρος τις λοιπές δύο, αποδοχών όχι κατώτερωναπό τις αποδοχές των αντίστοιχων οργάνων τωνάλλων λειτουργιών. Η παραβίασπ των ως άνωσυνταγματικών διατάξεων, με τη χορήγηση απο-δοχών σε λειτουργούς που παρέχουν τκ υππρε-σίες τους στις άλλες λειτουργίες του Κράτουςμεγαλύτερων από τκ κορηνοϋμενετ; στους δικα-στέτ. αποδοχές, έχει ως συνέπεια τπν κατ' ευ-θείαν εφαρμογή των διατάξεων τικ παραγράφου2 του άρθρου 88 του Συντάγματος, σε συνδυα-σμό με τις διατάξεις των άρθρων 26 και 87 παρ. 1αυτού, αναβάθμιση των αποδοχών των δικαστών,με τη χορήγηση και σ' αυτούς, με τον ίδιο τρόπο,των ίδιων συνολικών αποδοχών που χορηγούνταιστα όργανα των άλλων λειτουργιών (βλ. Ολ. ΣτΕ3670/1994, πρβ. και Ειδικό Δικαστήριο 1/2005,ΣτΕ 1688/1991 r Τμ. 7μελ. κ.σ.ι. Από τις ανωτέ-ρω συνταγματικές διατάξεις συνάγεται, επίσης,ότι ο κοινός νομοεετικ υποχρεούται όχι μόνον

να θεσπίζει εφ' άπαξ το ειδικό μισθΟλόγιο τωνδικαστικών λειτουργών, αλλά και να το αναπρο-σαρμόζει μέσω πρόσφορης διαδικασίας περιοδι-κής εεετσσεωτ των εν λόγω αποδοχών σε συ-σχετισμό και με τις αποδοχές των αντίστοιχωνοργάνων των άλλων δύο λειτουργιών του κρσ-τοικ, Η Ε.Ε.Τ.Τ.είναι ανεξάρτητη διοικητική αρχήσυσταθείσα αηό τον κοινό νομοθέτη, φέρει χα-ρακτηριστικά που προσιδιάζουν σε όργανα τηςδικαιοσύνης με σκοπό τη διασφάλιση κσεεστω-τος ανεξαρτησίας των μελών σκ, αηοτελεί, ό-μως, όργανο τικ εκτελεστικής λειτουργίας, καιδη διοικητικό όργανο που ανήκει στο νομικόπρόσωπο του κράτους Ο πρόεδρος τικ Ε.Ε.Τ.Τ.,ανώτστος δημόσιος λειτουργός που προίσταταιΑρχής ενταγμένης στο πλαίσιο της εκτελεστικήςλειτουργίας, ελάμβανε, υπό μορφή αποζημιώσε-ως, ανώτερες αηοδοχές έναντι των προέδρωντων τριών ανωτάτων δικαστηρίων της χώρας πουείναι οι επικεφαλής τπς τρίτης πολιτειακής λει-τουργίας, το πραγμστικό δε αυτό γεγονός καιμόνον έχει ως συνέπεια τπν ευθύνη του Δπμοσί-ου προς αποζπμίωσπ, ο ενάγων θα έπρεπε ναλάβει ως αποζπμίωση τπ διαφορά των αποδοχώνπου αντιστοιχεί σ' αυτόν, σύμφωνα με τις σκετι-κές διατάξεις του ειδικού μισθΟλΟγίου των δικα-στικών λειτουργών, η δε υπόθεση θα έπρεηε ναπαραπεμφθεί στο Διοικητικό πρωτοδικείο Αθη-νών για περαιτέρω εκδίκαση.

Η σύγκριση, όμως, των αποδοχών του προέ-δρου πρωτΟδικών με τκ αποδοχές του γενικούδιευθυντή δεν είναι εφικτή, δεδομένου ότι οβαθμός του προέδρου πρωτΟδικών δεν συνιστάανώτατο βαθμό τικ δικαστικής ιερορκκκ. Η σύ-γκριση των αποδοχών δικαστικών λειτουργώνπου υπηρετούν στπν ανώτατπ βαθμίδα τπς δικα-στικής ιεραρχίας με τις αποδοχές δημόσιων υ-παλλήλων που υπηρετούν στην ανώτατη βαθμί-δα της υπαλληλικής ιεραρχίας, βασίμως, κατ' αρ-χήν, προβάλλεται, εάν διαπιστωθεί ότι κατά τοένδικο χρονικό διάστημα ανώτατοι δικαστικοίλειτουργοί (ΣύμβουλΟΙ Επικρατείας, Αρεοπαγίτεςκαι Σύμβουλοι Ελεγκτικού Συνεδρίοω ελάμβαναναΠΟδοχέςκατώτερες των αποδοχών των ΓενικώνΔιευθυντών ανακύπτει ευθύνη του Δημοσίουπρος αποζημίωσπ. Απορρίπτει την κρινόμενη α-γωγή κστά τις δύο πρώτες βάσεις τικ. Απέχει νααποφανθεί οριστικώς ως προς την τρίτη βάση Ε-πιβάλλει στο εναγόμενο Δημόσιο να αποστείλειστο Δικαστήριο τα αναφερόμενα στο αιτιολΟγικόστοιχεία.

Page 19: Η Δικαιοσύνη σε νέα δοκιμασία

48(2007) ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΙΥΝΗ 339

6. ΟΙαποφάσεις 18/2006 και 19/2006 Ειδ. Δικ.άΡθ. 88 Σ

Η διάταξη του άρθρου 88 παρ. 2 Σ αποκλείειατομικές υποθέσεις ή υποθέσεις που σφοροϋνπεριορισμένο αρΙθμό προσώπων και που δεν ου-νιστούν «συλλογικές- οιαφορέτ. όπως είναι καιτων δικαστικών λειτουργών στους οποίους, ύ·στερα από αίτησή τοικ. χορηγείται εκπαιδευτικήάδεια απουσίας στην αλλοδαπή.

7. Η απόφασπ 21/2006 Ειδ. Δικ. άΡθ. 88 Σ

Εγγύηση προς εξασφάλιση τικ ανεξαρτησίαςτο Σύνταγμα θεωρεί και την Ιδιαίτερη μισθολογι·κή μεταχείριση των δικαστών, την οποία καειε-ρώνει ευεεωτ. επιτάσσοντας τη χορήγηση σ' αυ·τούς αποδοχών ανάλογων προς το λειτούργημάτοικ. Ως αποδοχές νοούνται οι χορηγούμενες μεοποιοδήποτε τρόπο, στον οποίο περΙλαμβάνεταικαι η θέσπιση Ιδιαίτερης φορολογικής μετοκεφι-σής93τοικ. Εν όψει αυτών καθώς και τικ εξίσω-σικ. με την από 22.12.1964 σηόφαση ττκ Βου-λής (διατηρηθείσα σε ισχύ με το άρθρο 1 παρ. 1του Ζ/1975 Ψηφίσματος τικ Ε' ΑνσθεωρητικήοΒουλής, το οποίο, κατά την παρ. 2 του άρθρου111 του Συντάγματος, ,εξακολουθεί να ισχύει, ε-ωσότου τροποποιπθεί ή καταργηθεί με νόμο),τικ βουλευτικής αποζημίωσης με τις αποδοχέςτων ανώτατων δικαστικών λειτουργών, η διάταξητικ παρ. 1 του άρθρου 5 του Ζ/1975 Ψηφίσμα·τος, με την οποία αυξήθηκε το καθαρό ποσό ττκβουλευτικής αποζημίωσης με την απαλλαγή απότον φόρο ειοοοήμοτοτ του μισού ποσού τικ. εί-ναι εφαρμοστέσ και επί των αποδοχών των δικα-στών, προς διαφύλαξη των συνταγματικών αρ-χών της διάκρισης των λειτουργιών, τικ ισοτιμίαςκαι ισοδυναμίας αυτών και τικ ανεξαρτησίας τικδικαστικής λειτουργίας. Η σύνταξη των αποχω-ρούντων από την υπηρεσία δικαστών, η οποία,όπως και η σύνταξη των συνταξιούχων βουλευ-τών, οι ασφαλιστικές παροχές (κύριες και επι-κουρικέτ συντάξεις, μερίσματα Κ.λΠ.) που λαμ-βάνουν οι συνταξιούχοι οικσστέτ λόγω της α-σφαλίσεώς τους κατά τη διάρκεια της δικαστικήςτους υπηρεσίας σε όιάφορα ασφαλιστικά ταμεία<ΤαμείοΝομικών κ.σι. δεν υπόκεινται σε αυτοτε-λή φορολόγηση μαζί με τη σύνταξή τους από τοΔημόσιο Ταμείο, αλλά φορολογούνται κατά τις

93. Βλ., όμως, Α. Πρέζα,. -οι διαφορές που αφορούνστο τρόπο φορολόγησης δεν υπόγονταl στο ειδικό δlκα·σωρκ». ΔΦορΝ 2005. 1916.

γενικές διατάξεις, αθροιζόμενες με τυχόν άλλαεισΟδήματά τους (Π.χ. από ακίνητα, κινητές αξίεςΚ.λΠ.), έπρεπε να φοροϋονηεε! αυτοτελώς μό-νον το άθροισμα της σύνταξης και του μισθούπου καταβλήθηκαν στον προσφεύγοντα και, συ-νεπώς, να μην οεροισεοϋν με το ποσό τικ σύ-νταξης και το ποσό του μισθού, τα λοιπά εισοδή-ματα που απέκτησε κατά το ως άνω έτος και ει-δικότερα, η σύνταξη από το Ταμείο Νομικών καιτο εισόδημα από ακίνητα.

8. Η απόφασπ 22/2006. Εlδ_ΔΙΚ,άΡθ. 88 Σ

Στη δικαιοδοσία του Ειδικού Δικαστηρίου υπά-γονται μόνο οι οισφορέτ από κύριες ουνταεεκτων δικαστικών λειτουργών. Αντιθέτως, οι δια-φορές από παροχές των οργανισμών κοινωνικήςασφαλίσεως, όπως οι επικουρικές συντάξεις, πουχορηγούνται από τους οργανισμούς κοινωνικήςασφαλίσεως σε εκπλήρωση τικ υπό του Συντάγ-ματος (άρθρο 22 παρ. 5) επιβαλλόμενης μέρι-μνας του ΚΡάτους για την κοινωνική ασφάλισητων εργαζομένων, υπάγονται στπ δικαιοδοσίατων τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, όχι δεστη δικαιοδοσία του Ειδικού Δικαστηρίου. Έλλει-ψη δικαιοδοσίας σχετικά με αναδρομική ανα-προσαρμογή εηικουρικήτ συντάξεως «σρω-γής») δικαστικού λειτουργού.

9. Οι αποφάσεις 23/2006. 24Ί2006 Ειδ. Δικ.άΡθ.88Σ

Στην υπό κρίσιν αγωγή ο ενάγων ισχυρίζεταιότι κατά την ένδικη περίΟδο ο πρόεδρος τηςΕ.Ε.Τ.Τ.,ο οποίος είναι ανώτατος δημόσιος λει-τουργός που προίσταται Αρχής εντσνμενικ στοπλαίσιο τικ εκτεεεστυοκ λειτουργίας, ελάμβανε,υπό μορφό αποζημιώσεως, κατά πολύ ανώτερεςαποδοχές έναντι των προέδρων των τριών ανω-τάτων δικαστπρίων της χώρας που είναι οι επικε-φαλής τικ τρίτης πολιτειακής λειτουργίας καισυνεπώς, το δημόσιο ενέχεται σε αποζημίωσητου κατ' άρθρο 105 ΕισΝΑΚ,λόγω τικ παραβιά-σεως του άρθρου 88 παρ. 2 του Συντάγματος, ό-πως αυτό έχει ερμηνευθεί από την πάγια νομο-λογία των δικαστηρίων ΙΟλ ΣτΕ 3670/1994). Τονομικό αυτό ζήτημα, που τίθεται στην υπό κρίσινυπόθεση, επιλύθηκε οριστικωτ με την 13/2006Απόφαση του δικαστηρίου αυτού- (βλέπε και την1/2005 Απόφαση του Δικαστηρίου αυτoύJ. Το Δι-καστήριο κρίνει ότι, μετά τπν επίλυση του ανω-τέρω νομικού ζητήματος με την 13/2006 Απόφα-σή του, παρέλκει η εξέταση των λοιπών νομικών

Page 20: Η Δικαιοσύνη σε νέα δοκιμασία

340 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΙΥΝΗ 48(2007)

ζητημάτων που τίθενται με τις εηlκουρlκές βά-σεις τικ αγωγής, η οποία, πρέπει να παραπεμ-φθεί στο αρμόδιο Διοικητικό πρωτοδικείο Αθηνών,το οποίο, εν όψει των ανωτέρω είναι πλέον αρμό-διο να επιλύσει οριστικώς την υπό κρίση διαφορά,συμμορφούμενο υοωφεωτικωτ ως προς τα εηι-λυθέντα νομικά ζητήματα και να αντιμετωπίσειτα λοιπά ζητήματα που νεννώντσι σχετικά με τηναναγνώριση τικ αξιώσεως προς αποκατάστασητικ ζημίας που ισχυρίζεται ότι υπέστη ο ενάγων,καθώς και του οψοικ αυτής.

10. Οι αποφάσεις 34/2006, 35/2006 Ειδ. .4lκ.άρο. ΒΒr

ο πρόεδρος ττκ Ε.Ε.Τ.Τ.,ο οποίος είναι ανώτα-τος δημόσιος λειτουργός που προίσταται Αρχήςεντσνμέντκ; στο πλαίσιο τικ εκτεηεστυσκ λεl·τουργίας, ελάμβανε, υπό μορφή αποζημιώσεως,κατά πολύ ανώτερες αποδοχές έναντι των προέ-δρων των τριών ανωτάτων δικαστηρίων της χώ-ρας που είναι οι επί κεφαλής ττκ τρίτικ πολιτεια-κής λειτουργίας και συνεπώς το δημόσιο ενέχε-ται σε απΟζημίωση, λόγω τικ παραβιάσεως τουάρθρου 88 παρ. 2 του Συντάγματος, όπως αυτόέχει ερμηνευθεί από την πάγια νομΟλογία τωνδικαστηρίων ΙΟλ. ΣτΕ 3670/1994). Το νομικό αυ-τό ζήτημα που τίθεται στην υπό κρίσιν υπόθεσηεπιλύθηκε οριστικωο με την 13/2006 Απόφασητου δικαστηρίου αυτού ως εξής: ι ...ο πρόεδροςτικ Ε.Ε.Τ.Τ.,ο οποίος είναι ανώτατος δημόσιοςλειτουργός που προίσταται Αρχής εντονμεντκ;στο πλαίσιο τικ εκτεεεστικτκ λειτουργίας, ελάμ-βανε, υπό μορφϋ απΟζημιώσεως,ανώτερες απο-δοχές έναντι των προέδρων των τριών ανωτάτωνδικαστηρίων τικ χώρας που είναι οι επί κεφαλήςτικ τρίτπς ΠΟλιτειακής λειτουργίας, ττκ δικαστι-κής. Το πραγματικό γεγονός και μόνον ότι με τηνως άνω ρύθμιση, κατά την ένδικη περίοδο, οι α-πΟδοχές του προέδρου της Ε.Ε_Τ.Τ.,ως σύνολολαμβανόμενες, ανήλθαν σε ύψος ανώτερο απόαυτές των τριών προέδρων των ανωτάτων δικα-στηρίων, έχξl ως συνέπεια την ευθύνη του Δη-μοσίου προς αποζημίωση, κατ' εφορμονη τουάρθρου 105 του Εισαγωγικού Νόμου του ΑστικούΚώδικα, λόγω τικ, κατά παράβαση του άρθρου88 ηορ. 2 του Συντάγματος, αλλά και εκ τικ ησ-ραλείψεως των οργάνων τικ νομΟθετικής εξου-σίας να θεσπίσουν ρύθμιση με την οποία οι απο-δοχές, των τριών προέδρων των ανωτάτων δικα-στηρίων ανέρχονταν κατά το ένδικο χρονικό διά-στημα τουλάχιστον στο αυτό ύψος με τις αποδο-

χές του προέδρου τικ Ε.Ε.Τ.Τ.,οι δε αποδοχέςτων λοιπών δικαστικών λειτουργών διαβαθμίζο-νταν αναλόγως» (βλέπε και την 1/2005 Απόφασητου Δικαστηρίου αυτού). Κρίνεται δε ότι τα ανω-τέρω ισχύουν με το δεδομένο μάλιστα ότι: «npq-κειμένου να μπορούν οι δικαστές να ασκούν τακαθήκοντά τους με αποτελεσματικό τρόπο, πρέ-πει να εξασφαλίζονται οι κατάλληλες συνθήκεςεργασίας, και ιδίως να εξασφαλίζεται ότι η κατά-σταση και Γ) αμοιβή των δικαστών τελούν σε αντι-στοιχία προς το κύρος του λειτουργήμστός τουςκαι το βάρος των ευθυνών τουο <Βλ.οαοφσσο Δι-καστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων τικ 26.4.2006 υπόθεση Zubko94 κ.ά. κατά ουκρονίοσ.

11. Αντί εΠlλόνου: Η απόφαση τπς 26.4.2006του Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμά-των (υπόθεσπ ZUbllOκ.ά. καrά ουκρανίας}

Το Συμβούλιο της Ε ικρστείας, έλαβε την α-κόλουθη ομόφωνη απόφασή του με αριθμό5/2006: •...n ΟίΊομέίΊεια δέχθnκε ότι έχει nδnδιατυnωθεί nρότασn σύστασnς ΣuνrαγμOΤΙKOύΔικαστnρίου με αρμοδιότnτα τον οριστικό έίΊεγχοrnc συνταγμαrικότnταc των νόμων. Είναι βέβαιοότι μια τέτοια συνταγμστικπ μεταρρύθμισn, πουσυνεnάγεται κστ' ουσίαν τον περιορισμό του διά-χυτου είΊέγχου συνταγματικότnταc, θρ στοαειο-θετπσει rn ΡΙζ}κότερn δυνατπ ανατροππ στο είΊ-ίΊnνικό δlκαιοδοτικό σύστnμα. θα θίξει παραμέ-rpOuC, συνδεόμενε, με τις αρχέ, του Κράτου,Δικαίου και rις εΥΥυπσει, αποτείΊεσματικπ, προ-στασία, των ατομικών δικαιωμάτων, π διαμόρ-φωσπ των οποίων αποτείΊεί προϊόν μακρά, καιίΊαμπρπ, συνταγματικπ, παράδοσnc rnc Χώρα,και αποτυπώθnκε ρnτά στο Σύνταγμα του έτους1975. Ενόψει αυτού, n ΟίΊομέίΊεια θεωρεί ότι nσύστασn Συνταγματικού Δικαστnρίου με rnv πιοπάνω αρμΟδιότnτα θα οδnγnσει σε περιστοίΊπτου είΊέγχου συνταγματικότπτα, των νόμων καιεκφράζει rnv ανnσυΧία ότι n εξέίΊιξn αυτπ δενσυνιστά βείΊτίωσn του ισχύοντος συστπματο,αίΊίΊά ανατροππ rnc υφιστάμενnς ισορροπίας ειςβάρος του Κράτους Δικαίου».

Η επικείμενη αναθεώρηση95 συνιστά από μόνητικ κορυφσία θεσμική ηαρέμβαση και η δημιουρ-

94. Ίδια σκέψη και στην 36/2006 Απόφαση του Ειδ. Δι-καστηρίου άρθρου 88 παρ. 2 Σ.

95. Βλ. Δ. ΚαΙΙδπι: -Σκέψεις και ιιροτόσεκ για την ανα-θεώρηση του ΣυντάγμστOCΙ, ΔΦορΝ 2006. 325, Α. Ζύγου-ραι:, -Επί υκ επικειμένπς αναθεωρήσεως του Συντάγμα-τοο, ΑΡχΝ 2006. 157.

Page 21: Η Δικαιοσύνη σε νέα δοκιμασία

48(2007) ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ 341

γία Συνταγματικού Δικαστηρίου96 αποτελεί τερά-στιο ζήτημα, αφού μεταβάλλει το μέχρι σήμεραασκούμενο σύστημα ελέγχου ττκ συνταγματικό-τητσο των νόμων σε συγκεντρωτικό. Η σοβαρήθεσμική αυτή αλλαγή ανατρέπει μια μακρόχρονηπαράδοση του Ελληνικού κράτους και είναι σμ-φίβΟλΟαν μπορεί να πραγματοποιηθεί χωρίς σο-βαρότατους Κλυδωνισμούς. Αφσιρεί την αρμο-διότητα όλων των δικαστηρίων να μην εφαρμό-ζουν αντισυνταγματικού ς νόμους Ιδιάχυτος έ-λεγχος) και εγκαθιδρύει ένα ακόμη ανώτατο δι-κοστοριο. πάνω από τα ήδη υπάρχοντα, το οποίοσυγκεντρώνει αποκλειστικά την αρμοδιότητακρίσης περί οντισυντονμσωωτοτσο των νόμωνκαι την ακύρωσή τους ισονκεντρωακότ έλεγχος).Αντίθετες στην ονοεεωρηοη των συνταγματικώνδιατάξεων που αφορούν τη Δικαιοσύνη είναι οιδικαστικές ενώσεις αλλά και το σύνολο σχεδόντων δικαστών, ενώ ο νομικός κόσμος βρίσκεταισε σοβαρό προβληματισμό. Αρκετοί θεωρούν ότι,στόκοτ τικ σνοεεωρηοικ είναι η αποδυνάμωσηκαι απαξίωση των τριών μεγάλων δικαστηρίωντικ χώρας και ειδικά του Συμβουλίου της Επικρα-τείσο, Δεν χωρεί αμφιβολία, ούτε και όσοι υπο-στηρίζουν την ίδρυση Συνταγματικού Δικσσσιρί-ου επιτρέπεται να αγνοούν την κομβικπ σημασίατου Συμβουλίου τικ Επικρατείας στο σύστημα ε-λέγχου τικ ουντονμοτικότητοτ των νόμων. Ορόλος του αυτός και η τήρηση τικ σοράσοοικπου, από την ίδρυσπ του, υποχρεώνουν, αντίάλλων, να επαναφέρουμε επιγραμματικά όσα εί-πε ενώπιον τικ Boυλi1ς της 3014/1911, ο Ελευ-θέριος Βενιζέλος97: .Ψπφίζoνrες, κύριοι, το περίΣυμβουflίου Επικρατείας άρθρον, etflErE κατορ-θώσει να θεσπίσεrε δια του ΠΟflιτεύματος πμώνΑρΧΤίν,π οποία είναι, παρά πάααν άflflπν, KEKfln-μένπ όπως auνrEfltan, ίνα και παρ' πμίν π noflI-τεία αποβΤί aflnenc; Ποflιτεία Δικαίου, εξασφαflί-ζουσα εις πάσαν περίπτωσιν τον εφαρμογΤίν τουΝόμου και προστατεύουσα τας εflευθερίας τωνποflιτώll».

Η Συνταγμστική αναθεώρηση δεν μπορεί να α-γνοεί, και μέχρι σήμερα δεν βλέπω να αντιλαμ-βάνονται οι υπέρμαχοί ττκ. ότι για πάρα πολλάζητήματα είναι αδύνατη μια τελική δικαστικπ κρί-

96. Βλ Ευ. ΒενιζέΙΙος, .Η ίδρυσπ του Συνταγματικού Δι·κσστηρϊοι». ΤοΣ 2006. 35. .

97. Ο ίδιος, το 1934 έγραφε .Αποχωρών υκ πολιτικής,είμαι ευτωσκ διότι αφήνω εκ τπν χώραν το Συμβούλιοντικ Επικρατείας», βλ. ΝοΒ 13/1965. 530.

ση σε εθνικό επίπεδΟ, με κορσκτηριστκή την πε-ρίπτωση του .βασικού μετόχου>. Υπάρχουν δύοδιεθνή δικαστήρια, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο τωνΔικαιωμάτων του Ανθρώπου και το Δικαστπριοτων Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, τα οποία αποφαί-νονται τελικά, το ένα για ζητήματα ατομικών δι-καιωμάτων, το άλλο για ζητήματα κοινοτικού δι-καίου.

Και τα δύο αυτά δικαστήρια, θεωρούν αυτο-νόητη την υπεροχή των διεθνών κανόνων πουεφαρμόζουν και δεν διστάζουν διόλου να αντι-ταχθούν σε αποφάσεις Εθνικών ΣυνταγματικώνΔικαστηρίων.

Τα δικαστήρια αυτά έχουν, εκ των πραγμάτων,οημερσ. θέση συνταγματικών δικαστηρίων σεευρωπαϊκό επίπεδο.

Κανένα, πάντως, Δικαστήριο δεν μπορεί να α-ποστεί τικ μέχρι σήμερα πάγιας νομοηονκκ α-ναφορικά με τα μισθΟλογικά ζητήματα των δικα-στών, αφού δεν μιιορεί κανείς ακόμη να αγνοή·σει ότι ήδη το Δικαστήριο των Ανθρωπίνων Δι-καιωμάτων έχει εηιληφθεί και έχει προβεί σε κοί-σεκ που επηρεάζουν άμεσα την μελλοντική εξέ-λιξη του θέματος των μισθολογικών αξιώσεωντων δικαστών.

Η οηόφσοη του δικαστηρίου ανθρωπίνων δι-καιωμάτων αναφορικά με τους μισθούς των δι-καστών ανοίγει νέα καινούργια δεδομένα στκ δι-καστικές διεκδικήσεις όπως φαίνεται από την:

Απόφαση της 26.4.2006, υηόθεση Zubko Κ.ά. κατάOυKρaνίας

Η υπόθεση είναι απόρροια τεσσάρων προσφυ-γών ΙUπ' σριε. 3955/04, 5622/04, 8538/04 και11418/04) κατά τικ Ουκρανίας, από τέσοερκ Ου-κρανούς δικαστές. Οι πρώτος, δεύτερη και τετορ-τος προσφεύγοντες είναι δικαστές, ενώ ο τρίτοςπροσφεύγων είναι συντσεοωωτ δικαστής.

Ο πρώτος προσφεύγων, η δεύτερη προσφεύ-γουσα και ο τέταρτος προσφεύγων παραπονέθη-καν για τη μακρά περίοδο όρνηοτκ των αρχών ναεκτελέσουν την από 16 Δεκεμβρίου 2002 από-φσοη του πρωΤΟδικείουPechersl<γτου Κιέβου, ηοποία έκανε δεκτές τις αγωγές τοικ για κστοεο-λι1 αναδρομικών για μισθούς και ισόβια επιδόμα-τα δικαστικών λειτουργών και αΠΟζπμίωσηςγιακαθυστέρηση της πληρωμής τους και διέταξε τοΥπουργείο Οικονομικών και το Δημόσιο Ταμείο νακαταβάλουν τα επιδικασθέντα ποσά.

Ο τρίτος προσφεύγων παραπονέθηκε για τηδιάρκεια τικ εκτεηεστκ τικ από 14 lανουαρίου

Page 22: Η Δικαιοσύνη σε νέα δοκιμασία

342 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΙΥΝΗ 48(2007)

2002 απόφασπς του πρωτοδικείου Pechersky τουΚιέβου, π οποία έκανε δεκτή τπν αγωγή του γιακαταβολή αναδρομικών για μισθούς και ισόβια ε-πιδόματα δικαστικών λειτουργών και αποζπμίω-σπς για καθυστέρπσπ τπς Πλπρωμής τους και διέ-ταξε το Υπουργείο Οικονομικών και το ΔπμόσιοΤαμείο να κσταβάλουν τα επιδικασθέντα ποσά.

Στους ιωωρισμοικ τους επικαλέσθπκαν τοάρθρο 6 παρ. 1 τπς Σύμβασπς για τπν Προστασίατων Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και θεμελιωδώνΕλευθεριών.

ΕΠΙΠλέον, οι προσφεύγοντες διαμαρτυρήθπ-καν ότι το κράτος παραβίασε το δικαίωμα σεβα-σμού τικ περιουσίας τους, το οποίο εγγυάται τοάρθρο 1 του 10υ Πρόσθετου Πρωτοκόλλου. Ηοεϋτερη προσφεύγουσα παραπονέθπκε ότι δενδιέθετε πραγματική αροσφυνή. κατά το άρθρο13, για να εκφράσει τα παράπονά τπς, βάσει τουάρθρου 6 παρ. 1 τπς Σύμβασπς σχετικά με τπδιάρκεια τπς μπ εκτέλεσπς τπς δικαστικής από-φασπς που είχε εκδοθεί υπέρ ττκ. Επί του παρα-δεκτού των παραπόνων των πρώτου, δεύτερπςκαι τέταρτου προσφευγόντων βάσει του άρθρου6 παρ. 1 τπς Σύμβασπς, το δικαστήριο έκρινε ότιοι διαφορές μεταξύ διοικπτικών αρχών και υπαλ-λήλων που ως εκ τπς θέσεώς τους συμμετέχουνστπν άσκπσπ εξουσιών δπμοσίου δικαίου, όπωςείναι οι δικαστές, δεν απολαύουν των εγγυήσεωντου άρθρου 6 παρ. 1. Το δικαστήριο απέρριΨε, μετο προαναφερόμενο σκεπτικό και τα παράπονατπς δεύτερπς προσφεύγουσας, βάσει του άρ-θρου 13 τπς Σύμβασπς, σε σκεσσ με το άρθρο 6παρ. 1 τπς Σύμβασπς, ως ασυμβίβαστα rationemateΓίae με τις διατάξεις τπς Σύμβασπς, κατά τπνέwοια του άρθρου 35 παρ. 3, σύμφωνα με τοάρθρο 35 παρ. 4. Αντίθετα, έκρινε ότι το άρθρο 6παρ. 1 τυγχάνει εφσρμοντκ; στο παράπονο σχε-τικά με τπ μπ εκτέλεσπ τπς οριστικής δικαστικήςαπόφασπς, που εκδόθπκε υπέρ του τρίτου προ-σφεϋνοντοτ.

Επί του παραδεκτού των παραπόνων όλωντων προσφευγόντων, βάσει του άρθρου 1 του10υ Πρόσθετου Πρωτοκόλλου τπς Σύμβασπς, τοδικαστήριο έκρινε ότι τα παράπονα αυτά δεν εί-ναι προφανώς αβάσιμα ή απαράδεκτα για ο-ποιονδήποτε λόγο και ως εκ τούτου πρέπει νακπρυχθούν παραδεκτά.

Το Δικαστήριο δέχθπκε ότι π μπ πλπρωμή τωνοφειλών εκ των δικαστικών αποφάσεων οφείλε-ται στο γεγονός ότι το κράτος δεν πρόβλεΨε τιςσχετικές δαπάνες στον κρατικό Προϋπολογισμό.

Ωστόσο, παραλείποντας επί δύο έτπ και έξι μή-νες να προβούν στις αναγκαίες ενέργειες για τπσυμμόρφωσπ προς τπν οριστική απόφασπ τουδικαστπρίου στπν παρούσα υπόθεσπ, οι Oυκρaνι-κές αρχές στέρπσαν, εν πολλοίς, τις διατάξειςτου άρθρου 6 παρ. 1 από το ωφέλιμο περιεχόμε-νό τους. Συνεπώς, το Δικαστήριο συμπέρανε ότιυπήρξε παραβίασπ του άρθρου 6 παρ. 1 τπς Σύμ-βασπς στπν υπόθεσπ του τρίτου προσφεύγοντος.

Δεν επιτεύχθπκε εύλογπ ισορροπία μεταξύτων συμφερόντων του κράτους και των συμφε-ρόντων των προσφευγόντων, οι οποίοι, επιπλέ-ον, ήταν υπεύθυνοι για τπν άσκπσπ σπμαντικώνδπμόσιων κσεηκόντων. κατά τπν απονομή δικαι-οσύνπς. Ειδικότερα, π εν θέματι δικαστική διαμά-χπ, αφορούσε αΠΟζπμίωσπ για τπ μπ συμμόρφω-σπ των αρχών από το 1995 ως το 2001, προς τπνεκ του νόμου υποχρέωσή τους να παρέχουνστους προσφεύγοντες τα επιδόματα που προ-βλέπουν για τους δικαστικούς λειτουργούς τοσύνταγμα και ο Νόμος περί του Δικαστικού Σώμα-τος. Ως εκ τούτου, π κατάστασπ των προσφευγό-ντων, ιδίως δε π ευαίσθπτπ θέσπ τους ως ανε-ξαρτήτων δικαστικών λειτουργών, επέβαλλε στκαρχές να εκτελέσουν Ός δικαστικές αποφάσειςκαι να διαθέσουν τα αναγκαία ποσά χωρίς καθυ-στέρπσπ.

ΠαράλειΨπ του κράτους να παράσχει έγκαιραστους δικαστές τα σκετικά επιδόματα, είναι α-συμβίβαστπ με τπν ανάγκπ εξασφάλισπς τπς ικα-νότπτάς τους να ασκούν το δικαστικό λειτούργπ-μα σνεεσρτστσ και αμερόλππτα, ούτως ώστε ναπροστατεύονται από εξωτερικές πιέσεις που έ-χουν ως στόχο να εππρεάσουν τκ αποφάσεις καιτπ συμπεριφορά τοικ. Εν προκειμένω, το Δικα-στήριο παρέπεμψε στα σχετικά κείμενα του Συμ-βουλίου τπς Ευρώππς, όπως n Σύστασπ τπς Επι-τροιυκ Υπουργών για τπν Ανεξαρτπσία, τπν Απο-τεεεσμστικότστσ και το Ρόλο των Δικαστών και οΕυρωπαϊκός Χάρτπς για τπ θεσμική Κατάστασπτων Δικαστών, όπου, μεταξύ άλλων, προβλέπε-ται ότι: .Προκειμένου να μπορούν οι δικαστές ναασκούν τα καθπκοντά τους με αποτεπεσματικάτράπο, πρέπει να εξασφαπlΖονταl οι κατάππππεςσυνθπκες εργασίας, και lδ(ως να εξασφαπlΖεταlότι π κατάστασπ και n αμοιβπ των δικαστών τε-πούν σε αντιστοιχία προς το κύρος του πεπουρ-γπματος και το βάρος των ευθυνών τοιτ., . Οιπαράγοντες αυτοί έχουν αποφασ/στικπ σπμασίαγια τπν ανεξαρτπσία των δικαστών, ιδίως δε γιατπν αναγνώρισπ τπς σπμασίας του ρόπου τοασ

Page 23: Η Δικαιοσύνη σε νέα δοκιμασία

48(2007) ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΙΥΝΗ 343ως δΙKασrών, π οποία εκφράζεται μέσω τπς επί-δειξπς του δέοντος σεβασμού σro πρόσωπό τουςκαι τπς επαρκούς οικονομικπς αμοιβπς τους (Σύ-σrασπ τπς Eπιrρoππς Υπουργών)>>και .Κατά τπνάσκπσπ του δΙKασrΙKoύ πειτουργπματος υπό ε-παγγεπματικπ Ιδιότπτα, ο δΙKασrπς δικαιούται α-μοιβπ που επαρκεί για να εξασφαπισrεί π προ-σrασία του από πιέσεις που έχουν ως σrόxo ναεππρεάσουν τις αποφάσεις του και γενικότερα τπσυμπεριφορά του σro ππαίσιο τπς δικαιοδοσίαςτου, θίγοντας έτσι τπν ανεξαρτπσία και αμερο-ππΨίατου» (ΕυρωπαϊκόςΧάρτπς).

Κατόπιν των ανωτέρω, π μπ εξασφάλισπ τπςεπαρκούς και έγκαιρπς πλπρωμής τπς αμοιβήςτων δικαστών των εθνικών δικαστπρίων και π α- -βεβαιότπτα που τους δπμιούργπσε ανέτρεψαντπν εύλογπ ισορροπία που πρέπει να υπάρχει με-ταξύ των απαιτήσεων του δπμοσίου αυμφέρο-ντος και τπς ανάγκπς προστασίας των δικαιωμά-των των προσφευγόντων για σεβασμό τπς πε-ριουσίας τοικ. Συνεπώς, μπ συμμορφούμενεςπρος τκ δικαστικές αποφάσεις που εκδόθπκαν υ-πέρ των προσφευγόντων, οι εθνικές αρχές εμπό-δισαν για σπμαντικό χρονικό διάστημα τους προ-σφεύγοντες να εισπράξουν στο ακέραιο τα επιδό-ματα που δικαιούνταν εκ του νόμου, γεγονός πουθα μπορούσε να τους εμΠΟδίσει να ασκήσουν α-περίσπαστατα δικαστικά τους καθήκοντα.

Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο έκρινε ότι η αδυ-ναμία των προσφευγόντων να επιτύχουν εκτέλε-ση των δικαστικών αποφάσεων που εκδόθηκανυπέρ τους επί ένα έτος και τέσσερις μήνες (οπρώτος προσφεύγων, η δεύτερη προσφεύγουσακαι ο τέτορτοτ σροσφεονωω και δύο έτη και έξιμήνες (ο τρίτος αροσφεϋνων: είχε ως αποτέλε-σμα την παραβίαση του δικαιώμστος σεβασμού

ττκ περιουσίας τους κατά την έννοια του άρθρου1 του 10υ Πρωτοκόλλου.

Το Δικαστήριο έκρινε επίσης, ότι είναι δυνατόννα θεωρηθεί ότι οι προσφεύγοντες υπέστησανκάποια ηθική βλάβη λόγω των σοβαρών παρα-βιάσεων που διαπιστώθηκαν, η οποία δεν μπορείνα αποκατασταθεί μόνο από τη διαπίστωση πα-ραβίασης εκ μέρους του Δικαστηρίου. Έχοντας υ-πόψη τπν ιδιαίτερη και σημαντική θέση των προ•..σφευγόντων ως δικαστικών λειτουργών, θεώρησεεύλογο να επιδικάσει στον πρώτο προσφεύγοντα,τη δεύτερη προσφεύγουσα και τον τέταρτο προ-σφεύγοντα το ποσό των 3.000 ευρώ ως αποζημί-ωση για ηθική βλάβη. Για τον ίδιο λόγο, επιδίκασεστον τρίτο προσφεύγοντα 5.000 ευρώ.

Μετά από όλα τα παραπάνω καλό είναι οι αρ-μόδιοι, να ξανασκεφθούν τον τρόπο που αντιμε-τωπίζουν την δικαιοσύνη και τους λειτουργούςτης και μάλιστα με αφορμή τη Συνταγματική Α-ναθεώρηση. Τελικά, αν, πράγματι, όλοι θέλουμεγρήγορη και αποτελεσματική Δικαιοσύνη, νομίζωότι καλόν είναι να την οφησουμε ήσυχη, να επι-τελέσει την Αποστολή τικ. αφού πρώτα, την ε-ξΟΠλίσουμε με τα μέσα που απαιτούνται, τηνπροικοδοτήσουμε με πόρους και τη στελεχώ-σουμε επαρκώς, εξαφανίζοντας ταυτόχρονα ταδεινά που την ταλανίζουν. Ο Ηράκλειτος, αιώνεςπριν από τπ σημερινή θλιβερή κατάσταση, θεω-ρεί ότι η «ύβρις. που προέρχεται από έλλειψησεβασμού στη Δικαιοσύνη είναι περισσότερο κα-ταστρεπτική και επικίνδυνη από την πυρκαγιά.ύ/lριν χΡιί α/lεννύνα, μάιιιιον ιί πυρκα,ιίν 98••

Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να πούμε προς ό-σους απεργάζονται κατά τπς Δικαιοσύνης, όπωςο Σωκράτης στους Νόμους99: .Τ, ενκαlΙών πμίνκα, ιπ πόlΙε, επ,χε,ρείς πμάς αΠΟlΙlΙύνα,·.

98. Ηράκλειτος, DIElS, FRAGM43.99. Πλότωνος, Κρfτων, κεφ. 12.

--